ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 12 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Α1. Επιπλέον, το να κάνει κανείς λάθος γίνεται µε πολλούς τρόπους (γιατί το κακό και το άπειρο πάνε µαζί, όπως δίδασκαν οι Πυθαγόρειοι, ενώ το καλό πάει µαζί µε το πεπερασµένο), όµως το να πράττει κανείς το σωστό γίνεται µε έναν µόνο τρόπο (γι αυτό και τι ένα είναι εύκολο, ενώ το άλλο δύσκολο, εύκολο το να αποτύχει κανείς στο στόχο του, δύσκολο όµως το να (τον) επιτύχει γι αυτούς λοιπόν τους λόγους γνώρισµα της κακίας είναι η υπερβολή και η έλλειψη, ενω της αρετής, (είναι) η µεσότητα γιατί καλοί (γινόµαστε) µε ένα µόνο τρόπο, ενώ κακοί µε πολλούς. Είναι λοιπόν η αρετή συνήθεια που επιλέγεται ελεύθερα από το άτοµο, η οποία βρίσκεται στη µεσότητα σε σχέση µε εµάς, η οποία καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριµένα κατά τη γνώµη µου, (µε τη λογική) που καθορίζει ο φρόνιµος άνθρωπος. Και (είναι) µεσότητα (που βρίσκεται ) ανάµεσα σε δύο κακίες, που η µία βρισκεται από την πλευρά της υπερβολής, ενώ η άλλη από την πλευρά της έλλειψης και ακόµα (είναι µεσότητα), επειδή από τη µία άλλες από τις κακίες παρουσιάζονται ελλιπείς και άλλες από την άλλη είναι υπερβολικές σε σχέση µε αυτό που πρέπει και στα συναισθήµατα και στις πράξεις, ενώ η αρετή και βρίσκει και επιλέγει το µέσον. Β1. α) Μεσότητα: «του µεν πράγµατος µέσον το ίσον απεχον αφ εκατέρου των άκρων, όπερ εστίν εν και το αυτό πάσιν»(αντικειµενικό µέσο) «προς ηµάς δε ό µήτε πλεονάζει µήτε ελλείπει τούτο δ»ουχ εν, ουδέ ταυτόν πάσιν (υποκειµενικό µέσο)» «πας επιστήµων το δε µέσον ζητεί και τουθ αιρείται» «Άκρα :» «πολλά ολίγα», «πολύ ολίγον» «πας επιστήµων την υπερβολήν µεν και τηνέλλειψην φεύγει»
β) «Μεσότητα»: Το µέσον σύµφωνα µε τον Αριστοτέλη, µπορεί να προσδιοριστεί µε βάση δύο κριτήρια: τα αντικειµενικά και τα υποκειµενικά. Η έννοια του µέσου στα πράγµατα ορίζεται αντικειµενικά, πρόκειται δηλαδή για ένα αριθµητικό µέσο µε δύο βασικά γνωρίσµατα: πρώτο ότι το µέσο αυτό είναι ένα και, αφού καθοριστεί, αµετάβλητο και δεύτερον ότι το µέσον αφού οριστεί, είναι το ίδιο. Δηλαδή ισχύει για όλα τα πράγµατα το ίδιο. Είναι αυτό που ισαπέχει από τα δύο άκρα του πράγµατος. Δεν επιδέχεται άρνηση ή αντίρρηση, γιατί ορίζεται αντικειµενικά µε βάση αριθµητικά δεδοµένα. Η υποκειµενικόττα των κριτηρίων παραπέµπει στις ανθρώπινες ανάγκες και στο διαφορετικό τρόπο που ικανοποιούνται από κάθε άθρωπο. Υπάρχει ωστόσο ένας γνώµονας που προσανατολίζει κάθε φορά το µέσο. Αυτό είναι «το πρέπον» (δέον) που συνδέεται από τη µια µε ένα αίτηµα ισορροπίας του ανθρώπου και από την άλλη µε τη φρόνηση. «Άκρα» : Ο Αριστοτέλης, στην προσπάθειά του να προσδιορίσει την έννοια της «µεσότητας», αναφέρεται και στις έννοιες της «υπερβολής» και της «έλλειψης», που αποτελούν τα άκρα της. Σύµφωνα µε το φιλόσοφο, η µεσότητα αποτελεί τη σωστή, την ενδεδειγµένη συµπεριφορά, η οποία επαινείται, γιατί οδηγεί στην κατάκτηση των ηθικών αρετών, ενώ η υπερβολή και η έλλειψη αποτελούν τη λανθασµένη, τη µη ενδεδειγµενη συµπεριφορά, η οποία επικρίνεται, γιατί µας αποµακρύνει από τις ηθικές αρετές. Β2. «Έστιν άρα η αρετή έξις προαιρετική»: στην ενότητα αυτή ο Αριστοτέλης µας δίνει ως συµπέρασµα τον πλήρη ορισµό της αρετής. Οριστέα έννοια : Αρετή Έννοια γένους : α. «έξις»: ο όρος προέρχεται από το θέµα του µέλλοντα («έξω») του ρήµατος έχω. Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η έξις είναι το προσεχές µέλλον της αρετής και δίνει στον όρο ηθικό περιεχόµενο : είναι το µόνιµο στοιχείο του χαρακτήρα που προκύπτει από συνήθεια ή επαναλαµβανόµενη άσκηση. Η ποιότητα, λοιπόν, των έξεων εξαρτάται από την ποιότητα των ενεργειών µας. Άρα δεν αρκεί να χαρακτηρίζουµε τις αρετές έξεις αφού αυτές διακρίνονται σε καλές και κακές, αλλά να βρούµε το ιδιαίτερο εκείνο γνώρισµα που τις διαφοροποιεί από τις άλλες έξεις. β. «προαιρετική»: είναι η ελεύθερη και έλλογη εκλογή και βούληση που αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για να κάνει ο άνθρωπος σωστή επιλογή ενεργειών και να κατακτήσει το µέτρο αποφεύγοντας τις ακρότητες δηλαδή την υπερβολή και
την έλλειψη. Την ευθύνη λοιπόν για την κατάκτηση της ηθικής αρετής την έχει ο ίδιος ο άνθρωπος. Αν ο δρόµος προς την αρετή δεν ήταν αποτέλεσµα ελεύθερης βούλησης, αλλά καταναγκασµού, τότε η αρετή δεν θα είχε καµµία αξία για τον άνθρωπο. Η προαίρεσις αποτελεί σύµφωνα µε τον Αριστοτέλη, τον ένα από τους 3 αναγκαίους όρους ύπαρξης της αρετής. Οι άλλοι 2 όροι είναι : Ο άνθρωπος να έχει συνείδηση της πράξης του (ειδώς) και Να την πραγµατοποιεί µε σιγουριά και σταθερότητα (βεβαίως και αµετακινήτως) «ωρισµένη λόγω και ώ αν ο φρόνιµος ορίσειεν»: το µετοχικό αυτό σύνολο συνάπτεται στον όρο «εν µεσότητι»και δίνει κριτήρια προσδιορισµού της υποκειµενικής µεσότητας µε τα οποία περιορίζεται το υποκειµενικό στοιχείο και κερδίζει σε αντικειµενικότητα. Γι αυτό ο Αριστοτέλης σπεύδει να διευκρινήσει ότι ο κοινός κανόνας που θα εξασφαλίσει το στοιχείο της αντικειµενικότητας στην ανθρώπινη αυτή ιδιότητα, είναι η ανθρώπινη λογική, ο ορθός λόγος. Προχωρεί µάλιστα µε ακόµη αυστηρότερο τρόπο στον καθορισµό του αντικειµενικού αυτού κριτηρίου: δε µετράει γι αυτόν τόσο η κοινή ανθρώπινη λογική όσο η λογική του φρόνιµου ανθρώπου. (θα πρέπει να σηµειωθεί και το περιεχόµενο των εννοιών «λόγος» και «φρόνιµος»). Β3. α) 1 ε, 2 β β) «Ευβουλία»: η σωστή σκέψη και λήψη αποφάσεων για θέµατα που έχουν σχέση τόσο µε τον ιδιωτικό βίο (των οικείων ), όσο και µε υον δηµόσιο (το πράττειν και λέγειν στις υποθέσεις της πόλης). «Ευδαιµονία»:«η ευδαιµονία εστό ψυχής ενέργειά τις κατ αρετήν τελείαν». Ενέργεια λοιπόν κατά τον Αριστοτέλη, η ευδαιµονία του ανθρώπου, όχι κατάσταση, και πάντως ενέργεια της ψυχ ης του, µε τους κανόνες της τέλειας αρετής. Β4. ραστώνη :ράδιον έντευξις :αποτυχείν εξουσία :έστιν σώφρων :φρόνιµος ανύπαρκτος :αρχοµένω πρόσχηµα :έξις συλλήβδην :λαµβάνουσι ταγός :προστάξει
συµβόλαιον :υπερβάλλειν ραστώνη :µοναχώς ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Θουκυδίδου Ἱστορίαι II.89.8 (εκδ. Teubner) Γ1. Τη ναυµαχία, όσο εξαρτάται από τη θέλησή µου, δε θα την κάνω µέσα στον κόλπο ούτε θα µπω σ αυτόν. Γιατί βλέπω ότι απέναντι σε πολλά πλοία µε πληρώµατα χωρίς πείρα, τα λίγα ευκίνητα πλοία µε έµπειρα πληρώµατα, ο στενός χώρος δεν τα συµφέρει. Γιατί, όταν δε βλέπει κανείς τα εχθρικά καράβια από αρκετή απόσταση, δε θα µπορούσε να επιτεθεί όπως πρέπει µε έµβολο, ούτε θα µπορούσε να υποχωρήσει την κατάλληλη στιγµή, όταν πιέζεται. Δεν είναι επίσης δυνατό να γίνουν ελιγµοί ή απότοµα πισωγυρίσµατα, αυτά ακριβώς που µπορούν να κάνουν πιο ευκίνητα πλοία, αλλά θα ήταν αναγκαίο η ναυµαχία να γίνει πεζοµαχία. Γ2. - ἑκών : ἑκουσῶν - ὁρῶ : ὁρῷεν - ναῦς : νηί - ἄµεινον : εὖ - πλεούσαις : ἔπλεις - ξυµφέρει : ξυνένεγκε - ἀποχωρήσειεν : ἀποκεχωρηκέναι - διέκπλοι : διέκπλου - ἅπερ : αἷσπερ - καθίστασθαι : καθιστῇ
Γ3. α. - ἐν τῷ κόλπῳ : εµπρόθετος επιρρηµατικός προσδιορισµός του τόπου στο ρήµα ποιήσοµαι. - ἑκών εἶναι : απόλυτο απαρέµφατο - ναυσίν : αντικείµενο στο ρήµα οὐ ξυµφέρει - τῶν πολεµίων : γενική αντικειµενική ως ετερόπτωτος προσδιορισµός στο πρόσοψιν - καθίστασθαι : τελικό απαρέµφατο ως υποκείµενο στην απρόσωπη έκφραση ἀνάγκη ἄν εἴη - πεζοµαχίαν : κατηγορούµενο στο υποκείµενο ναυµαχίαν µέσω του συνδετικού καθίστασθαι Γ3.β. - ἔχων : εἰ µη ἔχοι την πρόσοψιν τῶν πολεµίων ἐκ πολλοῦ - πλεουσῶν : αἵ ἄµεινον πλέουσι