ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΜΦΟΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ Α. ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ



Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

-Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς επί των προϋποθέσεων της προσωρινής κρατήσεως

Σχέδιο νόμου για τα μέσα ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και εν αδεία κρατουμένων. Άρθρο 1 Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΑΙΓΝΙΩΝ».

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ. Ευαγγελία Ανδρουλάκη Χριστίνα Κατάκη Χρήστος Παπαδόπουλος. Επιστημονικά Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Χριστίνα Ζαραφωνίτου

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Επιμέτρηση της ποινής

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε ά- δεια»

Καταργούµενες και τροποποιούµενες διατάξεις

Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε άδεια και άλλες διατάξεις

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ Αναµόρφωση της Ποινικής νοµοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ Ε.Α.Ν.Δ.Α. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εισηγητές

Αθήνα, 4 Iουνίου 2010 Αρ. Πρωτ. : /14910/2010 Χειριστές: Μαρία Βουτσίνου

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

ΝΟΜΟΣ 4322/2015. Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ' τύπου και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 1 Κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ. Σχέδιο νόµου «Ποινικές διατάξεις, θεραπευτικά και ασφαλιστικά µέτρα σχετικά µε ναρκωτικές ουσίες» Άρθρο 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 6: Το αυτοτελές σύστημα των εννόμων συνεπειών του ποινικού δικαίου ανηλίκων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Δ ΜΕΛΕΤΕΣ - ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ. Οι τροποποιήσεις του N 3811/2009 στη νομοθεσία για τα ναρκωτικά

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

Πίνακας νομοθετικών μεταβολών*

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μαρία Καρ. Μάρκου, Δικηγόρος ΔΕΙΓΜΑ ΕΡΩΤΗΣΕΕΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «Καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας» ΑΡΘΡΟ 1

PoliceNet Of Greece ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ποινικός νόμος. I. Χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων

PoliceNet Of Greece ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ποινικός νόμος. I. Χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων

Η ποινική νομοθεσία για τα ναρκωτικά και η εφαρμογή της στην δικαστηριακή πρακτική.

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Προσωρινή κράτηση - ο Nόμος 3811/2009

Αρθρο 1. Πεδίο εφαρμογής του νόμου

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Υποπαράγραφος ΣΤ.1.

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 5: Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο ανηλίκων

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α. Ποινικός Κώδικας Άρθρο 1

Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2011

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ. Ι. Χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόμων. Άρθρο 1. Καμιά ποινή χωρίς νόμο

κρατήσεώς του, λόγω υπερβάσεως της από τα άρθρα 283 Α και 287 Κ.Ποιν.Δικ. εξουσίας του εκδόσαντος τα αναιρεσιβαλλόμενα ως άνω βουλεύματα Συμβουλίου

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ. Για τη λειτουργία του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρηση υπόδικων,

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ.... ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ.... ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Α. Ορισμός του Ποινικού Δικονομικού

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

Ο «εξαρτημένος» δράστης η ποινική μεταχείρισή του 1. Κώστας Κοσμάτος, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ

LEGAL INSIGHT ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ-ΠΛΑΣΤΩΝ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ ΜΕΤΑ ΤΙΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Η μετατροπή της ποινής κατά το άρθρο 82 ΠΚ

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

ΣΧΕΔΙΟ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ. Ι. Βασικές αρχές. Άρθρο 1 Καμία ποινή χωρίς νόμο

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 4411/2016

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

«Σύγχρονα ζητήματα προσωρινής κράτησης»

147(I)/2015 Ο ΠΕΡΙ ΕΠΙΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-

Πρωτ. Από τα επίσηµα Πρακτικά της ΛΑ, 15 εκεµβρίου 2009, Συνεδρίασης της Ολοµέλειας της Βουλής, στην οποία ψηφίστηκε το παρακάτω σχέδιο νόµου:

Π.Δ. 283/85 (ΦΕΚ 106 Α'-Διορθ.σφαλμ. στα ΦΕΚ 9 Α'/ και ΦΕΚ 82 Α'/ ) : Ποινικός Κώδικας

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και προστασία των θυμάτων αυτής ΑΡΘΡΟ 1

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

Π Ρ Ο Σ ΕΝΣΤΑΣΗ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΛΗΨΗΣ DNA

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011

Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος

24η ιδακτική Ενότητα ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΕΓΚΛΗΜΑ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

Άρθρο 3. Καταργείται. Άρθρο 4. Καταργείται

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011

33 η ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΤΜΗΜΑ Β - ΔΙΩΞΗΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ & ΟΠΛΩΝ Ταχ. Δ/νση : Κ. Σερβίας Αθήνα ΠΡΟΣ: ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011

Τα εξαρτημένα άτομα στη νέα νομοθεσία για τα ναρκωτικά (άρθρα 21 παρ. 1α, Ν 4139/2013)*

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΛΑΔΟΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Άρθρο 3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας Άρθρο 4

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΡΑΧΜΙΚΩΝ ΠΟΣΩΝ ΣΕ ΕΥΡΩ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ. Προλογικό σημείωμα...5

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ - Π.Δ. 283/1985 ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ - Ν. 4619/2019 ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ Ι. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΝΟΜΟΣ 3904/2010 (ΦΕΚ Α - 218/ )

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ. Ι. Χρονικά όρια ισχύος των ποινικών νόµων. Άρθρο 1. Καµιά ποινή χωρίς νόµο

ΠΡΟΕ ΡΙΚΟ ΙΑΤΑΓΜΑ υπ αριθ. 283

ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΩΡΩΝ

Τάξης και Δικαιοσύνης στο σχέδιο νόµου του Υ- Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων, και κρατούµενων σε άδεια»

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/2011

Transcript:

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΥΜΦΟΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ Άρθρο 282 Κ.Π.Δ. Α. ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι 1. `Οσο διαρκεί η προδικασία, αν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για κακούργημα ή πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, είναι δυνατό να διαταχθούν περιοριστικοί όροι, εφόσον αυτό κρίνεται απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των αναφερόμενων στο άρθρο 296 σκοπών. 2. Περιοριστικοί όροι είναι ιδίως η παροχή εγγύησης, η υποχρέωση του κατηγορουμένου να εμφανίζεται κατά διαστήματα στον ανακριτή ή σε άλλη αρχή, η απαγόρευση να μεταβαίνει ή να διαμένει σε ορισμένο τόπο ή στο εξωτερικό, η απαγόρευση να συναναστρέφεται ή να συναντάται με ορισμένα πρόσωπα. "3. Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί για περιοριστικούς όρους, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου αυτού, μόνο αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης για την οποία κατηγορείται, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης". "Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης είναι διάρκειας έως έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί για άλλους τρεις μήνες." "4. Οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο για κακούργημα ή πλημμέλημα, εάν παραβιασθούν από αυτόν, είναι δυνατόν να αντικατασταθούν με προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 298". "5. Η παράγραφος 3 του παρόντος εφαρμόζεται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών. Η αδυναμία παροχής εγγύησης δεν επιτρέπεται να οδηγήσει από μόνη της σε προσωρινή κράτηση." Προτεινόμενη ρύθμιση: Το άρθρο 282 παρ. 3 ΚΠΔ αντικαθίσταται ως εξής: Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι:

1. Όσο διαρκεί η προδικασία, αν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για κακούργημα ή πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, είναι δυνατό να διαταχθούν περιοριστικοί όροι, εφόσον αυτό κρίνεται απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των αναφερόμενων στο άρθρο 296 σκοπών. 2. Περιοριστικοί όροι είναι ιδίως η παροχή εγγύησης, η υποχρέωση του κατηγορουμένου να εμφανίζεται κατά διαστήματα στον ανακριτή ή σε άλλη αρχή, η απαγόρευση να μεταβαίνει ή να διαμένει σε ορισμένο τόπο ή στο εξωτερικό, η απαγόρευση να συναναστρέφεται ή να συναντάται με ορισμένα πρόσωπα. "3. Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί για περιοριστικούς όρους εάν αιτιολογημένα κριθεί ότι οι τελευταίοι δεν επαρκούν-, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου αυτού, μόνο αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, εφόσον από τη συνδρομή των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες για κακούργημα ή από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αποδιδόμενης σ αυτόν πράξης για την οποία απειλείται στο νόμο ισόβια κάθειρξη ή πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μόνο η κατά το νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης". Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον αιτιολογημένα κρίνεται ότι δεν επαρκούν οι περιοριστικοί όροι, μπορεί να επιβληθεί προσωρινή κράτηση και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, αν προκύπτει σκοπός φυγής του κατηγορουμένου, με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο α της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης είναι διάρκειας έως έξι μηνών, που μπορεί να παραταθεί για άλλους τρεις μήνες.» "4. Οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν στον κατηγορούμενο για κακούργημα ή πλημμέλημα, εάν παραβιασθούν από αυτόν, είναι δυνατόν να αντικατασταθούν με προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 298". "5. Η παράγραφος 3 του παρόντος εφαρμόζεται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών. Η αδυναμία παροχής εγγύησης δεν επιτρέπεται να οδηγήσει από μόνη της σε προσωρινή κράτηση." Αιτιολογική Έκθεση: 1. Έχει επισημανθεί κατ επανάληψη στην ελληνική ποινική επιστήμη ότι από τη γενικότερη αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου και από το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, απορρέουν ειδικότερα στο στάδιο της ανάκρισης οι ακόλουθες βασικές αρχές: αα) Η αρχή της αναγκαιότητας, σύμφωνα με την οποία η αντίστοιχη ανακριτική δραστηριότητα οφείλει να λαμβάνει χώρα μόνον όταν -και καθόσον μέτρο- είναι αναγκαία για τη διερεύνηση των εγκλημάτων και την ανακάλυψη των δραστών τους. Η συγκεκριμένη αρχή κινείται σε διπλή κατεύθυνση: αφενός στην επιβολή προσωρινής κράτησης ή περιοριστικών όρων, μόνον όταν τα μέτρα τούτα είναι «απολύτως αναγκαία», αφετέρου στην προτίμηση του λιγότερου επαχθούς μέτρου και επιλογή του επαχθέστερου μέτρου μόνον όταν εκτιμάται ότι το πρώτο (λιγότερο επαχθές μέτρο) δεν είναι πρόσφορο στη συγκεκριμένη περίπτωση για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού. ββ) Η αρχή της απαγόρευσης του υπερμέτρου, η οποία επιβάλλει στον ανακρίνοντα την προσεκτική στάθμιση των ειδικών συνθηκών κάθε περίπτωσης κατά την εφαρμογή των διάφορων εξαναγκαστικών μέτρων, ώστε ο κατηγορούμενος που τα υφίσταται να μην προσβάλλεται σε ουσιώδη έννομα αγαθά του με τρόπο αφόρητο σε βαθμό αδικαιολόγητο.

γγ) Η αρχή της αναγκαίας αναλογίας, σύμφωνα με την οποία το λαμβανόμενο μέτρο δικονομικού καταναγκασμού πρέπει να τελεί σε ευθέως ανάλογη σχέση με τη βαρύτητα του φερομένου ως τελεσθέντος εγκλήματος, χωρίς, βέβαια, η βαρύτητα αυτή από μόνη της να αρκεί για την επιβολή του μέτρου. δδ) Η αρχή του προσήκοντος βαθμού υπονοιών ή ισχύος των ενδείξεων. Το ουσιαστικό νόημα τούτης έγκειται στο ότι όσο σοβαρότερο είναι το μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος του κατηγορουμένου, τόσο περισσότερες ενδείξεις θα πρέπει να έχουν συγκεντρωθεί. Έτσι, κατ άρθρο 282 ΚΠΔ, για την επιβολή περιοριστικών όρων ή προσωρινής κρατήσεως αναγκαία είναι η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής. (Βλ. ενδεικτικά: Ανδρουλάκη, Τα όρια της ανακριτικής δράσεως και η αρχή της αναγκαιότητας, ΠοινΧρον 1975, σελ. 1επ., Δαλακούρα, Προσωρινή κράτηση και περιοριστικοί όροι, 1998, Δέδε, Τα όρια της ανακριτικής δράσεως, ΠοινΧρον 1975, σελ. 275 επ., Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 1998, β έκδ., σελ. 506 επ., Κουράκη, Προσωρινή κράτηση: Οι δυσλειτουργίες ενός θεσμού, ΠοινΧρον 1986, σελ. 625 επ., Λαφαζάνου, Προβλήματα από την εφαρμογή του θεσμού της προσωρινής κρατήσεως, ΠοινΧρον 1982, σελ. 449 επ., Μαργαρίτη, Εφαρμοσμένη Ποινική Δικονομία, τομ. Α, 1997, σελ. 187 επ., Πανούση, Περιοριστικοί όροι, Επιστ.Επετ.Αρμεν. 1981, σελ. 159 επ., Παπαδαμάκη, Ποινική Δικονομία, 2004, β έκδ., σελ. 324 επ., Σταθέα, Προσωρινή κράτηση - νομικός κανόνας και πράξη, ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ, 1991, σελ. 95 επ.). 2.Υπό το πρίσμα των παραπάνω επισημάνσεων διαμορφώνεται η αντίληψη ότι η επιβολή των περιοριστικών όρων, αντί της προσωρινής κράτησης, είναι επιβεβλημένη σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες διαπιστώνεται η προσφορότητά τους για την υλοποίηση των κοινών με την προσωρινή κράτηση σκοπών. Έτσι, προσωρινή κράτηση μπορεί να διατάσσεται -εφόσον βεβαίως, συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις επιβολής τηςμόνον εφόσον οι περιοριστικοί όροι κρίνονται ρητά ως ανεπαρκείς για την προώθηση των σκοπών της ποινικής προδικασίας. Η σχέση προτεραιότητας των περιοριστικών όρων έναντι της προσωρινής κρατήσεως παραμένει αναλλοίωτη και στο πλαίσιο του σημερινού νομοθετικού καθεστώτος και εισάγεται ρητά ανάγκη διπλής αιτιολόγησης της επιλογής του επαχθέστερου μέτρου δικονομικού καταναγκασμού. Η ανάγκη ρητής, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας από την οποία θα προκύπτει με σαφήνεια η απροσφορότητα των περιοριστικών όρων θα προηγείται της αντίστοιχης αιτιολόγησης συνδρομής των προϋποθέσεων προσωρινής κράτησης. Έτσι, στο εξής θα πρέπει ρητά να αιτιολογείται για ποιο λόγο στη συγκεκριμένη περίπτωση η επιβολή περιοριστικών όρων δεν ήταν πρόσφορη για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 296 ΚΠΔ και στη συνέχεια να αιτιολογείται η διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων επιβολής προσωρινής κράτησης. 3. Αναδιατυπώνονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις επιβολής ή διατήρησης της προσωρινής κράτησης ως εξής: α) Ο κίνδυνος φυγής. Το αντικειμενικό μοντέλο διάγνωσης του κινδύνου φυγής (ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής) διατηρείται και εξορθολογίζεται, αφού η ανάγκη διαπίστωσης των συγκεκριμένων προϋποθέσεων συνδέεται πλέον ρητά με τη συναφή ανάγκη διαπίστωσης σκοπού φυγής του κατηγορουμένου. Η ανάγκη ρητής αιτιολόγησης του σκοπού φυγής του κατηγορουμένου το μεν υποδηλώνει ότι δεν αρκεί μόνο η διαπίστωση των λοιπών προϋποθέσεων για την επιβολή προσωρινής κράτησης, το δε είναι εναρμονισμένη με τους σκοπούς του άρθρου 296 ΚΠΔ. β) Ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων. Αναδιατυπώνεται και γίνεται αντικειμενικό το μοντέλο πιθανολόγησης του κινδύνου τέλεσης νέων εγκλημάτων. Συγκεκριμένα: αα) Είναι ακριβές ότι η ορθή κριτική που είχε ασκηθεί στο παρελθόν για τη χρήση του αξιολογικού και αόριστου όρου του «ιδιαίτερα επικίνδυνου δράστη» είχε οδηγήσει στη διατύπωση του κριτηρίου των «ειδικώς μνημονευόμενων πραγματικών περιστατικών της προηγούμενης ζωής του». Ήδη το κριτήριο αυτό αντικαθίσταται από μια σαφέστερη και ευχερώς αποδείξιμη προϋπόθεση: τη διαπίστωση «προηγούμενων αμετάκλητων καταδικών για κακούργημα». Έτσι, ως πραγματικά περιστατικά της προηγούμενης ζωής του δράστη δεν επιτρέπεται να αξιολογούνται συμπεριφορές αποκλίνουσες ή συγκλίνουσες σε κοινωνικά μοντέλα, ή συμπεριφορές προκύπτουσες έμμεσα από εγκληματολογικά δελτία ή άδηλα από αόριστες πληροφορίες, αλλά μόνο ειδικά περιστατικά που έχουν ποινική απαξία και είναι πραγματικά (υπαρκτά στον εμπειρικό κόσμο), αφού αποτυπώνονται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου. Είναι σαφές ότι για την ορθή εφαρμογή του κριτηρίου δεν αρκεί μόνη η διαπίστωση των προηγούμενων αμετάκλητων καταδικών, αλλά, επιπλέον, απαιτείται να διαλαμβάνεται σε ειδική αιτιολογία η αξιοποίηση

των αιτιακών όρων, που απορρέουν από το ως άνω ποινικό παρελθόν, και δικαιολογούν την εγγύζουσα τη βεβαιότητα κρίση για τη συνέχιση της εγκληματικής συμπεριφοράς του στο μέλλον. ββ) Επαναλαμβάνεται η διατύπωση για το κριτήριο των «συγκεκριμένων χαρακτηριστικών» της αποδιδόμενης στον κατηγορούμενο πράξης καθώς και του κριτηρίου των «ιδιαίτερων» χαρακτηριστικών της, έτσι ώστε εμφατικά να τονιστεί ότι απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων στοιχείων που να προσδίδουν ιδιαιτερότητα στην πράξη. Το εύρος εφαρμογής του συγκεκριμένου κριτηρίου περιορίζεται πλέον μόνο στα πολύ σοβαρά κακουργήματα, δηλαδή εκείνα για τα οποία απειλείται στο νόμο ποινή ισόβιας κάθειρξης, πρόσκαιρης κάθειρξης (5 20 έτη) ή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών (10-20 έτη), ενώ ρητά αποκλείονται από τα κακουργήματα τα ηπιότερα, δηλαδή τα απειλούμενα με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης μέχρι δέκα ετών (5-10 έτη). 4. Αναδιατυπώνονται οι προϋποθέσεις επιβολής ή διατήρησης προσωρινής κράτησης στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή Προβλέπεται ρητά ότι πρόκειται για «εντελώς εξαιρετική» περίπτωση και εισάγεται ομοίως ανάγκη διπλής αιτιολογίας από την οποία θα προκύπτει και για ποιο λόγο κρίνεται ότι οι περιοριστικοί όροι δεν αρκούν και για ποιο λόγο κρίνεται αναγκαία η επιβολή προσωρινής κράτησης. Τέλος, προσδιορίζεται το αντικειμενικό κριτήριο της «υποψίας φυγής» σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου. Άρθρο 296 Κ.Π.Δ. Σκοπός των περιοριστικών όρων Άρθρο 296.- Ο σκοπός των περιοριστικών όρων είναι να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκαν θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης. Προτεινόμενη ρύθμιση: Το άρθρο 296 ΚΠΔ αντικαθίσταται ως εξής: Ο σκοπός των περιοριστικών όρων είναι να αποτραπεί ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων και να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκαν θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης. Αιτιολογική Έκθεση: Οι αναφερόμενοι στο άρθρο 296 ΚΠΔ σκοποί, για την επίτευξη των οποίων ήταν δυνατόν να διαταχθούν περιοριστικοί όροι, αφορούσαν μέχρι σήμερα αποκλειστικά την εξασφάλιση αφενός της παρουσίας του κατηγορουμένου (αυτοπρόσωπης ή μη) στην ποινική διαδικασία και αφετέρου της δυνατότητας εκτέλεσης της απόφασης. Έτσι, όμως, δημιουργείται η εντύπωση ότι οι σκοποί αυτοί δεν ταυτίζονται με τους αναγραφόμενους στο άρθρο 282 παρ. 3 ΚΠΔ σκοπούς της προσωρινής κράτησης, αφού στους τελευταίους ρητά συμπεριλαμβάνεται (σε ό,τι αφορά στα κακουργήματα) και ο εγκληματοπροληπτικός σκοπός της παρεμπόδισης νέων εγκλημάτων. Για το λόγο αυτό κρίνεται αναγκαία η αντικατάσταση του άρθρου 296 ΚΠΔ έτσι ώστε οι σκοποί των περιοριστικών όρων να ταυτίζονται με εκείνους που περιγράφονται στο άρθρο 282 παρ. 3 για τα κακουργήματα. Είναι προφανές ότι η προσθήκη αυτή δεν αφορά στην εντελώς εξαιρετική περίπτωση της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, αφού δεν μπορεί να γίνει λόγος για εγκληματοπροληπτικό σκοπό παρεμπόδισης νέων εγκλημάτων όταν το κρινόμενο έγκλημα είναι έγκλημα από αμέλεια.

Άρθρο 30 Χρήστες ναρκωτικών ουσιών που υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση Β. ΚΩΔΙΚΑΣ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ 1. Όσοι απέκτησαν την έξη της χρήσης ναρκωτικών και δεν μπορούν να την αποβάλουν με τις δικές τους δυνάμεις, υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση κατά τους όρους του νόμου αυτού. 2. Η συνδρομή ή μη των προϋποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου στο πρόσωπο κατηγορουμένου ή καταδίκου διαπιστώνεται από το δικαστήριο. Για το σκοπό αυτόν το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ψυχιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη και εργαστηριακή εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί αν πράγματι υπάρχει εξάρτηση, καθώς και το είδος και η έκταση αυτής κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στην παράγραφο 3. Η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται από τα ειδικά δημόσια κέντρα απεξάρτησης, από τις ψυχιατρικές κλινικές και τα εργαστήρια ιατροδικαστικής και τοξικολογίας των Α.Ε.Ι. της χώρας, τις ιατροδικαστικές υπηρεσίες, εφόσον διαθέτουν ειδικά εργαστήρια, ή από τα νομαρχιακά ή περιφερειακά νοσοκομεία που έχουν τη δυνατότητα να διεξαγάγουν τέτοια πραγματογνωμοσύνη με αντίστοιχες κλινικές και εργαστήρια. Πίνακας με τις υπηρεσίες που πληρούν τις προϋποθέσεις για την πραγματογνωμοσύνη διαβιβάζεται ανά έτος στον αρμόδιο εισαγγελέα με ευθύνη των Υπουργείων που τις εποπτεύουν. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται η ανάθεση πραγματογνωμοσύνης σε τρεις πραγματογνώμονες ιατρούς, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον ψυχίατρος, κατά προτίμηση κρατικούς λειτουργούς ή ορισμένους πραγματογνώμονες στον πίνακα πραγματογνωμόνων κατά το άρθρο 185 του Κ.Π.Δ.. Η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται σύμφωνα με τις διατυπώσεις που ορίζει κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης. "3. Ο ενεργών την προανάκριση ή κύρια ανάκριση διατάσσει υποχρεωτικά την άμεση διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, εάν υποβληθεί ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι είναι τοξικομανής (ουσιοεξαρτημένος) εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τη σύλληψη του ή κατά την αρχική απολογία του, ο οποίος καταχωρείται στην έκθεση σύλληψης, εξέτασης ή απολογίας. Στην περίπτωση που ο επ` αυτοφώρω συλληφθείς κατηγορούμενος υποβάλλει τον κατά τα άνω ισχυρισμό στον ενεργούντα την προανάκριση, αυτός μεριμνά για την άμεση λήψη δειγμάτων σωματικών υγρών (ούρων και αίματος) και τυχόν άλλου βιολογικού υλικού και για την αποστολή αυτών στα Εργαστήρια της Διεύθυνσης των Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας ή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας ή των δημόσιων νοσοκομείων ή στα Εργαστήρια των Α.Ε.Ι. της χώρας, προς εξέταση για τη διαπίστωση ύπαρξης στον οργανισμό του κατηγορουμένου τοξικών ουσιών ή φαρμάκων. Η λήψη των εν λόγω δειγμάτων σωματικών υγρών πραγματοποιείται από το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό του εφημερεύοντος δημόσιου νοσοκομείου της περιοχής, σύμφωνα με τις διατυπώσεις που ορίζονται από την προβλεπόμενη στην προηγούμενη παράγραφο κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης. Η λήψη αίματος του κατηγορουμένου προς εξέταση δεν γίνεται μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία σύμφωνα με ιατρική πιστοποίηση από δημόσιο νοσοκομείο υπάρχουν ειδικοί παθολογικοί λόγοι συνεπεία των οποίων θεωρείται επικίνδυνη για την υγεία και τη ζωή του. Οι πραγματογνώμονες εξετάζουν τον κατηγορούμενο αμέσως μόλις τους γνωστοποιηθεί η σχετική παραγγελία και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών, συντάσσουν δε και υποβάλλουν την έκθεση τους όσο το δυνατόν ταχύτερα, λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα της κατά τα άνω τοξικολογικής ανάλυσης των σωματικών υγρών και τυχόν άλλου βιολογικού υλικού. Αν οι πραγματογνώμονες αποφανθούν ότι υπάρχει εξάρτηση, πρέπει να

καθορίσουν και το είδος της (σωματική ή ψυχική) και αν είναι δυνατόν το βαθμό της, το συνήθως χρησιμοποιούμενο ναρκωτικό (εξαρτησιογόνο), την ημερήσια δόση, την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή και, αν τους ζητείται ειδικώς με την παραγγελία, την επίδραση της εξάρτησης στον καταλογισμό." 4. Δράστης, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, αν είναι υπαίτιος τέλεσης: α. Της πράξης του άρθρου 29 παρ. 1 παραμένει ατιμώρητος και εφαρμόζονται σε αυτόν οι διατάξεις του άρθρου 32. β. Των πράξεων του άρθρου 20 παρ. 1 περιπτώσεις β`, στ`, ζ`, η`, ι` και ιβ` τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή πεντακοσίων ενενήντα (590) έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ και αν συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή επιβαρυντική περίσταση "των άρθρων 23 και 23Α" τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή οκτακοσίων ογδόντα (880) έως εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. γ. Των πράξεων των άρθρων 20 παρ. 1 περιπτώσεις α`, γ`, δ`, ε`, θ`, ια`, ιγ` ή 22 τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή πεντακοσίων ενενήντα (590) έως είκοσι εννέα χιλιάδων (29.000) ευρώ και αν συντρέχει διακεκριμένη περίπτωση του άρθρου 21 ή επιβαρυντική περίσταση "των άρθρων 23 και 23Α" τιμωρείται με πρόσκαιρη κάθειρξη και χρηματική ποινή χιλίων πεντακοσίων (1.500) έως διακοσίων ενενήντα χιλιάδων (290.000) ευρώ. 5. Των ευεργετικών διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου και των παραγράφων 1, 6 και 11 του άρθρου 31 απολαμβάνουν, εκτός από εκείνους που θα ακολουθήσουν εγκεκριμένο θεραπευτικό πρόγραμμα της ημεδαπής, και όσοι απέκτησαν την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών με την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αλλά αποδεδειγμένα την απέκτησαν και την απέβαλαν υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) η απόκτηση της έξης της χρήσης ναρκωτικών ουσιών σε χρόνο προγενέστερο της πράξης πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο από εργαστηριακές εξετάσεις, εκθέσεις ή βεβαιώσεις προερχόμενες από επιστημονικό διευθυντή δημόσιου νοσοκομείου της ημεδαπής ή χώρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή αναγνωρισμένων από τις αρμόδιες αρχές θεραπευτικών Προγραμμάτων της ημεδαπής ή χώρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και β) η εντελής απεξάρτηση να αποδεικνύεται με βεβαίωση αναγνωρισμένης κατά νόμο θεραπευτικής κοινότητας που λειτουργεί νομότυπα στα πλαίσια των θεραπευτικών προγραμμάτων του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η βεβαίωση δίνεται ύστερα από προηγούμενη παρακολούθηση εγκεκριμένου κατά νόμο θεραπευτικού προγράμματος σωματικής και ψυχικής απεξάρτησης για διάστημα έξι (6) τουλάχιστον μηνών. Σε περίπτωση που δεν προσκομιστεί αυτή η βεβαίωση, αλλά αποδέχεται ο κατηγορούμενος την εισαγωγή του, διατάσσεται υποχρεωτικά από το δικαστήριο η εισαγωγή του αιτουμένου την εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων σε θεραπευτική κοινότητα του προηγούμενου εδαφίου. Απαιτείται επίσης να προσκομιστεί πιστοποιητικό ότι ο κατηγορούμενος δεν διώκεται για αξιόποινες πράξεις που τυχόν διέπραξε στο διάστημα της επικαλούμενης θεραπείας μέχρι την εκδίκαση του αδικήματος με αφορμή το οποίο ζητεί την εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων που έχουν σχέση με τα ναρκωτικά και την εξασφάλιση μέσων για την προμήθειά τους. Προτεινόμενη ρύθμιση: Στο άρθρο 30 του ν. 3459/2006 προστίθεται παράγραφος 6, η οποία έχει ως εξής:

6. Ο κατά νόμο ποινικός χαρακτήρας των πράξεων που τελέστηκαν από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1, κρίνεται με βάση την απειλούμενη στις παραγράφους 4 στοιχ. β και γ ποινή. Αιτιολογική Έκθεση: Με τη συγκεκριμένη διάταξη ορίζεται ότι ο χαρακτηρισμός της πράξης που τελέστηκε από δράστη, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 (εξαρτημένος χρήστης), σύμφωνα με την τριμερή διάκριση που ακολουθεί ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας, κρίνεται με βάση το ανώτερο όριο της ποινής που απειλεί ο νόμος. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εναρμονίζεται με την πρόβλεψη του άρθρου 19 εδαφ. α του ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν μια πράξη που εκδικάστηκε είναι κακούργημα ή πλημμέλημα, κρίνεται με βάση τη βαρύτερη ποινή που καθορίζεται από το νόμο γι αυτή την πράξη και όχι με βάση την τυχόν ελαφρότερη ποινή που επέβαλε ο δικαστής λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων (άρθρο 84) ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο μείωσης της ποινής σύμφωνα με το άρθρο 83». Έτσι, επιλύεται πλέον νομοθετικά το ζήτημα που δημιουργήθηκε σε σχέση με τον ποινικό χαρακτήρα των πράξεων που τελέστηκαν από εξαρτημένο χρήση και απειλούνται στο νόμο με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους, το οποίο απασχόλησε έντονα τόσο τη θεωρία όσο και τη νομολογία. Άρθρο 40 Εκτιση ποινών εμπόρων ναρκωτικών "Οσοι καταδικάζονται σε ποινή κάθειρξης για παράβαση του παρόντος Κεφαλαίου υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23Α του παρόντος μπορούν να απολυθούν, υπό τον όρο της ανάκλησης, εφόσον έχουν εκτίσει προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη τα τέσσερα πέμπτα (4/5) της ποινής τους και προκειμένου για ισόβια κάθειρξη τουλάχιστον είκοσι πέντε (25) έτη." Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 105 του Π.Κ. δεν εφαρμόζονται. Στον κατά το πρώτο εδάφιο κατάδικο δεν μπορεί να χορηγηθεί η υπό όρο απόλυση, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα, προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη, ίσο με τα δύο τρίτα (2/3) της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, είκοσι (20) ετών. Προτεινόμενη τροποποίηση: Άρθρο 40 Έκτιση ποινών εμπόρων ναρκωτικών Όσοι καταδικάσθηκαν, υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23 Α του παρόντος, σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης εφόσον έχουν εκτίσει τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 επ. ΠΚ. Αιτιολογική Έκθεση: 1. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη είχε δημιουργήσει μια διαφορετική κατηγορία καταδίκων, η οποία είχε σημείο αναφοράς το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και όχι το ύψος της ποινής που τους είχε επιβληθεί. Ήταν, ωστόσο, φανερό ότι το είδος του εγκλήματος για το οποίο είχαν καταδικαστεί και η συναφής βαρύτητά του είχαν ήδη κριθεί από το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της επιμέτρησης της ποινής (άρθρο 79 ΠΚ) που είχε επιβληθεί στον κατηγορούμενο. Το δικαστήριο επιβάλλοντας ποινή για οποιοδήποτε είδος εγκλήματος, λαμβάνει υπόψη του, κατά νόμο, και τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεστεί και την προσωπικότητα του δράστη. Με εξαίρεση την περίπτωση των τρομοκρατικών πράξεων (άρθρο 187 Α παρ. 1. ΠΚ) για κανένα έγκλημα δεν υπάρχει μετά από τα στάδιο αυτό διαφοροποίηση ως προς τις προϋποθέσεις της απόλυσης υπό όρο ακόμη και όταν αυτό είναι πολύ σοβαρό και η ποινή που έχει επιβληθεί στο δράστη είναι ιδιαίτερα υψηλή. Έτσι, για παράδειγμα, στον κανόνα του άρθρου 105 ΠΚ υπάγονται και οι περιπτώσεις ανθρωποκτονίας

από πρόθεση, εγκληματικής οργάνωσης, ομαδικού βιασμού, αποπλάνησης παιδιών, σωματεμπορίας, παιδικής πορνογραφίας κατ επάγγελμα κ.λπ. Είναι δηλαδή φανερό ότι τη βαρύτητα του εγκλήματος προσδιορίζει η απειλούμενη στο νόμο ποινή, ενώ η βαρύτητα της ποινής που θα εκτιθεί προσδιορίζεται από την απόφαση του δικαστηρίου, τόσο ως προς το είδος της ποινής που επέβαλε όσο και ως προς τη χρονική της διάρκεια. 2. Παράλληλα, σε σχέση με τη νομοθεσία για τα ναρκωτικά, από την αρχή επισημάνθηκε στη θεωρία ότι η διαμόρφωση κρατουμένων πολλαπλών ταχυτήτων εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα, έμμεσα αλλά με σαφήνεια αναιρεί την κυρωτική ισότητα που η ίδια η εκτιόμενη ποινή θεμελιώνει, εκ του είδους της και της χρονικής της διάρκειας. Εξάλλου, επισημάνθηκε και η -προκληθείσα με την διάταξη που καταργείται- λειτουργική παραμόρφωση του θεσμού της απόλυσης υπό όρο, αφού τα μεγέθη της ειδικής πρόληψης και της αρχής της ενοχής που έπρεπε να τον νοηματοδοτούν είχαν δώσει τη θέση τους σε μια γενικοπροληπτική χρησιμοποίηση των καταδίκων ως μέσου αποτροπής της τελέσεως νέων εγκλημάτων (βλ. Μαργαρίτη, Ναρκωτικά: Απόλυση υπό όρο, Δογματικές επισημάνσεις Νομολογιακές καταγραφές, Παύλου, Το ειδικό καθεστώς υφ όρον απολύσεως και εν γένει εκτίσεως των ποινών για ναρκωτικά του άρθρου 19 Α Ν. 1729/1987, ΠοινΧρον 2001, σελ. 1065 επ.). Είναι, τέλος, σαφές ότι όταν ο κατηγορούμενος χρησιμοποιείται με τη μορφή εκφοβιστικού παραδείγματος για πολλούς άλλους, η μεταχείρισή του τον υποβιβάζει σε απλό μέσο για τη συνέτιση των άλλων πολιτών και, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν αναιρούσε ολοκληρωτικά τη δυνατότητα απόλυσης υπό όρο, ο πρόδηλος γενικοπροληπτικός χαρακτήρας της μπορεί να μην παραβίαζε τυπικά την αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, αλλά πλησίαζε την ουσιαστική παραβίασή της. Με την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης επανερχόμαστε σε ενιαίο κανονιστικό πλαίσιο για τους δράστες όλων των εγκλημάτων και τούτο το κανονιστικό πλαίσιο είναι συστηματικά ενταγμένο στον Ποινικό Κώδικα. Έτσι, απόλυση υπό όρο για όλους τους καταδικασθέντες για παράβαση του νόμου 3459/2006 είναι δυνατή με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 επ. του ΠΚ, δηλαδή με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για όλους τους καταδικασθέντες ανεξάρτητα από το είδος του εγκλήματος που τέλεσαν. 3. Μοναδική εξαίρεση, από το σύστημα απόλυσης υπό όρο των άρθρων 105 επ. ΠΚ, στη νέα ρύθμιση παραμένει η περίπτωση καταδίκης για ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις εμπορίας ναρκωτικών (μεγαλέμποροι), για τις οποίες το δικαστήριο επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Η εξαίρεση αυτή εναρμονίζεται με την εξαίρεση του άρθρου 187 α ΠΚ σύμφωνα με την οποία «αν επιβληθεί η ποινή της ισόβιας κάθειρξης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 μέχρι 110, εφόσον ο καταδικασθείς έχει εκτίσει ποινή είκοσι πέντε ετών» Άρθρο 42 Προδικασία - Αρμοδιότητες 1. Για την εκδίκαση των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 20, 21, 22 παρ. 1 και 4, 23, 24 παρ. 2, 25 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο και 37 παρ. 2 αρμόδιο είναι το τριμελές εφετείο. Η εκδίκαση των υποθέσεων γίνεται σε ιδιαίτερες δικασίμους κατά τις οποίες προσδιορίζονται μόνο υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα, τα οποία προβλέπονται στο Κεφάλαιο Δ`. Για την εκδίκαση των υποθέσεων αυτών τα ποινικά εφετεία μπορεί να συνεδριάζουν και κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών. 2. Για τα εγκλήματα που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Δ`: α) Η ανάκριση στις πόλεις Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης διεξάγεται από ανακριτές στους οποίους ανατίθεται αποκλειστικά η ανάκριση μόνο αυτών των εγκλημάτων. β) Κατά τη διάρκεια της προδικασίας, εφόσον διατάχθηκε η προσωρινή κράτηση κατηγορουμένου για κακούργημα, δεν επιτρέπεται αίτηση του κρατουμένου για την άρση ή αντικατάστασή της με περιοριστικούς όρους πριν παρέλθει χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την έναρξη της προσωρινής κράτησης. Αν απορριφθεί αίτηση για άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης, νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί μόνο έναν (1) μήνα μετά την απόρριψη της προηγούμενης.

γ) Μόλις περατωθεί η ανάκριση, η δικογραφία υποβάλλεται από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος αν κρίνει ότι προκύπτουν ενδείξεις και ότι δεν πρέπει να την επιστρέψει για να συμπληρωθεί, εισάγει, εφόσον συμφωνεί και ο πρόεδρος εφετών, την υπόθεση στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, κατά της οποίας δεν επιτρέπεται προσφυγή. Αν ο εισαγγελέας εφετών κρίνει ότι δεν συντρέχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, εισάγει την υπόθεση με πρότασή του στο συμβούλιο εφετών, που αποφασίζει σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 309-315 του Κ.Π.Δ.. Αν κρίνει ότι οι πράξεις έχουν χαρακτήρα πλημμελήματος, αποφαίνεται σχετικώς με αιτιολογημένη διάταξη και με παραγγελία του προς τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών εισάγεται η υπόθεση από τον τελευταίο στο συμβούλιο πλημμελειοδικών. δ) Σε περίπτωση αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο μπορεί, μεταξύ των όρων, να συμπεριλάβει και την παρακολούθηση θεραπευτικού προγράμματος συντήρησης και απεξάρτησης του αιτούντος, εφόσον έχει γίνει δεκτός από εγκεκριμένο προς τούτο φορέα. 3. Σε περίπτωση εισαγωγής με απευθείας κλήση, για τη διάρκεια της ισχύος του εντάλματος σύλληψης και για τη διάρκεια της προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου αποφαίνεται με διάταξή του, κατά της οποίας δε χωρεί προσφυγή, ο πρόεδρος εφετών. Για την άρση ή την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης με άλλο όρο, αποφαίνεται το συμβούλιο εφετών. Αν διατάχθηκε η διατήρηση της ισχύος εντάλματος σύλληψης, ο εισαγγελέας εφετών με διάταξή του, της οποίας δεν απαιτείται τοιχοκόλληση, διατάσσει την αναστολή της διαδικασίας που διεξάγεται στο ακροατήριο ως προς τον κατηγορούμενο που φυγοδικεί, μέχρι να προσέλθει ή να συλληφθεί 4. Σε περίπτωση περισσότερων κατηγορουμένων, το συμβούλιο είναι αρμόδιο να αποφανθεί για ποιους δεν προκύπτουν ενδείξεις και για ποιους πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη ή να παύσει η ποινική δίωξη ή να χωριστεί ως προς αυτούς η υπόθεση. Αν για μερικούς από τους κατηγορουμένους δεν περατώθηκε η ανάκριση και προβλέπεται ότι η περάτωσή της θα καθυστερήσει, ο ανακριτής, με διάταξή του που δεν υπόκειται σε προσφυγή, μπορεί να διατάσσει το χωρισμό ως προς αυτούς και συνεχίζει την ανάκριση για τους λοιπούς κατηγορουμένους. 5. Για τις παραβάσεις του νόμου αυτού ο ανακριτής μπορεί να μεταβαίνει και να ενεργεί ανακριτικές πράξεις και έξω από την έδρα του ή και σε άλλη δικαστική περιφέρεια μετά προηγούμενη ενημέρωση του εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή εφετών αντίστοιχα. "6. Οι ελληνικές δικαστικές αρχές έχουν δικαιοδοσία να επιλαμβάνονται των αξιόποινων πράξεων του παρόντος Κώδικα ακόμη και όταν αυτές έχουν τελεσθεί στην αλλοδαπή, από Ελληνες υπηκόους, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 123 Κ.Π.Δ.. 7. Οι ελληνικές δικαστικές αρχές του τόπου της έδρας ή της πραγματικής εγκαταστάσεως του νομικού προσώπου προς όφελος του οποίου διαπράχθησαν αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στον παρόντα Κώδικα, έχουν δικαιοδοσία και αρμοδιότητα διώξεως και εκδικάσεως των πράξεων αυτών." Προτεινόμενη ρύθμιση: Το άρθρο 42 παρ. 2 εδάφ. Β του Ν. 3459/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

β) Η κρίση για την επιβολή ή συνέχιση προσωρινής κράτησης πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει αν ο κατηγορούμενος είναι εξαρτημένος. Αιτιολογική Έκθεση: Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση επιτυγχάνονται δύο ζητήματα: Πρώτον, καταργείται ο χρονικός περιορισμός, σύμφωνα με τον οποίο δεν επιτρεπόταν αίτηση του κρατουμένου για την άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής του κράτησης με περιοριστικούς όρους πριν παρέλθει χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την έναρξη της προσωρινής κράτησης, ενώ σε περίπτωση απόρριψής της νέα αίτηση μπορούσε να υποβληθεί έναν (1) μήνα μετά την απόρριψη της προηγούμενης. Στο εξής εφαρμόζονται και εδώ οι ρυθμίσεις των άρθρων 282 επ. Κ.Π.Δ. Δεύτερον, προβλέπεται ρητά ότι για την επιβολή ή συνέχιση της προσωρινής κράτησης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, και επομένως θα πρέπει να υπάρχει ειδική αιτιολογία, των στοιχείων από τα οποία προκύπτει αν ο κατηγορούμενος είναι εξαρτημένος. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εναρμονίζεται με την αντικατάσταση των άρθρων 282 παρ. 3 και 296 ΚΠΔ καθώς και με την προσθήκη της παραγράφου 6 του άρθρου 30 του Ν. 3459/2006. Γ. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ «1. Η στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία έχει καταγνωσθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, εφόσον δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της πενταετούς κάθειρξης, μετατρέπεται, με αίτηση του καταδικασθέντος, σε χρηματική. Η αίτηση μετατροπής υποβάλλεται παραδεκτά εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στο δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση και γίνεται δεκτή εκτός εάν, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, το δικαστήριο κρίνει, από την εν γένει συμπεριφορά του καταδικασθέντος, τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητά του, ότι η μετατροπή δεν αρκεί για να αποτρέψει τον δράστη από την τέλεση άλλων, ανάλογης βαρύτητας, αξιόποινων πράξεων. Οι ως άνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τα εγκλήματα που προβλέπονται στην παράγραφο 11 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και για τις ήδη συγχωνευθείσες ποινές, από τις οποίες η βαρύτερη δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη κατά τα ανωτέρω. Η προθεσμία για την άσκηση τυχόν προβλεπομένων κατά της καταδικαστικής αποφάσεως ενδίκων μέσων αναστέλλεται κατά το διάστημα από της υποβολής της ανωτέρω αιτήσεως μέχρι της εκδόσεως αποφάσεως του δικαστηρίου περί της μετατροπής ή μη της ποινής. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, το τυχόν ένδικο μέσο κατά της καταδικαστικής αποφάσεως θεωρείται ως μη ασκηθέν. 2. Το ποσό της μετατροπής καθορίζεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, αφού ληφθεί υπόψη η οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου. Το ελάχιστο ποσό της κατά την προηγούμενη παράγραφο μετατροπής ορίζεται, για κάθε ημέρα φυλάκισης, σε τρία (3) ευρώ. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα και της 50492/2008 (ΦΕΚ 1112 Β') κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης. 3. Η κατά τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων μετατραπείσα περιοριστική της ελευθερίας ποινή, που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη φυλάκισης, μπορεί να μετατρέπεται περαιτέρω, με την ίδια ή μεταγενέστερη απόφαση του δικαστηρίου που αποφάσισε τη μετατροπή, σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, αν το ζητεί ή το αποδέχεται εκείνος που καταδικάσθηκε και εφόσον η παροχή τέτοιας εργασίας από τον συγκεκριμένο καταδικασμένο είναι εφικτή. Εάν ο κατάδικος που παρέχει κοινωφελή εργασία έχει εκτίσει με τον τρόπο αυτό τα τρία πέμπτα της ποινής του, μπορεί να τύχει απόλυσης υπό όρο κατ εφαρμογή του άρθρου 105 επ. ΠΚ».

Αιτιολογική Έκθεση: 1. Στο πρόσφατο παρελθόν δύο φορές έγινε προσπάθεια άμεσης αποσυμφόρησης των φυλακών. Η πρώτη με το Ν. 3727/18.12.2008 και η δεύτερη με το Ν. 3772/10.7.2009. Η περιγραφική αστοχία της πρώτης προσπάθειας (βλ. υπό κεφάλαιο Γ, άρθρο 16) αντί να επιλύσει προβλήματα δημιούργησε ένα σοβαρό ζήτημα που αφορούσε στους ανθρώπους που είχαν καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης πέντε ετών, αφού στην οικεία ρύθμιση δεν διευκρινιζόταν αν στην περιοριστική της ελευθερίας ποινή, η οποία δεν υπερέβαινε τα πέντε έτη, υπαγόταν και η κάθειρξη των πέντε ετών. Την παραπάνω αστοχία επιχείρησε να διορθώσει ο επόμενος νόμος (βλ. υπό κεφάλαιο Β, άρθρο 14) κάνοντας ρητά μνεία και για την πενταετή κάθειρξη και αντικαθιστώντας την 10.7.2009 την αντίστοιχη διάταξη του προηγούμενου νόμου από τότε που η τελευταία είχε ισχύσει, δηλαδή από 18.12.2008 (άρθρο 14 ν. 3772/2009: «το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3727/2008, αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής»). Το πρακτικό αποτέλεσμα της χορήγησης προθεσμίας εννέα μηνών, τον μήνα Ιούλιο του 2009, με προσδιορισμένη αφετηρία μέτρησης της συγκεκριμένης προθεσμίας τον μήνα Δεκέμβριο του 2008, δηλαδή χορήγησης προθεσμίας που είχε αρχίσει επτά μήνες πριν από τη δημοσίευση του νόμου που έδιδε τη συγκεκριμένη προθεσμία, γίνεται εύκολα αντιληπτό. Με τον τρόπο αυτό κατάδικοι των οποίων η σχετική αίτηση είχε απορριφθεί κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, οπότε είχε επικρατήσει η άποψη ότι η πενταετής κάθειρξη δεν υπαγόταν στις περιπτώσεις του άρθρου 16 του ν. 3727/2008, διαπίστωσαν τον μήνα Ιούλιο του 2009 ότι κακώς είχε ήδη απορριφθεί η αίτησή τους (αφού φερόταν ότι ίσχυε κατά το στάδιο της απόρριψης της αίτησής τους νόμος, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν ίσχυε στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα), ενώ, παράλληλα, και ο χρόνος έκδοσης του νεότερου νόμου είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί από τους καταδίκους που επιθυμούσαν να κάνουν χρήση του σχετικού ευεργετήματος να απωλέσουν τη σχετική προθεσμία, αφού δεν ήταν δυνατόν να αντιληφθούν ούτε ότι ένας νόμος που εκδόθηκε το μήνα Ιούλιο του 2009 φερόταν ότι ίσχυε, ως προς τις προθεσμίες που έθετε, από το μήνα Δεκέμβριο του 2008 ούτε ότι ένας νόμος που έκανε λόγο για εννέα μήνες στην πραγματικότητα έδιδε δύο μήνες προθεσμίας. Για το λόγο αυτό δίνεται για τελευταία φορά -και για μία μόνο φορά-, η δυνατότητα μετατροπής όλων των ποινών που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της πενταετούς κάθειρξης, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση εντός δύο μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου, ανεξάρτητα από το πότε θα προσδιοριστεί το δικαστήριο που θα κρίνει τη σχετική αίτηση και ανεξάρτητα από το πότε θα εκδικαστεί τελικά η αίτηση αυτή. 2. Επειδή, ωστόσο, είναι σαφές ότι το μέτρο θα αδικούσε εκείνους από τους καταδικασμένους, οι οποίοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταβάλλουν το ποσό της μετατροπής της ποινής τους, προβλέπεται ρητά, ειδικά για την περίπτωση που η μετατραπείσα με τη συγκεκριμένη διαδικασία ποινή δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη φυλάκισης, ότι οι τελευταίοι μπορούν με αίτησή τους να μετατρέψουν περαιτέρω, την μετατραπείσα σε χρήμα ποινή τους, σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας. Προβλέπεται, εξάλλου, για πρώτη φορά η δυνατότητα απόλυσης υπό όρο και στην περίπτωση της μετατροπής της ποινής σε ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, αφού έχει παρατηρηθεί ότι ένας από τους λόγους που οι κατάδικοι δεν επιθυμούν να υπαχθούν σε καθεστώς ποινής παροχής κοινωφελούς εργασίας είναι ότι, παρά το γεγονός ότι η τελευταία εκτίεται σε καθεστώς ελευθερίας, η ποινή τους εκτίεται ολόκληρη. Το ότι η πραγματική έκτιση της στερητικής της ελευθερίας ποινής στην πραγματικότητα μπορεί να οδηγήσει τους καταδίκους, εξαιτίας της απόλυσης υπό όρο στα 2/5/ της ποινής τους, σε συντομότερο χρονικό διάστημα σε καθεστώς ελευθερίας, θα προσεχθεί στο πλαίσιο μιας συνολικής αναμόρφωσης του θεσμού της «ποινής παροχής κοινωφελούς εργασίας», η οποία επιίκειται, έτσι ώστε πραγματικά να δοθούν κίνητρα επιλογής στους καταδικασθέντες σε μικρές ποινές φυλάκισης.