Τα σπίτια του Ζαγορίου Του ΒΑΣΙΛΗ ΧΡΗΣΤΟΥ Ιωάννινα 2007 Ιστορία Τα Ζαγοροχώρια εδώ και χίλια περίπου χρόνια, αποτελούν μια ξεχωριστή οικιστική, ιστορική και πολιτιστική περιφέρεια 46 χωριών, βόρεια από το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων, στο βορειοδυτικό άκρο της Πίνδου. Τα φυσικά όριά τους καθορίζονται νότια από το βουνό Μιτσικέλι, βόρεια από τον ποταμό Αώο, ανατολικά από τα βουνά του Λύγκου και δυτικά από τον ορεινό όγκο της Τύμφης. Η έκτασή τους είναι 1002 τετρ. χλμ. και χωρίζονται γεωγραφικά σε τρεις ενότητες: Το Ανατολικό Ζαγόρι, με δεκαέξι χωριά, που βρίσκεται στην περιοχή της λεκάνης του ποταμού Βάρδα και του ποταμού Αώου. Το Κεντρικό Ζαγόρι, με είκοσι χωριά, που περιλαμβάνει μέρος της οροσειράς της Τύμφης έως τον ποταμό Αώο βόρεια και το Μιτσικέλι νότια. Το Δυτικό Ζαγόρι, με δέκα χωριά, που περιλαμβάνει το νότιο και δυτικό τμήμα της οροσειράς του ορεινού όγκου της Τύμφης με τη χαράδρα του Βίκου. Η γεωγραφική θέση του Ζαγορίου σε συνδυασμό με το υψόμετρο, τη μορφολογία του εδάφους και τις φυσικές ομορφιές, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά, που διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη της ζωής των κατοίκων. Η ιστορική διαδρομή του φυσικού χώρου του Ζαγορίου έχει της ρίζες της στην Ανώτερη Παλαιολιθική εποχή (15.000 8.000 π.χ.), όπου βρέθηκαν ίχνη στις βραχοσκεπές του ποταμού Βοϊδομάτη, στην περιοχή «Κλειδί». Εκεί βρέθηκαν χιλιάδες λεπίδες πυριτόλιθου, αρκετά όστρακα, εργαλεία κ.λ.π.. Στο τέλος της εποχής του Χαλκού, 3.000 1.100 π.χ., η ανθρώπινη παρουσία τεκμηριώνεται από τους τάφους που αποκαλύφθηκαν στα Κάτω Πεδινά, τα Καλύβια, τον Ελαφότοπο, και το Καλπάκι με πολλά χρηστικά αντικείμενα, πήλινα αγγεία, περιδέραια, όπλα κ.ά.. Στην Αρχαϊκή και Κλασική εποχή 10 ος 4 ος αι. π.χ., αισθητή ήταν η παρουσία του ισχυρότερου ηπειρώτικου φύλου της περιοχής, τον Μολοσσών, με τις επιμέρους φυλές στην περιοχή του Ζαγορίου, τους Τάλαρες, τους Παρωραίους, και τους Τυμφαίους. Ο αρχαίος κτηνοτροφικός οικισμός στη θέση «Γενίτσαρη», μεταξύ Βίτσας και Μονοδεντρίου, κατοικήθηκε από τον 9 ο έως των 4 ο αι. π.χ. και φανερώνει τη νομαδική ζωή, που συνεχίζεται από την αρχαιότητα έως και σήμερα. Από την Ελληνιστική εποχή (4 ος 2 ος αι. π.χ.) και ειδικότερα τη βασιλεία του Πύρρου (296 π.χ. 272 π.χ.), διασώζονται αρκετές οχυρώσεις όπως στο Καστράκι του Αγ. Μήνα, όπου σώζεται ένα από τα στρατόπεδα του Πύρρου, στο Σκαμνέλι, όπου διακρίνονται τα λείψανα πύργου (4 ος αρχές 3 ου 1
αι.), στο Μακρίνο, όπου διασώζεται τμήμα του τείχους (αρχές 3 ου αι. π.χ.), στο Βίκο, στο Καπέσοβο, στη μονή Βουτσάς και αλλού. Καθοριστική για την ίδρυση και τη χωροταξική κατανομή των οικισμών, όπως τη συναντάμε σήμερα, ήταν η ίδρυση της Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Βουτσάς, από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ, τον Πωγωνάτο (672 μ.χ.), πάνω στον περίφημο Βασιλικόδρομο, που οδηγούσε από τη Θεσσαλία και τη Δυτική Μακεδονία μέσα από τα ορεινά περάσματα του Μετσόβου, στο Μοναστήρι και από κει διακλαδίζονταν με ένα τμήμα του να οδηγεί στα Γιάννενα και το άλλο μέσω του κεντρικού Ζαγορίου στο δυτικό, στην κοιλάδα του Καλαμά και το Ιόνιο πέλαγος. Άλλη μαρτυρία είναι η εκκλησία του Αγίου Βλάση, στο Πάπιγκο, το 912 μ.χ., η οποία μας δηλώνει και την ύπαρξη του οικισμού. Την Υστεροβυζαντινή περίοδο (1204 1749), το Ζαγόρι αποτελεί υπολογίσιμη δύναμη στην ευρύτερη περιοχή. Το 1352, με χρυσόβουλο του Δεσπότη Συμεών, χορηγούνται προνόμια σε ορισμένα χωριά του Ζαγορίου. Αναφέρονται τα χωριά του Παπίγκου, των Κάτω και Άνω Σουδενών (Πεδινών). Την ίδια εποχή, το 1412, χτίστηκε και η Ιερά Μονή Αγ. Παρασκευής Μονοδεντρίου, από τον Μιχ. Βεβόδα τον Θεριανό. Στα τέλη του ίδιου αιώνα κάποια χωριά συμμετέχουν ενεργά στους αγώνες των ηγεμόνων των Ιωαννίνων ενάντια σε Αλβανούς επιδρομείς. Το 1430, έτος που οι Τούρκοι κατάκτησαν τα Γιάννενα, κάτοικοι του Ανατολικού Ζαγορίου μαζί με κατοίκους από το Μαλακάσι (Μέτσοβο Συρράκο), επιχειρούν ανεπιτυχώς να αποκρούσουν επίθεση του Σουλτάνου Μουράτ του Β. Μετά τη μάχη αυτή, εκπρόσωποι των 14 χωριών του Κεντρικού Ζαγορίου, παρουσιάζονται στο στρατηγό Σινάν Πασά και δηλώνουν υποταγή, υπογράφοντας συνθήκη υποταγής γνωστή ως «Βοϊνίκο», με αντάλλαγμα σημαντικά προνόμια. Έτσι, μέχρι τον 17 ο αι. ολόκληρη η περιοχή του Ζαγορίου αποτελούσε αυτοδιοικούμενη ομοσπονδία με το όνομα «Κοινόν» ή «Βιλαέτι», του Ζαγορίου. Τα προνόμια αυτά οφείλονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στην επιρροή πλουσίων Ζαγορισίων στη Σουλτανική Αυλή, διατηρήθηκαν μέχρι το 1868, οπότε και καταργήθηκαν. Σύμφωνα με τα προνόμια αυτά παραχωρήθηκε στους κατοίκους του Ζαγορίου αυτονομία και αυτοδιοίκηση με ανώτερο άρχοντα τον Βεκύλη του Ζαγορίου, με πλήρη ελευθερία των θρησκευτικών τους καθηκόντων. Μετά το 1868, που καταργούνται τα προνόμια του Ζαγορίου στην περιοχή, άρχισαν οι ληστρικές επιδρομές, με τραγικά αποτελέσματα στον πληθυσμό της περιοχής, που μειώθηκε κατά πολύ. Την περίοδο εκείνη, τη φύλαξη του Ζαγορίου αναλαμβάνει ειδικό ένοπλο σώμα χριστιανών, αποτελούμενο από 100 άνδρες. Η περίοδος αυτή κράτησε έως το 1913, όπου τα Ζαγοροχώρια απελευθερώθηκαν από τους Τούρκους. Το 1940, η συμβολή των Ζαγορισίων ήταν καθοριστική από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, στα υψώματα Γκραμπάλα, στη μικρή και μεγάλη Ασόνιστα, στον Άγιο Βλάση, και στην περιοχή της Βοβούσας, όπου έγιναν οι πρώτες φονικές μάχες μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών. Ιδιαίτερη ήταν η συμβολή των γυναικών του Ζαγορίου, που μέρα νύχτα μετέφεραν τρόφιμα και πυρομαχικά στο μέτωπο του πολέμου και 2
περιέθαλπαν τραυματίες. Ακολούθησε η αντίσταση κατά των κατακτητών με αποτέλεσμα να καούν πολλά χωριά, κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων. Οι Παλιότεροι Οικισμοί και η Κοινωνία Ο Παν. Αραβαντινός αναφέρει ότι πριν τον 15 ο αι., στην περιοχή του Ζαγορίου υπήρχαν τα παρακάτω χωριά: 1. Μαυράγγελος (δεν υπάρχει). 2. Μικρή Τσοντίλα (Δίκορφο) 3. Μπάγια (Κήποι). 4. Μπούλτσι (Ελάτη). 5. Στερνίτζα (δεν υπάρχει). 6. Μανασσή. 7. Βεΐτζα (Βίτσα). 8. Τσερβάρι (Ελαφότοπος) 9. Κουκούλι. 10.Σοποτσέλι (Δίλοφο) 11. Βισσικόν (Καλουτά). 12. Φραγκάδες. 13. Βάρβεση (Κρανούλα). 14. Δίσπερι (Λυκοτρίχι). 15. Πάπιγκο. 16. Άνω Ραβένια. 17. Κάτω Ραβένια 18. Άνω Σουδενά (Πεδινά). 19. Κάτω Σουδενά (Πεδινά). 20. Δόλιανη. 21. Μαυροβούνι. 22. Μεσσοβούνι. 23. Αρτσίστα (Αρίστη). 24. Άγιος Μηνάς. 25. Βεϊτσικόν (Βίκος). Οι περισσότεροι από τους οικισμούς του Ανατολικού Ζαγορίου, όπως η Λάιστα, το Φλαμπουράρι, το Δρεστενίκο (Τρίστενο) καθώς και οι Νεγάδες, το Τσεπέλοβο κ.ά., ιδρύθηκαν από τα μέσα του 15 ου αι. μ.χ. μέχρι τα μέσα του 16 ου αι. μ.χ.. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο αρχαιότερος πυρήνας του Ζαγορίου βρίσκεται προς τα δυτικά. Ο αριθμός των χωριών του Ζαγορίου δεν ήταν ιστορικά σταθερός. Σύμφωνα με το αυτοκρατορικό διάταγμα του 1678 μ.χ., το Ζαγόρι είχε τότε 60 χωριά, το 1788 αναφέρεται ότι έχει 48 χωριά και στα μέσα του 19ου αιώνα και μέχρι σήμερα, 46 χωριά. Η περιοχή του Ζαγορίου δεν κατακτήθηκε από ξένες φυλές που θα μπορούσαν να αλλάξουν την κοινωνική δομή, αλλά ούτε και εμφανίστηκε σ αυτή κάποια μεταβολή των οικονομικών συσχετισμών μεταξύ παραγωγής και εκμεταλλεύσεως. Ο Φεουδαρχισμός παραδείγματος χάριν, δεν έφτασε ποτέ στο Ζαγόρι, με αποτέλεσμα οι πρωτογενείς μορφές της γεωργίας και κτηνοτροφίας να μείνουν τα βασικά και κύρια συστατικά της οικονομίας του. Στο Ζαγόρι υπήρξε πάντα θρησκευτική ελευθερία. Δεν είναι τυχαίο ότι δεν κτίστηκε πότε τζαμί. Τα περισσότερα ήθη και έθιμα παραμένουν όμοια με τα πανάρχαια. Στη γλώσσα, π.χ., ακόμη και σήμερα, κυριαρχεί το δωρικό «αν», σαν ρηματική κατάληξη, όπως «φάγαμαν ήπιαμαν κάτσαμαν πήγαμαν». Συμπερασματικά, προκύπτει ότι μέχρι τελευταία η κοινωνική δομή του Ζαγορίου, στα δυτικά τουλάχιστον διατηρήθηκε, αν όχι η ίδια με την πανάρχαια, τουλάχιστον. πολύ συγγενική. Με βάση τα παραπάνω φαίνεται καθαρά πως τα σημερινά Ζαγοροχώρια είναι μια ζωντανή ιστορική παρουσία και ένα πανάρχαιο πρότυπο χωροταξικής και πολεοδομικής οργάνωσης, αφού όλες οι παράμετροι που ορίζουν την κοινωνική δομή, γεωγραφία και οικονομία, έμειναν ίδιες μέχρι το 19ο αι. μ.χ., που ολοκληρώθηκαν σαν σύνολο, όμοιο με το σημερινό. 3
Χωροταξική θεώρηση Τα σημερινά όρια του Ζαγορίου, που δε διαφέρουν ουσιαστικά από τα παλιά, καθορίζονται από τους ίδιους άξονες επικοινωνίας, που υπήρχαν από την εποχή του Κ. Θεσπρωτού και Α. Ψαλίδα, το 1830, όπως φαίνεται και στο χάρτη τους. Τα όρια αυτά, που ιστορικά έμειναν μέχρι σήμερα σχεδόν αμετακίνητα, φαίνεται ότι έχουν οριστεί μόνο από γεωφυσικούς λόγους. Λόγοι καταγωγής εικάζεται ότι έπαιξαν ρόλο στη διαίρεση του Ανατολικού Ζαγορίου, το όποιο κατοικείται στην πλειονότητά του από Βλάχους. Διοικητικά το Ζαγόρι έμεινε πάντα μια αυτόνομη περιοχή, παλαιότερα σαν «Κοινό των Ζαγορισίων», που είχε μια πλήρη αυτοδιοίκηση με τη Δημογεροντία, η όποια είχε έδρα τα Γιάννενα, αλλά και σήμερα που διαιρείται σε 3 Δήμους και 2 Κοινότητες. Ο πληθυσμός του Ζαγορίου, κατά την απογραφή του 1831, φαίνεται ότι έχει 2.177 οίκους και 4.473 στεφάνια, δηλαδή οικογένειες, που αν υπολογίσουμε ένα μέσο όρο 4 άτομα ανά στεφάνι προκύπτει ότι ο πληθυσμός του, το 1831, ήταν περίπου 17.000 άτομα σύμφωνα με εκτιμήσεις ενώ στα 1887, το Ζαγόρι είχε πληθυσμό 24.500 άτομα. Κατά την απογραφή του 1971, το Ζαγόρι είχε 6.927 κατοίκους και το 1991, είχε 4.487 κατοίκους. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού του Ζαγορίου έγινε στην περίοδο του 1940 50, οπότε εγκαταλείφθηκαν τα χωριά γιατί κάηκαν. Η οικονομία της περιοχής, κατά παράδοση, στηρίχτηκε στα δάση, την κτηνοτροφία και τη γεωργία και φυσικά στο εμπόριο, στο οποίο και οφείλεται «η εύρωστη οικονομία του Ζαγορίου», όπως αναφέρει σε σχόλιό του ο Ι. Λαμπρίδης, το 1887, αλλά και ο Pouqueville, ο οποίος αναφέρει ότι τον 19 ο αι., βρίσκουμε «πλούσιους εμπόρους έχοντας εμπορικούς και τραπεζικούς οίκους εις Βιέννην, Μόσχαν, Λειψίαν». Όπως είναι φυσικό, αυτός ο οικονομικός πλούτος έδωσε άλλες διαστάσεις στα κοινωνικά και οικονομικά μεγέθη του Ζαγορίου. Πολλά χρήματα ξοδεύονται για να χτιστούν σπίτια, σχολεία, γέφυρες, μονοπάτια, βρύσες και εκκλησίες. Μετά από την ιδία οικονομική ευχέρεια, άλλα και μια μακρύτερη παράδοση, αναπτύχθηκε στο Ζαγόρι μια ζηλευτή παιδεία και τάση για σπουδές στα τότε πανεπιστήμια. Η οικιστική κατανομή των χωριών του Ζαγορίου, που δε διαφέρει ουσιαστικά από την κατανομή του 15 ου αιώνα, φαίνεται πως δεν είναι τυχαίο αποτέλεσμα, αλλά έκφραση φυσικών, κοινωνικών και οικονομικών αρχών περιφερειακού σχεδιασμού. Μια πρώτη απόδειξη είναι ότι τα διαμερίσματα του Ζαγορίου έχουν σαν όρια φυσικά εμπόδια και καταλαμβάνουν χώρους με διακεκριμένα φυσικά χαρακτηριστικά, όπως δάση και γυμνά βουνά. Πολεοδομική Θεώρηση Οι οικισμοί του Ζαγορίου δεν έχουν, ούτε είχαν ποτέ το ίδιο μέγεθος. Οι μικρότεροι έχουν λίγα οικοδομήματα και οι μεγαλύτεροι όχι περισσότερα από 300. Όλοι είναι χτισμένοι σε πλαγιές, ποτέ σε ήρεμους αυχένες, ποτέ σε μικρά στηθώματα και ποτέ σε απόκρημνα βράχια. 4
Ο φυσικός περίγυρος των οικισμών είναι πάντοτε αξιοθαύμαστος για τον αισθητικό του χαρακτήρα και την ποικιλία των στοιχείων. Η πολεοδομική μορφή των οικισμών είναι ίδια, μονοκεντρική ένα κέντρο με την πλατεία, την εκκλησία, το σχολείο και τα μαγαζιά, τους μαχαλάδες γύρω και ένα σύστημα καλντεριμιών, που ξεκινούν από την πλατεία και φτάνουν στους τόπους δουλειάς, στα χωράφια, στα βοσκοτόπια, στα δάση, ακόμη και στους γειτονικούς οικισμούς. Αυτή η δομή των οικισμών δεν είναι τυχαία, είναι αποτέλεσμα του άγραφου σχεδιασμού για μια δυναμική οικιστική ανάπτυξη, που τις αρχές του γνώριζαν καλά οι πρώτοι κάτοικοι των χωριών. Απόδειξη γι αυτό είναι η διαπίστωση ότι οι οικισμοί που χτίστηκαν πριν από 1000 χρόνια αλλά και οι νεότεροι έχουν την ίδια δομή, όπως και ο προϊστορικός οικισμός στη Βίτσα. Σύμφωνα με την αρχιτεκτονική τους τα σπίτια του Ζαγορίου τοποθετούνται σε τέσσερις περιόδους: 1600 1700. Μικρά ορθογώνια κτίρια με υπερυψωμένο ισόγειο, χαμηλούς εσωτερικούς χώρους, πόρτες και μικρά θολωτά παράθυρα. Η εστία βρίσκεται στη μέση του κτιρίου και η σκάλα είναι εξωτερική. 1700 1750. Τα κτίρια είναι πιο ψηλά από τα προηγούμενα, με μεγαλύτερα παράθυρα και εσωτερικό μπαλκόνι. Ο όροφος έχει τέσσερα δωμάτια, μαγειρείο, καθιστικό (μαντζάτο) και δωμάτιο για επισκέψεις (οντάς). 1750 1850. Τα κτίρια πλέον είναι ψηλότερα από τα προηγούμενα και περισσότερο άνετα, με ξύλινα δωμάτια, όπου υπάρχει η ντουλάπα, τα μπάσια, ενώ αρχίζουν να διακοσμούν τα ταβάνια και τους οντάδες με υπέροχες τοιχογραφίες. 1850 1880. Μεγάλα διώροφα ή και τριώροφα σπίτια άρχισαν να κτίζονται με μεγάλα δωμάτια υποδοχής, άνετα καθιστικά και βοηθητικούς χώρους, κελάρια και αποθήκες τροφίμων (μπίμτσες), με υπέροχο διάκοσμο τόσο στα ταβάνια όσο και στους τοίχους. Οι μαστόροι που κατασκεύαζαν τα σπίτια κατάγονταν ως επί το πλείστον από τα χωριά της Κόνιτσας αλλά και από τα χωριά των Τζουμέρκων και ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες (μπουλούκια). Οι ζωγράφοι που διακοσμούσαν τους τοίχους κατάγονταν κυρίως από το χωριό Χιονιάδες της Κόνιτσας. Στα περισσότερα χωριά του Ζαγορίου σώζεται σήμερα ένας μεγάλος αριθμός σπιτιών, που έχουν λαϊκές τοιχογραφίες στο εσωτερικό τους. Στα Ζαγοροχώρια, με το έντονο ανάγλυφο του εδάφους και τις πολλές βροχοπτώσεις, τις συχνές χιονοπτώσεις και τα πολλά ποτάμια χρειάστηκε να 5
δημιουργηθεί μια υποδομή από δρόμους και γεφύρια για τη διευκόλυνση των κατοίκων. Λιθόστρωτοι δρόμοι, χάνια, μονοπάτια, και πάνω από 100 γεφύρια με τα καραβάνια και τους κυρατζήδες, σηματοδοτούν τη ζωή του Ζαγορίου. Σε πολλούς από τους οικισμούς του Ζαγορίου, δε διατηρείται σε ικανοποιητικό βαθμό, το αισθητικό και πολεοδομικό περιεχόμενό τους. Τα χωριά του Ανατολικού Ζαγορίου έχουν καεί στην Κατοχή και τον Εμφύλιο Πόλεμο, με αποτέλεσμα να αποδιοργανωθούν σε μεγάλο βαθμό και οι επισκευές τον στεγών με τσίγκο και κόκκινα κεραμίδια άλλαξαν την παραδοσιακή όψη τους. Αντίθετα, τα χωριά του Δυτικού Ζαγορίου που δεν είχαν την ίδια μοίρα, διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση. Ειδικότερα, πολλά χωριά, όπως το Πάπιγκο, ο Ελαφότοπος τα Άνω και Κάτω Πεδινά, η Βίτσα, το Μονοδέντρι, το Δίκορφο, το Δίλοφο κ.ά., ελάχιστα έχουν αλλοιωθεί. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι τα κτίρια του Ζαγορίου, ενταγμένα στο ευρύτερο περιβάλλον, αποτελούν ένα πολύμορφο επιβλητικό και πραγματικά όμορφο δημιούργημα του ανθρώπου. Βιβλιογραφία 1996. Ιωάννου Λαμπρίδη, Ηπειρώτικα Μελετήματα, Ιωάννινα 1971. Στέφ. Μπέτη, Ονοματολογία των χωριών της Ηπείρου, Γιάννενα Σπύρ. Εργολάβου, Το Ζαγόρι στις αρχές του αιώνα, Ιωάννινα 1993. Β. Χαρίση, Ζαγοροχώρια, Αθήνα 1979. 6