Φορολογικό Δίκαιο Το συνταγματικό πλαίσιο της φορολογίας - Αρχή της περιορισμένης αναδρομικότητας - Ατομικά δικαιώματα Θ. Φορτσάκης Α. Τσουρουφλής Κ. Πέρρου Π. Πανταζόπουλος ΠΜΣ Δημοσίου Δικαίου 26/11/2014
Άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος «Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε.»
Στοιχεία της απαγόρευσης της αναδρομικότητας Περιλαμβάνει φόρους και ανταποδοτικά τέλη Εκτείνεται σε όλα τα ουσιώδη στοιχεία του φόρου (υποκείμενο, αντικείμενο, συντελεστή, φορολογική βάση) Δεν εκτείνεται πέραν του προηγουμένου οικ. έτους
Στοιχεία της απαγόρευσης της αναδρομικότητας Έννοια οικονομικού έτους: Σύνταγμα - δημοσιονομικό δίκαιο: οικ. έτος = ημερολογιακό έτος Φορολογία εισοδήματος: Έως το 2013: Οικ. έτος ημερολογιακό έτος Χρήση (ή διαχειριστική περίοδος) = ημερολογιακό έτος Π.χ.: οικ. έτος 2013 = χρήση 2012 Από το 2014: Καταργείται η έννοια του οικονομικού έτους Φορολογικό έτος = ημερολογιακό έτος
Παράδειγμα Νέος νόμος 2012 2013 2014
Παραδείγματα αναδρομικότητας Αναδρομική κατάργηση ευνοϊκής φορολογικής ρύθμισης κατάργηση ευνοϊκού καθεστώτος κατάργηση απαλλαγής Αναδρομική μεταβολή του τρόπου υπολογισμού μεταβολή ΣΚΚ κατάργηση εκπιπτομένων δαπανών εφαρμογή φορολογικού τεκμηρίου
Παραδείγματα αναδρομικότητας Απαγόρευση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου Αναδρομική αλλαγή του υποχρέου καταβολής Αναδρομική εφαρμογή δυσμενέστερης διάταξης σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις Δεν αποτελεί απαγορευμένη αναδρομικότητα: η αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων η επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής, εφόσον: Γίνεται με τυπικό νόμο Ο νόμος τίθεται σε ισχύ πριν από τη λήξη της παραγραφής
ΣτΕ 3174/2014 5. Επειδή, η πρόβλεψη στο νόμο ότι με την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος παραγράφεται η αξίωση του Δημοσίου για τη βεβαίωση και επιβολή συγκεκριμένου φόρου, συνιστά, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του πιο πάνω άρθρου 78 του Συντάγματος, ουσιαστικό στοιχείο της οικείας φορολογικής ενοχής. Μετά τη συμπλήρωση, επομένως, του εν λόγω διαστήματος και τη συνακόλουθη παραγραφή των αντίστοιχων φορολογικών αξιώσεων, νομοθετική ρύθμιση η οποία θα «παρέτεινε», ως προς τις αξιώσεις αυτές, το χρόνο της παραγραφής, τροποποιώντας έτσι αναδρομικά, εις βάρος των φορολογουμένων, το νομοθετικό καθεστώς βάσει του οποίου είχε λήξει η υποχρέωσή τους, θα ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της διατάξεως της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου του Συντάγματος διότι, με την τελευταία αυτή διάταξη, ο συνταγματικός νομοθέτης, θεσπίζοντας για την επιβολή εν γένει των φορολογικών βαρών καθεστώς ιδιαίτερης ασφάλειας δικαίου και προστασίας της εμπιστοσύνης, απαγορεύει την αναδρομική νομοθετική διαμόρφωση του ουσιαστικού περιεχομένου των φορολογικών σχέσεων, εφ όσον άγει σε επιβάρυνση της θέσης των φορολογουμένων, η δε ισχύς της οικείας αναδρομικής διατάξεως εκτείνεται πέραν του οικονομικού έτους που προηγείται της δημοσιεύσεώς της.
ΣτΕ 3174/2014 5.... Κατά συνέπεια, διάταξη νόμου περί «παρατάσεως», κατά τ ανωτέρω, του χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων οι οποίες ήταν ήδη παραγεγραμμένες κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού και των οποίων η έναρξη της παραγραφής είναι προγενέστερη του προηγούμενου της δημοσιεύσεως οικονομικού έτους, θα ήταν ανίσχυρη ως αντικείμενη στις πιο πάνω συνταγματικές διατάξεις.
Ευμενέστερη αναδρομική ρύθμιση Καταρχήν δεν απαγορεύεται η αναδρομή ΣτΕ 4055/1998: Η νέα επιεικέστερη ρύθμιση έχει αναδρομική ισχύ και εφαρμόζεται και επί των εκκρεμών υποθέσεων, εφόσον στο νόμο δεν υπάρχει σαφής αντίθετη διάταξη Νομοθετικά παραδείγματα: Άρθρο 24 παρ. 4 Ν. 2523/1997: αναδρομική εφαρμογή, εφόσον το παλαιότερο καθεστώς ήταν δυσμενέστερο Άρθρο 66 παρ. 32 Ν. 4174/2013: αναδρομική εφαρμογή ευνοϊκότερων κυρώσεων για εικονικά τιμολόγια
ΔΕφΑθ /2014 (αδημοσίευτη) 11. Επειδή, όσον αφορά τον πρόσθετο φόρο, εφόσον με τους νεώτερους νόμοους 3296/2004 (άρθρο 24 και 3943/2011 (άρθρο 26), που έχουν προπαρατεθεί θεσπίζονται ευμενέστερες διατάξεις σε σχέση με το παλαιότερο αυστηρό νομοθετικό καθεστώς, μια και αφενός το ποσοστό του επιβαλλόμενου πρόσθετου φόρου για μη υποβολή δήλωσης μειώθηκε σε 2% επί του φόρου την πληρωμή του οποίου απέφυγε o φορολογούμενος (από 3% που ισχύει για κάθε μήνα καθυστέρησης, αφετέρου το ανώτατο όριο αυτού (πρόσθετου φόρου) δεν μπορεί να υπερβεί το 120% του φόρου που απέφυγε να πληρώσει ο υπόχρεος (έναντι 300% αρχικά και 200% μεταγενέστερα), οι νέες αυτές ρυθμίσεις, ως επιεικέστερες από τις προηγούμενες και ενόψει του ότι δεν προβλέπεται στους εν λόγω νόμους ρητή αντίθετη διάταξη, εφαρμόζονται αναδρομικά και επί των εκκρεμών υποθέσεων (ΣτΕ 4055/1988).
Έκτακτη εισφορά του Ν. 3758/2009 Άρθρο 18: «1.α. Επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ εισφορά στο εισόδημα των φυσικών προσώπων που φορολογούνται κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994), καθώς και στο εισόδημα σχoλάζουσας κληρονομιάς. Επίσης στο εισόδημα των φυσικών προσώπων τα οποία φορολογούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 του Z Ψηφίσματος του έτους 1975 (ΦΕΚ 23 Α'), β. Για την επιβολή της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το συνολικό καθαρό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή της σχολάζουσας κληρονομιάς των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2008 εφόσον αυτό είναι εξήντα χιλιάδες ευρώ (60.000 ) και άνω.»
Έκτακτη εισφορά του Ν. 3758/2009 ΔΠρΑθ 18440/2009: αντισυνταγματική ΔΕφΑθ 1123/2010: δεν αντίκειται στο Σύνταγμα Το εισόδημα δεν αποτελεί το αντικείμενο της εισφοράς αλλά το κριτήριο βάσει του οποίου θεωρείται ότι υπάρχει φοροδοτική ικανότητα Κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου δεν ήταν γνωστά τα εισοδήματα του οικ. έτους 2009 ΣτΕ 693/2011: Αντισυνταγματική Παραπέμπει στην Ολομέλεια ΣτΕ (Ολομ.) 1685/2013: συνταγματική
ΣτΕ (Ολομ.) 1685/2013 Υπό τα δεδομένα αυτά, όπως παγίως έχει κριθεί σε ανάλογες περιπτώσεις επιβολής εκτάκτων εισφορών (ΣτΕ 1317, 1318/1979, Ολομ., 3098, 3653/1981, 3202/1982, 116, 2209, 3515/1983, 357/1984, επταμ., 3639/1984, 797, 2729/1986), η εν λόγω εισφορά δεν έχει ως αντικείμενο τα πιο πάνω εισοδήματα του οικονομικού έτους 2008, ώστε να τίθεται ζήτημα αναδρομικής φορολόγησής τους κατά την έννοια του άρθρου 78 του Συντάγματος. Απλώς, τα εισοδήματα αυτά, εν όψει και του ότι, όταν ανέκυψε η έκτακτη, λόγω της κρίσεως, δημοσιονομική ανάγκη, και επιβλήθηκε η επίμαχη εισφορά με τον δημοσιευθέντα στο ΦΕΚ Α 68/5.5.2009 ως άνω νόμο, δεν είχε καν ολοκληρωθεί η υποβολή των σχετικών δηλώσεων, για το οικονομικό έτος 2009, θεωρήθηκαν - ευλόγως - από το νομοθέτη ως τα πλέον πρόσφατα ασφαλή στοιχεία διαγνώσεως της αυξημένης φοροδοτικής ικανότητας στην οποία απέβλεψε, απετέλεσαν, δηλαδή, το κριτήριο και, συνακόλουθα, τη βάση επιβολής της έκτακτης εισφοράς, έτσι ώστε και το ποσό που θα συγκεντρωνόταν να μπορεί να προϋπολογισθεί, και να επιβαρυνθούν με την εισφορά οι κατά τεκμήριο πλουσιότεροι πολίτες. Υπό τα δεδομένα δε αυτά, το εν λόγω κριτήριο δεν παρίσταται απρόσφορο ούτε αντίθετο με την αρχή της φοροδοτικής ικανότητας και δεν αντίκειται, συνεπώς, στο Σύνταγμα.
ΣτΕ (Ολομ.) 1685/2013 - μειοψηφία Με τις παρατεθείσες ανωτέρω (σκέψη 10) διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος, αφ ενός μεν ορίζονται περιοριστικά τα στοιχεία που μπορούν ν αποτελέσουν τη βάση φορολογικής επιβάρυνσης (εισόδημα, περιουσία, δαπάνες ή συναλλαγές), αφ ετέρου δε απαγορεύεται απολύτως η αναδρομική φορολόγηση πέραν του «οικονομικού έτους» του προηγουμένου της επιβολής του φόρου. Χωρίς, σημειωτέον, από την απαγόρευση αυτή να χωρούν παρεκκλίσεις κατ επίκληση εξαιρετικών περιστάσεων. Εξ άλλου, κατά την έννοια της αυτής συνταγματικής διατάξεως, ως «οικονομικό έτος» πέραν του οποίου δεν μπορεί να ανατρέξει η φορολογική ρύθμιση, θεωρείται το ημερολογιακό έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο δημοσιεύεται ο σχετικός νόμος.
Κατόπιν αυτών, η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 18 του ν. 3758/2009, ορίζοντας ευθέως ότι η προβλεπόμενη με αυτήν έκτακτη εισφορά «επιβάλλεται στο εισόδημα των φυσικών προσώπων» και ότι για τον υπολογισμό της «λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα [ ] των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2008», δηλαδή, όπως σαφώς προκύπτει από την εν λόγω διατύπωση αλλά και το σκοπό του νόμου, το εισόδημα του ημερολογιακού έτους 2007, επιβάλλει αναδρομικώς φόρο επί εισοδημάτων που έχουν προκύψει σε χρόνο προγενέστερο του προηγουμένου της δημοσιεύσεώς της έτους και είναι γι αυτό ανίσχυρη ως παραβιάζουσα το άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος. Τούτο ουδόλως μεταβάλλεται αν το εν λόγω εισόδημα του 2007, αντί να χαρακτηρισθεί αντικείμενο (όπως πράγματι είναι) της επίδικης εισφοράς, θεωρηθεί, κατά τ ανωτέρω, ως «κριτήριο» για την επιβάρυνση με αυτήν των οικονομικώς ευρωστοτέρων. Γιατί, το Σύνταγμα, καθορίζοντας, κατά τα προεκτεθέντα, περιοριστικά, στην παράγραφο 1 του άρθρου 78, τα στοιχεία που μπορεί να στηρίξουν την επιβολή φόρου, μεταξύ των οποίων και το εισόδημα, αποβλέπει στα στοιχεία αυτά ακριβώς ως κριτήρια διαγνώσεως φοροδοτικής ικανότητας (κατ άρθρ. 4 παρ. 5 Συντ.) απαγορεύοντας όμως, απολύτως, κατά την παράγραφο 2, την αναδρομική, πέραν του έτους, χρησιμοποίησή τους. ΣτΕ (Ολομ.) 1685/2013 - μειοψηφία
Άλλες συνέπειες της περιορισμένης αναδρομικότητας Δεν επιτρέπεται η νομοθετική κύρωση φορολογικών κανονιστικών πράξεων Αναδρομικότητα ερμηνευτικών διατάξεων γνήσια ερμηνευτικές: επιτρέπεται ψευδοερμηνευτικές: δεν επιτρέπεται
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Η ατομική ιδιοκτησία Ο φόρος δεν επιτρέπεται να έχει δημευτικό χαρακτήρα Δημευτικός χαρακτήρας Σε άλλες χώρες η νομολογία έχει θεσπίσει συγκεκριμένα όρια Η ελληνική νομολογία έχει αποφύγει τη θέσπιση ορίων Ζητήματα: Έχει δημευτικό χαρακτήρα η φορολόγηση της κατοχής περιουσίας; Έχει δημευτικό χαρακτήρα ο συνδυασμός φόρων; Ν. 2190 (ειδικός φόρος ακινήτων): 15% ετησίως επί της αντικειμενικής αξίας Η αναγκαστική απαλλοτρίωση δεν συνιστά φορολόγηση
Αρχή της φορολογικής ισότητας ΣτΕ (Ολομ.) 519/2014 8.... στην έννοια του «ακινήτου που έχει δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας» και που, ως εκ τούτου, απαλλάσσεται από το ενιαίο τέλος ακινήτων, κατά τα οριζόμενα στο ν. 3634/2008, υπάγεται κάθε ιδιωτικό ακίνητο όταν, λόγω της σημασίας του για την αρχαιολογική εν γένει έρευνα, δηλαδή για την ανακάλυψη, την ανάδειξη, τη διατήρηση ή την προστασία αρχαιοτήτων (κατά τα προβλεπόμενα στη σχετική ως άνω νομοθεσία), και εξαιτίας των συνακόλουθων ενεργειών της αρχαιολογικής υπηρεσίας, η κατά προορισμό χρήση και εκμετάλλευσή του έχει περιορισθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, να έχει καταστεί ουσιαστικά αδύνατη για τον ιδιοκτήτη του. Η υπαγωγή ενός τέτοιου ακινήτου σε φόρο ακίνητης περιουσίας, όπως το ένδικο ενιαίο τέλος ακινήτων, αφ ενός μεν θα συνιστούσε υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφ ετέρου δε θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, αφού, υπό τις συνθήκες αυτές, η κυριότητα του ακινήτου, ως αντικείμενο του φόρου, δεν θα αποτελούσε, για τον ιδιοκτήτη, ένδειξη αντίστοιχης φοροδοτικής ικανότητας, διασφαλίζοντας, όπως θα έπρεπε, τη φορολόγησή του «ανάλογα με τις δυνάμεις του»
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Η οικονομική ελευθερία Δεν επιτρέπεται η φορολογία να περιορίζει υπέρμετρα την άσκηση επαγγέλματος Τα τεκμήρια δεν προσκρούουν στο δικαίωμα της οικονομικής ελευθερίας εφόσον είναι: γενικά απρόσωπα μαχητά Τα μέτρα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής σε σχέση με την οικονομική ελευθερία Αναστολή λειτουργίας επαγγελματικής εγκατάστασης Αφαίρεση πινακίδων, άδειας κυκλοφορίας, άδειας οδήγησης
ΣτΕ (Ολομ.) 3316/2014 8. Επειδή, το κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε του ν. 3296/2004 μέτρο της δεσμεύσεως των τραπεζικών λογαριασμών και οιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων συνεπάγεται σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχομένου προσώπου. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι καθ' όσον χρόνο διαρκεί η δέσμευση το ελεγχόμενο πρόσωπο στερείται της δυνατότητας χρήσεως και διαθέσεως των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων του (και δη ρευστού χρήματος και κινητών αξιών φυλασσομένων σε πιστωτικά ιδρύματα), το πρόσωπο αυτό υφίσταται σοβαρό περιορισμό των περιουσιακών δικαιωμάτων του και της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας του, ήτοι αγαθών, των οποίων η προστασία κατοχυρώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ.1 και 5 παρ.1 του Συντάγματος.
ΣτΕ (Ολομ.) 3316/2014 8.... Και ναι μεν η θέσπιση του μέτρου αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος [ήτοι, στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ' αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως βάσει του πορίσματος της σχετικής έρευνας της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς επίσης και στη διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα], αλλά ο ως άνω σκοπός του νομοθέτη και μόνον αυτός δεν εξαρκεί για να καταστήσει συνταγματικώς ανεκτή τη ρύθμιση, εφ' όσον μάλιστα αυτή δεν έτυχε περαιτέρω εξειδικεύσεως με το π.δ. 85/2005.
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Η προσωπική ελευθερία Προσωποκράτηση ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη δημοσίων εσόδων (διοικητικό μέτρο) ΣτΕ (Ολομ.) 250-251/2008: αντισυνταγματική ΑΠ (Ολομ.) 1/2009: δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ΑΕΔ 1/2010: αντισυνταγματική Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα: καταργήθηκε Ποινική δίωξη λόγω μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο Άρθρο 25 Ν. 1882/1990 (αδίκημα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο Άρθρο 3 Ν. 3943/2011: Αυτόφωρο
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Άρθρο 25 Ν. 1882/1990 «1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα τελωνεία χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) έως ένα έτος, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, που αναφέρεται στην παράγραφο 5, υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α`. υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.»
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Άρθρο 25 Ν. 1882/1990 «γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α`, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. δ) τριών τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α`, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Χρόνος τέλεσης του αδικήματος είναι το χρονικό διάστημα από την παρέλευση των τεσσάρων μηνών μέχρι τη συμπλήρωση χρόνου αντίστοιχου με το 1/3 της κατά περίπτωση προβλεπόμενης προθεσμίας παραγραφής.»
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Άρθρο 25 Ν. 1882/1990 «Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων. Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό.»
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Άρθρο 18 Ν. 2523/1997 «1. Όποιος, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη φορολογική αρχή με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές, τιμωρείται: α) με φυλάκιση εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίσθηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς, ανέρχεται σε ετήσια βάση έως το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ,»
Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Άρθρο 18 Ν. 2523/1997 «β) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίσθηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς, ανέρχεται σε ετήσια βάση από το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ μέχρι το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και γ) με κάθειρξη εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει σε ετήσια βάση τα εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ.»
Φορολογικό Δίκαιο Το συνταγματικό πλαίσιο της φορολογίας - Αρχή της περιορισμένης αναδρομικότητας - Ατομικά δικαιώματα Θ. Φορτσάκης Α. Τσουρουφλής Κ. Πέρρου Π. Πανταζόπουλος ΠΜΣ Δημοσίου Δικαίου 26/11/2014