ΕΜΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΑΝΤΩΝ Ιστορικό Μυθιστόρημα Χαρίτωνος Γιωτάκη ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το μυθιστόρημα αυτό είναι αποτέλεσμα μακρόχρονης και ενδελεχούς μελέτης των ιστορικών δρωμένων της περιόδου στην οποία εκτυλίσσεται. Παρόλο που κάποιοι εκ των χαρακτήρων του παρόντος έργου καθώς και οι διάλογοι με τους οποίους πλαισιώνονται είναι προϊόν της φαντασίας του συγγραφέα, εντούτοις δεν παύουν να κινούνται λογοτεχνικά μέσα στην απτή πραγματικότητα εκείνης της εποχής. Ενδυμασία, οπλισμός, ρυμοτομία οικοδομικών συγκροτημάτων, συμπεριφορές, γεγονότα, μάχες, πρόσωπα, καταστάσεις και, γενικότερα, η πλειονότητα των πεπραγμένων που περιγράφονται αντλήθηκαν από την επισταμένη και κοπιώδη μελέτη της εν λόγω ιστορικής περιόδου. Η επιλογή των χαρακτήρων και της δράσης τους έγινε με βάση την επιθυμία μου να παρουσιάσω ένα μυθιστόρημα βασισμένο στα απολύτως πραγματικά γεγονότα της εποχής εκείνης (501 480 π.χ.), με μοναδικό γνώμονα τον σεβασμό της Ιστορίας. Σε αυτό συνετέλεσαν η συνεχής μελέτη τόσο των αρχαίων πηγών της υπό εξέταση περιόδου όσο και των συγχρόνων τεκμηριωμένων και αποδεκτών από το σύνολο της επιστημονικής κοινότητος συγγραμμάτων, μελετών, διατριβών και επιστημονικών άρθρων. Σημαίνουσα για την πορεία του έργου υπήρξε η έγκυρη πληροφόρηση και οι συμβουλές ειδημόνων της Ιστορίας και της Αρχαιολογίας καθώς και αναλυτών στρατηγικής, οι οποίοι ανιδιοτελώς προσέφεραν τις πολύτιμες γνώσεις τους. Επισημαίνω ότι κατά την περίοδο η οποία παρουσιάζεται στο μυθιστόρημα αυτό η Ελλάδα βρισκόταν σε μια μεταβατική κατάσταση, ως εκ τούτου πρέπει κατά την ανάγνωση του κειμένου να ληφθεί υπ όψιν το γεγονός ότι καθετί που περιγράφεται αφορά αυστηρά σε αυτή και μόνον την ιστορική περίοδο, αφού ακόμη και λίγα χρόνια μετά οι αναγκαστικές κοινωνικοπολιτικές και στρατιωτικές μεταβολές υπήρξαν καταλυτικές στη διάρκεια της ειρήνης αλλά, κυρίως, στη διάρκεια ενός πολέμου. Εν προκειμένω, πρέπει να εκτιμηθούν αναλόγως οι πληροφορίες που παραδίδονται στο παρόν μυθιστόρημα, για να αποφευχθεί η σύγχυσή τους με ανάλογες που αφορούν μεταγενέστερες περιόδους, οι οποίες από «κεκτημένη ταχύτητα» συνηθίζεται να παρουσιάζονται ως γενική αρχή στη μακρά ιστορία των πόλεων-κρατών της ελληνικής αρχαιότητος. Με την προσδοκία ότι με την εν λόγω συγγραφική μου προσπάθεια κατόρθωσα να προσφέρω έστω και ελάχιστα στο απαιτητικό αλλά άκρως ενδιαφέρον είδος του ιστορικού μυθιστορήματος, εύχομαι σε όσους με τιμήσουν να έχουν μια απολαυστική αναγνωστική εμπειρία. Χαρίτων Γιωτάκης ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αθήνα, Δήμος Ευωνύμου. Τέταρτο έτος της εξηκοστής τετάρτης Ολυμπιάδος. Η σύζυγος τού πάμπλουτου και εξαιρετικά δυνατού πολιτικά αριστοκράτη Ιππονίκου του Κλεομήδους γεννάει το πρώτο τους παιδί, τον Κλεομήδη. Ο ισχυρός αριστοκράτης, πιστός στις αρχαίες εκείνες αξίες που αναγνώριζαν την απόλυτη ανωτερότητα των Ευγενών κάθε πόλης, φρόντισε από νωρίς ο πρωτότοκος γιος του να ακολουθήσει το
παράδειγμα το δικό του και των προγόνων του, λαμβάνοντας μια εκπαίδευση υψηλού επιπέδου και όλων των ειδών, κυρίως όμως αθλητική και στρατιωτική. Ως εκ τούτου, επεδίωξε και πέτυχε να γίνει δεκτός ο Κλεομήδης στο πιο σκληρό και φρικιαστικό σύστημα εκπαίδευσης παίδων, τη Σπαρτιατική Αγωγή! Ο Σπαρτιάτης Ευγενής Ιπποκλής Νικομήδους, με τον οποίο ο Ιππόνικος συνδεόταν με δεσμούς ξενίας, φρόντισε ο Κλεομήδης να εισαχθεί στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα ως τρόφιμος μαζί με τον δικό του γιο, τον Αρχία. Έτσι, μόλις το αγόρι συμπλήρωσε τα έξι του χρόνια και μπήκε στα επτά, μεταφέρθηκε στη Σπάρτη και εισήχθη στην Αγωγή. Επί δώδεκα συνεχή έτη λάμβανε μια εκπαίδευση κτηνώδους ωμότητας, με αποτέλεσμα την, αρκετές φορές, σωματική του κατάρρευση καθώς και την τελική του ψυχική αποσάθρωση Παρ όλ αυτά, οι απίστευτες δυσκολίες της διαβίωσής του στην Αγωγή τον ένωσαν συναισθηματικά με τους συνεκπαιδευόμενούς του και, κυρίως, με τον Αρχία. Τα χρόνια πέρασαν. Μόλις έγινε δεκαεννέα ετών, η εκπαίδευσή του ολοκληρώθηκε με απόλυτη επιτυχία και η άδεια παραμονής του στη Σπάρτη έληξε. Ο σπαρτιατικός νόμος περί ξενηλασίας, ο οποίος απαγόρευε την παραμονή μη Λακεδαιμονίων στη Λακωνική Επικράτεια άνευ ειδικής αδείας, δεν εξαιρούσε ούτε τους ξένους των Ευγενών Σπαρτιατών! Έτσι, ο πατέρας του, υπερήφανος για τον γιο του, μετέβη ο ίδιος στη Λακωνία για να τον συνοδεύσει στην Αθήνα. Ο Κλεομήδης, σε έντονα συγκινησιακό κλίμα, αποχαιρέτησε τους παλιούς συντρόφους του και αναχώρησε. Είχαν περάσει χρόνια από την τελευταία φορά που είχε προσπαθήσει να κατανοήσει τον πραγματικό λόγο που ο πατέρας του είχε αποφασίσει να τον απομακρύνει από την πόλη τους και να του στερήσει την οικογενειακή στοργή, εκθέτοντάς τον σε ένα τέτοιο απερίγραπτο βασανιστήριο διαρκείας. Είχαν περάσει χρόνια από την τελευταία φορά που έστρεψε το κεφάλι του αηδιασμένος από τις πρακτικές της πόλης η οποία τον εκπαίδευε. Δεν πίστευε τον εαυτό του που μετά από όλα αυτά που είχε υποστεί, τώρα, φεύγοντας, σκούπιζε τα δάκρυα του αποχωρισμού απ τα μάτια του. Βγαίνοντας οριστικά από τα όρια της Λακωνικής Επικρατείας, αποχαιρετούσε τα δάση της και ανέπνεε για μια τελευταία φορά τον σκληροτράχηλο αέρα της Στο νεανικό αλλά αδικαιολόγητα για την ηλικία του βασανισμένο μυαλό του είχε προλάβει να φανταστεί την εικόνα και το πραγματικό όνομα του βασιλείου τού Άδη Η Σπάρτη πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για την υπέργεια εναλλακτική κατοικία του θεού των νεκρών! Έφευγε πιστεύοντας πως το δυσκολότερο και φρικιαστικότερο μέρος της ζωής του είχε περάσει. Όμως, έκανε μεγάλο λάθος Η πόλη που τον περίμενε, σαν άλλη Σειρήνα, ήξερε να γοητεύει τα θύματά της υποκρινόμενη τη φιλόστοργη μάνα, μέχρι να βρεθούν στην ασφυκτική αγκαλιά της και μετά τους ξερίζωνε την καρδιά! Γιατί η φρίκη δεν κουρελιάζει μόνον το κορμί αλλά και την ψυχή..., κυρίως αυτήν. (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου) Αθήνα, 501 π.χ. Ο Κλεομήδης, ο γιος του ισχυρού Αθηναίου αριστοκράτη Ιππονίκου, επιστρέφει στην Αθήνα μετά την ολοκλήρωση της δωδεκαετούς σκληρότατης μαθητείας του στο φρικιαστικό σύστημα εκπαιδεύσεως παίδων, τη Σπαρτιατική Αγωγή. Θεωρώντας ότι το τρομακτικότερο μέρος του βίου του έχει παρέλθει, ενσωματώνεται στην πολιτικοστρατιωτική κοινωνική δομή των Αθηνών αντιλαμβανόμενος ότι η ζωή στην Πόλη αυτή τού επιφυλάσσει αναπάντεχα βίαιες εξελίξεις.
Ακολουθεί η εκπαίδευσή του στην «Εταιρεία», το διετές στρατιωτικό πρόγραμμα των εφήβων, όπου λαμβάνει τη σκληρότατη εκπαίδευση του Αθηναίου οπλίτου. Κατόπιν αυτού, εντάσσεται στην κοινωνία της Πόλεώς του, ελισσόμενος γύρω από καταστάσεις βίας, υπόγειων ενεργειών και δολιότητος και μετέχοντας στη μαχητική αντιμετώπιση κάθε εχθροπραξίας που επιχειρούν εναντίον των Αθηνών οι έξωθεν αλλά και οι εκ των ένδον εχθροί της Πατρίδος του. Η φιλία, η συντροφικότητα αλλά, κυρίως, η αγάπη επεμβαίνουν με σφοδρότητα στη ζωή του, κατευθύνοντας την πορεία της. Στην πεδιάδα του Μαραθώνος δοξάζεται, αλλά στο πεδίο της μάχης του έρωτα συντρίβεται ολοκληρωτικά! Αναρριχάται στην ηγεσία της Πόλεως, κινούμενος ανάμεσα στις αμφίρροπες καταστάσεις και τις εσωτερικές έριδες που επιβάλλουν οι ισχυρότεροι πολιτικοί άνδρες της εποχής του. Σύντομα, ο περσικός κίνδυνος κάνει ξανά τη φρικαλέα εμφάνισή του όμως, τώρα πλέον η ορμητική φάλαγγα οπλιτών αντικαθίσταται από το φονικό έμβολο της Τριήρους. Οι Αθηναίοι, «Ελλήνων Προμαχούντες», όπως πάντα, δεν υπολογίζουν κανέναν κίνδυνο και χωρίς δεύτερη σκέψη διατάσσουν άμεση έφοδο, αυτή τη φορά όχι από το σταθερό πεδίο του Μαραθώνος, αλλά πάνω από τα «Ξύλινα Τείχη»