Λ1ΕΘΝΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΑΤ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ D'ARCHEOLOGIE NUMISMATIQU DIRIGE ET PUBLIE PAR J. N. SVORONOS. Troisième et quatrième trimestre Β.



Σχετικά έγγραφα
Αρχαιολογικαί έρευναι εν Κρήτη

ΕΚ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΒΕΡΟΙΑΣ

Ψηφιδωτή εικών η «Επίσκεψις» εν τω Βυζαντινώ Μουσείω Αθηνών

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος

AKPOΛIΘOΣ MYKHNAΪKOΣ «KOYPOΣ» AΠO TH ΓPOTTA THΣ NAΞOY 1

ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ του υστέρου δεκάτου όγδοου αιώνος ή

Η σκηνή του «Μη μου άπτου», όπως εμφανίζεται σε βυζαντινά μνημεία και η μορφή που παίρνει στον 16ο αιώνα (πίν )

«ΕΞΕΛΙΞΙΣ Ἤ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ;»

ΟΙ ΕΒΡΑΪΚΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ ΤΩΝ ΒΡΟΧΘΩΝ, ROGOS ΚΑΙ ΟΜΦΑΛΟΥ

Στα χρόνια που ακολουθούν το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και

ΤΑ ΣΚΕΛΕΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ ΤΟΥ ΤΑΦΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ Α ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ 19ο ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ

Ο ΣΙΜΩΝ ΚΑΡΑΣ ΑΠΑΝΤΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΙΣΑΗΛ ΜΙΣΑΗΛΙ ΗΝ: ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΙΣ ΕΝΟΣ ΕΤΕΡΟΧΡΟΝΙΣΜΕΝΟΥ ΙΑΛΟΓΟΥ

Η ενότητα της Εκκλησίας. Από: Στ. Παπαδόπουλος, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τ. 2, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1999.

ΒΙΒΛΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΑΜΟΙΒΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ Α' : ΓΕΝΙΚΑ

ΜΓΖΗΘΡΑ-ΜΓΖΗΘΡΑΣ - ΜΓΣΤΡΑΣ.

ΠΡΩΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΣΤΑΟΜΟ στην ιστορία του νεοελληνικού

ΒΑΣ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΗΣ 15/17 ΜΑΪΟΥ 1956 (Φ.Ε.Κ. Α 123) Περί κανονισμού Θεάτρων - Κινηματογράφων κ.λπ.

ΑΡΘΡΟΝ-4 ΙΣΧΥΣ ΟΡΙΣΜΩΝ

Βίος και πολιτισμός στην Λαυρεωτική κατά τους προϊστορικούς χρόνους

Θουκυδίδης. Οι Αθηναίοι εκστρατεύουν κατά της Μήλου, την οποίαν και καταλαμβάνουν μτφ. Ελευθερίου Βενιζέλου.

Συμβολή στην οικοδομική ιστορία του καθολικού της Νέας Μονής Χίου. Νεότερα στοιχεία

Ιστορικά γνωρίσματα και λογικά προαπαιτούμενα του δικαστικού ελεγχου της συνταγματικότητας των νόμων στην Ελλάδα*

ΑΡΘΡΟΝ-1 ΙΣΧΥΣ ΟΡΙΣΜΩΝ

ΜΕΡΟΣ Α ΑΜΟΙΒΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Π.Δ. ΥΠ' ΑΡΙΘ. 696 ΤΗΣ (ΦΕΚ 301 Α ) (ΑΡΘΡΑ 1-55)

ΔΥΟ ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΙ ΤΑΦΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΔΥΟ ΝΕΟ - ΑΤΤΙΚΑ ΗΜΙΕΡΓΑ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ*

Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) - Κύριαι Διαφοραί. (Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, Ηγούμενος Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους) alopsis

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΘΕΣΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ ΣΤΟ «ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΘΕΑΤΡΟΝ» ( )

Μέρος Στ. (500) Ευεργέτες Σιάτιστας

Transcript:

Λ1ΕΘΝΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΑΤ. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ JOURNAL INTERNATIONAL D'ARCHEOLOGIE NUMISMATIQU DIRIGE ET PUBLIE PAR J. N. SVORONOS Directeur du Musée National Numismatique TOME QUATORZIÈME Troisième et quatrième trimestre 1912 C E Χ Τ R I Τ Β. Σ Τ A Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΕΙΔΩΛΙΟΝ ΕΞ ΕΛΕΦΑΝΤΟΔΟΝΤΟ! ν Α Τ Η Ε Ν E S C Η Ε Ζ L'ÉDITEUR M R J. Ν. SVORONOS Rue G. Gennadios 3 a ET CHEZ Μ Μ. ELEFTHEROUDAKIS & BARTH Libraires. 1912

ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΕΙΔΩΛΙΟΝ ΕΞ ΕΛΕΦΑΝΤΟΔΟΝΤΟΣ (Πίναξ ΙΒ) Tò εν τω Πίν. ΙΒ', εικ. 1 ε'ικονιζόμενον μικρόν γυναικείον ειδώλιον έξ έλεφαντόδοντος, ευρέθη προ ετών εν Μυκήναις υπό τοΰ κ. Χ. Τσοΰντα καί απόκειται νυν εν τη μυκηναία συλλογή τοΰ Έθνικοΰ Άρχαιολ. Μουσείου υπ' αρ. 5897. Το ειδώλιον ευρέθη, δυστυχώς, άκέφαλον και ανευ χειρών, είναι δμως υπό πολλας επόψεις άξιον πολλοΰ λόγου. "Εχει ΰψος 0.08 μ. και πλάτος 0.07, αποτελείται δ" έξ ενός τεμαχίου όστοϋ, λελειασμένου κατά την όπισθίαν αΰτοΰ όψιν, δπως έπικολληθή επί δστεΐνης σανίδος και άποτελέση οΰτω μέρος άναγλΰπτου παραστάσεως. Είναι γνωστόν, δτι τα έξ έλεφαντόδοντος άνάγλυπτα μικροτεχνήματα, κατά την μυκηναίαν χρονικήν περίοδον, διαιρούνται εις δύο κατηγορίας ώς προς τήν τεχνική ν αυτών κατεργασίαν. Και συνηθέστερον μεν τα έξ έλέφαντος ανάγλυφα εινε πρόστυπα (flachrelief), αποτελούντα έν σώμα προς τα δι'αυτών κεκοσμημένα αντικείμενα, ώς λ. χ. κτένας, πυξίδας, λαβάς κατόπτρων καί τα τοιαύτα. Σπανιώτερον δμως, και εις τήν κατηγορίαν ταΰτην ανάγεται το παρ' ημών δημοσιευόμενον νΰν ειδώλιον, αϊ άνάγλυπτοι παραστάσεις έπί αντικειμένου τινός άπετελοΰντο έξ αυτοτελών μορφών έπικεκολλημένων ή καθηλωμένων έπί σανίδος έξ όστοϋ. 1 Έν τοιαύτη δέ περιπτώσει ή άνάγλυπτος παράστασις έφαίνετο ώσεί έ'κτυπος (liochfelief). Τοιαύτας εκτΰπους μορφάς (ειδώλια γυναικών, προτομάς ανδρικός κτλ.), ώς καί αψυχα αντικείμενα (οίον κίονας, ασπίδας κτλ.), εχομεν έν τή μυκηναία συλλογή του ημετέρου "Eftv. 'Αρχ. Μουσείου ουχί ευάριθμους. Προέρχονται δέ πιθανώς πάντα ταοτα εκ μεγάλων λατρευτικών πινάκων, έφ' ών, ώς εν άναγλΰφοις, εικονίζοντο ολόκληροι θρησκευτικά! ή λατρευτικαί παραστάσεις, δμοιαι εκείνων ας βλέπομεν έπί της σφενδόνΐ]ς χρυσών δακτυλίων ή καί έπί δακτυλιολίθων έγγεγλυμμένας. Τήν είκασίαν ημών ταΰτην ένισχΰει ή όμοιότητος, θα έλέγομεν άκριβέστερον ή ταντότης, τοΰ παρ' ημών δημοσιευομένου νΰν ειδωλίου, προς τήν καθημένην θεαν της σφενδόνί)ς τοΰ εκ Μυκηνών γνωστοτάτου χρυσοΰ δακτύλιοι', τοΰ υπό Σχλίεμαν (Mycènes fig. 530) τό πρώτον δημοσιειη^έντος (ΙΙίν. ΙΒ, 3). Είναι τοσαΰτη τών δυο μορφών ή όμοιότης, ώστε είναι αδύνατον να είναι αυτη τυχαία. 1 Έπί της όπισθίας δψεως τών αντικειμένων τούτων, της λείας καί ομαλής, παρατηρούνται συνήθως όπαί προς ενοεσιν ήλων, δι' ών προφανώς συνεκρατεΐτο τό άντικείμενον έπί της όστεΐνης σανίδος τής χρησιμευούσης ώς έδαφος τοΰ άναγλύφου. Τοιαύτας όπάς φέρουσιν αί έκ Μυκηνών καί Σπάτα προτομαί άνδρών (πβλ. Sta'is, Coli. Myceni, Ν 2468-70 σελ. 79 καί 2055 σελ. 140), αί κατωτέρω δημοσιευόμεναι κεφαλαί ζώων (Πίν. ΙΒ', 4) καί άλλα τής συλλογής ήμών αντικείμενα. Ό κ. Κ. Muller έπ' έσχατων παρετήρησεν έπί τής οπίσθιας επιφανείας τινών τών οΰτω προσαρμοζομένων έπί σανίδος αντικειμένων καί σημεία τινά εγχάρακτα χρησιμεΰσαντα, πιθανώς, πρός σήμανσιν τής θέσεοις, ην ή μορφή κατελάμβανεν έπί τής σανίδος.

182 Β. ΣΤΑ Η Το ειδώλιον ημών κάοηται επί βράχου, σαφέστατα δεδηλοομένοί', δπως και επί της σφενδόνης τοΰ χρυσοΰ δακτυλίου, έχει δε το μεν κάτω τοΰ οώματος, από της όσφυος, εστραμμένον πλαγίως, εν φ το άνω μέρος αύτοΰ εΐνε κατά μέτωπον εστραμμένον. Ή διάοεσις αΰτη τοΰ σώματος, ή ουχί εντελώς κατά φι; σι ν εχοι»σα> αλλ" ήτις παρατηρείται καΐ επί της σφενδόνης τοΰ δακτυλίου, προήλθε πάντως αφ' ενός μεν εκ τής δυσχερείας ην ίγ άπήντα ό τεχνίτης εις την εξοικονόμηση' των χειρών κατά την εν καταγραφή άπεικόνισιν ολοκλήρου τής μορφής, εξ άλλου δέ ώς έκ τής προσπαϋείας αύτοΰ δπως επίδειξη άπαν το κάλλος τοΰ νεανικοΰ στήθους τής θεάς. Αί λεπτομέρειαι τής άμφιέσεως, όμοιας προς την τής καθημένης θεάς τοΰ δακτυλίου, είναι επί τοΰ ειδωλίοι», ώς έκ τοΰ μεγέοοί'ς αΰτοΰ, έμφανέστεραι ή επί τής σφενδόνης τοΰ δακτυλίου. Οϋτω βλέπομεν δτι το κάτω τής έσθήτος, διατεταγμένον εις δίπλας (plissé), έχιυρίζετο τοΰ έπιστηθίου δια παρυφής, άποτελοίν οΰτως αυτοτελές ένδυμα των κάτω τοΰ σώματος, δπως ή φονοτα τής σημερινής γυναικείας ενδυμασίας. Ή μόνη διαφορά εν τή άμφιέσει ταΰτη είνε δτι επί τοΰ δακτυλίου ή έσοής αΰτη φαίνεται έχουσα την φολιδωτήν διακόσμησιν, ην και αί γυναίκες τών εσχάτως έν Τίρυνθι άνακαλυφθεισών τοιχογραφιών, έν φ ή τοΰ ειδωλίου ημών εινε αΰτη απλή. Πιθανόν δμως εινε, δτι έδηλοΰντο αί φολίδες και επί τοΰ ειδωλίου δια χρώματος εξαλειφθέντος. Τό έπιστήθιον, στενώς προσηρμοσμένον, έν ει'δει corset, κοσμείται δια παρυφής, πλαισιοΰσης το γυμνόν στήθος και έξικνουμένης μέχρι και τών βραχιόνων. ΙΙερΙ τον λαιμόν φέρει τό ειδώλιον, το και επί της θεάς τοΰ δακτυλίου όρατόν περιδέραιον, άποτελουμενον έκ πετάλων ροδακοειδών εξηρτημένων από άλΰσεως. Αί χείρες τοΰ ειδωλίου έλλείπουσιν, αλλ' ως έκ τής όμοιότητος αΰτοΰ προς την επί τοΰ χρυσοΰ δακτυλίου εικονιζόμενη ν μορφήν, δύναται τις ευχερώς ν' άναπαραστήση ταύτας. Πάντως ή άριοτερά, καμπτομένη κατά τον αγκώνα εις όρθήν γωνίαν, ανεπαΰετο επί τής όσφΰος, ώς ή τής θεάς τοΰ δακτυλίου, ή δεξιά δέ ΰψοΰτο κρατοΰσα άνθη. Οΰιως συμπληροΐΐμένου τοΰ ειδωλίου» ώς προς την διάθεοιν τών χειρών, κατά το διασωθέν υπόδειγμα τοΰ χρυσοΰ δακτυλίου τών Μυκηνών, τίς δυνατόν ν' άμφιβάλη περί τής ταυτότητος τών δυο μορφών; ΙΊαραθέτοντες (έν Πίν. ΙΒ', εΐκ. 1-2) την έν μεγεθυνσει (1 προς 5) εικόνα τής επί τοΰ δακτυλίου θεάς και την τοΰ ειδωλίου ημών εις μέγεθος περίπου τό πραγματικόν, αι'ρομεν πάσαν τυχόν άμφιβολίαν περί τής ταυτότητος αυτών. "Εχομεν δέ τοιουτοτρόπως ενταΰθα δυο διάφορα την ΰλην μνημεία τής μυκηναίας τέχνης, είκονίζοντα μίαν και την αυτήν μορφήν. Και ώς εϊπομεν ήδη ή σχέσις αυτών καί ή όμοιότης βεβαίως δέν εΐνε τυχαία. Πάντως ό έ'τερος τών τεχνιτών ειχεν ώς υπόδειγμα τό έργον τοΰ άλλου, εκτός εάν ύποτεοή δτι αμφότεροι οί λεπτουργοι τών δυο τούτων μικροτεχνημάτων έπεμιμοΰντο κοινόν τι πρότυπον τής γλυπτικής ή πιθανώτερον τής γραφικής. "Αλλ' ώς έν τοις έ'πειτα θέλομεν αποδείξει, τα μεν πρώτα τών μνημείων τούτων αποκλείονται, τά δέ τής γραφικής τοιαΰτα δυσκόλως ήδιη-αντο να χρησιμεΰσωσιν ώς πρότυπα, τουλάχιστον διά τους χρυσοχόους και γλΰπτας δακτυλιολί\)ων. Έξεταστέον λοιπόν πότερον τών δυο τούτων μικροτεχνημάτων έχρησίμευσεν ώς

ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΕΙΔΩΛΙΟΝ ΕΞ ΕΛΕΦΑΝΤΟΔΟΝΤΟΥ 183 πρότυπον τοΰ έτερου. 'Αλλ' είναι τόσω φανερόν και τόσον ή αλήθεια προσπίπτει εις την κοινήν άντίληψιν, ώστε δεν χρήζει οΰτε τοΰ κόπου της αποδείξεως δτι τό μείζον τάς διαστάσεις και τό τελειότερον την έκτέλεσιν, έχρησίμευσεν ώς πρότυπον εις τό άτκλέστερον καί τό έλασσον κατά τό μέγεθος. Έξ άλλον δε ή επι της οφενδόνης τοΰ χρυσοΰ δακτυλίου εκ Μυκηνών πολυσύνθετος παράστασις τόσον προδήλως μαρτυρεί το δάνειον αυτής και κυρίως την έξ άναγλύπτου μείζονος τίνος παραστάσεως έξάριησιν αυτής, ώστε και άλλοι μεν των ερμηνευτών, αλλ" ιδία ό Milani εΐκασεν δτι αΰτη ελήφθη εκ προτΰπου τινός γεγλυμμένου επί βράχου «ad un prototypo rupestre cioè à scolture eseguite direttamente sulla roccia, come quelle Hetee di Jesili-Kaia» κτλ.' Άλλα τοιαύτα μνημεία, ώς γνωστόν, δεν ύπήρχον τότε έν Ελλάδι, οΰτε δε και τά διασωθέντα τών χρόνων έκείνοηγλυπτά επί λίθοι» μνημεία, οίον αΐ, νεκρικαΐ στήλαι εκ Μυκηνών, έπιτρέποναι τοιαΰτην τινά εϊκασίαν. "Οτι διιως οί, ώς προς την έκτέλεσιν, δεξιοί τεχνίται τών χρυσών δακτυλίων και δακτυλιολίθων τών Μυκηνών δεν έδημιουργουν αυτοσχεδίους παραστάσεις, αλλ' έμιμοΰντο ή άπεικόνιζον πρότυπα έξ άλλης ΰλης καί άλλοι 1 )εν πιθανώς προερχόμενα, δυνατόν, νομίζομεν, να θεωρηθή ώς βέβαιον. Ή μεταλλοτεχνία και εν γένει ή χάραξις ή ή γλυφή επί μετάλλων και πολυτίμων λίθων ήσκεΐτο εν Μυκήναις και δή και εξήχθη αληθώς εις βαθμόν σχετικής τίνος τελειότη τος, μαρτΰριον δε τοΰτου άπτόν εινε, έκτος τής πληθυος τών ευρεθέντων έκτΰπων ή έγχαράκτων χρυσών αντικειμένων, και αΐ άνακαλυφθεισαι, εκεί μήτραι προς έκτΰπωσιν χρυσών μυκηναϊκών κοσμημάτων, έπίσης δε και ή ανακάλυψης υπό του κ. Τσοΰντα ολοκλήρου σχεδόν εργαστηρίου χαράκτου τινός δακτυλιολίθων, ότι δμως οι χαράκται και χρυσοχόοι τών Μυκηνών ειχον προαχθή εν τή τέχνη ε'ις βαθμόν ώστε και να αύτοσχεδιάζωσι πολυσυνθέτους παραστάσεις ώς ή έπι τοΰ χρτ>σοΰ δακτυλίου ημών, ουδείς ποτε διενοήθη να ϊσχυρισθή. Αΐ Μυκήναι ύπήρξάν ποτε βεβαίως μέγα κέντρον βιομηχανικόν, ήσκεΐτο δ" έκεί προ παντός ή μεταλλοτεχνία καί ιδία ή έπεξεργασία τοΰ χρυσοΰ και τών πολυτίμων λίθων. Το πλήθος τών ευρεθέντων εν τοις τάφοις τών Μυκηνών χρυσών κοσμημάτων και ή όμοιοειδής αυτών έπεξεργασία μαρτυροΰσι τήν έπίδοσιν τοΰ λαοΰ έκείνου εις την κατασκευήν κοσμημάτων και κομψοτεχνημάτων έκ μετάλλου και λίί)ου εΰγενοΰς. Ή οΰτω δέ προσκτηθεΐσα και έκ παλαιτάτου άποδοθεΐσα τή πόλει προσοονυμία «πολυχρυσος» δέον νά έρμηνευθή ώς οφειλομένη μάλλον εις τήν θάλλουσαν βιομηχανίαν αυτής και τα πολλά χρυσουργεία αυτής ή ε'ις τόν πλοΰτόν της έξ ανύπαρκτων ορυχείων χρυσοΰ ή έκ κατακτήσεων άμαρτυρήτων. Ή κατεργασία τών ευγενών μετάλλων και λίθων ειχε, φαίνεται, προαχοή έν Μυκήναις ε!ς βαθμόν υπερβαίνοντα πάσαν ημών άντίληψιν. Είναι δέ πιθανόν, δτι, οΰ μόνον τα έν Μυκήναις ευρεθέντα χρυσά, αργυρά και έκ πολυτίμων λίθων μικροτεχνήματα, άλλα και πλείστα τών εν άλλοις τόποις ευρεθέντων καί δή και τών έν Κρήτη πολλά, τήν προέλευσιν αυτών έκ Μυκηνών ελκουσιν. Είναι βεβαίως τολμηρά ή εικασία ημών αΰτη, άλλ' 1 Studi e Materiali, voi. I 1901, σ. 43.

184 Β. ΣΤΑ Η εάν λάβη τις ΰπ' δψιν, αφ" ενός μεν δτι εν Μυκήναις ευρέθησαν συστάδην κ«1 άφθονώτατα ταΰτα, εν φ άλλαχοΰ σποράδην καί δλιγοστά, εξ άλλου δέ δι ι καί τών έν Κρήτη και άλλοις τόποις ευρεθέντων χρυσών κοσμημάτων ή τεχνοτροπία προσομοιάζει της των μυκηναίων πάντοτε, ώς εικός, λογιζομένου τοΰ συγχρονισμοΰ ή τολμηρά ημών εικασία, δεν ί)ά φανή ι'σως παράδοξος. Άλλα καί εάν ή καθαρώς τεχνική έπίδοσις τών Μυκηναίων εις τήν έπεξεργασίαν τοΰ χρυσοΰ και των πολυτίμων λίθων άναγνωρισθή ώς αποκλειστική ή καί απλώς ώς προνομιακή, πάλιν ουδείς θά διανοη\)ή ν' αναγνώριση εις αυτοί)ς και τήν συνθετικήν δημιουργίαν τών επί μετάλλων καί πολυτίμων λίθων διασωθεισών παραστάσεων. Ό μυκηναίος χρυσοχόος χαράκτης ή ό γλυπτής δακτυλιολίθων ήτο ούτως ειπείν χειρώναξ, έκτελών μετά περισσής τέχνης καί ακριβείας τα πρότυπα, ών τήν άπεικόνισιν άνελάμβανεν είτε λόγω παραγγελίας είτε και έξ αΰτοβουλίας να χαράξη επί μετάλλου ή επί πολυτίμων λίθων. Ήσαν δέ συνήθως τα πρότυπα ταΰτα λατρευτικαι παραστάσεις (κατά προτίμησιν) άλλα και σκΐ ναί μάχης ή θήρας, ζώων μορφαί μεμονωμέναι ή έν συμπλέγματι, ά'γρα θηρών και τα τοιαύτα. Τίνα δέ τήν υλην ήδΰναντο να ώσι τα πρότυπα ταΰτα ύπεδείξαμεν ήδη έν τοις άνω, όρμηθέντες έκ της όμοιότητος τοΰ δημοσιευομένου ειδωλίοι» έξ έλεφαντόδοντος προς τήν καθημένην θεάν τοΰ εκ Μυκηνών δακτυλίου. "Ηδη δέ ας προσπαθήσωμεν, άναπτΰσσοντες και συμπληροΰντες τά υπέρ της υποθέσεως ημών επιχειρήματα, να καταδείξωμεν τό πιθανόν αυτής. Καί έν πρίότοις έξεταστέον εάν άλλου είδους μνημεία τέχνης ήδΰναντο να έχρησίμευσαν ώς πρότυπα είς τοι^ς μυκηναίους μικρολεπτουργοΰς τοΰτους. Λίθινα έ'ργα, ώς εΐκασεν ό κ. Milani, και ώς θα ήδΰνατο πάς τις έκ πρώτης σκέψεως να ύπολάβη, βεβαία)ς δέν ήσαν τά πρότυπα άπερ άπεμιμοΰντο οι τών Μυκηνών χρυσοχόοι και γλΰπται πολυτίμων λίθων, δια τον άπλοΰστατον λόγον δτι τοιαΰτα δέν ύπήρχον ώς απέδειξαν αρνητικώς αί έν Ελλάδι και Κρήτη άνασκαψαί. Τα γραπτά δέ μνημεία, ών πάμπολλα λείψανα εις φως ήγαγον αΐ τε έν Κρήτη και αι έν Ελλάδι έ'ρευναι, αΐ τοιχογραφίαι λ. χ. τών ανακτόρων Κνωσοΰ Φαιστοΰ, ΤίρυνΑος Μυκηνών κτλ. ελάχιστα, νομίζομεν, δτι ήδΰναντο νά έπιδράσωσιν εις την τέχνην των μικρολεπτουργών και δια το δυσπρόσιτον αυτών, άλλα κυρίως δια τό άνόμοιον της τέχνης. Οί χαράκται χρυσών κοσμημάτων καί ιδία οι τοιοΰτοι δακτυλίων ή δακτυλιολίθων θέλοντες ν" άπομιμιθώσι παράστασίν τινα γραπτήν, ώφειλον πρώτον νά έκμάθωσι τήν τέχνην της σμικρΰνσεως και συμπτΰξεα>ς τών είκονιζομένων επί τοιχογραφιών παραστάσεων, έπειτα δέ και τήν τέχνην τής άποδόσεως πλαοτικώς δ,τι ό ζωγράφος δια χρωμάτων και γραμμών έξεδήλου είκονικώς. Οι μικροτεχνΐται τών Μυκηνών έχρώντο πάντως προτύπων εΰώνων και εύχρήοτίον, ά'περ έκόμιζον έν τοις έργαστηρίοις αυτών προς άπομίμησιν ή άντιγραφήν. ε Ως τοιαΰτα δέ νομίζομεν, δτι ήδΰναντο νά έχρησίμευον μόνον τά έκ στεατίτου λίθου ύποδείγ[ΐατα και τά έξ έλεφαντόδοντος. Τό εΰπλαστον καί εΰεπεξέργαστον τών δυο τοΰτων πρώτων υλών έπέτρεπον εις τους λεπτουργοΰς τών μικροτεχνημάτων τοΰτων τήν άπομίμησιν τών έργων της μεγάλης τέχνης. Τοΰτους δέ πάλιν, τους εΰδοκίμως έν τω εΰχρήστα) ύλικώ έργαζομένους τεχνίτας και τά εΰωνα έργα αυτών, έχρησιμοποίουν

ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΕΙΔΩΛΙΟΝ ΕΞ ΕΛΕΦΑΝ'ΓΟΔΟΝΤΟΣ 185 ώς υποδείγματα οί τήν δΰσχρηστον ΰλην τον χρυσόν και τους πολυτίμους λίθους έπεξεργαζόμενοι μυκηναίοι χαράκται. Και ώς προς μεν τα έκ στεατίτου πρότυπα, θ' αρκεσθώ μεν εις τήν ύπόδειξιν τής όμοιότητος τής τεχνοτροπίας αυτών προς τήν τών χρυσών δακτυλίων καί τών έγχαράκτων λίθων, όμοιότητος αΐροΰσης πάντα δισταγμόν περί τής στενής αυτών σχέσεως. 'Αλλ' ώς προς τα έξ έλεφαντόδοντος τοιαύτα, πλήν τής προφανούς όμοιορρυθμίας πασών τών έκ τής ΰλης ταύτης διασωθεισών παραστάσεο)ν προς τάς έγχαράκτους έπί πολυτίμων λίθων και έπί χρυσών δακτί'λίων, εχομεν να έπιδείξωμεν ένίας τοΰταη- εντελώς όμοιας τήν τε παράσταση- καί τήν τεχνοτροπίαν. Διότι πλήν τοΰ δημοσιευομένου νΰν ειδωλίου τής καθημένης θεάς, τοΰ οποίου ή ταυτότης, προς τήν καθημένην τοΰ έκ Μυκηνών χρυσοΰ δακτυλίου δεν έπιδέχεται άμφισβήτησιν, υπάρχουσα- έν τή οικεία σΐ'λλογή τοΰ Μουσείου ημών καί αλλα έξ έλεφαντόδοντος αντικείμενα προδήλως μαρτυροΰντα τήν σχέσιν ταΰτην. Ύπάρχουσιν λ. χ. έξ έλέφαντος πινακίδια, προελεύσεως Μυκηνών, "Αργούς, Σπάτα κτλ. (ών τα άρτιώτερα άπεικονίζομεν ένταΰτ^α εικ. I καί 3), πινακίδια εικονίζοντα Σφίγγα, ών ή όμοιότης προς χρυσοΰν δακτΰλιον έκ Μυκηνών (εικ. 2-2 α ) δεν δύναται έπίσης ν' άμφισβητηθή. Έκ Μυκηνών ομοίως προέρχονται πάμπολλα έξ έλέφαντος άσπίδια (Πίν. ΙΒ,5), ών ομοιώματα φέρονται συχνά έπί λίθων καί δακτυλίων χρυσών. Κεφαλάς δέ ζώων, ώς τάς έκ Μυκηνών ΰπ' αρ. 3046 τής συλλογής τοΰ Μουσείου (Πίν. ΙΒ', 4), αΐτινες δι' ήλων προσηρμοσμέναι ήσαν πάντως έπί πινάκων λατρευτικών έξ έλεφαντόδοντος, εΰρίσκομεν συχνά είκονιζομένας έπί δακτυλίων καί δακτυλιολίί)ων. Έπί δέ τής σφενδόνης τοΰ υπό έξέτασιν μεγάλου χρυσοΰ δακτυλίου έκ Μυκηνών (Πίν. ΙΒ', 3) εικονίζονται εξ κεφαλαί ζώων, ομοιόμορφοι, έν κυκλική σειρά διατεταγμέναι, κοινώς δέ ώς λεοντοκεφαλαί χαρακτηριζόμενα!, αλλ' αΐ όποιαι δύνανται κάλλιστα ν' άποδοθώσιν εις δαμάλεις άκεράτους, ώς αι έξ έλέφαντος αΰται τών Μυκηνών, καί τάς οποίας πιθανώτατα ό χαράκτης τοΰ δακτυλίου άντέγραψεν έκ πίνακός τίνος λατρευτικοΰ έξ έλέφαντος, ομοίου προς εκείνον ε'ις δν ανήκον αϊ τοΰ Μουσείου ημών έκ Μυκηνών, αί έν ένί καί τω αΰτω τάφω εύρεθεϊσαι. Ύποθέτομεν δ' δτι έπί τοΰ πίνακος αΰτοΰ, οπως καί έπί τής σφενδόνης τοΰ δακτυλίου, ένθα εικονίζεται, ώς γνωστόν, ολόκληρος λατρευτική παράστασις, αι κεφαλαί αΰται τών ζώων ετέθησαν ώς σύμβολα θυσιών. Δια τοΰτο καί έμμένομεν εις τήν γνώμην δτι καί έπί τοΰ

186 Β. ΣΤΑ Η δακτυλίου εικονίζονται δαμάλεις και δχι λέοντες, τών όποίο)ν ή παράταξις, έν ποσότητι, δέν θα είχε νόημα προκειμένου περί λατρευτικής παραστάσεως. Διότι τα υπό τοΰ Milchoffer 1 και άλλων ερμηνευτών της παραστάσεως περί τοΰτου λεχθέντα, βεβαίως δέν δύνανται νά στηριχοώσιν. Πλην δέ τών ανωτέρω μνημονευθέντων αντικειμένων έξ έλεφαντόδοντος, ά'τινα νά σχετισθώσι δύνανται προς έγχαράκτους παραστάσεις δακτί'λίων και δακτυλιολίθων, ύπάρχουσιν έν τή μυκηναία συλλογή τοΰ Μουσείου ημών τεμάχιά τινα ημικιόνων έξ έλέφαντος (Πίν. ΙΒ',Ο) τά όποια προφανώς προέρχονται έκ παραστάσεονν λατρευτικών. Ήσαν δηλ. έπικεκολλημένα ταΰτα επί σανίδος δστεΐνης άποτελοΰντα μέρος παραστάσεχος άναγλΰπτου ή άκριβέστερον λατρευτικοΰ τίνος πίνακος, έν ω διά τών ήμικιονίων τοΰτων έξεικονίζετο βωμός, ώς επί τής λατρευτικής παραστάσεως τοΰ έκ Μ\>κηνών δακτυλίου άρ. 3182 (Milani έ. ά., Fig. 48). Διά τών παραδειγμάτων τοΰτων εις τά όποια θά ήδυνάμεοα νά συγκαταλέξα)- μεν καί άλλα ήττονος σημασίας, κατεδείχθη, νομίζομεν, τό πιθανόν τοΰ ίσχι-ρισμοΰ ημών δτι ώς πρότυπα ή υποδείγματα τών επί χρυσών δακτυλίίον καί δακτυλιολίθων λατρευτικών παραστάσεο>ν έχρησίμευσαν κυρίως τά έξ έλεφαντόδοντος ή καί έκ στεατίτου μικροτεχνήματα τά σχετικώς εΰωνα καί προσιτά εις τους μυκηλ'αίους χρυσοχόους καί γλΰπτας δακτυλιολίθων. Προβάλλεται δέ ήδη τό ζήτημα : τά έξ έλεφαντόδοντος ή έκ στεατίτου υποδείγματα ταΰτα κατεσκευάζοντο έν Μυκήναις ή άλλαχοΰ ; Καί ώς προς μεν τά έκ στεατίτου τοιαΰτα ουδείς βεβαίως θά διστάση νά δεχοή τήν έκ Κρήτης προέλευσιν αυτών, ού μόνον ώς έκ τής έν τή νήσω εκείνη υπάρξεως έν αφθονία τής πρώτης ΰλης, αλλά καί ώς έκ τών ποικίλων καί πολλών ευρημάτων τοΰ είδους τοΰτου έν τή νήσω. Ώς προς τά έξ έλεφαντόδοντος δμως μικροτεχνήματα, ών πλείστα, άξιολογώτατα δέ, καί έν Ελλάδι ευρέί)ησαν, ή αποκλειστική έκ Κρήτης προέλευσις αυτών δέν δύναται νά θεωρηθή έξ ί'σου βεβαία. Τό πιθανώτερον εΐνε δτι τά κάλλιστα τοΰτο>ν καί δή τά λατρευτικάς παραστάσεις εικονίζοντα, τήν προέλευσιν αυτών ειχον έκ της μεγαλονήσου έκείνης, ήτις, ώς έκ τής έπικοινωνίας αυτής προς τήν Λϊγυπτον καί τήν Άσίαν, ήδΰνατο εύχερέστερον νά προμηοευη εις τους τεχνίτας αυτής τήν πρώτην ΰλην, ή αφθονία τής οποίας συνεπήγετο καί τήν τελειοποίησιν έν τή τέχνη. Δέν αποκλείεται δμως καί ή πιί)ανότης δτι καί έν τή λοιπή Ελλάδι καί κυρίως έν Μυκήναις, τω κέντρψ τότε τής έν Ελλάδι τεχνουργικής δράσεως, κατεσκευάζοντο, κατ' άπομίμησιν πάντως, μικροτεχνήματα έξ έλέφαντος δυνάμενα καί ώς πρότυπα νά έχρησίμευον εΐς τους χαράκτας δακτυλία>ν καί δακτυλιολίθων. 'Ιούνιος li) 12. Β. ΣΤΑΙΙΣ ' Anfange d. k. σ. 136 κέξ.

ΕΝ VENTE A LA DIRECTION DU JOURNAL INTERNATIONAL D'ARCHEOLOGIE NUMISMATIQUE ( Rue Gennadios 3 a ) ET CHEZ MM. ELEFTHÉROUDAKIS & BARTH, Libraires 1. J. N. Svoronos. Corpus des monnaies de l'empire des Ptolémées (Tù νομίσματα τοΰ Κράτους τών Πτολεμαίων), voi. I-IV avec 68 planelies phototypiques, Athènes 1904, 4. (Prix Thérianos de l'académie Royale de Sciences à Munich, prix Hallier de Hauteroclie de l'académie des Inscriptions et Belles-Lettres à Paris et prix V te B. de Jonge de la Société Royale de Numismatique de Belgique) Fr. 135 2. Du mème voi. IV (separement). Corpus der Miinzen der Ptolemaeer Fr. 35 3. J. N. Svoronos. Numismatique de la Créte ancienne, accompagnée de l'histoire, la géographie et la mythologie de l'ile. Première partie avec 35 planches phototypiques, Macon 1890 4. Prix Bordili de l'académie des Inscriptions et Belles-Lettres (France) et prix Zografos de l'association pour l'encouragement des Etudes Grecques en France Fr. 70 4. J. N. Svoronos. Das Atliener National Museum. Phototypisclie Wiedergabe seiner Schàtze mit erlauterndem Text. Deutsche Ausgabe, besorgt von D r W. Barth. Bd. I Heft 110 Fr. 75 - Bd. II Heft 11-20 Fr. 75 Bd. I-II Reliés Fr. 170 - Bd. Ili Heft 21-22 Fr. 18 5. Tà αυτά ελληνιστί, αντί τής αυτής τιμής. 6. Journal International d'arch. Numismatique voi. I XIII. Fr. 250 Cette Revue parait quatre fois par an et forme un volume annuel d'au moins 20 feuilles typographiques, accompagné de nombreuses planches et vignettes. Elle ne s'occupe que de la Numismatique ancienne (Grecque, Romaine et Byzantine), dans tous ses rapports. L'abonnement est de 25 francs (or) ou 25 draelimes par an. Aux nouveaux abonnés on fait un rabais considérable pour l'aquisition de la sèrie complète. Pour tout ce qui a rapport à la Revue s'adresser à M. J. N. Svoronos, Directeur du Musée National Numismatique à Athènes (Rue Gennadios 3 a ). BUCHDRUCKEREI "HESTIA,, MEISSNER & KARGADURIS, ATHEN. 9131