ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΕΡΡΩΝ ΑΡ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 205/2013 (ΠΩΛΗΣΗ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΤΑΤ

Σχετικά έγγραφα
Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Αριθμός Απόφασης 3424/2018 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 25529/2627/2018 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός απόφασης : 153/2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

Πάνος Κορνηλάκης Καθηγητής του Αστικού Δικαίου στο Τμήμα Νομικής του ΑΠΘ

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΠειρ 301/2001

ΑΠΟΦΑΣΗ 1202/2016 Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής: 1484/ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ:. του. και.., κατοίκου Αττικής (οδός αριθ.».), η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Αγγέλου Χριστοδούλου.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

Αστική Ευθύνη Προϊόντων Ελίνα Παπασπυροπούλου HDI Global SE. Money Show 2016, Θεσσαλονίκη

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 336/2014. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Τμήμα Ε' Συνεδρίαση της 4πς Νοεμβρίου 2014

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 479/2008 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Προς τις Ασφαλιστικές Εταιρίες Μέλη της Ένωσης Αθήνα, 25 Iουνίου 2019

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

Αριθμός απόφασης 226/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Αριθμός απόφασης 214 /2019 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΜονΠρωτΑθ 2438/1997

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

849 Ν. 105(Ι)/95. Ε.Ε. Παρ. 1(1) Αρ. 3028,

Αριθμός 63/2013 ΑσΜ 482/2012 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2014

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

της υπ αριθμ. 52/2013 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης (τακτική

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 23892/2009 Αριθμός κατάθεσης α' αίτησης 10534/2009 Αριθμός κατάθεσης β' αίτησης 10535/2009

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Αριθμός 1625/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2` Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ελεύθερα οποιοδήποτε δίκαιο, ακόµη και δίκαιο που δεν έχει καµία σχέση µε τη σύµβασή τους, εκτός και αν πρόκειται για τους λεγόµενους κανόνες αµέσου ε

Αριθμός Απόφασή 5804/2018 Αριθμός κατάθεσης δικογράφου 55158/5978/2018 Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Ασφαλιστικά Μέτρα)

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΣΤΑΣΗΣ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Θέματα Εξετάσεων Τμήμα: Νομική Αθηνών Μάθημα: Πολιτική Δικονομία Ι

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Σελίδα 1 από 7. Αριθμός Απόφασης 12093/2017 (Αριθμός κατάθεσης αγωγής./2016) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Σελίδα 1 από 6 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΒΑΛΑΣ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΧΩΡΙΣ ΠΙΝΑΚΙΟ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ Αριθμός απόφασης 91/2012

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

Αριθµός Απόφασης 6249/2008 Αριθµός εκθέσεως καταθέσεως κλήσης / ) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/456/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 06/2018

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ - ΠΟΡΙΣΜΑ (άρθρο 4 παρ. 5 του ν. 3297/2004 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει )

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2016

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΑΝΑΚΟΠΕΣ. Αριθμός απόφασης 443/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

There are no translations available.

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Transcript:

ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΕΡΡΩΝ ΑΡ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 205/2013 (ΠΩΛΗΣΗ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΤΑΤ Σύμβαση αγοραπωλησίας (πατατοσπόρου συσκευασμένου) Μέθοδος υπολογισμού μειώσεως του τιμήματος στην περίπτωση πραγματικού ελαττώματος του προϊόντος Προβολή αντενστάσεως παραγραφής Χρόνος παραγραφής της ενστάσεως περί μειώσεως του τιμήματος Ευθύνη παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος Έννοια καταναλωτού Προσυμβατική ευθύνη Αξίωση του αγοραστή αποζημιωτική, για θετική και αποθετική ζημία, εξ αδικοπραξίας Μη νόμιμη αν δεν γίνει επίκληση δόλου του πωλητού ελαττωματικού προϊόντος ήτοι συνδρομή της αναγκαίας προϋπόθεσης για τη θεμελίωση και εξωσυμβατικής ευθύνης Δεν θεμελιούται τέτοια αξίωση ούτε στις διατάξεις του Ν. 2251/1994 («προστασία καταναλωτών» - Νομιμότητα ενστάσεως συμψηφισμού προϋποθέσεις 340, 513, 534, 540, 541, 543, 554, 558 Α.Κ., 6 παρ. 2 Ν. 2251/1994 (Οδηγία 85/374/25.07.1995 Ε.Ε.), 197, 198 Α.Κ., 914 επόμ. Α.Κ.. * Δικαστές: Βασιλική Τσαμπάζη Πρόεδρος Πρωτοδικών, Στυλιανή Τσάμη Πρωτοδίκης, Μαρία Κωτούλα Πρωτοδίκης - Εισηγήτρια Δικηγόρος του γραφείου μας: Κ. Ε. Μακαρώνας με συνεργασία της δικηγόρου Σερρών κας Χριστίνας Σιδηροπούλου * * * * * ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 1 / 13

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Η κρινόμενη υπ' αριθμόν κατάθεσης 579/51/2010 αγωγή της καλούσας ενάγουσας νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την υπ' αριθμόν κατάθεσης 2122/100/2012 κλήση της ιδίας, μετά την έκδοση της υπ' αριθμόν 51/2011 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σερρών, με την οποία κατόπιν κοινού αιτήματος των διαδίκων παραπέμφθηκε η ως άνω αγωγή προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατ' άρθρο 244 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.. Οι υπ' αριθμόν κατάθεσης 579/51/2010 και 3082/221/2010 αγωγές, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, πρέπει κατ άρθρα 31 και 246 Κ.Πολ.Δ. να ενωθούν και να συνδικασθούν λόγω της μεταξύ τους υπάρχουσας συνάφειας, δεδομένου ότι έχουν συναφείς ιστορικές βάσεις, καθώς με την πρώτη ασκείται αξίωση πηγάζουσα από σύμβαση πώλησης και με την δεύτερη αξίωση αποζημίωσης από αδικοπραξία αναγόμενη και στην πλημμελή εκπλήρωση της εν λόγω σύμβασης, διότι με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των δικαστικών εξόδων. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 270 παρ. 5 Κ.Πολ.Δ. η συζήτηση των κρινόμενων αγωγών άρχισε κατά την δικάσιμο της 01.10.2013, κατά δε την δικάσιμο αυτή με ανακοίνωση της Προέδρου, η οποία καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου, ορίσθηκε χρόνος διεξαγωγής των εμμάρτυρων αποδείξεων ενώπιον της Εισηγήτριας Δικαστού η ίδια ημέρα και ώρα 10 π.μ., η δε συζήτηση διακόπηκε για ώρα 1 μ.μ., οπότε και ολοκληρώθηκε χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους. Κατά τη διάταξη του άρθρου 534 Α.Κ., όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 3043/2002 και ισχύει από την 21.08.2002 κατ' άρθρο 14 του ως άνω νόμου, ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα, μεταξύ άλλων, και χωρίς πραγματικά ελαττώματα. Ως πραγματικό ελάττωμα χαρακτηρίζεται η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυγκρασία ή την κατάσταση του πωληθέντος κατά τον, κρίσιμο χρόνο της μεταθέσεως του κινδύνου στον αγοραστή και έχει αρνητική επίδραση πάνω στην αξία ή τη χρησιμότητα του. Πρόκειται, δηλαδή, για την προς το χειρότερο παρέκκλιση του πράγματος από την ομαλή αυτού κατάσταση, η οποία οφείλεται κατά κανόνα στον ατελή τρόπο κατασκευής ή συσκευασίας, καθώς και στη χρησιμοποίηση κακής ποιότητος υλικών, η δε παρέκκλιση αυτή έχει ως συνέπεια, ανεξάρτητα από την αιτία που την προκαλεί, την αρνητική επίδραση επί της αξίας του πράγματος η της χρησιμότητας αυτού εν όψει των συμφωνηθέντων με τη σχετική σύμβαση πωλήσεως, ανεξάρτητα από το αν το ελάττωμα ήταν φανερό ή όχι ή εάν το γνώριζε ή όχι ο πωλητής. Η παροχή δε πράγματος από τον πωλητή στον αγοραστή με πραγματικά ελαττώματα είναι θεμελιωτική της ευθύνης λόγω μη εκπληρώσεως, η οποία 2 / 13

υπόκειται στην ειδική ρύθμιση του άρθρου 537 Α.Κ., που βασικά ορίζει γνήσια αντικειμενική ευθύνη του πωλητή και παρέχει στον αγοραστή, είτε πρόκειται για πώληση γένους είτε για πώληση είδους, το δικαίωμα να αξιώσει τη διόρθωση η αντικατάσταση του πράγματος ή τη μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση κατά τις διατάξεις ιών άρθρων 540 και 543 Α.Κ. διότι μετά τη μετάθεση του κινδύνου στον αγοραστή, ήτοι μετά την παράδοση σε αυτόν του πράγματος και τη διαπίστωση της ελαττωματικότητας του, εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 540 επ. Α.Κ. και όχι οι γενικές διατάξεις του Α.Κ.. Πρόδηλο είναι ότι, εάν ο αγοραστής επέλεξε τη δυνατότητα να εμμείνει στη σύμβαση, όπως αυτή συμφωνήθηκε αρχικά, και να ζητήσει μόνο την επιδιόρθωση του πράγματος και αυτή αποδειχθεί επιτυχής, αναλώνεται το σύνολο των κατά τα άνω αξιώσεων του, εάν όμως η διόρθωση αποδειχθεί ανεπιτυχής, εν όλω ή εν μέρει, δεν κωλύεται στην άσκηση των λοιπών παρεχομένων σε αυτόν από το νόμο δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων και αυτό της μειώσεως του τιμήματος. Η κρίση αυτή ενισχύεται τόσο από τη διάταξη του άρθρου 541 Α.Κ., σύμφωνα με την οποία ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστωθεί αργότερα και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα πού του παρέχει η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 540 Α.Κ., όσο και από την τελολογία των οικείων διατάξεων, δεδομένου ότι η αξίωση διορθώσεως, ως αξίωση μετεκπληρώσεως της συμβάσεως, παρέχει μία επιπλέον δυνατότητα στον πωλητή, πριν την άσκηση των λοιπών δραστικότερων δικαιωμάτων από μέρους του αγοραστή, να εκπληρώσει προσηκόντως τη σύμβαση, διορθώνοντας το ελάττωμα. Όταν, όμως, η διόρθωση αυτή αποβαίνει ατελέσφορη ή αποδεικνύεται αδύνατη ή αναποτελεσματική, τότε η στέρηση του αγοραστή από τη δυνατότητα ασκήσεως των λοιπών δικαιωμάτων θα κατέληγε σε μία αντίθετη προς το σκοπό του νόμου αδυναμία ικανοποιήσεώς του. Τα αυτά πρέπει να γίνει δεκτό ότι ισχύουν και στην περίπτωση που ο αγοραστής ασκήσει το δικαίωμα αντικατάστασης, πλην όμως αυτή αποδειχθεί ανεπιτυχής, δηλαδή και το πράγμα που δόθηκε σε αντικατάσταση του αρχικά πωληθέντος ελαττωματικού πράγματος παρουσιάζει τα ίδια ή έτερα πραγματικά ελαττώματα ή ελλείψεις. Εξάλλου, το δικαίωμα μειώσεως του τιμήματος είναι δικαίωμα διαπλαστικό και μπορεί να ασκηθεί είτε -δικαστικά με αγωγή ή ένσταση (γνήσια ανατρεπτική) είτε εξώδικα με σχετική μονομερή και άτυπη δήλωση του αγοραστή προς τον πωλητή, η οποία διαπλάσσει τη νέα έννομη κατάσταση και επιφέρει τα ενοχικά αποτελέσματα της από τη χρονική στιγμή που αυτή θα περιέλθει στον πωλητή. Αν δε ο πωλητής αμφισβητήσει την ύπαρξη του δικαιώματος της μειώσεως του τιμήματος ή και το ύψος της μειώσεως, το Δικαστήριο, διαπιστώνοντας τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 540 Α.Κ. και, συνεπώς, τη σύννομη άσκηση του δικαιώματος, προχωρεί στον προσδιορισμό του ύφους της μειώσεως, λαμβάνοντας υπ' όψιν το είδος, την έκταση και το μέγεθος των ελαττωμάτων του πωληθέντος και εκτιμώντας την επίπτωση και επίδραση τους στην τεχνική και εμπορική υπαξία του. Κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, όταν το τίμημα συμπίπτει με την αγοραία αξία του πωληθέντος πράγματος, αυτό μειώνεται κατά τη διαφορά μεταξύ της αγοραίας αξίας του ελαττωματικού και του υγιούς πράγματος, σε περίπτωση όμως που τα μεγέθη αυτά είναι διαφορετικά, το ακριβές ύψος της μειώσεως του τιμήματος προσδιορίζεται κατά τη μέθοδο του αποκαλουμένου «σχετικού υπολογισμού», προσδιορίζεται δηλαδή η κατά τον χρόνο της πωλήσεως αγοραία αξία του ελαττωματικού πράγματος και η κατά τον αυτό χρόνο αγοραία αξία του ιδίου πράγματος αλλά χωρίς το ελάττωμα, ούτως ώστε από την αναλογία που θα προκύψει μεταξύ των δύο αξιών να μειώνεται το συμφωνηθέν τίμημα. Η μέθοδος αυτή έχει ως βάση το συμφωνηθέν τίμημα του ελαττωματικού πράγματος και προς εξεύρεση του ζητουμένου, δηλαδή του μειωμένου 3 / 13

τιμήματος, χρησιμοποιεί ως συνιστώσες αυτής τα ως άνω μεγέθη και τον μαθηματικό τύπο Χ-ΣxΕ:Α, όπου (Χ) είναι το ζητούμενο μειωμένο τίμημα, (Σ) είναι το συμφωνηθέν αρχικά τίμημα, (Ε) είναι η αξία του ελλιπούς πράγματος και (Α) η αξία του ίδιου πράγματος χωρίς ελάττωμα (Εφ.Θεσ. 638/2012 ΝΟΜΟΣ και την σε αυτή αναφερόμενη νομολογία και θεωρία). Ακόμη, κατά τη διάταξη του άρθρου 273 Α.Κ. ορίζεται ότι «Οι ενστάσεις, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, δεν παραγράφονται», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 558 Α.Κ. «Ο αγοραστής μπορεί και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής να ασκήσει με ένσταση τα δικαιώματα του από το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας, εφόσον ειδοποίησε γι' αυτά τον πωλητή μέσα στο χρόνο της παραγραφής». Περαιτέρω, κατ άρθρο 6 παρ. 1 Ν. 2251/1994 για την «προστασία των καταναλωτών», ο οποίος εκδόθηκε μετά την Οδηγία 85/374/25.07.1985 της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μετά την έκδοση του Ν. 1961/1991 «για την προστασία του καταναλωτή» και την τροποποίηση του με το Ν. 2000/1991, ορίζεται ότι «ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του», κατά δε την παρ. 2 του ιδίου άρθρου ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος, επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό γνώρισμα, ενώ κατά την παρ. 3 του ιδίου άρθρου ο εισαγωγέας και ο πωλητής του προϊόντος ευθύνεται όπως ο παραγωγός. Όσον αφορά την έννοια της ζημίας από το ελαττωματικό προϊόν, πρέπει να επισημανθεί ότι δεν πρόκειται για την έννοια της ζημίας, όπως αυτή προκύπτει από τις γενικές διατάξεις, αλλά για στενότερη έννοια, όπως την προσδιόρισε ο κοινοτικός νομοθέτης και όπως τυποποιήθηκε στην παρ. 6 του άρθρου 6 Ν. 2251/1994. Κατά την διάταξη αυτή ο παραγωγός ή ο εισαγωγέας και πωλητής ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από το ελαττωματικό προϊόν του σε πρόσωπα και συνίσταται στην πρόκληση σωματικών βλαβών ή θανάτου, σε βλάμη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εφόσον κατά τον προορισμό του προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση, δηλαδή ορίζεται ρητά ότι πρέπει η ζημία να έχει προξενηθεί σε άλλα περιουσιακά στοιχεία του καταναλωτή, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν (Εφ.Θεσ. 867/2008 ΝΟΜΟΣ). Πάντως, ως καταναλωτής κατά τις διατάξεις του ως άνω νόμου νοείται κάθε πρόσωπο που είναι τελικός αποδέκτης του προϊόντος, ασχέτως αν η χρήση, για την οποία προορίζεται, είναι προσωπική ή επαγγελματική (Α.Π. 733/2011 ΝΟΜΟΣ). Άλλωστε, η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής αυτή καθαυτή δεν συνιστά αδικοπραξία, είναι δυνατόν όμως μια ζημιογόνος συμπεριφορά, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώσει συγχρόνως και αξίωση από αδικοπραξία. Τούτο συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή, και χωρίς τη συμβατική σχέση που προϋπάρχει, θα ήταν παράνομη, ως ενέχουσα προσβολή δικαιώματος, το οποίο αντιτάσσεται κατά του ζημιώσαντος και όφειλε αυτός να το σεβαστεί, ήτοι ως αντίθετη προς το γενικό καθήκον που επιβάλλει το άρθρο 914 Α.Κ. να μην προκαλεί κανένας σε άλλον υπαιτίως ζημία. Πλην όμως, σε περίπτωση ενδοσυμβατικής ευθύνης λόγω πραγματικού ελαττώματος για την ύπαρξη και εξωσυμβατικής ευθύνης από αδικοπραξία, θα πρέπει το πραγματικό ελάττωμα να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του πωλητή. Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος πράγματος, για τη θεμελίωση και εξωσυμβατικής ευθύνης από αδικοπραξία του πωλητή θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος κατά το χρόνο που ο κίνδυνος του πράγματος μεταβαίνει στον αγοραστή να αποδίδεται σε υπαίτια (δόλια) συμπεριφορά του πωλητή, με την οποία αυτός με πρόθεση επιδιώκει να παραγάγει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη 4 / 13

αντίληψη ή εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ύπαρξη του ελαττώματος του πράγματος ή την έλλειψη συμφωνημένης ιδιότητας, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την, διαζευκτικά και όχι σωρευτικά, απόκρυψη ή αποσιωποίηση ή ατελή ανακοίνωση των αληθινών γεγονότων, των οποίων η αποκάλυψη στον αγοραστή που τα αγνοεί επιβαλλόταν από την καλή πίστη ή την υφιστάμενη ιδιαίτερη σχέση μεταξύ πωλητή και αγοραστή (Α.Π. 737/2011 ΝΟΜΟΙ). Τέλος, προϋποθέσεις της κατ' άρθρα 197 και 198 Α.Κ. προσυμβατικής ευθύνης είναι η ύπαρξη σταδίου διαπραγματεύσεων, η αντισυμβατική συμπεριφορά του αντισυμβαλλόμενου, η υπαιτιότητα, η επέλευση ζημίας και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον νόμιμο λόγο ευθύνης, δηλαδή στην υπαιτιότητα, και τη ζημία. Ειδικότερα, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών διαπραγματεύσεις νοούνται οι προφορικές η έγγραφες ανταλλαγές απόψεων των ενδιαφερομένων για τη σύναψη ορισμένης συμβάσεως με τις οποίες επιδιώκεται η βαθμιαία προσέγγιση των διαφορετικών αρχικών θέσεών τους σχετικά με τους όρους της υπό συζήτηση σύμβασης μέχρι την τελική σύμπτωση τους ή την αδυναμία τέτοιας σύμπτωσης, το δε στάδιο των διαπραγματεύσεων διαρκεί μέχρι την διακοπή τους και ματαίωση της σύμβασης ή την κατάρτιση της (Εφ.Αθ. 1470/2011 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με την πρώτη κρινόμενη αγωγή, κατ ορθή εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η ενάγουσα ισχυρίζεται με σύμβαση πώλησης που καταρτίσθηκε στις Σέρρες τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2008 μεταξύ της ιδίας και της εναγομένης, πώλησε και παρέδωσε σε αυτήν τις αναλυτικά αναφερόμενες στην αγωγή ποσότητες πατατόσπορου αντί των ειδικότερα προσδιοριζόμενων στην αγωγή τιμημάτων, συνολικού ποσού 23.806,22, συμπεριλαμβανομένου και του Φ.Π.Α., τα οποία πιστώθηκαν και ορίσθηκε δήλη ημέρα καταβολής η 30.09.2008, πλην όμως αυτή δεν κατέβαλε τα τιμήματα και εξακολουθεί να της οφείλει ολόκληρο το ως άνω ποσό. Ζητά δε να υποχρεωθεί με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εναγόμενη να της καταβάλει το ως άνω ποσό νομιμότοκα από την 01.10.2008, και να καταδικασθεί αυτή στα δικαστικά της έξοδα. Με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία σύμφωνα με τα άρθρα 244 παρ. 2, 22 και 33 Κ.Πολ.Δ., και είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 513 επ. και 340 επ. Α.Κ. και των άρθρων 907-908 και 176 Κ.Πολ.Δ.. Επομένως, εφόσον για το αντικείμενο της αγωγής καταβλήθηκε το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα επ' αυτού ποσοστά υπέρ του Ταμείου Νομικών και του ΤΑΧΔΙΚ, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα υπ' αριθμόν 171842, 398934, 326489 και 343657 αγωγόσημα, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της, Η εναγόμενη από την πλευρά της, με τις εγγραφές προτάσεις της, οι οποίες κατατέθηκαν στην Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 31.10.2012, όπως προκύπτει από την σημείωση της Γραμματέως επί του δικογράφου των προτάσεων, άσκησε ανταγωγή, ισχυριζόμενη ότι οι πωληθείσες ποσότητες πατατόσπορου έπασχαν από πραγματικό ελάττωμα και αιτούμενη να υποχρεωθεί η εναγόμενη της καταβάλει αποζημίωση κατά τις 5 / 13

διατάξεις με τις αδικοπραξίες για την ζημία που υπέστη λόγω του ελαττώματος αυτού. Με το περιεχόμενο αυτό η ανταγωγή αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 268 παρ. 4 εδ. β' Κ.Πολ.Δ., πλην όμως είναι απαράδεκτη, διότι, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, η εναγομένη - αντενάγουσα έχει ήδη ασκήσει άλλη αγωγή κατά της αντιδίκου του, ήτοι την υπ' αριθμόν κατάθεσης 3082/221/2010 αγωγή, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και ήδη συνεκδικάζεται με την πρώτη κρινόμενη αγωγή (Βαθρακοκοίλη Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, τόμος Β', άρθρο 268, στοιχ. 19), κατά συνέπεια δε είναι απορριπτέα για το λόγο αυτό. Περαιτέρω, η εναγομένη συνομολογεί τα θεμελιωτικά της αγωγής πραγματικά περιστατικά, πλην όμως ισχυρίζεται ότι μέρος των παραδοθεισών στην ίδια ποσοτήτων πατατόσπορου, ειδικότερα ποσότητα 27.000 εκ των συνολικά 37.000 κιλών πατατόσπορου ποικιλίας Hermes, ήταν προσβεβλημένες με φυτοπαθογόνο βακτήριο, ήτοι ήταν ελαττωματικές, γεγονός το οποίο γνωστοποίησε στην ενάγουσα τον Ιούνιο του έτους 2008, και, άρα, το τίμημα πρέπει να μειωθεί Κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στις προτάσεις της. Επίσης, ισχυρίζεται ότι έχει έναντι της εναγομένης αξίωση κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω της ελαττωματικότητας των πωληθεισών ποσοτήτων πατατόσπορου και εξαιτίας της επιδειχθείσας από την ενάγουσα αμέλειας, προς ικανοποίηση της οποίας έχει ασκήσει την δεύτερη κρινόμενη αγωγή και την οποία προτείνει σε συμψηφισμό με την απαίτηση της ενάγουσας για καταβολή του τιμήματος. Ο πρώτος ισχυρισμός συνιστά κατ' άρθρο 540 Α.Κ. ένσταση μείωσης του τιμήματος, η οποία είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη κατά τα εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της ενάγουσας, και πρέπει να εξετασθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Σημειωτέον είναι ότι ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η άσκηση της αξίωσης μειώσεως του τιμήματος της εναγομένης αποκλείεται, διότι αυτή έχει ήδη ασκήσει έτερο εκ των παρεχομένων από το άρθρο 540 Α.Κ. δικαιωμάτων της προς αποκατάσταση του πραγματικού ελαττώματος, καθώς η ίδια αντικατέστησε κατόπιν απαιτήσεως της εναγομένης ποσότητα 10.000 κιλών εκ του πωληθέντος προϊόντος, δεν είναι βάσιμος, διότι κατά τα εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, ο αγοραστής δεν κωλύεται να ασκήσει την αξίωση μειώσεως του τιμήματος, εάν η αντικατάσταση δεν αποβεί επιτυχής. Στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη θεμελιώνει την αξίωση μείωσης του τιμήματος στο γεγονός ότι η καλλιέργεια του πατατόσπορου που της προμήθευσε η ενάγουσα απέφερε ποσοτικά και ποιοτικά μειωμένη παραγωγή, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η τυχόν αντικατάσταση του ελαττωματικού προϊόντος απέβη ατελέσφορη και, άρα, η εναγομένη δεν κωλύεται να ασκήσει και αξίωση μείωση του τιμήματος. Άλλωστε, η συγκεκριμένη αξίωση της εναγομένης αφορά ποσότητα 27.000 κιλών εκ των συνολικά 37.000 κιλών πατατόσπορου της ποικιλίας Hermes που είχε προμηθευθεί η εναγομένη από την ενάγουσα, δηλαδή σε κάθε περίπτωση η μείωση του τιμήματος ζητείται για έτερο μέρος του πωληθέντος προϊόντος από αυτό για το οποίο ασκήθηκε η αξίωση αντικατάστασης. Αντίθετα, ο δεύτερος ισχυρισμός δεν συνιστά νόμιμη κατ' άρθρο 440 Α.Κ. ένσταση συμψηφισμού, διότι οι απαιτήσεις που προτείνονται σε συμψηφισμό πρέπει να είναι υπαρκτές, έγκυρες, τέλειες και ληξιπρόθεσμες (Βαθρακοκοίλη ΕΡ.ΝΟΜ. Α.Κ., τόμος Β', άρθρο 440, στοιχ. 10), ενώ στην προκειμένη περίπτωση η προβληθείσα από την εναγομένη αξίωση είναι νόμω αβάσιμη κατά τα εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, αλλά και όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα στην συνέχεια κατά την εξέταση της νομιμότητας της δεύτερης κρινόμενης αγωγής. 6 / 13

Με την εμπροθέσμως κατ' άρθρο 237 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. κατατεθείσα προσθήκη στις προτάσεις της, η οποία κατατέθηκε στην Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 16.11.2012, όπως προκύπτει από την σημείωση της Γραμματέως επί του δικογράφου της προσθήκης, η ενάγουσα προβάλει επί της ενστάσεως μείωσης του τιμήματος της εναγομένης αντένσταση παραγραφής, ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι η αξίωση της εναγομένης για μείωση του τιμήματος λόγω ελαττωματικότητας του προϊόντος έχει υποκύψει στην διετή από την από 01.02.2008 παράδοση του πράγματος παραγραφή του άρθρου 554 Α.Κ.. Πλην όμως η αντένσταση αυτή δεν είναι νόμιμη, καθώς κατ άρθρο 558 Α.Κ. ο αγοραστής μπορεί και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής να ασκήσει με ένσταση τα δικαιώματα του από το ελάττωμα, εφόσον ειδοποίησε γι' αυτά τον πωλητή μέσα στο χρόνο της παραγραφής στην συγκεκριμένη δε περίπτωση η ιδία η ενάγουσα συνομολογεί στα δικόγραφα τόσο των προτάσεων όσο και της προσθήκης της ότι η εναγομένη την ειδοποίησε για το συγκεκριμένο ελάττωμα τον Ιούνιο του έτους 2008, ήτοι εντός του χρόνου της παραγραφής. Όσον αφορά δε τον ισχυρισμό της ενάγουσας ότι η εν λόγω ειδοποίηση θα πρέπει να συνιστά συγκεκριμένη άσκηση των δικαιωμάτων του αγοραστή, άλλως να συνάγεται από αυτήν πρόθεση του αγοραστή για άσκηση των δικαιωμάτων του, μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 558 Α.Κ. δεν βρίσκει κανένα απολύτως έρεισμα στην γραμματική διατύπωση του άρθρου, η οποία περιορίζεται στην προϋπόθεση να έχει «ειδοποιήσει» ο αγοραστής τον πωλητή νια το ελάττωμα και ουδέν αναφέρει περί ασκήσεως των εν λόγω δικαιωμάτων. Είναι άλλωστε προφανές ότι σκοπός του νομοθέτη με την θέσπιση της ως άνω διάταξης ήταν να είναι σε θέση ο αγοραστής ελαττωματικού προϊόντος, ο οποίος για οποιοδήποτε λόγο δεν άσκησε εγκαίρως τα δικαιώματά του και αυτά υπέπεσαν σε παραγραφή, να αμυνθεί σε περίπτωση που ο πωλητής προβάλει αξιώσεις από την σύμβαση πώλησης, άρα, η επιβολή επιπλέον προϋποθέσεων στην κατ ένσταση άσκηση των δικαιωμάτων του έρχεται σε αντίθεση και με την βουλητική ερμηνεία της ως άνω διάταξης. Συνακόλουθα, η αντένσταση παραγραφής της ενάγουσας θα πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη. Με την δεύτερη κρινόμενη αγωγή η ενάγουσα αυτής ισχυρίζεται ότι η εναγομένη πώλησε και παρέδωσε σε αυτήν τις αναλυτικά αναφερόμενες στην αγωγή ποσότητες πατατόσπορου, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα στην πρώτη κρινόμενη αγωγή, ότι τα εν λόγω προϊόντα ήταν ελαττωματικά, ήτοι είχαν προσβληθεί από φυτοπαθογόνο βακτήριο, και ότι η εναγομένη, ενώ όφειλε και μπορούσε να προβλέψει την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος και να αντικαταστήσει τις ποσότητες αυτές με άλλες, απαλλαγμένες από το ως άνω πραγματικό ελάττωμα,, από ενσυνείδητη αμέλεια δεν έπραξε αυτό, αλλά την έπεισε ότι τα προϊόντα ήταν απολύτως κατάλληλα για τον προορισμό τους με συνέπεια αυτή να προχωρήσει στην σπορά τους. Ότι η συμπεριφορά αυτή της εναγομένης συνιστά αδικοπραξία, εξαιτίας της οποίας η ενάγουσα δεν συνέλεξε το αναμενόμενο ποσοτικά και ποιοτικά κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων τελικό προϊόν και συνακόλουθα δεν εισέπραξε το ανάλογο κέρδος, αλλά αντίθετα ζημιώθηκε και με επιπλέον έξοδα καλλιέργειας των αγρών της με τις ελαττωματικές ποσότητες πατατόσπορου. Ζητά δε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 111.786 ως αποζημίωση για την θετική και αποθετική ζημία που 7 / 13

υπέστη, καθώς και το ποσό των 10.000 ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής, άλλως επικουρικώς να υποχρεωθεί να της καταβάλει το ποσό των 111.786 ως αποζημίωση για την ζημία που τις προξένησε κατά παράβαση των ευθυνών της από τις διαπραγματεύσεις κατ' άρθρα 197 και 198 Α.Κ.. Με το ανωτέρω εκτεθέν περιεχόμενο η αγωγή αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 42 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. και είναι αρκούντως ορισμένη, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της εναγομένης. Πλην όμως, δεν είναι νόμιμη κατά την κύρια βάση της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 914 επ. Α.Κ. και 6 παρ. 1 Ν. 2251/1994, καθώς κατά τα αναλυτικά εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας η θεμελίωση αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή εξαιτίας πραγματικού ελαττώματος του πωληθέντος πράγματος απαιτεί δόλο εκ μέρους του τελευταίου και δεν αρκεί ο οποιοσδήποτε βαθμός αμέλειας, στην προκειμένη δε περίπτωση η ενάγουσα ουδόλως ισχυρίζεται ότι η εναγομένη με πρόθεση την παραπλάνησε αναφορικά με την ύπαρξη του ελαττώματος του πράγματος με οποιονδήποτε τρόπο. Η ενάγουσα επιχειρεί να θεμελιώσει την αξίωση της στην αμέλεια που ισχυρίζεται ότι επέδειξε η εναγομένη μετά την εμφάνιση του ελαττώματος αυτού, η οποία όμως δεν επαρκεί για την γέννηση αξιώσεως προς αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών. Άλλωστε, η ασκηθείσα με την δεύτερη κρινόμενη αγωγή αξίωση της ενάγουσας προς αποζημίωση για την απώλεια του κέρδους που προσδοκούσε από την πώληση του τελικού προϊόντος μετά την καλλιέργεια του πατατόσπορου δεν μπορεί να θεμελιωθεί ούτε στις διατάξεις του Ν. 2251/1994, καθώς κατά την διάταξη του άρθρου 6 6 του νόμου αυτού η ζημία που αποκαθίσταται βάσει των διατάξεών του περιλαμβάνει την βλάβη ή καταστροφή άλλου περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, ενώ εν προκειμένω, η ενάγουσα αιτείται αποζημιώσεως για το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν και το προσδοκώμενο από την καλλιέργεια αυτού κέρδος. Ούτως ή άλλως, από το δικόγραφο της αγωγής καθίσταται σαφές ότι η ενάγουσα δεν ασκεί αξίωση πηγάζουσα στις διατάξεις του Ν. 2251/1994, ούτε στις διατάξεις περί πώλησης κατ άρθρα 534 επ. Α.Κ., αλλά αξίωση αποζημίωσης κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών κατ' άρθρα 914 επ. Α.Κ., η οποία, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι νόμιμη. Όσον αφορά δε την επικουρική Βάση της αγωγής, αυτή προφανέστατα είναι νόμω αβάσιμη, διότι η θεμελίωση ευθύνης κατά τις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 Α.Κ. προϋποθέτει αντισυμβατική συμπεριφορά του αντισυμβαλλόμενου κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων το οποίο τερματίζεται με την κατάρτιση της σύμβασης, ενώ στην προκειμένη περίπτωση όσα εκθέτει η ενάγουσα περί συμπεριφοράς της εναγόμενης αντίθετης με την συναλλακτική πίστη Και τα χρηστά ήθη ανάγονται σε μεταγενέστερο της συνάψεως της σύμβασης χρονικό διάστημα. Κατόπιν όλων αυτών, η κρινόμενη δεύτερη αγωγή είναι νόμω αβάσιμη ως προς αμφότερες τις βάσεις της και πρέπει να απορριφθεί καθ' ολοκληρίαν, ενόψει δε της απόρριψης αυτής παρέλκει η εξέταση των προβαλλομένων από την εναγομένη ενστάσεων και των προβαλλομένων από την ενάγουσα αντενστάσεων, καθώς και των λοιπών ισχυρισμών των διαδίκων. Από τις ένορκες καταθέσεις των νομίμως εξετασθέντων μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως ενώπιον της Εισηγήτριας Δικαστού, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά εξέτασης μαρτύρων του Δικαστηρίου, όσα ομολογούν οι διάδικοι και τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους δημόσια και 8 / 13

ιδιωτικά έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων και α) της υπ' αριθμόν 35526/09.11.2012 ένορκης βεβαίωσης της... ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών... και της υπ' αριθμόν 11235/09.11.2012 ένορκης βεβαίωσης του... ενώπιον του συμβολαιογράφου Σερρών..., τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα της πρώτης αγωγής μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου της, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμόν 735Δ /06.11.2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Σερρών..., και β) των υπ' αριθμόν 242/22.10.2012 και 243/22.10.2012 ενόρκων βεβαιώσεων των... και... ενώπιον της Ειρηνοδίκου Σερρών, τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα της δεύτερης αγωγής μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου της, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμόν 3908Γ /15.10.2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών..., αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2008 καταρτίσθηκε στις Σέρρες σύμβαση πώλησης ποσοτήτων πατατόσπορου μεταξύ της ενάγουσας εταιρείας, η οποία εμπορεύεται αγροτικά προϊόντα, και της εναγομένης, η οποία ασχολείται με την γεωργία. Ειδικότερα, συμφωνήθηκε η πώληση από την πρώτη στην δεύτερη α) 37.000 κιλών πατατόσπορου ποικιλίας Hermes αντί τιμήματος 0,80 το κιλό, β) 1.250 κιλών πατατόσπορου ποικιλίας Alaska αντί τιμήματος 1,10 το κιλό και γ) 1.250 κιλών πατατόσπορου ποικιλίας Elodie αντί τιμήματος 1,10 το κιλό. Από τις ποσότητες αυτές 25.000 κιλά πατατόσπορου ποικιλίας Hermes παραδόθηκαν στην εναγομένη την 01.02.2008, ενώ οι λοιπές ποσότητες παραδόθηκαν την 01.03.2008, εκδόθηκαν δε από την ενάγουσα τα υπ αριθμόν 668/01.02.2008 και 672/01.03.2008 τιμολόγια πώλησης. Δήλη ημέρα καταβολής ορίσθηκε η 30.09.2008 γεγονός περί του οποίου η εναγομένη ουδόλως αντιλέγει και το οποίο συνάδει με τον κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας συνήθη χρόνο καταβολής των οφειλών των ασχολούμενων με γεωργικές εργασίες στους προμηθευτές τους, καθώς τότε οι αγρότες κατά κανόνα εκπληρώνουν τις σχετικές υποχρεώσεις τους, αφού προηγηθεί η καλλιέργεια των αγρών κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι και η πώληση της σοδειάς το φθινόπωρο. Σχετικά με τις ποσότητες πατατόσπορου ποικιλίας Alaska και Elodie, αυτές παραλήφθησαν κανονικά από την εναγομένη, ή οποία δεν προβάλει κανέναν ισχυρισμό περί ελαττωματικότητάς τους ή άλλης πλημμελούς εκπλήρωσης της σύμβασης ως προς αυτές, άρα το τίμημα, το οποίο η εναγομένη δεν έχει καταβάλει ακόμη και εξακολουθεί να οφείλεται, πρέπει να καταβληθεί στην ενάγουσα. Εν όψει αυτού, πρέπει να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των α) για τον πατατόσπορο ποικιλίας Alaska (1.250 κιλά x 1,10 =) 1.375 συν Φ.Π.Α. 9% (1,375 x 9% =) 123,75, άρα (1.375 + 123,75 =) 1.498,75, και β) για τον πατατόσπορο ποικιλίας Elodie (1.250 κιλά x 1,10 =) 1.375 συν Φ.Π.Α. 9% (1.375 x 9% =) 123,75, άρα (1.375 + 123,75 =) 1.498,75. Περαιτέρω, αναφορικά με την ποσότητα πατατόσπορου ποικιλίας Hermes, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η εναγομένη αγόρασε από την ενάγουσα 37.000 κιλά πατατόσπορου ποικιλίας Hermes, εκ των οποίων 25.000 κιλά παραδόθηκαν την 01.02.2008 σε κλειστούς σάκους. Κατά το άνοιγμα αυτών η εναγόμενη διαπίστωσε ότι μεγάλο ποσοστό των κονδύλων παρουσίαζε σήψεις και ενημέρωσε σχετικά την ενάγουσα, η οποία απέστειλε την εκπρόσωπό της... και τον υπάλληλο της..., γεωπόνο και ήδη μάρτυρα αποδείξεως των ισχυρισμών της, να εξετάσουν τα προϊόντα. Αυτοί διαπίστωσαν ότι όντως υπήρχαν σήψεις σε αυτά, έλαβαν δείγμα προς εξέταση και συμβούλεψαν την εναγομένη να ανοίξει όλους του σάκους και να καταστρέψει τους κονδύλους που παρουσίαζαν το ελάττωμα. Πράγματι, η εναγομένη έπραξε αυτό, καταστρέφοντας τελικά 10.000 κιλά πατατόσπορου, τα οποία η ενάγουσα αντικατέστησε, καθώς κατά την παράδοση την 9 / 13

01.03.2008 των υπολοίπων 12.000 κιλών πατατόσπορου ποικιλίας Hermes, καθώς και των προαναφερθέντων ποσοτήτων πατατόσπορου ποικιλίας Alaska και Elodie, παραδόθηκαν επίσης στην εναγόμενη και επιπλέον 10.000 κιλά πατατόσπορου ποικιλίας Hermes, χωρίς καμία επιπλέον χρέωση. Σημειωτέον είναι ότι η ενάγουσα στην αγωγή της αιτείται το τίμημα για ποσότητα πατατόσπορου 25.000 κιλών, στο οποίο και περιορίζεται το αντικείμενο της κρινόμενης αγωγής, εν όψει της κατ' άρθρο 106 αρχής της διαθέσεως. Ακόμη, από το από 10.11.2008 έγγραφο της ενάγουσας προς την εναγομένη, το οποίο προσκομίζει η ίδια η ενάγουσα, προκύπτει ότι εν τέλει η οφειλή της εναγομένης αφορούσε ποσότητα πατατόσπορου ποικιλίας Hermes 22.000 κιλών. Άλλωστε, από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως των ισχυρισμών της ενάγουσας προέκυψε ότι υπήρξε και μεταγενέστερη συμφωνία μεταξύ των διαδίκων σχετικά με τους όρους της σύμβασης, οι λεπτομέρειες της οποίας συμφωνίας δεν κατέστησαν σαφείς από την αποδεικτική διαδικασία, καθώς αφ' ενός μεν ο μάρτυρας της ενάγουσας κάνει λόγο για «επιπλέον έκπτωση στα πλαίσια μιας καλής συνεργασίας», ενώ ο μάρτυρας της εναγομένης νια «κατανόηση και βοήθεια» της ενάγουσας «για την επόμενη χρονιά». Σε κάθε περίπτωση, από το ως άνω έγγραφο συνάγεται εξώδικη ομολογία της ενάγουσας ότι η οφειλή της εναγομένης για τον πατατόσπορο ποικιλίας Hermes που της προμήθευσε ανέρχεται στο ποσό των 17.600. Εν τω μεταξύ, η ενάγουσα απέστειλε το δείγμα που είχε λάβει στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, το οποίο με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 488/21.02.2008 έγγραφό του της απάντησε ότι οι κόνδυλοι ήταν προσβεβλημένοι από μύκητες του γένους Fusarium, που προκαλεί ξηρές σήψεις στους κονδύλους πατάτας, όχι όμως από φυτοπαθογόνο βακτήριο, και έδωσε οδηγίες σχετικά με την αντιμετώπιση της ασθένειας. Παράλληλα, όμως, η εναγόμενη είχε καλέσει τον..., γεωπόνο του Γραφείου Καταπολέμησης Εχθρών και Ασθενειών της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Σερρών, ο οποίος επίσης έλαβε δείγματα από τα προϊόντα και τα απέστειλε στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο. Με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 520/29.02.2008 έγγραφο του το Ινστιτούτο απάντησε ότι οι κόνδυλοι ήταν προσβεβλημένοι και από μύκητες του γένους Fusarium, αλλά και από το φυτοπαθογόνο βακτήριο Erwinia carotovora, που προκαλεί υγρές σήψεις στους κονδύλους πατάτας. Το γεγονός ότι το εν λόγω φυτοπαθογόνο βακτήριο ανιχνεύτηκε στα δείγματα που απέστειλε η Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης και όχι στα δείγματα της ενάγουσας ενδεχομένως οφείλεται ο γεωπόνος της πρώτης έλαβε, όπως ο ίδιος αναφέρει στην ένορκη βεβαίωση του, περίπου 40 κονδύλους ως δείγματα, ενώ οι αντιπρόσωποι της ενάγουσας περιορίστηκαν σε μικρότερο αριθμό δειγμάτων. Σε κάθε περίπτωση, το Ινστιτούτο συνέστησε στην εναγομένη να φυτέψει μόνο τους υγιείς κονδύλους και να λάβει επιπλέον μέτρα ασφαλείας για την αντιμετώπιση του βακτηρίου. Πράγματι, η εναγόμενη έλαβε όλα τα μέτρα ασφαλείας που της συστήθηκαν, τόσο από την ίδια την ενάγουσα όσο και από το Ινστιτούτο, όπως αποδεικνύεται από την ένορκη ενώπιον της Εισηγήτριας Δικαστού κατάθεση του συζύγου και μάρτυρα αποδείξεως των ισχυρισμών της εναγομένης, την οποία το Δικαστήριο κρίνει πειστική ως προς το σημείο αυτό. Αντίθετα, ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι η εναγομένη αγνόησε τις οδηγίες της ίδιας και του ινστιτούτου ουδόλως προέκυψε από οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο, καθώς και ο μάρτυρας αποδείξεως των ισχυρισμών της περιορίζεται σε εικασίες ως προς το σημείο αυτό, ενώ δεν συνάδει και με τα διδάγματα της κοινής πείρας η αιτίαση ότι μία παραγωγός εν γνώσει της φύτεψε μολυσμένους σπόρους και c δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση ασθενειών στην σοδειά της, 10 / 13

διακινδυνεύοντας με τον τρόπο αυτό τον βιοπορισμό της. Πλην όμως, κατά την πρόοδο της καλλιέργειας του ως άνω πατατόσπορου τον Ιούνιο του έτους 2008 η εναγομένη διαπίστωσε ότι σημαντικό μέρος των φυτών πατάτας εμφάνιζαν δείγματα ασθένειας και ήταν ακατάλληλα προς κατανάλωση, αναγκάστηκε δε εν τέλει να καταστρέψει και να πετάξει το 40% της παραγωγής της, όπως αποδείχθηκε από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως των ισχυρισμών της. Πριν πράξει αυτό, επικοινώνησε εκ νέου με την Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης Σερρών, η οποία έλαβε δείγματα από τα φυτά και τα απέστειλε στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο. Με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 2887/07.06.2008 έγγραφο του το Ινστιτούτο απάντησε ότι τα εν λόγω φυτά ήταν προσβεβλημένα από το φυτοπαθογόνο βακτήριο Erwinia chrysanthemi, το οποίο και προκάλεσε την μερική καταστροφή της σοδειάς. Η εναγομένη ισχυρίζεται ότι μέρος της ποσότητας πατατόσπορου ποικιλίας Hermes που της προμήθευσε η ενάγουσα, πιο συγκεκριμένα 40% αυτού, ήταν ελαττωματικό, ήτοι προσβεβλημένο από το ως άνω φυτοπαθογόνο βακτήριο και, άρα, μηδενικής αξίας, ζητά δε να μειωθεί το τίμημα κατά το αντίστοιχο ποσό, ενώ η ενάγουσα αρνείται ότι ο πατατόσπορος που πώλησε στην εναγομένη ήταν προσβεβλημένος από το βακτήριο Erwinia chrysanthemi. Από το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 6031/12.11.2012 έγγραφό του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου προκύπτει ότι το φυτοπαθογόνο βακτήριο Erwinia carotovora, το οποίο ανιχνεύτηκε στους κονδύλους πατάτας που προμήθευσε η ενάγουσα στην εναγομένη, είναι διαφορετικό ως προς το είδος και τον τρόπο μόλυνσης από το βακτήριο Erwinia chrysanthemi, το οποίο προκάλεσε την μερική καταστροφή της σοδειάς της εναγομένης, και η παρουσία του ενός δεν συνεπάγεται την παρουσία τού άλλου. Από την άλλη πλευρά όμως, από το ίδιο έγγραφο προκύπτει ότι το γεγονός ότι δεν ανιχνεύτηκε το βακτήριο Erwinia chrysanthemi κατά την εξέταση των δειγμάτων κονδύλων πατάτας δεν αποδεικνύει άνευ ετέρου ότι η ποσότητα πατατόσπορου ποικιλία Hermes ήταν απαλλαγμένη από το βακτήριο αυτό, καθώς αφ' ενός δεν αποδείχθηκε εάν τα δείγματα ελέγχθηκαν για το συγκεκριμένο βακτήριο με αρνητικά αποτελέσματα και αφ' ετέρου ο έλεγχος δεν έγινε βάσει ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικού δείγματος, καθώς ο γεωπόνος της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης, όπως ο ίδιος αναφέρει στην ένορκη βεβαίωση του, έλαβε περίπου 40 κονδύλους από 5 ή 6 σάκους. Κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, είναι προφανές ότι μέρος 40% της ποσότητας πατατόσπορου ποικιλίας Hermes που προμήθευσε η ενάγουσα στην εναγομένη ήταν όντως προσβεβλημένο από το ως άνω φυτοπαθογόνο βακτήριο, καθώς από όλα τα ως άνω πραγματικά περιστατικά προέκυψε ότι η ποσότητα πατατόσπορου που παρέδωσε η ενάγουσα στην εναγομένη είχε εκτεθεί σε βλαβερούς οργανισμούς, παρά το γεγονός ότι, όπως η ίδια η ενάγουσα εντόνως ισχυρίζεται, αυτή είχε παραχθεί και συσκευαστεί σύμφωνα με τις αυστηρότερες κοινοτικές προδιαγραφές. Ειδικότερα, όπως αποδείχθηκε από το προαναφερθέν υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 520/29.02.2008 έγγραφο του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, η πωληθείσα ποσότητα πατατόσπορου ήταν προσβεβλημένη και από μύκητες του γένους Fusarium, αλλά και από το φυτοπαθογόνο βακτήριο Erwinia carotovora, ενώ από το υπ αριθμόν πρωτοκόλλου 2887/07.06.2008 έγγραφο του ιδίου Ινστιτούτου αποδείχθηκε ότι τα φυτά πατάτας που καλλιεργήθηκαν από πατατόσπορο της ίδιας ποσότητας ήταν προσβεβλημένα από το φυτοπαθογόνο βακτήριο Erwinia chrysanthemi. Τελεί σε λογική ακολουθία ότι ο πατατόσπορος ήταν προσβεβλημένος και από το τελευταίο βακτήριο, ενώ οι ισχυρισμοί της ενάγουσας ότι η προσβολή των φυτών από το βακτήριο Erwinia chrysanthemi ήταν συμπτωματική και τυχαία ή ότι οφείλεται σε αμέλεια της εναγομένης δεν στηρίζονται σε κανένα αποδεικτικό στοιχείο και ανάγονται στην σφαίρα της εικασίας. 11 / 13

Συνακόλουθα, το τίμημα των 17.600, το οποίο, όπως αναλυτικά εκτέθηκε ανωτέρω, οφείλει n εναγομένη στην ενάγουσα ως τίμημα για την ποσότητα πατατόσπορου ποικιλία Hermes που της προμήθευσε, πρέπει να μειωθεί κατά 40%, δεδομένου ότι το Δικαστήριο δέχθηκε ότι μέρος 40% της πωληθείσας ποσότητας πατατόσπορου ήταν ελαττωματικό και μάλιστα μηδενικής αξίας, αφού ήταν προσβεβλημένο από το ως άνω φυτοπαθογόνο βακτήριο. Άρα, το ποσό που οφείλει η εναγομένη στην ενάγουσα ανέρχεται σε αυτό των [17.600 (17.600 x 40% =) 7.040 =] 10.560 συν Φ.Π.Α. 9% (10.560 x 9% =) 950,40, άρα (10.560 + 950,40 =) 11.510,40. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό της εναγομένης ότι και η λοιπή ποσότητα πατατόσπορου ήταν ελαττωματική, διότι απέφερε σοδειά κατώτερης ποιότητας, την οποία η ίδια πώλησε με χαμηλότερο τίμημα, αυτός ουδόλως αποδείχθηκε, καθώς από τα παραστατικά που η ίδια η εναγομένη προσκομίζει προκύπτει ότι αυτή πώλησε την παραγωγή της πατάτας έναντι τιμήματος 0,26 το κιλό, τίμημα το οποίο είναι αυτό που είχε συμφωνήσει αρχικά με τους πελάτες της, όπως κατέθεσε και ο μάρτυρας αποδείξεως των ισχυρισμών της. Εξάλλου, όσα αναφέρει ο εν λόγω μάρτυρας σχετικά με διαμαρτυρίες των πελατών της εναγομένης σχετικά με την ποιότητα της πατάτας που τους παρέδωσε και απώλεια της υψηλότερης τιμής που που θα μπορούσε ίσως να πετύχει είναι παντελώς αόριστα και μη πρόσφορα να οδηγήσουν το Δικαστήριο σε πλήρη δικανική πεποίθηση σχετικά με την αντίστοιχη ποιοτική ελαττωματικότητα του πατατόσπορο και του βαθμού αυτής. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η πρώτη κρινόμενη αγωγή, αφού γίνει εν μέρει δεκτή και η ένσταση μειώσεως του τιμήματος λόγω πραγματικού ελαττώματος, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη αυτής να καταβάλει την ενάγουσα το ποσό των (1.498,75 + 1.498,75 + 11.510,40 =) 14.507,90, νομιμότοκα από την επομένη της από 30.09.2008 δήλης ημέρας καταβολής, ήτοι από την 01.10.2008, και να κηρυχθεί κατ' άρθρο 908 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. προσωρινά εκτελεστή η εν λόγω διάταξη της παρούσας απόφασης, διότι η επιβράδυνσή της εκτέλεσης θα επιφέρει στην ενάγουσα σημαντική βλάβη, εν όψει και της παρόδου πέντε ετών από την δήλη ημέρα καταβολής του τιμήματος, ενώ πρέπει να απορριφθούν τόσο η ανταγωγή όσο και η δεύτερη κρινόμενη αγωγή κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα. Επίσης, πρέπει να καταδικασθεί κατ' άρθρα 176 και 178 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. η εναγόμενη της πρώτης κρινόμενης αγωγής ένεκα της μερικής ήττας της σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας της αγωγής αυτής, όπως αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό, αλλά τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων της δεύτερης κρινόμενης αγωγής πρέπει να συμψηφισθούν κατ' άρθρο 179 Κ.Πολ.Δ., καθώς η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν είναι ιδιαίτερα δυσχερής, ενώ δικαστικά έξοδα για την ανταγωγή δεν επιβάλλονται, αφ' ενός ελλείψει σχετικού αιτήματος, αφ' ετέρου διότι δεν προέκυψε ότι η άσκηση αυτής προκάλεσε έξοδα στην αντεναγομένη. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 12 / 13

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις υπ αρ. κατάθεσης 579/51/2010 και 3082/221/2010 αγωγές και την από 31.10.2012 ανταγωγή. ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο. ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την υπ' αριθμόν κατάθεσης 579/51/2010 αγωγή. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανταγωγή. ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη της αγωγής αυτής να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων επτά ευρώ και ενενήντα λεπτών (14.507,90), νομιμότοκα από την 01.10.2008. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ' αριθμόν κατάθεσης 3082/221/2010 αγωγή. ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων της αγωγής αυτής. ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στις Σέρρες την 5 η Νοεμβρίου 2013 και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού την 25 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της Γραμματέως, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους. 13 / 13