ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Σχετικά έγγραφα
Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο


ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (ΠΟΓΕΔΥ) ΓΕΩΠΟΝΟΙ ΔΑΣΟΛΟΓΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΙ - ΓΕΩΛΟΓΟΙ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Κείμενο Απόφ.Μον.Πρ.Αθ. 3941/2012

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0402(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 21/02/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ. ΥΠΟΘΕΣΗ Μ.Ν. κλπ κατά ΕΛΛΑΔΑΣ (Αριθ. 2) (Προσφυγή αριθ.

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ. ΥΠΟΘΕΣΗ Α.Μ. ΚΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Προσφυγή αριθ /10) ΑΠΟΦΑΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα

Η διεθνής διάσταση της πρόσβασης στο άσυλο. Αρχή της μη επαναπροώθησης. επαναπροώθησης αποτελεί τον πυρήνα του δικαιώματος στο άσυλο, δηλαδή του

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ TRADUCTION OFFICIELLE OFFICIAL TRANSLATION Νο. F /4269

Δημοσιευμένη στην Επετηρίδα Δικαίου Προσφύγων και Αλλοδαπών 2003, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα. Κομοτηνή.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 3941/2012

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας)

Θέμα: Αναφορά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις εξοχικές κατοικίες

ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Η άποψη του Δικαστηρίου

Βασικές Αρχές για το Ρόλο των Δικηγόρων 1

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Νομολογία Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Πρόσβαση στο Διαδίκτυο και ελευθερία πληροφόρησης και διάδοσης πληροφοριών και ιδεών

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Θέμα: Απώλεια συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω πενταετούς παραγραφής

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών Δημοσίου Δικαίου Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3828, 31/3/2004 Ο ΠΕΡΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΣΧΕΤΑ ΑΠΟ ΦΥΛΕΤΙΚΗ Ή ΕΘΝΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Transcript:

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΘΕΜΑ : «ΕΣΔΑ Δικαίωμα στην περιουσία του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και προστασία του περιβάλλοντος» ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ : ΕΥΤΥΧΙΑ ΛΕΩΝΙΔΑΚΗ (Α.Μ. 412173/2013) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΗΣ, ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΤΣΑΒΔΑΡΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2016 0

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος Εισαγωγικά Α. Το δικαίωμα στην περιουσία του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ Ι. Κατοχύρωση του δικαιώματος στο άρθρο 1 του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΙΙ. Υποκείμενο και αντικείμενο του δικαιώματος Έννοια της περιουσίας, σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ ΙΙΙ. Οι κανόνες του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης 1. Το δικαίωμα του προσώπου για σεβασμό της περιουσίας του 2. Η στέρηση της περιουσίας Προϋποθέσεις επιτρεπτής στέρησης της ιδιοκτησίας 3. Η ρύθμιση της χρήσης αγαθών Προϋποθέσεις περιορισμού του δικαιώματος στην περιουσία Β. Η προστασία του περιβάλλοντος στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου Ι. Έμμεση κατοχύρωση του δικαιώματος στο περιβάλλον στην ΕΣΔΑ και τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη ΙΙ. Η προστασία του περιβάλλοντος ως προϋπόθεση για την απόλαυση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία 1

ΙΙΙ. Η προστασία του περιβάλλοντος ως προϋπόθεση για τον περιορισμό του δικαιώματος στην περιουσία Επίλογος - Συμπερασματικές παρατηρήσεις Βιβλιογραφία 2

Πρόλογος Στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης, που έχει ως αντικείμενο το κατοχυρωμένο στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) δικαίωμα στην περιουσία, επιχειρείται η κατά το δυνατόν πληρέστερη παρουσίαση του υπό έρευνα δικαιώματος, με αναφορά κυρίως στην έννοια της περιουσίας, στους κανόνες που θέτει το άρθρο 1 του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ως προς την άσκηση του και συνακόλουθα στους περιορισμούς που τίθενται στην άσκηση του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). Η παρουσίαση και η ανάλυση αυτών των στοιχείων κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να εξεταστούν, εν συνεχεία, οι περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες το δικαίωμα στην περιουσία συνδέεται με το δικαίωμα στην προστασία του περιβάλλοντος και ειδικότερα οι περιορισμοί, οι οποίοι τίθενται στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας χάριν της προστασίας του περιβάλλοντος, υπό το πρίσμα των νομολογιακών εξελίξεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Εισαγωγικά Η μέριμνα της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, η οποία μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε αντικείμενο του εσωτερικού δικαίου, επεκτάθηκε μετά το τέλος αυτού και στο διεθνές δίκαιο. Το πρώτο διεθνές κείμενο που σηματοδότησε την νέα αυτή πορεία είναι η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που ψηφίστηκε την 10η Δεκεμβρίου 1948 από την Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών 1. 1 Γ. Κτιστάκις, Διεθνής προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, Συλλογικός τόμος Κ. Αντωνόπουλου Κ. Μαγκλιβέρα, Το δίκαιο της διεθνούς κοινωνίας, Νομική Βιβλιοθήκη, 2014, σελ.610. 3

Ακολούθησε το 1966 η υιοθέτηση από τον ΟΗΕ του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα. Στο πλαίσιο, δε, των σημερινών ευρωπαϊκών θεσμών τα βασικά διεθνή κείμενα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταρτίστηκε το 1950 στα πλαίσια του Συμβουλίου της Ευρώπης, κύρια αποστολή του οποίου αποτελεί η εδραίωση και προαγωγή των δημοκρατικών αρχών και η διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ΕΣΔΑ και τα 14 Πρόσθετα Πρωτόκολλα της είναι πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις, στις οποίες προσχώρησαν 47 κράτη, τα οποία είναι και μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, μεταξύ αυτών και η χώρα μας, η οποία κύρωσε τη Σύμβαση με το ν.δ. 53/1974. Στην ελληνική έννομη τάξη η Σύμβαση και τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα της έχουν υπερνομοθετική ισχύ, κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος και τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή οιασδήποτε διάταξης της στο εσωτερικό τους δίκαιο, υποχρέωση, η οποία μπορεί να τηρηθεί μόνο εάν όλοι οι φορείς κυριαρχικής εξουσίας δεσμεύονται από τις εγγυήσεις της Σύμβασης 3. Και τούτο διότι η ΕΣΔΑ αποτελεί ένα κείμενο όχι απλώς θεμελιώδες αλλά καταστατικό για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο χώρο της Ευρώπης 4. 2 Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, Η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρώπη, Αθήνα,2006, σελ.21. 3 Α. Γέροντας, Η προστασία της περιουσίας κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις, Νομικό Βήμα, 2009, σελ. 1884. 4 Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, Η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρώπη, Αθήνα,2006, σελ.25. 4

Καθοριστικό ρόλο, τέλος, στο όλο εγχείρημα της αποτελεσματικής προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαδραματίζει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το σημαντικότερο όργανο ελέγχου προστασίας των δικαιωμάτων στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο έχει συσταθεί και λειτουργεί βάσει της ΕΣΔΑ, με αμιγή δικαιοδοτικά χαρακτηριστικά 5. Μέσα από την πλούσια νομολογία του ΕΔΔΑ, η Σύμβαση έχει επιδράσει καταλυτικά στην απονομή δικαιοσύνης στα κράτη μέλη, υπό την έννοια ότι η εφαρμογή της δεν εξαρτάται από το είδος του εθνικού κανόνα δικαίου και είναι απολύτως δεσμευτική για τα κράτη μέλη, καθόσον το Δικαστήριο προσφεύγει σε μια αυτοδύναμη ερμηνευτική προσέγγιση των σχετικών διατάξεων, χωρίς να υιοθετεί τις ερμηνείες που αποδίδουν στις ίδιες νομικές διατάξεις οι εθνικές έννομες τάξεις 6. Κατά συνέπεια, η ΕΣΔΑ καθίσταται μοχλός ανανέωσης της εγχώριας νομολογίας 7, η οποία υιοθετεί την αρχή του άμεσου αποτελέσματος των αποφάσεων του ΕΔΔΑ, το οποίο παρεμβαίνει στην κρίση του εθνικού δικαστηρίου, όταν διαπιστώνει ορισμένες εξόφθαλμες και αυθαίρετες ενέργειες στη συμπεριφορά του Κράτους 8 ενώ ο νομοθέτης παρεμβαίνει για την τροποποίηση του νομοθετικού πλαισίου, προκειμένου να εναρμονιστεί η έννομη τάξη με τη νομολογία του Δικαστηρίου 9. 5 Γ. Κτιστάκις, Διεθνής προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, Συλλογικός τόμος Κ. Αντωνόπουλου Κ. Μαγκλιβέρα, Το δίκαιο της διεθνούς κοινωνίας, Νομική Βιβλιοθήκη, 2014, σελ.620. 6 Εμ. Ρούκουνας, Διεθνής προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1995, σελ. 128 επ., 7 Ευ. Κρουσταλλάκης, Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου μοχλός ανανέωσης της νομολογίας των δικαστηρίων, Νομικό Βήμα, 2000, σελ. 1723 8 Χ. Ροζάκης, Ορισμένες σκέψεις για το νέο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ΤοΣ,2002,σελ.24. 9 Α. Γέροντας, Η προστασία της περιουσίας κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις, Νομικό Βήμα, 2009, σελ. 1887. 5

Α. Το δικαίωμα στην περιουσία του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ Ι. Κατοχύρωση του δικαιώματος στο άρθρο 1 του 1 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου Το δικαίωμα στην περιουσία κατοχυρώθηκε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το ανωτέρω άρθρο φέρει τον τίτλο «Προστασία της ιδιοκτησίας» και στην πρώτη του παράγραφο ορίζεται ότι «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους, υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους» ενώ σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο αυτού «Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός Κράτους όπως θέση εν ισχυι νόμους ούς ήθελε κρίνει αναγκαίους προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον ή προς εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων». Η ακριβής διατύπωση του ανωτέρω άρθρου αποτέλεσε προϊόν συμβιβασμού και συγκερασμού πολλών διαφορετικών φιλοσοφικών και πολιτικών απόψεων, αφήνοντας αφενός ένα σχετικά ευρύ περιθώριο εκτίμησης στα Συμβαλλόμενα Κράτη ως προς τον τρόπο προστασίας του δικαιώματος στην περιουσία, με την παροχή αφετέρου ασφαλιστικών δικλείδων για την καλύτερη προστασία της περιουσίας του προσώπου έναντι ιδίως της αυθαίρετης κρατικής παρέμβασης, υπό την έννοια ότι το άτομο δύναται να στερηθεί την περιούσια του ή να ανεχθεί περιορισμούς στη χρήση της μόνο υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις που θέτει το Πρωτόκολλο 10. Το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, περιέχει τρεις ειδικότερες διατάξεις. Σύμφωνα με την 10 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 654. 6

πρώτη διάταξη του εδαφίου α της πρώτης παραγράφου του άρθρου, αναγνωρίζεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το δικαίωμα σεβασμού της περιουσίας του και ειρηνικής απόλαυσης των αγαθών του. Κατά τη δεύτερη διάταξη του εδαφίου β της πρώτης παραγράφου του άρθρου, η οποία αναφέρεται στη στέρηση της ιδιοκτησίας του ατόμου, κανένα πρόσωπο δεν δύναται να στερηθεί της περιουσίας του, παρά μόνο για λόγους δημοσίας ωφέλειας και σύμφωνα με τους όρους του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου. Σύμφωνα,δε, με την τρίτη διάταξη της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1, αναγνωρίζεται στα κράτη το δικαίωμα να θεσπίζουν τους νόμους εκείνους, τους οποίους κρίνουν αναγκαίους, προκειμένου να ρυθμίσουν τη χρήση των αγαθών, σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή να εξασφαλίζουν την καταβολή φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων. Από τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, έχει αναδειχθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η ύπαρξη τριών κανόνων σχετικά με την προστασία της περιουσίας καθώς επίσης και η σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ τους, τα οποία θα αναλυθούν διεξοδικά κατωτέρω. ΙΙ. Υποκείμενο και αντικείμενο του δικαιώματος Έννοια της περιουσίας, σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ Υποκείμενα του δικαιώματος στην περιουσία είναι, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Στο άρθρο 1 δεν γίνεται καμία διάκριση ως προς την ιθαγένεια 11 και, ως εκ τούτου, η διάταξη αφορά τόσο τους ημεδαπούς πολίτες και τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα όσο και τους αλλοδαπούς, τους πρόσφυγες ή τους ανιθαγενείς καθώς επίσης και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, υπό τον όρο ότι 11 Βλ. και Π. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, 2005, σελ. 1342 επ. 7

έχουν εντός της ελληνικής, εν προκειμένω, επικράτειας περιουσιακά αγαθά, τα οποία προστατεύονται ως τέτοια από τη Σύμβαση. Στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης εμπίπτουν τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, ανεξάρτητα από τη μορφή που έχουν προσλάβει κατά το εσωτερικό δίκαιο, ωστόσο, το άρθρο 1 μπορεί να εφαρμοστεί και σε ορισμένα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά δεν ασκούν δημόσια εξουσία και κατά συνέπεια δεν συγχέονται με το Κράτος 12. Για παράδειγμα, στην υπόθεση των Ιερών Μονών κατά Ελλάδος, το ΕΔΔΑ με την από 9.12.1994 απόφαση του έκρινε ότι είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υποθέσεως, διότι οι προσφεύγουσες Ιερές Μονές αποτελούσαν μη κυβερνητικές οργανώσεις κατά την έννοια του σημερινού άρθρου 34 της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με το οποίο «Το Δικαστήριο μπορεί να επιληφθεί της εξέτασης προσφυγής που υποβάλλεται από κάθε φυσικό πρόσωπο, μη κυβερνητικό οργανισμό ή ομάδα ατόμων που ισχυρίζεται ότι είναι θύμα παραβίασης, από ένα από τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στη Σύμβαση ή στα Πρωτόκολλα της». Επεσήμανε,δε, το Δικαστήριο ότι οι προσφεύγουσες, ως ασκητικά θρησκευτικά ιδρύματα, δεν ασκούσαν κυβερνητική εξουσία και ότι οι σκοποί τους δεν μπορούσαν να οδηγήσουν στο να θεωρηθούν αυτές κρατικοί οργανισμοί που έχουν ιδρυθεί για δημόσιους σκοπούς 13. Αντικείμενο του υπό εξέταση δικαιώματος είναι η περιουσία, η οποία, σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ, είναι έννοια αυτόνομη και ανεξάρτητη από τις αντίστοιχες στο εσωτερικό των Κρατών. Το Δικαστήριο προσδίδει περιεχόμενο, ερμηνεύει και εφαρμόζει τον όρο «περιουσία», σύμφωνα με τα δικά του κριτήρια, χωρίς να προσκολλάται στο νόημα που αυτός μπορεί να 12 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 658. 13 ΕΔΔΑ, Holy Monasteries κατά Ελλάδας, 9.12.1994, παρ. 49. 8

έχει στις εσωτερικές έννομες τάξεις 14. Η έννοια,λοιπόν, της περιουσίας κατά το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ είναι ευρύτατη και εκτείνεται πέραν της εμπράγματης φύσης του δικαιώματος, περιλαμβάνοντας και κάθε περιουσιακό δικαίωμα, ήτοι και ενοχικής φύσεως 15. Στην απόφαση του ΕΔΔΑ της 9.12.1994 επί της υπόθεσης Ελληνικά Διυλιστήρια Στραν και Στρατής Ανδρεάδης κατά Ελλάδας, το Δικαστήριο έκρινε ότι στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όλα τα δικαιώματα περιουσιακής φύσεως και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα. Τα ελληνικά δικαστήρια προσχώρησαν στην παραπάνω ερμηνεία του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, δεδομένου του ότι η πραγματοπαγής αντίληψη περί ιδιοκτησίας είναι νομικά ξεπερασμένη, με αξιοσημείωτη την παραδοχή εκ μέρους της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου με την απόφαση 40/1998 ότι στην κατά το άρθρο 1 έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα αλλά και όλα τα δικαιώματα περιουσιακής φύσεως και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα 16. Στο παραπάνω πλαίσιο, το Δικαστήριο, εξετάζοντας εάν από τις περιστάσεις της εκάστοτε υπόθεσης έχει ο προσφεύγων ένα ουσιώδες συμφέρον άξιο προστασίας από το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου, έχει εντάξει στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου έναν ευρύ κατάλογο περιπτώσεων, όπως για παράδειγμα δικαιώματα επί ακινήτων ή κινητών, απαιτήσεις από αδικοπραξία, οικονομικές αξιώσεις μετόχου εταιρίας, την πελατεία μιας επιχείρησης, απαιτήσεις αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση, τις διοικητικές άδειες, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα και τους μισθούς. 14 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 655. 15 Γ. Μητσόπουλος, Η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων κατά το άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ, ΤοΣ,1987, σελ. 222 επ. 16 373. Κ. Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 372-9

Δέον να σημειωθεί ότι το άρθρο 1 εφαρμόζεται αποκλειστικά σε ήδη υπάρχουσα περιουσία, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων, για την απόκτηση ή ικανοποίηση των οποίων ο προσφεύγων μπορεί να υποστηρίξει ότι έχει τουλάχιστον μία «εύλογη προσδοκία» 17. Ενδεικτικά, στην από 25.3.1999 απόφαση του επί της προσφυγής Ιατρίδης κατά Ελλάδας, το ΕΔΔΑ δέχτηκε ότι η μετά την ακύρωση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής παρακράτηση από το δήμο θερινού κινηματογράφου, τον οποίο είχε ενοικιάσει, συνιστά αυθαίρετη προσβολή της περιουσίας 18, στην έννοια της οποίας εμπίπτει και η πελατεία εμπορικής επιχείρησης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη κυριότητας ή νομής. Επίσης, το Δικαστήριο στην από 14.12.1999 απόφαση του επί της προσφυγής Αντωνακόπουλου κλπ κατά Ελλάδας θεώρησε ως περιουσία την απαίτηση καταβολής συμπληρωματικής σύνταξης 19 ενώ στην υπόθεση Καραχάλιος κατά Ελλάδας με την από 11.12.2003 απόφαση του υπενθύμισε ότι μία απαίτηση δύναται να αποτελεί αγαθό, εφόσον είναι επαρκώς βεβαιωμένη, ώστε να καθίσταται απαιτητή 20. ΙΙΙ. Οι κανόνες του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει αναδείξει στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ την ύπαρξη τριών κανόνων σχετικά με την προστασία της περιουσίας, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν νομολογιακά στην υπόθεση Sporrong and Lönnroth κατά Σουηδίας με την από 23.9.1982 απόφαση. 17 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 655 και Α. Γέροντας, Η προστασία της περιουσίας κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις, Νομικό Βήμα, 2009, σελ. 1889. 18 ΕΔΔΑ, Iatridis κατά Ελλάδος, 25.3.1999, παρ. 62. 19 ΕΔΔΑ, Antonakopoulos κ.α. κατά Ελλάδος, 14.12.1999, παρ. 31 20 ΕΔΔΑ, Karahalios κατά Ελλάδος, 11.12.2003, παρ. 33. 10

Ο πρώτος κανόνας, ο οποίος διατυπώνεται στο πρώτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1, αναγνωρίζει το εν γένει δικαίωμα του προσώπου για σεβασμό της περιουσίας του. Ο δεύτερος κανόνας, ο οποίος διατυπώνεται στο δεύτερο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1, αναφέρεται στη δυνατότητα της στέρησης της ιδιοκτησίας, την οποία, όμως, θέτει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις: την ύπαρξη λόγων δημόσιας ωφέλειας καθώς και την τήρηση των όρων του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου. Ο τρίτος κανόνας, ο οποίος διατυπώνεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 1, απονέμει την εξουσία στα Κράτη να ρυθμίζουν τη χρήση των αγαθών σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή να εξασφαλίζουν την καταβολή φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων. Οι τρεις αυτοί κανόνες, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, δεν είναι αυτοτελείς και θα πρέπει ο δεύτερος και τρίτος κανόνας, οι οποίοι αφορούν σε ειδικότερες περιπτώσεις επέμβασης στο δικαίωμα για σεβασμό της περιουσίας, να ερμηνεύονται υπό το φως της γενικής αρχής του πρώτου κανόνα. Σε περίπτωση, επομένως, που μία υπόθεση δεν εμπίπτει στην έννοια της στέρησης ή της ρύθμισης της χρήσης της περιουσίας, εξετάζεται από το Δικαστήριο με βάση τον πρώτο κανόνα. Γενικά, πάντως, και ανεξάρτητα από τον εφαρμοστέο κανόνα, το ΕΔΔΑ από τη στιγμή που θα διαπιστώσει ότι η κρινόμενη περίπτωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης και ότι υπάρχει επέμβαση στο περιουσιακό δικαίωμα, θα ελέγξει εάν η τελευταία είναι σύμφωνη προς το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 21. Στη συνέχεια, αναλύονται διεξοδικότερα οι τρεις κανόνες του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. 1. Το δικαίωμα του προσώπου για σεβασμό της περιουσίας του Ο πρώτος κανόνας του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αναγνωρίζει, όπως προελέχθη, το εν γένει δικαίωμα του προσώπου για σεβασμό της περιουσίας 21 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 661. 11

του. Εφαρμόζεται, δε, στην περίπτωση που μια υπόθεση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δεύτερου κανόνα περί στέρησης της περιουσίας και του τρίτου κανόνα περί ρύθμισης της χρήσης της ιδιοκτησίας. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου το Δικαστήριο υπάγει τα πραγματικά περιστατικά μιας υπόθεσης απευθείας στον πρώτο κανόνα. Για παράδειγμα, στην προαναφερθείσα υπόθεση Καραχάλιος κατά Ελλάδας το Δικαστήριο εκτίμησε ότι οι δημόσιες αρχές με την άρνηση τους να καταβάλουν στον προσφεύγοντα για μεγάλο χρονικό διάστημα τα οφειλόμενα χρηματικά ποσά από εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια της εκτέλεσης δημοσίου έργου προσέβαλαν το δικαίωμα σεβασμού της περιουσίας του, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου 22. Στο πεδίο εφαρμογής του πρώτου κανόνα εμπίπτουν και οι υποθέσεις που αφορούν συνταξιοδοτικές παροχές, μισθούς και εν γένει κοινωνικές παροχές. Στην υπόθεση Αποστολάκης κατά Ελλάδος το Δικαστήριο με την από 22.10.2009 απόφαση του έκρινε ότι το συνταξιοδοτικό δικαίωμα προστατεύεται ως περιουσιακό δικαίωμα, εφόσον χρηματοδοτείται από εισφορές ή η σύνταξη παρέχεται από τον εργοδότη στο πλαίσιο της σύμβασης εργασίας, αλλά το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δεν κατοχυρώνει το δικαίωμα σε σύνταξη ορισμένου ύψους. Ωστόσο, δέχτηκε ότι η εκ του νόμου αυτοδίκαιη στέρηση της σύνταξης ως συνέπεια ποινικής καταδίκης συνιστά προσβολή του περιουσιακού δικαιώματος, διότι συνεπάγεται την πλήρη στέρηση του βασικού μέσου διαβίωσης του προσφεύγοντος καθώς και ότι η στέρηση αυτή μη αποτελώντας απαλλοτρίωση ή μέτρο ρυθμιστικό της χρήσης αγαθών υπάγεται στον κανόνα του πρώτου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1 23. 22 ΕΔΔΑ, Karahalios κατά Ελλάδος, 11.12.2003, παρ. 35. 23 ΕΔΔΑ, Apostolakis κατά Ελλάδος, 22.10.2009, παρ. 35-37. 12

Αξιοσημείωτη είναι και η από 7.5.2013 απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Κουφάκη και ΑΔΕΔΥ κατά Ελλάδας, στην οποία αφενός επαναλαμβάνεται ότι το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δεν κατοχυρώνει το δικαίωμα σε μισθό ή σύνταξη ορισμένου ποσού, αφετέρου κρίθηκε ότι οι περιορισμοί στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων που εισήγαγαν οι νόμοι 3833/2010 και 3845/2010,δεν μπορούν να θεωρηθούν στέρηση περιουσίας αλλά επέμβαση στην απόλαυση του δικαιώματος στο σεβασμό της περιουσίας, υπό την έννοια του πρώτου κανόνα του άρθρου 1 24. Στη απόφαση του ΕΔΔΑ επί της υπόθεσης Λοϊζίδου κατά Τουρκίας στις 18.12.1996 διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα ήταν ιδιοκτήτρια αγαθών, ήτοι ορισμένων οικοπέδων στο βόρεια τμήμα της Κύπρου και ότι από την εισβολή των τουρκικών δυνάμεων το 1974 στερήθηκε κάθε εξουσίας και κάθε δυνατότητας χρήσης των αγαθών που της ανήκουν. Δέχτηκε,δε, το Δικαστήριο ότι δεν πρόκειται για έλεγχο ή ρύθμιση της χρήσης των αγαθών της ιδιοκτησίας της αλλά για μια στέρηση της ουσίας του δικαιώματος που εκδηλώνεται με την ολοκληρωτική άρνηση των εξουσιών που απορρέουν από την ιδιοκτησία, επέμβαση η οποία εμπίπτει στον υπό εξέταση πρώτο κανόνα 25. Χαρακτηριστική είναι και η από 15.6.2010 απόφαση στην υπόθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά Τουρκίας, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ότι η ακύρωση του τίτλου ιδιοκτησίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί του επίδικου ακινήτου συνιστούσε επέμβαση του τουρκικού κράτους στο δικαίωμα του προσφεύγοντος για ειρηνική απόλαυση της περιουσίας του 26. Να σημειωθεί, επίσης, ότι είναι συχνή η εφαρμογή του πρώτου κανόνα όταν η κύρια παραβίαση αφορά το άρθρο 6 της Σύμβασης και η εξέταση του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου γίνεται συμπληρωματικά, ιδίως σε περιπτώσεις μη 24 ΕΔΔΑ, Koufaki and Adedy κατά Ελλάδος, 7.5.2013, παρ.34 25 ΕΔΔΑ, Loizidou κατά Τουρκίας, 18.12.1996, παρ. 58 επ. 26 ΕΔΔΑ, Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά Τουρκίας, 15.6.2010, παρ. 29. 13

εκτέλεσης αποφάσεων εθνικών οργάνων, δικαστικών ή διοικητικών, με τις οποίες αναγνωρίζονται δικαιώματα περιουσιακής φύσεως 27. Η μη εκτέλεση των αποφάσεων μπορεί να οφείλεται και σε νομοθετικά μέτρα, όπως στην υπόθεση Ελληνικά Διυλιστήρια Στραν και Στρατής Ανδρεάδης κατά Ελλάδας, όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, όσον αφορά το δικαίωμα της δίκαιης δίκης και παραβίαση του άρθρου 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, διότι με νόμο κηρύχθηκαν παραγεγραμμένες οι ενοχικές απαιτήσεις 28. Το Δικαστήριο, μετά τη διαπίστωση της ύπαρξης επέμβασης στο δικαίωμα στην περιουσία, προβαίνει στον έλεγχο του δικαιολογημένου ή μη της επέμβασης αυτής, εξετάζοντας την ύπαρξη του στοιχείου της νομιμότητας και της εξυπηρέτησης σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Εάν τα στοιχεία αυτά ικανοποιούνται, το Δικαστήριο,ακολούθως, προβαίνει στον έλεγχο της ύπαρξης δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και του δικαιώματος για την προστασία της περιουσίας, ανάλογα με τα δεδομένα της εκάστοτε υπόθεσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέταση των ανωτέρω στοιχείων στις προπαρατεθείσες αποφάσεις του ΕΔΔΑ. Στην υπόθεση Καραχάλιος κατά Ελλάδας, το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβολή του δικαιώματος σεβασμού της περιουσίας του προσφεύγοντος δεν είχε νόμιμη βάση και κατά συνέπεια ήταν αυθαίρετη και συνιστούσε παραβίαση της αρχής της νομιμότητας, καθιστώντας περιττή την εξέταση αν τηρήθηκε η δίκαιη αναλογία μεταξύ των επιτακτικών αναγκών του δημοσίου συμφέροντος της ολότητας και της περιφρούρησης των ατομικών δικαιωμάτων. Στην υπόθεση Αποστολάκης κατά Ελλάδος έγινε δεκτό ότι ο προσφεύγων υποχρεώθηκε να υποστεί ένα υπερβολικό και δυσανάλογο βάρος, με την 27 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 665. 28 ΕΔΔΑ, Stran Greek Refineries and Stratis Andreadis κατά Ελλάδος, 9.12.1994, παρ. 74. 14

πλήρη στέρηση κάθε δικαιώματος στη σύνταξη και στις λοιπές παροχές κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο, ακόμη και αν λάβουμε υπόψη το ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας, το οποίο θα πρέπει να αναγνωριστεί στα κράτη στον τομέα της κοινωνικής νομοθεσίας, δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί από την εύρυθμη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, ούτε από την αξιοπιστία και την ακεραιότητα των δημοσίων υπηρεσιών. Αντιθέτως, στην υπόθεση Κουφάκη και ΑΔΕΔΥ κατά Ελλάδας κρίθηκε ότι η μείωση των αποδοχών και των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων που τέθηκε από τον νομοθέτη εξυπηρετούσε σκοπούς δημοσίας ωφέλειας, όπως η αντιμετώπιση της άμεσης ανάγκης κάλυψης των οικονομικών αναγκών της χώρας και ότι δεν διαταράχθηκε η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και της ανάγκης προστασίας του δικαιώματος στην περιουσία, διότι η μείωση του μισθού δεν είναι τέτοιου βαθμού που να θεωρηθεί ότι θέτει ένα υπερβολικό βάρος στην πρώτη προσφεύγουσα. Τέλος, στην υπόθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά Τουρκίας το ΕΔΔΑ δέχτηκε ότι ακόμη και αν υποτεθεί ότι θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι η στέρηση της ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος προβλεπόταν από το νόμο και εξυπηρετούσε σκοπό δημοσίας ωφελείας, εντούτοις διαταράχθηκε η δίκαιη ισορροπία που πρέπει να υφίσταται μεταξύ της προστασίας της ιδιοκτησίας και των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και τέθηκε ένα ειδικό και υπερβολικό βάρος στο προσφεύγον Πατριαρχείο, δεδομένου του ότι, πέραν της στέρησης της ιδιοκτησίας του, δεν προβλέφθηκε από τις τουρκικές αρχές η καταβολή επαρκούς αποζημίωσης προς αυτό. Το Δικαστήριο έκρινε,περαιτέρω, ότι η επανεγγραφή του επίδικου ακινήτου, ήτοι του Ορφανοτροφείου της Πριγκίπου, στο όνομα του προσφεύγοντος Πατριαρχείου στο Κτηματολόγιο θα έθετε το Πατριαρχείο, στο μέτρο του δυνατού, στην ίδια κατάσταση με εκείνη που υπήρξε όταν ξεκίνησε η παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου, απορρίπτοντας το επιχείρημα της τουρκικής κυβέρνησης ότι ο μόνος κατάλληλος τρόπος για την αποκατάσταση της προκληθείσας ζημίας είναι η χρηματική αποζημίωση, 15

κάνοντας δεκτό ότι η επιδίκαση της δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εύλογη αποκατάσταση αυτού. 2. Η στέρηση της περιουσίας Προϋποθέσεις επιτρεπτής στέρησης της ιδιοκτησίας Ο δεύτερος κανόνας, ο οποίος διατυπώνεται στο δεύτερο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, θεσπίζει καταρχήν έναν γενικό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο το άτομο δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του, αναφέρεται, όμως, και στη δυνατότητα της στέρησης της ιδιοκτησίας, την οποία, όμως, θέτει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις: την ύπαρξη λόγων δημόσιας ωφέλειας καθώς και την τήρηση των όρων του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η στέρηση σημαίνει την απόλυτη και μη αναστρέψιμη διακοπή κάθε νομικού δεσμού μεταξύ του ατόμου και του αγαθού της ιδιοκτησίας και περιλαμβάνει όλες τις επεμβάσεις στην περιουσία, οι οποίες συνεπάγονται την καθολική και οριστική απώλεια της. Για παράδειγμα, στην υπόθεση James κατά Ηνωμένου Βασιλείου, το Δικαστήριο έκρινε με την από 21.2.1986 απόφαση του ότι ένας νόμος, ο οποίος εξανάγκαζε τον κύριο ενός ακινήτου να πωλήσει την ιδιοκτησία του, παρέχοντας στον μακροχρόνιο μισθωτή το δικαίωμα να την αγοράσει χωρίς τη συναίνεση του πρώτου, σε τιμή που οριζόταν από το νόμο, αποτελούσε μέτρο στέρησης της περιουσίας του 29. Σημαντικός,επίσης, παράγοντας για τη διαπίστωση της στέρησης της περιουσίας, σύμφωνα με τον δεύτερο κανόνα, είναι ο σκοπός του επιβληθέντος μέτρου που οδήγησε στην οριστική απώλεια του αγαθού, ο οποίος θα πρέπει να είναι η στέρηση του αγαθού καθεαυτή για λόγους δημόσιας ωφελείας και όχι η ρύθμιση της χρήσης του. 29 ΕΔΔΑ, James κ.α. κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 21.2.1986, παρ. 38. 16

Στην έννοια της στέρησης,επομένως, εντάσσεται η τυπική αναγκαστική απαλλοτρίωση καθώς και άλλα μέτρα που συνεπάγονται την άμεση μεταβίβαση της ιδιοκτησίας σε δημόσιο φορέα, όπως για παράδειγμα στην υπόθεση του Τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου κατά Ελλάδος, για την οποία γίνεται λόγος κατωτέρω ή σε ιδιωτικό φορέα, όπως στην προρρηθείσα υπόθεση James κατά Ηνωμένου Βασιλείου. Το Δικαστήριο, εκτός από την περίπτωση της τυπικής αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, εξετάζει και την περίπτωση τα πραγματικά περιστατικά μιας υπόθεσης να συνιστούν μία de facto απαλλοτρίωση της περιουσίας. Ως τέτοια νοείται η στέρηση ή η αποδυνάμωση της ιδιοκτησίας, χωρίς τη νόμιμη πράξη κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και όχι ένας απλός περιορισμός κυριότητας 30. Η διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο ότι στην τυπική απαλλοτρίωση η περιουσία μεταβιβάζεται νόμιμα ενώ στην de facto απαλλοτρίωση όχι, το αποτέλεσμα,όμως, που επέρχεται είναι το ίδιο και στις δύο περιπτώσεις, ήτοι η οριστική απώλεια του αγαθού της ιδιοκτησίας. Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση Παπαμιχαλόπουλος και λοιποί κατά Ελλάδας, όπου το Δικαστήριο με την από 24.6.1993 απόφαση του ανέδειξε το ζήτημα της de facto απαλλοτρίωσης. Στην προκειμένη περίπτωση, οι προσφεύγοντες ήταν κύριοι μιας μεγάλης έκτασης γης στην Αττική, η οποία, κατά τη διάρκεια του δικτατορικού καθεστώτος, παραχωρήθηκε με νόμο του 1967 στο Ναυτικό, χωρίς να προηγηθεί η νόμιμη διαδικασία αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Το Ναυτικό, εν συνεχεία, κατασκεύασε στην επίμαχη περιοχή ναυτική βάση και θερινές κατοικίες για τους αξιωματικούς του. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι έλλειπε το στοιχείο της τυπικής μεταβίβασης της περιουσίας των προσφευγόντων στο Δημόσιο και έκρινε ότι είχε παραβιαστεί το δικαίωμα του άρθρου 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, διότι οι προσφεύγοντες είχαν στερηθεί κάθε εξουσία που απέρρεε από το δικαίωμα στην περιουσία, δηλαδή 30 Κ. Χορομίδης, Η αναγκαστική απαλλοτρίωση, Ιδιωτική Έκδοση, Θεσσαλονίκη,2007, σελ. 104. 17

κάθε δυνατότητα διατήρησης, χρήσης, κάρπωσης και διάθεσης της. Διαπίστωσε, επομένως, την ύπαρξη de facto απαλλοτρίωσης της περιουσίας, η οποία ήταν ασυμβίβαστη με το δικαίωμα των προσφευγόντων για ειρηνική απόλαυση των αγαθών 31. Όπως προαναφέρθηκε, το ίδιο το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ θέτει τις προϋποθέσεις για την επιτρεπτή στέρηση της ιδιοκτησίας. Η πρώτη προϋπόθεση είναι η πρόβλεψη από το νόμο της επέμβασης του κράτους στο δικαίωμα της περιουσίας του ατόμου, ήτοι η αρχή της νομιμότητας, που επιτάσσει το Κράτος δικαίου. Εάν η προϋπόθεση της νομιμότητας δεν πληρούται, το Δικαστήριο διαπιστώνει την παραβίαση του δικαιώματος, χωρίς να απαιτείται η περαιτέρω εξέταση της συνδρομής των λοιπών προϋποθέσεων. Η δεύτερη προϋπόθεση αφορά στην ύπαρξη λόγων δημόσιας ωφέλειας που καθιστούν αναγκαία τη στέρηση της περιουσίας του ατόμου. Το ΕΔΔΑ έχει τονίσει επανειλημμένως ότι η αρχική εκτίμηση της ύπαρξης ζητήματος δημόσιας ωφέλειας που να δικαιολογεί την επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα του προσώπου είναι καταρχήν αρμοδιότητα του Κράτους, το οποίο διαθέτει ένα ευρύ περιθώριο εκτίμησης της συνδρομής των λόγων δημόσιας ωφέλειας, λόγω της άμεσης γνώσης των αναγκών της κοινωνίας. Το Δικαστήριο, επομένως, σεβόμενο την κρίση της νομοθετικής εξουσίας, εξετάζει κυρίως την ύπαρξη ή μη κατάχρησης εξουσίας ή προφανούς αυθαιρεσίας 32. Ο σεβασμός και η τήρηση των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου αποτελεί την τρίτη προϋπόθεση, την οποία τάσσει το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου, για την επιτρεπτή στέρηση της ιδιοκτησίας του ατόμου. Η αναφορά αυτή συνάπτεται προς την υποχρέωση για αποζημίωση σε 31 ΕΔΔΑ, Papamichalopoulos κ.α. κατά Ελλάδος, 24.6.1993, παρ. 45. 32 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 674. 18

περίπτωση στέρησης της περιουσίας, ιδίως σε περιπτώσεις απαλλοτρίωσης ή εθνικοποίησης περιουσιών που ανήκαν σε αλλοδαπούς 33. Σύμφωνα με την νομολογία του ΕΔΔΑ, μια επέμβαση στην ειρηνική απόλαυση των αγαθών πρέπει να τηρεί μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων της δημόσιας ωφέλειας και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου 34. Με άλλα λόγια, πρέπει να υπάρχει μία σχέση αναλογίας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του επιδιωκόμενου σκοπού. Έτσι, η επίτευξη της δίκαιης ισορροπίας, αν και δεν αναφέρεται ρητά στο άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου, εντούτοις αποτελεί μία ακόμη σημαντική προϋπόθεση για την επιτρεπτή στέρηση της περιουσίας. Το Δικαστήριο έχει κάνει δεκτό ότι η δίκαιη ισορροπία διαρρηγνύεται όταν το ενδιαφερόμενο άτομο επωμίζεται ένα υπερβολικό βάρος και ότι η αφαίρεση της περιουσίας του, χωρίς την παράλληλη καταβολή ενός ευλόγως ανάλογου προς την αξία της ποσού, συνιστά κατά κανόνα δυσανάλογη επέμβαση 35. Η αποζημίωση,επομένως, καθίσταται σημαντικό στοιχείο της δίκαιης ισορροπίας. Επίσης, το Δικαστήριο διακρίνει τις περιπτώσεις νόμιμης απαλλοτρίωσης, στις οποίες δεν καταβλήθηκε η δέουσα αποζημίωση από τις περιπτώσεις της de facto απαλλοτρίωσης, όπου η αφαίρεση της ιδιοκτησίας ήταν παράνομη, ως προς τον προσδιορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης. Έκρινε, λοιπόν, ότι η αποζημίωση λόγω παράνομης στέρησης, σε περίπτωση μη επανόρθωσης, απαιτείται να ενσωματώνει την ιδέα της εξάλειψης όλων των συνεπειών της εν λόγω παραβίασης 36. 33 Λ. Α. Σισιλιάνος, Η ανθρώπινη διάσταση του διεθνούς δικαίου: Αλληλεπιδράσεις γενικού διεθνούς δικαίου και δικαιωμάτων του ανθρώπου, Νομική Βιβλιοθήκη, 2010, σελ. 27. 34 ΕΔΔΑ, Sporrong and Lönnroth κατά Σουηδίας, 23.9.1982, παρ. 69. 35 ΕΔΔΑ, James κ.α. κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 21.2.1986, παρ. 54. 36 ΕΔΔΑ, Papamichalopoulos κ.α. κατά Ελλάδος, 24.6.1993, παρ. 37 επ. 19

Το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου δεν εγγυάται πάντοτε το δικαίωμα σε πλήρη αποζημίωση 37. Ο νόμιμος σκοπός της δημόσιας ωφέλειας μπορεί να συνηγορεί υπέρ της καταβολής αποζημίωσης μικρότερης από την πλήρη αγοραία αξία. Ενδιαφέρον, στο σημείο αυτό, παρουσιάζει η από 23.11.2000 απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση του Τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου κατά της Ελλάδας. Στην εν λόγω υπόθεση ζητήθηκε η καταδίκη της χώρας μας λόγω αφαίρεσης, με το νόμο 2215/1994, της ιδιοκτησίας της βασιλικής οικογένειας, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης. Το Δικαστήριο έκρινε αφενός ότι η έλλειψη καταβολής αποζημίωσης αντίκειται στην αρχή της δίκαιης ισορροπίας και καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, επιδικάζοντας δίκαιη ικανοποίηση στους προσφεύγοντες, αφετέρου ότι η καταβολή αποζημίωσης μικρότερη από την πλήρη, ήτοι μικρότερη από την αγοραία αξία των ακινήτων που απαλλοτριώθηκαν, μπορεί να δικαιολογηθεί από ιδιαίτερους λόγους δημοσίου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση που η αφαίρεση της περιουσίας γίνεται με σκοπό να υλοποιηθούν θεμελιακές πολιτειακές αλλαγές στο συνταγματικό σύστημα μιας χώρας 38. Το ΕΔΔΑ ελέγχει in concreto εάν η αποζημίωση που καταβλήθηκε στους εκάστοτε προσφεύγοντες ήταν τέτοια ώστε οι τελευταίοι να μην επωμίζονται υπερβολικό βάρος, παρεμβαίνοντας στην εκτίμηση της αποζημίωσης που επιδικάστηκε από το εθνικό δικαστήριο, μόνο στην περίπτωση που η τελευταία είναι αυθαίρετη. Επίσης, η υπερβολική καθυστέρηση καταβολής της οριστικής αποζημίωσης έχει κριθεί από το Δικαστήριο ότι παραβιάζει το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 39. Όσον αφορά, δε, την παντελή απουσία αποζημίωσης, το Δικαστήριο έχει κάνει δεκτό ότι τούτο δικαιολογείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις 40. 37 Κ. Χορομίδης, Η αναγκαστική απαλλοτρίωση, Ιδιωτική Έκδοση, Θεσσαλονίκη,2007, σελ. 119. 38 ΕΔΔΑ, Former King of Greece κ.α. κατά Ελλάδος, 23.11.2000, παρ. 87. 39 Κ. Χρυσόγονος, Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 400. 40 ΕΔΔΑ, Holy Monasteries κατά Ελλάδας, 9.12.1994, παρ. 71. 20

Στην υπόθεση Μάλαμα κατά Ελλάδας, το Δικαστήριο με την από 1.3.2001 απόφαση του έκανε δεκτό καταρχήν ότι δεν είναι δυνατόν να υποκαταστήσει τα ελληνικά δικαστήρια και να καθορίσει το έτος, το οποίο θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί η αξία του απαλλοτριωθέντος οικοπέδου και να ορισθούν τα συνεπαγόμενα οφειλόμενα ποσά. Εντούτοις, παρατήρησε ότι, κατά τον υπολογισμό της εν λόγω αποζημίωσης, το Εφετείο δεν έλαβε καθόλου υπόψη την υπερβολική διάρκεια της επίμαχης διαδικασίας. Επίσης, στην προσφεύγουσα δεν κατεβλήθη κανένα ποσό για την υλική ή ηθική βλάβη την οποία υπέστη, λόγω της αποστέρησης, χωρίς αποζημίωση, της ιδιοκτησίας της επί 70 συναπτά έτη, ούτε καν ένα ποσό για τους νόμιμους τόκους. Η καταβολή, δε, της εν λόγω αποζημίωσης έλαβε χώρα πέντε και πλέον έτη μετά τον καθορισμό της από το Εφετείο, με την προσφεύγουσα να μην έχει λάβει κανένα επιπλέον ποσό για τους νόμιμους τόκους. Κατέληξε, επομένως, στο συμπέρασμα ότι το γεγονός ότι οι εθνικές αρχές δεν υπολόγισαν ένα χρονικό διάστημα άνω των 75 ετών από την απαλλοτρίωση του επίδικου οικοπέδου κατά τον καθορισμό και την καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης, ανατρέπει, σε βάρος της προσφεύγουσας, τη δίκαιη ισορροπία, η οποία πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στην προστασία της ιδιοκτησίας και στις επιταγές της κοινωνικής ωφέλειας 41. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες είναι και οι αποφάσεις που εκδόθηκαν στις 15.11.1996 στις υποθέσεις Τσόμτσος κατά Ελλάδας και Κατικαρίδης κατά Ελλάδας, οι οποίες οδήγησαν τα ελληνικά δικαστήρια και τον έλληνα νομοθέτη στη μετατροπή του αμάχητου τεκμηρίου του Ν. 653/1977 σε μαχητό. Στις ανωτέρω υποθέσεις αμφισβητήθηκε το αμάχητο τεκμήριο του άρθρο 1 του Ν. 653/1977, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση διάνοιξης εθνικών οδών, εκτός σχεδίου πόλεων, πλάτους κατάληψης τουλάχιστον 30 μέτρων, οι ωφελούμενοι παρόδιοι ιδιοκτήτες κάθε πλευράς, υποχρεούνται σε αποζημίωση 41 ΕΔΔΑ, Malama κατά Ελλάδος, 1.3.2001, παρ. 51-52. 21

λωρίδας πλάτους 15 μέτρων με συμμετοχή τους στις δαπάνες της απαλλοτρίωσης των καταλαμβανόμενων ακινήτων. Θεωρήθηκε, επομένως, δεδομένη η ωφέλεια του παρόδιου ιδιοκτήτη με μόνη την απόκτηση προσώπου του ακινήτου στη διανοιγόμενη εθνική οδό και συνεπώς η υπεραξία που προέκυπτε αποτελούσε επαρκή αποζημίωση για τους ιδιοκτήτες, οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα να αποδείξουν ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ότι δεν υφίστανται ωφέλεια από την απαλλοτρίωση. Οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι το τεκμήριο που στοιχειοθετείται από το άρθρο 1 του Ν. 653/1977 καθώς και το γεγονός ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε αποφανθεί ότι το τεκμήριο αυτό είναι αμάχητο, τους εμπόδισε από την δικαστική εξασφάλιση της αποζημίωσης, την οποία δικαιούνταν, δυνάμει της οριστικής δικαστικής απόφασης που ακολούθησε την απαλλοτρίωση τμήματος των ακινήτων τους. Παρέθεσαν,δε, ισχυρά επιχειρήματα προκειμένου να αποδείξουν ότι η κατασκευή μιας ανισόπεδης διάβασης κοντά στους χώρους τους όχι μόνο δεν αύξησε την αξία των ακινήτων τους αλλά αντιθέτως την μείωσε, καθώς τους στέρησε την άμεση πρόσβαση στην κεντρική οδό. Εν τέλει, το ΕΔΔΑ αποφάνθηκε ότι το σύστημα που εφαρμόζεται υπό αυτές τις συνθήκες είναι υπερβολικά ανελαστικό, δεν λαμβάνει υπόψη του την ποικιλία των καταστάσεων, αγνοώντας τις διαφορές που οφείλονται συγκεκριμένα στη φύση των εργασιών και τη διαμόρφωση του εργοταξίου, είναι προφανώς χωρίς εύλογη θεμελίωση και σε περίπτωση μεγάλου αριθμού ιδιοκτητών διαταράσσεται αναγκαστικά η δίκαιη ισορροπία μεταξύ της προστασίας του δικαιώματος της ιδιοκτησίας τους και των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος 42. Έκρινε, λοιπόν, ότι το παραπάνω αμάχητο τεκμήριο ήταν αντίθετο με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. 42 ΕΔΔΑ, Katikaridis κ.α. κατά Ελλάδος, 15.11.1996, παρ. 49. 22

Το ΕΔΔΑ ασχολήθηκε και με το ζήτημα του κατακερματισμού της διαδικασίας για την καταβολή της αποζημίωσης. Στην υπόθεση Αζάς κατά Ελλάδος με την από 19.9.2002 απόφαση του έκρινε ότι για την εξέταση όλων των ζητημάτων αποζημίωσης και κάθε συναφούς με την απαλλοτρίωση θέματος, αρμόδιο είναι το δικαστήριο που καθορίζει την αποζημίωση σε ενιαία διαδικασία 43. Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ζήτημα της ανάκλησης της απαλλοτρίωσης, συντελεσμένης ή μη. Η ΕΣΔΑ και το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο αυτής δεν περιλαμβάνουν διάταξη σχετική με την ανάκληση απαλλοτρίωσης, όμως, αυτό δε σημαίνει ότι τα προβλήματα που δημιουργούνται από την κρατική παρέμβαση στη σφαίρα της ιδιοκτησίας, με την ακούσια στέρηση της για τον ιδιοκτήτη, για λόγους δημόσιας ωφέλειας, κείνται εκτός της δικαιοδοτικής εμβέλειας του ΕΔΔΑ, στις περιπτώσεις που υφίσταται παραβίαση της Σύμβασης και του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου 44. Το ΕΔΔΑ στην υπόθεση Motais de Narbonne κατά Γαλλίας έκρινε ότι η δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων ανατρέπεται όταν παρέλθει σημαντικός χρόνος μεταξύ της κήρυξης της απαλλοτρίωσης και της εκτέλεσης του έργου αυτής και όταν η πάροδος του εύλογου χρόνου δεν αποσκοπεί η ίδια σε σκοπό δημοσίας ωφέλειας. Δέχτηκε, επομένως, την παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, επειδή υπήρξε στέρηση της υπεραξίας του απαλλοτριωθέντος για το διάστημα των 19 ετών της μη χρησιμοποίησης του για το σκοπό της απαλλοτρίωσης, κατά το οποίο η αγοραία αξία του ακινήτου αυξήθηκε σημαντικά 45. 43 ΕΔΔΑ, Azas κατά Ελλάδος, 19.9.2002, παρ. 48. 44 Κ. Χορομίδης, Η αναγκαστική απαλλοτρίωση, Ιδιωτική Έκδοση, Θεσσαλονίκη,2007, σελ. 594. 45 ΕΔΔΑ, Motais de Narbonne κατά Γαλλίας, 2.10.2002, παρ. 19-21. 23

Έχοντας υπόψη την ανωτέρω απόφαση, συμπεραίνουμε πρώτον ότι όταν το έργο δημόσιας ωφέλειας δεν πραγματοποιείται, γεννάται υποχρέωση ανόρθωσης των ζημιών, δεύτερον ότι πρέπει να υπάρχει ένα κριτήριο περί της εύλογης χρονικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου δημόσιας ωφέλειας και τρίτον ότι όταν το έργο δεν έχει εκτελεστεί εντός εύλογης προθεσμίας και δεν έχει ανακληθεί η απαλλοτρίωση, τότε θεμελιώνεται δικαίωμα αποζημίωσης του ιδιοκτήτη 46. 3. Η ρύθμιση της χρήσης αγαθών Προϋποθέσεις περιορισμού του δικαιώματος στην περιουσία Ο τρίτος κανόνας, ο οποίος διατυπώνεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου, απονέμει την εξουσία στα Κράτη να θεσπίζουν νόμους, τους οποίους κρίνουν αναγκαίους, προκειμένου να ρυθμίζουν τη χρήση των αγαθών, σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή προκειμένου να εξασφαλίζουν την καταβολή φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων. Από τη ανωτέρω διατύπωση προκύπτει ότι οι σχετικοί περιορισμοί στο δικαίωμα στην περιουσία πρέπει να είναι αναγκαίοι. Όπως προαναφέρθηκε στην περίπτωση της στέρησης της περιουσίας, έτσι και στην περίπτωση της ρύθμισης της χρήσης αγαθών τα Κράτη διαθέτουν ένα ευρύ περιθώριο εκτίμησης για τη θέση σε ισχύ των αναγκαίων μέτρων που ρυθμίζουν τα αγαθά αλλά το Δικαστήριο ελέγχει εάν αυτά τα μέτρα τελούν σε σχέση αναλογίας προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Επομένως, το Δικαστήριο ελέγχει κάθε φορά τόσο τη νομιμότητα και το σκοπό του μέτρου, με το οποίο το κράτος επεμβαίνει στη σφαίρα της ατομικής περιουσίας όσο και την τήρηση της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και της απαιτούμενης προστασίας της ατομικής περιουσίας 47. 46 Κ. Χορομίδης, Η αναγκαστική απαλλοτρίωση, Ιδιωτική Έκδοση, Θεσσαλονίκη,2007, σελ. 595. 47 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 682. 24

Η έννοια της ρύθμισης της χρήσης των αγαθών του τρίτου κανόνα του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου διαφέρει από εκείνη της στέρησης των αγαθών. Για να εφαρμοστεί, επομένως, ο τρίτος κανόνας το μέτρο δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την οριστική απώλεια της περιουσίας, η οποία κατά κανόνα συνιστά στέρηση αγαθού. Παρόλα αυτά, ακόμη και αν το αναγκαίο μέτρο συνεπάγεται απώλεια της περιουσίας, εφόσον ο σκοπός για τον οποίο επιβλήθηκε είναι η ρύθμιση της χρήσης του αγαθού,εφαρμόζεται ο τρίτος κανόνας, ο οποίος πρέπει να ερμηνεύεται, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, υπό το φως του πρώτου γενικού κανόνα περί του σεβασμού της περιουσίας του ατόμου και της ειρηνικής απόλαυσης των αγαθών. Έχει κριθεί, για παράδειγμα, ότι η απώλεια της αποσβεστικής προθεσμίας για την ανάκτηση της κυριότητας επί αγροτικής γης, η οποία αποκτήθηκε στο πρόσωπο τρίτου που ασκούσε τη νομή, και η κατ αποτέλεσμα απώλεια της κυριότητας, δεν συνιστούσε στέρηση περιουσιακών δικαιωμάτων αλλά ρύθμιση της χρήσης των αγαθών, διότι ο σκοπός του μέτρου δεν ήταν η στέρηση της κυριότητας από τους κατέχοντες τον σχετικό τίτλο αλλά η ρύθμιση των ζητημάτων αποσβεστικών προθεσμιών ή παραγραφών στο πλαίσιο της χρήσης και της κυριότητας της γης από τους ιδιώτες 48. Το Δικαστήριο, στηριζόμενο κάθε φορά στα πραγματικά περιστατικά της εκάστοτε υπόθεσης, έχει υπαγάγει στην έννοια της ρύθμισης της χρήσης αγαθών περιπτώσεις όπως η κατάσχεση ή δήμευση της περιουσίας ή περιορισμούς για την προστασία του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος, οι οποίοι θα αναλυθούν διεξοδικά στο δεύτερο μέρος της παρούσας μελέτης. Ειδικότερα, όμως, όσον αφορά την κατάσχεση ή δήμευση επί περιουσιακών αγαθών που αποτέλεσαν το αντικείμενο ή το μέσο ενός αδικήματος, το Δικαστήριο διακρίνει τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες το μέτρο της δήμευσης ακολούθησε την ποινική δίωξη, τη δίκη και την τελική καταδίκη του 48 ΕΔΔΑ, J.A.Pye (Oxford) Ltd and J.A.Pye (Oxford) Land Ltd κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Απόφαση της 30.8.2007, παρ. 64-66. 25

ενδιαφερομένου από εκείνες στις οποίες το μέτρο επιβλήθηκε ανεξάρτητα από την ποινική κατηγορία αλλά σε σχέση προς την περιουσία που θεωρήθηκε ότι αποκτήθηκε παράνομα. Στην πρώτη περίπτωση το Δικαστήριο χαρακτηρίζει τη δήμευση ως πρόστιμο 49 ενώ στη δεύτερη έχει κρίνει ότι η επέμβαση συνιστά ρύθμιση της χρήσης 50. Στον τρίτο κανόνα εντάσσονται και οι περιπτώσεις επιβολής μέτρων από το κράτος, προκειμένου να εξασφαλιστεί η καταβολή φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων. Κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ, ως εισφορές νοούνται μεταξύ άλλων τα δικαστικά έξοδα ενώ στην έννοια των προστίμων εντάσσονται και τα προαναφερόμενα μέτρα της κατάσχεσης ή της δήμευσης, τα οποία ακολούθησαν την ποινική δίωξη, τη δίκη και την τελική καταδίκη του προσφεύγοντος. Όσον αφορά στις προϋποθέσεις για τον επιτρεπτό περιορισμό των περιουσιακών δικαιωμάτων, τούτες είναι αφενός η ύπαρξη δημοσίου συμφέροντος, όπως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου, αφετέρου η σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου επίτευξη της δίκαιης ισορροπίας ανάμεσα στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος και στις απαιτήσεις για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου. Επομένως, τα μέτρα που λαμβάνει το κράτος είτε για τη ρύθμιση της χρήσης των αγαθών είτε για την εξασφάλιση της καταβολής των φόρων, των εισφορών ή των προστίμων πρέπει να εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Το Δικαστήριο, από την άλλη πλευρά, κρίνει κάθε φορά εάν το επιβληθέν μέτρο, με το οποίο υπήρξε επέμβαση στην περιουσία του προσφεύγοντος, εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, ώστε να υπαχθεί στον τρίτο υπό εξέταση κανόνα. Μέσα από την πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου έχουν κριθεί ως λόγοι δημοσίου συμφέροντος σκοποί οικονομικοί και κοινωνικοί όπως η προστασία ατόμων με ειδικές ανάγκες, η κατασκευή δημοσίων έργων, σκοποί 49 ΕΔΔΑ, Phillips κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 5.7.2001, παρ. 51. 50 ΕΔΔΑ, Raimondo κατά Ιταλίας, 22.2.1994, παρ. 29. 26

χωροταξικοί, η προστασία του περιβάλλοντος, η δημόσια υγεία και ασφάλεια και άλλοι πολλοί, οι οποίοι κρίνονται ως τέτοιοι ad hoc από το Δικαστήριο, κατόπιν εξέτασης των πραγματικών περιστατικών της κάθε υπόθεσης. Το Δικαστήριο για να διαπιστώσει εάν επιτεύχθηκε η προλεχθείσα δίκαιη ισορροπία λαμβάνει υπόψη του, καταρχήν, το μέγεθος και τη σοβαρότητα του περιορισμού που επιβλήθηκε. Έχει κρίνει, για παράδειγμα, στην υπόθεση Μαμιδάκης κατά Ελλάδας 51, ότι η επιβολή ενός υπέρογκου προστίμου για το αδίκημα της λαθρεμπορίας παραβιάζει το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου. Ειδικότερα, έκρινε ότι το επίδικο πρόστιμο αποτελεί επέμβαση στο δικαίωμα στην περιουσία, διότι στερεί από τον προσφεύγοντα ένα περιουσιακό στοιχείο, ήτοι το ποσό που πρέπει να καταβάλλει. Η επέμβαση αυτή δικαιολογείται σύμφωνα με την δεύτερη παράγραφο του άρθρου 1, το οποίο προβλέπει ρητά μία εξαίρεση σε ό,τι αφορά την καταβολή φόρων, εισφορών ή προστίμων, όμως η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως της γενικής αρχής της πρώτης παραγράφου και επομένως πρέπει να υφίσταται μία σχέση εύλογης αναλογικότητας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του επιδιωκόμενου σκοπού. Επομένως, η οικονομική υποχρέωση που γεννάται από την καταβολή ενός προστίμου μπορεί να βλάψει την ανωτέρω εγγύηση, εάν επιβάλλει στο επίδικο πρόσωπο ένα υπερβολικό βάρος ή εάν θίγει σημαντικά την οικονομική του κατάσταση. Ακολούθως, το Δικαστήριο, υπενθυμίζοντας ότι τα ποσά που επιβλήθηκαν στον προσφεύγοντα, ήτοι 3.008.216 ευρώ και 4.946.145 ευρώ κατ εφαρμογή του άρθρου 97 παρ. 3 του Τελωνειακού Κώδικα, ήταν δίχως αμφιβολία υπερβολικά υψηλά, εκτίμησε ότι η επιβολή του εν λόγω προστίμου έθιξε σε τέτοιο βαθμό την οικονομική κατάσταση του προσφεύγοντος που αποτελούσε 51 ΕΔΔΑ, Mamidakis κατά Ελλάδος, 11.1.2007, παρ. 44-48. 27

δυσανάλογο μέτρο ως προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό της καταστολής του λαθρεμπορίου 52. Κατά τον έλεγχο για την τήρηση της δίκαιης ισορροπίας, το Δικαστήριο λαμβάνει συχνά υπόψη του τις δικονομικές και ουσιαστικές εγγυήσεις που παρέχει η εσωτερική έννομη τάξη στον προσφεύγοντα για την προστασία του από παράνομα ή αυθαίρετα μέτρα που ρυθμίζουν τη χρήση της περιουσίας του ή του επιβάλλουν φόρους, εισφορές ή πρόστιμα. Τούτο καθίσταται πιο σαφές στις περιπτώσεις των μέτρων που συνιστούν ή περιλαμβάνουν την κατάσχεση ή δήμευση των περιουσιακών αγαθών, όπου εξετάζεται εάν παρέχεται η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου των ανωτέρω μέτρων, με την πρόβλεψη από το εσωτερικό δίκαιο ένδικων μέσων ή βοηθημάτων ενώπιον δικαστηρίου 53. Επίσης, στα ανωτέρω μέτρα υπάρχει η ανάγκη κάποιες φορές να συνεκτιμηθεί η συμπεριφορά ή η ανάμειξη του καθ ου η κατάσχεση ή δήμευση. Το ΕΔΔΑ έχει κρίνει ότι ο βαθμός της υπαιτιότητας ή της επιμέλειας του προσφεύγοντος, ως προς τα παραγωγικά αίτια της επιβολής του μέτρου της ρύθμισης, θα πρέπει να συνεκτιμάται από το εθνικό δικαστήριο 54. Ως προς την επίτευξη της δίκαιης ισορροπίας πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο σκοπός του μέτρου που οδηγεί στην κατάσχεση ή τη δήμευση. Σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ, στο μέτρο που η κατάσχεση ή η δήμευση εξυπηρετούν το νόμιμο σκοπό της αποτροπής σοβαρών εγκλημάτων, όπως η διακίνηση ναρκωτικών και η εμπορία ανθρώπων, το κράτος διαθέτει ευρύ 52 Γ. Κτιστάκις, Ο ποινικός χαρακτήρας ενός διοικητικού προστίμου υπό το φως της ΕΣΔΑ, Σχόλιο στην ΟλΣτΕ 990/2004, ΔτΑ 27/2005, σελ. 831 επ. 53 Λ. Α. Σισιλιάνος, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ερμηνεία κατ άρθρο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 687. 54 ΕΔΔΑ, AGOSI κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 24.10.1986, παρ. 55. 28

περιθώριο εκτίμησης ως προς την επιλογή των μέτρων και των συνεπειών τους σε σχέση προς το γενικό συμφέρον 55. Τέλος, όσον αφορά στην αποζημίωση για τη ρύθμιση της χρήσης της περιουσίας, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η νομολογία που εφαρμόζεται για τη στέρηση του αγαθού δεν είναι ευθέως εφαρμόσιμη στις περιπτώσεις της ρύθμισης της χρήσης, λόγω της διαφοράς της φύσης και της έντασης της επέμβασης τους στην περιουσία. Σε αντίθεση προς τη στέρηση όπου η αποζημίωση αποτελεί στοιχείο της δίκαιης ισορροπίας, για τα μέτρα που συνιστούν ρύθμιση της χρήσης η αποζημίωση δεν είναι πάντα απαραίτητη 56. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι το Κράτος απαλλάσσεται γενικά από την υποχρέωση του για καταβολή αποζημίωσης, ιδίως στις περιπτώσεις όπου η ρύθμιση της χρήσης έχει σημαντικές οικονομικές συνέπειες για τον προσφεύγοντα, οπότε το Δικαστήριο θα ελέγξει in concreto την τήρηση της δίκαιης ισορροπίας. Στο μέτρο, βέβαια, που προβλέπεται από την εσωτερική έννομη τάξη η καταβολή αποζημίωσης, ο προσφεύγων δεν μπορεί να προσφύγει στο ΕΔΔΑ παραδεκτά, εάν δεν έχει ασκήσει προηγουμένως τα προβλεπόμενα εσωτερικά ένδικα μέσα 57. Β. Η προστασία του περιβάλλοντος στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου Ι. Έμμεση κατοχύρωση του δικαιώματος στο περιβάλλον στην ΕΣΔΑ και τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη 55 ΕΔΔΑ, Raimondo κατά Ιταλίας, 22.2.1994, παρ. 30 επ. 56 ΕΔΔΑ, J.A.Pye (Oxford) Ltd and J.A.Pye (Oxford) Land Ltd κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Απόφαση της 30.8.2007, παρ. 79 επ. 57 ΕΔΔΑ, Fix κατά Ελλάδος, 12.7.2011, παρ. 50-58. 29