ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
PE-CONS 64/1/16 REV 1 EL

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 19 Νοεμβρίου 2010 (OR. en) 2010/0192 (COD) PE-CONS 55/10 VISA 238 ASIE 63 COMIX 662 CODEC 1045

A8-0274/1. Τροπολογία 1 Claude Moraes εξ ονόματος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου cor01 ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της [ ]

JAI.1 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 4 Απριλίου 2019 (OR. en) 2018/0390 (COD) PE-CONS 71/19 VISA 49 COMIX 136 PREP-BXT 77 CODEC 572

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

DGD 1 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 15 Φεβρουαρίου 2017 (OR. en) 2016/0142 (COD) PE-CONS 58/16 VISA 399 COMIX 821 CODEC 1872

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0235/16. Τροπολογία 16 Claude Moraes εξ ονόματος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

EΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

PE-CONS 54/1/15 REV 1 EL

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 28 Απριλίου 2015 (OR. en)

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την εισαγωγή στην Ένωση γεωργικών προϊόντων καταγωγής Τουρκίας (κωδικοποίηση)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

1. Η Επιτροπή υπέβαλε την ανωτέρω πρόταση κανονισμού στις 29 Νοεμβρίου 2016.

EΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2016 (OR. en)

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

DGD 1A EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 7 Ιουνίου 2017 (OR. en) 2015/0134 (COD) PE-CONS 20/17 VISA 154 COMIX 316 CODEC 719

Πρόταση κανονισμού (COM(2019)0065 C8-0040/ /0030(COD)) ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017 (OR. en)

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

PE-CONS 30/1/16 REV 1 EL

LIFE.2.A EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2019/0009 (COD) PE-CONS 35/19 PECHE 63 PREP-BXT 50 CODEC 380

6715/16 IKS,CH/ag,alf DGD 1

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2008 (20.05) (OR. en) 9192/08 ιοργανικός φάκελος: 2008/0096 (CNB) UEM 110 ECOFIN 166

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 18 Οκτωβρίου 1996) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0434/79. Τροπολογία

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Απριλίου 2016 (OR. en)

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της. Πρότασης απόφασης του Συμβουλίου

Σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενόψει των εκλογών του 2014

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 4 Σεπτεμβρίου 2007 (05.09) (OR. fr) 12585/07 Διοργανικός φάκελος: 2007/0177 (CNS) AGRI 260 AGRISTR 12

η µάλλον ευρύτερη αναγνώριση του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει η θέσπιση διατάξεων για την ενισχυµένη συνεργασία στον τοµέα της ΚΕΠΠΑ.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

Transcript:

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 7.7.2004 COM(2004) 437 τελικό 2004/0141 (CNS) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001 όσον αφορά τον µηχανισµό αµοιβαιότητας (υποβληθείσα από την Επιτροπή) EL EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Ο κανονισµός (EΚ) αριθ. 539/2001 περιέχει στο άρθρο 1 παράγραφος 4 ένα µηχανισµό αµοιβαιότητας, ο οποίος εφαρµόζεται όταν µια τρίτη χώρα, που περιλαµβάνεται στον κατάλογο του παραρτήµατος II του κανονισµού (θετικός κατάλογος), καθιερώσει υποχρέωση θεώρησης για τους υπηκόους κράτους µέλους. Ο µηχανισµός προβλέπει, εφόσον το ζητήσει το κράτος µέλος «θύµα», µια κοινή αντίδραση απέναντι στην εν λόγω τρίτη χώρα που ακολουθεί διάφορα διαδοχικά στάδια (γνωστοποίηση από το κράτος µέλος τους υπηκόους του οποίου αφορά η υποχρέωση θεώρησης, προσωρινή καθιέρωση από τα κράτη µέλη της υποχρέωσης θεώρησης έναντι των υπηκόων της εν λόγω τρίτης χώρας, εκτός αν λάβει αντίθετη απόφαση το Συµβούλιο, δηµοσίευση στην Επίσηµη Εφηµερίδα της προσωρινής καθιέρωσης της υποχρέωσης θεώρησης, εξέταση από την Επιτροπή κάθε αίτησης του Συµβουλίου ή κράτους µέλους να µετατεθεί η τρίτη χώρα από το θετικό κατάλογο στον αρνητικό κατάλογο του κανονισµού). Ο µηχανισµός αυτός δεν περιλαµβανόταν στην αρχική πρόταση της Επιτροπής της 26.1.2000, αλλά προέκυψε κατά την πρόοδο των εργασιών στο Συµβούλιο. Η Επιτροπή, λαµβάνοντας υπόψη την επιθυµία των κρατών µελών να δοθεί µια πρακτική διάσταση στην αµοιβαιότητα, πρόσθεσε µια παράγραφο 4 στο άρθρο 1 της τροποποιηµένης πρότασης που υπέβαλε στις 21.9.2000. Τελικά, ο προταθείς µηχανισµός αµοιβαιότητας, που αποτελεί έκφραση και αποτύπωση των προτάσεων που διατύπωσαν τα κράτη µέλη στο Συµβούλιο, περιλήφθηκε στο σύνολό του σχεδόν στον κανονισµό (EΚ) αριθ. 539/2001 που εξέδωσε το Συµβούλιο. Τρία χρόνια µετά την έναρξη ισχύος του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001, ο µηχανισµός αµοιβαιότητας δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρµογή. Θα πρέπει να εξεταστούν οι λόγοι για τους οποίους συνέβη αυτό, µε βάση τις διαπιστώσεις που περιέχονται σε ένα έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά µε την αµοιβαιότητα στον τοµέα των θεωρήσεων 1, και να προταθούν σχετικές νοµοθετικές προσαρµογές. Μια πρώτη διαπίστωση που πρέπει να γίνει είναι η εξής: ενώ ορισµένες τρίτες χώρες που περιέχονται στον θετικό κατάλογο του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001 επιβάλλουν υποχρέωση θεώρησης σε υπηκόους κρατών µελών ή συνδεδεµένων κρατών (Ηνωµένες Πολιτείες/Ελλάδα Μπρουνέι/Αυστρία, Φινλανδία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισλανδία Βενεζουέλα/Φινλανδία Γουατεµάλα/Ισλανδία), τα εν λόγω κράτη δεν ενεργοποίησαν τον µηχανισµό αµοιβαιότητας. Μόνο τα κράτη αυτά όµως έχουν αρµοδιότητα να θέσουν σε εφαρµογή τον µηχανισµό και είναι απολύτως ελεύθερα να επιλέξουν αν θα το πράξουν. Η στάση αυτών των κρατών µελών οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στο γεγονός ότι ο µηχανισµός είναι υπερβολικά άκαµπτος. Το δεύτερο στάδιο (προσωρινή καθιέρωση από όλα τα κράτη µέλη της υποχρέωσης θεώρησης έναντι της εν λόγω τρίτης χώρας), λόγω του σχεδόν «αυτόµατου» χαρακτήρα του, αποτρέπει τα κράτη µέλη από το να προσφύγουν στον µηχανισµό, καθώς φοβούνται ότι θα συµβάλουν στην πρόκληση µείζονος κρίσης είτε στις εξωτερικές σχέσεις µε την εν λόγω τρίτη χώρα είτε σε εσωτερικό επίπεδο. Πράγµατι, το δεύτερο στάδιο του µηχανισµού δεν µπορεί να ακυρωθεί παρά µόνο µε απόφαση του Συµβουλίου που λαµβάνεται µε ειδική πλειοψηφία. Στο πλαίσιο του µηχανισµού αµοιβαιότητας, η λήψη µιας τέτοιας απόφασης εκλαµβάνεται υποχρεωτικά ως εκδήλωση άρνησης εκ µέρους των κρατών µελών να εκφράσουν έµπρακτα την αλληλεγγύη τους µε το ενδιαφερόµενο κράτος µέλος. 1 Έγγραφο JAI-B-1(2004)1372 της 18.2.2004 EL 2 EL

Το πρώτο αυτό συµπέρασµα σχετικά µε την ακαταλληλότητα του µηχανισµού αλληλεγγύης ενισχύεται, αν ληφθεί υπόψη και η διεύρυνση της Ένωσης. Μετά την 1.5.2004, τα νέα κράτη µέλη µπορούν να επικαλεσθούν το άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 539/2001, έναντι τρίτων χωρών που εξακολουθούν να απαιτούν θεώρηση από τους υπηκόους τους. Όλα τα νέα κράτη µέλη έχουν νοµικά τη δυνατότητα να προσφύγουν στον µηχανισµό αµοιβαιότητας έναντι αρκετών τρίτων χωρών. Οι ανεπάρκειες και οι κίνδυνοι του µηχανισµού αµοιβαιότητας που διαπιστώθηκαν από το 2001 αποκτούν έτσι ιδιαίτερη οξύτητα στο πλαίσιο της διεύρυνσης και καθιστούν ακόµη πιο επιτακτική την ανάγκη αναθεώρησης του εν λόγω µηχανισµού. Η εν λόγω αναθεώρηση δεν αποσκοπεί στην υποβάθµιση της αλληλεγγύης που χαρακτηρίζει την κοινή πολιτική στον τοµέα των θεωρήσεων, παρακάµπτοντας την αµοιβαιότητα που προβλέπει ο κανονισµός (EΚ) αριθ. 539/2001. Η αµοιβαιότητα παραµένει θεµελιώδης αρχή της πολιτικής των θεωρήσεων και ένα από τα (απαριθµούµενα στο 5 σηµείο της αιτιολογικής σκέψης του κανονισµού) κριτήρια που λαµβάνονται υπόψη κατά την κατάρτιση ή την τροποποίηση των καταλόγων µε τις τρίτες χώρες, που προσαρτώνται στον κανονισµό (EΚ) αριθ. 539/2001. Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί κατ ουσίαν στην καθιέρωση ενός λειτουργικού µηχανισµού πιο ευέλικτου, πιο ρεαλιστικού και συνεπώς µε δυνατότητες να χρησιµοποιείται πραγµατικά. Πράγµατι, παραγνωρίζοντας την πολιτική διάσταση της αµοιβαιότητας, ο σηµερινός µηχανισµός αποδείχθηκε υπερβολικά «µαξιµαλιστικός» και εµπεριέχει πάρα πολλούς πολιτικούς κινδύνους για να διαδραµατίσει ένα χρήσιµο ρόλο. Ευνοεί αδιακρίτως την επιβολή αντιποίνων παραβλέποντας τελείως τη διπλωµατική προσέγγιση του ζητήµατος, ενώ κανένα από τα κριτήρια που διέπουν την κατάρτιση του θετικού και του αρνητικού καταλόγου δεν έχει απόλυτη αξία η κατάρτιση αυτή γίνεται πράγµατι «µέσω σταθµισµένης κατά περίπτωση αξιολόγησης διαφόρων κριτηρίων που συνδέονται ιδίως µε την παράνοµη µετανάστευση, µε τη δηµόσια τάξη και την ασφάλεια, καθώς και µε τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης µε τις τρίτες χώρες, λαµβάνοντας επίσης υπόψη λόγους περιφερειακής συνοχής και αµοιβαιότητας». Ο προτεινόµενος µηχανισµός αποσκοπεί επίσης στη διόρθωση ενός βασικού ελαττώµατος του προηγούµενου συστήµατος, όπου η κίνηση της διαδικασίας γινόταν µόνο από το κράτος µέλος το οποίο αφορά η καθιέρωση της υποχρέωσης θεώρησης από τρίτη χώρα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι καταστάσεις µη ύπαρξης αµοιβαιότητας είναι κρίσιµες στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής των θεωρήσεων και ότι η συζήτηση των περιπτώσεων αυτών σε κοινοτικό επίπεδο προκειµένου να εξευρεθεί η κατάλληλη λύση δεν πρέπει να εξαρτάται από την καλή θέληση ενός µόνο κράτους µέλους. Η κοινή πολιτική θεωρήσεων πρέπει να διέπεται από την αρχή της αµοιβαιότητας, η οποία βασίζεται στην αλληλεγγύη µεταξύ όλων των κρατών µελών όσον αφορά τα µέτρα που λαµβάνονται έναντι ενός εξ αυτών. Για να εξασφαλισθεί αυτή η αλληλεγγύη και να προστατευθούν τα κοινοτικά συµφέροντα, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ένας µηχανισµός που θα παρέχει στην Επιτροπή ένα πραγµατικό και αποτελεσµατικό διαπραγµατευτικό µέσο, το οποίο πρέπει να εναρµονίζεται µε τη συνολική πολιτική των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης. Με βάση τις ανωτέρω εκτιµήσεις, η Επιτροπή προτείνει ένα µηχανισµό που θα εξασφαλίζει µε τον πλέον αποτελεσµατικό τρόπο την τήρηση της αρχής της αµοιβαιότητας, βασικό στοιχείο της κοινής πολιτικής των θεωρήσεων. Σχολιασµός των άρθρων : Άρθρο 1 : EL 3 EL

Παρατηρήσεις σχετικά µε την προτεινόµενη διατύπωση του άρθρου 1 παράγραφος 4 του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001 : Η χρήση του όρου «καθιερώνει» αποτελεί σαφή ένδειξη ότι πρόκειται για νέα κατάσταση που δηµιουργείται µε την απόφαση µιας τρίτης χώρας που περιλαµβάνεται στο παράρτηµα II να επιβάλει την υποχρέωση θεώρηση στους υπηκόους ενός ή περισσοτέρων κρατών µελών οι οποίοι, προηγουµένως, απαλλάσσονταν από την υποχρέωση αυτή. Για να καθίσταται σαφές ότι ο µηχανισµός πρέπει να εφαρµόζεται και στις καταστάσεις που προϋπήρχαν του νέου κανονισµού και εξακολουθούν να υπάρχουν κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος του, προβλέπεται µια νέα ειδική διάταξη στο άρθρο 2. - Στοιχείο α) : Η ενηµέρωση για µια περίπτωση µη αµοιβαιότητας γίνεται αυτόµατα και κατά τρόπο διαφανή. Το οικείο κράτος µέλος υποχρεούται στο εξής να γνωστοποιεί τις εν λόγω περιπτώσεις. - Στοιχείο β) : Πρέπει να καταργηθεί ο ισχύων µηχανισµός, µε τον οποίο δίνεται υπερβολική έµφαση στη διάσταση των αντιποίνων, που αποτελούν την «κανονική» αντίδραση, από την οποία µπορεί να παρεκκλίνει το Συµβούλιο. Για να µπορέσει να βρεθεί η πλέον ενδεδειγµένη λύση σε περιπτώσεις µη ύπαρξης αµοιβαιότητας, η Επιτροπή θα πρέπει να προβαίνει σε διαβήµατα προς την τρίτη χώρα προκειµένου να εφαρµόσει εκ νέου την απαλλαγή θεώρησης για τους κατοίκους του οικείου κράτους µέλους. Ο ρόλος αυτός της Επιτροπής συνάδει και µε την αποκλειστική κοινοτική αρµοδιότητα να ενεργεί προς τα έξω σε θέµατα υποχρεώσεων θεώρησης ή απαλλαγής απ αυτήν. Η Επιτροπή πρέπει να παρουσιάζει τα πορίσµατά της υπό µορφή εκθέσεως που θα υποβάλλει στο Συµβούλιο. Η υποβολή της έκθεσης αυτής πρέπει να γίνεται σύντοµα, ανάλογα µε τον επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης, προβλέποντας παράλληλα µια ρεαλιστική προθεσµία, ώστε να αξιολογηθούν οι συνθήκες και να αρχίσουν τα κατάλληλα διπλωµατικά διαβήµατα για την επαναφορά της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης. - Στοιχείο γ) : Η διατύπωση που προτείνεται διέπεται από την επιθυµία να ακολουθείται κατά το δυνατόν, στο πλαίσιο του µηχανισµού αµοιβαιότητας, η συνήθης διαδικασία λήψης των αποφάσεων του είδους αυτού. Έτσι, η Επιτροπή ταυτόχρονα µε την έκθεσή της προς το Συµβούλιο µπορεί να υποβάλει πρόταση επαναφοράς της υποχρέωσης θεώρησης έναντι της οικείας τρίτης χώρας. Η προσωρινή αυτή επαναφορά, η οποία πάντως πρέπει να καταργηθεί µόλις η τρίτη χώρα διακόψει την εφαρµογή του εν λόγω µέτρου, αποτελεί µία δυνατότητα επί της οποίας αποφαίνεται το Συµβούλιο µε ειδική πλειοψηφία. Ο ορισµός σύντοµης προθεσµίας εντός της οποίας πρέπει να αποφανθεί το Συµβούλιο αποσκοπεί στην εξασφάλιση της αποτελεσµατικότητας ενός µέτρου που επιτρέπει, κατά περίπτωση, µια ταχεία αντίδραση έναντι της εν λόγω τρίτης χώρας, έχοντας υπόψη ότι πρόκειται για µέτρο διασφάλισης µε προσωρινή χρονική εφαρµογή. - Στοιχείο δ) : EL 4 EL

Η δυνατότητα της Επιτροπής να προτείνει το προσωρινό µέτρο δεν πρέπει να εξαρτάται από την προηγούµενη υποβολή έκθεσης προς το Συµβούλιο. Είναι δυνατόν, λόγω ειδικών περιστάσεων, να καθίσταται αναγκαία η επείγουσα υποβολή αυτής της πρότασης προσωρινού µέτρου. Είναι προφανές ότι στην αιτιολογική έκθεση της πρότασής της, η Επιτροπή θα εξηγεί τις περιστάσεις που την οδήγησαν να προσφύγει στη διαδικασία αυτή χωρίς προηγούµενη υποβολή εκθέσεως. Ο επείγων χαρακτήρας του διαβήµατος της Επιτροπής καθιστά αναγκαία και τη λήψη απόφασης από το Συµβούλιο σε σύντοµη προθεσµία. - Στοιχείο ε) : Η επαναφορά της υποχρέωσης θεώρησης σύµφωνα µε τους όρους που προβλέπουν τα στοιχεία γ) και δ), παραµένει ειδικό και προσωρινό µέτρο σε σχέση µε τη µετάθεση της οικείας τρίτης χώρας από τον θετικό στον αρνητικό κατάλογο του κανονισµού 539/2001. Για να εξασφαλισθεί η αποτελεσµατικότητα της αντίδρασης απέναντι στην τρίτη χώρα που δηµιούργησε αυτή την κατάσταση µη ύπαρξης αµοιβαιότητας, πρέπει να διευκρινισθεί ότι το προσωρινό µέτρο δεν επηρεάζει τη δυνατότητα να προταθεί η εν λόγω µετάθεση. Πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι, αν δεν υπάρξει από την τρίτη χώρα αντίδραση στο προσωρινό µέτρο, η Επιτροπή θα υποβάλει, σε σύντοµο χρονικό διάστηµα, πρόταση µετάθεσης της τρίτης χώρας στο παράρτηµα Ι. - Στοιχείο στ) : Πρόκειται για τις διαδικασίες που εφαρµόζονται όταν η τρίτη χώρα αποφασίσει να καταργήσει την υποχρέωση θεώρησης, µε βάση τα όσα προβλέπονται στα στοιχεία ε) και στ) του ισχύοντος µηχανισµού. Ωστόσο, η λήξη της προσωρινής επαναφοράς της υποχρέωσης θεώρησης συµπίπτει ακριβώς µε την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της κατάργησης της υποχρέωσης θεώρησης από την τρίτη χώρα. Άρθρο 2 : Στόχος του άρθρου 2 είναι να ορίζεται σαφώς ότι ο µηχανισµός πρέπει να εφαρµόζεται και στις περιπτώσεις που διαπιστώνονται κατά την έναρξη ισχύος του κανονισµού, ο οποίος υποχρεώνει τα κράτη µέλη να γνωστοποιούν κάθε επιβολή θεώρησης από τρίτη χώρα, δηλαδή στις περιπτώσεις που διατηρείται κατά τον χρόνο αυτό η υποχρέωση θεώρησης έναντι των κατοίκων κράτους µέλους από µία ή περισσότερες τρίτες χώρες του παραρτήµατος II. Κατά το υπόδειγµα των όσων προβλέπονται για την καθιέρωση της υποχρέωσης θεώρησης, πρέπει να ορίζεται αυστηρή προθεσµία γνωστοποίησης από το οικείο κράτος µέλος. Οι διάφορες λεπτοµέρειες εφαρµογής του µηχανισµού ισχύουν για τη διατήρηση όπως και για την καθιέρωση της υποχρέωσης θεώρησης. Η περίπτωση της διατήρησης της υποχρέωσης θεώρησης δεν προβλέπεται στο άρθρο 1, επειδή πρόκειται για ειδική κατάσταση που θα παρουσιαστεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού. Πρόκειται για µεταβατικό µέτρο που εφαρµόζεται µόνο κατά τη µετάβαση από το ισχύον καθεστώς (όπου το οικείο κράτος µέλος επιλέγει να ενεργοποιήσει τον µηχανισµό της αµοιβαιότητας) προς το νέο σύστηµα (που υποχρεώνει κάθε κράτος µέλος να γνωστοποιεί την καθιέρωση υποχρέωσης θεώρησης από τρίτη χώρα). Θα πρέπει εποµένως να ενταχθεί το στοιχείο αυτό (η διατήρηση της υποχρέωσης θεώρησης) στο διατακτικό του κανονισµού αριθ. 539/2001, που περιορίζεται στη ρύθµιση των µελλοντικών καταστάσεων οι οποίες θα προκύπτουν κατά την καθιέρωση υποχρέωσης θεώρησης από τρίτες χώρες. EL 5 EL

2004/0141 (CNS) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001 όσον αφορά τον µηχανισµό αµοιβαιότητας ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη, τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 2 στοιχείο β) σηµείο i), την πρόταση της Επιτροπής 2, τη γνώµη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 3, Εκτιµώντας τα εξής: (1) Ο µηχανισµός που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001 του Συµβουλίου της 15ης Μαρτίου 2001 περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εσωτερικών συνόρων των κρατών µελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή, 4 αποδείχθηκε ακατάλληλος για την αντιµετώπιση περιπτώσεων µη ύπαρξης αµοιβαιότητας, όπου µια τρίτη χώρα που περιλαµβάνεται στο παράρτηµα II του εν λόγω κανονισµού, δηλαδή χώρα της οποίας οι υπήκοοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, διατηρεί ή καθιερώνει υποχρέωση θεώρησης έναντι των υπηκόων ενός ή περισσοτέρων κρατών µελών. Η αλληλεγγύη προς τα κράτη µέλη που αντιµετωπίζουν καταστάσεις µη ύπαρξης αµοιβαιότητας, απαιτεί να προσαρµοσθεί ο υπάρχων µηχανισµός για να εξασφαλισθεί η αποτελεσµατικότητά του. (2) Λόγω της σοβαρότητας των εν λόγω καταστάσεων µη ύπαρξης αµοιβαιότητας, αυτές θα πρέπει να γνωστοποιούνται υποχρεωτικά από το ενδιαφερόµενο κράτος µέλος ή τα ενδιαφερόµενα κράτη µέλη. Για να επιτευχθεί η εκ µέρους της οικείας τρίτης χώρας εκ νέου εφαρµογή της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης στους υπηκόους των ενδιαφεροµένων κρατών µελών, πρέπει να προβλεφθεί ένας µηχανισµός µέτρων σε διάφορα επίπεδα και ποικίλης έντασης, που µπορούν να τεθούν αµέσως σε εφαρµογή. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, η Επιτροπή να αρχίζει χωρίς καθυστέρηση διαβήµατα προς την τρίτη χώρα, να υποβάλει έκθεση στο Συµβούλιο και να έχει τη δυνατότητα να προτείνει ανά πάσα στιγµή στο Συµβούλιο να λάβει προσωρινή απόφαση για 2 3 4 ΕΕ C της, σ.. ΕΕ C της, σ.. ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1 EL 6 EL

επαναφορά της υποχρέωσης θεώρησης έναντι των υπηκόων της τρίτης χώρας. Η προσφυγή στη λήψη της εν λόγω προσωρινής απόφασης δεν πρέπει να αποκλείει τη δυνατότητα να µετατεθεί η τρίτη χώρα στο παράρτηµα Ι του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 539/2001. Πρέπει επίσης να προβλεφθεί µια χρονική σύνδεση µεταξύ της έναρξης ισχύος του προσωρινού µέτρου και της ενδεχόµενης πρότασης για µετάθεση της χώρας αυτής στο παράρτηµα Ι. (3) Η απόφαση τρίτης χώρας να καθιερώσει ή να επαναφέρει την απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης έναντι των υπηκόων ενός ή περισσοτέρων κρατών µελών θα πρέπει να οδηγεί αυτοµάτως σε κατάργηση της προσωρινής επαναφοράς της υποχρέωσης θεώρησης που έχει αποφασιστεί από το Συµβούλιο. (4) Ο κανονισµός (EΚ) αριθ. 539/2001 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. (5) Θα πρέπει να προβλεφθεί ένα µεταβατικό καθεστώς για την περίπτωση που, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισµού, ορισµένα κράτη µέλη υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης από τρίτες χώρες που περιλαµβάνονται στο παράρτηµα Il του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001. Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισµός αποτελεί εξέλιξη των διατάξεων του κεκτηµένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συµφωνίας µεταξύ του Συµβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ηµοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών µε την υλοποίηση, την εφαρµογή και την ανάπτυξη του κεκτηµένου του Σένγκεν, που εµπίπτουν στον τοµέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 σηµείο Α της απόφασης 1999/437/EΚ της 17 ης Μαΐου 1999 σχετικά µε ορισµένες λεπτοµέρειες εφαρµογής της εν λόγω συµφωνίας. (6) Το Ηνωµένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν δεσµεύονται από τον κανονισµό (EΚ) αριθ. 539/2001. Συνεπώς δεν συµµετέχουν στη θέσπιση του παρόντος κανονισµού και δεν δεσµεύονται από την εφαρµογή του ούτε υπόκεινται σ αυτήν. (7) Ο παρών κανονισµός αποτελεί πράξη που βασίζεται στο κεκτηµένο του Σένγκεν ή που αναφέρεται σ αυτό κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 της πράξης προσχώρησης, ΕΞΕ ΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Στο άρθρο 1 του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείµενο : «4. Εφόσον τρίτη χώρα, που περιλαµβάνεται στον κατάλογο του παραρτήµατος ΙΙ, καθιερώνει υποχρέωση θεώρησης έναντι των υπηκόων κράτους µέλους, εφαρµόζονται οι ακόλουθες διατάξεις: α) εντός δέκα ηµερών από την ανακοίνωση ή την εφαρµογή της εν λόγω καθιέρωσης θεώρησης από την τρίτη χώρα, το ενδιαφερόµενο κράτος µέλος την γνωστοποιεί γραπτώς στο Συµβούλιο και την Επιτροπή η γνωστοποίηση αυτή δηµοσιεύεται στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C EL 7 EL

β) η Επιτροπή αρχίζει αµέσως διαβήµατα προς τις αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας για την επαναφορά της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης και το αργότερο εντός έξι µηνών από τη δηµοσίευση της γνωστοποίησης, υποβάλλει σχετική έκθεση στο Συµβούλιο γ) µε βάση τα συµπεράσµατα της έκθεσής της, η Επιτροπή µπορεί να υποβάλει στο Συµβούλιο πρόταση λήψης προσωρινού µέτρου για την επαναφορά της υποχρέωσης θεώρησης έναντι των υπηκόων της εν λόγω τρίτης χώρας για περιορισµένο χρονικό διάστηµα. Το Συµβούλιο αποφαίνεται µε ειδική πλειοψηφία εντός τριών µηνών σχετικά µε την πρόταση αυτή. δ) Εάν το κρίνει δικαιολογηµένο, η Επιτροπή µπορεί, χωρίς προηγούµενη έκθεση, να υποβάλει την πρόταση που αναφέρεται στο στοιχείο γ). Στην πρόταση αυτή εφαρµόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο στοιχείο γ). ε) Η διαδικασία που προβλέπεται στα στοιχεία γ) και δ) δεν επηρεάζει τη δυνατότητα της Επιτροπής να υποβάλει πρόταση για τροποποίηση του παρόντος κανονισµού προκειµένου να µετατεθεί η οικεία τρίτη χώρα στο παράρτηµα Ι. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον αποφασισθεί η λήψη προσωρινού µέτρου, όπως προβλέπεται στα στοιχεία γ) και δ), η πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισµού υποβάλλεται από την Επιτροπή το αργότερο έξι µήνες µετά την έναρξη ισχύος του προσωρινού µέτρου. στ) εφόσον η τρίτη χώρα καταργήσει την υποχρέωση θεώρησης, το κράτος µέλος γνωστοποιεί την εν λόγω κατάργηση στην Επιτροπή. Η γνωστοποίηση αυτή δηµοσιεύεται στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C. Η ενδεχόµενη προσωρινή επαναφορά της υποχρέωσης θεώρησης που αποφασίζεται σύµφωνα µε το στοιχείο γ) λήγει αυτοµάτως από την ηµεροµηνία που αρχίζει να ισχύει η κατάργηση της υποχρέωσης θεώρησης από την τρίτη χώρα» Άρθρο 2 Τα κράτη µέλη των οποίων οι υπήκοοι, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισµού, υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης από τρίτη χώρα που περιλαµβάνεται στο παράρτηµα ΙΙ του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001, προβαίνουν σε σχετική γραπτή γνωστοποίηση προς την Επιτροπή εντός δέκα ηµερών από την εν λόγω έναρξη ισχύος. Η γνωστοποίηση δηµοσιεύεται στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C. Εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχεία β) έως στ) του κανονισµού (EΚ) αριθ. 539/2001, όπως τροποποιείται µε τον παρόντα κανονισµό. Άρθρο 3 Ο παρών κανονισµός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ηµέρα από τη δηµοσίευσή του στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισµός είναι δεσµευτικός ως προς όλα τα µέρη του και ισχύει άµεσα σε όλα τα κράτη µέλη σύµφωνα µε τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. EL 8 EL

Βρυξέλλες, Για το Συµβούλιο Ο Πρόεδρος EL 9 EL