1 Κος ΘΕΟΣ: (Μηχανικός. Την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων κατείχε θέση στον κρατικό μηχανισμό, η οποία είχε σχέση με τη χρηματοδότηση των Ολυμπιακών έργων και γενικότερα της αναπτυξιακής πολιτικής της εποχής εκείνης). Το θέμα των επιπτώσεων από τη Διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και της αξιοποίησης των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων και Έργων, παρόλο που έχουν περάσει 5 χρόνια, είναι εξαιρετικά επίκαιρο, διότι στην πραγματικότητα άπτεται της συνολικής συζήτησης που γίνεται παγκοσμίως με αφορμή την κρίση και σε σχέση με τη χρησιμότητα της κρατικής παρέμβασης σε περιόδους κρίσης. Γίνεται γενικά μια πολύ μεγάλη συζήτηση περί πολιτικών, δημοσίων επενδύσεων. Στην Ελλάδα βέβαια δεν γίνεται, διότι έχει σχεδόν χρεοκοπήσει και δεν υπάρχουν στην παρούσα φάση περιθώρια ίσως να σκεφτεί κάποιος τέτοια πολιτική. Γι αυτό λοιπόν θα γίνει μια προσπάθεια να προσεγγιστεί εμπειρικά το θέμα και εκ του αποτελέσματος να δει κανείς πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα στην περίπτωση της Ελλάδας. Καταρχήν, πιο ήταν το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων; Δυστυχώς δεν υπάρχει μια πολύ σαφής εικόνα για το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Ελλάδα. Υπάρχουν τρεις βασικές πηγές που αφορούσε το κόστος αυτό. Ήταν η δαπάνη των Ολυμπιακών υποδομών που χρηματοδοτήθηκαν κυρίως μέσα από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων, οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού που ήταν το μικρότερο κομμάτι των δαπανών και οι δαπάνες της Οργανωτικής Επιτροπής Αθήνα 2004. Για αυτά δεν υπάρχει πουθενά κάποια αναλυτική καταγραφή επίσημη και απόλυτα αξιόπιστη στην οποία να μπορούμε να βασιστούμε. Υπάρχουν κάποια μεγέθη που προκύπτουν με βάση μια ανακοίνωση, τη μόνη επίσημη ανακοίνωση που έχει γίνει με κάποιο βαθμό λεπτομέρειας, του Νοεμβρίου του 2004, του Υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με αυτή, οι Ολυμπιακές υποδομές που χρηματοδοτήθηκαν από τον προϋπολογισμό των δημοσίων επενδύσεων ανέρχονται συνολικά σε 6,2 δισ. ευρώ, οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού είναι 0,6 δισ. ευρώ και οι δαπάνες της Οργανωτικής Επιτροπής 1,8 δισ. ευρώ. Το σύνολο είναι 9 δισ. ευρώ. Δυστυχώς, στην Ελλάδα είναι γνωστό ότι το κράτος έχει σοβαρά προβλήματα συνέχειας. Έτσι, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν την ατυχία να διοργανωθούν λίγο μετά μια κυβερνητική αλλαγή και αυτό σημαίνει ότι ακόμα και το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων αποτέλεσε αντικείμενο κομματικής και πολιτικής αντιπαράθεσης. Τα στοιχεία αυτά αμφισβητήθηκαν από πολλούς αλλά παρόλα αυτά, αυτό ίσως είναι μια λεπτομέρεια. Η συζήτηση περί της αξιοπιστίας εδράζεται στα εξής σημεία. Καταρχήν στις 8 Νοεμβρίου 2004, 4 μέρες πριν την ανακοίνωση αυτή, ο υπουργός Οικονομίας κατά την παρουσίαση ενός βιβλίου είχε αναφέρει 1 δισ. λιγότερο, 8 δισ. ευρώ αντί για 9. Δεν υπάρχει πουθενά δημοσιευμένος αναλυτικός πίνακας με όλα τα κόστη ανά έργο, πόσο στοίχισαν, προκειμένου να μπορεί να γίνει μια επαλήθευση αυτού του κόστους. Και σε μεταγενέστερες δηλώσεις είναι πάμπολλες- θα βρει κανείς υπουργούς της κυβέρνησης, της ίδιας κυβέρνησης, να αναφέρονται σε κόστη πότε 9, πότε 10, πότε 11 δισ. ευρώ, πότε 13 δισ. δολάρια.
2 Κατά συνέπεια, υπάρχει μια ανασφάλεια σε σχέση με το πραγματικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων. Ως πρόσθετα στοιχεία, μπορούν να αναφερθούν το γεγονός ότι συνυπολογίσθηκαν στο κόστος διάφορα άλλα έργα που δεν είχαν άμεση σχέση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και αυτό έγινε για τεχνικούς λόγους. Για παράδειγμα τα αθλητικά έργα της περιφέρειας. Ήταν μια πολιτική απόφαση της κυβέρνησης πως εκτός από τα έργα που θα γίνουν στην Αττική και στις Ολυμπιακές πόλεις θα χρηματοδοτήσει μικρότερες αθλητικές εγκαταστάσεις σε υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας. Αυτό το κόστος συμπεριλήφθηκε στον προϋπολογισμό που αναφέρθηκε πιο πάνω, ενώ δεν έχει καμία σχέση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην πραγματικότητα ήταν μια εθνική επιλογή. Και διάφορα παρόμοια που έχουν μπει στο κόστος. Μια πρόχειρη εκτίμηση το ανεβάζει σε 1 με 2 δισ. ευρώ. Τέλος, και πιο ουσιαστικό, είναι ότι παρουσιάστηκαν μόνο τα έξοδα και όχι τα έσοδα και αυτό δημιούργησε μια μάλλον αρνητική εικόνα συνολικά στο εγχείρημα των Ολυμπιακών Αγώνων που κρίθηκε διεθνώς εξαιρετικά θετικό. Αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, υπήρξαν πολλά δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο ότι η Ελλάδα υποφέρει από το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων και είναι βέβαιο ότι όταν κανείς κάνει μια έρευνα γνώμης σήμερα στην Ελλάδα και ρωτήσει έναν μέσο Έλληνα τι πιστεύει για το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων, οι περισσότεροι θα πιστεύουν ότι η Ελλάδα σχεδόν καταστράφηκε από τους Αγώνες αυτούς. Σύμφωνα με τον κο Θέο και με βάση τεκμηριωμένες επιστημονικές γνώσεις, ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στη δημιουργία αυτής της εικόνας για το υπέρογκο κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων είναι ότι συνυπολογίσθηκαν μόνο τα έξοδα και όχι τα έσοδα. Και τα έσοδα είναι ενδεικτικά και τουλάχιστον, τα έσοδα της Οργανωτικής Επιτροπής που είχε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, 1,8 δισ. ευρώ, τα οποία φεύγουν κατευθείαν από το κόστος. Είναι έσοδα κυρίως από χορηγίες, από τηλεοπτικά δικαιώματα κλπ. Είναι τα έσοδα από το ΦΠΑ που πλήρωσε το κράτος για να παραχθούν αυτές οι υποδομές, γιατί ως επί το πλείστον επιστρέφονται στο κράτος στη συνέχεια από τις εταιρείες στις οποίες πληρώθηκε αυτό το ΦΠΑ, μέσω του οικονομικού κύκλου. Να δούμε λίγο το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων σε σχέση με κάποια βασικά οικονομικά μεγέθη. Κυρίως με τον κρατικό προϋπολογισμό. Όπως ειπώθηκε πιο πάνω η κύρια επιβάρυνση αφορούσε τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός της Οργανωτικής Επιτροπής ήταν ισοσκελισμένος. Τι είναι όμως αυτός ο προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων; Είναι το σύνολο των επενδύσεων που πραγματοποιεί το κράτος σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Και αναφέρονται τα συνολικά νούμερα για την περίοδο του 2000 2004 διότι από τότε, το 2000 περίπου, άρχισαν να φαίνονται οι πρώτες Ολυμπιακές δαπάνες. Στην πραγματικότητα ήταν πολύ λίγες και το 2000 και το 2001 και κορυφώθηκαν στην τριετία 2002 έως 2004 με αιχμή μεγαλύτερη το 2003. Αν αθροίσει λοιπόν κανείς αυτά τα νούμερα σε τρέχουσες τιμές, μιλάμε για 40 δισ. ευρώ συνολικές δημόσιες δαπάνες, εκ των οποίων οι Ολυμπιακές δαπάνες είναι μόλις 4 με 5 δισ. Κατά συνέπεια, το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων δεν ξεπερνά το 10% με 12% του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων της περιόδου 2000-2004. Αν αναχθεί αυτό το νούμερο στο σύνολο του κρατικού προϋπολογισμού, πέφτει σε ακόμα πολύ μικρότερα νούμερα. 1,5% με 2% του
3 κρατικού προϋπολογισμού 2000-2004 αφιερώθηκε στο Ολυμπιακούς Αγώνες. Το υπόλοιπο 95% με 99% του προϋπολογισμού αφορούσε άλλες δαπάνες. Φυσικά κάποιοι κάνουν συγκρίσεις με άλλες χώρες και λένε ότι η Ελλάδα ξόδεψε δυο - τρεις φορές όσο το ΑΕΠ της. Βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνά κανείς το πρόβλημα του μεγέθους της χώρας και του πληθυσμού, διότι τελείως διαφορετικό είναι να ανάγεις αυτό το κόστος στο ΑΕΠ μιας χώρας όπως την Ελλάδα ή στο ΑΕΠ μιας χώρας όπως την Κίνα. Εξάλλου η Ελλάδα είναι η μικρότερη χώρα που ανέλαβε ποτέ Ολυμπιακούς Αγώνες τις τελευταίες δεκαετίες, μετά τη Φινλανδία. Άρα είναι λογικό, αν αναχθεί το κόστος σε σχέση με το ΑΕΠ, το νούμερο να βγαίνει μεγαλύτερο. Άρα από μια πρώτη προσέγγιση δεν προκύπτει ότι υπήρξε κάποια εξαιρετικά μεγάλη επιβάρυνση των κρατικών δαπανών για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και αυτό βέβαια σχετίζεται, πρωτίστως με το θέμα των θεσμών. Μετά από μια αρχική περίοδο καθυστέρησης, είναι χαρακτηριστικό πως ο τελικός προϋπολογισμός με βάση ακόμα κι αυτές τις εκτιμήσεις είναι ζήτημα αν ξέφυγε κατά 10% έως 20%, παρά τους μύθους που ακούγονται για υπερβάσεις φαραωνικές. Άλλωστε για πρώτη φορά στην Ελλάδα εφαρμόστηκε τόσο στενή παρακολούθηση και τόσο αυστηρό μάνατζμεντ σε σχέση και με το κόστος και με τα χρονοδιαγράμματα των έργων. Και πιθανά, αυτό είναι που οδήγησε σε μια συγκράτηση του κόστους κοντά στα μεγέθη που είχαν υπολογισθεί όταν τελείωσαν οι μελέτες γύρω στο 2001, που ήταν τότε 4,3 δισ. Ζήτημα είναι να έφτασε τα 5 δισ., παρά τη μεγάλη αύξηση που προήλθε από το θέμα της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων με το τρομοκρατικό χτύπημα του Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Ας δούμε το μακροοικονομικό περιβάλλον των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να κάνει κανείς οικονομική ανάλυση και να απομονώσει την επίδραση των Ολυμπιακών Αγώνων σε μια οικονομία. Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες διεθνώς. Άλλοι έχουν μια άποψη, άλλοι έχουν μια άλλη, είναι θέμα μεθοδολογίας. Πιο κάτω παρουσιάζονται μόνο στοιχεία, αντικειμενικά, παρατήρησης. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat μετά την απογραφή, παρατηρείται ότι την περίοδο 2000-2004 το χρέος της χώρας μειώθηκε από το 103,2% του ΑΕΠ στο 98,6% το 2004. Δηλαδή έγιναν Ολυμπιακοί Αγώνες, πληρώθηκε το κόστος και το χρέος ταυτόχρονα μειωνόταν την ίδια περίοδο. Κατά συνέπεια, το ότι η Ελλάδα χρεώθηκε τους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι μύθος. Την ώρα που η Ελλάδα ετοίμαζε Ολυμπιακούς Αγώνες το χρέος έπεσε με πολύ μεγάλη ταχύτητα, με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από την προηγούμενη περίοδο. Το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε σχέση με τον κοινοτικό μέσο όρο. Από το 2000 έως το 2004, το ΑΕΠ της χώρας σημείωσε τη μεγαλύτερη πρόοδο ίσως της μεταπολίτευσης. Από το 84% στο 54% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα παρατηρούμε ότι ήδη το 2005 πέφτει λίγο, με το που τελειώνουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κατά συνέπεια, η επίπτωση στην ανάπτυξη ήταν αναμφισβήτητα θετική. Βεβαίως εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν μόνο Ολυμπιακοί Αγώνες που συνέβαλαν στο αποτέλεσμα αυτό, υπήρχε μια συνολική οικονομική πολιτική και είναι πολύ δύσκολο κανείς να διακρίνει την επιρροή της κάθε συνιστώσας. Πάντως, εκ του αποτελέσματος, εδώ φαίνεται ότι μάλλον πρέπει να υπήρχε πολύ θετική επιρροή. Παραγωγικότητα της εργασίας.
4 Επίσης η περίοδος αυτή είναι μια από τις πιο λαμπρές σε σχέση με την αύξηση παραγωγικότητας της εργασίας των απασχολούμενων όπως μετράμε σε κοινοτικό επίπεδο. Εδώ το μέγεθος αναφέρεται σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παραγωγικότητα της εργασίας το 1999 ήταν 91% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανά απασχολούμενο και μέχρι το 2004 υπήρξε πλήρης σύγκλιση, πλησιάζοντας και ξεπερνώντας το 100%. Τα στοιχεία αυτά είναι ανά απασχολούμενο και όχι ανά ώρα εργασίας. Ανά ώρα εργασίας η Ελλάδα είναι πιο κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί εδώ δουλεύουν λίγο παραπάνω. Άλλο στοιχείο, ο ρυθμός ανάπτυξης - το ποσοστό ετήσιας μεταβολής. Παρατηρείται πάλι ότι την περίοδο εκείνη υπήρξαν εξαιρετικά υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και ότι αυτοί άρχισαν να πέφτουν ήδη από το 2005. Το 2000 ήταν 4,5%, οφειλόταν βέβαια τότε πιο πολύ στην επίδραση του Β' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Το 2001 οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν 4,2%, το 2002, 3,4%, το 2003, 5,6%, το 2004, 4,9%. Και μετά μειώνεται απότομα κατά δύο μονάδες τον επόμενο χρόνο. Έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε στην ειδική περίπτωση του έτους 2003, γιατί σημειώθηκε ρυθμός ανάπτυξης 5,6%, μάλιστα τότε γινόταν έντονη συζήτηση, διότι ήταν αμέσως πριν τις εκλογές και το ερώτημα ήταν αν θα μπορούσε να διατηρηθεί το 5%. Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση είχε υποσχεθεί ότι θα πετύχει 5% ρυθμό ανάπτυξης που ήταν ήδη μια πραγματικότητα, πράγμα που δεν επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια. Έχει ενδιαφέρον αυτή η περίπτωση, διότι ήταν η πρώτη και ίσως η μοναδική φορά όπου σημειώθηκε ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, την τότε Ευρωπαϊκή Ένωση, πριν τη διεύρυνση. Με 5,6% είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα πέρασε την Ιρλανδία. Τελικά, οι επιπτώσεις των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν κόστος ή επένδυση; Είναι ένα ερώτημα στο οποίο ο καθένας θα έδινε και τη δική του απάντηση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που αναλύθηκαν πιο πάνω, η απάντηση είναι επένδυση. Υπάρχουν κάποιες μελέτες που προσπαθούν να απομονώσουν αυτή την επίδραση. Για παράδειγμα μια μελέτη της Alpha Bank, υπήρχε και μια παλιότερη μελέτη του ΚΕΠΕ, η οποία λεει το εξής. Ότι το όφελος της αύξησης του ΑΕΠ στην περίοδο 2004 κυμάνθηκε στα 9 δισ. ευρώ, 9 δισ. ευρώ δηλαδή πρόσθετο ΑΕΠ παράχθηκαν λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων και μαζί με τα πολλαπλασιαστικά οφέλη υπολογίζει ότι μέχρι το 2008 αυτά τα οφέλη ανέρχονται σε 25 δισ. ευρώ. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων την περίοδο 1997-2004 χωρίς τους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν θα ξεπερνούσε το 9,5%, ενώ με τους Ολυμπιακούς Αγώνες ανέβηκε στο 12%. Και έχει επίσης και μια εκτίμηση για την αύξηση των εξαγωγών που λεει ότι θα ήταν 2,5% αντί για 4,5% με 5,5% που επιτεύχθηκε χάρη στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Υπάρχουν και επίσης μελέτες που δείχνουν ότι η απασχόληση αυξήθηκε εκείνη την περίοδο κατά περίπου 100.000 απασχολούμενους λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. Επίσης, υπάρχει μια μελέτη που είχε κάνει το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, που αναφέρει ότι 3,3 δισ. ευρώ επωφελήθηκαν οι ελληνικές επιχειρήσεις, κατανεμήθηκαν σε αυτές μέσω των Ολυμπιακών προμηθειών και των έργων κατά το διάστημα της Ολυμπιακής προετοιμασίας.
5 Κλείνοντας, πιστεύω ότι αν βρισκόμουν στη θέση ενός decision maker της Ελλάδας, θα έβγαζα ένα εξαιρετικά θετικό συμπέρασμα από αυτή την εμπειρία και θα προσπαθούσα να διεκδικήσω και άλλους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ιδιαίτερα τώρα που έχουμε την τεχνογνωσία και ξέρουμε επίσης να ελέγχουμε καλύτερα το κόστος και έχουμε στη διάθεσή μας ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των υποδομών.