ConseilUE ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες,26Μαΐου 2014 (OR.en) PUBLIC 10177/14 Διοργανικόςφάκελος: 2011/0058(CNS) LIMITE FISC84 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: ΓενικήΓραμματείατουΣυμβουλίου Αντιπροσωπίες αριθ.προηγ.εγγρ.: 14768/13 Θέμα: ΠρότασηοδηγίαςτουΣυμβουλίουγιακοινήενοποιημένηβάσηφορολογίας τωνεταιρειών(κεβφε) - Συμβιβαστικήπρόταση Επισυνάπτεταιγιατιςαντιπροσωπίεςστοπαράρτημαησυμβιβαστικήπρότασηγιατο προαναφερόμενοθέμα. ΠρόθεσητηςΠροεδρίαςείναιναεξεταστείτοέγγραφοαυτόκατάτησυνεδρίασητηςΟμάδας ΦορολογικώνΘεμάτωνστις6Ιουνίου2014. 10177/14 ΘΚ/ακι 1 DGGI LIMITE EL
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Άρθρο 4 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: [.. ] (16) [.. ] (17) «μέσης διάρκειας πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού»: τα πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού τα οποία δεν χαρακτηρίζονται ως μακράς διάρκειας πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού δυνάμει της παραγράφου (16) ανωτέρω και είτε έχουν ωφέλιμη ζωή τουλάχιστον 8 ετών είτε η αξία κτήσης αυτών ισούται ή υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ. (18) [.. ] (19) [.. ] Άρθρο 14α Κανόνας περιορισμού των τόκων 1. Το κόστος δανεισμού εκπίπτει πάντοτε στο μέτρο που [...] μεμονωμένη φορολογούμενη εταιρεία πορίζεται τόκους ή άλλα φορολογητέα έσοδα από χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. 2. Το επιπλέον κόστος δανεισμού εκπίπτει μόνο στο τρέχον φορολογικό έτος και έως το (30)% των ακαθάριστων κερδών λειτουργίας [...] μεμονωμένης φορολογούμενης εταιρείας ή, αν αυτό είναι κάτω των 600 χιλιάδων ευρώ, έως αυτό το ποσό. Τα ακαθάριστα κέρδη λειτουργίας υπολογίζονται ως τα φορολογητέα κέρδη [...] μεμονωμένης φορολογούμενης εταιρείας, χωρίς τόκους και άλλα φορολογήσιμα έσοδα από χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, μείον τα εκπίπτοντα έξοδα, χωρίς το κόστος δανεισμού και τις εκπτώσεις σε σχέση με την απόσβεση πάγιων στοιχείων ενεργητικού σύμφωνα με τα άρθρα 32 έως 42. 10177/14 ΘΚ/ακι 2
3. Το μέρος των ακαθάριστων κερδών λειτουργίας ενός φορολογικού έτους που δεν απορροφάται πλήρως από το κόστος δανεισμού [...] μεμονωμένης φορολογούμενης εταιρείας κατά το ίδιο έτος ή τα προηγούμενα μπορεί να μεταφερθεί σε μελλοντικά φορολογικά έτη. 4. Το κόστος δανεισμού που δεν μπορεί να εκπέσει κατά το τρέχον φορολογικό έτος σύμφωνα με την παράγραφο 2 εκπίπτει μέχρι το (30)% των ακαθάριστων κερδών λειτουργίας [...] σε επόμενα φορολογικά έτη, με τον ίδιο τρόπο όπως το κόστος δανεισμού των εν λόγω ετών. 5. Οι παράγραφοι 2 έως 4 δεν έχουν εφαρμογή στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις ασφαλιστικές εταιρίες. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, το κόστος δανεισμού στο οποίο υποβάλλονται οι εν λόγω οντότητες δεν εκπίπτει μέχρι το ποσό που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του συνολικού κόστους δανεισμού της οντότητας επί το λόγο της βάσης των αφορολόγητων χρηματοοικονομικών περιουσιακών της στοιχείων προς τη βάση του συνόλου των χρηματοοικονομικών περιουσιακών της στοιχείων. 10177/14 ΘΚ/ακι 3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V ΧΡΟΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ [.. ] Άρθρο 25 Προβλέψεις 1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 19, εάν στο τέλος του φορολογικού έτους διαπιστώνεται ότι η φορολογούμενη εταιρεία υπέχει νόμιμη υποχρέωση ή [πιθανή μελλοντική νόμιμη υποχρέωση], η οποία απορρέει από δραστηριότητες ή συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν κατά το συγκεκριμένο ή κατά τα προηγούμενα φορολογικά έτη, κάθε ποσό που προκύπτει από την εν λόγω υποχρέωση το ύψος του οποίου μπορεί να εκτιμηθεί αξιόπιστα εκπίπτει, υπό τον όρο ότι ο τελικός διακανονισμός του ποσού αναμένεται να οδηγήσει σε δαπάνη που εκπίπτει. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, μια νόμιμη υποχρέωση μπορεί να απορρέει από: α) μια σύμβαση, β) νομοθεσία, γ) διοικητική πράξη γενικού χαρακτήρα ή με αποδέκτη συγκεκριμένη φορολογούμενη εταιρεία ή δ) άλλη πηγή του δικαίου. Εάν η υποχρέωση συνδέεται με δραστηριότητα ή συναλλαγή η οποία θα συνεχιστεί κατά τα επόμενα φορολογικά έτη, η έκπτωση κατανέμεται αναλογικά στην εκτιμώμενη διάρκεια της δραστηριότητας ή της συναλλαγής, λαμβανομένων υπόψη των εσόδων που προκύπτουν από αυτή. Τα ποσά που εκπίπτουν βάσει του παρόντος άρθρου επανεξετάζονται και διορθώνονται στο τέλος κάθε φορολογικού έτους. Κατά τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης τα επόμενα έτη λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που έχουν ήδη εκπέσει. 2. Ως αξιόπιστη εκτίμηση νοείται η αναμενόμενη δαπάνη που απαιτείται για τον διακανονισμό της παρούσας υποχρέωσης στο τέλος του φορολογικού έτους, υπό τον όρο ότι η εκτίμηση βασίζεται σε όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας από το παρελθόν της εταιρείας, του ομίλου ή του κλάδου. Για την αποτίμηση μιας πρόβλεψης εφαρμόζονται τα εξής: 10177/14 ΘΚ/ακι 4
α) λαμβάνονται υπόψη όλοι οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες. Ωστόσο, η αβεβαιότητα δεν δικαιολογεί τη δημιουργία υπερβολικών προβλέψεων β) εάν η διάρκεια της πρόβλεψης είναι 12 μήνες και άνω και δεν υπάρχει συμφωνημένο προεξοφλητικό επιτόκιο, η πρόβλεψη προεξοφλείται [με τον ετήσιο μέσο όρο του διατραπεζικού επιτοκίου δανεισμού σε ευρώ (Euribor) για ομόλογα με διάρκεια 12 μηνών, το οποίο δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κατά το ημερολογιακό έτος στη διάρκεια του οποίου λήγει το φορολογικό έτος] γ) μελλοντικά γεγονότα λαμβάνονται υπόψη στις περιπτώσεις που αναμένεται ευλόγως να συμβούν δ) λαμβάνονται υπόψη μελλοντικά οφέλη που συνδέονται ευθέως με το γεγονός το οποίο αποτελεί την αιτία της πρόβλεψης. 3. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2 ανωτέρω, φορολογική έκπτωση δεν είναι δυνατή υπό οιεσδήποτε περιστάσεις για οιαδήποτε πρόβλεψη που αφορά: α) Ενδεχόμενες ζημίες β) Μελλοντικές αυξήσεις του κόστους 10177/14 ΘΚ/ακι 5
Άρθρο 27 Εκπτώσεις για επισφαλείς απαιτήσεις 1. Επιτρέπεται έκπτωση για εισπρακτέα επισφαλή απαίτηση, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) στο τέλος του φορολογικού έτους, η φορολογούμενη εταιρεία έχει λάβει όλα τα εύλογα μέτρα, όπως αυτά περιγράφονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου για να επιτύχει την καταβολή του ποσού και [...] είναι πιθανόν ότι η απαίτηση δεν θα ικανοποιηθεί εν όλω ή εν μέρει ή η φορολογούμενη εταιρεία έχει μεγάλο αριθμό ομοιογενών εισπρακτέων απαιτήσεων οι οποίες στο σύνολό τους απορρέουν από τον ίδιο τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας και είναι σε θέση να εκτιμήσει αξιόπιστα το ποσό των εισπρακτέων επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστιαία βάση, υπό την προϋπόθεση ότι η αξία κάθε ομοιογενούς εισπρακτέας απαίτησης είναι μικρότερη του 0,1% της αξίας του συνόλου των ομοιογενών εισπρακτέων απαιτήσεων. Για να επιτευχθεί αξιόπιστη εκτίμηση, η φορολογούμενη εταιρεία [...] αναφέρεται σε όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας από το παρελθόν, ανάλογα με την περίπτωση β) ο οφειλέτης δεν είναι μέλος του ίδιου ομίλου με την φορολογούμενη εταιρεία κατά την έννοια των άρθρων 54 και 55 ή συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 78. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, ο οφειλέτης, ο/η σύζυγος, ο ανιών ή κατιών αυτού δεν έχουν άμεση ή έμμεση συμμετοχή στον έλεγχο, στο κεφάλαιο ή στη διαχείριση της φορολογούμενης εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 78 γ) δεν έχει ζητηθεί έκπτωση δυνάμει του άρθρου 41 σε σχέση με την επισφαλή απαίτηση δ) εάν η επισφαλής απαίτηση συνδέεται με απαίτηση κατά πελατών, αντίστοιχο ποσό πρέπει να έχει περιληφθεί ως έσοδο στη φορολογική βάση. 10177/14 ΘΚ/ακι 6
2. Για να κριθεί κατά πόσον έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα για την επίτευξη της καταβολής του ποσού, λαμβάνονται υπόψη τα κατωτέρω απαριθμούμενα στοιχεία [...] εφόσον βασίζονται σε αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία: α) εάν τα έξοδα είσπραξης είναι δυσανάλογα σε σχέση με την οφειλή β) εάν υπάρχει προοπτική να πραγματοποιηθεί η είσπραξη γ) το αν είναι εύλογο, υπό τις περιστάσεις, να αναμένεται ότι η εταιρεία θα επιδιώξει την είσπραξη δ) το χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει από την ημερομηνία λήξης της οφειλής, ε) το κατά πόσον ο οφειλέτης έχει κηρυχθεί αφερέγγυος ή έχει ασκηθεί αγωγή ή έχει προσληφθεί εισπράκτορας χρεών. 3. Εάν διακανονιστεί οφειλή που είχε προηγουμένως τύχει έκπτωσης ως επισφαλής απαίτηση, το εισπραχθέν ποσό προστίθεται στη φορολογική βάση το έτος του διακανονισμού. Άρθρο 29 Αποθέματα και κυκλοφορούντα 1. Το κόστος στοιχείων των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων που δεν είναι κανονικά εναλλάξιμα και των αγαθών ή υπηρεσιών που παράγονται και διαχωρίζονται για ειδικά έργα μετρείται ατομικά. Το κόστος άλλων στοιχείων των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων μετρείται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο πρώτης εισαγωγής πρώτης εξαγωγής (ΠΕΠΕ- FIFO) ή του μέσου σταθμισμένου κόστους. 10177/14 ΘΚ/ακι 7
2. Η φορολογούμενη εταιρεία χρησιμοποιεί σταθερά την ίδια μέθοδο για την αποτίμηση όλων των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων που είναι της ίδιας φύσεως και έχουν την ίδια χρήση. Η αλλαγή μεθόδου αποτίμησης είναι δυνατή μόνον αν η φορολογούμενη εταιρεία αποδείξει ότι η επιλογή αυτή είναι οικονομικώς επιβεβλημένη λόγω αλλαγής της επιχειρηματικής της δραστηριότητας. Το κόστος των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων περιλαμβάνει όλες τις δαπάνες αγοράς και μεταποίησης και τις λοιπές άμεσες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για να φθάσουν στην παρούσα θέση και κατάσταση. Το κόστος δεν περιλαμβάνει τον φόρο προστιθέμενης αξίας που μπορεί να εκπέσει. Η φορολογούμενη εταιρεία που έχει συμπεριλάβει το έμμεσο κόστος στην αποτίμηση των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων πριν επιλέξει να υπαχθεί στο σύστημα που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία μπορεί να εξακολουθήσει να εφαρμόζει την προσέγγιση του έμμεσου κόστους. 3. Με την επιφύλαξη της δυνατότητας αλλαγής μεθόδων αποτίμησης δυνάμει της παραγράφου 2 ανωτέρω, [...] η αποτίμηση των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων γίνεται με συνεπή τρόπο. 4. Τα αποθέματα και κυκλοφορούντα αποτιμώνται την τελευταία ημέρα του φορολογικού έτους στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ κόστους και καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας. Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία είναι η εκτιμώμενη τιμή πώλησης κατά τη συνήθη ροή των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, μείον το εκτιμώμενο κόστος ολοκλήρωσης και το εκτιμώμενο κόστος που είναι αναγκαίο για να πραγματοποιηθεί η πώληση. Άρθρο 36 Στοιχεία ενεργητικού που υπόκεινται σε απόσβεση ατομικά 1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και των άρθρων 39 και 40, τα πάγια στοιχεία ενεργητικού υπόκεινται σε απόσβεση ατομικά στη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής τους σε γραμμική βάση. Η ωφέλιμη ζωή ενός πάγιου στοιχείου καθορίζεται ως εξής: α) κτίρια και άλλη ακίνητη περιουσία: Βιομηχανικά κτίρια και δομές: 25 έτη Εμπορικές εγκαταστάσεις, γραφεία και άλλα κτίρια και τυχόν άλλη ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται από την επιχείρηση: 40 έτη, 10177/14 ΘΚ/ακι 8
β) μακράς διάρκειας πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού πλην [...] ακίνητης περιουσίας: 15 έτη, γ) μέσης διάρκειας πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού: 8 έτη, δ) άυλα στοιχεία ενεργητικού: η περίοδος για την οποία το στοιχείο απολαύει νόμιμης προστασίας ή για την οποία παραχωρείται το δικαίωμα ή, εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί η περίοδος αυτή, 15 έτη. 2. Η απόσβεση των μεταχειρισμένων κτιρίων και άλλης ακίνητης περιουσίας, των μεταχειρισμένων πάγιων υλικών στοιχείων ενεργητικού μακράς διαρκείας, των μεταχειρισμένων πάγιων υλικών στοιχείων ενεργητικού μέσης διάρκειας και των μεταχειρισμένων άυλων στοιχείων ενεργητικού γίνεται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες: α) η απόσβεση μεταχειρισμένων κτιρίων ή άλλης ακίνητης περιουσίας γίνεται σε διάστημα 25 ετών στην περίπτωση βιομηχανικών κτιρίων ή δομών, εκτός εάν η φορολογούμενη εταιρεία αποδείξει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή του στοιχείου του ενεργητικού είναι συντομότερη από 25 έτη, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου, β) η απόσβεση μεταχειρισμένου κτιρίου ή άλλης ακίνητης περιουσίας γίνεται σε διάστημα 40 ετών, στην περίπτωση εμπορικών εγκαταστάσεων, γραφείων, άλλων κτιρίων και άλλης ακίνητης περιουσίας που χρησιμοποιείται για την επιχείρηση εκτός εάν η φορολογούμενη εταιρεία αποδείξει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή του στοιχείου του ενεργητικού είναι συντομότερη από 40 έτη, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου, γ) η απόσβεση μεταχειρισμένου μακράς διάρκειας πάγιου υλικού στοιχείου του ενεργητικού πλην ακίνητης περιουσίας γίνεται σε διάστημα 15 ετών, εκτός εάν η φορολογούμενη εταιρεία αποδείξει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή του στοιχείου του ενεργητικού είναι συντομότερη από 15 έτη, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου, δ) η απόσβεση μεταχειρισμένου μακράς διάρκειας πάγιου υλικού στοιχείου του ενεργητικού γίνεται σε διάστημα 8 ετών, εκτός εάν η φορολογούμενη εταιρεία αποδείξει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή του στοιχείου του ενεργητικού είναι συντομότερη από 8 έτη, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου, 10177/14 ΘΚ/ακι 9
ε) η απόσβεση μεταχειρισμένου υλικού στοιχείου ενεργητικού μακράς διάρκειας γίνεται σε διάστημα 15 ετών, εκτός εάν η εναπομένουσα περίοδος για την οποία το στοιχείο απολαύει νόμιμης προστασίας ή για την οποία παραχωρείται το δικαίωμα μπορεί να προσδιοριστεί, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της περιόδου. Άρθρο 39 Ομάδα στοιχείων ενεργητικού 1. Τα πάγια στοιχεία ενεργητικού εκτός εκείνων που αναφέρονται στα άρθρα 36 και 40 υπόκεινται σε απόσβεση από κοινού σε μια ομάδα στοιχείων ενεργητικού με ετήσιο ποσοστό [25%] της βάσης απόσβεσης. 2. Η βάση απόσβεσης της ομάδας στοιχείων ενεργητικού στο τέλος του φορολογικού έτους είναι η φορολογητέα αξία της στο τέλος του προηγούμενου έτους, διορθωμένη για τα στοιχεία που εισέρχονται και εξέρχονται από την ομάδα στη διάρκεια του τρέχοντος έτους. Διορθώσεις γίνονται για το κόστος κτήσεως, κατασκευής ή βελτίωσης στοιχείων ενεργητικού (το οποίο προστίθεται) και για τα έσοδα από την εκποίηση στοιχείων και την τυχόν αποζημίωση που εισπράττεται για την απώλεια ή καταστροφή ενός στοιχείου ενεργητικού (τα οποία αφαιρούνται). 3. Εάν η βάση απόσβεσης που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 είναι αρνητική, προστίθεται ένα ποσό, ώστε η βάση απόσβεσης να είναι μηδενική. Το ίδιο ποσό προστίθεται στη φορολογική βάση. 10177/14 ΘΚ/ακι 10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII ΖΗΜΙΕΣ Άρθρο 43 Ζημίες 1. Ζημία που πραγματοποιήθηκε από φορολογούμενη εταιρεία ή από μόνιμη εγκατάσταση μη ημεδαπής φορολογούμενης εταιρείας στη διάρκεια ενός φορολογικού έτους μπορεί να μετακυλιστεί και να εκπέσει στα επόμενα φορολογικά έτη, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στην παρούσα οδηγία. 2. Σε ένα φορολογικό έτος, οι ζημίες που μεταφέρονται μπορούν να εκπίπτουν έως του ποσού των 500 χιλιάδων ευρώ κατ ανώτατο όριο, για μεμονωμένη φορολογούμενη εταιρεία και οι τυχόν υπερβαίνουσες το ποσό αυτό ζημίες μπορούν να εκπίπτουν ετησίως μόνον μέχρις ενός ποσού ίσου προς το 60% της εναπομείνασας φορολογικής βάσης. Η μείωση της φορολογικής βάσης λόγω ζημιών προηγούμενων φορολογικών ετών δεν μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικό ποσό. 3. Ζημίες που πραγματοποιήθηκαν από φορολογούμενη εταιρεία ή από μόνιμη εγκατάσταση μη ημεδαπής φορολογούμενης εταιρείας σε προηγούμενα έτη δεν εκπίπτουν αν: (i) άλλη εταιρεία αποκτήσει συμμετοχή στη φορολογούμενη εταιρεία ή στην εταιρεία της μόνιμης εγκατάστασης με συνέπεια η αποκτηθείσα φορολογούμενη εταιρεία να πληροί τις προϋποθέσεις ως θυγατρική εταιρεία σύμφωνα με τα άρθρα 54 και 55, και (ii) διαπιστωθεί μείζων αλλαγή δραστηριότητας της αποκτηθείσας φορολογούμενης εταιρείας. Ως μείζων αλλαγή δραστηριότητας νοείται η εκ μέρους της φορολογούμενης εταιρείας παύση ορισμένης δραστηριότητας η οποία αντιπροσώπευε πάνω από το [60%] του κύκλου εργασιών της κατά τη διάρκεια του προηγουμένου φορολογικού έτους ή η ενασχόληση με νέες δραστηριότητες που αντιπροσωπεύουν πάνω από το [60%] του κύκλου εργασιών της κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους της έναρξής τους ή του επομένου φορολογικού έτους. 4. Οι παλαιότερες ζημίες εκπίπτουν πρώτες. 10177/14 ΘΚ/ακι 11