ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Δικονομία, έννοια και κλάδοι, λειτουργική

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Θέματα Εξετάσεων Τμήμα: Νομική Αθηνών Μάθημα: Πολιτική Δικονομία Ι

Ειρθεσ 8971/2006. Δικαστής: Μαριάννα Κουϊνέλη. Δικηγόροι: Χ. Ματζιώρης - Α. Αργυριάδης.

«Θέμα Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας ΘΕΜΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Πότε έχουμε εγκατάλειψη του ενός συζύγου από τον άλλο, που οδηγεί στο διαζύγιο;

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. ΘΕΜΑ: Τρόποι δικαστικής διεκδίκησης αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών υπέρ ΤΣΜΕ Ε και λοιπών τρίτων.

Αριθμός απόφασης : 153/2019

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Πέντε (5) απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα για το διαζύγιο

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Οι κυριότερες τροποποιήσεις του ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

Αριθμός Απόφασης 3424/2018 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 25529/2627/2018 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Αριθμ /661/2017 (Β 1403) Υπουργική Απόφαση όπως αυτή έχει τροποποιηθεί και ισχύει» 1. ΝΟΜΟΣ 3869/2010 ή άλλου είδους ρυθμίσεις

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ (τόπος έδρας) (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010)

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

*ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 5

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΣΤΑΣΗΣ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 74/2015

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

ΑΠΟΦΑΣΗ 1202/2016 Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής: 1484/ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3818, 12/3/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ ΝΟΜΟ

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ 2/7/2014 ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛ. ΡΟΔΟΥ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΣΤ. ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΣ ΤΕΛΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ


Από την εφημερίδα ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ

Σύνταξη γνωματεύσεων. Ποιες οι ευθύνες. Έλενα Παπαευαγγέλου Δικηγόρος

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α 170).

«Εγκύκλιος σχετικά με «Ρυθμίσεις Αποπληρωμής οφειλών δανειοληπτών που χορηγήθηκαν από ίδια κεφάλαια του καταργηθέντος ΟΕΚ»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Πρόλογος... VII ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

της υπ αριθμ. 52/2013 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης (τακτική

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Transcript:

1 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

2 ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ 1 η ενότητα: Αντικείµενο απόδειξης- Αποδεικτικοί λόγοι 1. Ο [Α] άσκησε αγωγή ενώπιον του Πολυµελούς Πρ Αθηνών, αιτούµενος την κήρυξή του εναγοµένου κληρονόµου Β ως αναξίου να κληρονοµήσει τον αποβιώσαντα [Γ], επειδή, σύµφωνα µε τους αγωγικούς ισχυρισµούς, ο [Β] αµετακλήτως έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση 8 µηνών επί ψευδεί καταµηνύσει του [Γ] για κάποιο κακούργηµα. Αµυνόµενος κατά της αγωγής αυτής ο [Β] προέβαλε αφενός µεν τον ισχυρισµό, ότι ο [Α] στερείται εννόµου συµφέροντος προς έγερση της σχετικής αγωγής, αφού αυτός (ο Α) ουδέποτε θα εκαλείτο ως κληρονόµος του [Γ], έστω κι αν ο ίδιος ο [Β] εξέπιπτε της κληρονοµίας, αφετέρου δε τον ισχυρισµό, ότι ουδέποτε καταδικάστηκε για κάποιο κακούργηµα κατά του [Γ]. Κατόπιν αυτών το δικαστήριο σκέπτεται ότι πρέπει να επιβάλει στον [Β] το βάρος ν αποδείξει την έλλειψη εννόµου συµφέροντος του [Α] αλλά και ν απαλλάξει τον [Α] απ την απόδειξη του ισχυρισµού περί ποινικής καταδίκης του αντιδίκου του, καθώς το γεγονός αυτό είναι γνωστό στο δικαστήριο είτε ως πασίδηλο είτε από προηγούµενη δικαστική ενέργειά του. Ορθώς; Ερευνήστε το θέµα σε σχέση µε το βάρος απόδειξης επί διαδικαστικών πράξεων, αλλά και µε την έννοια (ορισµό) του πασιδήλου, γενικού ή δικαστικού (336 Ι και ΙΙ) 2. Κατά την αποδεικτική διαδικασία σε δίκη µεταξύ του [Α] και του [Β], το δικαστήριο εκτίµησε, ανάµεσα σε άλλα αποδεικτικά µέσα και την απολογία του [Β], ως κατηγορουµένου σε σχετική µε τη δίκη αυτή ποινική δίκη, παρά το γεγονός ότι κανένας διάδικος δεν επικαλέστηκε και προσκόµισε το αποδεικτικό αυτό µέσο. Ο [Α] σκέπτεται ότι το δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλµα, ενώ ο [Β] πιστεύει ότι δεν συνέβη κάτι τέτοιο, αφού η απολογία του κατηγορουµένου σε ποινική δίκη µπορεί να θεωρηθεί δικαστικό τεκµήριο, το οποίο ως ειδικότερη µορφή των διδαγµάτων της κοινής πείρας το δικαστήριο µπορεί να λάβει υπόψη (και) αυτεπάγγελτα. Ποιος απ τους δύο διαδίκους έχει δίκαιο; Για να επιλύσετε το πρακτικό διακρίνατε τα δικαστικά τεκµήρια ως αποδεικτικούς λόγους (336 ΙΙΙ) και ως αποδεικτικά µέσα (339). 3. Ο [Α] ασκεί αγωγή διαζυγίου εναντίον της συζύγου του [Β] ισχυριζόµενος ισχυρό κλονισµό της έγγαµης σχέσης τους (ΑΚ 1439), στηρίζοντας τον ισχυρό κλονισµό στο γεγονός ότι η εναγοµένη συνεχώς τον προσβάλλει µπροστά σε ξένους, µερικές φορές µάλιστα χειροδικώντας, κάτι που του έχει προκαλέσει µόνιµο εκνευρισµό. Κατά τη συζήτηση της αγωγής η εναγοµένη ισχυρίστηκε, ότι ποτέ δεν έχει προσβάλει τον άνδρα της µπροστά σε τρίτους και ούτε χειροδίκησε ποτέ εναντίον του, αφού µάλιστα είναι πολύ πιο σωµατώδης απ αυτήν και κάτι τέτοιο, συνεπώς είναι φύσει αδύνατο να γίνει. Και συµπληρώνει η εναγοµένη, ότι ο σύζυγός της είναι πράγµατι συνεχώς εκνευρισµένος, όµως ο εκνευρισµός του αυτός δεν οφείλεται στην πιο πάνω φανταστική κατάσταση, αλλά στο γεγονός ότι έχει δυσκολίες στη δουλειά του. Ποια πραγµατικά περιστατικά έχει το βάρος ν αποδείξει κάθε διάδικος. Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας µε βάση την ταξινόµηση των κανόνων δικαίου που γίνεται στο πεδίο της απόδειξης. Ποια η αποδεικτική αξία της µαρτυρίας της [Γ], κουµπάρας του ζεύγους, η οποία

3 διαβεβαίωσε ότι «ότι ο ισχυρισµός κλονισµός του γάµου είναι τόσο ισχυρός ώστε είναι αφόρητη η συµβίωσή τους πλέον»; Διακρίνατε ανάµεσα σε ένσταση και αιτιολογηµένη άρνηση για να απαντήσετε στο ποιος φέρει το βάρος αποδείξεως στη συγκεκριµένη περίπτωση. Αντικείµενο απόδειξης µόνο για πραγµατικά γεγονότα και όχι για αόριστες νοµικές έννοιες (πχ του κλονισµού) 2 η ενότητα: βάρος αποδείξεως 1. Ο [Α] δανειστής παροχής κατ είδος ορισµένης ασκεί αγωγή κατά του οφειλέτη του [Β] µε αίτηµα την καταβολή αποζηµιώσεως, διότι ο [Β] από υπαιτιότητά του δεν εξεπλήρωσε έγκαιρα την παροχή και βρίσκεται σε αδυναµία να την εκπληρώσει. Ο [Β] µε τις προτάσεις του αρνείται την αγωγή. Πώς κατανέµεται το βάρος αποδείξεως; Ερευνητέα η κατανοµή του βάρους αποδείξεως στην περίπτωση της αδυναµίας παροχής (335 και 336 ΑΚ). Ειδικά εξετάστε το θέµα της υπαιτιότητας και την καθιέρωση νόθου αντικειµενικής ευθύνης 2. Ο [Α] ασκεί αγωγή κατά του [Β] ζητώντας αποζηµίωση, διότι ο [Β] δεν παρέδωσε τα µηχανήµατα που είχε υποχρέωση έγκαιρα στις βιοµηχανικές εγκαταστάσεις του [Α]. Ο [Β] αρνείται την υποχρέωση ισχυριζόµενος ότι ο [Α] δεν έχει ολοκληρώσει τα απαραίτητα έργα υποδοµής για την εγκατάσταση των µηχανηµάτων, όπως είχαν συµφωνήσει. Με αιτιολογηµένη απάντηση να εντοπισθούν τα κρίσιµα πραγµατικά περιστατικά και να κατανεµηθεί το βάρος απόδειξης. Δικαιοπραξία υπό αίρεση. Διχογνωµία για το ποιος πρέπει να αποδείξει την ύπαρξή της (ένσταση) ή αντίθετα το γεγονός ότι η δικαιοπραξία συνήφθη καθαρή, χωρίς προσθήκη αιρέσεως (άρνηση). 3. Ο [Α] άσκησε αγωγή κατά του [Β] µε αίτηµα να αναγνωριστεί η ακυρότητα του πωλητήριου συµβολαίου που είχαν συνάψει µε το οποίο φέρεται ότι πώλησε στον εναγόµενο ένα µηχάνηµα, για το λόγο ότι η σύµβαση αυτή έγινε εικονικά χωρίς πρόθεση µεταβιβάσεως της κυριότητας αυτού του µηχανήµατος. Ο εναγόµενος κατά τη συζήτηση της αγωγής ισχυρίστηκε ότι κάτω απ την πώληση καλύπτεται σύµβαση χρησιδανείου του µηχανήµατος, την οποία επιθυµούσαν στην πραγµατικότητα να καταρτίσουν τα µέρη. Τι θα πρέπει το δικαστήριο να αποφασίσει το οποίο µετά την αποδεικτική διαδικασία εξακολουθεί να αµφιβάλλει για τον χαρακτηρισµό της εν λόγω συµβάσεως; Δικαιοπραξία κάτω απ την οποία καλύπτεται άλλη απ την συναφθείσα (Σχετική εικονικότητα). Διχογνωµία για το ποιος πρέπει να αποδείξει την καλυπτόµενη δικαιοπραξία (ένσταση) ή το ότι η συναφθείσα δικαιοπραξία αποτυπώνει την πραγµατική βούληση των συµβαλλοµένων (άρνηση).

4 4. Ο [Α] ασκεί αγωγή µε την οποία ζητεί την παράδοση της νοµής ενός ακινήτου το οποίο αγόρασε απ τον εναγόµενο [Β]. Ο [Β] στη συζήτηση της αγωγής ζήτησε την απόρριψή της ισχυριζόµενος ότι η δικαιοπραξία είναι άκυρος ως αισχροκερδής (179 ΑΚ) σε κάθε δε περίπτωση ότι ο ενάγων δεν έχει εκπληρώσει ούτως η άλλως τη δική του παροχή, αφού δεν έχει καταβάλει το συµφωνηµένο τίµηµα. Πώς κατανέµεται το βάρος αποδείξεως; Ποια αποδεικτική αξία της µαρτυρίας του [Χ], ο οποίος διαβεβαίωσε το δικαστήριο ότι υπάρχει προφανής δυσαναλογία ανάµεσα σε παροχή και αντιπαροχή ώστε να καθίσταται η δικαιοπραξία άκυρη; Βάρος απόδειξης επί ενστάσεων: Εξετάστε όµως ειδικά την ένσταση του µη εκπληρωθέντος συναλλάγµατος και αν ενεργοποιεί β.α για τον ενιστάµενο. Αντικείµενο απόδειξης µόνο πραγµατικά γεγονότα όχι αξιολογικές κρίσεις και αόριστες νοµικές έννοιες. 3 η ενότητα:β. -ΚΑΤ ΙΔΙΑΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΜΕΣΑ- Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ- ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΩΝ 1. Ο [Α] άσκησε αγωγή κατά του [Β] µε την οποία ζήτησε την καταβολή 5.000 από πώληση εµπορευµάτων. Στη δίκη προσκόµισε αφενός ένορκη βεβαίωση του εναγοµένου στην οποία µεταξύ άλλων δήλωνε ότι έχει εξοφλήσει πλήρως το τίµηµα αλλά και επιστολή την οποία σε ανύποπτο χρόνο συνέταξε ο ίδιος και απέστειλε στον [Β] στην οποία δε ανεφέρετο ότι πρέπει επιτέλους ο [Β] να εξοφλήσει ολοσχερώς το επίδικο ποσό απ την πώληση εµπορευµάτων. Ερωτάται: Μπορεί τα δικαστήριο να συνάγει δικαστική οµολογία του [Α] ή του [Β] για την κατάρτιση της επίδικης σύµβασης και για το ανεξόφλητο του υπολοίπου του τιµήµατος; Δικαστική µόνο η οµολογία ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου έγγραφη (δια των προτάσεων ή άλλου δικογράφου) ή προφορική ενώπιον του. Εξετάστε επίσης αν υφίσταται οµολογία επί επωφελών και όχι επιζηµίων για τον οµολογούντα γεγονότων. 2. Ο [Α] στην αγωγή του εξέθεσε ότι δυνάµει συµβάσεως χρησιδανείου σκαπτικού µηχανήµατος που συνοµολόγησε µε τον [Β], ο τελευταίος οφείλει 12.000 ως αντάλλαγµα για την ετήσια χρήση του επιδίκου. Ο [Β] µε τις προτάσεις του οµολόγησε τα πραγµατικά περιστατικά της αγωγής. Ποια νοµίζετε ότι πρέπει να είναι η απόφαση του δικαστηρίου; Εξετάστε τη διαφορά αποδοχής και οµολογίας ιδία επί νόµω αβασίµου αγωγής 3. Ο εναγόµενος σε αγωγή καταβολής ποσού 5.000 λόγω δανείου [Β], δια δηλώσεως του πληρεξουσίου του δικηγόρου δήλωσε ότι πράγµατι συνήφθη δάνειο και οφείλει το αιτούµενο χρηµατικό ποσό. Η αγωγή έγινε πρωτόδικα δεκτή. Εν συνεχεία ο [Β] µε την επιδιδόµενη στον ενάγοντα έφεση του, δήλωσε ότι δεν είχε δοθεί πληρεξουσιότητα στον δικηγόρο του να προβεί σε οµολογία, σε κάθε δε περίπτωση ανακαλεί τη γενόµενη οµολογία αρνούµενος τη σύναψη δανείου και

5 ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ως εκ τούτου έσφαλε κάνοντας δεκτή την αγωγή στηριζόµενη στη δική του οµολογία. Ο [Α] αντέτεινε ότι η ανάκληση της οµολογίας είναι ανίσχυρη γιατί δεν έγινε αµέσως, οπότε ο [Β] πρέπει να αποδείξει την αναλήθειά της. Τι θ αποφασίσει το εφετείο; Εξετάστε τη δυνατότητα, ανακλήσεως οµολογίας πληρεξουσίου δικηγόρου βραδύτερα και όχι αµέσως (99). Εφαρµογή του 354 4. Στη συζήτηση της αγωγή του [Α] κατά του [Β] για την καταβολή ποσού 10.000 λόγω δανείου, το δικαστήριο διέταξε αυτεπάγγελτα την εξέταση αµφοτέρων των διαδίκων. Στην επανάληψη της συζητήσεως που είχε κηρυχθεί περατωµένη κατά το άρθρο 254, ο µεν ενάγων υποστήριξε ότι το δικαστήριο δεν µπορεί να λάβει υπόψη του την κατάθεση του [Β] καθώς υπήρξαν κι άλλα αποδεικτικά µέσα που αποδείκνυαν τους ισχυρισµούς του, ο δε εναγόµενος υποστήριξε το ίδιο για την κατάθεση του [Α] επικαλούµενος προς τούτο το ότι δεν επιτρέπεται να εξεταστούν µάρτυρες κατά το άρθρο 393 λόγω του ύψους της επιδίκου συµβάσεως. Ποιος έχει δίκαιο και γιατί; Εξετάστε αν η εξέταση των διαδίκων υπό το ισχύον δίκαιο είναι ή όχι επικουρικό µέσο (270 παρ 4) κι αν ισχύουν γι αυτό οι περιορισµοί της εµµάρτυρης αποδείξεως (393) ΑΥΤΟΨΙΑ & ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΗ 1. Ο [Α] ασκεί αγωγή κατά του [Β] µε αίτηµα να καταδικαστεί να του καταβάλει 1500 ως αποζηµίωση για τις ζηµίες που του προξένησε στον κήπο του σπιτιού του. Ο [Β] αντέτεινε, ότι δεν προξένησε καµία απολύτως ζηµία στον κήπο του [Α], ζητώντας µάλιστα απ το δικαστήριο να προβεί σε αυτοψία, προκειµένου να διαπιστώσει το ίδιο την αλήθεια του ισχυρισµού του. Ο δικαστής επεσήµανε στους διαδίκους, ότι δεν χρειάζεται να κάνει αυτοψία, γιατί έχει ιδία αντίληψη της καταστάσεως του κήπου του [Α], αφού τον βλέπει κάθε µέρα, όταν πηγαίνει στο δικαστήριο, και απέρριψε το αίτηµα του [Β]. Είναι ορθή η απόφαση του δικαστηρίου; Εξετάστε το αν το δικαστήριο έχει υποχρέωσει να διατάξει αυτοψία στην περίπτωση που υποβληθεί σχετικό αίτηµα απ τους διαδίκους (106, 107, ) 2. Το δικαστήριο απεφάσισε τη διενέργεια αυτοψίας χωρίς όµως να προβεί σε προφορική ανακοίνωση, η οποία καταχωρίστηκε στα πρακτικά. Το πόρισµα της αυτοψίας αυτής παρά ταύτα το δικαστήριο το έλαβε υπόψη συµπληρωµατικά ως µη πληρούν τους όρους του νόµου αποδεικτικό µέσο. Παραδεκτώς; Εξετάστε τις έννοιες: Όροι του υποστατού, όροι του κύρους ή του ενεργού των αποδεικτικών µέσων. Έννοµες συνέπειες. Η έλλειψη προφορικής ανακοινώσεως καθιστά την αυτοψία άκυρη ή ανυπόστατη; 3. Σε αγωγή για την ακύρωση διαθήκης ως πλαστής το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως διόρισε γραφολόγο ως πραγµατογνώµονα, προκειµένου να διαπιστωθεί το γνήσιο της υπογραφής του διαθέτη. Ο εναγόµενος ζήτησε να µη ληφθεί υπόψη το πόρισµα της πραγµατογνωµοσύνης αυτής διότι: α) ο ίδιος δεν κλητεύθηκε κατά την όρκιση του πραγµατογνώµονα β) η έκθεση της πραγµατογνωµοσύνης δεν

6 φέρει την υπογραφή του πραγµατογνώµονα. Τι θ αποφασίσει το δικαστήριο έστω κι αν διαπιστώσει ότι οι ισχυρισµοί του εναγοµένου αποδεικνύονται αληθείς; Η άτακτη πραγµατογνωµοσύνη εκτιµάται ως µη πληρούν (270 ΙΙ) αναλόγως του ελαττώµατος της. Δικονοµικές ακυρότητες (159 Ι ή ΙΙΙ). Η έλλειψη υπογραφής καθιστά την έκθεση πραγµατογνωµοσύνης άκυρη ή ανυπόστατη; 4. Ο [Α], ήγειρε στις 8/4/2000 στο Πολυµελές Πρ. Αθηνών κατά της [Β] αγωγή διαζυγίου προβάλλοντας ως κλονιστικό γεγονός την άρνηση της συζύγου του να τον ακολουθήσει στο εξωτερικό όπου εργαζόταν και είχε τη µόνιµη εγκατάστασή του. Στη συζήτηση της αγωγής στις 8/4/2002 η [Β] εξέτασε µάρτυρες, επικαλέστηκε δε και προσκόµισε α) 3 ιατρικές γνωµατεύσεις, οι οποίες εκδόθηκαν στις 17/8/2001, 19/10/2001 και 21/3/2002, και µε τις οποίες βεβαιωνόταν η αδυναµία µετάβασής της στο εξωτερικό λόγω του προχωρηµένου της εγκυµοσύνης της β) γνωµοδότηση Καθηγητού του Οικογενειακού Δικαίου, στην οποία τεκµηριωνόταν η θέση ότι δεν υφίσταται ισχυρός κλονισµός στην περίπτωση άρνησης του συζύγου να εγκαταλείψει τη συζυγική εστία για λόγους που αφορούν στην επαγγελµατική σταδιοδροµία του άλλου συζύγου. Το δικαστήριο αρνήθηκε να λάβει υπόψη του το περιεχόµενο των γνωµατεύσεων αυτών. Ορθώς; Εξετάστε: Ιδιωτικές γνωµοδοτήσεις (390). Ως «οιονεί» έγγραφα υπάρχει υποχρέωση για επίκληση και προσκοµιδή τους µε τις προϋποθέσεις της 237; Ανήκουν στην κατηγορία αυτή οι γνωµοδοτήσεις για νοµικά ζητήµατα; 4 η Ενότητα: ΜΑΡΤΥΡΕΣ 1. Ο [Α] ενάγει τον [Β] ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης, προκειµένου να του καταβάλει ο τελευταίος 125.000 απ την πώληση ενός αγροτεµαχίου στην περιοχή της Μαρώνειας. Ο [Β] ισχυρίστηκε ότι καταρτίστηκε η εν λόγω δικαιοπραξία, αλλά µε τη συµφωνία ότι τα χρήµατα θα έπρεπε να καταβληθούν µόλις αυτός λάβει το δάνειο απ την Αγροτική τράπεζα. Τι αποτελεί δικονοµικά ο εν λόγω ισχυρισµός του [Β] και ποιος φέρει το βάρος απόδειξης επ αυτού; Για την απόδειξη του ισχυρισµού του αυτού, ότι δηλαδή τα χρήµατα θα καταβάλλονταν άµα τη λήψει του δανείου, θα µπορούσε ο [Β] να εξετάσει ως µάρτυρα τον [Γ], συγχωριανό του, ο οποίος ήταν παρών στην συµφωνία; Βάρος απόδειξης αναβλητικής αίρεσης. Απόδειξη της αιρέσεως µε µάρτυρες εξετάστε 393 ΙΙΙ. 2. Ο [Ε], εργολάβος οικοδοµών, ανέλαβε µε συµβολαιογραφική σύµβαση να παραδώσει έναντι ανταλλάγµατος στον [Α] σε ορισµένο χρόνο, ένα διαµέρισµα σε νεόδµητη οικοδοµή, για την περίπτωση δε αθετήσεως της υποχρεώσεώς του αυτής συµφωνήθηκε καταβολή ποινικής ρήτρας. Λόγω της µη έγκαιρης παράδοσης ο [Α] άσκησε κατά του [Ε] αγωγή καταβολής ποινικής ρήτρας. Ο εναγόµενος ζήτησε να απορριφθεί η αγωγή, ισχυριζόµενος δια των προτάσεών του ότι παρέδωσε µεν το διαµέρισµα εκπρόθεσµα, ωστόσο ο [Α] κατά την παράδοση του δήλωσε ότι το παραλαµβάνει ανεπιφύλακτα, παραιτούµενος από κάθε περαιτέρω αξίωσή του κατά αυτού, του [Ε] (βλ 404 και 454 ΑΚ). Προσκόµισε µάλιστα και ένα fax που απέστειλε προς αυτόν ο [Α], στο οποίο αναφερόταν ότι εκείνο που ενδιαφέρει τον

7 [Α] είναι η γρήγορη παράδοση του διαµερίσµατος και όχι τυχόν ατέλειες που αυτό εµφανίζει. Ερωτάται: α) Πώς κατανέµεται το βάρος απόδειξης στην παρούσα δίκη; β) Μπορεί ο [Ε] να εξετάσει µάρτυρες προς απόδειξη του ισχυρισµού του; Εξετάστε: Βάρος απόδειξης επί αποσβεστικών ισχυρισµών (454 ΑΚ). Πρόσθετο σύµφωνο. Η καταργητική της ενοχής συµφωνία υπόκειται σε τύπο; Αν ναι 394 ΙΙ, οπότε επιτρέπονται µάρτυρες µόνο αν το έγγραφο χάθηκε τυχαία, αν δεν απαιτείται η τήρηση τύπου τότε 393 ΙΙΙ, επάνοδος στον κανόνα και Απόδειξη µε µάρτυρες αν υπάρχει αρχή έγγραφης απόδειξης. Το φαξ είναι έγγραφο µε αποδεικτική δύναµη; 2. Ο [Α] ασκεί αγωγή κατά του [Β] µε αίτηµα να καταδικαστεί να του καταβάλει 35.000 που του οφείλει από δάνειο. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόµενος αρνήθηκε εντελώς τους ισχυρισµούς του ενάγοντος. Ο τελευταίος για ν αντικρούσει τον εναγόµενο επικαλέστηκε και προσκόµισε στο δικαστήριο µια επιστολή του αδελφού του αντιδίκου του (εναγοµένου), µε την οποία πριν από δύο µήνες ζητούσε να δώσει για χάρη του στον αδελφό του εναγόµενο πίστωση χρόνου για την εξόφληση του οφειλοµένου ποσού. Ο εναγόµενος ισχυρίστηκε, ότι το έγγραφο αυτό δεν έχει καµία απολύτως αποδεικτική αξία, αφού δεν προέρχεται απ τον ίδιο, αλλά απ τον αδελφό του. Μπορεί το δικαστήριο να εξετάσει µάρτυρες για την απόδειξη της πίστωσης; o Εξετάστε αν χωρεί απόδειξη συµβάσεως µε µάρτυρες όταν υπάρχει αρχή έγγραφης απόδειξης που πηγάζει από επιστολή τρίτου προσώπου 3. Μεταξύ του δανειστού (Δ) και του οφειλέτου (Ο) καταρτίστηκε προφορική σύµβαση ατόκου δανείου, ύψους 25.000, ληξιπροθέσµου έξι µήνες µετά τη σύναψή του. Δύο ηµέρες πριν απ τη λήξη του δανείου, ο Δ απέστειλε τηλεγράφηµα στον Ο, µε το οποίο του γνώριζε ότι η εξόφληση του δανείου έπρεπε να γίνει δια καταθέσεως του οφειλοµένου ποσού στον αριθµό 223344/01 τραπεζικό λογαριασµό του Δ. Επειδή ο (Ο) δεν κατέβαλε το ποσό του δανείου, ο (Δ) ήγειρε αγωγή ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών µε την οποία ζητούσε την καταβολή του οφειλοµένου ποσού ένεκα του δανείου. Είναι δυνατή η απόδειξη του δανείου µε µάρτυρες αν υποτεθεί ότι ο (Ο) αρνείται µε τις προτάσεις τη σύναψή του; o Εξετάστε αν χωρεί απόδειξη συµβάσεως µε µάρτυρες, όταν υπάρχει αρχή έγγραφης απόδειξης από έγγραφο διαδίκου το οποίο όµως αποδεικνύει υπέρ αυτού. 4. Ο [Α] ασκεί αγωγή κατά του [Ε], εγγυητή σε δάνειο που συνήψε µε τον [Ο], και ζητεί 10.000 που αντιστοιχεί στο κεφάλαιο αυτού. Ο [Α] ζήτησε να εξετασθούν µάρτυρες προκειµένου ν αποδείξει ότι ο [Ε] είναι ο εγγυητής και τούτο διότι το έγγραφο της εγγύησης έγινε δυσανάγνωστο απ την πάροδο του χρόνου (849 ΑΚ). Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο [Ε] ισχυρίστηκε (α) ότι ουδέποτε υπήρξε εγγυητής του εν λόγω δανείου και (β) ότι εν πάση περιπτώσει ο Α έπρεπε πρώτα να στραφεί εναντίον του Ο, πρωτοφειλέτη και ύστερα έναντι αυτού (855 ΑΚ). Ποιος διάδικος πρέπει ν αποδείξει τι; Θα επιτρέψει το δικαστήριο στον [Α] να εξετάσει µάρτυρες;

8 Εξετάστε την απόδειξη της σύµβασης εγγυήσεως µε µάρτυρες, για την οποία όµως απαιτείται τύπος. Μη εφαρµογή της 394 ΙΙ και επιτρεπτό της εµµάρτυρης απόδειξης αν αποδειχθεί ότι το έγγραφο χάθηκε τυχαία. Τυχαία απώλεια συνιστά το δυσανάγνωστο του εγγράφου λόγω της παρόδου του χρόνου; 5 Η Ενότητα: Έγγραφα 1. Ο [Α] ήγειρε ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αγωγή κατά του [Β] µε αίτηµα να του καταβάλει ο τελευταίος 18.000 από δάνειο. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο [Β] υποστήριξε πως κατέβαλε στον ενάγοντα το οφειλόµενο ποσό, προσκοµίζοντας: α) συµβολαιογραφική βεβαίωση στην οποία 10 µήνες προ της υφισταµένης δίκης εγένετο µνεία ότι αυτός κατέβαλε τα οφειλόµενα, καθώς και β) τη µαρτυρία του [Χ], υπαλλήλου του [Α], ο οποίος εισέπραξε τα χρήµατα. Πώς θ αντιµετωπίσει το δικαστήριο τα αποδεικτικά αυτά µέσα; Εξετάστε: Ένορκες βεβαιώσεις, που ελήφθησαν σε ανύποπτο χρόνο είναι ιδιώνυµο αποδεικτικό µέσα ή ιδιωτικό έγγραφο µαρτυρίας; Επωφελές γεγονός για τον οµολογούντα, εκτίµηση. Τεκµήριο. Μάρτυρες για την απόδειξη του ισχυρισµού περί εξοφλήσεως. Διχογνωµία. Εφαρµογή της 395. Αν όµως επιτρέπεται η απόδειξη µε µάρτυρες, θέµα υπό εξέταση ο αποκλεισµός του υπαλλήλου ύστερα από αίτηµα του αντιδίκου λόγω συµφέροντος από την έκβαση της δίκης (400). 2. Σε αγωγή του [Β] κατά του [Γ] για την απόδοση των τόκων υπερηµερίας δυνάµει συµβάσεως δανείου που συνήψαν µεταξύ τους, ο εναγόµενος, αιτούµενος την εξέταση µαρτύρων, προσκόµισε το υπ αριθµ 10001/01 συµβολαιογραφικό έγγραφο του συµβολαιογράφου Ροδόπης [Χ] εις το οποίο ανεφέρετο χαρακτηριστικά ότι «ο αγοραστής [Β] θα καταβάλλει το τίµηµα στον πωλητή [Α], µόλις εισπράξει το ποσό που δάνεισε στον [Γ], του οποίου έχει ήδη εισπράξει τους τόκους». Είναι δυνατή η εµµάρτυρος απόδειξη; Δηµόσια έγγραφα που περιέχουν δικαιοπρακτικές δηλώσεις (441). Απόδειξη για όλους. Διηγηµατικώς αναφερόµενα. Εξετάστε αν έχουν άµεση ή έµµεση σχέση και απαντήστε αν υπάρχει πλήρης η αρχή έγγραφης απόδειξης 3. Ο [Α] αγόρασε απ τον [Β] µε συµβολαιογραφικό έγγραφο ένα αυτοκίνητο έναντι τιµήµατος 10.000, γεγονός το οποίο ρητώς αναφερόταν στο συµβόλαιο και ειδικότερα ανεφέρετο ότι «ο [Α] κατέβαλε τα 5.οοο δέκα ηµέρες προ της συντάξεως του παρόντος, ενώ τα υπόλοιπα κατέβαλε µε την υπογραφή του παρόντος». Διαπιστώνοντας όµως ο [Α] ότι το αυτοκίνητο είχε σοβαρά ελαττώµατα ασκεί αγωγή εναντίον του Β µε την οποία υπαναχωρεί απ την πώληση ενώ ταυτόχρονα ζητεί και την επιστροφή των 10.000. Στη συζήτηση της αγωγής ο [Β] ισχυρίζεται: α) ότι το συνολικό τίµηµα κατόπιν ειδικής συµφωνίας είναι 5.000 β) ότι καταβλήθηκαν µε την υπογραφή του συµβολαίου µόνο 2.500 και γ) ότι µε µεταγενέστερη συµφωνία ο [Α] είχε δηλώσει ότι παραλαµβάνει ανεπιφύλακτα το πωληθέν. Για την απόδειξη των παραπάνω ζητεί την εξέταση µαρτύρων. Πώς θ αντιµετωπίσει το δικαστήριο τους ισχυρισµούς του [Β];

9 Εξετάστε: Εικονικότητα (στο τίµηµα) και απόδειξη µε µάρτυρες. Δηµόσια έγγραφα. Βεβαίωση του συντάκτη για αυτά που συνέβησαν ενώπιόν του. Προσβολή του εγγράφου ως πλαστού (438). Δικαιοπρακτικές δηλώσεις πλήρης απόδειξη όχι µάρτυρες (441 και 393 ΙΙΙ). 4. Δια της υπ αρ Χ/2002 εκθέσεως επιδόσεως του, ο δικαστικός επιµελητής [Χ] βεβαίωσε ότι την 15.2.2002 µετέβη στην οικία του εναγοµένου Β η οποία βρίσκεται επί της οδού Νεαπόλεως αρ. 21 της Φιλοθέης, προκειµένου να επιδώσει σ αυτόν και ότι θυροκόλλησε το αντίγραφο της αγωγής, επειδή ο [Β] απουσίαζε απ την οικία του. Είναι δυνατόν ν αποδειχθεί µε µάρτυρες, πρώτον ότι την 15.2.2002 ο δικαστικός επιµελητής δεν µετέβη στην οικία του [Δ], διότι βρισκόταν (ο επιµελητής) εκτός Ελλάδος, και δεύτερον ότι η κατοικία του [Β] δεν βρίσκεται επί της οδού Νεαπόλεως αρ 21 της Φιλοθέης, αλλά επί της οδού Νεαπόλεως αρ 21 της Νίκαιας Πειραιώς; Δηµόσια έγγραφα. Βεβαιώσεις του συντάκτη τους. Εξετάστε για ποια γεγονότα δεν χωρεί ανταπόδειξη αλλά µόνο η προσβολή του εγγράφου ως πλαστού και για ποια επιτρέπεται ακόµη και µε µάρτυρες (438 και 440) 6 η Ενότητα: Δικαστικά Τεκµήρια και µη πληρούντα τους όρους του νόµου απ.µεσα Ερώτηση. Δικαστικά τεκµήρια εννοείται και ως αποδεικτικό µέσο (339) αλλά και ως αποδεικτικός λόγος (336), ως δηλαδή τρόπος συλλογισµού του δικαστή ο οποίος απ την απόδειξη ενός γεγονότος µπορεί να βγάλει συµπέρασµα ότι συνέβησαν ή δεν συνέβησαν άλλα γεγονότα; Είναι αληθές ότι ο Κ.Πολ.Δ φαίνεται να εννοεί τα δικαστικά τεκµήρια υπό δύο έννοιες, τόσο αυτήν του αποδεικτικού λόγου όσο και αυτή του αποδεικτικού µέσου. Ειδικότερα ως έµµεση δια τεκµηρίων απόδειξη, νοείται ο ειδικός τρόπος συλλογισµού του δικαστού κατά τον οποίο µπορεί αυτός, εφόσον αποδειχθεί κάποιο γεγονός, να βγάλει συµπέρασµα ότι συνέβη ένα άλλο κρίσιµο και ουσιώδες για την έκβαση της δίκης πχ. Από την απόδειξη ότι ο Β έµεινε εκτός Ελλάδος για δύο χρόνια, µπορεί ο δικαστής να βγάλει το συµπέρασµα ότι δεν ήλθε σε σαρκική συνάφεια µε τη σύζυγό του που διέµενε στην Ελλάδα, και άρα, πάντα κατά τους κανόνες της λογικής, δεν µπορεί να είναι πατέρας του τέκνου της συζύγου του. Επιπλέον δικαστικά τεκµήρια συνάγει πλέον σταθερά η νοµολογία από τα πάσης φύσεως ατελή ανώνυµα αποδεικτικά µέσα, που δεν συµπεριλαµβάνονται στον κατάλογο της 339, πχ απόφαση των ασφαλιστικών µέτρων, ηµιτελείς µαρτυρικές καταθέσεις σε προηγηθείσα δίκη κλπ. Η ορολογική αυτή σύγχυση οφείλεται ακριβώς στο ότι η ένταξη στην πολιτική δίκη άτυπων αποδεικτικών µορφωµάτων επιτεύχθηκε απ τη νοµολογία αρχικά µε την παραδοχή ότι τα δικαστικά τεκµήρια (άλλως έµµεση δια τεκµηρίων απόδειξη) είναι δυνατόν να αντλούνται οθενδήποτε, έστω κι από άτυπες ή παράτυπες πηγές. Σταδιακά επεκτάθηκε η άποψη αυτή της νοµολογίας όχι µόνο επί εµµέσου αλλά και επί αµέσου αποδείξεως, εις τρόπον ώστε να µπορεί ο διάδικος να αποδεικνύει τους οιουσδήποτε ισχυρισµούς του, ακόµη και µε µέσα τα οποία δεν αναγνωρίζει ρητά ο Κ.Πολ.Δ. Τα µέσα αυτά καλούνται δικαστικά τεκµήρια.

10 Ποια η σχέση δικαστικών τεκµηρίων ως αποδεικτικών µέσων (339) και µη πληρούντων τους όρους του νόµου αποδεικτικών µέσων; Αποδεικτικά µέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόµου κατά την κρατούσα άποψη είναι τα υποστατά εκείνα επώνυµα (συγκαταλεγόµενα στο 339) αποδεικτικά µέσα, για τα οποία δεν έχουν τηρηθεί οι προβλεπόµενες απ τις δικονοµικές διατάξεις προϋποθέσεις ή διατυπώσεις του κύρους τους ή της αποδεικτικής τους δυνάµεως (πχ µαρτυρικές καταθέσεις που έγιναν κατά παράβαση των άρθρων 399 400, έγγραφα ανεπικύρωτα ή ανυπόγραφα ή αποδεικνύοντα υπέρ του εκδότου κλπ). Κατά την ίδια άποψη τα µη πληρούντα τους όρους του νόµου αποδεικτικά µέσα πρέπει να διακρίνονται απ τα δικαστικά τεκµήρια, στο εννοιολογικό εύρος των οποίων συγκαταλέγονται τα υποστατά ανώνυµα αποδεικτικά µέσα, δηλαδή τα µέσα εκείνα τα οποία δεν προβλέπονται στον Κ.Πολ.Δ ούτε υπό την πλήρη ούτε υπό την ατελή νοµοτυπική µορφή τους (πχ ένορκες βεβαιώσεις από άλλη δίκη, µαρτυρικές καταθέσεις ενώπιον ποινικού δικαστηρίου, η απόφαση ασφαλιστικών µέτρων κ.α). Σύµφωνα όµως µε άλλη άποψη η εννοιολογική αυτή διάκριση εκτός του ότι είναι περιττή, επί τη βάσει τόσο του τροποποιηθέντος 270 ΙΙ που επαναλαµβάνει την πρόνοια του 395 όσο και της παρατηρήσεως ότι τα δικαστικά τεκµήρια κατά την έννοια του 339 δεν είναι άλλο τι παρά συγκερασµός εγγράφου και εµµάρτυρης αποδείξεως, είναι δε και δογµατικώς εσφαλµένη καθώς η έννοια του τεκµηρίου είναι κατά θεωρητική ακρίβεια αυτή του αποδεικτικού λόγου, δηλαδή της εµµέσου γνώσεως (και όχι αµέσου) την οποία αντλεί ο δικαστής από άλλα αποδεικτικά µέσα. Ως εκ τούτου πρέπει να γίνει δεκτό ότι η έννοια των δικαστικών τεκµηρίων της 339 απορροφήθηκε από εκείνη των µη πληρούντων τους όρους του νόµου αποδεικτικών µέσων, στην οποία πλέον περιλαµβάνονται τα πάσης φύσεως ατελή, ανώνυµα ή επώνυµα αποδεικτικά µέσα. Περαιτέρω για να εκτιµηθούν αυτά συµπληρωµατικά από το δικαστήριο θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη το είδος και η σπουδαιότητα της ατέλειας την οποία παρουσιάζουν. Αν δηλαδή το αποδεικτικό µέσο εµφανίζει ελάττωµα που αναφέρεται σε όρο του κύρους ή του ενεργού αυτού, ώστε να προκαλείται δικονοµική ακυρότητα, τότε το κύρος αυτής θα κριθεί µε βάση τις διατάξεις των 159 επ. Κ.Πολ.Δ. Έτσι αν το ελάττωµα για παράδειγµα εντοπίζεται σε έλλειψη των προϋποθέσεων κύρους των µαρτυρικών καταθέσεων που καθιερώνουν τα άρθρα 399 και 400, δηλαδή στην περίπτωση που κατέθεσε είτε ανίκανο προς µαρτυρία πρόσωπο είτε εξαιρετέο, για το οποίο προβλήθηκε σχετική ένσταση, τότε ακριβώς επειδή προκαλείται ακυρότητα κατ την 159 αρ 1 αίρεται η ουσιαστική αποδεικτικά αξία του αποδεικτικού µέσου, το οποίο δεν µπορεί να εκτιµηθεί ως µη πληρούν τους όρους του νόµου αποδεικτικό µέσο [πρβλ Καλαβρό, Η διαδικασία στα πρωτοβάθµια δικαστήρια, 260 (ιδίως 270)]. Ποια η έννοια της συµπληρωµατικότητας για την οποία κάνει λόγο η 270 ΙΙ σε σχέση µε τα µη πληρούντα τους όρους αποδεικτικά µέσα Σύµφωνα µε την γενική ρύθµιση της 270 ΙΙ, το δικαστήριο λαµβάνει υπόψη του και αποδεικτικά µέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόµου, συµπληρωµατικά και µόνο εφόσον είναι δυνατή η εµµάρτυρη απόδειξη (αρ 393 και 394). Η κρατούσα γνώµη ερµηνεύοντας τον όρο συµπληρωµατικά, ως επιπρόσθετα, καταλήγει στο συµπέρασµα πως τα µη πληρούντα τους όρους του

11 νόµου αποδεικτικά µέσα εκτιµώνται παράλληλα και σωρευτικά µε τα επώνυµα αποδεικτικά µέσα, ακόµη δε κι αν ελλείπουν τα τελευταία είναι σε θέση αυτοτελώς να στηρίξουν το πόρισµα της δικαστικής απόφασης. Κατά την µειοψηφούσα όµως και µάλλον ορθότερη εκδοχή, ο όρος συµπληρωµατικά του 270 πρέπει να ερµηνεύεται ως επικουρικά και συνεπώς τα µη πληρούντα τους όρους του νόµου αποδεικτικά µέσα να λαµβάνονται υπόψη µόνο αν έγινε επίκληση και προσκοµιδή των προβλεποµένων στο 339 επωνύµων αποδεικτικών µέσων και µόνο αν τα τελευταία κρίνονται ανεπαρκή για τον σχηµατισµό πλήρους δικανικής πεποιθήσεως. 7 η ενότητα: Διαδικαστικές πράξεις- Νοµιµοποίηση-Έννοµο συµφέρον- Δικονοµικές Ακυρότητες-Επιδόσεις 1. Ο [Α] άσκησε νοµότυπα αγωγή εναντίον του [Β], µε την οποία ζήτησε ν αναγνωριστεί ότι είναι κύριος ενός οικοπέδου που βρίσκεται στην κατοχή του τελευταίου. Στη συνέχεια µε δεύτερη αγωγή εναντίον του [Β] ζήτησε (και) να υποχρεωθεί ο τελευταίος να του το αποδώσει. Σε καµία όµως απ τις 2 αγωγές δεν εξέθεσε συγκεκριµένα στοιχεία, απ τα οποία να προκύπτει το έννοµο συµφέρον του για την άσκησή τους. Απ την άλλη πλευρά, ο [Β] ισχυρίζεται, ότι το επίδικο ακίνητο ανήκει στον αδελφό του, τον [Γ]. Και οι 2 αγωγές συζητήθηκαν ταυτόχρονα. Ερωτάται: Αν απ το αποδεικτικό υλικό της δίκης αποδεικνύεται ότι όντως ο [Α] είναι κύριος του ακινήτου, ποιες ακριβώς νοµίζετε ότι θα πρέπει να ναι οι αποφάσεις του δικαστηρίου για κάθε µια απ αυτές; Διαφοροποιείται η απάντησή σας, αν αποδεικνύεται ότι το ακίνητο ανήκει στον [Γ]; Εξετάστε σε ποιες περιπτώσεις το έννοµο συµφέρον πρέπει να αποδεικνύεται. (αναγνωριστική ή καταψηφιστική αγωγή) 2. Ο [Ε], εµφανίζεται στη συζήτηση της αγωγής του [Α] κατά του [Β] και δηλώνει ότι ο ενάγων [Α] έχει αποβιώσει και ότι συνεχίζει τη δίκη τώρα αυτός, ως µοναδικός κληρονόµος του. Ο [Β] όµως ισχυρίζεται ότι ο [Ε] δεν νοµιµοποιείται για τη συνέχιση της δίκης αυτής γιατί δεν είναι κληρονόµος του [Α]. Ο [Ε] µε τη σειρά του αντιπροτείνει, ότι και µόνος ο ισχυρισµός του ότι είναι κληρονόµος του [Α] αρκεί για να θεµελιώσει την εξουσία του να διεξάγει την παρούσα δίκη, αν όµως στη συνέχεια αποδειχθεί ότι πράγµατι δεν είναι κληρονόµος, τότε η αγωγή του θ απορριφθεί ως ουσία αβάσιµη. Να κριθεί η βασιµότητα των ισχυρισµών των δύο διάδικων πλευρών. Ερωτάστε: αν κατά τη διάρκεια της δίκης χωρέσει καθολική διαδοχή απαιτείται για τη νοµιµοποίηση του διαδίκου η απόδειξη της ιδιότητας του ως κληρονόµου ή αρκεί ο ισχυρισµός του περί αυτού; 3. Κατά τη συζήτηση της αγωγής του [Α] εναντίον του [Β], για την καταβολή 9.000 οι διάδικοι συµβιβαζόµενοι συµφώνησαν µε δήλωσή τους στο δικαστήριο ότι ο εναγόµενος οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των 6.000. Στη συνέχεια όµως ο [Α] µε νέα, νοµότυπη ασκηθείσα, αίτησή του ισχυρίζεται, επικαλούµενος συγκεκριµένη έλλειψη του ουσιαστικού δικαίου, ότι ο συµβιβασµός αυτός είναι άκυρος και ζητεί τη συνέχιση της δίκης και την έκδοση αποφάσεως επί της αγωγής του. Ο [Β] κατά τη συζήτηση της αίτησης του [Α] ισχυρίζεται ότι η δίκη

12 έχει καταργηθεί σε κάθε περίπτωση, ακόµα δηλαδή κι αν ο ως άνω ισχυρισµός του [Α], περί ακυρότητος του συµβιβασµού, είναι βάσιµος, και ζητεί την απόρριψη της αιτήσεώς του τελευταίου. Ποια πιστεύετε ότι πρέπει να ναι η απόφαση του δικαστηρίου; o Διαδικαστικές Πράξεις. Ο συµβιβασµός για να επιφέρει αποτελέσµατα απαιτούνται να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου; Θεωρία διφυών και δισυπόστατων διαδικαστικών πράξεων. 4. Ο εναγόµενος [Β] µε τις προτάσεις του, που κατέθεσε εµπρόθεσµα αποδέχθηκε την αγωγή που άσκησε εναντίον του ο [Α], για την καταβολή συγκεκριµένου ποσού ως υπολοίπου τιµήµατος πωλήσεως. Αµέσως µετά όµως, µε συµπληρωµατικές προτάσεις που επίσης κατέθεσε εµπρόθεσµα, ανακάλεσε την εν λόγω αποδοχή, ισχυριζόµενος ότι την αγωγή την αποδέχθηκε επειδή νόµιζε πως η επίδικη αξίωση αφορούσε άλλη σύµβαση πωλήσεως που επίσης είχε συνάψει µε τον ενάγοντα. Τι θα πρέπει να αποφασίσει το δικαστήριο; o Εξετάστε: Αποδοχή. Διαφορά από οµολογία. Θεωρία διαδικαστικών πράξεων. Χωρεί ανάκλησή τους; Αναλογική εφαρµογή των διατάξεων περί ακυρωσίας του ουσιαστικού δικαίου όταν υπάρχουν ελαττώµατα στη βούληση. 5. Ο δικαστικός επιµελητής [Ε] βεβαίωσε στη έκθεση επιδόσεως που συνέταξε, ότι το δικόγραφο που επιδόθηκε για τον [Β], παρέλαβε ο [Ζ], θυρωρός της πολυκατοικίας όπου διαµένει στις 18:00. Ο [Β] προβάλλει ότι ο θυρωρός της πολυκατοικίας δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ο [Ζ] αλλά ο [Λ]. Επίσης ότι τη συγκεκριµένη ώρα κατά την οποία έγινε η επίδοση αυτός βρισκόταν στο σπίτι του. Είναι νοητή η αχρήστευση της επίδοσης, πώς και για ποιο λόγο; o Επιδόσεις. Δικονοµικές ακυρότητες µε ή χωρίς επίκληση βλάβης. Δηµόσια έγγραφα, διαπιστώσεις του συντάκτη, προϋποθέσεις για ανταπόδειξη σύµφωνα µε τα 438 ή 440. 6. Ο δανειστής [Δ], άσκησε αγωγή κατά του [Μ] µε αίτηµα να αναγνωριστεί ότι από σύµβαση δανείου οφείλει ο τελευταίος στον οφειλέτη αυτού (του Δ), τον [Ο], ποσό 120.000. Στη συζήτηση της αγωγής αυτής παρενέβη ο [Ο] υποστηρίζοντας ότι: (α) εκκρεµεί ήδη αγωγή αυτού του ιδίου κατά του [Μ] µε το ίδιο αίτηµα (β) σε κάθε περίπτωση ο [Δ] στερείται εννόµου συµφέροντος προς άσκηση της αγωγής αυτής. Ερωτάται: ι) Τι πρέπει ν αποφασίσει το δικαστήριο σε περίπτωση που ο πρώτος ισχυρισµός αποδεικνύεται αληθής ιι) είναι βάσιµος ο δεύτερος ισχυρισµός του [Ο]; Εξετάστε: Την νοµιµοποίηση των διαδίκων. Ειδικότερα: Προϋποθέσεις πλαγιαστικής αγωγής. Κύρια παρέµβαση αληθούς δικαιούχου, έλλειψη αδράνειας ισοδυναµεί µε άρνηση της νοµιµοποίησης του µη δικαιούχου. Η άσκηση απλώς αναγνωριστικής πλαγιαστικής αγωγής δικαιολογεί το έννοµο συµφέρον του µη δικαιούχου;