ΣτΕ 2184/2016 [Ανάκληση άδειας εκχέρσωσης δασικής έκτασης εικοσιέξι χρόνια μετά την έκδοσή της] Περίληψη -Η έγκριση της άδειας εκχερσώσεως δεν συνεπάγεται τον αποχαρακτηρισμό του δάσους ή της δασικής εκτάσεως, αλλά επιτρέπει απλώς την χρησιμοποίησή τους για μόνιμη γεωργική ή δενδροκομική εκμετάλλευση. Ως εκ τούτου, η έκταση δεν χάνει οριστικά τον δασικό της χαρακτήρα, αλλά μόνον εφ όσον και για όσον χρόνο καλλιεργείται γεωργικώς και υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω καλλιέργεια άρχισε εντός της τριετίας από την έγκριση της άδειας εκχερσώσεως, ενώ αποκλείεται η περαιτέρω αλλαγή της χρήσεώς της σε οικιστική ή άλλη. Τούτων παρέπεται ότι παράβαση της αποκλειστικώς επιτρεπόμενης από το νόμο χρήσεως της εκχερσωθείσης δασικής εκτάσεως ως μόνιμης γεωργικής ή δενδροκομικής εκμεταλλεύσεως, εκτός από τη δυνατότητα ανακλήσεως της αδείας εκχερσώσεως ή του τυχόν εκδοθέντος για το σκοπό αυτό παραχωρητηρίου με ρητή πράξη της Διοικήσεως, συνεπάγεται την εφαρμογή των οικείων διατάξεων της δασικής νομοθεσίας. Εξ άλλου, η ανάκληση της άδειας αυτής λόγω μεταβολής της χρήσεως της εκτάσεως σε οικιστική είναι επιτρεπτή και μετά την πάροδο μακρού χρόνου και τη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων, δεδομένου ότι αφ ενός η ανάκληση για το λόγο αυτό αποβλέπει στη διαφύλαξη σκοπού αναγόμενου στο δημόσιο συμφέρον, που συνίσταται στην προστασία του δασικού οικοσυστήματος και αφ ετέρου, η άδεια εκχερσώσεως χορηγείται προκειμένου να χρησιμοποιηθεί η έκταση αποκλειστικώς για μόνιμη γεωργική ή δενδροκομική καλλιέργεια και, συνεπώς, η δημιουργία και συνέχιση της καλλιέργειας αποτελεί, κατά τις διατάξεις αυτές, όρο διατηρήσεως της αδείας. -Η ανάκληση της άδειας εκχερσώσεως, λόγω μεταβολής της χρήσεως της εκχερσωθείσης εκτάσεως σε οικιστική είναι επιτρεπτή και μετά την πάροδο μακρού χρόνου και τη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων. Τούτων έπεται ότι η προσβαλλόμενη ανακλητική απόφαση νομίμως εξεδόθη μετά την πάροδο μακρού χρόνου και δεν παραβιάζει τις γενικές αρχές ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων. Πρόεδρος: Ν. Ρόζος Εισηγητής: Μ. Γκορτζολίδου Βασικές σκέψεις 1 / 6
2. Επειδή, με την ανωτέρω αίτηση ζητείται η ακύρωση της 2842/12-7-2007 αποφάσεως του Διευθυντή Δασών Νομού Αχαΐας με θέμα «ανάκληση της 6312/4-9-1971 απόφασης του Δασάρχη Πατρών για την έγκριση εκχέρσωσης δασικής έκτασης στη θέση Φούντι Βάρδα ή Πουρνάρι περιφέρειας Λακκόπετρας». 3. Επειδή, η υπό κρίση αίτηση ασκείται εμπροθέσμως την 16.10.2007, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη κοινοποιήθηκε στην «YDRA BAY» δια θυροκολλήσεως, μετά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, την 29.11.2007 και στην φερόμενη ως εκπρόσωπό της «ΙΟΝΙΚΗ ΑΚΤΗ Α.Ε.» την 17 Ιουλίου 2007, ημέρα Τρίτη. 4. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 47 του π.δ/τος 18/1989 (Α 8), το έννομο συμφέρον για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως πρέπει να συντρέχει, κατ αρχήν, και στα τρία χρονικά σημεία, της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης, της προσβολής της ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και της τελευταίας συζήτησης της υπόθεσης στο Δικαστήριο τούτο (Σ.τ.Ε. 4331/2011, 498/2007, 3941/1998 7μ., 1914/1986 κ.ά.). Ενόψει αυτού, η πρώτη αιτούσα, η οποία φέρεται κυρία της ανωτέρω έκτασης ασκεί την κρινόμενη αίτηση με έννομο συμφέρον. Αντιθέτως, η δεύτερη αιτούσα εταιρεία «ΙΟΝΙΚΗ ΑΚΤΗ Α.Ε.», η οποία φέρεται ότι μεταβίβασε δυνάμει του 23852/23.9.2005 συμβολαίου την εν λόγω έκταση στην «YDRA BAY Τουριστική Κτηματική, Εμπορική και Κατασκευαστική Ανώνυμη Εταιρεία» ασκεί την υπό κρίση αίτηση άνευ εννόμου συμφέροντος, εφόσον ήδη από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης στερείτο οποιουδήποτε νομικού δεσμού με την επίδικη έκταση (ΣτΕ 4877/2013). 5. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την υπ αριθμ. 79750/2541/20.8.1971 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας αναγνωρίστηκε η επίδικη έκταση ως ιδιωτική δασική υπέρ του Α. Σακκά, δικαιοπαρόχου της αιτούσας. Ακολούθως, με την υπ αριθμ. 6312/4.9. 1971 απόφαση του Δασάρχη Πατρών εγκρίθηκε η εκχέρσωση της εν λόγω δασικής έκτασης για γεωργική καλλιέργεια, δυνάμει του άρθρου 153 του Ν.Δ. 86/1969 «Περί Δασικού Κώδικος». Ύστερα από την 78909/20.11.1969 πράξη του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, με την οποία χορηγήθηκε στον δικαιοπάροχο της αιτούσας Α. Σακκά έγκριση καταλληλότητας οικοπέδου για την ανέγερση στην επίμαχη έκταση ξενοδοχειακής μονάδας, με την 572/14.4.1972 πράξη της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Νομού Αχαΐας χορηγήθηκε στην δεύτερη αιτούσα άδεια ανέγερσης bungalow Β Τάξης και από τον Ε.Ο.Τ. η 8223/8.10.1974 άδεια κτιρίου Ξενοδοχείου Β Τάξεως και η 14770/8.10.1974 άδεια λειτουργίας αυτού. Στη συνέχεια, ο Δασάρχης Πατρών με το 2332/13.4.1976 έγγραφό του ενημέρωσε τον ανωτέρω Α. Σακκά ότι η εκχέρσωση της επίδικης έκτασης εγκρίθηκε προκειμένου να την εκμεταλλεύεται στο διηνεκές γεωργικώς ή δενδροκομικώς, απαγορευομένης της χρησιμοποιήσεώς της για οικιστική αξιοποίηση ή άλλο σκοπό, σύμφωνα με 2 / 6
την απόφαση 3416/1974 της Ολομέλειας του δικαστηρίου τούτου και ότι σε περίπτωση εγκαταλείψεως της καλλιέργειας ή χρησιμοποιήσεως της εκτάσεως για άλλο σκοπό η έκταση θα κηρυχθεί αναδασωτέα. Στο ίδιο δε έγγραφο διατάσσεται και η διενέργεια αυτοψίας για να διαπιστωθεί η πραγματική κατάσταση της έκτασης. Όπως δε προκύπτει από τα 192/22.4.1976 και 258/18.6.1976 σχετικά έγγραφα του Δασαρχείου Πατρών, το σύνολο της επίδικης εκχερσωθείσας έκτασης καταλαμβάνεται πλέον από ξενοδοχειακή μονάδα και έχει τη μορφή κανονικού πολεοδομικού οικισμού. Περαιτέρω, και αφού με τα 6117/13.11.1979 και 6270/19.11.1979 έγγραφά του ο αρμόδιος Δασάρχης, επαναλαμβάνοντας ότι δεν είναι δυνατή η χρησιμοποίηση της εκτάσεως για άλλο πλην της γεωργικής καλλιέργειας σκοπό, σύμφωνα και με την 86031/7247/εγκ.98/3-9-1975 διαταγή του Υπ. Γεωργίου την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση καθώς και τις διατάξεις του αρ. 153 του Ν.Δ. 86/1969, απέρριψε το αίτημα της δεύτερης αιτούσας εταιρείας για τη χορήγηση σε αυτήν βεβαίωσης προκειμένου να την χρησιμοποιήσει για οικοδομικούς σκοπούς και συγκεκριμένα για την επέκταση του ανωτέρω ξενοδοχειακού συγκροτήματος. Τέλος, ο εν λόγω Δασάρχης με την 4960/11.8.1983 πράξη του ανακάλεσε το από 28.8.1971 πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής της επίδικης έκτασης. Κατά της τελευταίας αυτής ανακλητικής αποφάσεως ασκήθηκε αίτηση ακυρώσεως από τον ενδιαφερόμενο Α. Σακκά, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την 4886/1987 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κατόπιν τούτων το Αναθεωρητικό Συμβούλιο Δασών με την 25/6/3.4.1989 γνωμοδότησή του απέρριψε το αίτημα του Α. Σακκά για αναγνώριση της ιδιοκτησίας του επί της προαναφερόμενης έκτασης, ο δε Υπουργός Γεωργίας με την 71964/3311/10.4.1992 πράξη υιοθέτησε την ανωτέρω γνωμοδότηση. Ακολούθως, η δεύτερη αιτούσα υπέβαλε στις 27.4.2005 αίτηση προς τον Δασάρχη Πατρών για τον χαρακτηρισμό, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 998/1979, ευρύτερης έκτασης 45.798,82 τ.μ., εντός της οποίας περιλαμβάνεται και η επίδικη, καθώς και έτερης έκτασης 9.131,66 τ.μ. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ αριθμ. 4910/8.6.2005 πράξη του Δασάρχη Πατρών, η οποία χαρακτήρισε την εν λόγω έκταση ως μη δασική του άρθρου 3 παρ. 6 του ν. 998/1979, ως ισχύει. Κατά της πράξης αυτής και ως προς το σκέλος της που αφορά τον χαρακτηρισμό της προαναφερόμενης έκτασης των 45.798,82 τ.μ., άσκησε αντιρρήσεις ο Διευθυντής Δασών Αχαΐας, οι οποίες έγιναν δεκτές με την 6/2007 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Αχαΐας. Με την απόφαση αυτή η ανωτέρω επιτροπή, κρίνοντας ότι ο Δασάρχης Πατρών λανθασμένα χαρακτήρισε μη δασική την ανωτέρω ευρύτερη έκταση δεδομένου ότι πρόκειται για έκταση που πληροί της προϋποθέσεις κήρυξής της ως αναδασωτέας και ως εκ τούτου όφειλε να απόσχει από το χαρακτηρισμό, σύμφωνα με την 838/2002 απόφαση του Ε Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ακύρωσε την 4910/8.6.2005 πράξη 3 / 6
χαρακτηρισμού, η ίδια δεν προέβη σε χαρακτηρισμό της εν λόγω έκτασης. Περαιτέρω, με την 95705/2576/18-7-2006 πράξη της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εδόθη στο Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος η εντολή όπως α) ανακληθεί η 6312/4-9-1971 έδεια εκχερσώσεως, β) κηρυχθεί η επίδικη έκταση αναδασωτέα και γ) αποβληθεί διοικητικώς η δεύτερη αιτούσα. Τέλος, την προσβαλλόμενη 2842/12.7.2007 απόφαση της Διεύθυνσης Δασών Αχαΐας ανακλήθηκε η αρχική πράξη έγκρισης εκχέρσωσης που είχε χορηγηθεί στον δικαιοπάροχο της αιτούσας Α. Σακκά το έτος 1971. 6. Επειδή, ο λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλόμενη πράξη υπογράφεται αναρμοδίως από τον Διευθυντή Δασών Ν. Αχαΐας και όχι από τον Δασάρχη Πατρών είναι αβάσιμος διότι με την 186/30.6.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (Β 727), η οποία μνημονεύεται στο στοιχείο 2 του προοιμίου της προσβαλλόμενης πράξης, μεταβιβάσθηκε στον Διευθυντή Δασών του Νομού, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα υπογραφής των αποφάσεων εκχερσώσεως δημοσίων και ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων, συνεπώς και της ανάκλησής τους, ως αντιθέτων πράξεων. 7. Επειδή, στο άρθρο 153 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Δασικού Κώδικος (ν.δ. 86/1969, Α 7) ορίζεται οτι: «1. Η εκχέρσωσις μη δημοσίων δασών και δασικών εκτάσεων απαγορεύεται. Δύναται μόνον να επιτραπεί κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, ή του Νομάρχου επί εκτάσεων μέχρι 200 στρεμμάτων, εφ' όσον βεβαιούται, προκειμένου μεν περί εκτάσεων μέχρι των 50 στρεμμάτων δι' εκθέσεων δασολόγου, προκειμένου δε περί μεγαλυτέρων εκτάσεων δ' εκθέσεως επιτροπής, αποτελουμένης εξ ενός δασολόγου και ενός γεωπόνου, ότι εκ της εκχερσώσεως αυτών δεν υφίσταται κίνδυνος αποπλύσεως του εδάφους ή σχηματισμού χειμάρρων, ότι το έδαφος αυτών είναι κατάλληλον προς μόνιμον γεωργικήν ή δενδροκομικήν καλλιέργειαν, ότι δεν φέρουν οπωσδήποτε προστατευτικόν χαρακτήρα και ότι η κλίσις του εδάφους δεν υπερβαίνει το 20% προκειμένου περί γεωργικής καλλιεργείας και 40% προκειμένου περί δενδροκομικής τοιαύτης. [...] 4. Η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθεί εγκριθείσα εκχέρσωσις ορίζεται εις τρία έτη από της εγκρίσεως ταύτης άμα τη παρελεύσει της οποίας η έγκρισης θεωρείται ανακληθείσα. [...]». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η έγκριση της αδείας εκχερσώσεως δεν συνεπάγεται τον αποχαρακτηρισμό του δάσους ή της δασικής εκτάσεως, αλλά επιτρέπει απλώς την χρησιμοποίησή τους για μόνιμη γεωργική ή δενδροκομική εκμετάλλευση. Ως εκ τούτου, η έκταση δεν χάνει οριστικά τον δασικό της χαρακτήρα, αλλά μόνον εφ' όσον και για όσον χρόνο καλλιεργείται γεωργικώς και υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω καλλιέργεια άρχισε εντός της τριετίας από την έγκριση της άδειας εκχερσώσεως, ενώ αποκλείεται η περαιτέρω αλλαγή της χρήσεώς της σε οικιστική ή άλλη. Τούτων παρέπεται ότι 4 / 6
παράβαση της αποκλειστικώς επιτρεπόμενης από το νόμο χρήσεως της εκχερσωθείσης δασικής εκτάσεως ως μόνιμης γεωργικής ή δενδροκομικής εκμεταλλεύσεως, εκτός από τη δυνατότητα ανακλήσεως της αδείας εκχερσώσεως (Ολ. ΣτΕ 3416/1974) ή του τυχόν εκδοθέντος για το σκοπό αυτό παραχωρητηρίου με ρητή πράξη της Διοικήσεως, συνεπάγεται την εφαρμογή των οικείων διατάξεων της δασικής νομοθεσίας. Εξ άλλου, η ανάκληση της άδειας αυτής λόγω μεταβολής της χρήσεως της εκτάσεως σε οικιστική είναι επιτρεπτή και μετά την πάροδο μακρού χρόνου και τη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων, δεδομένου ότι αφ' ενός η ανάκληση για το λόγο αυτό αποβλέπει στη διαφύλαξη σκοπού αναγομένου στο δημόσιο συμφέρον, που συνίσταται στη προστασία του δασικού οικοσυστήματος και αφ' ετέρου η άδεια εκχερσώσεως χορηγείται προκειμένου να χρησιμοποιηθεί η έκταση αποκλειστικώς για μόνιμη γεωργική ή δενδροκομική καλλιέργεια και, συνεπώς, η δημιουργία και συνέχιση της καλλιέργειας αποτελεί, κατά τις διατάξεις αυτές, όρο διατηρήσεως της αδείας (πρβλ. ΣτΕ 5319/2012, 1690/2011, 3753/2007). 8. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και έχει εκδοθεί κατά πλάνη περί τα πράγματα ως προς το δασικό χαρακτήρα της επιδίκου εκτάσεως καθ' όσον η αιτιολογία της κλονίζεται τόσο από την 4/1965 απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Πατρών που χαρακτήρισε την εν λόγω έκταση αγρό, όσο και από την αναφερόμενη στη σκέψη 5, 4910/8-6-2005 πράξη του Δασάρχη Πατρών, η οποία χαρακτήρισε την εν λόγω έκταση ως μη δασική. 9. Επειδή, ο λόγος αυτός, ανεξαρτήτως του ζητήματος εάν προβάλλεται παραδεκτώς κατά της ήδη προσβαλλόμενης ανακλητικής πράξεως, δεδομένου ότι ο δασικός χαρακτήρας αποτελεί προϋπόθεση συνδεόμενη με τη νομιμότητα της άδειας εκχερσώσεως (ΣτΕ 3753/2007), είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ο δασικός χαρακτήρας της επίδικης έκτασης είναι δεδομένος, εν όψει του γεγονότος της παραχώρησής της, στον δικαιοπάροχο της αιτούσας, ως δασικής έκτασης για εκχέρσωση, στο δε σκεπτικό της προαναφερόμενης 6/2007 αποφάσεως της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Αχαΐας αναφέρεται ότι «όλη η έκταση των 45.798,92 τ.μ., μέχρι το έτος 1960 έφερε δασική βλάστηση αειφύλλων-πλατυφύλλων (αρμυρίκια, πουρνάρια, σχίνα κ.λπ.) σε ποσοστό μεγαλύτερο του 60-70%. Μεταξύ των ετών 1960-1965 εκχερσώθηκε παράνομα το 13% (6.000 τ.μ.) και το 1971 είχε εκχερσωθεί το 100% της έκτασης, εκ των οποίων τα 35.000 τετραγωνικά μέτρα νομιμοποιήθηκαν, μετά την αναγνώρισή τους ως ιδιωτικής δασικής έκτασης, για να αποδοθούν αποκλειστικά και μόνο για γεωργοδενδροκομική εκμετάλλευση». 10. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εξεδόθη κατά παράβαση των γενικών αρχών ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων. Και ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος εν όψει των 5 / 6
Powered by TCPDF (www.tcpdf.org) Νόμος και Φύση διαλαμβανομένων στη σκέψη 7, σύμφωνα με τα οποία η ανάκληση της άδειας εκχερσώσεως, λόγω μεταβολής της χρήσεως της εκχερσωθείσης εκτάσεως σε οικιστική είναι επιτρεπτή και μετά την πάροδο μακρού χρόνου και τη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων. Τούτων έπεται ότι η προσβαλλόμενη ανακλητική απόφαση νομίμως εξεδόθη μετά την πάροδο μακρού χρόνου και δεν παραβιάζει τις γενικές αρχές ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων. 11. Επειδή, τέλος, προβάλλεται, με επίκληση σειράς διοικητικών πράξεων δυνάμει των οποίων έχει αναγερθεί και λειτουργεί στην επίδικη έκταση ξενοδοχειακή μονάδα, ότι η προσβαλλόμενη πράξη εξεδόθη κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου. 12. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει ειδικότερα από τα στοιχεία του φακέλου, οι αρμόδιες δασικές υπηρεσίες ουδέποτε συναίνεσαν στην αλλαγή της μορφής της επίδικης εκτάσεως σε οικιστική, όπως αναποδείκτως ισχυρίζεται η αιτούσα, ούτε δημιούργησαν τέτοια εντύπωση στην αιτούσα ή στους δικαιοπαρόχους της, αλλά αντιθέτως, με σειρά εγγράφων, υπενθύμισαν ότι η εκχέρσωση ενεκρίθη προς το σκοπό της χρησιμοποιήσεως της εκτάσεως για μόνιμη γεωργική ή δενδροκομική καλλιέργεια εις το διηνεκές, απαγορευομένης της χρησιμοποιήσεώς της για οικιστική αξιοποίηση ή άλλο σκοπό (βλ. το υπ' αριθ. 2332/13-4-1976 έγγραφο του Δασάρχη Πατρών, το υπ' αριθ. 6117/13-11-1979 έγγραφο του Δασάρχη Αχαΐας και το υπ' αριθ.6270/19-11-1979 έγγραφο του Δασάρχη Πατρών). Ο όρος της χρησιμοποίησής της για μόνιμη γεωργική καλλιέργεια αναγράφεται, ρητώς στην ανακληθείσα άδεια εκχερσώσεως και δεν προσετέθη μεταγενεστέρως, όπως αβασίμως προβάλλεται, ενώ, εξάλλου, η εν λόγω υποχρέωση απορρέει ευθέως από τις διατάξεις, κατ' εφαρμογή των οποίων εξεδόθη η ανακληθείσα άδεια. Συνεπώς, εφ' όσον, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο εν λόγω όρος παραβιάσθηκε, αφού η εταιρεία ΙΟΝΙΚΗ ΑΚΤΗ προχώρησε στην ανέγερση ξενοδοχειακού συγκροτήματος, ήτοι σε μη επιτρεπόμενη μεταβολή της χρήσεως της εκτάσεως, η άδεια εκχερσώσεως, σύμφωνα και με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, νομίμως ανεκλήθη παρά την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος από την έκδοσή της και τη δημιουργία οποιασδήποτε πραγματικής καταστάσεως (πρβλ. ΣτΕ 3753/2007), τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι αβάσιμα και απορριπτέα. 13. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά και εφ' όσον δεν προβάλλεται έτερος λόγος ακυρώσεως, η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της. 6 / 6