Πρώτη έκδοση: οκτώβριος 2011. ιsbn 978-960-496-066-8



Σχετικά έγγραφα
Θα σε γαργαλήσω! Μάικ ο Φασολάκης. Μαρί Κυριακού. Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση. Μαρί Κυριακού, 2010

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΑΛΕΞ Τ. ΣΜΙΘ. Ο στην πόλη. Η σειρά προβάλλεται στο

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ÅéêïíïãñÜöçóç: Λήδα Βαρβαρούση

25 μαγικές ιστορίες για μικρά παιδιά

ΑΛΕΞ Τ. ΣΜΙΘ. Ο πάει διακοπές. Η σειρά προβάλλεται στο

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

την κοινωνική συμπεριφορά

ΜΑΝΟΣ ΓΑΒΡΑΣ. Οι φίλοι με φωνάζουν ΦΙΣΤΙΚΗ! Εικονογράφηση: Mαργαρίτα Ζεβελάκη

ΟΥΛΙΤΣ Α ΡΑ Φ 6 ΕΤ. Παναγιώτα Πλησή ΣΙΑ ΓΝΩ ΑΝΑ ΦΙΛ ΖΩΝΗ. Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός ΟΥ Θ ΓΙΑ ΜΑ. την οικογένεια

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

Το βιβλίο αυτό ανήκει στην:...

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Το παραμύθι της αγάπης

Modern Greek Beginners

ΑΛΕΞ Τ. ΣΜΙΘ. Ο στο τσίρκο. Η σειρά προβάλλεται στο

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΜΙΤΣ ΚΕΡΠΑΤΑ. Εικονογράφηση: Κόρι Μέριτ

Παναγιώτα Πλησή, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος Έντυπη έκδοση ÉSBN Ηλεκτρονική έκδοση ÉSBN

Μαρία Ρουσάκη, Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος Έντυπη έκδοση ISBN Ηλεκτρονική έκδοση ΙSBN

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

έξι Χρωµάτισε µε γαλάζιο τον αριθµό.

Εικονογράφηση: Πωλίνα Παπανικολάου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ελένη ασκαλάκη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2014 ÉSBN

στον κίνδυνο (ΒΙΒΛΙΟ 2)

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Εικονογράφηση: Φωτεινή Τίκκου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ιωάννα Μπαµπέτα, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2013 ÉSBN

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ο Φώτης και η Φωτεινή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Πόσα κεράκια έχει η τούρτα; Γράψε τη λέξη και τον αριθµό, και µετά χρωµάτισέ την! ένα. ένα. ένα. ένα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Μάκης Τσίτας, 2018 / ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε., Αθήνα Πρώτη έκδοση: Μάρτιος 2018

& TM 2010 Gummybear International Inc./Christian Schneider. Πρώτη έκδοση: Μάρτιος 2010 ΙSBN

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

@ Kειμένων: David Walliams, 2016 Εικονογράφησης: Tony Ross, Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε., Αθήνα 2018 under licence from Harper Collins

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

& TM 2010 Gummybear International Inc./Christian Schneider. Πρώτη έκδοση: Μάρτιος 2010 ΙSBN


Εικονογράφηση: Σάντρα Ελευθερίου

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

ΠΩΣ N A EΧΕΙΣ ΑΝΝΑ ΜΠΑΡΝΣ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

& TM 2010 Gummybear International Inc./Christian Schneider. Πρώτη έκδοση: Σεπτέµβριος 2010 ΙSBN

Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, 2016 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Φεβρουάριος 2016

Βούλα Μάστορη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2013 ÉSBN

Διαγωνισμός φιλίας. Ράνια Μπουμπουρή. Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ. Ράνια Μπουμπουρή, Πρώτη έκδοση: Απρίλιος 2019

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Εικονογράφηση: Aνδριάνα Ρούσσου

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΜΙΤΣ ΚΕΡΠΑΤΑ. Εικονογράφηση: Κόρι Μέριτ

Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2013 ÉSBN

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

ΤΡΑΚΑΡΑΜΕ! ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Εικονογράφηση: Σάντρα Ελευθερίου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μάκης Τσίτας, 2015 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2015

ΦΡΑΟΥΛΙΤΣΑ 5-6 ΕΤΩΝ. Ντάγκμαρ Γκάισλερ. την καθημερινή συμπεριφορά ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΓΙΑ...

Bao Publishing s.r.l. Via Leopardi 8, Milano, Italy, 2015 Published by arrangement with Atlantyca S.p.A. Πρώτη έκδοση: Φεβρουάριος 2017

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή Τεχνικές για ηρεμία Ηρεμία στο σπίτι Κοιμήσου καλά, νιώσε καλά Αίσθηση ηρεμίας στη δουλειά...

Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός

Η Αλφαβητοχώρα. Γιώργος Αμπατζίδης. Ελλάδα. A sea of words 5 th year

Transcript:

τιτλοσ ΠΡΩτοτΥΠοΥ: BETWEEN SHADES OF GRAY από τις Εκδόσεις PHILOMEL BOOKS, Νέα Υόρκη 2011 τιτλοσ βιβλιου: Παγωμένες σκιές συγγραφεασ: Ruta Sepetys μεταφραση: Κώστια Κοντολέων ΕΠιμΕλΕια ΔιοΡθΩση ΚΕιμΕΝοΥ: Ελένη γεωργοστάθη σχεδιασμοσ ΕξΩφΥλλοΥ: Theresa M. Evangelista ηλεκτρονικη σελιδοποιηση: Ελένη σταυροπούλου ΕΚτΥΠΩση: σταμάτιος Κοτσάτος & σια ο.ε. βιβλιοδεσια: Κωνσταντίνα Παναγιώτου & σια ο.ε. Ruta Sepetys, 2011 Published by arrangement with Philomel Books, a division of Penguin Young Readers Group, a member of Penguin Group (USA) Inc. All rights reserved. φωτογραφίας εξωφύλλου: istockphoto.com/smitt σχεδιασμού χαρτών: Katrina Damkoehler ΕΚΔοσΕισ ΨΥχογιοσ α.ε., αθήνα 2011 Πρώτη έκδοση: οκτώβριος 2011 ιsbn 978-960-496-066-8 Τυπώθηκε σε χαρτί ελεύθερο χημικών ουσιών χλωρίου και φιλικό προς το περιβάλλον. το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου. ΕΚΔοσΕισ ΨΥχογιοσ α.ε. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. Έδρα: Tατοΐου 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 μεταμόρφωση 144 52 Metamorfossi, Greece βιβλιοπωλείο: μαυρομιχάλη 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 αθήνα 106 79 αthens, Greece τηλ.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr

ÌåôÜöñáóç: Κώστια Κοντολέων

Στη μνήμη του Γιόνας Σεπέτις

ΙΡΛΑΝΔΙΑ ΑΓΓΛΙΑ ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ ΟΛΛΑΝΔΙΑ ΝΟΡΒΗΓΙΑ ΓΑΛΛΙΑ ΣΟΥΗΔΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΒΑΛΤΙΚΗ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ ΙΤΑΛΙΑ ΑΥΣΤΡΙΑ ΠΟΛΩΝΙΑ ΛΕΥΚΟ- ΡΩΣΙΑ ΕΣΘΟΝΙΑ ΛΕΤΟΝΙΑ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΡΩΣΙΑ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥΡΚΙΑ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΣΥΡΙΑ ΙΡΑΚ ΚΑΣΠΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΖΑΧΣΤΑΝ ΙΡΑΝ ΙΝΔΙΑ

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΘΑΛΑΣΣΑ ΛΑΠΤΕΦ ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΙΑΠΩΝΙΑ ΜΟΓΓΟΛΙΑ Β. ΚΟΡΕΑ Ν. ΚΟΡΕΑ ΚΙΝΑ

Κάουνας Βίλνιους Σμολένσκ ΟΥΡΑΛΙΑ ΟΡΗ Όρσα Μινσκ Ομσκ Ημέρα 1 Κάουνας, Λιθουανία Ημέρα 3 Βίλνιους, Λιθουανία Ημέρα 4 Μινσκ, Λευκορωσία Ημέρα 5 Όρσα, Λευκορωσία Ημέρα 6 Σμολένσκ, Ρωσία Ημέρα 21 Διασχίζουμε τα Ουράλια Όρη Ημέρα 30 Ομσκ, Σιβηρία Ημέρα 42 Στρατόπεδο Εργασίας Αλτάι ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ

Τροφιμόφσκ ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ Διέλευση από τον Αρκτικό Κύκλο Γιακούτσκ Όχθες ποταμού Ανγκαρά Ουστ Κουτ Στρατόπεδο Μακάροφ Στρατόπεδο Εργασίας Αλτάι Μπίισκ Ημέρα 306 Στρατόπεδο Εργασίας Αλτάι Ημέρα 313 Μπίισκ, Σιβηρία Ημέρα 319 Στρατόπεδο Μακάροφ Ημέρα 320 Όχθες του Ποταμού Ανγκαρά Ημέρα 350 Ουστ Κουτ, Σιβηρία Ημέρα 380 Γιακούτσκ, Σιβηρία Ημέρα 410 Διέλευση του Αρκτικού Κύκλου Ημέρα 440 Τροφιμόφσκ, Βόρειος Πόλος αυτός ο χάρτης έχει σκοπό να δείξει τη μεγάλη απόσταση που διήνυσαν η λίνα και η οικογένειά της στο μακρύ ταξίδι τους. Δεν είναι στις προθέσεις του να αναπαραστήσει επακριβώς τα σύνορα όλων των άλλων χωρών.

κλέφτες και πόρνες

1 μένα με πήραν με το νυχτικό μου. Όταν τα ξαναθυμάμαι, συνειδητοποιώ πως τα σημάδια ήταν εκεί οικογενειακές φωτογραφίες που γίνονταν στάχτη στο τζάκι, η μητέρα που έραβε τα καλύτερά της ασημικά και κοσμήματα στη φόδρα του παλτού της αργά τη νύχτα και ο μπαμπάς που δεν είχε γυρίσει από τη δουλειά. ο μικρότερος αδελφός μου, ο γιόνας, έκανε ερωτήσεις. Κι εγώ έκανα ερωτήσεις, αλλά ίσως να αρνήθηκα να αναγνωρίσω τα σημάδια. μόνο αργότερα συνειδητοποίησα πως η μητέρα και ο πατέρας είχαν κατά νου να δραπετεύσουμε. Δε δραπετεύσαμε. μας συνέλαβαν. 14 ιουνίου του 1941. Είχα βάλει το νυχτικό μου και είχα βολευτεί στην καρέκλα μου για να γράψω ένα γράμμα στην ξαδέλφη μου τη γιοάνα. Άνοιξα το καινούργιο σετ γραψίματος από ελεφαντόδοντο και την κασετίνα με τα στιλό και τα μολύβια, δώρο από τη θεία μου για τα δέκατα πέμπτα γενέθλιά μου. η βραδινή αύρα έμπαινε ανάλαφρη από το ανοιχτό παράθυρο πάνω από το γραφείο μου, κουνώντας πέρα-δώθε την

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ κουρτίνα σαν να χόρευε μαζί της βαλς. Και τα κρινάκια που μαζί με τη μαμά είχα φυτέψει δυο χρόνια πριν σκορπούσαν παντού τη γλυκιά ευωδιά τους. Αγαπημένη μου Γιοάνα. Δεν ήταν ένα απλό χτύπημα στην πόρτα. Ήταν επίμονα, βροντερά χτυπήματα, που με έκαναν να αναπηδήσω στην καρέκλα μου. γροθιές χτυπούσαν με δύναμη την εξώπορτά μας. Κανείς δε σάλεψε μέσα στο σπίτι. σηκώθηκα από το γραφείο μου και προσπάθησα να διακρίνω κάτι στο χολ. η μητέρα μου, βουβή, είχε κολλήσει στον τοίχο απέναντι από τον κορνιζαρισμένο χάρτη μας της λιθουανίας, με μάτια κλειστά και πρόσωπο τραβηγμένο από μια τόσο έντονη αγωνία που ποτέ δεν είχα ξαναδεί. Προσευχόταν. «μητέρα», είπε ο γιόνας, με το ένα μόνο μάτι του να διακρίνεται στη χαραμάδα της πόρτας του, «θα πας ν ανοίξεις; μοιάζει σαν να θέλουν να τη σπάσουν». η μητέρα γύρισε το κεφάλι της και είδε τον γιόνας αλλά κι εμένα να κρυφοκοιτάζουμε από τα δωμάτιά μας. Προσπάθησε να μας χαμογελάσει μ ένα βεβιασμένο χαμόγελο. «Ναι, αγαπούλα μου. θα πάω ν ανοίξω την πόρτα. Δε θ αφήσω κανέναν να μας τη σπάσει». τα τακούνια των παπουτσιών της ηχούσαν καθώς περπατούσε στο ξύλινο πάτωμα του χολ και η μακριά, λεπτή φούστα της λικνιζόταν γύρω από τους αστραγάλους της. η μητέρα ήταν κομψή και όμορφη, στην πραγματικότητα εκθαμβωτική, με ένα ασυνήθιστα πλατύ χαμόγελο, που φώτιζε τα πάντα γύρω της. Ήμουν τυχερή που είχα κληρονομήσει τα μελιά μαλλιά της και τα φωτεινά γαλάζια μάτια της. ο γιόνας είχε πάρει το χαμόγελό της. Δυνατές φωνές εκτόξευαν απειλές από το χολ.

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ «η NKVD!» ψιθύρισε ο γιόνας χλομιάζοντας. «ο τάντας είπε πως πήραν τους γείτονές του με ένα καμιόνι. συλλαμβάνουν κόσμο». «Όχι. Όχι εδώ», του απάντησα. η σοβιετική μυστική αστυνομία δεν είχε καμιά δουλειά στο σπίτι μας. Κατηφόρισα το διάδρομο για ν ακούσω καλύτερα και κρυφοκοίταξα από τη γωνία. ο γιόνας είχε δίκιο. τρεις αξιωματικοί της NKVD, της διαβόητης Νι-Κα-βε-Ντε, δηλαδή της λαϊκής Επιτροπής Εσωτερικών Υποθέσεων, είχαν περικυκλώσει τη μητέρα. φορούσαν μπλε καπέλα με μια κόκκινη λωρίδα κι ένα χρυσό αστέρι πάνω από το γείσο τους. Ένας ψηλός αξιωματικός κρατούσε στα χέρια του τα διαβατήριά μας. «χρειαζόμαστε λίγο περισσότερο χρόνο. θα είμαστε έτοιμοι το πρωί», είπε η μητέρα. «Είκοσι λεπτά αλλιώς δε θα ζήσετε να δείτε το πρωί», της είπε ο αξιωματικός. «σας παρακαλώ, χαμηλώστε τον τόνο της φωνής σας. Έχω παιδιά», ψιθύρισε η μητέρα. «Είκοσι λεπτά», γάβγισε ο αξιωματικός. Πέταξε το αναμμένο τσιγάρο του πάνω στο καθαρό πάτωμα του καθιστικού μας και το πάτησε στο ξύλο με την μπότα του. σε λίγο θα γινόμασταν κι εμείς τσιγάρα.

2 ίχαν έρθει να μας συλλάβουν; Πού ήταν ο μπαμπάς; Έτρεξα στο δωμάτιό μου. Ένα φρέσκο καρβέλι ψωμί είχε εμφανιστεί από το πουθενά στο περβάζι, και μια μεγάλη δεσμίδα ρούβλια ήταν χωμένη κάτω από την εσοχή. η μητέρα ήρθε στην πόρτα με τον γιόνας γαντζωμένο πάνω της. «αλλά, μητέρα, πού πάμε; τι έχουμε κάνει;» ρώτησε. «Έγινε κάποια παρεξήγηση. λίνα, ακούς; θα πρέπει να κάνουμε γρήγορα και να αμπαλάρουμε όλα όσα μας είναι χρήσιμα αλλά όχι κατ ανάγκην και αγαπημένα. Καταλαβαίνεις; λίνα! Ρούχα και παπούτσια θα πρέπει να είναι η προτεραιότητά μας. Προσπάθησε να χωρέσεις ό,τι μπορείς μέσα σε μία μόνο βαλίτσα». η μητέρα κοίταξε προς το παράθυρο. γρήγορα έβαλε το ψωμί και τα λεφτά πάνω στο γραφείο κι έκλεισε με δύναμη τις κουρτίνες. «Υποσχεθείτε μου πως οποιοσδήποτε κι αν προσπαθήσει να σας βοηθήσει θα τον αγνοήσετε. θα βρούμε την άκρη μόνοι μας. Δε θα πρέπει να σύρουμε την οικογένεια ή τους φίλους μας σ αυτό το χάος, καταλαβαίνετε; ακόμα κι αν κάποιος σάς φωνάξει, εσείς σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να του απαντήσετε».

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ «θα μας συλλάβουν;» άρχισε ο γιόνας. «Υποσχέσου τό μου!» «το υπόσχομαι», είπε ο γιόνας σιγανά. «αλλά πού είναι ο μπαμπάς;» η μητέρα σταμάτησε, τα μάτια της τρεμόπαιξαν γρήγορα. «θα μας συναντήσει. Έχουμε μόνο είκοσι λεπτά. μαζέψτε τα πράγματά σας. τώρα!» το δωμάτιό μου άρχισε να στριφογυρίζει. η φωνή της μητέρας ηχούσε μέσα στο κεφάλι μου. «τώρα. τώρα!» τι συνέβαινε; ο ήχος των παπουτσιών του δεκάχρονου αδελφού μου που έτρεχε πέρα-δώθε στο δωμάτιό του άγγιξε μια χορδή μέσα μου, κάνοντάς με να συνειδητοποιήσω πως οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά φορτισμένες και έκτακτες. τράβηξα με βίαιες κινήσεις τη βαλίτσα μου από την ντουλάπα και την άνοιξα πάνω στο κρεβάτι μου. ακριβώς ένα χρόνο πριν, οι σοβιετικοί είχαν αρχίσει να μετακινούν στρατεύματα από τα σύνορα μέσα στη χώρα. Ύστερα, τον αύγουστο, η λιθουανία επισήμως προσαρτήθηκε στη σοβιετική Ένωση. Όταν διαμαρτυρήθηκα την ώρα του βραδινού φαγητού, ο μπαμπάς μού έμπηξε τη φωνή και μου είπε ποτέ μα ποτέ να μην πω κάτι υποτιμητικό για τους σοβιετικούς. με έστειλε στο δωμάτιό μου. Ύστερα από αυτό δεν είπα ποτέ μεγαλόφωνα τίποτα εναντίον τους. αλλά μέσα μου έλεγα πολλά. «Παπούτσια, γιόνας, ένα δεύτερο ζευγάρι κάλτσες, παλτό!» άκουσα τη μαμά να φωνάζει από το διάδρομο. Πήρα την οικογενειακή μας φωτογραφία από το ράφι κι έβαλα τη χρυσαφιά κορνίζα ανάσκελα στον πάτο της άδειας βαλίτσας μου. τα πρόσωπα μου ανταπέδωσαν το βλέμμα, ευτυχισμένα, ανί-

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ δεα. Ήταν από το Πάσχα πριν από δύο χρόνια. η γιαγιά ήταν ακόμη ζωντανή. αν όντως μας έριχναν στη φυλακή, θα ήθελα να την πάρω μαζί μου. αλλά δε θα μπαίναμε φυλακή. Δεν είχαμε κάνει τίποτα κακό. βροντερά χτυπήματα και κοπανήματα ηχούσαν σε όλο το σπίτι. «λίνα», είπε η μητέρα μπαίνοντας σαν σίφουνας μέσα στο δωμάτιο με φορτωμένα χέρια. «βιάσου!» Άνοιξε την ντουλάπα και τα συρτάρια μου, πετούσε σε κατάσταση αλλοφροσύνης πράγματα στο πάτωμα κι έχωνε άλλα στη βαλίτσα μου. «μητέρα, δεν μπορώ να βρω το τετράδιο ιχνογραφίας μου. Πού είναι;» είπα πανικοβλημένη. «Δεν ξέρω. θα αγοράσουμε άλλο. αμπαλάρισε τα ρούχα σου. βιάσου!» ο γιόνας μπήκε τρέχοντας στο δωμάτιό μου. φορούσε τη στολή του σχολείου του και τη γραβατούλα του και κρατούσε τη σχολική του τσάντα. τα ξανθά μαλλιά του ήταν τέλεια χτενισμένα, με χωρίστρα στο πλάι. «Είμαι έτοιμος, μητέρα», είπε με τρεμάμενη φωνή. «ο-όχι!» τραύλισε η μητέρα, πνίγοντας τη λέξη όταν είδε τον γιόνας ντυμένο λες και πήγαινε στην ακαδημία. Πήρε μια βαθιά, ακανόνιστη ανάσα και χαμήλωσε τον τόνο της φωνής της. «Όχι, γλυκέ μου, τη βαλίτσα σου. Έλα μαζί μου». τον άρπαξε από το μπράτσο και κατευθύνθηκαν τρέχοντας στο δωμάτιό του. «λίνα, βάλε κάλτσες και παπούτσια. βιάσου!» μου πέταξε την καλοκαιρινή μου καπαρντίνα. τη φόρεσα. Έβαλα τα πέδιλά μου και άρπαξα δυο βιβλία, κορδέλες για τα μαλλιά και τη βούρτσα μου. Πού ήταν το τετράδιο της ιχνογραφίας μου; Πήρα την κασετίνα με τα μολύβια, τα στιλό και

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ τη δεσμίδα με τα ρούβλια από το γραφείο μου και τα έβαλα ανάμεσα στο σωρό των πραγμάτων που είχαμε πετάξει μέσα στη βαλίτσα μου. Έκλεισα με δύναμη τις κλειδαριές και όρμησα έξω από το δωμάτιο, ενώ οι κουρτίνες ακόμη ανέμιζαν και χτυπούσαν πάνω στο φρέσκο καρβέλι που παρέμενε στο γραφείο μου. Είδα την αντανάκλασή μου στην τζαμένια πόρτα του φούρνου και σταμάτησα για μια στιγμή. Είχα μια λεπτή στρώση πράσινης μπογιάς στο πιγούνι μου. Τη σκούπισα κι έσπρωξα την πόρτα. Ένα καμπανάκι κουδούνισε πάνω από το κεφάλι μου. Το κατάστημα ήταν ζεστό και μύριζε μαγιά. «Λίνα, χαίρομαι που σε βλέπω». Η γυναίκα βιάστηκε να πάει στον πάγκο της για να με εξυπηρετήσει. «Τι μπορώ να κάνω για σένα;» Την ήξερα; «Συγγνώμη, εγώ δεν» «Ο άντρας μου είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Δουλεύει για τον πατέρα σου», είπε. «Σε έχω δει στην πόλη με τους γονείς σου». Κούνησα το κεφάλι μου. «Η μητέρα μου μου ζήτησε να της αγοράσω ένα καρβέλι ψωμί», είπα. «Φυσικά», απάντησε η γυναίκα τρέχοντας πίσω από τον πάγκο. Τύλιξε ένα αφράτο καρβέλι με χαρτί περιτυλίγματος και μου το έδωσε. Όταν πήγα να της δώσω τα χρήματα, εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της. «Σε παρακαλώ», ψιθύρισε η γυναίκα. «Δε θα μπορούσαμε ποτέ να σας ξεπληρώσουμε, όπως έχει το πράγμα».

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ «Δεν καταλαβαίνω». Άπλωσα ξανά το χέρι μου με τα κέρματα προς το μέρος της. Με αγνόησε. Το καμπανάκι κουδούνισε. Κάποιος μπήκε στο μαγαζί. «Δώσε στους γονείς σου τις καλύτερες ευχές μας», είπε η γυναίκα και μετακινήθηκε για να εξυπηρετήσει τον άλλο πελάτη. Αργότερα εκείνη τη νύχτα ρώτησα τον μπαμπά για το καρβέλι. «Ήταν μεγάλη καλοσύνη της, αλλά δεν έπρεπε να το κάνει», είπε. «Ναι, αλλά τι έκανες γι αυτούς;» τον ρώτησα. «Τίποτα, Λίνα. Έχεις τελειώσει με τα μαθήματά σου;» «Μα κάτι θα πρέπει να έχεις κάνει για να αξίζεις ένα δωρεάν καρβέλι», τον πίεσα. «Δεν αξίζω τίποτα. Κάνεις αυτό που είναι σωστό, Λίνα, χωρίς να περιμένεις ανταμοιβή ή ανταπόδοση. Τώρα συνέχισε με τα μαθήματά σου».

3 μητέρα γέμισε μια εξίσου μεγάλη βαλίτσα για τον γιόνας. Έκανε το κορμί του να δείχνει ακόμα πιο μικροκαμωμένο και λεπτό, και ήταν αναγκασμένος να την κουβαλάει και με τα δυο του χέρια, γέρνοντας προς τα πίσω το κορμί του για να μπορέσει να τη σηκώσει από το πάτωμα. Δεν παραπονέθηκε για το βάρος, ούτε ζήτησε βοήθεια. ο θόρυβος από γυαλιά και πορσελάνες που έσπαγαν κάθε τόσο σ ολόκληρο το σπίτι έμοιαζε με γοερές κραυγές. βρήκαμε τη μητέρα μας στην τραπεζαρία να πετάει στο πάτωμα και να σπάει τα καλύτερά της κρύσταλλα και τις πορσελάνες της. το πρόσωπό της γυάλιζε από ιδρώτα και οι χρυσαφένιες μπούκλες της έπεφταν χαλαρές στα μάτια της. «μαμά, όχι!» φώναξε ο γιόνας τρέχοντας προς τα θρύψαλα που ήταν σκορπισμένα παντού στο πάτωμα. τον τράβηξα πίσω πριν προλάβει ν αγγίξει τα γυαλιά. «μητέρα, γιατί σπας τα όμορφα πράγματά σου;» τη ρώτησα. σταμάτησε και κοίταξε το πορσελάνινο φλιτζάνι στο χέρι της. «Επειδή τ αγαπάω πάρα πολύ». Πέταξε το φλιτζάνι στο

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ πάτωμα και δε σταμάτησε ούτε καν να το δει να σπάει πριν απλώσει το χέρι της να πάρει ένα ακόμα. ο γιόνας άρχισε να κλαίει. «μην κλαις, αγαπούλα μου. θα πάρουμε ακόμα πιο όμορφα πράγματα». η πόρτα άνοιξε διάπλατα και τρεις άντρες της NKVD μπήκαν στο σπίτι κρατώντας τουφέκια με ξιφολόγχες. «τι έγινε εδώ;» ρώτησε ένας ψηλός αξιωματικός επιθεωρώντας τις ζημιές. «Έγινε ένα ατύχημα», απάντησε η μητέρα ήρεμα. «Κατέστρεψες σοβιετική περιουσία», ούρλιαξε εκείνος. ο γιόνας τράβηξε πιο κοντά του τη βαλίτσα του, από φόβο μήπως από στιγμή σε στιγμή μπορούσε κι αυτή να θεωρηθεί σοβιετική περιουσία. η μητέρα κοιτάχτηκε στον καθρέφτη του διαδρόμου για να βάλει στη θέση τους τις μπούκλες που είχαν ξεφύγει και φόρεσε το καπέλο της. Ένας από τους άντρες της NKVD τη χτύπησε με δύναμη στον ώμο με το κοντάκι του τουφεκιού του, ρίχνοντάς τη με το πρόσωπο στον καθρέφτη. «αστικά γουρούνια, πάντα να χαζολογάτε ξέρετε. Δεν πρόκειται να το χρειαστείς αυτό το καπέλο», τη χλεύασε. η μητέρα όρθωσε και πάλι το κορμί της, ίσιωσε τη φούστα της και διόρθωσε το καπέλο της. «Ζητώ συγγνώμη», είπε άτονα στον στρατιωτικό πριν σιάξει και πάλι τις μπούκλες της και βάλει τη μαργαριταρένια καρφίτσα του καπέλου της στη θέση της. Ζητώ συγγνώμη; Όντως αυτό είπε; Εκείνοι οι άντρες μπήκαν διά της βίας στο σπίτι μας μέσα στη νύχτα, την έσπρωξαν κι εκείνη έπεσε πάνω στον καθρέφτη και τους ζητούσε συγ-

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ γνώμη; Ύστερα άπλωσε ξανά το χέρι της να πιάσει το μακρύ γκρίζο παλτό, και ξαφνικά κατάλαβα. Έπαιζε τους σοβιετικούς στρατιωτικούς σαν να έπαιζε πολύ προσεκτικά ένα δύσκολο παιχνίδι με τραπουλόχαρτα, χωρίς να είναι σίγουρη για τα χαρτιά που θα μοιράζονταν στη συνέχεια. την ξαναείδα νοερά να ράβει κοσμήματα, χαρτιά, ασημικά και άλλα πολύτιμα αντικείμενα στο συγκεκριμένο παλτό κάτω από τη φόδρα. «Πρέπει να πάω στο μπάνιο», ανακοίνωσα, προσπαθώντας να τραβήξω την προσοχή από τη μητέρα μου και το παλτό. «Έχεις μόνο τριάντα δευτερόλεπτα». Έκλεισα την πόρτα του μπάνιου και κοίταξα το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Δεν είχα ιδέα πόσο γρήγορα επρόκειτο να αλλάξει, να μαραθεί. αν το ήξερα, θα είχα κοιτάξει προσεκτικά την αντανάκλασή μου για να την αποτυπώσω στη μνήμη μου. Ήταν η τελευταία φορά που θα κοιταζόμουν σ έναν αληθινό καθρέφτη για περισσότερο από μία δεκαετία.

4 το δρόμο τα φώτα είχαν σβήσει. Ήταν σχεδόν πίσσα σκοτάδι εκεί έξω. οι στρατιωτικοί βάδιζαν συντεταγμένοι πίσω μας, υποχρεώνοντάς μας να συγχρονίζουμε το βήμα μας με το δικό τους. Είδα την κυρία Ρασκούνας να κρυφοκοιτάζει πίσω από τις κουρτίνες της. Όταν κάποια στιγμή με είδε να την κοιτάζω κι εγώ, εξαφανίστηκε. η μητέρα με σκούντησε ελαφρά στο μπράτσο με τον αγκώνα της, υποδηλώνοντας πως θα έπρεπε να κρατάω σκυμμένο το κεφάλι μου. ο γιόνας δυσκολευόταν να κουβαλήσει τη βαλίτσα του. χτυπούσε συνέχεια πάνω στα καλάμια του. «Νταβάι», διέταξε ο στρατιωτικός. Κουνηθείτε, μη σταματάτε στιγμή. Προχωρήσαμε ως τη διασταύρωση του δρόμου, προς έναν μεγάλο σκοτεινό όγκο. Ήταν ένα καμιόνι, περικυκλωμένο από ακόμα περισσότερους άντρες της NKVD. Καθώς πλησιάζαμε στο πίσω μέρος του οχήματος, είδα πως υπήρχε κι άλλος κόσμος εκεί μέσα, καθισμένος πάνω στις βαλίτσες του. «σπρώξε με πριν προλάβουν να το κάνουν εκείνοι», μου ψιθύρισε γρήγορα η μητέρα, γιατί δεν ήθελε ν αγγίξει κανέ-

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ νας από τους στρατιωτικούς το παλτό της. Έκανα ό,τι μου ζήτησε. οι στρατιωτικοί ανέβασαν σπρώχνοντας τον γιόνας στο καμιόνι. Εκείνος έπεσε μπρούμυτα, με τη βαλίτσα του από πάνω του. Εγώ τα κατάφερα ν ανέβω χωρίς να πέσω, αλλά, όταν στάθηκα όρθια, μια γυναίκα με κοίταξε και κάλυψε με το χέρι της το στόμα της. «λίνα, αγαπούλα μου. Κούμπωσε την καπαρντίνα σου», μου υπέδειξε η μητέρα. Κατέβασα το κεφάλι μου και είδα πως φορούσα ακόμη το λουλουδάτο νυχτικό μου. μέσα στη βιασύνη μου, κι ενώ έψαχνα για το μπλοκ της ιχνογραφίας μου, είχα ξεχάσει ν αλλάξω ρούχα. Είδα επίσης μια ψηλή, λεπτή και νευρώδη γυναίκα με σουβλερή μύτη να κοιτάζει τον γιόνας. Ήταν η δεσποινίς γκρίμπας. μια γεροντοκόρη δασκάλα από το σχολείο του, από τις πιο αυστηρές. αναγνώρισα και λίγους άλλους ακόμα: τη βιβλιοθηκάριο, τον ιδιοκτήτη ενός γειτονικού ξενοδοχείου και αρκετούς άντρες με τους οποίους είχα δει τον μπαμπά να μιλάει στο δρόμο. Ήμασταν όλοι στη λίστα. Δεν ήξερα τι ήταν αυτή η λίστα, το μόνο που ήξερα ήταν πως ήμασταν όλοι μας γραμμένοι εκεί. Προφανέστατα το ίδιο ίσχυε και για τους άλλους δεκαπέντε ανθρώπους που κάθονταν μαζί μας μέσα στο καμιόνι. η πίσω πόρτα του καμιονιού έκλεισε με δύναμη. Ένα χαμηλό βογκητό ακούστηκε από έναν φαλακρό άντρα μπροστά μου. «θα πεθάνουμε όλοι μας», είπε αργά. «σίγουρα θα πεθάνουμε». «ανοησίες!» τον διέκοψε βιαστικά η μητέρα. «Κι όμως, αυτό θα γίνει», επέμεινε εκείνος. «αυτό είναι το τέλος». το καμιόνι άρχισε να κινείται, αναπηδώντας τόσο γρήγο-

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ ρα προς τα μπρος, που οι άνθρωποι έπεσαν από εκεί που κάθονταν στο πάτωμα. ο φαλακρός άντρας σκαρφάλωσε ξαφνικά στην εσωτερική πλευρά του καμιονιού και πήδηξε έξω. τσακίστηκε πάνω στο πεζοδρόμιο κι άφησε να του ξεφύγει μια κραυγή πόνου σαν ζώου που έχει πιαστεί σε παγίδα. Όλοι όσοι ήμασταν μέσα στο καμιόνι βάλαμε τις φωνές. οι ρόδες του καμιονιού στρίγκλισαν καθώς αυτό σταμάτησε, και οι στρατιωτικοί πήδηξαν έξω. Άνοιξαν την πίσω πόρτα και είδα τον άντρα να σφαδάζει από τον πόνο πεσμένος στο έδαφος. τον σήκωσαν και ξαναπέταξαν το σακατεμένο του κορμί στο καμιόνι. το ένα από τα δυο του πόδια έμοιαζε διαμελισμένο. ο γιόνας έχωσε το πρόσωπό του στο μανίκι της μητέρας. γλίστρησα το χέρι μου μέσα στο δικό του. Έτρεμε. η όρασή μου θόλωσε. Έκλεισα τα μάτια μου και τα κράτησα ερμητικά κλειστά για λίγο, ύστερα τα ξανάνοιξα. το καμιόνι ξεκίνησε πάλι με ένα δυνατό τράνταγμα προς τα μπρος και συνέχισε την πορεία του. «οχι!» ούρλιαξε ο άντρας κρατώντας το πόδι του. το καμιόνι σταμάτησε μπροστά στο νοσοκομείο. Όλοι έδειχναν ανακουφισμένοι στη σκέψη ότι θα φρόντιζαν εκεί τα τραύματα του φαλακρού άντρα. αλλά δεν είχαν σταματήσει γι αυτό. Περίμεναν. μια γυναίκα που ήταν κι αυτή στη λίστα γεννούσε εκείνη τη στιγμή ένα μωρό. με το που θα κοβόταν ο ομφάλιος λώρος, θα τους πετούσαν και τους δυο στο καμιόνι.

5 έρασαν σχεδόν τέσσερις ώρες. Καθόμασταν στο σκοτάδι μπροστά από το νοσοκομείο, χωρίς τη δυνατότητα να βγούμε από το όχημα. Πέρασαν κι άλλα καμιόνια και σε μερικά από αυτά είδα ανθρώπους καλυμμένους με μεγάλα δίχτυα, που περιόριζαν την όποια κίνησή τους. οι δρόμοι άρχισαν να βουίζουν από κίνηση. «Ήρθαμε νωρίς», σχολίασε ένας από τους άντρες στη μητέρα. Κοίταξε το ρολόι του. «Κοντεύει τρεις το ξημέρωμα». ο φαλακρός άντρας, ξαπλωμένος ανάσκελα, έστρεψε το πρόσωπο προς τον γιόνας. «αγόρι, κάλυψε με τα χέρια σου το στόμα μου και ζούληξε τη μύτη μου. μην την αφήσεις καθόλου». «Δεν πρόκειται να κάνει τέτοιο πράγμα», του είπε η μητέρα, τραβώντας ακόμα πιο κοντά της τον γιόνας. «ανόητη γυναίκα. Δε συνειδητοποιείς πως αυτό είναι μόνο η αρχή; τώρα έχουμε την ευκαιρία να πεθάνουμε με αξιοπρέπεια». «Ελένα!» μια φωνή σαν σφύριγμα ακούστηκε από το δρόμο. Είδα την ξαδέλφη της μητέρας τη Ρεγγίνα να κρύβεται στις σκιές.

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ «αισθάνεσαι κάπως ανακουφισμένος τώρα που είσαι ξαπλωμένος ανάσκελα;» ρώτησε η μητέρα τον φαλακρό άντρα. «Ελένα!» η φωνή ακούστηκε ξανά, λίγο πιο δυνατή. «μητέρα, νομίζω πως σε φωνάζει», ψιθύρισα κοιτάζοντας τους άντρες της NKVD να καπνίζουν από την άλλη μεριά του καμιονιού. «Δε με φωνάζει είναι μια τρελή», είπε η μητέρα δυνατά. «Άμε στο καλό και άσε μας στην ησυχία μας», της φώναξε. «μα, Ελένα, εγώ» η μητέρα έστρεψε το κεφάλι της και προσποιήθηκε πως ήταν απορροφημένη σε σοβαρή κουβέντα μαζί μου, αγνοώντας εντελώς την ξαδέλφη της. Ένα μικρό δέμα αναπήδησε στο πάτωμα του καμιονιού και ήρθε και σταμάτησε κοντά στον φαλακρό άντρα. Εκείνος άπλωσε με απληστία το χέρι του για να το αρπάξει. «Και μιλάτε για αξιοπρέπεια, κύριε;» είπε η μητέρα. Άρπαξε το δέμα από τα χέρια του και το έβαλε κάτω από τα πόδια της. αναρωτιόμουν τι μπορούσε να υπάρχει μέσα στο δέμα. Πώς μπορούσε η μητέρα να αποκαλεί την ξαδέλφη της «τρελή»; η Ρεγγίνα μπήκε σε μεγάλο κίνδυνο για να τη βρει. «Είσαι η γυναίκα του Κόστας βίλκας, του κοσμήτορα του πανεπιστημίου;» τη ρώτησε ένας κουστουμαρισμένος άντρας που καθόταν λίγο πιο κάτω από εμάς. η μητέρα έκανε ένα καταφατικό γεύμα, σφίγγοντας τα χέρια της. Παρακολουθούσα καθώς η μητέρα έτριβε τις παλάμες της. Οι σιγανές φωνές στην τραπεζαρία άλλαζαν συνέχεια έντα-

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ ση. Οι άντρες κάθονταν εκεί πολλές ώρες. «Γλυκιά μου, πήγαινέ τους την καφετιέρα με τον φρέσκο καφέ», είπε η μητέρα. Έφτασα ως την άκρη της τραπεζαρίας. Ένα σύννεφο καπνού από τα πολλά τσιγάρα τους μετεωριζόταν πάνω από το τραπέζι, αιχμαλωτισμένο από τα κλειστά παράθυρα και τις κουρτίνες. «Να επαναπατριστούν, αν μπορούν να γλιτώσουν μ αυτό τον τρόπο», είπε ο πατέρας μου, σταματώντας απότομα την κουβέντα όταν με είδε να στέκομαι στο άνοιγμα της πόρτας. «Θα ήθελε κανείς κι άλλο καφέ;» ρώτησα, σηκώνοντας ψηλά την ακριβή κανάτα. Κάποιοι από τους άντρες κατέβασαν το κεφάλι τους. Ένας άλλος έβηξε. «Λίνα, εξελίσσεσαι σε νεαρά κυρία», είπε ένας φίλος του πατέρα μου από το πανεπιστήμιο. «Και μαθαίνω πως είσαι πολύ προικισμένη ζωγράφος». «Όντως είναι!» είπε ο μπαμπάς. «Έχει ένα δικό της, μοναδικό στιλ. Και είναι εξαιρετικά έξυπνη», συμπλήρωσε κλείνοντάς μου το μάτι. «Θέλεις να πεις πως μοιάζει της μητέρας της», αστειεύτηκε ένας από τους άντρες. Γέλασαν όλοι τους. «Πες μου, Λίνα», είπε ο άντρας που έγραφε στην εφημερίδα, «τι γνώμη έχεις γι αυτή την καινούργια Λιθουανία;» «Λοιπόν», διέκοψε βιαστικά την κουβέντα ο πατέρας. «Αυτό δεν είναι θέμα συζήτησης για ένα νεαρό κορίτσι, δε συμφωνείτε;» «Θα είναι θέμα συζήτησης για όλους, Κόστας, νέους και ηλικιωμένους», διαμαρτυρήθηκε ο δημοσιογράφος. «Εκτός αυτού», είπε χαμογελώντας, «δεν πρόκειται να δημοσιεύσω τη γνώμη της και στην εφημερίδα».

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ Ο μπαμπάς στριφογύρισε στο κάθισμά του. «Τι γνώμη έχω για την προσάρτηση από τους Σοβιετικούς;» Σταμάτησα, αποφεύγοντας να συναντήσω το βλέμμα του πατέρα μου. «Νομίζω πως ο Ιωσήφ Στάλιν είναι τραμπούκος. Πιστεύω πως θα έπρεπε να απωθήσουμε τα στρατεύματά του έξω από τη Λιθουανία. Δε θα έπρεπε να τους έχουμε επιτρέψει να έρθουν και να πάρουν ό,τι τους κάνει κέφι και» «Αρκετά, Λίνα. Άφησε εδώ την καφετιέρα και πήγαινε μαζί με τη μητέρα σου στην κουζίνα». «Μα λέω την αλήθεια!» επέμεινα. «Δεν είναι σωστό». «Αρκετά!» είπε ο πατέρας μου. Γύρισα στην κουζίνα, σταματώντας απότομα για να κρυφακούσω. «Μην την ενθαρρύνεις, Βλάντας. Το κορίτσι είναι τόσο ξεροκέφαλο, με τρομάζει πολύ», είπε ο μπαμπάς. «Λοιπόν», απάντησε ο δημοσιογράφος, «τώρα καταλαβαίνουμε πόσο πολύ έχει μοιάσει στον πατέρα της, έτσι δεν είναι; Έχεις αναθρέψει μια πραγματική αντάρτισσα, Κόστας». Ο μπαμπάς έμεινε σιωπηλός. Η συνάντηση έφτασε στο τέλος της και οι άντρες άρχισαν να φεύγουν από το σπίτι σταδιακά, μερικοί από την μπροστινή πόρτα και άλλοι από την πίσω. «στο πανεπιστήμιο;» είπε ο φαλακρός άντρας μορφάζοντας ακόμη από τον πόνο. «α, καλά, τότε είναι ξοφλημένος από καιρό». το στομάχι μου σφίχτηκε σαν να μου είχαν δώσει μια δυ-

ΠΑΓΩΜΕΝΕΣ ΣΚΙΕΣ νατή γροθιά. ο γιόνας έστρεψε μ ένα απελπισμένο βλέμμα το πρόσωπό του προς τη μητέρα. «για να είμαι ειλικρινής, δουλεύω στην τράπεζα και είδα τον πατέρα σου μόλις σήμερα το απόγευμα», είπε ένας άντρας χαμογελώντας στον γιόνας. Ήξερα πως του έλεγε ψέματα. η μητέρα έριξε στον άντρα ένα βλέμμα γεμάτο ευγνωμοσύνη. «τότε τον είδες καθ οδόν προς τον τάφο του», είπε ο εριστικός φαλακρός άντρας. τον κοίταξα, ενώ την ίδια ώρα αναρωτιόμουν πόσο πολλή κόλλα θα χρειαζόταν κανείς για να του κρατήσει κλειστό το στόμα. «Είμαι φιλοτελιστής. Ένας απλός φιλοτελιστής, και με στέλνουν στο θάνατό μου επειδή αλληλογραφώ με άλλους φιλοτελιστές στο εξωτερικό. Ένας πανεπιστημιακός θα πρέπει σίγουρα να βρίσκεται σχεδόν στην κορυφή της λίστας για» «βούλωσ το!» του πέταξα απότομα και ωμά. «λίνα!» είπε η μητέρα. «θα πρέπει να ζητήσεις αμέσως συγγνώμη. αυτός ο δυστυχής κύριος πεθαίνει από τον πόνο δεν καταλαβαίνει τι λέει». «ξέρω ακριβώς τι λέω», απάντησε ο άντρας κοιτάζοντάς με. οι πόρτες του νοσοκομείου άνοιξαν και μια φοβερή κραυγή εκτοξεύτηκε από μέσα. Ένας άντρας της NKVD βγήκε σέρνοντας στα σκαλοπάτια μια ξυπόλυτη γυναίκα που φορούσε μια ματωμένη νοσοκομειακή ρόμπα. «το μωρό μου! σας παρακαλώ, μην κάνετε κακό στο μωρό μου!» ούρλιαζε. Ένας άλλος στρατιωτικός βγήκε έξω κουβαλώντας ένα φασκιωμένο δέμα. Ένας γιατρός ήρθε τρέχοντας, αρπάζοντας τον στρατιωτικό. «σας παρακαλώ, δεν μπορείτε να πάρετε το νεογέννητο.

ΡΟΥΤΑ ΣΕΠΕΤΙΣ Δε θα επιζήσει!» ούρλιαζε ο γιατρός. «Κύριε, σας ικετεύω. σας παρακαλώ!» ο στρατιωτικός στράφηκε προς το γιατρό και με το τακούνι της μπότας του τον κλότσησε στο γόνατο. ανέβασαν τη γυναίκα στο καμιόνι. η μητέρα και η δεσποινίς γκρίμπας αγωνίστηκαν να της κάνουν χώρο για να ξαπλώσει πλάι στον φαλακρό άντρα. μας έδωσαν και το μωρό. «λίνα, σε παρακαλώ», είπε η μητέρα, περνώντας μου το ροδαλό μωρό. Κράτησα τον μπόγο και αμέσως ένιωσα τη ζεστασιά που εξέπεμπε το μικροσκοπικό κορμάκι του να φτάνει ως εμένα διαπερνώντας την καπαρντίνα μου. «θεέ μου, σε παρακαλώ, το μωρό μου!» φώναξε η γυναίκα καθώς σήκωνε το κεφάλι της να με κοιτάξει. το μωρό άφησε να του ξεφύγει ένα ασθενικό κλάμα και οι μικροσκοπικές γροθιές του γρονθοκόπησαν τον αέρα. η μάχη του για επιβίωση είχε αρχίσει.

ÖÃÒÃ Ì ÐÔÒÆÓû ÎÍÒ¹ ÒÇ È»ØÃÇ ËÇ ÌÓÐÏÎÇÌÆ ØÔº ÉûÌÍ ÒÍ ÎÐÔÇ̼ Æ ØÔº ÒÍ ÂÃÊÄ; ËÍ ÈÇØà ¼ÑÍ ¹Ì ÐÍÊ¼Ç ÒѹÎÆÕ ÇÓÍ Ì» ÂÃÉ ÎÃÌÒ ÖÐÍÌÆ»Ì ÃÒÍÇË ØÃÒ Ç ÅÇ ÒÆ ÖÍʺ ÊÏÌ ÃÖÌÏÌ ÅÇ Ò ÎÐÏÒ Ð ÌÒÃÀ; É Ç ÅÇ ¹Ì ιÐÍÖÍ É ÊÍÉ»ÐÇ ÊÊ ËÇ Ì¾ÖÒ Æ ÑÍÀÇÃÒÇɺ Ë ÑÒÇɺ ÑÒ ÌÍË» ÃÇÑÀ ÊÊÃÇ ÑÒÍ ÑλÒÇ ÒÆÕ Î Ò¹Ð Õ ÒÆÕ ¹ÖÃÇ ºÂÆ Ñ ÊÊÆÄÓû ÃÌÏ Æ»ÂÇ Ëà ÒÆ ËÆ Ò¹Ð É Ç ÒÍÌ ÂÃÊļ ÒÆÕ ÍÂÆÅ;ÌÒ Ç ÑÒÆ ÇÀÆл Î ÌÒ ¹ÖÍ Ì Ö Óû»Ì ÍÐÉ»ØÃÒ Ç ¼ÒÇ Ì ÃÎÇÀÇÏÑÃÇ Ó ÒÇ˺ÑÃÇ ÒÆÌ ÍÇ ÉÍŹÌÃÇ ÒÆÕ É Ç ¼ÑÍ Õ ÎÍĹÐÍ Ì ÑÒ ÑÒÐ Ò¼ÎÃÂ Ë Ø» ÒÆÕ É Ò ÅÐ ÄÍÌÒ Õ ÒÇÕ ÃËÎÃÇлÃÕ ÒÆÕ ØÃÇ Ñà ɻÌ ÌÍ ÒÆ ØÔº ÒÆÕ É ÓÃ Ë¹Ð É Ç É Óà ÑÒÇÅ˺ É ÌÍÌÒ Õ ÑÉÇ ÒÑ ÉÇ É Ç ØÔÅÐ ÄÇ¹Õ Ëà ÒÆÌ ÃÊλ ¼ÒÇ Ó ÄÒ ÑÍ Ì ËÃ É ÎÍÇÍ ÒмÎÍ ÑÒ Ö¹ÐÇ ÒÍ Î Ò¹Ð ÒÆÕ ÅÇ Ì Ë ÓÃÇ ¼ÒÇ Ã»Ì Ç ØÔÌÒ Ìº Ì Ë Éо É Ç ÃÎÏ ÌÍ Ò È»ÂÇ ÈÃÉÇÌ ÑÒÇÕ Î ÅÔ˹ ÌÃÕ ÑÒ¹ÎÃÕ «Ð ÅÃ Ò ÒÃÐ ÑÒÇ Á ÖÇÉ ÎÍÓ¹Ë Ò É Ç Æ ÃÊλ ÎÍ ÂÇ Ó¹ÒÃÇ Æ Ìà к ÉÍÎ¹Ê ÐÉÍ¾Ì ÅÇ Ì ÒÍ Õ ÉÐ ÒºÑÍ Ì ØÔÌÒ ÌÍ¾Õ ôù þāôøā Ćăąþóøþā ñ ô øçøôýôù ñêøçñôöú ì çøøîïì øìð )$; ZZZ SVLFKRJLRV JU H PDLO LQIR#SVLFKRJLRV JU. ñìû ì Ï ÃÊÃ;РÈÊ ÎÊÂÏ ÈÏ ÔÕÉ ÑÕÚÙ½ ÕÐÚ ÆÚÕ¼ÓÐÚ ÂÈÌÐÔξÐÚ ÐͼÎÐÚ ÑÐÚ ÂÏÂÅÆÊÌÏÁÆÊ ÕÐ ÎÆÈÂÍƾРÕÐÚ ÂÏÖÓÒÑÊÏÐÚ ÑÏÆÁÎÂÕÐØ ª