Η πολύ λαίμαργη μπουλτόζα που έφαγε τον Ακάμα Κατάπιε όλα τα φύτα Και έχει μείνει ερημια Δεν νομίζω τώρα ποιά Πώς τον γλιτώνει τον καύγα Ήρθαν οι δασονόμοι με τα Όπλα και τα σπαθιά Τρέχει τώρα να ξεφύγει Με 100 χιλιόμετρα Μα κάτι σκέφτεικε δέντρα λουλούδια και άλλα πολλά. Στην θέσει τους να μπουν ξανά Συγνώμη ζήτησε από όλλους η μπουλτόζα η μικρή τη τυμωρία δεν την γλυτόνει την έχει βάψει και ας μετανιώνει το πάρκο θα το καθαρίζει για ένα χρόνο θα σκουπίζει! Η πονηρί η μπουλτόζα η μικρή. Σκέφτεικε να τους μαρσάρει απ το δρόμο Νίκος Χρυσοστόμου να τους βγάλει να τους πάρει σε άλλη πόλη μακριά και μόνη. Είπε να επανορθώσει τη ζημιά της να πληρώσει
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα Κατάπιε όλα τα φυτά όλα τα δέντρα όλα τα ζώα όλα τα ερπετά και όλα τα σαλιγκάρια Και πράγμα που δεν πρέπει, Δεν άφησε ούτε φίδι Δεν άφησε ούτε σαύρα Και έμεινε με μιας στη μέση μια μεγάλης ερημιάς!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! «τα χα όλα είπε μια και έξω Ώρα τώρα να χωνέψω τα μανιτάρια και τα σαλιγκάρια.τα κακόμοιρα» Είδαν τότε να ρχονται από μακριά έξι εφτά οχτώ ΔΑΣΟΝΌΜΟΙ «φοβήθηκα» «αχ! Σκέφτηκε τι συμφορά» Έρχονται να με καταστρέψουν να με κάνουν μικρά κομματάκια από σίδερο και βίδες. Τι τις ήθελα τις τρέλες; Τι τρομάρα Τι φόβος. Αχ μανούλα μου γλυκιά μανούλα! τι να κάνει τι? Ούτε πράσινο ούτε ζώα να τρέχουν από εδώ και από εκεί. Ούτε πέτρες υπάρχουν για να κρυφτώ.. «Αχ φώναξε τι φρίκη..έφαγα τον Ακάμα που με έκρυβε. Ήταν μεγάλο κρίμα να φάω το τελευταίο φυτό. Δεν υπάρχει άλλη λύση! Προτού με κάνουν λιώμα πρέπει αυτή η ερημιά να ξαναπλημμυρίσει» Είπε η μπουλντόζα και άνοιξε τις δαγκάνες της και βγήκε ότι έφαγε δηλαδή όλο τον Ακάμα!! Έκανε η μπουλντόζα ένα μακρινό ταξίδι στη φύση του Ακάμα!! Όμως δεν μετάνιωσε που έκανε τον Ακάμα όπως πριν γιατί είχε παντού χώρο να κρυφτεί..και επίσης τους έβλεπε όλους χαρούμενους! Και από τότε έμαθε το σωστό και το λάθος Αγάπη κουμή.στ2
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα Μια μπουλτόζα μεγάλη και χοντρή, ήταν στον Ακάμα και τριγιρνούσε πέρα κει. Απ τη λεμαργία της την πολή έφαγε την άμμο, τις πέτρες, τα φυτά, όλα τ άγρια τα ζώα και τα δρομάκια τα στενά. Δεν είχε αφήσει τίποτα ούτε κουκίδα άμμου και έμεινε μονάχη της στην ερημιά. «Τα χαψα όλα είπε όρα τώρα να χωνέψω» Είδε τότε από μακριά να ρχονται με κατσαβίδια «Αχ τι συμφoρά- σκέφτηκε. Έρχονται να με σκοτώσουν. Αχ τι τρομάρα τι τρεμούλα, αχ μανούλα μου γλυκειά Δεν υπάρχει άλη λύση, πρωτού με κάνουν λιώμα πρέπει να ξανά ανθίσει» Άνοιξε το στώμα της το μεγάλο και πλατή και τα βγαλε όλα έξω. Την άμμο, τα δέντρα, τα φυτά, όλα τα άγρια ζώα και τα δρομάκια τα στενά Έτρεξε και κρύφτηκε πίσω απ τα δέντρα και τις πέτρες και από τότε τρώει ένα, ένα τα πετράκια! και σφιριά δύο δασοφύλακες Δήμητρα Γεωργίου
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα Η μπουλντόζα έφαγε όλα τα δέντρα όλα τα φυτά όλους τους θάμνους όλα τα μαζιά όλες τις πέτρες. Εφαγε με φόρα τους τουρίστες τα αυτοκίνητα τους τα τρόφιμα τους την αστυνομία τους κι έμεινε με μιας στη μέση μαζί μιας μεγάλης ερημιάς. Τα φαγε όλα με μια χαψιά ήρθε η θήρα και την κυνηγούσε, δεν εύρισκε τόπο να κρυφτεί ώσπου σκέφτηκε να τα ξεράσει όλα για να γλιτώσει. Από την καταδίωξη της άρχισε να βγάζει τα δέντρα, τα φυτά, τα μαζιά τις πέτρες και τους τουρίστες και από τότε της κόπηκε η όρεξη της. Μάριος Παναγή
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα. Κατάπιε όλα τα φυτά, τους θάμνους και τα δέντρα έφαγε όλους τους λαγούς τις πέρδικες τα αγρέλλια. Ρούφηξε τις πεδιάδες,τα δάση,τα βουνά, τις χελώνες, τους σαλίγκαρους και όλα τα πουλιά. Ήρθανε οι δασονόμοι απο το τμήμα δασών, βγήκαν πάνω στην μπουλντόζα να τη χαλάσουν στο λεπτό. Αχ τι τρέμουλα, τι φόβος παίρνω φόρα στο λεπτό και αρχίζω απο την αρχή και τα στήνω όλα όπως πριν. Έφαγε με μιας τα αγριοκάτσικα, τους πεύκους και όλους τους βοσκούς. Με βουλιμία άρχισε να τρώει τις εκκλησιές, Τα δέντρα, τους θάμνους, τα πεύκα τα βουνά έβαλα πίσω τα αγριοκάτσικα, τις πέρδικες τους σαλίγκαρους και όλα τα πουλιά. και στη στιγμή δεν άφησε ούτε τις τερατσιές. Στα γρήγορα έχτισα ξανά τις εκκλησιές Ωχ! Τα έφαγα όλα, ώρα να τα χωνέψω... μέχρι και που φύτεψα ξανά τις τερατσιές. αχ, ποιοι είναι αυτοί που έρχονται μεγάλη συμφορά κρατάνε κατσαβίδια, ψαλίδια Και απο τότε έβαλα μυαλό και κάνω μόνο ότι είναι το σωστό!!!! και κλειδιά, αχ μανούλα μου γλυκειά. Μαρίνα Αργυροπούλου Στ 2
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα. Ήταν μια Λαίμαργη μπουλτόζα, από πολύ μακριά. Ήρθε στον Ακάμα και έκανε τα πάντα μια χαψιά. Έβγαλε τα πάντα, όλα! Τότε η λαιμαργία της κόπηκε και στους άλους ανθρώπους υποσχέθηκε κλαδάκι δεν θα πειράξει Έφαγε τα πάντα, τα δέντρα, τα φυτά, τις χελώνες, τα ελάφια ούτε τα ελάφια,τις χελώνες μα μόνο τα σκουπίδια που αφήνουν οι ανθρώποι! ξερίζωσε τα πάντα. Όμως ακούγεται μια φωνή οργισμένη άπο κοντά «αχ αυτή η μπουλτόζα Βαλέρια Λοϊζου κατάπιε την κυρία Ρόζα!» Που να κρυφτεί τι να κάνει αφού ούτε ένα κλαδί δεν άφησε χάμω για να κρυφτέι! Όλα, ΟΛΑ θα τα βγάλω όλα κάθε χορταράκι, κάθε κλαδί, να πάει εκεί που ανήκει.
Η πολύ λαίμαργη μπουλντόζα που έφαγε τον Ακάμα. Η πολύ λαίμαργη μπουλτόζα, ξεκίνησε για βόλτα στον Ακάμα. Στο δρόμο σαν επήγαινε την Παναγία μου! είπεθα με διαλύσουν και βίδα δε θα μου αφήσουν. Τι τις ήθελα τις τρέλες. έπιασε η τρέλα Τι τρομάρα! Τι τρεμούλα! και άρχισε να σκάβει εδώ να σκάβει εκεί τρύπες πολλές να βγάζει, τα δέντρα τα εξερίζωνε και τα βουνά εμάσαν, γίδια, λαγοί ετρέχανε περδίκια επετούσαν, Αχ μανούλα μου, γλυκιά μανούλα! Τι να κάνει, τι. Μήτε βουνό μήτε ποτάμι μήτε δέντρο να κρυφτεί Αχ-φώναξε-τι φρίκη τι καταστροφή! Δεν άφησα τίποτα, ούτε δεντράκι να κρυφτώ. δεν είχαν πια που να κρυφτούν αφου η τρελή μπουλτόζα, Νικολάου Χαράλαμπος τα είχε κάνει όλα μια έρημο. Κάποια στιγμή είδε να έρχονται κατα πάνω της πάρα πολύς κόσμος με όπλα και τρακτέρ.