ΝΤΟΠΟΛΑΛΙΑ ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΩΝ Α Προσφορά στους Γαργαλιάνους των αδελφών Κρεκούκια Κώστα, Ορέστη & Τάκη Τους ευχαριστούμε για την επίπονη & πολύχρονη εργασία τους για όλους μας. αραιουφασμένος δοχείο ζέστη - κάψα καψώνω, ζεσταίνομαι τσαλαπετεινός αγανός αγγειό αγγούσα αγγουσεύομαι αγριοκόκκορας ακαμάτης τεμπέλης ακνάτος ακουμπέτι ακούτη άλαλο παιδικό παιχνίδι αλευρογυρίζω αληστρατίζω αλιάδα σκορδαλιά αλιβάνιγος αλουποπορδή αλουπού αλντίζω αλυχτάου αμάκα λέρα αμοριασμένος αμπλαούμπλας αναγλιντζάζει ανακαντήρης ανάκαρο ανανογιέμαι ανατσουτσουρωμένος αναχλά-ναχλά αναπαντζά ανάχρεια (τα) αναγριπώνω καθαρός, αμιγής εν τέλει πίσω μέρος του κρανίου τριγυρίζω άσχετα τα κάνω όλα άνω κάτω αυτός που δεν εκκλησιάζεται είδος μανιταριού αλεπού αφρίζω από την κούραση ουρλιάζω καταραμένος χοντροκομμένος, άτσαλος ανακατεύει και λασπώνει τεμπέλης, άχρηστος κουράγιο παίρνω χαμπάρι με σηκωμένα αυτιά αραιά ξεσήκωμα τα απαραίτητα παίρνω θάρρος
ανεβάσταγος ανυπόμονος άνταφλος απότομος αντί ρόκκα στημένο αυτί ανυπαντρίλα γεροντοκορισμός απίστωμα ανάποδα απλάδενα λεκάνη, ή ανοιχτή πιατέλα απλάνηγος άξεστος, χοντροκομμένος άπλερος εκτεταμένος απογιάδα απόγειος αύρα, κατεβατός αποδέλοιπος υπόλοιπος αμοριασμένος αποσπερού αποστασίλα αποχαβρίζω απραίλα άρατα κούρατα αρβάλα αργολάβος αρίλογος αρμούγα αρούκατος άρτου πλάτου αστράχα ατσάγγλιγος αχούρα αχινέος Β καταραμένος απόψε κούραση αποπαίρνω τεμπελιά άλλα των άλλων φασαρία γκόμενος κόσκινο για αγροτικές εργασίες μούργα, υγρά απόβλητα ελαιοτριβείων άξεστος φαρδύς πλατύς εσοχή μεταξύ τοίχου και οροφής απεριποίητος έξαψη αχινός βαγένι το βαρέλι με το κρασί βαρβατσουλίλα βαρβατίλα βασιλιάς χρυσοπράσινο ιπτάμενο σκαθάρι βασταγούρι βελέσι βεντέμα γάϊδαρος παραγωγή
βεντερούγα καμπούρα βερέμι βήκα στάμνα με στενό στόμιο βιζιγάντι κολλιτσίδα βοϊδόχορτο χορτάρι που τρώνε τα βοοειδή βοϊδούρω κουτή και χοντροκομμένη γυναίκα βούτα μεγάλο δοχείο για αποθήκευση νερού - συνήθως βαρέλι βίτσα μαστίγιο βραχουνάκι παχουλό παιδάκι βροντάλε το επάνω σενάζι Γ γαδίνα δοχείο γαργαρίζει φυσάει ελαφρό αεράκι γατιλάω γαργαλάω γιαλουγκουνάει γιαλίζει γιούκος γκαγκανάς γκευγκίρι, γκευγκιράκι γκιζντάνι γκιόσα γριά γίδα γκουργκουνάς χοντροκομμένος γκουργκούνι αστράγαλος γλύνα αργιλώδες επίχρυσμα γουβριάζω γουρνερό γουρουνίτσα γράβαλο γυαλένιες Δ στοίβα ρούχων δύστροπος? τρυπητό σκεύος - τρυπητή κουτάλα κάτεργο, φυλακή καταλαμβάνομαι από ερωτικό παροξυσμό αυτός που μοιάζει με γουρούνι και έχει κακή συμπεριφορά παιδικό παιχνίδι είδος τσουγγράνας γκαζές, γυάλινοι βώλοι δέμπλα, δεμπλί μεγάλο, μικρό ραβδί για το ράβδισμα ελαιών, αμυγδαλιών δεκριάνι δικράνι δόλια μοίρα αλοίμονο, ούτε λόγος
δραγκώνω δραπέτσι δριμόνι δυχατέρα έντοσες ερμαδιακός εφτού εφτούνος φτου Ε Ζ παθαίνω κράμπα, πιάνομαι πολύ ξινό κόσκινο για αγροτικές εργασίες κόρη νάτος έρημος προς το μέρος σου εκείνος εκεί προς τα σένα ζαλωμένος βαρυφορτωμένος ζακουτάω το παλεύω ζαρούμπακας νάνος γατιλάω γαργαλάω ζβουγκουνάω βουίζω ζγαρλάω σκαλίζω ζγούφτω σκύβω ζέβω βρωμάω ζεμπερέκι το μάνταλο της πόρτας ζουπάω συνθλίβω ζουρλοχαμπέρω αλαφρότρελη Η Θ θανατά (του) για θάνατο, ετοιμοθάνατο θανατίκια (τα) τα σάβανα θεριακωμένος θηριώδης, γιγαντόσωμος ίνγκλα ίνγκρα Ι δερμάτινο λουρί που στερεώνει την σέλα κάτω από την κοιλιά του ζώου πολύ μικρή ποσότητα (επί υγρών)
Κ κακάβι καζάνι καγιάρι πεντακάθαρο κακαβοστήσι κακιούλι θέση για το καζάνι επάνω σε πυροστία το μικρούλι κακοζάκανος κακοφτιαγμένος κακοσκάλι εμπόδιο καλαμποκάνι καλιάζω κομμάτι από καλάμι με νήμα για τον αργαλειό, διάρροια (μτφ) τοποθετώ πρόχειρα καλιακούδα είδος πτηνού - ταλαίπωρη γυναίκα καλλικάντζα αρσενικός αχινός καμιζόλα είδος ρούχου κανίσκι η κόφα με τα γλυκά, το πανέρι καπριτσαδόρος καρκίμι πολύ αδύνατο, κοκαλιάρικο καρλαχάνι φασαρία καρούσι το ευτελές, το υπερτιμημένο καρούτα κασκορσές μεσοφόρι καταλιακού στον ήλιο κατεβατός απόγειος αύρα κατήνα κατουρλοχόρτι κατουρογυάλι κατρούτσο κατσιμπούλα η ράχη, η μέση, η λεκάνη διουρητικό χόρτο δοχείο νυκτός κύπελο έντομο άχρηστη αντίκα καφεντόγιο κάψα ζέστη καψερός κακομοίρης, άτυχος καψώνω ζεσταίνομαι κενώνω σερβίρω κέφαλη κλειδοστομιάζω η πάνω οριογραμμή του χωραφιού μου κόβεται η όρεξη
κλημαντήρα κλήτσικας κλιτσινάρες κλοντήρι κοκεύω κόλαρη ή κολαριά κούκλα καλαμπόκι κοκολογάω κοκορέξα (τα) κοκορίτσικα κοκορώνω κολλητσαριά κολλιτσιδιάρης κοπανιά (μια) κοπετίνα κοράτσα κορογελάω κόσσα κοτσά (η) κοτσασμένος κουλούκι κουνουπαράς κούντουρος κουτσούνα κορακιάζω τρώω κόρτσαλο κοτάω κουμούτσι κουντέλι κουραδάς κουρουμούντζουλα κουτουλάω κουτρούλι κουτσουνομπαλώματα λιγούρα ξυλίκι, παιδικό παιχνίδι εποχής αδύνατα πόδια δοχείο λαδιού ξεχωρίζω κάποιον από ομάδα η κάτω οριογραμμή του χωραφιού μαζεύω σπόρους τα μεζεδάκια άγρια αχλάδια σκαρφαλώνω κολλητά το ένα με το άλλο μονομιάς βρωμιά, απλυσιά βρωμιά, απλυσιά κοροϊδεύω ο στραβός κουμπαράς πολύ κοντός κούκλα ξερό κοτσάνι σταφίδας τολμώ κομμάτι ψωμί ακανόνιστου σχήματος (ξεροκόμματο) ξύλινο υποστήλωμα θάμνων (κατά βάσιν αμπελιών) τεμπέλης, άχρηστος αστεία δεν μπορώ να κρατηθώ από τη νύστα, κοιμάμαι όρθιος σωρός από χώμα που γίνεται στο σκάψιμο της σταφίδας προχειρότητες
κούχτουμο το γεροντάκι το αδύνατο, το καχεκτικό κριτσέπια αιχμηρά βράχια κρουστός κωλορύζι πυκνουφασμένος παραφυάδα κωλοσούσα σουσουράδα Λ λαλάγκια λεπτά κουλούρια λαλανγκίδες τηγανίτες λαγγεύει (με) με στραβοκοιτάει λάγιο (το) το μαύρο πρόβατο λαμπουδιά μια στάλα λάδι λάπαινα χειλού λαπόρδα (ψάρι) κυνηγός λατανάου ταλαιπωρώ λένγκου λένγκου με άδεια χέρια λερός βρώμικος λιάτσα κάτι το πολύ λιωμένο λιβακώνω λιγοτάρια ελαιόδεντρα με ελάχιστο καρπό λίλος (ψάρι) γύλος λίντρος αυτός που είναι πολύ αδύνατος επειδή δεν τρώει λίξα λιγούρα λιοκόκκι ο ελαιοπυρήνας μετά την έκθλιψη των ελαιών λιολά (τα) τα παράλογα λιτρουβαραίοι οι εργαζόμενοι (εργάτες) των ελαιοτριβείων λιτρουβιό ελαιοτριβείο λιχνίζω χωρίζω τον καρπό από τα φύλλα με αέρα λοκάνικο λουκάνικο λούβα η ασθένεια λούκι το άδειο (φαγωμένο) στέλεχος από καλαμπόκι λουλώνω λουμώνω λουμωχτός αποκοιμίζω, ναρκώνω μένω στο κρεβάτι χωρίς να κοιμάμαι μουλωχτός
λούρα η βέργα λυσσακά (τα) λύκου (του) το άλογο το αλογάκι της Παναγίας Μ μαγερίτσα μαγειρίτσα μάκινα μηχανή καθαρισμού της σταφίδας από τα κοτσάνια ήμερος, πράος τρομάρα, μεγάλος και ξαφνικός φόβος τούφα μαλαϊμικος μαλίνα μαλούκα μαρμακιάζω ματρακάς μεινέσκω μελιγκόνια (ή πορδάλες) μεργιάζω μέσκουλες μιλιόρα μισοκούντελος μολιάνγκω μορογαρίζω μορόζα μορώνω πολύ παλιό, ετοιμόροπο αυτοκίνητο μένω, ξεμένω είδος μυρμηγκιών που τσιμπάνε κάνω στην άκρη μούσμουλα πρωτόγεννη προβατίνα παράλυτος τεμπέλα, άχρηστη καθυστερώ αδικαιολόγητα αγαπητικιά παρηγορώ (χρησιμοποιείται για τα μωρά) μουστρίζω μούτελη (επιρ.) πασαλοίβω άτεχνα πολύ κουρασμένος και ιδρωμένος μουτσουλάω χαϊδεύω, φιλώ υπερβολικά μουτσουτσούνια προσποιητή ακαταδεξιά μόφορο (το) άχρηστο μπαϊλντισμένος υπερβολικά κουρασμένος, κατάκοπος μπαζίνα χυλός από καλαμποκάλευρο μπαίγνιο μπάκακας, μπακακάκι κορόϊδο βάτραχος μπακαλέος μπακαλιάρος μπακανιάρικο το παιδί με φουσκωμένη κοιλιά μπαλτσίκα βρώμικο νερό
μπάμπαλη μπαμπάτσικός μπαμπούγερας μπαουρίζω μπαράκα μπαρμπουκώνω μπαρμπούτα μπαστανάκλες μπερέσι μπήγουλη μπικιόνα μπινάς μπιρμπιλός μπιτζέρια μπίτι (είμαι) μπιτι-μπίτι μπλεξονιά μπλιόνε μπόλκα μπολοθούρα μπονόρα μποτσίκι μποτσόνι μπουμπούσι μπουργαρίζω μπουρλιάζω μπούρμπουνας μπούρουκας μπουρούκι μπουστοπάνι μπουτούλα (ή πουτούλα) μπουχάου μπουχλώνω μπούχνη είδος κρύας σούπας(ξύδι,λάδι,αλάτι,κομμάτια ξερού ψωμιού) παχουλός, εύσωμος ο βρούχος των οσπρίων (έντομο) κλαίω γοερά υπαίθρια, λυόμενη ταβέρνα στα πανηγύρια κακομπαλώνω καρνάβαλος, αποκριάτικα μεταμφιεσμένος το καλό φαγητό (σκωπτικά) (τα έκανε) λίμπα κριθαράκι (ζυμαρικό) κουβάς σε σχήμα ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου σοβάς ποικιλόχρωμος τα συκώτια είμαι επίμονος, κολημένος σε κάτι λάθος καθόλου καρπούζι πια (πλέον) ζακέτα αυτή που δεν μαζεύεται σπίτι της πολύ νωρίς το πρωί μεγάλη άγρια κρεμμύδα μπουκάλι έντομο χύνω τα ζουμιά περνάω την κλωστή στη βελόνα κάνθαρος παιδικό παιχνίδι μικρό κατσαρόλι στηθόδεσμος συστάδα από θάμνους καταβρέχω με το στόμα αχνός - σκόνη
μπρίσκαλο άγουρο σύκο μυγδαλάτα αμυγδαλωτά μωρόκακα στα πρόθυρα αδιαθεσίας μωρόχαυλος ηλίθιος νάκα νιάκαρο νογάω νταλντάρι νταμαχιάρης νταμάχι ντάντανο ντεντελάω ντιντίνι ντουβρωμένος ντουφεκαλεύρης ντρέγουρος ντρέτα ντρίτσα ξαρίζω ξεβουρτσάω ξεΐγκλωτος ξεκορατσάζω ξελιξίζω ξελόντζα ξέμαι ξεμουτσουνιά ξενομίζω ξεπιτούτου ξέσκουρα ξεσουμιάστηκε Ν Ξ μάρσιπος μωρό αντιλαμβάνομαι το ρεύμα αέρα που είναι επικίνδυνο να κρυολογήσεις αυτός που δουλεύει και κουράζεται υπερβολικά πάνω από τις δυνάμεις του υπερβολή κρύο - κρυολόγημα δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου παπαδίτσα ο ευρισκώμενος σε στύση αναποτελεσματικός ο πολύ βιαστικός με κίνδυνο λάθους ή ατυχήματος στα ίσα ψάθινο καπέλο ξύνω επάνω-επάνω τα χόρτα γδέρνω ατημέλητος βγάζω τη βρώμα τρώω κάτι για να κόψω την πείνα πέργκολα ξύνομαι δυνατό χτύπημα στο πρόσωπο απομακρύνω διώχνοντας επίτηδες παρά τρίχα διαλύθηκε
ξεσταφνίλα η χωρίς μέτρο πράξη ξεσυνερίζομαι αντιγράφω, μιμούμαι πράξεις άλλου ξεφταλαγιάζω αναστατώνω με φωνές ξυσούρα φαγούρα Ο ολοχρονικού συνέχεια ομορφά-μορφα όμορφα κι ωραία όρνιο βλάκας Π παγάδα παδέλα παλαμοδέρνω πολαξίμια παραδαρμένη παρμακλίκια παρπάρα πασμαγούδια παταγούδι παταλιά πεντελέημονας (ο άγιος) πεσκίρι πανί της πινακωτής πετίμια τα απαραίτητα υλικά μιάς συνταγής πετσάφι πηρούδα πιλαλάω πιπέρω πλακοπαΐδα πολλαξίμια πολληώρα πορδάγγιχτος πορδοβότανο ποριά ακύμαντη θάλασσα πιατέλα δουλεύω εντατικά τα λερωμένα ρούχα που συγκεντρώνονται για πλύσιμο το στομάχι κάγκελα κάτι το ασταθές λιχουδιές πολύ κρύο (χρησιμοποιείται κυρίως για το νερό, θάλασσα) σε απελπιστική κατάσταση μετά από ατύχημα κλπ παντελεήμονας (χρησιμοποιείται στις εκκλησίες προς τιμήν του αγίου) ξεσκονόπανο σκελίδα σκόρδου τρέχω διαόλου κάλτσα παγίδα για πουλιά άπλυτα πριν από λίγο ευαίσθητος είδος φυτού που οι σπόροι του προκαλούν αέρια βράχια της θάλασσας
πουλακίδα νεαρή κότα πουλαροδείχνω πούντοσες πουρπουράω κάνω το παληκαράκι πούντονε πετώ από χαρά πραγαλιά ησυχία, νηνεμία πράγκα καλάμι για αχινούς πρατ (έκανε) πρεγκίλα τόσκασε βράχνιασμα πριτσιτσία ναζάκια πρόκουφα (παίρνω) αψήφιστα πυργιά πυροφάνι πυρούδα σκόρδου σκελίδα σκόρδου Ρ ρεντζουκλάω πιτσιλάω ρεκαλίζω ρέντος στργγλίζω ράντισμα ρεμπεσκές ριγανέλι άχρητος, τεμπέλης λεπτό σκοινί ρίχτι το πλάϊ του χαντακιού ρονιές ρόντου πόντου υδρορροές στα κεραμίδια ήλθε να μάθει ρουκουτάω αποτολμώ ρουκουτιά το τόλμημα ρουλιέμαι βγάζω γοερές κραυγές - κλαίω γοερά ρουνγκλώνω πίνω μία κι έξω ρουπώνω χορταίνω, στεγανοποίηση των βαρελιών με νερό ρουτζώνω μουτρώνω, θυμώνω ρουχουνάω ροχαλίζω σαϊκώνομαι σακκαρίες σακρεπείο Σ ντύνομαι ζεστά σακκιά σε στοίβες η παραξενιά, ο αδικαιολόγητος εκνευρισμός
σακατουφτούθενε σαπανουφτούθενε σαπερακείθενε σαπίμι σαπιοκοιλιάς προς το μέρος σου που είναι υψομετρικά χαμηλώτερα ή γεωγραφικά νοτιώτερα προς το μέρος σου που είναι υψομετρικά ψηλώτερα ή γεωγραφικά βορειότερα προς τα εκεί σάπιο ο πολύ παχύς φλώρος σαραντίνι σαρίδι σκουπίδι σαρμουντζάνι ευκοίλια έντονη σάρωμα σκούπα σαρωματίνα σκούπα από αγκαθωτό θάμνο με κοντάρι σαρώνω σκουπίζω σγόντζος εξόγκωμα σγουβαίος (ψάρι) σγραπάδα γωβιός εσοχή ανάμεσα σε βράχια μέσα στη θάλασσα σέπουμαι σαπίζω σερβιτσάλι (ίσως) ουροδοχείο σερνικοβότανο σιγής-μπιγής σικλετίζω σιφλογιάρικο σκανταλάρι σκαντζίλα σκαντζιμπουχαίος σκαρτσίδι σκιάζαρος σκιτζεύω σκίρτας άκρα του τάφου σιωπή- απόλυτη ησυχία στενοχωρώ ασθενικό έλασμα στο δόκανο η οσμή από ζώα μουλοχτός πάγουρος ο διογένης με το όστρακο (είδος κοχυλιού) σκιάχτρο πειράζω, ενοχλώ επίμονα αυτός που μιλάει μόνος του σκουντουβόλου σκουρνάβλες στα ψαχτά μέσα στο σκοτάδι παλιά βαριά παπούτσια που χησιμοποιούμε στις αγροτικές εργασίες σκουτέλα μεγάλο φλυτζάνι σκουτί ρούχο σκροπέος σκορπιός σκρούπιος άστοχος σότο πόστο στη θέση του
σούμπιτος γρήγορα σουράω σουρματαριά σουργούνι σφυρίζω στη σειρά σκάνδαλο - ρεζίλι ανακατωμένα πρόχειρα σουρούκ-μουρούκ σούρσιμο διάρροια σπρούχνη χόβολη στίτσα στουμπαριάζω παθαίνω δυσκοιλιότητα στουπέτσι στουπόχιονο άσπρη μπογιά για ελβιέλες συμπαγές χιόνι στρατώνι ή στρατιώνι η ατραπός στρεπεκλός δεν έχει ευστάθεια στα πόδια στρεκλάω σκοντάφτω σφαλάγγι αράχνη με μακριά πόδια συγενικιάρης αυτός που τρέμει από το κρύο συγενικό πολύ κρύο συγκάρτσελοι όλοι μαζί (συν γυναιξί και τέκνοις) συκοκλέος συκοφάγος συλλαρώνω πλησιάζω με αγάπη συμπάω ρίχνω ξύλα, φυσώ κι ανάβω φωτιά συντράβιστο φουρνόξυλο συφάει (να) συφιλιάζω να αφομοιωθή, να γίνει ένα καλύπτω σωστά, εφαρμόζω συχαρίκια σύχλος αναγγελλία κάποιας χαρμόσυνης είδησης και το αντίτιμο (δώρο) κουβάς από γαλβανισμένη λαμαρίνα σε σχήμα ανεστραμένου κόλουρου κώνου σώζω φτάνω (δεν το σώζω) σωτερεύομαι πέφτω και τσακίζομαι ταβούλι τάγιο ταλίμι ταταριάζει T νταούλι ξύλο, δάρσιμο ταλέντο, δεξιοτεχνία μόλις που ψήνεται (το αβγό)
ταχατέμου τεμπελατσούρα τέντα-ρέντα διάπλατα ανοιγμένα τέσα τζιντζιλόμος τζόνι τηλωμένος τίκλα τουβαλήθι τουραγνάω τουρκανάκατος τραγατσούλα τραχάς λεπτεπίλεπτος σπουργίτης χορτασμένος ο καπνός μέσα σε ένα χώρο πετσέτα κουζίνας τυραννάω καλύβα με φτέρη που χρησιμοποιείται σαν θερινό υπνοδωμάτιο κλαδευτήρι (είδος) το κλείσιμο συμφωνίας γάμου τρέ (το) τριβέλι τριζόνες (έχει) δεν μπορεί να κάτσει ήσυχος τρικόπι συκώτι τριπίθαμος κοντός τρουμπέτα τρουμπούκι μεγάλο κοχύλι για ηχοσήμανση, μπουρού παραφυάδα για φύτεμα τρουπής τροχώνω τρυποκάρυδος βάζω στον τροχό τσαγγλίζομαι χτενίζομαι τσάκα παγίδα για πουλιά τσαμασίρια εργαλεία της δουλειάς τσαμπαγιάκα στα πράσα τσαμπαγιακώνω πιάνω στα πράσα τσατάλα (αργκω) γίνεται η δουλειά μου χωρίς να πληρώσω τσετσέκι κατηφές τσιβί σύρτης τσίγδαλο άγουρο αμύγδαλο τσιγκλητήρι πειραχτήρι τσινάω αντιδρώ τσίντζιρας τζιντζίκι
τσιργιάνα τσιτσικάκι τσιτσίρα τσιφούρα τσουκλώνω τσουλαρίδι τσουτσουράω Υ Φ μικρά τζιντζίκια ειδικό σφυράκι για το σπάσιμο των αμύγδαλων στέρηση, ταλαιπωρία ψύχρα ή υγρασία περιορίζω κορδέλα βιτσίζω (χτυπώ με βέργα) φαγομπουτσίζω φαγουσάρικος τρωγωπίνω αυτός που τρώει πολύ φάκνα η τροφή φαρμουντός παχύς φαφατιάζω μαλακώνω πολύ στο νερό φίλιππος (ψάρι) φινωμένος κατσούλα (xyricthys novacula) μπασμένος, χωρίς ανάπτυξη φλεμπόνα άγουρο καρπούζι φούγα φουντουλώνω δράση (στη φούγα) φουντώνω φούρκα φουρφούκι ξύλινο υποστήλωμα κλαδιών δένδρων πλήθος, γεμάτο φούφουδα τα καθαρά σεντόνια φρατσάρω αυνανίζομαι φρατσαφρούτσας φρουγκάλα ο αυνάν φουσκάλα φρύξα φρυγμένο ψωμί φταπόδι χταπόδι φτενός λεπτός (σε αντικείμενα) φτουπάνου φυγιό ως εις (1) σαπανουφτούθενε ανεμοστρόβιλος φυρός λειψός Χ
χαβώνω χαϊλωμένος χαϊλώνω χαμολόϊ χάμου χανταβούλι χασκαμπουρίζω χαραμαντάλα χαράρια χασοσπίτης χάχαλα (τα) χαχόλικα χαχόλος χεζίλος ή χεζής φοβιτσιάρης χλεμπονιάρης χορίδι χούχλος χουγιάζω βρίζω άσχημα χουρουμπουλάω χοροπηδώ χουχουλιέμαι κλαίγομαι ψάνα Ψ Ω ανοίγω το στόμα από έκπληξη ή θαυμασμό αυτός που διασπάται η προσοχή του χαζεύω ο ελαιόκαρπος που έχει πέσει κάτω κάτω η άμεση εξαφάνιση λέω χαζά αστεία άχαρη θήκες για μπάλες από άχυρα ανεπρόκοπος λεπτά ξύλα για άναμμα φωτιάς φαρδιά ρούχα αυτός που φορά φαρδιά ρούχα κιτρινιάρης, αρρωστιάρης ασβέστης δυνατός βρασμός, κόχλασμα στάχυ ΚΑΝΟΝΕΣ 1. Επίθετα εις οπουλος το ου δεν προφέρεται. Π.χ Φωτόπλος, Πουλόπλος, Πολιτόπλος 2. β' πληθυντικού σε ειτε, ετε το ειτε, ετε μετατρέπεται σε ουτε. Π.χ θέλετε-θέλουτε, θα ρθείτε-θα ρθούτε 3. β' πληθυντικού σε ξτε, ψτε όπου του τε προηγείται διπλό, μετατρέπεται σε απλό. Π.χ ψάξτε-ψάχτε, γράψτε-γράφτε
άει στο ήρι αμέτι μουχαμέτι αντι ρόκα άρατα κούρατα, κουκιά μαγειρεμένα αρλάμ-ταρλάμ άρτου πλάτου αταμάς ο Παναγιώτης αχε με τρόχωνε η μανούλα μου βαρ-βουρ βουή σου μαύρη για το γιαμπανά γκρρτ γκρρτ κανέλα δόλια μοίρα μπλιόνε ερμιές και σκοτεινιές έχει πιάσει χρίτσα έχει πάρει βάγια Ίρι το πύρι και στης ντουντού σου και στ'αποδέλοιπα κάνω τα έρμα σκότεινα κλαίω τα μοιρινά μου μα την γκαϊλα μου μούντζω και φασκέλω μούψησες τα μπιτζέρια μπα που να σού'ρθη γιότσα μπα που να φάς τα λυσακά σου μπα που να'χε πήξεις μπονόρα-μπονόρα μπρε-μπρε παιδιά μου τε να τόχουμε τεπόζιτο ντάλε κουάλε Φράσεις άντε πήγαινε από εδώ άνω κάτω έπεσε φαρδύς πλατής γρήγορα-γρήγορα θα περάσεις μεγάλη ταλαιπωρία χωρίς λόγο πείραξαν τον τσάμπα μάγκα πολή βρωμιά έχει σαλέψει το μυαλό του γαία πυρί μειχθήτω μούψησες τα συκώτια πρωί πρωί παρακατασθήκη ίδιο κι'απαράλαχτο
ξώλης και προώλης ρεζίλι του σκυλιώνε ρόντου-πόντου σκατά πο μαύρο βόϊδι σότο πόστο σουρούκ-μουρούκ σχοινί γαϊτάνι τουγκοτόνε φαϊ τουν εργατόνε χα-χούστ τα γαϊδούρια ρεζίλι των σκυλιών στη θέση του ανάκατα για τις κότες φαϊ των εργατών Κάλαντα Πρωτοχρονιάς το νέο έτος έφτασε ας χαροποιηθούμε τον αγιό βασίλειο ήρθαμε να σας πούμε σαυτό το σπίτι πούρθαμε πρέπει να κυπαρίσι πρέπει σγουρός βασιλικός και κρυσταλένια βρύση πρέπει και του αφέντη μας κάρεκλα ασημένια για νακουμπάει τη μέση του τη μαργαριταρένια για σφάχτε μας τον κόκορα για σφάχτε μας την κότα για δο μας και το λιάνο μας να πάμε σάλλη πόρτα. Χρόνια πολλά Μετά πηγαίναμε στο υπόγειο του Πολιτόπουλου
για τους καλύτερους λουκουμάδες του κόσμου!!! Αγοράζαμε και στραγάλια από του Τσαμάκου (με το ποτηράκι κρασιού που είχε εφημερίδα στο πάτο) Διαχειριστής