ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ, ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ........................ Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ............................ Διδακτική ενότητα : Αριστοτέλους «Πολιτικά», Ενότητα : 16 η [ Γ 1, 3-4 / 6 / 12 ] Ὁ πολίτης οὐ τῷ οἰκεῖν που πολίτης ἐστίν ( καί γάρ μέτοικοι καί δοῦλοι κοινωνοῦσι τῆς οἰκήσεως ), οὐδ οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες οὓτως ὣστε καί δίκην ὑπέχειν καί δικάζεσθαι ( τοῦτο γάρ ὑπάρχει καί τοῖς ἀπό συμβόλων κοινωνοῦσιν )... πολίτης δ ἀπλῶς οὐδενί τῶν ἂλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἤ τῷ μετέχειν κρίσεως καί ἀρχῆς.... Τίς μέν οὖν ἐστιν ὁ πολίτης, ἐκ τούτων φανερόν ᾧ γάρ ἐξουσία κοινωνεῖν ἀρχῆς βουλευτικῆς καί κριτικῆς, πολίτην ἢδη λέγομεν εἶναι ταύτης τῆς πόλεως, πόλιν δέ τό τῶν τοιούτων πλῆθος ἱκανόν πρός αὐτάρκειαν ζωῆς, ὡς ἀ- πλῶς εἰπεῖν............................... ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ :................................ ( 1 ) Να αποδοθεί - στη νέα ελληνική - το παραπάνω απόσπασμα. ( Μονάδες 10 ) ( 2 ) Ο Αριστοτέλης στο Λύκειο : Ποιες οι συνθήκες, υπό τις οποίες εργάστηκε εκεί και ποιο το έργο που παρήγαγε, την περίοδο αυτή; ( Μονάδες 10 ) ( 3 ) Τόσο ο Αριστοτέλης, όσο και ο Πλάτωνας θεωρούν ουσιώδες στοιχείο για τον ορισµό του πολίτη, τη συµµετοχή στη δικαστική εξουσία. Τι, κατά τη γνώµη σας, φανερώνει αυτή η ταύτιση απόψεων για Σελίδα : 1
την κοινωνία της εποχής τους; ( Μονάδες 15 ) ( 4 ) «πόλιν δέ τό τῶν τοιούτων πρός αὐτάρκειαν ζωῆς» : Ποιος ορισμός της πόλης, σε σχέση με τον πολίτη, προκύπτει από το σχετικό χωρίο. Να τον σχολιάσετε. ( Μονάδες 15 ) ( 5 ) ὑπέχειν : Να εξηγήσετε ετυµολογικά τη λέξη και να ανασυνθέσετε το ρηµατικό τύπο στο α ενικό πρόσωπο του Ενεστώτα (Ενεργητικής ή Μέσης φωνής), µε τις προθέσεις που ακολουθούν: ανά, αντί, κατά, παρά, επί, περί, από......................... ( Μονάδες 10 ) Β. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ............................ ΑΝΤΙΦΩΝ, «Περί τοῦ Ἡρώδου φόνου», 5, 14 Καίτοι τούς γε νόμους οἳ κεῖνται περὶ τῶν τοιούτων, πάντας ἂν οἶμαι ὁμολογῆσαι κάλλιστα νόμων ἁπάντων κεῖσθαι καὶ ὁσιώτατα. Ὑπάρχει μέν γε αὐτοῖς ἀρχαιοτάτοις εἶναι ἐν τῇ γῇ ταύτῃ, ἔπειτα τοὺς αὐτοὺς ἀεὶ περὶ τῶν αὐτῶν, ὅπερ μέγιστόν ἐστι σημεῖον νόμων καλῶς κειμένων ὁ γὰρ χρόνος καὶ ἡ ἐμπειρία τὰ μὴ καλῶς ἔχοντα ἐκδιδάσκει τοὺς ἀνθρώπους. Ὣστε οὐ δεῖ ὑμᾶς ἐκ τῶν τοῦ κατηγόρου λόγων τοὺς νόμους καταμανθάνειν, εἰ καλῶς ὑμῖν κεῖνται ἢ μή, ἀλλ ἐκ τῶν νόμων τοὺς τοῦ κατηγόρου λόγους, εἰ ὀρθῶς καὶ νομίμως ὑμᾶς διδάσκουσι τὸ πρᾶγμα ἢ οὔ................................ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ.................................. ( 1 ) Να αποδοθεί - στη νέα ελληνική - το παραπάνω απόσπασμα. ( Μονάδες 20 ) Σελίδα : 2
( 2 ) Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου : οἶμαι : το γ ενικό πρόσωπο Οριστικής και Προστακτικής Παθητικού Αορίστου. ὁμολογῆσαι : το απαρέμφατο Ενεργητικού Παρακειμένου. εἶναι : το γ ενικό πρόσωπο Οριστικής Μέλλοντα και Υποτακτικής Αορίστου. ἔχοντα : το β ενικό πρόσωπο Προστακτικής Ενεργητικού και Μεσου Αορίστου. καταμανθάνειν : τη μετοχή (στο θηλυκό γένος, στη γενική ενικού) Μέλλοντα και Αορίστου, της ίδιας φωνής. ( Μονάδες 5 ) ( 3 ) Να γραφεί η αντίστοιχη πτώση του άλλου αριθμού : τούς νόμους, τῇ γῇ, αὐτῶν, τοὺς ἀνθρώπους, ὑμῖν ( Μονάδες 5 ) ( 4 ) Να αναλυθούν, στις αντίστοιχες δευτερεύουσες προτάσεις, οι ακόλουθες μετοχές του παραπάνω αποσπάσματος : κειμένων, τὰ καλῶς ἔχοντα ( Μονάδες 5 ) ( 5 ) ἐστί, οὐ δεῖ, κεῖνται:να γράψετε τις προτάσεις, στις οποίες ανήκουν τα παραπάνω ρήματα και να τις αναγνωρίσετε συντακτικά. ( Μονάδες 5 ) Τύχῃ ἀγαθῇ!!! Σελίδα : 3
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ, ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α π α ν τ ή σ ε ι ς Θ ε μ ά τ ω ν :........................ Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ............................ Αριστοτέλους «Πολιτικά», Ενότητα : 16 η [ Γ 1, 3-4 / 6 / 12 ]............................. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ :.......................................... ( 1 ) Ο πολίτης δεν είναι πολίτης, επειδή είναι εγκατεστημένος σ ένα συγκεκριμένο τόπο, (γιατί και οι μέτοικοι και οι δούλοι μοιράζονται με τους πολίτες έναν κοινό τόπο), ούτε [είναι πολίτες] αυτοί που απ όλα τα πολιτικά δικαιώματα, έχουν μόνο το δικαίωμα να εμφανίζονται στο δικαστήριο και ως εναγόμενοι και ως ενάγοντες ( γιατί αυτό [το δικαίωμα] το έχουν και όσοι μοιράζονται έναν τόπο [μολονότι πολίτες άλλων πόλεων] χάρη σε ειδικές συμφωνίες) Με το πιο αυστηρό νόημα της λέξης, τίποτε άλλο δεν ορίζει τόσο τον πολίτη, όσο η συμμετοχή στις δικαστικές λειτουργίες και στα αξιώματα [ή στην άσκηση της εξουσίας].... Τι είναι, λοιπόν, ο πολίτης, γίνεται φανερό απ αυτά σε όποιον, δηλαδή, υπάρχει η δυνατότητα να μετέχει στην πολιτική και δικαστική εξουσία, λέμε ότι [αυτός] ήδη είναι πολίτης της συγκεκριμένης πόλης, ενώ πόλη [λέμε ότι είναι], για να το πούμε με τον πιο γενικό τρόπο, το σύνολο από τέτοια άτομα, που είναι αρκετό για την εξασφάλιση της αυτάρκειας στη ζωή τους [ή: τόσο ώστε να ζει με αυτάρκεια]. ( 2 ) βλέπε σχολικό βιβλίο, σελίδες: 145-146, «Στη Μακεδονία, ο Α- ριστοτέλης τα Ἠθικά Νικομάχεια.» ( 3 ) Είναι σημαντικό να επισημανθεί πως τόσο ο Πλάτωνας (ο δάσκαλος), όσο και ο Αριστοτέλης (ο μαθητής) συμφωνούσαν στη διδασκαλία τους, σχετικά με την ουσιώδη προϋπόθεση που όφειλε να πληρεί, όποιος ήθελε να αξιωθεί του τίτλου: «Αθηναίος πολίτης». Αυτή ήταν η συμμετοχή του στη δικαστική εξουσία ( «ᾧ γάρ ἐξουσία ταύτης τῆς πόλεως» ). Σελίδα : 4
Αυτό συνεπαγόταν, αυτόματα, με την ενεργό συμμετοχή στην τελική έκβαση μιας δικαστικής απόφασης, όλων όσων χαρακτηρίζονταν από τα δηλωτικά στοιχεία της ιδιότητας του πολίτη, εκείνης της εποχής. Με άλλα λόγια, πολίτης ήταν μόνον αυτός που μετείχε στις δικαστικές λειτουργίες. Στη συνέχεια, επαναλαμβάνεται το ίδιο σχεδόν νόημα, με κάποιες φραστικές διαφοροποιήσεις: πολίτης είναι όποιος μετέχει σε μια διττή ε- ξουσία: στην εξουσία να δικάζει και στην εξουσία να αποφασίζει με την ψήφο του - ως μέλος της βουλής (ως «βουλευτής»). Η ενεργός συμμετοχή στα κοινά είναι ο επιδιωκόμενος σκοπός, καθώς μάλιστα, συνδέθηκε και με την κατάκτηση της αρετής. Η δικαιοσύνη είναι «θεμέλιος λίθος» της πόλης, (όπως και στον Πλάτωνα) και η οργανική σύνδεση πολίτη-πόλης επιτυγχάνεται με τη σύμμετρη συμμετοχή σε δικαστική και νομοθετική εξουσία (Εκκλησία του Δήμου, Ηλιαία, Βουλή κ.ά.). Η ταύτιση αυτή των απόψεων μεταξύ των δύο ανδρών, «αποκαλύπτει» το πόσο καλά προσδιορισμένα ήταν τα πολιτικά δεδομένα για τους πολίτες της Αθήνας, του 5 ου π.χ. αιώνα. Όλοι είχαν αντιληφθεί καλά πως το να θεωρείται κανείς Αθηναίος πολίτης, ήταν ένα «αξίωμα» που απαιτούσε να πληρούνται κάποιες πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Η ευδαιμονία, άλλωστε, του συνόλου προηγούνταν από την ευημερία του ενός κι αυτό ήταν κάτι που το είχαν συνειδητοποιήσει οι πολίτες της πόλης. ( 4 ) Ο φιλόσοφος προσδιορίζει την έννοια του πολίτη, συνθέτοντας, εκ νέου, έναν ορισμό για την πόλη. Σ αυτόν, αναφέρεται στη συμβολή του πολίτη, ως προς το βασικό γνώρισμα της πόλης, αυτό της αυτάρκειας ( «πρός αὐτάρκειαν ζωῆς» ). Σύμφωνα με τον ορισμό, η πόλη είναι ένα σύνολο πολιτών που έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στην πολιτική και τη δικαστική εξουσία ( «τῷ μετέχειν κρίσεως καί ἀρχῆς» ) και που είναι αρκετοί στον αριθμό ( «τό τῶν τοιούτων πλῆθος») και ικανοί στην αξιοσύνη ( «ἱκανόν» ), δηλαδή, την αρετή, εξασφαλίζοντας, έτσι, την αυτάρκεια στην πόλη τους. Με δεδομένο ότι η πόλη είναι ένα σύνολο πολιτών που διαθέτει εξουσίες, διατηρείται ως ενιαία ολότητα που υπηρετεί τον τελικό της σκοπό, τη ευδαιμονία. Η τελευταία, όμως, προϋποθέτει αυτάρκεια που επιτυγχάνεται στην πόλη, όταν ικανοποιούνται όλες οι ανάγκες της ζωής. Είναι συνώνυμη με την ευτυχία, το «εὖ ζῆν». Οι άνθρωποι, ως άτομα και σύνολα, επειδή είναι ελλιπή όντα, είναι δυνατόν να είναι ευτυχείς, μόνον αν είναι σε θέση να έχουν επάρκεια, την οποία βρίσκουν μέσα στην πόλη και από την πόλη. Η πολιτική κοινωνία ως πλήρης ύπαρξη, που δεν της λείπει τίποτα και μπορεί να εγγυηθεί το «εὖ ζῆν», είναι αποτέλεσμα της συνειδητής πολιτικής πράξης των πολιτών. Έτσι, ο Αριστοτέλης τονίζει την αμφίδρομη σχέση πόλης - πολίτη, με σκοπό να εξηγήσει το γεγονός ότι η μία έννοια Σελίδα : 5
εξαρτάται απόλυτα, ως προς την ύπαρξη και την εξέλιξή της από την άλλη. «Γνήσια» ευτυχισμένος πολίτης δε νοείται, χωρίς την προηγούμενη εξασφάλιση της «ευδαιμονίας» ολόκληρης της πόλης του. Γι αυτήν, άλλωστε, αρμόδιος είναι μόνον ο ίδιος ο ευσυνείδητος πολίτης. Με άλλα λόγια, ο Αριστοτέλης, στο τρίτο βιβλίο των «Πολιτικών» του, αναλύει έννοιες πολιτικής φιλοσοφίας, όπως αυτή της πόλης, χρησιμοποιώντας την αναλυτική μέθοδο. Επιδιωκόμενη πρόθεσή του είναι να βοηθήσει τους συγχρόνους του να κατανοήσουν, πληρέστερα και με ακρίβεια, τα βασικά γνωρίσματα του συνόλου, στο οποίο εντάσσονται και από το οποίο εξαρτώνται απόλυτα, τόσο για την επιβίωση, όσο και για την εξέλιξή τους. ( 5 ) ὑπέχειν : Η ετυμολογική προέλευση του ρηματικού αυτού τύπου είναι : η πρόθεση : «ὑπό» και το ρήμα : «ἔχω». ανά : ανέχομαι αντί : αντέχω κατά : κατέχω, κατέχομαι παρά : παρέχω, παρέχομαι επί : επέχω περί : περίεχω, περιέχομαι από : απέχω, απέχομαι........................ Β. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ............................ ΑΝΤΙΦΩΝ, «Περί τοῦ Ἡρώδου φόνου» 5, 14 ( 1 ) Ωστόσο, νομίζω πως όλοι θα συμφωνήσουν ότι οι υπάρχοντες νόμοι για παρόμοιες υποθέσεις είναι οι ορθότεροι και οι δικαιότεροι της νομοθεσίας. Yφίστανται, βέβαια, από πολύ παλιά σε αυτήν τη χώρα, χωρίς να αλλάξουν ποτέ, κάτι που αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο ότι είναι ορθοί γιατί ο χρόνος και η εμπειρία διδάσκουν στους ανθρώπους ό,τι δεν είναι ορθό. Δεν πρέπει, επομένως, να μαθαίνετε σε βάθος κατά πόσο οι νόμοι είναι ορθοί ή όχι από τα λόγια του κατηγόρου, αλλά από τους νόμους κατά πόσο τα λόγια του κατηγόρου σας διδάσκουν με ορθό και νόμιμο τρόπο το ζήτημα............................... ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ :.......................................... ( 2 ) οἶμαι : ᾠήθη, οἰηθήτω Σελίδα : 6
ὁμολογῆσαι : ὡμολογηκέναι εἶναι : ἔσται, γένηται ἔχοντα : σχές, σχοῦ καταμανθάνειν : τῆς καταμαθησομένης, τῆς καταμαθούσης ( 3 ) τούς νόμους : τόν νόμον τῇ γῇ : ταῖς γαίαις αὐτῶν : αὐτοῦ τοὺς ἀνθρώπους : τόν ἂνθρωπον ὑμῖν : σοί, σοι ( 4 ) κειμένων : οἵ καλῶς κεῖνται τὰ μὴ καλῶς ἔχοντα : ἐκεῖνα ἅ μή καλῶς ἒχουσιν ( 5 ) ὅπερ μέγιστόν ἐστι σημεῖον νόμων καλῶς κειμένων : Είναι μία δευτερεύουσα ονοματική αναφορική - προσδιοριστική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία : «ὅπερ» που προσδιορίζει τη φράση : «αὐτοῖς ἀρχαιοτάτοις εἶναι». Εκφέρεται με έγκλιση Οριστική: «ἐστί», γιατί δηλώνει το πραγματικό. ὣστε οὐ δεῖ ὑμᾶς ἐκ τῶν τοῦ κατηγόρου λόγων τοὺς νόμους κατάμανθάνειν : Είναι μία δευτερεύουσα επιρρηματική συμπερασματική πρόταση. Εισάγεται με το συμπερασματικό σύνδεσμο: «ὣστε». Εκφέρεται με έγκλιση Οριστική: «οὐ δεῖ», γιατί δηλώνει το πραγματικό. Λειτουργεί συντακτικά ως επιρρηματικός προσδιορισμός του αποτελέσματος στο εννοούμενο ρήμα : «δεῖ» της κύριας πρότασης. εἰ καλῶς ὑμῖν κεῖνται ἢ μή : Είναι μία δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο : «εἰ». Εκφέρεται με έγκλιση Οριστική : «κεῖνται» Λειτουργεί συντακτικά ως επιρρηματικός προσδιορισμός της προϋ- Σελίδα : 7
πόθεσης στο ρήμα : «οὐ δεῖ» της απόδοσης. -Η απόδοση του υποθετικού λόγου είναι η δευτερεύουσα επιρρηματική συμπερασματική πρόταση : «ὣστε οὐ δεῖ ὑμᾶς μανθάνειν» που εκφέρεται με Οριστική Ενεστώτα( «οὐ δεῖ» ). Επομένως, ο υποθετικός λόγος είναι εξαρτημένος και δηλώνει το πρώτο είδος, δηλαδή το πραγματικό. Επιμέλεια : Ρέλλια Αικατερίνη - Μαρία Σελίδα : 8