ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
Καθορισμός ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα

Ερωτήσεις απαντήσεις για την πνευματική ταυτότητα των καταληψιών της Μονής Εσφιγμένου

Θέμα: Γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών πριν τεθεί σε ισχύ ο Αστικός Κώδικας

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Μετά το 2700 λόγω συσσώρευσης του Μετώνειου σφάλματος δεν θα μπορούν να συμπέσουν ποτέ την ίδια εβδομάδα η Ιουλιανή και η Γρηγοριανή πανσέληνος

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

Συγκριτικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ... 37

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Η αυτοκάθαρση στην Εκκλησία (Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου)

Περιεχόμενα ΚΥΡΙΕΣ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ 13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Μ. ΚΟΝΙΔΑΡΗ 15 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ 19 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 23

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 9 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Αντικείμενο και πλαίσιο της εργασίας...

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΝΩΝ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Kλάσης Δυτική Εξαρχία:

Το δύσκολο διάστημα προς την Ιεραρχία

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΝΕΞΙΘΡΗΣΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Συγκριτικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο

ΜΟΝΤΕΛΟ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 2016 Δ ΣΥΝΟΔΟΣ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Άρθρο 1 Ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης και λατρείας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 5 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Το θέμα που θα μας απασχολήσει πάλι σήμερα είναι εκείνο της διδασκαλίας εις τα σχολεία μας του μαθήματος των

Γράφουμε στον πίνακα τη λέξη κλειδί «φονταμενταλισμός», διαβάζουμε τις εργασίες και καταλήγουμε στον ορισμό της. (Με τον όρο φονταμενταλισμός

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Συνάντηση αντιπροσωπείας του ΔΣ της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ) με τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων κ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Του Κυριάκου Κυριαζόπουλο, καθηγητή (επ.) του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή ΑΠΘ δικηγόρου παρ Αρείω Πάγω θεολόγου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Το τελευταίο πιο πρώιµο Πάσχα

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

1. Αναθεώρηση του Συντάγματος

Κεφαλή της Μιας Εκκλησίας είναι ο Χριστός (όλες οι τοπικές Εκκλησίες είναι Χριστοκέφαλες). Με τον όρο αυτοκέφαλο αποδίδεται, κατά τους ιερούς

Μητρ. Δημητριάδος: Το επιχειρούμενο Σύνταγμα θα αναιρεί τον εαυτό του

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 4 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Non Paper: Τα «11 σημεία» της Αρχιεπισκοπής

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

1. Έκδοση Άδειας Γάμου. 2. Πιστοποιητικό Ελευθερίας. 3. Τέλεση Γάμου - Ενημέρωση. 4. Έκδοση Άδειας Γάμου (Στην αγγλική)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Α. Ο εκκλησιασμός των μαθητών των σχολείων Α/θμιας και Β/θμιας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ

Συνεχίζεται στη Βουλή η συζήτηση για το άρθρο 3

Πατρ τ ιάρχης Αλ εξα εξ νδρείας ένας από τους πέντε μεγάλους Πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5η : ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ- ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΜΕΛΙΩ ΟΥΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Α. Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΑ

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΑΔΕΙΑΣ ΙΔΡΥΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΥΚΤΗΡΙΟΥ ΟΙΚΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Εκτακτη Ιεραρχία Οι τρεις νέοι Μητροπολίτες στις Ιερές Μητροπόλεις Γλυφάδας, Περιστερίου και Σισανίου

Ο ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ της ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ 3003/2014 Ολομέλεια

Προς τους κκ. στρατιωτικούς ε.α.,ενημέρωση επί θεμάτων της απασχόλησης των συνταξιούχων

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

θέτει στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 17 [Σημείωση: Με την εν λόγω διάταξη ορίζεται ουσιαστικώς μία μεταβατική περίοδος που χρονικά τοποθετείται από

Αγιο Ορος για αλλαγή φύλου στα 15: Θα σηκωθούν οι πρόγονοί μας από τους τάφους

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΩΝ

10. ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ - ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 5 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Σελίδα 1 από 5. Τ

Συνταγματικό Δίκαιο (Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας) LAW 102

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1279-1/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 4 /2015

Περί Πρωτείων ο λόγος...

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ : Εθνικόν και Καποδιαστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών ΑΡ. ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ECTS ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α/Α

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΕΡΓΙΑΝΝΙΔΗ ΣΤΑΘΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΜΑ: ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 77Α / 2002

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ «ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ» ΜΑΜΟΥΡΕΛΗ ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΜ 500370 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Β ΕΤΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ: ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ: ΙΝΤΖΕΣΙΛΟΓΛΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ: ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2015

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Α.Ε.Κ.Δ. = Αρχείο Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου (περιοδικό) Α.Κ. = Αστικός Κώδικας Α.Ν. = Αναγκαστικός Νόμος Α.Π. =Άρειος Πάγος Α.Π.Θ. = Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αριθ. = αριθμός Αρμ. = Αρμενόπουλος (περιοδικό) Β.Δ. =Βασιλικό Διάταγμα Βλ. = βλέπε Βούλ. = Βούλευμα Γ.Σ. = Γενική Συνέλευση Γνμδ. = γνωμοδότηση Γ.Ο.Χ. =Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Δ.Σ. = Διοικητικό Συμβούλιο Εδ. = εδάφιο Ε.Δ. = Επισκοπικό Δικαστήριο Ε.Δ.Ε. =Ειδική Διοικούσα Επιτροπή Ε.Δ.Δ.Α. = Ευρωπαικό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΕΕΝ = Ευρετήριο Ελλήνων Νομικών Εισ.= Εισαγγελέας Εκδ. = έκδοση/εκδόσεις ΕλλΔνη = Ελληνική Διακαιοσύνη (περιοδικό) Επ. = επόμενα Ε.Σ.Δ.Α. =Ευρωπαική Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ε.τ.Κ.= Εφημερίδα της Κυβερνήσεως Εφ. Αθ. = Εφετείο Αθηνών 2

Εφ. Θεσ. = Εφετείο Θεσσαλονίκης Εφ. Κερκ. = Εφετείο Κέρκυρας Ι.Σ.Ι. = Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας Καν. = κανόνας Κανον. = Κανονισμός Κ.λπ = και λοιπά Κ.Ποιν.Δικ. = Κώδικας Ποινικής Δικονομίας Κ. Πολ.Δικ.= Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Κ.Χ. = Καταστατικός Χάρτης της Ελλάδος ((Ν. 590/1977) Μ.Πλημ. = Μονομελές Πλημμειλειοδικείο Ν. = Νόμος Ν.Δ. =Νομοθετικό Διάταγμα ΝοΒ = Νομικό Βήμα Ν.π. = Νομικό Πρόσωπο Ο.Δ.Ε.Π.= Οργανισμός Διοικήσεως Εκκλησιαστικής Περιουσίας Οικ. Συν. = Οικουμενική Σύνοδος Ολομ. = Ολομέλεια Παρατ. = παρατηρήσεις Π.Δ. = Προεδρικό Διάταγμα Π.Κ. = Ποινικός Κώδικα ΠλημΚαβ =Πλημμελιοδικείο Καβάλας ΠλημΔρ =Πλημμλειοδικείο Δράμας ΠολΠρωτΑθ =Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών ΠοιΧρ =Ποινικά Χρονικά Σ. = Σύνταγμα Σημ.= σημείωση Σ.τ.Ε. = Συμβούλιο της Επικρατείας Σχολ. = σχόλιο Τ.= τόμος 3

Τεύχ.= τεύχος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ..... 6 ABSTRACT. 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ......9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΤΟ ΠΑΛΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ Α.1. Το Παλαιό και το Νέο Ημερολόγιο...11 Α.2. Γένεση του Παλαιοημερογητικού Ζητήματος...12 Α.3. Εσωτερική Διάσπαση των Ελλήνων Παλαιοημερολογιτών...17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΠΑΛΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Β.1. Η αντιμετώπιση των Παλαιοημερολογιτών από την Επικρατούσα Θρησκεία...21 Β.2. Η αντιμετώπιση των Παλαιοημερολογιτών από την Ελληνική Έννομη Τάξη και το Σύνταγμα.23 Β.3. Η απόκτηση νομικής προσωπικότητας των Παλαιοημερολογιτών, ο Νόμος 4301/2014 και το δικαίωμα στην θρησκευτική ελευθερία...30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ : ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. Γ.1. Η Εκκλησία των Γ.Ο.Χ.......35 Γ.2. Κανονισμός Συνεδριάσεων της Ι.Σ. των Γ.Ο.Χ...35 Γ.3. Κανονισμός Εκλογής Επισκόπων.37 Γ.4. Κανονισμός Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης..39 i. Τα Επισκοπικά Δικαστήρια 40 ii. Το Κατώτερο Συνοδικό Δικαστήριο.....40 iii.το Πρωτοβάθμιο δια Πρεσβυτέρους Συνοδικό Δικαστήριο....41 iv.το Δευτεροβάθμιο δια Πρεσβυτέρους και Κατώτατο Συνοδικό Δικαστήριο.....41 v.το Πρωτοβάθμιο δι Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο.....42 vi.το Δευτεροβάθμιο δι Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο.....42 vii.εκκλησιαστική Δικονομία.. 43 Γ.5. Εκκλησιαστική Οικονομική Διαχείριση..45 4

Γ.6. Ιεροί Ναοί και Μονές..48 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. 53 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...54 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΜΕΝΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ...57 i. Δικαστηρίου Ευρωπαικών Κοινοτήτων. ii. Ελληνικών Δικαστηρίων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 56 5

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας για πάνω από ενενήντα έτη το οποίο παραμένει ανεπίλυτο είναι το αποκαλούμενο «παλαιοημερολογητικό ζήτημα». Απαρχή του ζητήματος αυτού αποτέλεσε η έκδοση του Ν.Δ. της 18/25.01.1923 «περί του νέου πολιτικού ημερολογίου» με το οποίο αντικαταστάθηκε το μέχρι τότε ισχύον Ιουλιανό Ημερολόγιο από το νεότερο και διορθωμένο Γρηγοριανό. Μετά από ένα έτος, το 1924 η Ορθόδοξη Εκκλησία αποφάσισε να προσαρμόσει αλλάζοντας κατά δεκατρείς μέρες τον τρόπο υπολογισμού ειδικά των ακίνητων εορτών της, σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Αν και προς τις κινητές εορτές ο τρόπος ημερολογιακού καθορισμού παρέμεινε ο ίδιος, ωστόσο, η μεταβολή του καθορισμού του εκκλησιαστικού εορτολογικού κύκλου συνάντησε την αντίθεση σημαντικού μέρους των πιστών, οι οποίοι απομακρύνθηκαν από την επίσημη Εκκλησία και οργανώθηκαν σε ιδιαίτερες θρησκευτικές κοινότητες με δική τους διοικητική οργάνωση και περιουσία. Είναι γεγονός ότι κατά καιρούς στην ιστορία της Εκκλησίας ανέκυψαν διάφορα ζητήματα που είχαν σχέση με το ημερολόγιο που όμως αντιμετωπίσθηκαν καθώς η κανονική παράδοση ποτέ δεν έδωσε στο ημερολόγιο δογματική σημασία θεωρώντας ότι τέτοιου είδους διαφορές μεταξύ των τοπικών εκκλησιών είναι επουσιώδεις και πρέπει να αντιμετωπίζονται με πνεύμα ενότητας από την Εκκλησία. Γι αυτό το λόγο μέχρι σήμερα η επικρατούσα θρησκεία δεν έχει ανακηρύξει σχισματικές τις ομάδες αυτές. Όσον αφορά τη νομική θέση των παλαιοημερολογιτών, αυτή παρουσιάζει αρκετή περιπλοκότητα καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος σύγχυσης των υπαρχουσών παρατάξεων όχι μόνο με την επικρατούσα θρησκεία αλλά και τις υπόλοιπες υπάρχουσες παλαιοημερολογίτικες κοινότητες. Ομοίως, ασαφής είναι και η στάση της πολιτείας και της νομολογίας των ελληνικών δικαστηρίων όπου άλλοτε αντιμετωπίζουν την θρησκευτική κοινότητα των παλαιοημερολογιτών ως «γνωστή θρησκεία», αναγνωρίζοντας της το αυτοδιοίκητο και άλλοτε την χαρακτηρίζουν ως 6

«παρασυναγωγή» σε σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος με αποτέλεσμα να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις που διέπουν την επικρατούσα θρησκεία. Σε κάθε περίπτωση, ενόψει των Συνταγματικών, Ευρωπαϊκών και Διεθνών επιταγών, επιβάλλεται να διασφαλιστεί ότι οι παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών θα μπορούν να ασκούν το δικαίωμα τους στη θρησκευτική ελευθερία χωρίς διακρίσεις. Αυτό ενισχύεται από τη προσπάθεια της πολιτείας - μέσα από υπουργικές αποφάσεις και νομοθετήματα όπως ο νεοσύστατος Νόμος 4301/14 - να καθορίσει ένα ελάχιστο νομοθετικό πλαίσιο, η ίδια δε η «Εκκλησία των Γ.Ο.Χ. Ελλάδος» στην ο- ποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος των χριστιανών που παραμένουν πιστοί στο παλαιό ημερολόγιο προσπαθεί μέσα από το Καταστατικό της και τους θεσπισθέντες Κανονισμούς της να προστατευθεί από τυχόν αυθαιρεσίες και να διασφαλίσει τη εγκυρότητα των λειτουργιών της αλλά και την αυτή νομιμότητα των λειτουργών της. 7

ABSTRACT One of the biggest problems of the Greek Orthodox Church for over ninety years which remains unresolved is called old calendar issue. The beginning of this issue was the PD 18 / 01.25.1923 "on the new political calendar" which replaced the existing Julian Calendar of the newest and corrected Gregorian. After one year, in 1924 the Orthodox Church decided to adapt by changing thirteen days the calculation of specific immovable feasts in accordance with the Gregorian calendar. Although to moveable holidays the way down calendar remained the same, however, the change in the definition of the ecclesiastical church calendar cycle was opposed by a significant part of the faithful members, who were removed from the Constitutionally Recognised Church and organized into separate religious communities with their own administrative organization and property. It is true that at times in the history of the Church raised several issues that were related to the calendar but treated as normal tradition never gave calendar dogmatic significance considering that such differences between local churches are immaterial and should be treated with spirit of unity by the Church. For this reason, until now the dominant religion does not declare these communities schismatic. As regards, the legal position of the Julian calendar, presents sufficient complexity due to the risk of confusing the existing factions not only with the prevailing religion but also with the other existing old orthodox calendar communities. Similarly, unclear is the attitude of the state and the case-law of Greek Courts which sometimes face the religious communities of the Julian calendar as a "known religion", in recognition of the self-governed and sometimes characterize them as "conventicle" in connection with the Orthodox Church of Greece result to apply the provisions governing the prevailing religion. In any case, in view of the Constitutional, European and International requirements are imposed to ensure that the communities of the old calendar can exercise their right to freedom of religion without discrimination. This is supported by the efforts of state - through decrees and laws as the newly established 4103/14 - which define a minimum legislative framework. Also, the "Church of Genuine Orthodox Christians that owns the majority of Christians who remain faithful to the old calendar is trying through its Statute and the rules laid Regulations to protect itself from any arbitrariness and ensure the validity of functions and the legitimacy of its priests. 8

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το κίνημα των παλαιοημερολογιτών ή Γνήσιων Ορθόδοξων Χριστιανών (Γ.Ο.Χ.) όπως αυτοαποκαλούνται, ανάγει την αρχή του στην εισαγωγή του γρηγοριανού ημερολογίου για τον υπολογισμό των ακινήτων εορτών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η υιοθέτηση του νέου ημερολογίου το 1924 από την Εκκλησία της Ελλάδος θεωρήθηκε από μερίδα του πληρώματός της ότι συνιστά απαράδεκτη καινοτομία και συνακόλουθα θεμελιώδη απόκλιση από τις αρχές και τη διδασκαλία της ορθοδόξου πίστεως. Το γεγονός αυτό στάθηκε αιτία για τους διαφωνούντες να αποσπαστούν διοικητικά και να οργανωθούν σε ιδιαίτερες κοινότητες, με σκοπό την επαναφορά του «πατρίου εορτολογίου» στην εκκλησιαστική ζωή. Βέβαια, δεν πρέπει να παραληφθεί το γεγονός ότι το παλαιό ημερολόγιο ακολουθείται από αρκετές Ορθόδοξες Εκκλησίες, όπως το Άγιο Όρος και τη Ρωσία, χωρίς ωστόσο να έχει διακοπεί η κανονική κοινωνία με τις υπόλοιπες που υιοθέτησαν το νέο ημερολόγιο. Αυτό συμβαίνει γιατί στους κόλπους της Εκκλησίας έχει κυριαρχήσει η άποψη ότι η συγκεκριμένη διαφορά δεν αποτελεί ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας, ικανό να διαταράξει την πνευματική της ενότητα και έτσι, κάθε επιμέρους Εκκλησία διατηρεί το δικαίωμα να ακολουθεί όποιο ημερολόγιο επιθυμεί, χωρίς το γεγονός αυτό να επηρεάζει τις μεταξύ τους σχέσεις. Η ιδιαιτερότητα του κινήματος των Γ.Ο.Χ έγκειται στην αναγωγή του ημερολογιακού ζητήματος σε μείζον θέμα, η διαφωνία επί του οποίου καθιστά αδύνατη τη διατήρηση της κανονικής κοινωνίας. Με την πάροδο του χρόνου οι ενστάσεις των Γ.Ο.Χ. διευρύνθηκαν και επεκτάθηκαν και σε άλλους τομείς της εκκλησιαστικής δράσης, όπως η σφοδρή αντίθεσή τους για την παρουσία και τη συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών ή για τη διενέργεια θεολογικών διαλόγων με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Και ενώ μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ότι υφίστανται αντιρρήσεις επί των ανωτέρω ζητημάτων και μέσα στους κύκλους της Εκκλησίας, ωστόσο οι ενιστάμενοι παραμένουν στο σώμα της Εκκλησίας παρόλες τις ενστάσεις τους. 9

Αντίθετα, για το κίνημα των Γ.Ο.Χ. οι ενέργειες αυτές προσελάμβαναν ιδιαίτερες διαστάσεις ώστε να επέλθει διεύρυνση του χάσματος που προκάλεσε η εισαγωγή του νέου ημερολογίου. Οι σοβαρές διαφωνίες που παρουσιάστηκαν στο εσωτερικό των Γ.Ο.Χ. είχαν ως αποτέλεσμα τη διάσπασή τους σε περαιτέρω επιμέρους κοινότητες με ιδιαίτερη διοικητική οργάνωση (Σύνοδο, Μητροπόλεις) και ιεραρχία η καθεμία. Οι κοινότητες αυτές δεν έχουν πνευματική ενότητα ούτε με την Εκκλησία της Ελλάδος ούτε με τα υπόλοιπα Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Πέραν αυτών, υπάρχουν και μεμονωμένοι κληρικοί μη ανήκοντες σε καμία από τις γνωστές παρατάξεις των Γ.Ο.Χ. που αυτοαποκαλούνται επίσκοποι ή ηγούμενοι Γ.Ο.Χ. ή γενικά φέρουν κάποιο ιερατικό τίτλο και πλαισιώνονται από ολιγάριθμες ομάδες πιστών εξ ου και δυσχεραίνεται το έργο της ελληνικής πολιτείας να διαπιστώσει την εγκυρότητα των θρησκευτικών τελετών που διενεργούν τα ανωτέρω πρόσωπα. Για την Εκκλησία της Ελλάδος οι κοινότητες των Γ.Ο.Χ. αντιμετωπίζονται επί το πλείστον ως «παρασυναγωγές» ως κινήματα απειθαρχίας δηλαδή έναντι της δικαιοδοσίας της, εξακολουθώντας όμως να τους θεωρεί μέλη του πληρώματος καθώς ναι μεν έχει διακοπεί η κοινωνία μεταξύ τους πλην όμως δεν έχουν επίσημα αναγνωριστεί ως αιρετικοί ή σχισματικοί. Με την παρούσα εργασία στο πρώτο μέρος γίνεται μία προσπάθεια προσέγγισης του ζητήματος της επικράτησης του νέου γρηγοριανού ημερολογίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος και τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας μετά την απόφαση της Ιερά Συνόδου να ακολουθήσει το νέο αυτό ημερολόγιο. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζεται η από θεολογικής άποψης αντιμετώπιση των παλαιοημερολογιτών από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, και από νομική άποψη η θέση της ελληνικής πολιτείας και δικαιοσύνης από τις απαρχές ίδρυσης της ομάδας των Γ.Ο.Χ. μέχρι σήμερα. Τέλος, στο τρίτο μέρος γίνεται εκτενής αναφορά στο εσωτερικό δίκαιο που διέπει την Εκκλησία των Γ.Ο.Χ. Ελλάδος στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος των πιστών που ακολουθεί το παλαιό ημερολόγιο. 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΤΟ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ Α. 1. Το Παλαιό και το Νέο Ημερολόγιο στις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Από τον πρώτο αιώνα μετά Χριστό, οι χριστιανικοί λαοί που βρίσκονταν εντός του Ρωμαικού κράτους, χρησιμοποίησαν στις κοινωνικές τους σχέσεις το τότε ισχύον ιουλιανό ημερολόγιο. Το ημερολόγιο αυτό αποδέχθηκε εξ αρχής και η Εκκλησία, επί του οποίου μάλιστα προσδιόρισε σταθμούς εορταστικούς απαρτίζοντας έτσι το ημερολόγιο της. Οι σταθμοί αυτοί προσέδωσαν στο ιουλιανό ημερολόγιο εκκλησιαστικό όχι όμως δογματικό χαρακτήρα ώστε να τηρούνται οπωσδήποτε ταυτόχρονα ή ομοιόμορφα όλες οι επί μέρους Χριστιανικές Εκκλησίες. Αντιθέτως, οι τοπικές Εκκλησίες διαμόρφωναν τον εορταστικό τους κύκλο κατά διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τις ιδιαίτερες παραδόσεις τους. Ασυμφωνία παρατηρήθηκε και στην εορτή του Πάσχα, την οποία άλλοι μεν γιόρταζαν μαζί με τους Εβραίους την 14 η του Εβραικού μήνα «Νισάν» σε οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας, άλλοι δε μετά το Εβραικό Πάσχα, πάντοτε την πρώτη Κυριακή και μετά την εαρινή ισημερία. Η διαφοροποίηση αυτή και ιδίως ο κατά παράβαση του ζ Αποστολικού Κανόνα συνεορτασμός του Πάσχα με τους Εβραίους επέφερε ανωμαλίες στο σώμα της Εκκλησίας, σε βαθμό που να απειλείται ακόμη και η ενότητά της. Την άρση των ανωμαλιών αυτών επιχείρησε η Α Οικουμενική Σύνοδος η ο- ποία συγκλήθηκε για την αντιμετώπιση της αρειανικής αίρεσης και άλλων εκκλησιαστικών σχισμάτων και ζητημάτων το 325. Η Σύνοδος όρισε να εορτάζεται το Πάσχα ταυτόχρονα απ όλους τους Χριστιανούς και συγκεκριμένα «την πρώτη Κυριακήν, μετά την πρώτην πανσέληνον της εαρινής ισημερίας» και φυσικά μετά το Εβραικό Πάσχα. Το ιουλιανό ημερολόγιο όμως δεν ήταν άμοιρο ατελειών. Συγκεκριμένα, η χρονική διάρκεια του έτους ήταν κατά 11 λεπτά και 13 δεύτερα της ώρας περίπου μεγαλύτερη της πραγματικής διάρκειας του ηλιακού έτους. Η διαφορά αυτή των 11 περίπου λεπτών συμπλήρωνε σε 128 έτη μία ολόκληρη ημέρα με αποτέλεσμα με την 11

πάροδο των αιώνων η εαρινή ισημερία να κατέρχεται από 21 η Μαρτίου σε χαμηλότερες ημερομηνίες. Έτσι όμως, υποστηρίχθηκε η άποψη πώς κάποτε οι εορτές του χειμώνα θα μεταφέρονταν στην περίοδο της άνοιξης ή ακόμα και του καλοκαιριού. Πράγματι, το έτος 1582, η εαρινή ισημερία είχε κατέλθει από την 21 η Μαρτίου στην 11 η Μαρτίου. Προς επαναφορά της 21 ης Μαρτίου στην φυσική εαρινή ισημερία και άρση των ανωμαλιών που οφείλονταν στις ατέλειες του ιουλιανού ημερολογίου ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ εισήγαγε το 1852 νέο ακριβέστερο ημερολόγιο, το Γρηγοριανό. Ο Πάπας απέκοψε δέκα ημέρες από τον μήνα Οκτώβριο ονομάζοντας την 5 η Οκτωβρίου ως 15 η Οκτωβρίου και έτσι η εαρινή ισημερία επανήλθε κατά το 1583 από τις 11 στις 21 Μαρτίου. Όμως ούτε το Γρηγοριανό ημερολόγιο ήταν άμοιρο ατελειών, καθώς κατ αυτό, το έτος θεωρήθηκε ίσο προς 365 ημέρες, πέντε ώρες, 49 και 12, ήταν δηλαδή κατά 26 λεπτά περίπου μεγαλύτερο του πραγματικού. Το μεγαλύτερο όμως μειονέκτημα του ήταν ότι το Πάσχα εορταζόταν μερικές φορές ταυτόχρονα ή ακόμη και προ του Εβραικού Πάσχα κατά προφανή παράβαση του ζ Αποστολικού Κανόνα αλλά και περί του Πάσχα διατάξεων της Α Οικουμενικής Συνόδου. Για το λόγο αυτό, όταν ο Πάπας Γρηγόριος επιδίωξε να επιβάλλει το ημερολόγιό του και στην Ανατολική Εκκλησία, οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες το καταδίκασαν μέσω τριών τοπικών Συνόδων εν έτει 1583, 1587 και 1953. Οι Πατριάρχες, θεώρησαν την παπική μεταβολή του ημερολογίου ως αυθαίρετη καταπάτηση των εκκλησιαστικών παραδόσεων, άκαιρη και μη αναγκαία, καθώς εκείνη την εποχή υπήρχαν άλλα σοβαρότερα ζητήματα προς διόρθωση «και ουχί τα παίγνια των ορολογίων τούτων». Επιπλέον, οι Πατριάρχες με την καταδίκη του παπικού ημερολογίου θέλησαν να προφυλάξουν το ποίμνιο τους από τους προπαγανδιστικούς σκοπούς των Λατίνων, οι οποίοι χρησιμοποίησαν κάθε μέσο προς την πνευματική άλωση της Ορθοδόξου Ανατολής 1. Α.2 Η γένεση του Παλαιοημερολογητικού ζητήματος. 1 Υποστηρίχθηκε ότι η Ρωμαική Εκκλησία μέσω της επιβολής του Γρηγοριανού Ημερολογίου προσπάθησε να ενισχύσει το θρησκευτικό και κοσμικό της κύρος. Σαργολόγος Γ., «Το Γρηγοριανό Ημερολόγιο και η στασις της Ορθοδοξίας», εκδόσεις Καλός Τύπος, 2007, σελ.15. 12

Η συνειδητοποίηση των ατελειών του Ιουλιανού ημερολογίου είχε οδηγήσει σε προσπάθειες διορθώσεως του και εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, από τους πρώτους ο Νικηφόρος Γρηγοράς το 1324 υπέβαλε έκθεση στον Ανδρόνικο τον πρεσβύτερο για διαρρύθμιση του ημερολογίου, όμως δεν λήφθηκε υπόψη καθότι θεωρήθηκε ότι θα επέφερε σύγχυση στους κόλπους της Εκκλησίας. Το ίδιο ζήτημα επανήλθε στο προσκήνιο όταν ο Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ ο Γ απήυθυνε στους αρχηγούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών εγκύκλιο. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, γνωρίζοντας ότι ο χαρακτήρας του ημερολογιακού ζητήματος δεν ήταν μόνο επιστημονικός αλλά και θρησκευτικός λόγω της συνδέσεως του Ιουλιανού ημερολογίου με το εορτολόγιο και το πασχάλιο της Εκκλησίας, αρνήθηκαν την αλλαγή ημερολογίου. Εκτός από τον κίνδυνο παραβιάσεως των αποστολικών και συνοδικών διατάξεων περί της εορτής του Πάσχα και τον κίνδυνο ενδοεκκλησιαστικών ανωμαλιών λόγω της πιθανής ημερολογιακής μεταβολής, οι Εκκλησίες πρόβαλαν επίσης και τον φόβο της διευκολύνσεως της προσηλυτιστικής δράσεως της Δυτικής Εκκλησίας. Παρά ταύτα, δεν απέκλειαν μία μελλοντική τροποποίηση του ημερολογίου, έθεταν όμως ορισμένους απαραίτητους όρους για την τροποποίησή του και συγκεκριμένα να προηγηθεί κοινή συμφωνία όλων των Ορθόδοξων Εκκλησιών, να μην παραβιασθούν οι σχετικές προς το πασχάλιο διατάξεις και να αποφευχθεί κάθε ταραχή και διάσπαση στους πιστούς. Μετά τη λήξη του Α Παγκοσμίου πολέμου το ζήτημα της αλλαγής του ημερολογίου άρχισε και πάλι να απασχολεί την ελληνική Πολιτεία και Εκκλησία. Το 1919 η Εκκλησία κατήρτισε ειδική επιτροπή αποτελούμενη από τους μητροπολίτες Ναυπακτίας και Δημητριάδος Αμβρόσιο και Γερμανό και από τους καθηγητές Εμμανουήλ Ζολώτα, Δημήτριο Αιγινήτη και Χρήστο Παπαδόπουλο. Αφού μελέτησαν το θέμα, γνωμάτευσαν ότι «η μεταβολή, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, ηδύνατο να γίνη μετά συνεννόησιν πασων των αυτοκέφαλων Εκκλησιών, ιδία του οικουμενικού πατριαρχείου, εις ο ανατίθεται η πρωτοβουλία εξευρέσεως τελειοτέρου των υπαρχόντων ημερολογίων» 2. Έτσι, η Εκκλησία συμφώνησε και αποφάσισε να εμμείνει στο Ιουλιανό ημερολόγιο μέχρι το οικουμενικό Πατριαρχείο να καταρτίσει άλλο τελειότερο του Γρηγοριανού 2 Παπαδάκης Β. Αχιμανδρίτης, Το σχίσμα του Ζηλωτικού παλαιοημερολογιτισμού, εκδόσεις Ρέθυμνο: Ιερά Μονή Αγίας αναστασίας της Ρωμαίας, 2008, σελ. 25. 13

επιτρέποντας στην πολιτεία να εφαρμόσει το γρηγοριανό αφού ήδη το χρησιμοποιούσε όλη η Ευρώπη. Η λύση του διπλού ημερολογίου, ενός πολιτικού και ενός θρησκευτικού δεν ικανοποίησε την Κυβέρνηση Γονατά και το 1923 συστήθηκε Επιτροπή 3 για να μελετήσει ενδελεχώς την ημερολογιακή αναπροσαρμογή. Η κυβέρνηση, καθ υπόδειξη της από 16.01.1923 εκθέσεως της επιτροπής, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε σκόπιμο να διατηρηθεί το Ιουλιανό Εορτολόγιο μέχρι να υπάρξει συναίνεση στην μεταβολή αυτού από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, εισηγήθηκε στον Βασιλιά Γεώργιο τον Β την υπογραφή Διατάγματος με το οποίο θα καθιερωνόταν το Γρηγοριανό Ημερολόγιο ως πολιτικό ημερολόγιο και ως εκκλησιαστικό θα παρέμενε το Ιουλιανό βάσει του οποίου θα καθορίζονταν οι κατά τους κείμενους νόμους εορτές, εξαιρετέες μέρες καθώς και η ημέρα της 25 ης Μαρτίου. Πρώτη λοιπόν η Πολιτεία ακολουθώντας το παράδειγμα των περισσότερων κρατών 4 εισήγαγε με Βασιλικό Διάταγμα στις 18.01./25.01.1923 το Γρηγοριανό ημερολόγιο στις πολιτικές και κοινωνικές της σχέσεις ενώ η Εκκλησία θα εξακολουθούσε να τηρεί το Ιουλιανό. Έτσι το εορτολόγιο της Εκκλησίας ήταν 13 ημέρες πίσω από το ημερολόγιο της Πολιτείας με αποτέλεσμα να επέλθει σύγχυση και αταξία στον χριστιανικό λαό. Όταν η Εκκλησία είχε Κυριακή και οι πιστοί έπρεπε να εκκλησιασθούν και να απέχουν από την εργασία τους, η Πολιτεία είχε ημέρα Δευτέρα. Η 25 η Μαρτίου αναγκαστικά χωρίστηκε από την εορτή του Ευαγγελισμού ενώ το Πάσχα εορτάστηκε ημέρα Δευτέρα. Τη Πρωτοχρονιά του 1924 ενώ έπρεπε να τελεσθούν δοξολογίες, να γίνουν παρελάσεις και να τηρηθούν οι παραδόσεις οινοποσίας, ο λαός νήστευε ακόμη την νηστεία των Χριστουγέννων διότι το εκκλησιαστικό ημερολόγιο σημείωνε μόλις 19 Δεκεμβρίου. Όλα αυτά κατέδειξαν ότι στην Ελλάδα είναι ανέφικτη η συνύπαρξη δύο ημερολογίων. Στο μεταξύ, στις 16 Φεβρουαρίου του 1923, ο Πατριάρχης Μελέτιος ο Δ προκήρυξε ένα Πανορθόδοξο Συνέδριο. Αυτό συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη από τις 10 Μαίου έως τις 8 Ιουνίου για να συζητηθεί μεταξύ άλλων η μεταρρύθμιση του 3 Απαρτιζόμενη από τον Υπουργό Οικονομικών Γ. Κοφινά, από τους καθηγητές πανεπιστημίου Δ. Αιγινήτη, Χρυς. Παπαδοπούλου, Α. Αλιβιζάτου και τον δικηγόρο Π. Τσιτσεκλή. 4 Όπως Βουλγαρία, Ρωσία και Σερβία. 14

ημερολογίου. Οι σύνεδροι αποφάσισαν ομόφωνα ότι πρέπει οπωσδήποτε να αρθεί η διαφορά των δύο ημερολογίων αφού η άρση αυτή δεν προσκρούει ούτε σε δογματικό ούτε σε κανονικό κώλυμα. Μάλιστα, πρότειναν τέλειο Κανόνα του Πάσχα, στηριζόμενο στα πορίσματα της σύγχρονης αστρονομίας. Όμως όσες Εκκλησίες δεν είχαν στείλει εκπροσώπους στο συνέδριο δεν δέχθηκαν τις προτάσεις, ομοίως δε τις απέρριψαν οι Πατριάρχες Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων γιατί αυτές τις Εκκλησίες δεν τις απασχολούσε το συγκεκριμένο ζήτημα. Όμως απασχολούσε την Ελληνική, γι αυτό και κατέλαβε μια τελευταία προσπάθεια να φέρει όλες της Αυτοκέφαλες Εκκλησίες των Ορθοδόξων σε συνεννόηση. Τελικά, η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία την αλλαγή του ημερολογίου αναγκάσθηκε να αποφασίσει εντός του έτους προκειμένου να λάβει τέλος η σύγχυση των πιστών λόγω της χρήσης του διπλού ημερολογιακού συστήματος. Η ανωτέρω διόρθωση δεν θα έθιγε το εορτολόγιο της Εκκλησίας καθώς οι ακίνητες εορτές θα εορτάζονταν όπως πάντοτε με τη διαφορά ότι πλέον θα συνέπιπταν με τις ημερομηνίες του πολιτικού ημερολογίου. Αλλά και το πασχάλιο θα έμενε άθικτο και αμετάβλητο από την ανωτέρω διόρθωση, καθώς το Πάσχα και οι μετά αυτού κινητές εορτές θα εξακολουθούσαν να εορτάζονται κατά το εκκλησιαστικό ημερολόγιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της Α Οικουμενικής Συνόδου απλά θα είχαν νέες ημερομηνίες, αυτές του πολιτικού ημερολογίου, δηλαδή 13 ημέρες αργότερα. Τέλος, με το νέο διορθωμένο ημερολόγιο η εαρινή ισημερία θα επανερχόταν και πάλι στην πραγματική της ημερομηνία. Στις δέκα Μαρτίου του ίδιου έτους ανέβηκε στο θρόνο των Αθηνών ο Χρυσόστομος ο οποίος εισηγήθηκε προς τη Σύνοδο Ιεραρχίας που συνήλθε στις 18 Απριλίου την ανάγκη ταυτίσεως του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το πολιτικό και η εισήγηση αυτή έγινε δεκτή από τη Σύνοδο. Έτσι, στις 23.12.1923 ο Χρυσόστομος υπέβαλε προς την Σύνοδο της Ιεραρχίας, η οποία είχε συνέλθει για την επικύρωση του Καταστατικού Νόμου της Εκκλησίας, τις αποφάσεις του Διορθόδοξου Συνεδρίου της Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίες έγιναν δεκτές κατά πλειοψηφία για την ημερολογιακή ρύθμιση πλην των μειοψηφισάντων Δημητριάδος Γερμανού, Πατρών Αντωνίου, Θήρας Αγαθαγγέλλου και Χαλκίδος Γρηγορίου. 15

Η διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου πραγματοποιήθηκε τελικά στις Εκκλησίες της Κωνσταντινουπόλεως, Ελλάδος και Κύπρου στις 10 Μαρτίου του 1924 διά της μετονομασίας της σε 23η Μαρτίου δυνάμει της υπ αριθμ. 430/1 εγκυκλίου. Οι Πατέρες της Α Οικουμενικής Συνόδου έχοντας σκοπό να ενισχύσουν την εκκλησιαστική ενότητα των ανά τον κόσμο Χριστιανών, αποφάσισαν τον ταυτόχρονο εορτασμό του Πάσχα σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες καθώς θα ήταν απρεπές άλλοι πιστοί να νηστεύουν και άλλοι όχι εξαιτίας της διαφοροποίησης του ημερολογίου. Αντίθετα, οι Εκκλησίες που διόρθωσαν το ημερολόγιο το 1924 κατόρθωσαν μεν τη συμφωνία του εκκλησιαστικού και του πολιτικού ημερολογίου στις χώρες τους, επέφεραν όμως ταυτόχρονα εορτολογικό διχασμό μεταξύ αυτών και των υπόλοιπων Τοπικών Εκκλησιών, μερικές από τις οποίες εμμένουν έως και σήμερα στο Ιουλιανό ημερολόγιο. Τόσο η πράξη της διόρθωσης στη συγκεκριμένη στιγμή όσο και ο τρόπος τον οποίο πραγματοποιήθηκε θεωρήθηκαν από ένα μεγάλο μέρος των Πατέρων της Εκκλησίας εσφαλμένες κυρίως λόγω της πίεσης από την πλευρά της πολιτείας να υπάρξει ενιαίο ημερολόγιο 5. Χαρακτηριστικά, ο τέως αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος, ανέφερε ότι ουσιαστικά την περίοδο εκείνη δεν συνέτρεχαν σοβαροί εκκλησιαστικοί λόγοι για τη διόρθωση του ημερολογίου αλλά λόγοι πολιτικοί, εμπορικοί και κοινωνικοί ήταν εκείνοι που άσκησαν πίεση στην Εκκλησία και την οδήγησαν στην λήψη αυτής της αποφάσεως. Εάν δηλαδή δεν προηγούνταν η ενέργεια της Πολιτείας, η Εκκλησία δεν θα προχωρούσε στην ημερολογιακή αυτή μεταρρύθμιση. Μάλιστα η πίεση της Πολιτείας υπήρξε τόσο ισχυρή, διαδραματίζοντας τέτοιο ρόλο ώστε η αλλαγή του Ορθόδοξου ημερολογίου έγινε με πρωτοφανή σπουδή και υποταγή της Εκκλησίας σε πολιτικές σκοπιμότητες. 6 Μία τόσο βεβιασμένη διόρθωση του ημερολογίου αφενός παρά τις αντιρρήσεις ορισμένων Ιεραρχών όπως της Αντιόχειας και της Αλεξάνδρειας αφετέρου δε εν όψει της ανεπαρκούς προετοιμασίας, ενημερώσεως και διαφωτίσεως 5 ο.π. υποσ. 2 σελ. 28. 6 Παρασκευαϊδη Χ., Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Ιστορική και κανονική θεώρησης του παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά τε την γένεσιν και εξελιξιν αυτού εν Ελλάδι, εκδόσεις Χρυσοπηγή, 1982, (διδακτορική διατριβή Αθηνών), σελ. 104-105. 16

του πληρώματος της Εκκλησίας, ήταν φυσικό επακόλουθο να επιφέρει και τη σύγχυση και τη διαίρεση του. Ο εορτολογικός αυτός διχασμός θα μπορούσε να επιφέρει και τον διχασμό της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας καθώς οι επί μέρους Εκκλησίες που διατήρησαν το Παλαιό ημερολόγιο θα μπορούσαν να διακόψουν τις σχέσεις με την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία και να την κηρύξουν σχισματική καθώς μονομερώς προχώρησε στην μεταβολή του εορτολογίου παραβλέπουσα ότι η μεταρρύθμιση του ημερολογίου έπρεπε να επέλθει κατόπιν συγκλήσεως Οικουμενικής Συνόδου που θα την απάρτιζαν όλες οι Ορθόδοξες τοπικές Εκκλησίες. Τελικά όμως οι Ορθόδοξες Εκκλησίες αποφάσισαν την ενότητα της Εκκλησίας 7 με την αιτιολογία ότι η ημερολογιακή μεταρρύθμιση δεν προσέκρουε στα δόγματα της πίστεως. Α.3. Η εσωτερική διάσπαση των Ελλήνων Παλιοημερολογιτών. Το 1926 συγκροτήθηκε νόμιμα η πρώτη αυτοκληθείσα «Ελληνική Θρησκευτική Κοινότης των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών», η οποία ακολούθησε το ορθόδοξο δόγμα αλλά ημερολογιακά ακολούθησε το Ιουλιανό Εορτολόγιο. Από το 1934 η κοινότητα των Γ.Ο.Χ. είχε επαφές με την Ιεραρχία των Ρώσων της Διασποράς, στη Σερβία, με αίτημα την απόκτηση κανονικώς χειροτονημένων επισκόπων, οι οποίοι θα ηγούνταν των Γ.Ο.Χ. στην Ελλάδα. Μετά το πέρας ενός έτους και μη επελθούσης κάποιας λύσης, στις 26 Μαρτίου του 1935 τέθηκαν επικεφαλής των Παλαιοημερολογιτών τρεις μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης, ο Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης και ο Ζακύνθου Χρυσόστομος Δημητρίου οι οποίοι με δήλωσή τους προς την Ιερά Σύνοδο διέκοπταν κοινωνία με αυτή και τους λοιπούς Μητροπολίτες. Οι τρείς πλέον Επίσκοποι προέβησαν σε χειροτονίες τεσσάρων αρχιμανδρίτων 8 και έκαναν δική τους Σύνοδο «Πατρίου ημερολογίου». 7 Οι Εκκλησίες της Σερβίας, των Ιεροσολύμων και της Ρουμανίας έστειλαν την συγκατάθεσή τους έπειτα από την διόρθωση του ημερολογίου. 8 Ο Κυκλάδων Γερμανός Βαρυκόπουλος, ο Μεγαρίδος Χριστόφορος Χατζής, ο Βρεσθένης Ματθαίος Καρπαθάκης και ο Διαυλείας Πολύκαρπος Λίωσης. 17

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εφάρμοσε κατά των ανωτέρω αρχιερέων και των υπ αυτών χειροτονηθέντων την εκκλησιαστική ποινική νομοθεσία εισάγωντας αυτούς σε δίκη ενώπιον του Πρωτοβαθμίου για Αρχιερείς Δικαστηρίου με τις κατηγορίες της φατρίας, παρασυναγωγής, τυρείας και καταφρόνησης της κανονικής και νομίμου Εκκλησίας της Ελλάδος, ήτοι για παράβαση των θείων και ιερών Κανόνων ΛΔ της ΣΤ Οικουμενικής Συνόδου, Ε της εν Αντιοχεία και ΙΔ και ΙΕ της Πρωτοδευτέρας, καταδικάζοντας τους όλους με την ποινή της καθαιρέσεως. Δύο χρόνια αργότερα, το 1937 ο Μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος εγκατέλειψε τον αγώνα των παλαιοημερολογιτών επανερχόμενος κανονικά στην Ιεραρχία της Εκκλησίας το ίδιο δε έπραξαν και δύο εκ των χειροτονημένων αρχιμανδρίτων 9. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους παρατηρήθηκε η πρώτη ρήξη μεταξύ των Γ.Ο.Χ. με εκφραστή τον Ματθαίο Καρπαθάκη, ο οποίος αποκήρυξε τον Φλωρίνης Χρυσόστομο και σχημάτισε δική του ομάδα μαζί με τον Κυκλάδων Γερμανό. Ειδικότερα, ο Ματθαίος και οι οπαδοί του υποστήριζαν την θεωρία περί αυτόματης αποκοπής της καινοτόμου Εκκλησίας της Ελλάδος από το σώμα της Εκκλησίας και της επακολουθήσης αυτόματης απώλειας της θείας Χάριτος από τα Μυστήρια της λόγω της αλλαγής του ημερολογίου. Από την άλλη πλευρά, οι Φλωρινιακοί αντέτειναν, ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε μόνο έπειτα από καταδικαστική απόφαση Πανορθόδοξης Συνόδου 10. Για τον λόγο αυτό οι τελευταίοι αρνούνταν κατηγορηματικά και χαρακτήριζαν παράνομη την αναμύρωση 11 των νεοημερολογιτών που βαπτίστηκαν μετά την αλλαγή του ημερολογίου κατά την προσχώρησή τους στους Γ.Ο.Χ. Η πρώτη επομένως διάσπαση δημιούργησε δύο ομάδες, τους «ματθαιικούς» και τους «φλωρινικούς». 9 Ο Μεγαρίδος Χριστόφορος και ο Διαυλείας Πολύκαρπος. 10 Η θέση αυτή του Χρυσοστόμου που αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης των επισκόπων που διακηρύττουν αιρετικά φρονήματα είναι σύμφωνες με την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων καθότι στις περιπτώσεις αυτές πράγματι υφίσταται το δικαίωμα να διακοπεί η εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους και να γίνει καταγγελία σε Ορθόδοξο Σύνοδο, η οποία είναι η μόνη αρμόδια να τους αποκόψει από το σώμα της Εκκλησίας, Σημειώνεται επίσης ότι ένας κληρικός τίθεται εκτός Εκκλησίας είτε με συνοδική απόφαση είτε με την εκ μέρους του εγκατάλειψη της Εκκλησίας και προσχωρήσεώς του σε κάποια κοινότητα αιρετικών.,ό.π. υποσ. 2. σελ. 116-117. 11 Γενικά η Εκκλησία ανάλογα με τις περιπτώσεις των αιρετικών και τις χρονικές περιόδους δεχόταν την επιστροφή τους με τρεις διαφορετικούς τρόπους, με αναβαπτισμό, με αναμύρωση ή με απλή μετάνοια και Ορθόδοξο ομολογία,ο.π. υποσ. 2, σελ. 118. 18

Εν έτει 1950, ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος εξέδωσε μία Εγκύκλιο στην οποία υιοθετούσε τις απόψεις του Ματθαίου. Η ενέργειά του αυτή αποδόθηκε κατά πολλούς στην πίεση που δεχόταν από ιερείς της παρατάξεώς του, οι οποίοι ασπάζονταν τα ματθαιικά φρονήματα και στην ανάγκη να αφομοιώσει όσο το δυνατόν περισσότερους κληρικούς και πιστούς οι οποίοι αποσκιρτούσαν από τις ματθαιικες παρατάξεις μετά το θάνατο του Ματθαίου (1950). Την ανωτέρω άποψη ήρθε άλλωστε να επιβεβαιώσει το γεγονός, ότι δύο χρόνια μετά την έκδοση της Εγκυκλίου, ο Χρυσόστομος ονόμαζε τους Γ.Ο.Χ. όχι ως μοναδική Εκκλησία του Χριστού αλλά ως «θρησκευτική κοινότητα Παλαιοημερολογιτών» και ως «αποσχισθέντας από της Εκκλησίας Παλαιοημερολογίτας», τους οποίους η Ελλαδική Εκκλησία ώφειλε «εις τους κόλπους αυτής να προσελκύση». Επιπροσθέτως, από το 1950 δεν προέβηκε σε νέες χειροτονίες αρχιερέων με αποτέλεσμα η παράταξη μετά το θάνατό του το 1955 να μείνει χωρίς επίσκοπο με αποτέλεσμα τη διοίκηση να αναλάβει διοικητική επιτροπή με πρόεδρο τον Αρχιμανδρίτη Ακάκιο Παππά. Έκτοτε διορίσθησαν επίσκοποι ώστε πλέον σήμερα η εν λόγω παράταξη να περιλαμβάνει τη συντριπτική πλειοψηφία των Γ.Ο.Χ.. Αντίθετα, η ομάδα των Ματθαιικών παρέμεινε ενωμένη μέχρι το 1995 και έκτοτε διασπάστηκε δε δύο παρατάξεις που δημιούργησαν δική τους Σύνοδο, ενώ η καθεμία διασπάστηκε σε άλλες δύο, το 2002 και το 2005 αντίστοιχα. Εκτός από τις δύο αυτές μεγάλες παρατάξεις κατά καιρούς ελάμβαναν χώρα σχίσματα στους κόλπους αυτών των παρατάξεων ή δημιουργούνταν νέες. Έτσι, το 1979 οι επίσκοποι Κάλλιστος και Αντώνιος διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με τον Αρχιεπίσκοπο Αυξεντιο (φλωρινιακή παράταξη) και τους συνοδικούς αρχιερείς με το αιτιολογικό ότι χειροτονούσαν ηθικά επιλήψιμους κληρικούς και προσελάμβαναν ιερείς οι οποίοι είχαν καθαιρεθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος για ηθικά παραπτώματα. Το 1984 ακολούθησε το σχίσμα του Κυπριανού, δημιουργό της περίφημης Συνόδου των Ενισταμένων ενώ το 1985 το σχίσμα του Αυξεντίου. Το 1995 υπήρξε η μεγαλύτερη διάσπαση των Γ.Ο.Χ. με τη δημιουργία των παρατάξεων του Μάξιμου, του Γρηγορίου και του Χρυσοστόμου ενώ το 1998 επήλθε το σχίσμα του Νήφωνος. Τέλος, σύμφωνα με τις τελευταίες καταγραφές, στην ελληνική επικράτεια υπάρχουν 70.000 πιστοί του παλαιού ημερολογίου, οι οποίοι είναι διασπασμένοι σε δέκα περίπου επίσημες και ανεπίσημες παρατάξεις. Αρκετοί μάλιστα Γ.Ο.Χ. έχουν 19

αποκηρύξει όλες τις ανωτέρω παρατάξεις θεωρώντας τις προφανώς αντικανονικές και έχουν μείνει τελείως ακέφαλες. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι οι αλληλοκαθαιρεμένες και αλληλοαναθεματισμένες αυτές παρατάξεις αριθμούν εξήντα και πλέον επισκόπους 12. Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι το Μάρτιο του 2014, ενώθηκε με την «Εκκλησία των Γ.Ο.Χ.» η εκκλησιαστική κοινότητα των «Ενισταμένων» που είχε αποσπαστεί προ τριαντακονταετίας από το σώμα αυτής υπό τον μητροπολίτη Φυλής Κυπριανό 13, ώστε με τη σημερινή διαμόρφωση, το 90% και πλέον των πιστών, των ναών και των μοναστηριών να ανήκουν στην Ιερά Σύνοδο της «Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Ελλάδος», επικεφαλής της οποίας είναι ο Αρχιεπίσκοπος Καλλίνικος που το 2010 διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Κιούση. 12 o.π. υποσ. 2 σελ.108. 13 Ηλεκτρονική σελίδα «Δόγμα», κείμενο Λουδάρου Αβδρέα με τίτλο «Ενώθηκαν οι Παλαιοημερογίτες». 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Β.1. Η αντιμετώπιση των Παλαιοημερολογιτών από την Επικρατούσα Θρησκεία. Οι Εκκλησίες των Παλαιοημερολογιτών δεν βρίσκονται σε κοινωνία με την Εκκλησία της Ελλάδος ούτε με τις εκκλησίες οι οποίες βρίσκονται σε κοινωνία με αυτήν με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στη χειροτονία 14 των νέων επισκόπων καθώς σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες 15 η χειροτονία τελείται από κληρικό που φέρει τον τρίτο βαθμό ιερωσύνης, ήτοι του επισκόπου όταν αφορά χειροτόνηση πρεσβυτέρου ή διακόνου, τριών δε ή τουλάχιστον δύο για να χειροτονηθεί νέος επίσκοπος, είναι δε δυσχερές να διαπιστωθεί και καθαυτή η χειροτονία των κληρικών που ήδη βρίσκονται σε εκκλησίες των Γ.Ο.Χ. και τελούν ιερά μυστήρια. Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τη διάσπαση χωρίς όμως επιτυχία μέχρι σήμερα. Σε περιόδους διαλλακτικότητας έχει εκφράσει την πρόθεσή της να αναγνωρίσει κάποιες από τις χειροτονίες των επισκόπων που ανήκουν στην κοινότητα των παλαιοημερολογιτών και να τους δεχθεί ενώ σε περιόδους έντασης υπήρξε έντονη η προσπάθεια διωγμού τους με τη συνδρομή των διωκτικών αρχών που μεταξύ άλλων περιελάμβανε και τον εγκλεισμό κληρικών και επισκόπων στην φυλακή με την κατηγορία τελέσεως του αδικήματος της αντιποίησης της αρχής 16. 14 Χριστοφιλόπουλου Α., Ελληνικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο, εκδόσεις Αθήναι : Τζάκας - Δελαγραμμάτικας, 1952, σελ. 133 όπου μεταξύ άλλων ορίζει ως Χειροτονία τη μυστηριακή θεοσύστατος εκείνη τελετή, με την οποία μέσω ευχής και επιθέσεως των χειρών του επισκόπου, κατέρχεται η Θεία Χάρη προχειριζόμενη τον υποψήφιο σε ένα των τριών ιερατικών βαθμών», 15 Αποστολικός Κανών Α, Κανόνες ΙΓ και ΜΘ της εν Καρθαγένη Συνόδου 16 Βλ. άρθρ. 175 παρ. 1 ΠΚ «όποιος με πρόθεση αντιποιείται την άσκηση κάποιας δημόσιας αρχής..τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή καθώς και παρ. 2 όπου «..η διάταξη αυτή εφαρμόζεται..για την αντιποίηση άσκησης υπηρεσίας λειτουργού της Ανατολικής Ορθόδοξης 21

Ήδη από το 1947 αρχής γενομένης καταγγελιών μελών της Εκκλησίας κατά ιερουργών παλαιοημερολογιτών που είχαν καθαιρεθεί από την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία προέκυψε το ζήτημα αν αυτοί διαπράττουν το αξιόποινο της αντιποίησης της αρχής. Επί του ζητήματος αυτού υπήρξε θετική απόκριση καθώς υπάγοντας τους Γ.Ο.Χ. στους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην οποία θεωρούνταν ότι ανήκουν οι τελευταίοι διοικητικά και δογματικά, θεωρήθηκε ότι η τέλεση λειτουργιών παρά καθηρημένο ιερέα συνιστούσε αντιποίηση αρχής αφού παραβιάζονταν οι εκκλησιαστικοί τύποι και κανόνες. 17 Στις 31 Ιανουαρίου του 1951, δημοσιεύθηκε η υπ αριθμ. 45 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ «προς προστασία της εν τω Κράτει εκκλησιαστικής και θρησκευτικής τάξης και ησυχίας, διαταρασσόμενης υπό κακόβουλων εκμεταλλευτών του θρησκευτικού αισθήματος των πολιτών» εξήγγειλε την εφαρμογή των αποφάσεων των εκκλησιαστικών δικαστηρίων της κρατούσας θρησκείας κατά των αντιποιούμενων την ιδιότητα κληρικού παλαιοημερολογιτών, την απόσχιση των μη χειροτονημένων κληρικών και αρχιερέων, τη σύλληψη των παρανόμως και αντικανονικώς φερόντων παλαιοημερολογιτών μοναχών και την παραπομπή τους σε δίκη. Τέλος, διέταζε την απόδοση στην επίσημη Εκκλησία των παράνομα και αυθαίρετα καταληφθέντων ναών και μονών 18. Αρκετά χρόνια αργότερα, μία μελέτη του Ιωάννη Παναγόπουλου σχετικά με το κύρος της χειροτονίας κληρικών παρά καθηρημένου παλαιοημερολογίτη επισκόπου 19 θα αποτελέσει βάση μεταστροφής των δικαστηρίων ως προς το ζήτημα τελέσεως της πράξης της αντιποίησης καθώς διαμορφώνεται η άποψη ότι τόσο ο Εκκλησίας του Χριστού ή άλλης θρησκείας γνωστής στην Ελλάδα» σε συνδυασμό με το άρθρ. 176 ΠΚ «όποιος δημόσια και χωρίς δικαίωμα φορεί στολή ή άλλο διακριτικό σημείο ή θρησκευτικού λειτουργού από εκείνους που αναφέρει η παρ. 2 του άρθρου 175 ή παράσημο ή τίτλο που δεν δικαιούται να φέρει νόμιμα τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. 17 Μπουρόπουλου Αγ., Εισαγγελέα ΑΠ, υπ αριθμ. 41/1947 Γνώμη, ΑΕΚΔ 1947, τόμ. Β, σελ. 197-198. 18 Κατά της πράξης αυτής προσέφυγαν στο ακυρωτικό δικαστήριο οι παλαιοημερολογίτες μέσω της Οργάνωσης με την επωνυμία «Πανελλήνιος Θρησκευτική και Εθνική Ορθόδοξος Κοινωνία» επικαλούμενοι την αντισυνταγματικότητα της πράξης πλην όμως με την εκδοθείσα υπ αριθμ. 500/1952 απόφαση του το ΣτΕ την απέρριψε ως απαράδεκτη με την αιτιολογία ότι η ανωτέρω πράξη δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη παρέχουσα αυτοτελές νομικό έρεισμα προς περιατέρω έκδοση ατομικών διοικητικών πράξεων, η απόφαση δημοσ. στο ΑΕΚΔ 1952, σελ. 152 επ. 19 Παναγόπουλου Θ. Ιωάννη, «Εκκλησιαστικόν Δίκαιον», εκδόσεις Σάκκουλα, 1980, σελ.347 επ. 22

κληρικός που χειροτονήθηκε από καθαιρεθέντα επίσκοπο όσο και ο ίδιος ο επίσκοπος δεν διαπράττουν το αδίκημα της αντιποίησης καθώς μετά και την καθαίρεση το ιερατικό αυτό αξίωμα δεν εκπίπτει γιατί η επίκληση του Αγίου Πνεύματος είναι αναφαίρετη και ανεξάλειπτη 20. Παρά όμως τη διαμορφωθείσα αυτή νομολογία των δικαστηρίων της ουσίας, ο Άρειος Πάγος έκρινε με την υπ αριθμ. 378/1980 απόφασή του ότι μετά τη καθαίρεση του από το σώμα της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο κληρικός απαγορεύεται να εμφανίζεται και να λειτουργεί σε οποιαδήποτε άλλη θρησκευτική κοινότητα 21. Έτσι, ενώ η νομολογία του ακυρωτικού μας και ένα τμήμα της θεωρίας έχουν καταλήξει στην καταφατική εκδοχή διάπραξης του αδικήματος της αντιποίησης από τους παλαιοημερολογίτες κληρικούς, η νομολογία των δικαστηρίων καταλήγει στην αντίθετη άποψη. Επιχειρηματολογώντας υπέρ της τελευταίας ερμηνευτικής θέσεως που φαίνεται και η ορθότερη 22, θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του ιερωμένου που καθαιρέθηκε ενώ ασκούσε το λειτούργημα του ορθόδοξου ιερέα όπου εδώ πράγματι υπάρχει αντιποίηση, και του ιερωμένου που μετετάχθη απλώς στο χώρο της εκκλησίας των παλαιοημερολογιτών όπου απλώς δημιουργεί νέα ιδιότητα ώστε η άσκηση των λειτουργημάτων αυτής της ιδιότητας να μην μπορεί να θεωρηθεί αντιποίηση. Β.2. Η αντιμετώπιση των Παλαιοημερολογιτών από την Ελληνική Έννομη Τάξη και το Σύνταγμα. Το καθεστώς των Γ.Ο.Χ. εντός της ελληνικής πολιτείας είναι αρκετά ασαφές. Αυτό οφείλεται κυρίως στον ισχυρισμό που προβαλλόταν εντονότερα στην ίδρυση των Γ.Ο.Χ., ότι το κίνημά τους δεν αποτελεί ιδιαίτερο θρησκευτικό δόγμα αλλά τη γνήσια και αυθεντική έκφραση της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και γι αυτό πρέπει να αναγνωρισθεί ως η Εκκλησία της Ελλάδος, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος. 20 54/1976 Βούλευμα ΠΠειρ 54/1976, αδημ. 21 Κανίνια Σπ.,Αντεισαγγελέα ΑΠ,. 8/1989 Γνωμοδότηση, ΕΕΝ 1989, σελ. 786. 22 1158/2000 ΤριμΠλημΚαβ, Αρμ 8 (2002), σελ. 1223 επ. 23

Ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε δεκτός από την έννομη τάξη και γι αυτό σταδιακά έχει εγκαταλειφθεί από μεγάλη μερίδα των Γ.Ο.Χ. καθώς το Σύνταγμα αναγνωρίζει μία και μόνη Εκκλησία ως επικρατούσα θρησκεία. Αυτή γίνεται δεκτό ότι είναι η Εκκλησία που ακολουθεί το νέο ημερολόγιο, όχι γιατί το πλήρωμα της αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού ούτε γιατί το νέο ημερολόγιο προκρίνεται από την πολιτεία έναντι του παλαιού και στο θρησκευτικό τομέα, αλλά γιατί η Εκκλησία που περιγράφεται στο άρθρο 3 παρ. 1 Σ πρέπει να συγκεντρώνει ορισμένα χαρακτηριστικά με κυρίαρχο αυτό της πνευματικής ενότητας με τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Ο συνταγματικός νομοθέτης επιθυμεί η Εκκλησία που θα αναγνωρίζεται ως επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα να υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού, να έχει επομένως κανονική κοινωνία μαζί τους. Πράγματι, ενδέχεται κατά καιρούς να εμφανιστούν διάφορες θρησκευτικές κοινότητες που θα διεκδικούν τον τίτλο του αυθεντικού φορέα και εκφραστή της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η πολιτεία δεν μπορεί να προκρίνει αυθαίρετα την θεολογική άποψη που θεωρεί ότι εκφράζει ακριβέστερα το Ορθόδοξο δόγμα και τούτο γιατί το Σύνταγμα εισάγει συγκεκριμένο κριτήριο για την αναγνώριση μίας Εκκλησίας ως εκπροσώπου της επικρατούσας θρησκείας, την ύπαρξη δηλαδή αδιάσπαστης ενότητας με τις υπόλοιπες εκτός Ελλάδας ορθόδοξες Εκκλησίες. Εφόσον λοιπόν στην υπό εξέταση περίπτωση το παραπάνω κριτήριο συντρέχει με την Εκκλησία που ακολουθεί το νέο ημερολόγιο δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί αυτή ως εκπρόσωπος της επικρατούσας θρησκείας. Ο συγκεκριμένος αυτός ισχυρισμός που προβάλλεται από τους Γ.Ο.Χ. σε συνδυασμό με την μέχρι πρόσφατα απουσία νομικών διατάξεων που να διευκρινίζουν το καθεστώς τους, έχουν καταστήσει εξαιρετικά θολή την εικόνα γύρω από τη νομική τους θέση. Κατά τις συζητήσεις του Συντάγματος του 1975 23, ο Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Χ. Καραπιπέρης, δήλωσε ότι οι αυτοαποκαλούμενοι Γ.Ο.Χ. δύνανται πλέον να τελούν ακωλύτως τα λατρευτικά τους καθήκοντα, επιβεβαιώνοντας τα αυτονόητα για μια δημοκρατικά συντεταγμένη πολιτεία. 23 Επίσημα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής των Ελλήνων, Συνεδρία ΟΣΤ της 23.04.1975, σελ. 2140. 24

Παρά πάντως την ασάφεια που επικρατεί τα τελευταία ειδικότερα χρόνια, στην πράξη, η Διοίκηση αναγνωρίζει τα προνόμια και τις ελευθερίες που χαίρει κάθε γνωστή θρησκεία. Έτσι, ιερά μυστήρια, όπως γάμοι και βαπτίσεις, καταχωρίζονται κανονικά στα ληξιαρχεία με την επιπρόσθετη υποχρέωση προσκόμισης του χειροτονητηρίου του τελέσαντος το μυστήριο παλαιοημερολογίτη κληρικού και του αντίστοιχου πιστοποιητικού του οικείου Επισκόπου των Παλαιοημερολογιτών για την κανονική χειροτονία του από επίσκοπο των Γ.Ο.Χ., χορηγούνται ελεύθερα άδειες για την ανέγερση ναών 24 και την ίδρυση ησυχαστηρίων ανεξάρτητα από τα όποια νομικά προβλήματα δημιουργεί η έκδοσή τους 25, οι κληρικοί απαλλάσσονται από τη στράτευση 26, απολαμβάνουν δωρεάν περίθαλψη 27 και οι θρησκευτικές κοινότητες τους απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 28. Ως προς τη στάση της νομολογίας, πάγια άλλα όχι αναμφισβήτητη θέση της επί σειρά ετών υπήρξε ότι οι παλαιοημερολογίτες μη κηρυσσόμενοι με απόφαση της αρμόδιας Εκκλησιαστικής αρχής ως ετερόδοξοι, αιρετικοί ή σχισματικοί 29 εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της Αυτοκέφαλης Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπαγόμενοι στην δικαιοδοσία αυτής 30. Αναγκαία συνέπεια αυτής της διαπίστωσης αποτελούσε η υπαγωγή των Γ.Ο.Χ. στις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη 31 και της εν γένει νομοθεσίας που ισχύει για την Εκκλησία της Ελλάδος. Σε κάθε προσπάθεια για ακριβέστερο 24 άρθρ. 27 του Ν.3467/2006, ΤΝΠ ΔΣΑ 25 ΣτΕ 1444/1991, ΤοΣ 17 (1991) 381-391 με σχόλια Δ. Γρατσία, Θ. Αραβανή, Θ. Παναγόπουλου και Γνμδ. Ν.Σ.Κ. 749/1986, ΕΔΔΔ 35 (1991) 481-488 26 ΣτΕ 494/1997, με σχόλια καθηγητή Κυριαζόπουλου Κυριάκου, Αρμ 52 (1998), σελ. 495-498. 27 ΦΕΚ Α 468/14.06.1989 28 Υ.Α. 103/1998. 29 ο.π. υποσ.2, σελ. 51 όπου Σχισματικός καθίσταται κάποιος με δύο τρόπους, είτε δια συνοδικής κρίσεως, κατακρίσεως και αποκοπής του από την Εκκλησία επειδή διαπράττει και εμμένει σε κάποια από τους ιερούς κανόνες κολάσιμη πράξη, είτε δια οικειοθελούς αποσχίσεώς του από την Εκκλησία. 30 ΑΠ 378-9/1980, ΠοινΧρ 30 (1980) 568-570 31 Ν. 590/1977 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 25

προσδιορισμό της νομικής τους θέσης, το κίνημά τους χαρακτηρίζονταν ως απλή παρασυναγωγή εντός των κόλπων της Εκκλησίας 32. Τα τελευταία χρόνια η νομολογία, χωρίς να αποστασιοποιείται πλήρως από τα παραπάνω, και κυρίως χωρίς να ακολουθεί ενιαία και ξεκάθαρη στάση, άρχισε να διαφοροποιείται. Κομβικής σημασίας για την αλλαγή αυτή υπήρξε η ΣτΕ 1444/1991 33 που χαρακτήρισε τους παλαιοημερολογίτες ως ιδιαίτερη θρησκευτική κοινότητα, που διαφέρει της Ανατολικής Ορθόδοξου Εκκλησίας στο ζήτημα του ημερολογίου και του χρόνου τέλεσης των θρησκευτικών εορτών χωρίς όμως να είναι ετερόθρησκη ή ετερόδοξη. Δέχθηκε επίσης ότι ως ιδιαίτερη θρησκευτική κοινότητα δεν εφαρμόζεται επ αυτής η νομοθεσία που ισχύει για την Εκκλησία της Ελλάδος. Αναλυτικότερα, αντιμετωπίζοντας το ζήτημα έγερσης ναών και ίδρυσης ησυχαστηρίων των Γ.Ο.Χ. το Συμβούλιο της Επικρατείας αρνήθηκε την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων των άρθρων 47 παρ. 2 και 39 παρ. 10 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Παράλληλα όμως αρνήθηκε την εφαρμογή του άρθρου 1 α.ν. 1672/1939 και του εκτελεστικού του διατάγματος της 20.5/2.6.1939 που ρυθμίζουν τις προυποθέσεις και τη διαδικασία ίδρυσης και λειτουργίας ναών και ευκτήριων οίκων των μη ορθόδοξων καθώς όπως έκρινε η κοινότητα των παλαιοημερολογιτών δεν είναι ούτε ετεροδοξη ούτε ετερόθρησκη 34. Επομένως, οι συγκεκριμένες διατάξεις δεν ισχύουν για τους ναούς και τα ησυχαστήρια της ούτε επίσης είναι επιδεκτικές αναλόγου εφαρμογής διότι οι περιορισμοί ατομικών δικαιωμάτων όπως η κατοχυρωμένη στο άρθρο 13 παρ. 2 Σ ελευθερία της θρησκευτικής λατρείας δεν προκύπτουν αναλογικά αλλά από σαφή διάταξη νόμου. Κατά την εν λόγω απόφαση δεν τυγχάνει εφαρμογής για τους Γ.Ο.Χ. ούτε η νομοθεσία που ισχύει για την Εκκλησία της Ελλάδος ούτε αυτή που ισχύει για τις άλλες γνωστές θρησκείες. Η αναζήτηση επομένως της νομικής τους θέσης θα πρέπει να ξεκινήσει από το υπέρτατο νομοθετικό κείμενο του Συντάγματος. Καταρχήν, το Σύνταγμα αναφέρεται αφενός στην επικρατούσα θρησκεία, στο άρθρο 3 παρ. 1 Σ και αφετέρου στις υπόλοιπες γνωστές θρησκείες στο άρθρο 13 παρ. 32 ο.π. σημ. 21, σελ.191-197 33 ο.π. σημ. 25, σελ. 381-391 34 749/1986 Γνωμοδότηση της Συνέλευσης Προισταμένων Νομικών Διευθύνσεων, ΕΔΔΔ 35 (1991), σελ. 481-488. 26

2 Σ 35 χωρίς να προχωρεί σε περαιτέρω διάκριση. Μια θρησκευτική κίνηση επομένως, εφόσον δεν εντάσσεται στους κόλπους της Ελλαδικής Εκκλησίας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί όπως τα υπόλοιπα γνωστά θρησκευτικά δόγματα, εκτός και αν δεν πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις 36, οπότε δεν χαίρει και συνταγματικής προστασίας. Άλλη ενδιάμεση κατηγορία που να κινείται μεταξύ της επικρατούσας και των λοιπών θρησκειών δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα. Η προβληματική αυτή ενέχει και πρακτικές προεκτάσεις. Σύμφωνα με την προβλεπόμενη νομοθεσία, για τη διαδικασία ανέγερσης ναών και ευκτήριων οίκων υπόκειται, πλην του συνήθους πολεοδομικού, και σε ιδιαίτερο έλεγχο που σχετίζεται με τις προϋποθέσεις ελεύθερης άσκησης της λατρείας. Στην περίπτωση όμως της ΣτΕ 1444/1991, έγινε δεκτό ότι για τους ναούς και τα ησυχαστήρια των Γ.Ο.Χ. αρκεί μόνο η έκδοση της σχετικής οικοδομικής άδειας, αφού κανένα από τα υφιστάμενα νομοθετικά πλαίσια δεν είναι ικανό να εφαρμοστεί. Η ανέγερση ωστόσο λατρευτικών χώρων με σαφή θρησκευτικό χαρακτήρα χωρίς κανένα πρόσθετο ειδικό έλεγχο, πλην του πολεοδομικού, είναι βέβαιο ότι αντίκειται στους σκοπούς και το πνεύμα της σχετικής νομοθεσίας. Με το χαρακτηρισμό των παλαιοημερολογιτών ως ιδιαίτερης θρησκευτικής κοινότητας συμφωνεί και η νεότερη νομολογία του Α.Π., που έκρινε ότι οι Γ.Ο.Χ. «..έχοντας συμπήξει ιδιαίτερη θρησκευτική κοινότητα για την οποία έχει καταχωρισθεί στα πρακτικά των συζητήσεων του Συντάγματος του 1975 ειδική δήλωση του υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων αναφερόμενη στην ελευθερία των μελών της προς άσκηση της κατοχυρωμένης από το άρθρο 13 παρ. 2 του εν λόγω Συντάγματος θρησκευτικής τους λατρείας.. δεν διαποιμένονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλ έχουν δική τους Οργάνωση (Ι. Σύνοδο, Μητροπόλεις, Ενορίες κλπ.) ρυθμιζόμενη από 35 Κατά το άρθρο 13 παρ. 2 «Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει την δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται». Το ως άνω άρθρο ισχύει και για την Εκκλησία της Ελλάδος, καθώς γνωστή θρησκεία είναι αναμφίβολα και η επικρατούσα. 36 Τρωιάνου Σπ. - Πούλη Γ., Εκκλησιαστικό Δίκαιο, εκδόσεις Αντ, Ν. Σάκκουλα, 2003, σελ. 73επ. όπου μεταξύ των προϋποθέσεων θα πρέπει η θρησκευτική κοινότητα μην έχει μυστικά δόγματα και κρυφή λατρεία, να μην προσβάλλει τη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη, να μην ασκούν τα μέλη της προσηλυτισμό, να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους έναντι του κράτους και να συμμορφώνονται προς τους νόμους. 27

τους Ιερούς Κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και τις αποφάσεις της δικής τους Ιεράς Συνόδου» 37. Δεν διευκρινίζεται ωστόσο το ακριβές περιεχόμενο που αποδίδει στην έννοια της «ιδιαίτερης θρησκευτικής κοινότητας» και κυρίως αν ταυτίζεται με την αντίστοιχη νομολογία του ΣτΕ που την εκλαμβάνει ως μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ της επικρατούσας και των λοιπών γνωστών θρησκειών. Δέχεται πάντως ότι ως ιδιαίτερη κοινότητα δεν διαποιμαίνεται από την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά από την δική της Ιερά Σύνοδο 38. Επομένως, αποστασιοποιείται από την θεώρηση των Γ.Ο.Χ. ως παρασυναγωγής εντός της Ελληνικής Εκκλησίας 39, αν και αυτό δεν είναι απολύτως σαφές καθώς και οι παρασυναγωγοί αρνούνται την εξουσία της διοικούσας Εκκλησίας ενώ κάποιες φορές συστήνουν και δικά τους ιδιαίτερα διοικητικά μορφώματα. Αυτήν την τελευταία σημασία φαίνεται πως αποδίδει στην έννοια της ιδιαίτερης κοινότητας η υπ αριθμ. 611/1998 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά 40 όπου αποκαλεί Γνήσιους Ορθόδοξους Χριστιανούς τα μέλη εκείνα που αποσπάστηκαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος διοικητικά άρα όχι δογματικά- μετά την επέκταση του νέου Γρηγοριανού ημερολογίου, εν έτει 1924, διαφέροντες δηλαδή στο ζήτημα του ημερολογίου και του χρόνου τελέσεως των θρησκευτικών εορτών 41. 37 ΑΠ 162/1996, ΕλλΔνη 37 (1996) 1080-1082, ΕφΘες/κης 1464/1994, ΕλλΔνη 37 (1996) 1101-1103. 38 Όπως έχει αναφερθεί οι Γ.Ο.Χ. έχουν διασπαστεί και εσωτερικά σε επιμέρους κοινότητες με ιδιαίτερη Ιερά Σύνοδο και ιεραρχία η καθεμία. Ωστόσο από τη νομολογία αντιμετωπίζεται ως ενιαία και συμπαγή θρησκευτική κίνηση. 39 Γνωμοδότηση 2/2005 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ όπου σχετικά με το αν οι ΓΟ.Χ. αποτελούν ξεχωριστή θρησκευτική κοινότητα ή παρασυναγωγή αναφέρει: «Η άποψη ότι δεν αποτελούν ξεχωριστή θρησκεία αλλά απλώς παρασυναγωγή διότι το θέμα του εορτολογίου δεν άπτεται με το δόγμα, ούτε προς τις παραδόσεις και τους κανόνες της Εκκλησίας είναι προδήλως αβάσιμη, καθόσον δεν ενδιαφέρει η αιτία για την οποία διαφωνούν αλλά η πεποίθηση τούτων. Η πεποίθηση δηλαδή ότι των παλαιοημερολογιτών επιμόνως και μετά πείσματος εκδηλούμενη, ότι έχουν υποχρέωση να λατρεύουν τον Θεό καθ ορισμένο μόνο χρόνο, διότι πιστεύουν συνειδητά ότι μόνον ο χρόνος αυτός είναι πρόσφορος για να εκδηλώσουν τη λατρεία τους». 40 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 41 Ομοίως ΣτΕ 1444/1991, Αρμ. 1991, 606, ΠλημΔρ 46/1991, Αρμ. 1991, 1247. 28