ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΒΡΑΙΟΙ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ Το πρώτο πράγµα που σκέφτηκα όταν ανέλαβα την ευθύνη της αποψινής παρουσίασης, ήταν να ανοίξω το προσωπικό µου αρχείο, σκαλίζοντας παλιές σηµειώσεις. Αναζητούσα µια ηµεροµηνία. Και τη βρήκα. Ήταν µέσα Ιουνίου 2005. Βρίσκοµαι σε ένα πούλµαν βετεράνων αγωνιστών της Αντίστασης που ξεκίνησε χαράµατα από την πλατεία Κάνιγγος µε προορισµό τα Βαρδούσια Όρη, στην κεντρική Στερεά Ελλάδα. Σκοπός της εκδροµής το ετήσιο µνηµόσυνο 32 ανταρτών του ΕΛΑΣ που σκοτώθηκαν πολεµώντας τους Γερµανούς στη θέση «Αγία Τριάδα», έξω από το χωριό Καλοσκοπή. Μέσα στο πούλµαν, το βλέµµα µου έπεσε σε έναν ασπροµάλλη συνταξιδιώτη, φορούσε πολύχρωµο πουκάµισο, µπεζ παντελόνι και µαύρα γυαλιά ηλίου, ήταν εξαιρετικά χαµογελαστός και µιλούσε µε τους πάντες. Όταν συστηθήκαµε, µε κάλεσε να καθίσω δίπλα του, και αµέσως µου έδειξε ένα άλµπουµ φωτογραφιών που κουβαλούσε µαζί του. Ήταν αντίγραφα παλιών ασπρόµαυρων φωτογραφιών από τα χρόνια της Κατοχής και οι περισσότερες έδειχναν τον ίδιο, ως αντάρτη µε µια εντυπωσιακή γενειάδα, ανάµεσα σε άλλους συµπολεµιστές του µε εξίσου εντυπωσιακές γενειάδες. Έπειτα µου έδειξε ένα εβραικό προσευχητάρι και µου είπε κάποια λόγια που δεν θα τα ξεχάσω ποτέ: «Ελπίζω να µε αφήσουν να διαβάσω µια προσευχή εκεί που θα πάµε. Ξέρεις, στον οµαδικό τάφο είναι και τρεις αντάρτες, Εβραίοι, όπως και εγώ». Όταν φτάσαµε στο µνηµείο, φυλλοµέτρησα µε το βλέµµα την πλάκα µε τα ονόµατα και τους τόπους καταγωγής των 32 πεσόντων πολεµιστών. Εντυπωσιάστηκα βλέποντας να παρελαύνει µπροστά µου κάθε γωνιά της Ελλάδας: Τα χωριά της κεντρικής Στερεάς, την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, την Καστοριά, την Πάτρα, την Πρέβεζα, την Κρήτη, την Ρόδο, την Κάσο, υπήρχαν ακόµα και δυο Σοβιετικοί στρατιώτες που είχαν δραπετεύσει από τους Γερµανούς και είχαν προσχωρήσει στους Έλληνες αντάρτες. Στο µυαλό µου, αυτός ο σεµνός τύµβος, θαµµένος σε ένα σκιερό ξέφωτο που ξεπροβάλλει γλυκά από τα ελατοδάση των Βαρδουσίων, δεν ήταν ένα οποιοδήποτε µνηµείο πεσόντων. Ήταν ο τάφος µιας οικογένειας. Ήταν το κοιµητήριο 32 αδελφών απο διαφορετικές µητέρες και διαφορετικούς πατέρες, που γνωρίστηκαν στα µαύρα χρόνια της φασιστικής κατοχής στα τραχιά βουνά της Ρούµελης, όπου βρέθηκαν να πολεµούν έναν πάνοπλο και σιδερόφραχτο εχθρό. Να µοιράζονται το ψωµί, την κουβέρτα, τις λιγοστές τους σφαίρες και τέλος το ίδιο κοιµητήριο. Παιδιά διαφορετικών τόπων, διαφορετικών αντιλήψεων, διαφορετικών επαγγελµάτων, διαφορετικών θρησκειών, ενωµένα στον 1
κοινό αγώνα και για πάντα, στον κοινό θάνατο. Το απόγευµα, στην ταβέρνα του χωριού άκουσα τον αδελφό ενός από τους πεσόντες, να µου λέει πως το πρώτο µνηµόσυνο έγινε µόλις το 1964, όταν άρχισαν σιγά-σιγά να αίρονται οι απαγορεύσεις του Εµφυλίου Πολέµου. Ο µητροπολίτης Άµφισσας που κλήθηκε να κάνει την επιµνηµόσυνη δέηση, αρνήθηκε λέγοντας «εγώ κοµµουνιστές δε διαβάζω». Όσα είδα και άκουσα εκείνη την ηµέρα, µε γέµισαν µε δέος, µπερδεµένο µε οργή και µελαγχολία. Μελαγχολία γιατί τα ονόµατα των τριών Εβραίων µαχητών, όπως και πολλών άλλων, συµπολεµιστών τους ήταν λειψά. Το µυαλό µου ταξίδεψε στα χιλιάδες κόκκαλα που ακόµα ασπρίζουν άταφα στις βουνοκορφές και τα δάση αυτής της χώρας. Ο Εβραίος συνταξιδιώτης µου, µε το προσευχητάρι, µου χαρίζει ένα µικρό χαρτάκι µε τα στοιχεία των τριών πεσόντων οµοθρήσκων του: Ροβέρτος Μητράνι από τις Σέρρες, αβίδ Ρούσο από την Πρέβεζα, αβίδ Κοέν από την Αθήνα, 23, 19 και 17 ετών αντίστοιχα. Και οι τρεις υπηρετούσαν στον 1 ο Λόχο του ένδοξου 5 ου Τάγµατος Παρνασσίδας του ΕΛΑΣ, όπως και ο ίδιος, όπως και όλοι οι ηρωικοί νεκροί που είχαµε πάει να τιµήσουµε. εν ήταν τυπικές περιπτώσεις θυµάτων του εβραϊσµού στον Β Παγκοσµίο Πόλεµο. εν έχασαν τη ζωή τους παγιδευµένοι και αβοήθητοι στα κρεµατόρια, αλλά πέφτοντας µε το όπλο στο χέρι πολεµώντας το σύστηµα που τα δηµιούργησε. Ξανακοιτάζω τις σηµειώσεις µου και βρίσκω το χαρτάκι µε τα ονόµατά τους. ιαπιστώνω πως το είχα κρατήσει µε την αθώα σκέψη πως, κάποτε και για κάποιο λόγο, θα µου χρειαζόταν. Αυτός ήταν ο Λουί Κοέν. Και ο σπόρος που άθελά του, φύτεψε µέσα µου σε εκείνο το ταξίδι, πριν 8 περίπου χρόνια, βλάστησε στον χώρο που βρισκόµαστε απόψε. Θα µου επιτρέψετε να αφιερώσω αυτό το κείµενο στη µνήµη του. ιεθνώς, το θέµα της αντίστασης των Εβραίων στον Β Παγκόσµιο Πόλεµο έχει παράξει µια ογκωδέστατη βιβλιογραφία και ατέλειωτους κύκλους ακαδηµαϊκών και δηµόσιων συζητήσεων. Αρκεί µια πρόχειρη έρευνα στο διαδίκτυο για να διαπιστωθεί ο πλούτος των προσεγγίσεων, από απλές περιγραφές µέχρι σύνθετες έρευνες. Ιστορικά και εννοιολογικά, ο όρος «Εβραϊκή Αντίσταση» περιλαµβάνει ένα πλήθος µορφών αντίστασης που ξεκινά από τη διατήρηση των εβραϊκών ηθών στα γκέττο και στα στρατόπεδα («πνευµατική αντίσταση»), επεκτείνεται σε πράξεις αλληλεγγύης και συµπαράστασης προς τους διωκόµενους, και φτάνει σε οργανωµένες πρωτοβουλίες (δίκτυα πληροφοριών και διάσωσης) µέχρι την ένοπλη αντίσταση και την ανοιχτή εξέγερση (Γκέττο Βαρσοβίας, Άουσβιτς, Σοµπιµπόρ). Τα 2
τελευταία χρόνια, οι σχετικές έρευνες µετατοπίζονται σε περισσότερο κοινωνικές αναζητήσεις. Σε ό,τι αφορά την αντίσταση, ενδιαφέρουν πλέον οι διαδικασίες κάτω από τις οποίες η αντίδραση κατά των Ναζί αποκτούσε συλλογικές εκφράσεις, και κυρίως τα σηµεία επαφής ανάµεσα σε µια συνολική κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση που βιώνεται σε όλες τις κατεχόµενες χώρες και τις οµάδες πληθυσµού που βρέθηκαν παγιδευµένες, µε πρώτους τους Εβραίους. Στο στόχαστρο της ιστορικής ανάλυσης του σήµερα, µπαίνουν πλέον οι Εβραίοι που παίρνουν τα όπλα, που πραγµατοποιούν βοµβιστικές ενέργειες εναντίον γερµανικών στόχων, που µαζικά και συστηµατικά περνούν στην παρανοµία ή προσχωρούν στους αντάρτικους στρατούς. Εκεί θα εκφραστεί ένα ξεχωριστό ιδεολογικό µίγµα ατοµικής εκδίκησης και συλλογικής αντίστασης. Η σχέση της Αντίστασης και των διωκόµενων εβραϊκών πληθυσµών είναι περίπλοκα συµβιωτική, ενώ το ζήτηµα µιας διακριτής «Εβραϊκής Αντίστασης» απασχολεί µέχρι σήµερα τους ιστορικούς προκαλώντας διχασµό ανάµεσα σε όσους επιχειρούν να εντοπίσουν αµιγώς εβραϊκές µορφές κινητοποίησης και όσους ισχυρίζονται πως η αντίσταση των Εβραίων στους Ναζί ήταν κατά µείζονα λόγο ενσωµατωµένη στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνηµα της κάθε χώρας, χωρίς σηµείο αναφοράς σε οποιαδήποτε «εβραϊκότητα». Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη µέση: Στην Αντίσταση, οι Εβραίοι δεν συµπεριφέρθηκαν διαφορετικά από τους υπόλοιπους Γάλλους, Βέλγους, Ολλανδούς, Έλληνες. Οι αγωνιστικές συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκαν, αναζωογόνησαν ωστόσο τη συνείδηση και τη θέλησή τους να ανήκουν σε έναν λαό, θέτοντας τις βάσεις αναγέννησης µιας εθνικής ταυτότητας που κρυσταλλώθηκε µεταπολεµικά στη δηµιουργία του Ισραήλ. Εν τέλει, ακόµα κι αν δεν είµαστε σε θέση να την ποσοτικοποιήσουµε, η πολύµορφη αντίδραση των Εβραίων στον ναζιστικό όλεθρο δεν ήταν ούτε αµελητέα ούτε αποκοµµένη από τις κοινωνικές µετατοπίσεις και τα ιδεολογικά προτάγµατα που έφερε η εµπειρία του Πολέµου και της ναζιστικής Κατοχής στην Ευρώπη. Σηµατοδοτεί το τελευταίο ανάχωµα της ατοµικής και συλλογικής αξιοπρέπειας µπροστά στην απόλυτη καταστροφή αλλά και µια συλλογική στάση που βρίσκεται σε ανοιχτή συνοµιλία µε το ευρύτερο τοπικό και εθνικό περιβάλλον. Μιλώντας για την ελληνική περίπτωση, οφείλουµε να παραδεχτούµε (και όχι µόνο για να δικαιολογήσουµε τις ελλείψεις και τα λάθη µας) πως η συµµετοχή των Ελλήνων Εβραίων στην Εθνική Αντίσταση είναι ένα ιδιαίτερα περίπλοκο ιστορικό θέµα. Μας διέφευγε για χρόνια, καθώς παρέµενε καλά κρυµµένο πίσω από τεράστιες 3
ερευνητικές δυσκολίες και µια έλλειψη έγκυρων και αποτελεσµατικών πληροφοριών τεκµηρίων που έµοιαζε µε την πρώτη µατιά απογοητευτική. Ως ιστορικοί, είµαστε εκπαιδευµένοι να δεχόµαστε ως αδιαµφισβήτητα µόνο εκείνα τα γεγονότα, τα οποία έχουν αφήσει έστω ελάχιστα γραπτά ίχνη στο παρόν: Ηµερολόγια, αναφορές, έγγραφα, εφηµερίδες, αποµνηµονεύµατα, ακόµα και σκόρπιες σηµειώσεις. Η σωστή ιστορική έρευνα οφείλει ωστόσο να προχωρά παραπέρα από µια απλή αποδελτίωση. Είµαστε υποχρεωµένοι να σκεφτόµαστε δηµιουργικά, ώστε να καλύπτουµε τα κενά ιστορικής γνώσης µε την προσωπική µας ενσυναίσθηση. Η φαντασία, το ένστικτο και η διαίσθησή µας, είναι το υλικό που συγκολλά σκόρπιες και αποσπασµατικές αφηγήσεις. Όπως σε κάθε έρευνα για τα µεγάλα γεγονότα του Πολέµου, τα οποία έχουν κωδικοποιηθεί στο ερευνητικό σύµπαν ως «Ολοκαύτωµα», «ιάσωση» και «Αντίσταση», η αρχή βρίσκεται στις εξοµολογήσεις των επιζώντων. Αυτές στάθηκαν εξάλλου το αρχικό ερέθισµα, η αρχή του νήµατος της συλλογής πληροφοριών, το ψυχικό περιεχόµενο που θα γέµιζε τα µεγάλα άδεια δοχεία της συλλογικής και ατοµικής απώθησης ή της λήθης. Αυτές ήταν που τελικά θα έδιναν µορφή και σχήµα στην προσπάθειά µας. Με αυτόν τον τρόπο δουλέψαµε επί περίπου πέντε χρόνια. Τόσα χρειάστηκαν ώσπου να παραδοθεί τον περασµένο Απρίλιο στο κοινό, η έκθεση «Συναγωνιστής. Έλληνες Εβραίοι στην Εθνική Αντίσταση». Αφετηρία, βάση και έµπνευση αποτέλεσαν 25 µαρτυρίες Εβραίων µαχητών της Αντίστασης, από κάθε κοινότητα της χώρας, που συλλέξαµε µε αρκετό κόπο και µεγάλη φροντίδα και βρίσκονται σήµερα στο Αρχείο Προφορικής Ιστορίας του Μουσείου, υλικό σπάνιο και πολύτιµο για κάθε ιστορικό ερευνητή. εν ήταν απλή διαδικασία. Η αδιαµεσολάβητη επαφή µε ανθρώπους, οι οποίοι ξεδίπλωναν µπροστά σε µαγνητόφωνα και κάµερες, κοµµάτια της ψυχής τους, ήταν από κάθε άποψη, αποκαλυπτική. Οι ερωτήσεις µας τους πήγαιναν σε σκοτεινές περιοχές της µνήµης τους, οι απαντήσεις τους τροφοδοτούσαν τους προβληµατισµούς και τις βεβαιότητές µας. Μας άνοιγαν τα µάτια σε έναν κόσµο που έµοιαζε ιδανικός. Οι διωγµένοι από τους Γερµανούς που είτε άρπαζαν το χέρι βοήθειας που τους πρόσφερε η Αντίσταση, είτε ζήτησαν οι ίδιοι διέξοδο από τον όλεθρο, εντάχθηκαν σε έναν κόσµο που τους δέχτηκε και τους προσέφερε την επιλογή του αγώνα. Εδώ προκύπτουν πιο σύνθετα προβλήµατα, που αφορούν τη µεθοδολογική προσέγγιση του θέµατος, και τους πολυεπίπεδους ερµηνευτικούς προβληµατισµούς, που προέκυπταν από τη σύνδεση των γεγονότων µε την ιστορική τους διάσταση. 4
Όπως σηµειώνει και η Οντέτ Βαρών-Βασάρ, ο διωγµός, το Ολοκαύτωµα και οι εξαιρέσεις του, όπως η αντίσταση, δεν ήταν υποθέσεις που αφορούν την «εθνική» ιστορία (συµπεριλαµβανοµένης της ελληνικής), ούτε έχουν περάσει στην κοινή συνείδηση ως τέτοια. Ως θέµατα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, το Ολοκαύτωµα και η Εθνική Αντίσταση (και ειδικότερα η αντίσταση των ελληνικών βουνών το αντάρτικο) µοιάζουν σε πολλά. Είναι κόσµοι χαµένοι στη λήθη, την απώθηση, την αποσιώπηση. Σελίδες της ιστορίας σκισµένες, τις οποίες προσπαθούµε σήµερα να αποκαταστήσουµε, κυρίως µέσα από τις θραυσµατικές µνήµες όσων επέζησαν. Κανείς δε µπορεί να ισχυριστεί ότι αντιλαµβάνεται εκείνη την εποχή αν δεν παραδεχτεί τις συλλογικές κατευθύνσεις στις ψυχικές ροπές και την συµπεριφορά των ανθρώπων. Σε έναν ναζιστικό κόσµο µίσους, που καλλιεργούσε το µίσος και τον ρατσισµό, η Αντίσταση πλειοδοτούσε µε το µαγικό σύνθηµα της αλληλεγγύης και της ενσωµάτωσης. Τα µαζικά κηρύγµατα προστασίας των Εβραίων που δηµοσίευαν οι αντιστασιακές εφηµερίδες, ήταν ένα βήµα παραπάνω από µια ατοµική αλληλεγγύη, βασισµένη σε ανθρωπιστικά ιδεώδη. Ήταν ένα σπάνιο είδος αγωνιστικής συνύπαρξης η οποία εµφανίζεται σε ειδικές ιστορικές συνθήκες διαπλέκοντας τα ηθικά αποθέµατα των ανθρώπων µε την αίσθηση του καθήκοντος και της συντροφικότητας. Όταν ήρθε η στιγµή να βαφτίσουµε το εγχείρηµά µας, συµφωνήσαµε σχεδόν αυτόµατα στην προσφώνηση που κωδικοποιούσε αυτές τις έννοιες: «Συναγωνιστής». Πίσω από τους αριθµούς και τα γεγονότα κρύβονται υπάρχουν αληθινοί άνθρωποι, µε πρόσωπο και φωνή. Είναι οι «αφανείς» που έρχονται στο προσκήνιο, όσοι δεν καταγράφονται στα επίσηµα αρχεία και δεν αποτελούν µέρος της θεσµικής µνήµης. Ήρθαµε πρόσωπο µε πρόσωπο µε ανθρώπους που δεν είχαν ποτέ πρόσβαση σε δοµές εξουσίας, δεν είχαν δυνατότητα γραφής ή έκφρασης ή δεν τους ζητήθηκε ποτέ να µαρτυρήσουν τη ζωή τους, ως εκ τούτου δεν απασχόλησαν ποτέ την επίσηµη ιστοριογραφία. Η έκθεση αλλά και το ντοκυµαντέρ το οποίο τη συνοδεύει και το οποίο παρουσιάζουµε σήµερα, επικοινωνούν κυρίως µε το πνεύµα δύο βιβλίων τα οποία επιχείρησαν να διασώσουν σαν άλλη κιβωτός του Νώε σκόρπιες ανθρώπινες ιστορίες γύρω από την Αντίσταση των Εβραίων, ιστορίες που έµεναν µοιραία υποφωτισµένες στο πέλαγος των αφηγήσεων για την Κατοχή και της τεράστιας δεξαµενής πληροφοριών για τον Β Παγκόσµιο Πόλεµο και το Ολοκαύτωµα: Το βιβλίο του Μιχαήλ Μάτσα, The Illusion of Safety και το βιβλίο του Steven Bowman, 5
Jewish Resistance in Occupied Greece που εκδόθηκε το 2006 στα αγγλικά και µεταφράστηκε πέρυσι (2012) στα ελληνικά από το ΚΙΣ µε τον τίτλο «Η Αντίσταση των Εβραίων στην Κατοχική Ελλάδα». Και οι δύο εκδόσεις ξεχωρίζουν, επειδή αποτελούν τις σηµαντικότερες προσπάθειες ονοµαστικής καταγραφής των Εβραίων που εντάχθηκαν στην ελληνική Αντίσταση. Μια υπόθεση δύσκολη για πολλούς λόγους. Οι περισσότεροι δεν παρουσιάζονταν ως Εβραίοι και υπηρέτησαν στις διάφορες µάχιµες µονάδες µε πολεµικά ψευδώνυµα, που τις περισσότερες φορές δεν πρόδιδαν την εβραϊκή τους καταγωγή, ενώ τα τεκµήρια της Αντίστασης όσα υπάρχουν δεν περιλαµβάνουν ονοµαστικές καταστάσεις ή προσωπικά στοιχεία. Η ανάγκη συνοµωτικότητας και αργότερα η λήθη, η αποσιώπηση, οι διώξεις του Εµφυλίου έθαψαν χιλιάδες προσωπικές διαδροµές, αναγκάζοντας την έρευνα να ξεκινά τις περισσότερες φορές από το µηδέν. Μείναµε πιστοί στην ανάγκη να αναφερόµαστε σταθερά σε ανθρώπους µε ονοµατεπώνυµα, γι αυτό και καταβάλαµε κάθε δυνατή προσπάθεια να συγκεντρώσουµε κάθε όνοµα και κάθε προσωπική ιστορία. Επιδίωξή µας ήταν να συγκεράσουµε και τις δύο κατευθύνσεις ιστορικής ερευνητικής πειθαρχίας: να κεντήσουµε όχι µόνο την ιστορία πάνω στα πρόσωπα, αλλά και τα πρόσωπα πάνω στην ιστορία. Θεωρούµε πως το ντοκυµαντέρ που θα παρακολουθήσετε ανταποκρίνεται και µε το παραπάνω σε αυτό το στόχο. Είναι ένα ψηφιδωτό αφηγήσεων που ακολουθούν µε τη µέγιστη δυνατή ζωντάνια τη δύσκολη και γοητευτική διαδροµή των Εβραίων πολεµιστών, από το σκοτάδι της Κατοχής και το σκίρτηµα της Αντίστασης την απόδραση από τα γκέττο, την έξοδο στο βουνό, τις σκληρές µάχες που οι περισσότεροι έδωσαν, ως αντάρτες, εναντίον των κατοχικών στρατευµάτων. Με τον απαράµιλλο τρόπο της κινούµενης εικόνας, ο «Συναγωνιστής» συρράπτει εξοµολογήσεις ανθρώπων που δεν βρέθηκαν ποτέ µαζί, ωστόσο συνοµίλησαν και θα συνοµιλούν πάντοτε ως «συναγωνιστές». Αν η έκθεση ανταποκρίνεται στο καθήκον, τη βαθιά υποχρέωση και την ειλικρινή επιθυµία να τιµηθούν όλοι όσοι διέφυγαν το Ολοκαύτωµα και πολέµησαν τους Ναζί στο πλευρό χιλιάδων Χριστιανών συµπατριωτών τους, τότε αυτό το ντοκυµαντέρ είναι µια κιβωτός µέσα στην οποία διασώσαµε τις φωνές τους, τις χειρονοµίες, τη έκφραση του προσώπου τους, το ίδιο πάθος µε το οποίο έκαναν αυτό για το οποίο τους τιµάµε σήµερα. Ιάσονας Χανδρινός, ΕΜΕ, 2013 6