ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ 5-11-2017 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1) «όποιος όμως επιχειρεί να τιμωρεί με σύνεση δεν παίρνει εκδίκηση για το αδίκημα που έχει ήδη διαπραχθεί γιατί δεν μπορεί βέβαια να κάνει αυτό που έγινε να μην έχει γίνει αλλά για χάρη του μέλλοντος, δηλαδή για να μην αδικήσει πάλι ούτε αυτός ο ίδιος ούτε άλλος που είδε ότι αυτός τιμωρήθηκε. Και εφόσον σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι είναι δυνατό να διδαχτεί η αρετή επομένως τιμωρεί για να αποτραπεί στο μέλλον επανάληψη της αδικίας. Αυτή λοιπόν τη γνώμη έχουν όλοι, όσοι ακριβώς επιβάλλουν τιμωρίες και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή. Και τιμωρούν για εκδίκηση και για σωφρονισμό όποιους τυχόν νομίζουν ότι αδικούν και οι άλλοι άνθρωποι και προπαντός οι Αθηναίοι, οι συμπολίτες σου συνεπώς, σύμφωνα μ αυτό τον συλλογισμό και οι Αθηναίοι είναι από αυτούς που πιστεύουν ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί και να διδαχτεί. Ότι δικαιολογημένα, λοιπόν, δέχονται οι συμπολίτες σου και τον χαλκιά και τον τσαγκάρη να δίνει συμβουλές για τα πολιτικά πράγματα (ή ζητήματα), και ότι νομίζουν πως η αρετή μπορεί να διδαχτεί και να αποκτηθεί, σου το έχω αποδείξει, Σωκράτη, ικανοποιητικά, όπως τουλάχιστον μου φαίνεται». 2) Στην έκτη ενότητα ο Πρωταγόρας χρησιμοποιώντας ένα ακόμα επιχείρημα προσπαθεί να αντικρούσει την άποψη του Σωκράτη ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται. Αυτή τη φορά στηρίζει τα όσα λέει στον παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι όλοι τιμωρούν αυτόν που έκανε ένα αδίκημα, όχι για το αδίκημα που διέπραξε στο παρελθόν, γιατί είναι μία πράξη που δεν είναι δυνατό να ανακληθεί, αλλά για να αποτραπεί μελλοντικό αδίκημα («ὁ δὲ μετὰ λόγου ἐπιχειρῶν κολάζειν οὐ τοῦ παρεληλυθότος ἕνεκα ἀδικήματος τιμωρεῖται - οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη - ἀλλὰ τοῦ μέλλοντος χάριν»). Από αυτό συμπεραίνεται ότι η τιμωρία δεν είναι μέσο εκδίκησης που χρησιμοποιεί αυτός που αδικήθηκε, αλλά αποτελεί έναν τρόπο πρώτον σωφρονισμού αυτού που διέπραξε το αδίκημα και δεύτερον παραδειγματισμού όλων των άλλων που αποθαρρύνονται βλέποντας την τιμωρία του δράστη («ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα»). Έτσι ο Πρωταγόρας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αφού οι άνθρωποι επιβάλλουν ποινές με σκοπό να μην επαναληφθεί το αδίκημα, αυτό φανερώνει ότι πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται («Καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν ἀποτροπῆς γοῦν ἕνεκα κολάζει»). Ο σωφρονιστικός, παραδειγματικός και αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής αποδεικνύει, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, ότι η αρετή μπορεί να διδαχθεί. Φυσικά, αν δεν μπορούσε να συμβεί αυτό, θα ήταν ανόητο να επιβάλλονταν ποινές, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα ήταν δυνατόν να σωφρονιστούν όσοι διέπραξαν ένα αδίκημα καθώς θα ήταν άδικοι από τη Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 1
φύση τους. Θα ήταν προφανές ότι τότε μοναδικός σκοπός της ποινής θα ήταν η εκδίκηση, κάτι που πιστεύει ότι δεν συνάδει με το πνεύμα της ποινής που επιβάλλει η αθηναϊκή κοινωνία. Αξιολόγηση επιχειρήματος Η άποψη του Πρωταγόρα ότι οι ποινές που επιβάλλονται στους ανθρώπους αποσκοπούν στον σωφρονισμό και τον παραδειγματισμό και όχι στην εκδίκηση κρίνεται ιδιαίτερα πρωτοποριακή για την εποχή της. Ο Πρωταγόρας παρουσιάζει τον παιδευτικό ρόλο της δικαιοσύνης κάτι που πρώτη φορά άρχισε να εφαρμόζεται τον 18 ο μ.χ. αιώνα, στην εποχή του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Παρόλο το εμφανές ενδιαφέρον που έχουν οι απόψεις του, το επιχείρημά του μπορεί να θεωρηθεί μη πειστικό για τους εξής λόγους: α) Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί το τέχνασμα που ονομάζεται σόφισμα «λήψεως τοῦ ζητουμένου» σύμφωνα με το οποίο ο ομιλητής χρησιμοποιεί ως αποδεικτικό, αναμφισβήτητο στοιχείο στον συλλογισμό του την αποδεικτέα θέση, δηλαδή παρουσιάζει ως προκείμενη πρόταση αυτό στο οποίο θέλει να καταλήξει ως συμπέρασμα. Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, για να αποδείξει ότι η αρετή διδάσκεται είπε ότι οι άνθρωποι επιβάλλουν τις ποινές, επειδή ακριβώς πιστεύουν ότι η αρετή είναι διδακτή. Έτσι, λοιπόν, ο συλλογισμός δεν είναι επιτυχής και δεν οδηγεί λογικά στο συμπέρασμα του Πρωταγόρα. β) Η θέση του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας θεωρείται ρηξικέλευθη και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ιδιαίτερα εκείνης της εποχής. Έτσι το επιχείρημά του έχει μάλλον δεοντολογικό χαρακτήρα (πώς θα έπρεπε να εφαρμόζεται η ποινή) και αποτελεί μια εσφαλμένη και αυθαίρετη γενίκευση. Είναι γνωστό άλλωστε ότι οι Αθηναίοι συνέδεαν περισσότερο την τιμωρία με την εκδίκηση και με την ικανοποίηση του ίδιου του παθόντος ή των συγγενών ενός θύματος. Θεωρούσαν ότι όταν κάποιος ξεπερνούσε το μέτρο και ήταν αλαζόνας διέπραττε «ὕβριν» και προκαλούσε την οργή («τίσις») και την τιμωρία («νέμεσις») των θεών με στόχο την αποκατάσταση της ηθικής τάξης. Κάτι ανάλογο ακολουθούσαν και στην καθημερινότητά τους στη συναναστροφή τους με τους άλλους ανθρώπους δίνοντας εκδικητικό, κατασταλτικό χαρακτήρα στην τιμωρία και όχι διορθωτικό. Πρόκειται, λοιπόν, για μια πρωτοποριακή και φωτισμένη για την αρχαία εποχή άποψη που απαιτούσε μια πιο ώριμη και πολιτισμικά ανώτερη κοινωνία για να εφαρμοστεί. Άρα, το γεγονός ότι στηρίζει το επιχείρημά του -ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται- σε μια ανεφάρμοστη θέση το αποδυναμώνει. (Μονάδες 20) 3) Ο Πρωταγόρας στην 4 η ενότητα παρουσιάζει τον Δία να προτείνει ως τιμωρία για όποιον δεν συμμετέχει στην αἰδῶ και τη δίκη τη θανατική ποινή καθώς θεωρείται ιδιαιτέρως επικίνδυνος για τη συνοχή της πόλης (κτείνειν ὡς νόσον πόλεως). Στην 6 η ενότητα, αντίθετα, μιλά για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας λέγοντας πως κύριος στόχος της είναι ο σωφρονισμός του παραβάτη και ο παραδειγματισμός των υπολοίπων (ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα). Φαινομενικά, λοιπόν, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση καθώς η θανατική ποινή που προτείνεται από τον Δία στην 4 η ενότητα δεν αφήνει Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 2
περιθώρια βελτίωσης στον δράστη, άρα χάνεται ο σωφρονιστικός χαρακτήρας της τιμωρίας και συνεπώς η έλλογη σκοπιμότητα από την οποία πρέπει να διέπεται. Η αντίφαση αίρεται ως ένα βαθμό, αν λάβουμε υπόψη μας όσα ισχυρίζεται ο Πρωταγόρας στην 7 η ενότητα. Εδώ η θανατική ποινή παρουσιάζεται ως το έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται, αφού πρώτα έχουν εφαρμοστεί και αποτύχει να επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα οι άλλες μορφές τιμωρίας όπως οι νουθεσίες, οι θυμοί, η εξορία και η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων («πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία»). Μάλιστα, επιβάλλεται όχι ως μέσο εκδίκησης απέναντι σε αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα, αλλά για να διαφυλαχθεί η κοινωνική ισορροπία και πρόοδος, απομακρύνοντας οποιονδήποτε την απειλεί. 4) α. 1. Λάθος, 2. Λάθος, 3. Σωστό, 4. Σωστό. (Μονάδες 4) β. Σχολικό βιβλίο σελίδα 50, «Αντίθετα, δεν διστάζει να ειρωνευτεί η αναζήτηση της αλήθειας». (Μονάδες 6) 6) θυμωμένος: θυμοῦται εξήγηση: ἡγοῦνται προνομιούχος: ἔχων, ἔχουσιν κυριολεξία: λογου, λόγον χειραγώγηση: ἐπιχειρῶν ευγενής: ἀγένητον ένδοξος: δόξαν ιδιοτέλεια: ἰδίᾳ σύντομος: σκυτοτόμου παράδειγμα: ἀποδέδεικταί ΤΙΣ ΛΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΠΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 3
Α. Μετάφραση: ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΑΔΙΔΑΚΤΟ) Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ ΤΜΗΜΑΤΑ) 05/11/2017 Δεν πρέπει λοιπόν ούτε εμείς να σας συνηθίζουμε να παραβιάζετε τους όρκους ούτε εσείς να το συνηθίζετε. Γιατί σε αυτή την περίπτωση και οι μεν και οι δε θα δείχναμε ασέβεια προς τους θεούς. Μην έχετε επομένως την απαίτηση, Αθηναίοι, να συμπεριφερθώ σε σας με τρόπο που πιστεύω ότι ούτε ωραίος είναι ούτε δίκαιος ούτε αρέσει στους θεούς προπαντός, μα το Δία, και κυρίως επειδή με μήνυσε για ασέβεια αυτός εδώ ο Μέλητος. Γιατί σαφέστατα, αν σας έπειθα και αν ασκούσα πίεση σε σας με παρακάλια να παραβείτε τον όρκο σας, θα σας δίδασκα να μην πιστεύετε στην ύπαρξη των θεών και, πράγματι, με την απολογία μου θα επέρριπτα ο ίδιος στον εαυτό μου την κατηγορία ότι δεν πιστεύω στους θεούς. Αλλά αυτό πολύ απέχει από την αλήθεια. Γιατί πιστεύω, Αθηναίοι, πολύ περισσότερο απ' ό,τι οποιοσδήποτε από τους κατηγόρους μου, και αφήνω εσάς και τον θεό να με κρίνετε και να αποφασίσετε ποιο είναι το καλύτερο να γίνει για μένα και για σας. Β. τοῖς ἀνδράσι, ὦ δικαστά, τῶν δικαίων, τούτοις, σαφέστατα, πεπεικέναι, πράξαιτο, ἡγῶνται, νομιοῦμεν, ἐκεκρίκετε Γα) ἐθίζειν: τελικό απαρέμφατο, υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα χρή (ετεροπροσωπία) τοιαῦτα: σύστοιχο αντικείμενο στο πράττειν. ὑπὸ Μελήτου: εμπρόθετος προσδιορισμός του ποιητικού αιτίου στο φεύγοντα. θεοὺς: υποκείμενο του απαρεμφάτου εἶναι. κατηγόρων: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική διαιρετική στο οὐδεὶς. β) Υπόθεση: εἰ πείθοιμι, (εἰ) βιαζοίμην Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 1
Απόδοση: ἂν διδάσκοιμι, κατηγοροίην ἂν Σχηματίζεται ο υποθετικός λόγος της απλής σκέψης του λέγοντος. (σύνθετος υποθετικός λόγος) ΤΙΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑ ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΙΩΑΝΝΑ Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 2