ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Σύντοµες Ερωτήσεις & Απαντήσεις Τι διαστάσεις λαµβάνει σήµερα το φαινόµενο της υπερχρέωσης των ελληνικών νοικοκυριών; Τεράστιες. Μέσα σε ένα χρόνο, οι ληξιπρόθεσµες οφειλές των νοικοκυριών για καταναλωτικά δάνεια προς τις τράπεζες έχουν αυξηθεί κατά 70%. Συγκεκριµένα, στις 30/09/2008 ήταν 33,9 δις ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 6,9% (2,3 δις ευρώ), ενώ στις 30/09/2009 ήταν 34,9 δις ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 11,7% (4,1 δις ευρώ). Αντίστοιχα, για τα στεγαστικά δάνεια: οι ληξιπρόθεσµες οφειλές έχουν αυξηθεί κατά 54% µέσα σε ένα χρόνο. Συγκεκριµένα, στις 30/09/2008 ήταν 65,7 δις ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 4,6% (3 δις ευρώ), ενώ στις 30/09/2009 ήταν 72,9 δις ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 6,9% (5,1 δις ευρώ). Τι σηµαίνει πρακτικά ρύθµιση χρεών; ίνουµε τη δυνατότητα, µέσα από καθορισµένη δικαστική διαδικασία, σε όσους καταναλωτές έχουν διαπιστωµένη και µόνιµη αδυναµία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, να τα ρυθµίσουν και να απαλλαγούν από αυτά, εξοφλώντας µε ρεαλιστικούς µε βάση το εισόδηµά τους όρους ένα µέρος των χρεών που καθορίζεται από το ικαστήριο και δεν µπορεί να είναι µικρότερο από το 10% των οφειλών. Απαραίτητη προϋπόθεση για να συµβεί κάτι τέτοιο είναι να µην υφίστανται περιουσιακά στοιχεία και να µην επαρκούν τα τρέχοντα εισοδήµατα του καταναλωτή για την ικανοποίηση των δανειακών υποχρεώσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης αναλαµβάνει την υποχρέωση να καταθέτει κάθε µήνα για 4 έτη µέρος του εισοδήµατός του στους πιστωτές. Αν δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις του δεν επέρχεται απαλλαγή από τα χρέη. Ποιους αφορά η ρύθµιση χρεών και υπό ποιες προϋποθέσεις µπορεί ένας δανειολήπτης να διεκδικήσει ρύθµιση και απαλλαγή από χρέη; Αφορά φυσικά πρόσωπα. Ειδικότερα, στις ρυθµίσεις του νόµου υπάγονται οι χρηµατικές οφειλές των φυσικών προσώπων που µέχρι σήµερα δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα. Εποµένως, στις ρυθµίσεις του υπάγονται και τα χρέη των επαγγελµατιών, όχι όµως των εµπόρων. Εξαιρούνται οφειλές από αδικοπραξία που διαπράχθηκε µε δόλο, διοικητικά πρόστιµα, χρηµατικές ποινές, οφειλές από φόρους και τέλη προς το ηµόσιο και οι εισφορές προς τους οργανισµούς κοινωνικής ασφάλισης.
Προϋπόθεση υπαγωγής είναι, κατά τα ισχύοντα και στο πτωχευτικό δίκαιο, η επελθούσα ή επαπειλούµενη µη δόλια µόνιµη αδυναµία πληρωµής ληξιπρόθεσµων χρεών. Με ποια διαδικασία γίνεται η ρύθµιση χρεών µε απαλλαγή του υπερχρεωµένου φυσικού προσώπου από τα χρέη του; Η διαδικασία περιλαµβάνει τρία στάδια. Στο πρώτο, το εξωδικαστικό, στάδιο επιδιώκεται ουσιαστικά η ρύθµιση των χρεών και η απαλλαγή του από το υπόλοιπο αυτών, µε τη σύµφωνη γνώµη των πιστωτών και των πιστωτικών ιδρυµάτων. Στο δεύτερο στάδιο επιδιώκεται ο συµβιβασµός ενώπιον του ικαστηρίου. Στο τρίτο στάδιο, και εφόσον δεν έχουν ευδοκιµήσει τα δύο προηγούµενα στάδια, επέρχεται δικαστική πλέον ρύθµιση χρεών µε απαλλαγή από χρέη. Τι συγκεκριµένα προβλέπει το πρώτο στάδιο; Κατά το πρώτο στάδιο, επιδιώκεται η εξωδικαστική επίλυση στη βάση ενός πλάνου εξυγίανσης των χρεών στο οποίο και τα δύο µέρη θα συµφωνήσουν. Μπορεί στο στάδιο αυτό να επέλθει διαγραφή των χρεών του οφειλέτη; Ναι µπορεί. Ουσιαστικά, στο στάδιο αυτό τα µέρη είναι ελεύθερα να συµφωνήσουν ό,τι πράγµατι κρίνουν προς το συµφέρον τους. Τι συµβαίνει εάν δεν συµφωνήσουν οφειλέτης και πιστωτές στο πρώτο στάδιο; Τότε περνάµε στο δεύτερο στάδιο, όπου ο οφειλέτης δικαιούται να υποβάλει αίτηση στο Ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει την κύρια κατοικία, για έναρξη της διαδικασίας µερικής απαλλαγής από τα χρέη. Στην αίτηση που καταθέτει ο οφειλέτης, περιλαµβάνεται σχέδιο διευθέτησης οφειλών, το οποίο πρέπει να λαµβάνει υπόψη τόσο τα συµφέροντα των πιστωτών, όσο και την περιουσία, τα εισοδήµατα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη. Εάν κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις επί του σχεδίου διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, τότε θεωρείται ότι ο συµβιβασµός έχει γίνει αποδεκτός. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο επικυρώνει το σχέδιο µε απόφασή του, το οποίο αποκτά πλέον ισχύ δικαστικού συµβιβασµού. Το δικαστήριο µπορεί να επικυρώσει τον συµβιβασµό ακόµη κι αν συναινούν σε αυτόν πιστωτές που καλύπτουν το 51% των χρεών. Η αίτηση για την απαλλαγή από τα χρέη θεωρείται πλέον ανακληθείσα. Τι περιλαµβάνει η αίτηση που καταθέτει ο οφειλέτης προς το Ειρηνοδικείο; Η αίτηση πρέπει να περιέχει: α). Την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και πάσης φύσεως εισοδήµατα τόσο του ιδίου όσο και του/της συζύγου του, β). Την κατάσταση των πιστωτών του και τις απαιτήσεις που αυτοί έχουν (κεφάλαιο, τόκοι και έξοδα), και
γ). Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, που να λαµβάνει υπόψη τόσο τα συµφέροντα των πιστωτών, όσο και την περιουσία, τα εισοδήµατα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη. Τι άλλα έγγραφα, και πότε, πρέπει να προσκοµίσει ο οφειλέτης; Μαζί µε την αίτηση προς το Ειρηνοδικείο, ή εντός µηνός από την υποβολή της, ο οφειλέτης υποχρεούται να προσκοµίσει τα εξής: α). Βεβαίωση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, Επιτροπής Φιλικού ιακανονισµού 1, Ένωσης Καταναλωτών 2, δικηγόρου ή άλλου δηµόσιου φορέα που συντρέχει τους καταναλωτές σε ζητήµατα υπερχρέωσης, από την οποία να προκύπτει η πραγµατοποίηση της προσπάθειας για εξωδικαστικό συµβιβασµό (πρώτο στάδιο) και η αποτυχία αυτής. β). Υπεύθυνη δήλωση για την ορθότητα και πληρότητα όσων στοιχείων αναφέρει στην αίτησή του σχετικά µε την περιουσιακή του κατάσταση και τις υποχρεώσεις του προς του πιστωτές. Επίσης, στην υπεύθυνη δήλωση ο οφειλέτης πρέπει να αναφέρει τις µεταβιβάσεις ακίνητων περιουσιακών του στοιχείων που προέβη την τελευταία τριετία. Πότε µπορεί ο οφειλέτης να υποβάλει αίτηση; Η έναρξη υποβολής αιτήσεων γίνεται τέσσερις µήνες µετά την ψήφιση και ισχύς του νόµου, διάστηµα κατά το οποίο, ωστόσο, τα µέρη µπορούν να επιδιώξουν ήδη τον εξωδικαστικό συµβιβασµό. Πόσος χρόνος θα χρειαστεί µέχρι να εξετάσει το δικαστήριο την αίτηση του οφειλέτη; Στόχος είναι το γρηγορότερο δυνατό. Γι αυτό και προβλέπεται η συζήτηση της αίτησης του οφειλέτη στο δικαστήριο να γίνεται σε λιγότερο από έξι µήνες από την ηµεροµηνία κατάθεσης αίτησης. Πώς θα µπορεί ο οφειλέτης να συλλέξει όλα αυτά τα δικαιολογητικά και να συντάξει το σχέδιο διευθέτησης οφειλών; Στόχος είναι η απλοποίηση της όλης διαδικασίας. Γι αυτό και τα συναρµόδια Υπουργεία θα προτείνουν συγκεκριµένα υποδείγµατα των απαιτουµένων πιστοποιητικών, δηλώσεων, καταλόγων και καταστάσεων και σχεδίων διευθέτησης οφειλών. Τι κίνητρα έχουν τα πιστωτικά ιδρύµατα να αποδεχτούν τη ρύθµιση χρεών; Και τα δύο µέρη έχουν ισχυρά κίνητρα να έρθουν σε µια µεταξύ τους συµφωνία. Οι οφειλέτες γιατί αντιλαµβάνονται ότι η απαλλαγή τους προϋποθέτει µία µακρόχρονη δοκιµασία που συνεπάγεται σηµαντικούς περιορισµούς για τους ίδιους, ενδεχοµένως και µετά την περάτωσή της. Οι πιστωτές και τα πιστωτικά ιδρύµατα, γιατί γνωρίζουν ότι µε την 1 Του άρθρου 11 του Ν. 2251/1994 για την προστασία των καταναλωτών (ΦΕΚ 191Α/1994). 2 Πρέπει να είναι εγγεγραµµένη στο Μητρώο της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του Ν. 2251/1994.
υποβολή της αίτησης από τον οφειλέτη θα προωθηθεί πλέον µία διαδικασία απαλλαγής από τα χρέη χωρίς τη δική τους σύµφωνη γνώµη. Έχουν, λοιπόν, οι πιστωτές συµφέρον, αν ο οφειλέτης υπόσχεται µε ρεαλιστικούς όρους την εξυπηρέτηση ενός µέρους του χρέους του, που πιθανολογείται ότι θα µπορούσε να είναι ψηλότερο από αυτό που θα εισέπρατταν οι πιστωτές στη διάρκεια της διαδικασίας απαλλαγής, να έρθουν σε συµφωνία µαζί του. Τι γίνεται εάν τελικά υπάρχουν αντιρρήσεις από τους πιστωτές κατά το δεύτερο στάδιο; Τότε ξεκινά το τρίτο στάδιο, κατά το οποίο γίνεται δικαστική ρύθµιση χρεών µε µερική απαλλαγή από χρέη. Συγκεκριµένα, το δικαστήριο ελέγχει αυτεπαγγέλτως πλέον εάν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Εφόσον πράγµατι δεν επαρκούν τα περιουσιακά στοιχεία και εισοδήµατα του οφειλέτη για την αποπληρωµή των χρεών του, τότε το δικαστήριο προχωρά στην υπό όρους απαλλαγή του από τα χρέη. Πώς ακριβώς λειτουργεί το τρίτο στάδιο; Ο οφειλέτης αναλαµβάνει την υποχρέωση να καταβάλλει κάθε µήνα ένα µέρος του εισοδήµατός τους στους πιστωτές. Συγκεκριµένα, ο οφειλέτης θα πρέπει, στο πλαίσιο ενός τετραετούς πλάνου πληρωµών, να αποπληρώσει ένα ελάχιστο ποσοστό των χρεών που έχει καθορίσει το δικαστήριο, λαµβάνοντας υπόψη το προσδοκώµενο εισόδηµά του και τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και της οικογένειάς του. Το ποσοστό δεν µπορεί να είναι κατώτερο από το 10% των χρεών. Εάν ο οφειλέτης δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις του, δεν επέρχεται απαλλαγή από τα χρέη. Τι γίνεται εάν ένας οφειλέτης αντιµετωπίζει εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και τα εισοδήµατά του δεν επαρκούν για την εξόφληση τουλάχιστον του 10% των συνολικών οφειλών του; Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως σε περιπτώσεις χρόνιας ανεργίας ή σηµαντικών προβληµάτων υγείας, όπου το εισόδηµα του οφειλέτη δεν επαρκεί για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών, είναι δυνατός ο προσδιορισµός χαµηλότερων ή και µηδενικών καταβολών. Αυτό ακόµα κι αν δεν προκύπτει η εξόφληση του ελάχιστου ποσοστού του 10% των συνολικών οφειλών. Το δικαστήριο µπορεί να επανεξετάζει κάθε οκτώ µήνες, ή και νωρίτερα αυτεπαγγέλτως ή µετά από αίτηση του οφειλέτη ή του πιστωτή, εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις, επαναρυθµίζοντας τις οφειλόµενες καταβολές. Προστατεύεται η κύρια κατοικία του οφειλέτη; Η κύρια κατοικία του οφειλέτη, κατά την διαδικασία ρύθµισης και απαλλαγής από τα χρέη, προστατεύεται. Ο οφειλέτης µπορεί να ζητήσει την εξαίρεσή της από την περιουσία που ρευστοποιείται για την ικανοποίηση των πιστωτών, εφόσον δεν υπερβαίνει σε έκταση το προβλεπόµενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξανόµενο κατά 30%. Σε αυτή την
περίπτωση αναλαµβάνει την υποχρέωση να εξοφλήσει σε χρονικό διάστηµα που δεν υπερβαίνει τα είκοσι έτη µε περίοδο χάριτος και σε ευνοϊκούς όρους ποσό οφειλών µέχρι το 85% της εµπορικής αξίας του ακινήτου, όπως αυτή αποτιµάται από το ικαστήριο. Τι συµβαίνει στην περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι δεν υφίσταται µόνιµη αδυναµία του οφειλέτη για αποπληρωµή των ληξιπρόθεσµων υποχρεώσεών του; Τότε µπορεί η δικαστική διαδικασία να περιοριστεί µε απλή ρύθµιση των οφειλών χωρίς απαλλαγή από τα χρέη. Συγκεκριµένα, η ρύθµιση µπορεί να προβλέπει την αναστολή της περιοδικής εξόφλησης της οφειλής µέχρι δύο έτη. Κατά τη διετία αυτή, θα καταβάλλονται είτε µόνο οι τόκοι είτε αυτοί θα κεφαλαιοποιούνται, χωρίς προηγούµενο ανατοκισµό κατά τη λήξη της αναστολής. Τι γίνεται εάν ο οφειλέτης δηλώσει ψευδή και ανακριβή στοιχεία σχετικά το εισόδηµα και την περιουσιακή του κατάσταση; Για να υπαχθεί ο οφειλέτης στις ευεργετικές ρυθµίσεις του νόµου, υποχρεούται στην ειλικρινή δήλωση των στοιχείων που αναφέρει. Εάν από δόλο δεν το πράξει, τότε εκπίπτει από τα ευεργετήµατα της ρύθµισης και δεν µπορεί να υποβάλει νέα αίτηση για ρύθµιση χρεών για δύο έτη. Απαλλάσσεται ο εγγυητής από τις υποχρεώσεις του κατά τη διαδικασία της ρύθµισης των χρεών; Η εφαρµογή της διαδικασίας για ρύθµιση και απαλλαγή χρεών δεν απαλλάσσει τον εγγυητή. Ωστόσο, µπορεί να υπαχθεί στην ίδια διαδικασία εφόσον ικανοποιεί τις προϋποθέσεις του νόµου. Τη συµβαίνει εάν τελικώς δεν ευδοκιµήσει η απαλλαγή από τα χρέη; Στην περίπτωση αυτή, αναβιώνει η οφειλή ως είχε, δίχως όµως τους τόκους ανατοκισµού. Πόσες φορές µπορεί ο οφειλέτης να αξιοποιήσεις τις ρυθµίσεις του νόµου; Κάθε οφειλέτης µπορεί να αξιοποιήσει µόνο µία φορά τις ρυθµίσεις για την απαλλαγή χρεών, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόµου. Πώς προστατεύεται η µελλοντική φερεγγυότητα του δανειολήπτη που έχει προχωρήσει σε ρύθµιση και απαλλαγή από χρέη απέναντι στα πιστωτικά ιδρύµατα; Η ρύθµιση χρεών στόχο έχει την προστασία των καταναλωτών, όχι την διακινδύνευση της φερεγγυότητάς τους. Για το σκοπό αυτό, η ρύθµιση χρεών και η απαλλαγή από χρέη δεν µπορεί να αποτελέσει αντικείµενο επεξεργασίας δεδοµένων οικονοµικής συµπεριφοράς από πιστωτικά ιδρύµατα ή τρίτους για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των τριών και
πέντε ετών αντίστοιχα, από το χρονικό σηµείο που λήγει η ρύθµιση ή επέρχεται η απαλλαγή. Σε ποιες άλλες χώρες εφαρµόζονται αντίστοιχες ρυθµίσεις; Οι ΗΠΑ (13 ο κεφάλαιο της Bankruptcy Reform Act, 1978), διαθέτουν ήδη εδώ και 30 χρόνια ρυθµίσεις για την απαλλαγή των υπερχρεωµένων ιδιωτών από τα χρέη τους, όταν αυτοί αδυνατούν να ανταποκριθούν σε αυτά. Πολλές άλλες χώρες την τελευταία 15ετια έχουν υιοθετήσει αντίστοιχες ρυθµίσεις. Στον Καναδάς, την Ιαπωνία, τη Μεγάλη Βρετανία, και τη ανία από το 1982, στη Νορβηγία, τη Σουηδία και την Αυστρία από το 1994, στην Ολλανδία από το 1998, στη Γερµανία και το Βέλγιο από το 1999, στη Γαλλία από το 2003, στη Πορτογαλία από το 2004, και στην Τσεχία από το 2008. Τι συνεπάγεται για τη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυµάτων µια τέτοια ρύθµιση; Τα πιστωτικά ιδρύµατα θα πρέπει ασφαλώς να αναπτύξουν κριτήρια µε βάση τα οποία θα αξιολογούν ορθολογικότερα την πιστοληπτική ικανότητα των υποψήφιων δανειοληπτών. Επιπλέον, θα πρέπει να δηµιουργήσουν εσωτερικούς µηχανισµούς αξιολόγησης για την αποδοχή ή µη των σχεδίων απαλλαγής από τα χρέη. Ένα σηµαντικό παράπλευρο όφελος της ρύθµισης είναι ότι συµβάλλει στην ανάπτυξη µιας κουλτούρας διαβούλευσης, διαπραγµάτευσης και ρύθµισης των χρεών, που στη σηµερινή πρακτική είναι ανύπαρκτη, καθώς δίνει τη δυνατότητα στους πιστωτές να πληροφορούνται τη συνολική οικονοµική κατάσταση του οφειλέτη, τους κινδύνους και τις αδυναµίες εξυπηρέτησης χρεών, και να υιοθετήσουν ενόψει της πιθανής απαλλαγής από τα χρέη και ρεαλιστικότερες προσδοκίες. Προβλέπεται δε, επιπροσθέτως, η αναστολή των πλειστηριασµών της µοναδικής κατοικίας, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους οφειλέτες που βρίσκονται σε µόνιµη αδυναµία αποπληρωµής να αξιοποιήσουν την προστατευτική διάταξη της κυρίας κατοικίας, µε την εξαίρεση αυτής από τη ρευστοποιήσιµη περιουσία, που εµπεριέχει το σχέδιο νόµου.