ΘΕΜΑ: «- Εφαρμογή των διατάξεων της κοινής διαδοχικής ασφάλισης στους υπαλλήλους που προσλήφθηκαν, για πρώτη φορά, στο Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α ή τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ μετά την 01-01-1983 και, στη συνέχεια, μονιμοποιήθηκαν διατηρώντας το ΙΚΑ (αν. ν. 1846/51) ως ασφ/κό φορέα - Ανακεφαλαίωση οδηγιών για την ανωτέρω κατηγορία υπαλλήλων, που προσλήφθηκε όμως μ έ χ ρ ι την 31-12-1982, και εξακολουθεί να αναγνωρίζει στο ΙΚΑ το χρόνο που ασφαλίστηκε στο Δημόσιο.» ΣΧΕΤ.: Εγκύκλιες : 34/1986, 11/1987, 29/1989, 23/1991, 22/1992,72/1992. Γεν. Εγγραφο: Τ01/652/36/18-07-1994 Ανάκληση οδηγιών των εγκυκλίων 23/1991 και 22/1992, που είναι σχετικές με τον υπολογισμό των εισφορών για την αναγνώριση. Σας κοινοποιούμε το 1265/144/0092/27-09-1996 έγγραφο του Γενικού Λογ/ρίου του Κράτους και θέτουμε υπόψη σας τα εξής: 1. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ 1.1. Οπως γνωρίζετε, με το ν. 1476/1984, αλλά και μεταγενέστερους που παραπέμπουν σ' αυτόν, διορίστηκε σε θέσεις μονίμων υπαλλήλων (μονιμοποιήθηκε) το με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου προσωπικό που υπηρετούσε στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Ο.Τ.Α.
-2- Στη συνέχεια, ο ν. 1583/1985, καθώς και μεταγενέστεροι όπως ο ν. 1813/1988 (άρθρο 13), ο ν. 1902/1990 (άρθρο 9 παρ. 7 και 8), ο ν. 1976/1991 (άρθρο 5 παρ. 6) και ο ν. 2042/1992 (άρθρο 4 παρ. 5), ρύθμισαν τα συνταξιοδοτικά - ασφαλιστικά θέματα των προσώπων που μονιμοποιήθηκαν, ως ανωτέρω. Οι νόμοι αυτοί έδωσαν την δυνατότητα, στα πρόσωπα που μονιμοποιήθηκαν, να διατηρήσουν, μετά από επιλογή τους, τον προηγούμενο της μονιμοποίησης τους ασφαλιστικό (συνταξιοδοτικό) φορέα, δηλαδή το ΙΚΑ ή άλλο φορέα κυρίας ασφάλισης. Το δικαίωμα επιλογής το ασκούσαν με υπεύθυνη δήλωση, που υποβάλονταν σας υπηρεσίες τους και ήταν αναγκαία, μόνο σ εκείνες τις περιπτώσεις, που υπήρχε προτίμηση διατήρησης του ασφ/κού φορέα που είχαν πριν μονιμοποιηθούν και αυτό, επειδή η υπαγωγή τους στην ασφ/κή προστασία του Δημοσίου ή του ν. 3163/55 ή άλλου ομοίου καθεστώτος γίνονταν αυτοδικαίως με την πράξη της μονιμοποίησης τους. 1.2. Οπως ρητά αναφέρει ο νόμος, όσοι θα επιλέξουν τη συνταξιοδότηση τους από το φορέα που είχαν ασφαλιστεί πριν μονιμοποιηθούν (ΙΚΑ - αν. ν. 1846/1951 στην περίπτωση μας), εφόσον είχε διακοπεί η ασφάλιση τους, θεωρούνται ότι ουδέποτε έπαψαν να είναι ασφαλισμένοι σ'αυτόν, με την προϋπόθεση ότι θα καταβληθούν οι προβλεπόμενες εισφορές του εργοδότη από το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Ο.Τ. Α. και του ασφ/νου από τους ίδιους. Στο ΙΚΑ, η ασφάλιση, για το χρονικό διάστημα από την ημέρα της μονιμοποίησης ως την ημέρα της επιλογής (δηλαδή ο χρόνος που ασφαλίστηκαν στο δημόσιο), υλοποιούνταν με έκδοση αναγνωριστικής απόφασης και καταβολή των αναλογουσών εισφορών, όπως όριζε ο νόμος. Με την καταβολή των εισφορών, οι ασφαλιστικά αποκαθιστάμενοι θεωρούνταν, ότι ουδέποτε έπαψαν να είναι ασφαλισμένοι στον κλάδο Σύνταξης του ΙΚΑ. 2. ΠΡΟΣΛΗΦΘΕΝΤΕΣ, ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ, ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ, ΤΟΥΣ Ο.Τ.Α. ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ Ν.Π.Δ.Δ ΜΕΤΑ ΤΗΝ 01-01-1983 ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ 31-12-1992 2.1. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Για την κατηγορία των υπαλλήλων που προσλήφθηκαν, για πρώτη φορά, στο Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α ή τα άλλα Ν.ΠΔ.Δ. μετά την 01-01-1983 και, στη συνέχεια, μονιμοποιήθηκαν διατηρώντας τον προηγούμενο της μονιμοποίησης ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό φορέα, σύμφωνα με τις διατάξεις των ν. 2084/92, 2227/94 και 2320/95 και το περιεχόμενο του
-3- εγγράφου που σας κοινοποιείται (παρ. 2), θα εφαρμόζονται πλέον οι κανόνες της κοινής διαδοχικής ασφάλισης. Αυτό σημαίνει ότι, για την ασφαλιστική τακτοποίηση του χρόνου από την ημέρα της μονιμοποίησης μέχρι την ημέρα της επιλογής φορέα, κατά τη διάρκεια του οποίου οι, εν λόγω υπάλληλοι είχαν υπαχθεί αυτοδίκαια στην ασφαλιστική - συνταξιοδοτική προστασία του δημοσίου ή του ν. 3163/55 ή άλλου ομοίου καθεστώτος κατά περίπτωση, δεν θα εκδίδουμε πλέον αποφάσεις αναγνώρισης. Ο ανωτέρω χρόνος θα παραμένει ως έχει, δηλαδή χρόνος του δημοσίου κ.λ.π. και θα υπολογίζεται συντάξιμος κατά τον κανονισμό της σύνταξης, συμφωνά με τους κανόνες της κοινής διαδοχικής ασφάλισης (ν.δ. 4202/1961), όπως ισχύει σήμερα. Η αιτιολόγηση της ανωτέρω θέσης προκύπτει από τη συνδυασμένη εφαρμογή των κατωτέρω διατάξεων: α. Αρθρο 4 παρ. 2 ν. 2084/92 Ορίζει τους συντάξιμους χρόνους. Μεταξύ αυτών, συντάξιμος είναι και ο χρόνος κάθε υπηρεσίας που παρασχέθηκε στο δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ. με οποιαδήποτε σχέση. β. Αρθρο 17 ν. 2084/92 Καθορίζει τους τρόπους, με τους οποίους θεωρούνται συντάξιμες οι υπηρεσίες του ανωτέρω άρθρου και είναι είτε η αναγνώριση με πράξη είτε η εφαρμογή της κοινής διαδοχικής ασφάλισης. β.1. Αναγνώριση με πράξη (άρθρο 17 παρ. 2 όπως το α' εδάφιο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 2320/95). Με αναγνώριση, θεωρείται συντάξιμη η υπηρεσία που παρασχέθηκε στο δημόσιο, κ.λ.π. με οποιαδήποτε σχέση, όταν γι αυτήν δεν έχουν καταβληθεί εισφορές στο δημόσιο ή σε άλλο ασφ/κό οργανισμό κύριας ασφάλισης. Η αναγνώριση γίνεται με πράξη του αρμοδίου οργάνου, που περιέχει όσα ο νόμος ρητώς ορίζει και καταβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο ασφ/κή εισφορά, το ποσοστό της οποίας είναι ίσο με αυτό που ισχύει κάθε φορά για τους ασφ/νους στην κοινή ασφάλιση του ΙΚΑ β.2. Εφαρμογή κοινής διαδοχικής ασφάλισης. (άρθρο 17 παρ. 3 ν. 2084/92, όπως τροποποιήθηκαν με αυτές του άρθρου 5 παρ. 3 ν. 2320/95). Με εφαρμογή της κοινής διαδοχικής ασφάλισης, θεωρείται συντάξιμη η υπηρεσία που παρασχέθηκε στο δημόσιο, κ.λ.π. με οποιαδήποτε σχέση, όταν, γι αυτήν έχουν καταβληθεί ασφ/κές εισφορές σε άλλο ασφ/κό οργανισμό κύριας ασφάλισης.
-4- γ. Αρθρο 18 παρ. 1.2 ν. 2084/92. (όπως αντικαταστάθηκαν, από τότε που ίσχυσαν, με αυτές του άρθρου 5 παρ. 5 του ν. 2320/95). Οι διατάξεις αυτές προσδιορίζουν την έκταση εφαρμογής και των διατάξεων που προηγήθηκαν. Σύμφωνα μ' αυτές, οι διατάξεις που προηγήθηκαν, έχουν εφαρμογή μόνο για όσους προσλαμβάνονται, για πρώτη φορά, στο δημόσιο, ως μόνιμοι ή ως στρατιωτικοί, μετά την 01-01-1993, και μέχρι 31-12-1992 δεν είχαν ασφαλιστεί σε κανέναν ασφ/κό οργανισμό κύριας ασφάλισης. Οι υπόλοιποι υπάλληλοι και στρατιωτικοί, που προσλαμβάνονται ή κατατάσσονται με οποιαδήποτε άλλη σχέση, για πρώτη φορά, από 01-01-93 και μετά, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο ΙΚΑ ή στον οικείο, ανάλογα με την ειδικότητα, φορέα κύριας ασφ/σης. Αν μεταγενέστερα διοριστούν σε μόνιμες θέσεις, θα καλύπτονται από τις ανωτέρω διατάξεις, εφόσον μέχρι 31-12-92 δεν είχαν ασφαλιστεί σε κανέναν ασφ/κό οργανισμό κύριας ασφάλισης, ενώ αν είχαν ασφαλιστεί μέχρι αυτή την ημερομηνία σε οποιαδήποτε ασφ/κό οργανισμό κύριας ασφάλισης, θα υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς που διέπει τους διορισθέντες στο δημόσιο από 01-01-1983 μέχρι 31-12-1992. δ. Αρθρο 20 παρ. 4 ν. 2084/92 (όπως το τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθηκε από τότε που ίσχυσε με το άρθρο 4 παρ. 4 του ν. 2227/94 και εν συνεχεία με το άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 2320/95) Σύμφωνα μ' αυτές τις διατάξεις, η εφαρμογή της κοινής διαδοχικής ασφάλισης, που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 3 που προεκτέθηκαν, έχουν εφαρμογή αναδρομικά και για όσους προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο από 01-01-1983 μέχρι 31-12-1992. Από τη γραμματική διατύπωση της συγκεκριμένης διάταξης, προκύπτει, ότι, στη συγκεκριμένη κατηγορία, το καθοριστικό στοιχείο για την εφαρμογή της διαδοχικής ασφ/σης είναι το γεγονός της πρόσληψης τους στο δημόσιο, για πρώτη φορά, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δεν ενδιαφέρει το γεγονός πότε ασφαλίστηκαν(δηλαδή αν είναι νέοι ή παλαιοί ασφ/νοι, γεγονός που είναι σημείο αναφοράς για τις ρυθμίσεις που περιέχει ο ν. 2084/92). ε. Αρθρο 18 παρ. 5 ν. 2084/92 Αρθρο 20 παρ. 10 ν. 2084/92 Σύμφωνα με αυτές τις διατάξεις, όσα ρυθμίζουν οι διατάξεις που προεκτέθηκαν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους υπαλλήλους των ΟΤΑ και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς, είτε οι συντάξεις τους βαρύνουν το δημόσιο, είτε άλλους φορείς.
-5- στ. Αρθρα 40 και 47 παρ. 12 ν. 2084/92 Προσδιορίζουν τους χρόνους ασφάλισης για τους ασφ/νους στην κοινή ασφάλιση του ΙΚΑ, είτε αυτοί είναι νεοασφαλισμένοι, είτε παλαιοί ασφ/νοι, και ως τέτοιοι, είναι πρωτίστως οι χρόνοι πραγματικής απασχόλησης. Από το σύνολο τον ανωτέρω διατάξεων γίνεται σαφές ότι, για όσους προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ. από 01/01/1983-31/12/1992, ο χρόνος τους στις υπηρεσίες αυτές είναι συντάξιμη υπηρεσία και για το καθεστώς ασφάλισης του αν. ν. 1846/51, αφού πρόκειται για πραγματική απασχόληση, που μπορεί όμως να αξιοποιηθεί μόνο με την εφαρμογή των διατάξεων της κοινής διαδοχικής ασφάλισης. 2.2. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ 2.2. α. Ανάκληση αποφάσεων αναγνώρισης Για όσους έχουν προσληφθεί από 01-01-1983 έως 31-12-1992, από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι, έχει επέλθει μεταβολή της νομοθεσίας που διέπει το ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν στο Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α και άλλα Ν.Π.Δ.Δ. με οποιαδήποτε σχέση και τον τρόπο που οι υπηρεσίες αυτές θα αξιοποιηθούν συνταξιοδοτικά. Η ανωτέρω μεταβολή δημιουργεί υποχρέωση επανεξέτασης των περιπτώσεων που κρίθηκαν με το προϊσχύον νομικό καθεστώς. Δημιουργεί, δηλαδή, υποχρέωση επανεξέτασης των αποφάσεων αναγνώρισης που είχαν εκδοθεί με βάση τον προϊσχύσαντα νόμο και άρση του περιεχομένου τους με έκδοση νέας απόφασης που θα ανακαλεί την προηγούμενη. Η έκδοση της νέας απόφασης θα γίνει "οίκοθεν" από τις υπηρεσίες μας και θα κοινοποιείται στους ενδιαφερομένους, δηλαδή στον εργοδότη (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α.) και στους ασφαλισμένους. Στην κοινοποίηση θα περιέχεται και η πληροφορία, ότι θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση για την επιστροφή των εισφορών που κατέβαλαν για την αναγνώριση του συγκεκριμένου χρόνου της απόφασης. Στις περιπτώσεις αυτές θεωρούμε, ότι η αξίωση για επιστροφή εισφορών γεννάται μετά την έκδοση της ανακλητικής απόφασης. Κατά συνέπεια, η πενταετής παραγραφή του δικαιώματος επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών (άρθρο 40 ΑΝ. 1846/51) αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης. Η ανάκληση των αποφάσεων είναι, κατ' αρχήν, υποχρεωτική, παρά το γεγονός ότι, με τη μεταβολή της νομοθεσίας και μάλιστα αναδρομικώς, θίγονται αναγνωρισμένα δικαιώματα αυτών που αφορούν. Για την κατηγορία των υπηρεσιών αυτών, ο νομοθέτης δεν προέβλεψε την ευχέρεια να παραμείνουν ισχυρές οι συγκεκριμένες αποφάσεις, όπως ρητώς το έπραξε, με τις διατάξεις
-6- της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2227/94 και τις παρ. 7 και 8 του άρθρου 5 του ν. 2320/95, για τις προϋπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα Επειδή όμως, σε πολλές περιπτώσεις, ο χρόνος ασφάλισης των αποφάσεων αναγνώρισης χρησιμοποιήθηκε από ασφ/νους, όταν συνέτρεξαν γι αυτούς οι ουσιαστικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και, τελικά, συνταξιοδοτήθηκαν είτε υπολογίζοντας είτε όχι, στο σύνολο του χρόνου ασφάλισης τους, και το χρόνο των αποφάσεων αναγνώρισης, προτείνουμε την αντιμετώπισή τους όπως εκτίθεται κατωτέρω. 2.2. β. Αποφάσεις που εκδόθηκαν μέχρι 07-10-92 και χρησιμοποιήθηκαν για την απονομή σύνταξης. Οι πράξεις αναγνώρισης που χρησιμοποιήθηκαν για την απονομή σύνταξης μέχρι 07-10-1992 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 2084/92), κατά την γνώμη μας, δεν πρέπει να θιγούν. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να ανακληθούν οι αποφάσεις αναγνώρισης που εκδόθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν για την απονομή σύνταξης. Και τούτο, γιατί η ατομική διοικητική πράξη της αναγνώρισης, αλλά και της συνταξιοδότησης, που εκδόθηκαν μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, κατά το χρόνο έκδοσης τους ήταν νόμιμες με το προϊσχύον νομοθετικό καθεστώς. Η εκ των υστέρων μεταβολή της νομοθεσίας, με αναδρομική εφαρμογή και για όσους είχαν διοριστεί από 01/01/1983-31/12/1992, δεν τις καθιστά παράνομες, αλλά, κατ' αρχήν, υποχρεώνει τις υπηρεσίες μας για επανεξέταση και τυχόν ανάκλησή τους. Οταν όμως, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου και το άρθρο μόνο του αν. ν. 261/1968, η διοίκηση δεν ανακαλεί και τις παράνομες ακόμη πράξεις της, εφόσον παρήλθε μακρύς χρόνος από την έκδοσή τους και δημιουργήθηκε υπέρ των διοικούμενων πραγματική κατάσταση τέτοια, ώστε η μετά πάροδο μακρού χρόνου ανατροπή της να προσκρούει στις αρχές της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης, άποψή μας είναι ότι θα προσέκρουε, πολύ περισσότερο, στις ανωτέρω αρχές η ανάκληση των συγκεκριμένων πράξεων αναγνώρισης και συνταξιοδότησης που ήταν νόμιμες και δεν καθίστανται παράνομες ούτε με τη μεταβολή της νομοθεσίας έστω και χωρίς πρόβλεψη μεταβατικής ρύθμισης για τους ασφ/νους που έχουν ήδη αποκτήσει δικαίωμα στη σύνταξη. 2.2. γ. Αποφάσεις που εκδόθηκαν από 07-10-92 και μετά και χρησιμοποιήθηκαν για την απονομή σύνταξης. Είναι γνωστό, ότι η χρονολογία αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της κατάρτισης της διοικητικής πράξης, γιατί από αυτή κρίνεται όχι μόνο η αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου αλλά, κατά κύριο λόγο, η νομιμότητα γενικά της πράξης. Με βάση τα ανωτέρω, οι πράξεις αναγνώρισης που πιθανόν έχουν εκδοθεί μετά την 07-10-92 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 2084/92), καθώς
-7- και οι αποφάσεις συνταξιοδότησης με συνυπολογισμό ή την επιφύλαξη συνυπολογισμού του χρόνου ασφ/σης των αναγνωριστικών αποφάσεων, στερούνται της ουσιαστικής προϋπόθεσης της συμφωνίας του περιεχομένου τους προς το νόμο. Διοικητική πράξη όμως εκδοθείσα κατά παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου είναι παράνομη - πλημμελής και, ως τέτοια, οφείλει η διοίκηση να την ανακαλέσει εντός ευλόγου χρόνου (5ετία κατά τον αν. ν. 261/68). Ωστόσο, κατ' εξαίρεση, και υπό προϋποθέσεις από το διοικητικό δίκαιο και τη νομολογία των δικαστηρίων προβλέπεται η προστασία και των πλημμελών διοικητικών πράξεων και η καθιέρωση γι αυτές του αμετακλήτου. Οι προϋποθέσεις είναι: α) Η πάροδος από την έκδοση τους ευλόγου χρονικού διαστήματος, τουλάχιστον μιάς 5ετίας. β) Ο ωφελούμενος από την πράξη να διατελεί σε καλή πίστη, δηλαδή να μην έχει προκαλέσει ο ίδιος την πράξη με απατηλή ενέργεια του και γ) δημιουργία δικαιωμάτων υπέρ των διοικουμένων ή πραγματικών καταστάσεων άξιων προστασίας. Η κατ' εξαίρεση, προστασία των εν λόγω πράξεων συμβαίνει, γιατί η πολιτεία επιθυμεί να προστατεύσει τις πραγματικές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν καλόπιστα υπέρ του διοικούμενου από τη μακροχρόνια άσκηση κάποιου δικαιώματος, η ανατροπή των οποίων θα προσέκρουε στις αρχές της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης. Εξάλλου, με την προστασία που παρέχεται στις εν λόγω πράξεις, εξασφαλίζεται στον διοικούμενο η απόλαυση των ωφελημάτων, όπως και σε μία έγκυρη πράξη. Κατ' εξαίρεση και των ανωτέρω, επιβάλλεται η διατήρηση των αποτελεσμάτων των πλημμελών διοικητικών πράξεων και μέσα στην 5ετία, όταν συντρέχουν ειδικές συνθήκες που αποκλείουν τη δυνατότητα της βιοτικής προσαρμογής του καλόπιστα ωφελουμένου από την κατάσταση που δημιουργήθηκε. Στις περιπτώσεις του συγκεκριμένου κεφαλαίου, νομίζουμε ότι, σίγουρα, δημιουργήθηκαν, καλοπίστως, υπέρ των διοικούμενων πραγματικές καταστάσεις που διατηρήθηκαν για αρκετό χρόνο και μάλιστα με άμεση σύμπραξη της διοίκησης, με συνέπεια σήμερα, ο μη σεβασμός σ' αυτές και η ανατροπή τους, να προσκρούει σας αρχές της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης. Με βάση τα αμέσως προαναφερόμενα και με δεδομένο ότι και η νομολογία αποβλέπει κατά κανόνα στην προστασία των καλοπίστως δημιουργηθεισών καταστάσεων, όταν αφορούν το δίκαιο της κοινωνικής ασφάλισης, άποψη μας είναι να μη θιγούν άρα να μην ανακληθούν οι πράξεις αναγνώρισης που χρησιμοποιήθηκαν ή έγινε επιφύλαξη χρησιμοποίησής τους και απονεμήθηκαν οριστικές ή προσωρινές συντάξεις. 2.2. δ. Εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης Οι αποφάσεις αναγνώρισης που υπάρχουν σε εκκρεμείς υποθέσεις συνταξιοδότησης, ανεξαρτήτως του πότε εκδόθηκαν (πριν την 07-10-92 ή
-8- μετά), πρέπει να ανακληθούν. Αυτό γιατί, ναι μεν, η μεταβολή των διατάξεων νόμου, κατ αρχήν, δεν επιδρά επί του αμετακλήτου των νομίμων διοικητικών πράξεων και δεν είναι ικανή να καταστήσει ανακλητές τις πράξεις που εκδόθηκαν με διάφορο προϊσχύουσα διάταξη, αφού ο μεταγενέστερος νόμος διέπει, κατά κανόνα, τις πράξεις που εκδίδονται μετά την ισχύ του, πλην όμως, ο μεταγενέστερος νόμος επιδρά και στις πράξεις που είχαν εκδοθεί μέχρι την ισχύ του, όταν ειδική διάταξη τον οπλίζει με αναδρομική δύναμη, όπως συνέβη για όσους προσλήφθηκαν από 01-01-83 έως 31-12-92 στο Δημόσιο. 3. ΠΡΟΣΛΗΦΘΕΝΤΕΣ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ, ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ, ΤΟΥΣ ΟΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ Ν.Π.Δ.Δ., ΜΕΧΡΙ 31-12-1982. 3.1. ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΑΞΕΩΝ (ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ) ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ Για την κατηγορία των υπαλλήλων που προσλήφθηκαν, για πρώτη φορά, στο δημόσιο, τους ΟΤΑ ή τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ. μέχρι 31-12-1982 και, στη συνέχεια, μονιμοποιήθηκαν διατηρώντας τον προηγούμενο της μονιμοποίησης ασφ/κό - συνταξιοδοτικό φορέα, θα εξακολουθήσετε να εκδίδετε αποφάσεις αναγνώρισης προκειμένου ο χρόνος αυτός να θεωρηθεί συντάξιμος με τις κοινές διατάξεις του ΙΚΑ (αν. ν. 1846/51). Σημειώνουμε, ότι οι αποφάσεις αναγνώρισης θα εκδίδονται για όσους μονιμοποιήθηκαν με το ν. 1476/84 ή μεταγενέστερους που παραπέμπουν σ' αυτόν και επέλεξαν το ΙΚΑ, με το ν. 1583/85 ή μεταγενέστερους, μέσα στις ανατρεπτικές προθεσμίες που αυτοί έτασαν. Επίσης, σημειώνουμε, ότι η τελευταία παράταση επιλογής ασφ/κού - συνταξιοδοτικού φορέα δόθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 2042/1992 και έληγε την 14-08-1992. Για τις διατάξεις αυτές, δεν έχει δώσει οδηγίες η υπηρεσία μας. Οδηγίες δόθηκαν από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και κοινοποιήθηκαν με την εγκύκλιο 72/1992 της Δ/νσης Συντάξεων Προσωπικού Ν.Π.Δ.Δ. 3.2. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Η ανωτέρω κατηγορία υπαλλήλων είναι παλαιοί ασφ/νοι, αφού έχουν ασφαλιστεί μέχρι 31-12-1992. Ωστόσο, γι αυτούς δεν υπάρχουν ειδικές ρυθμίσεις που να αποκλίνουν από τα γενικώς ρυθμιζόμενα για τους παλαιούς ασφ/νους, όπως συνέβη για όσους προσλήφθηκαν από 01-01-1983 μέχρι 31-12-92 και για τους οποίους αναφερόμαστε στο κεφ. 2 της παρούσας. Για την αναγνώριση, επομένως, του χρόνου που μεσολάβησε από τη μονιμοποίηση τους μέχρι την ημερομηνία που επέλεξαν ασφ/κό - συνταξιοδοτικό φορέα (δηλαδή για το χρόνο ασφάλισης τους στο δημόσιο), θα εφαρμοστούν οι διατάξεις που ίσχυαν πριν από αυτές των ν. 2084/92, 2227/94
-9- και 2320/95. Αυτές είναι το άρθρο 84 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (Π.Δ. 1041/79), όπως ισχύει σήμερα. Σύμφωνα με τις τελευταίες, όσοι. επέλεξαν το κοινό καθεστώς ασφ/σης του ΙΚΑ (αν. ν. 1846/51) θεωρείται ότι ουδέποτε έπαψαν να είναι ασφ/νοι σ' αυτό, αφού καταβληθούν οι προβλεπόμενες εισφορές του εργοδότη από το δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα άλλα Ν.Π.ΔΔ. και του ασφ/νου από τους ίδιους. Εξάλλου, ο ανωτέρω χρόνος, είναι χρόνος πραγματικής απασχόλησης, που είναι συντάξιμος κατά τις διατάξεις των άρθρων 40 και 47 παρ. 12εδαφ. α' του ν. 2084/92. Για την αναγνώριση του δε, δεν ισχύει η διάταξη του εδαφ. β' της παρ. 12 του άρθρου 47 του ν. 2084/92, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρον 5 του ν. 2335/95, που προβλέπει την κατάργηση, από 01-01-1997, της αναγνώρισης χρόνου για προσμέτρηση ή θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή για προσαύξηση του ποσού της σύνταξης και, επομένως, αυτή μπορεί να γίνει οποτεδήποτε. 3.3. ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ Επειδή, στο παρελθόν, είχαν υιοθετηθεί διαχρονικά δύο τρόποι αναγνώρισης του χρόνου από τη μονιμοποίηση ως την επιλογή, με την παρούσα εγκύκλιο ανακεφαλαιώνουμε τις οδηγίες, τροποποιούμε και συμπληρώνουμε αυτές, όπου παρίσταται ανάγκη και σημειώνουμε, ότι παύει να ισχύει κάθε αντίθετη οδηγία που δόθηκε στο παρελθόν. 3.3.1. Χρόνος που αναγνωρίζεται Ο χρόνος που αναγνωρίζεται είναι αυτός που αντιστοιχεί από τη μονιμοποίηση μέχρι την επιλογή ασφ/κού φορέα, κατά τον οποίο ο εργαζόμενος ασφαλίστηκε στο Δημόσιο, κ.λ.π. Ο ανωτέρω χρόνος, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα από τους ενδιαφερόμενους. αναγνωρίζεται στο σύνολό του και δεν υπάρχει ευχέρεια αναγνώρισης τμήματος μόνον αυτού. Αυτό σημαίνει ότι, όσοι υποβάλουν αίτηση για αναγνώριση τέτοιου χρόνου, δεν μπορούν να περιορίσουν το αίτημα τους στην αναγνώριση τμήματος μόνον αυτού. Αντίθετο; είναι υποχρεωμένοι να ζητήσουν την αναγνώριση του συνόλου του χρόνου αυτού. Σημειώνουμε, ότι, για το αν υπάρχει δυνατότητα αναγνώρισης τμήματος μόνο του ανωτέρω χρόνου ή υποχρεωτικά πρέπει να αναγνωριστεί το σύνολο αυτού, απευθύναμε ερώτημα στη Νομική μας υπηρεσία. Επ' αυτού εκδόθηκε η 307/1993 Γνωμοδότηση του Δ' τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έγινε δεκτή από τον κ. Διοικητή του Ιδρύματος την 02-07-1993. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της τελευταίας, δεν παρασχέθηκε ευχέρεια στους συγκεκριμένους υπαλλήλους να ζητήσουν την αναγνώριση τμήματος μόνο του ως άνω χρόνου με την αντίστοιχη υποχρέωση καταβολής των αναλογουσών στο χρόνο αυτό εισφορών.
-10- Αν ο νομοθέτης ήθελε να παράσχει τέτοια δυνατότητα, θα έπρεπε να το είχε ρυθμίσει ειδικότερα, γεγονός που δε συνέβη. Αντίθετα, από τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων που παρέχουν τη δυνατότητα επιλογής της συνταξιοδότησής τους, από το ΙΚΑ ή άλλο ασφ/κό φορέα κύριας ασφάλισης, μέσα στα οριζόμενα κάθε φορά χρονικά περιθώρια, ορίζεται, ότι όσοι επιλέξουν το φορέα, στον οποίο προηγουμένως είχαν ασφαλιστεί, θεωρείται, ότι όσοι επιλέξουν το φορέα, στον οποίο προηγουμένως είχαν ασφαλιστεί, θεωρείται, ότι ουδέποτε έπαψαν να είναι ασφαλισμένοι σ αυτόν, αφού καταβληθούν οι προβλεπόμενες εισφορές του εργοδότη από το δημόσιο και του ασφ/νου από του ίδιους. Αυτό σημαίνει, ότι απαιτείται να καταβάλουν όλες τις οφειλόμενες εισφορές που αντιστοιχούν στον προβλεπόμενο από το νόμο χρόνο, ανεξάρτητα αν τμήμα μόνο του χρόνου αυτού τους είναι απαραίτητο, είτε για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, είτε για προσαύξηση της σύνταξης τους. 3.3.2 Τρόπος αναγνώρισης Αρμόδιο Υποκ/μα Η ασφάλιση για το χρονικό διάστημα που ασφαλίστηκαν στο δημόσιο κ.λ.π. θα παραγματοποιείται με έκδοση αναγνωριστικής απόφασης Δ/ντή και καταβολή των εισφορών που αναλογούν στον κλάδο Σύνταξης. Οι εισφορές του εργοδότη θα καταβληθούν από το Δημόσιο ή τα οικεία ν.π.δ.δ ή τους ΟΤΑ αναλόγως και του ασφ/νου από τους ίδιους. Αρμόδιο Υποκ/μα για την έκδοση της απόφασης είναι εκείνο του τόπου κατοικίας του ενδιαφερόμενου. Σαυτό, όσοι έχουν επιλέξει το κοινό καθεστώς ασφάλισης του ΙΚΑ, θα υποβάλουν σχετική αίτηση με την οποία θα εκφράζουν τη βούλησή τους για αναγνώριση στο ΙΚΑ του χρόνου ασφάλισης τους στο δημόσιο, κ.λ.π. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί κατά τη διάρκεια της ενεργού υπηρεσίας τους οποτεδήποτε, χωρίς περιορισμό από προθεσμίες, αφού δεν θέτει προθεσμίες ο νόμος. 3.3.3. Δικαιολογητικά Η αίτηση αναγνώρισης θα πρέπει να συνοδεύεται από τα κατωτέρω δικαιολογητικά: α.- Πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών β.- Βεβαίωση της υπηρεσίας τους (ή εκκαθαριστικά σημειώματα ή τριμηνιαία δελτία), από την οποία θα προκύπτουν αναλυτικά το σύνολο των κάθε φύσης μηνιαίων αποδοχών όλης της χρονικής περιόδου, καθώς και τα επιδόματα εορτών χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που
-11- αντιστοιχούν στην περίοδο αυτή και επί των οποίων θα υπολογιστούν οι εισφορές. γ.- Φωτοαντίγραφο της δήλωσης επιλογής, και δ.- Το τελευταίο δελτίο ασφαλιστικής ταυτότητας και εισφορών ή ατομικό δελτίο εισφορών ΙΚΑ. 3.3.4. Υπολογισμός εισφορών Αποδοχές: Ο υπολογισμός των εισφορών θα γίνεται με βάση το σύνολο των κάθε φύσης μηνιαίων αποδοχών τους, αλλά και των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος άδειας, που έπαιρναν κατά τον προς αναγνώριση χρόνο. Ασφάλιστρο : Ο υπολογισμός των εισφορών θα γίνει με το ποσοστό ασφάλισης κλάδου σύνταξης που ίσχυε κατά το χρόνο που αναγνωρίζεται. Εξυπακούεται ότι, όπου η συγκεκριμένη απασχόληση καλύπτονταν από τις διατάξεις του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, το ποσοστό ασφάλισης του κλάδου Σύνταξης θα είναι προσαυξημένο με την ειδική εισφορά των βαρέων. Επίσης, θα είναι προσαυξημένο το ανωτέρω ποσοστό με την πρόσθετη ειδική εισφορά για το προσωπικό των ΟΤΑ, που απασχολούνται σας ειδικότητες και εργασίες που προβλέπει το άρθρο 36 του ν. 1694/1987, καθώς και με οποιαδήποτε τυχόν άλλη πρόσθετη εισφορά ανάλογα με την ειδικότητα Σημείωση : Σ αυτό το σημείο, κρίνουμε σκόπιμο να σημειώσουμε ότι, με όσα προεκτέθηκαν επανερχόμαστε στον υπολογισμό των εισφορών που προέβλεπε η εγκύκλιος 29/1989 και, επομένως, παύουν να ισχύουν όσα, οι μεταγενέστερες εγκύκλιοι 23/1991 και 22/1992, περιλαμβάνουν για το θέμα αυτό. Η επαναφορά στην προηγούμενη θέση είναι σωστή, για το λόγο ότι στους υπαλλήλους αυτούς εφαρμόζεται μεν ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας, όσον αφορά την υπηρεσιακή τους κατάσταση, όμως για την καταβολή των εισφορών, το ποσοστό ασφαλίστρου, τις αποδοχές που θεωρούνται συντάξιμες κ,λ.π πρέπει να εφαρμοστεί η νομοθεσία που έχει επιλεγεί, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση ο αν. ν 1846/51. Ειδικά για τους υπαλλήλους του ΙΚΑ και των άλλων ν.π.δ.δ που, μετά τη μονιμοποίηση τους, είχαν υπαχθεί συνταξιοδοτικά στο ειδικό καθεστώς ασφάλισης του ΙΚΑ(ν. 3163/55) και στη συνέχεια διατήρησαν, μετά από επιλογή τους, το κοινό καθεστώς αυτού (αν. ν. 1846/51),θα εκδοθούν αποφάσεις αναγνώρισης, μετά από αίτηση τους, για να θεωρηθεί ότι ουδέποτε έπαψαν να είναι ασφαλισμένα στον αν. ν. 1846/51, δεν θα καταβληθούν όμως εισφορές για την αναγνώριση του χρόνου. Αυτό επειδή, η εισφορά του κλάδου σύνταξης (εργοδότη, ασφ/νου) που, από τη μονιμοποίηση, είχε καταβληθεί για την ασφάλιση τους στο ειδικό καθεστώς ασφάλισης του ΙΚΑ ανέρχονταν σε ποσοστό 32% και υπερκάλυπτε
-12- το σύνολο του ποσοστού της εισφοράς του κλάδου σύνταξης του αν. ν 1846/51 και όταν ακόμη είχε προσαυξηθεί με την εισφορά των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων. Δεν πρέπει να καταβληθούν εισφορές και για τον ουσιαστικό πρόσθετο λόγο ότι, οι συγκεκριμένα υπάλληλοι, συνέχισαν να είναι ασφαλισμένα και μετά το διορισμό τους σε μόνιμες θέσεις και καταβάλονταν υπέρ αυτών εισφορές του κλάδου σύνταξης στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα(δηλ. στο ΙΚΑ),ενώ παράλληλα, κατά τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 11 του ν.δ 4277/1962 όπως τροποποιήθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 4 Ν.Δ 4579/66, είχαν ήδη κατά την έξοδο τους κεκτημένο δικαίωμα επιλογής μεταξύ των διατάξεων του αν. ν. 1846/51 και του ν. 3163/55. 3.3.5. Τρόπος και προθεσμία καταβολής των εισφορών Οι εισφορές που βαρύνουν τον εργοδότη πρέπει να καταβληθούν από το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ και τους ΟΤΑ ε φ ά π α ξ σε δύο (2) μήνες από το τέλος του μήνα κατά τον οποίο θα κοινοποιηθεί σαυτούς η απόφαση αναγνώρισης του Δ/ντή του Υποκ/τος. Η κοινοποίηση θα γίνεται με απόδειξη παραλαβής στην υπηρεσία όπου υπηρετεί ο ασφαλισμένος. Οι εισφορές των ασφ/νων υπάρχει ευχέρεια να καταβληθούν είτε ε φ ά π α ξ είτε, προς αποφυγή μεγάλης επιβάρυνσής τους από την αναδρομική ασφάλιση, σε μηνιαίες δόσεις ο αριθμός των οποίων δεν θα υπερβαίνει, κατά περίπτωση, τον αριθμό των προς αναγνώριση μηνών. Στην περίπτωση της εφάπαξ καταβολής, αυτή πρέπει να γίνει σε δύο (2) μήνες από το τέλος του μήνα της κοινοποίησής της αναγνωριστικής απόφασης. Στην περίπτωση της τμηματικής καταβολής, η πρώτη δόση πρέπει να καταβληθεί μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της απόφασης αναγνώρισης, οι δε υπόλοιπες κατά μήνα και μέχρι το τέλος κάθε μήνα. Για τον έλεγχο των ανωτέρω προθεσμιών η αναγνωριστική απόφαση πρέπει να κοινοποιείται με απόδειξη παραλαβής. Εξυπακούεται ότι, στις περιπτώσεις που, μετά τη μονιμοποίηση και την αυτοδίκαιη υπαγωγή τους στο Δημόσιο ή το καθεστώς των μονίμων συναδέλφων τους για άλλες υπηρεσίες, συνεχίστηκε από λάθος η ασφάλισή τους στο ΙΚΑ για ορισμένο χρονικό διάστημα και οι εισφορές του κλάδου Σύνταξης έχουν επιστραφεί, θα καταβληθούν εκ νέου. Εάν όμως δεν έχουν επιστραφεί, για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα δε θα αναζητηθούν άλλες εισφορές. Στην τελευταία περίπτωση θα γίνει ειδική αναφορά στην αναγνωριστική απόφαση προκειμένου να νομιμοποιηθεί το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Και εδώ σημειώνουμε ότι, για το θέμα του κεφαλαίου αυτού, παύουν να ισχύουν οι οδηγίες των εγκυκλίων 23/1991 και 22 /1992. Επίσης παύει να ισχύει η έκπτωση 10% στην περίπτωση της εφάπαξ καταβολής από τους ασφαλισμένους. Αυτό γιατί, η επαναφορά στις
-13- προηγούμενες οδηγίες, δεν προβλέπει και έκπτωση στην εφάπαξ καταβολή, όπως προέβλεπαν οι διατάξεις για την αναγνώριση δημόσιας υπηρεσίας που αναλογικά εφαρμόσαμε στις εγυκλίους των οποίων οι οδηγίες καταργούνται. Κατόπιν των ανωτέρω, σας γνωρίζουμε ότι, δε μπορούν να ικανοποιηθούν οι εκκρεμείς αιτήσεις στα υποκαταστήματα μας, με αίτημα την τροποποίηση των αναγνωριστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν γιαυτούς με τις οδηγίες της εγκ. 29/1989 και την επιστροφή σαυτούς ποσοστού 10% από τις εισφορές που κατέβαλαν εφάπαξ, γιατί ήταν η σωστή αντιμετώπιση του θέματος. 3.3.6. Συνέπειες μη καταβολής ή εκπρόθεσμης καταβολής των εισφορών Καθυστέρηση καταβολής των εισφορών πέρα από τις πιό πάνω προθεσμίες θα συνεπάγεται την επιβάρυνση τους με τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία του ΙΚΑ πρόσθετα τέλη. Η μη καταβολή της εισφοράς, είτε της εργοδοτικής είτε του ασφ/νου, αποκλείει την αναγνώριση των ημερών εργασίας που αντιστοιχούν σαυτή. Για το λόγο αυτό η καταβολή των εισφορών θα παρακολουθείται από το Υποκ/μα που θα εκδώσει την απόφαση αναγνώρισης και θα εφαρμόζονται, κατ αναλογία, οι οδηγίες που έχουν εκδοθεί για τον τρόπο παρακολούθησης και εξόφλησης σε άλλες σχετικές περιπτώσεις (π.χ πινακίδα προαιρετικής ασφ/σης κ.λ.π.) 3.3.7. Εναρξη αποτελεσμάτων αναγνωριζόμενου χρόνου ασφάλισης Η ενεργοποίηση των ημερών εργασίας, δηλαδή τα αποτελέσματα αυτών στα διακαιώματα παροχών της ασφάλισης, αρχίζει μετά την ολοσχερή εξόφληση των εισφορών από το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ, τους ΟΤΑ και τους ασφ/νους. Τότε οι ημέρες που αναγνωρίστηκαν θα αναγγέλονται στη Δ/νση Μηχανογραφικών Εφαρμογών και θα εντάσσονται στον ατομικό λογ/σμό του ασφ/νου με τον κωδικό αριθμό, ανάλογα με τους κλάδους ασφάλισης. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης των ενδιαφερομένων. Δηλαδή οι ημέρες εργασίας που αναγνωρίστηκαν γι αυτούς, θα λαμβάνονται υπόψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης, αν προηγουμένως εξοφληθούν εξολοκλήρου οι εισφορές του ασφ/νου που αναλογούν. Και για το θέμα αυτό σημειώνουμε ότι παύουν να ισχύουν οι οδηγίες των εγκυκλίων 23/1991 και 22/1992. Ως αφετηρία έναρξης των οικονομικών αποτελεσμάτων του αναγνωριζόμενου χρόνου για τους ενδιαφερομένους,που βρίσκονται στην ενεργό υπηρεσία, είναι η ημερομηνία υποβολής της αίτησης για αναγνώριση, με την προϋπόθεση πάντοτε ότι προηγουμένως το Δημόσιο, τα ν.π,δ.δ, οι ΟΤΑ και οι ίδιοι οι ασφ/νοι θα έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση τους, της
-14- καταβολής των εισφορών ενώ για όσους συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση θα λαμβάνεται η ημερομηνία υποβολής της αίτησης για αναγνώριση με την προϋπόθεση όμως ότι έχουν εξοφληθεί οι εισφορές του ασφ/νου. 3.3.8. Πρόσωπα που επιλέγουν Οπως γνωρίζετε, τα πρόσωπα που μονιμοποιήθηκαν με το ν. 1476/84 ή μεταγενέστερους νόμους που παραπέμπουν σαυτόν, δεν είχαν όλα δικαίωμα να διατηρήσουν, μετά από επιλογή τους, τον προηγούμενο της μονιμοποίησής τους ασφ/κό (συνταξιοδοτικό)φορέα. Το ποιοι κάθε φορά είχαν τέτοιο δικαίωμα ρυθμίστηκε με χους νόμους 1583/85 (άρθρο 1), 1813/88 (άρθρο 13), 1902/90 (άρθρο 9 παρ. 7,8), 1976/91 (άρθρο 5 παρ. 5,6) και 2042/92 (άρθρο 4 παρ. 5). Οδηγίες για το θέμα αυτό δόθηκαν με τις εγκυκλίους 34/1986, 29/1989, 23/1991, 22/1992 και 72/1992 αντιστοίχως. Οι οδηγίες των τελευταίων για το συγκεκριμένο θέμα εξακολουθούν να ισχύουν. Σ αυτές πρέπει να ανατρέχετε προκειμένου να εξακριβώσετε αν συγκεκριμένος ασφ/νος είχε δικαίωμα επιλογής ή όχι. 4. ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ Πα την επικουρική ασφάλιση των μονιμοποιηθέντων υπαλλήλων ισχύουν ανάλογα τα όσα αναφέρονται στο καθεστώς της κύριας ασφάλισης, επειδή υποχρεωτικά η επιλογή διατήρησης ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού φορέα ακολουθεί το καθεστώς της κύριας σύνταξης (κάθετη ασφάλιση). Ακριβές αντίγραφο Η ΤΜΗΜΑΤΑΡΧΗΣ ΔΙΕΚΠ/ΣΗΣ & ΠΡΩΤ/ΛΟΥ Ο ΓΕΝΙΚΟΣ Δ/ΝΤΉΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥΛΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΑΘΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ