ΜΙΑ ΓΟΡΓΟΝΑ ΡΟΜΠΟΤ! Ένα Σάββατο πήγα µε την παρέα µου στη θάλασσα. Όταν πήγαµε καθίσαµε αλλά όταν µπήκα στη θάλασσα αντίκρισα κάποιον να κολυµπά! Εγώ δεν το περίµενα γιατί η θάλασσα ήταν έρηµη! Όµως έµεινα από περιέργεια να κοιτάζω µέχρι που φώναξα: - Παιδιά, παιδιά! Που είστε κάτι βρήκα! τους είπα µε χαρά. - Εδώ είµαστε, στις γιγάντιες πέτρες, µου απάντησαν. Εγώ τους είπα να έρθουν αλλά δεν µπορούσαν γιατί ήταν πολλή η απόσταση. Όµως δεν τα παράτησαν και τα κατάφεραν. Όταν το είδαµε µείναµε! Ήταν ροµπότ γοργόνα! Όλοι έµειναν µε το στόµα ανοιχτό. Εγώ έµεινα άφωνη, παραλίγο να λιποθυµήσω από τη χαρά µου. Μετά το ρωτήσαµε πως το λένε. Μας είπε Ελεονόρα Μελέτη και τη ρώτησα γιατί σε λένε Μελέτη. Μου απάντησε πως µελετά πάρα πολύ. Ύστερα τη ρώτησα αν θέλει να παίξουµε και µου απάντησε: - Βεβαίως και να παίξουµε όλα τα παιχνίδια που έχει στη παραλία. Αφού παίξαµε φύγαµε χαρούµενοι γιατί είδαµε ένα αληθινό ροµπότ!!! Το ξέρετε πως είναι καταπληκτικό να έχεις ένα ροµπότ για φίλο! Είναι τέλειος φίλος! Στυλιάνα Αριστείδου
Η Α ΕΡΦΗ ΜΟΥ...ΤΟ ΡΟΜΠΟΤ! Μια συννεφιασµένη µέρα του Απρίλη, η µαµά µου, µου είπε πως κουράστηκε να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Μόλις πήγα να τις πω να κάνω εγώ τις δουλειές, µου είπε: -Το βρήκα,θα φέρουµε ένα ροµπότ! -Μαµά, που θα το βρούµε το ροµπότ, ρώτησα µε απορία. -Μα αγάπη µου το σκέφτηκα και αυτό, είπε η µητέρα χαµογελώντας. -Από πού ρώτησα εγώ; -Από τον Η/Υ, µου είπε η µαµά. -Τέλεια,τέλεια θα πάρω το µπαµπά να του πω τα νέα. Το απόγευµα ήρθε ένα µεγάλο κουτί που έλεγε «ροµπότ». Άνοιξα βιαστικά το κουτί µε περιέργεια. Μόλις το άνοιξα, είδα ένα τεράστιο ροµπότ που µιλούσε και έλεγε: -ΓΕΙΑ!! Είµαι ένα ροµπότ! Ήρθα για να σας βοηθώ, είπε το ροµπότ. Μόλις άκουσα πως θα κάνει τις δουλειές του σπιτιού,τον ρώτησα. -Είσαι πολύ έξυπνος; -Ναι είµαι. Εάν θέλεις µπορώ να σου κάνω τα µαθήµατα σου. -Έλα έλα να δεις το υπέροχο µας σπίτι, είπα ενθουσιασµένη! -Να το δω, είπε µε χαρά. -Αλλά µετά θα µου κάνεις τα µαθήµατα µου. Μόλις του έδειξα το σπίτι µου, του είπα να πάµε στο δωµάτιο µου να παίξουµε. -Ναι, ναι να πάµε να παίξουµε. Με τι θα παίξουµε, µε ρώτησε; -Θα παίξουµε ΜΟΝΟΠΟΛΗ, είπα εγώ ενθουσιασµένη. Είχαµε τελειώσει το παιγνίδι µας. -Τώρα θα µου κάνεις τα µαθήµατα µου, του είπα εγώ µε χαρά.
-Εντάξει, να σου κάνω τα µαθήµατα σου, µου είπε χαρούµενα. Το κοίταξα προσεχτικά! Ήταν τόσο καλόκαρδο! Ήταν τεράστιο µε χρώµα γκρίζο και µεγάλα µαύρα µάτια και είχε κάτι µικρά κουµπάκια που όταν τα πατούσες έκανε τις δουλειές. Παρόλο που ήταν ένα απλό µηχάνηµα την ένιωθα να ήταν σαν αδελφή µου. Ευτυχία Ησαΐα Το µηχάνηµα γίνεται τρελό Ένα απόγευµα που ο καιρός ήταν πολύ κακός... -Βίκτωρ! µε φώναξε η µαµά. -Μη µε ενοχλείς τώρα µαµά λέω την ιστορία µου. Της είπα εγώ παραπονεµένα και συνέχισα. Λoιπόν... ήταν ο καιρός πολύ κακός και άκουσα κάτι έξω από την πόρτα σαν ένα κατσίκι να χτυπά ένα δέντρο µε τα κέρατα του. Όταν βγήκα να δω τι συµβαίνει είδα ένα ροµπότ που χτυπούσε στο πεύκο του µπαµπά µου! Εγώ έτρεξα γρήγορα και του έριξα την µπουνιά αλλά αυτός δεν πόνεσε γιατί ήταν από ατσάλι και πάνω του είχε γραµµένο ότι ήταν παίκτης της ΑΕΛ! Ήταν ο αριθµός 7 µε το όνοµα Φερνάντες και του είπα: -Φερνάντες σταµάτα να σπάζεις τον πεύκο, του είπα νευριασµένος.
- εν µε νοιάζει θέλω να µάθω ποδόσφαιρο. -Θα σου µάθω εγώ αν θέλεις, του είπα ευγενικότατα ζητώντας συγνώµη για την κακιά συµπεριφορά µου. -Εντάξει, τη δέχοµαι τη συγγνώµη σου αλλά θέλω να ζητήσω και εγώ συγνώµη που χτυπούσα τον πεύκο σας, µου είπε λυπηµένος και άρχισε να κλαίει. -Μην κλαίς! Θέλεις να σου φτιάξω µία ζεστή σοκολάτα; -Ναι θέλω. -Εντάξει έλα µέσα και περίµενε εδώ και θα τη φέρω. Όταν γύρισα είδα τον Φερναντές να κλωτσά την τηλεόραση αντί την µπάλα και εγώ του είπα: «Αααα... νοµίζω...» Μετά ήρθε η µητέρα µου και ο πατέρας µου και µου είπαν: -Τι είναι αυτό το πράγµα Βίκτωρ; -Είναι ένα ροµπότ που τον λένε Φερναντές και θα µείνει µαζί µας. -Όχι, θα τον πετάξω έξω, είπε ο πατέρας µου θυµωµένος! -Εντάξει ότι πεις πατέρα, είπα λυπηµένος. Αύριο που θα κοιµάται θα τα κανονίσω, είπα όσο πιο σιγά µπορούσα για να µη µε ακούσει! Και την επόµενη µέρα όπως κοιµόταν τον έπιασα και τον πέταξα στην ανακύκλωση! Εκεί το βρήκαν και τον έκαναν κοµπιούτερ και έζησαν αυτοί καλά και εµείς καλύτερα. Γκριγκοράσιενκο Βίκτωρ
Ένα µηχάνηµα στη ζωή µου Μια ηλιόλουστη µέρα πήγα αγγλικά και η µητέρα µου πήγε σε ένα κατάστηµα για να φέρει ένα ροµπότ για να καθαρίζει το σπίτι µας. Η µητέρα µου όµως µου είχε µία έκπληξη! Εκτός από το ροµπότ να φανταστείς τι µου έφερε! Μου έφερε ένα µικρό κρεβάτι και εγώ της είπα : -Μαµά, ποιου είναι αυτό το κρεβάτι στο δωµάτιο µου; -Είναι του µικρού ροµπότ. -Μα µαµά, δεν θέλω αυτό το ροµπότ, επειδή θέλω να είµαι µόνη µου στο δωµάτιο µου. -Μα έτσι πρέπει αγάπη µου. -Μαµά, δεν θέλω εγώ. Την ώρα που κοιµούνταν το βράδυ εγώ σκάρωσα κάτι για να φύγει το ροµπότ από το σπίτι. Έτσι µετά από λίγο έκοψα τα σύρµατα του ροµπότ! Το πρωί ο πατέρας µου κατέβηκε κάτω στο υπόγειο και είδε το ροµπότ που έµεινε ακίνητο χωρίς να κάνει τίποτα δουλειές! Τότε ο πατέρας µου φώναξε τη µαµά µου και της είπε: -Μα γιατί δε δουλεύει το έξυπνο ροµπότ; -Μα δεν ξέρω γιατί δε δουλεύει το ροµπότ. -Λες να κόπηκαν τα σύρµατα του; -Ας κοιτάξουµε. Έτσι άνοιξαν το καπάκι και είδαν ότι τα σύρµατα ήταν κοµµένα και µπερδεµένα. Τότε ο πατέρας µου δεν ήξερε τι να κάνει, να το πάρει στον µηχανικό ή να το πετάξει στο µεγάλο κάλαθο; Τότε αποφάσισε ο πατέρας µου να το πάρουµε στο µηχανικό. Αµέσως εγώ λυπήθηκα που ο πατέρας µου το πήρε στο µηχανικό και για αυτό ήµουν λυπηµένη.
Μετά από λίγη ώρα του είπα πως εγώ έκοψα τα σύρµατα, γιατί δεν ήθελα ένα ροµπότ στο σπίτι µου, ήθελα να κάνουµε εµείς τις δουλειές. Έτσι τότε αποφάσισε ο πατέρας µου να το πετάξει στον κάλαθο! Και ζήσαµε εµείς καλά και το ροµπότ κανείς δεν ξέρει! Μικαέλλα Ευριπίδου Οι περιπέτειες του ροµπότ και της φίλης του Ένα ηλιόλουστο απόγευµα, εγώ και το φιλαράκι µου το ροµπότ που το έλεγαν Τζένη πήγαµε σ ένα πάρκο. Εκεί γνωρίσαµε την Ξένη και τη Βασιλική που ήταν δύο αδερφές πολύ καλές. Παίξαµε για αρκετή ώρα και ήρθε η µαµά και ο µπαµπάς µου µας πήρανε σπίτι και πέσαµε για ύπνο η ώρα 9:30µ.µ. Μόλις ξηµέρωσε εγώ και η Τζένη φάγαµε βιαστικά-βιαστικά και φύγαµε. Αναρωτιέστε πού πήγαµε; Μην τρελαθείτε κιόλας θα σας πούµε, θα σας πούµε!!! Πήγαµε σ ένα µακρινό δάσος που εκεί ζούσαν οι εχθροί µας! Εκείνοι ήταν πέντε και εµείς δύο αλλά κάθε φορά τους νικούσαµε. Μόνο τρείς φορές όµως µας νίκησαν και χρειαστήκαµε τα πιο ισχυρά όπλα του κόσµου. Σε µια στιγµή άλλαξαν όλα και τι άλλαξε; Πολλά άλλαξαν! θα σας πω και ότι οι εχθροί µας έγιναν καλοί και το τροµακτικό δάσος
έγινε σαν ένας ηλιόλουστος παιχνιδότοπος µικρών µωρών και ένα ουράνιο τόξο ανέβηκε επάνω στον ουρανό ενώ ο ήλιος µας χαµογέλασε γλυκά. Παρόλο που η φίλη µου ήταν ροµπότ εµένα µου άρεσε όπως ήταν, δηλαδή ήταν το συνηθισµένο χρώµα γκρίζο, είχε δύο κοτσιδάκια, το χρώµα τους ήταν άσπρο και το χρώµα των µαλλιών της γαλάζιο, η φουστίτσα της ήταν µπλε µε άσπρο το ίδιο και το φανελάκι της. Αγαπούσε ένα αγόρι τον Ντάνι, θα την αγαπούσα µε την πρώτη µατιά, όχι γιατί είναι κολλητή µου, ούτε γιατί την στηρίζω αλλά γιατί είναι κουκλάρα και όλοι έπρεπε να την αγαπούν! Ηρώ Γιάγκου Ένα υπέροχο πόνι-ροµπότ Μια ηλιόλουστη και λαµπερή µέρα, ήµουν στο δωµάτιό µου και έπαιζα µε το αγαπηµένο µου αρκουδάκι Ξαφνικά, µπήκε απότοµα µέσα στο δωµάτιο η µαµά µου και µου είπε καταχαρούµενη: -Αγάπη µου σου έχω ΥΠΕΡΟΧΑ νέα!!! Κερδίσαµε ένα πανέµορφο πόνι-ροµπότ µε πολύχρωµα φτερά σαν ουράνιο τόξο! Θα µας το φέρουν σήµερα το απόγευµα. - Τι δουλειά θα κάνει, µαµά; ρώτησα µε αγωνία.
- εν είµαι σίγουρη Νοµίζω πως δεν θα κάνει καµία δουλειά, απλά θα µας κάνει παρέα θα είναι το κατοικίδιό µας!!μου είπαν µάλιστα ότι θα είναι µαγικό!..είπε ενθουσιασµένη. Μόλις τα άκουσα όλα αυτά, τρελάθηκα, ανυποµονούσα να δω το πόνι ροµπότ! Την άλλη µέρα το πρωί, η ώρα οχτώ, χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Η µαµά πήγε να ανοίξει την πόρτα, αλλά της είπα να την ανοίξω εγώ κι έτσι πήγα και την άνοιξα.. Τι βλέπω; Ένα µικρό γλυκούλη πόνι να µου χαµογελάει! Εγώ, το πήρα στην αγκαλιά µου και το έβαλα µέσα στο δωµάτιό µου. Κάθισα στο κρεβάτι µου και σκεφτόµουν τι όνοµα να του βγάλω, ενώ το πόνι έκανε µανούβρες στον αέρα.. Ξαφνικά, πετάχτηκα από το κρεβάτι µου και είπα: - Ξέρω! Να το βγάλω.. Ουρανούλα!! Το πόνι µε άκουσε και είπε κι εκείνο: - Με λένε Ουρανούλα!.. Μόλις την άκουσα να µιλάει τόσο καθαρά και σωστά, έτριβα τα µάτια µου!! Έτσι γίναµε πολύ καλές φίλες και όταν βαριόµασταν µε ανέβαζε στην πλάτη της και πετούσαµε πολύ ψηλά σε διάφορες χώρες και γνωρίζαµε καινούριες φίλες!!... Αχ! Μου αρέσει πολύ που έχω για φίλη µου την Ουρανούλα!!! Παυλίνα Χατζηευθυµίου