ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ Α1. Τι λοιπόν; Αυτό δεν είναι φυσικό, είπα εγώ, και αναγκαίο από όσα έχουν ειπωθεί προηγουμένως, ότι δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι και αυτοί που δε γνώρισαν την αλήθεια θα μπορούσαν ποτέ να κυβερνήσουν ικανοποιητικά μια πόλη, ούτε εκείνοι που αφήνονται να ασχολούνται με την παιδεία ως το τέλος της ζωής τους, οι πρώτοι γιατί δεν έχουν στη ζωή τους ένα συγκεκριμένο σκοπό στον οποίο στοχεύοντας πρέπει να κάνουν όλα όσα τυχόν κάνουν και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή τους, και οι δεύτεροι γιατί με τη θέλησή τους δε θα ασχοληθούν με πρακτικά ζητήματα, επειδή πιστεύουν ότι, ενώ ακόμη είναι ζωντανοί, έχουν εγκατασταθεί στα νησιά των μακάρων; - Αλήθεια είναι αυτά, είπε. - ικό μας λοιπόν έργο, είπα εγώ, των ιδρυτών της πολιτείας, είναι να εξαναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις να φτάσουν στο μάθημα, το οποίο πρωτύτερα είπαμε ότι είναι το σπουδαιότερο, να δουν δηλαδή το αγαθό και να ανεβούν εκείνη την ανηφορική οδό και, αφού ανεβούν και δουν ικανοποιητικά (το αγαθό), να μην τους επιτρέψουμε να κάνουν αυτό που τώρα επιτρέπεται. Β1. Η φράση ἐν παιδείᾳ αρχικά σήμαινε απλά την ανατροφή, τη διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού. Αργότερα παίρνει τη σημασία της γενικής καλλιέργειας του ανθρώπου. Στο Πλάτωνα όμως σημαίνει τη στροφή της ψυχής από το σκοτάδι της άγνοιας προς τη θέαση της αλήθειας. Βάση της παιδείας για τον Πλάτωνα είναι η μουσική (λογοτεχνία, τραγούδι, καλλιέργεια της καλλιτεχνικής ευαισθησίας) και η γυμναστική, ενώ παίδευση είναι η πορεία προς την παιδεία. Πρόκειται, λοιπόν, για μια γνωσιολογική επανάσταση την οποία επιφέρει ο Πλάτων με τις ποιητικές του μεταφορές ο φιλόσοφος, δηλαδή, απορρίπτει τη μέχρι τότε
διατυπούμενη άποψη ότι η παιδεία είναι η εισαγωγή της γνώσης σε μια απαίδευτη ψυχή σαν να ήθελε κάποιος να προσδώσει όραση σε τυφλούς οφθαλμούς. Αληθινή παιδεία για τον Πλάτωνα είναι η αφύπνιση των ικανοτήτων, οι οποίες ενυπάρχουν στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Έργο, λοιπόν, της παιδεύσεως είναι να ενεργοποιήσει την εσωτερική δύναμη του ανθρώπου και να τον στρέψει μαζί με όλη του την ψυχή από την αρχική του κατάσταση, δηλαδή από το σκότος, που είναι η απαιδευσία, στην περιοχή της φωτεινότητας ώστε να φτάσει στη θέαση των όντων, δηλαδή των ιδεών και της πιο λαμπρής ανάμεσα σ αυτές, της ιδέας του Αγαθού. Ο δρόμος όμως της αληθινής γνώσης, ο οποίος διαγράφεται σ αυτό το απόσπασμα, είναι ανηφορικός και επίπονος, γεγονός που αισθητοποιείται στο κείμενο με την επανάληψη ομμόριζων λέξεων του ρήματος ἀναβαίνω, ἀναβῆναι ἐκείνην την ἀνάβασιν. Πράγματι η ανάβαση είναι πάντα κοπιώδης και γίνεται ακόμη δυσκολότερη όταν μιλάμε για την κατάκτηση μιας υψηλής ιδέας,γιατί προϋποθέτει φυσικές αρετές, δηλαδή δυνατότητες και χαρακτηριστικά που φέρει ο άνθρωπος από τη φύση του, αλλά ταυτόχρονα απαιτεί επιμονή, προσωπικό αγώνα και φυσικά προσήλωση στην επίτευξη του τελικού στόχου που είναι ἰδεῖν τό ἀγαθόν, δηλαδή να φτάσουν στη θέαση του Αγαθού, στην κατανόηση μιας ύψιστης γνώσης. Πρόκειται, λοιπόν, για μια επίπονη παιδευτική διαδικασία που στοχεύει να αποκόψει σταδιακά τον άνθρωπο από τον ομφάλιο λώρο του οικείου και του συνηθισμένου, ο οποίος τον κρατά υποταγμένο στις ψευδαισθήσεις του, αλληγορικά αλυσοδεμένο στο σκοτάδι, βοηθώντας τον να υπερκεράσει τα εμπόδια, να κάνει την υπέρβαση και αναπόδραστα να οδηγηθεί στο δρόμο της καθαρής σκέψης, της αλήθειας και να τελειοποιηθεί ηθικά. Γιατί η επιτέλεση ενάρετων πράξεων δεν διασφαλίζεται μόνο από την πνευματική ολοκλήρωση του ατόμου, καθώς η νόηση, για να είμαστε πιο ακριβείς, μπορεί να οδηγήσει και στο κακό. Και αυτό συμβαίνει όταν ο άνθρωπος δεν ακολουθήσει το σωστό δρόμο που είναι αιώνιος και αληθινός, μακριά από τον κόσμο των αισθήσεων. Β2. Το θέμα που τίθεται για συζήτηση στην ενότητα αυτή είναι ποιοι άνθρωποι είναι κατάλληλοι για τη διακυβέρνηση της πολιτείας. ηλαδή εδώ θίγεται το θέμα των φορέων της εξουσίας στην ιδεατή πολιτεία. Η θέση του Σωκράτη είναι κατηγορηματική η εξουσία δεν είναι δυνατό να ασκηθεί ούτε από τους απαίδευτους ούτε από τους εραστές της μόρφωσης που απέχουν όμως από την πράξη (μήτε τους ἀπαίδευτους ἀληθείας ἀπείρους ἱκανῶς ἄν ποτέ πόλιν επιτροπεῦσαι, μήτε τους ἐν παιδείᾳ ἐωμένους διατρίβειν διά τέλους). Αρχικά, λοιπόν, αποκλείονται οι ἀπαίδευτοι και οι ἄπειροι ἀληθείας, γιατί στερούνται την αρετή. Η αρετή όμως για τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα είναι γνώση. Έτσι οι απαίδευτοι, για τον φιλόσοφο, δεν διαθέτουν ένα συγκεκριμένο στόχο στη ζωή τους,
ένα υψηλό ιδανικό το οποίο εκπορεύεται από τη θέαση του Αγαθού και θα εμπνέει κάθε πράξη τους στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο. Η ελλειμματική παιδεία τούς καθιστά ηθικά ατελείς και ανερμάτιστους και, κατά συνέπεια, ανίκανους για μια τέτοια υψηλή αποστολή, η οποία αποσκοπεί στην ευημερία του κοινωνικού συνόλου και όχι στην εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων ή ιδιοτελών επιδιώξεων. Η παιδεία είναι ο θεσμός πάνω στον οποίο θα οικοδομηθεί η ιδεώδης πολιτεία. Όσοι, λοιπόν, δεν έχουν ατενίσει το Αγαθό, είναι άνθρωποι χωρίς ένα υψηλό πολιτικό στόχο στη ζωή τους και προφανώς κινούνται από ταπεινά κίνητρα (ικανοποίηση προσωπικών συμφερόντων, λησμονούν το πραγματικό χρέος του κυβερνήτη, δηλαδή ότι ο σκοπός τους είναι να υπηρετούν πιστά και ανιδιοτελώς την πόλη). Στη συνέχεια, όσοι καταγίνονται αποκλειστικά «διατρίβειν διά τέλους», με την παιδεία, και αυτοί κρίνονται ακατάλληλοι γιατί επιδεικνύουν μια χαρακτηριστική αδιαφορία για την πολιτική. Οι άνθρωποι αυτοί περνούν όλη τους τη ζωή αφοσιωμένοι στις θεωρητικές πνευματικές τους αναζητήσεις και δεν είναι ικανοί για τη διακυβέρνηση της πόλης καθώς δεν προχωρούν σε πράξεις. εν παρουσιάζουν καμιά πολιτική δράση, δεν ενδιαφέρονται για τις τιμές και την εξουσία, καθώς παραμένουν εγκλωβισμένοι στην αδράνεια του θεωρητικού βίου. Έτσι δεν έχουν κάποιο πρακτικό προσανατολισμό της παιδείας και κατά συνέπεια είναι ακατάλληλοι να διοικήσουν, γιατί ασχολούνται αποκλειστικά με τη θεωρητική μάθηση, με το φιλοσοφικό στοχασμό που συνοδεύεται από την τέλεια αποκοπή κάθε άλλης δραστηριότητας κοινωνικής ή πολιτικής. Η πολιτική όμως είναι ένα λειτούργημα που πρέπει, σύμφωνα με το φιλόσοφο, να αναλαμβάνεται απ τους επαΐοντες, δηλαδή αυτούς που γνωρίζουν την ανθρώπινη φύση, τις υποθέσεις του κράτους και τις ηθικές αξίες. Επομένως, και στις δύο στάσεις ζωής ο φιλόσοφος διακρίνει μονομέρεια ιδιαίτερα επιζήμια για το κοινωνικό σύνολο. Έτσι συνέλαβε το πρότυπο φιλοσόφων - αρχόντων που θα έθεταν ένα τέλος στην πολιτική κακοδαιμονία. Βέβαια κριτήριο επιλογής των κατάλληλων ηγετών είναι η παιδεία. Β3. σελ 102, σχολικού βιβλίου : Οι κηφήνες συνεχώς... ανοσιούργημα». Β4. απόρρητος προειρημένων ντροπαλός ἐπιτρέπεται αντιβιοτικό βίῳ αποχή ἔχουσιν δυσπραγία πράττειν μονοκατοικία οἰκιστών προφήτης ἔφη
είδωλο ἰδεῖν βάθρο ἀναβῆναι ανυπόμονος καταμένειν Γ1. Μετάφραση Εκείνοι, λοιπόν, δειπνούσαν σιωπηλά σαν αυτό να είχε επιβληθεί από κάποιον ανώτερό (τους). Όταν χτύπησε την πόρτα ο Φίλιππος ο γελωτοποιός, είπε σ αυτόν, που (τον) άκουσε (ή που του άνοιξε), να μπει μέσα και να ανακοινώσει ποιος ήταν και για ποιο λόγο θέλησε να έρθει Ισχυρίστηκε, λοιπόν, ότι βρισκόταν εκεί εφοδιασμένος με όλα τα απαραίτητα, για να δειπνήσει με τα ξένα (φαγητά) και ότι ο δούλος (του) πιεζόταν και γιατί δεν κουβαλούσε τίποτα και γιατί ήταν νηστικός. Ο Καλλίας, όταν άκουσε αυτά, είπε Πράγματι, άνδρες (φίλοι μου), είναι ντροπή να αρνείται κανείς (να αρνηθώ) τη στέγη ας μπει μέσα λοιπόν Και συγχρόνως έριξε μια ματιά (ή το βλέμμα του) στον Αυτόλυκο, προφανώς για να δει πώς του φάνηκε το αστείο. Γ2. Κρείττονας - κρείττους οὗτινος - ὃτου φαίη πᾶσι ἐνεγκεῖν αὗται ἂνερ αἰσχίονι εἲσιθι ἔδοξε(ν) Γ3. α) αὐτοῖς : αντικείμενο στη μετοχή ἐπιτεταγμένον τῷ ὑπακούσαντι : επιθετική μετοχή ως έμμεσο αντικείμενο στο ρήμα εἶπε διά τό διαφέρειν : εμπρόθετος προσδιορισμός του εξωτερικού αναγκαστικού αιτίου στο πιέζεσθαι
ἀνάριστον : κατηγορούμενο μέσω του συνδετικού εἶναι στο Υποκ. του έναρθρου απαρεμφάτου που εννοείται τόν παῖδα. ἐκείνῳ : δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου από το δοξαστικό ρήμα δόξειε. β) εἰσάγγειλον ὅστις εἰμί ή εἰσάγγειλον τίς εἰμί