ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΥΓΗΤΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΥΛΑ 0
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ........4 1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΣΤΟ ΠΡΟΪΣΧΥΣΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ...6 1. Το καθεστώς των προληπτικών μέτρων προ της εισαγωγής του ΠτΚ...6 1.1. Τα προληπτικά μέτρα στην πτώχευση...6 1.2. Τα προληπτικά μέτρα στις προπτωχευτικές διαδικασίες...7 1. 3.Τα προληπτικά μέτρα και σε άλλα δίκαια... 14 1.4. Τα προληπτικά μέτρα σε επίπεδο Κοινοτικού Δικαίου...14 2. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ ΙΣΧΥΟΝ ΔΙΚΑΙΟ 2.1.Τα προληπτικά μέτρα στο πτωχευτικό δίκαιο...18 2.1.1. Ο σκοπός του πτωχευτικού δικαίου ως συνάρτηση της έκτασης των προληπτικών μέτρων.....18 2.1.2. Φύση των προληπτικών μέτρων.....19 2.1.3. Αρμοδιότητα για την επιβολή των προληπτικών μέτρων...20 2.1.4. Προσωρινή διαταγή.....21 2.1.5. Προϋποθέσεις λήψης προληπτικών μέτρων...22 2.1.6. Νομιμοποίηση για την υποβολή αίτησης.....23 2.1.7. Η εκτέλεση των προληπτικών μέτρων......23 2.1.8. Χρονική ισχύς των προληπτικών μέτρων και ανάκληση αυτών...24 2.1.9. Τα ειδικώς αναφερόμενα στο νόμο προληπτικά μέτρα.....24 α. Η απαγόρευση διαθέσεως περιουσιακών στοιχείων από τον οφειλέτη ή προς αυτόν...24 β. Η αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών......27 γ. Ο ορισμός μεσεγγυούχου...32 2.1.10. Τα μη προβλεπόμενα στο νόμο προληπτικά μέτρα.......33 2.2. ΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ...35 2.2.1. Ειδικότερη ανάγκη τροποποίησης των διατάξεων για τα προληπτικά μέτρα...36 1
2.2.2. Η διαδοχή της διαδικασίας συνδιαλλαγής από τη νέα διαδικασία εξυγίανσης αναφορικά με τα προληπτικά μέτρα...37 2.2.3.Τα κοινά στοιχεία των νέων προληπτικών μέτρων με αυτά της διαδικασίας συνδιαλλαγής... 40 2.2.4. Η ρύθμιση των προληπτικών μέτρων στη διαδικασία εξυγίανσης 41 2.2.5. Η αρμοδιότητα των δικαστηρίων.......43 2.2.6. Προσωρινή διαταγή......45 2.2.7. Το εύρος των προληπτικών μέτρων......46 2.2.8. Ειδικότερα θέματα της αναστολής ατομικών διώξεων στα πλαίσια της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης...50 α. Η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ενόψει αναστολής ατομικών διώξεων...51 β. Η έκδοση και επίδοση διαταγής πληρωμής στα πλαίσια αναστολής ατομικών διώξεων...53 2.2.9. Οι εξαιρέσεις από τα προληπτικά μέτρα......58 2.2.10. Η αναστολή μεταρρύθμιση των προληπτικών μέτρων...61 2.2.11. Η ισχύς των προληπτικών μέτρων...61 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ 3.1. Έρευνα και στατιστικά αποτελέσματα...63 3.1.1. Συμπεράσματα αναφορικά με την αναστολή των ατομικών διώξεων στην πράξη...64 3.1.2. Συμπεράσματα αναφορικά με τη χορήγηση προσωρινής διαταγής...65 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ 4.1. Προληπτικά μέτρα στα πλαίσια του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα...67 4.1.1. Η αρμοδιότητα του δικαστηρίου...... 67 4.1.2. Οι προϋποθέσεις λήψης και ισχύος των μέτρων....68 4.1.3. Περιεχόμενο και είδος των προληπτικών μέτρων...70 4.1.4. Η αυτοδίκαιη επέλευση των μέτρων....71 4.1.5. Η ισχύς των προληπτικών μέτρων...... 72 4.1.6. Η προσωρινή διαταγή.......74 4.2. Προληπτικά μέτρα στα πλαίσια του Ν. 4307/2014 για τη ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών...74 2
4.2.1. Προληπτικά μέτρα Ν. 4307/2014...76 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.....77 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...82 ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ...84 3
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η αναλυτική παρουσίαση του θεσμού των προληπτικών μέτρων, όπως αυτά προβλέπονται στο πλαίσιο αφενός του βασικού πτωχευτικού δικαίου και αφετέρου της διαδικασίας που προηγείται της πτώχευσης και σκοπεί στην πρόληψή της, την παραπτωχευτική ή προπτωχευτική διαδικασία. Συγκεκριμένα, αντικείμενο της παρούσης αποτελεί ένας ειδικότερος θεσμός που συντρέχει όχι μόνο στα πλαίσια της εκάστοτε εξυγιαντικής διαδικασίας, αλλά και εντός της ίδιας της πτώχευσης και επικουρεί τον επιδιωκόμενο στόχο, είτε είναι αυτός ο στόχος η προστασία της περιουσίας του οφειλέτη ώστε να ευοδωθεί η διάσωση της επιχείρησής του, είτε η διατήρηση της υπέγγυας περιουσίας για τη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών αντίστοιχα. Πρόκειται για τα περιβόητα προληπτικά μέτρα. Στο πρώτο κεφάλαιο εκτίθενται γενικές πληροφορίες για τα προληπτικά μέτρα, διαγράφεται συνοπτικά μέσω μιας ιστορικής αναδρομής η εξέλιξή τους που ξεκινά από τις προγενέστερες σχετικές ρυθμίσεις και καταλήγει στο σημερινό καθεστώς, ενώ γίνεται και μια συγκριτική αναφορά σε αντίστοιχους θεσμούς ξένων δικαίων. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται εκτενώς τα προληπτικά μέτρα κατά το ισχύον δίκαιο, όπως αυτό ρυθμίζεται από τον ισχύοντα σήμερα ΠτΚ ύστερα από τις διαρθρωτικές αλλαγές που επέφερε σε αυτόν το άρθρο 12 του ν. 4013/2011 και εν συνεχεία το άρ. 234 Ν. 4072/2012. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται και σχολιάζονται τα αποτελέσματα που προέκυψαν από έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης σχετικά με τον αριθμό των αιτήσεων που έχουν κατατεθεί για υπαγωγή σε προπτωχευτικές διαδικασίες και η πρακτική σημασία των προληπτικών μέτρων. Στο τέταρτο κεφάλαιο θίγεται ο θεσμός της ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων του ν. 3869/2010, στο μέτρο που και σε αυτόν προβλέπονται κάποιου είδους προληπτικά μέτρα και σύγκρισή του με τους ως άνω θεσμούς, αφού πρόκειται για παρόμοιους θεσμούς, με τη διαφορά ότι πτώχευση και 4
εξυγίανση αφορούν εταιρίες ενώ ο τελευταίος φυσικά πρόσωπα και γίνεται αναφορά στις νεοείσακτες διαδικασίες ρύθμισης χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών ν. 4307/2014. Τέλος, επακολουθούν τα συμπεράσματα και κριτική επισκόπηση του θεσμού όπως αυτός ισχύει σήμερα με παράλληλη προσπάθεια ανάδειξης αδυναμιών που υποσκάπτουν την εφαρμογή του. 5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ - ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΧΥΣΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 1. Το καθεστώς των προληπτικών μέτρων προ της εισαγωγής του ΠτΚ 1.1. Τα προληπτικά μέτρα στη πτώχευση Σε μια ενδεχόμενη αναζήτηση στις ρυθμίσεις ΕμπΝ των νομικών μορφωμάτων που προβλέπουν προληπτικά μέτρα, με την έννοια που τα γνωρίζουμε σήμερα, μοναδική ανεύρεση φαίνεται να είναι η διάταξη του άρθρου 544 εδ. β ΕμπΝ, που θεσπίσθηκε για τη διασφάλιση της πτωχευτικής περιουσίας, σύμφωνα με την οποία «ο ειρηνοδίκης δύναται και προ της εκδόσεως της κηρυττούσης την πτώχευση αποφάσεως, ή προ της κατά το άρθρον 531 κοινοποιήσεως, να επιθέση τας σφραγίδας είτε αυτεπαγγέλτως, είτε επί τη αιτήσει τινός των πιστωτών, αλλά μόνο εν περιπτώσει φυγής του οφειλέτου, ή αποκρύψεως του όλου ή μέρους της ενεργητικής αυτού περιουσίας». Παρά την τότε καινοτομία της διατάξεως αυτής, η πρακτική χρησιμότητα της ήταν περιορισμένη και εξαντλήθηκε σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο πεδίο, της επίθεσης σφραγίδων στα ευρισκόμενα πράγματα στην κατοχή του πτωχού 1. Πλην της ανωτέρω πρόβλεψης, δε διαφαινόταν να υπάρχει περιθώριο λήψης άλλων, κρινόμενων ως αναγκαίων, προληπτικών μέτρων, καθώς ο νόμος για αυτά σιωπούσε. Μεγάλη μερίδα της θεωρίας είχε ήδη ταχθεί υπέρ της δυνατότητας υποβολής αιτήματος λήψεως πρόσθετων προληπτικών μέτρων κρινόμενων κατά τις περιστάσεις αναγκαίων, ερμηνεύοντας την ανωτέρω νομοθετική σιωπή ως φαινομενικό κενό, το οποίο όμως έχρηζε συμπλήρωσης με τη θέσπιση ειδικών νομοθετικών διατάξεων 2. 1 Κ. Ρόκας, «Πτωχευτικόν Δίκαιον» εκδ. 1978, 254 2 Π. Μάζης, «Προληπτικά Συλλογικά Ασφαλιστικά Μέτρα», ΔΕΕ 3/2005 (ΕΤΟΣ 11Ο )(282επ.), 288. 6
1.2. Τα προληπτικά μέτρα στις προπτωχευτικές διαδικασίες Σύντομα έγινε ορατή η ανάγκη ύπαρξης νέων θεσμών, αφού, εφόσον προβλέπονταν μόνο η διαδικασία πτώχευσης, αποτελούσα μονόδρομο, καταδίκαζε μια επιχείρηση που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες. Η διαπίστωση της αναποτελεσματικότητας πτωχευτικής διαδικασίας, που απέβλεπε αποκλειστικά στην ικανοποίηση των πιστωτών παραγνωρίζοντας την ανάγκη διάσωσης ή εξυγίανσης των επιχειρήσεων, διέπλασε τις επονομαζόμενες «παραπτωχευτικές» - προπτωχευτικές διαδικασίες που κλήθηκαν να καλύψουν το ανωτέρω κενό. Παρότι η ανάγκη μετάβασης σε εξυγιαντικούς σκοπούς, προέκυψε ως απότοκος της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 1970, στο ελληνικό δίκαιο είχαν ήδη γίνει σε προγενέστερο χρόνο προσπάθειες να προβλεφθούν διαδικασίες που θα είχαν ως στόχο τη διάσωση της επιχείρησης σε στάδιο πριν από την πτώχευση 3. Η διαδικασία εξυγίανσης που αντικατέστησε τη διαδικασία συνδιαλλαγής δεν είναι οι μόνοι θεσμοί στην ιστορία του ελληνικού δικαίου για τη διάσωση ή εξυγίανση επιχειρήσεων. Αρκετά νωρίς έγιναν προσπάθειες να προβλεφθούν διαδικασίες που θα είχαν ως στόχο τη διάσωση της επιχείρησης σε στάδιο πριν από την πτώχευση 4. Παράδειγμα τέτοιας διαδικασίας αποτέλεσε το ν. δ. 3562/1956 για τις «παγωμένες πιστώσεις 5». Η ρύθμιση προέβλεπε ότι η επιχείρηση θα υπάγονταν υπό τη διοίκηση και διαχείριση των πιστωτών της ή υπό ειδική εκκαθάριση 6. Μέχρι την υπαγωγή της στη διαδικασία, η επιχείρηση θα ετίθετο υπό προσωρινή διαχείριση από τους πιστωτές κατά τη διάρκεια της οποίας θα ίσχυε απαγόρευση διάθεσης της περιουσίας της και αναστολή των ατομικών διώξεων. Με την παρέλευση τριών ετών 3 Δ. Αυγητίδης «Εξυγίανση Επιχειρήσεων», εκδ. 2011, 52. 4 Βλ. Π. Μάζη, Η ειδική εκκαθάριση των προβληματικών επιχειρήσεων, 2005, σελ. 1-2. 5 Δ. Αυγητίδης, «Εξυγίανση Επιχειρήσεων», εκδ. 2011, 52. 6 Π. Μάζης, «Η Ειδική Εκκαθάριση των Προβληματικών Επιχειρήσεων», εκδ. 2005, 30. 7
από την υπαγωγή στη διαδικασία, η επιχείριση διαλυόταν ή ακολουθούσε ειδική εκκαθάρισή της. Σημαντικές ρυθμίσεις εισήγαγε ο ν. 1386/1983. Επρόκειτο για ένα κρατικό σύστημα εξυγίανσης το οποίο προέβλεπε οτι η εταιρία που θα υπάγονταν στη διαδικασία αυτή, θα παραχωρούσε τη διαχείρισή της στον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων ή θα ρύθμιζε τις υποχρεώσεις της (μέσω αύξησης κεφαλαίου, κεφαλαιοποίησης του παθητικού ή αναδιάρθρωσης των υποχρεώσεών της) έτσι ώστε να καθίσταται βιώσιμη. Αν αποτύγχανε, ακολουθούσε στάδιο ειδικής εκκαθάρισης 7. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της ρύθμισης ήταν η έντονη κρατική παρέμβαση και το στοιχείο του εξαναγκασμού, με την έννοια οτι η επιχείριση μπορούσε να υπαχθεί στη διαδικασία και παρά τη θέλησή της. Δικαιολογητικός λόγος ήταν ο στόχος να προστατευτούν και να διασωθούν οι οικονομικά εύρωστες και με μεγάλη σημασία επιχειρίσεις που αντιμετώπιζαν προσωρινά προβλήματα, ωστόσο είχαν προοπτικές ανάκαμψης. Οι ρυθμίσεις των άρθρων 44-49 ν. 1892-1990 είχαν αντικαταστήσει τον καταργηθέντα λόγω ατελειών νόμο 1386/1983 για την εξυγίανση των λεγόμενων προβληματικών επιχειρήσεων και είχαν ως στόχο την εισαγωγή μιας συλλογικής διαδικασίας που θα χρησίμευε ως μέθοδος εξυγίανσης 8. Υποστηρίχθηκε, ωστόσο, ότι στο καθεστώς των ρυθμίσεων αυτών μπορούσαν να υπαχθούν μόνο επιχειρήσεις σε βαθιά οικονομική κρίση 9. Η κατάργηση των άρθρων 44 και 45 ν. 1892/1990 με την εισαγωγή του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007) έδειξε τη βούληση του νομοθέτη να εισάγει ένα νέο θεσμό με άξονα την εξυγίανση των επιχειρήσεων, προς την οποία είχε ήδη αρχίσει σταδιακά να 7 Δ. Αυγητίδης, «Εξυγίανση Επιχειρήσεων», 55 επ. 8 Λ. Κοτσίρης /Ρ. Χατζηνικολάου- Αγγελίδου, «Δίκαιο Εξυγίανσης και Εκκαθάρισης Προβληματικών Επιχειρήσεων», εκδ. 2006, 7. 9 Βλ. Π. Μάζη, Προϋποθέσεις υπαγωγής επιχείρησης στις ρυθμίσεις των άρθρων 44 και 45 ν. 1892/1990-Μη δυνατότητα υπαγωγής στις ρυθμίσεις αυτές μιας φερέγγυας επιχείρησης - Έννομες συνέπειες από τη μη επίτευξη στον οριζόμενο από το νόμο χρόνο συμφωνίας ρύθμισης ή περιορισμού των χρεών επιχείρησης στην οποία διορίστηκε επίτροπος σύμφωνα με το άρθρο 45 Ν. 1892/1990, ΕΕμπΔ 2007, σελ. 477-481. 8
προσανατολίζεται το πτωχευτικό μας δίκαιο. Έτσι εισήχθη η περίφημη διαδικασία συνδιαλλαγής (άρθρα 99 επ. ν. 3588/2007, όπως ίσχυαν πριν τον ν. 4013/2011). Η πρόθεση του νομοθέτη αφενός για την πρόληψη της πτώχευσης μέσω του νέου θεσμού της διαδικασίας της συνδιαλλαγής και αφετέρου για εξυγιαντική αναδιάρθρωση της επιχείρησης μέσω του σχεδίου αναδιοργάνωσης, ως κατασταλτικού για την ρευστοποίηση θεσμού, είναι να τεθούν στη διάθεση του οφειλέτη νομικοί μηχανισμοί αποτρεπτικοί της αναπόδραστα καταστροφικής ρευστοποίησης, με σύμπραξη των πιστωτών και με εγγυήσεις της δικαστικής αρχής. Άμεσος σκοπός των εξυγιαντικών διαδικασιών είναι η ικανοποίηση των πιστωτών μέσω της διάσωσης της επιχείρησης, με απώτερους σκοπούς όχι μικρότερης σημασίας τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, την προαγωγή του τοπικού κοινωνικοοικονομικού χώρου όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση και γενικότερα της εθνικής οικονομίας 10. Όπως προκύπτει, με αρκετές ή λιγότερες διαφορές μεταξύ τους όλες οι παραπάνω διαδικασίες στόχευαν στη διάσωση και εξυγίανση των επιχειρήσεων ή αν αυτό δεν ήταν εφικτό στην όσο πιο ομαλή διαδικασία εκκαθάρισής τους. Ειδικότερα η ρύθμιση του αρ. 44 ν. 1892/1990 που μοιάζει στα περισσότερα χαρακτηριστικά της με την ισχύουσα σήμερα διαδικασία εξυγίανσης, αποτέλεσε το υπόβαθρο για τη γέννηση του προϊσχύοντος θεσμού της συνδιαλλαγής και πλέον της εξυγίανσης, οι οποίοι θα εξεταστούν αναλυτικά στα επόμενα κεφάλαια. Παρ ότι σε όλες τις ως άνω συλλογικές εξυγιαντικές διαδικασίες υπήρχαν ρυθμίσεις προληπτικών μέτρων με διάφορες μορφές, ωστόσο εξέλειπε μια ειδική διάταξη που να επιτρέπει τη λήψη τέτοιας υφής μέτρων. Το νομοθετικό αυτό κενό οδήγησε στην αναζήτηση λύσεων μέσω του ΚΠολΔ 11. Έτσι έγινε προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 781 ΚΠολΔ που προβλέπει για τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας την έκδοση 10 Βλ. Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 2008, σελ. 511. 11 Γ. Ορφανίδης «Ασφαλιστικά Μέτρα» στο «Το Εμπορικό Δίκαιο και η Οικονομική Κρίση», εκδ. 2010, 75. 9
προσωρινής διαταγής από το δικαστήριο με την οποία διατάσσονταν ασφαλιστικά μέτρα 12. Παρ ότι, στην πρακτική τα εν λόγω μέτρα δε χρησιμοποιήθηκαν ποτέ, εντούτοις η διαπίστωση της τεράστιας σημασίας τους από τη θεωρία προοικονομούσε την εμφάνισή τους στην επερχόμενη μελλοντική αναμόρφωση της νομοθεσίας μας. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι διαφορετική είναι η σκοπιμότητα των προληπτικών μέτρων σε ένα εξυγιαντικό δίκαιο από την αναστολή των διώξεων στο πτωχευτικό δίκαιο. Η διαφορά αυτή είναι κατ ουσία αυτονόητη. Στο πτωχευτικό δίκαιο τα προληπτικά μέτρα αποσκοπούν κυρίως στην ικανοποίηση των πιστωτών 13. Στο δίκαιο της εξυγίανσης, αντίθετα, τα προληπτικά μέτρα υπηρετούν κατά κύριο λόγο την επιχείρηση και δευτερευόντως τους δανειστές, με απώτερο στόχο τη συνέχιση και διάσωση της επιχείρησης. Με τις διατάξεις των άρθρων 99 έως 106 του Πτωχευτικού Κώδικα ειδικότερα ρυθμίστηκε η διαδικασία συνδιαλλαγής, η οποία χαρακτηρίζεται ως το προβλεπόμενο στον νόμο σύνολο δικαστικών και εξώδικων ενεργειών με δικαστική εποπτεία, που αποβλέπει στην κατάρτιση και δικαστική επικύρωση μιας περί ρυθμίσεως οφειλών συμφωνίας, ενός έχοντος πτωχευτική ικανότητα και ευρισκόμενου σε κατάσταση παρούσας ή προβλέψιμης οικονομικής αδυναμίας προσώπου, με τους διαθέτοντες την πλειοψηφία των απαιτήσεων πιστωτές του, ώστε να αποφευχθεί η κήρυξη της πτώχευσης και να διασωθεί η επιχείρηση του. Το διαθέτον, λοιπόν, πτωχευτική ικανότητα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ευρισκόμενο ενώπιον καταστάσεως «επαπειλούμενης παύσης πληρωμών», δικαιούται, αντί να ζητήσει την κήρυξη του σε πτώχευση (άρθρο 3 2 του Πτωχευτικού Κώδικα), να κάνει χρήση της νέας δυνατότητας, που του παρέχει ο νόμος, της υποβολής δηλαδή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 99 και 100 του ως άνω νόμου (Πτωχευτικού Κώδικα), αίτησης για το άνοιγμα διαδικασίας 12 Π. Μάζης, «Προληπτικά Συλλογικά Ασφαλιστικά Μέτρα», ΔΕΕ 3/2005 (ΕΤΟΣ 11Ο)(282επ.), 13 Βλ. Ε. Περάκη, Εισαγωγή στο Δίκαιο της Εξυγίανσης των Επιχειρήσεων (Προβληματικές Επιχειρήσεις και Ν. 1386/1983), 1987, σελ. 168-169. 10
συνδιαλλαγής, χωρίς να απαιτείται να συντρέχουν οπωσδήποτε οι προϋποθέσεις μιας επαπειλούμενης παύσης πληρωμών, αλλά αρκεί η επίκληση και διαπίστωση μιας οποιασδήποτε, ακόμα και προσωρινής και μερικής, οικονομικής αδυναμίας 14. Η διαδικασία της συνδιαλλαγής δοκιμάστηκε στην πράξη για τέσσερα μόλις χρόνια, διάστημα όχι επαρκές για να καταδειχθεί η δυνατότητα της να επιφέρει επιτυχώς τη διάσωση των υπαχθέντων επιχειρήσεων 15, ιδίως λόγω του μεγάλου αριθμού εκκρεμών έως σήμερα διαδικασιών, αλλά αρκετό για να επισύρει σφοδρή και αναπόφευκτη κριτική. Η αιτιολογική έκθεση του ν. 4013/2011, ο οποίος από 15-9-2011 αντικατέστησε τη διαδικασία συνδιαλλαγής με το νέο θεσμό της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης, αναφέρεται ρητά στη διάσωση της επιχείρησης ως βασικό στόχο των προληπτικών της πτώχευσης διαδικασιών, οι οποίες φιλοδοξούν να αποβάλλουν το στίγμα της πτώχευσης, ενώ αναφέρει και ορισμένους από τους λόγους που επικρίθηκε η διαδικασία συνδιαλλαγής. Ειδικότερα, τονίζεται ότι η διαδικασία αυτή ενέχει από τη φύση της ένα βασικό μειονέκτημα η συμφωνία που είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας δεν δεσμεύει τους μη συναινούντες πιστωτές. Έτσι όμως δημιουργείται αυτό που στην οικονομική επιστήμη αποκαλείται πρόβλημα της συλλογικής δράσης (collective action problem): ακόμη και αν όλοι οι πιστωτές αναγνωρίζουν ότι μια ρύθμιση των απαιτήσεών τους που θα διασώσει τον οφειλέτη θα είναι προς το συλλογικό συμφέρον, κάθε ένας χωριστά μπορεί να ελπίζει ότι οι λοιποί πιστωτές θα υποστούν το κόστος της ρύθμισης και θα εξυγιάνουν την επιχείρηση του οφειλέτη, χωρίς ο πιστωτής αυτός να υποστεί τις θυσίες της ρύθμισης. Με το νέο έκτο κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα εισήχθη λοιπόν η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης, για την οποία γίνεται λόγος στη 14 Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο3, 2007, 95, 97-99, σ. 42-43. 15 Αν και μια σύντομη έστω επισκόπηση του μητρώου συνδιαλλαγών που τηρείται στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Τμήμα Πτωχεύσεων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ελάχιστες επιχειρήσεις κατέληξαν σε επικύρωση συμφωνίας συνδιαλλαγής και από τις συμφωνίες αυτές ακόμη λιγότερες εξακολουθούν να βρίσκονται σε ισχύ, με αβέβαια για την επιτυχία τους αποτελέσματα. 11
συνέχεια. Ιδίως στο δεύτερο κεφάλαιο της παρούσης εκτίθενται γενικές πληροφορίες για τη νέα αυτή διαδικασία εξυγίανσης, ενώ διαγράφεται ειδικότερα ο θεσμός των προληπτικών μέτρων της διαδικασίας με βάση τις νέες διατάξεις των άρθρων 99 επ. ΠτΚ, όπως αυτές τροποποιήθηκαν δυνάμει του νεότερου ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11.4.2012). 1.3. Τα προληπτικά μέτρα και σε άλλα δίκαια Το ζήτημα ύπαρξης θεσμών και διαδικασιών που θα έχουν ως στόχο τη διάσωση και εξυγίανση των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν οικονομική αδυναμία οδήγησε στο να θεσπιστούν πολλές και διαφορετικές διαδικασίες ανά χώρα. Ειδικότερα, εν όψει και της σφοδρής οικονομικής κρίσης που ξέσπασε τα τελευταία χρόνια στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, δημιουργήθηκαν νέοι ή προσαρμόστηκαν οι ήδη υπάρχοντες θεσμοί έτσι ώστε να επιτυγχάνεται γρήγορα και αποτελεσματικά η διάσωση των επιχειρήσεων, μιας και λόγω των συνθηκών ελάχιστες επιχειρήσεις δεν έχουν αντιμετωπίσει ακόμα οικονομικά προβλήματα. Σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου δεν υπάρχουν διεθνείς θεσμοί κοινοί για όλες τις έννομες τάξεις. Η απουσία μιας ρύθμισης που προβλέπει μια ενιαία προπτωχευτική και πτωχευτική διαδικασία στο χώρο του Ευρωπαϊκού δικαίου επιτάσσει την αναγκαιότητα της διερεύνησης των επιμέρους διαδικασιών των επί μέρους εννόμων τάξεων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λόγω των διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών όρων του κάθε κράτους μέλους και των συνθηκών υπό τις οποίες παρήχθησαν οι πτωχευτικές και προπτωχευτικές διαδικασίες των χωρών της Ευρώπης, παρουσιάζουν σημαντικότατες αποκλίσεις η μια από την άλλη. Παράδειγμα χώρας με αρκετά ενδιαφέρουσες, και σχετικά κοντά σε αντίστοιχες ελληνικές, διαδικασίες είναι η Γαλλία. Η δική μας διαδικασία συνδιαλλαγής είναι βασισμένη στο πρότυπο της (procedure de conciliation) 16. Οι μόνες διαφορές της είναι ότι σε αντίθεση με τη 16 A. Ρόκας, Προπτωχευτική Διαδικασία Εξυγίανσης Επιχειρήσεων, έκδ. 2011, σ. 17 12
συνδιαλλαγή, η επιχείρηση μπορεί να υπαχθεί στη διαδικασία και αν έχει ήδη επέλθει παύση πληρωμών και ότι δεν υπάρχει τόσο έντονο το στοιχείο της δημοσιότητας από την αρχή της διαδικασίας, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που αυτή συνεπάγεται. Το γαλλικό δίκαιο προβλέπει δύο ακόμη προπτωχευτικές διαδικασίες. Την Procedure de sauvegarde, η οποία είναι ένα είδος ελέγχου και εποπτείας σε επιχειρήσεις που απλώς αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα χωρίς αυτά να έχουν εκδηλωθεί με οποιοδήποτε τρόπο και την πρόσφατη sauvegarde financiere acceleree. Η τελευταία αποτελεί μια ταχύτατη προπτωχευτική διαδικασία διάρκειας δυο μηνών που απευθύνεται σε συγκεκριμένου μεγέθους επιχειρήσεις και στους πιστωτές τους, κατά βάση τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα. Στόχος της η άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων της εταιρίας. Τα αποτελέσματα της συμφωνίας δεσμεύουν και τους μη συναινούντες πιστωτές. Στις δυο τελευταίες διαδικασίες, ισχύει αναστολή των ατομικών διώξεων και απαιτείται πλειοψηφία 2/3 των απαιτήσεων για επικύρωση των συμφωνιών. Καινοτομία του γαλλικού δικαίου αποτελεί η πρόβλεψη μιας διαδικασίας όχι πλέον για την αντιμετώπιση αλλά ακόμα πιο πριν, για την πρόβλεψη των οικονομικών δυσχερειών 17. Σκοπός είναι η διάγνωση επικείμενων προβλημάτων και προσπάθεια να προληφθούν αυτά. Πρόκειται για διαδικασία ελέγχου μέσω των οικονομικών καταστάσεων που υποχρεούται να τηρεί η επιχείρηση. Αρμόδιος ελεγκτής κρίνει αν η επιχείρηση μπορεί να ανταποκριθεί και σε περιπτώσεις αμφιβολιών προτείνει μέτρα πρόληψης της επελθούσας κρίσης. Η Αγγλία διαθέτει πολύ αξιόλογες ρυθμίσεις όσον αφορά την εξυγίανση επιχειρήσεων. Σημαντικότερος όλων ο θεσμός των Company Voluntary Agreements (CVA). Πρόκειται για συμφωνίες που συνάπτει η επιχείρηση με τους πιστωτές της για τη ρύθμιση των υποχρεώσεών της απέναντί τους. Η συμφωνία μπορεί να έχει ως περιεχόμενο τη μείωση 17 Περάκη, Εισαγωγή στο Δίκαιο της Εξυγίανσης Επιχειρήσεων, 1987, σ.73 13
των απαιτήσεων, την πρόβλεψη μεγαλύτερου διαστήματος αποπληρωμής ακόμη και την απόκτηση της διαχείρισης της επιχείρησης από τους πιστωτές, κάτι που έχει αποδειχθεί ιδιαιτέρως αποτελεσματικό καθώς συνεχίζεται η λειτουργία της επιχείρησης και διατηρείται η υπεραξία της. Στα πλαίσια του ως άνω θεσμού, εντοπίζονται μέτρα προληπτικού χαρακτήρα, τα οποία συνίστανται στην αναστολή διώξεων που κατά κανόνα δύνανται να χορηγηθούν στις εταιρείες που πληρούν ορισμένα κριτήρια («eligible company») που τις κατατάσσουν στις «μικρές εταιρείες» (με προσωπικό λιγότερων από πενήντα ατόμων 18 ) Για τις υπόλοιπες εταιρίες η αναστολή ατομικών διώξεων επέρχεται ex lege, υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία βρίσκεται ήδη σε επαπειλούμενη κατάσταση πτώχευσης και συνδυάζει το CVA («company voluntary arrangement») με την εξυγιαντική διαδικασία της «administration» 19. Η Γερμανία δεν είχε μέχρι πρότινος κάποια άξια λόγου προπτωχευτική διαδικασία. Υπήρχε στο γερμανικό δίκαιο ένα σχέδιο αναδιοργάνωσης με περιορισμένη ωστόσο χρησιμότητα. Εν όψει της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών τέθηκε σε ισχύ μια προπτωχευτική διαδικασία για την εξυγίανση των επιχειρήσεων. Δεν πρόκειται για προπτωχευτική διαδικασία με την έννοια που είναι γνωστή σ εμάς, αλλά για τη σύνταξη ενός σχεδίου αναδιοργάνωσης από την επιχείρηση η οποία θα έχει αιτηθεί στο δικαστήριο την αναστολή των ατομικών διώξεων για έως και 3 μήνες και στη συνέχεια επικύρωση του σχεδίου από τους πιστωτές 20. 1.4. Τα προληπτικά μέτρα σε επίπεδο Κοινοτικού Δικαίου Το ευρωπαϊκό δίκαιο για τις διασυνοριακές διαδικασίες αφερεγγυότητας καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 σχετικά με τις διαδικασίες αφερεγγυότητας («κανονισμός περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας»), ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται στις 31 Μαΐου 2002. Ο κανονισμός περιέχει κανόνες σχετικά μόνο με τη διεθνή δικαιοδοσία, 18 Δ. Αυγητίδης, «Εξυγίανση Επιχειρήσεων», εκδ. 2011, 84. 19 Α. Ρόκας ο.π., 25. 20 Α. Ρόκας, ο.π., σ. 29 14
την αναγνώριση και το εφαρμοστέο δίκαιο και προβλέπει τον συντονισμό διαδικασιών αφερεγγυότητας που έχουν κινηθεί σε διάφορα κράτη μέλη. Ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται όταν ο οφειλέτης έχει εγκατάσταση ή πιστωτές σε άλλο κράτος μέλος. Τον Δεκέμβριο του 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε μια δέσμη μέτρων για τον εκσυγχρονισμό αυτών των κανόνων περί αφερεγγυότητας. Στις 5 Φεβρουαρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της πρότασης της Επιτροπής, επί της οποίας συμφώνησαν στη συνέχεια και οι υπουργοί των κρατών μελών στο Συμβούλιο ώστε να γίνει νόμος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε στις 12-03-2014 στις Βρυξέλλες μια σύσταση με περιεχόμενο μια νέα προσέγγιση για την επιχειρηματική αποτυχία και την αφερεγγυότητα. Στόχος της σύστασης είναι «να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα πλαίσιο που θα καθιστά δυνατή την αποτελεσματική αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων με οικονομικές δυσχέρειες και θα παρέχει στους έντιμους επιχειρηματίες μια δεύτερη ευκαιρία, προωθώντας κατά τον τρόπο αυτό την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και την απασχόληση και συμβάλλοντας στη μείωση των εμποδίων στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.» 21 Σύμφωνα με την όλη φιλοσοφία της σύστασης, η αναθεώρηση των εθνικών κανόνων αφερεγγυότητας θα είναι διπλά επωφελής: θα βοηθά τις βιώσιμες επιχειρήσεις να παραμένουν σε λειτουργία και, συνεπώς, να μην χάνονται θέσεις εργασίας, αλλά παράλληλα θα δημιουργεί και ένα καλύτερο περιβάλλον για τους πιστωτές, οι οποίοι θα μπορούν να ανακτούν μεγαλύτερο μέρος της επένδυσής τους απ' ότι αν ο οφειλέτης κήρυττε πτώχευση 22. Ειδικά αναφορικά με το θεσμό των προληπτικών μέτρων που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης της παρούσας, η εν λόγω Σύσταση δίνοντας κατευθύνσεις στα κράτη μέλη, υποδεικνύει ορισμένα μέτρα που θα 21 Σύσταση της Ε.Ε για την αφερεγγυότητα (12-03-2014) 22 Δελτίο Τύπου για τη Σύσταση της Ε.Ε., 12-03-2014 15
βοηθήσουν προληπτικά την αναδιάρθρωση μιας επιχείρησης. Στο πλαίσιο αυτό, καλεί τα κράτη μέλη να παρέχουν στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες δεύτερη ευκαιρία. Ειδικότερα: - να διευκολύνουν την αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες σε πρώιμο στάδιο, προτού δηλαδή κινηθεί η επίσημη διαδικασία αφερεγγυότητας, και χωρίς χρονοβόρες ή δαπανηρές διαδικασίες, ώστε να περιορίζεται το ενδεχόμενο προσφυγής στην εκκαθάριση - να επιτρέπουν στους οφειλέτες να προβαίνουν σε αναδιάρθρωση της επιχείρησής τους χωρίς να χρειάζεται να κινήσουν επισήμως δικαστικές διαδικασίες - να δίνουν στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες τη δυνατότητα να ζητήσουν προσωρινή αναστολή έως και τέσσερις μήνες (η οποία θα μπορεί να ανανεώνεται χωρίς όμως να υπερβαίνει το διάστημα των 12 μηνών) προκειμένου να καταρτίσουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης προτού να μπορούν οι πιστωτές να κινήσουν διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης εναντίον τους - να διευκολύνουν τη διαδικασία κατάρτισης ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης, έχοντας κατά νου το συμφέρον τόσο των οφειλετών όσο και των πιστωτών και προσβλέποντας στην αύξηση των πιθανοτήτων διάσωσης μιας βιώσιμης επιχείρησης - να μειώσουν τις αρνητικές συνέπειες μιας πτώχευσης για τη μελλοντική δυνατότητα του επιχειρηματία να κάνει ένα νέο ξεκίνημα, ιδίως με την απαλλαγή από χρέη εντός τριών ετών το πολύ. Η σύσταση καλούσε τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τα ενδεδειγμένα μέτρα μέσα σε έναν χρόνο. Δεκαοκτώ μήνες μετά την έκδοση της σύστασης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει την κατάσταση, βάσει των ετήσιων εκθέσεων των κρατών μελών, για να εκτιμήσει εάν απαιτούνται περαιτέρω μέτρα ώστε να ενισχυθεί η οριζόντια προσέγγιση της σύστασης για την αφερεγγυότητα. 16
Με το από 31-07-2014 Δελτίο Τύπου, ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, προανήγγειλε προτάσεις για την αλλαγή του Πτωχευτικού Κώδικα, κατ ακολουθία της ως άνω σύστασης και προς το σκοπό εναρμόνισή του με αντίστοιχους θεσμούς των δικαίων άλλων χωρών της Ε.Ε. Μεταξύ των προτάσεων αυτών ήταν η σύσταση Οργανισμού Πτωχεύσεων, Μητρώου Αφερεγγυότητας, καθορισμός κριτηρίων για το διαχωρισμό των πτωχών σε έντιμους και μη έντιμους, πρόβλεψη αστικών και ποινικών ευθυνών και πολλές άλλες, χωρίς ωστόσο να έχει επέλθει έκτοτε οποιαδήποτε αλλαγή στον Πτωχευτικό Κώδικα. Γεγονός είναι, πάντως, ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους τα προληπτικά μέτρα που υποδεικνύονται από τη Σύσταση της Ε.Ε. αποτελούν ήδη τμήμα των διαδικασιών του Πτωχευτικού Κώδικα. Το νομοθετικό μας σύστημα, έχει προβλέψει ήδη εδώ και χρόνια, διαδικασίες πρόληψης της πτώχευσης με σκοπό την εξυγίανση και συνέχιση λειτουργίας των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες, επίσης, υπάρχει ήδη στον Πτωχευτικό Κώδικα δυνατότητα αναστολής διώξεων κατά του οφειλέτη καθώς και προβλέψεις για την κατάρτιση σχεδίου αναδιάρθρωσης μιας επιχείρησης. Συνεπώς, δεδομένου ότι τα ενδεικνυόμενα μέτρα υπάρχουν ήδη στο δικαιικό μας σύστημα, εάν χρειάζεται κάτι, είναι ενδεχομένως μερική αναθεώρησή τους αφενός για την πλήρη εναρμόνισή τους με τα εθνικά νομικά πλαίσια περί αφερεγγυότητας άλλων κρατών μελών και αφετέρου για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητάς τους. 17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ ΙΣΧΥΟΝ ΔΙΚΑΙΟ 2.1. ΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 2.1.1. Ο σκοπός του πτωχευτικού δικαίου ως συνάρτηση της έκτασης των προληπτικών μέτρων Στο άρθρο 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, το οποίο φέρει τον τίτλο «Σκοπός της πτώχευσης», τίθεται εξ αρχής ως κύριος και πρωταρχικός σκοπός της όλης πτωχευτικής διαδικασίας η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη. Ειδικότερα το ως άνω άρθρο έχει ως ακολούθως: «Η πτώχευση αποσκοπεί στη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη με την ρευστοποίηση της περιουσίας του ή με άλλο τρόπο που προβλέπεται στο σχέδιο αναδιοργάνωσης και ιδίως με τη διατήρηση της επιχείρησης του». Κύριο μέλημα του νομοθέτη στη διάταξη αυτή αποτελεί η προστασία των πιστωτών του οφειλέτη και η ικανοποίησή τους με εκκαθάριση της πτωχευτικής περιουσίας. Στην ίδια διάταξη υπάρχει πρόβλεψη για σχέδιο αναδιοργάνωσης, αποτελεί ωστόσο δευτερεύοντα σκοπό χρησιμεύοντας και πάλι ως τρόπος καλύτερης ικανοποίησης των πιστωτών και συγχρόνως, διάσωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. 23 Η ως άνω διάταξη, οριοθετώντας τις επιδιώξεις της πτωχευτικής διαδικασίας, αποτελεί κατευθυντήρια γραμμή για την ερμηνευτική προσέγγιση όλου του συστήματος, να ευθυγραμμίσει αντίθετες ρυθμίσεις προς την ως άνω δικαιοπολιτική βούληση και επαγωγικά να καθορίσει το εύρος εφαρμογής και το περιεχόμενο των διατάξεων λ.χ. του άρθρου 10 του ΠτΚ. 23 Αιτιολογική Έκθεση του ν.3588/2007, σε έκδοση του νέου Πτωχευτικού Κώδικα από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, Αθήνα 2007, 7 επ. 18
Η διάταξη του άρθρου 10 έχει ως εξής : «Προληπτικά μέτρα. 1. Μετά την υποβολή της αίτησης για κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση, ο πρόεδρος του αρμοδίου κατά το άρθρο 4 δικαστηρίου, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ. ΚΠολΔ.), μετά από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να διατάξει όποιο μέτρο κρίνει αναγκαίο για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της, μέχρι να δημοσιευθεί η απόφαση επί της αίτησης για κήρυξη της πτώχευσης. Ο πρόεδρος μπορεί, ιδίως, να απαγορεύσει οποιοδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν, να διατάξει την αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών, να ορίσει μεσεγγυούχο. Η απόφαση υποβάλλεται στη δημοσιότητα του άρθρου 8. 2. Τα διατασσόμενα μέτρα παύουν αυτοδικαίως με την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου επί της αίτησης για κήρυξη της πτώχευσης.» 2.1.2. Φύση των προληπτικών μέτρων Ως προς τη νομική φύση των προληπτικών μέτρων, αυτά συνιστούν μη γνήσια ασφαλιστικά μέτρα, και τούτο διότι δεν υπάρχει εδώ κάποιο ορισμένο δικαίωμα, το οποίο καλείται να προστατέψει προσωρινά το συγκεκριμένο μέτρο μέχρι την οριστική του διάγνωση. Η διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας η οποία εφαρμόζεται στην κύρια υπόθεση της πτώχευσης, βρίσκει εφαρμογή και στα προληπτικά μέτρα, τα οποία κατ επέκταση αποτελούν γνήσια ρυθμιστικά μέτρα της εκούσιας δικαιοδοσίας 24. Κατά νομοθετική παραπομπή, με βάση το άρθρο 10 ΠτΚ, τα ως άνω μέτρα εκδικάζονται από τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Δικαιολογητικό λόγο της παραπομπής στη διαδικασία των διατάξεων 682 επ. αποτελεί η επιδίωξη του νομοθέτη της ταχύτερης εκδίκασης μιας υπόθεσης 25, αφού το πτωχευτικό δικαστήριο αρκείται σε απλή 24 ΜΠρ Αθ. 10689/2008, ΔΕΕ 2009,73. 25 Εφ Λαρ 261/2007 ΝοΒ 2008,343, ΟλΑΠ 21-22/2002, 38/2002 ΕλλΔνη 43 (2002),1016. 19
πιθανολόγηση για τη λήψη των συγκεκριμένων μέτρων, χωρίς να απαιτείται η δημιουργία πλήρους δικανικής πεποιθήσεως, όπως ισχύει στη διαδικασία των άρθρων 739 επ. ΚπολΔ 26. Εκτός από την πιθανολόγηση της αναγκαιότητας των προληπτικών μέτρων, η αποδοχή της αίτησης λήψεως των ως άνω μέτρων εξαρτάται και από την πιθανολόγηση της βασιμότητας της υποβληθείσας αίτησης πτώχευσης, η οποία επενεργεί ως δικονομικό αντίβαρο απέναντι στην έλλειψη του ασφαλιστέου δικαιώματος 27. Ειδικότερα, η ανωτέρω πιθανολόγηση της βασιμότητας της αίτησης για τη λήψη προληπτικών μέτρων συγχέεται με τη δικονομική φύση της «κύριας υπόθεσης» της πτώχευσης η οποία δεν συνιστά διαφορά αυθεντικής διάγνωσης ή πραγμάτωσης αμφισβητούμενων ιδιωτικών δικαιωμάτων 28, αλλά απλώς διαπιστώνει ένα γεγονός και διαπλάθει μια έννομη κατάσταση, το οποίο αποτελεί επιπλέον χαρακτηριστικό της φύσεως των προληπτικών μέτρων ως γνήσια εκούσιας δικαιοδοσίας. Επομένως, τα προληπτικά μέτρα, ως μη γνήσια ασφαλιστικά μέτρα, δεν υπάγονται στους περιορισμούς των γνήσιων, για παράδειγμα, ως προς την απαγόρευση ικανοποιήσεως του ασφαλιστέου δικαιώματος κατ άρθρ. 692 παρ. 4 ΚΠολΔ, αλλά εφαρμόζονται σε αυτά από τις διατάξεις των άρθρων 682 επ. ΚΠολΔ, μόνο εκείνες που συνάδουν με τη φύση των συγκεκριμένων προληπτικών μέτρων. 2.1.3. Αρμοδιότητα για την επιβολή των προληπτικών μέτρων Στη διάταξη του άρ. 10 ΠτΚ ορίζεται ως αρμόδιο όργανο για την επιβολή των προληπτικών μέτρων κατά την πτωχευτική διαδικασία ο Πρόεδρος του Πτωχευτικού Δικαστηρίου, δηλαδή εγκαθιδρύεται αρμοδιότητα του Μονομελούς Δικαστηρίου, το οποίο απαραιτήτως πρέπει να συγκροτείται 26 Π. Θεοδωρόπουλος, «Η Απόδειξις κατά την Διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας», Δ. 1978.820-821/ Ν. Βερβεσός, «Η Ισχύουσα Δικαιοδοσία Απόδειξις», Αναμν. Τομ. Εμ. Μιχελάκη, εκδ. 1973, 606/ Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Αρβανιτάκης), ΕρμΚΠολΔ ΙΙ, 2000, άρθρ. 759 αριθ.6 27 Αιτιολογική έκθεση του Πτωχευτικού Κώδικα (άρθρο 10), Λ.Κοτσίρης, ο.π.,505, Ι.Σπυριδάκης, Πτωχευτικό Δίκαιο, εκδ. 2008, 127 28 Π. Μάζης, «Προληπτικά Συλλογικά Ασφαλιστικά Μέτρα», ΔΕΕ 3/2005 (ΕΤΟΣ 11Ο )(282επ.), 282 επ. 20
από Πρόεδρο Πρωτοδικών, εξασφαλίζοντας κατά αυτό τον τρόπο εγγυήσεις μεγαλύτερης δικαστικής εμπειρίας. Η τοπική αρμοδιότητα του ως άνω Δικαστηρίου κρίνεται με βάση τον τόπο των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη 29. 2.1.4. Προσωρινή διαταγή Ανεξάρτητα από το εάν η αίτηση λήψης προληπτικών μέτρων υποβάλλεται αυτοτελώς ή από κοινού με την αίτηση πτώχευσης γίνεται δεκτό ότι είναι δυνατή η χορήγηση σε σχέση με αυτά, προσωρινής διαταγής 30. Εφαρμοστέα διάταξη για την έκδοση της προσωρινής διαταγής είναι εκείνη του άρθρου 691 παρ. 2 ΚΠολΔ, και όχι του άρθρου 781 παρ. 1 ΚΠολΔ παρ ότι συνεπέστερη προς τη φύση των προληπτικών μέτρων, ως ρυθμιστικών μέτρων της εκούσιας δικαιοδοσίας. Λόγος εφαρμογής της συγκεκριμένης διάταξης είναι το γεγονός οτι στο άρθρο 781 παρ. 1 ΚπολΔ, παρ ότι αφορά εκούσια διαδικασία, εντούτοις καλύπτει χρονικά το διάστημα από τη συζήτηση της αίτησης μέχρι την έκδοση της απόφασης 31. Στην πτωχευτική διαδικασία σκοπούμενη είναι η λήψη ασφαλιστικών μέτρων ήδη από την κατάθεση της αίτησης, όπως ορίζεται και στο άρθρο 10 ΠτΚ και αυτό είναι εφικτό μόνο με την εφαρμογή της διάταξης 691 παρ. 2 ΚπολΔ. Η προσωρινή διαταγή ισχύει και επιφέρει τα αποτελέσματα της από και με μόνη την έκδοσή της και την καταχώριση αυτής κάτω από την αίτηση και στα πρακτικά, χωρίς να απαιτείται δημοσίευση αυτής στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων 32. 29 Ως τόπος των κύριων συμφερόντων του οφειλέτη εκλαμβάνεται ο τόπος, όπου ασκείται συνήθως η διοίκηση των συμφερόντων του και είναι αναγνωρίσιμος από τους τρίτους (άρθρο 4 παρ. 2 εδ.α ΠτΚ). Ενώ επί νομικών προσώπων τεκμαίρεται μαχητά ως τέτοιος ο τόπος της καταστατικής έδρας (εδ.β). 30 Λ. Κοτσίρης / Π. Αρβανιτάκης, ο.π.(γνωμ.), 805 επ. (810). 31 Γ. Σωτηρόπουλος, «Ο Νέος Πτωχευτικός Κώδικας : Από Την «Πτώχευση» Στην «Εξυγίανση» του Ελληνικού Πτωχευτικού Δικαίου», ΧρΙΔ 2008, 289 επ. (293 υποσημ. 26). 32 Έτσι η κρατούσα γνώμη (ΜΠρΠειρ 1084/2011, Δημ. ΝΟΜΟΣ, ΔΕΕ 2011/572, ΜΠρ. Πατρ. 3054/2010, Δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕΕμπΔ 2011, 454, ΑΠ 866/2004 ΕλΔνη 45, 1621 ΑΠ 133/2004 ΧρΙΔ 2004, 515 ΑΠ 561/1999 ΕλΔνη 41, 63. Γ. Ορφανίδης «Συγκρούσεις συμφερόντων δανειστών στην αναγκαστική εκτέλεση» 2004, σελ: 424) για το όμοιο θέμα της απαγόρευσης διάθεσης περιουσιακού στοιχείου με προσωρινή διαταγή, δεχόμενη ότι η απαγόρευση διάθεσης και η παρά την απαγόρευση ακυρότητα της διάθεσης επέρχονται (είτε κατ` άρθρο 176 είτε κατ` άρθρο 175 ΑΚ) αμέσως μόλις εκδοθεί (και 21
2.1.5. Προϋποθέσεις λήψης προληπτικών μέτρων Οι όροι που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για τη λήψη και την ισχύ των προληπτικών μέτρων κατά την ισχύουσα πτωχευτική διαδικασία είναι οι ακόλουθοι: 1) Υποβολή αίτησης για τη λήψη των προληπτικών μέτρων από τον έχοντα έννομο συμφέρον, καθώς το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο δεν επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως. Περαιτέρω αναγκαία προϋπόθεση για το σχηματισμό δικαστικής κρίσης είναι η προσκόμιση και επίκληση αποδεικτικών στοιχείων για τον όσο το δυνατόν επαρκή προσδιορισμό των πιστωτών και για την ακριβή εκτίμηση της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη. 2) Ύπαρξη άμεσου κινδύνου της επιζήμιας, για τους πιστωτές, μεταβολής της περιουσίας του οφειλέτη ή μειώσεως της αξίας της, η οποία αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση του «επικειμένου κινδύνου» της διάταξης του άρθρου 682 παρ.1 εδ. α ΚΠολΔ 33. Σε περίπτωση μη πιθανολόγησης συνδρομής του ανωτέρω κινδύνου, επιβάλλεται η απόρριψη της αίτησης. 3) Υποβολή αίτησης πτώχευσης και η πιθανολόγηση βασιμότητας της 34, ως αναγκαίο πρόκριμα για την λήψη των προληπτικών μέτρων, προκειμένου να διακριβωθεί αν επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπών εναρμονισμένων με αυτών των ανωτέρων διαδικασιών ή άσχετων και ανεξάρτητων, όπως λ.χ. ο αποκλεισμός των ατομικών διώξεων των πιστωτών, παρότι στην πραγματικότητα δεν υφίσταται παύση πληρωμών του οφειλέτη. 4) Δημοσίευση της απόφασης που εκδίδεται επί της αίτησης λήψεως των προληπτικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατυπώσεις του άρθρου 8 ΠτΚ. Ειδικότερα, η ως άνω απόφαση θα πρέπει να δημοσιεύεται στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών, στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, στο τηρούμενο με επιμέλεια του γραμματέα των πτωχεύσεων Μητρώο Πτωχεύσεων και στο Γενικό Μητρώο που τηρείται στο ενόσω ισχύει) η προσωρινή διαταγή, παρά τη μη καταχώριση της σε δημόσια βιβλία και τη μη μεταγραφή της και παρά την καλή πίστη εκείνου προς τον οποίον έγινε η διάθεση. 33 Κ. Ρήγας, ο.π., 284 34 Ε Περάκης, «Ζητήματα της Διαδικασίας Ειδικής Εκκαθάρισης κατά το άρθρο 46α Ν.1892/1990», Επισκ ΕΔ 1996, 264 (266) κατά τον οποίο οι απαιτήσεις των αιτούντων πρέπει να έχουν ένα minimum βασιμότητας. 22
Πρωτοδικείο Αθηνών. Ο λόγος για την υποβολή της ανωτέρω απόφασης στην ευρύτατη δημοσιότητα του άρθρου 8 ΠτΚ εντοπίζεται στην ανάγκη προστασίας και ασφάλειας των συναλλασσομένων τον οφειλέτη. 2.1.6. Νομιμοποίηση για την υποβολή αίτησης Τη σχετική αίτηση περί λήψεως προληπτικών μέτρων δικαιούται να υποβάλει ο έχων νόμιμο συμφέρον. Ως νομιμοποιούμενα προς τούτο πρόσωπα θεωρούνται οι πάσης φύσεως πιστωτές, ακόμη και οι μη διαθέτοντες χρηματικές κατά του οφειλέτη απαιτήσεις, όπως οι έχοντες, κατ άρθρο 37 ΠτΚ, δικαίωμα αποχωρισμού ή, κατ άρθρο 38 ΠτΚ, δικαίωμα διεκδικήσεως αντικειμένων που ευρίσκονται εντός της περιουσίας του οφειλέτη, οι πιστωτές των πιστωτών και ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών 35.Έχει επικρατήσει νομολογιακά η άποψη οτι, πέραν των πιστωτών, και ο ίδιος ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση για τη λήψη προληπτικών μέτρων 36. 2.1.7. Η εκτέλεση των προληπτικών μέτρων Αναφορικά με τα ως άνω διατασσόμενα προληπτικά μέτρα δεν τίθεται θέμα αναγκαστικής εκτέλεσης τους, καθώς πρόκειται, για ρυθμιστικά μέτρα της εκούσιας δικαιοδοσίας που η λήψη τους οδηγεί αυτοδικαίως στην προσωρινή διάπλαση της έννομης κατάστασης, στην οποία κατατείνουν. Εξαίρεση αποτελεί το προληπτικό μέτρο που διατάσσει τον διορισμό του δικαστικού μεσεγγυούχου, το οποίο εκτελείται με την εκ μέρους του δικαστικού επιμελητή αφαίρεση του πράγματος του οφειλέτη και παράδοση του στον ορισθέντα μεσεγγυούχο, χωρίς, να έχει προηγηθεί έκδοση απογράφου ή επίδοση αντιγράφου της σχετικής απόφασης δυνάμει της οποίας διατάσσεται το εν λόγω μέτρο. Είναι έργο του δικαστικού επιμελητή να εντοπίσει και δεσμεύσει το τιθέμενο υπό καθεστώς δικαστικής μεσεγγύησης αντικείμενο, χωρίς να θεμελιώνεται από τον νόμο υποχρέωση του οφειλέτη να παραδώσει ο ίδιος το εν λόγω 35 Λ.Κοτσίρης, Πτωχευτικό Δίκαιο, 2011, 506. Σ. Ψυχομάνης ο.π, 2011, 157 36 ΑΠ 360/2013 (Εισαγωγικό σημείωμα Κ. Παμπούκη, σελ. 370) ΕπισκΕΔ Β2013, 1376/2013 ΣΤΕ (ΟΛΟΜ),2847/2013 ΠΠΡ ΘΕΣΣΑΛ ΔΕΕ2014/514, 14539/2013 ΠΠΡ ΘΕΣΣΑΛ, ΠΠρ ΑΘ 670/2008 ΔΕΕ 2008,1265 επ.. ΜΠρΑθ 10689/2008 ΝοΒ 2009, 408 επ. 23
αντικείμενο, μετά ταύτα είναι μη νόμιμο το αίτημα να απειληθεί σε βάρος του οφειλέτη χρηματική ποινή ή/ και προσωρινή κράτηση για την περίπτωση που παραλείπει ο τελευταίος να συμμορφωθεί 37. 2.1.8. Χρονική ισχύς των προληπτικών μέτρων και ανάκληση αυτών Η ισχύς των διαταχθέντων, κατ άρθρο 10 ΠτΚ μέτρων, παύει αυτοδικαίως από την έκδοση της απόφασης η οποία είτε κηρύσσει την πτώχευση είτε απορρίπτει τη σχετική αίτηση, (άρθρο 10 παρ. 2 ΠτΚ). Η σχετική απόφαση, για λόγους ασφάλειας των συναλλαγών και της ιδιαίτερης σημασίας που έχει για αυτές, υπόκειται στη δημοσιότητα (άρθρο 10 παρ. 1 εδ. 3 ΠτΚ) του άρθρου 8 ΠτΚ. Υποστηρίχθηκε ότι η εκδιδόμενη απόφαση επί της αιτήσεως λήψεως προληπτικών μέτρων δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα (άρθρο 699 ΚΠολΔ) 38. Ειδικότερα, στην περίπτωση των διατασσομένων κατ άρθρο 10 ΠτΚ μέτρων, η βεβαιότητα περί της μη ασκήσεως ενδίκων μέσων ενισχύεται από την απουσία διάταξης που να αποτυπώνει ρητώς στο κείμενο της τη σχετική δυνατότητα. Εντούτοις, γίνεται νομολογιακά δεκτό ότι σε μη γνήσιες υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, που ουσιαστικά παραπέμπονται για λόγους ταχύτητας στη διαδικασία των άρθρων 682 επ. προς οριστική επίλυση, αναγνωρίζεται η δυνατότητα ενδίκων μέσων κατά της πρωτόδικης απόφασης, όταν η τελευταία δεν υπόκειται σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση. Εν προκειμένω, η περίπτωση αυτή συντρέχει κατά την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί αίτησης προληπτικών μέτρων, η οποία δεν υπόκειται σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση 39. 2.1.9. Τα ειδικώς αναφερόμενα στο νόμο προληπτικά μέτρα α. Η απαγόρευση διαθέσεως περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν 37 Κ. Ρήγας, ο.π., (282 επ.), 293. 38 Κ. Ρήγας, ο.π., (282 επ.), 293. 39 Κ. Ρήγας, ο.π., 293/ Ι. Κατράς «Σύστημα Ασφαλιστικών Μέτρων, Αναγκαστικής Εκτέλεσης, Διαταγών Πληρωμής και Απόδοσης», εκδ. 2009, 197. 24
Στη διάταξη του άρ. 10 ΠτΚ ορίζεται μεταξύ άλλων ότι «Ο πρόεδρος μπορεί, ιδίως, να απαγορεύσει οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν...». Στο δε άρ. 17 ΠτΚ που αφορά την πτωχευτική απαλλοτρίωση, αναφέρεται οτι «ο οφειλέτης από την κήρυξη της πτώχευσης στερείται αυτοδικαίως της διοίκηση (διαχείρισης και διάθεσης) της περιουσίας του,...». Η πτωχευτική απαλλοτρίωση αποτελεί τη σημαντικότερη ίσως συνέπεια της πτώχευσης, αφού αφαιρείται από τον πτωχό το όποιο δικαίωμα διάθεσης και διαχείρισης της περιουσίας του. Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει οτι το εν λόγω προληπτικό μέτρο συνιστά στην πράξη μια κατάσταση όμοια της πτωχευτικής απαλλοτρίωσης, η οποία δρα προληπτικά και στο στάδιο εκκρεμοδικίας της αίτησης πτώχευσης. Σκοπός της θέσπισης του προληπτικού μέτρου αυτού είναι αναμφισβήτητα η διάσωση και διαφύλαξη ακέραιης της πτωχευτικής περιουσίας 40, με σκοπό τη μελλοντική ικανοποίηση των πιστωτών, μετά την κήρυξη της πτώχευσης 41. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, κύρωση για κάθε πιθανή πράξη διάθεσης από τον οφειλέτη, αποτελεί η ανενέργειά της. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του μέτρου και την εξυπηρέτηση του σκοπού για τον οποίο προβλέφθηκε, ορθότερο θα ήταν να ορίζεται λεπτομερώς στην απόφαση επί της αίτησης των ασφαλιστικών μέτρων το εύρος των πράξεων που απαγορεύονται στον οφειλέτη. Εφόσον λοιπόν δεν ορίζεται κάτι διαφορετικό στην απόφαση, η ως άνω απαγόρευση καταλαμβάνει τόσο δικαιοπραξίες, μέσω των οποίων μεταβιβάζεται, επιβαρύνεται (με τη σύσταση λ.χ. δουλείας ή την παραχώρηση εμπράγματης ασφάλειας), αποσβέννυται ή αλλοιώνεται ορισμένο δικαίωμα του οφειλέτη (μέσω π.χ. της εκ των υστέρων συνομολογήσεως τμηματικής καταβολής), όσο και ενέργειες ή παραλείψεις, (συνεπεία των οποίων αποσβέννυται δικαίωμα αποζημιώσεως), δικονομικές πράξεις, όπως λ.χ. ομολογία, αναγνώριση, παραίτηση από ένδικα μέσα και πράξεις εγκείμενες στη διάθεση ή τη διαχείριση περιουσιακών του στοιχείων, όπως λ.χ. η σύναψη ενοχικών 40 Σ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό δίκαιο, ό.π. 105 41 Κ.Ρήγας, ο.π. 288. 25
συμβάσεων με αντικείμενο την παραχώρηση της κατοχής ή της εκμετάλλευσης (σύμβαση μίσθωσης ή χρησιδανείου). Επιπλέον, στην απαγόρευση υπάγεται και η εκπλήρωση κάθε παροχής και η προμήθεια εμπορευμάτων με πίστωση 42. Σε περίπτωση επιχείρησης από τον οφειλέτη οποιασδήποτε από τις ανωτέρω πράξεις, και δεδομένου οτι στο στάδιο αυτό δεν έχει διοριστεί σύνδικος προκειμένου να συναινέσει εκ των προτέρων ή να εγκρίνει εκ των υστέρων την πράξη, αυτή δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Προς τις δικαιοπραξίες του οφειλέτη εξομοιώνονται και εκείνες του νομίμου εκπροσώπου ή του πληρεξουσίου, αφού ο αντιπρόσωπος δεν είναι δυνατόν να έχει περισσότερες εξουσίες από εκείνον που αντιπροσωπεύει (288 Α.Κ.) 43. Η ανωτέρω απαγόρευση ισχύει και προς την αντίστροφη κατεύθυνση. Μετά ταύτα εμπίπτουν στο ανωτέρω απαγορευτικό πλαίσιο και οι διενεργούμενες, προς τον οφειλέτη πράξεις. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τον αντιπρόσωπο του οφειλέτη. Εφόσον λοιπόν επιχειρηθεί, κατά αυτό το χρονικό στάδιο, εξόφληση μιας απαίτησης στον οφειλέτη, η τελευταία δεν αποσβέννυται έναντι των δανειστών του. Επί σύμβασης εκχώρησης, ο εκδοχέας αποκτά την απαίτηση, μόνο όταν η σύμβαση και η αναγγελία (άρθρα 455 και 460 ΑΚ) πραγματοποιούνται πριν τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου 44. Ενώ επί σύμβασης εκχώρησης μελλοντικής απαίτησης, για την απόκτηση της τελευταίας από τον εκδοχέα, είναι απαραίτητη και η γέννηση της αξίωσης, πριν από τη λήψη του υπό εξέταση μέτρου 45. Όπως ήδη αναφέρθηκε, συνέπεια της παράβασης του υπό εξέταση μέτρου αποτελεί η ανενέργεια της πράξης. Στην πράξη η ανενέργεια σημαίνει οτι το πράγμα που διατέθηκε εξακολουθεί να συμπεριλαμβάνεται στην πτωχευτική περιουσία. Την ανενέργεια αυτή 42 Κ. Ρήγας οπ. 288. 43 Λ. Κοτσίρης, «Πτωχευτικό Δίκαιο», εκδ. 2011, 276. 44 Κ Ρήγας, ο.π. 288. 45 Κ Ρήγας, ο.π. 289. 26
μπορεί να επικαλεσθεί οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον 46, που συνηθέστερα είναι οι δανειστές του οφειλέτη. Η επίκλησή της συντελείται είτε εξωδικαστικά με την αποστολή εξωδίκου είτε δικαστικά με την έγερση αναγνωριστικής αγωγής (άρθρο 70 ΚΠολΔ) ή καταψηφιστικής αγωγής εναντίον του προς ον η διάθεση και με αίτημα την αναγνώριση της ανενέργειάς της ή και την απόδοση του πράγματος του οφειλέτη 47. Η επίκληση της ανενέργειας ισχύει έναντι πάντων, αφού όπως προελέχθη το μέτρο αυτό αποσκοπεί στη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη, και έτσι αντιτάσσεται ακόμα και απέναντι στους καλόπιστους τρίτους που συναλλάχθηκαν με τον οφειλέτη εν αγνοία της απαγόρευσης διάθεσης. Πρέπει, ωστόσο, να αποσαφηνιστεί ότι η εν προκειμένω ερμηνεία της έννοιας της ανενέργειας δεν πρέπει να ταυτίζεται με εκείνη της ακυρότητας. Η άκυρη δικαιοπραξία, κατά το άρθρο 180 Α.Κ., θεωρείται ως μη γενόμενη, σε αντίθεση με την ανενεργή δικαιοπραξία, που εξαιτίας μια παράβασης διάταξης νόμου, δεν επιφέρει τα σκοπούμενα εννόμα αποτελέσματα. Η διάκριση αυτή δεν έχει σημασία σε θεωρητικό μόνο επίπεδο αλλά έχει κυρίως πρακτική αξία, καθώς οι ανενεργείς δικαιοπραξίες, εν αντιθέσει με τις άκυρες, δύνανται να θεραπευτούν, καθιστάμενες έγκυρες. Το αληθινό νόημα της ανενέργειας μιας δικαιοπραξίας έγκειται στην εκκρεμούσα κατάσταση, σχετικά με το κύρος της διάθεσης 48. Είναι δηλαδή δυνατό να θεραπευτούν είτε αναδρομικά με την έγκριση του συνδίκου είτε μελλοντικά σε περίπτωση άρσεως της απαγόρευσης εξαιτίας της έκδοσης απορριπτικής απόφασης επί της αίτησης της πτώχευσης (κατ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 239 παρ.2 εδ. α ΑΚ). β. Η αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών β1. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής 46 Σ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, σελ. 106 47 Κ. Ρήγας, ο.π. 289 48 Σπ. Ψυχομάνης, ο.π., 219. 27
Ομοίως με το ως άνω περιγραφέν προληπτικό μέτρο της απαγόρευσης διάθεσης, από το συνδυασμό των διατάξεων 10 και 25 ΠτΚ προκύπτει ότι το ενδεικτικώς αναφερόμενο προληπτικό μέτρο αναστολής των ατομικών διώξεων των πιστωτών συνιστά και αυτό στην πράξη μια κατάσταση όμοια της αναστολής ατομικών διώξεων από την κήρυξη της πτώχευσης, η οποία δρα προληπτικά και στο στάδιο εκκρεμοδικίας της αίτησης πτώχευσης. Το εύρος του μέτρου αυτού επιτρέπει αρχικά την αναστολή κάθε μέτρου ατομικής δίωξης του οφειλέτη. Στόχος του μέτρου είναι η αποφυγή κάθε επιζήμιας μεταβολής και απομείωσης της περιουσίας του οφειλέτη στο διάστημα από την κατάθεση μέχρι και την έκδοση απόφασης επί της αιτήσεως πτώχευσης. Παρ ότι η διάταξη του άρ. 10 ΠτΚ εκ των πραγμάτων μας παραπέμπει στο άρ. 25 ΠτΚ, ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι το εύρος της αναστολής θα ταυτίζεται με εκείνο του άρ. 25 ΠτΚ το οποίο επέρχεται μετά την πτώχευση 49. Ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Προέδρου του Πτωχευτικού δικαστηρίου, που θα δικάσει την αίτηση λήψης των προληπτικών μέτρων ο προσδιορισμός της έκτασης της αναστολής. Μετά ταύτα, όταν διατάσσεται γενικά «η αναστολή των ατομικών διώξεων και των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης», τότε το εύρος των απαγορεύσεων συμπίπτει με το περιεχόμενο το άρ. 25 παρ. 1 ΠτΚ. Έτσι, αναστέλλονται όλα τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς ικανοποίηση ή εκπλήρωση πτωχευτικών απαιτήσεών τους 50. Στην περίπτωση όμως που με την απόφαση επί της αίτησης προληπτικών μέτρων διατάσσεται «αναστολή των μέτρων ατομικής αναγκαστικής εκτέλεσης», τότε αναστέλλονται αυστηρώς μόνο όσα υπάγονται στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Στην απαγόρευση εμπίπτει κάθε είδος κατάσχεσης αναγκαστικής ή συντηρητικής, η επίδοση αντιγράφου εξ απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 924 ΚΠολΔ) 49 Λ. Κοτσίρη, Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ, έκδοση 2011, σ. 61 50 Δ. Αυγητίδης «Η Διαδικασία Συνδιαλλαγής : O ρόλος της στην είσπραξη της εμπορικής απαίτησης», ΔΕΕ, 2011, 4012/Δ. Αυγητίδης «Εξυγίανση Επιχειρήσεων», εκδ. 2011, 201. 28
ή της διαταγής πληρωμής (άρθρα 630 Α και 631 ΚΠολΔ) 51, ενώ δεν αποτελεί έναρξη αναγκαστικής εκτέλεσης η περιαφή του εκτελεστηρίου τύπου και η έκδοση διαταγής πληρωμής. Όσον αφορά το ζήτημα του αν τα ασφαλιστικά μέτρα εμπίπτουν στο πεδίο απαγόρευσης, θεωρία και νομολογία δεν έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να διασαφηνίσουν το ερώτημα. Για το λόγο αυτό ισχύουν κατά περίπτωση και οι δυο εκδοχές, πρακτική που έχει ως συνέπεια την έκδοση αποφάσεων που απαγορεύουν την λήψη ασφαλιστικών μέτρων και άλλων που δεν τα εντάσσουν στα μέτρα που αναστέλλονται. Αφενός, υποστηρίζεται ότι πρέπει η αναστολή να καταλαμβάνει και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, έτσι ώστε οι δανειστές να στερούνται της δυνατότητας να ζητήσουν την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή συντηρητικής κατάσχεσης επί ακινήτων του οφειλέτη 52. Η άποψη αυτή βασίζεται κατά κύριο λόγο στη δικονομική λειτουργία των μέτρων αυτών, που αφορά στην εξασφάλιση του δανειστή. Δεδομένου του σκοπού της λήψης των προληπτικών μέτρων στο στάδιο εκκρεμοδικίας της αίτησης, της μη απομείωσης δηλαδή της περιουσίας του οφειλέτη, κρίνεται ορθό η αναστολή να επεκτείνεται και στη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, αφού αυτά είναι τα περισσότερο εξασφαλιστικά για το δανειστή και τα πλέον επαχθή για τον οφειλέτη 53. Η αντίθετη άποψη, ωστόσο, θέλει τα ασφαλιστικά μέτρα της προσημείωσης και της συντηρητικής κατάσχεσης, να μην εμπίπτουν στην έννοια των ατομικών διώξεων. Δικαιολογητικός λόγος της άποψης αυτής είναι το γεγονός ότι η διατασσόμενη αναστολή των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων αναφέρεται σε όλα τα κοινά κατά το κοινό δικονομικό δίκαιο μέσα ικανοποίησης των δανειστών, στην έννοια των οποίων δεν εμπίπτει η προσημείωση υποθήκης και η συντηρητική 51 Κ. Ρήγας, ο.π., 290 52 ΜπρΗρ 3440/2010, ΜπρΘες 5051/2009 53 Λ. Κοτσίρη, Η διαδικασία Συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ, έκδοση 2 η, 2011, σ. 63 29