20110130 απο 2 εως 5 δις υπολογιζουν τη ζημιά της Siemens Έντυπη Έκδοση Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011 ΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΜΗΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ SIEMENS HELLAS Δύο αγωγές κατά της Siemens Της ΝΤΟΡΑΣ ΝΤΑΪΛΙΑΝΑ Η εξεταστική επιτροπή υπολόγισε τη ζημιά στα 2 δισ. ευρώ, όμως κυβερνητικοί κύκλοι υπολογίζουν το ύψος στα 5 δισ. και αναζητούν διεθνείς οίκους αξιολόγησης για να το πιστοποιήσουν Μέσα στον Φεβρουάριο προγραμματίζει η κυβέρνηση την εκκίνηση των νομικών πρωτοβουλιών κατά της Siemens, για τη ζημία πολλών δισ. ευρώ που υπέστησαν την τελευταία εικοσαετία από την παράνομη δραστηριότητά της το ελληνικό Δημόσιο και εποπτευόμενοι από αυτό φορείς. Τα αποτελέσματα των πρωτοβουλιών της όμως δεν αναμένονται πριν παρέλθει, στην καλύτερη περίπτωση, εξάμηνο. Βασικό οπλοστάσιο για τη στοιχειοθέτηση των απαιτήσεων και την κατάστρωση της νομικής στρατηγικής αποτελεί το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής και οι 17 ομόφωνες πορισματικές αναφορές, που ανέδειξαν την ύπαρξη οργανωμένου, διασυνοριακού εγκλήματος με ροή μαύρου χρήματος από τον γερμανικό οικονομικό κολοσσό, με συνέπεια να τρωθεί το κύρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, να υπάρξει χειραγώγηση της ανταγωνιστικότητας και παράνομη αύξηση των εσόδων της Siemens επί ζημία του ελληνικού Δημοσίου. Στις προγραμματιζόμενες κινήσεις περιλαμβάνονται: α) Αγωγή αποζημίωσης προς τη μητρική Siemens και τη Siemens Hellas για ηθική βλάβη του ελληνικού Δημοσίου, που θα συνταχθεί με συνεργασία γερμανικού νομικού γραφείου. β) Αγωγή από τις εταιρείες στις οποίες το Δημόσιο είναι μέτοχος και εποπτεύουσα αρχή (ΟΤΕ, ΟΣΕ, Υγείας κ.λπ.), για αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν με τη μετακύλιση της μίζας στην υπερκοστολόγηση κάθε έργου. γ) Επιβολή προστίμων για παραβίαση των αρχών διαφάνειας. δ) Ερευνα της επιτροπής Ανταγωνισμού και επιβολή προστίμων για θέματα παραβίασης του υγιούς ανταγωνισμού αλλά και έλεγχος μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Μετά την εντολή του πρωθυπουργού, την περασμένη εβδομάδα, στους υπουργούς Δικαιοσύνης, Χ. Καστανίδη, Ανάπτυξης, Μ. Χρυσοχοΐδη, Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, και Επικρατείας, Χ. Παμπούκη, να προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες, «διότι όσο σέρνονται δημιουργούν δικαιολογημένα αρνητικές εντυπώσεις», αναζητούνται διεθνείς πραγματογνώμονες που θα αναλάβουν την ακριβή αποτίμηση της ζημίας του ελληνικού Δημοσίου. Η Εξεταστική Επιτροπή υπολόγισε, κατ' εκτίμησιν, το ύψος της ζημίας στα 2 δισ. ευρώ τουλάχιστον. Οικονομικοί και νομικοί κυβερνητικοί κύκλοι, όμως, προσδοκούν ότι το ποσό αυτό μπορεί να φτάνει και τα 5 δισ. ευρώ. Η επιλογή των εταιρειών πραγματογνωμοσύνης, ωστόσο, αποτελεί «αγκάθι» για την κυβέρνηση, διότι πρέπει να διακριβωθεί ότι δεν είχαν εξυπηρετήσει, στο παρελθόν, τη Siemens. Σημειώνεται ότι ορισμένοι από τους εν λόγω οίκους αξιολόγησης, όπως αναφέρεται στο πόρισμα, συνέβαλαν με τους δήθεν κοστολογικούς ελέγχους στην υλοποίηση της εκάστοτε ζημίας εις βάρος του αγοραστή, με ισόποση περιουσιακή ωφέλεια της Siemens. Στο πλαίσιο αυτό, απορρίφθηκε η Price Waterhouse, διότι σ'αυτήν είχε αναθέσει ο Π. Βουρλούμης να κάνει έλεγχο σε συμβάσεις του ΟΤΕ που, σύμφωνα με το πόρισμα της Εξεταστικής, αποδείχθηκαν αναξιόπιστες. Μεταξύ των εταιρειών που θεωρούνται υποψήφιες είναι η Ernst and Young και η Deloitte. Επισήμως, η εκπόνηση της νομικής στρατηγικής άρχισε μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, μέσω της οποίας, όπως τόνισε ο
πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, στοιχειοθετήθηκε η ευθύνη της γερμανικής εταιρείας. Η προετοιμασία της όμως ανάγεται σε προγενέστερο χρόνο, με αφορμή την άρνηση του πολυεθνικού γερμανικού κολοσσού να αναγνωρίσει τις ευθύνες του στη ζημία του ελληνικού Δημοσίου και να συνεργαστεί δίνοντας στοιχεία στην Εξεταστική που διερευνούσε το σκάνδαλο. Αρνηση που επιβεβαιώθηκε και με την απάντηση του διευθύνοντος συμβούλου της Siemens Hellas, Κ. Ξυνή, στην επιστολή που έστειλε ο υπουργός Επικρατείας, Χ. Παμπούκης, μετά την έκδοση του πορίσματος της Εξεταστικής. Δημοσίευμα των «Financial Times» άφησε την περασμένη εβδομάδα να διαφανεί ότι μεταξύ της γερμανικής πολυεθνικής εταιρείας και των ελληνικών αρχών υπάρχει ανοιχτή γραμμή, ωστόσο κυβερνητικοί παράγοντες αρνούνται ότι υπάρχουν παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για επίτευξη συμβιβαστικής λύσης. Το επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι «αυτό έπρεπε να έχει γίνει στον κατάλληλο χρόνο και σήμερα δεν είναι σκόπιμο κάτι τέτοιο». Για να υπάρξει συμβιβασμός πρέπει η Siemens να αισθανθεί την ελληνική πίεση. Και αυτό θα συμβεί, υποστηρίζουν οι ίδιοι παράγοντες, μόλις αρχίσουν να εκδίδονται αποφάσεις από την Επιτροπή Ανταγωνισμού και ξεδιπλωθούν οι υπόλοιπες νομικές κινήσεις. Έντυπη Έκδοση Ελευθεροτυπία, Σάββατο 15 Μαΐου 2010 ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕ ΓΕΙΤΟΝΑ ΚΑΙ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ, ΚΥΡΙΩΣ ΓΙΑ ΤΟ C4Ι, ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΑΚΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ Γρηγορόσημο «σε ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. το 2% του τζίρου της Siemens» Της ΑΡΙΣΤΕΑΣ ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ Κόλαφος για τα ελληνικά κόμματα εξουσίας είναι οι έξι απολογίες που έδωσε ο κύριος Siemens στην Εισαγγελία του Μονάχου από τις 30 Ιουνίου έως τις 15 Ιουλίου 2009. Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος σ' αυτές εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, τα κόμματα, ως
«αντισυμβαλλόμενα» με τη Siemens και ως αποδέκτες των δωρεών από το ετήσιο 2% του τζίρου μέχρι και το 2006. Ως αντισυμβαλλόμενους με τη Siemens εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. ο Μιχ. Χριστοφοράκος. Στις απολογίες του αναφέρει ότι τα δύο κόμματα ήταν οι αποδέκτες των δωρεών, από το 2% του τζίρου της εταιρείας. Επικαλείται μάλιστα τις συναντήσεις του με τον Κ. Γείτονα και τον εκλιπόντα Γ. ΒαρθολομαίοΑπροκάλυπτα ισχυρίζεται ότι οι «χορηγίες» που δίνονταν ήταν ένα πολιτικό γρηγορόσημο για να παραλαμβάνονται έργα από τους υπηρεσιακούς, για να παρακάμπτεται η γραφειοκρατία, για να ανοίγουν πόρτες και για να αμυνόμαστε. «Η μεγάλη επιτυχία της Siemens Ελλάδος οφείλεται στη δουλειά των υπαλλήλων. Φυσικά, η ασπίδα προστασίας, την οποία προσέφεραν τα κόμματα, συνέβαλε και αυτή στην επιτυχία, μέσα στο δύσκολο ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον», λέει ο Μ. Χριστοφοράκος στην απολογία του (6/7/2009). Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο Μ. Χριστοφοράκος κάνει λόγο για χρηματοδοτήσεις που έλαβαν χώρα και επί προεδρίας Κ. Καραμανλή στη Ν.Δ. και όταν τα ηνία του ΠΑΣΟΚ ανέλαβε ο Γ. Παπανδρέου, αφού είχαν προηγηθεί τα εμβάσματα επί Κ. Σημίτη, μέσω του Θ. Τσουκάτου. «Αντισυμβαλλόμενος» Ιδού τι είπε ο Μ. Χριστοφοράκος: * «Η συμφωνία για το 2% με τη μητρική δεν ήταν στον αέρα, υπήρχε και αντισυμβαλλόμενος, και συγκεκριμένα τα ίδια τα κόμματα. Για τα οποία άλλωστε σε τελική ανάλυση προορίζονταν τα χρήματα. Στην Ελλάδα έτσι γίνεται, δέχεσαι συχνά τηλεφωνήματα από το κόμμα και σε παρακαλούν να τους δώσεις οικονομική ενίσχυση». * «Στην Ελλάδα κατά το παρελθόν η χρηματοδότηση των κομμάτων λειτουργούσε ως εξής: οι χορηγίες στο κόμμα αποτελούν μέρος της χρηματοδότησης των κομμάτων. Από κάποιον πρόεδρο του Συνδέσμου Βιομηχάνων (εννοεί τον Οδυσσέα Κυριακόπουλο) είχε γίνει σχετική
επισήμανση στον Τύπο. Τώρα κάθε άτομο μπορεί να κάνει χορηγίες σε κάθε κόμμα μόνο μέχρι 15.000 ευρώ τον χρόνο». * «Τηλεφωνήματα δεχόμουν, για παράδειγμα, από τα κεντρικά γραφεία των δύο κομμάτων και συγκεκριμένα από τον κ. Κώστα Γείτονα του ΠΑΣΟΚ και από τον Ι. Βαρθολομαίο (σ.σ. εκλιπόντα πλέον), τον οικονομικό διευθυντή της Ν.Δ.». Στη Βουλή και σε σουίτα Σήμερα η «Ε» αποκαλύπτει το μέρος της απολογίας του Μ. Χριστοφοράκου (10/7/2009) στο οποίο ο ίδιος περιγράφει τις επαφές του με τον Κ. Γείτονα και τον Γ. Βαρθολομαίο, στη Βουλή και στο πολιτικό γραφείο του πρώτου και σε σουίτα στο ξενοδοχείο «Μ. Βρετάννια» με τον δεύτερο. Ο Κ. Γείτονας έχει αντιδράσει στην αναφορά του ονόματός του από τον Μ. Χριστοφοράκο και έχει προαναγγείλει αγωγή σε βάρος του. Ωστόσο, από εγγραφές στο ημερολόγιο του Μ. Χριστοφοράκου με βεβαιότητα πιστοποιούνται επαφές και συναντήσεις των δύο. Ως προς τον Γ. Βαρθολομαίο, που δεν είναι πια στη ζωή, έχει αντιδράσει η οικογένειά του και η Ν.Δ. έχει εξάρει το ήθος του. Ομως ο ίδιος σε προγενέστερο χρόνο και μάλιστα ενόρκως (τον Μάιο του 2002) έχει βεβαιώσει ότι η Ν.Δ. χρηματοδοτήθηκε (παράνομα) από τη Mayo Investments Corporation εγγράφοντας στα βιβλία της εισροές 2.058.000 δολαρίων και 25.000.000 δρχ. την περίοδο 1989-1990. Το ίδιο έχει παραδεχθεί και ο Θ. Τσουκάτος για το 1 εκατ. μάρκα της Siemens, επιμένοντας ότι το 1999 παρέδωσε το ποσό στο ταμείο του ΠΑΣΟΚ. Με τον Γείτονα Ο Μ. Χριστοφοράκος υποστηρίζει ότι οι επαφές από το 2003 και μετά με τον Κ. Γείτονα και τον Γ. Βαρθολομαίο έγιναν κυρίως για το C4Ι, για τη γρήγορη παραλαβή και την αποπληρωμή του, την οποία εμπόδιζαν οι καθυστερήσεις. Επακριβώς αναφέρει: «Θυμάμαι ότι για το λόγο αυτό επισκέφθηκα τον κ. Γείτονα. Ο κ. Γείτονας ήταν εκείνος ο οποίος γνώριζε καλά τον μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ, το οποίο τότε ήταν ακόμα στην κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, θυμάμαι ότι τον επισκέφθηκα μία φορά στο γραφείο του στη Βουλή στην Αθήνα, στο πρώην παλάτι του Otto von Wittelsbach. Το γραφείο ήταν στον δεύτερο ή τρίτο όροφο και μιλήσαμε μόνοι μας. Τον επισκέφθηκα όμως και στο κανονικό του γραφείο, στο κέντρο της Αθήνας. Στον κ. Γείτονα είπα καθαρά και ξάστερα (και πάντως τόσο καθαρά και ξάστερα, όπως μιλούν οι Ελληνες μεταξύ τους) ότι η Siemens θα δίδει πάντα χρήματα στα κόμματα για να στηρίξει το σταθερό δικομματικό σύστημα. Την εποχή εκείνη φοβόμουν και ανησυχούσα για τα συμφέροντα της εταιρείας μου. Ιδιαίτερα φοβόμουν ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν αποκλεισμοί και σκόπιμες καθυστερήσεις, όσον αφορά την παραλαβή του C4Ι, το οποίο ήταν ιδιαίτερα σημαντικό από την άποψη του κύρους και του γοήτρου. Σκεφτόμουν ότι η Siemens, συνεχίζοντας το σχέδιο της "χορηγίας του 2%", θα μπορούσε να κάνει μια επιπλέον χορηγία στο κόμμα, εφόσον το κόμμα φρόντιζε να παραληφθεί το έργο έγκαιρα. Η χορηγία μας θα ήταν μια προκαταβολή. «Ο,τι μπορούσε» Ο κ. Γείτονας μου είπε με γλώσσα πολύ γενική, αλλά για μένα ήταν σαφές, ότι θα έκανε ό,τι μπορούσε. Θα έκανε τις ανάλογες συζητήσεις και θα φρόντιζε για το θέμα αυτό. Ετσι για μένα, όπως και για κάθε άλλον που έχει γεννηθεί στη χώρα αυτή και γνωρίζει τις ελληνικές συνήθειες, ήταν σαφές ότι ο κ. Γείτονας θα ασκήσει την απαραίτητη επιρροή στους δημοσίους υπαλλήλους. Από την άλλη πλευρά ήταν φυσικά και για κάθε Ελληνα δημόσιο υπάλληλο σαφές, ότι όταν του εκφραστεί μια τέτοια επιθυμία από κάποιο ανώτερο κομματικό στέλεχος, ο υπάλληλος είναι υποχρεωμένος να ενεργήσει σύμφωνα με την επιθυμία αυτή. Το μέλος του κόμματος, δηλαδή ο δημόσιος υπάλληλος γνωρίζει ότι αυτό συνήθως συνεπάγεται χορηγία στο κόμμα εκ μέρους της επιχείρησης και ότι με τον τρόπο αυτό προάγει και αυτός τα συμφέροντα του κόμματος. Ετσι, κατά την άποψή μου, είχαν επηρεαστεί επαρκώς οι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι ανήκαν στο ΠΑΣΟΚ».
Με τον Βαρθολομαίο Ακάθεκτος ο Μ. Χριστοφοράκος περιγράφει και τις επαφές με τη Ν.Δ. λέγοντας στην εισαγγελέα Εφετών Baumler-Hosl: «Το ίδιο έκανα, με την προσδοκία ότι θα επηρεαστούν και οι δημόσιοι υπάλληλοι εκείνοι οι οποίοι ανήκαν στη Ν.Δ. Προς το σκοπό αυτό μίλησα με τον κ. Βαρθολομαίο. Οι σχετικές συζητήσεις έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα με τον κ. Γείτονα. Συνεχίστηκαν και το 2004, διότι τον Μάρτιο του 2004 έγιναν εκλογές και απ' αυτές νικητής αναδείχθηκε η Ν.Δ. Με τον κ. Βαρθολομαίο δεν συναντιόμουν στο γραφείο του, μετά από επιθυμία του ιδίου, αλλά στο ξενοδοχείο "Μεγάλη Βρετάννια". Ημασταν οι δυο μας. Προς το σκοπό αυτό νοίκιασε, ειδικά, ένα δωμάτιο, το οποίο πληρωνόταν από τη Siemens. Αυτό έγινε μετά από ειδική επιθυμία του κ. Βαρθολομαίου. Ηταν σαφές ότι το θέμα που θα συζητείτο, ήταν ένα θέμα που απαιτούσε διακριτικότητα. Είπα και σε αυτόν αυτό που είχα πει στον κ. Γείτονα. Και αυτός με την προοπτική ότι θα έπαιρνε χρήματα για το κόμμα ήταν πρόθυμος να ασκήσει την επιρροή του στα μέλη του κόμματός του. Τα μέλη αυτά, έπρεπε στις αποφάσεις που θα έπαιρναν, να ασκήσουν τη διακριτική τους ευχέρεια προς το συμφέρον της Siemens. Θέλαμε λοιπόν να εξαγοράσουμε την εύνοια των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων». «Πήγαν σ' αυτούς» Στις 2 Ιουλίου 2009 ο Μ. Χριστοφοράκος δίδει και τη συνέχεια: «Τα χρήματα που μεταφέρθηκαν μέσω της εταιρείας Fairways και τα οποία έφθασαν σε μένα -μαζί με τις πληρωμές του "σχεδίου του 2% της μητρικής εταιρείας" στην Placid Blue -πήγαν το Φθινόπωρο του 2004 στους δύο προαναφερόμενους, δηλαδή στον κ. Βαρθολομαίο, οικονομικό διευθυντή της Ν.Δ., και στον κ. Κ. Γείτονα του ΠΑΣΟΚ, πρώην αντιπρόεδρο της Βουλής, ο οποίος μέσω του κόμματος, είχε επιρροή στις υφιστάμενες Αρχές. Τα χρήματα αυτά προορίζοντο για τα δύο μεγάλα κόμματα στην Ελλάδα: τη Νέα Δημοκρατία (Ν.Δ.) και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ)». *