ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Παναγιώτα Βλαχάκου-Χαλούλου ΤΙΤΛΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ: Γηρατειά, πανάθεμάτα!, 2017 ISBN 978-0-9958500-0-2
Επί τέλους η σκέψη μου τέλειωσε με την ολοκλήρωση του μικρού αυτού βιβλίου. Θέλω να γνωρίζετε πως ότι αρχίζει, τελειώνει κιόλας. Έτσι είναι και η ζωή. Έχει αρχή με ομορφιά, νιάτα και δύναμη, αλλά μετά από όλα αυτά έρχεται και το τέλος της ζωής που μας γεμίζει θλίψη. Ίσως για πολλούς λοιπόν δεν πρέπει να λυπόμαστε. Πρέπει να έχουμε δύναμη και θάρρος για τα γεράματά μας και πρέπει να μην ξεχνούμε ότι κάποιοι έφυγαν από τη ζωή στα μισά μας χρόνια. Εμείς ζήσαμε και γεράσαμε και μάθαμε και πάθαμε. Περάσαμε και καλά και άσχημα, αλλά αφού φτάσαμε 70 και 80, είμαστε σκληρά καρύδια. Οι τυχεροί λοιπόν. Γι αυτό στα τελευταία μας πρέπει να δώσουμε αγάπη στα παιδιά, στα εγγόνια, στους συνανθρώπους μας γενικά, ώστε να μας θυμούνται με αγάπη και σεβασμό και να γίνουμε το παράδειγμα προς μίμηση σε αυτούς που θα συνεχίσουν την παράδοση. Εύχομαι ο θεός και η ζωή να μας βοηθήσουν να περπατήσουμε το πιο δύσκολο μονοπάτι της ζωής. Να μην φοβάστε. Με τη βοήθεια του θεού θα τα καταφέρουμε. Θέλω να ευχαριστήσω μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου την αγαπημένη μου κόρη Σταυρούλα και την Ασημένια, διότι χωρίς τις δύο αυτές δεν θα τα είχα καταφέρει, διότι στα εβδομήντα μου δεν έμαθα υπολογιστές. Εύχομαι ειρήνη και αγάπη στους λαούς της γης. Παναγιώτα Βλαχάκου-Χαλούλου 3
Τά Χρόνια Τής Ζωής Ενός χρόνου κλαψιάρικο Και όμορφο συνάμα Με την μπιμπίλα προσπαθούν Να σβήσουνε το κλάμα. Δυο και τρία τα χρόνια του Τα βήματα έχει μάθει Και τα μικρά παιχνίδια του Τα λύνει και τα φτιάχνει. Φθάσαμε και στα τέσσερα με πέντε Ανθρωπάκι πια σωστό Δεν πιστεύεις στα μάτια σου Παιδί δικό σου ειν αυτό; Έξι και επτά, πότε έφθασαν Θ αρχίσει και σχολείο Και έτσι πια εισέρχεται μες της ζωής τ αρχείο. Έφθασαν και τα έντεκα με δώδεκα Κουβέντα πια δεν παίρνει Νομίζει ότι μεγάλωσε Και όλα πια τα ξέρει. Δέκα τρία-τέσσερα και πέντε Αρχίζει να γαμπρίζει πολύ παράξενα χτενίζει τα μαλλιά του και δεν ακούει τίποτε που λεν τα γονικά του. 4
Αχ Θεέ μου τι θα κάνω; Τα δεκαεπτά και οχτώ πώς θα τα προστατεύσω; Η σκέψη μου τρελαίνεται όταν μεσάνυχτα ειν έξω. Τα νιάτα πια δεν κρύβονται Στα είκοσι και στα είκοσι ένα Σου λένε πια μεγάλωσαν Και φεύγουν από σένα. Είκοσι δύο και είκοσι τρία Σταθείτε λίγο τέκνα μου Διότι πολλά δεν ξέρετε Απ της ζωής την τυραννία. Είκοσι επτά μέχρι τριάντα, θέλουν τις πιο καλές δουλειές να βρούνε Λεφτά για ν αποκτήσουνε Ζωή καλή να ζήσουνε. Τριάντα με τριάντα τρία Μεγάλοι πια, έτοιμοι για παντρειά Κορίτσια και παιδιά βγαίνουν για μιά πενταετία και τίποτε δεν ξέρουνε από την κοινωνία. Τριάντα πέντε με τριάντα επτά Μεγαλωμένοι πια, θέλουν οικογένεια, Θέλουνε παιδιά και στη ζωή ελπίζουνε να πάνε όλα καλά. Πλησιάζουν τα σαράντα Θεέ μου, πότε πέρασαν τα χρόνια; Πότε θα ιδούμε εμείς παιδιά, Πότε θα ιδούμε εγγόνια; 5
Ποτέ να μην φοβάστε Σαν τα πενήντα έλθουνε και τα πενήντα πέντε Είμαστε πια σοφότεροι μες της ζωής το διάβα Ξέρουμε να χωρίζουμε χαρά είναι ή δράμα. Και σαν τα εξήντα έλθουνε, στεκόμαστε και λέμε τα υπόλοιπα να ζήσουμε χωρίς πονοκεφάλους, χωρίς προβλήματα πολλά, τ αγγόνια να χαρούμε, διότι τα δικά μας τα παιδιά ώρα δεν είχαμε να ιδούμε. Όμως δεν τα μετρήσαμε καλά, μετά από τα εξήντα αρχίζουνε τα γεράματα με μάτια που δεν βλέπουν, πόνοι στα πόδια, πονάκια στο κεφάλι Και τότε πια σκεπτόμαστε, γεράσαμε χαλάλι. Εξήντα πέντε και εβδομήντα Ο φόβος μπαίνει στην καρδιά, Ο χάρος θα μας πάρει Και έτσι περνούν τα χρόνια, Χωρίς πολύ καμάρι. Υπομονή συνάνθρωποι, αυτή είναι η ζωή Γλυκιά-γλυκιά, πολύ γλυκιά ως την στερνή πνοή. Αν είμαστε υγιείς, χρόνια πολλά θα ζήσουμε Και ίσως τυχεροί να τα εκατοστίσουμε. Τα πρώτα εκατό είναι δύσκολα. 6
Γηρατειά, πανάθεμάτα! Χρυσά χρόνια ονομάζουν τα γερατειά εδώ στον Καναδά. Το άκουγα αυτό όταν ήμουν μικρότερη και ποτέ δεν το σκέφτηκα. Τώρα όμως που βαδίζω για τα χρυσά χρόνια για τα καλά, το σκέφτομαι και αναρωτιέμαι γιατί τόσο χρυσάφι, αφού όταν πατήσεις τα εξήντα τότε αρχίζουν όλα τα τροπάρια: πόνoι στα πόδια, τα μάτια δε βλέπουν όπως πρώτα ή ακόη δεν είναι ίδια και όλα τα άλλα που τα γνωρίζετε πολύ καλά όλοι σας. Αρχίζουμε να κλεινόμαστε στον εαυτό μας, να μη θέλουμε να πάμε να δούμε κάποιον στο σπίτι του και ούτε καν να βγούμε έξω. Και καθισμένοι εκεί στον καναπέ να σκεφτόμαστε πότε θα ρθει ο χάρος να μας πάρει. Γενικά να είμαστε σε συνεχή αδράνεια. Αυτό λοιπόν τι σημαίνει, ότι παραδώσαμε τα όπλα; Λοιπόν αυτό θέλετε; Όχι δα, δεν πεθάναμε ακόμα, είμαστε ζωντανοί, γι αυτό πρέπει να πετάξουμε τις κακές σκέψεις, πρέπει να αντισταθούμε στα γηρατειά. Πρέπει να είμαστε δυνατοί και να μην πικραινόμαστε για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Είμαστε τυχεροί που φτάσαμε ως εδώ, άλλοι έφυγαν πιο γρήγορα, γι αυτό όχι θρήνους και κακές σκέψεις, χαρά και αγαλλίαση. Η ζωή μας έδωσε χαρές. Είδαμε τα παιδιά μας να μεγαλώνουν, μπορεί να κουραστήκαμε να τα μεγαλώσουμε, αλλά αυτό θα πει ζωή. Ο κόπος, ή κούραση, ο ιδρώτας, ή αγωνία, αυτά είναι η ζωή και η χαρά να τα βλέπουμε να μεγαλώνουν και αυτά τα δικά τους παιδιά, τα εγγόνια μας, και πολλοί από μας δισέγγονα και τρισέγγονα. Πέστε μου τι χαρά είναι αυτή; Υπάρχει μεγαλύτερη; Και αν καμιά φορά μας πικραίνουν. Δεν πρέπει να τους κρατάμε κακία, διότι ζουν σε δύσκολους καιρούς και πρέπει να τα συγχωρούμε. 7
Πρέπει μόνοι μας να βοηθούμε τον εαυτό μας, όσο μπορούμε και να μάθουμε να μην παραπονιόμαστε, Έτσι πάντα θα υπάρχει ειρήνη και αγάπη μέσα στην οικογένεια. Σας γράφω μέσα από τη δική μου οικογένεια σαν παράδειγμα. Ο πατέρας μου ήταν ιερέας, η μητέρα μου του ετοίμαζε τα πάντα, τα ρούχα του, τα παπούτσια γυαλισμένα όλα, τι να σας λέω και είχε και έξι παιδιά να μεγαλώνει. Τέλος για να μην τα πολυλογώ, ο Θεόςς πήρε τη μανούλα μου σε μικρή ηλικία, όλα τα κορίτσια ήμασταν στον Καναδά. Στο χωριό, στην πατρίδα, ήταν ο πατέρας μου με τα δυο αδέλφια μου, τρεις άνδρες που η μητέρα μου φρόντιζε με τόση αγάπη. Είχα τρελαθεί να σκέφτομαι τι θα γίνουν. Τέλος η λύση βρέθηκε και ο μεγάλος αδελφός ζήτησε σε γάμο μια κοπέλα, έγινε και ο γάμος. Η νύφη μου πλέον θα αναλάμβανε αυτούς τους τρεις άντρες, τη σκεφτόμουν κάθε μέρα. Με τις πρώτες κιόλας εβδομάδες έλαβα ένα γράμμα από τον πατέρα μου και σκέφτηκα: άρχισαν τα παράπονα. Και δεν έπεσα έξω. Μικροπράγματα δηλαδή: δε σηκώνονταν πρωί για να του ψήσουν τον καφέ και κάτι τέτοια. Διάβασα το γράμμα, το ξαναδιάβασα και κάθησα να του γράψω. Έκανα τη σκέψη αν εγώ του δώσω αέρα, η πιο μεγάλη κόρη, θα τους κάνει τη ζωή μαρτύριο και τη δική μου φυσικά. Του γράφω πώς αυτή που ήταν κάποτε κοντά σου και σου τα ετοίμαζε όλα, δυστυχώς τώρα είναι πολύ μακριά γι αυτό πρέπει να ψήνεις τον καφέ μόνος σου και όχι να περιμένεις τη νύφη σου να σηκωθεί στις πέντε η ώρα το πρωί για να σου φτιάξει τον καφέ. Πρέπει να βοηθήσεις τον εαυτό σου και αν εσύ τους φερθείς καλά, θα σου φερθούν κι αυτοί. Ο Θεός με βοήθησε και έστειλα αυτό το γράμμα, όσα χρόνια έζησε πέρασαν μια χαρά μεταξύ τους. 8
Είδατε λοιπόν αν εγώ έριχνα λάδι στη φωτιά τι θα γινόταν; Καταστροφή και πολλά προβλήματα. Γι αυτό όλοι μας πρέπει να αποφεύγουμε τα παράπονα και τα κουτσομπολιά για τα παιδιά και τις νυφάδες μας και τους γαμπρούς διότι μόνο προβλήματα θα φέρουμε. Αν εμείς τους αγαπούμε και τους δείχνουμε την αγάπη μας τότε όλοι μας θα ζούμε ειρηνικά. Κι όταν τα κότσια μας τελειώσουν, να μην επιβαρύνουμε τα παιδιά μας, να πηγαίνουμε μόνοι μας στο γηροκομείο. Ξέρω οι παλιότεροι λένε «τα παιδιά μας έχουν υποχρέωση να μας κοιτάξουν». Συγχωρήστε με διότι εγώ αυτό το βλέπω διαφορετικά, δεν τα ρωτήσαμε τα παιδιά μας που φέραμε στον κόσμο, όπως και οι γονείς μας δε ρώτησαν εμάς. Λοιπόν εγώ από τα παιδιά μου ζητώ μόνο την αγάπη τους και να μη μου στερήσουν τη χαρά να τα βλέπω να είναι χαρούμενα και αγαπημένα. Αυτή είναι η πληρωμή στον κάθε γονιό. Να φύγει από αυτόν τον κόσμο και να αφήσει τα παιδιά του και τα εγγόνια του εδώ χαρούμενα και ευτυχισμένα, έως ότου κάνουν κι αυτοί το ίδιο με τη σειρά τους. Σκεφτείτε λιγάκι: δεν είναι σωστό αυτό που σκέφτηκα και αυτό που νομίζω; Γηρατειά; Τι γηρατειά; Δεν είναι κατάρα, είναι ευτυχία μετά από τόσα χρόνια ζωής καλώς κακώς των πραγμάτων, είμαστε σοφότεροι και διδαχτήκαμε πολλά στο πέρασμα της ζωής γι αυτό πρέπει να είμαστε ήσυχοι και αγαπημένοι με όλους. Και με τις αρρώστιες που έχει ο καθένας, αυτές είναι η προειδοποίηση και μετά ο αποχαιρετισμός της επί γης ζωή μας. Μη φοβάστε, πρέπει όλοι μας να είμαστε έτοιμοι για την τέλεια αναχώρηση και όταν είμαστε ήσυχοι και αγαπημένοι ακόμα και με τον εαυτό μας, τότε ο δρόμος στο τελευταίο μονοπάτι της ζωής θα είναι ανακούφιση και ούτε καν θα το σκεφτούμε. Θα φύγουμε ήσυχα, ειρηνικά και γαλήνια. Κουράγιο λοιπόν χαρείτε κάθε λεπτό της ζωής, τραγουδήστε, ψάλτε, χαρείτε ό,τι μπορείτε, πραγματοποιήστε κάποιο όνειρό σας που δε μπορέσατε να το κάνετε στη ζωή. 9
Όσοι μπορείτε ταξιδέψτε στην πατρίδα σας, αν είστε ξενιτεμένοι, θυμηθείτε τα παιδικά σας χρόνια, αυτό θα σας δώσει μεγάλη χαρά. Ότι περνά από το μυαλό σας δοκιμάστε το, χαρείτε όσο μπορείτε. Και όταν πλέον τα πόδια δεν κρατούν άλλο και υποχρεωθείτε να καθίσετε στην καρέκλα, θα έχετε τόσες χιλιάδες αναμνήσεις που θα σας κρατούν συντροφιά και οι ώρες θα περνούν χωρίς να το καταλαβαίνετε. Έτσι είναι όλα επάνω στη γη, έχουν αρχή και τέλος, τα λουλούδια, τα δέντρα, τα ζώα, τα πουλιά είναι σαν κι εμάς. Όλα μεγαλώνουν. Τα ζώα δίνουν τα μικρά τους, τα δέντρα τα φρούτα τους, τα λουλούδια μερικά δίνουν μόνο την ομορφιά τους και πολλά κάνουν τους ωραίους καρπούς που τρώμε. Αλλά για σκεφθείτε λίγο: όλα αυτά τελειώνουν μετά από ένα χρονικό διάστημα, πολύ πιο γρήγορα από όσο τελειώνουμε εμείς, δεν είμαστε λοιπόν εμείς οι τυχεροί; Ναι είμαστε! Λοιπόν η ζωή είναι όμορφη όταν εμείς την κάνουμε όμορφη, είμαστε χαρούμενοι, συγχωρούμε τους πάντες και τα πάντα, δεν είμαστε κατσούφηδες, μουτρωμένοι, κακοί, υβριστές. Δεν πρέπει να είμαστε τίποτα από αυτά, διότι μετά το μεγάλο μας ταξίδι θα μας θυμούνται με αυτό που ήμασταν και θα λένε έφυγε αυτός ο κακός, ο φωνακλάς, η κακιά, η κουτσομπόλα. Λοιπόν καλοσύνη και αγάπη όσο μπορείτε και δε θα χάσετε. Τώρα θέλω να σας κάνω να γελάσετε λίγο. Κάποτε είχαμε ένα μικρό εστιατόριο. Ερχόντουσαν πολλοί πελάτες και είχαμε καλή παρέα. Ήταν ένας πελάτης με τη σύζυγό του, μάρκα μ έκαψες, με τους Εβραίους παρίστανε τον Εβραίο, με τους Πολωνούς τον Πολωνό, τι να σας γράψω; Μας έλεγε ανέκδοτα, σας γράφω ένα: «Ήταν κάποιος παπάς που όταν έβγαζε το δίσκο πετούσε όλα τα χρήματα ψηλά και φώναζε: «Θεέ μου, όσα φτάσουν στον ουρανό δικά σου, όσα πέσουν τη γη δικά μου».λοιπόν γνωρίζετε ποιος ήταν ο κερδισμένος. Χορταίναμε γέλια, δεν είχα δει πιο χαρούμενο άνθρωπο. Έμαθα τώρα ότι πέρασε τα 100 χρόνια, λοιπόν το γέλιο και η χαρά στη ζωή δίνει μακροζωία. 10
Είχαμε και έναν δικό μας με ένα μεγάλο μουστάκι και τον φωνάζαμε «μουστάκα» μας είπε κι αυτός το δικό του: «Έστειλαν κάποιον να αγοράσει βακαλάο και να του δώσουν και τη συνταγή πώς να τον μαγειρέψουν. Λοιπόν έβαλε το σακούλι με το βακαλάο στο σαμάρι του αλόγου και την συνταγή στο τσεπάκι του και ξεκίνησε για τον προορισμό του. Επιστρέφοντας πάει να ξεκρεμάσει το σακούλι από το σαμάρι, τι να δει; Τίποτα δεν υπήρχε, φαίνεται ότι στις ανηφοριές έχασε το βακαλάο. Τι να κάνει τότε ο φτωχός; Παίρνει ένα μοιραίο ύφος και τους λέει: δεν πειράζει, άχρηστος θα τους είναι ο βακαλάος, ό,τι και να κάνουν, εγώ κρατώ τη συνταγή!» Γελάστε λοιπόν όσο μπορείτε για να μακροζωείτε. Οι καιροί που ζούμε είναι δύσκολοι γι αυτό με κάθε τρόπο δεν πρέπει να τους κάνουμε ακόμα πιο δύσκολους. Όλα τα ζητήματα δεν πρέπει να τα παίρνουμε κατάκαρδα διότι όπως έχω διαπιστώσει δεν αξίζει τον κόπο, η ζωή μας δε γίνεται καλύτερη, αν όλα τα βάζουμε μέσα μας. Έξω καρδιά λοιπόν, όλα θα γίνουν, έτσι τα έχει φτιάξει η φύση. Νάταν τα νιάτα δυο φορές, τα γηρατειά καμία, έτσι λέει το τραγούδι. Τι καλά που θα ήταν δε νομίζετε; Όμως πάντα πρέπει να γνωρίζουμε ό,τι αρχίζει, τελειώνει κιόλας, τίποτα δεν είναι αιώνιο. Γιατί όταν έρθει η ώρα η ορισμένη, πρέπει να είμαστε έτοιμοι και δυνατοί, πολύ δυνατοί, χωρίς θρήνους και κλάματα, διότι η θητεία μας σ αυτόν τον κόσμο τελειώνει. Και να μην ξεχνούμε ότι εμείς είμαστε πιο τυχεροί από ό,τι άλλο ζει πάνω στη γη. «Όταν γεράσει το κορμί και το μυαλό γερνάει και τότε λύτρωση ζητάει στον Άδη για να πάει». 11
Αγάπαγε τον διπλανό, το γείτονα και το γνωστό να έχεις αγάπη κι από το Θεό. Ο γέροντας είναι σοφός, σοφότερη η γριά του, μαζί κι οι δυο μα το Θεό θα βρούνε τη χαρά τους. Σήμερα βρίσκομαι στην πατρίδα σε ένα χωριό, το όνομά του δεν έχει σημασία. Μέσα μου όμως δεν είμαι καθόλου ευχαριστημένη: ένα μήνα εδώ, είδα και άκουσα πάρα πολλά, τι κρίμα; Οι άνθρωποι έγιναν κακοί, μόνο το συμφέρον τους κυβερνάει. Τι κρίμα, άλλη μια φορά. Όλοι μαλώνουν μεταξύ τους για το τίποτα. Αδέλφια, γονείς, ξαδέλφια έχουν να μιληθούν χρόνια, περνούν στον ίδιο δρόμο και ο ένας γυρίζει το κεφάλι του από εδώ και ο άλλος από εκεί και κάνουν ότι δεν είδε ο ένας τον άλλον. Πέθαναν οι γονείς, πέθαναν τα αδέλφια, οι θείοι, και δε μιλήθηκαν ούτε στην κηδεία. Σκεφθείτε πού φτάσαμε, δεν έχουμε καν καταλάβει το νόημα της ζωής, όταν το εννοήσουμε θα είναι πλέον αργά. Όλοι μας πρέπει να επισκεπτόμαστε το κοιμητήριο του χωριού λίγο πιο συχνά. Εκεί ίσως καταλάβουμε το τι θα πάρουμε μαζί μας στο μακρινό ταξίδι και το βάλουμε καλά στο μυαλό μας, ότι αυτό δεν είναι τίποτα, μηδέν. Εκεί δε θα μας χρειαστούν ούτε χρήματα, ούτε σπίτια, ούτε χωράφια. Αν αναγκάζουμε τον εαυτό μας έστω και μια φορά την εβδομάδα να τα σκεφθεί όλα αυτά ίσως γίνουμε πολύ καλύτεροι άνθρωποι στο σύνολό μας. Το κουτσομπολιό και η ξεσηνόρια δεν περιγράφονται. Και η ζήλια είναι το κάτι άλλο. 12
Ποτέ δε μιλάμε σαν οικογένεια το τι πρέπει να κάνουμε για να καλυτερέψουμε τη ζωή μας και τη ζωή των παιδιών μας. Αλλά να κουτσομπολεύουμε την οικογένεια του άλλου είμαστε πρώτοι και να βγούμε και να τα πούμε στη γειτονιά να τα μάθουν όλοι και να γελάσουμε όλοι μαζί εις βάρος κάποιου, τί κρίμα! Αν αφιερώναμε όλον αυτόν το χρόνο καθαρίζοντας τα σπίτια μας και μαγειρεύοντας κάτι καλό για τα παιδιά μας, να αγαπούμε τους γύρω μας, ίσως η ζωή ήταν καλύτερη. Με έναν κόσμο πιο καλό που αγαπάει τον συνάνθρωπό του με την καρδιά του πραγματικά και όχι μόνο το συμφέρον. Με ένα κόσμο όμορφο χωρίς κακία και κουτσομπολιό και πλεονεξία. Όλα εδώ μένουν, όσα πιο πολλά σπίτια έχουμε, όσο ψηλά είναι τα μπαλκόνια, όσο ωραία αυτοκίνητα έχουμε, δε μπορούμε να κρυφτούμε μέσα σ αυτά όταν σημάνει η ώρα. Ειλικρινά λυπάμαι. Τι να γίνει αυτή είναι η ζωή και ο κόσμος του 2015. Αλλά με την αγάπη στην καρδιά και την ελπίδα για οδηγό πάμε πάντα μπροστά και όταν έχουμε θέληση όλα τα κατορθώνουμε ακόμα και τα ακατόρθωτα. Γι αυτό όσο έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά μπορούμε να κάνουμε θαύματα, μπορούμε να προσφέρουμε πολλά και με διαφορετικούς τρόπους και δεν πρέπει να παραδίνουμε τα όπλα. Ο αγώνας μας κάνει πιο δυνατούς και πιο ζωντανούς. Και προπαντός ό,τι κάνουμε το κάνουμε με αγάπη στην καρδιά και καλή θέληση. Λοιπόν αυτή είναι η ζωή, χαρείτε όσο μπορείτε τώρα που είναι καιρός και δε θα ξεχαστείτε. Αφού βρέθηκα στην πατρίδα και τα πόδια μου πονούσαν πολύ αποφάσισα να επισκεφτώ τα λουτρά του Καϊάφα. Ήταν κάτι το αξιοσημείωτο. Από μέσα, από ένα μεγάλο βράχο, έβγαινε ζεστό το νερό και μύριζε θειάφι. 13
Όταν έμπαινες μέσα αισθανόσουν περίφημα. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση με τι πίστη πηγαίνουν εκεί οι ηλικιωμένοι διότι όπως μου είπαν τους βοηθάει να περάσουν το χειμώνα με λιγότερους πόνους. Αν γίνεται και μπορείτε δοκιμάστε να τα επισκεφθείτε και δε θα χάσετε. Εκεί γνώρισα κάτι κυρίες από διάφορα μέρη. Κάναμε καλή παρέα. Δε θα ξεχάσω τη χαρούμενη όψη από μερικές και τα καλαμπούρια τους. Σας γράφω μερικά από αυτά που άκουσα. «Η εκδίκηση είναι η ευτυχία μια στιγμής. Η παντοτινή ευτυχία είναι η συγνώμη». «Αν πεινάς και να νυστάζεις, όσο θέλεις κουκουλώνου». «Σιγά σιγά τις αγκαλιές άνδρα μου χωριάτη, είναι βαριά τα σίδερα θα σπάσει το κρεβάτι». Γελάστε λοιπόν, τι περιμένετε; Το γέλιο κάνει καλό, ομορφαίνει και μακραίνει τη ζωή. «Νιάτα όμορφα γλυκά, κρίμα που είστε μια φορά». 14