ΓΕΝΕΣΙΣ. Κεφ. Α 24-27



Σχετικά έγγραφα
31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα

Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και Θεός ήτο ο Λόγος.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

27 Φεβρουαρίου 5 Μαρτίου 2017 Ο άνθρωπος

28 Αυγούστου 3 Σεπτεμβρίου 2017 Άνθρωπος

Η θεοπνευστία της Παλαιάς Διαθήκης

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

1-7 Ιανουαρίου 2018 Θεός

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

30 Οκτωβρίου 5 Νοεμβρίου 2017 Ο Αδαμ και ο εκπεσών άνθρωπος

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

1 1 παυλος και σιλουανος και τιμοθεος

ΙΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ

ΑΠΌΚΡΥΦΑ ΤΗΣ Η ΑΓΊΑ ΓΡΑΦΉ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΙΑΚΏΒΟΥ 1611 ΠΡΟΣΕΥΧΉ ΤΗΣ ΑΖΑΡΊΑΣ και ΤΡΑΓΟΎΔΙ από ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΕΒΡΑΊΟΥΣ

«Αν είσαι συ ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου». Υπήρχε και μια επιγραφή από επάνω του: «Αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων».

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΙΛΙΟΥ, ΑΧΑΡΝΩΝ ΚΑΙ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΕΩΣ

Σε παρακαλούμε, λοιπόν, Κύριε: το ίδιο Πανάγιο Πνεύμα ας ευδοκήσει να αγιάσει τα δώρα αυτά, 118. Ενώνει τα χέρια, τα επιθέτει στα Δώρα και λέει:

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

«Προσκυνοῦμεν σου τά πάθη Χριστέ» Οδοιπορικό στη Μεγάλη Εβδομάδα. Διδ. Εν. 10

29 Τη επαυριον βλεπει ο Ιωαννης τον Ιησουν ερχοµενον προς αυτον και λεγει Ιδου, ο

Και θα γίνει κατά τις έσχατες μέρες να εκχύσω ( αποστείλω ) το Πνεύμα σε κάθε άνθρωπο.

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo!

99 ερωταποκρίσεις στην Παλαιά Διαθήκη

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

11. Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ 36. ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ E34ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΕΖΕΚΙΗΛ. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΝΤΑΓΚΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΒΑΧΤΣΙΑΒΑΝΟΥ ΜΑΛΑΜΑΤΗ 3 ο Γυμνάσιο Κοζάνης ΤΑΞΗ:Α

14 Απριλίου 20 Απριλίου Σάββατο απόγευμα 3. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

Προσόμοια κατ ήχον Περιεχόμενα ΚΑΤ ΗΧΟΝ ΑΡΧΟΝΤΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ.

19 Μαΐου 25 Μαΐου Σάββατο απόγευμα 8. ΛΑΤΡΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ

ΣΕ παρακαλούμε, λοιπόν, Πατέρα πολυεύσπλαχνε,

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (Λουκ. 18, 10-14)

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΚΟΙΝΟ 1 Η αποκατάσταση των πάντων διά του Ιησού Χριστού

Η σημασία της Ανάστασης του Ιησού Χριστού

ΑΡΧΗ & ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Το θέλημα του Θεού και η ζωή μας

Το στίγμα της πίστης

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

ΣΗΜΕΙΑ ΠΟΥ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΤΙ Η ΑΡΠΑΓΗ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΤΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ. Η Καινή Διαθήκη Σελίδα 1-28

ΕΤΟΣ 50όν 4 Αυγούστου 2002 ΑΡΙΘ.ΦΥΛ.31(2566)

ΔΕ 5. Ο Ευαγγελισμός της Μαρίας για τη γέννηση του Μεσσία

ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΟΙ ΨΕΥΔΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΙΑΝΟΙ ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Την περασμένη Κυριακή αρχίσαμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή με το Γάμο της Κανά, όπου το νερό μετατράπηκε σε κρασί.

Οι εικόνες της Ανάστασης στην Ορθόδοξη Βυζαντινή Αγιογραφία

5 Δεκεμβρίου 11 Δεκεμβρίου Σάββατο απόγευμα 11. Η ΔΙΑΘΗΚΗ

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Θυσίασε πραγματικά ο Ιεφθάε την κόρη του; Ανάλυση των Κριτών 11:31

ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ

Βλέπουν τα θαύματα και ομολογούν τη χάρη (Κυριακή Ζ Ματθαίου)

Μικρό Νηστειοδρόμιο - Οι νηστείες της Εκκλησίας μας

Αποστολή Ιερουσαλήμ: Από εδώ ο Ιησούς ξεκίνησε την πορεία του για την είσοδό του στην Ιερουσαλήμ. (δείτε το βίντεο)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Άγιο Πνεύμα και Πνευματικότητα

ΕΥΧΕΣ ΑΠΟΛΥΣΗΣ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ. Α. Στις Ακολουθίες Περιόδου

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ Η Ανάληψη του Κυρίου

Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ (Ματθ. 25, 31-46)

4. ΕΠΙΠΛΗΞΗ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ

Εδώ αποκεφάλισαν τον Άγιο Φιλούμενο (αποκλειστικό)

Appendix II: Key to Textual Variation in John

Το μυστικό του Αγίου Πορφυρίου: Η διαρκής επιμελημένη Μετάνοια

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

ΑΠΌΚΡΥΦΑ Bel και το Δράκος ΤΗΣ η Αγία ΓΡΑΦΉ ΒΑΣΙΛΈΩΣ Ιακώβου Μπελ και ο δράκος

ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΛΑΧΝΙΚΟΥ ΠΑΤΕΡΑ (ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ)

1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος. 2 οὗτος

14 Μαΐου 20 Μαΐου Σάββατο απόγευμα 8. Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΒΡΑΧΟΣ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Πρέπει οι Χριστιανοί να δίνουν το δέκατο;

Η Υπαπαντή του Χριστού

Η Ανάσταση του Λαζάρου. Τάξη: Β 2 Όνομα: Έλενα Κεραμιδά Μαθημα: Θρησκευτικά

«Αυτός θέλει σας βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί.» Λουκάν γ:16

3 Δεκεμβρίου 9 Δεκεμβρίου Σάββατο απόγευμα 11. ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΕΜΟΣΤΡΟΒΙΛΟ

Αγία Παρασκευή: Μια γυναίκα αθλήτρια του Χριστού

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. 4, 12-17)

Η νηστεία των Χριστουγέννων

Ποιο είναι το όραμα σου;

CONTENTS. Matthew... 2 Corinthians... Galatians... Ephesians... Philippians... Colossians... 1 Thessalonians...

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.

σωτηρια γραφη - Salvation Scriptures

Ο Σταυρός το καύχηµά µας

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

19 Νοεμβρίου 25 Νοεμβρίου Σάββατο απόγευμα 9. ΙΧΝΗ ΕΛΠΙΔΑΣ

παρακαλώ! ... ένα βιβλίο με μήνυμα

Υπακοή. Σ αυτό το άρθρο θα εξετάσουμε το θέμα της υπακοής. Για να ξεκινήσουμε θα πάμε στην προς Ρωμαίους 6: Εκεί διαβάζουμε:

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 3: ελληνιστι

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΔΩΔΕΚΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Πρόλογος Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος Τοις εντευξομένοις 11 Σύντομη Εισαγωγή στον Ψαλτήρα 15 Η Ένταξη των Ψαλμικών Αναγνωσμάτων στη

Μαρτυρίες για τη προσωπικότητα του Γέροντα Αιμιλιανού

Η Σύλληψη του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου

Παρουσια ζει η ε κδοση για ibooks της Σχολη ς Σαββα του

Η εκ νεκρών έγερσις του Αγίου Λαζάρου του τετραημέρου σύμβολο της κοινής Αναστάσεως

Η πορεία προς την Ανάσταση...

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Είπε ο Θεός: «Ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα τη δική μας κι έτσι που να μπορεί να μας μοιάσει κι ας εξουσιάζει τα ψάρια της

Transcript:

1 ΓΕΝΕΣΙΣ Κεφ. Α 24-27 Και είπεν ο Θεός. Άς γεννήσει η γη ζώα έµψυχα κατά το είδος αυτών κτήνη και ερπετά και ζώα της γης κατά το είδος αυτών και έγινεν ούτω. Και έκαµεν ο Θεός τα ζώα της γης κατά το είδος αυτών, και τα κτήνη κατά το είδος αυτών και παν ερπετόν της γης κατά το είδος αυτού και είδεν ο Θεός ότι ήτο καλόν. Και είπεν ο Θεός. Άς κάµωµεν ένθρωπον κατ εικόναν ηµών καθ οµοίωσιν ηµών και άς εξουσιάζει επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί των κτηνών και πάσης της γης και επί παντός ερπετού έρποντος επί της γης. Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ εικόναν εαυτού κατ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς και ευλόγησε αυτούς ο Θεός και είπε προς αυτούς ο Θεός. Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεµίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν. Κεφ β 7-9 Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώµατος εκ της γης και ενεφύσησεν εις τους µυκτήρας αυτού πνοήν ζωής και έγινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν. Και εφύτευσεν Κύριος ο Θεός Παράδεισον εν τη Εδέµ κατά ανατολάς και έθεσεν εκεί τον άνθρωπον τον οποίον έπλασε και Κύριος ο Θεός έκαµε να βλαστήσει εκ της γης δένδρον ωραίον εις την όρασιν και καλόν εις την γεύσιν και το ξύλον της ζωής εν µέσω του Παραδείσου. Κεφ β 15-18 Και έλαβε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον και έθεσεν αυτόν εν τω Παραδείσω της Εδέµ δια να εργάζεται αυτόν και να φυλάττη αυτόν Πρόσταξε δε Κύριος ο Θεός εις τον Αδάµ λέγων Από παντός δένδρου του Παραδείσου ελευθέρας θέλεις τρώγει από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ αυτού διότι καθ ήν ηµέρα φάγεις απ αυτού θέλεις εξάπαντος αποθάνει. Και είπε Κύριος ο Θεός. Δεν είναι καλόν να είναι ο άνθρωπος µόνος. Θέλω κάνει εις αυτόν βοηθόν όµοιον µε αυτού. Κεφ 21-22 Και επέβαλε Κύριος ο Θεός έκτασιν επί τον Αδάµ και εκοιµήθη και έλαβε µία εκ των πλευρών αυτού και έκλεισεν µε σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατασκεύασεν Κύριος ο Θεός την πλευράν την οποίαν έλαβεν από του Αδάµ εις γυναίκα και έφερεν αυτήν προς τον Αδάµ.

2 (ΓΕΝΕΣΙΣ) Κεφ γ 2 15 Και είπεν η γυνή προς τον όφιν. Από του καρπού των δένδρων του παραδείσου δυνάµεθα να φάγωµεν από δε του καρπού του δένδρου το οποίον είναι εν µέσω του Παραδείσου είπεν ο Θεός, Μη φάγετε απ αυτού µηδέ εγγίσετε αυτό δια να µη αποθάνητε. Και είπεν ο όφις προς την γυναίκα. Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει αλλ εξεύρει ο Θεός ότι καθ ήν ηµέραν φάγητε απ αυτού θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλµοί σας και θέλετε είσθε ως Θεοί γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν και είδεν η γυνή ότι το δένδρον ήτο καλόν εις βρώσιν και ότι ήτο αρεστόν εις τους οφθαλµούς και επιθυµητόν το δένδρον ως δίδων γνώσιν και λαβούσα εκ του καρπού αυτού έφαγεν και έδωκε και εις τον άνδραν αυτής µεθ εαυτής και αυτός έφαγε και ηνοίχθησαν οι οφθαλµοί αµφοτέρων και εγνώρισαν ότι ήσαν γυµνοί και ράψψαντες φύλλα συκής έκαµον εις εαυτούς περιζώµατα. Και ήκουσαν την φωνήν Κυρίου του Θεού περιπατούντος εν τω Παραδείσω προς το δειλινόν και εκρύφθησαν ο Αδάµ και η γυνή αυτού από προσώπου Κυρίου του Θεού µεταξύ των δένδρων του Παραδείσου. Εκάλεσε δε Κύριος ο Θεός τον Αδάµ και είπε προς αυτόν Πού είσαι; ο δε είπε, την φωνήν σου ήκουσα εν τω Παραδείσω και εφοβήθην διότι είµαι γυµνός και εκρύφθην και είπεν προς αυτόν ο Θεός, Τις εφανέρωσεν εις σε ότι είσαν γυµνός; ή µήπως έφαγες από του δένδρου από του οποίου προσέταξα εις σε να µη φάγης; Και είπεν ο Αδάµ. Η γυνή την οποίαν έδωκας να είναι µετ εµού αυτή µου έδωκεν από του δένδρου και έφαγον. Και είπε Κύριος ο Θεός προς την γυναίκα, τι είναι τούτο το οποίον έκαµες; και η γυνή είπεν, ο όφις µε ηπάτησε και έφαγον. Και είπε Κύριος ο Θεός προς τον όφιν. Επειδή έκαµες τούτο επικατάρατος να είσαι µεταξύ πάντων των κτηνών και πάντων των ζώων του αγρού. Επί τοις κοιλίας σου θέλεις περιπατεί και χώµα θέλεις τρώγει πάσας τας ηµέρας της ζωής σου Και έχθραν θέλω στήσει ανάµεσον σου και της γυναικός και ανάµεσον του σπέρµατός σου και του σπέρµατος αυτής αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού Κεφ γ 22 Και είπε Κύριος ο Θεός ιδού έγινε ο Αδάµ ως εις εξ ηµών. Κφ. Ε 5 Και έγιναν πάσαι αι ηµέραι του Αδάµ τας οποίας έζησεν εννιακόσια τριάκοντα έτη και απέθανε

3 (ΓΕΝΕΣΙΣ) Κεφ ς 1-3 Και ότε ήρχισαν οι άνθρωποι να πληθύνονται επί του προσώπου της γης και θυγατέρες εγεννήθησαν εις αυτούς, ιδόντες οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων ότι ήσαν ωραίες έλαβον εις εαυτούς γυναίκας εκ πασών όσας έκλεξαν. Και είπε Κύριος, Δεν θέλει καταµείνει πάντοτε το πνεύµα µου µετά του ανθρώπου διότι είναι σάρξ, αι ηµέραι αυτού θέλουσιν είσθαι ακόµη εκατόν είκοσι έτη Κεφ ς 6-7 Και µεταµελήθη ο Κύριος ότι εποίησεν τον άνθρωπον επί της γης και ελυπήθη εν τη καρδία αυτού. Και είπεν ο Κύριος, Θέλω εξαλείψει τον άνθρωπον τον οποίον εποίησα από προσώπου της γης από ανθρώπου έως κτήνους έως ερπετού και έως πτηνού του ουρανού επειδή µετεµελήθην ότι εποίησα αυτούς. Κεφ ιζ 1 Και ότε ήτο ο Αβράµ ενενήντα εννέα ετών εφάνη ο Κύριος εις τον Αβράµ και είπε προς αυτόν. Εγώ είµαι Θεός Παντοκράτωρ. Περιπάτει ενώπιόν µου και έσο τέλειος. Κεφ ιζ 4 Εγώ ιδού η διαθήκη µου είναι προς Σε και θέλεις γίνει Πατήρ πλήθους εθνών. Κεφ ιη 1-8 Και εφάνη εις αυτόν ο Κύριος εις τας δρυς Μαµβρή ενώ εκάθητο εν τη θύρα της σκηνής εις το καύµα της ηµέρας. Και υψώσας τους οφθαλµούς αυτού ίδε τρεις άνδρες ιστάµενοι έµπροσθεν αυτού και ως είδεν έδραµεν εις προϋπάντησιν αυτόν από της θύρας της σκηνής και προσεκύνησεν έως εδάφους. Και είπε, Κύριέ µου εάν εύρηκα χάριν εις τους οφθαλµούς σου µη παρέλθης παρακαλώ τον δούλον σου, άς φερθή παρακαλώ ολίγον ύδωρ και νίψατε τους πόδας σας και αναπαύθητε υπό το δένδρον. Και εγώ θέλω φέρει ολίγον άρτον και στηρίξατε την καρδίαν σας έπειτα θέλετε παρέλθει επειδή δια τούτο επεράσατε προς τον δούλον σας οι δε είπον κάµε ούτο καθώς είπας. Και έσπευσεν ο Αβράµ εις την σκηνήν προς την Σάρραν και είπε. Σπεύσον ζύµωσον τρία µέτρα σεµιδάλεως και κάµε εγκρυφίας. Ο δε Αβράµ έδραµεν εις τους βόας και έλαβε µοσχάριον απαλόν και καλόν και έδωκεν εις τον δούλον, ο δε έσπευσε να ετοιµάσει αυτό. Έπειτα έλαβε βούτυρο και γάλα και το µοσχάριον το οποίον ητοίµασε και έθεσεν έµπροσθεν αυτών αυτός δε ίστατο πλησίον αυτών υπό το δένδρον και αυτοί έφαγον

4 (ΓΕΝΕΣΙΣ) Κεφ ιη 16-18 Σηκωθέντες δε εκείθεν οι άνδρες διευθύνθησαν προς τα Σόδοµα και ο Αβραάµ επορεύετο µετ αυτών δια να συµπροπέµψη αυτούς. Και είπε Κύριος, Θέλω κρύψει εγώ από του Αβραάµ ότι κάµνω; Ο Δε Αβραάµ θέλει εξάπαντος γίνει έθνος µέγα και δυνατόν και θέλουσιν ευλογηθεί εις αυτόν πάντα τα έθνη της γης. Κεφ ιη 20-26 Είπε δε Κύριος. Η κραυγή των Σοδόµων και των Γοµόρων επλήθυνε και η αµαρτία αυτών βαριά σφόδρα. Θέλω λοιπόν καταβεί και θέλω ιδεί αν έπραξαν ολοκλήρως κατά την κραυγήν την ερχοµένην προς εµέ και θέλω γνωρίσει αν ουχί. Και αναχωρήσαντες εκείθεν οι άνδρες υπήγον προς τα Σόδοµα ο δε Αβραάµ ίστατο έτι ενώπιον του Κυρίου και πλησιάσας ο Αβραάµ είπε, Μήπως θέλεις απολέσει τον δίκαιον µετά του ασεβούς; Εάν είναι πενήντα δίκαιοι εν τη πόλει θέλεις άραγε απολέσει αυτούς; Και δεν ήθελες συγχωρήσει εις τον τόπον δια τους πεντήκοντα δικαίους τους εν αυτώ; Μη γένοιτο, ποτέ συ να πράξεις τοιούτον πράγµα να θανατώσεις δίκαιον µετά ασεβούς και ο δίκαιος να είναι ως ο ασεβής µη γένειτο ποτέ εις σε ο κρίνων πάσαν την γην δεν θέλει κάµει κρίσιν. Είπε δε Κύριος. Εάν εύρω εν Σοδόµοις πεντήκοντα δικαίους εν τη πόλει θέλω συγχωρήσει εις πάντα τον τόπον δι αυτούς. Κεφ ιη 32 Και είπεν ο Αβραάµ Άς µη παροξυνθή ο Κύριός µου εάν λαλήσω έτι άπαξ ευρεθώσιν δέκα; Και είπεν Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των δέκα. Κεφ κγ 1-4 Και έζησεν η Σάρρα εκατόν είκοσι επτά έτη, ταύτα είναι τα έτη της ζωής της Σάρρας. Και απέθανε η Σάρρα εν Κιριάθ αρβά αύτη είναι η Χεβρόν εν γη Χαναάν και ήλθεν ο Αβραάµ δια να κλαύση την Σάρρα και να πενθήση αυτήν. Και σηκωθείς ο Αβραάµ απ έµπροσθεν του νεκρού αυτού ελάλησεν προς τους υιούς του Χέτ λέγων. Ξένος και πάροικος είµαι εγώ µεταξύ σας δότε µοι κτήµα τάφου µεταξύ σας δια να θάψω τον νεκρόν µου απ έµπροσθέν µου. Κεφ κγ 7 Τότε σηκωθείς ο Αβραάµ προσεκύνησε προς τον λαόν του τόπου προς τους υιούς του Χέτ.

5 (ΓΕΝΕΣΙΣ) Κεφ κγ 11 Σοι δίδω τον αγρόν, σοι δίδω και το σπήλαιον το έν αυτώ επί παρουσία των υιών του λαού µου δίδω αυτά εις σε, θάψον τον νεκρόν σου. Κεφ κγ 12 Και προσεκύνησεν ο Αβραάµ έµπροσθεν του λαού του τόπου. ΕΞΟΔΟΣ Κεφ. γ 14-15 Και είπεν ο Θεός προς τον Μωυσήν. Εγώ είµαι ο Ων και είπεν τούτο θέλεις είπει προς τους υιούς Ισραήλ ο Ων µε απέστειλε προς εσάς. Και είπεν έτι ο Θεός προς τον Μωυσήν ούτο θέλεις είπει προς τους υιούς Ισραήλ. Κύριος ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάµ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ µε απέστειλε προς εσάς. Τούτο θέλει είσθαι το όνοµά µου εις τον αιώνα και τούτο το µνηµόσυνόν µου εις γενεάς γενεών. Κεφ ς 2-3 Ο Θεός ελάλησεν έτι προς τον Μωυσήν και είπεν προς αυτόν Εγώ είµαι Κύριος Και εφάνην εις τον Αβραάµ εις τον Ισαάκ και εις τον Ιακώβ µε το όνοµα Θεός Παντοκράτωρ, δεν εγνωρίσθην όµως εις αυτούς µε το όνοµά µου Ιεοβά. Κεφ. λα 1-5 Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων.ίδε εγώ εκάλεσα εξ ονόµατος Βεσελεήλ τον υιόν ουρί υιού Ωρ εκ της φυλής του Ιούδα. Και ενέπλησα αυτόν πνεύµατος Θείου σοφίας και συνέσεως και επιστήµης και πάσης καλλιτεχνίας δια να επινοή έντεχνα έργα ώστα να εργάζηται εις χρυσόν και εις αργυρόν και εις χαλκόν και να γλύψη λίους ενθέσεως και να σκαλίζη ξύλα διεργασίαν εις πάσαν καλλιτεχνίαν. Κεφ. λβ 1 Και ιδών ο λαός ότι εβράδυνεν ο Μωυσής να καταβή εκ του όρους συνήχθη ο λαός επί τον Ααρών και έλεγον προς αυτόν Σηκώθητι κάµε εις ηµάς Θεούς.

6 (ΕΞΟΔΟΣ) Κεφ λβ 4 Και λαβών εκ των χειρών αυτών διεµόρφωσε αυτό µε εργαλείον εγχαρακτικόν και έκαµε αυτό µόσχον χωνευτόν, οι δε είπον ούτοι είναι οι Θεοί σου Ισραήλ οίτινες σε ανεβίβασαν εκ γης Αιγύπτου. Κεφ λβ 7, Και είπε Κύριος προς τον Μωυσήν Ύπαγε κατάβηθι διότι ηνόµησεν ο λαός σου. Κεφ λβ 9-11 Και είπε Κύριος προς τον Μωυσήν. Είδον τον λαόν τούτον και ιδού είναι λαός σκληροτράχηλος. Τώρα λοιπόν άφες µε και θέλει εξαφθή η οργή µου εναντίον αυτών και θέλω εξολοθρεύσει αυτούς. Και ικέτευσεν ο Μωυσής Κύριον τον Θεόν αυτού και είπε. Διατί Κύριε εξάπτεται η οργή σου εναντίον του λαού σου τον οποίον εξήγαγες εκ γης Αιγύπτου µετά µεγάλης δυνάµεως και κραταιάς χειρός; Κεφ λβ 14 Και µετεµελύθη ο Κύριος περί του κακού το οποίον είπε να κάµη κατά του λαού αυτού. Κεφ λβ 26-28 Εστάθη ο Μωυσής παρά την πύλην του στρατοπέδου και είπεν, όστις είναι του Κυρίους άς έλθη προς εµέ και συνήχθησαν προς αυτόν πάντες οι υιοί του λευϊ. Και είπε προς αυτούς ούτω λέγει Κύριος ο Θεός του Ισραήλ. Άς βάλει έκαστος την ροµφαίαν αυτού επί τον µηρόν αυτού και διέλθετε και εξέλθετε από πύλης εις πύλην δια του στρατοπέδου και άς θανατώσει έκαστος τον αδελφόν αυτού. Και έκαστος τον φίλον αυτού και έκαστος τον πλησίον αυτού. Και έκαµον οι υιοί του Λευϊ κατά τον λόγον του Μωυσέως και έπεσαν εκ του λαού εκείνην την ηµέραν περίπου τρεις χιλιάδες άνδρες, Κεφ λθ 1 Και εκ του κυανού και πορφυρού και κοκκίνου έκαµον στολάς λειτουργικάς δια να λειτουργώσι εν τω αγίω και έκαµον τας αγίας στολάς δια τον Ααρών καθώς προσέταξεν ο Κύριος εις τον Μωυσήν.

7 ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ Κεφ β 1-2 Εάν δε προσφέρει τις δώρον προσφοράν εξ αλφίτων προς τον Κύριον σεµίδαλις θέλει είσθαι το δώρον αυτού. Και θέλει επιχύσει επ αυτό έλαιον και επιθέσει επ αυτό λιβάνιον. Και θέλει φέρει αυτό προς τους υιούς του Ααρών Κεφ κγ 1-2 Και ελάλησεν Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων. Λάλησεν προς τους υιούς Ισραήλ και είπε προς αυτούς. Αι εορταί του Κυρίου τας οποίας θέλετε διακηρύξει συγκαλέσεις αγίας, αύται είναι αι εορταί µου. Κεφ κγ 4 Αύται είναι αι εορταί του Κυρίου σγκαλέσεις άγιας τας οποίας θέλετε διακηρύξει εν τοις καιροίς αυτόν Κεφ κγ 7 Εν τη πρώτη ηµέρα θέλει είσθαι εις εσάς συγκαλέσεις αγία ουδέν έργον δουλευτικόν θέλετε κάµει. Κεφ κδ 1-2 Και ελάλησεν Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων Πρόσταξεν τους υιούς Ισραήλ να φέρωσι προς σε έλαιον καθαρόν από ελαίας κοπανισµένας δια το φως δια να καίει ο λύχνος δια παντός. Κεφ κδ 7 Και θέλεις βάλει εφ εκάστην σειράν λιβάνιον καθαρά και θέλει είσθαι επί τον άρτον προς µνηµόσυνον εις προσφοράν γενοµένην δια πυρός προς τον Κύριον Κεφ κς 2 Τα Σάββατά µου θέλετε φυλάττει και το αγιαστήριό µου θέλετε σέβεσθε. Εγώ είµαι ο Κύριος.

8 ΑΡΙΘΜΟΙ Κεφ α 2-3 Απαριθµούντες κατ όνοµα παν αρσενικόν κατά κεφαλήν αυτών. Από είκοσι ετών και επάνω πάντες τους δυναµένους εν τω Ισραήλ να εξέλθωσιν εις πόλεµον συ και ο Ααρών απαριθµήσατε αυτούς κατά τα στρατεύµατα αυτών. Κεφ β 1-2 Και ελάλησεν Κύριος προς τον Μωυσήν και προς τον Ααρών λέγων. Άς στρατοπεδεύσωσιν οι υιοί Ισραήλ έκαστος πλησίον της σηµαίας αυτού Κεφ β 25 Προς βορράν δε θέλει είσθαι η σηµαία του Στρατοπέδου. Κεφ ς 22-27 Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων. Λάλησον προς τον Ααρών και προς τους υιούς αυτού λέγον ούτω θέλετε ευλογεί τους υιούς Ισραήλ λέγοντας προς αυτούς. Ο Κύριος να σε ευλογήσει και να σε φυλάξει. Ο Κύριος να επιλάµψει το πρόσωπον αυτού επί σε και να σε ελεήση Ο Κύριος να υψώσει το πρόσωπον αυτού επί σε και να σοι δώσει ειρήνην, και θέλουσιν επιθέσει το όνοµά µου επί τους υιούς Ισραήλ και εγώ θέλω ευλογήσει αυτούς. Κεφ ε 5-7 Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων Είπε προς τους υιούς Ισραήλ όταν ανήρ ή γυνή κάµει τι εκ των αµαρτηµάτων των ανθρωπίνων πράτων παράβασιν εις τον Κύριον και αµαρτήσει η ψυχή εκείνη τότε θέλει εξοµολογηθεί την αµαρτίαν αυτού την οποίαν έπραξε και θέλει αποδώσει το αδίκηµα αυτού µετά του κεφαλαίου τούτου και εις αυτό θέλει προσθέσει το πέµπτον αυτού και θέλει δώσει αυτό εις οίτινα αδίκησεν. Κεφ ις 17 Και λάβετε έκαστος το θυµιατήριον αυτού και επιθέσατε θυµίαµα επ αυτά και φέρετε ενώπιον του Κυρίου έκαστος το θυµιατήριον αυτού διακόσια πεντήκοντα θυµιατήρια και συ και ο Ααρών έκαστος το θυµιατήριον αυτού.

9 (ΑΡΙΘΜΟΙ) Κεφ κα 3 Και εισήκουσε ο Κύριος της φωνής του Ισραήλ και παρέδωκε τους Χαναναίους και κατέστρεψαν αυτούς και τας πόλεις αυτών. Κεφ κβ 31 Και ήνοιξεν ο Κύριος τους οφθαλµούς του Βαλαάµ και είδε τον άγγελον του Κυρίου ιστάµενον εν τη οδώ και την ροµφαίαν αυτού γεγυµνωµένην εν τη χειρί αυτού και κίψας προσεκύνησε επί προσώπου αυτού. Κεφ κς 1-2 Και µετά την πληγήν ελάλησε Κύριος προς τον Μωυσήν και προς τον Ελεάζαρ τον υιόν του Ααρών τον ιερέα λέγων. Λάβετε το κεφάλαιον πάσης της συναγωγής των υιών Ισραήλ από είκοσι ετών και επάνω κατά τους οίκους των πατέρων αυτών πάντας τους δυναµένους εν τω Ισραήλ να εξέλθωσιν εις πόλεµον. Κεφ λα 1-3 Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωυσήν λέγων, Κάµε την εκδίκησιν των υιών Ισραήλ κατά των Μαδιανιτών έπειτα θέλεις προστεθεί εις τον λαόν σου. Και ελάλησεν ο Μωυσής προς τον λαόν λέγων. Άς οπλισθώσιν από σας άνδρες εις πόλεµον και άς υπάγωσιν εναντίον του Μαδιάµ δια να εκδικήσωσι τον Κύριον κατά του Μαδιάµ.

10 ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ Κεφ. ε 12-14 Φύλατε την ηµέρα του Σαββάτου δια να αγιάζης αυτήν καθώς προσέταξεν εις σε Κύριος ο Θεός σου. Εξι ηµέρες εργάζου και κάµε πάντα τα έργα σου η ηµέραν όµως η εβδόµη είναι σάββατον Κυρίου του Θεού σου µη κάµης έν ταύτη ουδέν έργον µήτε συ µήτε η δούλη σου µήτε ο βους σου µήτε ο όνος σου µήτε κανέν εκ των κτηνών σου. Κεφ θ 18 Και προσέπεσον ενώπιον του Κυρίου καθώς πρότερων τεσσαράκοντα ηµέρας και τεσσαράκοντα νύκτας άρτον δεν έφαγον και ύδωρ δεν ήπιον εξ αιτίας πασών των αµαρτιών σας τας οποίας ηµαρτήσατε πράτοντες πονηρά. Κεφ ιγ 6-10 Εάν ο αδερφός σου ο υιός της µητρός σου ή ο υιός σου, η θυγάτηρ σου ή η γυνή του κόλπου σου ή ο φίλος σου όστις είναι η ψυχή σου σε παρακινήση κρυφίως λέγων: Ας υπάγωγεν και άς λατρεύσωµεν άλλους Θεούς τους οποίους δεν εγνώρισες συ ούτε οι πατέρες σου εκ των Θεών των εθνών των πέριξ υµών των πλησίον σου ή των µακράν από σου απ άκρου της γης έως άκρου της γης δεν θέλεις συγκατανεύσει εις αυτών ουδέ θέλει φεισθεί αυτόν ο οφθαλµός σου ουδέ θέλει σπλαχνισθεί ουδέ θέλεις κρύψει αυτόν, αλλά εξάπαντος θέλει θανατώσει αυτόν ή χειρ σου, θέλει είσθαι πρώτη απ αυτόν δια να θανατώσεις αυτόν και η χειρ παντός του λαού έπειτα. Και θέλεις λιθοβολήσει αυτόν µε λίθους ώστε να αποθάνει διότι εζήτησε να σε αποπλανήσει από Κυρίου του Θεού σου. Κεφ λδ 9-10 Και Ιησούς ο υιός του Ναυή ήτο πλήρης πνεύµατος σοφίας διότι ο Μωυσής είχεν επιθέσει τας χείρας αυτού επ αυτών. Και δεν ηγέρθη πλέον εν τω Ισραήλ προφήτης ως ο Μωυσής τον οποίον εγνώρισεν ο Κύριος πρόσωπον προς πρόσωπον.

11 ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ Κεφ. ς 21 Και εξολόθρευσαν εν στόµατι µαχαίρας πάντας τους εν τη πόλει άνδρας και γυναίκας νέους και γέροντας και βόας και πρόβατα και όνους. Κεφ η 1 Και είπε Κύριος προς τον Ιησού. Μη φοβηθής µηδέ δειλιάσεις. Λάβε µετά σου πάντες τους πολεµικούς άνδρες και σηκωθείς ανάβα εις Γαι Ιδού εγώ παρέδωκα εις την χείραν σου τον βασιλέα της Γαι και τον λαόν αυτού και την πόλιν αυτού και την γην αυτού. Κεφ η 24 Και αφού ο Ισραήλ ετελείωσε φονεύων πάντας τους κατοίκους της Γαι εν τη πεδιάδι εν τη ερήµω όπου κατεδίωκον αυτούς και έπεσον πάντες εν στόµατι µαχαίρας εωσού εξολοθρεύθησαν. Επέστρεψεν πάς ο Ισραήλ εις την Γαι και επάταξαν αυτήν εν στόµατι µαχαίρας. ΣΑΜΟΥΗΛ Α Κεφ ιε 2-3 Ούτω λέγει ο Κύριος των δύνάµεων. Θέλω εκδικήσει όσα έκαµεν ο Αµαλήκ εις τον Ισραήλ ότι αντεστάθη εις αυτόν εν τη οδώ ότε ανέβαινεν εξ Αιγύπτου. Ύπαγε τώρα και πάταξον τον Αµαλήκ και εξολόθρευσον παν ότι έχει και µη φεισθείς αυτούς αλλά θανάτωσον και άνδρα και γυναίκα και παιδίον και θηλάζον και βουν και πρόβατον και κάµηλον και όνον. Κεφ κα 4 Και απεκρίθη ο ιερεύς προς τον Δαυίδ και είπε. Δεν έχω πρόχειρον ουδένα κοινόν άρτον αλλ είναι άρτοι ηγιασµένοι, οι νέοι εφυλάχθησαν καθαροί τουλάχιστον από γυναικών ΣΑΜΟΥΗΛ Β Κεφ η 1 Μετά δε ταύτα επάταξεν ο Δαβίδ τους Φιλισταίους και κατετρώποσεν αυτούς.

12 ΒΑΣΙΛΕΩΝ Α Κεφ α 23 Και ανήγγειλαν προς τον Βασιλέα λέγοντες. Ιδού Νάθαν ο προφήτης. Και εισελθών ενώπιον του Βασιλέως προσεκύνησε τον Βασιλέα κατά πρόσωπον αυτού έως εδάφους. Κεφ β 19 Και εισήλθε η Βηθ-σαβεέ προς τον Βασιλέα Σολοµώντα δια να λαλήση προς αυτόν περί του Αδωνίου και εσηκώθη ο Βασιλεύς εις απάντησιν αυτής και προσεκύνησεν αυτήν έπειτα εκάθισεν επί τον θρόνον αυτού και ετέθη θρόνος εις την µητέραν του Βασιλέως. Κεφ ιη 40 Και είπε προς αυτούς ο Ηλίας πιάσατε τους προφήτας του Βαάλ µηδείς εξ αυτών άς µη διασωθεί και έπιασαν αυτούς και κατεβίβασεν αυτούς ο Ηλίας εις τον χείµαρον Κεισών και έσφαξεν αυτούς εκεί. ΒΑΣΙΛΕΩΝ Β Κεφ ιγ 21 Και ενώ έθαπταν άνθρωπον τινά, ιδού είδον τάγµα και έριψαν τον άνθρωπον εις τον τάφον του Ελισσαίε και καθώς ο άνθρωπος υπήγε και ήγγισε τα οστά του Ελισσαίε ανέζησε και εστάθη επί τους πόδας αυτού. ΧΡΟΝΙΚΟΝ Β Κεφ γ 10 Και εν τω οίκω του αγίου των αγίων έκαµε δύο Χερουβείµ εργασίας γλυπτής και εσκέπασεν αυτά µε χρυσίον.

13 Ι Ω Β Κεφ α 20-21 Τότε σηκωθείς ο Ιώβ διέσχισε το επένδυµα αυτού και εξύρισε την κεφαλήν αυτού και έπεσεν επί την γην και προσεκύνησε. Και είπε, Γυµνός εξήλθον εκ κοιλίας µητρός µου και γυµνός θέλω επιστρέψει εκεί.ο Κύριος έδωκε και ο Κύρος αφήρεσεν είη το όνοµα Κυρίου ευλογηµένον. Κεφ β 9 10 Τότε είπε προς αυτόν η γυνή αυτού. Έτσι κρατείς την ακεραιότητά σου; Βλασφήµησον τον Θεόν και απέθανε. Ο δε είπεν προς αυτήν. Ελάλησας ως λαλεί µία εκ των αφρόνων γυναικών, τα αγαθά µόνον θέλοµεν δεχθεί εκ του Θεού και τα κακά δεν θέλοµεν δεχθεί; Κεφ. µβ 8 Δια τούτο λάβετε τώρα εις εαυτούς επτά µόσχους και επτά κριούς και υπάγετε προς τον δούλον µου Ιώβ και προσφέρετε ολοκαύτωµα υπέρ εαυτών. Ο δε Ιώβ ο δούλος µου θέλει ικετεύσει υπέρ υµών διότι θέλω δεχθή το πρόσωπον αυτού δια να µη πράξω µε σας κατά την αφροσύνην σας διοτι δεν ελαλήσατε περί εµού το ορθόν ως ο δούλος µου ο Ιώβ. ΨΑΛΜΟΙ Κεφ β 7 Εγώ θέλω αναγγείλει το πρόσταγµα. Ο Κύριος είπε προς εµέ Υιός µου είσαι συ Εγώ σήµερον σε εγέννησα. Κεφ ις 10 Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν µου εν τω άδη ουδέ θέλεις αφήσει τον όσιόν σου να ίδη διαφθοράν. Κεφ κδ 1 Του Κυρίου είναι η γη και το πλήρωµα αυτής, η οικουµένη και οι κατοικούντες εν αυτή. Κεφ ρι 1 Είπεν ο Κύριος προς τον Κύριόν µου κάθου εκ δεξιών µου εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου.

14 ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ Κεφ ιβ 7 Και επιστρέψει το χώµα εις την γη καθώς ήτο και το πνεύµα επιστρέψει εις τον Θεόν όστις έδωκεν αυτό. ΗΣΑΙΑΣ Κεφ ζ 14 Δια τούτο ο Κύριος αυτός θέλει σας δώσει σηµείον. Ιδού η Παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν και θέλει καλεσθεί το όνοµα αυτού Εµµανουήλ Κεφ θ6 Διότι παιδίον εγεννήθη εις ηµάς Υιός εδόθη εις ηµάς, και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώµον αυτού και το όνοµα αυτού θέλει καλεσθεί Θαυµαστός Σύµβουλος, Θεός ισχυρός. Πατήρ του µέλλοντος αιώνος. Κεφ ιγ 9-10 Ιδού η ηµέρα του Κυρίου έρχεται σκληρά και πλήρης θυµού και οργής φλογεράς δια να καταστήση την γην έρηµον. Και θέλει εξαλείψει απ αυτής τους αµαρτωλούς αυτής. Διότι τα άστρα του ουρανού και οι αστερισµοί αυτού δεν θέλουσι δώσει το φως αυτών, ο ήλιος θέλει σκοτισθεί εν τη ανατολή αυτού και η σελήνη δεν θέλει εκπέµψει το φως αυτής. Κεφ ιδ 12-15 Πώς έπεσες εκ του ουρανού Εωσφόρε υιέ της αυγής συνετρίφθης κατά γης συ ο καταπατών τα έθνη. Σε δεν έλεγες εν τη καρδία σου θέλω αναβή εις τον ουρανόν, θέλω υψώσει τον θρόνον µου υπεράνω των άστρων του Θεού και θέλω καθίσει επί το όρος της συνάξεως προς τα µέρη του βορρά, θέλω αναβή επό τα ύψη των νεφελών, θέλω είσθαι όµοιος του Υψίστου; Εις τον Άδην όµως θέλεις καταβή. ΙΕΡΕΜΙΑΣ Κεφ µβ 2 Και είπον προς Ιερεµίαν τον προφήτην. Ας γίνει δεκτή παρακαλούµεν η δέησις ηµών ενώπιόν σου και δεήθητε υπέρ ηµών προς Κύριον τον Θεόν σου.

15 ΙΕΖΕΚΙΗΛ Κεφ ιγ 3 Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός. Ουαί εις τους προφήτας τους µωρούς τους περιπατούντας οπίσω του Πνεύµατος αυτών και δεν είδον ουδεµίαν όµασιν ΔΑΝΙΗΛ Κεφ. θ 3 Και έστρεψα το πρόσωπόν µου προς Κύριον τον Θεόν δια να κάµω προσευχήν και δεήσεις εν νηστεία και σάκκω και σποδώ και εδεήθην προς Κύριον τον Θεόν µου και εξοµολογήθην. Ι Ω Η Λ Κεφ α 3 Διηγηθήτε προς τα τέκνα σας περί τούτου και τα τέκνα σας προς τα τέκνα αυτών και τα τέκνα αυτών προς άλλην γεννεάν. Ι Ω Ν Α Σ Κεφ γ 5 Και οι άνδρες της Νινευή επίστευσαν εις τον Θεόν και εκήρυξαν νηστείαν και ενεδύθησαν σάκκους από µεγάλου αυτών έως µικρού αυτών. Κεφ γ 7 Και διεκηρύχθη και εγνωστοποιήθη εν τη Νινευή δια ψηφίσµατος του Βασιλέως και των µεγιστάνων αυτού και ελαλήθη, οι άνθρωποι και τα κτήνη, οι βόες και τα πρόβατα να µη γευθώσι µηδέν µηδέ να βοσκήσωσει µηδέ ύδωρ να πίωσει.

16 ΣΟΦΟΝΙΑΣ Κεφ α 2-3 Θέλω αφανίσει παντελώς τα πάντα από προσώπου της γής λέγει Κύριος. Θέλω αφανίσει τα πετεινά του ουρανού και τας ιχθύας της θαλάσσης και τα προσκόµατα µετά των ασεβών. Και θέλω εξολοθρεύσει τον άνθρωπον από προσώπου της γης λέγει ο Κύριος. Κεφ α 18 Αλλ ουδέ το αργύριον αυτών ουδέ το χρυσίον αυτών θέλει δυνηθή να λυτρώσει αυτούς εν τη ηµέρα της οργής του Κυρίου και πάσα η γη θέλει καταναλωθεί υπό του πυρός του ζήλου αυτού, διότι θέλει κάµει συντέλειαν, µάλιστα ταχείαν επί πάντας τους κατοικούντας την γην. ΜΑΛΑΧΙΑΣ Κεφ α 11 Διότι από ανατολών ηλίου έως δυσµών αυτού, το όνοµά µου θέλει είσθαι µέγα µεταξύ των εθνών και εν παντί τόπω θέλει προσφέρεσθαι θυµίαµα εις το όνοµά µου και θυσία καθαρά διότι µέγα θέλει είσθαι το όνοµά µου µεταξύ των εθνών λέγει ο Κύριος των δυνάµεων. Κεφ. γ 1 ΙΔΟΥ εγώ αποστέλλω τον άγγελόν µου και θέλει κατασκευάσει την οδόν έµπροσθέν µου και ο Κύριος τον οποίον σεις ζητείτε εξαίφνης θέλει ελθεί εις τον ναόν αυτού, ναι ο άγγελος της διαθήκης τον οποίον σεις θέλετε, ιδού έρχεται λέγει ο Κύριος των δυνάµεων.

17 ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κεφ α 18-25 Του δε Ιησού η γέννησις ούτω ήτο, αφού αρραβωνίσθει η µήτηρ αυτού Μαρία µετά του Ιωσήφ πριν συνέλθωσιν ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύµατος Αγίου. Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων και µη θέλων να θεατρίσει αυτήν ηθέλησεν να απολύσειν αυτήν κρυφίως. Ενώ δε αυτός διελογίσθει ταύτα, ιδού άγγελος Κυρίου εφάνη κατ όναρ εις αυτόν λέγων, Ιωσήφ υιέ του Δαυίδ µη φοβηθείς να παραλάβεις Μαριάν την γυναίκα σου διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ πνεύµατος Αγίου. Θέλει δε γεννήσει υιόν και θέλεις καλέσει το όνοµα αυτού Ιησούν διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αµαρτιών αυτών. Τούτο δε όλον έγινε δια να πληρωθεί το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος. Ιδού η Παρθένος θέλει συλλάβει και θέλει γεννήσει υιόν και θέλουσι καλέσει το όνοµα αυτού ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ το οποίον µεθερµηνευόµενον είναι µεθ ηµών ο Θεός. Εξεγερθής δε ο Ιωσήφ από του ύπνου έκαµεν ως προσέταξεν αυτόν ο άγγελος Κυρίου. Και παρέλαβε την γυναίκα αυτού και δεν εγνώριζεν αυτήν εωσού εγέννησε τον υιόν της τον πρωτότοκον και εκάλεσε το όνοµα αυτού ΙΗΣΟΥΝ. Κεφ β 1-2 Αφού δε εγεννήθει ο Ιησούς εν Βηθλεέµ της Ιουδαίας επί των ηµερών Ηρώδου του βασιλέως, ιδού µάγοι από ανατολών ήλθον εις Ιεροσόλυµα λέγοντες. Πού είναι ο γεννηθής βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι είδοµεν τον αστέρα αυτού εν τη ανατολή και ήλθοµεν δια να προσκυνήσωµεν αυτόν. Κεφ β 7-12 Τότε ο Ηρώδης καλέσας κρυφίως τους Μάγους εξηκρίβωσε παρ αυτών τιν καιρόν του φαινοµένου αστέρος. Και πέµψας αυτούς εις Βηθλεέµ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου, αφού δε εύρετε απαγγείλατέ µοι δια να έλθω και εγώ να προσκυνήσω αυτό. Εκείνοι δε ακούσαντες του Βασιλέως ανεχώρησαν και ιδού ο αστήρ τον οποίον είδον εν τη ανατολή προεπορεύετο αυτών εωσού ελθών εστάθη επάνω όπου ήτο το παιδίον. Ιδόντες δε τον αστέρα εχάρισαν χαράν µεγάλην σφόδραν. Και ελθόντες εις την οικίαν εύρον το παιδίον µετά Μαρίας της µητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτό και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσέφεραν εις αυτό δώρα χρυσόν και λίβανον και σµύρναν. Και αποκαλυφθέντες θεόθεν κατ όναρ να µη επιστρέψωσι προς τον Ηρώδην, δι άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών.

18 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ β 13-17 Αφού Δε αυτοί ανεχώρησαν, Ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ όναρ εις τον Ιωσήφ λέγων, Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την µητέραν αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και έσω εκεί εωσού ειπώ σοι, διότι µέλλει ο Ηρώδης να ζητήσει το παιδίον για να απολέσει αυτό. Ο Δε εγερθής παράλαβε το παιδίον και την µητέραν αυτού δια νυκτός και ανεχώρησαν εις Αίγυπτον. Και ήτο εκεί έως της τελευτής του Ηρώδου, δια να πληρωθεί το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν µου. Κεφ β 19 Τελευτήσαντος δε του Ηρώδου, Ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ όναρ εις τον Ιωσήφ εν Αιγύπτω λέγων, Εγερθείς πατάλαβε το παιδίον και την µητέρα αυτού και ύπαγε εις γην Ισραήλ, διότι απέθαναν οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου. Κεφ. γ 1-2 Εν εκείνες δε ταις ηµέρες έρχεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύττων εν τη ερήµω της Ιουδαίας και λέφων Μετανοείτε διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών. Κεφ. γ 6 Και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπ αυτού εξοµολογούµενοι τας αµαρτίας αυτών Κεφ. γ 13 Τότε έρχεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας εις τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην για να βαπτισθή υπ αυτού. Κεφ. γ 16-17 Και βαπτισθής ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ηνοίχθησαν οι ουρανοί και είδε το Πνεύµα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν και ερχόµενον απ αυτόν. Και ιδού φωνή εκ των ουρανών λέγουσα Ούτος είναι ο Υιός µου ο αγαπητός εις τον οποίον ευαρεστήθην. Κεφ δ 1-2 Τότε ο Ιησούς εφέρθη υπό του Πνεύµατος εις την έρηµον δια να πειρασθεί υπό του διαβόλου. Και νηστεύσας ηµέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα ύστερα επείνασεν.

19 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ δ 17 Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττει και να λέγει Μετανοείτε διότι επλησίασεν η Βασιλεία των ουρανών. Κεφ ε 1-12 Ιδών δε τους όχλους ανέβη εις το όρος κι αφού εκάθισε, προσήλθον προς αυτόν οι Μαθηταί αυτού και ανοίξας το στόµα αυτού εδίδασκεν αυτούς λέγων. Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύµατι διότι αυτών είναι η βασιλεία των ουρανών. Μακάριοι οι πενθούντες διότι αυτοί θέλουσι παρηγορηθεί. Μακάριοι οι πραείς διότι αυτοί θέλουσι κληρονοµήσει την γη. Μακάριοι οι πεινόντες και διψώντες την δικαιοσύνην διότι αυτοί θέλουσι χορτασθή. Μακάριοι οι ελεήµονες διότι αυτοί θέλουσι ελεηθεί. Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία διότι αυτοί θέλουσι ιδεί τον Θεόν. Μακάριοι οι ειρηνοποιοί διότι αυτοί θέλουσιν ονοµασθεί υιοί Θεού. Μακάριοι οι δεδιωγµένοι ένεκεν δικαιοσύνης διότι αυτών είναι η βασιλεία των ουρανών. Μακάριοι είσθε όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόµενοι ένεκεν εµού. Χαίρετε και αγαλιάσθε διότι ο µισθός σας είναι πολύς εν τοις ουρανοίς. Κεφ ε 17-20 Μη νοµίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόµον ή τους προφήτας, δεν ήλθον να καταλύσω αλλά να πληρώσω. Διότι αληθώς σας λέγω έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη ιώτα ή µία κεραία δεν θέλει παρέλθει από του νόµου εωσού πληρωθώσι πάντα. Όστις λοιπόν αθετήση µία των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξει ούτω τοις ανθρώποις ελάχιστος θέλει ονοµασθεί εν τη βασιλεία των ουρανών. Όστις δε εκτελέσει και διδάξει ούτος µέγας θέλει ονοµασθεί εν τη βασιλεία των ουρανών. Επειδή σας λέγω ότι εάν µη περισσεύσει η δικαιοσύνη σας πλειότερον της των γραµµατέων και Φαρισαίων δεν θέλετε εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών. Κεφ ς 1 Προσέχετε µη κάµνητε την ελεηµοσύνη σας έµπροσθεν των ανθρώπων δια να βλέπεσθε επ αυτών, ειδεµή δεν έχετε µισθόν πλησίον του Πατρός σας του εν τοις ουρανοίς. Κεφ ς 7-13 Όταν δε προσεύχεσθε µη βατολογήσητε ως οι εθνικοί διότι νοµίζουν ότι µε την πολυλογίαν αυτών θέλουσι εισακουσθεί.

20 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Μη οµοιωθείτε λοιπόν µε αυτούς διότι εξεύρει ο Πατήρ σας τίνων έχετε χρείαν πριν σεις ζητήσετε παρ αυτού. Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σεις. Πάτερ ηµών ο εν τοις ουρανοίς αγιασθήτω το όνοµά σου ελθέτω η βασιλεία σου γεννηθήτω το θέληµά σου ως εν ουρανώ και επί της γης τον άρτον ηµών τον επιούσιον δος υµείν σήµερον και άφες υµίν τα ωφηλήµατα ηµών ως και υµείς αφίεµεν τοις οφειλέτες ηµών και µη εισενέγκης ηµάς εις πειρασµόν αλλά ρύσαι ηµάς από του πονηρού ότι σου εστίν η βασιλεία και η δύναµις και η δόξα εις τους αιώνας Αµήν. Κεφ ς 16-20 Και όταν νηστεύετε µη γίνεσθε ως οι υποκριταί σκυθρωποί διότι αφανίζουσι τα πρόσωπα αυτών δια να φανώσιν εις τους ανθρώπους ότι νηστεύουσιν. Αληθώς σας λέγω ότι έχουσιν ήδη τον µιςθόν αυτών. Σύ όµως όταν νηστεύεις άλειψον την κεφαλήν σου και νίψον το πρόσωπόν σου δια να µη φανείς εις τους ανθρώπους ότι νηστεύεις αλλ εις τον Πατέρα σου τον εν τω κρυπτώ και ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ θέλει σοι ανταποδώσει εν τω φανερώ. Μη θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς επί της γης όπου σκώληξ και σκωρία αφανίζει και όπου κλέπται διατρωπούσι και κλέπτουσιν. Αλλά θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς εν ουρανώ όπου ούτε σκώληξ ούτε σκωρία αφανίζει και όπου κλέπται δεν διατρυπούσιν ουδέ κλέπτουσιν. Κεφ ζ 7-8 Αιτείτε και θέλει σας δοθεί ζητείτε και θέλετε ευρεί κρούετε και θέλει σας ανοιχθεί δίοτι πας ο αιτών λαµβάνει και ο ζητών ευρίσκει και εις τον κρούοντα θέλει ανοιχθεί Κεφ ζ 15-17 Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς εσάς µε ενδύµατα προβάτων έσωθεν όµως είναι λύκοι άρπαγες. Από των καρπών αυτών θέλετε γνωρίσει αυτούς. Ούτω παν δένδρον καλόν κάµνει καλούς καρπούς το δε σαπρόν δένδρον κάµνει κακούς καρπούς. Κεφ η 11-12 Σας λέγω δε ότι πολλοί θέλουσιν ελθεί από ανατολών και δυσµών και θέλουσι καθίσει µετά του Αβραάµ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών οι δε υιοί της βασιλείας θέλουσιν εκβληθεί εις το σκότος το εξώτερον εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθµός και ο τρυγµός των οδόντων.

21 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ η 21-22 Άλλος δε εκ των µαθητών αυτού είπε προς αυτόν Κύριε συγχώρησόν µοι να υπάγω πρώτον να θάψω τον πατέρα µου ο δε Ιησούς είπε προς αυτόν Ακολούθει µοι και άφες τους νεκρούς να θάψωσι τους εαυτών νεκρούς. Κεφ θ 14-15 Τότε έρχονται προς αυτόν οι µαθηταί του Ιωάννου λέγοντες Διατί ηµείς και οι Φαρισαίοι νηστεύουµε πολλά οι δε µαθητές σου δεν νηστεύουσι; Και είπε προς αυτούς ο Ιησούς. Μήπως δύνατοι οι υιοί του νυµφώνος να πενθώσιν ενόσω είναι µετ αυτών ο νυµφίος; Θέλουσιν όµως έλεθι ηµέρας όταν αφαιρεθεί απ αυτών ο νυµφίος και τότε θέλουσι νηστεύσει. Κεφ. ι 28 Και µη φοβηθείτε από των αποκτεινόντων το σώµα την δε ψυχήν µη δυναµένων να αποκτείνωσι. Κεφ ι 32-33 Πας λοιπόν όστις µε οµολογήσει έµπροσθεν των ανθρώπων θέλω οµολογήσει και εγώ αυτόν έµπροσθεν του Πατρός µου του εν ουρανοίς. Όστις δε µε αρνηθεί έµπροσθεν των ανθρώπων θέλω αρνηθεί αυτόν και εγώ έµπροσθεν του Πατρός µου του εν ουρανοίς. Κεφ ιβ 30-32 Όστις δεν είναι µετ εµού είναι κατ εµού και όστις δεν συνάγει µετ εµού σκορπίζει. Δια τούτο σας λέγω πάσα αµαρτία και βλασφηµία θέλει συγχωρηθεί εις τους ανθρώπους η κατά του Πνεύµατος όµως βλασφηµία δεν θέλει συγχωρηθεί εις τους ανθρώπους Και όστις είπει λόγον κατά του Υιού του Ανθρώπου θέλει συγχωρηθεί εις αυτόν όστις όµως είπει κατά του Πνεύµατος του Αγίου δεν θέλει συγχωρηθεί εις αυτόν ούτε εν τούτο τω αιώνι ούτε εν τω µέλλοντι. Κεφ ιγ 41-43 Θέλει αποστείλει ο Υιός του ανθρώπου τους αγγέλους αυτού και θέλουσι συλλέξει εκ της βασιλείας αυτού πάντα τα σκάνδαλα και τους πράττοντας την ανοµίαν και θέλουσι ρίψει αυτούς εις την κάµινον του πυρός εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθµός και ο τρυγµός των οδόντων. Τότε οι δίκαιοι θέλουσι εκλάµψει ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών.

22 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ ιγ 49 Ούτω θέλει είσθαι εν τη συντελεία του αιώνος. Θέλουσιν εξέλθει οι άγγελοι και θέλουσι αποχωρήσει τους πονηρούς εκ µέσου των δικαίων και θέλουσι ρίξει αυτούς εις την κάµινον του πυρός εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθµός και ο τρυγµός των οδόντων. Κεφ ιε 14 Αφήσατε αυτούς είναι οδηγοί τυφλών. Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγεί αµφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει. Κεφ ις 13-20 Ότε ήλθεν ο Ιησούς εις τα µέρη της Καισαρείας της Φιλιππου ηρώτα τους µαθητάς αυτού λέγων Τίνα µε λέγουσιν οι άνθρωποι ότι είµαι εγώ ο Υιός του ανθρώπου; Οι δε είπον, άλλοι µεν Ιωάννην τον βαπτιστήν άλλοι Δε Ηλίαν και άλλοι Ιερεµίαν ή ένα των Προφητών. Λέγει προς αυτούς, Αλλά σεις τίνα µε λέγετε ότι είµαι; Και αποκριθείς ο Σίµων Πέτρος είπε Συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος. Και αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτόν. Μακάριος είσαι Σίµων υιέ του Ιωνά διότι σάρξ και αίµα δεν σοι απεκάλυψεν τούτο αλλά ο Πατήρ µου ο εν τοις ουρανοίς. Και εγώ δε σοι λέγω ότι συ είσαι Πέτρος και επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδοµήσει την εκκλησίαν µου και πύλαι άδου δεν θέλουσιν ισχύσει κατ αυτής. Και θέλω σοι δώσει τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών και ότι εάν δέσεις επί της γης είσθαι δεδεµένον εν τοις ουρανοίς και ότι εάν λύσεις επί της γης θέλει είσαθαι λελυµένον εν τοις ουρανοίς. Τότε παρήγγειλε εις τους µαθητάς αυτού να µη είπωσι προς µηδένα ότι αυτός είναι Ιησούς ο Χριστός. Κεφ ις 26-27 Επειδή τι ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσµον όλον κερδίσει την δε ψυχήν αυτού ζηµιωθεί; ή τι θέλει δώσει άνθρωπος εις αντάλλαγµα της ψυχής αυτού; Διότι µέλλει ο Υιός του ανθρώπου να έλθει εν τη δόξη του Πατρός αυτού µετά των αγγέλων αυτού και θέλει αποδώσει εις έκαστον κατά την πράξιν αυτού.

23 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ ιζ 19-21 Τότε προσελθόντες οι µαθηταί προς τον Ιησούν κατ ιδίαν είπον Διατί ηµείς δεν ηδυνήθηµεν να εκβάλωµεν αυτό; Ο δε Ιησούς είπε προς αυτούς. Δια την απιστίαν σας διότι αληθώς σας λέγω Εάν έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως θέλετε ειπεί προς το όρος τούτο Μετάβηθι εντεύθεν εκεί και θέλει µεταβεί και δεν θέλει είσθαι ουδέν αδύνατον εις εσάς. Τούτο δε το γένος δεν εξέρχεται ειµή δια προσευχής και νηστείας. Κεφ ιη 18 Αληθώς σας λέγω όσα εάν δέσητε επί της γης θέλουσιν είσθαι δεδεµένα εν τω ουρανώ. Και όσα εάν λύσητε επί της γης θέλουσιν είσθαι λελυµένα εν τω ουρανώ. Κεφ κα 12-13 Και εισήλθεν ο Ιησούς εις το ιερόν του Θεού και εξέβαλλε πάντας τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ και τας τραπέζας των αργυραµοιβών ανέτρεψε και τα καθίσµατα των πωλούντων τας περιστεράς και λέγει προς αυτούς. Είναι γεγραµµένον, ο οίκος µου οίκος προσευχής θέλει ονοµάζεσθαι. Κεφ κα 43 Δια τούτο λέγω προς υµάς ότι θέλει αφαιρεθεί αφ υµών η βασιλεία του Θεού και θέλει δοθεί εις έθνος κάµνον τους καρπούς αυτής. Κεφ κβ 29-32 Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτούς. Πλανάσθε µη γνωρίζοντας τας γραφάς µηδέ την δύναµιν του Θεού. Διότι εν τη αναστάσει ούτε νυµφεύονται ούτε νυµφεύσουσιν αλλ είναι ως άγγελοι του Θεού εν ουρανώ. Περί δε της αναστάσεως των νεκρών δεν ανεγνώσατε το ρυθέν προς εσάς υπό του Θεού λέγοντος Εγώ είµαι ο Θεός του Αβραάµ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Δεν είναι ο Θεός Θεός νεκρών αλλά ζώντων. Κεφ κε 31-34 Όταν δε έλθει ο Υιός του Ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι µετ αυτού τότε θέλει καθήσει επί του θρόνου της δόξης αυτού. Και θέλουσι συναχθεί έµπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη και θέλει χωρήσει αυτούς απ αλλήλων καθώς ο ποιµήν χωρίζει τα πρόβατα από των εριφίων. Και θέλει στήσει τα µεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού τα δε ερίφια εξ αριστερών. Τότε ο βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού. Έλθετε οι ευλογηµένοι του Πατρός µου κληρονοµήσατε την ητοιµασµένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσµου.

24 (ΜΑΤΘΑΙΟΝ) Κεφ. κε 41 Τότε θέλει είπει και προς τους εξ αριστερών Υπάγετε απ εµού οι κατηραµένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιµασµένον δια τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού. Κεφ κς 26-28 Και ενώ έτρωγον λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευλογήσας έκοψε και έδιδεν εις τους µαθητάς και είπε Λάβετε φάγετε τούτο είναι το σώµα µου. Και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν εις αυτούς λέγων Πίετε εξ αυτού πάντες διότι τούτο είναι το αίµα µου το της Καινής Διαθήκης το υπέρ πολλών εκχυνόµενον εις άφεσιν αµαρτιών. Κεφ κζ 52-53 Και τα µνηµεία ηνοίχθησαν και πολλά σώµατα των κεκοιµηµένων αγίων ανέστησαν και εξελθόντες εκ των µνηµείων µετά την ανάστασιν αυτού εισήλθον εις την πόλιν και ενεφανίσθησαν εις πολλούς. Κεφ κη 5-6 Αποκριθείς Δε ο άγγελος είπε προς τας γυναίκας Μη φοβείσθε σεις διότι εξεύρω ότι Ιησούν τον εσταυρωµένον ζητείτε. Δεν είναι εδώ διότι ανέστη καθώς είπε. Έλθετε ίδετε τον τόπον όπου έκειτο ο Κύριος. Κεφ κη 9 Ενώ δε ήρχοντο να απαγγείλωσι προς τους µαθητάς αυτού Ιδού ο Ιησούς απήντησεν αυτάς λέγων Χαίρετε και εκείναι προσελθούσαι έπιασαν τους πόδας αυτού και προσεκύνησαν αυτόν. Κεφ κη 18-20 Και προσελθών ο Ιησούς ελάλησε προς αυτούς λέγων. Εδώθη εις εµέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης. Πορευθέντες λοιπόν µαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνοµα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύµατος διδάσκοντες αυτούς να φυλλάτωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς και ιδού εγώ είµαι µεθ υµών πάσας τας ηµέρας έως της συντελείας του αιώνος Αµήν.

25 ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κεφ α 23 Και δαιµόνια πολλά εξέβαλε και δεν άφηνε τα δαιµόνια να λαλώσιν, επειδή εγνώριζον αυτόν Κεφ α 43-44 Και προστάξας αυτόν εντόνως, ευθύς απέπεµψεν αυτόν και λέγει προς αυτόν, πρόσεχε µη είπης προς µηδένα µηδέν. Κεφ γ 11-12 Τα πνεύµατα τα ακάθαρτα ότε εθεώρουν αυτόν προσέπιπτον εις αυτόν και έκραζον λέγοντα ότι συ είσαι ο Υιός του Θεού. Και πολλά επετίµα αυτά διά να µη φανερώσουσιν αυτόν. Κεφ δ 11 Και έλεγεν προς αυτούς «Εις εσάς εδόθη να γνωρίσητε το µυστήριον της Βασιλείας του Θεού». Κεφ ε 7 Και κράξας µετά φωνής µεγάλης είπε «Τι είναι µεταξύ εµού και σού Ιησού Υιέ του Θεού του υψίστου, ορκίζω σε εις Θεόν µη µε βασανίσης.» Κεφ ς 12-13 Και εξελθόντες εκήρυττον να µετανοήσωσι και εξέβαλλον πολλά δαιµόνια και ήλειψον πολλούς αρρώστους µε έλαιον και εθεράπευον. Κεφ ζ 1-8 Και συνάγονται προς αυτόν οι φαρισαίοι και τινές των γραµµατέων ελθόντες από Ιεροσολύµων. Και ιδόντες τινάς των µαθητών αυτού τρώγωντας άρτους µε χείρας µεµολυσµένας τουτέστιν ανίπτους εµέµφθησαν αυτούς, διότι οι φαρισαίοι και πάντες οι Ιουδαίοι εάν δεν νίψωσιν µέχρι του αγκώνος της χείρας δεν τρώγουσιν, κρατούντες την παράδοσιν των προσβυτέρων. Και επιστρέψας από την αγοράν εάν δεν νιφθώσιν, δεν τρώγουσιν είναι και άλλα πολλά τα οποία παρέλαβον να φυλάτουσιν πλύµατα ποτηρίων και ξεστών και σκευών χαλκίνων και κλινών. Έπειτα ερωτώσιν αυτόν οι φαρισαίοι και οι γραµµατείς, Διατί οι µαθηταί σου δεν περιπατούσι κατά την παράδοσιν των πρεσβυτέρων αλλά µε

26 (ΜΑΡΚΟΝ) χείρας ανίπτους τρώγωσιν τον άρτον. Ο δε αποκριθείς είπε προς αυτούς ότι καλώς προφήτευσεν ο Ησαϊας περί υµών των υποκριτών, είναι γεγραµµένον Ούτος ο λαός διά των χειλέων µε τιµά, η δε καρδία αυτών µακράν απέχει απ εµού εις µάτην δε µε σέβονται διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλµατα ανθρώπων, διότι αφήσαντες την εντολήν του Θεού κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων πλύµατα ξεστών και ποτηρίων και άλλα παρόµοια τοιαύτα πολλά κάµνετε. Κεφ η 29-30 Και αυτός λέγει προς αυτούς. Αλλά σεις τίνα µε λέγετε ότι είµαι; Και αποκριθείς ο Πέτρος λέγει προς αυτόν. Συ είσαι ο Χριστός. Και παρήγγειλε αυστηρώς εις αυτούς να µη λέγωσιν εις µηδένα περί αυτού. Κεφ η 36 Επειδή τι θέλει ωφελήσει τον άνθρωπον εάν κερδίση τον κόσµο όλον και ζηµιωθεί την ψυχήν αυτού; Ή τι θέλει δώσει ο άνθρωπος εις ανταλλαγή της ψυχής αυτού; Κεφ θ 4 Και εφάνη εις αυτούς ο Ηλίας µετά του Μωυσέως και ήσαν συλλαλούντες µετά του Ιησού. Κεφ θ 9 Ενώ δε κατέβαινον από του όρους παρήγγειλον εις αυτούς να µη διηγηθόσιν εις µηδένα όσα είδον ειµή όταν ο Υιός του ανθρώπου αναστηθή εκ νεκρών. Κεφ θ 29 Και είπε προς αυτούς. Τούτο το γένος δεν δύναται να εξέλθη δι ουδενός άλλου τρόπου, ειµή διά προσευχής και νηστείας. Κεφ ια 17 Και εδίδασκε λέγων προς αυτούς: Δεν είναι γεγραµµένον, ότι ο οίκος µου θέλει ονοµάζεσθαι οίκος προσευχής διά πάντα τα έθνη; Κεφ. Ιβ 24-27 Και αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτούς: Δεν πλανάσθε διά τούτο µη γνωρίζοντες τας γραφάς µηδέ την δύναµη του θεού; Διότι όταν ανασταθώσιν εκ νεκρών ούτε νυµφεύουσιν, ούτε νυµφεύονται αλλά είναι ως άγγελοι εν τοις ουρανοίς. Περί δε των νεκρών ότι ανίστανται δεν ανεγνώσατε εν τη βίβλο του Μωυσέως πως είπε προς αυτόν ο Θεός επί της Βάτου λέγων. Εγώ είµαι ο Θεός

27 (ΜΑΡΚΟΝ) του Αβραάµ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ. Δεν είµαι ο Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζώντων. Σεις λοιπόν πλανάσθε πολύ. Κεφ ιγ 24-25 Αλλ εν εκείναις ταις ηµέραις µετά την θλίψιν εκείνην ο ήλιος θέλει σκοτισθή και η σελήνη δεν θέλει δώσει το φέγγος αυτής. Και οι αστέρες του ουρανού θέλουσι πίπτει και αι δυνάµεις αι εν τοις ουρανοίς θέλουσι σαλευθή. Κεφ ιγ 31 Ο ουρανός και η γη θέλουσι παρέλθει οι δε λόγοι µου δεν θέλουσι παρέλθει Κεφ ιδ 22-24 Και ενώ έτρωγον λαβών ο Ιησούς άρτον ευλογήσας έκοψε και έδωκεν εις αυτούς και είπε. Λάβετε φάγετε τούτο είναι το σώµα µου. Και λαβών το ποτήριον ευχαρίστησε και έδωκεν εις αυτούς και έπιον εξ αυτού πάντες και είπε προς αυτούς Τούτο είναι το αίµα µου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόµενον. Κεφ ις 5-6 Και εισελθούσαι εις το µνηµείον είδον νεανίσκον καθήµενον εις την δεξιά, ενδεδυµένον στολήν λευκήν και ετρόµαξαν, ο δε λέγει προς αυτάς. Μη τροµάζετε. Ιησούν ζητείτε την Ναζαρηνόν τον εσταυρωµένον. Ανέστη δεν είναι εδώ. Ιδού ο τόπος όπου έθεσαν αυτόν. Κεφ ις 8-9 Και εξελθούσαι ταχέως έφυγον από του µνηµείου. Αφού δε ανέστη το πρωί της πρώτης της εβδοµάδος εφάνη πρώτον εις την Μαρίαν την Μαγδαληνήν εξ ης είχον εκβάλει επτά δαιµόνια Κεφ ις 14 Ύστερον εφάνη εις τους ένδεκα ενώ εκάθηντο εις την Τράπεζαν Κεφ ις 17-18 Σηµεία δε εις τους πιστεύσαντες θέλουσι παρακολουθεί ταύτα. Εν τω ονόµατί µου θέλουσι εκβάλει δαιµόνια, θέλουσι λαλεί νέας γλώσσας. Όφεις θέλουσι πιάνει. Και εάν θανάσιµον τι πίωσι δεν θέλει βλάψει αυτούς, επί αρρώστους θέλουσιν επιθέσει τας χείρας και θέλουσιν ιατρεύεσθαι.

28 ΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Κεφ α 39-43 Σηκωθείσα δε η Μαριάµ εν ταις ηµέραις ταύτας υπήγε µετά σπουδής εις την ορεινήν εις πόλιν Ιούδα. Και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασµόν της Μαρίας εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής και επλήσθη Πνεύµατος Αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε µετά φωνής µεγάλης και είπεν. Ευλογηµένη συ εν γυναιξί και ευλογηµένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν µοι τούτο ίνα έλθη η µήτηρ του Κυρίου µου προς µε; Κεφ α 46-48 Και είπε η Μαριάµ. Μεγαλύνει η ψυχή µου τον Κύριον και ηγαλλίασε το Πνεύµα µου εις τον Θεόν τον Σωτήρα µου διότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού επειδή Ιδού από του νυν θέλουσιν µε µακαρίζειν πάσαι αι γεννεαί. Κεφ α 57 Εις δε την Ελισάβετ συνεπληρώθη ο καιρός του να γεννήση και εγέννησεν υιόν. Κεφ α 67 Και Ζαχαρίας ο πατήρ αυτού επλήσθη Πνεύµατος Αγίου και προφήτευσεν λέγων. Κεφ α 76 Και συ παιδίον προφήτης του Υψίστου θέλεις ονοµασθή, διότι θέλεις προπορευθή προ προσώπου του Κυρίου εις το να ετοιµάσης τας οδούς αυτού. Κεφ β 48-49 Και ειδόντες αυτόν εξεπλάγησαν και είπε προς αυτόν η µήτηρ αυτού. Τέκνον διά τί έπραξας εις ηµάς ούτω; Ιδού ο πατήρ σου και εγώ, καταλυπούµενοι σε εζητούµεν. Και είπε προς αυτούς. Διατί µε εζητείτε, δεν ηξεύρετε ότι πρέπει να είµαι εις τα του πατρός µου.

29 (ΛΟΥΚΑΝ) Κεφ γ 14 Ηρώτων δε αυτόν και στρατιωτικοί λέγοντες. Και ηµείς τι θέλουµε κάµει; Και είπε προς αυτούς. Μη βιάσητε µηδένα, µηδέ συκοφαντήσητε και αρκείσθε εις τας υπηρεσίας σας. Κεφ ις 23 Και εν τω άδη υψώσας τους οφθαλµούς αυτού, ενώ ήτω εν βασάνοις βλέπει τον Αβραάµ εν τοις κόλποις αυτού. Και αυτός φωνάξας είπε. Πάτερ Αβραάµ ελέησόν µε και πέµψον τον Λάζαρο δια να βάψει το άκρον του δακτύλου αυτού εις ύδωρ και να καταδροσίσει την γλώσσα µου διότι βασανίζοµαι εν τη φλογί ταύτη. Είπε δε ο Αβραάµ. Τέκνον ενθυµήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου και ο Λάζαρος οµοίως τα κακά τώρα ούτος µεν παρηγορείται συ δε βασανίζεσαι. Και εκτός τούτων πάντων µεταξύ ηµών και υµών χάσµα µέγα είναι εστηριγµένον ώστε οι θέλοντες να διαβώσιν εντεύθεν προς εσάς να µη δύνανται µηδέ οι εκείθεν να διαπερνώσιν προς ηµάς. Είπε δε, Παρακαλώ σε λοιπόν πάτερ να πέµψεις αυτόν εις τον οίκον του πατρός µου, διότι έχω πέντε αδελφούς δια να µαρτυρήσει εις αυτούς ώστε να µη έλθωσι και αυτοί εις τον τόπον τούτον της βασάνου. Κεφ. Ιζ 17-21 Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε Δεν εκαθαρίσθησαν οι δέκα; Οι εννέα πού είναι; Δεν ευρέθησαν άλλοι να επιστρέψωσιν δια να δοξάσωσι τον Θεόν ειµή ο αλλογενής ούτος; Και είπε προς αυτόν. Σηκωθείς ύπαγε η πίστις σου σε έσωσεν. Ερωτηθείς δε υπό των Φαρισαίων πότε έρχεται η Βασιλεία του Θεού, απεκρίθη προς αυτούς και είπε Δεν έρχεται η Βασιλεία του Θεού ούτως ώστε να παρατηρείτε. Ουδέ θέλουσιν είπε Ιδού εδώ είναι ή ιδού εκεί διότι η βασιλεία του Θεού είναι εντός υµών. Κεφ ιη 10-14 Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν δια να προσευχηθώσι ο εις Φαρισαίος και ο άλλος Τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προσηύχετο καθ εαυτόν ταύτα. Ευχαριστώ σοι Θεέ ότι δεν είµαι καθώς οι λοιποί άνθρωποι άρπαγες, άδικοι, µοιχοί, ή καθώς ούτος ο Τελώνης. Νηστεύω δις της εβδοµάδος, αποδεκατίζω πάντα όσα έχω. Και ο τελώνης µακρόθεν ιστάµενος δεν ήθελε ουδέ τους οφθαλµούς να υψώσει εις τον ουρανό αλλ έπυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων. Ο Θεός ιλάσθητί µοι τω αµαρτωλώ. Σας λέγω κατέβη αούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωµένος µάλλον παρά εκείνος, διότι πας ο υψών εαυτόν θέλει ταπεινωθεί ο δε ταπεινών εαυτόν θέλει υψωθεί.

30 (ΛΟΥΚΑΝ) Κεφ ιθ 8 Σταθείς δε ο Ζακχαίος είπε προς τον Κύριον. Ιδού τα ήµισυ των υπαρχόντων µου Κύρις, δίδω εις τους πτωχούς και αν εσυκοφάντησα τινά εις τι, αποδίδω τετραπλούν Κεφ ιθ 45-46 Και εισελθών εις το ιερόν ήρχισε να εκβάλλη τους πωλούντας εν αυτώ και αγοράζοντας λέγων προς αυτούς. Είναι γεγραµµένον ο οίκος µου είναι οίκος προσευχής. Κεφ κ 33 Εν τη αναστάσει λοιπόν τίνος αυτών γίνεται γυνή; διότι και οι επτά έλαβον αυτήν γυναίκα. Και ο Ιησούς αποκριθείς είπε προς αυτούς. Οι υιοί του αιώνος τούτου νυµφεύσουσι και νυµφεύονται. Οι δε καταξιωθέντες να απολεύσωσιν εκείνον τον αιώνα και την εκ νεκρόν ανάστασιν ούτε νυµφεύουσιν ούτε νυµφεύονται διότι ούτε να αποθάνωσι πλέον δύνανται επειδή είναι ισάγγελοι και είναι υιοί του Θεού όντε υιοί της αναστάσεως. Κεφ κγ 43 Και είπε προς αυτόν ο Ιησού. Αληθώς σοι λέγω, σήµερον είσαι µετ εµού εν τω Παραδείσω. Κεφ. κδ 4-6 Και ενώ ήσαν εν απορία περί τούτου Ιδού δύο άνδρες εστάθησαν έµπροσθεν αυτών µε ιµάτια αστράπτοντα. Καθώς δε ούτοι εφοβήθησαν και έκλιναν το πρόσωπον εις την γην, είπον προς αυτάς. Τι ζητείτε τον ζώντα µετά των νεκρών; Δεν είναι εδώ αλλά ανέστη. Κεφ κδ 12 Ο δε Πέτρος σηκωθείς έδραµεν εις το µνηµείον και παρακύψας βλέπει τα σάβανα κείµενα µόνα και ανεχώρησεν θαυµάζων καθ αυτόν το γεγονός. Κεφ κδ 15-16 Και ενώ ωµίλουν και συνδιαλέγωντο, πλησιάσας και αυτός ο Ιησούς επορεύετο µετ αυτού. Αλλ οι οφθαλµοί αυτών εκρατούντο δια να µη γνωρίσωσι αυτόν.

31 (ΛΟΥΚΑΝ) Κεφ κδ 36-53 Ενώ δε ελάλουν ταύτα, αυτός ο Ιησούς εστάθη εν µέσω αυτών και λέγει προς αυτούς. Ειρήνη υµίν. Εκείνοι δε εκπλαγέντες και έµφοβοι γενόµενοι, ενόµιζον ότι έβλεπον πνεύµα. Και είπε προς αυτούς. Διατί είσθε τεταραγµένοι; Και διατί αναιβαίνουσι εις τας καρδίας σας διαλογισµοί; Ιδέτε τας χείρας µου και τους πόδας µου ότι αυτός εγώ είµαι, ψιλαφήσατέ µε και ιδείτε διότι πνεύµα σάρκα και οστέα δεν έχει καθώς εµέ θεωρείτε έχοντα. Και τούτο ειπών έδειξε εις αυτούς τας χείρας και τους πόδας. Ενώ δε αυτοί ηπίστουν έτι από της χαράς. Και εθαύµαζον είπε προς αυτούς: Έχετε τι φαγώσιµον ενταύθα; Οι δε έδωκαν εις αυτόν µέρος οπτού Ιχθύος και από κηρήθραν µέλιτος. Και λαβών ενώπιον αυτών έφαγεν. Είπε δε προς αυτούς ούτοι είναι οι λόγοι τους οποίους ελάλησα προς υµάς ότε ήµην έτι µεθ υµών ότι πρέπει να πληρωθώσι πάντα τα γεγραµµένα εν τω νόµω του Μωυσέως και προφήτας και ψαλµοίς περί εµού. Τότε διήνοιξεν αυτών τον νουν δια να καταλάβωσιν τας γραφάς. Και είπε προς αυτούς ότι ούτως είναι γεγραµµένον και ούτως έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών τη Τρίτη ηµέρα. Και να κηρυχθή εν τω ονόµατι αυτού µετάνοια και άφεσις αµαρτιών εις πάντα τα έθνη γινοµένης αρχής από Ιερουσαλήµ. Σεις δε, είσθε µάρτυρες τούτων. Και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός µου εφ υµάς, σεις δε, καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήµ εωσού ενδυθήτε δύναµιν εξ ύψους. Και έφερον αυτούς έξω έως Βηθανίαν και υψώσας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς. Και ενώ ευλόγει αυτούς απεχωρίσθη απ αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν. Και αυτοί προσκυνήσαντες αυτόν υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήµ µετά χαράς µεγάλης. Και ήσαν δια παντός εν τω ιερώ αινούντες και ευλογούντες τον Θεό Αµήν.

32 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κεφ α 1-5 Εν αρχή ην ο λόγος και ο λόγος ην προς τω Θεώ και Θεός ήν ο λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι αυτού έγειναν και χωρίς αυτού δεν έγεινεν ουδέ εν τω οποίον έγινεν. Εν αυτώ ήτο ζωή και η ζωή ήτο το φως των ανθρώπων. Και το φως εν τη σκοτία φέγγει και η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό. Κεφ α 9 13 Ήτο το φως το αληθινόν το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόµενον εις τον κόσµο. Ήτο εν τω κόσµο και ο κόσµος έγεινε δι αυτού και ο κόσµος δεν εγνώρισεν αυτόν. Εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν. Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσιν τέκνα Θεού εις τους πιστεύοντας εις το όνοµα αυτού. Οίτινες ουχί εξ αιµάτων ουδέ εκ θελήµατος σαρκός ουδέ εκ θελήµατος ανδρός αλλ εκ Θεού εγεννήθησαν. Κεφ β 16 Και προς τους πωλούντες τας περιστεράς είπε. Σηκώσατε ταύτα εντεύθεν. Μη κάµνετε τον οίκον του πατρός µου οίκον εµπορίου. Κεφ β 19 Αποκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτούς χαλάσατε τον ναόν τούτον και διά τριών ηµερών, θέλω εγείρει αυτόν. Κεφ β 21 Εκείνος όµως έλεγε περί του ναού του σώµατος αυτού. Κεφ γ 13-15 Και ουδείς ανέβει εις τον ουρανό ειµή ο καταβάς εκ του ουρανού ο Υιός του ανθρώπου ο ών εν τω ουρανώ. Και καθώς ο Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήµω ούτω πρέπει να υψωθή ο Υιός του ανθρώπου δια να µη απολεσθή πάς ο πιστεύων εις αυτόν αλλά να έχει ζωήν αιώνιον.

33 (ΙΩΑΝΝΗΝ) Κεφ γ 16-18 Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσµον ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον µονογενή δια να µη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν αλλά να έχει ζωήν αιώνιον. Επειδή δεν απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού εις τον κόσµο δια να κρίνει τον κόσµον αλλά δια να σωθεί ο κόσµος δι αυτού. Όστις πιστεύει εις αυτόν δεν κρίνεται, όστις όµως δεν πιστεύει είναι ήδη κεκριµένος διότι δεν επίστευσεν εις το όνοµα του µονογενούς Υιού του Θεού. Κεφ γ 36 Όστις πιστεύει εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον όστις όµως απειθεί εις τον Υιόν δεν θέλει ιδεί ζωήν αλλ η οργή του Θεού µένει επάνω αυτού. Κεφ ε 22-29 Επειδή ουδέ κρίνει ο Πατήρ ουδένα, αλλ εις τον Υιόν έδωκε πάσαν την κρίσιν δια να τιµώσι πάντες τον Υιόν καθώς τιµώσι τον Πατέρα. Ο µη τιµών τον Υιόν δεν τιµά τον Πατέρα τον πέµψαντα αυτόν. Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι ο ακούων τον λόγον µου και πιστεύων εις τον πεµψαντά µε έχει ζωήν αιώνιον και εις κρίσιν δεν έρχεται αλλά µετέβη εκ του θανάτου εις την ζωήν. Αληθώς αληθώς σας λέγω ότι έρχεται ώρα και ήδη είναι ότε οι νεκροί θέλουσιν ακούσει την φωνήν του Υιού του Θεού και οι ακούσαντες θέλουσι ζήσει. Διότι καθώς ο Πατήρ έχει ζωήν εν εαυτώ ούτως έδωκε και εις τον Υιόν να έχει ζωήν εν εαυτώ. Και εξουσίαν έδωκεν εις αυτόν να κάµει και κρίσιν διότι είναι Υιός ανθρώπου. Μη θαυµάζετε τούτο διότι έρχεται ώρα καθ ήν πάντες οι εν τοις µνηµείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού. Και θέλουσιν εξέλθει οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάστασιν ζωής οι δε πράξαντες τα φαύλα εις ανάστασιν κρίσεως. Κεφ ε 39-40 Ερευνάτε τας γραφάς διότι εσείς νοµίζετε ότι εν εαυτοίς έχετε ζωήν αιώνιον και εκείνες είναι οι µαρτυρούσαι περί εµού πλην δεν θέλετε να έλθετε προς εµέ δια να έχετε ζωήν Κεφ ε 43 Εγώ ήλθον εν τω ονόµατι του Πατρός µου και δεν µε δέχεσθε εάν άλλος έλθει εν τω ονόµατι εαυτού εκείνον θέλετε δεχθεί.