ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Σεπτεμβρίου 1996 * Στην υπόθεση C-241/94, Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμένη από τις Edwige Belliard, βοηθό διευθυντή στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και Catherine de Salins, υποδιευθύντρια στην ίδια διεύθυνση, και τον Jean-Marc Belorgey, chargé de mission στην ίδια διεύθυνση, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την Πρεσβεία της Γαλλίας, 9, boulevard du Prince Henri, προσφεύγουσα, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένης από τους Jean- Paul Keppenne και Ben Smulders, μέλη της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Carlos Gómez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg, καθής, που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως SG(94) D/8907 της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 1994, σχετικά με ενίσχυση στην εταιρία Kimberly Clark Sopalin, * Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική. Ι - 4570
ΓΑΛΛΙΑ κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους G. C Rodríguez Iglesias, Πρόεδρο, Κ. Ν. Κακούρη, D. Α. Ο. Edward, J.-P. Puissochet και G. Hirsch (εισηγητή), προέδρους τμήματος, G. F. Mancini, Ρ. J. G. Kapteyn, C. Gulmann, J. L. Murray, L. Sevón και M. Wathelet, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: Η. von Holstein, βοηθός γραμματέας, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 26ης Μαρτίου 1996, κατά τη διάρκεια της οποίας η Γαλλική Δημοκρατία εκπροσωπήθηκε από την Catherine de Salins και τον Jean-Marc Belorgey, η δε Επιτροπή από τους Ben Smulders και Xavier Lewis, μέλης της Νομικής Υπηρεσίας, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Μαΐου 1996, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 2 Σεπτεμβρίου 1994, η Γαλλική Δημοκρατία ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 173, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, την ακύρωση της της αποφάσεως SG(94) D/8907 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 1994 (στο εξής: επίδικη απόφαση). 2 Με την επίδικη απόφαση η Επιτροπή χαρακτήρησε ως κρατικές ενισχύσεις, κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ, τη χρηματοδοτική συμμετοχή του Fonds national de l'emploi (γαλλικού εθνικού ταμείου απασχολήσεως, στο εξής: FNE) στην πραγματοποίηση ενός «plan social» (σχεδίου προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών τους) εκ μέρους της εταιρίας Kimberly Clark Sopalin (στο εξής: Kimberly Clark). Ι-4571
ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 3 Η Kimberly Clark, η κύρια δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στην παραγωγή και επεξεργασία χαρτοβάμβακα, έχει ένα εργοστάσιο στην πόλη Sotteville-les-Rouen, στο οποίο απασχολούνταν 465 μισθωτοί στις αρχές του- 1993. Στο πλαίσιο αναδιαρθρώσεως των δραστηριοτήτων της, η Kimberly Clark στράφηκε στην αποκλειστική παραγωγή χαρτομάνδηλων, προβαίνοντας, παράλληλα με αυτή την αλλαγή, στον εκσυγχρονισμό των βιομηχανικών εγκαταστάσεων της, σε εφαρμογή νέας οργανώσεως παραγωγής και νέων μεθόδων εργασίας, καθώς και στη μείωση του προσωπικού της κατά 207 άτομα. 4 Σύμφωνα με την γαλλική νομοθεσία περί απολύσεων για οικονομικούς λόγους, η Kimberly Clark κατάρτισε ένα σχέδιο προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών τους, το οποίο περιελάμβανε ορισμένα μέτρα, μερικά από τα οποία συγχρηματοδοτήθηκαν από το Δημόσιο στο πλαίσιο του FNE. Το κόστος του σχεδίου υπολογίστηκε σε 109,08 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα (FF), από τα οποία 27,25 εκατομμύρια FF, ήτοι 25 % περίπου, καλύφθηκαν από το Δημόσιο. 5 Βάσει πληροφοριών που της παρέσχαν οι γαλλικές αρχές, με σημειώματα της 28ης Ιανουαρίου και της 10ης Μαρτίου 1994, η Επιτροπή εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Στην απόφαση αυτή η Επιτροπή εξέθεσε καταρχάς ότι, με σύμβαση συναφθείσα μεταξύ του Δημοσίου (FNE) και της Kimberly Clark, το FNE ανέλαβε την υποχρέωση να καλύψει μέρος του συνολικού κόστους του ως άνω σχεδίου, καταβάλλοντος 27,25 εκατομμύρια FF. Η Επιτροπή θεώρησε ότι οι παρεμβάσεις του FNE αποτελούν κρατικές ενισχύσεις, καθόσον οι συμβάσεις αποτελούν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων με τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα απασχολήσεως και η συμμετοχή του FNE, η οποία χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, προσδιορίζεται σε κάθε περίπτωση χωριστά σε συνάρτηση προς την οικονομική κατάσταση της επιχειρήσεως και τις δικές της προσπάθειες. Παρατήρησε επίσης ότι η ενίσχυση αυτή είναι ικανή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το μεταξύ κρατών μελών εμπόριο, οπότε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. 6 Εντούτοις, η Επιτροπή, κήρυξε την ενίσχυση σύμφωνη προς την κοινή αγορά, καθόσον προοριζόταν για διευκόλυνση της αναπτύξεως ορισμένων δραστηριοτήτων ή ορισμένων οικονομικών περιφερειών, χωρίς να αλλοιώνει, σύμφωνα με το άρθρο 92, παράγραφος 3, στοιχείο γ', της Συνθήκης, τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο προς το κοινό συμφέρον. Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, η Επιτροπή στηρίχθηκε στη μείωση του παραγωγικού δυναμικού που προέκυψε από την αναδιάρθρωση της επιχειρήσεως, στο γεγονός ότι οι απολυόμενοι εργαζόμενοι ήσαν οι κύριοι επωφελούμενοι από την ενίσχυση και στο περιορισμένο ποσό της χορηγηθείσας ενισχύσεως. Ι - 4572
ΓΑΛΛΙΑ κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 7 Προς στήριξη της προσφυγής της η Γαλλική Κυβέρνηση προβάλλει έναν μόνο λόγο, ο οποίος στηρίζεται σε νομικό σφάλμα της Επιτροπής. Θεωρεί ότι ο μηχανισμός τον οποίο έθεσε σε εφαρμογή το FNE δεν εμπίπτει στην κατηγορία των ενισχύσεων στις επιχειρήσεις τις οποίες αφορά το άρθρο 92 της Συνθήκης, αλλά αποτελεί γενικό μέτρο υπέρ των εργαζομένων, που έχει ως σκοπό την καταπολέμηση της ανεργίας. Επ' αυτού, διατείνεται ότι, γενικά, από τις παρεμβάσεις του FNE δεν ωφελούνται «ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένοι κλάδοι παραγωγής» κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. Επιπλέον, η Kimberly Clark δεν προσπορίστηκε κανένα όφελος, καθόσον οι μηχανισμοί του FNE δεν μειώνουν τις επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι η εφαρμογή τους δεν τις υποβοηθεί στην εκπλήρωση των εκ του νόμου υποχρεώσεων τους, και καθόσον οι παρεμβάσεις αυτές ωφελούν τους εργαζόμενους και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσεως των επιχειρήσεων. 8 Η γαλλική νομοθεσία ορίζει ότι, σε περίπτωση απολύσεως για οικονομικούς λόγους (άρθρο L 321-1 του code* du travail), ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει στους απολυόμενους εργαζομένους αποζημίωση λόγω απολύσεως που προβλέπεται από τον νόμο ή από σύμβαση, όπου η εκ του νόμου αποζημίωση αποτελεί το ελάχιστο καταβλητέο ποσό (άρθρο L 122-9 του code du travail). Επιπλέον, ο εργοδότης οφείλει υποχρεωτικά να δίδει στους οικείους εργαζομένους «προτεραιότητα όσον αφορά την επαναπρόσληψη» επί ένα έτος (άρθρο L 321-14) και να τους παρέχει τη δυνατότητα προσχωρήσεως σε σύμβαση παρέχουσα τη δυνατότητα επανεκπαιδεύσεως με σκοπό την εύρεση εργασίας σε κάποιον άλλο κλάδο παραγωγής (άρθρο L 321-5), εφόσον έχουν διετή αρχαιότητα, ή και μικρότερη σε περίπτωση ευνοϊκότερων συμβατικών διατάξεων, και αν έχουν ηλικία μικρότερη των 57 ετών. 9 Πέραν αυτού του ελαχίστου ορίου υποχρεώσεων, η γαλλική νομοθεσία προβλέπει την κατάρτιση σχεδίου προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών τους, το οποίο πρέπει υποχρεωτικά να προβλέπεται και να τίθεται σε εφαρμογή στις επιχειρήσεις που απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζομένους, όταν σχεδιάζεται να απολυθούν τουλάχιστον 10 άτομα εντός διαστήματος 30 ημερών, πράγμα το οποίο ακριβώς συνέβαινε στην περίπτωση της Kimberly Clark. Το σχέδιο αυτό αποσκοπεί στην αποφυγή απολύσεων ή στον περιορισμό του αριθμού τους και στη διευκόλυνση της ευρέσεως εργασίας όσον αφορά το προσωπικό του οποίου η απόλυση δεν μπορεί να αποφευχθεί, ιδίως των ηλικιωμένων εργαζομένων ή εκείνων που έχουν προσόντα ή κοινωνικής φύσεως χαρακτηριστικά που καθιστούν ιδιαίτερα δυσχερή την επαγγελματική τους αποκατάσταση. 10 Κάθε τέτοιο σχέδιο έχει ως ελάχιστο στόχο την παροχή της δυνατότητας στους απολυόμένους να βρουν και πάλι εργασία, και πρέπει να περιλαμβάνει σχετικά εναλλακτικές δράσεις σε σχέση με τις συμβάσεις περί επανεκπαιδεύσεως με σκοπό την εύρεση εργασίας σε άλλο κλάδο παραγωγής. Ωστόσο, καμία νομοθετική ή κανονιστική διάταξη δεν προσδιορίζει με ακρίβεια το περιεχόμενο των δράσεων αυτών. Ι - 4573
ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 11 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι τα εθνικά δικαστήρια, σε περίπτωση ασκήσεως προσφυγής, μπορούν να ακυρώνουν τις απολύσεις αν κάποιο σχέδιο προς αντιμετώπιση τους δεν προβλέπει πραγματικές δράσεις όσον αφορά την επανεύρεση εργασίας των απολυομένων. Μεταξύ των δράσεων που μπορούν να περιλαμβάνονται στο πλαίσιο σχεδίου προς αντιμετώπιση των απολύσεων περιλαμβάνονται και οι παρεμβάσεις του FNE. 12 Οι παρεμβάσεις αυτές πραγματοποιούνται με συμβάσεις που αποτελούν το αντικείμενο διαπραγματεύσεων και συνάπτονται μεταξύ της επιχειρήσεως και του Δημοσίου. Ανάλογα με το είδος τους, οι συμβάσεις αυτές αποβλέπουν σε έναν από τους ακόλουθους τρεις σκοπούς: στην πρόβλεψη εναλλακτικής λύσεως όσον αφορά τις απολύσεις με μείωση του χρόνου εργασίας, στην αύξηση των πιθανοτήτων επανευρέσεως εργασίας, στη συνταξιοδότηση των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων υπό συνθήκες καλύτερες από εκείνες της ανεργίας. 13 Η συμμετοχή του Δημοσίου στα σχέδια προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών καθορίζεται με βάση κανόνες νομοθετικής και κανονιστικής φύσεως που ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις, κυμαίνεται δε σε συνάρτηση με τους κοινωνικούς σκοπούς τους οποίους επιδιώκει το Δημόσιο. Για κάθε παρέμβαση του FNE προβλέπεται ένα ανώτατο όριο χρηματοδοτήσεως, που καθορίζεται από τον code du travail ανάλογα με κάθε είδος συμβάσεως, ενώ τα σχετικά όρια ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις. 14 Το ποσοστό της κρατικής συνεισφοράς εντός των προβλεπόμενων από την οικεία κανονιστική ρύθμιση ανωτάτων ορίων καθορίζεται με εγκυκλίους και εξαρτάται, αφενός, από κριτήρια σχετικά με το μέγεθος της επιχειρήσεως, διότι το κόστος των μέτρων αποφυγής των απολύσεων ή αντιμετωπίσεως των συνεπειών τους είναι εξαιρετικά υψηλό, και, αφετέρου, στις περισσότερες περιπτώσεις, από το περιεχόμενο του καταρτιζόμενου σχεδίου. 15 Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μην ισχύει ο κανόνας της συγχρηματοδοτήσεως, ιδίως όσον αφορά τις επιχειρήσεις υπό δικαστική εκκαθάριση υπέρ των οποίων προβλέπονται ορισμένες απαλλαγές και, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, σε περίπτωση πολύ σοβαρών οικονομικών δυσχερειών της επιχειρήσεως. 16 Η Γαλλική Κυβέρνηση διατείνεται, καταρχάς, ότι ο μηχανισμός του FNE, με τον οποίο επιδιώκονται καθαρά κοινωνικής φύσεως σκοποί, εφαρμόζεται χωρίς καμία εξαίρεση σε όλες τις επιχειρήσεις. Θεωρεί ότι τα κριτήρια βάσει των οποίων το Δημόσιο δέχεται ή αρνείται τη σύναψη συμβάσεως FNE, όταν αυτή ζητείται από κάποια επιχείρηση, είναι αντικειμενικά και περιορίζονται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται από νομοθετικές και κανονιστικές Ι - 4574
ΓΑΛΛΙΑ κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ διατάξεις αφορώσες τις συμβάσεις αυτές (για παράδειγμα, η ηλικία του εργαζομένου ή το κατά πόσον είναι δυνατό να περιληφθεί ο εργαζόμενος αυτός σε πρόγραμμα επανευρέσεως εργασίας). Έτσι, οι συμβάσεις του FNE ουδόλως περιορίζονται σε κάποιο συγκεκριμένο είδος επιχειρήσεως ή τομέα παραγωγής ή σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή. 17 Όσον αφορά τα όρια τα οποία θέτει η οικεία κανονιστική ρύθμιση, η Γαλλική Κυβέρνηση παραπέμπει στις διατάξεις του code du travail σχετικά με τις παρεμβάσεις του FNE. Η συμμετοχή των επιχειρήσεων και των εργαζομένων στη χρηματοδότηση των ειδικών επιδομάτων πρόωρης συνταξιοδοτήσεως του FNE προσδιορίζεται με τον τρόπο αυτόν άμεσα με κανονιστικής φύσεως πράξεις. Η μη τήρηση των ορίων αυτών ελέγχεται από τα δικαστήρια οσάκις σημειώνεται παράβαση του νόμου. 18 Όσον αφορά τα όρια της αυτοδεσμεύσεως της διοικήσεως, η Γαλλική Κυβέρνηση εκθέτει ότι τα όρια αυτά λαμβάνουν τη μορφή εγκυκλίων ή οδηγιών τις οποίες μπορεί να γνωρίζει το κοινό, οι οποίες προορίζονται να προσδιορίσουν, στο πλαίσιο της αναγνωριζόμενης από την οικεία κανονιστική ρύθμιση διακριτικής ευχέρειας, τις γενικές γραμμές των ενεργειών της διοικήσεως. Στην αλληλουχία αυτή, η Γαλλική Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι η εκ μέρους της δημόσιας αρχής εκτίμηση, στις περιπτώσεις των παρεμβάσεων του FNE, ουδόλως έχει ως αποτέλεσμα την ευνοϊκή μεταχείριση της επιχειρήσεως υπέρ της οποίας πραγματοποιείται η παρέμβαση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της αλλά, αντιθέτως, αποσκοπεί στην εξασφαλίση αυστηρώς ίσης μεταχειρίσεως. 19 Πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης ορίζει ότι είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν το μεταξύ κρατών μελών εμπόριο, οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό με την ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής. 20 Από πάγια νομολογία προκύπτει ότι το άρθρο 92, παράγραφος 1, δεν προβαίνει σε διάκριση των κρατικών παρεμβάσεων ανάλογα με τις αιτίες ή τους σκοπούς τους, αλλά τις ορίζει σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα τους (απόφαση της 2ας Ιουλίου 1974, 173/73, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1974, σ. 351, σκέψη 27). 21 Επομένως, ο κοινωνικός χαρακτήρας των παρεμβάσεων του FNE δεν αρκεί για να αποκλείεται, άνευ ετέρου, η δυνατότητα χαρακτηρισμού τους ως κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 92 της Συνθήκης. Ι - 4575
ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 22 Στη συνέχεια διαπιστώνεται ότι οι παρεμβάσεις του FNE δεν περιορίζονται ούτε σε ορισμένους κλάδους παραγωγής, ούτε σε ορισμένες περιφέρειες, ούτε σε συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων. 23 Εντούτοις, όπως ορθά σημειώνει η Επιτροπή, το FNE διαθέτει διακριτική ευχέρεια που του παρέχει τη δυνατότητα να διαφοροποιεί τη χρηματοδοτική του παρέμβαση σε συνάρτηση με διάφορα στοιχεία όπως είναι, ιδίως, η επιλογή των δικαιούχων, το ύψος της χρηματοδοτικής παρεμβάσεως και οι συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιείται η σχετική παρέμβαση. Η ίδια η Γαλλική Κυβέρνηση παραδέχεται ότι η διοίκηση μπορεί να παρεκκλίνει από τις κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες η ίδια έθεσε οσάκις τούτο δικαιολογείται από κάποια συγκεκριμένη κατάσταση. 24 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, λόγω του σκοπού και της γενικής οικονομίας του, με το σύστημα συμμετοχής του FNE στα σχέδια προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών τους ορισμένες επιχειρήσεις μπορούν να βρεθούν σε ευνοϊκότερη κατάσταση σε σχέση με άλλες, οπότε πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη ενισχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 92, παράγραφος 1, της Συνθήκης. 25 Επομένως, η επιχειρηματολογία της Γαλλικής Κυβερνήσεως δεν μπορεί να γίνει δεκτή επί του σημείου αυτού. 26 Δεύτερον, η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι μηχανισμοί του FNE δεν προκαλούν ελάφρυνση των επιβαρύνσεων των επιχειρήσεων, καθόσον η εφαρμογή τους δεν υποβοηθεί τις επιχειρήσεις προς εκπλήρωση των εκ του νόμου υποχρεώσεων τους και καθόσον απαιτούν εκ μέρους τους πρόσθετες προσπάθειες σε σχέση με αυτό το οποίο θα τους στοίχιζε η αυστηρή τήρηση των επιταγών του κοινού δικαίου. Κατά την ως άνω κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις οι οποίες υποχρεώνονται στην κατάρτιση σχεδίου προς αντιμετώπιση των απολύσεων μπορούν να μην προσφεύγουν στους μηχανισμούς του FNE όταν προτίθενται να προβούν σε απολύσεις. Πράγματι, η κάθε επιχείρηση θα μπορούσε να επιτύχει τον επιδιωκόμενο με το ως άνω σχέδιο σκοπό όσον αφορά την επανεύρεση εργασίας στους απολυομένους με δικά της μέσα και χωρίς να υπάρξει προσφυγή στις συμβάσεις FNE. Κατά την κυβέρνηση αυτή, οι εν λόγω συμβάσεις αποσκοπούν στην παροχή προς την επιχείρηση της δυνατότητας να λάβει επιπλέον μέτρα σε σχέση με αυτά τα οποία απλώς αρκούν προς εκπλήρωση των εκ του νόμου προβλεπόμενων υποχρεώσεων στον τομέα του ως άνω σχεδίου. 27 Η Γαλλική Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι, δεδομένου ότι οι συμβάσεις FNE δεν αποτελούν εκ του νόμου επιβαλλόμενη υποχρέωση στην επιχείρηση, οι επιβαρύνσεις που απορρέουν για την επιχείρηση από τις συμβάσεις αυτές έχουν, επομένως, προαιρετικό χαρακτήρα γι' αυτήν. 'Ετσι, το κράτος δεν υποβοηθεί Ι - 4576
ΓΑΛΛΙΑ κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ τις επιχειρήσεις στην εκπλήρωση των εκ του νόμου υποχρεώσεων τους. Εξάλλου, οι οικονομικές επιπτώσεις της συνάψεως μιας ή περισσοτέρων συμβάσεων του FNE αντιπροσωπεύει γι' αυτές ένα όχι αμελητέο κόστος, καθόσον μάλιστα, συνήθως, το Δημόσιο καλύπτει σχετικά μικρό μόνο μέρος του σχετικού κόστους, ιδίως στις περιπτώσεις μεγάλων επιχειρήσεων. Εξάλλου, η Kimberly Clark αποτελεί παράδειγμα μιας τέτοιας περιπτώσεως. 28 Πράγματι, αν αυτή η τελευταία απλώς απέλυε το αρχικώς κριθέν ως πλεονάζον προσωπικό (312 άτομα) και πρότεινε σε κάθε ενδιαφερόμενο μισθωτό τη σύναψη συμβάσεως περί επανεκπαιδεύσεως με σκοπό την εύρεση εργασίας σε άλλο κλάδο παραγωγής, πράγμα το οποίο στοιχεί προς τη γενική υποχρέωση που προβλέπεται από το κοινό δίκαιο, το σχετικό κόστος για την Kimberly Clark θα ήταν κατ' ανώτατο όριο 45 εκατομμύρια FF, δεδομένου ότι το μέσο κατ' άτομο κόστος των προβλεπόμενων από συλλογική σύμβαση εργασίας αποζημιώσεων λόγω απολύσεως για το προσωπικό το οποίο αφορούσε η αναδιάρθρωση της εταιρίας θα ήταν περίπου 140 000 FF και η συμμετοχή της Kimberly Clark στη χρηματοδότηση των συμβάσεων περί επανεκπαιδεύσεως θα ήταν 4 500 FF (45 εκατομμύρια FF = 312 x 140 000 + 312 x 4 500). Για να διαπιστωθεί η υποθετική κατάσταση στην οποία θα ευρίσκετο η Kimberly Clark, αν κατάρτιζε σχέδιο περί αντιμετωπίσεως των απολύσεων με το οποίο θα μπορούσε να συμμορφωθεί πλήρως προς τις εκ του νόμου υποχρεώσεις της, χρησιμοποιώντας μόνο δικούς της πόρους, θα έπρεπε να προστεθούν ακόμα 7 εκατομμύρια FF για τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων. Επομένως, το συνολικό κόστος του σχεδίου θα ανερχόταν σε 52 εκατομμύρια FF (45 εκατομμύρια + 7 εκατομμύρια). 29 Αντιθέτως, το σχέδιο προς αντιμετώπιση των απολύσεων το οποίο έθεσε σε εφαρμογή η Kimberly Clark, το οποίο περιλαμβάνει τις παρεμβάσεις εκ μέρους του FNE, της στοίχισε 81,83 εκατομμύρια FF, ενώ η κρατική επιχορήγηση ήταν 27,25 εκατομμύρια FF. Κατά συνέπεια, η παρέμβαση του FNE οδήγησε σαφώς σε μεγαλύτερη επιβάρυνση της Kimberly Clark σε σχέση με το κόστος που θα συνεπαγόταν ένα σχέδιο χρηματοδοτούμενο με δικούς της πόρους, με το οποίο θα μπορούσε να εκπληρώσει χωρίς καμία αμφιβολία τις εκ του νόμου υποχρεώσεις της. 30 Η Επιτροπή παρατηρεί ότι το γεγονός ότι η παρέμβαση του FNE καλύπτει προαιρετικές δαπάνες του δικαιούχου δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να υφίσταται ενίσχυση. Σύμφωνα με την πάγια πρακτική της, ως κρατικές ενισχύσεις χαρακτηρίζονται οι παρεμβάσεις υπέρ ορισμένων επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής ακόμα και αν οι εν λόγω παρεμβάσεις χρησιμεύουν για την κάλυψη δαπανών στις οποίες προβαίνει εκουσίως η ενδιαφερόμενη επιχείρηση. Εν πάση περιπτώσει, όταν είναι υποχρεωτική η κατάρτιση σχεδίου προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των συνεπειών τους, όπως συνέβη στην περίπτωση της Kimberly Clark, δεν είναι ορθό να λέγεται ότι η παρέμβαση του FNE ουδέποτε καλύπτει οποιαδήποτε υποχρεωτική δαπάνη της Ι - 4577
ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 επιχειρήσεως: δεδομένου ότι αυτή υποχρεούται, πέραν των stricto sensu υποχρεωτικών δαπανών (αποζημιώσεις λόγω απολύσεως κ.λπ.), να επιβαρύνεται με πρόσθετα έξοδα για την πραγματοποίηση του ως άνω σχεδίου (υπό τον έλεγχο των δικαστηρίων), η παρέμβαση του FNE καλύπτει μόνο ένα μεταβλητό μέρος ενός συνόλου δαπανών, οι οποίες είναι υποχρεωτικές όσον αφορά ένα μη προσδιοριζόμενο ποσό. Επομένως, η παρέμβαση αυτή μπορεί να καλύψει και υποχρεωτικές δαπάνες. 31 Όσον αφορά την επίδικη απόφαση, από τα πληροφοριακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο από 28 Ιανουαρίου 1994 έγγραφο των γαλλικών αρχών δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να κάλυψε το FNE μέρος υποχρεωτικών δαπανών. 32 Στο πλαίσιο της αλληλουχίας αυτής, η Επιτροπή θεωρεί ότι η υποθετική περίπτωση την οποία προβάλλει η Γαλλική Κυβέρνηση για να εκτιμήσει αν η παρέμβαση του FNE υπέρ της Kimberly Clark οδήγησε σε παροχή πλεονεκτημάτων υπέρ αυτής δεν προσθέτει νέα στοιχεία επί του ζητήματος. Πράγματι, ο σχετικός υπολογισμός βασίζεται σε υποθετικά στοιχεία και δεν εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η Kimberly Clark θα δεχόταν, χωρίς να προσπορίζεται κάποιο πλεονέκτημα, παρέμβαση του FNE που θα της στοίχιζε, όπως προβάλλεται, πολύ περισσότερο από την κατάρτιση ενός σχεδίου περί αντιμετωπίσεως των απολύσεων χρησιμοποιώντας δικούς της πόρους, το οποίο θα της παρείχε τη δυνατότητα να εκπληρώσει χωρίς καμία αμφιβολία τις εκ του νόμου υποχρεώσεις της. Από τον υπολογισμό αυτό προκύπτει ιδίως ότι, αν η Kimberly Clark είχε απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής του αναλογούντος στην ίδια κόστους του σχεδίου, όπως έχει σχετική εξουσία το FNE, το καθαρό κέρδος θα ήταν αναμφισβήτητο και θα ήταν σαφές ότι η παρέμβαση του FNE κάλυπτε υποχρεωτικές δαπάνες. 33 Πρέπει να υπομνησθεί εκ προοιμίου ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η νομιμότητα αποφάσεως στον τομέα των ενισχύσεων πρέπει να εκτιμάται βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της η Επιτροπή όταν έλαβε τη σχετική απόφαση (απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986, 234/84, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 2263, σκέψη 16). 34 Στη συνέχεια, πρέπει να σημειωθεί ότι η έννοια της ενισχύσεως καλύπτει τα πλεονεκτήματα που παρέχουν οι δημόσιες αρχές τα οποία, υπό διάφορες μορφές, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που κανονικώς βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχειρήσεως (απόφαση της 15ης Μαρτίου 1994, C-387/92, Banco Exterior de España, Συλλογή 1994, σ. Ι-877, σκέψεις 12 και 13). 35 Συναφώς, επιβάλλεται να γίνει δεκτό ότι, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των σχεδιαζομένων απολύσεων, η Kimberly Clark ήταν υποχρεωμένη να καταρτίσει σχέδιο προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των Ι - 4578
ΓΑΛΛΙΑ κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ κοινωνικών συνεπειών τους. Όπως προκύπτει από το σημείωμα της Γαλλικής Κυβερνήσεως της 10ης Μαρτίου 1994, το σχετικό σχέδιο που καταρτίστηκε περιελάμβανε, όσον αφορά τους μη απολυθέντες εργαζομένους, διάφορες ρυθμίσεις με συμμετοχή του FNE, όπως συμβάσεις περί μερικής ανεργίας, ενισχύσεις για εργασία με μειωμένο ωράριο κ.λπ. Όσον αφορά τους 207 απολυθέντες, από το σχέδιο αυτό προκύπτει ότι οι δαπάνες σχετικά με τις προβλεπόμενες από συλλογική σύμβαση εργασίας αποζημιώσεις λόγω απολύσεων, τις οποίες κατέβαλε στο σύνολο τους η Kimberly Clark, ανέρχονταν σε 37,60 εκατομμύρια FF. Επιπλέον, η Kimberly Clark ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει επιπλέον αυτού του ποσού των αποζημιώσεων συμπληρωματικές αποζημιώσεις 22,44 εκατομμυρίων FF. 36 Προς εκτίμηση του συμφώνου των εν λόγω μέτρων προς την κοινή αγορά, η Επιτροπή ζήτησε, μεταξύ άλλων, από τη Γαλλική Κυβέρνηση, με έγγραφο της 4ης Φεβρουαρίου 1994, να πληροφορηθεί ποιο θα ήταν το κόστος του σχεδίου αν αυτό είχε περιοριστεί στα ελάχιστα απαιτούμενα από τη γαλλική νομοθεσία όρια. Η ως άνω κυβέρνηση απάντησε ότι δεν είναι ευχερής ο προσδιορισμός κάποιου ελάχιστου απαιτούμενου ποσού όσον αφορά το κόστος ενός σχεδίου προς αντιμετώπιση των απολύσεων. Μόλις με το υπόμνημα απαντήσεως της, η Γαλλική Κυβέρνηση παρέσχε διευκρινίσεις επί του σημείου αυτού, αναφέροντας ιδίως ότι η Kimberly Clark είχε αρχικά την πρόθεση να απολύσει 312 άτομα από το σύνολο των 465 μισθωτών που απασχολούσε και ότι περιορίστηκε στην απόλυση 207 ατόμων μετά από διαπραγματεύσεις με το FNE, κατόπιν της εκ μέρους του αναλήψεως υποχρεώσεως να μετάσχει στο ως άνω σχέδιο. 37 Επομένως, εφόσον η Επιτροπή, παρά την υποβολή συγκεκριμένου ερωτήματος, βρέθηκε σε αδυναμία να εκτιμήσει τη φύση και τα αποτελέσματα των εν λόγω μέτρων, δικαίως θεώρησε ότι η Kimberly Clark έλαβε κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του άρθρου 92 της Συνθήκης, καταρτίζοντας ένα σχέδιο προς αποφυγή των απολύσεων και προς αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών τους σε συνεργασία με το Δημόσιο, στο πλαίσιο του οποίου μετείχε, αφενός, η εταιρία αυτή, καταβάλλοντας 81,83 εκατομμύρια FF, και, αφετέρου, το Δημόσιο, καταβάλλοντας 27,25 εκατομμύρια FF. 38 Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί και το δεύτερο επιχείρημα της Γαλλικής Κυβερνήσεως. 39 Η Γαλλική Κυβέρνηση διατείνεται, τρίτον, ότι οι συμβάσεις του FNE, σκοπός των οποίων είναι ο περιορισμός των κοινωνικών επιπτώσεων των απολύσεων σε βάρος των εργαζομένων, ωφελούν ευθέως τα άτομα αυτά και ουδόλως βελτιώνουν τη θέση της επιχειρήσεως ως προς τον ανταγωνισμό. 40 Ενόψει των προηγουμένων σκέψεων, αρκεί η διαπίστωση ότι, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριακών στοιχείων τα οποία διέθετε κατά την έκδοση της Ι - 4579
ΑΠΟΦΑΣΗ της 26. 9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-241/94 επίδικης αποφάσεως, η Επιτροπή δικαίως θεώρησε ότι, χάρη στην παρέμβαση του FNE, η Kimberly Clark απαλλάχθηκε από την υποχρέωση εκπληρώσεως ορισμένων εκ του νόμου προβλεπομένων υποχρεώσεων της έναντι των εργαζομένων της και ότι, για τον λόγο αυτό, ευνοήθηκε σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. 41 Επομένως, δεδομένου ότι κανένα από τα επιχειρήματα της Γαλλικής Κυβερνήσεως δεν έγινε δεκτό, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί. Επί των δικαστικών εξόδων 42 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι η Γαλλική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ αποφασίζει: 1) Απορρίπτει την προσφυγή. 2) Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. Rodríguez Iglesias Κακούρης Edward Puissochet Hirsch Mancini Kapteyn Gulmann Murray Sevón Wathelet Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 26 Σεπτεμβρίου 1996. Ο Γραμματέας R. Grass Ο Πρόεδρος G. C. Rodríguez Iglesias I - 4580