ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου] Περίληψη -Σε περίπτωση κατά το οποίο το Γ.Π.Σ., κατά την διατύπωση και το όλο περιεχόμενό του, περιέχει σαφείς κατευθύνσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις για ορισμένα ακίνητα, οι οποίες δεν χρειάζονται εξειδίκευση κατά το επόμενο στάδιο του πολεοδομικού σχεδιασμού, τότε τα ακίνητα αυτά απαγορεύεται ήδη από την έγκριση του Γ.Π.Σ. να διατεθούν για άλλη χρήση. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, εφόσον η εν λόγω δέσμευση παραταθεί πέραν των κατά το Σύνταγμα ανεκτών ορίων, τότε, κατά την έννοια των διατάξεων που παρατέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, ανακύπτει ομοίως υποχρέωση της Διοίκησης να την άρει. -Από τις ρυθμίσεις του Γ.Π.Σ. της πόλης της Άρτας δεν προκύπτει ότι αυτό περιείχε, κατ' εξαίρεση, συγκεκριμένη ρύθμιση για το ευρισκόμενο, άλλωστε, σε περιοχή εκτός σχεδίου, επίμαχο ακίνητο, η οποία να μη χρειάζεται εξειδίκευση με την έκδοση πολεοδομικής μελέτης. Συνεπώς, οι παραδοχές και κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως με τις οποίες το δικάσαν Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι δεν είχε επιβληθεί με το εν λόγω Γ.Π.Σ. σαφώς προσδιορισμένο πολεοδομικό βάρος στο ακίνητο του αιτούντος, ώστε να ανακύπτει υποχρέωση της Διοικήσεως να το άρει μετά την πάροδο εύλογου χρονικού διαστήματος, είναι ορθές. Πρόεδρος: Αθ. Ράντος Εισηγητής: Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου Βασικές σκέψεις 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 635/2008 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε προσφυγή («αίτηση» του αναιρεσείοντος, με την οποία εζήτησε να ακυρωθεί η σιωπηρή άρνηση της Διοικήσεως, που συντελέσθηκε με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την επιβολή σχετικής αιτήσεως, να άρει της πολεοδομικές δεσμεύσεις που επιβλήθηκαν κατά τους ισχυρισμούς του με την υπ' αριθμ. 79714/5156/6-8-1992απόφαση Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων περί εγκρίσεως του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου (Γ.Π.Σ.) του Δήμου Άρτας (ΦΕΚ Δ 1341), στην εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ιδιοκτησία του, που βρίσκεται στην περιοχή πλησίον της ιστορικής γέφυρας της Άρτας. 3. Επειδή, στο άρθρο 11 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (Κ.Α.Α.A.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2882/2001 (Α 17) 1 / 6
και, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο του ίδιου νόμου, ισχύει από 6.5.2001 ορίζεται ότι: «1. Η αρχή που κήρυξε την αναγκαστική απαλλοτρίωση δύναται με απόφασή της να την ανακαλέσει, ολικώς ή μερικώς, πριν συντελεστεί, τηρώντας τη διαδικασία που ορίζεται από το άρθρο 1 για την κήρυξη αυτής. 2. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση ανακαλείται υποχρεωτικά με πράξη της αρχής η οποία την έχει κηρύξει, ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου που πιθανολογεί εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, εάν μέσα σε τέσσερα έτη από την κήρυξη της δεν ασκηθεί αίτηση για το δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης ή δεν καθοριστεί αυτή εξωδίκως. [ ]. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν ισχύουν προκειμένου περί απαλλοτριώσεων προς εφαρμογή σχεδίων πόλεων, ανάπτυξη οικιστικών περιοχών και για αρχαιολογικούς σκοπούς. 3 [...]. 4. Εάν περάσουν άπρακτες οι κατά τις προηγούμενες παραγράφους 2 και 3 προθεσμίες ή εκδοθεί πράξη αρνητική, κάθε ενδιαφερόμενος δύναται να ζητήσει από το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το απαλλοτριωμένο ακίνητο, την έκδοση δικαστικής απόφασης, με την οποία να ακυρώνεται η προσβληθείσα πράξη ή παράλειψη και να βεβαιώνεται η αυτοδίκαιη ή υποχρεωτικώς επελθούσα άρση της απαλλοτρίωσης. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία που ορίζεται από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999), πλην του άρθρου 66 αυτού. Στη δίκη καλείται ο υπέρ ου η απαλλοτρίωση και το Δημόσιο. Η εκδιδόμενη απόφαση είναι ανέκκλητη. 5 [...] 6 [...]». Από τις ανωτέρω διατάξεις δεν προβλέπεται αυτοδίκαιη ανάκληση των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων μετά την άπρακτη πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος από την κήρυξή τους. Και αυτές, όμως, οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, εφόσον μετά την κήρυξή τους διατηρούνται, χωρίς να πραγματοποιείται η συντέλεσή τους σύμφωνα με τον νόμο, επί μακρό χρονικό διάστημα, το οποίο, υπό τις ιδιαίτερες συνθήκες, που συντρέχουν σε κάθε περίπτωση, υπερβαίνει τα κατά την κρίση του αρμοδίου δικαστηρίου εύλογα όρια, αποτελούν νομικό και οικονομικό βάρος της ιδιοκτησίας, το οποίο είναι αντίθετο προς την συνταγματική προστασία της. Επομένως, στις περιπτώσεις αυτές, όπως και στις περιπτώσεις ρυμοτομικού βάρους, το οποίο συνεπάγεται ο χαρακτηρισμός ακινήτου ως χώρου κοινωφελών χρήσεων, ανακύπτει υποχρέωση της Διοικήσεως να άρει την αναγκαστική απαλλοτρίωση ή το ρυμοτομικό βάρος (βλ. ΣτΕ 1806/2016, 4491/ 2015, 4429/2010 κ.ά.). 4. Επειδή, όπως έχει παγίως κριθεί, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 1-3, 3 παρ. 6, 5 παρ. 2 του ν. 1337/1983 (Α 33), όπως αυτές κωδικοποιήθηκαν στα άρθρα 38 παρ. 1-3, 39 παρ. 6, και 41 παρ. 2 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (Κ.Β.Π.Ν.), που εγκρίθηκε με το π.δ. της 14/27.7.1999 (Δ 580), το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ.) αποτελεί τη γενική πρόταση πολεοδομικής οργάνωσης των πολεοδομικών ενοτήτων, η οποία διατυπώνεται μετά από εκτίμηση των οικιστικών αναγκών και των 2 / 6
προβλεπομένων επιπτώσεων των πολεοδομικών ρυθμίσεων στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και τους γενικότερους αναπτυξιακούς στόχους της περιοχής (ΣτΕ 1246/2016 7μ., 93/2016, 4080/2015, 4450/2012, βλ. ΠΕ 235/2006κ.ά.). Ενόψει των ανωτέρω, το Γ.Π.Σ. περιέχει, καταρχήν, γενικούς ορισμούς και κατευθύνσεις, που συνιστούν στρατηγικό πολεοδομικό σχεδιασμό, ο οποίος περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, στοιχεία δημογραφικά, οικονομικά, κοινωφελών εξυπηρετήσεων και συγκοινωνιακά, με μακροπρόθεσμες εκτιμήσεις και ρυθμίσεις (βλ. ΣτΕ 1246/2016 7μ., 93/2016, 4080/2015, 4450/2012, 384/2002), και, κατ εξαίρεση, ειδικές ρυθμίσεις συνδεόμενες αρρήκτως με τα παραπάνω θέματα (βλ. ΠΕ 235/2006, ΣτΕ 4450/2012, 291/20037μ., 4005/1992 7μ. κ.λπ.). Περαιτέρω, τόσο οι γενικές κατευθύνσεις όσο και οι ειδικές ρυθμίσεις που, τυχόν, περιέχονται στο Γ.Π.Σ., το οποίο αποτελεί, κατά το σύστημα του νόμου, το πρώτο στάδιο του πολεοδομικού σχεδιασμού, είναι δεσμευτικές για την πολεοδομική μελέτη, η οποία συνιστά το δεύτερο επίπεδο σχεδιασμού (βλ. ΠΕ 235/2006, ΣτΕ 1246/2016 7μ., 93/2016, 4080/2015, 4450/2012, 2640/2009 Ολομ., 4550/2005 7μ., 2980/2005 7μ. κ.λπ.). Κατά την έννοια δε των ανωτέρω διατάξεων του ν. 1337/1983 και του Κ.Β.Π.Ν. (βλ. ΣτΕ 4080/2015, 2640/2009, 4255/2000), το Γ.Π.Σ. περιέχει α) κατευθυντήριες διατάξεις, με τις οποίες επιδιώκεται η επίτευξη ορισμένου αποτελέσματος, δεσμευτικές κατά τούτο, β) διατάξεις, επίσης δεσμευτικές, οι οποίες δεν χρειάζεται να εξειδικευτούν περαιτέρω και είναι, συνεπώς, για το λόγο αυτό, αμέσως εφαρμοστέες και γ) διατάξεις, οι οποίες χρειάζεται να εξειδικευτούν περαιτέρω, μη αμέσως δεσμευτικές, διότι ως έχουν είναι ανεπίδεκτες άμεσης εφαρμογής. Βασικό δε στοιχείο του Γ.Π.Σ. αποτελεί ο καθορισμός χρήσεων γης, από τον οποίο και εξαρτάται κατά μεγάλο ποσοστό η πολεοδομική οργάνωση και εξέλιξη της περιοχής, την οποία αφορά. Ο καθορισμός των χρήσεων γης, κατά τις διατάξεις αυτές, δεν χρειάζεται περαιτέρω εξειδίκευση και, συνεπώς, είναι δεσμευτικός, πρώτον, ως προς την έκταση στην οποία αφορά η χρήση γενικής πολεοδομικής λειτουργίας, δεύτερον, ως προς την δέσμη των ειδικών πολεοδομικών λειτουργιών της χρήσης αυτής και, τρίτον, ως προς τον χρόνο εφαρμογής του, ο οποίος συμπίπτει με την έναρξη ισχύος της εγκριτικής του Γ.Π.Σ. υπουργικής απόφασης. Τούτου έπεται, μεταξύ άλλων, αφενός ότι από την δημοσίευση της εγκριτικής του Γ.Π.Σ. υπουργικής απόφασης επιτρέπονται μόνον οι προβλεπόμενες από αυτό χρήσεις γης και αφετέρου ότι οι χρήσεις γης που θα οριστούν από την πολεοδομική μελέτη ή την τροποποίηση του τυχόν υφισταμένου σχεδίου δεν επιτρέπεται να αποκλίνουν εκείνων του Γ.Π.Σ. (ΣτΕ 1246/2016 7μ., 93/2016, 4080/2015, 4450/2012, 2640/2009, 4255/2000, 4047/1999 7μ.). Ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων, σε περίπτωση κατά την οποία το Γ.Π.Σ., κατά την διατύπωση και το όλο περιεχόμενό του, περιέχει σαφείς κατευθύνσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις για ορισμένα ακίνητα, οι οποίες δεν χρειάζονται εξειδίκευση κατά το επόμενο στάδιο του πολεοδομικού 3 / 6
σχεδιασμού, τότε τα ακίνητα αυτά απαγορεύεται ήδη από την έγκριση του Γ.Π.Σ. να διατεθούν για άλλη χρήση (ΣτΕ 1246/2016 7μ., 93/2016, 4080/2015, 4450/2012, 4429/2010, παραταθεί πέραν των κατά το Σύνταγμα ανεκτών ορίων, τότε, κατά την έννοια των διατάξεων που παρατέθηκαν στην προηγουμένη σκέψη, ανακύπτει ομοίως υποχρέωση της Διοίκησης να την άρει (ΣτΕ 4429/2010, 3062/2009). Τέτοια υποχρέωση δεν ανακύπτει, αντιθέτως, αν οι κατά τα ανωτέρω δεσμευτικές κατευθύνσεις του Γ.Π.Σ. χρειάζονται, πάντως, εξειδίκευση κατά το επόμενο στάδιο του πολεοδομικού σχεδιασμού. Τούτο ισχύει πολλώ μάλλον αν τα επίμαχα ακίνητα ευρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως. 5. Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, με την υπ αριθμ. 79714/5156/6.8.1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Δ 1341/21.12.1992) εγκρίθηκε το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ.) της πόλης της Άρτας, το οποίο ισχύει, σύμφωνα με την παρ. 3 της απόφασης αυτής, από 12.6.1989, ημέρα δημοσίευσης της υπ αριθμ. 42386/2158/16.5.1989 απόφασης του ίδιου Υπουργού (Α 380), με την οποία είχε εγκριθεί το αρχικό Γ.Π.Σ. του Δήμου Άρτας. Το εν λόγω Γ.Π.Σ. περιλαμβάνει προσδιορισμό χρήσεων γης, όπως φαίνονται στον από Νοεμβρίου 1986 χάρτη Π-1.11 υπό κλίμακα 1:5.000 και ειδικότερα προβλέπει (1.Α.β περίπτωση 18 η ) τη χωροθέτηση πολιτιστικών λειτουργιών στην περιοχή της ιστορικής γέφυρας Άρτας. Ο αιτών φέρεται ως κύριος ακινήτου, εμβαδού 2.572,47 τ.μ., κειμένου παρά την ιστορική αυτή γέφυρα του ποταμού Αράχθου, εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης, σύμφωνα δε με τα έγγραφα υπ αριθμ. 840/27.2.2006 της Διεύθυνσης ΠΕ.ΧΩ. της Περιφέρειας Ηπείρου, 2279-2813/4.10.2004 της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Ν.Α. Άρτας, 6954/27.9.1995, Π972/13.8.1997 και 10379/29.9.2004 της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου Αρταίων, το ακίνητο δύναται να οικοδομηθεί κατά τους όρους της εκτός πολεοδομικού σχεδίου δόμησης μόνο εφόσον τούτο δεν αντίκειται στις απαγορεύσεις του Γ.Π.Σ.. Με την υπ αριθμ. 538/19.7.2004 αίτησή του προς τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Ηπείρου ο αιτών ζήτησε να τροποποιηθεί το ως άνω Γ.Π.Σ. και να «αποχαρακτηριστεί» ο χώρος εκτός σχεδίου πόλης όπου βρίσκεται το ακίνητό τους «λόγω παρόδου ευλόγου χρόνου εντός του οποίου όφειλε η Διοίκηση να κηρύξει, με ιδιαίτερη πράξη, την απαλλοτρίωση του δεσμευθέντος ακινήτου και να προβεί στη συντέλεση της απαλλοτρίωσης». Μετά την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή της αίτησης, ο αιτών, με την από 20.10.2004 αίτησή του ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, ζήτησε την ακύρωση της τεκμαιρόμενης (σιωπηρής) αρνητικής απάντησης της Διοίκησης στο ως άνω αίτημά του, το οποίο εξάλλου απορρίφθηκε εν συνεχεία ρητώς με την υπ αριθμ. 4592/3.12.2004 πράξη του Τμήματος Πολεοδομικού Σχεδιασμού και Εφαρμογών της Περιφέρειας Ηπείρου. Επί του ως άνω ενδίκου βοηθήματος εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε αυτό και έγινε δεκτή 4 / 6
η πρόσθετη παρέμβαση που άσκησε ο Δήμος Αρταίων. Το δικάσαν Πρωτοδικείο, αφού θεώρησε την τελευταία αυτή πράξη ως συμπροσβαλλόμενη, έκρινε ότι στην προπεριγραφείσα ιδιοκτησία του αιτούντος δεν είχε επιβληθεί αναγκαστική απαλλοτρίωση ούτε συγκεκριμένο ρυμοτομικό βάρος (δέσμευση) για την ανέγερση ειδικού κτιρίου κοινής ωφέλειας, με το οποίο βάρος παρέχεται νόμιμη και βέβαιη δυνατότητα κήρυξης εν συνεχεία απαλλοτρίωσης, με ειδική πράξη της Διοίκησης, προς απόκτηση του ακινήτου για τον εν λόγω σκοπό, αλλά ότι πρόκειται απλώς για δεσμευτική για την Διοίκηση γενική κατεύθυνση του Γ.Π.Σ. ως προς τη χρήση μείζονος και μη επακριβώς προσδιοριζομένης κατά τα όρια περιοχής αυτού, λόγω και της μεγάλης κλίμακας υπό την οποία είναι συντεταγμένοι οι οικείοι χάρτες του Γ.Π.Σ. (1/5.000), ως χώρου πολιτιστικών λειτουργιών. Το διοικητικό πρωτοδικείο δέχθηκε, κατ ακολουθίαν, ότι τόσο τα όρια του χώρου τούτου όσο και η ακριβής χρήση εκάστου ακινήτου, το οποίο θα περιλαμβάνεται σ αυτά, θα εξειδικευθούν στο επόμενο στάδιο της πολεοδομικής μελέτης, η οποία δεν είχε κατά το χρόνο εκείνο εγκριθεί ακόμη, και ότι, εν πάση περιπτώσει, η εν λόγω χρήση δεν έχει σαφώς καθορισμένο περιεχόμενο ως προς τις ειδικές πολεοδομικές λειτουργίες που καλείται να εξυπηρετήσει, ώστε να δύναται να γίνει δεκτό στο παρόν στάδιο ότι πρόκειται πάντως για επιβολή ρυμοτομικού βάρους υπό την έννοια της δέσμευσης του ακινήτου του αιτούντος προς απόκτησή του με αναγκαστική απαλλοτρίωση για σκοπό δημόσιας ωφέλειας. 6. Επειδή, από τις ανωτέρω ρυθμίσεις του Γ.Π.Σ. της πόλης της Άρτας, όπως αυτές παρατίθενται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν προκύπτει ότι αυτό περιείχε, κατ εξαίρεση, συγκεκριμένη ειδική ρύθμιση για το ευρισκόμενο, άλλωστε, σε περιοχή εκτός σχεδίου, επίμαχο ακίνητο, η οποία να μην χρειάζεται εξειδίκευση με την έκδοση πολεοδομικής μελέτης (πρβλ ΣτΕ 4429/2010, 3062/2009). Συνεπώς, οι ως άνω παραδοχές και κρίσεις της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, με τις οποίες το δικάσαν Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι δεν είχε επιβληθεί με το εν λόγω Γ.Π.Σ. σαφώς προσδιορισμένο πολεοδομικό βάρος στο ακίνητο του αιτούντος, ώστε να ανακύπτει υποχρέωση της Διοικήσεως να το άρει μετά την πάροδο ευλόγου χρονικού διαστήματος, είναι ορθές. Τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τα οποία άλλωστε δεν πλήττονται ειδικώς οι σκέψεις της αναιρεσιβαλλομένης, πρέπει να απορριφθούν, αφού ερείδονται στην εκδοχή ότι στην επίδικη περίπτωση προβλέφθηκε με το Γ.Π.Σ., για τα ακίνητα της εν λόγω περιοχής, μόνον η ανέγερση ειδικών κτιρίων κοινωφελών σκοπών. Ο ισχυρισμός δε του αναιρεσείοντος, ότι από τα έγγραφα των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου Αρταίων, που έλαβε υπόψη και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει ότι δυνάμει της επίμαχης ρυθμίσεως του Γ.Π.Σ. ουδεμία δυνατότητα ανοικοδόμησης του ακινήτου του είχε, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού πλήττει την περί του εναντίου ανέλεγκτη εκτίμηση των στοιχείων του 5 / 6
Powered by TCPDF (www.tcpdf.org) Νόμος και Φύση φακέλου από το δικαστήριο της ουσίας. 7. Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της. 6 / 6