Εθνική Τελική Εκδήλωση για το Ευρωπαϊκό Έργο «SEAP PLUS Ενισχύοντας το Σύμφωνο των Δημάρχων: Περισσότεροι συμμετέχοντες, καλύτερα σχέδια δράσης στην Ευρώπη» ΤΕΕ 12 & 13 Ιουνίου 2014 1
Μελλοντικές εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή πολιτική σχετικά με την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή: Ευκαιρίες και προκλήσεις για την Ελλάδα ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗ Πρόεδρος CISD- Παρατηρητήριο Πολιτών για την Αειφόρο Ανάπτυξη» Αρχιτέκτων d.p.lg. Πολεοδόμος Χωροτάκτης & Κοινων. Ψυχολόγος τ. Ειδική Γραμματέας Επιθεώρησης Περιβάλλοντος & Ενέργειας, ΥΠΕΚΑ Η εξοικονόμηση ενέργειας δεν αποτέλεσε μέχρι σήμερα, ουσιαστική προτεραιότητα στην χώρα μας, παρά τις σταδιακές και σημαντικές προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς. Έτσι, το πεδίο εφαρμογής εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα ευρύ και το δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας εξαιρετικά μεγάλο, ξεκινώντας από το δημόσιο τομέα και προχωρώντας σε δυναμικούς ιδιωτικούς οργανισμούς της χώρας. Οι παραγωγοί ενέργειας, η βιομηχανία, ο τριτογενής τομέας (δημόσιος και ιδιωτικός), αποτελούν σημαντικά πεδία εφαρμογής των υπηρεσιών μας. Συγκεκριμένα, οι τομείς του τουρισμού, της υγείας και του εμπορίου λόγω της ανάπτυξης τους και του δυναμικού τους, έχουν τεράστια περιθώρια για δράσεις διαχείρισης ενέργειας, όπως επίσης και ο δημόσιος τομέας που αποτελεί προτεραιότητα λόγω του μεγέθους, του πλήθους εφαρμογών εξοικονόμησης αλλά και της επιτακτικής ανάγκης βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας σύμφωνα με τις Οδηγίες της Ε.Ε. Το περιθώριο βελτίωσης είναι τεράστιο, παράλληλα με την επιτακτική ανάγκη εντατικοποίησης της δράσης σε όλους τους τομείς με προτεραιότητα στην μείωση των λειτουργικών δαπανών και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, που αποτελούν πλέον και το βασικό ζητούμενο για την ανάπτυξη της χώρας σε περίοδο κρίσης. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο δυσάρεστων εξελίξεων και σημαντικών ανατροπών. Τα δεδομένα άλλαξαν μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και πλέον η χώρα έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Δυστυχώς δεν καταφέραμε κατά την περίοδο ανάπτυξης της χώρας να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες δομές λειτουργίας του κράτους έτσι ώστε σήμερα η αντιμετώπιση των προβλημάτων να μην είναι τόσο επώδυνη. Σε ένα περιβάλλον οικονομικής κρίσης, με παρατεταμένη ύφεση, αυξανόμενη ανεργία και μείωση του παραγωγικού ιστού της χώρας δεν υπάρχει άλλη λύση εκτός από το να αλλάξουμε συμπεριφορά και να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους, αν θέλουμε να βρεθούμε πάλι σε τροχιά ανάπτυξης. Η ενέργεια επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Τις τελευταίες δεκαετίες, η συνεχώς αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου οδήγησαν σε μια αύξηση των ενεργειακών αναγκών χωρίς όμως να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε ορθολογικά. Σήμερα ο ρυθμός αύξησης των ενεργειακών αναγκών αποτελεί παρελθόν και πλέον χρόνο με το χρόνο ο ρυθμός μειώνεται σημαντικά σε όλους τους τομείς κατανάλωσης ενέργειας. Είναι η πρώτη φορά που θα μπορούσαμε να δεσμευτούμε για την επίτευξη των στόχων μείωσης της κατανάλωσης το 2020. Δυστυχώς όμως αυτό δεν οφείλεται στην ευρεία προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά στην πτώση του βιοτικού επιπέδου και στη συρρίκνωση του βιομηχανικού και του τριτογενούς τομέα. 2
Η μοναδική λύση είναι η συγκράτηση, κατ αρχήν, των σημερινών επιπέδων και η σταδιακή ορθολογική αύξηση τους στο άμεσο μέλλον. Η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί βασικό παράγοντα στην προσπάθεια αυτή, διότι μέσω αυτής μπορούν να μειωθούν σημαντικά οι λειτουργικές δαπάνες για την ενέργεια χωρίς να μειωθεί η χρήση. Η εξοικονόμηση ενέργειας γίνεται πιο ελκυστική αν σκεφτεί κανείς ότι το κόστος ενέργειας αυξάνεται συνεχώς. Λόγω της οικονομικής κατάστασης, βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της προσπάθειας αυτής, αποτελεί η σταδιακή προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας με παροχή φθηνών υπηρεσιών και επεμβάσεις μηδενικού ή χαμηλού κόστους και τεκμηριωμένο μελλοντικό σχεδιασμό. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενέργεια και το περιβάλλον διαμορφώθηκε προοδευτικά αφενός γύρω από τον κοινό στόχο της διασφάλισης ενέργειας, σε τιμή ανταγωνιστική και προσιτή για όλους τους καταναλωτές (ιδιώτες και βιομηχανίες) και αφετέρου για την αντιμετώπιση της απειλής της κλιματικής αλλαγής. Εντούτοις, η αντιμετώπιση της αυξανόμενης εξάρτησης σε εισαγωγές αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής για τη σταδιακή μετάβαση σε μία ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων εκπομπών άνθρακα. Η πρωτοβουλία 20/20/20, που σηματοδότησε το ξεκίνημα της νέας αυτής πολιτικής, επιδίωκε να αλλάξει ουσιαστικά τις ενεργειακές προοπτικές της, επιδιώκοντας φιλόδοξους στόχους στα θέματα κλιματικής αλλαγής με εξασφάλιση προβλεψιμότητας σε επενδυτές ενεργειακών υποδομών, στήριξη της ενεργειακής ασφάλειας μέσα από τη διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων, στήριξη της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με μείωση του ενεργειακού κόστους και στήριξη των καταναλωτών, ιδιαίτερα των ευάλωτων. Ήδη οι συζητήσεις αφορούν πλέον στους επιμέρους στόχους για το 2030, μεταξύ των οποίων αναφέρονται μείωση των αερίων του θερμοκηπίου το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 σε 40%, διερεύνηση δυνατότητας αύξησης από 27% σε 30% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από ΑΠΕ και 30% μείωση στη χρήση πρωτογενούς ενέργειας σε σύγκριση με τα προβλεπόμενα επίπεδα μέσω της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και της εξοικονόμησης ενέργειας. Επιπλέον, 100% των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας με έξυπνους μετρητές και 100% των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας να είναι διασυνδεδεμένοι με το Ηπειρωτικό εθνικό ηλεκτρικό σύστημα, δηλαδή πλήρης ηλεκτρική διασύνδεση της νησιωτικής Ελλάδας με το ηπειρωτικό σύστημα. Στροφή στη δράση για το κλίμα για οικονομική ανάκαμψη και θέσεις εργασίας, λένε οι Ευρωπαίοι Πολίτες σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Και τούτο είναι ιδιαίτερα θετικό, παράλληλα με την συνειδητοποίηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται εσωτερική αγορά ενέργειας ανταγωνιστική, ενοποιημένη και με υψηλή ρευστότητα, η οποία να παρέχει στερεή βάση για να διοχετεύεται η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο εκεί όπου χρειάζεται. Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει πλέον θέμα επιλογής ανάμεσα στην καλή οικονομική διαχείριση και την προστασία του κλίματος: η δράση για το κλίμα με λογικό κόστος αποτελεί καλή οικονομική διαχείριση. Ωστόσο, παρά τη σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας της ενεργειακής αγοράς, πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την 3
ενοποίηση των αγορών, τη βελτίωση του ανταγωνισμού και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων. Τα πολιτικά γεγονότα στις χώρες εφοδιασμού ή διαμετακόμισης, τα ατυχήματα ή οι φυσικές καταστροφές, οι επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος, υπενθυμίζουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την ευπάθεια του άμεσου ενεργειακού της εφοδιασμού. Ενώ κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την ασφάλεια του δικού του εφοδιασμού, η αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εντός της εσωτερικής αγοράς ενέργειας οι εθνικές λύσεις είναι συχνά ανεπαρκείς. Δεδομένων των παγκόσμιων εξελίξεων, η Ευρώπη χρειάζεται να αναλάβει δράση για να κατοχυρώσει το ενεργειακό της μέλλον και να προστατεύσει τα ζωτικά ενεργειακά της συμφέροντα. Χρειάζεται να εντείνει τις προσπάθειές της για τη χάραξη μιας αποτελεσματικής εξωτερικής ενεργειακής πολιτικής, εμβαθύνοντας τις εταιρικές της σχέσεις με τις κυριότερες χώρες προμήθειας, διαμετακόμισης και κατανάλωσης, και να υλοποιήσει τις μείζονος σημασίας υποδομές που έχουν χαρακτηριστεί ως Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος (PCIs) για την ασφάλεια του ενεργειακού της εφοδιασμού. Ευκαιρίες και προκλήσεις για την Ελλάδα Η εξοικονόμηση ενέργειας και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και των οικισμών της χώρας μας, που ευθύνονται για ένα μεγάλο μέρος των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, είναι το μεγάλο στοίχημα προκείμενου να συμβάλλει η Ελλάδα στην επίτευξη διεθνών, ευρωπαϊκών και εθνικών στόχων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται η εφαρμογή συγκεκριμένης δέσμης μέτρων με στόχευση την αλλαγή του τρόπου χρήσης και κατανάλωσης της ενέργειας από τους τελικούς καταναλωτές, χωρίς να υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής, παράλληλα με την ανάπτυξη της αγοράς στον τομέα της ενέργειας και της παροχής ενεργειακών υπηρεσιών. Απαιτείται επιτάχυνση των ρυθμών υλοποίησης όλων των προβλεπόμενων μέτρων σε όλους τους τομείς που ευθύνονται για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς, παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν έως σήμερα από την Πολιτεία η χώρα μας απέχει πολύ ακόμη από την επίτευξη των εθνικών ενεργειακών στόχων, την ίδια στιγμή που συνεχίζεται να αυξάνεται η κατανάλωση ενέργειας, ειδικά στη σημερινή οικονομική συγκυρία, με την τιμή του πετρελαίου να αυξάνεται συνεχώς, όπου το ενεργειακό ζήτημα αποτυπώνεται σε όλα τα επίπεδα: είτε στον ενεργειακό εφοδιασμό μιας χώρας, είτε στα λειτουργικά έξοδα μιας επιχείρησης, είτε στους λογαριασμούς ενός απλού πολίτη. Η χώρα μας, προκειμένου να αντισταθμίσει τους επιπλέον ρύπους στο διεθνές χρηματιστήριο ρύπων, αναγκάζεται δυστυχώς να πληρώνει εκατομμύρια ευρώ, που τα επωμίζεται ο Έλληνας φορολογούμενος πολίτης. Παρά το γεγονός ότι από τον Οκτώβριο του 2010 εφαρμόζεται ένα πλήρες πλαίσιο νομοθετικών ρυθμίσεων και μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, με κομβικό σημείο την πλήρη ενσωμάτωση στο εθνικό μας δίκαιο της σχετικής Οδηγίας 2002/91/ΕΚ (έκδοση Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων ΚΕΝΑΚ, θέσπιση διαδικασίας ενεργειακής πιστοποίησης νέων και υφισταμένων κτιρίων, λεβήτων και συστημάτων κλιματισμού και έκδοση Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης, κλπ.) η δυσχερής οικονομική 4
συγκυρία δεν επέτρεψε την ικανοποιητική διείσδυση μέτρων ενεργειακής αναβάθμισης του υφιστάμενου ενεργοβόρου κτιριακού μας αποθέματος. Επιπλέον, τα σημαντικά εργαλεία και κίνητρα που θεσπίστηκαν προκειμένου να υποστηρίξουν την ενεργειακή ανακαίνιση του ενεργοβόρου υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος της χώρας μας, («Εξοικονόμηση κατ Οίκον», «Εξοικονομώ στον Δημόσιο τομέα», κ.ά., που εντάσσονται σε ένα γενικότερο πρόγραμμα δράσεων το «Χτίζοντας το Μέλλον») δεν κατάφεραν να συνεισφέρουν τον αναμενόμενο στόχο όχι μόνο λόγω της οικονομικής συγκυρίας και της κακής ψυχολογίας των πολιτών, αλλά κύρια λόγω του ότι δεν ολοκληρώθηκε το θεσμικό πλαίσιο που αφορά στις Ενεργειακές Υπηρεσίες και στην ανάπτυξη των χρηματοδοτικών και άλλων μηχανισμών (χρηματοδότηση ενεργειακών επεμβάσεων από Τρίτους, ευνοϊκή παροχή ενεργειακών υπηρεσιών, διαμόρφωση εθελοντικών συμφωνιών με την αγορά, έκδοση «λευκών» πιστοποιητικών, κλπ.) με αποτέλεσμα να παρατηρείται πολύ μικρό ποσοστό διείσδυσης μέτρων ενεργειακής ανακαίνισης. Ο προβληματισμός έγκειται στον τρόπο που η Πολιτεία, σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους στην οικοδομή και κύρια με τους μηχανικούς και τους πολίτες, θα καταφέρει να ξεπεράσει τα εμπόδια ώστε να δημιουργήσει το αναγκαίο ευνοϊκό κλίμα για να λειτουργήσει αποτελεσματικά το σημαντικό θεσμικό πλαίσιο που κύρια αφορά στην βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και τις ενεργειακές υπηρεσίες (ενσωμάτωση οδηγίας 2006/32/ΕΚ). Ένα πλαίσιο που διαμορφώνει ένα νέο περιβάλλον στην αγορά ενέργειας και υποστηρίζει σθεναρά την γενικότερη ενεργειακή πολιτική της χώρας, προσδίδοντας αναπτυξιακό χαρακτήρα που τονώνει την επιχειρηματικότητα, δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και άμεσα ανταποδοτικά οφέλη στον πολίτη. Οι προκλήσεις για την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα σημαντικές, με βασικό πυλώνα την εξοικονόμηση ενέργειας, που εξακολουθεί να αποτελεί έναν τομέα με τεράστιο ανεκμετάλλευτο δυναμικό και μεγάλα περιθώρια αξιοποίησης, που μπορεί να αποδώσει τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη στους πολίτες και στις επιχειρήσεις. Η Πολιτεία οφείλει να τις εκμεταλλευθεί υποστηρίζοντας άμεσα τις εγχώριες κυρίως επιχειρήσεις, αλλά και τους μηχανικούς και άλλους εμπλεκόμενους στην οικοδομική δραστηριότητα, εξασφαλίζοντας ποιότητα και αξιοπιστία, ώστε να μπορούν να αναλάβουν το οικονομικό και επενδυτικό ρίσκο της ενεργειακής ανακαίνισης των υφιστάμενων κτιρίων της χώρας και να υλοποιήσουν σημαντικές ενεργειακές επενδύσεις, παρέχοντας στους πολίτες τη δυνατότητα να αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής τους και να έχουν και οικονομικά οφέλη. Επιπλέον οφείλει να υποστηρίξει την εφαρμογή του αυστηρού πλαισίου αρχών και κανόνων που η ίδια η Πολιτεία έχει θέσει σχετικά με την εξοικονόμηση ενέργειας στο Δημόσιο τομέα, στη βάση και της νομοθεσίας για τις Πράσινες Δημόσιες Προμήθειες, σε πείσμα της κρίσης. Είναι σαφές ότι όσο πιο ελκυστικά θα είναι τα μέτρα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η διείσδυσή τους στην κτηματαγορά και τόσο περισσότερα θα είναι τα οφέλη. Η αγορά ενέργειας και η κτηματαγορά έχει ήδη προετοιμάσει σε ικανοποιητικό βαθμό και περιμένει να κινητοποιηθεί παρέχοντας ποιοτικές και ανταγωνιστικές υπηρεσίες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης. 5
Στο παραπάνω πλαίσιο, η χώρα μπορεί και πρέπει να κερδίσει το ίδιο στοίχημα και στις πόλεις, που αποτελούν αναμφίβολα κύτταρο της κοινωνικής εξέλιξης και της ανθρώπινης δραστηριότητας αλλά και ρυθμιστή της ποιότητας της ζωής μας και της κλιματικής αλλαγής προς την κατεύθυνση της αειφόρου ανάπτυξης. Στην περίπτωση αυτή τίποτε δεν θα είναι δυνατό εάν η Πολιτεία δεν επιχειρήσει, με οργανωμένο και ολοκληρωμένο τρόπο, ριζικές αλλαγές στον σχεδιασμό, χωροταξικό και πολεοδομικό, εντάσσοντας πρότυπα αειφόρου ανάπτυξης και σαφείς προδιαγραφές αστικής βιώσιμης περιβαλλοντικής διαχείρισης, αλλά και κατάλληλα εργαλεία, αξιοποιώντας τις αρχές του ενεργειακού & βιοκλιματικού σχεδιασμού και της οικολογικής δόμησης, με σεβασμό στην ανθρώπινη κλίμακα και τους φυσικούς νόμους. Το όραμα των πόλεων του αύριο κατευθύνεται από τη συλλογική αντίδραση των κοινωνικών ομάδων ενάντια στις λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. 6