This document was reproduced from http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=apofaseis/aad/meros_4/2007/4-200705-917-06.htm (accessed 16 August 2013) ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ &n bsp; Υπóθεση Αρ.917/2006 8 Μαϊου, 2007 [ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής] ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ABED H. MASHY Αιτητής ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΩΝ 1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ 2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Καθ ών η αίτηση... Χρ. Χριστούδιας, για τον αιτητή Γ. Πετάση-Κορφιώτη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση. - - - - - - Α Π Ο Φ Α Σ Η Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθών η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε σ' αυτόν με επιστολή της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 21/3/06 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για πολιτογράφηση σαν Κύπριου πολίτη, είναι άκυρη, αντισυνταγματική και παράνομη.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ Ο αιτητής, 37 περίπου ετών, είναι υπήκοος του Ιράκ. Αφίχθηκε στην Κύπρο με πλοιάριο το 1996 (κατά τον ίδιο στις 17/1/96, και κατά τους καθών η αίτηση στις 17/8/96) και στη συνέχεια αποτάθηκε στα Ηνωμένα Έθνη για να αναγνωρισθεί ως πολιτικός πρόσφυγας. Έτσι, εκκρεμούσης της εξέτασης του αιτήματος του, παραχωρήθηκαν στον αιτητή άδειες προσωρινής παραμονής του ως επισκέπτης μέχρι και τις 30/5/99, όπως φαίνεται και στα Παραρτήματα 3, 3(α) και 3(β) της ένστασης. Ενώ ήταν στην Κύπρο γνωρίστηκε και τέλεσε πολιτικό γάμο στις 26/2/99 με την αλλοδαπή Aysha Al AlQuqa από την Παλαιστίνη. Έκτοτε του παραχωρείτο άδεια προσωρινής παραμονής για να είναι μαζί με τη σύζυγο του μέχρι και τις 15/9/04 ως τα Παραρτήματα 5(α) - 5(γ) της ένστασης. Στο μεταξύ από τις 6/10/03, δηλαδή πριν τη λήξη της άδειας προσωρινής διαμονής, υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας αλλά δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα και έτσι υπέβαλε νέα αίτηση στις 18/11/05. Αφού λήφθηκαν οι απόψεις των αρμοδίων τμημάτων (Έπαρχο Λευκωσίας, Αρχηγό Αστυνομίας, Υπεύθυνο Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας και τον Διοικητή της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών) η αίτηση του προωθήθηκε στον Υπουργό Εσωτερικών για απόφαση. Σημειώνεται ότι ο Έπαρχος στη δική του έκθεση ημερ. 14/4/04 αναφέρει ότι ο αιτητής είναι πρόσωπο καλού χαρακτήρα, μιλά ελάχιστα την ελληνική γλώσσα και δείχνει να προσαρμόζεται με τα ήθη και έθιμα του τόπου. Ο Υπεύθυνος Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας στη δική του έκθεση ημερ. 26/1/04 δε σύστηνε την αίτηση επειδή, παρόλο που ο αιτητής φαίνεται να είναι πρόσωπο καλού χαρακτήρα εντούτοις μιλά ελάχιστα την ελληνική γλώσσα και δεν είχε προσαρμοστεί με τα ήθη και έθιμα του τόπου και ούτε έχει οποιαδήποτε γενεαλογικό δεσμό με την
Κύπρο. Με την άποψη του Υπεύθυνου Κλιμακίου Αλλοδαπών συμφώνησε και ο Αρχηγός Αστυνομίας και δε σύστησε την αίτηση του αιτητή. Ο Διοικητής της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών στο δικό του σημείωμα ανάφερε ότι δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε σε βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του κράτους. Αφού εξέτασε την αίτηση ο Υπουργός Εσωτερικών στις 11/3/06 απέρριψε αυτή αφού υιοθέτησε το σημείωμα της Διευθύντριας του Αρχείου Πληθυσμού ημερ. 13/2/06 επειδή θεώρησε ότι αυτός δεν ικανοποιεί την προϋπόθεση (γ) του Τρίτου Πίνακα του Νόμου 141(1)/02 σε σχέση με τον χαρακτήρα καθότι πρόκειται για άτομο που εξαπάτησε τις αρχές δηλαδή εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και κατάφερε να παραμείνει στη Δημοκρατία για ανθρωπιστικούς λόγους αφού δεν κατέστη δυνατή η απέλαση του. Ο αιτητής ενημερώθηκε με επιστολή ημερ. 21/3/06. Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής. ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ Ο αιτητής με τη γραπτή του αγόρευση προωθεί κάπου 13 λόγους ακύρωσης μεταξύ των οποίων ο ισχυρισμός ότι (α) η απόφαση των καθών η αίτηση είναι αναιτιολόγητη (β) λήφθηκε υπό πλάνη ως προς το νόμο και τα πραγματικά γεγονότα (γ) χωρίς τη δέουσα έρευνα και (δ) ότι η σύσταση της Διευθύντριας συγκρούεται με το περιεχόμενο των φακέλων. ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ Από πλευράς των καθών η αίτηση υποστηρίχθηκε η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Δόθηκε έμφαση στο γεγονός ότι ο αιτητής εισήλθε παράνομα στην Κύπρο.
Από τους διάφορους λόγους που προώθησε ο αιτητής το θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Σχετικά με το λόγο αυτό το θεωρώ ορθό να παραθέσω αυτούσια την επιστολή της 21/3/96 (την προσβαλλόμενη δηλαδή απόφαση) με την οποία ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι η αίτηση του απορρίφθηκε. Αυτή απευθύνεται στον αιτητή και έχει ως εξής: «I am directed to refer to your application for the acquisition of nationality of Cyprus by Naturalization and inform you that your application was examined carefully but it was not found possible to be approved. 2. The Republic of Cyprus practicing its sovereign rights decided that you do not possess the qualification under sub-paragraph of Section I of the Third Schedule provided for in Article 111 of the Civil Registry Laws of 2002-2003." Σε σχέση με το θέμα της αιτιολογίας των Διοικητικών πράξεων σχετική είναι η απόφαση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270 σελ. 273, όπου αναφέρονται τα εξής: «Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3 η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).
Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130). Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476). Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μη εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν» (βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).» Είναι γεγονός ότι υπάρχει νομολογία και συγγράμματα που υποστηρίζουν ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων της διοίκησης. Όμως αυτό τότε μόνο πρέπει να γίνεται «εφόσον ευθέως και αμέσως προκύπτει από το φάκελο χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων του φακέλου». Αυτά υποστηρίζονται, μεταξύ άλλων υποθέσεων και από την απόφαση του Καλλή Δ. στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 1223/03-1227/03 Χαράλαμπος Πετεινός κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 4/6/04 με αναφορά σε σχετικές αυθεντίες μεταξύ των οποίων και στην προαναφερθείσα υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας. Το θέμα διέπεται και από τα άρθρα 26-28 του προαναφερθέντος Ν. 158(1)/99. Στο άρθρο 28(2) διαλαμβάνεται ρητά ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε
περίπτωση, ούτε και η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση. Στη δική μας περίπτωση είναι φανερό ότι δεν παρέχεται καμιά αιτιολογία πέραν της απλής παραπομπής στην «Sub-paragraph C of Section I of the Third Schedule provided for in Article 111 of the Civil Registry Laws of 2002-2003». Σύμφωνα με την εν λόγω πρόνοια ο αιτητής πρέπει να είναι καλού χαρακτήρα. Εδώ, παρόλο ότι αρχικά ο αιτητής εισήλθε παράνομα στην Κύπρο, οι αρμόδιες αρχές έδωσαν επανειλημμένες φορές προσωρινή άδεια παραμονής ούτως ώστε συνέχισε να είναι νόμιμα στην Κύπρο. Κατά την εδώ παρουσία του, τουλάχιστον τρεις από τις αρμόδιες εμπλεκόμενες υπηρεσίες των οποίων ζητήθηκε η γνώμη (δηλαδή ο Επαρχος, ο Υπεύθυνος Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας και ο Διοικητής Υπηρεσίας Πληροφοριών) ανάφεραν ρητά οι μεν πρώτος και τρίτος ότι είναι καλού χαρακτήρα, ο δε δεύτερος ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε στοιχεία σε βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του κράτους. Όμως και οι υπόλοιποι μίλησαν για ανεπάρκεια γνώσης της ελληνικής γλώσσας και δεν είπαν ότι δεν είναι καλού χαρακτήρα. Με αυτά τα δεδομένα κρίνω ότι η δοθείσα αιτιολογία δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής αιτιολογία με την έννοια της προαναφερθείσας νομολογίας και του άρθρου 28 του Ν. 158(1)/99. Αλλωστε η αιτιολογία που δόθηκε ήταν ενάντια των στοιχείων που είχαν μέχρι τότε στην κατοχή τους. Συμφωνώ με την ευπαίδευτο δικηγόρο για τους καθών η αίτηση ότι το θέμα αν θα εγκριθεί η αίτηση ενός προσώπου για πολιτογράφηση είναι στη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού. Όμως απαιτείται όπως ο Υπουργός συμμορφώνεται με τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου συμπεριλαμβανομένης και της αρχής της καλής πίστης (βλ. Ήρωα ν. Δημοκρατίας
(2005) 3 Α.Α.Δ. 307). Είχαν υποχρέωση οι καθών η αίτηση να ερευνήσουν περαιτέρω το θέμα αφού η απόφαση τους θα στηριζόταν στο γεγονός ότι ο αιτητής δεν είναι καλού χαρακτήρα. Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει λόγω έλλειψης της δέουσας έρευνας και λόγω ανεπαρκούς και/ή εσφαλμένης αιτιολογίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος. Οι καθών η αίτηση να καταβάλουν 300 έξοδα στον αιτητή. Μ. Φωτίου, Δ. /ΚΑς
This document was reproduced from http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=apofaseis/aad/meros_4/2010/4-201004- 1727-08abedmashy.htm (accessed 16 August 2013) ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ 27 Απριλίου, 2010 (Υπόθεση Αρ. 1727/2008) [ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής] ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ABED H. MASHY, ν. Αιτητής, ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΩΝ 1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, 2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Καθ ων η αίτηση. - - - - - - Χρ. Χριστούδιας, για τον Αιτητή. Κ. Σταυρινός, για τους Καθ ων η αίτηση. - - - - - - Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, 41 περίπου ετών, είναι υπήκοος του Ιράκ. Αφίχθηκε στην Κύπρο με πλοιάριο το 1996 και στη συνέχεια αποτάθηκε στα Ηνωμένα Έθνη για να αναγνωρισθεί ως πολιτικός πρόσφυγας. Έτσι, εκκρεμούσης της εξέτασης του αιτήματος του, παραχωρήθηκαν στον αιτητή άδειες προσωρινής παραμονής ως επισκέπτη μέχρι και τις 30.5.99. Η αίτηση του για πολιτικό άσυλο απορρίφθηκε δυο φορές από την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών. Ενώ ήταν στην Κύπρο γνωρίστηκε και τέλεσε πολιτικό γάμο στις 26.2.99 με την αλλοδαπή Aysha Al AlQuqa από την Παλαιστίνη, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. Έκτοτε του παραχωρείτο άδεια προσωρινής παραμονής για να είναι μαζί με τη σύζυγο του που κατόπιν γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα παρατάθηκε μέχρι και τις 30.11.00. Οταν στις 4.9.00 η σύζυγος του αναγνωρίστηκε ως πολιτικός πρόσφυγας, παραχωρήθηκε στον αιτητή περαιτέρω άδεια παραμονής μέχρι 15.3.04. Εν τω μεταξύ στις 6.10.03 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας αλλά δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα και έτσι υπέβαλε νέα αίτηση στις 18.11.05. Ο Υπουργός Εσωτερικών στις 11.3.06 απέρριψε την αίτηση, υιοθετώντας σχετικό σημείωμα της Διευθύντριας του Αρχείου Πληθυσμού ημερ. 13.2.06, επειδή θεώρησε ότι
ο αιτητής δεν ικανοποιούσε την προϋπόθεση (γ) του Τρίτου Πίνακα του Νόμου 141(1)/02 σε σχέση με το χαρακτήρα καθότι πρόκειται για άτομο που εξαπάτησε τις αρχές δηλαδή εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και κατάφερε να παραμείνει στη Δημοκρατία για ανθρωπιστικούς λόγους αφού δεν κατέστη δυνατή η απέλαση του. Η προσφυγή αρ. 917/2006 που καταχώρησε ο αιτητής εναντίον αυτής της απόφασης πέτυχε και εκδόθηκε ακυρωτική απόφαση στις 8.5.07 λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και /ή εσφαλμένης αιτιολογίας. Στις 20.7.08 η αίτηση του επανεξετάστηκε από τον καθ' ου η αίτηση1 και απορρίφθηκε και πάλι με την ακόλουθη αιτιολογία: «2. Η Κυπριακή Δημοκρατία ασκώντας τα κυριαρχικά της δικαιώματα και λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) εισήλθατε παράνομα στη Δημοκρατία έχοντας εγκαταλείψει την πρώτη χώρα Ασύλου σας, παραβιάζοντας με αυτό τον τρόπο τόσο τους Νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και τους Διεθνείς Νόμους που διέπουν το καθεστώς των Πολιτικών Προσφύγων β) καταδικαστήκατε σε ποινή φυλάκισης και γ) παραμείνατε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας αποφάσισε ότι δεν υφίσταται οποιοσδήποτε ουσιαστικός λόγος που να δικαιολογεί την Πολιτογράφησή σας ως Κύπριο πολίτη.» Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πιο πάνω απόφαση των καθ' ων η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε σ'
αυτόν με επιστολή της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 7.8.08 είναι άκυρη, αντισυνταγματική και παράνομη. Οι καθ' ων η αίτηση εγείρουν θέμα εκπροθέσμου της προσφυγής αφού η προσβαλλόμενη απόφαση φέρει ημερομηνία 7.8.08 ενώ η καταχώρηση της προσφυγής έγινε στις 11.11.08, μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 75 ημερών. Οι καθ' ων η αίτηση δεν απέσεισαν το βάρος απόδειξης του εκπροθέσμου, αποδεικνύοντας την ημερομηνία αποστολής, αφού η επιστολή δεν φαίνεται να στάληκε με ασφαλισμένο ταχυδρομείο. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι την παρέλαβε και έλαβε γνώση μόλις στις 1.9.08, διότι έλειπε σε θερινές διακοπές ενώ επίσης λόγω Αυγούστου καθυστέρησε η διαβίβαση της επιστολής μέσω του απλού ταχυδρομείου. Σε περίπτωση αμφιβολίας για το εμπρόθεσμο ή μη της προσφυγής, αυτή λύεται υπερ του διοικούμενου. (Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ, 248). Θεωρώ λοιπόν ότι η προσφυγή ασκήθηκε εμπρόθεσμα. Τέθηκε και δεύτερη προδικαστική ένσταση με την οποία οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο αιτητής επειδή δεν είναι καλού χαρακτήρα δηλαδή δεν πληροί απαραίτητο προσόν του άρθρου 111 του Ν.141(Ι)/02(Τρίτος Πίνακας), δεν έχει έννομο συμφέρον. Ο ισχυρισμός
τίθεται επιγενόμενα από τον δικηγόρο των καθ ων η αίτηση αφού δεν γίνεται επίκληση του χαρακτήρα του αιτητή στη δεύτερη αυτή απόφαση. Επίσης πουθενά στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης δεν υπεισέρχεται το συμπέρασμα για το χαρακτήρα του αιτητή ή οποιαδήποτε έλλειψη τυπικού προσόντος για πολιτογράφηση. Αντιθέτως στο Παράρτημα 18 της ένστασης (παρ.16) οι καθ' ων η αίτηση αναγνωρίζουν ότι ο αιτητής κατέχει όλα τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται από το Νόμο. Συνεπώς η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται. Ο Αιτήτης ισχυρίζεται ότι η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του δεδικασμένου. Η ακυρωτική απόφαση επέβαλλε στους καθ' ων η αίτηση κατά την επανεξέταση του αιτήματος του αιτητή να διεξάγουν περαιτέρω έρευνα και να παρέχουν επαρκέστερη αιτιολογία, αναφορικά κυρίως με την προϋπόθεση (γ) του Τρίτου Πίνακα του Νόμου, δηλ. την τεκμηρίωση του συμπεράσματος ως προς τον χαρακτήρα του αιτητή. Ζητήθηκε η άποψη της Διευθύντριας του Τμήματος Μετανάστευσης και Αλλοδαπών, η οποία συνόψισε τις θέσεις του Επάρχου Λευκωσίας, του Αρχηγού της Αστυνομίας και του Διοικητή της ΚΥΠ. Ήταν απόψεις που προϋπήρχαν βέβαια κατά την πρώτη εξέταση της αίτησης του. Ο
Έπαρχος στη δική του έκθεση ημερ. 14/4/04 αναφέρει ότι ο αιτητής είναι πρόσωπο καλού χαρακτήρα, μιλά ελάχιστα την ελληνική γλώσσα και δείχνει να προσαρμόζεται με τα ήθη και έθιμα του τόπου. Ο Υπεύθυνος Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας στη δική του έκθεση ημερ. 26/11/04 δε σύστηνε την αίτηση επειδή, παρόλο που ο αιτητής φαίνεται να είναι πρόσωπο καλού χαρακτήρα, εντούτοις μιλά ελάχιστα την ελληνική γλώσσα και δεν είχε προσαρμοστεί με τα ήθη και έθιμα του τόπου και ούτε έχει οποιαδήποτε γενεαλογικό δεσμό με την Κύπρο. Με την άποψη του Υπεύθυνου Κλιμακίου Αλλοδαπών συμφώνησε και ο Αρχηγός Αστυνομίας και δε σύστησε την αίτηση του αιτητή. Ο Διοικητής της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών στο δικό του σημείωμα ανάφερε ότι δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε σε βάρος του αιτητή από πλευράς ασφάλειας του κράτους. Με βάση το προαναφερθέν υλικό που υπήρχε βέβαια στο φάκελο, εκτιμήθηκε και κατά την επανεξέταση ο χαρακτήρας του αιτητή χωρίς περαιτέρω έρευνα. Ωστόσο οι καθ' ων η αίτηση δεν φαίνεται να εμμένουν στο συμπέρασμα τους που εξήγαγαν κατά την ακυρωθείσα απόφαση τους ότι ο αιτητής στερείται καλού χαρακτήρος. Ούτε αναφέρθηκαν στο χαρακτήρα του κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ώστε να προκύπτει θέμα παραβίασης δεδικασμένου.
Η εισήγηση του Τμήματος Μετανάστευσης επεκτείνεται και εστιάζει σε άλλα δεδομένα του αιτητή, τα οποία αφορούν στο παράνομο καθεστώς εισόδου και αρχικής παραμονής του στην Κύπρο, την παράνομη εγκατάλειψη του Λιβάνου ως πρώτης χώρας ασύλου, την κράτηση του στις κεντρικές φυλακές. Οι εν λόγω παράγοντες σε συνάρτηση με την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος (και όχι ο χαρακτήρας του) προτάσσονται ως η μοναδική αιτιολογία της άρνησης πολιτογράφησης του αιτητή αυτή τη φορά. Δεν συμφωνώ με τον αιτητή ότι με τους λόγους που επικαλούνται οι καθ' ων η αίτηση, παρέκλιναν από ό,τι τους επέβαλε το ακυρωτικό δεδικασμένο. Οι καθ' ων η αίτηση συμμορφώθηκαν με την ακυρωτική απόφαση, δεν επανέλαβαν την αιτιολογία της πρώτης άρνησης ως προς το χαρακτήρα του αιτητή αλλά τοποθέτησαν την απόφαση τους σε διαφορετική αιτιολογική βάση που βεβαίως υποστηριζόταν πλήρως από τα στοιχεία του φακέλου. Το ότι στηριζόταν σε γεγονότα που προϋπήρχαν του ουσιώδους χρόνου, εφόσον δεν εκτιμήθηκαν ως μείζων λόγος της ακυρωθείσας απόφασης, δεν συνεπάγεται ότι καλύπτονταν από το δεδικασμένο.
Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι ο παράνομος τρόπος εισόδου του στην Κύπρο, που εν πάση περίπτωση θεραπεύτηκε με την εκ των υστέρων πολυετή νόμιμη διαμονή του, είναι εξωγενές κριτήριο ως προς τις πρόνοιες του Νόμου. Θεωρεί ότι η απόφαση είναι πεπλανημένη και λήφθηκε καταχρηστικά. Ο Υπουργός Εσωτερικών έλαβε την απόφαση του στηριζόμενος στην εισήγηση της Διευθύντριας και τις απόψεις των εμπλεκομένων φορέων. Θεωρώ ότι η έρευνα που διεξήχθη αποκάλυπτε πλήρως τα περιστατικά της υπόθεσης του αιτητή και ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα ως προς την κατοχή των τυπικών προϋποθέσεων του Νόμου για πολιτογράφηση. Ωστόσο αυτό που εξετάζει ο Υπουργός Εσωτερικών κατά κύριο λόγο πέραν των προϋποθέσεων που θέτει ο Νόμος είναι και το δημόσιο συμφέρον και εκτιμά επίσης αν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της πολιτείας. (Βλ. «Δίκαιο Ιθαγένειας», Ζωή Παπασιώπη-Πασιά, σελ.132-133). Η παράνομη είσοδος του αιτητή και το ότι εξέτισε ποινή φυλάκισης γι' αυτό, δεν θα μπορούσε να συνδεθεί από μόνο του και ως ένα
απομακρυσμένο γεγονός με την εκτίμηση του δημοσίου συμφέροντος. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του αιτητή που κατά τη μακρόχρονη νόμιμη εκ των υστέρων διαμονής του δημιούργησε οικογένεια στην Κύπρο, εργάζεται αδιάλειπτα και πληρούσε τον όρο του καλού χαρακτήρα, το γεγονός της παράνομης εισόδου του στη Δημοκρατία χωρίς περαιτέρω αιτιολογία δεν θα μπορούσε εύλογα να συνδεθεί με το δημόσιο συμφέρον. Εξάλλου όπου ο νομοθέτης θέλησε να θεσπίσει το γεγονός της παράνομης εισόδου ως αρνητικό παράγοντα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Υπουργού, το έκανε ρητά όπως στην περίπτωση της δεύτερης επιφύλαξης του άρθρου 110 παρ.(2) [1] που αφορά αιτήσεις πολιτογράφησης συζύγων πολιτών της Δημοκρατίας. Για τους πιο πάνω λόγους η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει ως ληφθείσα υπό καθεστώς πλάνης και χωρίς την δέουσα αιτιολογία. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται 1000 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή. Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ. ΣΦ.
[1] Μάλιστα στην Υπόθεση αρ. 261/06 Yousife Mohammad v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 19/3/07 αποφασίστηκε ότι «η δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 110 φαίνεται αρκετά ευρεία ώστε να καλύπτει περιπτώσεις παράνομης παραμονής στο παρελθόν, έστω και αν ο αλλοδαπός έχει νόμιμη παραμονή κατά το χρόνο της αίτησης του για πολιτογράφηση»