ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 21ης Ιουλίου 2005 * Στην υπόθεση C-71/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ισπανία) με απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Administración del Estado κατά Xunta de Galicia, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους Α. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet, S. von Bahr, U. Lõhmus και A. Ó Caoimh (εισηγητή), δικαστές, * Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική. Ι - 7431
γενικός εισαγγελέας: F.G. Jacobs γραμματέας: R. Grass ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν: η Xunta de Galicia, εκπροσωπούμενη από τον J. Rodríguez González, abogado, η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Μ. Muñoz Pérez, η Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενη από τις C. Μ. Wissels και Η. G. Sevenster, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους V. Kreuschitz και J. L. Buendia Sierra, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα κατά τη συνεδρίαση της 26ης Μαΐου 2005, Ι - 7432
εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ), προκειμένου να διευκρινιστεί το περιεχόμενο της υποχρεώσεως προηγούμενης γνωστοποιήσεως που προβλέπεται στην πρώτη περίοδο της διατάξεως αυτής όσον αφορά τις ενισχύσεις για την κατασκευή ή τη μετατροπή πλοίων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1990, σχετικά με τις ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες (ΕΕ L 380, σ. 27). 2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Administración del Estado και της Xunta de Galicia, σχετικά με ΤΟ διάταγμα 217/1994, της 23ης Ιουνίου 1994 (Diario Oficial de Galicia, αριθ. 133, της 12ης Ιουλίου 1994, σ. 4663, στο εξής: διάταγμα 217/1994), με το οποίο το Consejo de Gobierno de la Communidad Autónoma de Galicia (κυβερνητικό συμβούλιο της Αυτόνομης Κοινότητας της Γαλικίας) θέσπισε ένα καθεστώς ενισχύσεων υπέρ της κατασκευής και της μετατροπής πλοίων στη Γαλικία. Η Administración del Estado ζήτησε την ακύρωση του εν λόγω διατάγματος, με το αιτιολογικό, μεταξύ άλλων, ότι το διάταγμα αυτό εξεδόθη κατά παράβαση της υποχρεώσεως προηγούμενης γνωστοποιήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. Ι - 7433
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 - ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 Το νομικό πλαίσιο Η κοινοτική ρύθμιση Οι διατάξεις της Συνθήκης 3 Σύμφωνα με το άρθρο 92 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 87 ΕΚ): «1. Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα Συνθήκη ορίζει άλλως. [...] 3. Δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά: [...] Ι - 7434
γ) οι ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμψέρον. [...] [...] ε) άλλες κατηγορίες ενισχύσεων που καθορίζονται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προτάσει της Επιτροπής.» 4 Το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης ορίζει τα εξής: «Η Επιτροπή ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της. Αν κρίνει ότι σχέδιο ενισχύσεως δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά, κατά το άρθρο 92, κινεί αμελλητί τη διαδικασία που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν δύναται να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα πριν η Επιτροπή καταλήξει σε τελική απόφαση.» 5 Σύμφωνα με το άρθρο 94 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 89 ΕΚ): «Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής και διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δύναται να εκδίδει κάθε αναγκαίο κανονισμό για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93, και ιδίως να καθορίζει τους όρους εφαρμογής του άρθρου 93, παράγραφος 3, και τις κατηγορίες ενισχύσεων που εξαιρούνται από τη διαδικασία αυτή.» Ι - 7435
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 Η οδηγία 90/684 6 Η οδηγία 90/684, της οποίας η εφαρμογή παρατάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 3094/95 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για τις ενισχύσεις στη ναυπηγική βιομηχανία (ΕΕ L 332, σ. 1), προβλέπει, βάσει, μεταξύ άλλων, του άρθρου 92, παράγραφος 3, στοιχείο ε', της Συνθήκης, ειδικούς κανόνες εφαρμοζόμενους στις ενισχύσεις στον τομέα αυτόν που αποτελούν εξαίρεση από τη γενική απαγόρευση του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. 7 Το άρθρο 1, στοιχεία α' και β', της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής: «Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: α) ναυπηγικές εργασίες: η κατασκευή, εντός της Κοινότητας, των ακόλουθων θαλασσοπόρων πλοίων με μεταλλικό σκάφος: εμπορικών πλοίων για τη μεταφορά επιβατών ή/και εμπορευμάτων, τουλάχιστον 100 GRT, Ι - 7436 αλιευτικών πλοίων τουλάχιστον 100 GRT,
βυθοκόρων ή άλλων πλοίων για εργασίες στη θάλασσα, τουλάχιστον 100 GRT, εκτός από τις εξέδρες γεωτρήσεων, ρυμουλκών, ισχύος τουλάχιστον 365 kw β) μετατροπή πλοίου: η μετατροπή, εντός της Κοινότητας, θαλασσοπόρων πλοίων με μεταλλικό σκάφος, όπως ορίζονται στο στοιχείο α), τουλάχιστον 1000 GRT, εφόσον οι εργασίες μετατροπής συνεπάγονται ριζικές αλλαγές του επιπέδου φόρτωσης, του σκάφους, του συστήματος προώθησης ή του χώρου των επιβατών.» 8 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της ίδιας οδηγίας, προβλέπει ότι όλες οι μορφές ενίσχυσης που παρέχονται στους εφοπλιστές ή σε τρίτους και είναι διαθέσιμες ως ενίσχυση για τη ναυπήγηση ή μετατροπή πλοίων υπάγονται στους κανόνες κοινοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 11 της οδηγίας αυτής. 9 Τα άρθρα 4 έως 10 της εν λόγω οδηγίας προβλέπουν τα κριτήρια της παρεκκλίσεως τα οποία πρέπει να ικανοποιούν οι ενισχύσεις για τη λειτουργία και την αναδιάρθρωση όσον αφορά την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων προκειμένου να θεωρηθούν συμβατές με την κοινή αγορά. Ι - 7437
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 10 Το άρθρο 11 της οδηγίας 90/684 ορίζει τα εξής: «1. Πέραν των διατάξεων των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης, οι ενισχύσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις ναυπήγησης, μετατροπής και επισκευής πλοίων τις οποίες αφορά η παρούσα οδηγία υπόκεινται στους ειδικούς κανόνες γνωστοποίησης που προβλέπονται στην παράγραφο 2. 2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν εκ των προτέρων στην Επιτροπή και δεν θέτουν σε ισχύ, χωρίς την έγκριση της: α) οποιοδήποτε καθεστώς ενισχύσεων νέο ή ήδη υφιστάμενο ή οποιαδήποτε τροποποίηση ήδη ισχύοντος καθεστώτος ενισχύσεων που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία β) οποιαδήποτε απόφαση για την εφαρμογή καθεστώτος γενικευμένων ή περιφερειακών ενισχύσεων υπέρ των επιχειρήσεων που υπάγονται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας γ) οποιαδήποτε μεμονωμένη περίπτωση εφαρμογής καθεστώτων από τις προβλεπόμενες στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4, και στην παράγραφο 7, η περίπτωση που η Επιτροπή είχε προβλέψει ρητά, κατά την έγκριση του οικείου καθεστώτος ενίσχυσης.» Ι - 7438
Η εθνική ρύθμιση 11 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι το διάταγμα 217/1994 έχει ως αντικείμενο, σύμφωνα με το προοίμιο του, να ρυθμίσει «το καθεστώς των ενισχύσεων που αποσκοπούν στη χορήγηση κινήτρων στον κλάδο των ναυπηγικών εργασιών της Γαλικίας με την καθιέρωση ενισχύσεων προς την κατασκευή και την μετατροπή πλοίων τα οποία, λόγω της ολικής τους χωρητικότητας και της ισχύος τους, όσον αφορά τα ρυμουλκά, ή λόγω του υλικού του σκάφους τους, του είδους, του μεγέθους ή/και των χαρακτηριστικών της κατασκευής ή μετατροπής τους, δεν μπορούν να τύχουν των ενισχύσεων που προβλέπει η οδηγία [90/684] [...]». 12 Το άρθρο 2 του εν λόγω διατάγματος ορίζει τα εξής: «Κατά την έννοια του παρόντος διατάγματος, ο κλάδος της ναυπηγικής βιομηχανίας αποτελείται από τις ναυπηγικές επιχειρήσεις της Γαλικίας στις οποίες επιτρέπεται να κατασκευάζουν πλοία με μεταλλικό σκάφος ολικής χωρητικότητας κάτω των 100 τόνων.» 13 Το άρθρο 3 του ίδιου διατάγματος ορίζει τα εξής: «Ως κατασκευές νοούνται τα ακόλουθα ποντοπόρα πλοία με μεταλλικό σκάφος που έχουν πλήρως κατασκευαστεί από τις επιχειρήσεις που διαλαμβάνονται στο άρθρο 2. α) Εμπορικά πλοία για τη μεταφορά επιβατών ή/και εμπορευμάτων ολικής Υωοητικότητας κάτω των 100 τόνων Ι - 7439
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 - ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 β) Αλιευτικά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 100 τόνων γ) Βυθοκόρα ή άλλα πλοία για εργασίες στη θάλασσα, ολικής χωρητικότητας κάτω των 100 τόνων, εξαιρουμένων των εξεδρών γεώτρησης δ) Ρυμουλκά ισχύος κάτω των 365 κιλοβάτ.» 14 Σύμφωνα με το άρθρο 4 του διατάγματος 217/1994: «Ως μετατροπές νοούνται αυτές που πραγματοποιούνται στα ποντοπόρα πλοία που διαλαμβάνονται στο άρθρο 39, ολικής χωρητικότητας κάτω των 1000 τόνων μετά τις εργασίες μετατροπής, εφόσον οι εκτελεσθείσες εργασίες συνεπάγονται ριζική τροποποίηση του σκάφους, του συστήματος προώθησης ή του συστήματος παραγωγής ηλεκτρισμού, του σχεδίου φόρτωσης και της υποδομής για την υποδοχή των επιβατών στα πλοία που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά τους ή εφόσον οι εργασίες προορίζονται να βελτιώσουν τα αλιευτικά συστήματα και τις συνθήκες εργασίας και ασφαλείας στους χώρους για τα ψάρια, τόσο στην πρύμνη όσο και στην πλώρη.» Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα 15 Το 1994, η Administración del Estado άσκησε ενώπιον του Tribunal Superior de Justicia de Galicia προσφυγή με αίτημα την ακύρωση του διατάγματος 217/1994, με το αιτιολογικό ότι, μεταξύ άλλων, το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε κατά παράβαση των κοινοτικών κανόνων περί των κρατικών ενισχύσεων. Ι - 7440
16 Με απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 1996, το ως άνω δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή, θεωρώντας κατ' ουσίαν ότι το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης δεν επιβάλλει την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποιήσεως στην Επιτροπή των καθεστώτων ενισχύσεως τα οποία, όπως αυτό το οποίο προβλέπει το διάταγμα 217/1994, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684 και τα οποία, κατά συνέπεια, πρέπει να θεωρούνται συμβατά προς την κοινή αγορά. 17 Η Administración del Estado άσκησε αναίρεση ενώπιον του Tribunal- Supremo. Προς στήριξη της αναιρέσεως αυτής, ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι το διάταγμα 217/1994 εκδόθηκε κατά παράβαση, αφενός, της υποχρεώσεως προηγούμενης γνωστοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης και, αφετέρου, των ειδικών κανόνων γνωστοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 11 της οδηγίας 90/684. 18 Στην περί παραπομπής απόφαση του, το Tribunal Supremo τονίζει, αφενός, ότι από το γράμμα της οδηγίας 90/684 φαίνεται να προκύπτει ότι υπόκεινται στην υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποιήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης μόνον οι ενισχύσεις προς την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας, εντεύθεν δε θα μπορούσε να συναχθεί, a contrario, ότι η υποχρέωση αυτή γνωστοποιήσεως δεν ισχύει για τις ενισχύσεις προς την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων που δεν εμπίπτουν στο εν λόγω πεδίο εφαρμογής. Το αιτούν δικαστήριο, εκκινώντας από την αρχή ότι οι τελευταίες αυτές ενισχύσεις δεν επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, θεωρεί ότι οι εν λόγω ενισχύσεις θα μπορούσαν, κατά συνέπεια, να θεωρηθούν συμβατές προς την κοινή αγορά. Αφετέρου, το Tribunal Supremo τονίζει ότι θα μπορούσε, αντιθέτως, να υποστηριχθεί ότι η οδηγία 90/684 δεν αποσκοπεί στο να απαλλάξει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποιήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης, οπότε η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τις ενισχύσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. Ι - 7441
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 19 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal Supremo αποφάσισε να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: «Επιτρέπουν τα άρθρα 87, παράγραφοι 1 και 3, στοιχεία γ' και [e'], και 88, παράγραφος 3, [...] ΕΚ, σε συνδυασμό με την οδηγία 90/684[...], τη θέσπιση, χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή, εθνικής ρυθμίσεως όπως αυτή του διατάγματος 217/1994 [...] η οποία καθιερώνει "νέο καθεστώς ενισχύσεων" υπέρ συγκεκριμένου τομέα της κατασκευής και της μετατροπής πλοίων, τομέα ο οποίος, λόγω της ολικής χωρητικότητας, της ισχύος και άλλων χαρακτηριστικών των πλοίων τα οποία αφορά, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προπαρατεθείσας οδηγίας 90/684;» Επί του προδικαστικού ερωτήματος 20 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι, μολονότι το προδικαστικό ερώτημα αναφέρεται στο άρθρο 92 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 87 ΕΚ), το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο σχετικά με το περιεχόμενο της υποχρεώσεως προηγούμενης γνωστοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 88, παράγραφος 3, ΕΚ). Με το ερώτημά του, το εν λόγω δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν ένα νέο καθεστώς ενισχύσεων υπέρ δραστηριοτήτων κατασκευής και μετατροπής πλοίων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684 υπόκειται στην τελευταία αυτή υποχρέωση. 21 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το εν λόγω άρθρο 93 προβλέπει μια ειδική διαδικασία, η οποία οργανώνει τη διαρκή εξέταση και τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων εκ μέρους της Επιτροπής. Όσον αφορά τις νέες ενισχύσεις, η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού προβλέπει μια προκαταρκτική διαδικασία, η μη Ι - 7442
τήρηση της οποίας σημαίνει ότι ουδεμία ενίσχυση δύναται να θεωρηθεί νομοτύπως θεσπισθείσα. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν δύναται να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα πριν η Επιτροπή καταλήξει σε τελική απόφαση. 22 Όπως έχει ήδη κρίνει το Δικαστήριο, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα σχέδια που αποβλέπουν στη θέσπιση ή την τροποποίηση ενισχύσεων πρέπει, δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της Συνθήκης, να κοινοποιούνται στην Επιτροπή πριν από την εφαρμογή τους (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 2ας Απριλίου 1998, C-367/95 Ρ, Επιτροπή κατά Sytraval και Brink's France, Συλλογή 1998, σ. Ι-1719, σκέψη 35 της 17ης Ιουνίου 1999, C-295/97, Piaggio, Συλλογή 1999, σ. Ι-3735, σκέψη 44, και της 29ης Απριλίου 2004, C-278/00, Ελλάδα κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. Ι-3997, σκέψη 30). 23 Σύμφωνα με το άρθρο 94 της Συνθήκης, το Συμβούλιο μπορεί ωστόσο να καθορίζει, με κανονισμό, τις κατηγορίες ενισχύσεων που εξαιρούνται από την ως άνω διαδικασία γνωστοποιήσεως. 24 Εν προκειμένω, η Xunta de Galicia υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ότι το καθεστώς ενισχύσεων που θεσπίστηκε με το διάταγμα 217/1994, δεδομένου ότι αποβλέπει ειδικώς στη χορήγηση ενισχύσεων σε δραστηριότητες κατασκευής και μετατροπής πλοίων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684, δεν έπρεπε να γνωστοποιηθεί στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. 25 Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, κατά τον χρόνο της εκδόσεως του διατάγματος 217/1994, κανένας κανονισμός εκδοθείς βάσει του άρθρου 94 της Ι - 7443
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 Συνθήκης δεν εξαιρούσε τις ενισχύσεις για την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων από τη διαδικασία γνωστοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. 26 Ειδικότερα, πρέπει να παρατηρηθεί, όπως τόνισε και η Επιτροπή, ότι η οδηγία 90/684, όχι μόνο δεν περιέχει διατάξεις προβλέπουσες μια τέτοια εξαίρεση, αλλά επιπλέον ότι δεν θα μπορούσε να περιέχει τέτοιες διατάξεις, καθόσον η οδηγία αυτή δεν στηρίζεται στο άρθρο 94 της Συνθήκης, αλλά στο άρθρο 92, παράγραφος 3, στοιχείο ε', της εν λόγω Συνθήκης, το οποίο επιτρέπει μόνο στο Συμβούλιο να καθορίζει ότι ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων μπορούν να θεωρούνται συμβατές προς την κοινή αγορά. Η οδηγία 90/684, όχι μόνο δεν εξαιρεί από τη διαδικασία γνωστοποιήσεως τις ενισχύσεις προς τη ναυπηγική βιομηχανία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της, αλλά προβλέπει, αντιθέτως, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, «ειδικούς κανόνες γνωστοποίησης» που επιβάλλονται «πέραν των διατάξεων των άρθρων 92 και 93 της Συνθήκης». 27 Βεβαίως, δεδομένου ότι οι ενισχύσεις τις οποίες αφορά το διάταγμα 217/1994 δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684, το εν λόγω διάταγμα δεν έπρεπε να υπόκειται στους ειδικούς κανόνες γνωστοποίησης που προβλέπει η οδηγία αυτή. 28 Ωστόσο, η περίσταση αυτή ουδόλως μπορεί να θέσει εν αμφιβάλω το γεγονός ότι, εφόσον δεν έχει εκδοθεί κανονισμός βάσει του άρθρου 94 της Συνθήκης για να τις εξαιρέσει από τη διαδικασία γνωστοποιήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της εν λόγω Συνθήκης, η τελευταία αυτή διαδικασία εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις ενισχύσεις προς την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγία οδηγίας. Ι - 7444
29 Σε τελική ανάλυση, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/684, οι ενισχύσεις προς την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας υπόκεινται σε κανόνες γνωστοποίησης πρόσθετους σε σχέση με εκείνους που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης, έπεται κατά μείζονα λόγο ότι οι ενισχύσεις προς τον τομέα αυτόν που δεν εμπίπτουν στο εν λόγω πεδίο εφαρμογής εξακολουθούν να υπόκεινται στη διαδικασία γνωστοποίησης και μόνον που προβλέπει η τελευταία αυτή διάταξη. 30 Η Xunta de Galicia φρονεί ωστόσο ότι, στον βαθμό που το συμβατό προς την κοινή αγορά ορισμένων ενισχύσεων υπέρ πλοίων μεγάλων διαστάσεων αναγνωρίζεται από την οδηγία 90/684, το γεγονός ότι στην οδηγία αυτή δεν υπάρχουν διατάξεις αφορώσες τις ενδεχόμενες ενισχύσεις για πλοία μικρότερου μεγέθους θα μπορούσε να σημαίνει ότι το είδος αυτών των μέτρων δεν επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. Η εν λόγω οδηγία θα έπρεπε συνεπώς να ερμηνεύεται ως αναγνωρίζουσα σιωπηρώς το συμβατό προς την κοινή αγορά των ενισχύσεων προς την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων των οποίων η χωρητικότητα ή η ισχύς είναι μικρότερες από εκείνες που διαλαμβάνονται στο άρθρο 1 της ιδίας οδηγίας, καθόσον αυτή έχει, κατά κάποιο τρόπο, θεσπίσει ως προς τα πλοία αυτά έναν ειδικό κανόνα de minimis. 31 Ωστόσο, αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η Xunta de Galicia, το ενδεχομένως συμβατό μιας κρατικής ενισχύσεως προς την κοινή αγορά δεν μπορεί, αυτό καθεαυτό, να επηρεάσει την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποιήσεως της ενισχύσεως αυτής στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία, η μεταγενέστερη έκδοση τελικής αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία αναγνωρίζονται ορισμένες ενισχύσεις ως συμβατές προς την κοινή αγορά δεν έχει ως συνέπεια την εκ των υστέρων νομιμοποίηση της εκτέλεσης μέτρων ενισχύσεως τα οποία δεν γνωστοποιήθηκαν κατά παράβαση του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης (αποφάσεις της 21ης Νοεμβρίου 1991, C-354/90, Fédération nationale du commerce extérieur des produits alimentaires και Syndicat national des négociants et transformateurs de saumon, Συλλογή 1991, σ. Ι-5505, σκέψεις 16 και 17, και της 21ης Οκτωβρίου 2003, C-261/01 και C-262/01, Van Calster κ.λπ., Συλλογή 2003, σ. Ι-12249, σκέψεις 62 και 63). Ι - 7445
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 32 Αντιθέτως, πρέπει να υπομνησθεί ότι μόνον οι κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης υπόκεινται στη διαδικασία γνωστοποίησης που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης (απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 1984, 91/83 και 127/83, Heineken Brouwerijen, Συλλογή 1984, σ. 3435, σκέψη 11). Σύμφωνα όμως με το άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, για να μπορεί ένα μέτρο να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση, πρέπει, μεταξύ άλλων, να μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 24ης Ιουλίου 2003, C-280/00, Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg, Συλλογή 2003, σ. Ι-7747, σκέψεις 74 και 75, και της 3ης Μαρτίου 2005, C-172/03, Heiser, Συλλογή 2005, σ. Ι-1627, σκέψη 26). 33 Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν την έννοια της κρατικής ενισχύσεως η οποία διαλαμβάνεται στο άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης για να καθορίζουν αν ένα κρατικό μέτρο, που θεσπίστηκε χωρίς να τηρηθεί η προηγούμενη διαδικασία ελέγχου που προβλέπεται στην παράγραφο 3 της διατάξεως αυτής, έπρεπε ή όχι να είχε υποβληθεί στη διαδικασία αυτή (απόφαση της 9ης Αυγούστου 1994, C-44/93, Namur-Les assurances du crédit, Συλλογή 1994, σ. Ι-3829, σκέψη 16). 34 Συναφώς, πρέπει κατ' αρχάς να διαπιστωθεί ότι, βεβαίως, οι ενισχύσεις προς τη ναυπηγική βιομηχανία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684 επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. Συγκεκριμένα, η οδηγία 90/684 εκδόθηκε βάσει του άρθρου 92, παράγραφος 3, στοιχείο ε', της Συνθήκης, δυνάμει του οποίου μπορούν να θεωρηθούν συμβατές προς την κοινή αγορά οι κατηγορίες ενισχύσεων που καθορίζονται με απόφαση του Συμβουλίου. Όταν όμως ένα καθεστώς παρεκκλίσεων που έχει θεσπιστεί δυνάμει της εν λόγω διατάξεως αφορά ενισχύσεις, οι ενισχύσεις αυτές είναι, κατ' αρχήν, ασύμβατες προς την κοινή αγορά και θεωρούνται συμβατές μόνον υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τα κριτήρια παρεκκλίσεως που περιλαμβάνονται στην απόφαση περί εγκρίσεως του εν λόγω καθεστώτος (αποφάσεις της 18ης Μαΐου 1993, C-356/90 και C-180/91, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. Ι-2323, σκέψεις 30 και 33 της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-400/92, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. Ι-4701, σκέψη 15, και της 21ης Μαρτίου 2002, C-36/00, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. Ι-3243, σκέψη 47). Ι - 7446
35 Επομένως, δεδομένου ότι, κατ' αρχήν, είναι ασύμβατες, οι ενισχύσεις αυτές εμπίπτουν στην έννοια της κρατικής ενισχύσεως κατά το άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, πράγμα το οποίο συνεπάγεται ότι επηρεάζουν οπωσδήποτε το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών (βλ., υπό την έννοια αυτή, προπαρατεθείσα απόφαση, Ισπανία κατά Επιτροπής, σκέψη 48). 'Ετσι, εν προκειμένω, από την τρίτη, την έκτη, την ένατη και τη δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη, μεταξύ άλλων, της οδηγίας 90/684 προκύπτει ότι σκοπός της οδηγίας αυτής είναι να εγγυηθεί, σε μια παγκόσμια αγορά, ένα θεμιτό ανταγωνισμό σε διεθνές επίπεδο μεταξύ των ναυπηγείων, ενθαρρύνοντας την παραγωγή τεχνολογικά πιο προηγμένων πλοίων για να εξασφαλιστεί η επιβίωση μιας αποτελεσματικής και ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής βιομηχανίας στον τομέα των ναυπηγικών εργασιών. 36 Ωστόσο, όπως ορθώς ισχυρίζονται η Ισπανική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών, καθώς και η Επιτροπή, η διαπίστωση αυτή ουδόλως συνεπάγεται ότι οι ενισχύσεις προς τη ναυπηγική βιομηχανία που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684 συνιστούν ενισχύσεις που δεν επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. 37 Συγκεκριμένα, ναι μεν το άρθρο 92, παράγραφος 3, στοιχείο ε', της Συνθήκης εξουσιοδοτεί το Συμβούλιο να καθορίζει ποιες κατηγορίες ενισχύσεων μπορούν να θεωρούνται συμβατές προς την κοινή αγορά, πλην όμως δεν αναθέτει στην Επιτροπή καμία εξουσία ερμηνείας του άρθρου 92, παράγραφος 1, της εν λόγω Συνθήκης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 14ης Απριλίου 2005, C-110/03, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή 2005, σ. Ι-2801, σκέψη 58). 38 Συνεπώς, το Συμβούλιο, εγκρίνοντας την οδηγία 90/684, δεν είχε την εξουσία, όπως ορθώς τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 28 των προτάσεων του, να επιτρέψει στην Επιτροπή να δηλώσει ότι ορισμένες ενισχύσεις προς τη ναυπηγική βιομηχανία δεν επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, με συνέπεια οι ενισχύσεις αυτές να μην εμπίπτουν στη διαδικασία γνωστοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. Ι - 7447
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 39 Εν προκειμένω όμως ουδόλως αποκλείεται ότι οι ενισχύσεις που χορήγησαν οι εν λόγω αποκεντρωμένες αρχές σε επιχειρήσεις που παρέχουν σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο υπηρεσίες κατασκευής ή μετατροπής πλοίων που δεν εμπίπτουν στα όρια χωρητικότητας ή ισχύος που προβλέπει η οδηγία 90/684 μπορούν, ωστόσο, να έχουν επίπτωση στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. 40 Συγκεκριμένα, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, η προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση πρέπει να είναι ικανή να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, δεν εξαρτάται από τον τοπικό ή περιφερειακό χαρακτήρα των παρεχομένων υπηρεσιών ή από τη σημασία του σχετικού τομέα δραστηριοτήτων (προπαρατεθείσα απόφαση Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg, σκέψη 82). 41 Επιπλέον, δεν υφίσταται κάποιο όριο ή ποσοστό κάτω από το οποίο να μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επηρεάζεται το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. Συγκεκριμένα, το σχετικά χαμηλό ύφος μιας ενισχύσεως ή το σχετικά μέτριο μέγεθος της επιχειρήσεως που λαμβάνει την ενίσχυση δεν αποκλείουν a priori τη δυνατότητα επηρεασμού του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών (αποφάσεις Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg, προπαρατεθείσα, σκέψη 81 της 27ης Νοεμβρίου 2003, C-34/01 έως C-38/01, Enirisorse, Συλλογή 2003, σ. Ι-14243, σκέψη 28, και Heiser, προπαρατεθείσα, σκέψη 32). 42 Ειδικότερα, μια ενίσχυση σχετικά μικρής σημασίας είναι ικανή να επηρεάσει το εμπόριο αυτό όταν στον τομέα που δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις που τη λαμβάνουν επικρατεί έντονος ανταγωνισμός (βλ. αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 2002, C-351/98, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. Ι-8031, σκέψη 63, και της 29ης Απριλίου 2004, C-298/00 Ρ, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. Ι-4087, σκέψη 54). 43 'Ετσι, σε ένα τομέα που χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, μια ενίσχυση, έστω σχετικά μικρή θεωρούμενη μεμονωμένα, η οποία όμως δυνητικά απευθύνεται στο σύνολο ή σε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων του τομέα, μπορεί να Ι - 7448
έχει επιπτώσεις στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών (βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 2002, Ισπανία κατά Επιτροπής, σκέψη 64, και της 29ης Απριλίου 2004, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-372/97, Συλλογή 2004, σ. Ι-3679, σκέψη 57). 44, Τέλος, όταν μια ενίσχυση χορηγούμενη από ένα κράτος ή με κρατικούς πόρους ενισχύει τη θέση μιας επιχειρήσεως σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, πρέπει να θεωρείται ότι το εμπόριο αυτό επηρεάζεται από την ενίσχυση (αποφάσεις της 17ης Σεπτεμβρίου 1980, 730/79, Philip Morris κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σ. 13, σκέψη 11, και της 19ης Σεπτεμβρίου 2000, C-156/98, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, σ. Ι-6857, σκέψη 33). 45 Όταν όμως χορηγούνται δημόσιες επιδοτήσεις σε επιχειρήσεις κατασκευής ή μετατροπής πλοίων, η παροχή των υπηρεσιών αυτών από τις εν λόγω επιχειρήσεις μπορεί να διατηρηθεί ή να αυξηθεί, με συνέπεια τη μείωση των δυνατοτήτων των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες εντός άλλων κρατών μελών να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στον εν λόγω τομέα δραστηριοτήτων στην αγορά του κράτους αυτού (βλ., υπό την έννοια αυτή, προπαρατεθείσα απόφαση Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg, σκέψη 78). 46 Εν προκειμένω, από το προοίμιο του διατάγματος 217/1994 προκύπτει εξάλλου ότι σκοπός του διατάγματος αυτού είναι να παράσχει τη δυνατότητα στα ναυπηγεία της Γαλικίας, που έχουν ως πελάτες «εφοπλιστές αλιευτικών και εμπορικών πλοίων καθώς και άλλων ποντοπόρων πλοίων τόσο ημεδαπών όσο και αλλοδαπών», να προσφέρουν «εγγυήσεις και προϋποθέσεις χρηματοδοτήσεως παρόμοιες με εκείνες των ανταγωνιστών τους». 47 Κατά συνέπεια, στον βαθμό που δεν αποκλείεται τα ναυπηγεία της Γαλικίας που τυγχάνουν του επίμαχου καθεστώτος ενισχύσεων να τελούν σε ανταγωνισμό με ναυπηγεία εγκατεστημένα εντός άλλου κράτους μέλους, πρέπει να θεωρηθεί ότι πληρούται η προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης που αφορά τον επηρεασμό του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών. Ι - 7449
ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-71/04 48 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, αν ένα καθεστώς ενισχύσεων για την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων, όπως αυτό το οποίο θέσπισε το διάταγμα 217/1994 και το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684, μπορεί, αφ' εαυτού, να προκαλέσει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, το εν λόγω καθεστώς πρέπει να γνωστοποιείται προηγουμένως στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. 49 Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια, σε περίπτωση παραβάσεως της τελευταίας αυτής διατάξεως, να αντλήσουν όλες τις συνέπειες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, όσον αφορά τόσο το κύρος των πράξεων που συνιστούν εκτέλεση των μέτρων ενισχύσεως, όσο και την ανάκτηση της χρηματοδοτικής ενισχύσεως που χορηγήθηκε κατά παράβαση της διατάξεως αυτής (βλ., υπό την έννοια αυτή, προπαρατεθείσες αποφάσεις Fédération nationale du commerce extérieur des produits alimentaires και Syndicat national des négociants et transformateurs de saumon, σκέψεις 11 και 12 van Calster κ.λπ., σκέψη 53, και της 15ης Ιουλίου 2004, C-345/02, Pearle κ.λπ., Συλλογή 2004, σ. Ι-7139, σκέψη 31). Ειδικότερα, η διαπίστωση ότι η ενίσχυση χορηγήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 93, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, της Συνθήκης πρέπει, κατ' αρχήν, να συνεπάγεται την επιστροφή της σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες του εσωτερικού δικαίου (προπαρατεθείσα απόφαση της 11ης Ιουλίου 1996, C-39/94, SFEI κλπ., Συλλογή 1996, σ. Ι-3547, σκέψη 68). 50 Κατόπιν όλων των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ένα καθεστώς ενισχύσεων για την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων, όπως αυτό το οποίο θέσπισε το διάταγμα 217/1994 και το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684, πρέπει, αν αποδεικνύεται ότι το εν λόγω καθεστώς μπορεί, αφ' εαυτού, να προκαλέσει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης, να γνωστοποιείται προηγουμένως στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται, σε περίπτωση παραβάσεως της διατάξεως αυτής, να αντλήσει όλες τις συνέπειες, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, όσον αφορά τόσο το κύρος των πράξεων που συνιστούν εκτέλεση των μέτρων ενισχύσεως όσο και την ανάκτηση της χρηματοδοτικής ενισχύσεως που χορηγήθηκε κατά παράβαση της διατάξεως αυτής. Ι - 7450
Επί των δικαστικών εξόδων 51 Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης, τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται: Ένα καθεστώς ενισχύσεων για την κατασκευή και τη μετατροπή πλοίων, όπως αυτό το οποίο θέσπισε το διάταγμα 217/1994, της 23ης Ιουνίου 1994, και το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 90/684/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1990, σχετικά με τις ενισχύσεις στις ναυπηγικές εργασίες, πρέπει, αν αποδεικνύεται ότι το εν λόγω καθεστώς μπορεί, αφ' εαυτού, να προκαλεί τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ) να γνωστοποιείται προηγουμένως στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δυνάμει του άρθρου 93, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ). Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται, σε περίπτωση παραβάσεως της διατάξεως αυτής, να αντλήσει όλες τις συνέπειες, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, όσον αφορά τόσο το κύρος των πράξεων που συνιστούν εκτέλεση των μέτρων ενισχύσεως όσο και την ανάκτηση της χρηματοδοτικής ενισχύσεως που χορηγήθηκε κατά παράβαση της διατάξεως αυτής. (υπογραφές) Ι - 7451