ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Ιουλίου 1992 *

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Μαρτίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 *

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

«Δικαιώματα του δημιουργού - Δορυφορική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση και καλωδιακή αναμετάδοση»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 *

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Ιουνίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Μαρτίου 2000 *

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/95. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα) της 13ης Μαρτίου 2014 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Φεβρουαρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Μαΐου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 1992 *

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Νοεμβρίου 1989 *

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Φεβρουαρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 1998*

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2006 *

της 3ης Απριλίου 1968*

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Νοεμβρίου 1997*

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 *

Transcript:

ΑΠΟΦΑΣΗ της 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-123/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesgerichtshof (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ Minalmet GmbH Brandeis Ltd, και η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως έχει τροποποιηθεί από τη Σύμβαση Προσχωρήσεως του 1978 (ABl. L 304, σ. 1, στο εξής: Σύμβαση των Βρυξελλών), ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, Μ. Diez de Velasco και Ρ. J. G. Kapteyn, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: Η. Α. Rühl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν: η Minalmet GmbH, εκπροσωπούμενη από τον Ekkehart Schott, δικηγόρο Καρλσρούης * Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική. Ι - 5674

MINALMET η Brandeis Ltd, εκπροσωπούμενη από την Anna-Dorothea Poker, δικηγόρο Düsseldorf η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον C Böhmer, Ministerialrat στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Δικαιοσύνης η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την S. Lucinda Hudson, του Treasury Solicitor's Department η Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον P. van Nuffel, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, επικουρούμενο από τον Α. Boehlke, δικηγόρο Φρανκφούρτης, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Brandeis Ltd και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 1992, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Ιουλίου 1992, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με διάταξη της 4ης Απριλίου 1991, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Απριλίου 1991, το Bundesgerichtshof υπέβαλε, κατ' εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, προδικαστικό ερώτημα σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως αυτής, όπως έχει τροποποιηθεί από τη Σύμβαση Προσχωρήσεως του 1978 (ABI. L 304, σ. 1, στο εξής: Σύμβαση των Βρυξελλών). 2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Minalmet GmbH, με έδρα το Düsseldorf Γερμανίας (στο εξής: Minalmet), και της Brandeis Ltd, με έδρα το Λονδίνο (στο εξής: Brandeis). Ι - 5675

ΑΠΟΦΑΣΗ της 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 3 Όπως προκύπτει από τη δικογραφία η Brandeis ζητεί την εκτέλεση στη Γερμανία μιας ερήμην αποφάσεως που εκδόθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις 15 Δεκεμβρίου 1989, από το High Court of Justice, Queen's Bench Division, με την οποία υποχρεώθηκε η Minalmet να της καταβάλει ένα χρηματικό ποσό. 4 Το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο, βάσει του οποίου εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση, διαβιβάστηκε από τις αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στην αρμόδια εισαγγελική αρχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, για να επιδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 5, στοιχείο α', της Συμβάσεως της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965, περί επιδόσεως δικαστικών και εξώδικων εγγράφων στο εξωτερικό σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού δικαίου. 5 Κατόπιν τούτου, το Amtsgericht Düsseldorf, αρμόδια αρχή της Γερμανίας, προέβη σε ταχυδρομική επίδοση. Επειδή η ταχυδρομική υπάλληλος δεν βρήκε κανένα στον χώρο εγκαταστάσεων της Minalmet, κατέθεσε τα προς επίδοση έγγραφα στο αρμόδιο ταχυδρομικό γραφείο και βεβαίωσε εγγράφως ότι άφησε, στη διεύθυνση του αποδέκτη, ειδοποίηση σχετικά με την κατάθεση αυτή σύμφωνα με τον τρόπο διανομής που ισχύει για το σύνηθες ταχυδρομείο (μη αυτοπροσώπως διενεργούμενη επίδοση κατά το άρθρο 182 του γερμανικού Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Βάσει του εγγράφου αυτού, το Amtsgericht Düsseldorf εξέδωσε πιστοποιητικό περί νομότυπης επιδόσεως με μνεία της καταθέσεως. 6 Με διάταξη της 21ης Φεβρουαρίου 1990, το Landgericht Düsseldorf διέταξε, κατόπιν αιτήσεως της Brandeis, να περιαφθεί η απόφαση τον εκτελεστήριο τύπο. 7 Κατά της διατάξεως αυτής, η Minalmet προσέφυγε ενώπιον του Oberlandesgericht Düsseldorf, δηλώνοντας ότι το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν της είχε επιδοθεί νομοτύπως σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο και ισχυριζόμενη, με υπεύθυνη δήλωση, ότι δεν είχε λάβει γνώση ούτε της ειδοποιήσεως της ταχυδρομικής υπαλλήλου σχετικά με την κατάθεση ούτε του εν λόγω δικογράφου. Το Oberlandesgericht απέρριψε την ανακοπή αυτή στις 14 Μαΐου 1990. Ι - 5676

MINALMET 8 Κατόπιν τούτου, η Mihalmet άσκησε κατά της αποφάσεως αυτής Rechtsbeschwerde (αναίρεση) ενώπιον του Bundesgerichtshof. Το δικαστήριο αυτό, κατά την εξέταση της υποθέσεως, διαπίστωσε το ανίσχυρο της επιδόσεως του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου, όπου εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο 5, στοιχείο α', της Συμβάσεως της Χάγης, το γερμανικό αστικό δίκαιο ως δίκαιο του κράτους επιδόσεως. Το Bundesgerichtshof διευκρίνισε ότι μια μη αυτοπροσώπως διενεργηθείσα επίδοση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί νομοτύπως έναντι της οφειλέτιδας παρά μόνο στην ιδιωτική κατοικία του διαχειριστή της και όχι στον χώρο εγκαταστάσεων της οφειλέτιδας. 9 Υπ' αυτές ακριβώς τις συνθήκες, το Bundesgerichtshof αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα: «Συντρέχει περίπτωση μη αναγνωρίσεως αποφάσεως κατά το άρθρο 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών αν δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο επιδόθηκε στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο ή αν, εν πάση περιπτώσει, το δικόγραφο αυτό δεν του επιδόθηκε νομοτύπως, έστω και αν, παρ' όλ' αυτά, ο εν λόγω εναγόμενος έλαβε γνώση της εκδοθείσας αποφάσεως χωρίς να ασκήσει κατ' αυτής τα ένδικα μέσα που του παρέχουν οι δικονομικοί κανόνες του κράτους στο οποίο εκδόθηκε η απόφαση;» 10 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου. 11 Με το προδικαστικό του ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ζητεί κατ' ουσία να μάθει αν το άρθρο 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει να αναγνωριστεί εντός συμβαλλομένου κράτους απόφαση που έχει εκδοθεί ερήμην εντός άλλου συμβαλλομένου κράτους όταν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν επιδόθηκε νομοτύπως στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο, έστω και αν αυτός έλαβε στη συνέχεια γνώση της εν λόγω αποφάσεως χωρίς όμως να ασκήσει κατ' αυτής τα ένδικα μέσα που προβλέπουν οι δικονομικοί κανόνες του κράτους εντός του οποίου εκδόθηκε η απόφαση. Ι - 5677

ΑΠΟΦΑΣΗ χης 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 12 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να υπομνηστεί καταρχάς ότι στο άρθρο 27 της Συμβάσεως των Βρυξελλών απαριθμούνται οι προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτάται σ' ένα συμβαλλόμενο κράτος η αναγνώριση των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος. Σύμφωνα με την περίπτωση 2 του εν λόγω άρθρου, μια απόφαση δεν αναγνωρίζεται «αν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν έχει επιδοθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο κανονικά και έγκαιρα ώστε να μπορεί να αμυνθεί». 13 Στη συνέχεια πρέπει να επισημανθεί ότι, με την απόφασή του της 3ης Ιουλίου 1990, C-305/88, Lancray (Συλλογή 1990, σ. 1-2725, σκέψη 18), το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι το νομότυπο της επιδόσεως και η υποχρέωση έγκαιρης επιδόσεως του εγγράφου αποτελούν χωριστές και σωρευτικές εγγυήσεις για τον ερημοδικήσαντα εναγόμενο. Συνεπώς, η μη τήρηση μιας από τις δύο αυτές εγγυήσεις αρκεί για την άρνηση της αναγνωρίσεως αλλοδαπής αποφάσεως. 1 4 Από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι μια ερήμην εκδοθείσα εντός συμβαλλομένου κράτους απόφαση δεν πρέπει να αναγνωριστεί εντός άλλου συμβαλλομένου κράτους όταν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν επιδόθηκε νομοτύπως στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο. 15 Η ερμηνεία αυτή δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι ο εναγόμενος έλαβε γνώση της ερήμην εκδοθείσας αποφάσεως χωρίς να ασκήσει κατ' αυτής τα ένδικα μέσα που προβλέπουν οι δικονομικοί κανόνες του κράτους εντός του οποίου εκδόθηκε η απόφαση. 16 Πράγματι, μια τέτοια συλλογιστική δύσκολα συμβιβάζεται με το γράμμα και τον σκοπό του άρθρου 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών. 17 Όπως προκύπτει από το γράμμα της προαναφερθείσας διατάξεως, αυτό που απαιτείται για την αναγνώριση μιας αποφάσεως σε συμβαλλόμενο κράτος είναι η κανονική και έγκαιρη επίδοση στον εναγόμενο του σχετικού δικογράφου. Ι - 5678

MINALMET 18 Πρέπει επίσης να υπομνηστεί ότι, όπως το Δικαστήριο έχει κρίνει με την απόφαση του της 16ης Ιουνίου 1981, 166/80, Klomps (Συλλογή 1981, σ. 1593, σκέψη 9), το άρθρο 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών αποσκοπεί στην προστασία των δικαιωμάτων άμυνας και στη διασφάλιση του ότι μια απόψαση ούτε αναγνωρίζεται ούτε εκτελείται, σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή, αν δεν έχει παρασχεθεί στον εναγόμενο η δυνατότητα υπερασπίσεως ενώπιον του δικαστή του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως. 19 Σχετικώς πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, όπως προκύπτει από την επίμαχη διάταξη, το ασκούν επιρροή για την άμυνα του εναγομένου χρονικό σημείο είναι αυτό της καταθέσεως του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου. Η δυνατότητα μεταγενέστερης ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά της ερήμην αποφάσεως, η οποία έχει ήδη καταστεί εκτελεστή, δεν μπορεί να ισοδυναμεί με την πριν από την έκδοση της αποφάσεως προβολή αμυντικών ισχυρισμών. 20 Πράγματι, όπως ορθώς επισημαίνει το αιτούν δικαστήριο, ύστερα από την έκδοση μιας εκτελεστής αποφάσεως, ο εναγόμενος δεν μπορεί, ενδεχομένως, να επιτύχει την αναστολή της εκτελέσεως της αποφάσεως αυτής παρά μόνον υπό δυσμενεστέρους όρους και, επιπλέον, ενδέχεται να αντιμετωπίσει δικονομικής φύσεως δυσχέρειες. Επομένως, οι δυνατότητες άμυνας του ερημοδικήσαντος εναγομένου μειώνονται αισθητώς. Μια τέτοια συνέπεια έρχεται σε αντίθεση με τον σκοπό της εν λόγω διατάξεως. 21 Από το σύνολο των προηγουμένων σκέψεων προκύπτει ότι δεν πρέπει να αναγνωριστεί, εντός συμβαλλομένου κράτους, απόφαση που έχει εκδοθεί ερήμην εντός άλλου συμβαλλομένου κράτους, όταν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν έχει επιδοθεί νομοτύπως στον εναγόμενο, και τούτο ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ο τελευταίος έλαβε γνώση της εκδοθείσας αποφάσεως και δεν άσκησε κατ' αυτής τα διατιθέμενα ένδικα μέσα. 22 Επομένως, στο υποβληθέν από το εθνικό δικαστήριο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει να αναγνωριστεί, εντός συμβαλλομένου κράτους, απόφαση που έχει εκδοθεί ερήμην εντός άλλου συμβαλλομένου κράτους, όταν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν έχει επιδοθεί νομοτύπως στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο, έστω και αν ο εναγόμενος αυτός έλαβε στη συνέχεια γνώση της εκδοθείσας αποφάσεως και δεν άσκησε κατ' Ι - 5679

ΑΠΟΦΑΣΗ της 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 αυτής τα ένδικα μέσα που προβλέπουν OL δικονομικοί κανόνες του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως. Επί των δικαστικών εξόδων 23 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κυρίας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα), κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε, με διάταξη της 4ης Απριλίου 1991, το Bundesgerichtshof, αποφαίνεται: Το άρθρο 27, περίπτωση 2, της Συμβάσεως των Βρυξελλών πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει να αναγνωριστεί, εντός συμβαλλομένου κράτους, απόφαση που έχει εκδοθεί ερήμην εντός άλλου συμβαλλομένου κράτους, όταν το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο δεν έχει επιδοθεί νομοτύπως στην ερημοδικήσαντα εναγόμενο, έστω και αν ο εναγόμενος αυτός έλαβε στη συνέχεια γνώση της εκδοθείσας αποφάσεως και δεν άσκησε κατ' αυτής τα ένδικα μέσα που προβλέπουν οι δικονομικοί κανόνες του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως. Κακούρης Diez de Velasco Kapteyn Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 12 Νοεμβρίου 1992. Ο Γραμματέας J.-G. Giraud Ο Πρόεδρος του τετάρτου τμήματος Κ. Ν. Κακούρης Ι - 5680