TIÔËÏÓ ÐÑÙÔÏÔÕÐÏÕ: TAXI Aðü ôéò Åêäüóåéò ATLAS, Στοκχόλµη 2007 TÉÔËÏÓ ÂÉÂËÉÏÕ: Taxi ÓÕÃÃÑÁÖÅÁÓ: Αλεξάνδρα Πασχαλίδου ÌÅÔÁÖÑÁÓÇ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Τζία Γιοβάνη ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Άννα Μαράντη ÓÕÍÈÅÓÇ ÅÎÙÖÕËËÏÕ: Χρυσούλα Μπουκουβάλα ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÇ ÓÅËÉÄÏÐÏÉÇÓÇ: Μερσίνα Λαδοπούλου EÊÔÕÐÙÓÇ: Άγγελος Ελεύθερος & ΣΙΑ Ο.Ε. BIΒΛΙΟ ΕΣΙΑ: Ηλιόπουλος Θ. Ροδόπουλος Π. Ο.Ε. Αλεξάνδρα Πασχαλίδου, 2007 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2008 Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2008, 4.000 αντίτυπα ÉSBN 978-960-453-445-6 Ôõðþèçêå óå áñôß åëåýèåñï çìéêþí ïõóéþí ëùñßïõ êáé öéëéêü ðñïò ôï ðåñéâüëëïí. To ðáñüí Ýñãï ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò ðñïóôáôåýåôáé êáôü ôéò äéáôüîåéò ôïõ Åëëçíéêïý Íüìïõ (Í. 2121/1993 üðùò Ý åé ôñïðïðïéçèåß êáé éó ýåé óþìåñá) êáé ôéò äéåèíåßò óõìâüóåéò ðåñß ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò. Áðáãïñåýåôáé áðïëýôùò ç Üíåõ ãñáðôþò Üäåéáò ôïõ åêäüôç êáôü ïðïéïäþðïôå ôñüðï Þ ìýóï áíôéãñáöþ, öùôïáíáôýðùóç êáé åí ãýíåé áíáðáñáãùãþ, åêìßóèùóç Þ äáíåéóìüò, ìåôüöñáóç, äéáóêåõþ, áíáìåôüäïóç óôï êïéíü óå ïðïéáäþðïôå ìïñöþ (çëåêôñïíéêþ, ìç áíéêþ Þ Üëëç) êáé ç åí ãýíåé åêìåôüëëåõóç ôïõ óõíüëïõ Þ ìýñïõò ôïõ Ýñãïõ. ÅÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. äñá: ÔáôïÀïõ 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 Ìåôáìüñöùóç 144 52 Metamorfossi, Greece Âéâëéïðùëåßï: Ìáõñïìé Üëç 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 ÁèÞíá 106 79 Áthens, Greece Ôçë.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr
ÌåôÜöñáóç: Τζία Γιοβάνη
Στη μαμά μου και τη Μελίνα μου
ΜΙΣΩ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ Δε συναντάς συχνά γυναίκα οδηγό ταξί. Οι γυναίκες συνιστούν τη μειοψηφία των ταξιτζήδων, με τάση φθίνουσα μάλιστα Οι δρόμοι συνεχίζουν να ανήκουν στους άνδρες. Η πόλη, οι δημόσιοι χώροι, όλα είναι ανδρικό μονοπώλιο. Το να γίνεσαι στόχος κατά την ώρα της εργασίας σου, καθώς και η μόνιμη έκθεση σε απειλές και βία έκαναν τις γυναίκες να μην επιλέγουν το επάγγελμα του οδηγού ταξί. Η Αθηνά βράζει. Το θερμόμετρο έχει σκαρφαλώσει στους 35 C. Η κοπέλα στο τιμόνι μοιάζει με αγόρι με φαρδύ, ξεβαμμένο τζιν, δύο ξεπλυμένα μακό φανελάκια το ένα πάνω στο άλλο, σχεδόν ξυρισμένα, μαύρα μαλλιά. Κάθομαι στο πίσω κάθισμα με το βλέμμα καρφωμένο αόριστα μακριά. Είμαι καταπονημένη και λυπημένη. Ύστερα από σύντομο διάστημα σιωπής, μου λέει: «Συγγνώμη, κυρία Πασχαλίδου. Τρώτε τα νύχια σας πολύ καιρό;»
TAXI 9 «Ναι, από τότε που ήμουν δε θυμάμαι πέντε χρόνων;» απαντώ, χωρίς να έχω συνειδητοποιήσει ότι με παρατηρούσε εδώ και ώρα. Αρχίζει να αφηγείται. Σιγά σιγά, οι δικές μου έγνοιες ξεθωριάζουν. Πριν από δεκατρείς µήνες κάθισα στο τιµόνι. Ανέκαθεν µου άρεσε να οδηγώ. Τώρα σχεδιάζω να πάρω δίπλωµα οδηγού για φορτηγά και λεωφορεία. Είναι αρκετά επικίνδυνη δουλειά βέβαια, ιδιαίτερα όταν είσαι γυναίκα. Έχω αποκτήσει προβλήµατα γυναικολογικής φύσης. Υπάρχουν φορές που, ενώ κατουριέµαι, δεν καταφέρνω να πάω τουαλέτα επί τρεις-τέσσερις ώρες. Πονάω πολύ. Έχω ήδη προβλήµατα µε τα νεφρά µου, δε γίνεται όµως να πεις στον πελάτη να σε περιµένει στο αυτοκίνητο ώσπου να ψάξεις να βρεις µια τουαλέτα. Οι άνδρες σταµατούν και ουρούν στους θάµνους ή σε καµιά διασταύρωση και µετά εντάξει. Ως γυναίκα είναι αδύνατο να το κάνεις. Μερικοί, µπαίνοντας στο ταξί, λένε έκπληκτοι: «Μπράβο, κοπέλα µου! Ξέρεις να οδηγείς!» Έχεις δει τις ταινίες του Λικ Μπεσόν που έχουν θέµα το ταξί; Εγώ τις λατρεύω επειδή αναγνωρίζω τον εαυτό µου. Μια φορά, ειλικρινά, έφτασα στο αεροδρόµιο από το κέντρο µέσα σε είκοσι λεπτά, παρά το γεγονός ότι η πόλη από άκρη σ άκρη ήταν αποκλεισµένη λόγω διαδηλώσεων.
10 ΑΛΕΞΑΝ ΡΑ ΠΑΣΧΑΛΙ ΟΥ Στην αρχή µίσθωνα το ταξί για ολόκληρο το εικοσιτετράωρο. Ήταν όµως ανυπόφορο. ούλευα δεκαεννέα ώρες για να µπορέσω να τα βγάλω πέρα οικονοµικά και κοιµόµουν τέσσερις ώρες µέσα στο αυτοκίνητο, σε κάποιο στενό, ή στο αεροδρόµιο^ εκεί είσαι ασφαλής. Τώρα µισθώνω το ταξί για δώδεκα ώρες και τις δουλεύω και τις δώδεκα. Το νοίκι µού κοστίζει τριάντα πέντε ευρώ τη µέρα, η βενζίνη µού στοιχίζει τριάντα και µου µένουν άλλα τριάντα πέντε ευρώ στην τσέπη, καθηµερινά. Οδηγώ µε βάρδιες. Από τις τρεις τα χαράµατα έως τις τρεις το µεσηµέρι ή από τις τρεις το µεσηµέρι µέχρι τις τρεις το πρωί. Σπανίως προλαβαίνω να φάω. Καπνίζω και ξεχνάω την πείνα µου. Γίνεται µεγάλη φασαρία µε το κυκλοφοριακό. Ακούω καθηµερινά ένα κάρο βλακείες. «Άι πνίξου» «Πού πας, µωρή άχρηστη;» «Νύχτα σού έδωσαν το δίπλωµα, µωρή κότα;» και άλλα τέτοια κοσµητικά. Συνηθίζεις βέβαια γρήγορα. Εµένα πια δε µε πιάνει τίποτα. Όταν οδηγείς δεκαπέντε ώρες τη µέρα, τα πάντα µεταβάλλονται σε καθηµερινότητα. Το ταξί είναι το σπίτι µου. Με το αγόρι µου ούτε που προλαβαίνω να συναντηθώ. Τουλάχιστον από τότε που πέθανε ο πατέρας µου, εδώ και µισό χρόνο. Το µοναδικό πράγµα που κληρονόµησα από τον πατέρα µου ήταν τα χρέη του. Στην κηδεία του εµφανίστηκαν οι παλιοί του συνεργάτες, στις µπίζνες. Αφού µου
TAXI 11 έδωσαν κατ αρχάς συλλυπητήρια, µου δήλωσαν ότι ο πατέρας µου είχε κάτι υποθέσεις που έπρεπε να επιλυθούν. Τι τους λέει κανείς; εν πρόλαβα καν να τον κλάψω και υποχρεώθηκα να δουλεύω για να ξοφλάω χρέη. Οι άνθρωποι σκέφτονται µόνο τα λεφτά. εν υπάρχει συ- µπόνια. Όλα ξόφλησαν. Γεννήθηκα το 1978. Ήµουν το αγαπηµένο εγγόνι του παππού µου κι ήταν ο µόνος που µε αγαπούσε πραγµατικά. Πέθανε όταν ήµουν δώδεκα χρόνων. Για τρεις γενιές, στο σόι µας δεν είχαν γεννηθεί κορίτσια. Γεννιόνταν µόνο αγόρια κι όταν η µητέρα µου έµεινε έγκυος, ο παππούς µου έβαλε στοίχηµα ότι επρόκειτο για κορίτσι. Και είχε δίκιο. Ή σχεδόν Ήµουν το πρώτο κορίτσι σε τέσσερις γενιές. Ο παππούς µου είχε ένα κουτούκι στον Κορυδαλλό. Μια υπόγεια τρώγλη γεµάτη καπνό, µε οχτώ κρασοβάρελα και βραστή γίδα. Πελάτες του ήταν ένα σωρό γνωστοί ηθοποιοί και τραγουδιστές. Ο θρύλος, ο Καζαντζίδης, σύχναζε εκεί πριν πεθάνει. Η µητέρα µου µε κακοποιούσε από τότε που ήµουν παιδί. Ο αδελφός µου είναι ο κανακάρης της. Όταν ήµουν δώδεκα, γεννήθηκε η µικρή µου αδελφή. Είναι ανάπηρη. Όταν ήταν πέντε χρόνων, ανακαλύψαµε ότι έπασχε από το Σύνδροµο Νούναν. Έχει να κάνει µε κάποιο ελάττωµα στην καρδιά. Σήµερα είναι δεκαέξι χρόνων και είναι νάνος. Τα δάχτυλά της είναι τόσο µικρούλια, σαν το µικρό µου δαχτυλάκι. Τα µάτια της είναι λοξά. Είναι
12 ΑΛΕΞΑΝ ΡΑ ΠΑΣΧΑΛΙ ΟΥ έξυπνη όµως Εγώ έγινα η µητέρα της. Την τάιζα, την άλλαζα και την έβγαζα έξω. Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι είµαστε µόνες µας στο σπίτι. Την αγαπάω. Η µητέρα µου, όταν τσακωνόµαστε, µε εκβιάζει και µε απειλεί ότι δεν πρόκειται να µ αφήσει να ξαναδώ την αδελφή µου. Υπήρξαν περίοδοι που εµείς, τα τρία αδέλφια, δεν είχαµε ούτε γάλα να πιούµε. Μέναµε στο Περιστέρι^ µια εργατική συνοικία. Ο πατέρας µου πουλούσε κουλουράκια και γλυκά. Είχε αγοράσει ένα φορτηγάκι, γύριζε και πουλούσε γλυκά. Τέσσερις µέρες την εβδοµάδα ήταν έξω, στην επαρχία. Τι να πουν κι οι ναυτικοί που λείπουν µήνες και µήνες; Ότι δεν αγαπούν τα παιδιά τους; Για τη µάνα µου δεν έχω να πω τίποτα θετικό. Οι άνδρες λένε ότι οι γυναίκες είναι σαν τα γραµµατόσηµα. Όσο περισσότερο τις φτύνεις, τόσο περισσότερο εκείνες κολλάνε. Αυτό δεν ισχύει µόνο για τις γυναίκες και τη συµπεριφορά τους προς τους άνδρες, αλλά γενικότερα. Όσο πιο πολύ µε έφτυνε η µητέρα µου, τόσο περισσότερο κολλούσα εγώ. Έχω γίνει είκοσι εννέα χρόνων κι ακόµη αναρωτιέµαι το γιατί. Γιατί τα ανέχτηκα αυτά; Γιατί µου φερόταν έτσι η µάνα µου; Θυµάµαι ένα Σάββατο Τα Σάββατα ήταν η µέρα γενικής καθαριότητας στο σπίτι. Είχα δουλέψει µέχρι τις τρεις εκείνο το πρωί. Ούτε έξι δε θα ταν η ώρα, όταν µπήκε η µάνα µου πρωί πρωί στο δωµάτιο κι άρχισε
TAXI 13 να τσιρίζει ότι πρέπει να σηκωθώ για να σφουγγαρίσω. Ήµουν τότε δεκαέξι χρόνων και εργαζόµουν σε µια αλυσίδα για πρόχειρο φαγητό. Πέθαινα στην ορθοστασία, ψήνοντας σουβλάκια όλη τη µέρα και τη µισή νύχτα, κι ο ιδρώτας έσταζε από πάνω µου σαν νερό. Βροµούσα. Όταν γύριζα σπίτι, δε µ άφηνε να κάνω ένα ντους γιατί τσιγκουνευόταν το νερό. Το πρωινό εκείνου του Σαββάτου µε είχε ξαναπάρει ο ύπνος, από εξάντληση και µόνο. Με ξύπνησαν τα σκαµπίλια της στο πρόσωπό µου και οι γροθιές της στο κεφάλι µου. Χτυπούσε, χτυπούσε και τελειωµό δεν είχε. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που έφαγα ξύλο. Ύστερα απ αυτό έφυγα από το σπίτι.