EL Κωδικοποιηµένο ΚΕΙΜΕΝΟ παραγ µενο απ το σ στηµα CONSLEG της Υπηρεσίας Επισήµων Εκδ σεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων CONSLEG: 1999R2157 24/06/2001 Αριθµ ς σελίδων: 10 < Υπηρεσία Επισήµων Εκδ σεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 1 Το έγγραφο αυτ συνιστά βοήθηµα τεκµηρίωσης και δεν δεσµε ει τα κοινοτικά ργανα "B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 23ης Σεπτεµβρίου 1999 σχετικά µε τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την επιβολή κυρώσεων (ΕΚΤ/1999/4) (ΕΕ L 264 της 12.10.1999, σ. 21) Τροποποιείται απ : Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. σελίδα ηµεροµηνία "M1 Κανονισµ ς (ΕΚ) αριθ. 985/2001της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 10ης Μα ου 2001 L 137 24 19.5.2001
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 2 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣΤΡΑΠΕΖΑΣ της 23ης Σεπτεµβρίου 1999 σχετικά µε τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την επιβολή κυρώσεων (ΕΚΤ/1999/4) ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝ- ΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, Έχοντας υπ ψη τη συνθήκη περί ιδρ σεως της Ευρωπαϊκής Κοιν τητας (εφεξής καλο µενη «συνθήκη»), και ιδίως το άρθρο 110 παράγραφος 3 το καταστατικ του Ευρωπαϊκο Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής καλο µενο «καταστατικ», και ιδίως τα άρθρα 34.3 και 19.1, καθώς και τον κανονισµ (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συµβουλίου, της 23ης Νοεµβρίου 1998, σχετικά µε τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων ( 1 ) (εφεξής καλο µενο «κανονισµ ς του Συµβουλίου»), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 2, Εκτιµώντας: (1) τι, σ µφωνα µε το άρθρο 34.3 του καταστατικο, σε συνδυασµ µε το άρθρο 43.1του καταστατικο, την παράγραφο 8 του πρωτοκ λλου αριθ. 25 σχετικά µε ορισµένες διατάξεις που αφορο ν το Ηνωµένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας και την παράγραφο 2 του πρωτοκ λλου αριθ. 26 σχετικά µε ορισµένες διατάξεις που αφορο ν τη ανία, ο παρών κανονισµ ς δεν παρέχει κανένα δικαίωµα και δεν επιβάλλει καµία υποχρέωση σε µη συµµετέχον κράτος µέλος. (2) τι ο κανονισµ ς του Συµβουλίου ορίζει τα ρια και τις προϋποθέσεις υπ τις οποίες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δικαιο ται να επιβάλλει πρ στιµα ή περιοδικές χρηµατικές ποινές σε επιχειρήσεις λ γω µη συµµ ρφωσης µε τις υποχρεώσεις που απορρέουν απ τους κανονισµο ς και τις αποφάσεις της. (3) τι το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισµο του Συµβουλίου παρέχει στην ΕΚΤ την κανονιστική εξουσία να καθορίζει τους ρους εφαρµογής των κυρώσεων σ µφωνα µε τον κανονισµ του Συµβουλίου. (4) τι άλλοι κανονισµοί του Συµβουλίου ή της ΕΚΤ µπορεί να προβλέπουν ειδικές κυρώσεις σε ειδικο ς τοµείς και να παραπέµπουν στον παρ ντα κανονισµ για τις αρχές και τις διαδικασίες που αφορο ν την επιβολή των εν λ γω κυρώσεων. (5) τι, κατά την εκτέλεση της διαδικασίας καθορισµο της εφαρµοστέας κ ρωσης, η ΕΚΤ πρέπει να εξασφαλίζει τη µεγαλ τερη δυνατή τήρηση των δικαιωµάτων υπεράσπισης των τρίτων µερών, σ µφωνα µε τις γενικές αρχές του δικαίου και τη σχετική νοµολογία του ικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ιδιαίτερα την υπάρχουσα νοµολογία σον αφορά τις εξουσίες διερε νησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον τοµέα του ανταγωνισµο. (6) τι δεν υπάρχουν νοµικά κωλ µατα στις ανταλλαγές πληροφοριών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκο Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) σχετικά µε τον εντοπισµ παραβάσεων των κανονισµών καν των αποφάσεων της ΕΚΤ. ( 1 ) ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 3 (7) τι η αρχή «ne bis in idem» πρέπει να τηρείται σον αφορά την κίνηση διαδικασιών σε περίπτωση παραβάσεων. (8) τι οι καν νες που διέπουν τις εξουσίες της ΕΚΤ και της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας στο πλαίσιο της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, πρέπει να εξασφαλίζουν την αποτελεσµατική διεξαγωγή διεξοδικής εξέτασης της εικαζ µενης παράβασης και παράλληλα να προβλέπουν υψηλ επίπεδο προστασίας των δικαιωµάτων υπεράσπισης της ενδιαφερ µενης επιχείρησης, καθώς και τον εµπιστευτικ χαρακτήρα της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων. (9) τι µπορεί να χρειαστεί η συνδροµή των αρχών των κρατών µελών, προκειµιένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσµατική άσκηση των εξουσιών της ΕΚΤ και της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας για την εκτέλεση της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων. (10) τι η ενδιαφερ µενη επιχείρηση έχει το δικαίωµα να αναπτ ξει προφορικά τις απ ψεις της αφο ολοκληρωθεί το στάδιο διερε νησης της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, εφ σον αυτ πραγµατοποιείται, και αφο έχει λάβει τα αποτελέσµατα της διερε νησης σχετικά µε τα πραγµατικά περιστατικά και την κοινοποίηση των ενστάσεων. (11) τι η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων εκτελείται βάσει των αρχών του εµπιστευτικο χαρακτήρα και του επαγγελµατικο απορρήτου. τι ο εµπιστευτικ ς χαρακτήρας ή το επαγγελµατικ απ ρρητο δεν θίγουν τα δικαιώ- µατα υπεράσπισης της ενδιαφερ µενης επιχείρησης. (12) τι µία απ φαση σχετικά µε παράβαση µπορεί να υπ κειται σε περαιτέρω έλεγχο απ το διοικητικ συµβο λιο της ΕΚΤ. τι πρέπει να οριστο ν οι διαδικαστικές συνθήκες υπ τις οποίες θα πραγµατοποιείται ο εν λ γω περαιτέρω έλεγχος. (13) τι η ΕΚΤ, αποσκοπώντας στην ενίσχυση της διαφάνειας και της αποτελεσµατικ τητας των εξουσιών της για επιβολή κυρώσεων, δ ναται να αποφασίσει να δηµοσιε σει τις τελικές της αποφάσεις σχετικά µε τις κυρώσεις ή κάθε σχετική πληροφορία. τι, εν ψει των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των χρηµατοπιστωτικών αγορών, η δηµοσίευση µίας απ φασης για την επιβολή κ ρωσης είναι ένα εξαιρετικ µέτρο το οποίο λαµβάνει η ΕΚΤ µ νο αφο εξετάσει δε ντως τις περιστάσεις της συγκεκριµένης περίπτωσης, τις ενδεχ µενες επιπτώσεις µίας τέτοιας απ φασης στη φήµη της ενδιαφερ µενης επιχείρησης και τα ν µιµα επιχειρηµατικά συµφέροντα της τελευταίας. τι µία τέτοια απ φαση δηµοσίευσης πρέπει να τηρεί την αρχή της µη διακρίσεως και να εγγυάται την παροχή ίσων ρων. τι, στο πλαίσιο αυτ, είναι επιθυµητ να πραγµατοποιο νται διαβουλε σεις µε τις αρµ διες εποπτικές αρχές πριν απ τη λήψη απ φασης για δηµοσίεση. τι η δηµοσίευση µίας απ φασης για την επιβολή κ ρωσης δεν αποκαλ πτει, σε καµία περίπτωση, πληροφορίες εµπιστευτικο χαρακτήρα. (14) τι κάθε απ φαση που επιβάλλει χρηµατικές υποχρεώσεις πρέπει να εφαρµ ζεται σ µφωνα µε το άρθρο 256 της συνθήκης. τι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δ νανται να εξουσιοδοτο νται να λάβουν κάθε µέτρο που κρίνεται αναγκαίο για το σκοπ αυτ. (15) τι, προκειµένου να εξασφαλίζεται η χρηστή και αποτελεσµατική διαχείριση, κρίνεται σκ πιµο να προβλεφθεί απλοποιηµένη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων για την επιβολή κυρώσεων σον αφορά παραβάσεις ήσσονος σηµασίας. (16) τι ο παρών κανονισµ ς εφαρµ ζεται στην περίπτωση µη συµµ ρφωσης που προβλέπεται απ το άρθρο 7 παράγρα-
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 4 φος 1του κανονισµο (ΕΚ) αριθ. 2531/98 του Συµβουλίου, της 23ης Νοεµβρίου 1998, σχετικά µε την εφαρµογή ελάχιστων αποθεµατικών απ την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ( 1 ) (εφεξής καλο µενου «κανονισµ ς του Συµβουλίου για τα ελάχιστα αποθεµατικά») εντ ς των ορίων και υπ τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο ίδιο άρθρο 7 παράγραφος 2. τι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περίπτωσης µη συµµ ρφωσης µε τις υποχρεώσεις περί ελάχιστων αποθεµατικών, πως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1του κανονισµο του Συµβουλίου για τα ελάχιστα αποθεµατικά, δικαιολογο ν τη θέσπιση ειδικο νοµικο καθεστώτος που προβλέπει την εκτέλεση ταχείας διαδικασίας για την επιβολή κυρώσεων, χωρίς ταυτ χρονα να παραβιάζονται τα δικαιώµατα υπεράσπισης της ενδιαφερ µενης επιχείρησης. (17) τι η ΕΚΤ, κατά την άσκηση των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 7 του κανονισµο (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συµβουλίου, της 23ης Νοεµβρίου 1998, σχετικά µε τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών απ την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ( 2 ) ενεργεί σ µφωνα µε τον κανονισµ του Συµβουλίου και τον παρ ντα κανονισµ, ΕΞΕ ΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Ορισµοί Για τους σκοπο ς του παρ ντος κανονισµο, ο ρος «αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα» έχει την έννοια της εθνικής κεντρικής τράπεζας του κράτους µέλους στη δικαιοδοσία του οποίου εµπίπτει η εικαζ µενη παράβαση. Οι υπ λοιποι χρησιµοποιο µενοι ροι έχουν την ίδια έννοια µε αυτήν που ορίζεται στο άρθρο 1 του κανονισµο του Συµβουλίου. Άρθρο 2 Κίνηση της διαδικασίας σε περίπτωση παραβιάσεων 1. Κατά της ίδιας επιχείρησης και µε βάση τα ίδια πραγµατικά περιστατικά κινείται µία και µ νον διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων. Για το σκοπ αυτ, καµία απ φαση κίνησης ή χι διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων δεν λαµβάνεται απ την εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ ή απ την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, έως του ολοκληρωθεί η µεταξ τους ενηµέρωση και διαβο λευση. 2. Πριν ληφθεί απ φαση για την κίνηση διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, η ΕΚΤ ή/και η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα δ νανται να ζητο ν απ την ενδιαφερ µενη επιχείρηση κάθε πληροφορία σχετικά µε την εικαζ µενη παράβαση. 3. Η εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, έχουν το δικαίωµα, εάν ζητηθεί, µεταξ τους συνδροµής και συνεργασίας κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, διαβιβάζοντας ιδίως κάθε πληροφορία που µπορεί να κριθεί χρήσιµη. 4. Εκτ ς εάν συµφωνηθεί διαφορετικά µεταξ των ενδιαφερο- µένων µερών, κάθε επικοινωνία µεταξ της ΕΚΤ ή της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας, ανάλογα µε την περίπτωση, και της ενδιαφερ µενης επιχείρησης πραγµατοποιείται στην επίσηµη κοινοτική γλώσσα (ή σε µία απ τις επίσηµες κοινοτικές γλώσσες) του κράτους µέλους στη δικαιοδοσία του οποίου εµπίπτει η εικαζ µενη παράβαση. ( 1 ) ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 5 Άρθρο 3 Εξουσίες της ΕΚΤ και της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας 1. Οι εξουσίες που εκχωρεί ο κανονισµ ς του Συµβουλίου στην ΕΚΤ και στην αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα για τη διεξαγωγή διερε νησης, περιλαµβάνουν, για το σκοπ της συγκέντρωσης κάθε πληροφορίας που σχετίζεται µε την εικαζ µενη παράβαση, το δικαίωµα αναζήτησης στοιχείων και το δικαίωµα διεξαγωγής έρευνας χωρίς προηγο µενη κοινοποίηση στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση. 2. Οι υπάλληλοι της ΕΚΤ ή της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας, ανάλογα µε την περίπτωση, οι οποίοι είναι εξουσιοδοτηµένοι, σ µφωνα µε τους αντίστοιχους εσωτερικο ς κανονισµο ς, να διεξάγουν έρευνες στις εγκαταστάσεις της ενδιαφερ - µενης επιχείρησης, ασκο ν τις αρµοδι τητές τους κατ πιν επίδειξης επίσηµης έγγραφης άδειας που έχει εκδοθεί σ µφωνα µε τους εν λ γω εσωτερικο ς κανονισµο ς. 3. Σε κάθε αίτηµα που υποβάλλεται στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση µε βάση τις εξουσίες που έχουν εκχωρηθεί στην ΕΚΤ ή στην αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, προσδιορίζεται το αντικείµενο και ο σκοπ ς της εξέτασης. Άρθρο 4 Συνδροµή απ τις αρχές των κρατών µελών 1. Η συνδροµή των αρχών των κρατών µελών δ ναται να ζητηθεί απ την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, ως προληπτικ µέτρο. 2. Καµία αρχή κράτους µέλους δεν δ ναται να υποκαθιστά την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, σον αφορά την εκτίµηση της ανάγκης για διενέργεια εξέτασης. Άρθρο 5 Κοινοποίηση των ενστάσεων 1. Η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, κοινοποιεί γραπτώς στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση τα αποτελέσµατα των διεξαχθεισών διερευνήσεων ως προς τα πραγµατικά περιστατικά, καθώς και τις ενστάσεις που προβάλλονται κατά της ενδιαφερ µενης επιχείρησης, πριν ληφθεί οποιαδήποτε απ φαση για την επιβολή κ ρωσης. 2. Η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, κατά την κοινοποίηση των ενστάσεων, ορίζει προθεσµία εντ ς της οποίας η ενδιαφερ µενη επιχείρηση µπορεί να γνωστοποιήσει γραπτώς στην ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, τις απ ψεις της σχετικά µε τις προβληθείσες ενστάσεις, µε την επιφ λαξη της δυνατ τητας να αναπτ ξει τις απ ψεις αυτές στο πλαίσιο ακρ ασης, εάν αυτ ζητηθεί στις γραπτές της παρατηρήσεις. Η προθεσµία αυτή είναι τουλάχιστον 30 εργάσιµων ηµερών και αρχίζει να ισχ ει απ την ηµεροµηνία παραλαβής της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1ανωτέρω. 3. Έπειτα απ την απάντηση που λαµβάνει απ την ενδιαφερ - µενη επιχείρηση, η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, αποφασίζει εάν είναι αναγκαία η διεξαγωγή πρ σθετων διερευνήσεων, προκειµένου να διευκρινιστο ν άλλα εκκρεµή ζητήµατα. Μία συµπληρωµατική κοινοποίηση ενστάσεων, σ µφωνα µε την παράγραφο 1ανωτέρω, αποστέλλεται στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση µ νο εάν τα αποτελέσµατα της περαιτέρω διερε νησης της ΕΚΤ ή της αρµ διας
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 6 εθνικής κεντρικής τράπεζας, ανάλογα µε την περίπτωση, φέρουν στο φως νέα πραγµατικά περιστατικά σε βάρος της ενδιαφερ µενης επιχείρησης ή τροποποιο ν τα αποδεικτικά στοιχεία των αµφισβητο µενων παραβάσεων. 4. Η ΕΚΤ, στην απ φασή της να επιβάλει κ ρωση, λαµβάνει υπ ψη µ νον τις ενστάσεις που έχουν κοινοποιηθεί κατά τον τρ πο που περιγράφεται στην παράγραφο 1ανωτέρω και σχετικά µε τις οποίες έχει δοθεί στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση η ευκαιρία να γνωστοποιήσει τις απ ψεις της. Άρθρο 6 ικαιώµατα και υποχρεώσεις της ενδιαφερ µενης επιχείρησης 1. Η ενδιαφερ µενη επιχείρηση συνεργάζεται µε την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, κατά το στάδιο διερε νησης της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων. Η ενδιαφερ µενη επιχείρηση έχει συγκεκριµένα το δικαίωµα να υποβάλει κάθε έγγραφο, βιβλίο ή µητρώο, ή αντίγραφα ή αποσπάσµατα αυτών, και να παράσχει κάθε γραπτή ή προφορική εξήγηση. 2. Η παρακώλυση, η µη συµµ ρφωση ή η µη εκτέλεση απ την ενδιαφερ µενη επιχείρηση καθηκ ντων που επιβάλλει η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, κατά την άσκηση των εξουσιών της στο πλαίσιο της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων, δ νανται να συνιστο ν επαρκείς λ γους για την κίνηση διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων σ µφωνα µε τις διατάξεις του παρ ντος κανονισµο και να συνεπάγονται την επιβολή περιοδικών χρηµατικών ποινών. 3. Η ενδιαφερ µενη επιχείρηση έχει το δικαίωµα νοµίµου εκπροσώπησης καθ λη τη διάρκεια της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων. 4. Η ενδιαφερ µενη επιχείρηση, αφο ενηµερωθεί σ µφωνα µε το άρθρο 5 παράγραφος 1ανωτέρω, έχει το δικαίωµα πρ σβασης στα έγγραφα και στο λοιπ υλικ που έχει συγκεντρωθεί απ την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, που χρησιµοποιο νται ως βάση για την απ δειξη της εικαζ µενης παράβασης. 5. Εάν η ενδιαφερ µενη επιχείρηση ζητήσει στις γραπτές της παρατηρήσεις να αναπτ ξει τις απ ψεις της και κατά τη διάρκεια ακρ ασης, αυτ πραγµατοποιείται, στην καθορισµένη ηµεροµηνία, απ πρ σωπα που ορίζονται για το σκοπ αυτ απ την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση. Οι ακροάσεις πραγµατοποιο νται στις εγκαταστάσεις της ΕΚΤ ή της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας. Οι ακροάσεις δεν είναι δηµ σιες. Τα πρ σωπα εξετάζονται χωριστά ή παρουσία άλλων προσώπων τα οποία έχουν κληθεί να παραστο ν. Η ενδιαφερ µενη επιχείρηση δ ναται να προτείνει, σε λογικά πλαίσια, να προβεί η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, σε ακρ αση προσώπων που µπορο ν να επιβεβαιώσουν οποιαδήποτε πτυχή των γραπτών της παρατηρήσεων. 6. Τα ουσιώδη στοιχεία των δηλώσεων που γίνονται απ κάθε πρ σωπο που εξετάζεται καταγράφονται σε πρακτικά, τα οποία το πρ σωπο αυτ διαβάζει και εγκρίνει µ νο εφ σον το περιεχ µεν τους αφορά τις δηλώσεις του. 7. Πληροφορίες και αιτήσεις για παράσταση σε ακρ αση απ την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, ανάλογα µε την περίπτωση, διαβιβάζονται στους αποδέκτες µε συστηµένη επιστολή µε αποδεικτικ παραλαβής ή παραδίδονται ιδιοχείρως έναντι απ δειξης παραλαβής.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 7 Άρθρο 7 Εµπιστευτικ ς χαρακτήρας της διαδικασίας σε περίπτωση παραβάσεων 1. Η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων εκτελείται βάσει των αρχών του εµπιστευτικο χαρακτήρα και του επαγγελµατικο απορρήτου. 2. Με την επιφ λαξη του άρθρου 6 παράγραφος 4 ανωτέρω, η ενδιαφερ µενη επιχείρηση δεν έχει πρ σβαση σε έγγραφα ή σε άλλο υλικ της ΕΚΤ ή της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας που θεωρο νται εµπιστευτικά σε σχέση µε τρίτους ή την ΕΚΤ ή την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα. Στα ανωτέρω περιλαµβάνονται ιδίως έγγραφα ή άλλο υλικ που περιέχει πληροφορίες σχετικά µε τα επιχειρηµατικά συµφέροντα άλλων επιχειρήσεων, ή εσωτερικά έγγραφα της ΕΚΤ, της αρµ διας εθνικής κεντρικής τράπεζας, άλλων κοινοτικών οργάνων ή φορέων, ή άλλων εθνικών κεντρικών τραπεζών, πως σηµειώµατα, σχέδια εγγράφων και άλλα έγγραφα εργασίας. Άρθρο 8 Έλεγχος της απ φασης απ το διοικητικ συµβο λιο της ΕΚΤ 1. Το διοικητικ συµβο λιο της ΕΚΤ δ ναται να ζητεί απ την ενδιαφερ µενη επιχείρηση, την εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ ή/και την αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα να παράσχουν πρ σθετες πληροφορίες, προκειµένου να ελεγχθεί η απ φαση της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ. 2. Το διοικητικ συµβο λιο της ΕΚΤ ορίζει προθεσµία εντ ς της οποίας πρέπει να παρασχεθο ν οι πληροφορίες, η οποία είναι τουλάχιστον δέκα εργάσιµων ηµερών. Άρθρο 9 Εκτέλεση της απ φασης 1. Απ τη στιγµή που η απ φαση για την επιβολή κ ρωσης καθίσταται οριστική, το διοικητικ συµβο λιο της ΕΚΤ, έπειτα απ διαβουλε σεις µε τις αρµ διες εθνικές εποπτικές αρχές, δ ναται να αποφασίσει να δηµοσιε σει την απ φαση ή τις σχετικές πληροφορίες στην Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σε κάθε απ φαση δηµοσίευσης λαµβάνεται υπ ψη το ν µιµο συµφέρον της ενδιαφερ µενης επιχείρησης να προστατε ει τα επιχειρηµατικά της συµφέροντα, καθώς και κάθε άλλο ατοµικ συµφέρον. 2. Η απ φαση της ΕΚΤ προσδιορίζει τον τρ πο µε τον οποίο πρέπει να γίνει η πληρωµή του ποσο της κ ρωσης. 3. Η ΕΚΤ δ ναται να ζητεί απ την εθνική κεντρική τράπεζα του κράτους µέλους στη δικαιοδοσία του οποίου πρ κειται να εκτελεστεί η κ ρωση, να θεσπίσει λα τα απαραίτητα µέτρα για το σκοπ αυτ. 4. Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες υποβάλλουν αναφορά στην ΕΚΤ σχετικά µε την εκτέλεση της κ ρωσης.!m1 5. Η ενδιαφερ µενη εθνική κεντρική τράπεζα ή η ΕΚΤ, ανάλογα µε την περίπτωση, φυλάσσει κάθε πληροφορία σχετικά µε τον καθορισµ και την εκτέλεση της κ ρωσης σε αρχείο που τηρείται για πέντε τουλάχιστον έτη απ την ηµεροµηνία κατά την οποία η απ φαση για την επιβολή της κ ρωσης καθίσταται οριστική. Η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα διαβιβάζει στην ΕΚΤ αντίγραφα λων των πρωτοτ πων εγγράφων και υλικο σχετικά µε τη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων, τα οποία έχει στην κατοχή της.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 8 Άρθρο 10 Απλοποιηµένη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων ήσσονος σηµασίας 1. Στην περίπτωση παράβασης ήσσονος σηµασίας, η εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ δ ναται να αποφασίσει να εφαρµ σει απλοποιηµένη διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων. Η επιβαλλ µενη ποινή σ µφωνα µε τη διαδικασία αυτή δεν υπερβαίνει τα 25 000 ευρώ. 2. Η απλοποιηµένη διαδικασία συνίσταται στα εξής στάδια: α) η εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ κοινοποιεί στην ενδιαφερ - µενη επιχείρηση την εικαζ µενη παράβαση. β) η κοινοποίηση περιλαµβάνει λα τα πραγµατικά περιστατικά που συνιστο ν αποδεικτικά στοιχεία της εικαζ µενης παράβασης και την αντίστοιχη κ ρωση. γ) η κοινοποίηση ενηµερώνει την ενδιαφερ µενη επιχείρηση για το γεγον ς τι εφαρµ ζεται η απλοποιηµένη διαδικασία και για το δικαίωµά της να ασκήσει ένσταση κατά της διαδικασίας αυτής εντ ς δέκα εργάσιµων ηµερών απ την παραλαβή της κοινοποίησης, και δ) εάν η ένσταση ασκηθεί εντ ς της προθεσµίας που ορίζεται στο στοιχείο γ) ανωτέρω, θεωρείται τι κινείται η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων και αρχίζει, µε την εκπνοή της προθεσµίας που ορίζεται στο στοιχείο γ) ανωτέρω, η προθεσµία των 30 εργάσιµων ηµερών εντ ς της οποίας η ενδιαφερ µενη επιχείρηση δ ναται να ασκήσει το δικαίωµα να αναπτ ξει προφορικά τις απ ψεις της. Εάν δεν ασκηθεί ένσταση εντ ς της προθεσµίας που ορίζεται στο στοιχείο γ) ανωτέρω, η απ φαση της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ για την επιβολή κ ρωσης καθίσταται οριστική. 3. Το παρ ν άρθρο εφαρµ ζεται µε την επιφ λαξη της διαδικασίας που προβλέπεται στην περίπτωση µη συµµ ρφωσης µε τις απαιτήσεις περί ελάχιστων αποθεµατικών, πως ορίζεται στο άρθρο 11 του παρ ντος κανονισµο. Άρθρο 11 ιαδικασία σε περίπτωση µη συµµ ρφωσης µε τις απαιτήσεις περί ελάχιστων αποθεµατικών 1. Στην περίπτωση µη συµµ ρφωσης πως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1του κανονισµο του Συµβουλίου για τα ελάχιστα αποθεµατικά, το άρθρο 2 παράγραφοι 1και 3, τα άρθρα 3, 4 και 5 και το άρθρο 6, εξαιρουµένης της παραγράφου 3, του παρ ντος κανονισµο δεν εφαρµ ζονται. Η προθεσµία που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 µειώνεται σε πέντε εργάσιµες ηµέρες. 2. Η εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ δ ναται να καθορίζει και να δηµοσιοποιεί τα κριτήρια σ µφωνα µε τα οποία θα εφαρµ σει τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1του κανονισµο του Συµβουλίου για τα ελάχιστα αποθεµατικά. Αυτά τα κριτήρια δ νανται να δηµοσιε ονται µε ανακοίνωση στην Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 3. Προτο επιβληθεί οποιαδήποτε κ ρωση σ µφωνα µε το άρθρο 7 παράγραφος 1του κανονισµο του Συµβουλίου για τα ελάχιστα αποθεµατικά, η εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ ή, εξ ον µατος αυτής, η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα κοινοποιεί στην ενδιαφερ µενη επιχείρηση την εικαζ µενη µη συµµ ρφωση και την αντίστοιχη κ ρωση. Η κοινοποίηση περιέχει λα τα πραγµατικά περιστατικά που αφορο ν την εικαζ µενη µη συµµ ρφωση και ενηµερώνει επίσης την ενδιαφερ µενη επιχείρηση τι, εκτ ς εάν υποβάλει ενστάσεις, η κ ρωση θεωρείται τι επιβάλλεται µε απ φαση της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 9 4. Απ την παραλαβή της κοινοποίησης, η ενδιαφερ µενη επιχείρηση διαθέτει πέντε εργάσιµες ηµέρες προκειµένου: να αναγνωρίσει την εικαζ µενη µη συµµ ρφωση και να συµφωνήσει να καταβάλει το ποσ της επιβληθείσας κ ρωσης, οπ τε θεωρείται τι η διαδικασία σε περίπτωση παραβάσεων έχει ολοκληρωθεί, ή να υποβάλει οιαδήποτε γραπτή πληροφορία, εξήγηση ή ένσταση µπορεί να θεωρηθεί σηµαντική για τη λήψη απ φασης σχετικά µε την επιβολή ή χι της κ ρωσης. Η ενδιαφερ - µενη επιχείρηση δ ναται επίσης να επισυνάψει κάθε σχετικ έγγραφο ως απ δειξη του περιεχοµένου της απάντησής της. Η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολ γητη καθυστέρηση, το φάκελο στην εκτελεστική επιτροπή της ΕΚΤ, η οποία αποφασίζει στη συνέχεια εάν θα επιβάλει ή χι κυρώσεις. 5. Εάν δεν υποβληθο ν γραπτές ενστάσεις απ την ενδιαφερ - µενη επιχείρηση εντ ς της ορισθείσας προθεσµίας, θεωρείται τι η κ ρωση επιβάλλεται µε απ φαση της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ. Απ τη στιγµή που η απ φαση καθίσταται οριστική σ µφωνα µε τις διατάξεις του κανονισµο του Συµβουλίου, η ενδιαφερ µενη επιχείρηση επιβαρ νεται µε το ποσ της κ ρωσης που ορίζεται στην κοινοποίηση. 6. Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4, πρώτη περίπτωση και στην παράγραφο 5 ανωτέρω, η ΕΚΤ ή η αρµ δια εθνική κεντρική τράπεζα, εξ ον µατος της ΕΚΤ, ανάλογα µε την περίπτωση, ενηµερώνει γραπτώς τις αρµ διες εποπτικές αρχές. Άρθρο 12 Προθεσµίες 1. Με την επιφ λαξη του άρθρου 4 του κανονισµο του Συµβουλίου, οι προθεσµίες που προβλέπονται στον παρ ντα κανονισµ αρχίζουν να ισχ ουν απ την ηµέρα που έπεται της παραλαβής της κοινοποίησης ή της παράδοσής της ιδιοχείρως. Οποιαδήποτε κοινοποίηση απ την ενδιαφερ µενη επιχείρηση πρέπει να έχει παραληφθεί απ τον αποδέκτη ή να έχει αποσταλεί µε συστηµένη επιστολή πριν απ τη λήξη της σχετικής προθεσµίας. 2. Σε περίπτωση που η προθεσµία εκπνέει Σάββατο, Κυριακή ή αργία, παρατείνεται έως το τέλος της επ µενης εργάσιµης ηµέρας. 3. Για τους σκοπο ς του παρ ντος κανονισµο, οι αργίες για την ΕΚΤ είναι αυτές που καθορίζονται στο παράρτηµα του παρ ντος κανονισµο, ενώ οι αργίες που αφορο ν τις εθνικές κεντρικές τράπεζες είναι εκείνες που καθορίζονται απ τη νοµοθεσία του εκάστοτε κράτους µέλους, στο οποίο είναι εγκατεστηµένη η ενδιαφερ µενη επιχείρηση. Ο ρος «εργάσιµη ηµέρα» ερµηνε εται αναλ γως. Η ΕΚΤ ενηµερώνει το παράρτηµα του παρ ντος κανονισµο κάθε φορά που αυτ είναι απαραίτητο.
1999R2157 EL 24.06.2001 001.001 10 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (Ενδεικτικ ) Κατάλογος των αργιών ( πως αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 12) Η ΕΚΤ τηρεί τις παρακάτω αργίες: Πρωτοχρονιά Τρίτη της Τυροφάγου ( 1 2 ηµέρα) Μεγάλη Παρασκευή ευτέρα του Πάσχα Πρωτοµαγιά Επέτειος της διακήρυξης του Robert Schuman της Αναλήψεως της Πεντηκοστής της Αγίας ωρεάς (Corpus Christi) Επέτειος της ενοποίησης της Γερµανίας των Αγίων Πάντων Παραµονή Χριστουγέννων Χριστο γεννα ε τερη ηµέρα των Χριστουγέννων Παραµονή Πρωτοχρονιάς 1Ιανουαρίου 1Μα ου 9 Μα ου 3 Οκτωβρίου 1Νοεµβρίου 24 εκεµβρίου 25 εκεµβρίου 26 εκεµβρίου 31 εκεµβρίου