Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡΙΘ. 4 Θδ/βπ/160101 Αθήνα,25/1/2001 Προς Τα Εργατικά Κέντρα και Τις Οµοσπονδίες δύναµης Γ.Σ.Ε.Ε. Θέµα: Ανάλυση Νόµου 2874/2000 Συνάδελφοι, Οι νοµοθετικές ρυθµίσεις για τις εργασιακές σχέσεις και οι επικείµενες για το Ασφαλιστικό απαιτούν από το συνδικαλιστικό µας κίνηµα, κατάσταση πλήρους ετοιµότητας, κατάλληλη προετοιµασία και αγωνιστική προοπτική. Ειδικότερα για τις εργασιακές σχέσεις, τώρα που µε την ψήφιση του νόµου 2874 του 2000 ολοκληρώθηκε µία ενότητα αγώνα και δράσης µας, µπορούµε χωρίς τυµπανοκρουσίες να ισχυριστούµε ότι η πλάστιγγα έγειρε προς το µέρος µας. Αυτό βέβαια αφορά στην τελική διαµόρφωση των διατάξεων του νόµου, που θέτει θεσµικό νοµικό πλαίσιο εργασιακών σχέσεων, γιατί στην πράξη, στους χώρους δουλειάς, γνωρίζουµε όλοι ότι µόνο µέσα από την καθηµερινή και συνεχή πάλη των συνδικάτων και τη συσπείρωση των εργαζοµένων, θα προωθήσουµε δυναµικά τις θέσεις µας. εδοµένου ότι για την αποτελεσµατική διεκδίκηση των θέσεών µας είναι στην εποχή µας απαραίτητη η γνώση, πέραν του νόµου 2874 της 29/12/2000, που ήδη σας έχουµε στείλει, η νοµική µας Υπηρεσία επεξεργάσθηκε και σας γνωστοποιούµε ανάλυση του περιεχοµένου του νόµου, µε έµφαση σε άρθρα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Με συναδελφικούς χαιρετισµούς Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ Ο ΓΕΝ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΧΡ.ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΣ Γ.ΜΑΝΩΛΗΣ
2 Ι. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2874/29-12-00 ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ Ο Νόµος 2874/2000 αποτελείται από πέντε Κεφάλαια και 37 άρθρα. Στο Κεφάλαιο Α (άρθρα 1-14) ρυθµίζονται θέµατα σχετικά µε τον τοµέα της απασχόλησης. Στο Κεφάλαιο Β (άρθρα 15-16) ρυθµίζονται θέµατα του Σώµατος Επιθεώρησης Εργασίας. Στο Κεφάλαιο Γ (άρθρα 17-20) ρυθµίζονται θέµατα των εποπτευόµενων οργανισµών του Υπουργείου Εργασίας. Στο Κεφάλαιο (άρθρα 21-30) περιλαµβάνονται ασφαλιστικές διατάξεις. Τέλος, στο Κεφάλαιο Ε (άρθρα 31-38) περιέχονται οι τελικές διατάξεις (καταργούµενες, 35ετία, ΕΚΕΠΙΣ, έναρξη ισχύος του νόµου). Με το άρθρο 1 αλλάζει η σύνθεση των Περιφερειακών Συµβουλίων µε την πρόβλεψη της συµµετοχής και εκπροσώπων του Σώµατος Επιθεωρητών Εργασίας και του ΟΑΕ. Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα στα Περιφερειακά Συµβούλια να υποβάλουν προτάσεις στον Υπουργό Εργασίας πριν την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδίου ράσης για την Απασχόληση (ΕΣ Α) για την εξειδίκευσή του στην περιοχή ευθύνης τους. Με το άρθρο 2 συνιστάται στο Υπουργείο Εργασίας Συµβούλιο Εµπειρογνωµόνων Πολιτικών Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης, ως επιτελικό συµβουλευτικό-γνωµοδοτικό όργανο, έργο του οποίου είναι η υποβολή προτάσεων για τη χάραξη κατευθύνσεων γενικής κυβερνητικής πολιτικής, η γνωµοδότηση, η µελέτη των εξελίξεων σε εθνικό, διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο κ.λ.π. Παράλληλα, δηµιουργείται στο Υπουργείο υπηρεσιακή Μονάδα Ανάλυσης και Τεκµηρίωσης, στελεχωµένη µε ειδικό επιστηµονικό προσωπικό για την επιστηµονική και διοικητική στήριξη του Συµβουλίου Εµπειρογνωµόνων. Με το άρθρο 3 συνιστάται Ειδική Υπηρεσία Συντονισµού και Παρακολούθησης ράσεων Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταµείου (ΕΚΤ), έργο της οποίας θα είναι ο συντονισµός των δράσεων του ΕΚΤ σε όλα τα Επιχειρησιακά Προγράµµατα του Γ ΚΠΣ. Με το άρθρο 4 καταργείται από 1.4.2001 η υποχρέωση του µισθωτού για παροχή υπερεργασίας πέντε (5) ωρών την εβδοµάδα, κατά την κρίση του εργοδότη, προκειµένου για επιχειρήσεις στις οποίες εφαρµόζεται συµβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών την εβδοµάδα. ιατηρούνται οι 3 ώρες «ιδιόρρυθµης υπερωριακής απασχόλησης», κατά την κρίση του εργοδότη, πέραν των 40 ωρών εργασίας την εβδοµάδα. Προσαυξάνεται η αµοιβή τόσο των νόµιµων υπερωριών, µε τις οποίες εξοµοιώνονται (ως προς την αµοιβή) οι ιδιόρρυθµες υπερωρίες, όσο και των µη νόµιµων. Με το άρθρο 5 τροποποιείται το άρθρο 3 του Ν. 2639/1998 και ορίζεται ότι στις επιχειρήσεις που εφαρµόζεται συµβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών επιτρέπεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε ετήσια βάση είτε µε επιχειρησιακές συλλογικές συµβάσεις (ε.σ.σ.ε.), είτε µε συµφωνία εργοδότη και επιχειρησιακού σωµατείου είτε µε συµφωνία εργοδότη και συµβουλίου εργαζοµένων, είτε µε συµφωνία εργοδότη και ένωσης προσώπων (άρθρο 1 παρ. 3 Ν. 1264/1982),αρκεί η ένωση προσώπων να έχει συσταθεί από 5
3 τουλάχιστον εργαζοµένους σε επιχείρηση που απασχολεί τουλάχιστον 20. Σε περίπτωση απουσίας των παραπάνω οργάνων, η διευθέτηση µπορεί να συµφωνηθεί µεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωµατείου ή οµοσπονδίας, ενώ σε περίπτωση διαφωνίας δηµιουργείται συλλογική διαφορά που µπορεί να παραπέµπεται από τον ενδιαφερόµενο στον Ο.Μ.Ε.. Οι «ελαστικές» ώρες εργασίας είναι 138 ετησίως και κατανέµονται µε αυξηµένο αριθµό ωρών σε συγκεκριµένες περιόδους, µε αντίστοιχη µείωση σε άλλα χρονικά διαστήµατα εντός του ιδίου έτους. Στην περίπτωση της διευθέτησης, ο ανώτατος µέσος όρος των ωρών εβδοµαδιαίας εργασίας ετησίως (περίοδος αναφοράς) είναι οι τριάντα οκτώ (38) ώρες. Με το άρθρο 6 µειώνονται από 1.4.2001 οι υπέρ του κλάδου κύριας σύνταξης του ΙΚΑ εργοδοτικές εισφορές για τους µισθωτούς πλήρους απασχόλησης που αµείβονται µε µηνιαίες αποδοχές µη υπερβαίνουσες τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχµές, µη συνυπολογιζοµένων των αµοιβών για υπερωρίες, ή µε αντίστοιχα ηµεροµίσθια. Η µείωση αυτή εφαρµόζεται από 1/4/2001 έως 31/12/2003, υπολογίζεται στις εµπρόθεσµα καταβαλλόµενες εισφορές και χρηµατοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισµό. Με το άρθρο 7 προσαυξάνονται κατά 7,5% οι αποδοχές των µερικά απασχολούµενων που εργάζονται για λιγότερες από τέσσερις (4) ώρες ηµερησίως, εφόσον αµείβονται βάσει των κατώτατων αποδοχών. Με το άρθρο 8 προβλέπεται η χορήγηση µηνιαίας εισοδηµατικής ενίσχυσης ύψους 30.000 δραχµών σε µακροχρόνια ανέργους που προσλαµβάνονται σε θέση µερικής απασχόλησης τουλάχιστον 4ώρου ηµερησίως, για όσο διάστηµα διαρκεί η σχέση εργασίας, µε ανώτατο όριο τους 12 µήνες. Με το άρθρο 9 τροποποιείται το όριο πέρα από το οποίο οι απολύσεις θεωρούνται οµαδικές. Για τις επιχειρήσεις που απασχολούν στην αρχή του µήνα από 20 έως 200 εργαζόµενους το επιτρεπτό όριο καθορίζεται σε τέσσερις (4) εργαζόµενους το µήνα. Για τις επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 200 εργαζόµενους εξακολουθεί να ισχύει το ποσοστό 2-3% επί του προσωπικού και µέχρι τριάντα (30) άτοµα που προβλέπει ο Ν. 1387/1983 άρθρο 1 παρ. 2. Με το άρθρο 10 κυρώνεται νοµοθετικά η συµφωνία Γ.Σ.Ε.Ε. και εργοδοτικών οργανώσεων (ΕΓΣΣΕ 2000) για κάλυψη από τον ΛΑΕΚ της µηνιαίας εισφοράς στο ΙΚΑ και στα ταµεία επικουρικής ασφάλισης για τους µακροχρόνια ανέργους, στους οποίους υπολείπονται µέχρι 5 χρόνια για τη θεµελίωση δικαιώµατος πλήρους σύνταξης. Με το άρθρο 11 κυρώνεται η διάταξη του άρθρου 7 της ΕΓΣΕΕ 2000-2001, σύµφωνα µε το οποίο χορηγείται µία επιπλέον εβδοµάδα άδεια λοχείας, αναπροσαρµόζοντας τη διάρκεια της άδειας µητρότητας σε 17 εβδοµάδες. Με το άρθρο 12 τροποποιείται σε επιµέρους σηµεία του το άρθρο 5 του Ν. 2639/1998 σχετικά µε τη λειτουργία ιδιωτικών γραφείων εργασίας. Προβλέπεται η δυνατότητα λειτουργίας παραρτηµάτων, χορηγείται η δυνατότητα νοµιµοποίησης σε όσα από αυτά λειτουργούν παράνοµα,
καθορίζεται ο τρόπος αµοιβής για τη µεσολάβηση για πρόσληψη υψηλά αµειβόµενων στελεχών κ.λ.π. Με το άρθρο 13 προβλέπεται η σύσταση και συγκρότηση γνωµοδοτικής επιτροπής για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας των εξωτερικών υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης που προβλέπονται στο π.δ. 17/1996. Με το άρθρο 14 διευκρινίζεται ότι οι δευτεροβάθµιες επιτροπές που λειτουργούν στο πλαίσιο του άρθρου 10 του Ν. 2643/1998 κατά την πρόσληψη προσώπων ειδικών κατηγοριών (πολύτεκνοι, ΑΜΕΑ κλ.π), είναι επιτροπές ουσίας και εξετάζουν τόσο τη νοµιµότητα όσο και την ουσία των κρινόµενων υποθέσεων. Στο άρθρο 15 περιλαµβάνονται ρυθµίσεις που αφορούν στην επέκταση των αρµοδιοτήτων του Σώµατος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ), στη στελέχωσή του και µε µετατάξεις υπαλλήλων από το Υπουργείο Εργασίας, το ηµόσιο και τα ΝΠ, στην υπηρεσιακή εξέλιξη των υπαλλήλων, την προµήθεια µέσων και εξοπλισµού κ.λ.π. Με το άρθρο 16 διαφοροποιείται η διαδικασία υποβολής καταστάσεων προσωπικού και ωρών εργασίας στο αρµόδιο τµήµα του ΣΕΠΕ. Αναγνωρίζεται στις υπηρεσίες του ΙΚΑ δικαίωµα απευθείας πρόσβασης στο αρχεία του ΣΕΠΕ για ενδεχόµενες διασταυρώσεις. Καθιερώνεται η ευθύνη του εργοδότη και του συµπράττοντος λογιστή για την ακρίβεια των αποδοχών και όλων των δηλούµενων στοιχείων. Με το άρθρο 17 προβλέπεται η λειτουργία β κύκλου στα Τεχνικά Επαγγελµατικά Εκπαιδευτήρια (Τ.Ε.Ε.) του ΟΑΕ. Με το άρθρο 18 προβλέπεται η υπαγωγή των συµµετεχόντων στα προγράµµατα απόκτησης εργασιακής εµπειρίας ανέργων του ΟΑΕ στην ασφάλιση του ΙΚΑ και για τον κίνδυνο του εργατικού ατυχήµατος, κατά τη διάρκεια της εξάσκησής τους (εκτός από την ιατροφαρµακευτική περίθαλψη που ίσχυε ήδη). Με το άρθρο 19 προβλέπεται η κατάργηση του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας (Ε.Ι.Ε.) ως αυτοτελούς νοµικού προσώπου και η συγχώνευσή του µε το Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης (ΕΠΑ). Με το άρθρο 20 επανακαθορίζονται τα των αποδοχών του ιοικητή του ΟΑΕ, του Προέδρου και των Αντιπροέδρων του Οργανισµού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ). Επίσης επεκτείνεται και στους µακροχρόνια άνεργους το δικαίωµα συµµετοχής στο πρόγραµµα επιδοτούµενου ενοικίου, καταργείται το γαµήλιο επίδοµα του Ο.Ε.Ε. και δίνεται η δυνατότητα καθιέρωσης φυλάκτρων από τους βρεφονηπιακούς σταθµούς του Ο.Ε.Ε.. Με το άρθρο 21 αναγνωρίζεται στο ΙΚΑ η δυνατότητα τιτλοποίησης των απαιτήσεών του έναντι του ηµοσίου, σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 14 του Ν. 2801/2000. Με το άρθρο 22 ρυθµίζονται καθυστερούµενες ασφαλιστικές εισφορές ΟΓΑ. Με το άρθρο 23 καταργείται η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 85 του Ν.2084/1992, σχετικά µε την προθεσµία για την υποβολή για έγκριση 4
ισολογισµών-απολογισµών των ασφαλιστικών οργανισµών αρµοδιότητος Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με το άρθρο 24 ρυθµίζονται χρέη επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από σεισµούς. Με το άρθρο 25 ρυθµίζονται χρέη επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πυρκαγιά στη Σάµο. Με το άρθρο 26 προβλέπεται η συνέχιση της καταβολής νοσηλείουτροφείου από ασφαλιστικούς οργανισµούς σε τέκνα ασφαλισµένων τους που είναι άτοµα µε ειδικές ανάγκες και µετά το θάνατο των γονέων τους. Με το άρθρο 27 ρυθµίζονται θέµατα Εθνικού Οργανισµού Φαρµάκων (ΕΟΦ). Με το άρθρο 28 παρατείνεται η προθεσµία του άρθρου 47 του Ν. 2084/1992 για την αναγνώριση πλασµατικού χρόνου προϋπηρεσίας µέχρι 30-4-2001. Με το άρθρο 29 ρυθµίζονται τα της εφαρµογής των αρχών διαδοχικής ασφάλισης στον ΟΓΑ. Με το άρθρο 30 εκσυγχρονίζεται η λειτουργία της Γενικής Γραµµατείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με το άρθρο 31 καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη αντίθετη προς το νόµο. Με το άρθρο 32 το ΙΚΑ απονέµει σύνταξη µετά 35ετή ασφάλιση, τρία χρόνια νωρίτερα απ ό,τι ίσχυε, αφού αφορά στο όριο ηλικίας (55 ετών για πλήρη σύνταξη και 53 για µειωµένη). Ο ΛΑΕΚ καλύπτει µέχρι 31-12-2004 τη δαπάνη που βαρύνει το ΙΚΑ τόσο για την καταβολή των συντάξεων, όσο και από την απώλεια των σχετικών εισφορών. Με το άρθρο 33 ρυθµίζονται τα του ύψους των αποδοχών για τον υπολογισµό των εισφορών, την αναγνώριση της προϋπηρεσιών, την επικουρική σύνταξη και το εφάπαξ του τακτικού προσωπικού των ν.π.δ.δ. που µετατρέπονται σε ανώνυµες εταιρίες, µε δυνατότητα εξαιρέσεων για τον κλάδο πρόνοιας υπαλλήλων ΟΛΠ, Ο.Υ.Θ., ΟΛΘ και του Ταµείου Επικουρικής Ασφάλισης στα Λιµάνια. Με το άρθρο 34 ρυθµίζονται θέµατα Εθνικού Κέντρου Πιστοποίησης οµών Σ.Ε.Κ. και Σ.Υ.Υ.. Με το άρθρο 35 παρατείνεται η εκµετάλλευση και εκτέλεση των αστικών συγκοινωνιών στη Θεσσαλονίκη από τον Ο.Α.Σ.Θ.. Με το άρθρο 36 παρέχεται νοµοθετική εξουσιοδότηση για ρύθµιση θεµάτων του άρθρου 9 του Νόµου 2842/2000. Με το άρθρο 37 ρυθµίζονται φορολογικά θέµατα για αγορά µεριδίων ηµεδαπών µετοχικών και µεικτών αµοιβαίων κεφαλαίων και για ζηµίες από πώληση µετοχών. Με το άρθρο 38 ορίζεται η έναρξη ισχύος του νόµου (29-12-2000) εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τις επιµέρους διατάξεις του (πχ άρθρα 4,6). 5
6 ΙΙ. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2874/2000 ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ Ι ΙΑΙΤΕΡΟ ΕΝ ΙΑΦΕΡΟΝ Με το άρθρο 4 καταργείται από 1.4.2001 η υποχρέωση του µισθωτού για υπερεργασιακή απασχόληση πέντε (5) ωρών την εβδοµάδα, κατά την κρίση του εργοδότη, προκειµένου για επιχειρήσεις στις οποίες εφαρµόζεται συµβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών την εβδοµάδα. Κατ επέκταση, η υποχρέωση του µισθωτού περιορίζεται σε τρεις (3) ώρες υπερωριακής απασχόλησης την εβδοµάδα (ιδιόρρυθµες υπερωρίες). Κάθε πρόσθετη ώρα απασχόλησης, πέρα των σαράντα τριών (43) ωρών θα θεωρείται υπερωριακή απασχόληση, υποκείµενη στις νόµιµες συνέπειες και διαδικασίες έγκρισης. Με το ίδιο άρθρο η αµοιβή για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, µέχρι τη συµπλήρωση 120 ωρών υπερωριακής απασχόλησης καθορίζεται ίση µε το καταβαλλόµενο ωροµίσθιο προσαυξηµένο κατά 50%, έναντι της µέχρι σήµερα ισχύουσας προσαύξησης κατά 25% για τις πρώτες 60 ώρες και 50% για τις υπόλοιπες 60 µέχρι τη συµπλήρωση 120 ωρών. Προκειµένου για µη νόµιµη υπερωριακή απασχόληση, η προσαύξηση καθορίζεται σε 150%, έναντι του ισχύοντος 100%. Με το άρθρο 5 του νόµου 2874/2000 που τροποποιεί το άρθρο 3 του Ν.2639/1998, σε επιχειρήσεις που εφαρµόζεται συµβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών την εβδοµάδα επιτρέπεται, µε επιχειρησιακές συλλογικές συµβάσεις ή µε συµφωνίες του εργοδότη και του επιχειρησιακού σωµατείου, ή, κατόπιν συµφωνίας µεταξύ του εργοδότη και του συµβουλίου των εργαζοµένων, ή, µεταξύ του εργοδότη και της ένωσης προσώπων (Ν.1264/1982, άρθρο 1 παρ.3), η διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Στις περιπτώσεις απουσίας επιχειρησιακού σωµατείου, ή, συµβουλίου εργαζοµένων, ή, ένωσης προσώπων, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας συµφωνείται µεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωµατείου, ή, της αντίστοιχης οµοσπονδίας, ενώ όταν παρόµοια συµφωνία δεν επιτυγχάνεται, προβλέπεται η παραποµπή του θέµατος στον Οργανισµό Μεσολάβησης και ιαιτησίας (ΟΜΕ ). Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας αφορά σε 138 ώρες ετησίως και εφαρµόζεται ως εξής: Οι επιχειρήσεις µπορούν να απασχολούν τους εργαζόµενους τρείς (3) ώρες, κατά µέσο ετήσιο όρο, επιπλέον του συµπεφωνηµένου ωραρίου ανά εβδοµάδα, εφόσον συµφωνηθεί ότι ο µέσος ετήσιος συµπεφωνηµένος χρόνος εργασίας θα ανέρχεται σε 38 ώρες τη βδοµάδα. Οι πρόσθετες αυτές ώρες της µία περιόδου µέσα στο έτος, δεν θα θεωρούνται υπερωρίες, αλλά θα επιστρέφονται στον εργαζόµενο µία άλλη περίοδο µέσα στο ίδιο έτος υπό µορφή περιοδικών µειώσεων του ηµερήσιου χρόνου εργασίας ή/και αύξησης των ηµερών ανάπαυσης, ή/και αύξησης των ηµερών ετήσιας άδειας. Στις επιχειρήσεις που εφαρµόζεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας δεν θα υφίσταται η δυνατότητα ιδιόρρυθµων υπερωριών θα υφίσταται, όµως, η δυνατότητα νόµιµων υπερωριών για τις ώρες πάνω από αυτές που «διευθετούνται» µε επιστροφή χρόνου στον εργαζόµενο. Για την κατανόηση
της διάταξης δώστε προσοχή στις λέξεις «µέσος όρος». Οσον αφορά το ανώτατο όριο ηµερήσιας εργασίας κατά την περίοδο του έτους που µε τη συµφωνία διευθέτησης ο εργαζόµενος απασχολείται πρόσθετα, ο µόνος περιορισµός προκύπτει από το Προεδρικό ιάταγµα 88/99, στο οποίο ορίζεται ότι ο εργοδότης είναι υποχρεωµένος να χορηγεί στο µισθωτό ανά 24ωρο την ελάχιστη περίοδο αναπαύσεως (12 συνεχείς ώρες) αλλά, και διαλείµµατα της εργασίας. Η διευθέτηση των ωρών εργασίας προσδιορίζεται σε ετήσια βάση, ενώ οι εργαζόµενοι σε επιχειρήσεις όπου συµφωνείται η ευέλικτη κατανοµή των ωρών εργασίας «αποζηµιώνονται» µε ενενήντα δύο (92) ώρες πρόσθετη µείωση του µέγιστου δυνατού ετήσιου χρόνου απασχόλησής τους, ή, αλλιώς, µείωση του συµφωνηµένου ωραρίου από τις σαράντα (40) στις τριάντα οκτώ (38) ώρες εβδοµαδιαίως κατά µέσο ετήσιο όρο. Από την άλλη πλευρά, η εφαρµογή της ετήσιας διευθέτησης των ωρών εργασίας προϋποθέτει την κατάργηση της ευχέρειας των επιχειρήσεων να κάνουν χρήση των τριών (3) ωρών ιδιόρρυθµων υπερωριών ανά εβδοµάδα. Με το άρθρο 6 του νόµου µειώνονται από 1.4.2001 οι υπέρ του κλάδου κύριας σύνταξης του ΙΚΑ εργοδοτικές εισφορές για τους µισθωτούς πλήρους απασχόλησης που αµείβονται µε µηνιαίο µισθό, ή, αµείβονται µε ηµεροµίσθιο και πραγµατοποιούν ηµέρες εργασίας ίσες µε τον αριθµό των εργασίµων ηµερών. Η µείωση των εργοδοτικών εισφορών αφορά σε µηνιαίες αποδοχές που δεν υπερβαίνουν τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δρχ, µη συνυπολογιζοµένων των αµοιβών για υπερωρίες, υπολογίζεται µόνο στις εµπροθέσµως καταβαλλόµενες εισφορές, χρηµατοδοτείται από τον Κρατικό Προϋπολογισµό και εφαρµόζεται για το χρονικό διάστηµα από 1/4/2001 έως 31/12/2003. Προβλέπεται, τέλος, η δυνατότητα αναπροσαρµογής του ποσοστού της µείωσης ή/ και του ύψους των αποδοχών, καθώς και παράτασης του χρόνου εφαρµογής του µέτρου, κατόπιν απόφασης των Υπουργών Οικονοµικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με το άρθρο 7 του νόµου καθορίζεται η κατά 7,5% προσαύξηση των αποδοχών των µερικώς απασχολουµένων για λιγότερες από τέσσερις (4) ώρες ηµερησίως, εφόσον αυτοί αµείβονται βάσει των κατώτατου ορίου αποδοχών. Η προσαύξηση της αµοιβής των µερικώς απασχολουµένων για λιγότερες από τέσσερις (4) ώρες ηµερησίως αν και ανεπαρκής και άτολµη, προσδοκάται ότι σε κάποιο βαθµό θα ενισχύσει τους απασχολούµενους για λίγες ώρες, θα ενθαρρύνει την ταχύτερη µετακίνηση των επιδοτούµενων ανέργων σε θέσεις απασχόλησης και θα ευνοήσει τη µεγαλύτερη συµµετοχή στην αγορά εργασίας, ιδίως γυναικών και νέων. Με το άρθρο 8 του νόµου προβλέπεται η χορήγηση µηνιαίας εισοδηµατικής ενίσχυσης ύψους 30000 δρχ µηνιαίως σε µακροχρόνια ανέργους που προσλαµβάνονται σε θέση µερικής απασχόλησης, για όσο διάστηµα διαρκεί η σχέση εργασίας, µε ανώτατο όριο τους 12 µήνες. Η παράταση της περιόδου της ανεργίας, κυρίως πέραν των 12 µηνών, µειώνει αισθητά τις πιθανότητες να ξεφύγει ο άνεργος από την κατάσταση της ανεργίας. 7
Επειδή, όµως, τα σηµερινά επίπεδα αµοιβών για τη µερική (4ωρη) απασχόληση είναι ιδιαίτερα χαµηλή, παρέχεται ως κίνητρο για την αποδοχή µιάς θέσης εργασίας, η δυνατότητα σε µακροχρόνια ανέργους να συνδυάζουν για ένα διάστηµα που δεν θα υπερβαίνει τους 12 µήνες µία θέση µερικής απασχόλησης µε την είσπραξη του προαναφερθέντος ποσού των 30000 δρχ το µήνα. Με το άρθρο 9 του νόµου το όριο πέρα από το οποίο οι απολύσεις θεωρούνται οµαδικές καθορίζεται σε τέσσερις (4) εργαζόµενους, προκειµένου για επιχειρήσεις,ή, εκµεταλλεύσεις που στην αρχή του µήνα απασχολούν είκοσι (20) έως διακόσιους (200) εργαζόµενους. Για τις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από διακόσιους (200) εργαζόµενους ισχύουν τα όσα καθορίζονται µε το Ν.1387/1983 άρθρο 1 παρ.2. Μέχρι πρότινος οι επιχειρήσεις µε 20 ως 50 απασχολούµενους µπορούσαν να απολύουν πέντε (5) εργαζόµενους κάθε µήνα χωρίς υποχρέωση εφαρµογής της διαδικασίας για τις οµαδικές απολύσεις. Σε επιχειρήσεις µε πενήντα έως εκατόν ενενήντα εννέα (50-199) απασχολούµενους, η ισχύς του ορίου του 2% είχε ως αποτέλεσµα ο αριθµός των «επιτρεπόµενων» απολύσεων να κυµαίνεται από ένα (1) έως τέσσερις (4) εργαζόµενους το µήνα, αναλόγως του µεγέθους τους. Σε οµαδικές απολύσεις που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας της επιχείρησης κατόπιν δικαστικής αποφάσεως, δεν εφαρµόζονται οι παρ.2,3 και 4 του άρθρου 5 του ν.1387/83 σχετικά µε τη διαδικασία των οµαδικών απολύσεων. Με το άρθρο 10 επικυρώνεται νοµοθετικώς η συµφωνία Γ.Σ.Ε.Ε. και εργοδοτικών οργανώσεων για κάλυψη από τον «Λογαριασµό για την Απασχόληση και την Επαγγελµατική Κατάρτιση» (ΛΑΕΚ) του ΟΑΕ των µακροχρόνια ανέργων, στους οποίους υπολείπονται µέχρι 5 χρόνια για τη θεµελίωση δικαιώµατος πλήρους σύνταξης, προκειµένου να µπορούν να συµπληρώσουν τον ελάχιστο αριθµό ηµερών ασφάλισης για τη θεµελίωση του συνταξιοδοτικού τους δικαιώµατος. Η κάλυψη αυτή αφορά στην καταβολή των µηνιαίων εισφορών στο ΙΚΑ και στα Ταµεία Επικουρικής Ασφάλισης, που ασφαλίζουν µισθωτούς, οι οποίοι για κύρια σύνταξη είναι ασφαλισµένοι στο ΙΚΑ. Με το άρθρο 11 κυρώνεται η διάταξη του άρθρου 7 της ΕΓΣΣΕ 2000-2001, δυνάµει της οποίας χορηγήθηκε µία επιπλέον εβδοµάδα άδεια στις εργαζόµενες µετά τον τοκετό (άδεια λοχείας), αναπροσαρµόζοντας κατ αυτόν τον τρόπο την διάρκεια της άδειας µητρότητας σε 17 εβδοµάδες. Με το άρθρο 12, τροποποιούνται επιµέρους διατάξεις του άρθρου 5 του Νόµου 2639/1998 που αναφέρεται στη λειτουργία ιδιωτικών γραφείων συµβούλων εργασίας και του κατ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντος προεδρικού διατάγµατος. Με αυτές τις τροποποιήσεις παρέχεται η δυνατότητα στα γραφεία που λειτουργούν χωρίς άδεια σε σύντοµη προθεσµία να νοµιµοποιηθούν αποκτώντας άδεια λειτουργίας, αφού προσαρµοσθούν στις απαιτούµενες από το νόµο προϋποθέσεις. Καθορίζεται ο τρόπος αµοιβής των γραφείων για την µεσολάβηση για πρόσληψη υψηλά αµειβόµενων στελεχών από επιχειρήσεις και ορίζονται ποινικές και διοικητικές κυρώσεις 8
για τους παραβάτες των κειµένων διατάξεων. Παράλληλα καθιερώνεται η υποχρέωση των γραφείων να συνεργάζονται τόσο µε τον ΟΑΕ όσο και µε το ΕΠΑ και να χορηγούν στοιχεία στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τη δραστηριότητά τους για την προώθηση της απασχόλησης. Με το άρθρο 16 διαφοροποιείται η διαδικασία για την υποβολή καταστάσεων προσωπικού και προγραµµάτων ωρών εργασίας. Μέχρι σήµερα προβλεπόταν η θεώρηση των καταστάσεων αυτών και κυρίως ο έλεγχος των αναγραφόµενων αποδοχών (µισθών και ηµεροµισθίων) από τους κοινωνικούς επιθεωρητές. Οι νέες ρυθµίσεις προβλέπουν: 1. Την υποβολή µία φορά το χρόνο, από 15/9 έως 15/11, του εν λόγω πίνακα. Μέχρι τότε έχουν συνοµολογηθεί το σύνολο, σχεδόν, των συλλογικών συµβάσεων και έχουν εκδοθεί το σύνολο, σχεδόν, των διοικητικών αποφάσεων και έχει οριστικοποιηθεί το ύψος των αποδοχών του συνόλου, σχεδόν, των κατηγοριών των εργαζοµένων. 2. Η υποβολή γίνεται µε κάθε πρόσφορο µέσον πχ µε φάξ, ταχυδροµείο και ηλεκτρονικό ταχυδροµείο, αφού βέβαια στις περιπτώσεις αυτές ο ενδιαφερόµενος εξασφαλίσει τον τρόπο παραλαβής των σφραγισµένων µετά την κατάθεση αντιγράφων. 3. Τώρα πλέον ο εργοδότης έχει άµεση ευθύνη για την ορθή αναγραφή των καταβαλλόµενων αποδοχών, ενώ η συνυπευθυνότητα του συνυπογράφοντος (υπαλλήλου ή λογιστή) δεσµεύει και αυτόν στο να εφαρµόζει σωστά τις συλλογικές συµβάσεις εργασίας. Σκοπός είναι να αποτρέπεται το φαινόµενο της υποβολής καταστάσεων χωρίς αποδοχές ή µε λανθασµένες αποδοχές. Με την πρακτική της υποβολής καταστάσεων χωρίς αποδοχές αρκετοί εργοδότες απέφευγαν να δηλώσουν τις πράγµατι καταβαλλόµενες αποδοχές, όταν αυτές ήταν υψηλότερες, ο δε επιθεωρητής εργασίας ανέγραφε τα κατώτερα όρια. 4. Τα επιπλέον νέα στοιχεία που ζητούνται τώρα είναι: η αναγραφή στην κατάσταση του αριθµού της κάρτας πρόσληψης, του αριθµού του µητρώου του ΙΚΑ, του αριθµού του βιβλιαρίου ανηλίκων ή αδείας αλλοδαπών (επί απασχολήσεως ανηλίκων ή αλλοδαπών). Παράλληλα, λαµβάνεται ειδική µέριµνα για τις επιχειρήσεις εποχικού χαρακτήρα, ώστε να καταθέτουν πίνακα προσωπικού εντός µηνός από την έναρξη της εποχικής περιόδου. 5. Ο πίνακας προσωπικού, µε τη σφραγίδα της κατάθεσης, αναρτάται σε εµφανές και προστατευµένο από καταστροφές µέρος της επιχείρησης για να είναι προσιτός σε όλους τους εργαζόµενους, περιέχοντας ή όχι τις αποδοχές. Το ίδιο ισχύει και για τα προγράµµατα εργασίας που υπάρχει υποχρέωση για θεώρηση από τον εργοδότη τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο ή και περισσότερο αν δεν είναι ευχερής ο προγραµµατισµός για τόσο µεγάλο διάστηµα. 6. Ο έλεγχος του πίνακα προσωπικού γίνεται σε κάθε στάδιο από την κατάθεση µέχρι και τη διενέργεια επιθεωρήσεων στους χώρους εργασίας. 7. Με την ρύθµιση διευκρινίζεται ευθέως το δικαίωµα των υπηρεσιών του ΙΚΑ για πρόσβαση στο αρχείο των καταστάσεων των Κοινωνικών Επιθεωρήσεων για τυχόν διασταυρώσεις ή εξακριβώσεις στοιχείων. 9
Με το άρθρο 20 παρ.5, παρατείνεται η προθεσµία µέχρι 29/6/2001 και παρέχεται η δυνατότητα να υπαχθούν στη ρύθµιση δικαιούχοι που δεν ενηµερώθηκαν έγκαιρα και έχασαν την προθεσµία που είχε δώσει ο νόµος 2736/99 για εξόφληση ληξιπρόθεσµων και µη δανείων που είχαν λάβει από τον ΟΕΚ για αποπεράτωση/επισκευή της κατοικίας τους. Με την παρ.6 παρατείνεται η προθεσµία µέχρι 29/6/2001 και παρέχεται η δυνατότητα να υπαχθούν στη ρύθµιση και δικαιούχοι που δεν ενηµερώθηκαν έγκαιρα και έληξε η προθεσµία του Ν.2736/99 για εξόφληση των ληξιπρόθεσµων και µη ποσών από τίµηµα εργατικών κατοικών ή διαµερισµάτων. Με την παρ.7 παρέχεται η δυνατότητα αναλογικής εφαρµογής των ρυθµίσεων που ισχύουν για πληγέντες από σεισµούς και στους πυρόπληκτους δικαιούχους του ΟΕΚ. Με την παρ.8 προβλέπεται η επιδότηση ενοικίου και για µακροχρόνια ανέργους που πληρούν συγκεκριµένους όρους και προϋποθέσεις. Οι καταργούµενες µε την παρ.9 διατάξεις αφορούν α/στη χορήγηση δώρου σύστασης οικογένειας και β/ χρηµατικών βραβείων σε φοιτητέςσπουδαστές. Οι παροχές αυτές χορηγούνταν εφάπαξ για το γαµήλιο βοήθηµα, ή περιοδικά και υπό προϋποθέσεις για τα σπουδαστικά βραβεία. Με την παρ.10 δύναται να καθορίζεται χρηµατική εισφορά των δικαιούχων του ΟΕΕ για φύλαξη των παιδιών τους στους βρεφονηπιακούς του σταθµούς και για τη συµµετοχή στα εκδροµικά πολιτιστικά προγράµµατα του ΟΕΕ. Με την παρ.12 καθιερώνεται ως ποινικό αδίκηµα η διάθεση δελτίων κοινωνικού τουρισµού, αγοράς βιβλίων, εισιτηρίων εκδροµών και κινηµατογράφου σε µη δικαιούχο. Μέχρι σήµερα προβλεπόταν ως ποινικό αδίκηµα η διάθεση σε µη δικαιούχο µόνο των δελτίων θεάµατος. Με το άρθρο 21 παρέχεται η δυνατότητα στο ΙΚΑ να τιτλοποιεί απαιτήσεις του έναντι του ηµοσίου, κατά τη διαδικασία που έχει προσφάτως καθιερωθεί στην Ελλάδα µε το άρθρο 14 του ν.2801/2000. Η παρούσα ρύθµιση προβλέπει την τιτλοποίηση των απαιτήσεων του ΙΚΑ έναντι του ηµοσίου από καθυστερούµενες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και κάθε άλλη αιτία. Με το άρθρο 22 ρυθµίζονται καθυστερούµενες ασφαλιστικές εισφορές ΟΓΑ. Με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ.3 του ν.2458/97 προβλέπεται ότι οι ασφαλισµένοι του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, οι οποίοι είχαν εγγραφεί στους Πίνακες υπόχρεων εισφοράς του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης, αλλά έχουν καθυστερήσει την καταβολή των οικείων εισφορών, µπορούν µε αίτησή τους, που θα υποβληθεί µέχρι 31/12/99, να ζητήσουν να καταβάλουν εισφορές για όλο τον µέχρι 31/12/97 χρόνο, κατά τον οποίο ήταν ασφαλισµένοι στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης. Η εξόφληση των εισφορών µπορεί να γίνει εφάπαξ µε έκπτωση 10% εντός τριµήνου από την ειδοποίηση της σχετικής οφειλής, είτε σε δόσεις. Η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής τους καθορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 15 του Καταστατικού Ασφάλισης και Συνταξιοδότησης Αγροτών. Στην παρ.3 του άρθρου αυτού, εκτός των άλλων, 10
προβλέπεται, ότι οι δόσεις θα είναι εξαµηνιαίες και ότι το ύψος κάθε δόσης δεν µπορεί να είναι κατώτερο µιας ετήσιας οφειλόµενης εισφοράς. Είναι γεγονός ότι µε τον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης του ΟΓΑ έχει δηµιουργηθεί ένα εντελώς νέο νοµοθετικό πλαίσιο µε νέες παροχές, αλλά και αυξηµένες υποχρεώσεις, τις οποίες οι ασφαλισµένοι παρά τις ενηµερώσεις του ΟΓΑ, δεν έχουν εµπεδώσει πλήρως. Η ρύθµιση αποσκοπεί να δοθεί µια ακόµη ευκαιρία στους ασφαλισµένους αυτούς να εξοφλήσουν τις καθυστερούµενες εισφορές τους. Με το άρθρο 23 καταργείται η διάταξη της παρ.4 του άρθρου 85 του νόµου 2084/92. Σύµφωνα µε τη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 85 του ν.2084/92 (165 Α ), οι Ισολογισµοί Απολογισµοί των Ασφαλιστικών Οργανισµών αρµοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για κάθε οικονοµικό έτος, υποβάλλονται για έγκριση στο Υπουργείο µέχρι τέλος Ιουνίου του επόµενου έτους. Η µη έγκαιρη υποβολή τους συνεπάγεται την αυτοδίκαιη λήξη της θητείας του ιοικητικού Συµβουλίου του Οργανισµού, η οποία σε καµµιά περίπτωση δεν µπορεί να ανανεωθεί. Η έναρξη ισχύος της εν λόγω διάταξης αρχικά είχε ορισθεί η 1/1/1995. Στη συνέχεια, σύµφωνα µε το άρθρο 10 παρ.2 του ν.2335/95 (185 Α ), ορίσθηκε η 1/1/1997 και µε το άρθρο 10 του ν.2512/1997 (138 Α ) η 1/1/1998. Τέλος µε το άρθρο 73 παρ.2 του ν.2676/1999 (1,Α) ορίσθηκε η 1/1/2000. Οι παρατηρούµενες καθυστερήσεις στην ενηµέρωση των λογιστικών βιβλίων και στο κλείσιµο των Ισολογισµών-Απολογισµών στους περισσότερους Ασφαλιστικούς Οργανισµούς οφείλονται κατά κύριο λόγο στο ότι δεν έχει ολοκληρωθεί ακόµη η εφαρµογή του Νέου Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου (Π. /γµα 80/97). Μετά τα παραπάνω, κρίθηκε αναγκαία η κατάργηση της διάταξης της παρ.4 του άρθρου 85 του ν.2084/92. Με το άρθρο 32 για την απονοµή σύνταξης µετά 35ετή ασφάλιση ορίζεται ότι ο ασφαλισµένος που έχει πραγµατοποιήσει τον παραπάνω αριθµό ηµερών εργασίας, εκ των οποίων επτά χιλιάδες πεντακόσιες (7500) σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλµατα και έχει συµπληρώσει: α/το 55 ο έτος της ηλικίας δικαιούται πλήρη σύνταξη και β/ το 53 ο έτος της ηλικίας, δικαιούται σύνταξη µειωµένη κατά 1/200 της πλήρους σύνταξης για κάθε µήνα που υπολείπεται από το οριζόµενο στο εδάφιο αυτό όριο ηλικίας της πλήρους σύνταξης. Η ετήσια δαπάνη, που βαρύνει το Ιδρυµα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) για την καταβολή συντάξεων αυτών µέχρι 31.12.2004, καταβάλλεται από το «Λογαριασµό για την Απασχόληση και την Επαγγελµατική Κατάρτιση» (ΛΑΕΚ) του ν.2434/1996 (ΦΕΚ 188 Α) απολογιστικά εντός του πρώτου τριµήνου του επόµενου έτους. Από τον ΛΑΕΚ επίσης καταβάλλεται ετησίως προς το ΙΚΑ και ποσό αντίστοιχο µε την απώλεια των ασφαλιστικών εισφορών του κλάδου σύνταξης των συνταξιοδοτουµένων ασφαλισµένων του Ιδρύµατος µέχρι 31.12.2004. 11