Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΦAΛΛΗΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΤΡΑ 2012

2

3 Εικόνα εξωφύλλου. Νόμισμα Πρόννων 5 ου - 4 ου π.χ. αι. Απεικονίζεται κεφαλή Αινησίου Διός και κώνος κεφαλληνιακής Ελάτης. (Πηγή: Νομισματικό Μουσείο Αθηνών).

4

5 Στους αγαπημένους μου Γουλιέλμο, Άλκηστη και Αιμιλία-Σταματία

6

7 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΤΡΑ 2012

8

9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το θέμα της παρούσας Διδακτορικής Διατριβής ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ μου ανατέθηκε (Απόφαση 2/ ) από το Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία (Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η.) του Πανεπιστημίου Πατρών, το οποίο όρισε (Απόφαση 4/ ) και την τριμελή Συμβουλευτική Επιτροπή, αποτελούμενη από τους: 1. Βασιλική Ζόγκζα, Καθηγήτρια του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία (Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η.) του Πανεπιστημίου Πατρών, Επιβλέπουσα. 2. Γεωργία Καμάρη, Καθηγήτρια του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Μέλος. 3. Δημήτριο Φοίτο, Ομότ. Καθηγητή του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Μέλος. Η Γενική Συνέλευση με Ειδική Σύνθεση του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία στην υπ αριθμ. 1/ συνεδρίασή της, όρισε τα μέλη της επταμελούς Εξεταστικής Επιτροπής, τα οποία, εκτός των τριών μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής, είναι τα εξής: 4. Κωνσταντίνος Ραβάνης, Καθηγητής του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. του Πανεπιστημίου Πατρών. 5. Λεωνίδας Σωτηρόπουλος, Καθηγητής του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. του Πανεπιστημίου Πατρών. 6. Πανωραία Αρτελάρη, Αναπλ. Καθηγήτρια του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. 7. Μαρία. Εργαζάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. του Πανεπιστημίου Πατρών.

10

11 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 3 1. Τα Νησιά του Ιονίου: ονομασία, χωροταξία και διοίκηση 5 2. Παλαιογεωγραφία του Ελλαδικού χώρου και των Ιονίων Νήσων 8 3. Γεωμορφολογία Στρωματογραφία τεκτονική Υδρολογία της Κεφαλονιάς Το κλίμα Μεθοδολογία 29 ΜΕΡΟΣ Α : ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 37 ΚΕΦ. Ι. ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ: ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ Χρονολογικοί πίνακες Παλαιολιθική και Μεσολιθική Εποχή 40 2α. Η έρευνα στην Ευρώπη 40 2β. Η έρευνα στην Ελλάδα 40 ΚΕΦ. ΙΙ. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ Παλαιολιθική και Μεσολιθική Κεφαλονιά Νέα δεδομένα για την Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική εποχή στην Κεφαλονιά Συμπεράσματα επί των προηγούμενων κεφαλαίων για την Παλαιολιθική και Μεσολιθική Εποχή Νεολιθική Εποχή. Το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο Γενικά συμπεράσματα για τα λίθινα εργαλεία της Κεφαλονιάς 77 ΚΕΦ. ΙΙΙ. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ Η σχέση του ανθρώπου με τη Φύση πριν από την εμφάνιση της γεωργίας (~ π.χ.) 81

12 II ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 2. Η εμφάνιση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα 82 2α. Η γεωργία 82 2β. Η κτηνοτροφία Η γεωργία και η κτηνοτροφία στα νησιά του Ιονίου και στην Κεφαλονιά Αξιολόγηση των ενοτήτων 1, 2, 3 του Κεφ. ΙΙΙ Συμπεράσματα 90 ΚΕΦ. IV. Η ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΜΥΘΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Μυθικοί και ηρωικοί χρόνοι 96 1α. Βασιλεία και δυναστεία Κεφάλου ( π.χ.) 97 ΚΕΦ. V. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Kλασικοί χρόνοι 99 1α. Η Κεφαλληνιακή Τετράπολις Ρωμαϊκή κυριαρχία (188 π.χ. 324/395 μ.χ.) Βυζαντινοί χρόνοι (324/ ) Μεταβυζαντινή Περίοδος. Ξενοκρατία. Η ένωση με την Ελλάδα ( ) Κοινωνικές μεταβολές κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας 107 ΚΕΦ. VΙ. Η EΠΟΧΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑΣ Γενική εικόνα της Ελλάδας κατά τη Χαλκοκρατία Η Κεφαλονιά κατά την περίοδο της Χαλκοκρατίας Παρατηρήσεις και συμπεράσματα από ορισμένα ευρήματα των ανασκαφών μυκηναϊκής περιόδου στην Κεφαλονιά.. ΚΕΦ. VII. ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ Κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα. Η ιδιοκτησία της γης και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον Άνθρωπος και φύση στην Κεφαλονιά Ιθάκη του Ομήρου. Γεωργία και κτηνοτροφία α. Κτηνοτροφία 124 2β. Γεωργία 126 2γ. Καλλιέργειες. Παραγωγική διαδικασία και εκμετάλλευση φυσικών πόρων Συμπεράσματα για το περιβάλλον σε συνάρτηση με την οικονομία στην Κεφαλονιά κατά τους ομηρικούς χρόνους 130

13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ III ΚΕΦ. VIIΙ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΛΑΣΙΚΟΥΣ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΪΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ Κλασική εποχή. Το περιβάλλον και η οικονομία μέσα από τα νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης 133 1α. Κράνη 133 1β. Σάμη 137 1γ. Πάλη 139 1δ. Πρόννοι Οι κώνοι στα νομίσματα των Πρόννων και της Πάλης Ρωμαϊκοί χρόνοι Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία κατά τους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 147 ΚΕΦ. ΙΧ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΣTOYΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ Γεωργία και αγροτικό καθεστώς κατά τη βυζαντινή περίοδο (324/ ) Περίοδος της Φραγκοκρατίας ( ) Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία της Κεφαλονιάς κατά τη Βυζαντινή περίοδο και τη Φραγκοκρατία 154 ΚΕΦ. Χ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΞΕΝΟΚΡΑΤΙΑ ΕΝΕΤΟΙ ( ) ΑΓΓΛΟΙ ( ) Αγροτικό καθεστώς και γεωργία Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την Ενετοκρατία και την Αγγλοκρατία 162 ΚΕΦ. XΙ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 19 ο ΑΙΩΝΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ Ο 19 ος αιώνας Ο 20 ος αιώνας. Η περίοδος των μεγάλων αλλαγών 167 2α. Οι σεισμοί του Κοινωνικές μεταβολές και επιπτώσεις στο περιβάλλον 169

14 IV ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 2β. Κτηνοτροφία 170 2γ. Γεωργία Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου «Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. μέχρι σήμερα» 176 ΜΕΡΟΣ Β : ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 181 ΚΕΦ. ΧΙΙ. Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ Η ελληνική χλωρίδα Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς Ενδημισμός της Κεφαλονιάς Αλλόχθονα είδη της χλωρίδας Σπάνια και κινδυνεύοντα είδη Συμπεράσματα επί του Κεφαλαίου XII 211 ΚΕΦ. ΧΙΙΙ. Η ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ Εξελικτική πορεία της βλάστησης Οι ζώνες βλάστησης Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης α. Υποζώνη Oleo-Ceratonion (υποζώνη Ελιάς-Χαρουπιάς) β. Υποζώνη Quercion ilicis (υποζώνη Αριάς) Ορεινή υπαλπική ζώνη (Ζώνη δασών Οξυάς-Ελάτης και ορεινών μεσογειακών Κωνοφόρων) α. Υποζώνη Abietion cephalonicae (υποζώνη των μεσογειακών ορεινών Κωνοφόρων) Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου ΧΙΙΙ 222 ΚΕΦ. ΧΙV. ΤΑ ΟΡΕΙΝΑ ΔΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ Γιατί δεν μνημονεύεται το όρος Αίνος στα ομηρικά έπη 225 1α. Περί της ετυμολογίας των επιθέτων Αἰνήιος και Αἰνήσιος του Διός Η Ελάτη στη ναυτική παράδοση των Ομηρικών χρόνων Το ελατόδασος του Αίνου στην αρχαιότητα Ο Αίνος κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας ( ) Ο Αίνος από το 1864 έως σήμερα 249 5α. Ιδιοκτησιακό καθεστώς 249

15 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ V 6. To Ρούδι Το όρος Αγία Δυνατή και το δάσος της Quercus coccifera 254 7α. Περί της ονομασίας του όρους Αγία Δυνατή Το Καλόν Όρος O Άτρος και τα άλλα όρη της Κεφαλονιάς 265 9α. Περί της ονομασίας του όρους Άτρος Η περιοχή της Ερίσου (Ερίσσου και Ερύσου) Οικονομική σημασία των δασών. Ανθρώπινες παρεμβάσεις από το 1864 έως σήμερα α. Τα καμίνια ασβέστου και ανθράκων Πυρκαγιές α. Τα αίτια των πυρκαγιών Τοπωνύμια σχετικά με τη βλάστηση και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις 14. Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου XIV 296 ΚΕΦ. XV. ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΛΩΡΙΔΑ ΠΕΔΙΝΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΚΤΩΝ Πεδινές εκτάσεις Ακτές Υγρότοποι Κρημνοί Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου XV 307 ΜΕΡΟΣ Γ : ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ 309 ΚΕΦ. XVI. ΣΙΤΗΡΑ. ΑΜΠΕΛΟΣ. ΛΙΝΑΡΙ. ΕΛΙΑ Καταγωγή των καλλιεργούμενων σιτηρών στην Κεφαλονιά Η άμπελος στην αρχαιότητα Η άμπελος στην Κεφαλονιά κατά τους νεότερους χρόνους. Συμπεράσματα Το λινάρι. Συμπεράσματα Η ελιά α. Ο ρόλος της Κρήτης στην εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας 326 5β. Η ελιά στον Όμηρο 329

16 VI ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 5γ. Η εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας στον Ιόνιο χώρο και η σχέση Κεφαλονιάς και Κρήτης στους προϊστορικούς χρόνους 331 5δ. Κεφαλονιά και Κρήτες. Παρατηρήσεις και συμπεράσματα 335 ΜΕΡΟΣ Δ : ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 347 ΚΕΦ. ΧVII. Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ Γιατί το αντικείμενο της παρούσας Διατριβής αποτελεί μελέτη για εφαρμογή στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση Δυνατότητες εφαρμογής 349 ΚΕΦ. XVIIΙ. ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤIKHΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΕ ΘΕΜΑ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΒΟΥ 357 Α. ΣΤΑΔΙΟ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ Περιγραφή του αντικειμένου του προγράμματος Κριτήρια επιλογής του θέματος και σημασία της περιοχής Κουτάβου 3. Η σημερινή εικόνα του Κουτάβου Στόχοι του προγράμματος Τομείς ενδιαφέροντος Οργάνωση Βιβλιογραφία σχετική με το πρόγραμμα 365 Β. ΣΤΑΔΙΟ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ 367 Γ. ΕΠΙ ΠΛΕΟΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ 370 ΕΠΙΛΟΓΟΣ 370 ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ 371 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 383 SUMMARY CONCLUSIONS 389 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΝΘΕΤΟΙ: α) Χάρτης βλάστησης Εθνικού Δρυμού Αίνου. β) Χάρτης Εθνικού Δρυμού Αίνου και χρήσεις γης.

17 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Το θέμα της παρούσας Διατριβής μου έδωσε την ευκαιρία να αναζητήσω την απάντηση σε ορισμένα ερωτήματα, που απορρέουν από τη σημερινή εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος της Κεφαλονιάς σε σχέση με τον ανθρώπινο παράγοντα από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Η διαχρονικότητα του θέματος επέβαλε να χρησιμοποιηθούν πηγές, που αναφέρονται στην Ιστορία του νησιού, σε δεδομένα αρχαιολογικών ερευνών, σε βοτανικές έρευνες, ακόμα και σε στοιχεία από τη μυθική και προφορική λαϊκή παράδοση. Κατά τη συλλογή του βιβλιογραφικού και γενικά πληροφοριακού υλικού υπήρξαν αρκετές δυσκολίες, κυρίως λόγω της παντελούς απουσίας πηγών για ορισμένες χρονικές περιόδους του παρελθόντος. Ξεπεράστηκαν όμως με την καθοδήγηση των συμβούλων Καθηγητών μου, προς τους οποίους οφείλω άπειρες ευχαριστίες, γιατί με ώθησαν να δω τη σημερινή Κεφαλονιά, την ιδιαίτερή μου πατρίδα, από διαφορετικές οπτικές γωνίες συνδυάζοντας την πορεία του ανθρώπου μέσω των ιστορικών γεγονότων με την εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης του νησιού. Τους ευχαριστώ επίσης, γιατί μου έδωσαν την ευκαιρία να κάνω πράξη τη δια βίου εκπαίδευση. Ιδιαίτερα ευχαριστώ την Επιβλέπουσα Καθηγήτρια κ. Βασιλική Ζόγκζα για την αμέριστη συμπαράσταση, το ενδιαφέρον και την κατανόηση, που επέδειξε μέχρι την ολοκλήρωση της Διατριβής. Θερμές ευχαριστίες επίσης οφείλω στην Καθηγήτρια κ. Γεωργία Καμάρη για τη συνεχή παρακολούθηση της πορείας της συγγραφής, τις εποικοδομητικές συμβουλές, τις διορθώσεις, την πολύτιμη γενικά καθοδήγηση και την ηθική στήριξη σε όλες τις φάσεις επεξεργασίας του υλικού. Στον Ομότιμο Καθηγητή κ. Δημήτριο Φοίτο οφείλω τις πιο θερμές μου ευχαριστίες όχι μόνον για τις πολύτιμες συμβουλές, την ουσιαστική βοήθεια και καθοδήγηση, όσον αφορά στα θέματα της χλωρίδας και της βλάστησης, αλλά και εφ όλης της ύλης, μέχρι να ξεπεραστούν οι δυσκολίες. Τον ευχαριστώ επίσης για την ενθάρρυνση και την ψυχολογική στήριξη, που μου παρέσχε, μέχρι την ολοκλήρωση της Διατριβής, καθώς και για την κατανόηση, που επέδειξε καθ όλη τη διάρκεια της συνεργασίας μας. Θερμές ευχαριστίες οφείλω επίσης: στον Καθηγητή της Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αρτέμη Γιαννίτσαρο για την πολύτιμη βοήθεια στην καταγραφή, ταυτοποίηση και ταξινόμηση των μη αυτόχθονων ειδών χλωρίδας στην Κεφαλονιά, στον κ. Αχιλλέα Γερασιμίδη, Καθηγητή της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ., για την ενημέρωση σε θέματα της ειδικότητάς του, στην κ. Πηνελόπη Μπεμπέλη, Καθηγήτρια του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, για τις συμβουλές στον τομέα των καλλιεργειών, στον κ. Ν. Πολυδωρίδη, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, για τον ανάγλυφο ψηφιακό χάρτη Κεφαλονιάς και

18 2 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ιθάκης, στον κ. Γεώργιο Φερεντίνο, Καθηγητή του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, για τους παλαιογεωγραφικούς χάρτες περιοχής Κεφαλονιάς, Ζακύνθου και απέναντι ηπειρωτικών ακτών, στον κ. Γεώργιο Μήτσαινα, Δρ. Βιολόγο, για τη συνεχή συμπαράσταση, την καθοδήγηση και την τεχνική υποστήριξη σε όλα τα στάδια της Διατριβής, στον κ. Nicolas Turland, επιμελητή του Missouri Botanical Garden, για τη βοήθεια στην εργασία πεδίου, στον κ. Μιχάλη Ξανθάκη, Δρ. Δασολόγο, για τους ακριβείς και καλαίσθητους χάρτες της Κεφαλονιάς και του Αίνου, στην κ. Πέπη Μπαρέκα, Δρ. Βιολόγο, για τη συμβολή της σε θέματα της ειδικότητάς της, στην κ. Μαρία Ντίνου, Δρ. Αρχαιολόγο Παλαιοπεριβαλλοντολόγο, για την ενημέρωση στη σχετική βιβλιογραφία, στην κ. Ανάγια Σαρπάκη, Δρ. Αρχαιολόγο Παλαιοπεριβαλλοντολόγο, για την ενημέρωση στη βιβλιογραφία, στην κ. Γεωργία Στρατούλη, Δρ. Αρχαιολόγο Προϊστορικής Αρχαιολογίας, για τις φωτογραφίες του σπηλαίου της Δράκαινας, στην κ. Βασιλική Καραγιάννη, MSc Γεωπόνο, για τη συμβολή της σε θέματα της ειδικότητάς της, στον κ. Διονύση Τσελέντη, Γεωλόγο Εκπαιδευτικό, για τις υποδείξεις του στο γεωλογικό μέρος, στην κ. Μαρία Ντεροζάριο, ζωγράφο, για τα αφηγηματικά σκίτσα στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, στην κ. Κατερίνα Μαραβέγια, Πληροφορικό, για τις φωτογραφίες Αρχείου του Κοργιαλένειου Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου, στην κ. Μαρία Λυκούδη από την Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη Αργοστολίου για τη βοήθεια στη βιβλιογραφική έρευνα, στον κ. Γεράσιμο Αντζουλάτο, Δρ. Γεωπόνο, και στην κ. Γερασιμία Αντωνάτου, Προϊσταμένη του ΕΛ.ΣΤΑΤ. στην Κεφαλονιά, για τα στατιστικά στοιχεία αγροτικής παραγωγής. Ευχαριστώ επίσης το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών για τις φωτογραφίες των νομισμάτων με τους κώνους της Ελάτης και της Πεύκης, τη ΛΕ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και τον Έφορο κ. Ανδρέα Σωτηρίου για την άδεια δημοσίευσης των ευρημάτων της Λακκίθρας, το προσωπικό του Αρχαιολογικού Μουσείου Αργοστολίου, τη Διεύθυνση Δασών και την Κτηνιατρική Υπηρεσία Κεφαλονιάς, καθώς και την Πυροσβεστική Υπηρεσία Αργοστολίου για την παροχή πληροφοριών. Τέλος άπειρες ευχαριστίες οφείλω στην οικογένειά μου και ιδιαίτερα στον σύζυγό μου Γουλιέλμο για την ανοχή, την υπομονή, την ενθάρρυνση και τη στοργική συμπαράσταση, που μου παρείχαν, κατά το διάστημα συγγραφής της Διατριβής. Ευτυχία Νίκη Ευθυμιάτου Κατσούνη

19 EΙΣΑΓΩΓΗ Στο εύλογο ερώτημα ποια η σχέση της Ιστορίας με το φυσικό περιβάλλον, η απάντηση είναι ότι η εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος αντικατοπτρίζει τη βαθμίδα του πολιτισμού της ανθρώπινης κοινωνίας στα διάφορα εξελικτικά της στάδια. Οι πολιτισμοί, οι οποίοι στη διάρκεια χιλιετιών άνθισαν στο ήπιο κλίμα της Μεσογείου, αιγαιακός, κρητικός, μυκηναϊκός, ελληνικός, ρωμαϊκός, βυζαντινός κ.λπ., αναπτύχθηκαν κυρίως στις ζώνες της μεσογειακή βλάστησης. Όπου όμως αναπτύσσονταν οι ανθρώπινες κοινωνίες, υποχωρούσε το δάσος. Οι οικιστικές εγκαταστάσεις και η εκμετάλλευση του δασικού πλούτου για τις ανάγκες του πολιτισμού, που σε κάθε βαθμίδα του γίνεται όλο και πιο απαιτητικός, έφεραν την καταστροφή των δασών. Η πολιτισμική βαθμίδα των ανθρώπων της εποχής του λίθου αντιστοιχούσε σε μηδενικά ποσοστά καταστροφικής επίδρασης στο περιβάλλον. Όμως από τις επόμενες βαθμίδες και μετά εμφανίζονται σταδιακά τα γεωργικά εργαλεία, τα καράβια, οι πολεμικοί στόλοι, οι πολιορκητικές μηχανές, η τυπογραφία, ο ηλεκτρισμός, η βιομηχανία, κ.ο.κ., όλα σε βάρος του περιβάλλοντος εξαντλώντας τους φυσικούς πόρους. H φύση από το αρχέγονο στάδιο εμφάνισης της ζωής εξελίχθηκε κάτω από την επίδραση αβιοτικών και βιοτικών παραγόντων, που δεν καθορίστηκαν ούτε επηρεάστηκαν από τον άνθρωπο. Πριν από την εμφάνισή του ανθρώπου οι γεωλογικές μεταβολές, οι κλιματικές αλλαγές και οι φυσικές καταστροφές συντέλεσαν στον αφανισμό ή και στη δημιουργία νέων ειδών του έμβιου κόσμου του πλανήτη Γη, επιτρέποντας κάθε φορά στο «εν δυνάμει» στοιχείο της ζωής να βρίσκει νέες διεξόδους καθορίζοντας τον αντίστοιχο χαρακτήρα της χλωρίδας και της πανίδας. Η χλωρίδα και η βλάστηση αποτελούν στοιχεία, που συνθέτουν το πολύπλοκο σύστημα του περιβάλλοντος. Μαζί με την πανίδα και το σύνολο των αβιοτικών παραγόντων αποτελούν το φυσικό μέρος του συστήματος στον πλανήτη μας. Η αέναη σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης των στοιχείων αυτών, δημιουργεί μία δυναμική ισορροπία. Στην αρχή της Ανθρωπογονίας οι Ανθρωπίδες (Homminidae) ήταν ισότιμα δυναμικοί με τα άλλα μέλη της πανίδας. Στην εξελικτική πορεία όμως διαφοροποιήθηκαν και δημιούργησαν ένα εξ ίσου σύνθετο οικοσύστημα, το ανθρώπινο (Σαρπάκη, τεύχ. 58, 1996). Σήμερα όλα τα σημεία της Γης, ακόμα και οι άβατες και απρόσιτες στον άνθρωπο περιοχές έχουν επηρεαστεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Εκείνος, που ευθύνεται για τη ρύπανση της ατμόσφαιρας, των λιμναίων, των ποτάμιων, των θαλάσσιων υδάτων και κατά το μεγαλύτερο ποσοστό για την επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή, είναι ο άνθρωπος. Η εμφάνισή του υπήρξε

20 4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ καταλυτική. Ήταν το terminus post quo, το χρονικό όριο δηλαδή, μετά το οποίο άρχισε να αλλοιώνεται η τότε υπάρχουσα μορφή του φυσικού περιβάλλοντος εξ αιτίας των παρεμβάσεών του, που από ανεπαίσθητες και περιορισμένες αρχικά εξελίχθηκαν με την πάροδο του χρόνου σε εντατικές και βίαιες με ολοένα επιταχυνόμενο ρυθμό ως συνέπεια των ιστορικο-κοινωνικών γεγονότων και της επίσης επιταχυνόμενης εξελικτικής πορείας του πολιτισμού. Η Μεσόγειος, ομφαλός του Παλαιού Κόσμου και λίκνο αρχαίων πολιτισμών, ευνόησε την επικοινωνία των τριών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, και εξέθρεψε τις ανθρώπινες δραστηριότητες διακίνησης προϊόντων, αλλά και ιδεών. Ο ελλαδικός χώρος στο υπογάστριο της Ευρώπης με τα αμέτρητα νησιά και τις νησίδες μέσω του Ιονίου συνδέεται με τη Δύση και μέσω του Αιγαίου με την Ανατολή προσεγγίζοντας την Ασιατική ήπειρο, ενώ παράλληλα κυρίως λόγω της Κρήτης γειτνιάζει και με την Αφρική. Από αυτούς τους θαλάσσιους ή ηπειρωτικούς δρόμους αφίχθηκαν στη χώρα μας πολλοί «μετανάστες» του φυτικού βασιλείου, που εγκαταστάθηκαν, εγκλιματίστηκαν και αποτέλεσαν νέα είδη της βιοποικιλότητάς της. Είναι γεγονός ότι εκτός των κοινών για όλο τον ελλαδικό χώρο φυσικών παραγόντων, που επέδρασαν στην εξελικτική πορεία της βλάστησης και της χλωρίδας ανά τους αιώνες, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα ιδιαίτερα κατά καιρούς ιστορικά γεγονότα. Το θέμα αυτό θα μας απασχολήσει σε ιδιαίτερο κεφάλαιο, γιατί η ιστορική τύχη της Κεφαλονιάς, όπως και των άλλων νησιών του Ιονίου, υπήρξε διαφορετική από την τύχη της κυρίως Ελλάδας. Στο διάστημα, που η Ελλάδα γνώριζε τα δεινά της Τουρκοκρατίας, τα νησιά του Ιονίου τελούσαν υπό τη διαδοχική κατοχή Ευρωπαίων κατακτητών, εκ των οποίων άλλοι, όπως οι Φράγκοι και οι Ενετοί, διοίκησαν και νομοθέτησαν κατά τα πρότυπα της Δύσης επιβάλλοντας το φεουδαρχικό σύστημα, που επηρέασε την κατανομή και την καλλιέργεια της γης, και άλλοι, όπως οι Άγγλοι, εφαρμόζοντας αποικιοκρατική πολιτική. Μετά τα ανωτέρω αναδεικνύονται και οι πολλαπλοί στόχοι της παρούσας Διατριβής: να ερμηνεύσει τη σημερινή εικόνα της Κεφαλονιάς, όσον αφορά στη χλωρίδα και στη βλάστηση, αναζητώντας διαχρονικά τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες έγιναν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις, καθώς και το ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο, του οποίου οι παρεμβάσεις αυτές υπήρξαν απόρροια. Να δείξει ότι η εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης βαίνει παράλληλα προς την εξελικτική πορεία του ανθρώπου σε μία αμφίδρομη σχέση έπους και τραγωδίας από την κυριαρχία του στη φύση (έπος) μέχρι τη διασάλευση της ισορροπίας του περιβάλλοντος, την καταστροφή του όζοντος και τον αφανισμό πολλών φυσικών ειδών (τραγική απόληξη). Αναλυτικότερα: θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε τις καθοριστικές επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον του νησιού, αλλά και στην ανθρώπινη κοινωνία κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του. Θα εκθέσουμε συνοπτικά τα σημαντικότερα γεγονότα, που σφράγισαν την πορεία της Κεφαλονιάς κατά τις διάφορες εξελικτικές φάσεις, αρχίζοντας από τους μύθους με ιστορικό πυρήνα, που χάνονται στην αχλή του ανιστόρητου παρελθόντος. Οι ανά τους αιώνες πόλεμοι, οι πληθυσμιακές μετακινήσεις, οι φυσικές καταστροφές και η μακρόχρονη ξενοκρατία, η οποία μετέβαλε το καθεστώς διακυβέρνησης του

21 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 5 νησιού, δρομολόγησαν εξελίξεις, που επηρέασαν τη μορφή του φυσικού περιβάλλοντος. Ως μελέτη δε για εφαρμογή στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση η Διατριβή αυτή στοχεύει να αναδείξει τις διαφορετικές οπτικές γωνίες, κάτω από τις οποίες μπορεί να αντιμετωπιστεί το γνωστικό αντικείμενο. Να φανεί η πολυμέρεια της γνώσης, ως στοιχείου απαραίτητου για την ερμηνεία της σύγχρονης, πολύπλοκης κοινωνίας και την τοποθέτησή μας σε αυτήν. Να αφυπνιστεί και να δραστηριοποιηθεί ο νους προς όλες εκείνες της κατευθύνσεις, που θα τον εκπαιδεύσουν να αποκτήσει σφαιρική αντίληψη του κόσμου και της ζωής. Να ευαισθητοποιηθεί ως προς την προστασία του περιβάλλοντος αξιολογώντας τα αποτελέσματα των ανθρώπινων παρεμβάσεων στη φύση. Τέλος η παρούσα Διατριβή φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως πηγή θεματογραφίας ποικίλων περιβαλλοντικών προγραμμάτων και να συντελέσει στην καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης. 1. Τα Νησιά του Ιονίου: ονομασία, χωροταξία και διοίκηση Το Ιόνιο Πέλαγος βρέχει τις ακτές της Δ. Ελλάδας και Πελοποννήσου, της Ν. Ιταλίας και της Σικελίας. Αρχαίος ελληνικός μύθος αποδίδει την ονομασία του πελάγους στην Ιώ, κόρη του ποταμού Ινάχου. Για να την προστατεύσει ο Δίας από τη ζηλοτυπία της Ήρας, τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα. Η Ήρα όμως απέστειλε οίστρο (αλογόμυγα), ο οποίος κέντριζε την αγελάδα αναγκάζοντάς την να φεύγει συνεχώς. Κατά τη διάρκεια της αέναης αυτής φυγής η Ιώ διέσχισε το πέλαγος, το οποίο πήρε το όνομά της. Μετά από πολλές περιπλανήσεις κατέφυγε στην Αίγυπτο, όπου πήρε την κανονική της μορφή και γέννησε τον γιο του Δία Έπαφο (Richepin 1953). Το νησιωτικό σύμπλεγμα των Ιονίων Νήσων αναπτύσσεται σε άξονα από Βορρά προς Νότο κατά μήκος των ακτών της δυτικής Ελλάδας, μεταξύ των παραλλήλων 38 ο 3 38 και 38 ο 30 5 βορείου πλάτους και των μεσημβρινών 20 ο 9 25 και 20 ο ανατολικού μήκους. Λόγω του αριθμού των επτά σημαντικότερων νησιών, που βρίσκονταν υπό την κατοχή Ευρωπαίων κατακτητών από τον 11 ο μέχρι τα μέσα περίπου του 19 ου αι. (Κερκύρας, Παξών, Λευκάδας, Ιθάκης Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Κυθήρων), είναι γνωστά και ως Επτάνησα (Εικ. 1). Η ονομασία αυτή καθιερώθηκε από το 1800 λόγω της ανακήρυξής τους σε Δημοκρατία των Επτά Νησιών, με την επωνυμία «Επτάνησος ή Ιόνιος Πολιτεία» κατόπιν συνθήκης, που υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του Τσάρου της Ρωσίας Παύλου του Α και του Σουλτάνου Σελήμ του Γ με την εγγύηση της Αγγλίας μετά το τέλος της Ενετοκρατίας στα Επτάνησα (Λιβιεράτος 1916/1988). Τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα δεν ανήκουν γεωγραφικά στον χώρο του Ιονίου, γιατί γειτνιάζουν περισσότερο με το Κρητικό και το Αιγαίο Πέλαγος. Από το 1864 (ένωση με την Ελλάδα) μέχρι το 1929 υπάγονταν στον Νομό Αργολιδοκορινθίας και από τότε μέχρι σήμερα στον Νομό Αττικής. Ο όρος επτανησιακός όμως παραμένει, για να εκφράσει τον ιδιαίτερο πολιτισμό, που αναπτύχθηκε στα Επτάνησα κάτω από την επιρροή των πνευματικών ρευμάτων της Δύσης και κυρίως της ιταλικής Αναγέννησης στις τέχνες και στα γράμματα,

22 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ όταν η υπόλοιπη Ελλάδα βρισκόταν υπό τουρκική κατοχή (π.χ. Επτανησιακή Σχολή στην ποίηση με κορυφαίους τους Α. Κάλβο και Δ. Σολωμό, ζωγραφική επηρεασμένη από την Κρητική Σχολή και την Αναγέννηση κ.λπ.). Κέρκυρα Παξοί Παξοί Λευκάδα Παξοί Κεφαλονιά Ιθάκη Ζάκυνθος Κύθηρα Εικ. 1. Επτάνησα και Ελλάδα. Η ονομασία Επτάνησα δεν απηχεί όρο με χαρακτήρα γεωγραφικό, αλλά ιστορικό, πολιτικό και πολιτισμικό. Τα υπόλοιπα νησιά διοικητικά αποτελούν τους εξής τέσσερις Νομούς: Κερκύρας, Κεφαλονιάς, Λευκάδας και Ζακύνθου, στους οποίους υπάγονται τα μικρότερα νησιά και οι βραχονησίδες, όπως: Αντίπαξοι, Οθωνοί, Ερίκουσα, Μαθράκι στον Νομό Κερκύρας, Στροφάδες στον Νομό Ζακύνθου, Μεγανήσι, Καστός και Κάλαμος στον Νομό Λευκάδας. Η Κεφαλονιά με έκταση 781,5 km 2 είναι το 6 ο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας και το μεγαλύτερο από τα νησιά του Ιονίου Πελάγους. Πρωτεύουσά της το Αργοστόλι. Μαζί με την Ιθάκη, τις νησίδες Άτοκο και κάποιες από τις Εχινάδες συνιστούν τον Νομό Κεφαλονιάς. Διοικητικά ο κάθε Νομός των Ιονίων Νήσων

23 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 7 μέχρι πρό τινος αποτελούσε Νομαρχία με επί κεφαλής τον Νομάρχη. Με το σχέδιο «Καλλικράτης» από το 2011 όλα τα Ιόνια αποτελούν πλέον την Περιφέρεια Ιονίων Νήσων, επί κεφαλής της οποίας είναι ο Περιφερειάρχης. Ο πρώην Νομαρχίες έγιναν Αντιπεριφέρειες διοικούμενες από Αντιπεριφερειάρχη. Με τη διοικητική αυτή μεταρρύθμιση και η Κεφαλονιά αποτελεί Αντιπεριφέρεια με δύο Δήμους, τον Δήμο Κεφαλονιάς και τον Δήμο Ιθάκης (Εικ. 2). Εικ. 2. Τοπογραφικός χάρτης του Νομού Κεφαλονιάς. Σύμφωνα με το πρόσφατο σχέδιο «Καλλικράτης» περιλαμβάνει δύο Δήμους, τον Δήμο Κεφαλονιάς και τον Δήμο Ιθάκης (Ξανθάκης Μ. 2012).

24 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2. Παλαιογεωγραφία του Ελλαδικού χώρου και των Ιονίων Νήσων Η εικόνα της γης εδώ και εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια ήταν πολύ διαφορετική. Υπήρχε μία ενιαία ήπειρος, η Παγγαία, που περιβαλλόταν από την Πανθάλασσα. Οι αναταράξεις και οι τεκτονικές κινήσεις, που συνέβαιναν στο εσωτερικό της γης, επέφεραν κοσμογονικές αλλαγές στον στερεό φλοιό και λόγω της μετακίνησης των λιθοσφαιρικών πλακών δημιουργήθηκαν δύο μεγάλες ήπειροι, η Λαυρασία στον Βορρά και η Γκοντβάνα στον Νότο (Εικ. 3). Εικ. 3. Άνω: σχέδιο με τον χώρο ανάπτυξης της θάλασσας της Τηθύος σε σχέση με την Παγγαία Ήπειρο και την Πανθάλασσα (κατά Park & Siever 1994 στους Φοίτο και Καμάρη 2009). Κάτω: Η επιφάνεια της γης μετά τη διάσπαση της Παγγαίας στη Λαυρασία και στη Γκοντβάνα στις αρχές του Ιουρασικού, πριν από περίπου 180 εκ. χρόνια. Με τις διακεκομμένες γραμμές σημειώνονται οι χλωριδικές περιοχές (FG) στις δύο νέες ηπείρους (Schröder 1998 στους Φοίτο και Καμάρη 2009).

25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 9 Μεταξύ των δύο ηπείρων και σχεδόν παράλληλα προς τον ισημερινό εκτεινόταν η αρχέγονη θάλασσα της Τηθύος, στην οποία ήταν βυθισμένη και η ελληνική γη. Εκεί παρέμεινε για εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια. Κατά τη διάρκεια του Μεσοζωικού αιώνα τα ιζήματα, που συσσωρεύθηκαν στον πυθμένα της Τηθύος, οι συνεχείς αναταράξεις και η τεκτονική δραστηριότητα στο εσωτερικό της γης συντέλεσαν, ώστε στις αρχές του Καινοζωικού να αναδυθούν οι υψηλότερες οροσειρές, των Ιμαλαΐων, των Άλπεων, των Καρπαθίων κ.ά. Κατά την περίοδο αυτή αρχίζει και η ανάδυση του ελληνικού χώρου σταδιακά από την ανατολή προς τη δύση με τη μορφή «κυμάτων». Το ανάγλυφο του ελλαδικού χώρου τότε ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Διαμορφώθηκε μία ενιαία στεριά, η Αιγαιίς ή κατ άλλους Αιγηίς, (Αιγαῖον < Αιγεῖον), που εκτεινόταν από τη Μικρά Ασία μέχρι τη Β. Ελλάδα και μέρος της περιοχής του Ιονίου (Εικ. 4). Εικ. 4. Η ενιαία ήπειρος Αιγαιίς (στον Mελέντη Ι. 1970: Ιστορία Ελληνικού Έθνους). Τα νησιά του Ιονίου Πελάγους αναδύθηκαν τελευταία, αλλά στη διάρκεια των εκατομμυρίων ετών, που ακολούθησαν, άλλοτε αποτέλεσαν τμήμα της Αιγαιίδος, γεγονός που έλαβε χώρα κατά το Τορτόνιο, εδώ και 15 εκ. χρόνια περίπου, και άλλοτε, μέχρι να λάβουν την οριστική τους, σημερινή μορφή

26 10 ΕΙΣΑΓΩΓΗ καλύφθηκαν τμηματικά ή ολοκληρωτικά από τη θάλασσα. Ειδικότερα: κατά το Κατώτερο Τορτόνιο (11 9 εκ. χρόνια) τα νερά καλύπτουν την Κέρκυρα, τις δυτικές ακτές της Ηπείρου, τη Λευκάδα και το δυτικό τμήμα της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου (Kαμάρη 2003) (Εικ. 5 ). Εικ. 5. Κατά το Τορτόνιο (περίπου πριν από 11 εκ. χρόνια) το μεγαλύτερο τμήμα των νησιών του Ιονίου βρισκόταν κάτω από τη θάλασσα (από internet στον Καρακίτσο Σ. 2006). Κατά το τέλος του Μειοκαίνου (εποχή του Μεσσηνίου, πριν από περίπου 5 εκ. χρόνια) λόγω της εξάτμισης και της μείωσης των βροχοπτώσεων έπεσε η στάθμη της θάλασσας, με αποτέλεσμα να αποκοπούν οι δίοδοι επικοινωνίας με τον Ατλαντικό και τον Ινδικό ωκεανό. Η σημερινή Μεσόγειος απομονώθηκε και, επειδή η εξάτμιση των θαλάσσιων υδάτων ήταν μεγαλύτερη σε ποσότητα από τα ύδατα των ποταμών, που εισέρρεαν σε αυτήν, μεταβλήθηκε σε κλειστή αλμυρή λίμνη περνώντας στη λεγόμενη «κρίση αλατότητας της Μεσογείου». Τότε, κατά την περίοδο Τορτονίου-Μεσσηνίου (9 5 περίπου εκ. χρόνια π.σ.) η Ζάκυνθος, η Κεφαλονιά και οι Παξοί εμφανίζονται να έχουν χωρίσει από την ηπειρωτική Ελλάδα (Εικ. 6), ενώ κατά το Μεσσήνιο (6 5,5 εκ. χρόνια π.σ.) μέρος των νησιών του Ιονίου, μέρος της Δ. Ελλάδας και πολύ μικρό μέρος της Ιταλίας συνδέονται γεωγραφικά μεταξύ τους. Κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου αποχωρίζονται για τελευταία φορά η Κρήτη από την Πελοπόννησο (περίπου 5 εκ. χρόνια π.σ.) και η Ρόδος από την ανατολική στεριά (περίπου 2 εκ. χρόνια πριν) (Greuter 1970). Εδώ και χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια του Πλειστοκαίνου, Κεφαλονιά, Ιθάκη και Ζάκυνθος αποτέλεσαν πλέον ένα ενιαίο νησί (Εικ. 7).

27 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 Εικ. 6. Κατά το Τορτόνιο Μεσσήνιο (περίπου πριν από 9 με 5 εκ. χρόνια) η Ζάκυνθος, η Κεφαλονιά και οι Παξοί έχουν αποχωριστεί από την ηπειρωτική Ελλάδα (από internet στον Καρακίτσο Σ. 2006). Εικ. 7. Κατά το Πλειστόκαινο (περίπου πριν από χρόνια) τα νησιά του Ιονίου εν μέρει είναι συνδεμένα με την ηπειρωτική Ελλάδα. Κεφαλονιά, Ιθάκη και Ζάκυνθος αποτελούν ένα ενιαίο νησί. (από internet στον Καρακίτσο Σ. 2006). Μεσολάβησαν οι παγετώδεις περίοδοι, κατά τη διάρκεια των οποίων η στάθμη της θάλασσας έπεφτε, έως ότου κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο,

28 12 ΕΙΣΑΓΩΓΗ πριν από χρόνια, προς το τέλος του Πλειστοκαίνου η στάθμη κατέβηκε περί τα 200 m και τα Ιόνια Νησιά ενώθηκαν με τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές (Ferentinos et al. 2012). Θα παραμείνουν ενωμένα μέχρι χρόνια πριν (Εικ. 8). Αποχωρίστηκαν πλέον οριστικά και έλαβαν περίπου τη σημερινή τους μορφή κατά το Ολόκαινο (πριν από χρόνια περίπου), κατά τη διάρκεια της τελευταίας μεταπαγετώδους περιόδου, όταν η στάθμη της θάλασσας εξ αιτίας της τήξης των πάγων ανέβηκε και κάλυψε πολλά τμήματα στεριάς, που ένωναν άλλοτε τα νησιά μεταξύ τους, καθώς και με την ηπειρωτική Ελλάδα. Εικ. 8. Κατά το Πλειστόκαινο (περίπου πριν από χρόνια) τα νησιά του Ιονίου έχουν πλέον όλα συνδεθεί με την ηπειρωτική Ελλάδα και Λευκάδα, Κεφαλονιά, Ιθάκη και Ζάκυνθος αποτελούν μία ενιαία χερσόνησο (από internet στον Καρακίτσο Σ. 2006). 3. Γεωμορφολογία Η Κεφαλονιά λόγω του μεγέθους της (781,5 km 2 ), των τεκτονικών δραστηριοτήτων και των ασβεστολιθικών πετρωμάτων, που υπόκεινται στη διάβρωση των θαλάσσιων κυμάτων, διαθέτει ακτογραμμή μήκους 310 km με αμέτρητους κόλπους, κολπίσκους και όρμους, βραχώδεις παραλίες και αμμουδιές. Ο χαρακτήρας του νησιού όμως είναι ορεινός. Η κεντρική οροσειρά του Αίνου (1.628 m) και του συνεχόμενου Ρουδίου (Γιούπαρι m) με κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ, αποτελεί τη σπονδυλική στήλη του νησιού διαιρώντας το σε ανατολικό και δυτικό (Εικ. 2). Από τον κύριο κορμό του προεκτείνονται: στον Β η χερσόνησος της Ερίσου, που απολήγει στα ακρωτήρια Δαφνούδι και Βλιώτης. Αυτή εισχωρεί βαθιά στο Ιόνιο δημιουργώντας με το βόρειο άκρο της Παλικής τους μεγάλους κόλπους της Αγίας Κυριακής και του Μύρτου ανοιχτούς στους βόρειους και βορειοδυτικούς ανέμους. Η χερσόνησος της Παλικής εκτείνεται από Βορρά προς Νότο με τη μορφή επιμήκους τεκτονικού κέρατος (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963) και αποτελεί τη δυτικότερη περιοχή της Κεφαλονιάς ενωμένη

29 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 13 με τον κύριο κορμό του νησιού στο ΒΑ. άκρο της. Στο σημείο αυτό μεταξύ των ακρωτηρίων Αθέρα και Κατεργάκι, σχηματίζεται ο όρμος του Αθέρα, ενώ στο νοτιότερο η ακτογραμμή μεταξύ των ακρωτηρίων Ακρωτήρι, Ξι και Αγίου Γεωργίου έχει το σχήμα του γράμματος ξι. Η θάλασσα διεισδύει στον κορμό του νησιού από Ν προς Β με μικρή απόκλιση στα ΒΔ ακολουθώντας τον άξονα των ρηγμάτων του Ιονίου πελάγους και μετά εισχωρεί αντίθετα προς ΝΑ, όπου άλλοτε υπήρχε ταφροειδές βύθισμα, σχηματίζοντας έτσι τον διπλό Κόλπο Αργοστολίου. Ο κόλπος, ο οποίος αποχωρίζει την Παλική από τον κύριο κορμό του νησιού, έχει μέγιστες διαστάσεις 14,5 km μήκος και 4 km πλάτος (Τηνιακός στους Φοίτο & Damboldt 1985). Προς Β απολήγει στον μυχό του Λιβαδίου και προς Ν στον μυχό της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου, σημαντικούς υγροτόπους της Κεφαλονιάς. Η μικρή χερσόνησος Αργοστολίου, στην οποία εδρεύει και η πρωτεύουσα του νησιού, τον διαχωρίζει σε εξωτερικό και σε εσωτερικό, πολύ κλειστό κόλπο, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα από τα ασφαλέστερα λιμάνια της Μεσογείου από πλευράς στρατηγικής. Στο νότιο μέρος της Κεφαλονιάς κατά μήκος των ακτών της Λιβαθώς και μεταξύ των ακρωτηρίων Λιάκας και Κάτσωνας ανοίγεται ο μεγάλος κόλπος του Λουρδά. Το νησί προεκτείνεται στα ΝΑ προς το πέλαγος ακολουθώντας την κατεύθυνση των ορεινών σχηματισμών, ενώ στην ανατολική πλευρά του η θάλασσα εισχωρεί στη στεριά μεταξύ των ακρωτηρίων Διχάλια και Αγριόσυκο δημιουργώντας ανοιχτό κόλπο μεταξύ Σάμης και Αγίας Ευφημίας. Λόγω των ορεινών σχηματισμών το γεωλογικό ανάγλυφο της Κεφαλονιάς παρουσιάζει την εξής εικόνα: προεκτάσεις της οροσειράς του Αίνου προς τα Β- ΒΔ αποτελούν το Στρογγυλό Βουνό (843 m ), το Μανολάτι (1.000 m), ο Ξερακιάς, (1.068 m), ο Βρόχωνας (946 m), η Ευμορφία (Σουρόλιμπας) (1.043 m), το Κουτσούλι (764 m), το Χορευτήρι (691 m) και το Δαφνί ή Δάφνη (921 m). Το Καλόν Όρος (901 m) οριοθετεί στα βορεινά τη χερσόνησο της Ερίσου. Η Αγία Δυνατή (1.131 m) με τις προεκτάσεις της παρεμβάλλεται μεταξύ Σάμης, Πυλάρου και Θηνέας, ενώ η οροσειρά της Ευγέρου (848 m) αποτελεί το φυσικό όριο μεταξύ της Κραναίας και της Σάμης, πρώην επαρχιών του νησιού, αφήνοντας ελάχιστο πεδινό χώρο μεταξύ των παρακείμενων οροσειρών για τον σχηματισμό κοιλάδων. Η κοιλάδα της Λανούς συνεχόμενη με την κοιλάδα των Ομαλών (Αγίου Γερασίμου) εκτείνεται στο ενδιάμεσο με άξονα ΒΔ-ΝΑ, παράλληλα και κατά μήκος των οροσειρών Ευμορφίας, Ρουδίου και Αίνου στα ανατολικά, Ευγέρου, Φάλαγγα και Λίμης (646 m) στα δυτικά. Το Μεροβίγλι (994 m) είναι η δυτικότερη ορεινή απόληξη και φυσικό σύνορο της επαρχίας Κραναίας προς την περιοχή του Αγκώνα και τη χερσόνησο της Παλικής. Μεταξύ Αγίας Δυνατής (1.131 m) και Καλού Όρους (901 m), του τελευταίου ορεινού όγκου προς Βορρά, διαμορφώνεται η κοιλάδα της Πυλάρου στον άξονα Αγίας Ευφημίας Μύρτου (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Προς ΝΑ και Α του νησιού από την κεντρική οροσειρά αποχωρίζονται οι περισσότερο αυτοτελείς ορεινοί σχηματισμοί Άτρου (895 m), Κόκκινης Ράχης (1.082 m) και Αυγού (929 m). Οι οροσειρές, οι κοιλάδες και οι πεδιάδες ακολουθούν τρεις βασικούς άξονες: 1) ΒΔ-ΝΑ 2) ΒΑ-ΝΔ και 3) Β-Ν με μικρές αποκλίσεις. Κατά τον Τηνιακό (στους Φοίτο & Damboldt 1985) «Οι διευθύνσεις αυτές εκφράζουν άξονες πτυχώσεων (π.χ. αντίκλινο του Αίνου), ρήγματα, κατά μήκος των οποίων έγιναν μεγάλες καταβυθίσεις (π.χ. απόκρημνες ακτογραμμές),

30 14 ΕΙΣΑΓΩΓΗ καθώς και ρήγματα, κατά μήκος των οποίων η μηχανική καταπόνηση των πετρωμάτων διευκόλυνε την εκλεκτική δράση της διάβρωσης. Αποτέλεσμα αυτής της δράσης υπήρξε ο σχηματισμός πολυάριθμων χαραδρών και κοιλάδων, που διασχίζουν τους ορεινούς και λοφώδεις όγκους». Μεταξύ του Αίνου και της παράλληλής του στα ανατολικά οροσειράς του Άτρου (895 m), δημιουργείται στενή πεδινή λωρίδα, η κοιλάδα του Πυργιού, όπου υπάρχουν και οι δύο καρστικές μικρολίμνες γλυκού νερού, η Άβυθος και η Άκωλη. Η κοιλάδα αυτή διαρρέεται από ρύακες, που πηγάζουν από τις ανωτέρω λίμνες, και χειμάρρους με πλούσια παρόχθια βλάστηση. Εκτεινόμενη δε σε άξονα ΒΔ-ΝΑ οδηγεί στις ανατολικές πεδινές εκτάσεις της Σάμης. Ανατολικά της κοιλάδας αυτής η Κόκκινη Ράχη (1.082 m) και ο Αυγός (929 m) αντικρίζουν τη νότια Ιθάκη με απότομες κατεβασιές στο Ιόνιο, για να καταλήξουν στον όρμο της Αντισάμου (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Δυτικά του Κόλπου Αργοστολίου, από το βόρειο ακρωτήριο Αθέρας μέχρι το ακρωτήριο Ξι στον Νότο, όπως προαναφέραμε, απλώνεται η χθαμαλή χερσόνησος της Παλικής με τη γραφική κωμόπολη του Ληξουρίου, την εύφορη γη και τους λοφίσκους από γαλάζιες και κίτρινες μάργες. Σ αυτήν η λοφοσειρά του Ταφιού με τη Δαμούτσα (435 m) είναι ο δυτικότερος ορεινός σχηματισμός της Κεφαλονιάς. Μετά τα ακρωτήρια Σχίζα και Ορθολίθια και ακόμα βορειότερα από τη Μονή των Κηπουραίων (Κηπούρια) οι κρημνώδεις ακτές με τους λευκούς ασβεστολίθους δημιουργούν ακρογιαλιές με εξωτικά χρώματα. Η χερσόνησος της Παλικής συνδέεται στον Βορρά με τον κεντρικό κορμό της Κεφαλονιάς σχηματίζοντας γωνιασμένο βραχίονα, εξ ου και η ονομασία της περιοχής Αγκώνας. Στον βραχίονα αυτό το υψόμετρο κατέρχεται σταδιακά από τα βουνά του Αθέρα και τη Ράχη της Κριτωνούς προς τον Κόλπο Αργοστολίου σχηματίζοντας εύφορη πεδιάδα, η οποία υψομετρικά προσεγγίζει το επίπεδο της θάλασσας. Εδώ λόγω των αναβρυτικών καρστικών υδάτων της περιοχής δημιουργήθηκε ο βάλτος του Λιβαδίου, ο ένας από τους δύο σημαντικούς υγροτόπους του νησιού (l.c.). Τα υψόμετρα στο νοτιοδυτικό, νότιο, και νοτιοανατολικό μέρος της Κεφαλονιάς κατεβαίνουν βαθμιαία προς τις ακτές με αποτέλεσμα να απολήγουν σε αμμώδεις παραλίες, ανάλογες με την υφή των πετρωμάτων (μάργες, ψαμμίτες του Νεογενούς), όπως π.χ. στο ακρωτήριο Ξι, στη χερσόνησο Αργοστολίου, στη Λιβαθώ, στον Λουρδά, στη Σκάλα κ.λπ. Αντίθετα το δυτικό τμήμα της Κεφαλονιάς χαρακτηρίζεται από απόκρημνες ρηξιγενείς ακτές, ανοικτά των οποίων ευρίσκεται το μεγάλο θαλάσσιο ρήγμα βάθους m, όπου και οριοθετείται η ζώνη της υφαλοκρηπίδας των Ιονίων Νήσων και γενικότερα της Ελλάδας (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Το αυτό παρατηρείται στην περιοχή του Μύρτου και στα ανατολικά του κόλπου Αργοστολίου, οφείλεται δε στα σκληρά ασβεστολιθικά πετρώματα και στις μεγάλες τεκτονικές καταβυθίσεις (Φοίτος & Damboldt 1985). Λιγότερο απότομες είναι και οι ανατολικές ακτές της Ερίσου, κυρίως αυτές προς την Ιθάκη. Όσον αφορά στους οικισμούς, πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Κεφαλονιάς είναι αυτές, που προσφέρονται για καλλιέργειες, εμπόριο, τουρισμό και ποικίλες άλλες δραστηριότητες, όπως π.χ. η Παλική, η περιοχή του Φισκάρδου, οι κοιλάδες και οι πεδινές εκτάσεις περιμετρικά του Αίνου και πιο συγκεκριμένα: η Κοιλάδα των Ομαλών στους ΒΔ. πρόποδες, η περιοχή της

31 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 15 Λιβαθώς στους δυτικούς πρόποδες και Ν-ΝΑ του Αίνου η περιοχή του Ελειού και των Πρόννων, ανατολικότερα δε οι περιοχές της Σάμης και της Αγίας Ευφημίας. Στην εικόνα 9 διακρίνεται το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της Κεφαλονιάς. Εικ. 9. Η σημερινή όψη της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης από δορυφόρο (Αρχείο Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης). 4. Στρωματογραφία τεκτονική Όπως ήδη αναφέραμε στην ενότητα Παλαιογεωγραφία της Ελλάδας και των Ιονίων Νήσων, η Κεφαλονιά και τα άλλα νησιά του Ιονίου αποχωρίστηκαν

32 16 ΕΙΣΑΓΩΓΗ οριστικά από τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο χρόνια περίπου πριν από σήμερα με τη λήξη της τελευταίας παγετώδους περιόδου λόγω ανόδου της θαλάσσιας στάθμης. Η σημερινή εικόνα των γεωτεκτονικών ζωνών του ελλαδικού χώρου απεικονίζεται στον χάρτη, που ακολουθεί (Εικ. 10). Η ύπαρξη πολλών ρηγμάτων, που εξακολουθούν να παραμένουν ενεργά αφ ενός, αφ ετέρου δε η θέση της Κεφαλονιάς κοντά στο τόξο, που σχηματίζει η λιθοσφαιρική πλάκα της Αφρικής, καθώς βυθίζεται κάτω από την Ευρασιατική, προξενούν ισχυρούς σεισμούς και καθιστούν την Κεφαλονιά μία από τις πιο σεισμογενείς περιοχές της Ελλάδας (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Εικ. 10. Γεωτεκτονικό σχήμα των Ελληνίδων ζωνών: Rh: Μάζα της Ροδόπης. Sm: Σερβομακεδονική μάζα. CR: Περιροδοπική ζώνη. (Pe:Ζώνη Παιονίας, Pa: Ζώνη Πάικου, Al: Ζώνη Αλμωπίας) = Ζώνη Αξιού Pl: Πελαγονική ζώνη. Ac: Αττικο-Κυκλαδική ζώνη. Sp:Υποπελαγονική ζώνη. Pk: Ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας. P: Ζώνη Πίνδου. G: Ζώνη Γαβρόβου- Τρίπολης. I: Ιόνιος ζώνη. Px: Ζώνη Παξών ή Προαπούλια. Au: Ενότητα Ταλέα όρη πλακώδεις ασβεστόλιθοι πιθανόν της Ιονίου ζώνης (κατά Mountrakis & al. 1983).

33 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 17 Tο όρος Αίνος της Κεφαλονιάς, του οποίου το υψόμετρο ανέρχεται σε m, είναι το υψηλότερο των Ιονίων Νήσων. Στην Κεφαλονιά επικρατεί κυρίως το ασβεστολιθικό αντίκλινο του Αίνου, που αναπτύσσεται με άξονα ΒΔ- ΝΑ και μήκος κορυφογραμμής 11 km. Αποτελεί μέρος των Ελληνίδων οροσειρών, που σχηματίστηκαν κατά τη διάρκεια των διαφόρων φάσεων της Αλπικής πτύχωσης των ιζημάτων της Μεσοτηθύος (Φοίτος & Καμάρη 2009). Ο προσανατολισμός των οροσειρών της Κεφαλονιάς ως επί το πλείστον είναι ΒΔ-ΝΑ, ίδιος με τον προσανατολισμό των οροσειρών της Δ. Ελλάδας, της Πελοποννήσου και των Διναρίδων. H σύσταση των πετρωμάτων της είναι ασβεστολιθική (σκληροί ασβεστόλιθοι, ασβεστολιθικές και πλαστικές μάργες και χαλαρά προϊόντα της αποσάθρωσής τους). Τα παλαιότερα στρώματα είναι τριαδικής ηλικίας. Στο νησί συναντώνται δύο στρωματογραφικοί σχηματισμοί: α) η Ζώνη των Παξών, στην οποία κυριαρχούν κρητιδικοί και ηωκαινικοί ασβεστόλιθοι και η οποία περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της Κεφαλονιάς, τις περιοχές Παλικής, Αίνου και Ερίσου και β) η Αδριατικοϊόνια Ζώνη (κατά Renz), η οποία επικάθεται στη ζώνη των Παξών και αποτελείται ως επί το πλείστον από γύψους, ασβεστολίθους και δολομίτες τριαδικής έως ιουρασικής ηλικίας (Εικ. 11). Αυτή περιλαμβάνει κυρίως τους ορεινούς όγκους του Αυγού, της Κόκκινης Ράχης και του Άτρου, που βρίσκονται Α και ΝΑ της περιοχής Σάμης και της κοιλάδας του Πυργιού. Η θαλάσσια ιζηματογένεση της Ζώνης των Παξών μεταξύ Μειοκαίνου Πλειοκαίνου αποτελείται από μάργες, ψαμμίτες και κροκαλοπαγή. Οι αποθέσεις του Νεογενούς βρίσκονται σε ορισμένες περιοχές, κυρίως μέσα σε τεκτονικές τάφρους (Φοίτος & Damboldt 1985). Εικ. 11. Χαρακτηριστικά πετρώματα (ammonitico rosso) της Αδριατικοϊόνιας Ζώνης μεταξύ Κόκκινης Ράχης και Αυγού στην περιοχή του Πυργιού.

34 18 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Χάρτης των γεωλογικών σχηματισμών των δύο νησιών εμφανίζεται στην εικόνα 12. Εικ. 12. Χάρτης γεωλογικών σχηματισμών Κεφαλονιάς & Ιθάκης (Ξανθάκης Μ. 2012).

35 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Υδρολογία της Κεφαλονιάς Η γεωλογική δομή της Κεφαλονιάς και ο υπόγειος υδροφορέας της υπήρξαν το αντικείμενο μελέτης πολλών επιστημονικών ερευνών λόγω του ενδιαφέροντος, που παρουσιάζουν. Αν και οι ετήσιες βροχοπτώσεις συχνά πλησιάζουν ή και υπερβαίνουν κατά μέσον όρο τα 1000 χιλιοστά, οι διαπερατοί ασβεστόλιθοι των πετρωμάτων του νησιού δεν επιτρέπουν τη συγκέντρωση υπέργειων υδάτων, γιατί είναι κατακερματισμένοι και καρστικοί. (O όρος καρστικός οφείλεται στην ονομασία του οροπεδίου Karst της Αδριατικής, στο οποίο παρατηρείται κατ εξοχήν το φαινόμενο αυτό). Εξ αιτίας δηλαδή της διάβρωσης και της διαλυτικής δράσης των υπόγειων υδάτων στα ασβεστολιθικά πετρώματα με την πάροδο των αιώνων διανοίγονται σε αυτά υπόγειες ή επιφανειακές δίοδοι και κοιλώματα (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης1963). Η Κεφαλονιά λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα της στερείται ποταμών και επί πλέον λόγω της ασβεστολιθικής σύστασης των πετρωμάτων της, όπως προαναφέραμε, δεν διαθέτει υδατοστεγές υπόβαθρο με εξαίρεση την Παλική, όπου περιστασιακά συναντώνται διαστρώσεις αργιλικών σχιστολίθων στους μεσοζωικούς ασβεστολίθους. Για να υδροδοτηθεί η Κεφαλονιά, έπρεπε να λυθεί το πρόβλημα της υφαλμύρωσης των υπόγειων υδάτων της, που τα καθιστά ακατάλληλα για πόση. Τα όμβρια ύδατα, που κατεισδύουν στην ασβεστολιθική μάζα, κινούνται σε ακαθόριστο βάθος μέσω των ασυνεχειών του ασβεστολιθικού πετρώματος και εξ αιτίας αυτού είναι πολύ δύσκολο να δεσμευτούν, ιδίως εκείνα των υψηλών ζωνών, που κινούνται μέσω των καρστικών πετρωμάτων (l. c.). Αυτό όμως έχει αποτέλεσμα την παρουσία άφθονων καρστικών πηγών με μεγάλη παροχή νερού, όπως στον Κούταβο (περισσότερες από 7 πηγές), στον Καραβόμυλο, στο Λιβάδι και αλλού. Η πληθώρα των πηγών αυτών δημιούργησε βάλτους, οι οποίοι, αν και αποξηράνθηκαν κατά την εποχή της Αγγλοκρατίας (19 ος αι.) για την καταπολέμηση της ελονοσίας, εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να υπάρχουν λόγω της αστείρευτης παροχής νερού. Είναι οι ελώδεις περιοχές Κουτάβου και Λιβαδίου. Σύμφωνα με τα ανωτέρω οι πλούσιοι ταμιευτήρες νερού της Κεφαλονιάς λόγω της φύσης των πετρωμάτων της βρίσκονται στον υπόγειο υδροφορέα της και κατανέμονται σε τέσσερις υδρογεωλογικές ζώνες: της Παλικής, της Κραναίας, του Ηρακλείου (Πρόννων) και της Σάμης. Πλουσιότερες σε υπόγεια νερά είναι οι υδρολογικές λεκάνες Κραναίας και Σάμης, όπου υπάρχουν δύο μέτωπα σημαντικών καρστικών αναβλύσεων. Το ένα βρίσκεται στην περιοχή Κουτάβου Παπαδάτου στη Ν-ΝΑ. όχθη της λιμνοθάλασσας Κουτάβου με νερά υφάλμυρα, ελαφρά έως μέτρια, και το άλλο περιλαμβάνει τις δύο λιμνοπηγές Άβυθο και Άκωλη στην περιοχή Σάμης-Πυργιού σε υψόμετρο 288 m με νερά καλής ποιότητας (Κουμεντάκης 1990). Οι χημικές διεργασίες των ασβεστολιθικών πετρωμάτων συντέλεσαν επίσης, ώστε από όλα σχεδόν τα παράλια του νησιού να αναβλύζουν παράκτιες ή υποθαλάσσιες πηγές γλυκού νερού, στοιχείο που επιφέρει την υφαλμύρωση. Αυτό είναι και το υδρολογικό πρόβλημα της Κεφαλονιάς, γιατί η άντληση των γλυκών υδάτων πρέπει να γίνεται σε σημεία μακριά από τη ζώνη της υφαλμύρωσης. Συνέπεια των υποθαλάσσιων καρστικών αγωγών είναι η εκδήλωση ιδιόμορφων και εντυπωσιακών καρστικών φαινομένων, όπως οι μεγάλες πόλγες των Ομαλών, των

36 20 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τρωιαννάτων και οι πολλές μικρότερες σε άλλα σημεία του νησιού, που αποτελούν κλειστές υδρολογικές λεκάνες, οι οποίες αποστραγγίζονται μέσω καταβοθρών και δεν λιμνάζουν. Η πιο εντυπωσιακή καρστική μορφή, φαινόμενο μοναδικό στον κόσμο, είναι οι Καταβόθρες Αργοστολίου (Εικ. 13), στις οποίες εισρέει το θαλασσινό νερό (αντίστροφη ροή: από τη θάλασσα προς τη στεριά). Ακολουθώντας υπόγειες διαδρομές μέσω ενός δαιδαλώδους συστήματος σιφώνων, καταβοθρών και σηράγγων, αφού αναμιχθεί με το γλυκό νερό των ασβεστολίθων της ορεινής μάζας, αναβλύζει ως υφάλμυρο στην αντίθετη πλευρά του νησιού, 15 km ανατολικά του Αργοστολίου, στην ευρύτερη περιοχή της παραλιακής ζώνης του Καραβόμυλου (λιμνοσπήλαια Μελισσάνη, Καραβόμυλος). Εικ. 13. Οι καταβόθρες Αργοστολίου. Η ερμηνεία των Καταβοθρών ως υδραυλικού φαινομένου απασχόλησε πολλούς ερευνητές από τον περασμένο αιώνα. Την περίοδο οι V. Maurin και J. Zötl χρησιμοποιώντας χρωστικές ουσίες (160 κιλά ουρανίνης) απέδειξαν τη σύνδεση των Καταβοθρών του Αργοστολίου με τις πηγές του Καραβόμυλου (Κουμεντάκης 1990). Υπόγειους καρστικούς σχηματισμούς στους ασβεστολίθους του νησιού αποτελούν επίσης τα πολυάριθμα βαραθρώδη σπήλαια στην περιοχή της Σάμης, τα υπόγεια λιμνοσπήλαια και χοανοειδή βυθίσματα, όπως η Ζερβάτη, το Αγγαλάκι, η Μελισσάνη κ.λπ. (Εικ. 14). Το γεγονός ότι σε ορισμένα από αυτά διαβιούν χέλια, αποδεικνύει την επικοινωνία των σπηλαίων με τη θάλασσα.

37 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 21 Εικ. 14. Καρστικοί σχηματισμοί περιοχής Σάμης. Λιμνοσπήλαια: (1) Αγγαλάκι, (2) Αγία Ελεούσα, (3) Ζερβάτη, (4) Μελισσάνη, (5) Καραβόμυλος, (6) Φρύδι. (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Επιφανεικά διαρρέουν το νησί εποχιακοί χείμαρροι ή σε ετήσια βάση μικροί ρύακες από τα ρέοντα ύδατα πηγών, όπως του Κατελειού, της Σάμης, του Πυργιού, των Τζαννάτων, τα οποία περιστασιακά εμπλουτίζουν οι άφθονες βροχές και τα χιόνια του Αίνου. Η πλέον ευνοημένη πλευρά του νησιού από επιφανειακά ύδατα είναι η νότια περιοχή από τον Κόλπο του Λουρδά μέχρι τη Σκάλα και η ανατολική νοτιοανατολική περιοχή Σάμης και Πυργιού, όπου ευρίσκονται και οι δύο προαναφερόμενες λίμνες, Άβυθος και Ακωλη. Σημειώνουμε ότι στην περιοχή Τζαννάτων-Πόρου πρόσφατα δημιουργήθηκαν δύο τεχνητές λιμνοδεξαμενές, στις οποίες απολήγουν οι χείμαρροι και τα ρέοντα ύδατα της περιοχής (Ευθυμιάτου- Κατσούνη 2006). 6. Το κλίμα Οι διακυμάνσεις του κλίματος της Κεφαλονιάς κατά τη διάρκεια του μακρινού παρελθόντος είναι άγνωστες. Υποθέτουμε ότι υπέστη τις ίδιες μεταβολές, που συνέβησαν στον μεσογειακό και ελλαδικό χώρο κατά την εναλλαγή παγετώδων, μεσοπαγετώδων και μεταπαγετώδων περιόδων, οι οποίες ως αβιοτικοί παράγοντες επηρέασαν και διαμόρφωσαν τη βλάστηση και τη σύνθεση της χλωρίδας της. Ο πλανήτης μας μέχρι σήμερα έχει διανύσει πορεία 4,5 δισεκατομμυρίων ετών και η ζωή, που εμφανίστηκε σε αυτόν εδώ και 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια,

38 22 ΕΙΣΑΓΩΓΗ έχει περάσει από πολλές εξελικτικές φάσεις. Το κλίμα έχει διαφοροποιηθεί και ποικίλλει κατά περιοχές ανάλογα με το γεωγραφικό μήκος και πλάτος, τη γεωμορφολογία, τη γειτνίαση με τη θάλασσα και την ύπαρξη ρευμάτων, τη συχνότητα και τη δριμύτητα των ανέμων, το ύψος των κατακρημνισμάτων, τις εναλλαγές θερμοκρασίας και υγρασίας, τη μείωση της έκτασης των δασών και τη διάρκεια των εποχών. Έτσι διαμορφώθηκαν διάφοροι τύποι κλίματος. Κατά Κοτίνη-Ζαμπάκα (1983) το κλίμα της Ελλάδας διακρίνεται σε πέντε μεταβατικές κλιματικές ζώνες σύμφωνα με τον μέγιστο μέσο μηνιαίο αριθμό ημερών καταιγίδας ανά μήνα (Εικ. 15). Εικ. 15. Οι πέντε μεταβατικές βιοκλιματικές ζώνες της Ελλάδας: α) Ηπειρωτική μεσογειακή θερμού θέρους, όχι όμως τόσο ξηρού, όσο η γνήσια μεσογειακή, β) μεταβατική ζώνη, που αποκλίνει περισσότερο προς την ηπειρωτική μεσογειακή παρά προς τη γνήσια μεσογειακή, γ) κύρια μεταβατική ζώνη μεταξύ ηπειρωτικών μεσογειακών κλιμάτων, δ) γνήσια μεσογειακή με ατμοσφαιρική ευστάθεια και ε) γνήσια μεσογειακή με μεγαλύτερη ατμοσφαιρική αστάθεια. (Kotinis Zambakas & al. 1984). Η Ελλάδα γενικά ανήκει στον μεσογειακό τύπο με ήπιο χειμώνα, βροχοπτώσεις κατά την ψυχρή περίοδο και καλοκαίρι με υψηλές θερμοκρασίες και ανομβρία (Φοίτος & Καμάρη 2009). Η Κεφαλονιά και γενικότερα τα Ιόνια νησιά υπάγονται σε δύο διαφορετικές μεταβατικές κλιματικές ζώνες. Το κλίμα τους είναι θαλάσσιο ή μεσογειακό υποτροπικό. Χαρακτηρίζεται από θερμό, άνυδρο καλοκαίρι με ασθενείς βόρειους και ξηρούς ανέμους και από χειμώνα ήπιο με άφθονες βροχοπτώσεις. Σε περίπτωση, που ληφθούν άλλα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό των κλιματικών

39 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 23 υποδιαιρέσεων και όχι ο χειμερινός μέγιστος μηνιαίος αριθμός ημερών καταιγίδας, τα Ιόνια Νησιά θα μπορούσαν να ταξινομηθούν ως θαλάσσιες μεσογειακές περιοχές. Ο Mitrakos (1980) ορίζει το μεσογειακό κλίμα σε συνδυασμό με την επίδρασή του στην αείφυλλη σκληρόφυλλη βλάστηση με κριτήριο τις «δύο χρονικώς διαφορετικές καταπονήσεις (stresses) εντός του ετήσιου κύκλου, την καταπόνηση από τη θερινή ξηρασία και εκείνη από το χειμερινό ψύχος». Στο αμέσως επόμενο διάγραμμα, που έγινε με βάση τα κλιματικά στοιχεία από τoν Σταθμό της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (Ε.Μ.Υ.), ο Mitrakos απεικονίζει επίσης τις καταπονήσεις στην περιοχή Αργοστολίου (Εικ. 16). Εικ. 16. Διάγραμμα καταπονήσεων (stresses) ανά μήνα στην περιοχή Αργοστολίου. Οι μαύρες στήλες δείχνουν τις τιμές καταπονήσεως από το ψύχος και οι στικτές τις τιμές καταπονήσεως από την ξηρασία (κατά Mitrakos 1980). H διαμόρφωση των ορεινών όγκων του ελλαδικού χώρου, που κατευθύνονται από Β-ΒΔ προς Ν-ΝΑ (και συγκεκριμένα οι οροσειρές της Πίνδου, των Αγράφων, του Τυμφρηστού, των Βαρδουσίων, της Γκιώνας, και στην Πελοπόννησο το Παναχαϊκό, ο Ερύμανθος, το Μαίναλο, ο Ταΰγετος κ.λπ.) χωρίζουν την Ελλάδα σε ανατολική και δυτική. Σε κάθε μία από τις περιοχές αυτές αντιστοιχεί διαφορετικό κλίμα. Οι ομβροφόροι άνεμοι, που έρχονται από τα δυτικά, προσκρούουν στις δυτικές πλαγιές των οροσειρών αυτών με αποτέλεσμα οι δυτικές περιοχές να έχουν περισσότερες βροχοπτώσεις και να ευνοείται σε αυτές η ανάπτυξη πλουσιότερης βλάστησης συγκριτικά με τις ανατολικές. Ενδεικτικά είναι τα ομβροθερμικά διαγράμματα Σκύρου και Κεφαλονιάς, στα οποία φαίνεται η διαφορά των βροχοπτώσεων και της θερινής ξηρασίας μεταξύ Ιονίου και Αιγαίου (Εικ. 17). Στην Κεφαλονιά αποτέλεσμα του διαφορετικού κλίματος είναι η πλούσια θαμνώδης βλάστηση, ενώ στη Σκύρο κυριαρχεί η φρυγανώδης.

40 24 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Εικ. 17. Ομβροθερμκά διαγράμματα των νήσων: α Σκύρου και β Κεφαλονιάς (Αργοστολίου) (Φοίτος & Καμάρη 2009). Ειδικότερα τα κλιματικά στοιχεία για την Κεφαλονιά προέρχονται: 1) από τον Σταθμό της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (Ε.Μ.Υ.) που βρίσκεται πλησίον της πόλης του Αργοστολίου, σε υψόμετρο 22,0 m, γεωγραφικό πλάτος 38 ο 11 και γεωγραφικό μήκος 20 ο 29. 2) Από το Γενικό Διαχειριστικό Σχέδιο Εθνικού Δρυμού Αίνου (Master Plan) της Γενικής Γραμματείας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος -Διεύθυνσης Δασών Κεφαλληνίας (Μιχαλές & Γαρτσώνη 1996). 3) Από τη Χλωρίδα της νήσου Κεφαλληνίας (Φοίτος & Damboldt 1985 και 4) από τον πρόσφατα εγκατεστημένο στον Αίνο αυτόματο υδρομετεωρολογικό σταθμό, εντός της ορεινής βάσης του Εθνικού Κέντρου Αστρονομίας ΕΥΔΟΞΟΣ του Κεφαλληνιακού Ιδρύματος Ερευνών (Κ.Ι.Ε.) σε υψόμετρο 1100 m. Ο υπότυπος του θαλάσσιου ή μεσογειακού υποτροπικού κλίματος δημιουργείται στην Κεφαλονιά από τους Ν. και ΝΔ. θερμούς και υγρούς ανέμους, που πνέουν τον χειμώνα, και από το θερμό θαλάσσιο ρεύμα της κεντρικής Μεσογείου, που κατευθύνεται από ΝΔ προς ΒΑ. Στον συνδυασμό των συστημάτων αυτών οφείλεται το ότι η μέση ετήσια θερμοκρασία στην Κεφαλονιά, όπως και σε όλα τα νησιά και στις ακτές του κεντρικού και βόρειου Ιονίου, είναι υψηλότερη σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ακτές της Α. Ελλάδας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στην περιοχή της Σκάλας, που βρίσκεται στο ΝΑ. άκρο της Κεφαλονιάς, η μέση θερμοκρασία ακόμα και κατά τον Ιανουάριο είναι σχετικά υψηλή και κατά τον μήνα αυτό παρατηρείται μεγάλη διάρκεια ηλιοφάνειας, όπως σε όλη την Κεφαλονιά (Πίν. 1). Εξ αιτίας όμως της μορφολογίας ορισμένων περιοχών, όπως συμβαίνει στην κοιλάδα της Κρανιάς και στην περίκλειστη από ορεινούς όγκους κοιλάδα των Ομαλών, διαμορφώνεται τοπικά ένα μικροκλίμα ηπειρωτικού χαρακτήρα. Εκεί εγκλωβίζονται ψυχρές μάζες αέρα, που κατεβαίνουν από τα γύρω βουνά, και επικρατεί παγετός κατά τις πρώτες πρωινές ώρες ακόμα και σε αιθρία (Φοίτος & Damboldt 1985).

41 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 25 Πίνακας 1. Κύρια χαρακτηριστικά μέσης μηνιαίας και ετήσιας θερμοκρασίας του αέρα κατά τη διάρκεια του έτους (περίοδος ) (Καραγιάννη 2010). Μήνας Μέση Μέση Μέση Απόλυτα Απόλυτα θερμοκρασία μέγιστη ελάχιστη μέγιστη ελάχιστη Ιανουάριος 11,4 14,3 8,4 19,6 0,2 Φεβρουάριος 11,5 14,3 8,4 23,4 0,6 Μάρτιος 12,8 15,8 9,4 25,0-0,4 Απρίλιος 15,3 18,3 11,4 28,0 4,0 Μάιος 19,5 22,6 14,8 33,6 7,8 Ιούνιος 23,5 26,5 18,1 36,0 8,0 Ιούλιος 25,7 28,8 20,3 40,6 12,4 Αύγουστος 26,1 29,5 21,1 40,0 12,4 Σεπτέμβριος 23,4 26,8 19,1 36,8 13,0 Οκτώβριος 19,8 23,1 16,1 33,0 3,0 Νοέμβριος 15,8 18,8 12,6 29,0 3,2 Δεκέμβριος 12,8 15,5 9,8 20,4 0,0 ΑΝΑ ΕΤΟΣ 18,1 21,2 14,1 30,5 5,4 Στον πίνακα 1 σημειώνονται ανά μήνα οι μέσες τιμές της θερμοκρασίας των ετών της περιόδου στην περιοχή Αργοστολίου. Οι μήνες με τη χαμηλότερη μέση θερμοκρασία είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος με 11,4 ο C και 11,5 ο C αντίστοιχα, ενώ η μεγαλύτερη μέση θερμοκρασία παρατηρείται τον Αύγουστο με 29,5 ο C. Το μέσο ετήσιο θερμομετρικό εύρος είναι 14,7 ο C (μέση μέγιστη τιμή-μέση ελάχιστη τιμή). Η απόλυτη μέγιστη θερμοκρασία τον μήνα Ιούλιο έφθασε τους 40,6 0, ενώ ανά έτος δεν έπεσε κάτω από 30,5 0. Η απόλυτη ελάχιστη κατά τον Μάρτιο έπεσε στους -0,4 ο C, όπου παρατηρήθηκε παγετός, ενώ ανά έτος δεν κατέβηκε κάτω από 5,4 ο C (l. c.). Οι περισσότερες βροχοπτώσεις στην περιοχή Αργοστολίου παρατηρούνται κατά τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες από Οκτώβριο μέχρι Φεβρουάριο. Μειώνονται κατά την Άνοιξη και ακολουθεί η ξηροθερμική περίοδος του καλοκαιριού με ξηρότερο μήνα τον Ιούλιο (Πιν. 2, Εικ. 18, 19). Επικρατέστεροι άνεμοι είναι οι βόρειοι, βορειοδυτικοί και ακολουθούν οι νότιοι. Οι πιο ισχυροί άνεμοι πνέουν τους μήνες Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, ενώ οι πιο ασθενείς τον Σεπτέμβρη (Ε.Μ.Υ. και Κοτίνη-Ζαμπάκα 1983). Η καταγραφή μετεωρολογικών στοιχείων μιας εξαετίας από τον Υδρομετεωρολογικό σταθμό του Εθνικού Δρυμού Αίνου δεν αποτελεί βέβαια περιγραφή του κλίματος του Αίνου, γιατί, όπως και για κάθε άλλη περιοχή, απαιτούνται προς τούτο δεδομένα τουλάχιστον 30 ετών. Θεωρούμε όμως χρήσιμο να αναφέρουμε κάποιες διαπιστώσεις από την μέχρι τώρα πορεία της καταγραφής αυτής. Οι περισσότερες βροχοπτώσεις στον Αίνο συμβαίνουν κατά την περίοδο του χειμώνα με μεγαλύτερη βροχόπτωση τον Ιανουάριο (261,5 mm), υπερτερώντας κατά πολύ της εποχής του φθινοπώρου. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχής είναι 1.228,3 mm. Επί έξι μήνες η βροχόπτωση περίπου είναι ίση ή μεγαλύτερη των 100 mm. Το χαρακτηριστικό αυτό, σε συνδυασμό με τις μεγάλες

42 26 ΕΙΣΑΓΩΓΗ κλίσεις, που επικρατούν στον Εθνικό Δρυμό, επιταχύνει τις διαδικασίες διάβρωσης ιδιαίτερα στις ανοιχτές περιοχές (Brady & Weil 2002 στην Καραγιάννη 2010). Εικ. 18. Ομβροθερμικό (κατά Walter 1970) διάγραμμα Αργοστολίου (Καραγιάννη 2010). Θερμοκρασία ( ο C) 29,0 24,0 19,0 14,0 9,0 4,0 Ιανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος Απρίλιος Μάιος Ιούνιος Ιούλιος Αύγουστος Σεπτέμβριος Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος Μέση μηνιαία Μέση μέγιστη Μέση ελάχιστη Εικ. 19. Διακυμάνσεις των τιμών της μέσης μέγιστης, μέσης μηνιαίας και μέσης ελάχιστης θερμοκρασίας κατά τη διάρκεια του έτους στο Αργοστόλι (Καραγιάννη 2010). Ξηρότερος μήνας είναι ο Ιούλιος. Η ελάχιστη τιμή της μέσης θερμοκρασίας παρατηρείται τον Φεβρουάριο (3,6 ο C) και η μέγιστη τον Αύγουστο (22,8 ο C). Το μέσο ετήσιο θερμομετρικό εύρος (μέση μέγιστη-μέση ελάχιστη) είναι 17,4 ο C και η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 12,6 ο C.

43 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27 Χιονοπτώσεις παρατηρούνται κατά τους χειμερινούς μήνες. Το χιόνι μπορεί να διατηρηθεί σε μερικές θέσεις του Αίνου μέχρι και τρεις μήνες (Μιχαλές & Γαρτσώνη, 1996) (Εικ. 20α). Οι πυρκαγιές επίσης, κατά τις οποίες αποψιλώθηκαν χιλιάδες στρέμματα δάσους κεφαλληνιακής Ελάτης, οπωσδήποτε έχουν επηρεάσει το μικροκλίμα της περιοχής (Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Πίνακας 2. Kλιματικά δεδομένα του Μ.Σ. Αργοστολίου, σχετικά με τη βροχόπτωση χρονικής περιόδου (Καραγιάννη 2010). Στην τελευταία στήλη αναγράφονται για σύγκριση στοιχεία των ετών (Λασκαράτου Λαδά 1973). Μήνας Μέση μηνιαία βροχόπτωση (mm) Mέγιστο ύψος 24ώρου σε mm Hμέρες βροχής Μέση μηνιαία βροχόπτωση (mm) Ιανουάριος 105,6 68,4 12,8 127,1 Φεβρουάριος 106,8 112,5 12,5 103,2 Μάρτιος 73,5 51,0 10,4 78,6 Απρίλιος 54,9 63,1 8,9 45,1 Μάιος 18,5 49,0 4,2 27,2 Ιούνιος 9,7 67,4 1,5 14,8 Ιούλιος 4,6 47,6 0,7 4,6 Αύγουστος 9,4 26,8 1,6 10,9 Σεπτέμβριος 37,2 125,2 4,5 27,9 Οκτώβριος 91,4 112,9 9,3 128,7 Νοέμβριος 155,4 192,3 13,0 130,7 Δεκέμβριος 132,8 104,9 14,2 173,7 ΑΝΑ ΕΤΟΣ άθροισμα μέγιστο άθροισμα άθροισμα 799,8 104,9 95,0 872,5 Συγκριτικά με τα νησιά του Αιγαίου και ειδικότερα τις Κυκλάδες ο μέσος όρος των ετήσιων κατακρημνισμάτων στην Κεφαλονιά είναι υψηλότερος. Στον Αίνο, όπως προαναφέραμε, μπορεί να ξεπεράσει τα 2000 mm. Καταρρακτώδεις βροχές παρατηρούνται κατά τους μήνες Οκτώβριο και Μάρτιο, στη διάρκεια των οποίων συμβαίνουν και οι περισσότερες καταιγίδες (Εικ. 20 β). Κατά την Κοτίνη Ζαμπάκα (1983) στις ελληνικές περιοχές, που υπάγονται στην ίδια κλιματική ζώνη με της Κεφαλονιάς, «συνδυάζεται ο θερμορυθμιστικός ρόλος της θάλασσας με τα λοιπά πλεονεκτήματα του μεσογειακού κλίματος, ενώ αποφεύγονται τα ενοχλητικά χαρακτηριστικά τόσο της ηπειρωτικότητας, όσο και της ωκεανικότητας» (Εικ. 20). Γενικά αυτός ο τύπος του κλίματος, που επικρατεί στην Κεφαλονιά, ευνοεί την ανάπτυξη της χλωρίδας και της πανίδας (Φοίτος & Damboldt 1985).

44 28 ΕΙΣΑΓΩΓΗ α Εικ. 20. Βουνό και θάλασσα, παράγοντες, που επηρεάζουν το κλίμα της Κεφαλονιάς: α) Χιονισμένο τοπίο στον Αίνο. β) Ακτή της Λιβαθώς σε ημέρα καταιγίδας. β

45 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μεθοδολογία Ι. Προεργασία Α) Αναζητήθηκε η σχετική βιβλιογραφία και μελετήθηκαν τα δεδομένα προηγουμένων ερευνών για το παλαιογεωγραφικό και ιστορικό αρχαιολογικό μέρος του θέματος και συγκεκριμένα όσων αφορούσαν: α) στην παλαιογεωγραφία του Ιόνιου χώρου, β) στην παρουσία του ανθρώπου κατά την Εποχή του Λίθου γενικά στον ελλαδικό χώρο και ειδικότερα στην Κεφαλονιά, γ) στους μυθικούς και ιστορικούς χρόνους και στην εν γένει ιστορική πορεία του νησιού μέχρι τη σύγχρονη εποχή, δ) στις ανθρώπινες παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον, που επηρέασαν διαχρονικά τη χλωρίδα και τη βλάστηση της Κεφαλονιάς και ε) στα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών στο νησί. Β) Αναζητήθηκαν και μελετήθηκαν: α) τα βιβλιογραφικά δεδομένα από τις παλαιοβοτανικές και ανθρακολογικές έρευνες σε διάφορα σπήλαια της Ελλάδας και της Κεφαλονιάς και β) τα βιβλιογραφικά δεδομένα από τις βοτανικές έρευνες στην Κεφαλονιά. ΙΙ. Σύγκριση και αξιολόγηση δεδομένων Αντιπαρατέθηκαν προς σύγκριση στατιστικά στοιχεία και αξιολογήθηκαν δεδομένα προηγούμενων ερευνών, για να επικεντρωθεί η έρευνα στις περιοχές, που εμφανίζουν διαχρονικά (από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα) μεγαλύτερη συγκέντρωση αγροτικού πληθυσμού, ώστε να καθοριστούν γεωγραφικά οι κατευθύνσεις για την έρευνα πεδίου ΙΙΙ. Γεωγραφικές περιοχές Η Κεφαλονιά κατά τη διάρκεια της μακραίωνης Ιστορίας της, από τους κλασικούς χρόνους μέχρι σήμερα, έχει υποστεί πολλές διοικητικές μεταβολές και γνώρισε πολλά σχήματα διοικητικού διαχωρισμού. Για τον λόγο αυτό στην παρούσα Διατριβή θα χρησιμοποιήσουμε όχι τον διοικητικό, αλλά τον διαχωρισμό του νησιού στα σταθερά γεωγραφικά διαμερίσματα ή περιοχές, με τις ονομασίες των οποίων αυτοπροσδιορίζονται και οι κάτοικοι π.χ.: από τη Λιβαθώ Λιβαθινοί, από το Πυργί Πυργισιάνοι, από την Παλική Παλικισιάνοι, από την Έρισο Ρισιάνοι, από τη Θηνιά Θηνιάτες κ.λπ. Ο προσδιορισμός των γεωγραφικών περιοχών, που δεν έχουν σχέση με τις διοικητικές μεταβολές, παραμένει σταθερός μέχρι σήμερα, όσον αφορά στην τοπογραφία των ονοματοθεσιών του νησιού και σημειώνεται στον χάρτη που ακολουθεί (Εικ. 21). ΙV. Έρευνα πεδίου Για τον εντοπισμό των μη αυτόχθονων φυτών πραγματοποιήθηκε καθ όλη την διάρκεια της μελέτης έρευνα πεδίου σε διάφορες εποχές του έτους, κυρίως σε περιοχές με καλλιέργειες σιτηρών (Παλική, κοιλάδες Λανούς, Σάμης, Ομαλών κ.λπ.). Έγινε δειγματοληψία φυτικών οργανισμών και φωτογράφηση στους φυσικούς τους οικοτόπους σε συνεργασία με μέλη του Εργαστηρίου Βοτανικής

46 30 ΕΙΣΑΓΩΓΗ του Πανεπιστημίου Πατρών, του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης, του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου και του Missouri Botanical Garden (Nicolas Turland). Όλα τα φυτικά δείγματα, που συλλέχθηκαν, συντηρούνται και φυλάσσονται στο Herbarium του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης (M. Φ.Ι.Κ.Ι.), καθώς και στο Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Πατρών (UPA). Εικ. 21. Οι ονομασίες των γεωγραφικών περιοχών της Κεφαλονιάς. Στον χάρτη οι περιοχές οριοθετούνται κατά προσέγγιση (Μ. Ξανθάκης 2012).

47 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 31 V. Επεξεργασία υλικού Βιβλιογραφικές Πηγές Α) Για την επεξεργασία του ιστορικού, αρχαιολογικού και παλαιογεωγραφικού μέρους χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ άλλων σημαντικών έργων και οι εξής πηγές (με χρονολογική σειρά): - Συλλογὴ ἀρχαιολογικῶν λειψάνων τῆς νήσου Κεφαλληνίας (Ζερβός Ιακωβάτος Η. 1861). - Κατάλογος τῶν ἀρχαίων νομισμάτων Κερκύρας, Λευκάδος, Ἰθάκης, Κεφαλληνίας Ζακύνθου καὶ Κυθήρων (Ποστολάκας Α. 1868). - Συλλογὴ ὀνοματοθεσιῶν τῆς νήσου Κεφαλληνίας μετὰ ἱστορικῶν, τοπογραφικῶν καὶ ἀρχαιολογικῶν σημειώσεων (Τσιτσέλης Η. 1877). - Ἱστορία τῆς Νήσου Κεφαλληνίας (Λοβέρδος Κ. Ι. 1888). - Γεωγραφία Πολιτική, νέα καὶ ἀρχαία, τοῦ Νομοῦ Κεφαλληνίας (Μηλιαράκης Α. 1890). - Κεφαλληνία καὶ Ἰθάκη. Γεωγραφική Μονογραφία (Partsch Ι. 1892). - Τὰ δάση τῆς Κεφαλληνίας (Σάμιος Κ. 1908). - Ἱστορία τῆς Νήσου Κεφαλληνίας (Λιβιεράτος Ε. 1916). - Αἱ ἀνασκαφαί Goeckoop ἐν Κεφαλληνίᾳ (Μαρινάτος Σ. 1933). - Ὁμήρου Ὀδύσσεια (Allen Th. 1958/1962). - Ὁμήρου Ἰλιάς (Monro D. B. & Allen Th. W. 1958). - Κεφαλληνιακά Σύμμικτα (Τσιτσέλης Η. 1960/1980). - Λίθινα ἐργαλεῖα ἐκ Κεφαλληνίας (Μαρινάτος Σ. 1960/1962). - Κεφαλληνία. Ἱστορικός καὶ ἀρχαιολογικός περίπατος (Μαρινάτος Σ. 1962). - Ὑδρολογική καὶ γεωχημική μελέτη τῆς νήσου Κεφαλληνίας (Φραγκόπουλος Ι. & Μαλεφάκης Ι. 1963). - Ἔρευναι ἐν Σάμῃ τῆς Κεφαλληνίας (Μαρινάτος Σ. 1965). - Παυσανίας: Ἑλλάδος Περιήγησις (Παπαχατζής Ν. 1976). - Παλαιολιθική Κεφαλονιά (Καββαδίας Γ. 1984). - Η εμφάνιση του Homo sapiens (Πουλιανός Α. 1990). - Ιστορία της Κεφαλονιάς, τομ. 1 ος & 2 ος (Μοσχόπουλος Γ. 1988, 1990). - Έρευνα υπόγειας υδροφορίας Κεφαλονιάς (Κουμεντάκης Ι. 1990). - Οι κατώτερες παλαιολιθικές λιθοτεχνίες της Δυτικής Ηπείρου και του Ιονίου, (Ανδρεΐκος Α. 1993). - Η εξέλιξη του ανθρώπου. ΙΙ Τα πρώτα βήματα. (Δημητρίου Σ. 1993) - Η εξέλιξη του ανθρώπου. ΙΙΙ Παλαιολιθική εποχή (Δημητρίου Σ. 1993) - Το χρονολογικό πλαίσιο και η πολιτισμική ακολουθία (Κουρτέση-Φιλιππάκη Γ Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχ. 58). - Η διερεύνηση της Παλαιολιθικής εποχής στην Ελλάδα (Κουρτέση-Φιλιππάκη Γ Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχ. 59). - Νέα στοιχεία παλαιολιθικής κατοίκησης στη Ζάκυνθο (Κουρτέση-Φιλιππάκη Γ Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχ. 60). - Η τυπολογία των εργαλείων (Κουρτέση Φιλιππάκη Γ Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχ. 61). - Η λάξευση του λίθου στην Παλαιολιθική εποχή. Τεχνικές και σταθερότυποι. (Μουνδρέα-Αγραφιώτη Α Αρχαιολογία & Τέχνες, τεύχ. 61).

48 32 ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Η περιοχή των Πρόννων και η Ανατολική ακτή της Κεφαλονιάς πριν από την Ιστορία. - Τοπογραφία της νήσου. Κατάλογος των θέσεων και συμπεράσματα (Μόσχος Ι. 2007). - Εισαγωγή στην Παλαιολιθική Τεχνολογία και Τυπολογία (Πουλιανός Ν. 2005). - Το σπήλαιο Δράκαινα Πόρου Κεφαλονιάς κατά τη Νεολιθική εποχή. Ανάκτηση και αξιοποίηση ενός πολύτιμου αρχείου για την κοινωνία της 6 ης και 5 ης χιλιετίας π.χ. (Στρατούλη Γ. 2007). - Προϊστορική Αρχαιολογία της Μεσογείου (Σάμψων Α. 2007). - Ανιχνεύοντας τον νεολιθικό πολιτισμό στο Ιόνιο. Η συμβολή των ανασκαφών στο σπήλαιο Δράκαινα στον Πόρο της Κεφαλονιάς (Στρατούλη Γ. 2007). - Σπήλαιο Δράκαινας. Τα σκελετικά κατάλοιπα ζώων της ξηράς από επιχώσεις της Νεολιθικής (Κοτζαμποπούλου Ε. 2009). - Μαθήματα Γεωβοτανικής (Φοίτος Δ. & Καμάρη Γ. 2009). - Early seafaring activity in the southern Ionian Islands, Mediterranean Sea (Ferentinos G., Gkioni M., Geraga M. & Papatheodorou G. 2012). Β) Η όλη επεξεργασία των φυτικών δειγμάτων (ταυτοποίηση και ταξινόμηση, καθώς και καταγραφή των μη αυτοχθόνων ειδών για την Κεφαλονιά) έγινε με τη βοήθεια κλειδών και άλλων σημαντικών έργων όπως: - Flore de l île de Céphalonie (Heldreich Th. 1882). - Ergebnis einer botanischen Reise nach Griechenland im Jahre 1926 (Bornmüller J. 1928). - Die Vegetation von Kephallinia, Griechenland (Knapp Z. 1965). - Flora Europaea, 1-5 (Tutin & al. 1964, 1968, 1972, 1976, 1980). - Η Χλωρίδα της Νήσου Κεφαλληνίας (Φοίτος Δ. & Damboldt J. 1985). - The Red Data Book of Rare and Threatened Plants of Greece (Phitos D. & al. 1995). - Αφιέρωμα στον Εθνικό Δρυμό Αίνου (Ευθυμιάτου-Κατσούνη Ν. 1998). - Endemic plants of Greece The Peloponnese (Tan K. & Iatrou G. 2001). - Flora Hellenica 1 & 2 (Strid A. & Tan K.1997, 2002). - Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (Φοίτος Δ., Κωνσταντινίδης Θ. & Καμάρη Γ. 2009). - The alien flora of Greece: taxonomy, life traits and habitat preferences (Arianoutsou M., Bazos I., Delipetrou P. & Kokkoris Y. 2009/2010). - Olea europaea L. in the North Mediterranean Basin during the Pleniglasial and the Early-Middle Holocene (Carrión Y., Ntinou M. & Badal E. 2010). - Charcoal analysis for the Neolithic of the Ionian Islands, western Greece: the case of Drakaina Cave at Poros, Kefalonia (Νtinou M. & Stratouli G. 2011). Γ) Επίσης λάβαμε υπ όψη τις εργασίες: - Η επιγενής χλωρίδα της Ελλάδας. Γενική θεώρηση (Γιαννίτσαρος A. 1982). - Βιοσυστηματική μελέτη του Γένους Limonium (Plumbaginaceae) στην περιοχή του Ιονίου Πελάγους (Αρτελάρη Π. 1984). - Μερικά ενδιαφέροντα είδη από τη χλωρίδα της Κεφαλληνίας και Ιθάκης (Ιόνιοι Νήσοι) (Φοίτος Δ., Ευθυμιάτου-Κατσούνη Ν. & Καμάρη Γ. 2003).

49 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 33 - Weeds of the traditional agriculture of Crete (Turland N., Phitos D., Kamari G. & Bareka P. 2004). - Οδηγός παρακολούθησης τύπων οικοτόπων & φυτικών ειδών στις περιοχές Δικτύου Natura 2000 με Φορείς Διαχείρισης στην Ελλάδα (Δημόπουλος Π. κ.ά. 2005). - Karyosystematic study of Fritillaria messanensis Rafin. s.l. (Liliaceae) (Kamari G. & Phitos D. 2006). - Acis ionica (Amaryllidaceae), a new species from the Ionian area (W. Greece - S. Albania) (Βareka P., Kamari G. & Phitos D. 2006). - Flora ionica : Καταγραφή της χλωρίδας των Ιονίων νήσων και οι μεταξύ τους φυτογεωγραφικές συνδέσεις (Καρακίτσος Σ. 2006). - Βιοσυστηματική μελέτη ειδών του γένους Bellevalia Lapeyr. (Μπαρέκα Ε. Π. 2008) - A karyosystematic study of the genus Bellevalia Lapeyr. (Hyacinthaceae) in Greece (Bareka P., Phitos D. & Kamari G. 2008). - Διαχείριση και προστασία των ενδημικών, απειλούμενων και σπανίων φυτών του Εθνικού Δρυμού Αίνου Κεφαλονιάς (Καραγιάννη Β. 2010). - The presence of Pinus nigra subsp. nigra on Cephalonia (Ionian Islands, Greece) Efthymiatou Katsouni N. & Phitos D. 2011). - Charcoal analysis at Drakaina Cave, Kephalonia, Ionian Islands, Greece. A case study of a specialized Late Neolithic & Chalcolithic site (Ntinou M. & Stratouli G. in publ.). Δ) Η ταυτοποίηση των λίθινων εργαλείων έγινε από τη συγγραφέα της Διατριβής, πτυχιούχο του Ιστορικού Αρχαιολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, μετά από σύγκριση των ευρημάτων με τα εικονιζόμενα λίθινα εργαλεία στις ανωτέρω αναφερόμενες βιβλιογραφικές πηγές του ιστορικού αρχαιολογικού μέρους. Φωτογραφικό υλικό των θέσεων επιφανειακής συλλογής, καθώς και των εργαλείων συνοδευόμενο από λεπτομερή αναφορά στάλθηκαν στην Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας (Αθήνα). Εκεί επιδείχθηκαν επίσης δείγματα των λίθινων εργαλείων, τα οποία χρονολογήθηκαν ως εργαλεία απώτατης και ύστερης προϊστορίας (ΥΠ.ΠΟ. έγγρ. υπ αρ π. ε. 18/1/2000). Τα εργαλεία επιδείχθηκαν επίσης και στους Αρχαιολόγους της Στ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κ. Ανδρέα Σωτηρίου και κ. Ευαγγελία -Μιράντα Χατζιώτου. Ε) Χρησιμοποιήθηκαν επίσης τα Αρχεία: 1) Tης Εταιρείας Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, 2) της Κοργιαλενείου Βιβλιοθήκης Κεφαλονιάς, 3) του Κοργιαλένειου Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου Κεφαλονιάς, 4) της Εταιρείας Προστασίας Φύσεως Κεφαλονιάς και Ιθάκης, 5) της Αντιπεριφέρειας Κεφαλονιάς, 6) τα Αρχεία και το Herbarium του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης (Μ.Φ.Ι.Κ.Ι.), καθώς επίσης 7) το Herbarium και η βάση δεδομένων Flora Hellenica του Βοτανικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Πατρών (UPA) και 8) του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου.

50 34 ΕΙΣΑΓΩΓΗ VI. Συνεντεύξεις και άλλα συμπληρωματικά στοιχεία Συμπληρωματικά ζητήθηκε από χωρικούς μέσω συνεντεύξεων πληροφόρηση για αγροτικές καλλιέργειες του παρελθόντος, όπως π.χ. το λινάρι και για δραστηριότητες, που είχαν σχέση με το φυσικό περιβάλλον, όπως π.χ. τα καμίνια ασβέστου και ανθράκων κ.ά. VIΙ. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση Δώσαμε ιδιαίτερη βαρύτητα στα σημεία, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως θεματογραφία Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, αξιοποιώντας τις προσωπικές μας εμπειρίες ως εκπαιδευτικού, υπεύθυνης για την υλοποίηση περιβαλλοντικών προγραμμάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, και ως Προέδρου του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης, καθώς επίσης και τις εμπειρίες μας από την παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και ειδικών σεμιναρίων (Ευθυμιάτου Κατσούνη 1990), (έγγρ. 95/ Μουσείου Φ.Ι.Κ.Ι.). Κατά την ανάπτυξη του θέματος, όπου κρίναμε σκόπιμο, διευρύναμε το γνωστικό αντικείμενο με ιστορικά γεγονότα και στοιχεία από τους μύθους και τη λαϊκή μας παράδοση παραθέτοντας τους σχετικούς χάρτες, πίνακες και εικόνες, για να λειτουργήσουν εποπτικά στην κατανόηση του υπό διερεύνηση αντικειμένου. Σχολιάσαμε επίσης την ετυμολογία ορισμένων τοπωνυμίων, ώστε να μυηθούν οι μαθητές στις ρίζες και στον μηχανισμό της ελληνικής γλώσσας. Στόχος μας μέσα από τις ανωτέρω μαθησιακές διαδικασίες είναι να αναδείξουμε την πολυμέρεια της παρούσας Διατριβής, ως μελέτης για εφαρμογή στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. VIΙΙ. Συμπεράσματα Για την εξαγωγή των συμπερασμάτων: α) Όσον αφορά στην προϊστορική εποχή, λόγω ελλείψεως γραπτών πηγών βασιστήκαμε σε δεδομένα αρχαιολογικών-παλαιοντολογικών ερευνών, καθώς και σε επιφανειακά ευρήματα συνδυάζοντας παράλληλα και τα δεδομένα από τις γειτονικές νήσους και τις απέναντι ηπειρωτικές περιοχές. β) Όσον αφορά στις ιστορικές περιόδους, για να διευκρινιστεί το μέγεθος των παρεμβάσεων, που επέδρασαν στην εξέλιξη της χλωρίδας και της βλάστησης της Κεφαλονιάς, λάβαμε υπ όψη τις παραμέτρους, που συνδυάζουν ιστορικά γεγονότα και ανθρώπινες δραστηριότητες σε σχέση με το περιβάλλον, όπως π.χ. στην περίπτωση των καταστρεπτικών πυρκαγιών, που αποτέφρωσαν τα δάση της Quercus στον Άτρο και συρρίκνωσαν το ελατόδασος του Αίνου. γ) Παρακολουθήσαμε την οικονομική ζωή του νησιού, συνυφασμένη με τις μεταβολές του περιβάλλοντος από τους ιστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Ιδιαίτερη βαρύτητα δώσαμε στον πρωτογενή τομέα γεωργίας κτηνοτροφίας, που σχετίζεται άμεσα με το περιβάλλον. δ) Αξιολογήσαμε την παρουσία των μη αυτόχθονων ειδών χλωρίδας στην Κεφαλονιά, ώστε να αναδειχθεί ο αυτόχθων χλωριδικός πλούτος του νησιού.

51 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 35 ε) Αναζητήσαμε την πιθανή προέλευση ορισμένων καλλιεργούμενων φυτών μέσα από τις διαφαινόμενες σχέσεις της Κεφαλονιάς με νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη. στ) Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις καλλιέργειες της αμπέλου, της ελιάς και άλλων καλλιεργούμενων ειδών, των οποίων η παρουσία στο νησί υπήρξε σημαντική από βιογεωγραφικής, κοινωνικής και οικονομικής απόψεως. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στο τέλος κάθε κεφαλαίου παρατίθενται τα επί μέρους συμπεράσματα. ΙΧ. Συντομογραφίες Διευκρινίζουμε ότι στα αποσπάσματα από τα Ομηρικά Έπη σημειώνονται οι στίχοι α) με κεφαλαία γράμματα από τις ραψωδίες της Ιλιάδας, β) με μικρά γράμματα από τις ραψωδίες της Οδύσσειας. Όπου δεν αναφέρεται ο τίτλος του έπους, αλλά υπάρχει π.χ. η συντομογραφία Ζ 194, σημαίνει ότι είναι ο στίχος 194 από τη ραψωδία Ζ της Ιλιάδας, ενώ η συντομογραφία π 292 σημαίνει ότι είναι ο στίχος 292 από τη ραψωδία π της Οδύσσειας. Δ.Ε.Σ.Ε.: Δελτίον Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας ΕΛ.ΣΤΑΤ: Ελληνική Στατιστική Αρχή Ε.Ο.Τ.: Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού Ε.Σ.Υ.Ε.: Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος Κ. Ι. Λ. Μ.: Κοργιαλένειο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Μ.Φ.Ι.Κ.Ι. ή Μουσείο Φ.Ι.Κ.Ι.: Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης Μ.Ε.Ε. Δρανδάκη: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη ΜΜ: Μεσομινωικός ΝΠΛ: Νεοπαλαιολιθική ΠΜ: Πρωτομινωικός Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.: Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ΥΠ.Ε.Π.Θ: Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ΥΠ.ΠΟ.: Υπουργείο Πολιτισμού Φ.Δ.Ε.Δ.Α.: Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου Φ.Ο.Κ. : Φιλολογική Ομάδα Κάκτου αναπ.: αναπαραγωγή βλ. : βλέπε εγκ. : εγκύκλιος εν.: ενότητα επιμ.: επιμέλεια κ. ά: και άλλοι κ. α.: και αλλού κ. ε : και εξής κν.: κοινώς κ.ο.κ.: και ούτω καθ εξής Λεξ.: Λεξικό μετάφρ.: μετάφραση

52 36 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ό. π.: όρα προηγούμενα περ.: περιοδικό πρβλ.: παράβαλε π.σ. πριν από σήμερα σ.: σελίδα σσ: σελίδες συνών.: συνώνυμο τεύχ.: τεύχος τόμ.: τόμος υπό δημ.: υπό δημοσίευση CR (Critically Endangered): Κρισίμως Κινδυνεύον EN (Endangered): Κινδυνεύον NT (Near threatened): Σχεδόν Απειλούμενο VU (Vulnerable): Τρωτό Epit.: Epitome Libr.: Library (The) s. l. : sensu latu: κατά την ευρεία έννοια l. c.: loco citato: η βιβλιογραφία ως ανωτέρω Σημείωση: Οι φωτογραφίες, που δεν φέρουν όνομα και πηγή προέλευσης, είναι της συγγραφέως.

53 ΜΕΡΟΣ Α ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1. Χρονολογικοί πίνακες ΚΕΦ. I. ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ Επειδή το αντικείμενο της παρούσας Διατριβής εκτείνεται σε μεγάλο βάθος χρόνου, θεωρήσαμε σκόπιμο να δώσουμε το ευρύτερο χρονολογικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινήθηκε ο άνθρωπος στις απαρχές της Πρωτοϊστορίας. Ίχνη της παρουσίας του έχουν παρατηρηθεί από τη λεγόμενη Αρχαϊκή Παλαιολιθική, πολύ πρωιμότερη της Κατώτερης Παλαιολιθικής. Στην εικόνα. 22 και πίνακα 3, που ακολουθούν, διακρίνονται οι περίοδοι της Εποχής του Λίθου σύμφωνα με την ορολογία, που χρησιμοποιείται στην Ευρώπη. Εμφανίζουν αντιστοιχία χρονολογίας, γεωλογικών περιόδων και βαθμίδας πολιτισμού με την αντιπροσωπευτική λιθοτεχνία για κάθε βαθμίδα. Σκοπός μας είναι: μέσα σε αυτό το ευρύτερο χρονολογικό πλαίσιο να διευκολύνουμε την ένταξη των αντίστοιχων δεδομένων της Εποχής του Λίθου από τον ελλαδικό χώρο και την Κεφαλονιά, που σχετίζονται με το αντικείμενό μας. Σημειώνουμε ότι με την πρόοδο της παλαιοντολογικής, ανθρωπολογικής και αρχαιολογικής έρευνας η γνώση εισχωρεί ολοένα και πιο βαθιά στο παρελθόν με αποτέλεσμα να μετακινούνται τα χρονολογικά όρια, τα οποία επίσης ποικίλλουν κατά γεωγραφικό μήκος και πλάτος ανάλογα με την ήπειρο και την περιοχή. Ενδεικτικά αναφέρουμε το εξής: Σύμφωνα με την Κουρτέση Φιλιππάκη (1996, τεύχ. 58) η τριμερής διαίρεση της Παλαιολιθικής Εποχής σε Αρχαιότερη ή Πρώιμη, Μέση και Ύστερη ή Νεότερη εφαρμόζεται κυρίως στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Υπολογίζεται ότι η αρχή της Πρώιμης Παλαιολιθικής στην Ευρώπη συμπίπτει με την άφιξη του Homo erectus, που τοποθετείται γύρω στα χρόνια πριν από σήμερα, δηλαδή στην αρχή του Μέσου Πλειστοκαίνου. Η Μέση Παλαιολιθική διαρκεί από πριν από σήμερα και η Ύστερη πριν από χρόνια. Η Αρχαϊκή Παλαιολιθική εκτείνεται σε χρονολογικά όρια πέραν των ετών, όπου εμφανίζονται οι πρόδρομες μορφές του Homo, οι Αυστραλοπίθηκοι. Είναι οι παλαιότεροι Ανθρωπίδες. Εντοπίστηκαν σε περιορισμένες γεωγραφικά θέσεις της Α. και Ν. Αφρικής. Η εμφάνισή τους κυμαίνεται χρονολογικά από 3,75-3 εκ. έτη έως 2,5-2,4 εκ. έτη (Αustralopithecus afarensis, A. africanus, Paranthropus robustus, P. boisei, P. aethiopicus) (Συμεωνίδης & Δούκας 1996). Στη συνέχεια παραθέτουμε την εικόνα 22 και τον πίνακα 3 με τις χρονολογικές διαιρέσεις της Εποχής του Λίθου και τις αντιστοιχίες με τα λιθοτεχνικά σύνολα.

54 38 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Εικ. 22. Το χρονολογικό πλαίσιο και η πολιτισμική ακολουθία της εποχής του λίθου (Κουρτέση Φιλιππάκη, Αρχαιολογἰα Τέχνες, τεύχ. 58, 1996).

55 Εποχή του λίθου Χρονολόγηση και έρευνα 39 Πίνακας 3. ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΥΠΟΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ (Ν. Πουλιανός 2005: Εισαγωγή στην Παλαιολιθική Τεχνολογία και Τυπολογία)

56 40 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2. Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή 2α. Η έρευνα στην Ευρώπη Η έρευνα για την Εποχή του Λίθου θεμελιώθηκε στην Ευρώπη αρχικά από ερασιτέχνες και φυσιοδίφες του 16 ου αι., που συνέλεγαν απολιθωμένα οστά και λίθινα εργαλεία. Οι θεωρίες, που διατυπώθηκαν στην προσπάθεια να ερμηνεύσουν τα ευρήματα αυτά, δεν είχαν επιστημονική βάση πλην αυτής του Bernard Palissy ( ), λόγιου και κεραμοποιού το επάγγελμα. Αυτός υποστήριζε ότι τα απολιθώματα αντιπροσώπευαν μορφές ζωής, που έχουν εκλείψει από παλιά. Για τις ιδέες του και τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις καταδικάστηκε σε θάνατο σε ηλικία 80 ετών. Ο σκοταδισμός, οι κρατούσες δοξασίες και η έλλειψη επικοινωνίας δεν επέτρεπαν μέχρι και μετά την Αναγέννηση μεγαλύτερη επιστημονική προσέγγιση. Όσον αφορά στα λίθινα εργαλεία θεωρήθηκαν έργα της φύσης (Ν. Πουλιανός 2005). Από τον 17 ο αι. και μετά το επιστημονικό ενδιαφέρον άρχισε να επικεντρώνεται στη στρωματογραφική μελέτη των απολιθωμάτων και εισήγαγε τη διάσταση του χρόνου στη μελέτη της φύσης και του ανθρώπου. Φυσιοδίφες (L. Buffon), Παλαιοντολόγοι (G. Cuvier, H. Falconer), αρχαιοσυλλέκτες και αρχαιολόγοι (J. Frere, J. B. de Perthes, Chr. J. Thomsen), γεωλόγοι (J. Prestwich, J. Evans), ανθρωπολόγοι και μεταξύ αυτών ο Κάρολος Δαρβίνος ( ), κορυφαία μορφή της εξελικτικής Βιολογίας προώθησαν την έρευνα για την εξέλιξη της ζωής, την καταγωγή και την ηλικία του ανθρώπου. Η μεγάλη ώθηση δόθηκε από τα μέσα του 19 ου αι. και μετά, όταν άρχισαν συστηματικές ανασκαφές σε διάφορες προϊστορικές θέσεις. Οι E. Lartet και H. Christy διαπίστωσαν ότι η Παλαιολιθική δεν αποτελεί μόνο μία πολιτισμική φάση της εξέλιξης του ανθρώπου, αλλά μία ακολουθία φάσεων, η οποία διαφοροποιείται παράλληλα με τα απολιθωμένα οστά διαφόρων ζώων. Τότε πρότειναν και την υποδιαίρεση της Παλαιολιθικής σε τέσσερις φάσεις: της Σπηλαίας Άρκτου, του Μαμούθ και του Ρινόκερου, του Ταράνδου και του Βίσονα. Στο τέλος του 19 ου αι. η Γαλλία προπορεύεται στην έρευνα. Υποχωρεί ο θρησκευτικός φανατισμός με την συνειδητοποίηση ότι οι επιστημονικές προσεγγίσεις είναι διαφορετικής φύσεως από τις θρησκευτικές. Ιδιώτες χρηματοδοτούν προϊστορικές ανασκαφές, γενικεύεται το ενδιαφέρον για την εξέλιξη των διαφόρων πολιτισμικών φάσεων, που προκύπτει από το είδος (τυπολογία) των λίθινων εργαλείων. Σημαντική επίσης θεωρείται και η συμβολή της ρωσικής σχολής. Κατά τη διάρκεια του 20 ου αι. ο F. Bordes εφάρμοσε την πειραματική αρχαιολογία, για να κατανοήσει την κατασκευή των λίθινων εργαλείων και ο Leroi Gourhan έδωσε έμφαση σε εθνοαρχαιολογικές μελέτες (l.c.). 2β. Η έρευνα στην Ελλάδα Η επιστημονική έρευνα για την Εποχή του Λίθου στην Ελλάδα είναι σχετικά πρόσφατη. Αριθμεί μόνον λίγες δεκαετίες. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος έδινε μεγαλύτερη βαρύτητα στην αναζήτηση της ελληνικότητας της πολιτισμικής μας κληρονομιάς και όχι τόσο στην ανάγκη διαλεύκανσης της

57 Εποχή του λίθου Χρονολόγηση και έρευνα 41 ανθρωπογονίας στον τόπο μας (Σαρπάκη 1996). Η αίγλη και η λάμψη του ελληνικού πολιτισμού επισκίαζαν κάθε τι, που δεν είχε σχέση με αυτόν. Τα αναρίθμητα μνημεία και τα έργα τέχνης, που άφησε πίσω του ο αρχαίος ελληνικός κόσμος, παρά τις επί αιώνες λεηλασίες, τις καταστροφές, τους πολέμους και τη μακρόχρονη Τουρκοκρατία είχαν απορροφήσει το ενδιαφέρον των αρχαιολόγων. Μεταξύ των πρώτων, που θεμελίωσαν την ανθρωπολογική έρευνα στην Ελλάδα, θα αναφέρουμε τους εξής: τον Κλων Στέφανο ( ), γιατρό από την Κέα, που για πρώτη φορά έκανε ανθρωπολογική εξέταση 366 ανδρών από διάφορα μέρη της Ελλάδας και αγωνίστηκε για την ίδρυση έδρας Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην οποία όμως δεν πρόλαβε να διδάξει, γιατί πέθανε (Α. Πουλιανός 1990, Δημητρίου 1990). Τον Ι. Κούμαρη Καθηγητή Ανθρωπολογίας, Δ/ντή Ανθρωπολογικού Μουσείου, ο οποίος ίδρυσε την πρώτη «Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία» το Αυτή διαλύθηκε το 1970 με απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Τη δεκαετία του 1950 ιδρύεται η «Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία». Στον αντίποδα της προηγούμενης λειτουργεί η «Σπηλαιολογική Εταιρεία Ελλάδος». Το 1971 ιδρύθηκε η «Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος» και το 1976 επανιδρύεται η «Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία». Το 1960 με την ανακάλυψη του κρανίου του Αρχανθρώπου στο σπήλαιο των Πετραλώνων Χαλκιδικής από τον εργάτη Χ. Σαρηγιαννίδη και με την έναρξη ανασκαφών το 1977 από τον Α. Πουλιανό ξέσπασε μεγάλη, πολυετής επιστημονική και δικαστική διαμάχη με την εμπλοκή Ανθρωπολόγων, Παλαιοντολόγων, Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας, Ε.Ο.Τ και Κοινότητας Πετραλώνων ως προς τα θέματα ηλικίας του κρανίου, δικαιώματος ανασκαφής, αρμοδιοτήτων, κυριότητας και εκμετάλλευσης του σπηλαίου, διαμάχη, η οποία δεν ωφέλησε την ελληνική επιστημονική κοινότητα (Ν. Πουλιανός 1985). Το 1977 το Υπουργείο Πολιτισμού ίδρυσε την Δ/νση Παλαιοανθρωπολογίας Σπηλαιολογίας και το 1978 άνοιξε τις πύλες του το πρώτο Ανθρωπολογικό Μουσείο δίπλα στο Σπήλαιο Πετραλώνων Ως προς την ηλικία του κρανίου υπήρξαν διαφορετικές εκτιμήσεις από Έλληνες και ξένους επιστήμονες ανάλογα με τις μεθόδους μέτρησης (Δημητρίου 1990). Κατά τον Α. Πουλιανό (1980, 1990) το κρανίο ανήκει στον Archanthropus europaeus petraloniensis και είναι ηλικίας ετών από τη Βιλλαφράγκια περίοδο, ενώ η μέτρηση των ιχνών της φωτιάς με πυρηνική μέθοδο ESR έδωσε ηλικία ετών και με παλαιομαγνητισμό πριν από σήμερα. Ο Θεοχάρης (1970) αναφέρει ότι «κατά τους ανθρωπολόγους πρέπει να καταταχθεί στους «Νεαντερταλοειδείς», αν και μορφολογικά παρουσιάζει μερικά αντιφατικά γνωρίσματα, που το ξεχωρίζουν από τον λεγόμενο κλασικό Νεάντερταλ. Οι αναλύσεις του σταλαγμιτικού υλικού του κρανίου έδωσαν ως ελάχιστη ηλικία π.χ. (Κουρτέση Φιλιππάκη 1996, τεύχ. 59). Το κρανίο χρονολογημένο με απόλυτες μεθόδους τοποθετείται στα χρόνια πριν από σήμερα, αλλά με βάση τα ανθρωπολογικά του χαρακτηριστικά τοποθετείται από τους Παλαιοανθρωπολόγους στα χρόνια πριν από σήμερα (Παναγοπούλου 1996, Λοΐζος 2012). Αν και η ηλικία του κρανίου αμφισβητήθηκε και το θέμα παραμένει ανοιχτό μέχρι τώρα, γεγονός είναι ότι η ανακάλυψή του άνοιξε τον δρόμο για την προώθηση της ανθρωπολογικής και παλαιοντολογικής έρευνας

58 42 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ στην Ελλάδα. Παρά τις αντικρουόμενες απόψεις είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα υπήρξε λίκνο του Ανθρώπου της Ευρώπης και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή του. Ο Άνθρωπος έζησε στην Ελλάδα τουλάχιστον κατά την Αρχαιότερη Παλαιολιθική περίοδο ( π.χ.), άρα και η Ελλάδα πρέπει να συμπεριληφθεί στη ζώνη ανθρωποποίησης των πρωτευόντων. Εξασθενίζει η θεωρία πως τα Αχελαία εργαλεία είναι φαινόμενο της Δυτικής Ευρώπης, καθώς επίσης και η θεωρία των «μεταναστεύσεων», που διακηρύσσει ότι τους χειροπελέκεις τους μετέφεραν στην Ευρώπη μετανάστες από την Αφρική (Α. Πουλιανός 1980, Α. Πουλιανός & Ganapayya Bhat 1980). Ο Θεοχάρης (1969) πολύ εύστοχα παρατηρεί ότι «είναι αντιεπιστημονικό να νομίζουμε ότι κάθε πολιτισμική μεταβολή συνδέεται με άφιξη νέων λαών. Έτσι θα λέγαμε ότι ένας λαός έφερε στην Ελλάδα τη μονόχρωμη κεραμεική, ένας άλλος τη γραπτή νεολιθική κεραμεική κ. ο. κ.». Διευκρινίζουμε ότι Βιλλαφράνκια ονομάζεται η περίοδος μεταξύ πρώτης (Δανούβιου) και δεύτερης (Γκίνζιου) παγετώδους περιόδου (Πιν. 4). Χρονολογείται μεταξύ περίπου π.σ. (Γ. Καββαδίας 1984, Α. Πουλιανός 1990). Προχελαία και Χελαία είναι το διάστημα μεταξύ ετών π.σ., χωρίς να προσδιορίζονται επακριβώς τα όρια με αρχαιότερη την Προχελαία, (Εικ. 22, Πίν. 3). Πίνακας 4. Διάκριση της Τεταρτογενούς περιόδου σε παγετώδεις και μεσοπαγετώδεις εποχές στις Άλπεις (στους Δ. Φοίτο & Γ. Καμάρη 2009) Χιλιάδες έτη (χ.ε.) πριν από σήμερα 10,1 100 Περίοδοι Ανώτερο ΟΛΟΚΑΙΝΟ=ΜΕΤΑΠΑΓΕΤΩΔΗΣ ΕΠΟΧΗ Βούρμιος παγετώδης εποχή Ρίσσιος /Βούρμιος μεσοπαγετώδης εποχή Ρίσσιος παγετώδης εποχή Ά λ π ε ι ς Βαθμίδες ή εποχές 115 χ.ε. 128 χ.ε. 180 χ.ε ΠΛΕΙΣΤΟΚΑΙΝΟ Μέσο Μινδέλιος /Ρίσσιος μεσοπαγετώδης εποχή Μινδέλιος παγετώδης εποχή Γκίνζιος/ Μινδέλιος μεσοπαγετώδης εποχή Γκίνζιος παγετώδης εποχή 245 χ.ε. 350 χ.ε. 730 χ.ε χ.ε Κατώτερο Δανούβιος/ Γκίνζιος μεσοπαγετώδης εποχή Δανούβιος παγετώδης εποχή 1300 χ.ε χ.ε Βιβέριος ή Μπριγκένιος/Δανούβιος μεσοπαγετώδης εποχή 2150 χ.ε Βιβέριος ή Μπριγκένιος παγετώδης εποχή 2400 χ.ε.

59 Εποχή του λίθου Χρονολόγηση και έρευνα 43 Κατά την Αχελαία περίοδο ( / ετών) η Πρώιμη Παλαιολιθική έχει φθάσει στο απόγειό της και σημειώνεται η προοδευτική εμφάνιση της Μεσοπαλαιολιθικής. Η πολιτισμική φάση της Αχελαίας εξαπλώνεται στα περισσότερα μέρη της Δ. Ευρώπης (Ν. Πουλιανός 2005, Κουρτέση Φιλιππάκη 1996, τεύχ. 58). Στην Αχελαία κατατάσσεται και ένας χειροπέλεκυς από το Παλαιόκαστρο Κοζάνης. Στον πίνακα 5 παραθέτουμε τα όρια των χρονολογικών περιόδων της ελληνικής πρωτοϊστορίας και προϊστορίας σύμφωνα με την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτική). Πίνακας 5. Διαγράμματα της ελληνικής Πρωτοϊστορίας και Προϊστορίας μέχρι το 1100 π.χ. (στον Θεοχάρη 1970). - Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Α.). ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ π.χ. ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΠΕΡΙΠΟΥ ΜΕ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ ΥΣΤΕΡΟΕΛΛΑΔΙΚΗ (ΥΕ) ΥΣΤΕΡΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ π.χ. ή ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ / π.χ. ΜΕΣΟΕΛΛΑΔΙΚΗ (ΜΕ) ΠΡΩΙΜΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ / / π.χ. ΠΡΩΤΟΕΛΛΑΔΙΚΗ (ΠΕ) ΟΛΟΚΑΙΝΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ (ΝΛ) ΝΕΟΤΕΡΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ (ΝΝ) ΜΕΣΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ (ΜΝ) ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ (ΑΝ) ΠΡΟΚΕΡΑΜΕΙΚΗ / π.χ π.χ π.χ π.χ. ΠΛΕΙΣΤΟΚΑΙΝΟ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ (ΠΛ) ΜΕΣΟΛΙΘΙΚΗ (ΜΛ) ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ (ΝΠ) ΜΕΣΗ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ (ΜΠ) ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ (ΑΠ) π.χ π.χ π.χ (?) π.χ. ( π.χ. Σημείωση: Στον ανωτέρω πίνακα δεν περιλαμβάνεται η Αρχαϊκή Παλαιολιθική, η οποία σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα βεβαιώθηκε και στην Ελλάδα χρόνια πριν από σήμερα. Η κάθε περίοδος υποδιαιρείται σε μικρότερες: π.χ. Υστεροελλαδική Ι, ΙΙ, ΙΙΙ. Μυκηναϊκή Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κ.λπ. Επισημαίνεται ότι νεότερη επιστημονική αρχαιολογική έρευνα έχει περισσότερο ελαστικά τα όρια των περιόδων, που αναγράφονται στον ανωτέρω πίνακα. Για τον λόγο αυτό παρατηρούνται κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις στις χρονολογίες ανάλογα με τις εκτιμήσεις του ερευνητή, ο οποίος αναφέρεται στην βιβλιογραφία, π.χ. βλ. προηγούμενα στην εικόνα 22 (Κουρτέση Φιλιππάκη 1996, τεύχ. 58) και στον πίνακα 3 (Ν. Πουλιανός 2005).

60 44 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Την κατοίκηση της Ελλάδας πριν από το π.χ. τη θεωρούσε πιθανή και ο Δ. Θεοχάρης (1969) συγκρίνοντας τα μεσοπαλαιολιθικά και νεοπαλαιολιθικά λίθινα εργαλεία από το Ασπροχάλικο και το Κοκκινόπηλο της Ηπείρου με αυτά του σπηλαίου Romanelli της Απουλίας. Κατά τον Higgs (στον Θεοχάρη 1969) δυνατόν ο Κοκκινόπηλος και το Romanelli να ήταν σταθμοί σε ένα μεταναστευτικό δρόμο από Α προς Δ σε περίοδο, που η στάθμη της Αδριατικής ήταν χαμηλή. Η μετακίνηση συσχετίζεται και με την διείσδυση του Homo sapiens στην Ευρώπη. Βέβαια την εποχή, που διατύπωνε τη θεωρία αυτή, δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα τα ευρήματα, που βεβαίωναν την ανθρώπινη παρουσία στην Ελλάδα βαθύτερα στον χρόνο. Στην Κορίσσια λίμνη Κερκύρας βρέθηκε πελεκημένη κροκάλα, η οποία κατά την Κουρτέση Φιλιππάκη (1996, τεύχ. 58 & 59) «συνδέεται με παλαιομαγνητική ηλικία περίπου ετών για εργαλειακά σύνολα από τις όχθες του θεσσαλικού Πηνειού, που χρονολογήθηκαν με απόλυτες μεθόδους στα χρόνια (C. Runnels, Tj. Van Andel), καθώς και για μεμονωμένους χειροπελέκεις από τον Κοκκινόπηλο, το Παλαιόκαστρο και πιθανόν άλλα εργαλεία από την Εύβοια». Το εύρημα, αποτελεί μία από τις παλαιότερες ενδείξεις για την πρώιμη εμφάνιση του ανθρώπου στην Ελλάδα. Η ανασκαφή σε λατομείο εργαστήριο της Νέας Αρτάκης από την Μίχα Σαραντέα (1980) έφερε στο φως εργαλεία από πυριτόλιθο, τα οποία σύμφωνα με την τεχνολογία τοποθετούνται στη Μέση Παλαιολιθική, στην Αχελαία περίοδο και στη Χελαία (Εικ. 22, Πίν. 3). Ένα εργαλείο δε όμοιο με των Πετραλώνων Χαλκιδικής χρονολογείται, όπως και της Κερκύρας, στα χρόνια πριν από σήμερα. Αυτό συνιστά μια ακόμη μαρτυρία ότι ο Αχελαίος πολιτισμός δεν είναι αποκλειστικό φαινόμενο της Δυτικής Ευρώπης. Τις τελευταίες δεκαετίες μία νέα γενιά Ανθρωπολόγων, Σπηλαιολόγων, Παλαιοντολόγων, Αρχαιολόγων βοηθούμενοι από επιστήμονες νέων ειδικοτήτων για την Ελλάδα, Παλαιοβοτανικών, Οστεοαρχαιολόγων κ.λπ. διαπρέπουν στη χώρα μας και στο εξωτερικό. Εντρυφούν στην Εποχή του Λίθου και φέρνουν στο φως ολοένα και πιο σημαντικά στοιχεία, που αποδεικνύουν: α) ότι ο ελλαδικός χώρος συμπεριλαμβανομένων και πολλών από τα σημερινά νησιά ήταν μάλλον πυκνοκατοικημένος και β) ότι «οι άνθρωποι του Πλειστοκαίνου έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην επαναστατική μεταβολή, που έδωσε την πρώτη ώθηση για την ανάπτυξη του πολιτισμού και έθεσε τις στερεές βάσεις, επάνω στις οποίες στηρίχθηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι υψηλοί πολιτισμοί της Αρχαιότητας» (Θεοχάρης 1970). Για την έρευνα της Προϊστορικής Εποχής στον Ιόνιο χώρο θα αναφέρουμε από τους παλαιότερους μεταξύ άλλων διαπρεπών αρχαιολόγων τους: Σ. Μαρινάτο, Α. Ε. Η. Goeckoop, Ν. Κυπαρίσση, Π. Καββαδία, Γ. Καββαδία, S. Benton, Γ. Δοντά, Α. Σορδίνα και από τους νεότερους, επίσης διαπρεπείς αρχαιολόγους, μεταξύ άλλων τους: K. Randsborg, Γ. Κουρτέση Φιλιπάκη, Λ. Κολώνα, Ι. Μόσχο, Α. Σωτηρίου, Γ. Αρβανίτου-Μεταλληνού, Γ. Στρατούλη, Ε. Παναγοπούλου, Ε. Κοτζαμποπούλου, Τ. Θεοδωροπούλου, Α. Σαρπάκη, Ε. Μ. Χατζιώτη, καθώς και τους ερευνητές Α. Ανδρεΐκο και Σ. Δημητρίου. Εκτός αυτών αναφέρουμε και τον θεμελιωτή της ελληνικής Σπηλαιολογίας Υδρογεωλόγο Ι. Πετρόχειλο, ο οποίος έκανε την πρώτη συλλογή δειγμάτων από την Κεφαλονιά (Μαρινάτος 1962). Υπήρξαν και πολλοί άλλοι ιδιώτες και

61 Εποχή του λίθου Χρονολόγηση και έρευνα 45 συλλέκτες, όπως ο Δ. Τλούπας στον Πηνειό και Δ. Κορκός στη Σκάλα Κεφαλονιάς, οι οποίοι διέσωσαν πολύτιμο υλικό συμβάλλοντας στην έρευνα. Κάτοχος μιας παρόμοιας συλλογής λίθινων εργαλείων, που φυλάσσεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης, είναι και η συγγραφέας της παρούσας Διατριβής, πτυχιούχος Ιστορικού Αρχαιολογικού Τμήματος του Παν/μίου Αθηνών και Πρόεδρος του Μ.Φ.Ι.Κ.Ι. Υπό την ιδιότητά της αυτή σε περιήγηση στην περιοχή των Μηνιών συνέλεξε από την επιφάνεια του εδάφους τα λίθινα εργαλεία και ενημέρωσε δεόντως την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας Σπηλαιολογίας. Παρεμπιπτόντως αξίζει να αναφέρουμε ότι και κατά τους μινωικούς χρόνους, και κατά την ελληνική αρχαιότητα τα λίθινα εργαλεία δεν πέρασαν απαρατήρητα. Η αδυναμία να ερμηνευθεί η παρουσία τους κατέληξε να τους αποδοθεί θεϊκή προέλευση (Μαρινάτος 1948). Τους λαξευμένους σε πυριτόλιθο χειροπελέκεις οι Έλληνες τους ονόμαζαν «κεραύνιους λίθους», δηλαδή σημεία των κεραυνών, που εξαπέλυε ο Δίας. Στις αρχαιότερες παραστάσεις του Διός ο κεραυνός, που ο θεός είναι έτοιμος να εξαπολύσει, είναι λίθινος χειροπέλεκυς, όμοιος σχεδόν με τα λίθινα εργαλεία Μεσοπαλαιολιθικής Εποχής από την Αργολίδα και τη Θεσσαλία, όπως απεικονίζονται στην εικόνα 23. γ α β δ ε στ ζ Εικ. 23. Τα α) και β) χάλκινα αγαλματίδια του κεραυνίου Διός (στην Καλογεροπούλου 1972). γ) απεικόνιση του Δωδωναίου Διός σε ελληνικό γραμματόσημο. δ) λίθινα εργαλεία από την Αργολίδα (Κουρτέση-Φιλιππάκη 1996, τεύχ. 59). ε) λίθινο εργαλείο από τη Θεσσαλία (Θεοχάρης 1970). στ) και ζ) χειροπέλεκυς από τον Κοκκινόπηλο Ηπείρου σε δύο όψεις (Κουρτέση- Φιλιππάκη 1996, τεύχ. 59).

62 46 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Τους χειροπελέκεις τους χρησιμοποιούσαν επίσης σε μυστικές καθαρτήριες τελετές. Ο Πορφύριος αναφέρει ότι ο μεγάλος φιλόσοφος Πυθαγόρας, όταν ταξίδεψε στην Κρήτη, μυήθηκε στα μυστήρια του Μόργου, ενός των Ιδαίων Δακτύλων. Έκαμε καθαρμούς, στους οποίους χρησιμοποιήθηκε κεραύνιος λίθος, δηλαδή νεολιθικός πέλεκυς (στον Μαρινάτο 1948). Η θρησκευτική τους σημασία μαρτυρείται επίσης και από το γεγονός ότι νεολιθικοί πελέκεις βρέθηκαν και στο μέγαρο Σκλαβοκάμπου Κρήτης, και στον βωμό του ιερού της Ασίνης.

63 ΚΕΦ. II. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ 1. Παλαιολιθική και Μεσολιθική Κεφαλονιά Αναφέραμε ήδη ότι η ανάδυση των Ιονίων Νήσων από τα βάθη της Τηθύος έγινε σταδιακά και πέρασε από διάφορες φάσεις. Κατά τη διάρκεια των εκατομμυρίων ετών, που προηγήθηκαν της τελευταίας παγετώδους περιόδου, στον Ιόνιο χώρο συνέβησαν διάφορες γεωλογικές μεταβολές. Η Κεφαλονιά άλλοτε ήταν ενωμένη με τις εκατέρωθεν ακτές (ιταλικές και ελληνικές), άλλοτε αναδυόταν ή καταβυθιζόταν τμηματικά, άλλοτε αποχωρισμένη από την υπόλοιπη ήπειρο της Αιγαιίδος συναποτελούσε ενιαίο τμήμα με τα γειτονικά νησιά Ιθάκη, Ζάκυνθο και την ηπειρωτική ακτή, έως ότου πριν από χρόνια περίπου (ΝΠΛ), κατά το Ολόκαινο, σταθεροποιήθηκε στη σημερινή της μορφή. Ως εκ τούτου η παρουσία του ανθρώπου στην Κεφαλονιά συνδέεται με τη γεωιστορία του ευρύτερου μεσογειακού χώρου και πρέπει να αναζητηθεί στο μακρινό εκείνο παρελθόν, κάπου προς το τέλος του Πλειστοκαίνου. Ειδικότερα κατά τους Δερμιτζάκη κ.ά. (2000) η ανεύρεση απολιθωμένων θηλαστικών σε νησιά βοηθάει στην παλαιογεωγραφική έρευνα, γιατί η θάλασσα αποτελούσε γι αυτά ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στις μετακινήσεις τους. Η σύνθεση της πανίδας των Ιονίων νήσων εξαρτάται από το ποιο ζώο θα μπορούσε να διασχίσει τη θάλασσα. Η ανεύρεση του Hippopotamus amphibious στα Μαντζαβινάτα της Κεφαλονιάς (Psarianos 1953) αποδεικνύει ότι η Κεφαλονιά, για ένα διάστημα του Ανώτερου Μέσου Πλειστοκαίνου πρέπει να ήταν ενωμένη με την ηπειρωτική χώρα ή, πολύ πιθανότερο, η παλαιογεωγραφική της ακτογραφία κατά το ίδιο διάστημα ήταν τέτοια, ώστε κατέστη δυνατή η διαπεραίωση του Hippopotamus amphibious στο νησί. Ο ιπποπόταμος των Μαντζαβινάτων δεν φέρει ενδημικά χαρακτηριστικά. Η απουσία ενδημικών χαρακτηριστικών κατά τους Δερμιτζάκη & Ντρίνια (2007) σημαίνει είτε ότι το νησί ήταν ενωμένο με την απέναντι χέρσο είτε ότι ο μεταξύ τους δίαυλος ήταν τέτοιος, που επέτρεπε την αμφίδρομη μετακίνηση της πανίδας. Τα Ιόνια νησιά τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της τελευταίας παγετώδους περιόδου, Würm, 80/ χρόνια (Καββαδίας 1984, Ανδρεΐκος 1993, Σορδίνας 1996), ή και περισσότερο από χρόνια πριν από σήμερα (Φοίτος Δ. & Καμάρη Γ. 2009), λόγω καθόδου της στάθμης των θαλάσσιων υδάτων, αποτελούσαν ενιαία ξηρά με τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές. Από τη «γέφυρα» αυτή, που διατηρήθηκε περίπου μέχρι χρόνια πριν, στη διάρκεια κάποιας παγετώδους περιόδου, πέρασε και ο άνθρωπος στο τμήμα εκείνο της στεριάς, που σήμερα είναι η Κεφαλονιά, αναζητώντας την τροφή του και ακολουθώντας μεγάλα κοπάδια ζώων (Μόσχος 2007). Πρόσφατη ωκεανογραφική, γεωλογική και αρχαιολογική έρευνα από τους Ferentinos & al. (2012) στον Ιόνιο χώρο και ιδιαίτερα στην Κεφαλονιά και στη Ζάκυνθο, όπως θα εκθέσουμε και στα

64 48 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ επόμενα, έρχεται να ενισχύσει την υπόθεση ότι ο άνθρωπος πιθανόν να υπήρξε στην Κεφαλονιά από την Κατώτερη ακόμη Παλαιολιθική περίοδο λόγω της σύνδεσής της με τον δυτικό ελλαδικό χώρο (Εικ. 24 α). Εξ αιτίας του γεγονότος αυτού δεν πρέπει να μας εκπλήττει η τυχόν ομοιότητα των λίθινων ευρημάτων με αυτά της ηπειρωτικής γης (θέσεις Ασπροχάλικο και Κοκκινόπηλο), γιατί ο τρόπος επεξεργασίας των λίθινων εργαλείων αναδεικνύει κοινή ή τουλάχιστον συγγενή πολιτισμική παράδοση και ίσως κάποιο δίκτυο επικοινωνίας (Εικ. 24 β). Εικ. 24 α. Στην ανωτέρω εικόνα φαίνεται η γεωλογική διαμόρφωση της Κεφαλονιάς μετά την τελευταία παγετώδη περίοδο, όταν άρχισαν να λιώνουν οι πάγοι και να ανεβαίνει σταδιακά η στάθμη της θάλασσας. Δεξιά η στάθμη της θάλασσας ήταν χαμηλότερη κατά 120 m. Κεφαλονιά, Ζάκυνθος και Ιθάκη ήταν ενωμένες. Αριστερά η στάθμη έχει αρχίσει να ανεβαίνει είναι χαμηλότερη μόνον κατά 80 m. Η χερσόνησος της Παλικής και ο κόλπος Αργοστολίου δεν έχουν ακόμα σχηματιστεί. Η Ζάκυνθος και η Ιθάκη μόλις έχουν αποχωριστεί από την Κεφαλονιά. Με τις ευθείες σημειώνονται οι πιθανοί σύντομοι δρόμοι επικοινωνίας των νησιών με την απέναντι χέρσο από την Μεσοπαλαιολιθική μέχρι τη Μεσολιθική Περίοδο (Ferentinos et al. 2012). Εικ. 24 β. Θέσεις Κατώτερης Παλαιολιθικής προς Μεσολιθική στα νησιά του Ιονίου και στις απέναντι ηπειρωτικές και πελοποννησιακές ακτές (Ferentinos et al. 2012)

65 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 49 Κατά τον Θεοχάρη (Μόσχος 2007) η Κεφαλονιά αποικίστηκε από την απέναντι στεριά κατά το Πλειστόκαινο, πριν από χρόνια πριν από σήμερα. Τα ίχνη, που άφησαν οι μακρινοί πρόγονοί μας στο νησί, μας οδηγούν πίσω στην Εποχή του Λίθου, πόσο βαθιά όμως στην Πρωτοϊστορία δεν είναι δυνατόν μέχρι τώρα να προσδιορίσουμε με ακρίβεια λόγω ελλείψεως επαρκών στρωματογραφικών δεδομένων από ανασκαφές. Λαμβάνοντας υπ όψη ότι η Παλαιολιθική Περίοδος αρχίζει περίπου από το π.χ. και λήγει περί το π.χ., η εμφάνιση του ανθρώπου στην Κεφαλονιά κατά τον Μόσχο (2007) και σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες δημοσιεύσεις (Ferentinos & al. 2012) ενδέχεται να έγινε πριν από (;) χρόνια περίπου, προς το τέλος της Αρχαιότερης Παλαιολιθικής περιόδου. Οι προσεγγίσεις αυτές δείχνουν ότι αυξάνεται το επιστημονικό ενδιαφέρον για την πρωτοϊστορία της Κεφαλονιάς και του Ιόνιου χώρου. Ελπίζουμε ότι μελλοντικές έρευνες και μελέτες θα φωτίσουν περισσότερο αυτή τη σκοτεινή περίοδο της εμφάνισης του ανθρώπου. Από τότε το νησί γνώρισε τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία και κατά τη διάρκεια των αναρίθμητων χιλιετιών, που ακολούθησαν μέχρι σήμερα, έχει υποστεί τις ανθρώπινες επιδράσεις. Η Κουρτέση Φιλιππάκη (2007) αναφέρει το εξής: «Εάν η παρουσία του οψιανού και των αιχμών βελών στη Σκάλα Κεφαλονιάς συνηγορεί για μία απόδοση στη Νεολιθική και στην Εποχή του Χαλκού, μεταγενέστερες έρευνες που έγιναν στη Σκάλα Κεφαλονιάς, βεβαιώνουν την παρουσία του παλαιολιθικού ανθρώπου στην περιοχή (Kourtessi Philippaki 1999). Πρόκειται λοιπόν για μία περιοχή, η οποία παρουσιάζει ενδείξεις διαχρονικής κατοίκησης και η οποία αξίζει να ερευνηθεί συστηματικά». Παλαιολιθικά και μεσολιθικά εργαλεία εντοπίστηκαν επιφανειακά στις θέσεις: Αγ. Θεόδωροι (Πετρόχειλος 1959) (Εικ. 25), Άγιος Νικόλαος Γρούσπας (Μαρινάτος 1960/1962) (Εικ. 26 α, β), Φισκάρδο και Έμπληση (Καββαδίας Γ. 1984, 1985 (Εικ. 27), οικισμός Αγίου Γεωργίου και ακρωτήριο Μούντα στη Σκάλα (Μαρινάτος 1960/1962) (Εικ. 28), Λιβάδι και Σάμη (Ανδρεΐκος 1993) (Εικ. 29), Γριζάτα, Γερο-Γόμπος, Καστέλι Κουβαλάτων, χερσόνησος Αργοστολίου, λόφος Παχνί Πόρου, Άνω Κατελειός και Κρανιά. Εικ. 25. α β Λίθινα εργαλεία: α) από το σπήλαιο Αγίων Θεοδώρων στα Πουλάτα της Σάμης, β) από το μονοπάτι από Σάμη προς Γρούσπα Αγ. Νικολάου (Πετρόχειλος 1959).

66 50 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Από σπηλαιολογικές έρευνες λίθινα εργαλεία, χονδροειδείς δίπλευροι πελέκεις, δίπλευρες αιχμές και θραύσματα λευκόχρωμου πυριτολίθου, ηλικίας περίπου ετών βρέθηκαν στον Σπήλιο Χαλιωτάτων (Καββαδίας 1985, Σωτηρίου 1991). Πυριτολιθικά εργαλεία, τα οποία αναφέρονταν ότι προήλθαν από το σπήλαιο Περατάτων, είναι άγνωστης χρονολόγησης και προέλευσης και ευρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Αργοστολίου (Souyioutzoglou Haywood 1991, 1999 στον Μόσχο 2007). Εικ. 26. Το βαραθρώδες σπήλαιο Αγίου Νικολάου Γρούσπας στην ανατολική παρυφή του Ρουδίου γειτνιάζει άμεσα με το δάσος. α) Το σπήλαιο βρίσκεται στο βάθος της δολίνης με επικλινή είσοδο εν μέρει καταχωμένη (Φωτ. Γ. Μήτσαινας). α Εικ.26 β) Η δολίνη - στόμιο του σπηλαίου. Η κάθοδος στο βάθος του γίνεται με δυσκολία. Από την ανηφορική πλαγιά του Ρουδίου, που οδηγεί στη δολίνη, συλλέχθηκαν τα λίθινα εργαλεία, που αναφέρει ο Μαρινάτος (1960/1962). (Φωτ. Γ. Μήτσαινας). β

67 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 51 α β γ δ Εικ. 27. Από τη συλλογή Γ. Καββαδία: Εργαλεία πυριτολίθου από το Φισκάρδο: α) Μεγάλες τριγωνικές αιχμές. β) Επιμήκεις χειροπελέκεις. γ) Μαχαίρια με ράχη Μουστεριανής τεχνικής δ) Μεγάλα, επιμήκη ξέστρα (Καββαδίας 1984). Εικ. 28. Πυριτολιθικά εργαλεία από τη Σκάλα (Μαρινάτος Αρχ. Δελτίο τ. 16, 1962).

68 52 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Όλες οι ανωτέρω θέσεις αναφέρονται στον Μόσχο (2007). Παρεμπιπτόντως ο κ. Ι. Μόσχος είναι Αρχαιολόγος της ΣT Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων στην Πάτρα. Για πρώτη φορά έχει συγκεντρώσει όλο το αρχαιολογικό υλικό της Κεφαλονιάς, έχει χαρτογραφήσει τις θέσεις των ευρημάτων κατά χρονολογικές περιόδους και έχει καταγράψει κατά περιοχές όλα τα αρχαιολογικά δεδομένα με τις αντίστοιχες βιβλιογραφικές αναφορές για την κάθε περιοχή. α β γ δ ε Εικ. 29. Εργαλεία από τη συλλογή Α. Ανδρεΐκου: α) Κροκαλόμορφα εργαλεία από ποικιλόχρωμο χαλκηδόνιο και οπάλιο της Μέσης Παλαιολιθικής από το Λιβάδι Ληξουρίου. β) Μικρά πυρηνόσχημα βαθύπεδης και παράκυρτης λάξευσης από φαιόξανθους κονδύλους οπαλίου πρώιμης Μέσης Παλαιολιθικής από τη Σάμη. γ) Μεγάλος πυρήνας από φαιόχρωμο κονδυλώδη οπάλιο με προεργασία για παραγωγή λεπίδων με στοιχεία αχελαιανής παράδοσης από τη Σάμη. δ) Μεγάλο φολιδωτό εργαλείο τύπου Λεβαλουά από φαιόχρωμο φλεβωτό οπάλιο με στοιχεία αχελαιανής παράδοσης από τη Σάμη. ε) Πέλεκυς με χαρακτηριστικά chopping tool: μεγάλα βαθύπεδα σε αρθρωτή και αμφίπλευρη διάταξη από φαιόξανθο κόνδυλο οπαλίου με στοιχεία αχελαιανής παράδοσης από τη Σάμη (Ανδρεΐκος 1993).

69 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 53 Σύμφωνα με τον κατάλογο του Μόσχου (2007), Αρχαιολόγου της Στ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, που, όπως προαναφέραμε, κατέγραψε όλες τις προϊστορικές θέσεις στην Κεφαλονιά, η ανθρώπινη παρουσία εντοπίζεται σε 68 θέσεις, οι οποίες καλύπτουν το χρονολογικό πλαίσιο από την Κατώτερη Παλαιολιθική Εποχή ( (;) π.σ.) μέχρι το τέλος των Μυκηναϊκών χρόνων (Υπομυκηναϊκή περίοδο 1.060/ π.χ.). Στις 26 από αυτές εντοπίζεται η ανθρώπινη παρουσία σε περισσότερες από μία περιόδους της προϊστορίας και θεωρούνται ως «μέγιστες πιθανές θέσεις». Από τις θέσεις αυτές οι είκοσι εντοπίζονται στην ανατολική Κεφαλονιά, οι δύο στην Παλική και οι άλλες δύο στην περιοχή της Κρανιάς. Όμως οι εγκαταστάσεις ή τα κατάλοιπα άλλων ανθρώπινων δραστηριοτήτων, (σπηλαιοκατοίκηση, εργαλειακά σύνολα, ταφικά μνημεία και λοιπά ανασκαφικά ευρήματα), ανεβάζουν συνολικά τον αριθμό σε 106 πιθανές θέσεις. Κατά τον Ανδρεΐκο (1993) η πιο πυκνή παλαιολιθική παρουσία έχει καταγραφεί στην περιοχή της Σάμης, της οποίας τη λιθοτεχνία χαρακτηρίζει ως την πιο αντιπροσωπευτική όλου του προμουστέριου ορίζοντα του Ιονίου λόγω της σπάνιας σύνθεσης στοιχείων λιθοτεχνικού συνόλου. Κύριο γνώρισμά τους η παράλληλη λειτουργία της τεχνικής των πυρηνόσχημων βαθύπεδης λάξευσης (Εικ. 29) με αυτή των φολιδωτών και λεπιδόμορφων σε πρωτογενή έκδοση. Λόγω της ύπαρξης εξαιρετικής ποιότητας οπαλίου (άμορφος πυριτόλιθος), η περιοχή ενδέχεται να υπήρξε κέντρο εξόρυξης και επιτόπιας βιοτεχνικής παραγωγής. Αντίθετα η νεολιθική παρουσία λόγω της αλλαγής της οικονομίας και της στροφής προς τη γεωργία εμφανίζεται πιο έντονη στην περιοχή των Πρόννων, η οποία διέθετε εύφορες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και νερά (Μόσχος 2007). Επειδή στη συνέχεια κάνουμε χρήση των όρων τέχνεργο και λιθοτεχνικό σύνολο, διευκρινίζουμε ότι: α) με τον όρο τέχνεργα εννοούνται τα μη ειδικά διαμορφωμένα εργαλεία, αλλά γενικά οι πυρήνες πυριτολίθου, τα αποτμήματα και τα απολεπίσματα, που φέρουν μεν τα ίχνη της επεξεργασίας από τον άνθρωπο, αλλά δεν έχουν σχήμα συγκεκριμένου εργαλείου (Ν. Πουλιανός 2005). β) Με τον όρο λιθοτεχνικό σύνολο εννοείται το αποτέλεσμα ενός αυτοτελούς παραγωγικού συστήματος εργαλείων, που προσδιορίζεται από τη θέση, στην οποία βρέθηκε και η οποία έχει συγκεκριμένα χωροταξικά χαρακτηριστικά, (π.χ. γεωμορφολογικά δεδομένα, πηγές πρώτων υλών, πληρότητα μορφών και τύπων εργαλείων κ.λπ.) (Δημητρίου 1993). Ο τύπος των εργαλείων και τέχνεργων από πυριτόλιθο και κερατόλιθο, που βρίσκονται διασκορπισμένα σε μεγάλες ποσότητες σε όλη σχεδόν την επιφάνεια του νησιού, καθώς και ο τρόπος κοπής και επεξεργασίας τους, προσδιορίζουν την τεχνική της κατασκευής τους, τις χρήσεις και κατ επέκταση τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Δημιουργείται όμως πρόβλημα ως προς τη χρονολόγησή τους, γιατί ο τρόπος επεξεργασίας άλλοτε εμφανίζει χαρακτηριστικά πυρηνικών εργαλείων και άλλοτε εξελιγμένο τύπο τεχνικής, όπως η Λεβαλουά. Χρονολόγηση αποδίδουν μόνον οι σπηλαιολογικές στρωματογραφικές έρευνες, όπως στην περίπτωση του Σπήλιου Χαλιωτάτων, της μόνης αδιατάρακτης παλαιολιθικής θέσης, που ο Γ. Καββαδίας (1985) δίνει πιθανή ηλικία ετών. Βέβαιη χρονολόγηση Νεολιθικής Περιόδου μας δίνουν επίσης και τα εργαλεία από το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο (Εικ. 30, 31 α, β) (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Στρατούλη 2007).

70 54 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Στο σημείο αυτό θα επανέλθουμε αναλυτικότερα σε ιδιαίτερη ενότητα για τη Νεολιθική Εποχή. Εικ. 30. Από την ανασκαφή στο εσωτερικό του σπηλαίου της Δράκαινας. (Φωτ. univerphotoalbum.asp?tp=cmp&imgid=19575) α Εικ. 31 α. Νεολιθικά εργαλεία από το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο: Λεπίδες και μαχαίρια με ράχη. (Φωτ. στη Στρατούλη 2007). Εικ. 31 β. Λίθινες αιχμές βελών με τελειοποιημένη επεξεργασία από το σπήλαιο της Δράκαινας. (Φωτ. στη Στρατούλη 2007). β

71 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 55 Όλα αυτά συμπεριλαμβανομένου ενός μικρού αριθμού λίθινων εργαλείων, που εκτίθενται στο Κοργιαλένειο Ιστορικό, Λαογραφικό Μουσείο στο Αργοστόλι (Εικ. 32 α, β), καθώς και της συλλογής Ν. Ευθυμιάτου-Κατσούνη από την ευρύτερη περιοχή Αργοστολίου και Λιβαθώς, που φυλάσσεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης και η οποία ανακοινώνεται για πρώτη φορά στην ανά χείρας Διατριβή (Εικ. 33, 34), μας οδηγούν στην υπόθεση ότι η εξέλιξη της επεξεργασίας του λίθου στην Κεφαλονιά πέρασε προοδευτικά από το στάδιο της χονδροειδούς Κλακτόνειας τεχνολογίας με τα πυρηνικά εργαλεία στους χειροπελέκεις, στα ξέστρα και στα μαχαίρια με ράχη της Μουστεριανής, στις γλυφίδες και στις λεπτές λεπίδες της τεχνικής Λεβαλουά μέχρι τις περισσότερο προηγμένες της Ωρινάκιας και Γραβέτιας περιόδου έως το τέλος της Μαγδαληναίας (εφ όσον ισχύει η ίδια ορολογία για τη λιθοτεχνία στον ελλαδικό χώρο). Η συλλογή Ν. Ευθυμιάτου-Κατσούνη με το υπ αρ π.ε. 18/1/2000 έγγραφο της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας Σπηλαιολογίας (ΥΠ.ΠΟ.) αναγνωρίστηκε ότι περιέχει λίθινα εργαλεία της απώτατης και ύστερης προϊστορίας. Εικ. 32 α. Από τη συλλογή του Κοργιαλένειου Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου. Εργαλεία από πυριτόλιθο Παλαιολιθικής Εποχής π.χ. από τη Νέα Σκάλα. Δωρεά R.N. Roberts. (H χρονολόγηση όπως αναγράφεται στην ετικέτα του Κ. Ι. Λ. Μ.). Εικ. 32 β. Εργαλεία από πυριτόλιθο Παλαιολιθικής Εποχής π.χ. από τη Νέα Σκάλα. Δωρεά R.N. Roberts. (H χρονολόγηση όπως αναγράφεται στην ετικέτα του Κ. Ι. Λ. Μ.).

72 56 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ α β γ δ ε στ ζ Εικ. 33. Από τη συλλογή Ν. Ευθυμιάτου-Κατσούνη: α, β, γ, δ) διάφοροι τύποι εργαλείων: οπείς, γλυφίδες, ξέστρα, μαχαίρια με ράχη και αιχμές βελών. Κάτω: επιλογή από την εικόνα δ: τα ε, ζ) φυλλόσχημες λεπίδες με μίσχο, στ) αιχμή βέλους. Όλα τα εικονιζόμενα από την περιοχή Μηνιών. (Μ.Φ.Ι.Κ.Ι.).

73 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 57 α β γ δ Εικ. 34. Από τη συλλογή Ν. Ευθυμιάτου-Κατσούνη: α, β, γ, δ) διάφοροι τύποι εργαλείων: ξέστρα, μαχαίρια, οπείς, γλυφίδες και αχλαδόσχημοι χειροπελέκεις (λιάνιστρα). ε) Επιλογή από τον πίνακα γ: μικρός πέλεκυς με «λαιμό» για στερέωση σε στειλεό. Όλα τα εικονιζόμενα από την περιοχή Μηνιών. (Μ.Φ.Ι.Κ.Ι). ε

74 58 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Όλα τα ευρήματα, που συλλέχθηκαν στο νησί, παρά τις κάποιες διαφωνίες των αρχαιολόγων για τη χρονολόγηση των ευρημάτων του Φισκάρδου, καλύπτουν χρονολογικά και τις τρεις περιόδους της Παλαιολιθικής: α) την Κατώτερη εν μέρει, από το (;) χρόνια πριν από σήμερα, την οποία μαρτυρούν πελεκημένες κροκάλες από αναβαθμούς στην περιοχή Νέας Σκάλας, που ανέφερε ο Cubük (Σάμψων 2007), β) τη Μέση ( ) και γ) τη Νεότερη ή Ανώτερη ή Ύστερη Παλαιολιθική ( ) πριν από σήμερα. Από ορισμένες θέσεις κυρίως στην Ανατολική Κεφαλονιά ανιχνεύεται επίσης η Μεσολιθική περίοδος ( ), όπως βεβαιώνει και η νεότερη επιστημονική έρευνα (Κουρτέση Φιλιππάκη 1996, Μόσχος 2007, Σάμψων 2007). Το πρόβλημα, εάν οι τύποι των εργαλείων από το Φισκάρδο ανήκουν όλοι σε μία περίοδο ανεξάρτητα από τις μορφολογικές ιδιοτυπίες τους ή ανήκουν σε διαφορετικές περιόδους (Καββαδίας Γ. 1984), πιστεύουμε ότι θα λυθεί, εφ όσον προκύψουν στρωματογραφικά οι ανάλογες αποδείξεις από ανασκαφές σε σπήλαια. Δυστυχώς μέχρι τώρα πλην της δοκιμαστικής τομής στο Φισκάρδο και της ανασκαφής στον Σπήλιο των Χαλιωτάτων, που πραγματοποίησε ο Γ. Καββαδίας (1984, 1985), καθώς και μιας σύντομης εξερεύνησης στο σπήλαιο Φυτίδι της Σάμης, δεν έχει γίνει συστηματική στρωματογραφική έρευνα, που θα επιβεβαιώσει παλαιολιθικές εγκαταστάσεις. Η ανασκαφή του Σπήλιου Χαλιωτάτων από τον Καββαδία, του μόνου σπηλαίου, που δεν είχε διαταραχθεί, απέδωσε παλαιολιθικά εργαλεία από μη πυριτικό υλικό. Υπολογίζεται ότι ο πολιτισμός του σπηλαίου έχει ηλικία ετών (Μόσχος 2007). Τα ίχνη κατοίκησης στο σπήλαιο Φυτίδι στην περιοχή Σάμης- Καραβόμυλου εντοπίστηκαν το καλοκαίρι του 1966 κατά τη διάρκεια της Ελληνο-Τσεχοσλοβακικής Συνάντησης Επιστημονικού Σπηλαιολογικού Περιεχομένου. Σε αυτήν συμμετείχαν Έλληνες και ξένοι ειδικοί, μεταξύ των οποίων οι Α. Πετροχείλου, Α. Πουλιανός, Αιμ. Τσούφαλικ, Ο. Οντρούσεκ κ.ά. (Δελτίο Ελ/κής Σπηλ/κής Εταιρείας 1966). Κατά τον Α. Πουλιανό τα λίθινα εργαλεία, που βρέθηκαν μέσα στο σπήλαιο, είναι νεότερης Παλαιολιθικής εποχής, περίπου ετών π.χ. Οστά ζώων (Cervus elaphus και άλλων θηλαστικών), κελύφη από κοχλίες και θραύσματα αγγείων συλλέχθηκαν και φυλάχθηκαν για περαιτέρω μελέτη. Τα επιφανειακά ευρήματα, που βρέθηκαν στην είσοδο του σπηλαίου χρονολογήθηκαν στην Εποχή του Χαλκού δηλαδή μετά το π.χ. (Μόσχος 2007). Μία συστηματική ανασκαφή στο διασαλευμένο από λαθρανασκαφή σπήλαιο, που μέχρι τώρα δεν έχει πραγματοποιηθεί, είναι βέβαιο ότι θα δώσει πολύτιμες πληροφορίες για τα σκοτεινά εκείνα χρόνια. Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι η βραχογραφία, που ανακαλύφθηκε στην είσοδο του σπηλαίου. Πρόκειται για γραμμική έγχρωμη αναπαράσταση ζώου επάνω σε πέτρα, η οποία κατά τον Α. Πουλιανό είναι αυθεντική (Δελτίο Ελ/κής Σπηλ/κής Εταιρείας τ. 6-7, 1966). (Εικ. 35). Δυστυχώς δεν υπάρχει άλλη σχετική βιβλιογραφική αναφορά για τη βραχογραφία πλην της περιεχόμενης στο ανωτέρω Δελτίο της Ε.Σ.Ε. Η βραχογραφία σήμερα δεν είναι ορατή, γιατί με τους σεισμούς του 1953 κατέρρευσε το τμήμα από τη βραχώδη παρειά της εισόδου, στην οποία ήταν ζωγραφισμένη. Επισημαίνουμε επίσης ότι στο σπήλαιο Δρακοντοσπηλιά Γερο-Γόμπου Παλικής, το οποίο ερεύνησε η Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία (Θεοδώρου κ.ά.

75 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου ), έχουν γίνει επανειλημμένες λαθρανασκαφές. Το σπήλαιο βρίσκεται σε υψόμετρο 70 m επί της βραχώδους απόκρημνης ακτής του Γερο-Γόμπου, είναι αρκετά βαθύ με σταλακτίτες. Αναφέρεται ότι εκεί βρέθηκαν θραύσματα αρχαίων πήλινων ειδωλίων παρομοίων με της Τανάγρας, νομίσματα και σταυροί (Μηλιαράκης 1890, Partsch 1892). Ενδέχεται μία στρωματογραφική ανασκαφή να αποδώσει ευρήματα της Εποχής του Λίθου, γιατί υπάρχουν ενδείξεις απολιθωμένων οστών. Εικ. 35. Η γραμμική αναπαράσταση ζώου από το σπήλαιο Φυτίδι Κεφαλονιάς (Δελτίο Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας τ. 6-7, 1966). Ως προς τις δυσκολίες χρονολόγησης, που παρουσιάζει η «ανάμειξη» της λιθοτεχνίας, του τρόπου δηλαδή παρασκευής - επεξεργασίας των εργαλείων και του τύπου, της μορφής δηλαδή των εργαλείων, εξ αιτίας της επιφανειακής διασποράς τους σε όλη την Κεφαλονιά, έχει παρατηρηθεί γενικά ότι μία τεχνική δεν αντικαθίσταται απότομα από άλλη. Συνήθως στη νέα φάση της λιθοτεχνίας, μέχρι αυτή να διαφοροποιηθεί τυπολογικά από την προηγούμενη, διατηρούνται στοιχεία από την παλαιότερη. Αναμένεται ότι μελλοντικές συστηματικές σπηλαιολογικές ανασκαφές ενδέχεται να αναδείξουν και στρωματογραφικά την κατοίκηση του νησιού κατά τις διαφορετικές περιόδους της εποχής του λίθου, πράγμα, που, αν όντως συμβεί, δεν αποκλείεται η Κεφαλονιά να αποδειχθεί ένα νησί πυκνοκατοικημένο από Νεαντερτάλειους και Homo sapiens sapiens. Τη θεωρία αυτή υπαινίσσεται και ο Μαρινάτος στις Επιστολές του (1961/1962). Κατ αυτόν η Κεφαλονιά ήταν από τα πρώτα μέρη της Ελλάδας, που κατοικήθηκαν, εκτός της Θεσσαλίας. Προλέγει δε ότι συγκριτικά με τη Ζάκυνθο λόγω μεγέθους, μείζονος ορεινού χαρακτήρα και ύπαρξης πολλών σπηλαίων η Κεφαλονιά πρέπει να έχει περισσότερα παλαιολιθικά ίχνη. Ο ίδιος επίσης προσδοκούσε ότι νεότερη έρευνα θα δώσει λύσεις σε πολλά εκκρεμούντα θέματα. Η αφθονία των λίθινων εργαλείων κοντά στα σπήλαια Αγ. Θεοδώρων Σάμης και Αγ. Νικολάου Γρούσπας στις παρυφές του Ρουδίου συνηγορεί για μία συστηματική σπηλαιολογική έρευνα. Είναι βέβαιο ότι θα ανακαλυφθούν και άλλες θέσεις. Οι απόψεις αυτές κατά τη διάρκεια της συγγραφής της παρούσας Διατριβής ενισχύθηκαν από τους Ferentinos & al. (2012). Όπως ήδη αναφέραμε, με την

76 60 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ωκεανογραφική, γεωλογική και αρχαιολογική έρευνα, που διεξήγαγαν, βεβαίωσαν τη σύνδεση της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου με την απέναντι ηπειρωτική ακτή και την Πελοπόννησο. Πιθανόν από τους «δρόμους» αυτούς να πέρασαν οι Νεάντερταλ και να εγκαταστάθηκαν στο νησί (Εικ. 24 α, β ). Για τις μετακινήσεις τους είτε ακολουθούσαν χερσαίους δρόμους, είτε ταξίδευαν με σχεδίες, είτε ακόμα και στην πλάτη μεγάλων ζώων. Οπωσδήποτε όμως, για να αποδειχθεί μία τέτοια εγκατάσταση, χρειάζονται και περαιτέρω στοιχεία, για να απαντηθούν πολλά ερωτήματα σχετικά με τη μετέπειτα τύχη και εξέλιξη του πρωτόγονου αυτού πληθυσμού του νησιού. Μέχρι τώρα μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε και να εξετάζουμε πιθανότητες. Όσον αφορά στις μετακινήσεις, ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο, που αφορά στα αυτοσχέδια πλωτά μέσα, μας αποκαλύπτει η αναφορά του διακεκριμένου αρχαιολόγου Αύγουστου Σορδίνα (1977) για την παπυρέλα (Εικ. 36). Eικ. 36. Ο Α. Σορδίνας και η τελευταία παπυρέλα της Κερκύρας (Ιόνιος Ανθολογία 1977). Η παπυρέλα ήταν ένα μικρό πλωτό μέσο ιδιαίτερης τεχνολογίας, της οποίας το τελευταίο δείγμα, επέζησε μέχρι το 1965 στον ορμίσκο της Παλιοκαστρίτσας στην Κέρκυρα. Ο οξυδερκής αρχαιολόγος Α. Σορδίνας είχε την πρόνοια να τη φωτογραφήσει διασώζοντας το πολύτιμο αυτό ντοκουμέντο, πριν εξαφανιστεί στη λήθη και τη φθορά του χρόνου. Πρόκειται για μία βάρκα φτιαγμένη από ένα είδος βούρλου αυτοφυούς στην Καβουρόλιμνη Κερκύρας, το παπύρι. Παρόμοια πλοιάρια από βούρλα κατασκεύαζαν στη Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο από την 5 η και 4 η χιλιετία π.χ., όπως μαρτυρούν τα ανασκαφικά ευρήματα από την Ουρ, σφραγιδόλιθοι των Σουμερίων (Μεσοποταμία) και απεικονίσεις σε αιγυπτιακά νεολιθικά αγγεία (Σορδίνας 1977). Η παπυρέλα μπορεί μεν να είναι αρκετές χιλιετίες νεότερη από τους Νεάντερταλ, αλλά οπωσδήποτε μας δίνει μία ιδέα για το πώς οι άνθρωποι του

77 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 61 μακρινού παρελθόντος εφεύρισκαν μέσα διακίνησης αξιοποιώντας στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος. Κάπως έτσι θα κατασκεύαζαν και τις σχεδίες τους. Στην εικόνα 37 σημειώνονται οι ήδη γνωστές παλαιολιθικές και μεσολιθικές θέσεις των πρώτων ανθρώπων της Κεφαλονιάς κατά τον Μόσχο (2007) και παράλληλα οι νέες θέσεις, που εντόπισε η δική μας επιφανειακή έρευνα. Εικ. 37. Με τις μαύρες κουκκίδες στον χάρτη της Κεφαλονιάς σημειώνονται οι πιο σημαντικές παλαιολιθικές θέσεις από την αναφερόμενη στην παρούσα Διατριβή βιβλιογραφία σύμφωνα με τον Ι. Μόσχο (2007). Με τις μπλε οι γνωστές μεσολιθικές σύμφωνα επίσης με τον Ι. Μόσχο (2007). Με τις κόκκινες σημειώνονται οι νέες θέσεις λίθινων εργαλείων, που εντοπίστηκαν από την επιφανειακή έρευνα της συγγραφέως της παρούσας Διατριβής: 1) Έμπληση, 2) Φισκάρδο, 3) Κοντογενάδα, 4) Λιβάδι, 4a) Γερο-Γόμπος 5) Χερσόνησος Αργοστολίου, 5a) Καστέλι Κρανιάς, 6) Αγ. Θεόδωροι Βουνιάς, 7) Σπήλιος Χαλιωτάτων, 7a) Αγ. Νικόλαος Γρούσπας, 8) Αγ. Νικόλαος Σάμης, 9) Άνω Κατελειός, 10 και 12) Ακρωτήριο Μούντα (Σκάλα), 11 και 13) Αγραπιδούλα - Αγ. Γεώργιος, 14) Γριζάτα Αγραπιδιές, 15) Πλατύς Γιαλός, 16) Λοφοσειρά Κοτρώνι Ράχη Κομποθεκράτων, 17) Κάμπος Μηνιών - Αεροδρόμιο, 18) Κορακοφωλιά Σβορωνάτων, 19) Αγία Πελαγιά, 20) περιοχή Αϊ- Χέλη, 21) περιοχή Σισσίων. Κατά τον Γ. Καββαδία (1984) οι τέσσαρες παγετώδεις φάσεις της Βουρμίου (Würm) παγετώδους εποχής ( χρόνια π.χ.) με τις ενδιάμεσες, περισσότερο εύκρατες περιόδους αποτελούν το πλαίσιο, μέσα στο οποίο έζησαν και έδρασαν οι άνθρωποι της εποχής του λίθου. Συγκεκριμένα αναφέρει: «οι

78 62 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ κλιματικές αυτές μεταλλαγές αποτελούν και την κλιματική παράμετρο της ζωής των ανθρώπων και των ζώων και φυσικά και των σχετικών πολιτισμών, που αντιστοιχούν στην περίοδο αυτή. Έτσι οι δύο πρώτες ψυχρές φάσεις (και φυσικά και οι ενδιάμεσες), που εκτείνονται περίπου ως το έτος π.χ., αποτελούν το πλαίσιο της ζωής των ανθρώπων του Neanderthal και της άνθισης του μουστεριανού πολιτισμού. Και οι δύο άλλες, το πλαίσιο της εμφάνισης του Ηomo sapiens και του ανώτερου παλαιολιθικού στρώματος». 2. Νέα δεδομένα για την Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική Εποχή στην Κεφαλονιά Η δική μας επιφανειακή έρευνα εντόπισε μερικές νέες, άγνωστες θέσεις διάσπαρτων λίθινων εργαλείων από πυριτόλιθο στη χερσόνησο του Αργοστολίου και στην περιοχή της Λιβαθώς (βλ. Εικ. 37). Τα εργαλεία αυτά αποτελούν μέρος της συλλογής μας. Οι θέσεις αυτές ελπίζουμε ότι, όταν ερευνηθούν συστηματικά, θα δώσουν πολύτιμα στοιχεία για την εποχή του λίθου στο νησί. Βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή από τον Πλατύ Γιαλό Αργοστολίου και δυτικά της λοφοσειράς Κοτρώνι, μέχρι τον κάμπο Μηνιών και το αεροδρόμιο, την ακτή Σβορωνάτων (Άμμες - Κορακοφωλιά), Αγία Πελαγιά, Αϊ-Χέλη και σποραδικά μέχρι την περιοχή Σισσίων (Εικ.38). α β Εικ. 38. Αποψιλωμένη από πρόσφατη πυρκαγιά η ράχη Χελμάτων Κομποθεκράτων συνέχεια της λοφοσειράς Κοτρώνι, όπου και το λατομείο πυριτολίθου. Με το βέλος α σημειώνουμε απόπειρα διάνοιξης στοάς μέσα στο πέτρωμα βάθους 2 περίπου m. Με το β μεταγενέστερο «ανοιχτό νταμάρι» για εκμετάλλευση του αμμώδους υλικού. Για τις θέσεις αυτές έχουμε ενημερώσει δεόντως την Εφορεία Παλαιοανθωπολογίας-Σπηλαιολογίας του ΥΠ.ΠΟ (Ἐγγρ π. ε. 18/1/2000). Θα περιοριστούμε στην πιο σημαντική από τις ανωτέρω περιπτώσεις, την περιοχή

79 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 63 του Λατομείου στις Μηνιές (Εικ. 38, 39), όπου αφθονεί ο πυριτόλιθος (Εικ. 40). Η θέση αυτή για πρώτη φορά δημοσιεύεται στην παρούσα Διατριβή. Τη θεωρούμε σημαντική, γιατί, κατά την άποψή μας, είναι ο πρώτος πιστοποιημένος χώρος στην Κεφαλονιά όχι μόνο εξόρυξης της πρώτης ύλης, αλλά και της επί τόπου επεξεργασίας και μαζικής παραγωγής. Ο πυριτόλιθος, η πρώτη ύλη για τα εργαλεία, όπως ήδη αναφέραμε, αφθονεί εγγύτατα στους λόφους, που δεσπόζουν στην περιοχή από Πλατύ Γιαλό μέχρι Μηνιές, από τη ράχη Χελμάτων-Κομποθεκράτων μέχρι τις ακτές του αεροδρομίου Κεφαλονιάς. Βρίσκεται επάνω από τον επαρχιακό δρόμο από Αργοστόλι προς Μηνιές υπό μορφή κροκαλών διαμέτρου ολίγων εκατοστών μέχρι και 0,60 0,70 m, οι οποίες είναι εγκλωβισμένες μέσα στο κρητιδικό ασβεστολιθικό πέτρωμα στην επιφάνεια του εδάφους. Ο χώρος θυμίζει λατομείο. Πολύ κοντά λειτουργεί και σύγχρονο λατομείο (νταμάρι) κρητίδας (κιμιλιάς). Η πλαγιά του λόφου επίσης φέρει εμφανή σημεία εξόρυξης και στην επιφάνεια του εδάφους και υπογείως, όπως φαίνεται στην εικόνα 39 από την κατακρήμνιση της «οροφής» του σπηλαίου, αποτέλεσμα της υπόγειας εκσκαφής (Εικ. 38, 41). Στην περιοχή αυτή εντοπίσαμε επιφανειακά διάσπαρτα άφθονα λίθινα εργαλεία, τα οποία ως προς τον τρόπο της κατασκευής τους παρουσιάζουν μεγαλύτερη ποικιλομορφία από του Φισκάρδου. Το ότι συνυπάρχουν πυρηνόμορφα (αχλαδόμορφοι χειροπελέκεις), κοίλα ξέστρα, μαχαίρια ή κοπίδια πλατιά χωρίς ράχη και μαχαίρια με ράχη, φυλλόσχημες λεπίδες, οπείς, αιχμές βελών και γλυφίδες λεπτότερης επεξεργασίας δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερο λιθοτεχνικό σύνολο, το οποίο πιθανόν να σημαίνει διαδοχικές εξελικτικές φάσεις της συγκεκριμένης λιθοτεχνίας. Εικ. 39. Από τον χώρο του λατομείου πυριτολίθου στις Μηνιές: η κατακρήμνιση της οροφής του σπηλαίου πάνω από τον κεντρικό θάλαμο οριοθετείται με λευκή γραμμή. Το γεγονός δε ότι το ασβεστολιθικό επίχρισμα, με το οποίο ο χρόνος έχει επικαλύψει τα εργαλεία, έχει διαφορετικό πάχος και χρώμα, αν και αυτά βρέθηκαν στην ίδια τοποθεσία, ενισχύει την υπόθεση, που προαναφέραμε, ότι δηλαδή η θέση αυτή στις Μηνιές ως πηγή προμήθειας και επί τόπου επεξεργασίας

80 64 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ είχε συνεχή χρήση στις διάφορες φάσεις της εποχής του λίθου. Από εκεί προέρχεται και η συλλογή της συγγραφέως, πτυχιούχου Ιστορικού- Αρχαιολογικού Τμήματος του Παν/μίου Αθηνών), που εκτίθεται στο Μ.Φ.Ι.Κ.Ι. α β γ Εικ. 40. Η πρώτη ύλη. Άνω: κόνδυλος πυριτολίθου ενσωματωμένος στο επιφανειακό πέτρωμα της περιοχής του λατομείου. Mέσον: α, β) ογκώδεις κόνδυλοι πυριτολίθου μεγάλου διαμετρήματος (0, 60-0,80 m περίπου) από τις Μηνιές. Βρίσκονται ο α στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφ/νιάς & Ιθάκης και ο β στο ξενοδοχείο «Άσπροι Βράχοι», στον Πλατύ Γιαλό Αργοστολίου. Κάτω: γ) κόνδυλοι διαφορετικής σύστασης (χαλκηδόνιος, οπάλιος, μαύρος κερατόλιθος (Μ.Φ.Ι.Κ.Ι.). δ) Εκμαγείο γιγαντιαίου θαλάσσιου μαλακίου σε πυριτόλιθο, που βρέθηκε στα πετρώματα κρητίδας της περιοχής Άσπροι Βράχοι Πλατύς Γιαλός Αργοστολίου. Εκτίθεται στο ομώνυμο ξενοδοχείο «Άσπροι Βράχοι» στην ίδια περιοχή. Όμως το πιο ενδιαφέρον είναι η υπόγεια διάνοιξη στοών στο ασβεστολιθικό πέτρωμα, οι οποίες επικοινωνούν μεταξύ τους, όπως οι κατακόμβες. Η μορφολογία του εδάφους μαρτυρεί ότι οι στοές ξεκινούσαν από ένα κεντρικό δ

81 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 65 θάλαμο ή σπήλαιο, του οποίου η οροφή έχει καταπέσει και δεν είναι εύκολο να σχηματίσει κανείς σαφή εικόνα όλης της κάτοψης (Εικ. 39, 41). Εικ. 41. Το λατομείο πυριτολίθου στις Μηνιές. Άνω: είσοδοι μετά από κατακρημνίσεις τμήματος της οροφής. Μέσον: διακρίνονται οι κόνδυλοι του πυριτολίθου ενσωματωμένοι στις ασβεστολιθικές παρειές του σπηλαίου. Κάτω: οι στοές εξόρυξης (Φωτ. Γ. Μήτσαινας). Η χρονολόγηση των στοών παραμένει άγνωστη, γιατί δεν έχει γίνει συστηματική έρευνα. Για την ύπαρξη σπηλαίου στις Μηνιές υπάρχει μόνον μία βιβλιογραφική αναφορά και αυτή στον Partsch (1892): «Παρά το χωρίον Μηνιές άρχονται έπειτα αρχαιότερα πετρώματα, ασβεστολιθικοί βράχοι, εν οις υπάρχει μέγα σπήλαιον. Αναγνωρίζει τις την αρχήν της εμφανίσεως αρχαιοτέρων στρωμάτων, ήτις αποτελεί την λοφοστοιχίαν από της Λακήθρας μέχρι της χερσονήσου του Αργοστολίου». Η έρευνά μας επιβεβαίωσε ότι σήμερα δεν υπάρχει κανένα άλλο σπήλαιο πλησίον του οικισμού Μηνιές. Οδηγούμεθα λοιπόν στο συμπέρασμα ότι το χαρακτηριζόμενο ως «μέγα σπήλαιο» από τον Partsch δεν είναι άλλο από το

82 66 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ προαναφερόμενο. Ο τρόπος, που επικοινωνούν μεταξύ τους οι υπόγειες στοές, καθώς και το βάθος τους, κατά την άποψή μας, δεν δικαιολογούν εξόρυξη ασβεστολιθικού υλικού για οικοδομική χρήση ή οδοποιία. Η μεταφορά του χώματος από το βάθος των στοών προς τα έξω είναι εργασία κοπιώδης και χρονοβόρα και δεν επιλέγεται, όταν υπάρχει άλλος απλούστερος και ευκολότερος τρόπος. Στα σύγχρονα λατομεία (νταμάρια) π.χ., το σκάμμα αρχίζει από ένα υπέργειο σημείο και προχωρεί σε βάθος και πλάτος δημιουργώντας μεγάλο άνοιγμα σε ανοιχτό χώρο, χωρίς στοές και οροφή. Αυτά τα χαρακτηριστικά του «ανοιχτού νταμαριού» εμφανίζουν άλλες εκσκαφές στον ίδιο χώρο, που περιγράφουμε, και ξεκινούν από επίπεδη επιφάνεια στο ύψος του επαρχιακού δρόμου (Εικ. 38). Γι αυτό πιστεύουμε ότι η εκμετάλλευση του εξαγόμενου υλικού από τα πετρώματα, κυρίως άμμου, υπήρξε διαχρονική και συνεχίστηκε ίσως μέχρι των ημερών μας. Το σκάψιμο όμως των στοών σε βάθος σημαίνει αναζήτηση συγκεκριμένου υλικού και εδώ, κατά την άποψή μας, κονδύλων πυριτολίθου. Η αρχαιολογική έρευνα, εφ όσον γίνει, θα αποδείξει τη χρήση και την ηλικία του σπηλαίου και των στοών. Βόρεια, δυτικά και νότια του αεροδρομίου Κεφαλληνίας υπάρχουν τρία ή τέσσερα μεγάλα παράκτια σπήλαια, ημιβυθισμένα σήμερα στη θάλασσα: Αϊ- Γιάννης, Κορακοφωλιά (Εικ.42), Λίμπα (Εικ. 43), Αϊ-Χέλης (Εικ. 44). Εικ. 42. Το σπήλαιο Κορακοφωλιά στην ακτή Σβορωνάτων νότια του αεροδρομίου.

83 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 67 Εικ. 43. Τμήμα από το βυθισμένο σπήλαιο στη θέση Λίμπα Μηνιών. Εικ. 44. Τα σπήλαια στον Αϊ Χέλη (Άγιο Αχίλλειο). Μεγαλύτερο το πρώτο αριστερά, στο οποίο μπορεί να μπει κανείς με βάρκα, όταν είναι ήρεμη θάλασσα. Στο βάθος του υπάρχει μικρή αμμουδιά με βότσαλα.

84 68 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Σπήλαια βυθισμένα υπάρχουν επίσης στην ακτή Άσπροι βράχοι ΒΑ του αεροδιαδρόμου. Στη βραχώδη ακτή πάνω από τα σπήλαια, στα χωράφια γύρω από το αεροδρόμιο, στους λόφους πάνω από τον ομώνυμο οικισμό και σε όλη την περιοχή των Μηνιών υπάρχουν μικρόλιθοι και άφθονα απολεπίσματα επεξεργασίας πυριτολίθου από εργαλεία με ατελή επεξεργασία και από τμήματα σπασμένων εργαλείων. Η ποσότητα των πυρηνόμορφων εργαλείων και των αποκρουσμάτων στην ανωτέρω θέση στις Μηνιές, αλλά και επάνω στα βράχια της ακτής (Εικ. 45) μας οδηγεί να υποθέσουμε τα εξής: α) ότι πιθανόν στην περιοχή του σπηλαίου των Μηνιών να υπήρχε προϊστορικό λατομείο, στο οποίο θα γινόταν η πρώτη επί τόπου αδρομερής επεξεργασία, όπως συμπεραίνουμε από την ύπαρξη λαξευμένων πυρήνων. β) Η πληθώρα επίσης των απολεπισμάτων και των μικρολίθων στα βράχια της ακτής, κοντά στα σπήλαια και στον κάμπο παράλληλα με την απουσία λαξευμένων πυρήνων στις θέσεις αυτές, απ όσο τουλάχιστον διαπιστώσαμε μέχρι τώρα, σημαίνει ότι τα εργαλεία μεταφέρονταν εκεί για τελική επεξεργασία. Και αυτό, γιατί η παρουσία ή απουσία πυρήνων σε μία θέση σε συνδυασμό με τα υποπροϊόντα επεξεργασίας αποτελεί ένδειξη αν η κατάτμηση γινόταν επί τόπου (Ντάρλας 1990). Στη συνέχεια ίσως να γινόταν εξαγωγή εκτός νησιού, πράγμα το οποίο υπαινίσσεται και ο Μαρινάτος (1960/1962), όσον αφορά στα λίθινα εργαλεία από την περιοχή της Σκάλας. Συνδυάζει το γεγονός ότι τα λίθινα εργαλεία από τη Λιπάρα (νήσος του Αιόλου), καθώς και από το Σέσκλο και το Διμήνι ήταν «εισαγωγής». Χαρακτηριστικά δε αναφέρει ότι τα εργαλεία της Κεφαλονιάς «συνελέγησαν επί της επιφανείας του εδάφους και ανήκουν εις ακμαίαν βιομηχανίαν, η οποία είναι η μεγίστη μέχρι σήμερον γνωστή επί ελληνικού εδάφους». Στο σημείο αυτό θα επανέλθουμε. Σημειώνουμε όμως ότι, όταν ο Μαρινάτος έγραφε αυτές τις γραμμές, δεν είχε υπόψη του τη θέση, που περιγράφουμε στην παρούσα Διατριβή. α β Εικ. 45. Από τη συλλογή Ν. Κατσούνη: λίθινα εργαλεία από την παραθαλάσσια περιοχή Μηνιών και τα βράχια της ακτής. α) Φολιδωτό εργαλείο, β) οπέας (;) ή χειροπέλεκυς (Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης).

85 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου Συμπεράσματα επί των προηγούμενων κεφαλαίων για την Παλαιολιθική και Μεσολιθική Εποχή Προς το τέλος του Πλειστοκαίνου περί τα χρόνια πριν από σήμερα οι παγετώνες της Wurm άρχισαν να λιώνουν. Η θαλάσσια στάθμη άρχισε να ανεβαίνει σταδιακά. Η σύνθεση της χλωρίδας και της πανίδας άρχισε επίσης να αλλάζει. Ο άνθρωπος-κυνηγός δεν εξαρτά πλέον την επιβίωσή του από τα μεγάλα θηράματα της εποχής των πάγων. Οι νέες κλιματικές συνθήκες τον αναγκάζουν να στραφεί στο κυνήγι μικρότερων θηραμάτων. Χαρακτηριστικό της στροφής αυτής του οικονομικού βίου κατά τη Μεσολιθική περίοδο στην Ευρώπη είναι η παραγωγή μικρολίθων, με τα οποία ο άνθρωπος κατασκεύαζε βέλη και σύνθετα κοντάρια. Οι μικρόλιθοι αυτοί προέρχονται από το σπάσιμο μεγαλύτερων λίθινων λεπίδων σε μικρότερες, οι οποίες λόγω του γεωμετρικού σχήματος ονομάζονται γεωμετρίζοντες μικρόλιθοι. Σύμφωνα με την άποψη του Σορδίνα (2007), που πραγματοποίησε τις ανασκαφές ( ) στο σπήλαιο Σιδάρι Κερκύρας, οι μικρόλιθοι, που βρέθηκαν στο επίπεδο D της ανασκαφής του σπηλαίου αυτού δεν ήταν γεωμετρίζοντες, αλλά διαφορετικοί. Ήταν δηλαδή τεμάχια λεπίδων σε σχήμα μικρολίθων, που λόγω της ιδιαιτερότητάς τους ονομάστηκαν σιδάρια από το όνομα του σπηλαίου. Η λιθοτεχνία του μεσολιθικού οικισμού D του Σιδαρίου κατά την άποψη του ιδίου αρχαιολόγου ενδέχεται να έχει προέλευση το Αιγαίο. Η νεότερη έρευνα στο σπήλαιο Θεόπετρας (Καλαμπάκα) και αλλού επιβεβαίωσε ότι ο μεσολιθικός πολιτισμός στον ελλαδικό χώρο έχει ομοιότητες με θέσεις της Ανατολικής Μεσογείου (Αρβανίτου Μεταλληνού 2007). Οι ανωτέρω διαπιστώσεις πιστεύουμε ότι έχουν μεγάλη σημασία γιατί, εάν τελικά αποδειχθεί, ότι στους πρώιμους μεσολιθικούς χρόνους υπήρχε θαλάσσια επικοινωνία μεταξύ Κερκύρας και Αιγαίου, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε κάτι ανάλογο και για την Κεφαλονιά, η οποία προσφέρεται περισσότερο ως γέφυρα επικοινωνίας με το Αιγαίο, λόγω της νοτιότερης θέσης της στο Ιόνιο και γιατί βρίσκεται πλησιέστερα στην Πελοπόννησο από την Κέρκυρα. Ένας επί πλέον λόγος είναι ότι η επικοινωνία μεταξύ Αιγαίου και Κεφαλονιάς κατά τη μετέπειτα νεολιθική περίοδο είναι απόλυτα βεβαιωμένη από τα ευρήματα των ανασκαφών στο σπήλαιο Δράκαινα του Πόρου (Στρατούλη 2007). Η σύνδεση αυτή κατά την άποψή μας εμπεριέχει στοιχεία και για την έναρξη της γεωργίας στο νησί, στα οποία θα αναφερθούμε στο κεφάλαιο περί της Οικονομίας. Συνοψίζοντας τα ανωτέρω σχετικά με την Παλαιολιθική και Μεσολιθική περίοδο (~ χρόνια πριν από σήμερα) καταλήγουμε ότι: όσο προχωρεί η έρευνα και συγκεντρώνεται πληροφοριακό υλικό, ευελπιστούμε να αποδειχθούν οι υποθέσεις μας για την παρουσία του ανθρώπου στην Κεφαλονιά κατά την απώτερη εποχή του λίθου, ίσως και πριν από χρόνια, όπως υποθέτουν άλλοι ερευνητές (Μόσχος 2007, Ferentinos & al. 2012). Όσον αφορά στην ύπαρξη και την προμήθεια της πρώτης ύλης, οι κάτοικοι του νησιού ήταν προνομιούχοι. Στις κοίτες των χειμάρρων, στις ακτές και στα ασβεστολιθικά πετρώματα του νησιού υπάρχουν άφθονες κροκάλες πυριτολίθου μέχρι βάρους πολλών δεκάδων και κάποτε εκατοντάδων κιλών. Είναι φυσικό το πολύτιμο αυτό υλικό να το εντόπισαν από πολύ ενωρίς οι πρώτοι κάτοικοι της Κεφαλονιάς. Έχει διαπιστωθεί ότι πολλές φορές οι άνθρωποι της Εποχής του Λίθου ήταν

86 70 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ αναγκασμένοι να το αναζητούν και να το μεταφέρουν από πολύ μακριά, εάν δεν υπήρχε στην περιοχή τους (Μαρινάτος 1960/1962). Οι πολλές και διαφορετικές θέσεις επιφανείας, στις οποίες βρίσκονται εγκατεσπαρμένα τα εργαλεία φανερώνουν έναν ανθρώπινο πληθυσμό, για τις δραστηριότητες του οποίου είναι δυνατές κατά την άποψή μας οι εξής εκδοχές: είτε μετακινείται συνεχώς από περιοχή σε περιοχή σε ενιαία πολυπληθή ομάδα ακολουθώντας τα θηράματα και προμηθευόμενο επί τόπου την άφθονη στο νησί πρώτη ύλη για τα εργαλεία του, είτε χωρισμένο σε μικρότερες ομάδες έχει «μοιραστεί» τις περιοχές του νησιού ορίζοντας χώρο επικρατείας ανάλογα με την επάρκεια των θηραμάτων. Οπωσδήποτε όμως η μεγάλη σε έκταση επιφανειακή διασπορά και στις δύο εκδοχές σημαίνει πλήθος ανθρώπων, των οποίων ο αριθμός δικαιολογεί και την πληθώρα των εργαλείων. Στην περίπτωση βέβαια, που ισχύουν τα ανωτέρω, ερώτημα, που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, είναι η τύχη και η εξέλιξη του πληθυσμού αυτού, μετά τον αποχωρισμό της Κεφαλονιάς από τις απέναντι ακτές. Μία τρίτη εκδοχή είναι οι άνθρωποι αυτοί να έρχονταν περιοδικά στην Κεφαλονιά με σκοπό την προμήθεια της πρώτης ύλης. Όπως αναμένεται, όλα τα είδη των εργαλείων (ξέστρα, μαχαίρια, γλυφίδες, χειροπελέκεις, «λιάνιστρα», αιχμές κ.λπ.) σχετίζονται με κυνηγετικές δραστηριότητες, όπως τεμαχισμός θηραμάτων, επεξεργασία δερμάτων και πρώτων υλών. Μοναδική εξαίρεση, που δηλώνει την επαφή με τη γη αποτελεί μία ογκώδης, χονδροειδώς επεξεργασμένη αξίνα λοστός (κλακτόνειας τεχνολογίας) από το Φισκάρδο για εξαγωγή λίθων ή ριζών (Εικ. 46). Εικ. 46. Λοστός ή αξίνα για εξαγωγή λίθων ή ριζών κλακτόνειας τεχνολογίας από το Φισκάρδο. (Καββαδίας 1984). Κατά την άποψή μας τα λίθινα εργαλεία των Μηνιών, των οποίων η πρώτη ύλη (πυριτόλιθος), όπως προαναφέραμε, αφθονεί εγγύτατα στους γύρω λόφους, σε συνδυασμό με τα μεγάλα ημιβυθισμένα σήμερα σπήλαια στην ακτή αποτελούν ισχυρή ένδειξη ότι εκεί κατοικούσε ικανό ανθρώπινο δυναμικό. Στις θέσεις αυτές, στην επιφάνεια του εδάφους, γύρω από τα σπήλαια και επί της βραχώδους ακτής συναντώνται άφθονα μικρά υποπροϊόντα και αποκρούσματα από την κατεργασία του λίθου, όχι όμως και πυρήνες, από τους οποίους τα απολεπίσματα αυτά κανονικά πρέπει να προέρχονται. Τα χαρακτηριστικά αυτά συν το ότι τα σπήλαια βρίσκονται σε απόσταση ευθείας όχι μεγαλύτερης των 4 km από την πηγή πυριτολίθου ενισχύουν την άποψή μας για τη χρήση των σπηλαίων ως κατοικίας μόνιμης ή προσωρινής, γιατί σύμφωνα με αρχαιολογικές εκτιμήσεις (Ντάρλας 1990) πληρούν και τις τρεις βασικές προϋποθέσεις, βάσει των οποίων

87 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 71 εξακριβώνεται η θέση του καταυλισμού, δηλαδή α) ασφαλής κατοικία, β) κοντά στην πρώτη ύλη και γ) αφθονία υποπροϊόντων πυριτολίθου. Τα σπήλαια αυτά κατά την Παλαιολιθική Εποχή ήταν υπέργεια και βρίσκονταν περί τα 120 m περίπου πάνω από τη στάθμη της θάλασσας (Ferentinos 2012), όπως ήδη εκθέσαμε, λόγω των παγετώνων της τελευταίας παγετώδους περιόδου (Würm). Ως εκ τούτου θα αποτελούσαν ιδανικό καταφύγιο για τους ανθρώπους της εποχής. Στην ακτή των Σβορωνάτων, η οποία είναι συνέχεια της ακτής των Μηνιών, τα σπήλαια Κορακοφωλιά και Αϊ-Χέλης ιδίως λόγω βάθους και χωρητικότητας προσφέρονταν για τη στέγαση πολυάνθρωπων ομάδων (Εικ. 42, 44). Ο εύφορος κάμπος, τον οποίο σήμερα καταλαμβάνει ο διάδρομος και οι κτιριακές εγκαταστάσεις του αεροδρομίου (Εικ. 47), στο μακρινό παρελθόν θα ήταν καλυμμένος από πλούσια, άγρια βλάστηση, πόλος έλξης για τα άγρια χορτοφάγα ζώα της εποχής εκείνης. Ο συνδυασμός της εύφορης γης με τις παραθαλάσσιες και υποθαλάσσιες σήμερα, αλλά υπέργειες τότε πηγές γλυκού παρείχαν τις εγγυήσεις για την επιβίωση. Η θέση αυτή ικανοποιούσε απόλυτα τις ανάγκες του ανθρώπου για ασφαλή κατοίκηση (σπήλαια), διατροφή (νερό, κυνήγι, αλιεία), εξασφάλιση πρώτης ύλης για εργαλεία από το κοντινό λατομείο και ενδεχομένως θαλάσσια επικοινωνία. Εικ. 47. Το αεροδρόμιο στον κάμπο των Μηνιών. Στη νοητή προέκταση του ακρωτηρίου προς τα δυτικά διακρίνεται η νησίδα Άγιος Νικόλαος στην κατεύθυνση του βέλους. Τα πετρώματα στην περιοχή της πεδιάδας είναι νεογενή. Πριν από την κατασκευή του αεροδρομίου βρέθηκε ότι είχαν επικαλυφθεί από προσχώσεις πάχους μέχρι 2, 5 m. Από το υψόμετρο των 12 m πάνω από τη θαλάσσια στάθμη, αλλά και χαμηλότερα σε ζώνη ευρεία και παράλληλη προς την ακτή υπάρχει ακόμα και σήμερα σημαντικός αριθμός φρεάτων γλυκού νερού βάθους 3-6 m με στήλη ύδατος 1-2 m (Αρώνη & Παπάκη 1954). Σύμφωνα με τα ανωτέρω εκφράζουμε την άποψη ότι οι ευνοϊκοί αυτοί παράγοντες για την ανθρώπινη επιβίωση και διαβίωση μας ωθούν να υποθέσουμε τα εξής: α) στην ευρύτερη περιοχή Μηνιών Σβορωνάτων δεν αποκλείεται να

88 72 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ πρόκειται για κάποια μόνιμη ίσως και εποχιακή εγκατάσταση, όπως άλλωστε προϋποθέτει και η κάπως χρονοβόρα εργασία εξόρυξης του πυριτολίθου από τους γειτονικούς λόφους. β) Ότι ο χώρος του λατομείου είναι η πλέον πολυσύχναστη θέση του παλαιολιθικού και μεσολιθικού ανθρώπου της Κεφαλονιάς. Είναι χώρος συγκεκριμένος και κατά κάποιο τρόπο οριοθετημένος λόγω εμφανούς χρήσεως του πολύτιμου για την εποχή εκείνη υλικού. Εκεί δεν βρίσκεται μόνον η πηγή εξόρυξης της πρώτης ύλης, αλλά τα άφθονα αποκρούσματα ή απολεπίσματα, τα εργαλεία (ολοκληρωμένα ή ημιτελή) και οι μικρόλιθοι την αναδεικνύουν, κατά την άποψή μας, ως την πιο σημαντική θέση στο νησί της επί τόπου (in situ) κατεργασίας του πυριτολίθου. Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η μορφολογία της υπερκείμενης του λατομείου λοφοσειράς Κοτρώνι. Στην προέκτασή της προς Δ- ΒΔ και πάνω από την εν λόγω περιοχή υψώνονται πανύψηλοι κάθετοι βράχοι, οι οποίοι προσφέρονται για κατασκευή πρόχειρου καταλύματος τύπου βραχοσκεπής (Εικ. 48). Εικ. 48. Οι βραχώδεις σχηματισμοί της ράχης Κομποθεκράτων πάνω από το λατομείο στην περιοχή Μηνιών. Η κοιλότητα προσφέρεται για καταφύγιο τύπου βραχοσκεπής. Η θέση αυτή στις Μηνιές έχει ένα ακόμη πλεονέκτημα: η νησίδα Άγιος Νικόλαος (Εικ. 49) δυτικά του αεροδρομίου για τον ίδιο λόγο, πτώσης δηλαδή της θαλάσσιας στάθμης εξ αιτίας των παγετώνων της Βουρμίου περιόδου (Würm), ήταν ενωμένη με το απέναντί της ομώνυμο ακρωτήριο και τη συνεχόμενη πεδιάδα. Η σύνδεση αυτή υποθέτουμε επίσης ότι πρέπει να υπήρχε προς τα μέσα της Ύστερης ή Ανώτερης Παλαιολιθικής, γιατί, όπως είδαμε και στην εικόνα 8 (βλ. Εισαγωγή), τότε και όλη η Κεφαλονιά λόγω πτώσης της θαλάσσιας στάθμης είχε συνδεθεί με την απέναντι στεριά. Εκατέρωθεν αυτής της λωρίδας στεριάς, που κατά τους προϊστορικούς χρόνους ένωνε τη νησίδα του Αγίου Νικολάου με την πεδιάδα των Μηνιών σχηματίζονταν δίδυμοι λιμένες, ανοιχτοί προς τον Βορρά και τον Νότο και

89 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 73 υπήνεμοι ανάλογα με την κατεύθυνση των ανέμων. Η θέση προσφερόταν για ασφαλή ελλιμενισμό πλοιαρίων και άλλων πλωτών μέσων, με τα οποία θα μπορούσε να γίνει η εξαγωγή των λίθινων προϊόντων, όπως προαναφέραμε στην ενότητα 2 του παρόντος κεφαλαίου. Εικ. 49. Η νησίδα Άγιος Νικόλαος από τα νοτιοανατολικά. Βασιζόμενοι στα ευρήματα της συγκεκριμένης περιοχής, που δημοσιεύονται για πρώτη φορά στην παρούσα Διατριβή, διατυπώσαμε τις ανωτέρω απόψεις στην προσπάθειά μας να σκιαγραφήσουμε μία αμυδρή έστω εικόνα του παλαιολιθικού και μεσολιθικού ανθρώπου της Κεφαλονιάς, ο οποίος μέχρι τώρα παραμένει ανερμήνευτος. Γνωρίζουμε ότι τον τελικό λόγο θα έχει η συστηματική σπηλαιολογική στρωματογραφική έρευνα, η οποία θα επιβεβαιώσει ή θα απορρίψει όσα ανωτέρω εκθέσαμε. Όμως και στις δύο περιπτώσεις θέλουμε να ελπίζουμε ότι η συμβολή μας θα είναι θετική ως προς τη διαλεύκανση του τοπίου προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Εάν δηλαδή η περαιτέρω έρευνα αφ ενός επιβεβαιώσει όσα ανωτέρω εκθέσαμε, θα έχομε συμβάλει θετικά σε αυτήν με τα νέα στοιχεία, που ανακοινώσαμε, εάν αφ ετέρου τα απορρίψει, θα την έχομε τουλάχιστον διευκολύνει να προσανατολιστεί σε πιο συγκεκριμένο στόχο. 4. Νεολιθική Εποχή. Το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο Οι επανειλημμένες συστηματικές ανασκαφές στην Κεφαλονιά μεταξύ των ετών πιστοποίησαν την παρουσία του ανθρώπου και κατά τη Νεολιθική Περίοδο (Εικ. 50). Η νεολιθική Κεφαλονιά αντιπροσωπεύεται μέχρι τώρα επίσημα από το Σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Στρατούλη 2007), τα ίχνη των οικισμών στα Αργίνια (Σωτηρίου 2000) και στην περιοχή της Μούντας Randsborg (2002), όλες θέσεις της ευρύτερης

90 74 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ περιοχής Πρόννων. Στο παρελθόν είχαν επίσης εντοπιστεί νεολιθικά ίχνη και στην περιοχή της Κραναίας πλησίον του Αργοστολίου (Κοκκολάτα- Κουρουπάτα), καθώς και στα Μουσάτα (Εικ. 50). Εικ. 50. Νεολιθικές θέσεις Κεφαλονιάς: 1) Κοκκολάτα Κουρουπάτα 2) Μουσάτα (Λιβαθώ) 3) Αργίνια 4) Ακρωτήριο Μούντα (Σκάλα) 5) Λουτράκι (Σκάλα) 6) Σπήλαιο Δράκαινας (Πόρος) 7) Βόχηνας Πόρου 8) Τουλιάτα 9) Σάμη (Μόσχος 2007). Το Σπήλαιο της Δράκαινας βρίσκεται στην απότομη βραχώδη παρειά του φαραγγιού γνωστού σαν Στενό του Πόρου, που μέσα του άλλοτε κυλούσε ο ορμητικός χείμαρρος Βόχηνας (Εικ. 51, 52). Η συγγραφέας είχε την τύχη να επισκεφθεί το σπήλαιο κατά τη διάρκεια της πρώτης ανασκαφής και να συμμετάσχει για μικρό χρονικό διάστημα ως εθελόντρια σε εργασία «κοσκινίσματος» του χώματος του δαπέδου υπό την εποπτεία των Αρχαιολόγων Ευαγγελίας-Μιράντας Χατζιώτη και Γεωργίας Στρατούλη. Η μικρή αυτή συμβολή αποτέλεσε πολύτιμη εμπειρία για τη γράφουσα, γιατί ήλθε σε απ

91 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 75 ευθείας επαφή με τον χώρο, ο οποίος διατήρησε ίχνη των νεολιθικών κατοίκων της Κεφαλονιάς και σκιαγράφησε για πρώτη φορά ένα κομμάτι από την προϊστορική της εικόνα. Η οροφή του σπηλαίου έχει εν μέρει κατακρημνιστεί, το δε δάπεδο υπολογίζεται ότι καταλάμβανε χώρο 100 m 2 (Εικ. 30). Στα ευρήματα του σπηλαίου μεταξύ των άλλων περιέχονται όστρακα γραπτών αγγείων, χάντρες από θαλάσσια όστρεα, τεμάχια από μάρμαρο Νάξου, γάββρος πιθανόν από την Αργολίδα, οψιανός από τη Μήλο και νήμα απροσδιόριστης υφής, καθώς και λίθινα εργαλεία από κοκκινωπό και μελί πυριτόλιθο (Εικ. 31, 53). Αναφέρεται επίσης ότι ο μεν κοκκινωπός πυριτόλιθος είναι ντόπιος, ενώ ο μελί είναι απροσδιόριστης προέλευσης, η οποία ερευνάται (Στρατούλη 2007). Το δάπεδο είναι τεχνητά επιστρωμένο από μείγμα ασβεστοκονιάματος αποτελούμενου από ασβέστη, άργιλο και ασβεστικά θραύσματα, χρονολογούμενα από ~ π.χ. (Ύστερη Νεολιθική). Οι περισσότερες της μιας εστίες και τα πολυπληθή οργανικά κατάλοιπα κατά τη Στρατούλη (2007) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το σπήλαιο πιθανόν να χρησίμευε ως τόπος συνάθροισης ανθρώπινων ομάδων. Στους μετέπειτα ιστορικούς χρόνους χρησιμοποιήθηκε ως τόπος λατρείας των Νυμφών, του Πανός και του Αινησίου Διός (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Χατζιώτη 2007). Για τα οργανικά κατάλοιπα θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στο κεφάλαιο της Οικονομίας. Η τοπογραφία της περιοχής του σπηλαίου μαρτυρεί τα κριτήρια βάσει των οποίων ο νεολιθικός άνθρωπος επιλέγει τους χώρους παραμονής και εγκατάστασης (Εικ. 51, 52). Εικ. 51. Το σπήλαιο της Δράκαινας στην παρειά του Στενού του Πόρου. Η είσοδος σημειώνεται με το βέλος (Φωτ. στη Στρατούλη 2007).

92 76 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Το σπήλαιο έχει δυσπρόσιτη είσοδο για ασφάλεια, νερό τρεχούμενο, εύφορη γη για καλλιέργεια, δασώδη έκταση για βοσκή και απέναντι τα δάση του Αίνου για κυνήγι. Άλλο πλεονέκτημα της συγκεκριμένης θέσης του σπηλαίου είναι ότι χωρίς να είναι ορατή από τη θάλασσα, γειτνιάζει άμεσα με αυτή, γεγονός που σημαίνει έναν πρόσθετο πόρο διατροφής και επικοινωνία με ανθρώπινες ομάδες εκτός νησιού. Ο Σωτηρίου (2000) αποκάλυψε θέση της Νεότερης Νεολιθικής ( /2700 π.χ.) και Πρωτοελλαδικής περιόδου (2800/ /1900 π.χ.) στα Αργίνια, στις ΝΔ. παρυφές του Αίνου, κατεστραμμένη δυστυχώς λόγω της διάνοιξης αγροτικού δρόμου. Βρέθηκαν κυκλικές και ελλειπτικές κατασκευές, καθώς και χειροποίητα όστρακα. Ο Randsborg (2002) επίσης αναφέρει ότι στην περιοχή ακρωτηρίου Μούντας στη Σκάλα, όπου συλλέχθηκαν ποσότητες εργαλείων πυριτολίθου Παλαιολιθικής και Μεσολιθικής εποχής, υπάρχει και εκτεταμένος νεολιθικός οικισμός, στον οποίο οφείλεται η εισαγωγή του οψιανού. Λίθινα εργαλεία επίσης συλλέχθηκαν από τις περιοχές Κραναίας (Κοκκολάτα, Μουσάτα), Σάμης και Τουλιάτων. α β Εικ. 52. α) Το φαράγγι του Πόρου από το ύψος του σπηλαίου εκ δυσμών προς ανατολάς. Στο βάθος η οροσειρά του Αίνου. Διακρίνεται μέρος της κοίτης του χειμάρρου Βόχηνα. Η υπόλοιπη κοίτη έχει καταχωθεί και υπερκαλυφθεί κατά την επέκταση του επαρχιακού δρόμου. β) Η είσοδος του φαραγγιού, όπως φαίνεται από την εύφορη κοιλάδα του Ηρακλείου εξ ανατολών προς δυσμάς. Με τα ευρήματα του σπηλαίου της Δράκαινας (Εικ. 31, 53) ο νεολιθικός άνθρωπος της Κεφαλονιάς αρχίζει να παίρνει υπόσταση. Ανήκει σε οργανωμένη κοινωνία. Είναι περισσότερο γεωργός και κτηνοτρόφος και λιγότερο κυνηγός. Υφαίνει, συναλλάσσεται με άλλες ανθρώπινες ομάδες, που ζουν επίσης στο νησί, έχει όμως και ανταλλακτικές δραστηριότητες με τον κόσμο του Αιγαίου.

93 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 77 Η βεβαιωμένη πλέον θαλάσσια επικοινωνία με την Ανατολική Μεσόγειο δηλώνει και αντίστοιχη επίδραση στον τρόπο ζωής: εισαγωγή νέων καλλιεργήσιμων ειδών και γενικότερη πολιτισμική επιρροή, που αποτυπώνεται στα προϊόντα της ανασκαφής του σπηλαίου. α γ δ ε Εικ. 53. Σπήλαιο Δράκαινας. α) Περίαπτο από τo όστρεο Spondylus gaederopus.β) Νεολιθικά εργαλεία τριβής για την επεξεργασία χρωστικής ουσίας. γ) Τμήμα πολύχρωμης γραπτής φιάλης. δ) Μεγάλο θραύσμα κλειστού γραπτού αγγείου με διακόσμηση. ε) Χάντρες από λίθο και τo όστρεο dentalium.(φωτ. στη Στρατούλη 2007). στ) Νήμα μήκους ενός χιλιοστού σε μεγάλη μεγέθυνση (Φωτ. cave.gr/index.php?option=com_3content&view=aricle&id=83&itemid=73& lang=en). στ 5. Γενικά συμπεράσματα για τα λίθινα εργαλεία της Κεφαλονιάς Από γενικότερες παρατηρήσεις στα λίθινα εργαλεία από πυριτόλιθο και κερατόλιθο, που βρέθηκαν στο νησί, διατυπώνεται η θεωρία ότι υπήρχε ένα

94 78 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ δίκτυο ευρύτερης επικοινωνιακής και ανταλλακτικής εμπορικής δραστηριότητας τόσο μέσα στο νησί, όσο και έξω από αυτό (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Στρατούλη 2007). Αυτό κατά την άποψή μας αποτελεί κοινό παρονομαστή για τον άνθρωπο όλων των εποχών του λίθου στην Κεφαλονιά και επιβεβαιώνει τη θεωρία του Μαρινάτου (1960/1962) ότι πρόκειται για ένα ευρύτερο εξαγωγικό εμπόριο λίθινων εργαλείων. Ο ίδιος επίσης διαπιστώνει ότι η μη ανεύρεση κεραμεικών στις θέσεις επιφανείας, που βρέθηκαν τα λίθινα εργαλεία, αποδεικνύει ότι τα ευρήματα δεν προέρχονται από συνοικισμούς, αλλά από επί τόπου κατεργασία του πρώτου υλικού. Θεωρεί επίσης αβέβαιη τη χρονολόγησή τους, γιατί αυτές οι «βιομηχανίες» διαρκούν πολλούς αιώνες, παραμένουν αμετάβλητες και επί πλέον λόγω του συντηρητικού χαρακτήρα των πολιτισμών της Δυτικής Ελλάδας. Όσον αφορά στο σπήλαιο Α. Θεοδώρων Σάμης, στο οποίο κατά τον Ι. Πετρόχειλο (1959) βρέθηκαν τόσα πολλά πυριτικά εργαλεία, όσα σε κανένα άλλο μέρος της Κεφαλονιάς, το κρίνει υπερβολικό. Κατά την άποψή του «κυρία πηγή των κατειργασμένων πυριτών θα παραμείνει η περιοχή Σκάλας» (Μαρινάτος 1965). Πολλά από τα εργαλεία της Σκάλας, που εμφανίζουν τελειότερη επεξεργασία, τα χρονολογεί πάντοτε στην εποχή της Χαλκοκρατίας (Εικ. 28), όμως δεν πιστοποιεί χώρο εξόρυξης και επί τόπου επεξεργασίας. Συγκεκριμένα ο Μαρινάτος αναφέρει: «Προέρχονται εκ Κεφαλληνίας, συνελέγησαν πάντα επί της επιφανείας του εδάφους και ανήκουν εις ακμαίαν βιομηχανίαν, η οποία είναι η μεγίστη μέχρι σήμερον γνωστή επί ελληνικού εδάφους Ιδιαιτέραν σημασίαν έχει και η τοπική έκτασις της βιομηχανίας του πυρίτου, εκτεινομένη (προς το παρόν) εφ ολοκλήρου του κυρίως κορμού της νήσου από της Σάμης και κάτω μέχρι του νοτιωτάτου ακρωτηρίου της Μούντας. Την αιτίαν πρέπει βεβαίως να αναζητήσωμεν εις την αφθονίαν του πυρίτου επί της νήσου. Γνωρίζω εξ ατομικής πείρας, ότι χάλικες πυρίτου απαντούν και εις την επαρχίαν Λειβαθούς και ιδιαιτέρως άφθονοι μάλιστα εις την επαρχίαν Πάλης, ου μακράν των θέσεων, ένθα προ πολλού εσημειώθη και η παρουσία Μυκηναϊκού πολιτισμού. Όπως αποδεικνύει η αφθονία των καταλοίπων της βιομηχανίας ταύτης, τα εργαλεία παρεσκευάζοντο προς εξαγωγήν, διότι κατά ποσόν υπερβαίνουν πέραν παντός μέτρου τας εντοπίας ανάγκας. Ίσως να ετροφοδότει η Κεφαλληνία μεμακρυσμένας επαρχίας μέχρι των Αιολίων Νήσων και της Ανατ. Θεσσαλίας, διότι και ο Brea και ο Τσούντας αναφέρουν ρητώς ότι τα εκ πυρίτου εργαλεία της Λιπάρας και του Διμηνίου Σέσκλου ήσαν εισηγμένα άλλοθεν. Υπολείπεται δια μελλουσών ανασκαφών να ευρεθούν τυχόν κέντρα κατεργασίας του Κεφαλληνιακού πυρίτου, οπότε θα καταστή ίσως δυνατή και η ακριβεστέρα αυτών χρονολογία δια στρωματογραφικών παρατηρήσεων». Επισημαίνουμε την τελευταία φράση ότι η σωστή χρονολόγηση θα επιτευχθεί με στρωματογραφικές παρατηρήσεις, εάν εντοπιστούν τα κέντρα κατεργασίας. Μετά από αυτές τις οξυδερκείς παρατηρήσεις του Μαρινάτου το νέο δεδομένο, που έχει προκύψει, όσον αφορά στα «κέντρα επεξεργασίας κεφαλληνιακού πυρίτου», είναι αυτό, που περιγράψαμε ήδη στην ανά χείρας Διατριβή: δηλ. ο εντοπισμός της συγκεκριμένης θέσης στις Μηνιές, όπου κατά την άποψή μας γινόταν λατόμευση πυριτολίθου με ταυτόχρονη την επί τόπου κατεργασία και εν συνεχεία εξαγωγή. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες για λίθινα εργαλεία στο νησί, αναφέρουν ότι προέρχονται μεν από επί τόπου επεξεργασία

95 Ο άνθρωπος στην Κεφαλονιά την εποχή του λίθου 79 (Μαρινάτος 1960/62, Ανδρεΐκος 1993, Μόσχος 2007), αλλά δεν βρέθηκαν συγκεντρωμένα σε συγκεκριμένο χώρο λατόμευσης του υλικού, όπως στις Μηνιές. Δεν προσδιορίζεται συγκεκριμένη θέση επεξεργασίας τους. Τα εργαλεία αναφέρονται ως διάσπαρτα στην επιφάνεια του εδάφους, πλην της περιπτώσεως των σπηλαίων Χαλιωτάτων, Δράκαινας και Περατάτων. Οι θέσεις αυτές μας δίνουν μεν στρωματογραφική χρονολόγηση παλαιολιθικής εποχής χρόνια πριν από σήμερα για τον Σπήλιο (Καββαδίας 1985, Μόσχος 2007) και νεολιθικής πριν από ~ χρόνια για τη Δράκαινα (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Στρατούλη 2007), πλην όμως δεν αποτελούν κέντρα επεξεργασίας. Πριν από τη δημοσίευση της παρούσης Διατριβής τα δείγματα λίθινων εργαλείων, που είχαν συλλεχθεί από τη χερσόνησο Αργοστολίου, αναφέρονταν ως «ελάχιστα» (Μαρινάτος 1960/1962, βλ. και εικόνα 32). Το ενδιαφέρον είχε επικεντρωθεί στην περιοχή της Σκάλας. Στην ευρύτερη περιοχή της Σκάλας θέση, στην οποία αφθονούν οι κροκάλες πυριτολίθου, είναι γνωστή σήμερα με το όνομα Στουρνάρι και βρίσκεται στον λόφο επάνω από τον οικισμό Κρεμμύδι. Είναι προφανές ότι το όνομα δόθηκε λόγω του συγκεκριμένου υλικού, που λέγεται στουρναρόπετρα (ή τσακμακόπετρα). Όμως, παρ όλο που το υλικό αφθονεί επιφανειακά, σε επίσκεψή μας δεν διαπιστώσαμε ίχνη επί τόπου επεξεργασίας. Τα εργαλεία, που έχουν συλλεχθεί από την περιοχή προέρχονται κυρίως από τις πεδινές θέσεις της Νέας Σκάλας. Ίσως μία ανάλυση του υλικού των εργαλείων Σκάλας και Μηνιών, πιθανόν να έδινε ενδιαφέροντα αποτελέσματα ως προς την προέλευση των εργαλείων της Σκάλας. Η Στρατούλη (2007) αναφέρει ότι ο κοκκινωπός πυριτόλιθος είναι ντόπιος, ενώ ο μελί είναι άγνωστης προέλευσης και ερευνάται. Σχετικά με αυτό καταθέτουμε τα εξής: κοκκινωπό πυριτόλιθο συναντήσαμε στην περιοχή μεταξύ Σάμης και Αγίας Ευφημίας. Όσον αφορά στον μελί πυριτόλιθο του σπηλαίου, καλό θα είναι να ερευνηθούν όλες οι θέσεις πυριτολίθου στην Κεφαλονιά, γιατί στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης βρίσκονται κροκάλες ποικίλου χρώματος και ποιότητας. Θα ήταν περίεργο δε, εάν την εποχή του Λίθου στην Κεφαλονιά γινόταν εισαγωγή ενός υλικού, που αφθονεί στο νησί. Μόνο μία ανάλυση της ιδιαίτερης σύστασης του υλικού ενδεχομένως θα προσδιορίσει τον τόπο προέλευσής του και θα απαντήσει στο ερώτημα. Παρατηρήσαμε επίσης ότι: στα εργαλεία από την περιοχή των Μηνιών εμφανίζονται διάφορα στάδια επεξεργασίας: πυρήνες, ατελή εργαλεία, ολοκληρωμένα εργαλεία και απολεπίσματα, όσα δηλαδή μπορεί κανείς να δει και σήμερα σε ένα εργαστήριο μαρμαρογλυφίας ή γλυπτικής. Η αφθονία αυτή των αποκρουσμάτων και των υποπροϊόντων της επεξεργασίας χαρακτηρίζεται ως «έλλειψη πνεύματος οικονομίας» και συναντάται σε μεσολιθικές θέσεις, που αποκαλούνται «εργαστήρια κατεργασίας λίθου» και είναι ενδεικτική της τεχνικής Λεβαλουά (Levallois). Στις περιπτώσεις αυτές ο καταυλισμός βρίσκεται κοντά ή αρκετά κοντά στην πηγή της πρώτης ύλης (Ντάρλας 1990). Μετά τα ανωτέρω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η θέση στις Μηνιές, που ανακοινώνουμε εδώ, συγκεντρώνει αρκετές από τις προϋποθέσεις ως κέντρο επεξεργασίας λίθινων εργαλείων. Παράλληλα η πολυμορφία των εργαλείων (αχλαδόσχημοι χειροπελέκεις, ξέστρα, μαχαίρια με ράχη, γλυφίδες, φυλλόσχημες λεπίδες κ.λπ.), κατά την άποψή μας, ενδεχομένως να σημαίνει ότι η θέση αυτή

96 80 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ είχε διαχρονική χρήση, γι αυτό και η λιθοτεχνία πέρασε από διαδοχικά εξελικτικά στάδια. Σε περίπτωση δε που αυτό αποδειχθεί από περαιτέρω αρχαιολογικές έρευνες, τότε θα αποτελέσει το μοναδικό μέχρι τώρα γνωστό κέντρο επεξεργασίας λίθινων εργαλείων στην Κεφαλονιά, το οποίο θα οδηγήσει και στον εντοπισμό πιθανού μεσολιθικού καταυλισμού. Ερώτημα επίσης, το οποίο ελπίζουμε να λυθεί από μελλοντικές αρχαιολογικές έρευνες είναι η αναντιστοιχία μεταξύ του πρωτοφανούς πλήθους των εργαλείων, που μαρτυρεί ικανό ανθρώπινο δυναμικό, και της πενιχρής σπηλαιοκατοίκησης, που έχει μέχρι τώρα διαπιστωθεί. Όταν το ερώτημα αυτό απαντηθεί, ελπίζουμε ότι θα λυθεί και το πρόβλημα της προέλευσης και της περαιτέρω τύχης του πληθυσμού της Κεφαλονιάς από την Εποχή του Λίθου και μετά (βλ. σσ. 59, 60, 70).

97 ΚΕΦ. ΙΙΙ. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ 1. Η σχέση του ανθρώπου με τη φύση πριν από την εμφάνιση της γεωργίας (~ π.χ.) Το σύνολο των ενεργειών, με τις οποίες επιτυγχάνεται από τον άνθρωπο η απόκτηση των αναγκαίων υλικών αγαθών για τη διαβίωσή του και γενικά η εκμετάλλευση από αυτόν των φυσικών πόρων αποτελούν την οικονομία ενός τόπου. Το είδος και η μορφή της υποδηλώνουν τη σχέση ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος, ποικίλλουν δε ανάλογα με τη στάθμη του πολιτισμού, τον οποίο δημιούργησε ο άνθρωπος στη διαχρονική του πορεία από την εμφάνισή του «στο προσκήνιο της Ιστορίας» μέχρι σήμερα. Ο εξακριβωμένος πλέον τρόπος ζωής και οι διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων της Παλαιολιθικής Εποχής σε άλλα μέρη της Ευρώπης μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, όπως όλοι οι Νεάντερταλ, έτσι και αυτός της Κεφαλονιάς ήταν κυνηγός και τροφοσυλλέκτης. Στο στάδιο αυτό ο άνθρωπος δεν επηρεάζει τη φύση περισσότερο από ένα οποιοδήποτε άλλο χορτοφάγο ή σαρκοφάγο ζώο, αφού λειτουργεί μέσα σε αυτήν άλλοτε ως θηρευτής, άλλοτε ως θήραμα συναποτελώντας με τα άλλα έμβια όντα στοιχείο του ενιαίου οικοσυστήματος. Το κυνήγι αποτελούσε τη βάση της οικονομίας του. Το επιβεβαιώνουν τα οργανικά κατάλοιπα, οστά ζώων και κοχλίες, που βρέθηκαν στο σπήλαιο Φυτίδι (Πετρόχειλος 1959, Δ.Ε.Σ.Ε. 1966). Τολμώντας μία πιθανή αναπαράσταση της καθημερινής ζωής του προϊστορικού ανθρώπου στην Κεφαλονιά πολύ γενικά μπορούμε να πούμε ότι κατά τις περιπλανήσεις του στους κάμπους και στα βουνά για εξεύρεση τροφής κυνηγούσε ή έστηνε παγίδες στα μεγάλα θηράματα, που ζούσαν τότε στο ενωμένο με την απέναντι στεριά νησί (Εικ.8 ), και περνούσε τις νύχτες του σε κάποια από τις βαθιές σπηλιές με τα υπόγεια νερά ή ακόμα και στα παραθαλάσσια σπήλαια. Στο συμπέρασμα αυτό μας κατευθύνουν τα λίθινα εργαλεία, που βρέθηκαν πλησίον των σπηλαίων Αγ. Θεοδώρων, Αγ. Νικολάου Γρούσπας στην περιοχή Σάμης και στον Σάκκο της Σκάλας. Όλα αυτά εκτός του Σπήλιου Χαλιωτάτων στη Σάμη παραμένουν αχρονολόγητα λόγω ελλείψεως στρωματογραφικών στοιχείων (βλ. εν. 1 του κεφ. ΙΙ). Η χρήση των εργαλείων είναι προφανής: κυνήγι, εκδορά και τεμαχισμός του θηράματος, κατεργασία δερμάτων και άλλων αναγκαίων υλών. Δεν γνωρίζουμε ποια άγρια ζώα υπήρχαν στην Κεφαλονιά την εποχή αυτή. Τα μόνα γνωστά λείψανα παλαιοπανίδας στο νησί είναι: τμήμα της δεξιάς άνω γνάθου ιπποποτάμου (Hippopotamus amphibius), που βρέθηκε μέσα σε αποθέσεις του Τεταρτογενούς στα Μαντζαβινάτα Παλικής (Psarianos 1953), τα οστά και η βραχογραφία, που βρέθηκαν στο προαναφερόμενο σπήλαιο Φυτίδι (Εικ. 35), χρονολογούμενα στη νεότερη Παλαιολιθική, χρόνια π.σ. Μεταξύ αυτών ο Όντριας αναγνώρισε και οστά του είδους Cervus elaphus (Δ.Ε.Σ.Ε. 1966). Άλλες σχετικές αναφορές δεν υπάρχουν. Η διαπίστωση όμως ότι ο H. amphibious δεν

98 82 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ έφερε ενδημικά χαρακτηριστικά (Psarianos 1953) μας οδηγεί στην υπόθεση ότι η πανίδα της Κεφαλονιάς λόγω της σύνδεσης με τις απέναντι ακτές δεν πρέπει να διέφερε από αυτήν της χέρσου κατά την αντίστοιχη χρονολογική περίοδο. Θα μπορούσαμε ίσως να υποθέσουμε ότι ήταν συγγενής με την Παλαιολιθική πανίδα του σπηλαίου Γράβας στην Κέρκυρα, μια και αυτή ήταν επίσης ενωμένη με την απέναντι στεριά. Εκεί βρέθηκαν οστά από ιππίδες, βοοειδή, ζαρκάδια, κόκκινα ελάφια, αγριοχοίρους, ύαινες, λαγούς, αλεπούδες, τρωκτικά και ερπετά (Αρβανίτου-Μεταλληνού 2007). Στην Κεφαλονιά η απουσία μεγάλων θηλαστικών στις μετέπειτα περιόδους οφείλεται τόσο στις κλιματικές μεταβολές, που επηρέασαν τη χλωρίδα και τη βλάστηση του νησιού, όσο και στην αδυναμία ανανέωσης των θηραμάτων λόγω της νησιωτικής απομόνωσης μετά τον οριστικό διαχωρισμό της από τις ηπειρωτικές ακτές. Δεν πρέπει επίσης να παραβλέψουμε και τον ανθρώπινο παράγοντα. Η ύπαρξη κυνηγών στο νησί ήταν καθοριστική για την επιβίωση των μεγάλων θηλαστικών. Ήδη κατά τη Νεολιθική Περίοδο από τα μεγάλα θηλαστικά, των οποίων τα οστά βρέθηκαν στο σπήλαιο της Δράκαινας (Κοτζαμπούλου 2009), διαπιστώνεται μόνον η ύπαρξη ελαφιών (κυρίως του ερυθρού) και του αγριοχοίρου. 2. Η εμφάνιση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα 2α. Η γεωργία Η παρέμβαση του ανθρώπου στη Φύση αρχίζει με τη στροφή του στη γεωργία. Υπάρχει η άποψη ότι αυτή πραγματοποιήθηκε στις χώρες της Εγγύς Ανατολής πριν από το τέλος της Παλαιολιθικής περιόδου. Η αρχή της γεωργίας άλλοτε αποδίδεται στην αλλαγή του κλίματος, άλλοτε στην αύξηση του πληθυσμού και άλλοτε σε ένα είδος ανάπτυξης βασισμένης σε αυξημένη γνώση των πιθανών πηγών διατροφής από το περιβάλλον. Κατά τους Schoeniger, Flannery & Braidwood (στον Σάμψων 2007) πιθανόν να οφείλεται και σε αλλαγή των διατροφικών υλικών ή συνηθειών του ανθρώπου πριν από την ανάπτυξη της γεωργίας. Σημειώνουμε ότι η χρονολόγηση της Παλαιολιθικής και Νεολιθικής περιόδου για τις χώρες της Εγγύς Ανατολής συγκριτικά με τις αντίστοιχες στην Ελλάδα προχωρεί βαθύτερα στον χρόνο, όπως προκύπτει από τις ανασκαφές στις αντίστοιχες θέσεις. Γενικά η χρονολόγηση των προϊστορικών περιόδων της εποχής του λίθου είναι ρευστή και διαφοροποιείται κατά περιοχές σύμφωνα με τα εκάστοτε ευρήματα των ανασκαφών. Η αρχαιότερη νεολιθική στην Ελλάδα τοποθετείται μεταξύ 7 ης και 6 ης / 5 ης χιλιετίας με ± χρόνια ( /5.000). Στην Ελλάδα το πέρασμα του ανθρώπου από τη Μεσολιθική στη Νεολιθική περίοδο, που άλλαξε τον τρόπο ζωής και τη σχέση του με τη φύση, θεωρείται ότι ήταν αποτέλεσμα των επαφών των νησιών του Αιγαίου με πληθυσμούς της Ανατολίας, χωρίς όμως να αποκλείεται και μία αυτόνομη εξελικτική πορεία. Εξ άλλου τα ευρήματα από το σπήλαιο της Θεόπετρας (Καλαμπάκα) κατά τον Δ. Θεοχάρη αποδεικνύουν ότι στη νεολιθική Θεσσαλία συντελέστηκε μία αυτόχθονη

99 Η οικονομία την εποχή του λίθου 83 ανάπτυξη με πρώιμη εξημέρωση ζώων και φυτών (l.c.). Η θεωρία αυτή κερδίζει συνεχώς έδαφος. Νεότερες έρευνες αποκαλύπτουν συνεχώς νέες θέσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα. Θεωρείται πιθανόν η χώρα μας να αποδειχθεί πρωτογενές κέντρο γένεσης και εξάπλωσης της γεωργίας, γιατί τα αυτόχθονα φυτά του ελλαδικού χώρου θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την έναρξή της χωρίς έξωθεν επεμβάσεις. Παράλληλα οι περισσότεροι άγριοι πρόγονοι των ζώων, που ζούσαν στον ίδιο χώρο, θα μπορούσαν να εξημερωθούν από τον άνθρωπο (l.c.). Οι ανασκαφές των ετών στο σπήλαιο Φράγχθι Ερμιονίδας στην Αργολίδα (Εικ. 54) από το Πανεπιστήμιο Ιντιάνα των ΗΠΑ έδωσαν νέα δεδομένα σχετικά με την εμφάνιση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Στο σπήλαιο αυτό υπήρξε αδιάλειπτη και συνεχής η παρουσία του ανθρώπου κατά τις τρεις Περιόδους του Λίθου (Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική και Νεολιθική) από το π.χ. μέχρι το π.χ. Τα διαδοχικά στρώματα του σπηλαίου έδωσαν πολύτιμο υλικό, όσον αφορά στη μετάβαση από το ένα πολιτισμικό στάδιο στο άλλο: άφθονα λίθινα και οστέινα εργαλεία και από τις τρεις προαναφερθείσες περιόδους, ειδώλια, χάντρες και κοσμήματα από όστρεα, έναν πλήρη ανδρικό σκελετό, ταφές ενηλίκων και παιδιών μέσα στο σπήλαιο και κοντά στην ακτή. Εικ. 54. Το σπήλαιο Φράγχθι, όπως είναι σήμερα κοντά στη θάλασσα. Κατά το Ολόκαινο απείχε 2 km από τη θάλασσα και κατά την κορύφωση της τελευταίας Παγετώδους Περιόδου 5 km από αυτήν (Φωτ. http: // Τα οστά των ζώων (αιγών, ιπποειδών, ελαφοειδών, καθώς και ψαριών κυρίως τόνου), τα θαλάσσια όστρεα και τα φυτικά κατάλοιπα μαρτυρούν το είδος της διατροφής και το στάδιο της εξέλιξης. Τα ευρήματα αυτά ενισχύουν τη

100 84 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ θεωρία ότι στον ελλαδικό χώρο η εξέλιξη αυτή στον γεωργικό και κτηνοτροφικό τομέα πιθανότατα δεν οφείλεται σε μετανάστες ή σε επιμειξία με ομάδες προερχόμενες εξ ανατολών, αλλά σε αυτόχθονη ανάπτυξη. Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι οι νεολιθικές θέσεις είναι διάσπαρτες σε πολλά σημεία του ελλαδικού χώρου και συνεχώς ανακαλύπτονται νέες (Halstead 1993). Ιδιαίτερα μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παλαιοβοτανική έρευνα στο Φράγχθι σχετικά με την παρουσία ειδών χλωρίδας στον ελλαδικό χώρο. Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής περιέχονται στο έργο της Παλαιοεθνοβοτανολόγου Hansen (στη Σαρπάκη 1996). Αποτελούν την πρώτη δημοσιευμένη μελέτη σπερμάτων και καρπών της Ανώτερης Παλαιολιθικής Εποχής (Πιν.6) και ειδικά των στρωματογραφικών ζωνών Ι ΙΙΙ. Η έρευνα ταυτοποίησε καρπούς, αυτόχθονα δημητριακά και όσπρια, που εμφανίζονται στον ελλαδικό χώρο. Δεν γνωρίζουμε τον τρόπο, που καταναλώνονταν, γιατί δεν βρέθηκαν μυλόλιθοι ή γουδιά (Σάμψων 2007). Ακολουθεί ο Πίνακας της Hansen με τα σπέρματα και τους καρπούς, που βρέθηκαν στο Φράγχθι. Πίνακας 6. Είδη και υποείδη, των οποίων οι καρποί και τα σπέρματα ανιχνεύθηκαν από τη ζώνη ΙΙΙ στις τομές FAS, FAN, HIA, HIB του σπηλαίου Φράγχθι σύμφωνα με τον Πίνακα 4 της Hansen (1991) (στη Σαρπάκη 1996). Α/A TAXA A/A TAXA 1 Adonis sp. 22 Pisum cf. elatius 2 Fumaria sp. 23 Leguminosae (sm) Cruciferae sp. 24 Leguminosae (me) 11 4 Cruciferae capsule 25 Leguminosae (lg) 12 5 Capparis sp. 26 Prunus amygdalus 6 Polygonum sp. 27 Pyrus amygdaliformis 7 Malva parviflora 28 Calendula sp. Α/A TAXA A/A TAXA 8 Erodium sp. 29 Galium sp. Vitis vinifera ssp. sylvestris 30 Lithospermum arvense 9 10 Pistacia cf. lentiscus 31 L. officinale 11 Vicia / Lathyrus sp Alkanna sp. 12 Vicia / Lathyrus sp Celtis cf. tournefortii 13 Vicia ervilia 34 Liliaceae cf. Colchicum / 14 Lens sp. 35 Polygonatum 15 Leguminosae indet. 36 Phalaris sp. 16 Lathyrus sp. (large) 37 Monocotyl. capsule 17 Lathyrus sp. (small) 38 Avena sp. Hordeum vulgare ssp. spontaneum 18 Medicago sp Pisum / Vicia sp. 40 Gramineae indet. 20 Pisum sp. (small) 41 Gramineae bulb. 21 Pisum sp. (large) 42 Gulm node indet. seed indet.

101 Η οικονομία την εποχή του λίθου 85 Κατά τη Νεότερη Νεολιθική Περίοδο έχει ήδη εξαπλωθεί η καλλιέργεια των σιτηρών στην Ελλάδα. Οι συνηθέστερες εξακριβωμένες καλλιέργειες είναι το μονόκοκκο και δίκοκκο σιτάρι, καθώς και το δίστοιχο ή εξάστοιχο κριθάρι. Στους νεολιθικούς χρόνους ο θερισμός γίνεται με δρεπάνι, που έχει δόντια από πυριτόλιθο, ενώ αργότερα αντικαθίσταται από μεταλλική λεπίδα. Από τη γυρεολογική έρευνα προκύπτει ότι στον ελλαδικό χώρο ήδη από τη Νεότερη Νεολιθική Εποχή ( π.χ.) έχουν αρχίσει να περιορίζονται τα δάση, έχουν επεκταθεί οι καλλιέργειες και χρησιμοποιείται ποικιλία ειδών. Η εξέταση του παλαιοβοτανικού υλικού των σπηλαίων έδωσε μεγάλη ποικιλία από είδη σιταριού και κριθαριού. Στο νεολιθικό σπήλαιο Θαρρουνίων Ευβοίας ( π.χ.) βρέθηκαν μικρές ποσότητες μονόκοκκου και δίκοκκου σιταριού και κριθαριού, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία, που να προσδιορίζουν εάν γινόταν μικτή καλλιέργεια. Στο μεσολιθικό στρώμα του σπηλαίου Θεόπετρας στην Καλαμπάκα (Θεσσαλία) διαπιστώθηκε ότι οι ένοικοι του σπηλαίου συνέλεγαν άγριους καρπούς και σιτηρά και υπάρχουν ενδείξεις για πρώιμες καλλιέργειες. Στη θέση Δένδρα της Αργολίδας η Προκεραμεική Περίοδος και π.χ. συνοδεύεται από καλλιεργούμενα σιτηρά (Σάμψων 2007). Είναι βέβαιο ότι η έρευνα των άγριων ειδών, που είναι πρόγονοι εξημερωμένων φυτών και ζώων, θα συμβάλει στη λύση του προβλήματος για την καταγωγή του νεολιθικού πολιτισμού στον ελλαδικό χώρο (Κωτσάκης 1992 στην Αρβανίτου-Μεταλληνού 2007, Halstead 1993). 2β. Κτηνοτροφία H εμφάνιση της κτηνοτροφίας στη Μεσόγειο σηματοδοτείται από την παρουσία της Capra aegagrus (κν. αγριοκάτσικο) στα νησιά του Αιγαίου, λίγο μετά το τέλος της 9 ης χιλιετίας π.χ., δηλαδή στις αρχές της Μεσολιθικής Περιόδου. Αρχικά υπήρχε η άποψη ότι το είδος ήταν αυτόχθον. Λόγω ελλείψεως όμως αποδεικτικών απολιθωμάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο έχει πλέον διαπιστωθεί ότι οι άνθρωποι εισήγαγαν άγριες ράτσες σε αρχαίους ή νεότερους χρόνους. Το αγριοκάτσικο απουσιάζει εντελώς από την αυθεντική πλειστοκαινική πανίδα της νοτιότερης Ευρώπης κατά το Ύστερο Πλειστόκαινο. Η αρχική περιοχή διαβίωσής του επιβεβαιώθηκε μόνον από τη βορειοανατολική περιοχή της Μεσογείου, όπου πληθυσμοί αγριοκάτσικων εξακολουθούν να επιβιώνουν στα νοτιοδυτικά και ανατολικά βουνά της Ανατολίας. Η πρώτη μαρτυρία για την παρουσία εξημερωμένων αιγοειδών, βοοειδών και χοίρων στο Αιγαίο προέρχεται από την Κύπρο σύμφωνα με τα οστεολογικά κατάλοιπα Προκεραμεικής Νεολιθικής Εποχής (9 η 8 η χιλιετία), που βρέθηκαν στις αρχαιολογικές ανασκαφές στην προϊστορική θέση Σκιλλουρόκαμπος (Masseti 2009). Έχουμε επίσης αρχαιολογικές μαρτυρίες από τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και το σπήλαιο του Κύκλωπα στα Γιούρα (Βόρειες Σποράδες). Το σπήλαιο πιθανόν χρησίμευε ως καταφύγιο προϊστορικών ψαράδων της ευρύτερης περιοχής, χωρίς να αποκλείεται και μικρός πληθυσμός μόνιμων κατοίκων, που ασχολούνταν με το κυνήγι και την τροφοσυλλογή. Η εξέταση των οστών C. aegagrus από τα Γιούρα, που βρέθηκαν στο ανώτερο μεσολιθικό στρώμα του σπηλαίου του Κύκλωπα, έδωσε ηλικία 7360 ± 50 BP (Cal ΒΠ ). Η αφθονία των οστών στο σπήλαιο αυτό αποδεικνύει ότι εκεί ίσως έχουμε την

102 86 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ αρχαιότερη εισαγωγή του ανωτέρω συγκεκριμένου ζώου (Masseti 2009) από τον άνθρωπο, γεγονός που εγείρει πολλά ερωτήματα σχετικά με την πρώιμη εξημέρωση των ειδών. Ο Σάμψων (1996, 2007), που ανέσκαψε το σπήλαιο, χρονολογεί τα κατώτερα στρώματα του σπηλαίου στην Κατώτερη Μεσολιθική περίοδο (8.600/ π.χ.) και τα ανώτερα γύρω στο π.χ. Η ανασκαφή του σπηλαίου αυτού έδωσε πολύτιμα στοιχεία, όπως ότι ο χοίρος ήταν το πρώτο ζώο, που εξημερώθηκε στο Αιγαίο στις αρχές της 9 ης χιλιετίας. Στα στρώματα της Κατώτερης Μεσολιθικής ( π.χ.) εκτός από τα οστά της Capra aegagrus, βρέθηκαν οστά προβάτων και χοίρων, που φανερώνουν ένα μεταβατικό στάδιο εξημέρωσης. Κατά τους οστεοαρχαιολόγους (Trantalidou 2003, 2006 στον Σάμψων 2007) στα Γιούρα συντελέστηκε κάποια επιλεκτική διασταύρωση με σκοπό την εξημέρωση, γιατί την επόμενη χιλιετία ( ) στο νησί αυτό του Αιγαίου έχει ολοκληρωθεί πλήρως η εξημέρωση των αιγοπροβάτων. Οι πληθυσμοί των αγριόγιδων, που ζουν σήμερα στη νησιά του Αιγαίου, είναι τα τελευταία κατάλοιπα του είδους. Εκτός από τα Γιούρα μικροί πληθυσμοί αγριοκάτσικων, υποείδη της C. aegagrus, εξακολουθούν να υπάρχουν σε νησιά του Αιγαίου, Αντίμηλο (C. aegagrus pictus, Erhard) και Κρήτη (C. aegagrus cretica, Schinz), τα οποία διακρίνονται κυρίως από το σχήμα του κρανίου και το διαφορετικό μήκος και σχήμα των κεράτων (Εικ. 55) (Χατζησαράντος & Κανέλλης 1955). O πληθυσμός, που υπήρχε μέχρι πρό τινος στη Σαμοθράκη έχει εξαφανιστεί (Σφουγγάρης & Λυμπεράκης 2009) και υπάρχουν διαφωνίες ως προς το υποείδος, που ανήκε. α β γ δ Εικ. 55. Κρανία αρσενικών αιγάγρων από το πλάι και κατά μέτωπο: α) Κρήτης Capra aegagrus cretica (αγρίμι), β) Αντιμήλου Capra aegagrus pictus γ) Σαμοθράκης Capra aegagrus sp. (έχει εκλείψει) και δ) Γιούρων Capra aegagrus dorcas (Χατζησαράντος & Κανέλλης 1955). Το είδος, που ζει σήμερα στα Γιούρα, είναι η Capra aegagrus dorcas Reichenow (Εικ. 56). Kατάγεται από τη νοτιοανατολική Ασία και εμφανίζεται στην ανατολική Μεσόγειο κατά την Προκεραμεική Νεολιθική Περίοδο μεταξύ 9 ης και 8 ης χιλιετίας π.χ., στην περιοχή του Αιγαίου μεταξύ 8 ης 7 ης χιλιετίας π.χ. και στην κεντρική και δυτική Μεσόγειο εμφανίζεται κατά την πρώιμη Νεολιθική (6 η

103 Η οικονομία την εποχή του λίθου 87 χιλιετία π.χ.). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο φαινότυπος της C. aegagrus dorcas, του σύγχρονου είδους των Γιούρων (Β. Σποράδες), δείχνει ότι μοιάζει περισσότερο με τα άτομα, οστά των οποίων βρέθηκαν σε στρώματα της Νεολιθικής Περιόδου, παρά με τα κατσίκια των μεσολιθικών στρωμάτων του σπηλαίου του Κύκλωπα (Masseti 2009). Ενδέχεται τα οστά της C. aegagrus των μεσολιθικών στρωμάτων να ανήκουν σε άλλο συγγενές είδος, του οποίου η εισαγωγή έγινε ενωρίτερα και προϋπήρξε στο νησί. Εικ. 56. Νεαρά άτομα Capra aegagrus dorcas των Γιούρων στις Β. Σποράδες (Φωτ. Δ. Φοίτος & Γ. Καμάρη). Τα δεδομένα των ανασκαφών μαρτυρούν ότι τα υποείδη C. aegagrus cf. dorcas και C. aegagrus hircus εξαπλώθηκαν όχι μόνο στη δυτική Μεσόγειο, αλλά έφθασαν μέχρι τα πορτογαλικά νησιά Μαδέρες στον Ατλαντικό. Η πορεία της εξάπλωσης του είδους προς τη Δύση καταγράφηκε στους νεολιθικούς χρόνους (νησί Montecristo), συνεχίστηκε στην αρχαιότητα και στους ιστορικούς χρόνους μέχρι και τις αρχές του 19 ου αι. (Lampedusa). Στην ηπειρωτική Ελλάδα, στο Αιγαίο και σε νησιά πέραν του Αιγαίου η εισαγωγή της C. Aegagrus cretica συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του 20 ου αι. (Σαπιέντζα, Άγιοι Πάντες (Masseti 2009). Βλέποντας στην εικόνα 57 τη γεωγραφική εξάπλωση της C. aegagrus παρατηρούμε ότι μεταξύ του Αιγαίου και της δυτικής Μεσογείου, που έχει καταγραφεί η παρουσία της, υπάρχει κενό πληροφόρησης. Ανερμήνευτη μέχρι τώρα παραμένει η παρουσία του προβάτου στην Ελλάδα, το οποίο σε αντίθεση με το κατσίκι δεν έχει βρεθεί σε άγρια μορφή. Το πρόβατο σε πρώιμα εξημερωμένη μορφή ανακαλύφθηκε επίσης στο σπήλαιο του Κύκλωπα στο νησί Γιούρα. Η παρουσία του εκεί είναι σημαντική, δεδομένου ότι ο άγριος πρόγονος του είδους δεν έχει βρεθεί εκτός του ασιατικού χώρου

104 88 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (Σάμψων 2007). Ως εκ τούτου το πρόβατο των Γιούρων θα μπορούσε επίσης να είχε εισαχθεί από την Ανατολή (ΝΑ. Ανατολία, περιοχή Ζάγρου). Eικ. 57. Εξάπλωση της Capra aegagrus Erxleben στα νησιά του Αιγαίου και στην ευρύτερη Μεσόγειο. Με σταυρό σημειώνονται οι θέσεις, από τις οποίες έχει εξαφανιστεί (Masseti 2009). Παρατηρούμε ότι μεταξύ Αιγαίου και Λαμπεδούσας υπάρχει κενό. 3. Η γεωργία και η κτηνοτροφία στα νησιά του Ιονίου και στην Κεφαλονιά Εκτός από την Κεφαλονιά η εποχή του λίθου άφησε έντονα τα ίχνη της και στα άλλα νησιά του Ιονίου. Η Λευκάδα και η Ζάκυνθος έδωσαν πλούσια μεσοπαλαιολιθικά ευρήματα, το Μεγανήσι νεολιθικά, ενώ η Κέρκυρα και οι παρακείμενες νησίδες από την Ανώτερη Παλαιολιθική και τη Μεσολιθική Εποχή. Στα νησιά αυτά το πέρασμα από τη μία εποχή στην άλλη λόγω των γεωλογικών μεταβολών, εξ αιτίας των οποίων ενώθηκαν τόσο μεταξύ τους, όσο και με την απέναντι ηπειρωτική χώρα, δεν πρέπει να απέχει πολύ χρονολογικά. Για τον λόγο αυτό κρίνουμε απαραίτητο να αναφερθούμε σε στοιχεία, που θα μας χρησιμεύσουν να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις βοηθητικές στην έρευνα για την πορεία της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην Κεφαλονιά. Ήδη ο Σoρδίνας (1996) από τα ευρήματα του σπηλαίου της Γράβας στην Κέρκυρα διατυπώνει την άποψη ότι προς το τέλος της Ανώτερης Παλαιολιθικής ( π.χ.) υπήρχε μία επιγραβέττια οικονομία αγριοκάτσικων με τάσεις εξημέρωσης. Σημειώνουμε την άποψη αυτή του Σορδίνα, γιατί μια και η Κεφαλονιά πριν από χρόνια ήταν ενωμένη με τις απέναντι στεριές, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την ύπαρξη και σε αυτήν αγριοκάτσικων, τα οποία πιθανόν να επιβίωσαν τουλάχιστον μέχρι και τους ομηρικούς χρόνους και να ήταν τα θηράματα, που κυνηγούσαν οι νεαροί κυνηγοί της ομηρικής Ιθάκης, όπως περιγράφεται στην Οδύσσεια: (ρ : «Ἄργος, / τὸν δὲ πάρροιθεν ἀγίνεσκον νέοι ἄνδρες /αἶγας ἐπ ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς.»). Σημειώνουμε επίσης την πληροφορία, που μας έδωσε σε συνέντευξή του ο κ. Γερ. Μινέτος, πρόεδρος της Ένωσης Κτηνοτρόφων Κεφαλονιάς, ότι στην

105 Η οικονομία την εποχή του λίθου 89 περιοχή Πυλάρου, που έχει την αρχαιότερη παράδοση στην κτηνοτροφία του νησιού, οι ποιμένες διατηρούν αίγες ορθοκέρατες, που είναι διαφορετικές απ όσες εκτρέφονται στο υπόλοιπο νησί. Από τις νεολιθικές θέσεις στην Κεφαλονιά συμπεραίνουμε ότι ο άνθρωπος έχει περάσει πλέον στο παραγωγικό στάδιο και καλλιεργεί τη γη. Έχει εγκατασταθεί κοντά σε περιοχές, που διαθέτουν εύφορα χώματα, αλλά σε σημεία, από τα οποία να μπορεί να τις παρατηρεί για λόγους ασφαλείας. Από το σπήλαιο της Δράκαινας π.χ., που βρισκόταν αρκετά ψηλά στην παρυφή του όρους Παχνί, μπορούσε να εποπτεύει την κοιλάδα του Ηρακλείου, που απλώνεται στους πρόποδες του Αίνου και του Άτρου (βλ. κεφ. ΙΙ). Δεν έχει όμως εγκαταλείψει και το κυνήγι των άγριων θηραμάτων. Εξακολουθεί να είναι κυνηγός αλλά το θήραμα δεν αποτελεί πλέον βασική πηγή διατροφής, γιατί γνωρίζει ήδη να εξημερώνει τα ζώα εξασφαλίζοντας τις ανάγκες του σε κρέας. Το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο της Κεφαλονιάς σκιαγραφεί μία όχι απόλυτα σαφή, αλλά οπωσδήποτε αρκετά ικανοποιητική εικόνα της οικονομίας κατά την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο. Το ανθρώπινο δυναμικό οργανωμένο ήδη σε μικρές κοινότητες έχει ενεργοποιηθεί επεκτείνοντας τη δράση του και πέραν των περιορισμένων από τη θάλασσα ορίων του νησιού. Τα ευρήματα μαρτυρούν ένα προχωρημένο γεωργικό στάδιο με παράλληλη κτηνοτροφική, αλλά και εμπορική δραστηριότητα. Μεταξύ των φυτικών καταλοίπων συγκαταλέγονται και καλλιεργούμενα είδη. Κατά τη Σαρπάκη (2010) αναγνωρίστηκαν τρία ίσως και τέσσερα είδη σιταριού: το μονόκοκκο (Triticum monococcum), το δίκοκκο (T. dicoccum) και το κοινό (Τ. aestivο-compactum), καθώς και ένα τέταρτο απροσδιόριστου είδους. Αναγνωρίστηκαν επίσης δύο είδη κριθαριού (Hordeum vulgare και H. vulgare nudum), καθώς και βρώμη (Avena sp.), ποικιλία οσπρίων (π.χ. αρακάς, φακή) και καρποί, όπως σύκα, σταφύλια, αμύγδαλα. Όλα τα σιτηρά και τα όσπρια, όπως διαπιστώθηκε, πριν από τη μεταφορά τους στο σπήλαιο είχαν υποστεί επεξεργασία (Στρατούλη 2007). Τα οργανικά κατάλοιπα από τη χερσαία πανίδα ανήκαν σε θηράματα, αλλά και σε οικόσιτα ζώα. Το γεγονός ότι από τα περίπου οστά τα προέρχονταν από οικόσιτα, έδειξε ότι οι άνθρωποι, που σύχναζαν στο σπήλαιο, ήταν μεν κυνηγοί, αλλά πολύ περισσότερο ασχολούνταν με την εκτροφή των αιγοπροβάτων, η οποία λογικά θα εξασφάλιζε και το μεγαλύτερο μέρος της διατροφής τους. Οι κάτοικοι του σπηλαίου αποδεικνύονται κατ εξοχήν κρεατοφάγοι, όπως συμπεραίνεται από τα θραυσμένα σκελετικά κατάλοιπα ως επί το πλείστον προβάτων και δευτερευόντως κατσικιών. Σε μικρότερο ποσοστό αναγνωρίστηκαν οστά χοίρων, βοδιών και σκύλων. Η άγρια πανίδα αντιπροσωπεύεται από θρυμματισμένα επίσης οστά κόκκινου ελαφιού, αγριόχοιρου και αλεπούς (Κοτζαμποπούλου 2009). Τα κατάλοιπα ιχθυολογικού υλικού, οστά ψαριών, καρκινοειδή και όστρεα θαλάσσιων μαλακίων δεν έχουν μεγάλη εκπροσώπηση. Κανονικά τα ψάρια θα έπρεπε να αποτελούν το τρίτο σκέλος της μικτής οικονομίας, όπως έχει διαπιστωθεί ότι ισχύει και σε άλλα νησιά του ελλαδικού χώρου από ευρήματα αντίστοιχων ανασκαφών στο Αιγαίο (Σάμψων 2007). Κελύφη ορισμένων οστρέων (Dentalium sp. και Spondylus gaederopus) χρησιμοποιήθηκαν για κατασκευή κοσμημάτων (Θεοδωροπούλου 2009).

106 90 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Αποδεικτικά των εκτός Κεφαλονιάς εμπορικών δραστηριοτήτων των κατοίκων του σπηλαίου αποτελούν μεταξύ των άλλων και αντικείμενα κατασκευασμένα από υλικό, που δεν υπάρχει στο νησί, όπως: πόδι σκεύους από μάρμαρο Νάξου, εργαλεία από οψιανό με διαγνωσμένη προέλευση από τα δύο λατομεία της Μήλου (Κυκλάδες, νότιο Αιγαίο) τάλκης άγνωστης προέλευσης και οφιόλιθος (γάββρος) από την Αργολίδα (Στρατούλη 2007). 4. Αξιολόγηση των ενοτήτων 1, 2, 3 του Κεφ. ΙΙΙ Συμπεράσματα Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις η έναρξη της καλλιέργειας και της εξημέρωσης των ζώων στον ελλαδικό χώρο χρονολογείται από το π.χ. και συντελέστηκε ενωρίτερα απ ό,τι στη δυτική Ευρώπη (Halstead 1993). Τα ίχνη των χρονολογημένων λειψάνων από τις ανασκαφές αναδεικνύουν τα σημεία αφετηρίας, Αιγαίο και Κρήτη, και τον δρόμο ή τους δρόμους, από τους οποίους έφθασαν στην Κεφαλονιά τα πρώτα «σπέρματα» του γεωργικού βίου. Αν ακολουθήσουμε χρονολογικά την παρουσία των εξημερωμένων ζώων και των ιχνών συλλογής ή καλλιέργειας δημητριακών και οσπρίων στον ελλαδικό χώρο σύμφωνα με τη γεωγραφική κατανομή των μέχρι τώρα ευρημάτων από τις ανασκαφές (κεφ. ΙΙ), έχουμε την εξής εικόνα: στα Γιούρα (Αιγαίο, Β. Σποράδες) υπήρχαν ήδη εξημερωμένα ζώα από την 9 η χιλιετία π.χ., δηλαδή κατά τη διάρκεια της Μεσολιθικής περιόδου, η οποία στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι διήρκεσε περίπου δύο χιλιετίες από π.χ. (Προκεραμεική Νεολιθική). Στην Κρήτη εμφανίσθηκαν η καλλιέργεια και τα εξημερωμένα ζώα περί το π.χ. Στο σπήλαιο Θεόπετρα Καλαμπάκας (μεσολιθικό στρώμα) διαπιστώθηκε η συλλογή καρπών και αυτοφυών δημητριακών. Στην Αργολίδα, στις θέσεις Δένδρα ( π.χ.) και Φράγχθι ( π.χ.), βρέθηκαν καλλιεργημένα είδη αυτόχθονων δημητριακών και οσπρίων, καθώς και εξημερωμένα αιγοειδή (Σάμψων 2007). Βλέπουμε ότι η χρονολογική αυτή διαδοχή των ευρημάτων ακολουθεί μία πορεία από το Αιγαίο και την Κρήτη προς τον ελλαδικό χώρο και προς τη Δύση (Εικ. 58) με πιθανή την αυτόνομη ανάπτυξη στην Καλαμπάκα. Στην Κεφαλονιά έχουμε το σπήλαιο της Δράκαινας, από το οποίο εξακριβώθηκε η καλλιέργεια δημητριακών και οσπρίων την ~6 η χιλιετία, καθώς και η εκτροφή αιγοπροβάτων, όπως μαρτυρούν τα οστά οικόσιτων ζώων. Καλλιέργεια σιτηρών προκύπτει επίσης από την περιοχή των Μηνιών. Στο βόρειο άκρο του αεροδρομίου Κεφαλονιάς και στις βραχώδεις προεκτάσεις της ακτής βρέθηκαν τριπτήρες και μυλόλιθοι για επεξεργασία σιτηρών (Σωτηρίου 2000). Τα ευρήματα αυτά, όλα επιφανειακά, λίθινα εργαλεία και κεραμικά, είναι βέβαια νεότερα από αυτά του σπηλαίου της Δράκαινας χρονολογούμενα στις μετέπειτα περιόδους, Πρωτοελλαδική ( ) και Μεσοελλαδική ( ). Αποδεικνύουν όμως ότι στον εύφορο κάμπο υπήρχαν αντίστοιχες καλλιέργειες και αφού η επεξεργασία γινόταν επί τόπου, όπως φαίνεται από τους μυλόλιθους, εκεί κοντά πρέπει να υπήρχε και οικισμός ή οικισμοί. Κατά την άποψή μας η παραμονή του ανθρώπου στον κάμπο των Μηνιών πρέπει να ήταν συνεχής από τους παλαιολιθικούς και μεσολιθικούς χρόνους μέχρι και τους μεσοελλαδικούς. Το ενδεχόμενο αυτό πρέπει να συνεξεταστεί με την ύπαρξη του λατομείου

107 Η οικονομία την εποχή του λίθου 91 πυριτολίθου στην ίδια περιοχή, με την πληθώρα των λίθινων εργαλείων στον κάμπο και στην ακτή, που προαναφέραμε (κεφ. ΙΙ, 2, 3), καθώς και με τα θαλάσσια σπήλαια. Κέρκυρα π.χ. (?) Κεφαλονιά ~ π.χ. Καλαμπάκα Θεόπετρα ~ π.χ. (?) Αργολίδα π Χ Γιούρα π.χ. Εύβοια Θαρρούνια π.χ. Κρήτη π.Χ. Κύπρος Σκιλλουρόκαμπος π.χ. Εικ. 58. Θέσεις με εξακριβωμένη την εξημέρωση ζώων, τη συλλογή ή την καλλιέργεια σιτηρών και οσπρίων κατά τη Μεσολιθική και Νεολιθική Περίοδο. Στις αρχαιότερες θέσεις, Ανώτερης Παλαιολιθικής στην Κέρκυρα «ίσως τάσεις εξημέρωσης» αιγοπροβάτων και Μεσολιθικής στη Θεόπετρα «ίσως αυτόχθονη ανάπτυξη». Η έλλειψη χρονολογημένων ευρημάτων της ενδιάμεσης Νεολιθικής Εποχής δεν αποκλείει τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία στη συγκεκριμένη περιοχή των Μηνιών, η οποία διαθέτει τους ζωτικούς για τον άνθρωπο φυσικούς πόρους διατροφής. Τα κριτήρια για εγκατάσταση παραμένουν τα ίδια, δηλ. εύφορη γη, νερό, παρουσία θηραμάτων, άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα για εξασφάλιση αλιευμάτων, αλλά παράλληλα και θαλάσσια επικοινωνία με τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Αυτοί οι ενδιάμεσοι κρίκοι, που μέχρι τώρα δεν έχουν ανευρεθεί, ενδέχεται να έχουν καταστραφεί από τις χωματουργικές εργασίες του αεροδρομίου και από

108 92 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ την οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή, να έχουν καταποντιστεί κατακλυσμένοι από τη θάλασσα λόγω ανόδου της στάθμης ή ακόμα και να παραμένουν θαμμένοι. Παρόμοια τύχη είχαν και τα λείψανα του αρχαϊκού ναού, που σώζονταν μέχρι την έναρξη των χωματουργικών εργασιών του αεροδρομίου και καταστράφηκαν μετά. Δεδομένης της πληθώρας των λίθινων εργαλείων στην ευρύτερη περιοχή, συνεκτιμώντας και το γεγονός ότι εκεί μέχρι τώρα δεν έχει γίνει συστηματική έρευνα για τη χρονολόγησή τους, θεωρούμε ότι η θέση αυτή θα αναδειχθεί σαν ένας ακόμη χώρος διαχρονικής παρουσίας του ανθρώπου από την Εποχή του Λίθου μέχρι σήμερα. Η χρονολόγηση των ευρημάτων της Δράκαινας στην ~ 6 η 5 η χιλιετία (~ π.χ.) μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πριν από το στάδιο αυτό προηγήθηκε στο νησί μια βαθιά στον χρόνο προετοιμασία. Είναι πολύ πιθανό στην προετοιμασία αυτή να συνέβαλαν και ομάδες από τα γειτονικά νησιά, τις απέναντι στεριές και από το πιο μακρινό Αιγαίο, με το οποίο υπήρχε εμπορική επαφή κατά την εποχή αυτή. Το αποδεικνύουν τα ευρήματα της Δράκαινας: ο οφιόλιθος από την Αργολίδα, ο οψιανός από τη Μήλο και το μάρμαρο από τη Νάξο (ό. π.). Εφ όσον από τη λιθοτεχνία του μεσολιθικού οικισμού D του Σιδαρίου (Σορδίνας 2007) προκύπτει το ενδεχόμενο η Κέρκυρα να είχε επαφή με το Αιγαίο κατά τη Μεσολιθική Περίοδο ( π.χ.), όπως ήδη εκθέσαμε (κεφ. ΙΙ, 3), πιστεύουμε ότι λόγω της νοτιότερης θέσης της Κεφαλονιάς στο Ιόνιο η επικοινωνία της με το Αιγαίο πρέπει να έγινε τουλάχιστον κατά την ίδια περίοδο, αν όχι ενωρίτερα. Η Κέρκυρα μας δίνει το αρχαιότερο χρονολογικό όριο της επαφής με το Αιγαίο, δηλαδή το μεσολιθικό, και η Κεφαλονιά το terminus ante quem, δηλαδή το χρονικό όριο της 6 ης π.χ. χιλιετίας, πριν από οποίο πρέπει να πραγματοποιήθηκε αυτή η επαφή. Ανακεφαλαιώνοντας τα ανωτέρω στοιχεία του κεφαλαίου «Η οικονομία της εποχής του λίθου», συγκρίνοντας και συσχετίζοντας τα επί μέρους συμπεράσματα, που προέκυψαν από τις κατά τόπους ανασκαφές στον Ιόνιο χώρο και ιδιαιτέρως στην Κεφαλονιά, καθώς και στο Αιγαίο, καταλήγουμε στα εξής γενικά συμπεράσματα: 1) η παρουσία του ανθρώπου στο νησί πιστοποιείται από την Παλαιολιθική Εποχή ( χρόνια πριν από σήμερα). 2) Εφ όσον δεν αναθεωρηθούν τα δεδομένα από νεότερες ανασκαφές, η αποδειγμένη επαφή των κατοίκων της Δράκαινας με τον χώρο του Αιγαίου μας προσανατολίζει προς το παρόν στην κατεύθυνση ότι η εξημέρωση των ζώων υποδεικνύει ανατολική προέλευση. 3) Τα οστά και τα κατάλοιπα τροφοσυλλογής, που βρέθηκαν στις προαναφερόμενες περιοχές του ελλαδικού χώρου, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις ότι ίσως τα εξημερωμένα αιγοειδή εξελίχθηκαν από αντίστοιχα αυτόχθονα είδη. 4) Η απαρχή της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην Κεφαλονιά συντελέστηκε αρκετά ενωρίς και πριν από την ~6 η π.χ. χιλιετία. Στηριζόμαστε στο γεγονός ότι η χιλιετία αυτή, εξακριβωμένη από τη στρωματογραφία της Δράκαινας, επειδή μας παρουσιάζει την εικόνα μιας ήδη προηγμένης οικονομίας, αποτελεί το χρονολογικό όριο, πριν από το οποίο λογικά πρέπει να είχε ήδη εμφανιστεί η γεωργία και η κτηνοτροφία στο νησί. Το αποδεικνύει η αφθονία οστών αιγοπροβάτων και χοίρων στο σπήλαιο. Τυχόν μελλοντικές ανασκαφές σε άλλα σπήλαια θα δείξουν το πόσο ενωρίτερα έγινε αυτό το μεγάλο βήμα του ανθρώπου στην Κεφαλονιά. Η εξέταση του DNA από τα οστά των αιγοειδών του σπηλαίου

109 Η οικονομία την εποχή του λίθου 93 της Δράκαινας ενδεχομένως θα ήταν χρήσιμη, όσον αφορά στη γεωγραφική εξάπλωση της C. aegagrus στην κεντρική Μεσόγειο, μια και υπάρχει κενό μεταξύ Αιγαίου και νήσου Λαμπεδούσας. 5) Όσον αφορά δε στην καλλιέργεια των σιτηρών στην Κεφαλονιά, θα επανέλθουμε αναλυτικά στο κεφάλαιο XVI Διαπιστωμένες Καλλιέργειες. 6) Η περιοχή των Μηνιών υπήρξε σημαντική για τον άνθρωπο της Εποχής του Λίθου και όχι μόνον.

110

111

112 ΚΕΦ. IV. Η ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΜΥΘΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Για να εντάξουμε τα ιστορικά γεγονότα, που διαδραματίστηκαν στην Κεφαλονιά, μέσα στα γενικότερα πλαίσια των περιόδων της ελληνικής ιστορίας, παραθέτουμε τον κατωτέρω χρονολογικό πίνακα 7. Με βάση αυτόν και κατά τη σύντομη αναφορά, που ακολουθεί, μπορούμε να διαπιστώσουμε από ποιο σημείο και μετά διαφοροποιείται η τοπική Ιστορία της Κεφαλονιάς από εκείνην της υπόλοιπης Ελλάδας. Για μία περίοδο περίπου 700 ετών (1185 έως το 1864) τα Επτάνησα διατελούν υπό ξένη κατοχή. Το 1864 λήγει η ξενοκρατία. Η Κεφαλονιά και τα άλλα Ιόνια ενώνονται με την Ελλάδα ακολουθώντας πλέον την κοινή τύχη. Πίνακας 7. Περίοδοι ελληνικής Ιστορίας από το 1100 π.χ μ.χ. (Θεοχάρης Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τόμ. Α.). Aρχαϊκός Ελληνισμός 1100 π.χ. 479 π.χ. Ομηρικοί χρόνοι. Γεωμετρική εποχή 9ος 8ος αι. π.χ. Κλασικός Ελληνισμός 479 π.χ. 336 π.χ. Αλεξανδρινός Ελληνισμός 336. π.χ. 215 π.χ. Ελληνιστικοί και Ρωμαϊκοί Χρόνοι 215 π.χ. 324 μ..χ. Πρωτοβυζαντινός Ελληνισμός Μεσοβυζαντινός Ελληνισμός Υστεροβυζαντινός Πολιτισμός Νεότερος Ελληνισμός Ελληνική Επανάσταση Ελεύθερος και αλύτρωτος Ελληνισμός Εξόρμηση για τα εθνικά δίκαια

113 96 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1. Μυθικοί και ηρωικοί χρόνοι Ο Ποσειδώνας απάγει την Ιπποθόη, κόρη του Μήστορα, βασιλιά των Μυκηνών, και την εγκαθιστά στις νήσους Εχινάδες. Από την ένωσή τους γεννιέται ο Τάφιος (καταπληκτικός, τρομερός). Οι απόγονοί του Τάφιοι αναφέρονται και ως Τηλεβόες Με ορμητήριο την Τάφο, την οποία πολλοί ερευνητές ταυτοποιούν με την Κεφαλονιά, επιδίδονταν σε πειρατικές επιδρομές και τρομοκρατούσαν τις γύρω περιοχές. Το κράτος τους περιλάμβανε επίσης την Ιθάκη, τη Ζάκυνθο, τις Εχινάδες, μεγάλο τμήμα της Ακαρνανίας και τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές. Ο Πτερέλαος, απόγονος του Ταφίου και εγγονός του Μήστορα κίνησε εκστρατεία εναντίον των Μυκηνών διεκδικώντας την εξουσία από τον βασιλιά Ηλεκτρύωνα. Στην εκστρατεία φονεύθηκαν οι γιοί και των δύο αντιπάλων πλην ενός εκατέρωθεν. Ο επιζήσας γιος του Πτερελάου Ευήρης φεύγοντας έκλεψε τις αγέλες των βοδιών του Ηλεκτρύωνα, ο οποίος ανέθεσε στον ανεψιό του Αμφιτρύωνα να τις πάρει πίσω. Κατά την επιστροφή ο Αμφιτρύωνας φονεύει κατά λάθος τον Ηλεκτρύωνα και γίνεται βασιλιάς των Μυκηνών (Απολλόδωρος: Libr. ΙΙ. IV, 6-8, βλ. Frazer 1995). Ακολουθεί η εκδικητική εκστρατεία του Αμφιτρύωνα εναντίον της Τάφου και του βασιλιά της Πτερελάου. Σε αυτήν συμμετείχαν ο Κρέων των Θηβών, οι Φωκείς, ο Κέφαλος από το Θορικό Αττικής και ο Έλειος, βασιλιάς του Ελους Λακωνίας ή κατ άλλους της Αργολίδας. Η Τάφος κυριεύθηκε και λεηλατήθηκε λόγω προδοσίας της Κομαιθώς, κόρης του Πτερελάου. Μετά την ήττα των Ταφίων βασιλιάς των Κεφαλλήνων αναγορεύθηκε ο Κέφαλος (Εικ. 59), ο δε Έλειος φαίνεται ότι ηγεμόνευσε στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, όπου βρίσκεται η ομώνυμη περιοχή Ελειός. Της εκστρατείας μνεία κάνουν ο Ησίοδος (Ασπίδα Ηρακλέους, στ. 1 19, βλ. Ιακώβ & Γκιργκένης 2001) ο Απολλόδωρος (l.c.) και ο Ηρόδοτος (V, 59, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994), ο οποίος είδε τον αναθηματικό τρίποδα του Αμφιτρύωνα στους Δελφούς από τη νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των Ταφίων με την επιγραφή: «Ἀμφιτρύων μ ἀνέθηκεν θεῷ ἀπὸ Τηλεβοάων». Εικάζει δε ότι το αφιέρωμα έγινε την εποχή, που βασίλευε στις Θήβες ο Λάιος. Σύμφωνα με τους βασιλείς, που ήταν σύγχρονοι με την εκστρατεία, υπολογίζεται ότι τα γεγονότα αυτά συνέβησαν περί το π.χ., ίσως και λίγο ενωρίτερα στα πλαίσια της κατά θάλασσα εξάπλωσης του Μυκηναϊκού κράτους των Αχαιών. Eικ. 59. Πρόκρις και Κέφαλος. Νόμισμα της Πάλης 5 ου - 4 ου π.χ. αι. Η Πρόκρις φέρει σφενδόνη (λωρίδα) στα μαλλιά). Στο βάθος πελαργός. Ο Κέφαλος φέρει πίλο δεμένο κάτω από το πηγούνι. Από πίσω προβάλλει κεφάλι σκύλου και μπροστά αιχμή ακοντίου. (Gardner R P Catalogue of Greek Coins).

114 Η Κεφαλονιά μεταξύ Μύθου και Ιστορίας 97 1α. Βασιλεία και δυναστεία Κεφάλου ( π.χ.) Ο Κέφαλος θεωρείται ο πρώτος βασιλιάς της Κεφαλονιάς. Κατά τη διανομή των γαιών λέγεται ότι έλαβε τη βορειοδυτική Κεφαλονιά, την Ιθάκη, τμήμα της Ακαρνανίας και τις Εχινάδες, ο δε Έλειος τη νοτιοανατολική Κεφαλονιά, όπου και η ομώνυμη περιοχή, καθώς και τη Ζάκυνθο (Λιβιεράτος 1916/1998). Η διανομή του νησιού σε δύο βασίλεια πιθανόν να ήταν η αφετηρία του μετέπειτα βεβαιωμένου κρατικού μορφώματος της Τετράπολης. Κατά τον Τσιτσέλη (1877) η ονομασία της περιοχής Θηναίας, προέρχεται από το Αθηναίος, επειδή αποικίστηκε από Αθηναίους. Μετά την εκστρατεία του Αμφιτρύωνα το τμήμα αυτό του νησιού περιήλθε στην εξουσία του Κεφάλου, Αθηναίου, από το Θορικό Αττικής (Aπολλόδωρος (Libr. II. iv. 7. βλ. Frazer 1995). Επίσης δεν αποκλείει το ενδεχόμενο οι Παλείς, σύμμαχοι των Κορινθίων στις αρχές του Πελοποννησιακού Πολέμου, να ονομάστηκαν Αθηναίοι είτε γιατί στη συνέχεια εντάχθηκαν στη συμμαχία της Αθήνας,, είτε γιατί ξεκίνησαν την εκστρατεία από τη Θηναία (Αθηναία). Εάν επίσης αποδειχθεί, όπως μερικοί ερευνητές πιστεύουν, ότι το ομηρικό Δουλίχιο είναι η χερσόνησος της Παλικής, το δυτικότερο τμήμα της Κεφαλονιάς, τότε αυτό σε συνδυασμό με την κυριαρχία του Οδυσσέα επί της Σάμης, που αποτελεί το ανατολικό τμήμα του κύριου κορμού του νησιού, μας οδηγεί στην υπόθεση ότι και στους ομηρικούς χρόνους έχουμε ίσως συνέχεια της «εδαφικής διανομής» του νησιού από την εποχή του Κεφάλου. Μετά την αποχώρηση του Ελείου από την Κεφαλονιά ο Κέφαλος παρέμεινε ο μοναδικός κύριος του κράτους, υποκαθιστώντας την κυριαρχία των Ταφίων σε Κεφαλονιά, Ιθάκη, Ζάκυνθο, Εχινάδες και μέρος της Ακαρνανίας. Τον διαδέχθηκε o γιος του Αρκείσιος από την Πρόκριδα (Εικ. 59), ο οποίος συνέχισε με επιτυχία τον πόλεμο κατά των Ταφίων στην Ακαρνανία. Κατ άλλους (Ηρακλείδης o Ποντικός «Περί πολιτειῶν», βλ. Müllerus 1853) ο Αρκείσιος ήταν γιος του Κεφάλου από κάποια Άρκο ή Άρκτο, την οποία συνάντησε μετά από χρησμό του Μαντείου των Δελφών. Κατά τον Στράβωνα γιος και πρώτος διάδοχος του Κεφάλου ήταν ο Δηϊονεύς. Τους Κράνιο, Σάμιο, Πηλέα (Παλέα) και Πρόνησο ως γιους του και γενάρχες των μετέπειτα τεσσάρων πόλεων της Κεφαλονιάς τους αναφέρει μόνον ο Στέφανος ο Βυζάντιος (βλ. Φ.Ο.Κ. 2004), πιθανότατα για να αιτιολογήσει τα ονόματα των κρατών της Τετράπολης, Κράνη, Σάμη, Πάλη και Πρόννοι. Μετά από τον Αρκείσιο βασίλευσε ο Λαέρτης, που κυρίευσε τη Λευκάδα και έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία. Τελευταίοι βασιλείς υπήρξαν ο Οδυσσεύς (Εικ. 60), που συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο ( π.χ.) και ο Τηλέμαχος, ο οποίος κατά τον Ησίοδο απέκτησε τον Περσέπτολι από την Πολυκάστη ή Επικάστη του Νέστορα και κατ άλλους από τη Ναυσικά. Ο Παυσανίας (I , βλ. Παπαχατζής) αναφέρει ως απογόνους του Κεφάλου δεκάτης γενεάς τον Χαλκίνο και τον Δαίτο, οι οποίοι επέστρεψαν στην Αθήνα. Ο οικογενειακός βίος της δυναστείας του Κεφάλου, της οποίας η διάρκεια βασιλείας υπολογίζεται από το 1.400/1.350 π.χ. μέχρι το π.χ., ήταν πρότυπο ηθικής σε αντίθεση με τους ανοσιουργούντες βασιλικούς οίκους των Θηβών και των Μυκηνών. Το κράτος των Κεφαλλήνων φαίνεται ότι διαλύθηκε μετά τη Δωρική μετανάστευση και περιορίστηκε μόνον στην περιοχή της Σάμης (ή Σάμου) (Λιβιεράτος 1916/1988). Άλλα ονόματα βασιλέων της Κεφαλονιάς δεν

115 98 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ αναφέρονται πλην ενός Αγκαίου, βασιλιά της Σάμης, αρκαδικής καταγωγής, ο οποίος λέγεται ότι ίδρυσε αποικία στη νήσο Μελάμφυλλο, που μετονομάστηκε σε Σάμο (Παυσανίας VII. 4.1, βλ. Παπαχατζής 1980). Την πατριαρχική βασιλεία διαδέχθηκαν τα ολιγαρχικά πολιτεύματα ( π.χ.) και, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα, έτσι και στην Κεφαλονιά εμφανίστηκε η τυραννία. Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (Müllerus 1853) διασώζει το όνομα του τυράννου Προμνήσου, του οποίου ο μισητός και ανήθικος γιος, που έπαιρνε τις κόρες-νύφες την πρώτη νύχτα του γάμου τους, φονεύθηκε από τον ήρωα Αντήνορα, μεταμφιεσμένο για την περίσταση σε γυναίκα. Εικ. 60. Αριστερά ο Οδυσσεύς με τον χαρακτηριστικό σκούφο. Δεξιά ο Κέφαλος καθισμένος σε βράχο με ακόντιο και κυνηγετικό σκύλο. Απεικονίσεις σε πόρπη (Κοργιαλένειο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Κεφαλονιάς).

116 ΚΕΦ. V. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 1. Κλασικοί Χρόνοι 1α. Η Κεφαλληνιακή Τετράπολις Το πέρας της τυραννίας τοποθετείται προς το τέλος του 7 ου π.χ. και στις αρχές του 6 ου, δεδομένου ότι μετά τον 6 ο π.χ. αι. η Κεφαλονιά εμφανίζεται να αποτελεί Τετράπολη. Έχουν ιδρυθεί τέσσερα χωριστά και ανεξάρτητα κράτηπόλεις με πολίτευμα δημοκρατικό και δική του πολιτική το καθένα: της Πάλης, της Σάμης, της Κράνης και των Πρόννων (Εικ. 61). Τα μεταξύ τους όρια προσδιορίζονται από τη διάταξη των ορεινών όγκων του νησιού εντεύθεν, εκείθεν και κάτωθεν της κεντρικής οροσειράς του Αίνου. H ύπαρξη οχυρωμένων ακροπόλεων και μακράς σειράς τειχών προδίδει την έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών της Τετράπολης και τον φόβο μιας επικείμενης εισβολής όχι μόνον από εξωτερικό εχθρό, αλλά και από τη γειτονική πόλη. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (Β. 30, 2, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992) «κεῖται δὲ ἡ Κεφαλληνία κατὰ Ἀκαρνανίαν καὶ Λευκάδα τετράπολις οὖσα, Παλῆς, Κράνιοι, Σαμαῖοι, Προνναῖοι». Ο Στράβων επίσης (Ι , βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) τα τρία κράτη της Τετράπολης τα ονομάζει από τα εθνικά των κατοίκων Σαμαῖοι, Παλεῖς, Κράνιοι, το δε τέταρτο Πρώνησος. Οφείλουμε επίσης να διευκρινίσουμε ότι το κράτος-πόλη της Πάλης δεν ταυτίζεται με την Παλική. Η Παλική χερσόνησος αποτελούσε μέρος της επικρατείας των Παλέων, γιατί εκεί υπήρχε και η ακρόπολις, της οποίας ελάχιστα ίχνη σώζονται σήμερα. Η έκταση όμως του κράτους μας είναι άγνωστη. Την υπολογίζουμε μόνο κατά προσέγγιση, γιατί ίσως εκτεινόταν πέραν των φυσικών ορίων της χερσονήσου (Εικ. 62, 63). α β γ δ Εικ. 61. Νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης με χαρακτηριστικά σύμβολα των πόλεων: α) της Κράνης με τα γράμματα ΚΡΑ και απεικόνιση, κατά την άποψή μας, ποιμένα β) της Σάμης με τον κυνηγετικό σκύλο Λαίλαπα και τον Κέφαλο γ) της Πάλης με τον Κέφαλο και κεφαλή νεαρού άνδρα και δ) των Πρόννων με ρόπαλο οζώδες, σύμβολο του Ηρακλέους, και κεφαλή νέου με κοντή κόμμωση (Πoστολάκας 1868, Dondey Dupré 1823, De Bosset, C.: Αρχεία Κοργιαλένειου Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου Κεφαλονιάς).

117 100 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Ο Στέφανος ο Βυζάντιος, όπως ήδη αναφέραμε, αιτιολογεί τις ονομασίες των πόλεων από τους τέσσερις γιους του Κεφάλου Κράνιο, Σάμιο, Πηλέα και Πρόνησο. Η Κεφαλληνιακή Τετράπολις είχε διάρκεια ζωής περίπου ετών, κατά τη διάρκεια των οποίων γνώρισε ακμή και παρακμή μέχρι της τελικής πτώσης και καταστροφής των τριών πόλεων πλην της Πάλης κατά τον 4 ο 5 ο μ.χ. αι. Εικ. 62. Η Κεφαλληνιακή Τετράπολις των κλασικών χρόνων με τα όρια των πόλεων, όπως απεικονίσαμε κατά προσέγγιση. Οι Αλαλκομενές στην Ιθάκη αναφέρονται από τον Πλούταρχο και τον Στέφανο τον Βυζάντιο ως «η πόλις των Ιθακησίων». Σε αυτή την πόλη λέγεται ότι γεννήθηκε ο Οδυσσεύς. Κατά τον Λυκόφρονα (στον Λεκατσά 1998) και τον Πλούταρχο (Ηθικά: Αίτια ελληνικά 43, βλ. Φ.Ο.Κ. 1995), επειδή ο Οδυσσεύς γεννήθηκε στις Αλαλκομενές της Βοιωτίας, ονομάστηκε έτσι και η πόλη της Ιθάκης. Στις αντίστοιχες περιοχές της Τετράπολης και της Ιθάκης σώζονται τα οχυρωματικά έργα και τα φρούρια

118 Συνοπτική Ιστορία 101 α β γ δ Εικ. 63. α) Τμήμα του ανατολικού τείχους της αρχαίας Κράνης προς το μέρος της Σάμης μήκους περίπου 6 χιλιομέτρων. β) Τμήμα των τειχών της αρχαίας Σάμης στον λόφο Παλιόκαστρο. Η οχύρωσή της Σάμης εκτεινόταν σε δύο λόφους με απότομες πλαγιές και ισάριθμες ακροπόλεις: η μία βρισκόταν στο Παλιόκαστρο και η άλλη, η ονομαζόμενη Κύατις, στον λόφο των Αγίων Φανέντων. Οι δύο ακροπόλεις συνδέονταν με τείχη. γ) Προμαχώνας του τείχους της Κράνης. δ) Τμήμα του τείχους της Σάμης από την ακρόπολη Κύατι στους Άγιους Φανέντες. Από τον 5 ο π.χ. αι. η Κεφαλονιά δηλώνει παρούσα στα πράγματα της Ελλάδας. Η Πάλη το 479 π.χ. συμμετέχει στη μάχη των Πλαταιών (Ηρόδοτος

119 102 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Θ.28, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994): «Μετὰ δὲ τούτους Λευκαδίων καὶ Ἀνακτορίων ὀκτακόσιοι ἔστησαν, τούτων δὲ ἐχόμενοι Παλέες οἱ ἐκ Κεφαλληνίης διηκόσιοι». Λίγο πριν από την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου στη ναυμαχία παρά τα Σύβοτα (433 π.χ.) η Πάλη συντάσσεται με τους Κορινθίους εναντίον των Κερκυραίων, συμμάχων των Αθηναίων (Θουκυδίδης Α.27, βλ. Φ.Ο.Κ ): «Ἐδεήθησαν δὲ καὶ τῶν Μεγαρέων ναυσὶ σφᾶς ξυμπροπέμψαι, εἰ ἄρα κωλύοιντο ὑπὸ Κερκυραίων πλεῖν οἱ δὲ παρασκευάζοντο αὐτοῖς ὀκτὼ ναυσὶ ξυμπλεῖν, καὶ Παλῆς Κεφαλλήνων τέσσαρσι». Η συμμαχία με την Κόρινθο υπήρξε ασταθής. Οι Κεφαλλήνες μετά την κατάληψη του νησιού από τον Αθηναίο ναύαρχο Τολμίδη προσχωρούν στους Αθηναίους και τους ακολουθούν στις πολεμικές επιχειρήσεις (Διόδωρος Σικελιώτης: 11, 84, βλ. Φ.Ο.Κ ). To 430 π.χ. οι Κράνιοι νικούν με δόλο τους Κορινθίους στην κοιλάδα της σημερινής Κρανιάς (Θουκ. Β, 30, βλ. Φ.Ο.Κ ): «(οἱ Κορίνθιοι) σχόντες δ ἐν τῷ παράπλῳ ἐς Κεφαλληνίαν καὶ ἀπόβασιν ποιησάμενοι, εἰς τὴν Κρανίων γῆν, ἀπατηθέντες ὑπ αὐτῶν ἐξ ὁμολογίας τινὸς ἄνδρας τε ἀποβάλλουσι σφῶν αὐτῶν, ἐπιτιθεμένων ἀπροσδοκήτως τῶν Κρανίων, καὶ βιαιότερον ἀναγόμενοι ἐκομίσθησαν ἐπ οἴκου». Μετά την οριστική ήττα των Αθηνών από τη Σπάρτη (404 π.χ.) η Κεφαλονιά έχει την ίδια τύχη με τους συμμάχους της. Η Σπάρτη επιβάλλει και σε αυτήν ολιγαρχία μέχρι την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος (403 π.χ.). Κατά την περίοδο της ηγεμονίας των Μακεδόνων οι Κεφαλλήνες ακολουθούν τον Φίλιππο Β και συμμετέχουν στα δύο πανελλήνια συνέδρια της Κορίνθου (337 και 336 π.χ.), που συγκάλεσαν ο Φίλιππος και ο Μέγας Αλέξανδρος. Κατά την ελληνιστική περίοδο η Κεφαλονιά αναφέρεται συχνότερα στις πηγές, γιατί τα πολεμικά γεγονότα στη δυτική Ελλάδα σε συνδυασμό με τον αναπτυσσόμενο ρωμαϊκό ιμπεριαλισμό μετέθεσαν το κέντρο βάρους των εξελίξεων στα νησιά του Ιονίου (Σουρής 1976). Συγκεκριμένα: όταν μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου το κράτος του διασπάστηκε και εμφανίστηκε η Ρώμη, η διαμάχη μεταξύ Αχαϊκής και Αιτωλικής Συμπολιτείας της έδωσε την ευκαιρία να παρέμβει στα ελληνικά πράγματα. Η θέση της Κεφαλονιάς, που εξασφάλιζε τον έλεγχο στην είσοδο και έξοδο του Κορινθιακού κόλπου και ήταν σταθμός για τα εμπορικά πλοία προς και από τη Σικελία, ήταν στρατηγικό πλεονέκτημα, που η Ρώμη επιδίωκε να καρπωθεί. Σε αυτό οφείλεται και η φανερή πλέον υπεροχή της Κεφαλονιάς έναντι της Κερκύρας ως προς τους στρατηγικούς σχεδιασμούς. Η Κεφαλονιά, μεγάλη ναυτική δύναμη της εποχής με μακραίωνη εμπειρία στις πειρατικές επιχειρήσεις, τάσσεται με τους Αιτωλούς (226 π.χ.). Έτσι βρίσκεται αντιμέτωπη με τον Φίλιππο Ε της Μακεδονίας, σύμμαχο των Ρωμαίων, στον οποίο ο Άρατος, στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, είχε προσφέρει την ηγεμονία της Ελλάδας. Ο Φίλιππος μετά την αποτυχία του να καταλάβει την πόλη κράτος των Πρόννων στρέφεται κατά της Πάλης (218 π.χ.). Αν και κατέστρεψε μέρος του τείχους, η πολιορκία απέτυχε και ο ίδιος αποχώρησε με σοβαρές απώλειες. Οι απόπειρες αυτές του Φιλίππου να κατακτήσει την Κεφαλονιά, που λόγω της θέσης της αποτελούσε «τοῖς

120 Συνοπτική Ιστορία 103 συμμάχοις εὐφυές ὁρμητήριον», εντάσσονται σε ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο της Ρώμης για τον έλεγχο του Ιονίου (l.c.). Η εμπλοκή των Κεφαλλήνων στον Αντιοχικό πόλεμο ( π.χ.) υπέρ του Αντιόχου Γ της Συρίας, στον οποίο είχε καταφύγει ο εχθρός της Ρώμης Αννίβας, έφεραν την Κεφαλονιά αντιμέτωπη με τη Ρώμη για μια εμπόλεμη περίοδο τεσσάρων ετών, κατά την οποία νησί και κάτοικοι δοκιμάστηκαν σκληρά λόγω της λεηλασίας και του εξανδραποδισμού. Η Σάμη μόνη αναλαμβάνει άνισο αγώνα κατά των Ρωμαίων, έως ότου υποκύπτει το 188 π. Χ. 2. Ρωμαϊκή κυριαρχία (188 π.χ. 324/395 μ.χ.) Κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας η Κεφαλονιά χρησιμοποιείται από τους Ρωμαίους ως ναυτική βάση. Πενταμελής αποστολή των Ρωμαίων στην Πελοπόννησο μεταβαίνει πρώτα στην Κεφαλονιά, για να διερευνήσει προφανώς τις δυνατότητες δημιουργίας προϋποθέσεων για ελλιμενισμό του ρωμαϊκού στόλου σε περίπτωση γενικής επιθέσεως εναντίον του βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα. Στον τρίτο Μακεδονικό πόλεμο ( ) ο στρατηγός C. Lucretius Gallus έπλευσε από τη Μεσσήνη κατ ευθείαν στην Κεφαλονιά αναμένοντας να συγκεντρωθούν οι υπόλοιπες χερσαίες και ναυτικές δυνάμεις, πριν διεκπεραιωθούν στην Ελλάδα (Σουρής 1976). Στα επόμενα χρόνια το νησί πέφτει σε παρακμή. Γίνεται τόπος εξορίας επιφανών Ρωμαίων, μεταξύ των οποίων ο Γάιος Αντώνιος, συνύπατος του Κικέρωνος και θείος του Μάρκου Αντωνίου, κατηγορούμενος για δωροδοκία (64 π.χ.). Όπως μας πληροφορεί ο Στράβων (Ι. 13 κ.ε. βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) είχε όλο το νησί στην εξουσία του σαν δικό του κτήμα, έκτισε δε και άλλη πόλη: «ἐφ ἡμῶν δὲ καὶ ἄλλην (πόλιν) προσέκτισεν Γάϊος Ἀντώνιος, ἡνίκα ἐν τῇ Κεφαλληνίᾳ διέτριψε καὶ τὴν ὅλην νῆσον ὑπήκοον ἔσχεν ὡς ἴδιον κτῆμα». Κατά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.χ.) μεταξύ Αντωνίου και Οκταβιανού Αυγούστου η Κεφαλονιά, όπως και όλη η Ελλάδα, πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος με υποχρεωτική στρατολόγηση των κατοίκων αδιακρίτως ηλικίας, για να καλύψει τα κενά του στόλου του Αντωνίου: «πληρωμάτων ἀπορίᾳ συναρπαζομένους ὁρῶν ὑπὸ τῶν τριηραρχῶν ἐκ τῆς πολλὰ δὴ τλάσης Ἑλλάδος ὁδοιπόρους ὀνηλάτας θεριστὰς ἐφήβους, καὶ οὐδ οὕτω πληρουμένας τὰς ναῦς..» (Πλουτάρχου Βίος Αντωνίου: 62, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992,1993). Μετά τη νίκη του ο Οκταβιανός έδωσε ελευθερία και αυτονομία στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλονιά με έδρα την Πάλη. Για ένα διάστημα παρατηρείται μία μικρή ανάκαμψη. Αργότερα ο Αδριανός ( ) παραχώρησε τα εισοδήματα και τους φόρους της Κεφαλονιάς στον Δήμο Αθηναίων. Γενικά η κατάκτηση της Κεφαλονιάς έπαιξε σπουδαίο ρόλο για την επεκτατική πολιτική της Ρώμης. Από εκεί οι Ρωμαίοι μπορούσαν να ελέγχουν στρατηγικά την κατάσταση στην Ελλάδα και να παρεμβαίνουν άμεσα στην ανατολική Μεσόγειο. Όταν μετέπειτα ο Μέγας Κωνσταντίνος έγινε κύριος όλου του Ρωμαϊκού κράτους (324 μ.χ.) και το διαίρεσε σε τέσσαρες μεγάλες επαρχίες και αυτές σε

121 104 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ υπαρχίες, η Κεφαλονιά και η Ζάκυνθος περιήλθαν στην υπαρχία Αχαΐας (Λιβιεράτος 1916/1988). 3. Βυζαντινοί χρόνοι (324/ ) Με τον διαχωρισμό του Ρωμαϊκού κράτους (395 μ.χ.) από τον Μεγάλο Θεοδόσιο σε Ανατολικό και Δυτικό, η Κεφαλονιά περιήλθε στο Ανατολικό. Στη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου γνώρισε τις βαρβαρικές επιδρομές των Βησιγότθων (395 μ.χ. Αλάριχος), των Βανδάλων (429 μ.χ. Γιζέριχος) και των Οστρογότθων (548 μ.χ. Τωτίλας) με τις επακόλουθες λεηλασίες, σφαγή πληθυσμού και καταστροφή της υπαίθρου. Συντηρούσε δικό της στόλο και στρατό για την άμυνα κατά παντός είδους εχθρών, που λυμαίνονταν τα παράλια και τα νησιά του Ιονίου, και συμμετείχε στις εκστρατείες των βυζαντινών αυτοκρατόρων εναντίον τους. Κατά τη διάρκεια των βαρβαρικών αυτών επιδρομών πιθανόν να καταστράφηκαν οι πόλεις της Τετράπολης πλην της Πάλης, η οποία αναφέρεται ως πρωτεύουσα του νησιού με το όνομα Κεφαλληνία. Στην περίοδο μεταξύ των ετών μ.χ. το νησί δοκιμάζεται από αλλεπάλληλους καταστρεπτικούς σεισμούς και μακρόχρονη επιδημία πανώλης. Τον 7 ο αιώνα λόγω της ενίσχυσης των δυτικών συνόρων του Βυζαντίου για την αντιμετώπιση θαλασσίων επιδρομών η Κεφαλονιά αναδείχθηκε σε σημαντική θαλάσσια δύναμη στον Ιόνιο χώρο. Από την εποχή του αυτοκράτορα Ηρακλείου ( ), κατά την οποία τα Ιόνια νησιά αποτέλεσαν διοικητική περιφέρεια Τούρμα (υποστρατηγίδα) με πρωτεύουσα την Κεφαλονιά, μέχρι την 4η Νορμανδική επιδρομή (1185) το νησί γνώρισε μεγάλη ακμή. Ναυτιλία ιδίως, εμπόριο, βιομηχανία και γεωργία την κατέστησαν ως μία από τις πιο πλούσιες και πιο πολυάνθρωπες χώρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπως μαρτυρεί ο περίφημος Άραβας Γεωγράφος Εδριζή, που περιηγήθηκε την Ελλάδα, κατ εντολή του Νορμανδού Ρογήρου Β βασιλά της Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας (Λιβιεράτος 1916/1988). Με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις για αποτελεσματικότερη άμυνα της Αυτοκρατορίας η Κεφαλονιά ορίστηκε έδρα Θέματος (στρατηγίδας), δηλαδή ξεχωριστή μονάδα στρατιωτικής διοίκησης, η οποία είχε επί κεφαλής ένα στρατηγό με στρατιωτική και πολιτική εξουσία. Η ύπαρξή του είναι γεγονός στις αρχές του 9 ου αι., γιατί το 809 για πρώτη φορά γίνεται λόγος για τον Paulus Cefalaniae Praefectus. Κατά τα έτη αναφέρεται επίσης ο πατρίκιος και στρατηγός της Κεφαλληνίας. Οι στρατηγοί των Θεμάτων Κεφαλληνίας και Σάμου αναλάμβαναν με το αξίωμα του κατεπάνω την αρχηγία των Βυζαντινών δυνάμεων στην Ιταλία. Για ένα διάστημα το Θέμα Κεφαλληνίας συνδυάστηκε με την διοίκηση της Ν. Ιταλίας ή Λογγιβαρδίας. Μετά το 892 μαρτυρείται ως αυτοτελές Θέμα (Ζακυθηνός 1962). Ο ρόλος του Θέματος Κεφαλληνίας ήταν σημαντικός τόσο για την άμυνα στη Δύση, όσο και για την καταστολή των εξεγέρσεων. Αποτέλεσε ισχυρό προπύργιο του βυζαντινού κράτους και ορμητήριο του στόλου κατά των Αράβων και των Σαρακηνών, οι οποίοι προέβαιναν σε πειρατικές επιδρομές και λεηλασίες και «επί διακόσια έτη υπήρξε το επίκεντρον της τεραστίας μάχης, η οποία έκρινε τας τύχας της Μεσογείου» (l.c.). Από τους Άραβες πειρατές, που λυμαίνονταν το

122 Συνοπτική Ιστορία 105 Ιόνιο μέχρι την Ιταλία και τη Σικελία, μεταδόθηκε η δεύτερη επιδημία πανώλης τριετούς διαρκείας ( ). Το θέμα έπαψε να μνημονεύεται τον 11 ο αι., όταν άρχισαν οι Νορμανδικές επιδρομές. Από τον 11 ο μέχρι και τον 12 ο μ.χ. αι. ο χώρος του Ιονίου μετατρέπεται σε θέατρο των Νορμανδικών επιδρομών ( ) με σφαγές λεηλασίες και λαφυραγωγίες. Η απόπειρα του Νορμανδού Ροβέρτου Γυισκάρδου να καταλάβει την Κεφαλονιά ως βάση για τις μελλοντικές επιχειρήσεις του στην Πελοπόννησο και στη Στερεά Ελλάδα κατέληξε σε αποτυχία. Στην πολιορκία της Πάλης τραυματίστηκε και πέθανε (1085) από την επιδημία ελονοσίας, που μάστιζε τότε το νησί, ή κατά την Άννα Κομνηνή από πλευρίτιδα (στον Σαββίδη 1986). Θάφτηκε στην Πάνορμο, στη βόρεια Κεφαλονιά, που εξ αιτίας του γεγονότος αυτού από το όνομα του Γυισκάρδου μετονομάστηκε σε Φισκάρδο. Για ένα μικρό διάστημα στο νησί θα κυριαρχήσουν οι Ενετοί ( ) και μετά από συμφωνία αυτό θα περιέλθει πάλι στην εξουσία του Βυζαντίου (Λιβιεράτος 1916/1988, Μοσχόπουλος 1990). 4. Μεταβυζαντινή Περίοδος. Ξενοκρατία. Η ένωση με την Ελλάδα ( ) Το 1185, κατά τη διάρκεια της 4 ης επιδρομής, οι Νορμανδοί θα καταλάβουν οριστικά την Κεφαλονιά. Από τότε αρχίζει η περίοδος της Φραγκοκρατίας, κατά τη διάρκεια της οποίας θα περάσουν κατά σειρά οι εξής κατακτητές: Νορμανδοί ( ), Οίκος Κομήτων Ορσίνι και Ανδεγαυοί ( ), Φραγκική Δυναστεία Τόκκων ( ), Ενετοί ( ). Η τοπική Κυβέρνηση της Κεφαλονιάς αποτελείται από έναν Τοποτηρητή, έναν Έπαρχο και ένα 5μελές Επαρχιακό Συμβούλιο με τον Γραμματέα του. Έδρα των Κομήτων και πρωτεύουσα του νησιού είναι το Φρούριο του Αγίου Γεωργίου, το οποίο αναφέρεται ως οχυρωμένη «πόλις Κεφαλληνία» (Εικ. 64). Η χρονολογία ίδρυσης του Φρουρίου παραμένει άγνωστη. Γνωρίζουμε όμως ότι τον 11 ο αι. ήδη υπήρχε, γιατί το 1089 αναφέρεται η επίθεση των Πισατών εναντίον του. Πιθανόν κτίστηκε κατά την περίοδο, που ο φόβος της πειρατείας ανάγκασε τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα παράλια, που ήταν πιο ευάλωτα λόγω των πειρατικών επιδρομών, και να καταφύγουν σε ορεινές και οχυρωμένες θέσεις. Mε τη συνθήκη του Καμποφόρμιο (1797) το νησί περνάει στα χέρια των Γάλλων για πολύ μικρό διάστημα μέχρι το 1798 (1 η γαλλική κατοχή). Τους διαδέχονται Ρώσοι και Τούρκοι ( ), οι οποίοι αναγνωρίζουν την αυτονομία των Επτανήσων (Επτάνησος ή Ιόνιος Πολιτεία ) υπό την επικυριαρχία και προστασία της Τουρκίας με εγγυήτρια δύναμη την Αγγλία. Επί Ναπολέοντα Βοναπάρτη μεταξύ των ετών γίνεται η 2 η γαλλική κατοχή. Το 1809 οι Άγγλοι διώχνουν τους Γάλλους από την Κεφαλονιά και τα Επτάνησα. Με τη συνθήκη των Παρισίων (1815) τα Επτάνησα αρχικά αποτελούν ανεξάρτητο κράτος ως «Ενωμένα Κράτη των Ιονίων Νήσων» υπό την άμεση και αποκλειστική προστασία της Αγγλίας, αλλά με δικαίωμα επέμβασής της στην πολιτική και διοικητική διαμόρφωση του νέου καθεστώτος. Έτσι η προστασία αυτή εξελίσσεται σύντομα σε απόλυτη κυριαρχία.

123 106 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας οι Κεφαλλήνες πολέμησαν στο πλάι των Ενετών τους Τούρκους και δεν έμειναν αμέτοχοι στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Προηγήθηκαν των Υδραίων και των Σπετσιωτών στους κατά θάλασσα αγώνες κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Εικ. 64. Το κάστρο του Αγίου Γεωργίου (Fortezza di Cefalonia), πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς, κατά την περίοδο Φραγκοκρατίας Ενετοκρατίας (Αρχείο Κ. Ι. Λ. Μ. Κεφαλονιάς). Πεπειραμένοι ναυτικοί από αρχαιοτάτων χρόνων οι Κεφαλλήνες διακρίθηκαν επίσης και ως θαλασσοπόροι εξερευνητές, όπως ο Ιωάννης Απόστολος Φωκάς Βαλεριάνος ( ) από το ομώνυμο χωριό Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς, γνωστός ως Juan de Fuca (Εικ. 65β). Στα μέσα του 16 ου αι. το νησί έγινε πεδίο πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ του Καρόλου Ε της Γερμανίας και του Σουλεϊμάν Α, σουλτάνου των Τούρκων, και στόχος επιδρομών του διαβόητου πειρατή Χαϊρεδίν Βαρβαρόσσα (Εικ. 65). Μνήμες των γεγονότων αυτών επιβιώνουν στα τοπωνύμια Τουρκοπόδαρο πλησίον του Πλατύ Γιαλού και Φουσάτο στο Αργοστόλι. Οι Κεφαλλήνες συμμετείχαν επίσης στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, όταν οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις (Βενετία, Ισπανία και Ιωαννίτες ιππότες) υπό τον Don Juan d Austria καταναυμάχησαν τους Τουρκαλγερίνους, οι οποίοι λυμαίνονταν την Κεφαλονιά (Εικ. 65α). Εκστρατευτικό σώμα επίσης 500 Κεφαλλήνων εθελοντών έλαβε μέρος στην καθοριστική για την έκβαση της Επανάστασης νικηφόρα μάχη του Λάλα τον Ιούνιο του Μέχρι το 1864, που γίνεται η ένωση με την Ελλάδα, τα Επτάνησα, τελούν υπό αγγλική κατοχή διοικούμενα από έναν Τοποτηρητή, ο οποίος εκπροσωπεί τον

124 Συνοπτική Ιστορία 107 Λόρδο Μεγάλο Αρμοστή της Α.Μ. του βασιλιά της Αγγλίας και εξαρτάται απ ευθείας από αυτόν. Πρώτος Λόρδος Μέγας Αρμοστής διορίσθηκε ο Sir Thomas Maitland, του οποίου το άγαλμα, έργο του Κερκυραίου ιππότη και γλύπτη Προσαλέντη, στήθηκε σε πλατεία του Αργοστολίου. Η πλατεία αυτή μέχρι σήμερα είναι γνωστή ως πλατεία του Μέτελα (Λιβιεράτος 1916/1988, Μοσχόπουλος 1990). Εικ. 65 α. Ιστορικές μνήμες. Αριστερά. Το πέτρινο σκαλιστό επιστόμιο από το «πλατύ πηγάδι», που άνοιξε ο Χαϊρεδίν Βαρβαρόσσας για ύδρευση του πειρατικού στόλου του. Σώζεται στην αυλή της οικίας Στεφάτου πλησίον του Μητροπολιτικού ναού στο Αργοστόλι. Η θέση αυτή πριν από του σεισμούς του 1953 ήταν γνωστή ως «Φουσάτο», λόγω του ότι εκεί είχε στρατοπεδεύσει ο διαβόητος πειρατής. Δεξιά: η πλατεία Ναυπάκτου στο Αργοστόλι με την αναμνηστική στήλη υπέρ των πεσόντων Κεφαλλήνων στη ναυμαχία του 1571 πλησίον του Ι. Ν. Ταξιαρχών. Εικ. 65 β. Ιστορικές μνήμες: Μπρούτζινη προτομή του μεγάλου θαλασσοπόρου Juan de Fuca (Ιωάννη-Απόστολου Φωκά-Βαλεριάνου) στο χωριό Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς, απ όπου καταγόταν. Έργο του Σπ. Χουρμούζη. (Φωτ. Γ. Κατσούνης).

125 108 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 5. Κοινωνικές μεταβολές κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας Σημαντικό γεγονός επί της ηγεμονίας των Ορσίνι ήταν η κατάργηση της Ορθόδοξης Επισκοπής Κεφαλληνίας από τον Πάπα Ιννοκέντιο τον Γ και η υποταγή της στη Λατινική Μητρόπολη της Κορίνθου (1212) και στην εκκλησία της Ρώμης (1213). Όλη η εκκλησιαστική περιουσία και τα κτήματα περιήλθαν στον λατινικό κλήρο. Την Ορθόδοξη Επισκοπή Κεφαλονιάς για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας επανίδρυσε ο Λεονάρδος Β Τόκκος μετά το 1448 ή κατ άλλους μετά το 1463, χωρίς όμως να της αποδώσει και τα κτήματα, που είχαν αφαιρεθεί. Το γεγονός αυτό επηρέασε την οικονομική ζωή των κατοίκων διαμορφώνοντας ιδιαίτερο καθεστώς αγροτικής οικονομίας. Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας οι Ενετοί φρόντισαν να επουλώσουν κατά το δυνατόν τις πληγές των πολέμων. Η Κεφαλονιά είχε σχεδόν ερημωθεί κατά τον χρόνο της ηγεμονίας των τελευταίων Τόκκων. Λόγω του φόβου των αλλεπάλληλων επιδρομών των Τούρκων, των πειρατών και της γενικότερης ανασφάλειας στο νησί είχαν παραμείνει μόνον λίγες χιλιάδες κατοίκων. Περί το γίνεται εποικισμός προσφύγων Ελλήνων και Αλβανών οπλοφόρων (stradioti) από την Πελοπόννησο και την Ήπειρο (Βακαλόπουλος 1964, Σάθας 1869/1962). Ο ενετός ναύαρχος Benedicto Pesaro επαναπάτρισε στο νησί περί τους κατοίκους (Λιβιεράτος 1916/1988, Σάθας 1869/1962). Το 1535 εγκαθίστανται Κρήτες στην περιοχή Ελειός της ενετοκρατούμενης Κεφαλονιάς, όπως αποδεικνύεται από τα παλιά συμβολαιογραφικά έγγραφα των νοταρίων της εποχής. Η μετανάστευση Κρητών στην Κεφαλονιά επαναλήφθηκε το 1669 μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους (Πεντόγαλος 1981). Ο πηγές αναφέρουν ότι το 1538, κατά τη διάρκεια του ενετοτουρκικού πολέμου, οι Τούρκοι εξανδραπόδισαν περί τους ανθρώπους (Partsch 1892), άρπαξαν πολλά ποίμνια, λεηλάτησαν και ερήμωσαν την ύπαιθρο επανειλημμένα. Η ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), στην οποία, όπως αναφέραμε, έλαβαν μέρος πολλοί Κεφαλλήνες υπό την ηγεσία του Δον Χουάν του Αυστριακού, σήμανε την ήττα της Τουρκίας και έφερε ανακούφιση στον πληθυσμό σταματώντας τις επιδρομές των Τούρκων για αιχμαλωσία και εξανδραποδισμό των κατοίκων. Το 1589 οι Ενετοί κτίζουν το φρούριο της Άσσου στη βόρεια Κεφαλονιά για λόγους άμυνας. Έκτοτε λόγω της πολιτικής της Βενετίας, που ευνόησε τη μετανάστευση προσφύγων από την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και από την Κρήτη, αρχίζει η πληθυσμιακή άνοδος του νησιού. Ο πληθυσμός σύμφωνα με στατιστική σε χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης το 1583 ήταν κατανεμημένος σε 172 χωριά, ενώ ο συνολικός πληθυσμός του νησιού κατανέμεται το 1576 σε 202, το 1590 σε 220, το 1601 σε 223, το 1608 σε 226 και το 1640 σε 225 χωριά. Οι αναφορές για πληθυσμό μεγαλύτερο από τον αναγραφόμενο στις ανωτέρω απογραφές και μάλιστα αυτή του 1745 για πληθυσμό άνω των κατοίκων κρίνονται υπερβολικές (Partsch 1892, Μοσχόπουλος 1990). Στον πίνακα 8, που ακολουθεί καταγράφεται η βαθμιαία αύξηση του πληθυσμού της Κεφαλονιάς συμπεριλαμβανομένης και της Ιθάκης σε δύο μόνο μετρήσεις (l.c.).

126 Συνοπτική Ιστορία 109 Πίνακας 8. Μεταβολές στον πληθυσμό της Κεφαλονιάς μέχρι και τον 17 ο αι. Έτος Πληθυσμός Κεφαλονιάς Πληθυσμός Κεφαλονιάς και Ιθάκης Η παρακμή της ενετικής διοίκησης κατά τον 17 ο 18 ο αι. ήταν η αιτία εσωτερικής αναρχίας, που κράτησε περίπου150 χρόνια. Μεταξύ των ευπατριδών του νησιού ξέσπασε οξύς ανταγωνισμός με λεηλασίες, αρπαγές και δολοφονίες (Άννινοι με Μεταξάδες, Καρούσοι με Αντιπάδες, Τυπάλδοι με Λοβέρδους). Η άνιση κατανομή της γης συντέλεσε στο να εξαρτώνται οι πολλοί, που ήταν φτωχοί, από τους λίγους μεγαλοκτηματίες και να είναι προσκολλημένοι σε αυτούς αποτελώντας τον προσωπικό τους στρατό, ο οποίος δεν ήταν ευκαταφρόνητος σε αριθμό. Το νησί διαιρέθηκε σε εχθρικά αντιμαχόμενα στρατόπεδα με την ανοχή της Βενετίας, η οποία άλλοτε από σκοπιμότητα άλλοτε από ανικανότητα δεν μπορούσε να επιβάλει την τάξη. Τότε περί το 1756 για αποτελεσματικότερο έλεγχο της έκρυθμης κατάστασης και του λαθρεμπορίου έγινε και η μεταφορά της πρωτεύουσας από το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου στο Αργοστόλι με την άδεια της κυρίαρχης Βενετίας. Μετά το 1760 οι κοινωνικές αναταραχές, η ανασφάλεια, η έλλειψη αναγκαίων στοιχείων διατροφής και οι καταστρεπτικοί σεισμοί του 1766 είχαν ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του πληθυσμού στις κατοίκους. Μεγάλη μερίδα των κατοίκων μετανάστευσε στην Πελοπόννησο. Η ανάκαμψη αρχίζει μετά το 1776, όπου ο αριθμός των κατοίκων υπολογίζεται στους (l.c.). Στο διάστημα των πενήντα περίπου χρόνων της αγγλικής κατοχής σημειώθηκαν στάσεις και εξεγέρσεις των κατοίκων για ανάκτηση της ελευθερίας τους. Το κίνημα αυτό κορυφώθηκε με τους αγώνες των Ριζοσπαστών, στο οποίο τον ηγετικό ρόλο είχε η Κεφαλονιά, έως ότου το 1864 τα Επτάνησα ενώθηκαν με την Ελλάδα και έλαβε τέλος η αγγλική κατοχή. Την εποχή αυτή ο πληθυσμός του νησιού εξακολουθεί να παρουσιάζει σταδιακή αύξηση. Στον κατωτέρω πίνακα 9 περιέχονται: α) τα αποτελέσματα της απογραφής του πληθυσμού της Κεφαλονιάς από το 1823 μέχρι το 1879 σύμφωνα με το αγγλικό σύστημα απογραφής, στο οποίο περιέχονται και οι Κεφαλλήνες του εξωτερικού και οι ξένοι υπήκοοι, που βρίσκονταν στο νησί (Partsch 1892) και β) οι πληθυσμιακές μεταβολές από το 1853 μέχρι το 1889 σύμφωνα με το γραφείο Στατιστικής του ελληνικού Υπουργείου Εσωτερικών (Μηλιαράκης 1890).

127 110 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Πίνακας 9. Μεταβολές στον πληθυσμό της Κεφαλονιάς κατά τον 19 ο αι. Έτος Πληθυσμός Κεφαλονιάς Πληθυσμός Κεφαλονιάς Έτος (Partsch 1892) (Μηλιαράκης 1890) συμπεριλαμβανομένων και των ξένων μόνον οι παρόντες κάτοικοι Παρά τα σκληρά μέτρα των Άγγλων για την καταστολή των εξεγέρσεων (φυλακίσεις, εξορίες, απαγχονισμοί κ.ά.) η παραμονή τους στο νησί είχε και θετικά αποτελέσματα κυρίως κατά το διάστημα , που διοικούσε ο συνταγματάρχης Charles Napier. Μεγάλα έργα οδοποιίας, που είχαν ήδη ξεκινήσει από το από τον Ελβετό συνταγματάρχη Charles Philippe de Bosset με την κατασκευή της λίθινης γέφυρας Αργοστολίου, συνέδεσαν τα πιο δυσπρόσιτα σημεία του νησιού διευκολύνοντας τις παντός είδους δραστηριότητες των κατοίκων (Κοσμετάτου 1991). Ιδιαίτερης σημασίας όμως είναι το ενδιαφέρον του Napier για τα δάση του Αίνου. Η επιστημονική έρευνα από τον Loudon το 1838 αναγνώρισε την Ελάτη του Αίνου ως είδος διαφορετικό των ευρωπαϊκών και την ονόμασε Abies cephalonica από το νησί, όπου μελετήθηκε για πρώτη φορά (στους Φοίτο & Damboldt 1985).

128 ΚΕΦ. VΙ. Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑΣ 1. Γενική εικόνα της Ελλάδας κατά τη Χαλκοκρατία Με την κάθοδο των Αχαιών εγκαινιάζεται στον Ελλαδικό χώρο η εποχή των μετάλλων. Εισάγεται η επεξεργασία του χαλκού και η εξειδίκευση στην τέχνη της μεταλλουργίας. Η Χαλκοκρατία ή αλλιώς Περίοδος του Ελλαδικού Πολιτισμού εκτείνεται από το 2.800/2.700 π.χ. μέχρι την κάθοδο των Δωριέων περί το π.χ. Yποδιαιρείται σε τρεις υποπεριόδους: Πρωτοελλαδική (2.800/ /1.900), Μεσοελλαδική (2.000/ ) και Υστεροελλαδική ( ), κατά την οποία τα πρώτα ελληνικά φύλα, οι Αχαιοί, κατέβηκαν και εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο (Θεοχάρης1970). Μέχρι τότε κυριαρχούσαν στη Μεσόγειο οι Αιγαίοι και οι Κρήτες, οι οποίοι είχαν αναπτύξει λαμπρό πολιτισμό με μεγάλα αστικά κέντρα, οργανωμένη πολιτειακή και κοινωνική δομή (Κυκλαδικός, Μινωικός). Η οικονομία τους ήταν μικτή: γεωργία, κτηνοτροφία, κυνήγι, αλιεία για τα νησιά και ανταλλακτικό εμπόριο. Οι πεδιάδες αρδεύονταν και είχε συστηματοποιηθεί η καλλιέργεια. Στην Κρήτη υπήρχε επίσης αυτάρκεια γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων (τυροκομικά και υφαντικό υλικό από το μαλλί των αιγοπροβάτων). Εκτρέφονταν οικόσιτα και ζώα παραγωγής, όπως: χοίροι, βόδια και πουλερικά, ιδίως χήνες (Πλάτων 1970). Περί το 1600 π.χ. προς το τέλος της Μεσοελλαδικής περιόδου επέρχεται ο πλήρης εκμινωισμός της Ελλάδας. Ο χαρακτήρας της οικονομίας παραμένει μικτός. Η επαφή του Αχαϊκού κόσμου με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη από τον 16 ο αι. π.χ. οδήγησε στη γένεση του Κρητομυκηναϊκού πολιτισμού και την πολιτισμική έκρηξη των Μυκηνών, που κυριαρχούν κατά τη διάρκεια της Υστεροελλαδικής περιόδου (βλ. Πιν. 5). Η μυκηναϊκή Ελλάδα με βάση τα διδάγματα της Κρήτης οργανώνεται με την προοπτική επέκτασης στον ευρύτερο χώρο της Μεσογείου. «Οι πολεμοχαρείς ομάδες γεωργών και κτηνοτρόφων εξελίσσονται σε συμπαγή πληθυσμό καλλιεργητών και βιοτεχνών, οι φύλαρχοι σε ηγεμόνες και οι καταδρομείς και πειρατές σε αποίκους και εμπόρους» (Μυλωνάς 1970). Η μεγάλη αλλαγή έχει συντελεστεί. 2. Η Κεφαλονιά κατά την περίοδο της Χαλκοκρατίας Η περίοδος της Χαλκοκρατίας άφησε πλούσια ίχνη στην Κεφαλονιά, οχυρωματικά έργα και ταφικά μνημεία, από τα οποία μπορούμε να αντλήσουμε ορισμένες πληροφορίες για τη γενικότερη κατάσταση στο νησί (Εικ.66, 67). Η παρουσία του ανθρώπου από την απώτερη εποχή του λίθου μέχρι και το τέλος των μυκηναϊκών χρόνων, δηλ. μέχρι και την Υπομυκηναϊκή περίοδο (1.060/ π.x.), βεβαιώθηκε σε 68 θέσεις σε όλη την Κεφαλονιά.

129 112 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Εικ. 66. Θέσεις εποχής Χαλκοκρατίας: α) Πρωτοελλαδικές β) Μεσοελλαδικές. Με το ανοιχτό πράσινο σημειώνονται οι ορεινές περιοχές του νησιού και με το βαθύχρωμο οι πεδινές (Ι. Μόσχος 2007).

130 Η εποχή της Χαλκοκρατίας 113 Εικ. 67. Θέσεις εποχής Χαλκοκρατίας: α) Μυκηναϊκές και β) Υπομυκηναϊκές (Μόσχος 2007). Με το ανοιχτό πράσινο σημειώνονται οι ορεινές περιοχές του νησιού και με το βαθύχρωμο οι πεδινές.

131 114 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Από αυτές οι 28 είναι επιφανειακές και κατατάσσονται αόριστα στην Προϊστορική Περίοδο ή στην Εποχή του Χαλκού ελλείψει περισσότερων στοιχείων (Μόσχος 2007). Σε πολλές η κατοίκηση είναι συνεχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Α. Κεφαλονιά και η περιοχή της Κράνης, στις οποίες οι πολλές θέσεις μαρτυρούν ικανό πληθυσμιακό δυναμικό. Παρατηρούμε ότι οι θέσεις εντοπίζονται κοντά στις πεδινές και εύφορες κοιλάδες του νησιού, που σημαίνει ότι η οικονομία επικεντρώνεται στον γεωργοκτηνοτροφικό τομέα. Πλην της περιοχής των Μηνιών είναι θέσεις οχυρές. Το γεγονός ότι τα οχυρωματικά έργα μεταξύ Σάμης και Πρόννων χρησιμοποιήθηκαν και σε μεταγενέστερες περιόδους, κλασικούς ίσως και ελληνιστικούς χρόνους, δηλώνει τις όχι και τόσο φιλικές σχέσεις μεταξύ τους και την ανάγκη ελέγχου της μεθοριακής γραμμής για τον φόβο τυχόν εισβολέων. Η Μυκηναϊκή περίοδος, όπως προαναφέραμε, άφησε τα περισσότερα κατάλοιπα με θέσεις διάσπαρτες σε όλο το νησί με τη μεγαλύτερη πυκνότητα στις εύφορες περιοχές Κραναίας, Πρόννων και Παλικής. Την εποχή αυτή, δηλαδή προς το τέλος της Υστεροελλαδικής περιόδου, τοποθετείται και η ακμή της Κεφαλονιάς. Από τότε χρονολογούνται και τα σημαντικότερα ευρήματα, όπως οι θολωτοί τάφοι στα Μαυράτα και στον Πόρο, καθώς και οι θαλαμοειδείς στην Αλαφώνα Κρανιάς, στα Μεταξάτα, στα Μαζαρακάτα κ.α. Η ακμή αυτή οφείλεται στην ειρηνική περίοδο διαρκείας μεγαλύτερης των 150 ετών, που διανύει το νησί, και στη διακίνηση εμπορευμάτων. Η Κεφαλονιά έχει ήδη ενεργή συμμετοχή στο θαλάσσιο εμπόριο της Αδριατικής, όπως αποδεικνύει η μεγάλη ποσότητα ηλέκτρου, που βρέθηκε κατά τις ανασκαφές, προερχόμενου από τη Βαλτική (l.c.). Τα οστά αιγών και βοών, που αποκάλυψαν οι ανασκαφές Goekoop (Μαρινάτος 1933) στους μυκηναϊκούς τάφους των Μεταξάτων στην περιοχή Κραναίας και της Κοντογενάδας στην Παλική, καθώς και τα απανθρακωμένα λείψανα σίτου και κριθής σε τάφο της Λακκίθρας, είναι ενδεικτικά λατρείας των νεκρών με θυσίες ζώων και προσφορές καρπών. Αδιευκρίνιστη ακόμα παραμένει η διοικητική οργάνωση του νησιού την εποχή αυτή, κατά την οποία λήγει η βασιλεία των απογόνων του Οδυσσέα. Ενδέχεται να είχε αρχίσει ήδη να διαμορφώνεται κάποια μορφή διοίκησης σύμφωνα με τις τέσσαρες γεωγραφικές περιφέρειες του νησιού, η οποία οδήγησε τελικά στη μορφή της Τετράπολης στους μετέπειτα κλασικούς χρόνους. Τυχόν νεότερα ευρήματα θα διαφωτίσουν το σημείο αυτό. Τα ευρήματα των ανασκαφών στις περιοχές Κραναίας και Πρόννων μαρτυρούν όχι μόνο πληθυσμιακή, αλλά και ποιοτική υπεροχή. Οι λαξευτοί τάφοι στα Μαζαρακάτα και στη Λακκίθρα, καθώς και οι θολωτοί στα Μαυράτα, σε διάφορες θέσεις στην περιοχή της Κράνης και πρόσφατα στα Τζαννάτα κοντά στον Πόρο (Εικ. 68), δείχνουν ότι την εποχή αυτή στην Κεφαλονιά υπήρχαν δύο τουλάχιστον ακμαία ισχυρά κέντρα. Κατά τον αρχαιολόγο Λ. Κολώνα (2007) «όλοι οι θολωτοί τάφοι από τους φτωχικούς μέχρι τους πλέον πολυτελείς συνδέονται με την τοπική άρχουσα τάξη. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται τόσο από τον πλούτο των ευρημάτων (Εικ. 69), σε όσους βρέθηκαν ασύλητοι, αλλά και από το γεγονός ότι η χρήση τους περιοριζόταν στην ταφή του άρχοντα και της οικογενείας του, ή εν πάση περιπτώσει της ανώτατης κοινωνικής βαθμίδας κάθε πολιτισμού. Δεν επρόκειτο δηλαδή για τάφους μιας ευρύτερης κοινότητας, όπως

132 Η εποχή της Χαλκοκρατίας 115 π.χ. γινόταν στα αντίστοιχα, πρωιμότερα θολωτά μνημεία της Μεσσαράς στην Κρήτη». Εικ. 68. Ο θολωτός τάφος Τζαννάτων από διαφορετικές οπτικές γωνίες χρονολογούμενος μεταξύ /1.100 π.χ. (Φωτ. στον Κολώνα 1994). Η ευρύτερη περιοχή του θολωτού τάφου Τζαννάτων λόγω γεωμορφολογίας προσφέρει θέσεις οχυρές και ερείσματα για άμυνα έναντι οποιασδήποτε χερσαίας ή θαλάσσιας απειλής, παράλληλα δε εξασφαλίζει τον έλεγχο των θαλάσσιων οδών και του εμπορίου προς τον κόλπο του Οτράντο και την Ιταλία. Η άμεση επίσης

133 116 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ γειτνίαση με τον Αίνο, την ξυλεία του και τα θηράματα, καθώς και η πλούσια κοιλάδα του Ηρακλείου στο εσωτερικό του Πόρου εξασφαλίζουν αυτάρκεια προϊόντων. Κατά τον Κολώνα (2007) τα πλεονεκτήματα της περιοχής, η στρατηγική σημασία της θέσης και ο πλούτος των ευρημάτων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι «εδώ βρισκόταν το επίκεντρο της μυκηναϊκής εξουσίας όχι μόνο για το νησί της Κεφαλονιάς, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή του κεντρικού Ιονίου». Αυτή η τόσο προσεκτικά διατυπωμένη διαπίστωση του αρχαιολόγου Λ. Κολώνα είναι πολύ σημαντική. Ενισχύει την άποψη ότι η πρωτεύουσα του ισχυρού κράτους, που ίδρυσε ο Λαέρτης, και το μυκηναϊκό κέντρο, απ όπου ξεκίνησε ο Οδυσσέας, πρέπει να αναζητηθούν στη ΝΑ. Κεφαλονιά, μια και τα έπη δεν αναφέρουν άλλο τόσο ισχυρό μυκηναϊκό κέντρο στο κεντρικό Ιόνιο. Είναι ένας από τους λόγους, για τους οποίους κατά την πορεία της παρούσας Διατριβής, όταν αναφερόμαστε στην Ομηρική Ιθάκη, εννοούμε και την Κεφαλονιά. Εικ. 69. Ευρήματα από τον θολωτό τάφο των Τζαννάτων (Φωτ. στον Κολώνα 1994, 2007).

134 Η εποχή της Χαλκοκρατίας 117 Πρόσφατες ανασκαφές στην περιοχή του Πόρου και πλησίον του Μυκηναϊκού τάφου έχουν αποκαλύψει μυκηναϊκό οικισμό. Με το πέρας των ανασκαφών αναμένονται σημαντικές ανακοινώσεις, οι οποίες θα απαντήσουν το ερώτημα εάν στον Πόρο της περιοχής Πρόννων ήταν ή όχι η έδρα του κράτους του Οδυσσέα. Τον απόηχο της εποχής αυτής, όσον αφορά στον τρόπο ζωής, στα γεωργικά προϊόντα και στην οικονομία, διασώζουν ο Ομηρος και η μυθική παράδοση. Θεωρήσαμε αναγκαίο λοιπόν, πριν από την εξαγωγή των συμπερασμάτων μας για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση κατά την περίοδο της Χαλκοκρατίας στην Κεφαλονιά, να αφιερώσουμε ιδιαίτερο κεφάλαιο στους Ομηρικούς χρόνους, αξιοποιώντας και την πληροφόρηση, που αντλούμε από τα Ομηρικά Έπη. Πρώτα όμως θα εκθέσουμε ορισμένες προσωπικές παρατηρήσεις σχετικά με τα ευρήματα των ανασκαφών, που αναφέραμε ανωτέρω. 3. Παρατηρήσεις και συμπεράσματα από ορισμένα ευρήματα των ανασκαφών μυκηναϊκής περιόδου Ορισμένα ευρήματα από τις ανασκαφές σε μυκηναϊκές θέσεις στην Κεφαλονιά, μας επιτρέπουν να διατυπώσουμε κάποια συμπεράσματα, όσον αφορά στην ποικιλότητα του φυσικού περιβάλλοντος και στις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση. Οι θυσίες ζώων παραγωγής, όπως βοών και αιγών στους τάφους των Μεταξάτων και της Κοντογενάδας, τα απανθρακωμένα λείψανα σίτου και κριθής από τη Λακκίθρα, καθώς και τα προϊόντα εισαγωγής (κοσμήματα, ήλεκτρο, στεατίτης) αποτελούν στοιχεία ότι η οικονομία στηρίζεται στο τρίπτυχο γεωργία, κτηνοτροφία, εμπόριο. Με την ύπαρξη του αγριοχοίρου στο νησί σχετίζεται και η παράδοση για τον Αγκαίο, βασιλιά της Σάμης, που φονεύθηκε από θηριώδη κάπρο στην προσπάθειά του να τον εξοντώσει (βλ. κεφ. IV, 1α). Με την παράδοση αυτή συνάδουν τα οστεολογικά κατάλοιπα από το σπήλαιο της Δράκαινας ηλικίας ~ π.χ. (Ύστερη Νεολιθική βλ. κεφ. ΙΙ, 4) και τα αρχαιολογικά ευρήματα από τους τάφους Α και Α4 της Λακκίθρας, στους οποίους κατά τις ανασκαφές Goekoop βρέθηκαν δόντια κάπρου. Στον Β τάφο Μεταξάτων επίσης κατά τις ανασκαφές Goekoop βρέθηκαν πέντε φακοειδείς λίθοι με γλυπτές απεικονίσεις ελάφου ή αιγάγρου (Μαρινάτος 1933). Η ανεύρεση δοντιών κάπρου και οι απεικονίσεις ζώων στους φακοειδείς λίθους μας οδηγούν να αναζητήσουμε το είδος της βλάστησης και τη μορφή του φυσικού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο τα άγρια αυτά ζώα ενδιαιτώνται και αναπαράγονται. Στον θολωτό τάφο Τζαννάτων βρέθηκαν επίσης δύο σφραγιδόλιθοι με ενδιαφέρουσες παραστάσεις. Ο α (Εικ. 70) απεικονίζει ζώο, του οποίου το σχήμα του σώματος μας παραπέμπει περισσότερο σε κυνηγετικό σκύλο. Ο β όμως απεικονίζει καθαρά σκηνή κυνηγίου: ζώο καταδιωκόμενο από βέλη. Η ταυτότητα του θηράματος δυσπροσδιόριστη. Εκ πρώτης όψεως το ζώο φαίνεται να έχει ουρά. Εφ όσον πρόκειται για έλαφο ή αίγαγρο, δεν δικαιολογείται η ουρά. Με προσεκτικότερη όμως παρατήρηση διαπιστώνουμε ότι αυτή εκφύεται από το άνω μέρος του αριστερού μηρού του ζώου. Η αφύσικη ανατομικά θέση της και το τοξοειδές σχήμα της αποκλείουν ότι πρόκειται περί ουράς. Το σχήμα

135 118 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ανταποκρίνεται περισσότερο στο όπλο του κυνηγίου, το τόξο, το οποίο κρατεί μία αμυδρά σκιαγραφούμενη όρθια μορφή με το ένα άκρο του να καλύπτει τον μηρό του ζώου. Στην περίπτωση που ο σφραγιδόλιθος απεικονίζει έλαφο, δεν δημιουργείται περαιτέρω προβληματισμός, γιατί η παρουσία του ζώου αυτού μαρτυρείται στην Κεφαλονιά από την εποχή του λίθου (βλ. κεφ. ΙΙ, 1). Η έλαφος επέζησε μέχρι και τις αρχές του 17 ου αι., όπως βεβαιώνεται από τον Ενετό προβλεπτή του νησιού Ανδρέα Μοροζίνη ( ), επί της εποχής του οποίου φονεύθηκε το τελευταίο άτομο του είδους (Λοβέρδος 1888). Την ύπαρξή της μαρτυρούν επίσης και τα υπάρχοντα μέχρι σήμερα τοπωνύμια (π.χ. Ελαφώνα στην Κρανιά, Ελαφόπορος στα Σίσσια Κεφ/νιάς). Εάν όμως στη σκηνή του κυνηγίου ταυτοποιηθεί τελικά ο αίγαγρος, σημαίνει ότι το ζώο, για να αποτελεί θήραμα, ανήκε στην άγρια πανίδα. Έχουμε την άποψη ότι το στοιχείο αυτό θα προβληματίσει μελλοντικά για την παρουσία της Capra aegagrus στην Κεφαλονιά ή άλλου άγριου αιγοειδούς. Στην ομηρική Ιθάκη πάντως οι νέοι με τον Άργο, τον σκύλο του Οδυσσέα, κυνηγούσαν άγριες αίγες, δορκάδες και λαγούς (Οδ ρ : «Ἄργος, / τὸν δὲ πάρροιθεν ἀγίνεσκον νέοι ἄνδρες /αἶγας ἐπ ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς.»). Αυτό σημαίνει ότι, άγνωστο από πότε, υπήρχαν στο νησί αγριόγιδα (βλ. κεφ. ΙΙΙ,3). α β Εικ. 70. Σφραγιδόλιθοι από τον θολωτό τάφο Τζαννάτων. Στον α απεικονίζεται πιθανόν κυνηγετικός σκύλος (;). Οι τρεις παράλληλες γραμμές, που υποδεικνύει το βέλος, ίσως να συμβολίζουν φύλλα Ελάτης. Στον β απεικονίζεται έλαφος (;) ή αίγαγρος (;) «καταδιωκόμενος» από βέλη. Η ταυτοποίηση του εικονιζόμενου ζώου αμφίβολη (Φωτ. στον Κολώνα 2007). Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε σήμερα ο βιότοπος των ειδών αυτών (ελάφου και κάπρου) είναι τα πλούσια δάση αείφυλλων, οι πυκνοί θαμνώνες και τα χορτολίβαδα με την άφθονη ποώδη αυτοφυή βλάστηση. Στη σύγχρονη εποχή συναντάμε τα ζώα αυτά σε περιοχές, που πληρούν τους όρους διαβίωσης μακριά από το εξοντωτικό κυνήγι και τη γειτνίαση με τους ανθρώπους, αλλά σε προοδευτικά μειούμενους πληθυσμούς. Τα ελάφια τρέφονται με χλωρά πράσινα φύλλα, βαλανίδια, τρυφερούς βλαστούς και φλοιούς δένδρων, αλλά και από πεσμένους στο έδαφος καρπούς οξυάς, η οποία δεν αναμένεται να φυόταν στην Κεφαλονιά. Την ημέρα κρύβονται σε πυκνή βλάστηση. Από το είδος Cervus elaphus σήμερα έχουν απομείνει λίγα άτομα στην περιοχή της Ροδόπης, της

136 Η εποχή της Χαλκοκρατίας 119 Σιθωνίας και της Πάρνηθας. Το αγριογούρουνο προτιμά τα δάση με την πυκνή βλάστηση, αλλά και τις φυτείες με καλλιεργούμενα είδη και λασπότοπους για το λουτρό του. Είναι ζώο παμφάγο. Τρώει ό,τι και το ελάφι με επιπλέον ρίζες, φρούτα, ασπόνδυλα π.χ. γαιοσκώληκες και μικρά σπονδυλωτά, π.χ. τρωκτικά, ερπετά και άλλα μικρά ζώα (Macdonald & Barrett 1993). O βιότοπος του αιγάγρου είναι οι ορεινές, απόκρημνες και βραχώδεις περιοχές. Το ζώο αυτό τρέφεται με βλαστούς και φύλλα της μακκίας κυρίως Quercus. Αυτό ο τύπος βιοτόπου είναι συχνός στην Κεφαλονιά. Η Κεφαλονιά είναι το μεγαλύτερο σε έκταση νησί του Ιονίου. Έχει χαρακτήρα ορεινό. Διατηρεί ακόμη και σήμερα ικανό ποσοστό πυκνόφυτων δασικών εκτάσεων. Η ύπαρξη των αναφερόμενων ζώων κατά τη μυκηναϊκή περίοδο στο νησί αναδεικνύει ένα φυσικό περιβάλλον, το οποίο ανταποκρίνεται στην ανωτέρω περιγραφή των βιοτόπων ελάφου, κάπρου και αιγάγρου. Όπως συνάγεται από την ύπαρξη των ζώων αυτών, δεν έχει ακόμη υποστεί καθοριστικές αρνητικές επιπτώσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Πυκνή και υψηλή ακμαία βλάστηση από πρίνους (Quercus coccifera), αριές (Quercus ilex), κουμαριές, (Arbutus unedo και Α. adrachne), σχίνους (Pistacia lentiscus), κοκκορεβιθιές (Pistacia terebinthus), χρυσόξυλο (Cotinus coggygria), κράταιγους (Crataegus sp.) κ.ά. εξακολουθούν και σήμερα να υπάρχουν στο νησί. Πυκνοί επίσης θαμνότοποι και φρυγανότοποι καταλαμβάνουν μεγάλες και συνεχόμενες εκτάσεις, πεδιάδες με ποώδη βλάστηση, αλλά και περιοχές με αναπτυσσόμενες καλλιέργειες. Η πλούσια δενδρώδης βλάστηση από είδη Quercus και άλλα είδη, πολύ περισσότερο δε το ελατόδασος του Αίνου αποτελούσαν ιδανικό βιότοπο για μανιτάρια και διάφορα βολβώδη. Σήμερα λόγω της νησιωτικής απομόνωσης, που δεν επιτρέπει εμπλουτισμό της πανίδας, λόγω επίσης του κυνηγίου και της καταστροφής των ενδιαιτημάτων τους δεν υπάρχουν πλέον στο νησί τα αναφερόμενα μεγάλα θηλαστικά. Εκτός από την έλαφο, που μαρτυρείται η παρουσία του τελευταίου ατόμου μέχρι την περίοδο της Ενετοκρατίας, δεν γνωρίζουμε πότε εξαφανίστηκαν από το νησί ο κάπρος και ο αίγαγρος. Από την παρατήρηση επίσης των δύο εικονιζόμενων σφραγιδολίθων από τον θολωτό τάφο Τζαννάτων (Εικ. 71) διαπιστώσαμε το εξής: ο σφραγιδόλιθος α κατά την άποψή μας φέρει στο κέντρο σχηματοποιημένο κλαδίσκο κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica) με τα βελονοειδή φύλλα σε αμφίπλευρη διάταξη. Δεξιά και αριστερά του κεντρικού αυτού μοτίβου και παράλληλοι προς αυτό απεικονίζονται κλαδίσκοι Ελάτης κατά το ήμισυ, με τα φύλλα μόνον της αριστερής ή δεξιάς πλευράς αντιστοίχως. Απεικονίζεται δηλαδή μόνον η μία πλευρά της κατακόρυφης διάταξης των φύλλων, η οποία είναι συμμετρική και παράλληλη προς την αντίστοιχη πλευρά του κεντρικού κλαδίσκου. Ο σφραγιδόλιθος β φέρει χάραξη με όρθιο κλαδίσκο, πιθανότατα Ελάτης, και αριστερά δυσδιάκριτη παράσταση ίσως ανθρώπινης μορφής (;). Ομοίως οι τρεις παράλληλες εγχαράξεις, που σημειώνουμε με το βέλος στο αριστερό μέρος του σφραγιδολίθου α στην εικόνα 70, μας δίνουν την εντύπωση ατελούς συμβολικής απεικόνισης φύλλων επίσης Ελάτης. Θεωρούμε ότι οι σφραγιδόλιθοι της εικόνας 71 και ίσως της 70 φέρουν την αρχαιότερη απεικόνιση της κεφαλληνιακής Ελάτης. Οι απεικονίσεις αυτές της Ελάτης στους σφραγιδολίθους της περιοχής των Πρόννων κατά τη μυκηναϊκή

137 120 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ περίοδο σε συνδυασμό με τη διαπιστωμένη από τις ανασκαφές πληροφορία ότι η Κεφαλονιά είχε εμπλακεί κατά την περίοδο αυτή στο θαλάσσιο εμπόριο της Αδριατικής (ό.π.) μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είχε αρχίσει ήδη η εκμετάλλευση της ξυλείας του Αίνου για την κατασκευή πλοίων. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αρχή μιας σοβαρής παρέμβασης στο περιβάλλον. Η επίδοση στις θαλάσσιες δραστηριότητες προϋποθέτει και τον απαιτούμενο φυσικό πόρο, που θα εξασφαλίσει την πρώτη ύλη της ναυπηγικής. α β Εικ. 71. Εγχάρακτοι σφραγιδόλιθοι από τον θολωτό τάφο Τζαννάτων, ο α απεικονίζει κλαδίσκους με φύλλα Ελάτης, ο β δυσδιάκριτη παράσταση ίσως καθήμενης ανθρώπινης μορφής (;) αριστερά και κλαδίσκο Ελάτης δεξιά (Φωτ. στον Κολώνα 2007). Η ύπαρξη του δάσους της Ελάτης είναι το πιο σημαντικό στοιχείο, που στηρίζει την εξουσία του βασιλιά-άρχοντα της περιοχής των Πρόννων. Όπως θα διαπιστώσουμε, η εκμετάλλευση της κεφαλληνιακής Ελάτης θα συνεχιστεί και στη μετέπειτα περίοδο των κλασικών χρόνων και θα γίνει πιο συστηματική.

138 ΚΕΦ. VIΙ. ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ KAI ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ 1. Κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα. Η ιδιοκτησία της γης και oι επιπτώσεις στο περιβάλλον Η πληθυσμιακή κινητοποίηση, που εκδηλώθηκε στον ελλαδικό χώρο με την κάθοδο των ελληνικών φύλων από τα μέσα περίπου της 3 ης π.χ. χιλιετίας και ιδίως αυτή των Δωριέων περί το τέλος του 12 ου π.χ. αι. άλλαξε όχι μόνο την ανθρωπογεωγραφία του χώρου και την έκφραση του πολιτισμού, αλλά μετατρέποντας την ύπαιθρο σε πεδίο ταραχών και πολεμικών συγκρούσεων επέφερε μεγάλες καταστροφές τόσο στο φυσικό, όσο και στο διαμορφωμένο από τον άνθρωπο περιβάλλον. Ἐπειδή «πᾶσα γὰρ ἡ Ἑλλάς ἐσιδηροφόρει διὰ τὰς ἀφάρκτους τε οἰκήσεις καὶ οὐκ ἀσφαλεῖς παρ ἀλλήλους ἐφόδους», ὅπως γράφει ο Θουκυδίδης (βιβλ. Α. 6, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992), η γεωργία εγκαταλείπεται, καλλιέργειες, αμπέλια και ελαιώνες καταστρέφονται, η ύπαιθρος ερημώνεται. Κάθε δραστηριότητα σταματάει είτε από τον φόβο είτε από την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού λόγω των πολέμων με συνέπεια την κατάρρευση της οικονομίας. Με την εγκατάστασή τους τα φύλα έκαμαν μεταξύ τους κατανομή της γης μέχρι το επίπεδο του γένους (Σακελλαρίου 1971). Η οικογενειακή και η ατομική ιδιοκτησία θα εμφανισθούν αργότερα. Στη Σπάρτη από τον 8 ο π.χ. αι. υπάρχει η οικογενειακή ιδιοκτησία με τη μορφή του κλήρου. Οι εύφορες γαίες καλλιεργούνται, οι δασωμένες, οι άγονες και οι βραχώδεις γίνονται βοσκοτόπια. Κατά την κατανομή των γαιών διακρίνονται τρία είδη ιδιοκτησίας: το τέμενος, ο κλήρος και τα αγροκτήματα, που δημιουργήθηκαν σε περιοχές μη διεκδικούμενες. Το τέμενος ήταν τμήμα γης χωρισμένο και περιφραγμένο με συγκεκριμένη έκταση, όπως προσδιορίζεται και στα ομηρικά έπη. (Ιλ. I βλ. Monro & Allen 1958: «ἔνθα μιν ἤνωγον τέμενος περικαλλὲς ἑλέσθαι πεντηκοντόγυον», δηλ. τέμενος πενήντα στρεμμάτων). Η λέξη ετυμολογείται από το τέμνω, εξ αιτίας των τομών, που έκαναν οι ειδικοί γεωμέτρες κατά τη διανομή της γης, είτε επρόκειτο για καλλιέργεια είτε για τόπο αφιερωμένο σε θεότητα. Τα τεμένη δίνονταν σε βασιλείς ή σε ήρωες, ενώ οι κλήροι μέχρι το επίπεδο των οικογενειών καθιερώνονται αργότερα. Αυτός ο τρόπος κατανομής, που περιγράφεται στην Οδύσσεια, απεικονίζει και το πολιτικοκοινωνικό καθεστώς, που διαφοροποιεί ταξικά την ομηρική κοινωνία. Στη μυθική Σχερία με την εγκατάσταση των αποίκων Φαιάκων γίνεται διανομή της γης από τον αρχηγό τους Ναυσίθοο (Οδ. ζ 7 10, βλ. Allen 1958/ 1962: «Ναυσίθοος θεοειδής, /...καὶ ἐδείματο οἴκους, /καὶ νηοὺς ποίησε θεῶν, καὶ ἐδάσσατ ἀρούρας»). Την ίδια εποχή, δηλαδή τον 8 ο αι. π.χ., όπως μας πληροφορεί ο Ησίοδος, η ιδιοκτησία εμφανίζεται και στη Βοιωτία (Σακελλαρίου 1971). Ο ποιητής

139 122 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ πιθανότατα γεννήθηκε στη βοιωτική πόλη Άσκρα, όπου μετανάστευσε ο πατέρας του από την Κύμη της Αιολίδας. Στην πόλη οφείλεται και η προσωνυμία του Ησιόδου Ἀσκραῖος. Εκεί αρχικά ασχολήθηκε με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, τις οποίες εγκατέλειψε χάριν της ποίησης. Tα ησιόδεια έπη αποτελoύν σημαντική πηγή για τις παρεμβάσεις του ανθρώπου στη φύση μέσα από την άσκηση της γεωργίας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί μετά τον 8 ο π.χ. αι. στον ελλαδικό χώρο. Ο Ησίοδος στους στίχους του έπους «Ἔργα καί Ἡμέραι» (βλ. Ιακώβ & Γκιργκένης 2001) μας δίνει μία πολύ σαφή εικόνα των γεωργικών εργασιών της εποχής του. Απευθυνόμενος στον αδελφό του Πέρση τον συμβουλεύει να πηγαίνει φθινόπωρο στο δάσος και να επιλέγει ξεχωριστά τα κατάλληλα ξύλα για την κατασκευήν δύο αρότρων, το ένα αὐτόγυον και το άλλο πηκτόν. Το πρώτο να είναι ομοιογενές, φτιαγμένο από το ίδιο ξύλο, ενώ το κάθε κομμάτι του δεύτερου, που το θεωρεί καλύτερο, να φτιάχνεται από τέσσερα διαφορετικά ξύλα: δάφνης, φτελιάς, βαλανιδιάς και δρυός. Σε απομονωμένα χωριά της Ελλάδας ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να δει αυτό το ησιόδειο ξύλινο άροτρο (Εικ. 72). Οι εικόνες, που περιγράφει ο ποιητής, δεν διαφέρουν πολύ από αυτές της ελληνικής αγροτικής κοινωνίας, στις περιοχές, όπου διατηρούνται ακόμη οι παραδοσιακές μέθοδοι καλλιέργειας. Κατά την άποψή μας η εμφάνιση της οριοθετημένης ιδιοκτησίας και η συνακόλουθη κατάτμηση της γης με τη μορφή του κλήρου αποτελούν ουσιαστική παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση, γιατί σημαίνουν την εξουσία του σε αυτήν με τη μορφή κατοχής στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος και δικαίωμα κατά βούληση επιβολής πράξεων, που αλλοιώνουν την παρθένα μορφή του. Εικ. 72. Όργωμα. Από αρχαϊκή κύλικα στο Μουσείο του Λούβρου (Φωτ. στον Σακελλαρίου Ιστορ. Ελ/κού Έθνους, τόμ. Β, Εκδοτική). 2. Άνθρωπος και φύση στην Κεφαλονιά Ιθάκη του Ομήρου. Γεωργία και κτηνοτροφία Καλῶς δὲ κἀκεῖνος εἶπεν ὅτι ἔφη τὴν γεωργίαν τῶν ἄλλων τεχνῶν μητέρα καὶ τροφὸν εἶναι. Εὖ μὲν γὰρ φερομένης τῆς γεωργίας ἔρρωνται καὶ αἱ ἄλλαι τέχναι ἅπασαι, ὅπου δ ἂν ἀναγκασθῇ ἡ γῆ χερσεύειν, ἀποσβέννυνται καὶ αἱ ἄλλαι τέχναι σχεδόν τι καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν. (Ξενοφῶντος «Οἰκονομικός»: 5.17, βλ. Φ.Ο.Κ.1993).

140 Φυσικό περιβάλλον και αγροτική οικονομία στους ομηρικούς χρόνους 123 Οι καταστροφικές για το περιβάλλον επιπτώσεις της δωρικής καθόδου είναι αυτονόητο ότι έπληξαν περισσότερο την ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο απ όσο τα νησιά του Ιονίου. Η αιτία, κατά την άποψή μας, ήταν ότι αυτά δεν αποτελούσαν πρώτο στόχο για κατάκτηση. Έτσι τα μεταναστευτικά κύματα προς τα νησιά δεν ήταν τόσο μαζικά, πολυάνθρωπα και ορμητικά, όσο τα πρώτα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα νησιά και μαζί με αυτά και η Κεφαλονιά θα έμειναν εντελώς αλώβητα μέσα στη γενικότερη αναστάτωση. Θα βίωσαν, όπως και η υπόλοιπη Ελλάδα, την πολιτισμική φάση του Αρχαϊκού Μεσαίωνα, που επέφερε η μετακίνηση των φύλων. Δυστυχώς οι γνώσεις μας για τη σκοτεινή αυτή εποχή είναι πολύ ελλιπείς λόγω της απουσίας μαρτυριών και ανασκαφικών δεδομένων. Μόνη πηγή η μυθική παράδοση, όσο μπορεί να κριθεί αξιόπιστη, και ο Όμηρος. Από τα ομηρικά έπη αντλούμε τις πρώτες πληροφορίες για την ενασχόληση του ανθρώπου με τη γη. Περιοριζόμαστε στον Όμηρο, γιατί εκτός από τις αναφορές, που υπάρχουν στην Ιλιάδα για αγροτικές εργασίες, η Οδύσσεια επικεντρώνεται στον δικό μας χώρο του Ιονίου, που αφορά στην παρούσα Διατριβή. Η πληροφόρηση αυτή βέβαια αφορά εν μέρει στους μυκηναϊκούς χρόνους και εν μέρει στη Γεωμετρική περίοδο, που ακολούθησε μετά την κάθοδο των Δωριέων από τον 11 ο μέχρι και τον 8 ο π.χ. αιώνα. Ο Όμηρος σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ηροδότου ότι ήταν αρχαιότερός του κατά 400 χρόνια, υπολογίζεται ότι έζησε περί το 850 π.χ., ενώ η νεότερη έρευνα τον τοποθετεί περί το 750 π.χ. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο ποιητής έζησε πολύ αργότερα από τα Τρωικά «πολλῷ γάρ ὕστερον ἔτι καὶ τῶν τρωικῶν γενόμενος» (Α. 3. 3, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992). Ενώ λοιπόν ο Όμηρος περιγράφει γεγονότα των μυκηναϊκών χρόνων, ταυτόχρονα ενσωματώνει στα έπη και στοιχεία από τη δική του εποχή, τη Γεωμετρική. Αναμφίβολα μία πρώτη εικόνα για τη φύση της Κεφαλονιάς μας δίνει η Οδύσσεια. Παρ όλο που η εικόνα είναι αμυδρή, δεν παύει να αποτελεί μία πηγή, με τη βοήθεια της οποίας μπορούμε να σκιαγραφήσουμε, έστω και θαμπά, το φυσικό περιβάλλον και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις. Από τη φύση της Ιθάκης, σχετικά πρόσφατα αποχωρισμένης γεωλογικά από την Κεφαλονιά, μόλις χρόνια πριν από σήμερα (Εισαγ. Εικ. 8), καθώς και από την οργάνωση και την έκταση του Μυκηναϊκού κράτους του Οδυσσέα, μπορούμε να έχουμε μία συγκριτική γενική εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος. Κατά τη διάρκεια της παρούσας Διατριβής ταυτίζουμε κατά κάποιο τρόπο τα δύο νησιά, επειδή πολλά ερωτήματα σχετικά με την ομηρική Ιθάκη δεν έχουν ακόμη οριστικά απαντηθεί. Από την αρχαιότητα ήδη υπήρχε διαφωνία μεταξύ των συγγραφέων ως προς την ταυτοποίηση των τοπωνυμίων της ομηρικής Ιθάκης. Από την πλειάδα των επιστημόνων και ερευνητών, που αναζήτησαν την πατρίδα του Οδυσσέα και ασχολήθηκαν με την ομηρική γεωγραφία, μεταξύ άλλων ενδεικτικά μόνον αναφέρουμε από τους παλαιότερους τους Gell 1807, Άννινο - Καβαλιεράτο 1900, Dӧrpfeld 1905, Goekoop 1908, και από τους νεότερους επίσης ενδεικτικά τους Συμεόνογλου 1984, Τσιμαράτο 1998, Λιβαδά Τουμασάτο 1993, Putman Cramer & Mεταξά 2000, Τζάκο 2002, Πανταζή 2002, Bittlestone & al. 2005, Κορδώση Η Κεφαλονιά ή τμήμα της ήταν στην επικυριαρχία του Οδυσσέα. Άλλωστε το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε από τον οριστικό διαχωρισμό Κεφαλονιάς

141 124 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ και Ιθάκης (9.000 χρόνια πριν από σήμερα) μέχρι την εποχή των επών (8 ο π.χ. αι.) είναι πολύ μικρό για τη διαδικασία της εξέλιξης των ειδών, που είναι γνωστό ότι απαιτεί πολύ περισσότερο χρόνο. Επομένως είναι ανεδαφικό να θεωρήσουμε ότι η χλωρίδα των δύο νησιών μέσα σε αυτό το διάστημα διαφοροποιήθηκε τόσο, ώστε να ακολούθησε ξεχωριστό δρόμο κατά τη μετέπειτα εξελικτική της πορεία. Έτσι, όταν αναφερόμαστε στη φύση της ομηρικής Ιθάκης, εννοούμε και τη φύση της Κεφαλονιάς. Ανιχνεύοντας λοιπόν το φυσικό περιβάλλον της Κεφαλονιάς μέσα από τους διάφορους μύθους, που διέσωσε η παράδοση και τα ομηρικά έπη, εμείς συγκρατούμε τα στοιχεία εκείνα, που προδίδουν τις ασχολίες των κατοίκων, τα κίνητρα του πολεμικού ανταγωνισμού και γενικά ό,τι σε σχέση με τη φύση συγκροτεί τον οικονομικό ιστό της εποχής, γιατί η οικονομία εξακολουθεί να είναι μικτή. Το προηγούμενο αγροτοκτηνοτροφικό στάδιο με την οργάνωση της οικιακής οικονομίας έχει εξελιχθεί στην εξισορρόπηση παραγωγής και κατανάλωσης, που εξασφαλίζει την αυτάρκεια. Προστίθενται επίσης και προϊόντα του δευτερογενούς τομέα παραγωγής, προερχόμενα από ανταλλακτικό εμπόριο ή πειρατεία, δραστηριότητα στην οποία κατ εξοχήν επιδίδονταν οι Κεφαλλήνες και οι προκάτοχοί τους Τάφιοι. Την εξουσία αρχικά διαχειριζόταν ο βασιλιάς, που ήταν ο εκάστοτε απόγονος και κληρονόμος της βασιλικής δυναστείας. Αργότερα διαχωρίζεται και η τάξη των ευγενών από τον λαό. 2α. Κτηνοτροφία Στοιχεία του πλούτου και του κύρους των βασιλέων αποτελούσαν τα πολυάριθμα κοπάδια από πρόβατα, οι αγέλες των βοδιών και οι γαίες για βοσκή και καλλιέργεια, όπως καταφαίνεται και από τα χαρακτηριστικά επίθετα του ομηρικού λεξιλογίου: πολύκληρος, πολυπάμων (αυτός που έχει πολλά κτήματα), πολύλειος (πλούσιος σε σπορές,) πολύμηλος (αυτός που έχει πολλά πρόβατα), πολυβούτης (πλούσιος σε κοπάδια από πρόβατα και βόδια), ενώ άκληρος αυτός που δεν έχει κλήρους γης, δηλαδή κανένα περιουσιακό στοιχείο. Το κυνήγι, όπως και στους μυκηναϊκούς χρόνους δεν ασκείται πλέον με αποκλειστικό σκοπό τη διατροφή. Ο χαρακτήρας του είναι περισσότερο κοινωνικός. Έχει εξελιχθεί σε κοσμική και ψυχαγωγική, δραστηριότητα, άσκηση δεξιοτήτων, επίδειξη ρώμης και θάρρους για την αντιμετώπιση και θανάτωση καταστρεπτικού θηρίου (άθλος). Ο Οδυσσέας την περίφημη ουλή στο πόδι, η οποία αποκάλυψε στην πιστή Ευρύκλεια την πραγματική του ταυτότητα, την είχε αποκτήσει σε κυνήγι κάπρου στον Παρνασσό, όταν πήγε να επισκεφθεί τον παππού του Αυτόλυκο (Οδ. τ : «αὐτίκα δ ἔγνω / οὐλήν, τήν ποτέ μιν σῦς ἤλασε λευκῷ ὀδόντι»). Αγριόγιδα, δορκάδες και λαγοί ήταν τα θηράματα, που κυνηγούσαν οι νέοι με τον Άργο, τον σκύλο του Οδυσσέα, όταν αυτός έφυγε στην Τροία (Οδ ρ : «Ἄργος, / τὸν δὲ πάρροιθεν ἀγίνεσκον νέοι ἄνδρες /αἶγας ἐπ ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς.»). Η λεία του κυνηγιού δεν αποτελεί πλέον στοιχείο της οικονομίας. Τα θηράματα έχουν αντικατασταθεί από τα εξημερωμένα ζώα παραγωγής, που ο άνθρωπος τα ελέγχει ως ιδιοκτήτης. Συχνά γίνονται αντικείμενο διεκδίκησης μεταξύ αντιπάλων και η αρπαγή τους σημαίνει αμφισβήτηση της εξουσίας και αιτία πολέμου.

142 Φυσικό περιβάλλον και αγροτική οικονομία στους ομηρικούς χρόνους 125 Κατά την παράδοση η αφορμή του πολέμου μεταξύ των Ταφίων, απογόνων του Ποσειδώνα και πρώτων επώνυμων κατοίκων της Κεφαλονιάς αφ ενός, και της πανστρατιάς των αντιπάλων Αχαιών αφ ετέρου ήταν η ζωοκλοπή. Οι γιοί του Πτερελάου της Τάφου έκλεψαν τα βόδια του Ηλεκτρύωνα, βασιλιά των Μυκηνών, διεκδικώντας έτσι και τον μυκηναϊκό θρόνο (βλ. και κεφ. IV, 1). Ο γιος του βασιλιά Πριάμου Πάρις έβοσκε τα ζώα του στην Ίδη, όταν εμφανίστηκαν μπροστά του οι τρεις θεές, για την κρίση της «καλλίστης». Εκτός από τους βασιλείς, ως βοσκοί ή ιδιοκτήτες βοών και αιγοπροβάτων εμφανίζονται και οι θεοί, αλλά και αυτοί υποκύπτουν στον πειρασμό της ζωοκλοπής, όπως π.χ. ο Ερμής, ο οποίος κλέβει τα βόδια του Απόλλωνα. Ο θεός Ήλιος στη νήσο Θρινακία είχε κοπάδια από βόδια και πρόβατα, τα οποία οι σύντροφοι του Οδυσσέα έσφαξαν και έφαγαν διαπράττοντας θανάσιμο αμάρτημα (Οδ. λ ). Από τα οικόσιτα ζώα τα άλογα και τα βόδια θεωρούνταν ανεκτίμητο βασιλικό δώρο και εξιλαστήρια προσφορά στους θεούς (εκατόμβη). Τα πρώτα ήταν συνυφασμένα με τις πολεμικές δραστηριότητες, ενώ τα δεύτερα μαζί με τα ιπποειδή (όνους και ημιόνους) με τη διαδικασία της παραγωγής. Συχνά τα χρησιμοποιούσαν και ως ανταλλακτικό μέσο. Ο Όμηρος αναφέρει ότι ο Λαέρτης αγόρασε την Ευρύκλεια δίνοντας στον πατέρα της είκοσι βόδια (Οδ. α : Εὐρύκλεια / τήν ποτε Λαέρτης πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσι, / πρωθήβην ἔτ ἐοῦσαν, ἐεικοσάβοια δ ἔδωκεν). Μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων του Οδυσσέα συμπεριλαμβάνονταν και κοπάδια από βόδια, τα οποία έβοσκαν στη γη των Κεφαλλήνων (Οδ. υ ) «Ὀδυσσῆος ἀμύμονος, ὅς μ ἐπὶ βουσὶν / εἷσ ἔτι τυτθὸν ἐόντα Κεφαλλήνων ἐνὶ δήμῳ». Ενώ γίνεται πολύς λόγος για τα αναρίθμητα αιγοπρόβατα, τους χοίρους και τα βόδια ως περιουσιακό στοιχείο του Οδυσσέα, δεν αναφέρονται τα άλογα. Αυτό κατά την άποψή μας οφείλεται στο γεγονός ότι στην Κεφαλονιά και στην ακόμη μικρότερη Ιθάκη δεν υπάρχουν μεγάλες πεδινές εκτάσεις, όπως στο ἱππόβοτον Άργος, στην Ήλιδα και στην Πύλο, όπου ο Νέστωρ, κατά μία ερμηνεία του χαρακτηρισμού γερήνιον ἱππότα, είναι ἱππήλατος γέρων (αλογατάρης). Άλλωστε ο Οδυσσέας ως νησιώτης διακρίνεται περισσότερο για τις ικανότητές του στη θάλασσα. Οι εκτάσεις στις περιοχές της Κραναίας, των Πρόννων και του Λιβαδίου στην Παλική, που τότε θα ήταν περισσότερο ελώδεις, προσφέρονταν περισσότερο για την εκτροφή βοοειδών. Όμως για τις αγροτικές εργασίες στην ομηρική Ιθάκη χρησιμοποιούσαν ημιόνους, οι οποίοι είναι πιο δυνατοί, περισσότερο ανθεκτικοί και ευπροσάρμοστοι στα δύσβατα εδάφη. Με την κοπριά τους επίσης λίπαιναν τους αγρούς. (Οδ. ρ : «ἐν πολλῇ κόπρῳ, ἥ οἱ προπάροιθεν θυράων / ἡμιόνων τε βοῶν τε ἅλις κέχυται..». Αξίζει επίσης να μνημονεύσουμε το χοιροστάσιο του Οδυσσέα. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν οργανωμένο σύμφωνα με τους σύγχρονους κανόνες εκτροφής. Βρισκόταν μέσα σε περιφραγμένο χώρο. Είχε δώδεκα διαμερίσματα, για να αναπαύονται και να κοιμούνται οι χοίροι, από πενήντα σε κάθε διαμέρισμα, χωριστά τα αρσενικά από τα θηλυκά και απασχολούσε 24 χοιροβοσκούς σε έξι ομάδες των τεσσάρων ατόμων η κάθε μία (Οδ. ξ 5 22). Ο άνθρωπος είχε τόσο πολύ την ανάγκη των οικόσιτων και των ζώων παραγωγής και ήταν τόσο εξαρτημένος από αυτή τη ζωτική για την επιβίωσή του

143 126 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ σχέση, ώστε τους απέδωσε υπερφυσικές ή τερατώδεις ιδιότητες, με τις οποίες άλλοτε έβλαπταν και άλλοτε βοηθούσαν τους ανθρώπους, π.χ. ο ταύρος της Κρήτης, τα ανθρωποφάγα άλογα του Διομήδη, τα βόδια του Γηρυόνη, ο φτερωτός Πήγασος κ.ά. 2β. Γεωργία Η καλλιέργεια της γης θεωρείται από τις ευγενέστερες εργασίες, ενώ η εγκατάλειψη των αγρών επικρίνεται. Ο Όμηρος μέμφεται τους Κύκλωπες, που μολονότι έχουν εύφορη γη, την αφήνουν ακαλλιέργητη και άσπαρτη και ασχολούνται με την αιγοτροφία (Οδ. ι : «ἀλλ ἥ γ ἄσπαρτος καὶ ἀνήροτος ἤματα πάντα / ἀνδρῶν χηρεύει, βόσκει δέ τε μηκάδας αἶγας». Η γεωργία είναι η βασική πηγή οικονομίας, γιατί ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί το εμπόριο, η ναυτιλία και ο αποικισμός. Τα εύφορα μέρη εκθειάζονται. Η Φθία, η πατρίδα του Αχιλλέα, δεν βγάζει μόνο παλληκάρια, αλλά είναι και ἐριβῶλαξ, δηλαδή γη με μεγάλους χωμάτινους σβώλους, εύφορη (Ιλ. Α 155). Η γη πρέπει να οργώνεται τρεις φορές (Οδ. ε 127: «.. νειῷ ἔνι τριπόλῳ», Ιλ. Σ 542: «Ἐν δ ἐτίθει νειὸν μαλακήν, πίειραν ἄρουραν, / εὐρεῖαν τρίπολον» ). Στο Σ της Ιλιάδας (550 κ. ε.) περιγράφεται ο θερισμός με τα δρεπάνια, τα δεμάτια με τους στάχεις, η χαρά του βασιλιά ιδιοκτήτη, όταν βλέπει το αποτέλεσμα της συγκομιδής, η καλλιέργεια της αμπέλου και ο τρύγος: «Ἐν δ ἐτίθει τέμενος βασιλήϊον / ἔνθα δ ἔριθοι ἤμων ὀξείας δρεπάνας ἐν χερσὶν ἔχοντες. / δράγματα δ ἄλλα μετ ὄγμον ἐπήτριμα πῖπτον ἔραζε, / ἄλλα δ ἀμαλλοδετῆρες ἐν ἐλλαδενοῖσι δέοντο. / τρεῖς δ ἄρ ἀμαλλοδετῆρες ἐφέστασαν αὐτὰρ ὄπισθε / παῖδες δραγμεύοντες, ἐν ἀγκαλίδεσσι φέροντες / ἀσπερχὲς πάρεχον βασιλεὺς δ ἐν τοῖσι σιωπῇ / σκῆπτρον ἔχων ἑστήκει ἐπ ὄγμου γηθόσυνος κῆρ/ Ἐν δὲ τίθει σταφυλῇσι μέγα βρίθουσαν ἀλωὴν / καλὴν χρυσείην μέλανες δ ἀνὰ βότρυες ἦσαν, / ἑστήκει δὲ κάμαξι διαμπερὲς ἀργυρέῃσιν». Περιγράφεται στη συνέχεια το πλούσιο δείπνο στο τέλος της κοπιαστικής εργασίας. Η εικόνα αυτή του αγροτικού βίου είναι γνώριμη και στη σημερινή Ελλάδα. Ο τρόπος καλλιέργειας και τα γεωργικά εργαλεία παραμένουν τα ίδια με την εποχή της Χαλκοκρατίας, όπως και οι εργασίες προετοιμασίας του εδάφους (Σακελλαρίου 1971). Τα χωράφια λιπαίνονται με κόπρο ζώων, η οποία συλλέγεται σε σωρούς και μεταφέρεται από τις δούλες στους αγρούς (Οδ. ρ : «δὴ τότε κεῖτ ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος, / ἐν πολλῇ κόπρῳ, ἥ οἱ προπάροιθε θυράων / ἡμιόνων τε βοῶν τε ἅλις κέχυτ ὄφρ ἄν ἄγοιεν / δμῶες Ὀδυσσῆος τέμενος μέγα κοπρήσαντες»). Εκτάσεις εκχερσώνονται από την άγρια βλάστηση, για να δοθούν στην καλλιέργεια, και φυτεύονται ήμερα καρποφόρα δένδρα. Είναι γνωστή η μέθοδος της αγρανάπαυσης (Ιλ. Κ 353: «νειός τρίπολος»), καθώς επίσης και η άρδευση των κήπων. Γίνεται με ειδικά αυλάκια, τους λεγόμενους ὀχετηγούς: (Ιλ. Φ : «(ο ποταμός) ὡς δ ὅτ ἀνὴρ ὀχετηγὸς ἀπὸ κρήνης μελανύδρου / ἂμ φυτὰ καὶ κήπους ὕδατι ῥόον ἡγεμονεύῃ». Οι καρποί συλλέγονται και αποθηκεύονται, τα δε σταφύλια μεταφέρονται στα πατητήρια.

144 Φυσικό περιβάλλον και αγροτική οικονομία στους ομηρικούς χρόνους 127 2γ. Καλλιέργειες. Παραγωγική διαδικασία και εκμετάλλευση φυσικών πόρων Τα γνωστά δημητριακά, που καλλιεργούνται εκτατικά στον αρχαίο κόσμο, είναι ο πυρός (σίτος) και η κριθή, της οποίας εκτιμάται ιδιαιτέρως η θρεπτική αξία ως «μυελός ανδρών»: «καὶ ἄλφιτα, μυελὸ ἀνδρῶν» (Οδ. β 290, υ 108). Η παράδοση, σύμφωνα με την οποία η μητέρα του Ομήρου ονομαζόταν Κριθηίς, πιθανόν κατά τον Λέτσα (1957) να οφείλεται είτε σε λείψανο τοτεμικής λατρείας είτε σε αρχαία συνήθεια, που διατηρήθηκε μετέπειτα στους Ρωμαίους: να δίνουν δηλαδή ονόματα φυτών σε καλούς καλλιεργητές π.χ. Cicero=ρεβίθι, Fabius από το faba=φάβα Lentulus από το lens=φακή. Ο Όμηρος αναφέρει επίσης τη ζειά, και την όλυρα, είδη, τα οποία χρησιμοποιούσαν για ζωοτροφή (Ιλ. Ε 196, Θ 564: «..ἵπποι / ἑστᾶσι κρῖ λευκὸν ἐρεπτόμενοι καὶ ὀλύρας»,: και Οδ. δ 41: «πὰρ δ ἔβαλον ζειάς, ἀνὰ δὲ κρῖ λευκὸν έμιξαν». Υπάρχει διαφωνία μεταξύ των συγγραφέων ως προς την ταυτοποίηση των ειδών αυτών. Σύμφωνα όμως με το Φυτολογικό Λεξικό Γενναδίου (1914) τα ονόματα Όλυρα και Ζειά αναφέρονται σε είδη ή διαφορές Σόργου (Sorghum). Εκτός από αυτά άλλα είδη δημητριακών και καλλιεργούμενων ειδών είναι: κεχρί, βρώμη, λινάρι, φακή, ρεβίθια, μπιζέλια, κουκιά, λαθούρι, κρεμμύδια σκόρδα, πράσα, κολοκύθια, σέλινο, μάραθο. Όλα τα ανωτέρω είδη είχαν εγκλιματιστεί στον ελληνικό χώρο από την εποχή του λίθου και του χαλκού και συνέχισαν να καλλιεργούνται και μετά το τέλος του μυκηναϊκού κόσμου (Σακελλαρίου 1971). Ως αρωματικά χρησιμοποιούσαν μάραθο, κύμινο, κορίανδρο, μίνθη. Στις καλλιέργειες πρέπει να προσθέσουμε και το λινάρι, του οποίου η χρήση ήταν ευρύτατη, όπως μαρτυρείται από τα έπη. Από λεπτό λινό ύφασμα ήταν τα σεντόνια, που έστρωσαν οι δούλες κατ εντολή της Αρήτης στο καράβι της επιστροφής του Οδυσσέα (ν 73 74: «κὰδ δ ἄρ Ὀδυσσῆϊ στόρεσαν ῥῆγός τε λίνον τε / νηὸς ἐπ ἰκριόφιν γλαφυρῆς» και : «...γλαφυρῆς ἐκ νηὸς ἄειραν / αὐτῷ σύν τε λίνῳ καὶ ῥήγεϊ σιγαλόεντι»), καθώς και τα σεντόνια του κρεβατιού του Αχιλλέα, που έστρωσαν οι σκλάβες στη σκηνή του στην Τροία (Ι 661: «στόρεσαν λέχος / κώεά τε ῥῆγός τε λίνοιό τε λεπτὸν ἄωτον»). Από λινάρι ήταν τα δίχτυα, το πάναγρον λίνον, που στα βρόχια του παγιδεύονται τα πάντα (Ε 487: «...μή πως, ὡς ἀψῖσι λίνοι ἁλόντε πανάγρου»), ακόμα και η πετονιά του ψαρά, ο οποίος καθισμένος σε βράχο της ακτής βγάζει από τη θάλασσα με χάλκινο αγκίστρι ψάρι, που σπαρταράει (Π : «πέτρῃ ἔπι προβλῆτι καθήμενος ἱερὸν ἰχθὺν / ἐκ πόντοιο θύραζε λίνῳ καὶ ἤνοπι χαλκῷ»). Ο μέγας ιστός, που ύφαινε με δόλο η Πηνελόπη στο παλάτι, για να εξαπατήσει τους μνηστήρες, «ὁ λεπτός καί περίμετρος» ήταν και αυτός από λινάρι (β 93 94: «...ἡ δὲ δόλον τόνδ ἄλλον ἐνὶ φρεσὶν μερμήριξε / στησαμένη μέγαν ἰστὸν ἐνὶ μεγάροισιν ὕφαινε, / λεπτὸν καὶ περίμετρον»), όπως επίσης από λινάρι ήταν και το νήμα της ζωής, που έκλωθαν οι Μοίρες, όταν γεννιόταν το παιδί (Ιλ. Υ : «ὕστερον αὖτε τὰ πείσεται ἅσσα οἱ Αἶσα /γιγνομένῳ ἐπένησε λίνῳ, ὅτε μιν τέκε μήτηρ». Ω : «τῷ δ ὣς ποθι Μοῖρα κραταιὴ / γιγνομένῳ ἐπένησε λίνῳ, ὅτε μιν τέκον αὐτή.» και Οδ. η : «...ἔνθα δ ἔπειτα / πείσεται ἅσσα οἱ αἶσα κατὰ Κλῶθές τε βαρεῖαι / γεινομένῳ νήσαντο λίνῳ, ὅτε μιν τέκε μήτηρ»).

145 128 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Από τα οπωροφόρα δένδρα αναφέρονται ελιές, συκιές, μηλιές, αχλαδιές, κυδωνιές και εσπεριδοειδή. Ορισμένα από αυτά βρέθηκαν και στο νεολιθικό σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο Κεφαλονιάς (ό. π. κεφ. ΙΙ, 4 ). Στην Οδύσσεια (η ) περιγράφεται ο θαυμαστός κήπος του Αλκινόου με αχλαδιές, ροδιές, μηλιές, συκιές και πανύψηλες ελιές, από τον οποίο συμπεραίνουμε την ποικιλότητα της δενδροκαλλιέργειας: «ἔνθα δὲ δένδρεα πεφύκασιν τηλεθόωντα, / ὄγχναι καὶ ροιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι / συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι». Η παραστατική επίσης περιγραφή του κήπου του Λαέρτη στην Ιθάκη απεικονίζει τις αγροτικές ασχολίες και τις παρεμβάσεις του αγρότη-βασιλιά στο φυσικό περιβάλλον, προκειμένου να περιποιηθεί τα δένδρα, που φύτεψε, και να απομακρύνει από το περιβόλι του την άγρια βλάστηση (Οδ. ω : «τὸν δ οἶον πατέρ εὗρεν ἐϋκτιμένῃ ἐν ἀλωῇ, / λιστρεύοντα φυτόν.» ). Ο Οδυσσέας απαριθμεί τα δένδρα του οπωρώνα, που του χάρισε ο πατέρας του: δεκατρείς αχλαδιές, δέκα μηλιές, σαράντα συκιές και πενήντα σειρές κλήματα με σταφύλια λογιών λογιών (Οδ. ω : «ὄγχνας μοι δῶκας τρισκαίδεκα καὶ δέκα μηλέας, / συκέας τεσσαράκοντ ὄρχους δέ μοι ὧδ ὀνόμηνας / δώσειν πεντήκοντα, διατρύγιος δὲ ἕκαστος / ἤην / ἔνθα δ ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν»). Το βιος του Οδυσσέα, που κατασπαταλούσαν οι μνηστήρες τρώγοντας και πίνοντας στα καθημερινά συμπόσια, ήταν ζώα από τα κοπάδια του (αιγοπρόβατα, χοίροι, βόδια ) και κρασί από τα αμπέλια του. Η σπηλιά του Κύκλωπα συνδέεται με δύο σημαντικά γεγονότα: την παρασκευή του τυριού και το μεθύσι του Πολύφημου. Η σπηλιά δίνει την εικόνα ενός τυροκομείου με συνεχόμενα μαντριά, για να σταβλίζονται χωριστά τα κατσίκια από τα πρόβατα, καθώς και τα νεογέννητα, που θηλάζουν, από τα ενήλικα και τα πιο ηλικιωμένα (Οδ. ι ). Το σκηνικό είναι γνώριμο ακόμα και σήμερα στην ύπαιθρο της σημερινής Κεφαλονιάς και της υπόλοιπης Ελλάδας, σε όσες περιοχές δεν έχει προλάβει να εισχωρήσει ο σύγχρονος τρόπος εκτροφής οικόσιτων ζώων. Η παρασκευή του τυριού είναι γνώση και τέχνη, αποτέλεσμα μακρόχρονης παράδοσης και εμπειρίας. Αυτά δεν ήταν αποκλειστικά προνόμια του Κύκλωπα, αλλά αποθησαυρισμένη γνώση του λαού και ιδιαίτερα όλων, όσων είχαν κοπάδια από αιγοπρόβατα, όπως ο Οδυσσέας. Επισημαίνουμε το γεγονός ότι και σήμερα οι Κεφαλονίτες τυροκόμοι έχουν μεγάλη παράδοση στην παρασκευή του τυριού και φημίζονται για την ποιότητα της «κεφαλονίτικης φέτας». Η αναφορά του ήρωα στο κρασί και τις ιδιότητες, που το καθιστούν εκλεκτό, όπως χρώμα, γεύση κ.λπ., αποδεικνύουν επίσης τη βαθιά γνώση και το υψηλό επίπεδο της οινοποίησης. Όλα αυτά βέβαια δεν είναι δυνατόν να τα απέκτησε ο Οδυσσέας κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων και των ναυαγίων, ενώ προσπαθούσε να ξεφύγει από την οργή των θεών. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι πρέπει να ήταν βιώματα και εμπειρίες από την προσωπική και οικογενειακή ζωή του στη γενέτειρα, που αποτύπωναν τις βιοποριστικές λειτουργίες της τοπικής κοινωνίας σε περιόδους ειρήνης (Οδ. ι 205): «οἶνον / ἡδὺν ἀκηράσιον, θεῖον ποτὸν / μελιηδέα οἶνον ἐρυθρόν,». Και είναι ο Όμηρος βέβαια, που μιλάει με το στόμα του Οδυσσέα, αλλά το ότι ο ποιητής «προικίζει» τον ήρωά του με αυτές τις γνώσεις σημαίνει ότι δεν μπορούσε να τον αποδώσει διαφορετικό απ ό,τι έπρεπε να ήταν στην πραγματικότητα ο βασιλιάς της Ιθάκης.

146 Φυσικό περιβάλλον και αγροτική οικονομία στους ομηρικούς χρόνους 129 Ο Ζερβός-Ιακωβάτος (1861) θεωρεί βέβαιη την ανάπτυξη της αμπελοκαλλιέργειας στην Κεφαλονιά ακόμη και πριν από τους ομηρικούς χρόνους, γιατί μεταξύ των θεών, που λατρεύονταν στο νησί, εξέχουσα θέση κατείχε ο Διόνυσος. Σχετικός με την καλλιέργεια της αμπέλου στην Κεφαλονιά είναι ο μύθος του βασιλιά της Σάμης Αγκαίου, απογόνου του Διός (Απολλώνιος ο Ρόδιος Α. 185, βλ. Φ.Ο.Κ. 1999, Στράβων ΣΤ, 14-15, C637, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994). Κατά τον Παυσανία (VII. 4, βλ. Παπαχατζής), ήταν γιος του Ποσειδώνα. Λέγεται ότι από τη Σάμη ορμώμενος αποίκισε τη νήσο Παρθενία ή Μελάμφυλλο, τη μετέπειτα Σάμο (βλ. κεφ. IV, 1α). Η Σάμη κατά τους ηρωικούς χρόνους ήταν πλούσια και πολύ ισχυρή πόλη. Από αυτήν κατάγονταν οι 24 από τους μνηστήρες της Πηνελόπης. Σύμφωνα με πληροφορίες, που αποδίδονται στον Αριστοτέλη, ο Αγκαίος ήταν «φιλογέωργος» και άριστος αμπελουργός. Όταν ήρθε η στιγμή του τρυγητού έστυψε τα πρώτα σταφύλια σ ένα ποτήρι και κάλεσε τον υπηρέτη του, για να του δείξει ότι θα έπινε τον εκλεκτό χυμό. Ο σοφός υπηρέτης, τη στιγμή που ετοιμαζόταν να πιει, του είπε την περίφημη φράση «Πολλά μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου», δηλαδή «πολλά μπορεί να συμβούν μέχρι να φθάσει το ποτήρι στα χείλη σου». Πράγματι πριν προλάβει να πιει, μπήκε λαχανιασμένος ένας άλλος υπηρέτης, ο οποίος του ανήγγειλε ότι εμφανίστηκε ένας μεγάλος κάπρος, που κατέστρεφε τη χώρα. Ο Αγκαίος έσπευσε να αντιμετωπίσει το θηρίο, τραυματίστηκε θανάσιμα και υπέκυψε στο πεπρωμένο. Στις αγροτικές ασχολίες επιδίδονταν και τα ίδια τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, όταν δεν τα απασχολούσε ο πόλεμος. Ο γέρο Λαέρτης ζούσε ως απόμαχος στους αγρούς, τους οποίους καλλιεργεί (Οδ. ω : «τάχα δ ἀγρὸν ἵκοντο / καλὸν Λαέρταο τετυγμένον, ὅν ῥά ποτ αυτὸς / Λαέρτης κτεάτισσεν, ἐπεὶ μάλα πόλλ ἐμόγησεν»). Μάχεται όμως με τον επανελθόντα Οδυσσέα εναντίον των Ιθακησίων, που θέλησαν να εκδικηθούν για τον φόνο των μνηστήρων (Οδ. ω 498: «ἐν δ ἄρα Λαέρτης Δολίος τ ἐς τεύχε ἔδυνον, / καὶ πολιοί περ ἐόντες, ἀναγκαῖοι πολεμισταί,»). Στην ομηρική κοινωνία λοιπόν οι πάντες, βασιλείς, βασίλισσες και θεοί, συμμετέχουν στην παραγωγή επιδιδόμενοι σε διάφορες εργασίες. (Ο Πάρις έβοσκε κοπάδια στη Ίδη). Θεές και βασίλισσες υφαίνουν το μαλλί ή το λινάρι (Αθηνά, Πηνελόπη). Η μεταποίηση των πρώτων υλών από τη γη και τα ζώα για είδη διατροφής και ενδυμασίας πραγματοποιείται μέσα στον ίδιο τον οίκο. Ο Οδυσσέας προκαλεί τον αυθάδη Ευρύμαχο, έναν από τους μνηστήρες, να παραβγούν στο κόψιμο με το δρεπάνι του ανοιξιάτικου χλωρού χορταριού, προφανώς για ζωοτροφή ή για καθαρισμό του αγρού από τα αυτοφυή ποώδη φυτά, προεργασία για κάποια συστηματική καλλιέργεια (σ : «Εὐρύμαχε / δρέπανον μὲν ἐγὼν εὐκαμπτὲς ἔχοιμι, / καὶ δὲ σὺ τοῖον ἔχοις, ἵνα πειρησαίμεθα ἔργου»). Eίναι γεωργός, μεγαλοκτηνοτρόφος (ξ 100 κ.ε.), κυνηγός (τ , ), πολυτεχνίτης, (ψ ), ιστιοπλόος και έμπειρος ναυτικός! Το εισαγωγικό ανταλλακτικό εμπόριο ασκείται επίσης σε περιορισμένη κλίμακα από πειρατές, κυρίως Φοίνικες, αλλά και από τολμηρούς ναυτικούς, όπως ο Τάφιος Μέντης στην Οδύσσεια, που μεταφέρει χαλκό και σίδηρο από την

147 130 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Τεμέσση (Οδ. α 105, 180). Από τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Κύπρο και τη Φοινίκη εισάγονται μέταλλα, υφάσματα πολυτελείας, στολίδια, σκεύη κ.λπ. 3. Συμπεράσματα για το περιβάλλον σε συνάρτηση με την οικονομία στην Κεφαλονιά κατά τους ομηρικούς χρόνους Η οικονομία στο κράτος του Οδυσσέα βασίζεται στον πρωτογενή τομέα της παραγωγικής διαδικασίας. Το είδος της παραγωγής, γεωργικής ή κτηνοτροφικής, ήταν ανάλογο με τις περιοχές της ομηρικής Ιθάκης, από τις οποίες προερχόταν. Εδώ αναγκαστικά πρέπει να αναφερθούμε στη διαφορετική μορφολογία Κεφαλονιάς και σημερινής Ιθάκης. Ο πλούτος, που κατασπαταλούν οι μνηστήρες, δεν είναι δυνατόν να προέρχεται μόνον από τη σημερινή Ιθάκη, την άνυδρη και ορεινή με τις μικρές και ελάχιστες πεδιάδες. Περιοχή, που εκπληρώνει τις προϋποθέσεις μιας πλούσιας γεωργικής παραγωγής είναι το ομηρικό Δουλίχιον. Περιγράφεται σαν πολύπυρον = πολύσιτον, που παράγει πολύ σιτάρι, και ποιῆεν = με πολύ χορτάρι, χλοερό. Η θέση του Δουλιχίου ακόμα αμφισβητείται. Το αναζητούν σε διαφορετικά νησιά Ιόνιου χώρου: Κέρκυρα, Ιθάκη, Εχινάδες, Μεγανήσι, Λευκάδα και Κεφαλονιά (στους Putman-Cramer & Μεταξάς 2000). Από του παλαιότερους και νεότερους ομηριστές και ερευνητές, που υποστηρίζουν ότι το ομηρικό Δουλίχι ήταν ονομασία τμήματος της Κεφαλονιάς, ενδεικτικά αναφέρουμε τους Dörpfeld W. (1905), Μηλιαράκη Α. (1890), H. J. Partsch (1892), A.E..H. Goekoop (1908), Ι. Θωμόπουλο (1908), Putman-Cramer & Μεταξά (2000). Σε πρόσφατη δημοσίευση ο Β. Πανταζής (2002) ταυτίζει το ομηρικό Δουλίχι με τη σημερινή Ζάκυνθο και τοποθετεί την ομηρική Ζάκυνθο στη σημερινή Λευκάδα. Από το Δουλίχιον προέρχονταν οι 52 από τους υπερεκατό μνηστήρες της Πηνελόπης, ενώ από τη Σάμη προέρχονταν 24 και από την Ιθάκη μόνον 12. Kατά δε την άποψη του Μ. Κορδώση (2007) είναι άλλο το νησί Δουλίχιο, που πρέπει να ταυτιστεί με την Παλική, και άλλο το Δουλίχιο ως κρατικό μόρφωμα μέσα στο κράτος του Οδυσσέα, το οποίο πρέπει (πολιτικά) να περιλάμβανε και την αντίπερα όχθη, ένα τμήμα δηλαδή της νήσου Σάμης και την περιοχή της Κραναίας μέχρι τον Πόρο. Χωρίς να εμπλακούμε στην απόρριψη ή την αποδοχή της μιας ή της άλλης των ανωτέρω ερμηνειών, σημειώνουμε μόνον ότι η ομηρική περιγραφή του Δουλιχίου συμπίπτει με όσα αναφέρει και ο ιστορικός Πολύβιος ( , βλ. Φ.Ο.Κ. 1996) για την ευφορία της Παλικής. Το 218 π.χ., κατά τη διάρκεια του πολέμου των Κεφαλλήνων εναντίον του Φιλίππου του Ε της Μακεδονίας, ο Φίλιππος «συνιδὼν δὲ ταύτην τὴν χώραν (τὴν χώραν τῶν Παλαίων) γέμουσαν σίτου καὶ δυναμένην τρέφειν στρατόπεδον, τὴν μὲν δύναμιν ἐκβιβάσας προσεστρατοπέδευσε τῇ πόλει». Σύμφωνα με τις πηγές «ὁ σῖτος ἀποδίδει τὸ εἰκοσαπλοῦν, ἡ δὲ κριθὴ τὸ τεσσαρακονταπλοῦν τοὐλάχιστον». Για κανένα άλλο νησί του Ιονίου δεν υπάρχει παρόμοια περιγραφή ως προς την ευφορία της γης. Ο ρόλος της Κεφαλονιάς ως σιτοβολώνα, που τροφοδοτούσε την Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο, αναφέρεται και στην εποχή της Ενετοκρατίας κατά τον 16 ο μ.χ. αι. (Partsch 1892).

148 Φυσικό περιβάλλον και αγροτική οικονομία στους ομηρικούς χρόνους 131 Ο πλούτος της εύφορης γης του Δουλιχίου δικαιολογεί τον μεγάλο αριθμό των μνηστήρων. Αυτοί κατά τη διάρκεια των συμποσίων κατανάλωναν κρέας αιγοπροβάτων και τρυφερών χοιρινών, έπιναν ντόπιο κρασί, αλλά δεν προκύπτει από πουθενά ότι έτρωγαν ψάρι, αν και ο Όμηρος μνημονεύει επαγγελματίες ψαράδες. Αυτό σημαίνει ότι η αλιεία μόλις είχε αρχίσει να γίνεται παραγωγική διαδικασία (Σακελλαρίου 1971). Όμως στο Αιγαίο υφίσταται ήδη επαγγελματική αλιεία από το 1500 π.χ., όπως φαίνεται από τις νωπογραφίες της Θήρας, που απεικονίζουν ψαράδες να κρατούν αρμαθιές τα ψάρια. Η επίμονη αναφορά στα έπη για την κατανάλωση κρέατος, κατά την άποψή μας, ενδεχομένως να οφείλεται στο ότι η απόκτηση και η κατοχή κρεατοπαραγωγών ζώων ήταν περιουσιακό στοιχείο, δείγμα πλούτου, κύρους και εξουσίας, η δε κατανάλωσή τους αποτελούσε απόδειξη καλοζωίας. Αντίθετα τα προϊόντα της αλιείας, τα ψάρια, ως μη υποκείμενα σε ιδιοκτησιακό καθεστώς λόγω της φύσης τους, δεν μπορούσαν ποτέ να αποτελέσουν περιουσιακό στοιχείο (!). Σε τελική ανάλυση η μορφή της οικονομίας παραμένει αγροτική χωρίς οργάνωση, βασιζόμενη κυρίως σε μονάδες παραγωγής μεγέθους οίκου, όπως π.χ. όσα παράγονται από τα κτήματα και τα κοπάδια του Οδυσσέα καταναλώνονται άμεσα για τις καθημερινές ανάγκες διατροφής. Στόχος η αυτάρκεια και η ισορροπία παραγωγής κατανάλωσης από τα μέλη του οίκου. Γι αυτό και η δικαιολογημένη οργή του ήρωα για την κατασπατάληση των αγαθών από τους μνηστήρες. Ανακεφαλαιώνοντας τα όσα ανωτέρω εκθέσαμε καταλήγουμε ότι: τα δεδομένα για την οικονομία του κράτους του Οδυσσέα σκιαγραφούν τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τις παρεμβάσεις του ανάλογα με τις περιγραφόμενες δραστηριότητες: βοσκή αιγοπροβάτων, βοοειδών και χοίρων, καλλιέργειες σιτηρών και λιναριού, οπωροφόρα δένδρα, ελαιώνες και αμπελώνες. Οι παρεμβάσεις στο περιβάλλον ως προς την έκταση της καλλιέργειας και της βοσκής οπωσδήποτε θα ήταν ανάλογες με το τότε πληθυσμιακό δυναμικό, το οποίο λόγω των συνεχών πολεμικών συρράξεων δεν πρέπει να ήταν ακμαίο. Λόγω ελλείψεως στοιχείων δεν δυνάμεθα να συμπεράνουμε το μέγεθος των επιπτώσεων από τη βοσκή, τις καλλιέργειες και τις εκχερσώσεις της εποχής εκείνης. Καταγράφουμε απλώς το γεγονός ότι οπωσδήποτε συμβαίνουν και επέρχονται αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον. Δεδομένης όμως της τότε έλλειψης τεχνολογίας για εντατική εκμετάλλευση της γης σε σύγκριση με τη σύγχρονη εποχή θα τις χαρακτηρίζαμε παρεμβάσεις ήπιας μορφής, εκτός μιας, της εισαγωγής της ελαιοκαλλιέργειας. Αυτή είναι κατά την άποψή μας η πιο σημαντική παρέμβαση, γιατί επηρέασε την εξάπλωση της αυτόχθονης βλάστησης αποτελώντας παράλληλα έναν από τους βασικούς οικονομικούς πόρους του νησιού από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι των ημερών μας (βλ. και κεφ. ΧVI Διαπιστωμένες καλλιέργειες στην Κεφαλονιά. Τα στοιχεία, που σταχυολογήσαμε από την Οδύσσεια και θα εκθέσουμε σε ειδικό κεφάλαιο, μας προσανατολίζουν στη θεωρία ότι η εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας στην Κεφαλονιά έγινε από τους Κρήτες, θεωρία που για πρώτη φορά διατυπώνεται στην παρούσα Διατριβή.

149

150

151 ΚΕΦ. VIIΙ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΛΑΣΙΚΟΥΣ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΪΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ Είναι γνωστό ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες, που στοχεύουν στην εξασφάλιση τροφής, ασφαλούς διαμονής και γενικά επιβίωσης, κατευθύνονται και προσδιορίζονται από το είδος του φυσικού περιβάλλοντος. Εάν π.χ. υπερτερεί το υδάτινο στοιχείο, ο άνθρωπος θα προσαρμόσει τον τρόπο ζωής του σε αυτό και μέσω αυτού θα αναζητήσει τις πηγές διατροφής. Εάν υπερτερεί το πεδινό, θα επιδοθεί στην καλλιέργεια της γης και στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων. Στην περίπτωση της Κεφαλονιάς ο ορεινός χαρακτήρας του νησιού και η πλούσια άγρια βλάστηση διατήρησαν και επαύξησαν το κτηνοτροφικό κεφάλαιο. Παράλληλα στον τομέα της γεωργίας ευνοήθηκαν τα είδη, στις καλλιεργητικές απαιτήσεις των οποίων ανταποκρίνονταν η ποικιλότητα του τοπίου, η σύσταση και η ποιότητα του εδάφους της Κεφαλονιάς, το κλίμα και η υδρογραφία του νησιού. 1. Κλασική εποχή. To περιβάλλον και η οικονομία μέσα από τα νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης Οι παραστάσεις στα νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης, που χρονολογούνται από τον 5 ο 4 ο π.χ. αι., αποτελούν αδιάψευστες αποδείξεις για τη μορφή και το είδος της οικονομίας, καθώς και για τις εν γένει σχέσεις του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Εκτός από τις μορφές των λατρευόμενων θεοτήτων και των ηρώων του νησιού τα εικονιζόμενα στα νομίσματα σύμβολα αποτυπώνουν τις δραστηριότητες των κατοίκων στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας. Η λατρεία επίσης ορισμένων θεοτήτων, που μαρτυρούνται στην Κεφαλονιά και οι οποίες συνδέονται με ένα συγκεκριμένο είδος χλωρίδας, μας βοηθά να συμπεράνουμε για την παρουσία του είδους αυτού, αυτοφυούς ή καλλιεργούμενου. Η λατρεία της Αθηνάς στο νησί π.χ. συνδέεται με την καλλιέργεια της ελαίας, ενώ η εξακριβωμένη και ευρέως διαδεδομένη λατρεία του Διονύσου συνεπάγεται και την καλλιέργεια της αμπέλου, όπως επισημαίνει Ζερβός Ιακωβάτος (1861). Τα συμπεράσματα εκτίθενται στη συνέχεια για κάθε πόλη-κράτος χωριστά. 1α. Κράνη Η ακρόπολη της αρχαίας Κράνης, της οποίας διασώζονται τα τείχη, βρισκόταν στους βραχώδεις και απότομους λόφους Ράχη, Καστέλι και Πεζούλες, που υψώνονται στα ανατολικά της κοιλάδας. Στους δυτικούς πρόποδες των

152 134 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ λόφων αυτών, που απολήγουν στον μυχό του Κουτάβου απλώνεται η εύφορη κοιλάδα της Κρανιάς από τις πιο παραγωγικές της Κεφαλονιάς (Εικ. 73), προϊόν αλλουβιακών προσχώσεων και βαλτώδης στο παρελθόν. Διαθέτει άφθονες πηγές νερού και είναι κατάλληλη για καλλιέργεια κηπευτικών, σιτηρών, αλλά και για εκτροφή βοοειδών. Η ευρύτερη περιοχή διαθέτει επίσης ορεινά βοσκοτόπια, εύφορες περιοχές και χορτολίβαδα στα νοτιοδυτικά (σημερινή Άνω και Κάτω Λιβαθώ), όπου συντηρεί και σήμερα ικανό αριθμό αιγοπροβάτων. Στα νομίσματά της απεικονίζονται συχνότατα ο κριός και ο βους, κύρια ζώα της παραγωγής, καθώς και το τόξο, σύμβολα δηλωτικά της οικονομίας των Κρανίων: κυρίως κτηνοτροφία, αλλά και πολεμικές και κυνηγετικές δραστηριότητες, όπως ερμηνεύουμε την ύπαρξη του τόξου και του κράνους (Εικ. 74, 75, 76) Εικ. 73. Η εύφορη κοιλάδα της Κρανιάς στον μυχό της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου. Απέναντι οι αποψιλωμένοι από πυρκαγιές λόφοι 1) Καστέλι, 2) Ράχη και 3) Πεζούλες, όπου ήταν η έδρα της αρχαίας Κράνης. Καθημερινά στην κοιλάδα προστίθενται νέες κτιριακές εγκαταστάσεις οικοδομικών και εμπορικών δραστηριοτήτων. α β γ δ Εικ. 74. Νομίσματα της Κράνης 5 ου 4 ου π.χ. αι. από τον κατάλογο του Gardner R P. (1887) Catalogue of Greek Coins. Απεικονίζονται: α) κεφαλή Γοργούς και σύμπλεγμα τριών Τ σαν περιστρεφόμενος τροχός με τα αρχικά ΚΡΑ της πόλης, β) γυναικεία κεφαλή πιθανόν θεάς και κριός, γ, δ) ανδρική κεφαλή με κράνος και Κ, το αρχικό της πόλης.

153 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 135 Δεν διαπιστώνουμε δραστηριότητες εκτός νησιού, γιατί λείπουν τα αντίστοιχα σύμβολα, όπως π.χ. ακρόπρωρα, δελφίνια κ.λπ. Υποθέτουμε επίσης ότι ασχολούνται με τη γεωργία, αν και δεν απεικονίζονται σιτηρά. Η μόνη ένδειξη αγροτικών εργασιών είναι το ασημένιο νόμισμα της εικόνας 74α με τα τρία Τ. Κατά τη δική μας άποψη δεν απεικονίζει άξονες τροχού ούτε αρχικά της αξίας του νομίσματος Τ(ριτεταρτημόριον) (Gardner 1887), αλλά σύμπλεγμα τριών ζυγών αρότρου (Κατσούνη2010). Εικ. 75. Νομίσματα της Κράνης 5 ου 4 ου π.χ. αι. με απεικονίσεις χαρακτηριστικές των κτηνοτροφικών και κυνηγετικών δραστηριοτήτων. Τα συμπλέγματα των λατινικών και ελληνικών γραμμάτων μεταξύ των δύο όψεων των νομισμάτων δηλώνουν το είδος του μετάλλου. Τα αρχικά ποικίλλουν σύμφωνα με τη γλώσσα, που υιοθετεί η ανάλογη βιβλιογραφία. Για την ονομασία των μετάλλων: AR = argentum= άργυρος, ΑΕ = aes χαλκός (λατινικά) BR= Bronze= χαλκός (αγγλικά), και XA = χαλκός (ελληνικά) (Dondey Dupré 1823, Ποστολάκας 1868). Πολύ χαρακτηριστικό, όσον αφορά στις ασχολίες των κατοίκων της Κράνης, είναι το υπ αρ. 923 νόμισμα της συλλογής Λάμπρου (Εικ. 76), το οποίο κατά την άποψή μας δεν έχει περιγραφεί σωστά. Στη μία όψη υπάρχει το σύμπλεγμα ΚΡΑ, που δηλώνει τα αρχικά του κράτους-πόλης Κράνης, και στην άλλη παράσταση όρθιου και γυμνού νεαρού άνδρα, ο οποίος ρίχνει το βάρος του σώματος στο δεξί πόδι με λυγισμένο το αριστερό σε στάση ανάπαυσης. Στηρίζει

154 136 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ το δεξί χέρι στην καμπύλη του γλουτού, ενώ με το ανυψωμένο αριστερό κατά την περιγραφή του Ποστολάκα κρατεί δόρυ, που ακουμπά κάθετα στο έδαφος. Εικ. 76. Νόμισμα της Κράνης 5 ου 4 ου π.χ. αι. (Ποστολάκας 1868). Προσεκτικότερη παρατήρηση τόσο στη στάση του σώματος, όσο και στον τρόπο, που ο νέος κρατεί το «δόρυ», μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ποιμένα σε συνήθη στάση ηρεμίας και χαλάρωσης κατά την εποπτεία του ποιμνίου του, ενώ παράλληλα έχει «αγκαλιάσει» σκεπάζοντας με την αριστερή του παλάμη το επάνω άκρο της ποιμενικής ράβδου (γκλίτσας). Εάν ήταν δόρυ, η αιχμή του δεν θα επέτρεπε τη θέση αυτή του χεριού. Αντίθετα, εάν πρόκειται για κυνηγό, οπλίτη η πολεμιστή, η φυσική θέση της λαβής του δόρατος είναι περίπου πιο πάνω από τη μέση του κοντού και όχι επάνω στην αιχμή! Η εικονιζόμενη στάση του σώματος είναι τυπική και διαχρονικά χαρακτηριστική της ποιμενικής ζωής. Ένα επί πλέον στοιχείο ότι πρόκειται για πολύωρη παραμονή στο ύπαιθρο, όπως απαιτεί η ζωή του ποιμένα, είναι ότι στο κεφάλι φοράει ένα είδος πίλου, του οποίου το σχήμα του δεν προσιδιάζει σε πολεμιστή. Η ανθρώπινη παρουσία στην κοιλάδα της Κράνης (σημ. Κρανιά) από την Εποχή του Λίθου (3.000 π.χ.) μέχρι σήμερα, πιστοποιημένη από τα ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών, αποδεικνύει τη σπουδαιότητα της περιοχής από πλευράς στρατηγικής και οικονομίας (Καββαδίας Π.1899, Goekoop 1908 κ.ά. βλ. Μόσχος 2007). Η ιστορικότητα του τοπίου μαρτυρείται από την επίδραση, που άσκησε στη ζωή των κατοίκων κατευθύνοντας διαχρονικά τις επιλογές τους σε διάφορους τομείς, αλλά και από τη συνέχεια της θρησκευτικής λατρείας (Εικ. 77α). Όλες οι ιστορικές περίοδοι άφησαν τα ίχνη τους. Οι προμυκηναϊκές και μυκηναϊκές νεκροπόλεις Κοκκολάτων και Μαζαρακάτων και οι ρωμαϊκές εγκαταστάσεις στον μυχό του Κουτάβου μαρτυρούν την πυκνή διαχρονική κατοίκηση (Εικ. 77β). Οι λόφοι περιμετρικά της κοιλάδας και η αβαθής λιμνοθάλασσα εξασφάλιζαν φυσική οχύρωση για τις από ξηρά και από θάλασσα επιθέσεις. Στην κοιλάδα αυτή οι Κράνιοι νίκησαν τους Κορινθίους (430 π.χ.) κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (βλ. κεφ. V. 1α). Στα νότια ορθώνεται ο λόφος με το κάστρο του Αγίου Γεωργίου, πρώτης πρωτεύουσας του νησιού κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας. Το φρούριο εποπτεύει όλη την κοιλάδα. Αντίστοιχη επιλογή οχυρωμένης θέσης, που ελέγχει τη βασική πηγή της οικονομίας, την εύφορη κοιλάδα, τη συναντάμε στην Ακρόπολη των Μυκηνών, που δεσπόζει του Αργολικού κάμπου.

155 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 137 α Εικ. 77. α) Το εκκλησάκι της Αγίας Ελεούσας στον Κούταβο χτίστηκε πάνω σε αρχαίο ναό της Δήμητρας. Η επιγραφή «Τριοπίς Δάματρι καί Κόρᾳ», που βρέθηκε εκεί, αποδεικνύει τη διαδοχή της λατρείας κατά τους χριστιανικούς χρόνους και τη σημασία του χώρου μέχρι των ημερών μας. β) Ρωμαϊκές εγκαταστάσεις, που βρέθηκαν την τελευταία δεκαετία κατά τη διεύρυνση της επαρχιακής οδού στον Κούταβο και επιχωματώθηκαν στη συνέχεια. β 1β. Σάμη Η Σάμη ήταν η μεγαλύτερη, ισχυρότερη και πλουσιότερη πόλη της Κεφαλονιάς (Ζερβός Ιακωβάτος 1861). Ενδεικτικές της οικονομίας της είναι επίσης οι απεικονίσεις κριού και βοός στα νομίσματά της, όπως και της Κράνης (Εικ.78). α β γ δ ε στ Εικ. 78. Νομίσματα της Σάμης 5 ου 4 ου π.χ. αι. από τη συλλογή Λάμπρου. Στα πέντε εξ αυτών διακρίνονται τα αρχικά του ονόματος της πόλης Σ, ΣΑ ή ΣΑΜ. Απεικονίζονται: στο α κεφαλή βοός και το αρχικό της πόλης. Στο β κεφαλή Αθηνάς και το αρχικό της πόλης σε στέφανο δάφνης. Στο γ κεφαλές Αθηνάς και βοός. Στο δ ταινιοφόρος κεφαλή του Κεφάλου και ο κυνηγετικός σκύλος του Λαίλαπας. Στο ε κεφαλές Αθηνάς και κριού και στο στ κεφαλή Αθηνάς και ολόσωμος κριός (Dondey Dupré 1823, Ποστολάκας 1868).

156 138 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η Σάμη διέθετε πλούσια ορεινά βοσκοτόπια στις υπώρειες του Αίνου, στην Αγία Δυνατή, στον Αυγό, στην Κόκκινη Ράχη και σε άλλα βουνά της επικράτειάς της, η οποία πιθανόν να εκτεινόταν σε όλη τη Β. Κεφαλονιά (Εικ. 62). Υποθέτουμε ότι στις κοιλάδες με τις πηγές, τις λίμνες και τα ποτάμια της, θα υπήρχαν και καλλιέργειες, αν και δεν απεικονίζονται δημητριακά. Η περιοχή αυτή ακόμη και σήμερα έχει τα περισσότερα επιφανειακά νερά στο νησί. Άλλα νομίσματά της φέρουν παράσταση πρώρας πλοίου και κυνηγετικού σκύλου (Εικ. 79). Εικ. 79. Νομίσματα της Σάμης 5 ου 4 ου π.χ. αι. από τον κατάλογο του Gardner R P. (1887) Catalogue of Greek Coins. Απεικονίζονται: στα υπ αριθ, 19, 18 και 20 ο Κέφαλος με τον κυνηγετικό σκύλο του Λαίλαπα, στο 22 πρώρα πλοίου και κλαδίσκος δάφνης με τα αρχικά της πόλης ΣΑ. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι ο εικονιζόμενος κυνηγετικός σκύλος της Σάμης φέρει τα χαρακτηριστικά της ιδιαίτερης ράτσας του κρητικού, που προσιδιάζουν στον λαγωνικό δρομέα: μακρύ και λεπτό ρύγχος, όρθια αυτιά, ψηλά και μυώδη πόδια με μεγάλο πέλμα, λεπτός κορμός και ευρύ στέρνο. Απόγονοι της ράτσας αυτής συναντώνται ακόμη στην Κρήτη (Μαρινάτος 1927). Η ομοιότητα αυτή μεταξύ των απεικονιζόμενων λαγωνικών στα νομίσματα της Σάμης (Εικ. 78, 79), και του σφραγιδολίθου από τη Φαιστό (Εικ. 80) μας συνδέει οπωσδήποτε με τον Κέφαλο ως κυνηγό, αλλά και με τον σκύλο Λαίλαπα, δώρο του Μίνωα στην Πρόκριδα, που τον χάρισε εν συνεχεία στον Κέφαλο. Οι ομοιότητες αυτές υποδηλώνουν τις σχέσεις Κεφαλονιάς-Κρήτης, τις οποίες θα αναπτύξουμε στο κεφάλαιο για την εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας στην Κεφαλονιά. Εικ. 80. Ο κρητικός σκύλος: αριστερά σε νόμισμα της Φαιστού, δεξιά σε σάρδιο του Μουσείου Ηρακλείου (στον Ψιλάκη 1996).

157 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 139 Σε άλλα νομίσματα οι απεικονίσεις της Δήμητρας, της Αθηνάς και του δαφνηφόρου Απόλλωνα μας παραπέμπουν στα αντίστοιχα σύμβολα της λατρείας των θεοτήτων αυτών: της Δήμητρας στα σιτηρά, της Αθηνάς στην καλλιέργεια της ελιάς και του Απόλλωνα στη δάφνη. Η δάφνη (Laurus nobilis) αποτελεί είδος της αυτοφυούς χλωρίδας της Κεφαλονιάς και αφθονεί στις ημιορεινές περιοχές του νησιού. Παρεμπιπτόντως η συλλογή του δαφνόφυλλου στις περιοχές Ξενόπουλο Καπαντρίτι στη ΝΑ. Κεφαλονιά μέχρι και τα μέσα του 20 ου αι. απασχολούσε κυρίως τον γυναικείο πληθυσμό, τα δε έσοδα από την πώληση προορίζονταν για την «προίκα» των νεαρών κοριτσιών. Από τις παραστάσεις αυτές λοιπόν τεκμαίρεται κυρίως ο ποιμενικός βίος και υποθέτουμε ο γεωργικός, η κυνηγετική ενασχόληση, αλλά και το ναυτικό εμπόριο, στο οποίο οφειλόταν όλος αυτός ο πλούτος της Σάμης, που καταγράφηκε από τον Τίτο Λίβιο (Titus Livius XXXVIII, 9, βλ. Sage ), όταν η πόλη κυριεύτηκε και λεηλατήθηκε από τους Ρωμαίους το 188 π.χ. Ο ύπατος Μ. Fulvius Nobilior (Μ. Φούλβιος ο ευγενέστερος, ο πιο επιφανής) μετά την κατάληψη της Σάμης τέλεσε μεγαλοπρεπή θρίαμβο στη Ρώμη με τα πλούσια λάφυρα, που συναποκόμισε μόνο από τη Σάμη, δεδομένου ότι καμιά άλλη πόλη δεν λεηλάτησε πλην αυτής, ενώ από τους συμμάχους της Αιτωλούς σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό πήρε μόνο αγάλματα και εικόνες. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι: μπροστά από το άρμα του έφεραν χρυσούς στεφάνους 100 ταλάντων (ένα χρυσό τάλαντο=δέκα αργυρά), 243 χρυσά τάλαντα, αττικά τετράδραχμα, χρυσούς στατήρες φιλιππικούς, 785 χάλκινα αγάλματα, 230 μαρμάρινα, όπλα, βέλη, αντιπολιορκητικά μηχανήματα, διάφορα άλλα λάφυρα και πολεμικό εξοπλισμό. Το γεγονός ότι η Σάμη μόνη της επί τέσσερις μήνες προέβαλε σθεναρή αντίσταση κατά των Ρωμαίων φανερώνει την πολεμική ετοιμότητα και εμπειρία των κατοίκων και επιβεβαιώνει ότι ήταν η πιο ισχυρή πόλη της Κεφαλληνιακής Τετράπολης. Αυτό τεκμαίρεται επίσης από την ισχυρή οχύρωση της Κράνης, η οποία κατασκεύασε τείχος μήκους πολλών χιλιομέτρων στα ανατολικά σύνορά της προς τη μεριά της Σάμης, για να διασφαλιστεί από αυτήν, που προφανώς θεωρούσε επίφοβο αντίπαλο. 1γ. Πάλη Στα νομίσματα της Πάλης απεικονίζονται ο Κέφαλος και η Αθηνά. Σε αντίθεση με αυτά της Κράνης και της Σάμης πλεονάζουν οι παραστάσεις κόκκων σίτου και κριθής και της Δήμητρας στεφανωμένης με στάχεις (Εικ. 81). Στον κατάλογο της συλλογής Λάμπρου περιγράφονται τέσσερα νομίσματα με απεικόνιση της θεάς Δήμητρας και οκτώ με παράσταση κόκκων κριθής και στάχεων σίτου, που αναδεικνύουν τον κατ εξοχήν γεωργικό χαρακτήρα της περιοχής. Πληροφόρηση για θέματα, που άπτονται της αγροτικής οικονομίας και του φυσικού περιβάλλοντος, δεν έχουμε. Οι αρχαίοι ιστορικοί καταγράφουν κυρίως τα πολεμικά γεγονότα και τις αιτίες, που οδήγησαν σε αυτά. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η σύντομη, αλλά σαφής και επ ευκαιρία των πολεμικών γεγονότων κατά τον Αντιοχικό πόλεμο ( π.χ.) αναφορά του Πολυβίου για την εύφορη γη της Πάλης (βλ. κεφ. VII, 3). Όταν ο Φίλιππος ο Ε της Μακεδονίας

158 140 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ απέτυχε να καταλάβει τους Πρόννους, για να τιμωρήσει τους Κεφαλλήνες, που είχαν συμμαχήσει με τον Αντίοχο Γ της Συρίας εναντίον των συμμάχων του Ρωμαίων, στράφηκε εναντίον της Πάλης. Εκτιμώντας τη μεγάλη έκταση και την ευφορία της χώρας, η οποία τότε ήταν γεμάτη από σιτηρά έτοιμα για θερισμό, λόγω του ότι η επιχείρηση γινόταν κατά το θέρος, στρατοπέδευσε πλησίον της πόλης, γιατί έκρινε ότι αυτή η γη μπορούσε να θρέψει το στρατόπεδο (Πολύβιος 5.3.5, βλ. Φ.Ο.Κ. 1996): «συνιδὼν δὲ ταύτην τὴν χώραν γέμουσαν σίτου καὶ δυναμένην τρέφειν στρατόπεδον, τὴν μὲν δύναμιν ἐκβιβάσας προσεστρατοπέδευσεν τῇ πόλει». α β γ δ ε στ Εικ. 81. Νομίσματα της Πάλης 5 ου 4 ου π.χ. αι.: α) Κεφαλή νέου (Απόλλωνα;) με στέφανο δάφνης και κριός, β) κριός και κλαδίσκος Πεύκης με κώνο, γ) κεφαλή νέου και Κέφαλος καθισμένος σε βράχο, δ) κεφαλή νέου με στέφανο και Κέφαλος με ακόντιο καθισμένος σε βράχο, ε) στέφανος δάφνης με τα αρχικά της πόλης ΠΑ και κεφαλή Αθηνάς στ) γυναικεία κεφαλή, ίσως Δήμητρας, και δελφίνι με το αρχικό της πόλης Π, από το οποίο κρέμεται κόκκος κριθής (Dondey Dupré 1823) Από το σύντομο αυτό χωρίο μπορούμε να σχηματίσουμε μία εικόνα για το είδος των καλλιεργειών και της παραγωγής. Από τα συμφραζόμενα όμως μπορούμε να σχηματίσουμε και μία κατά προσέγγιση εικόνα για το μέγεθος της παραγωγής, εάν υπολογίσουμε το πλήθος του στρατεύματος, το οποίο μπορούσε να τραφεί από αυτήν. Ο Πολύβιος δεν αναφέρει λεπτομερώς τον αριθμό των συμμάχων, που συνόδευσαν την εκστρατεία εκτός από τους Μακεδόνες, των οποίων ο ίδιος ο Φίλιππος ήταν αρχηγός. Άλλων μνημονεύει απλώς μόνο το όνομα των αρχηγών χωρίς τον αριθμό των ανδρών, άλλους δε με το όνομα των λαών χωρίς τα ονόματα των στρατηγών τους. Η παράλειψη αυτή του ιστορικού καλύπτεται έμμεσα από την όλη εξιστόρηση των πολεμικών γεγονότων, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Πολύβιος απαριθμεί και άλλες δυνάμεις, που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία αυτά προκύπτει «άνευ δισταγμού» ότι ο στρατός του Φιλίππου με τις συμμαχικές του δυνάμεις συνολικά αριθμούσε περί τους άνδρες (Λιβιεράτος (1916/1988). Συγκεκριμένα:

159 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους ήταν μόνον οι Μακεδόνες. Ο στρατός των Ακαρνάνων, Ηπειρωτών, Μεσσηνίων, ανερχόταν σε άνδρες. Ο στρατός της Αχαϊκής Συμπολιτείας με τον Άρατο σε Επειδή ένα μέρος του στρατού αυτού παρέμεινε για την άμυνα της Συμπολιτείας, υπολογίζεται ότι την εκστρατεία δεν μπορεί να ακολούθησαν λιγότεροι από άνδρες. Με δεδομένο το μίσος τους εναντίον των Κεφαλλήνων, που με συνεχείς πειρατικές επιδρομές λεηλατούσαν τη χώρα τους, η συμμετοχή τους στην εκστρατεία πρέπει να ήταν πολύ μεγαλύτερη. Σε αυτούς προστέθηκαν και 15 πλοία με Ιλλυριούς, στα οποία επέβαιναν περί τους 1200 άνδρες, καθώς και επικουρίες άλλων λαών, όπως των Λαμπαίων, των Πολυρρηνίων Κρητών, των Θρακών, των Γαλατών. Οι επικουρίες αυτές αναφέρονται από τον ίδιο τον Πολύβιο, όταν μετά την αποτυχία κατάληψης της Πάλης εισέβαλαν με τον Φίλιππο στην Αιτωλία, πράγμα που σημαίνει ότι ήταν μαζί του από την αρχή. Η μαρτυρία αυτή του Πολυβίου είναι πολύτιμη για την έκταση της καλλιέργειας και το μέγεθος της παραγωγής των δημητριακών. Αποτυπώνει κατά μέγα μέρος την εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος της παλικής γης, που και σήμερα είναι από τα ευφορότερα μέρη της Κεφαλονιάς. Το πηδάλιο, οι άγκυρες και τα δελφίνια, που απεικονίζονται σε άλλα νομίσματα της Πάλης, καθώς και ο Πήγασος, κορινθιακό σύμβολο, αναδεικνύουν τον μικτό χαρακτήρα μιας οικονομίας περισσότερο προηγμένης από της Κράνης. Εκτός από τον αγροτικό τομέα μαρτυρείται η επίδοση των Παλέων στη θάλασσα και στις ναυτικές επιχειρήσεις, παράλληλα δε οι φιλικές και εμπορικές σχέσεις με την Κόρινθο. 1δ. Πρόννοι Το κράτος-πόλη των Πρόννων κατείχε το νοτιοανατολικό τμήμα της Κεφαλονιάς και ήταν το μικρότερο σε έκταση από τα άλλα κράτη της Τετράπολης. Στην περιοχή αυτή η κοιλάδα του Ηρακλείου, ελώδης στο παρελθόν, διαρρέεται και σήμερα από μικρό ποτάμι, που τροφοδοτείται από τα νερά των πηγών Σάμης και Πυργίου. Η εύφορη αυτή κοιλάδα, που εκτείνεται μεταξύ των βουνών Αίνου, Άτρου και Παχνιού, σε συνδυασμό με την υδρολογία της περιοχής αποτελεί ιδανικό συνδυασμό για την ανάπτυξη της καλλιέργειας δημητριακών και οσπρίων, γνωστών ήδη στην περιοχή από τη νεολιθική περίοδο (ό.π. κεφ. ΙΙ, 4). Τα νομίσματα των Πρόννων (Εικ. 82) παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί εκτός της κτηνοτροφίας μαρτυρούν και μία άλλη παράμετρο της οικονομίας, στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Σε ορισμένα από αυτά (Εικ. 82 στ, η) απεικονίζεται νέος και ρόπαλο, σύμβολο του Ηρακλέους, στον οποίο αποδίδεται και η ονομασία της περιοχής Ηράκλειο, Αράκλι ή Ρατζακλί. Πιο σημαντικά όμως, που σχετίζονται με το αντικείμενο της Διατριβής μας, είναι τα νομίσματα, που απεικονίζουν είδη της αυτοφυούς χλωρίδας του νησιού, καθώς και κόκκους δημητριακών (Εικ. 82α, γυναικεία κεφαλή και κόκκος Κριθής ενταγμένος στο σύμπλεγμα με τα αρχικά ΠΡ της πόλης των Πρόννων). Είναι άξιο προσοχής ότι για δεύτερη φορά στην ίδια περιοχή της Κεφαλονιάς, τους Πρόννους, εμφανίζεται εγχάρακτο το σύμβολο της κεφαλληνιακής Ελάτης. Το πρωτοσυναντήσαμε στους μυκηναϊκούς

160 142 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ σφραγιδολίθους από τον θολωτό τάφο Τζανάτων (Εικ. 71), δηλωτικό πιθανόν της εξουσίας του τοπικού άρχοντα, στον οποίο ανήκε η σφραγίδα. Στους κλασικούς χρόνους η Ελάτη εμφανίζεται ξανά, αλλά για πρώτη φορά ως σύμβολο πλέον ελληνικής πόλης χαραγμένο σε νόμισμα. Τα νομίσματα αυτά φέρουν από τη μία όψη κεφαλή του Αινησίου Διός με στέφανο Δάφνης (Laurus nobilis) και από την άλλη κώνο Ελάτης (Abies cephalonica) με τα αρχικά ΠΡ των Πρόννων (Εικ. 82 β, γ, θ). α β γ δ ε στ ζ η θ Εικ. 82. Νομίσματα Πρόννων 5 ου 4 ου π.χ. αι. Στα α και ζ απεικονίζεται γυναικεία κεφαλή και κόκκος Κριθής προσαρτημένος στο αρχικό του ονόματος της πόλης ΠΡ. Στα β, γ, θ κεφαλή του Διός και κώνος Ελάτης ανεστραμμένος. Στο δ κεφαλή Απόλλωνος και λύρα σε δάφνινο στεφάνι (Laurus nobilis). Στα στ, η, ι κεφαλή νέου, ίσως του Ηρακλέους (κατά την άποψή μας πιθανόν του Υακίνθου, βλ. Ευθυμιάτου Κατσούνη 2010) και οζώδες ρόπαλο. Στο ι το ρόπαλο μέσα σε δάφνινο στεφάνι. Στο ε κεφαλή δαφνηφόρου Διός και κώνος Πεύκης με μίσχο (Νομισματικό Μουσείο Aθηνών, Ποστολάκας 1868, Gardner et al. 1887) ι

161 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 143 Αξιοσημείωτη η απεικόνιση επίσης δαφνηφόρου κεφαλής Διός και κώνου Πεύκης (Pinus sp.) (Εικ. 82 ε). Η ταυτοποίηση των δύο αυτών ειδών κατά το παρελθόν δίχασε δύο μεγάλους Βοτανικούς τον Heldreich ( ) και τον Ορφανίδη ( ). Στο σημείο αυτό όμως θα επανέλθουμε με ιδιαίτερη αναφορά στους κώνους των νομισμάτων. Ανεξαρτήτως της διαφωνίας ως προς την ταυτοποίηση των ειδών οι παραστάσεις μαρτυρούν μεν την ανάπτυξη της γεωργίας με την καλλιέργεια σιτηρών, παράλληλα όμως αναδεικνύουν και μία δυναμική σχέση (εξάρτηση) του ανθρώπου με ένα φυσικό πόρο του νησιού, που μεταφράζεται σε εκμετάλλευση του δασικού πλούτου. Το ξύλο της Ελάτης αποτελεί πολύτιμο στοιχείο φυσικού πλούτου, όσον αφορά στη ναυπήγηση των πλοίων, γιατί θεωρείται, όπως και της Πεύκης, από τα πλέον ανθεκτικά στην επαφή με τη θάλασσα. Τα νομίσματα λόγω των εμπορικών συναλλαγών αναπόφευκτα κυκλοφορούν και έξω από τα σύνορα της πόλης κράτους, που τα έκοψε. Τα συγκεκριμένα αναδεικνύουν πλέον την Ελάτη ως σύμβολο του κράτους, αλλά ταυτόχρονα υποδηλώνουν και την οικονομική σημασία, που έχει η εκμετάλλευσή της για το κράτος, που την προβάλλει. Με την απεικόνισή της επάνω σε ένα μέσο οικονομικής συναλλαγής, όπως το νόμισμα, διαφημίζεται προς τα έξω και γίνεται πανελλήνια γνωστή. Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε πιθανό ότι το ξύλο της Ελάτης ως πρώτη ύλη για ναυπήγηση πλοίων δεν θα κάλυπτε μόνο τις αντίστοιχες ανάγκες του κράτους των Πρόννων, αλλά θα αποτελούσε και σημαντικό προϊόν για εξαγωγή. Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι κατά τους κλασικούς χρόνους η δύναμη των κρατών κρίνεται από την έκβαση των κατά θάλασσα πολέμων (Μηδικά, Πελοποννησιακός πόλεμος), αυτό σημαίνει ότι το ελατόδασος του Αίνου, πολύ προσβάσιμο από την πλευρά των Πρόννων, θα είχε ήδη υποστεί τις επιπτώσεις αυτής της ανθρώπινης δραστηριότητας. 2. Οι κώνοι στα νομίσματα των Πρόννων και της Πάλης Τη μελέτη των δασικών ειδών, που απεικονίζονται στα νομίσματα των Πρόννων, πραγματοποίησαν οι Th. Heldreich ( ) και Θ. Ορφανίδης ( ) ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον (Ποστολάκας 1868). Τα προς συζήτηση δασικά είδη εντοπίζονται στα υπ αρ. 954, 955, 956 και 957 νομίσματα του Καταλόγου Π. Λάμπρου, που περιγράφει ο Α. Ποστολάκας και στα οποία οι απεικονίσεις τους περιορίζονται στους κώνους δασικών ειδών. Συγκεκριμένα ο Ορφανίδης παραθέτει στο δημοσίευμα του Ποστολάκα ιδιαίτερο, αυτόνομο κεφάλαιο υπό μορφή επιστολής με τίτλο «Ἔκθεσις περί τινων φυτικῶν ἀπεικονισμάτων ἀπαντωμένων ἐπί τῶν νομισμάτων τῶν Ἰονίων νήσων» σελ Στην εν λόγω επιστολή ο Ορφανίδης, σε ό,τι αφορά στην ταυτοποίηση των φυτικών κώνων των υπ αρ. 955, 956 και 957 νομισμάτων του καταλόγου Ποστολάκα (Εικ. 82) καταθέτει διαφορετική άποψη από εκείνη του Heldreich, την οποία και αναφέρει ο Ποστολάκας στα σχόλιά του για τα αντίστοιχα τέσσερα νομίσματα. Ο μεν Heldreich στο υπ αρ. 955 νόμισμα, που αντιστοιχεί με το ε της εικόνας 82, αναγνωρίζει την Πίτυ την κωνοφόρο του

162 144 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Θεοφράστου (Pinus pinea Lin.) κν. κουκουναριά, ο δε Ορφανίδης τη χαλέπιο Πεύκη (Pinus halepensis). Αντί δε της κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica), που αναγνωρίζει στα νομίσματα 956, 957 ο Heldreich (αντιστοιχούν στα β και γ της εικόνας 82, ο Ορφανίδης θεωρεί ότι το είδος τούτο αποτελεί μία varietas «της καθ άπασαν την Ελλάδα και την Ευρώπην φυομένης κοινής ελάτης σε όλη την Ελλάδα, είδος Pinus αbies ή Pinus pinea ή Abies vulgaris!! Η διαφωνία αυτή δεν έχει παρά μόνο ιστορική αξία για την εποχή, που συνυπήρξαν αυτοί οι δύο σπουδαίοι επιστήμονες. Πάντως η προσφορά του Ορφανίδη και του Heldreich υπήρξε θεμελιακή για τη γνώση της ελληνικής χλωρίδας. Θεωρήσαμε απαραίτητη την αναφορά των ανωτέρω, προκειμένου να διευκρινιστεί ότι, εάν τα συμπεράσματά τους έμεναν ασχολίαστα, η ταυτοποίηση των φυτικών παραστάσεων στα νομίσματα θα ήταν ακατανόητη για τους μη ειδικούς. Και τούτο, γιατί κυρίως στην Έκθεση του Ορφανίδη χρησιμοποιούνται μεταξύ των επιστημονικών ονομάτων των φυτικών ειδών και ονομασίες, που αναφέρονται από τους αρχαίους συγγραφείς (Θεόφραστος, Παυσανίας κ.ά.). Για τον λόγο αυτό παραθέτουμε στη συνέχεια τη δική μας άποψη χρησιμοποιώντας τα επιστημονικά ονόματα, που ισχύουν σήμερα για τα διάφορα είδη, στα οποία ανήκουν οι εικονιζόμενοι κώνοι των υπό συζήτηση νομισμάτων. Οι αριθμοί των νομισμάτων είναι εκείνοι, που χρησιμοποιούνται στον κατάλογο του Ποστολάκα (1868). Το υπ αρ. 954 νόμισμα δεν περιέχεται στην εικόνα 82, γιατί η απεικόνιση είναι ασαφής. Ως εκ τούτου δεν σχολιάζεται. Νόμισμα υπ αρ. 955 Πρόννων (Ποστολάκας 1868). Ο κώνος, που απεικονίζεται στο νόμισμα υπ αρ. 955 (αντιστοιχεί στο ε της εικόνας 82), θα μπορούσε να θεωρηθεί μετά βεβαιότητας ότι ανήκει στη χαλέπιο Πεύκη (Pinus halepensis), κοινότατο είδος των ελληνικών παραλίων, κυρίως της Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου, των παρακείμενων νησιών κ.α. Πρόσφατα όμως διαπιστώθηκε στο όρος Αίνος της Κεφαλονιάς και η παρουσία της Pinus nigra subsp. nigra εντός του δάσους της Abies cephalonica (Efthymiatou Katsouni & Phitos 2011). Οι κώνοι των δύο αυτών ειδών, δηλαδή της P. halepensis και της P. nigra, παρουσιάζουν κυρίως μορφολογικές διαφορές και λιγότερο διαφορές ως προς το μέγεθος. Δεδομένου ότι κρίνεται μάταιη η αναγνώριση διαφοροποιών χαρακτηριστικών στους κώνους των δύο αναφερθέντων ειδών στα συγκεκριμένα νομίσματα, προτιμάμε να θεωρήσουμε ότι ο κώνος του υπ αρ. 955 νομίσματος ανήκει σε ένα από τα δύο αναφερθέντα είδη Pinus (Pinus sp.). Εξ άλλου η υπόθεση ότι ο απεικονιζόμενος κώνος στο υπ. αρ. 955 νόμισμα είναι της Pinus pinea αποκλείεται, δεδομένου ότι ο κώνος του είδους αυτού είναι σχεδόν σφαιρικός. Νομίσματα υπ αρ. 956 και 957 Πρόννων (αντιστοιχούν στους β και γ της εικόνας 82). Είναι βέβαιο ότι οι κώνοι των νομισμάτων αυτών είναι της κεφαλληνιακής Ελάτης (Αbies cephalonica), είδους ενδημικού της Ελλάδας. Νόμισμα της Πάλης: ο κώνος Πεύκης, που απεικονίζεται επίσης σε νόμισμα της Πάλης, καθώς και το δελφίνι σε νόμισμα της αυτής πόλης (Εικ. 81, β και στ), μας δίνουν μία νέα διάσταση της οικονομικής ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της συγκεκριμένης πόλης- κράτους. Τα σύμβολα αυτά σημαίνουν

163 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 145 α) ότι η Πεύκη αποτελούσε σημαντικό στοιχείο της χλωρίδας του κράτους αυτού κατά τους κλασικούς χρόνους, στους οποίους ανήκουν τα νομίσματα και β) ότι οι Παλείς επιδίδονταν στη ναυτιλία και στο δι αυτής διεξαγόμενο εμπόριο, όπως συνάγεται και από τις φιλικές σχέσεις τους με την Κόρινθο, ισχυρή ναυτική και οικονομική δύναμη της εποχής (βλ. κεφ. V, 1 α). Για τη ναυπήγηση των εμπορικών ή πολεμικών πλοίων της η Πάλη είχε ανάγκη την κατάλληλη ξυλεία, η οποία, όπως φαίνεται από την απεικόνιση στο εν λόγω νόμισμα, προερχόταν από Πεύκη, γιατί το ξύλο της, όπως και της Ελάτης, προσφερόταν για τον σκοπό αυτό. Διαπιστώνουμε δηλαδή κάτι ανάλογο με τις απεικονίσεις κώνων στα νομίσματα των Πρόννων, στα οποία η Ελάτη προβάλλεται ως σύμβολο και στοιχείο της οικονομικής ζωής του αρχαίου κράτους. Η χερσόνησος της Παλικής, στην οποία εκτεινόταν η κυριαρχία των Παλέων, βρίσκεται στο δυτικότερο τμήμα της Κεφαλονιάς και καταλαμβάνει κυρίως την παραλιακή ζώνη, της οποίας το υψόμετρο είναι γενικά χαμηλό. Για τον λόγο αυτό θεωρούμε ότι ο εικονιζόμενος στο νόμισμα β της εικόνας 81κώνος ανήκει στην Pinus halepensis subsp. halepensis, Πεύκη των χαμηλών υψομέτρων, όπως και τα βουνά της Παλικής. Η απεικόνισή της στο εν λόγω νόμισμα αποτελεί μαρτυρία ότι κατά τους κλασικούς χρόνους υπήρχαν αυτοφυή δάση της P. halepensis subsp. halepensis στην Κεφαλονιά, συνέχεια των δασών της Ύστερης Νεολιθικής Εποχής, ίχνη των οποίων βρέθηκαν στα ανθρακολογικά κατάλοιπα του σπηλαίου της Δράκαινας (βλ. κεφ. ΙΙΙ. 2α). Με βάση τα ανωτέρω και τολμώντας μία αναπαράσταση του φυσικού περιβάλλοντος της Παλικής στην εικόνα με τους εύφορους σιτοβολώνες, που αναφέρονται στο κεφάλαιο VII. 3 και εν. 1γ του παρόντος, θα προσθέσουμε ακτές και λόφους κατάφυτους από πευκοδάση P. halepensis. 3. Ρωμαϊκοί χρόνοι Οι επιπτώσεις στο ανθρωπογενές περιβάλλον μετά την κατάληψη της Κεφαλονιάς από τους Ρωμαίους έχουν καταγραφεί από τους ιστορικούς. Οι πόλεις έπεσαν σε παρακμή. Η αιμορραγία του ανθρώπινου δυναμικού από τους συνεχείς πολέμους, η υποχρεωτική στρατολόγηση, η ιδιαίτερα βάναυση και εκδικητική συμπεριφορά των Ρωμαίων για την αντίσταση, που προέβαλε η Σάμη, με τον εξανδραποδισμό και την αρπαγή δυσανάλογου προς τον πληθυσμό της αριθμού ομήρων, οι μετέπειτα εμφύλιοι πόλεμοι των Ρωμαίων, ο μεταξύ τους ανταγωνισμός και οι επί 80 χρόνια πειρατικές επιδρομές, εξάντλησαν και σχεδόν ερήμωσαν το νησί. Μόνο κατά τον Πειρατικό πόλεμο, που διεξήγαγε ο Πομπήιος το 78 π.χ άνδρες φονεύθηκαν και αιχμαλωτίστηκαν. Για τις επιπτώσεις, που επήλθαν στο φυσικό περιβάλλον συνεπεία των πολέμων, δεν έχομε πληροφόρηση. Μία και μοναδική μαρτυρία υπάρχει στον Τίτο Λίβιο (T. Livius XXXVIII, βλ. Sage ), ο οποίος περιγράφει λεπτομερώς την κατάληψη της Σάμης από τους Ρωμαίους το 188 π.χ. (βλ. εν. 1β του παρόντος). Oι Σάμιοι, για να συντρίψουν τους ρωμαϊκούς κριούς και τις άλλες πολιορκητικές μηχανές του Φουλβίου, έριχναν από τα τείχη βαρείς όγκους

164 146 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ μολύβδου, μεγάλους λίθους και «βαρείς δρύινους κορμούς». Το τελευταίο υπονοεί υλοτόμηση παρακείμενου δάσους από αιωνόβιες δρυς. Λόγω της επίκαιρης θέσης και των λιμένων της η Κεφαλονιά βρέθηκε στο επίκεντρο των πολεμικών ανταγωνισμών της Ρώμης, υπέστη τα πάνδεινα και περιήλθε σε κατάσταση μεγάλης ένδειας και πείνας. Σύμφωνα με τις πολεμικές τακτικές του παρελθόντος ήταν αναπόφευκτες η δήωση και η καταστροφή της υπαίθρου, η ερήμωση των αγρών σε βάρος των καλλιεργημένων εκτάσεων, η αρπαγή ζώων νομής και οικόσιτων με αποτέλεσμα τη μερική αναγέννηση και εξάπλωση της άγριας βλάστησης στους εγκαταλειμμένους αγρούς. Σε αυτές τις καταστροφικές παρεμβάσεις θα προσθέσουμε την κακή διοίκηση, τους εμφυλίους πολέμους των Ρωμαίων, τις λεηλασίες των πειρατικών επιδρομών, την υποχρεωτική στρατολόγηση και τις εκβιαστικές σε είδος παροχές για τη συντήρηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων, που έφεραν την Κεφαλονιά στα πρόθυρα της ερήμωσης (Πλουτάρχου Βίος Αντωνίου 167, βλ. Φ.Ο.Κ., Στράβων Ι. 13, βλ. Φ.Ο.Κ.). Αργότερα επί της εποχής του Αυγούστου, όπου η Κεφαλληνία με τη Ζάκυνθο τελούσαν υπό προνομιακό καθεστώς ελευθερίας και αυτονομίας, η Κεφαλονιά ανέκαμψε, έγινε πάλι πλούσια και πολυάνθρωπη και ανέπτυξε τον αγροτικό και ναυτικό τομέα. Είναι γεγονός ότι η ρωμαϊκή αγρονομία προήλθε από την ελληνική μέσω των ελληνικών αποικιών, αλλά οι Λατίνοι γενικά τελειοποίησαν ταχύτατα τις πρώτες μεθόδους, γιατί ήταν πιο μεθοδικοί και πιο προσηλωμένοι στη γη, όπως προκύπτει από τον Βιργίλιο, τον Πλίνιο, τον Κάτωνα και τον Ουάρωνα (στον Λέτσα 1957). Από το τέλος του 3 ου π.χ. αι. άρχισαν να εφαρμόζουν τον καταμερισμό της εργασίας και δημιουργήθηκε εξειδίκευση στους διάφορους τομείς ανάλογα με το προϊόν. Εφάρμοσαν την αμειψισπορά μειώνοντας τον χρόνο της αγρανάπαυσης και φυτεύοντας στην ίδια γη φυτά, που χρειάζονταν λιγότερο χρόνο, για να αναπτυχθούν και είχαν λιγότερες εδαφικές απαιτήσεις. Συγκέντρωναν τα ζώα σε ειδικούς περιφραγμένους χώρος (σταβλισμός ή μαντρισμός) με αποκλειστικό σκοπό τη συσσώρευση της κοπριάς για περαιτέρω χρήση στα χωράφια. Εξέταζαν εάν η ποιότητα του εδάφους ήταν κατάλληλη για το συγκεκριμένο είδος καλλιέργειας και γνώριζαν τη χλωρή λίπανση. Τελειοποίησαν τα παραδοσιακά γεωργικά εργαλεία, ενώ παράλληλα εφεύραν και άλλα (l.c.). Την πορεία της γεωργίας επηρέασε κατά καιρούς και η σχετική για την ιδιοκτησία της γης και περί τα αγροτικά νομοθεσία, η οποία ίσχυε για όλες τις επαρχίες της Ρώμης και φυσικά και για την Κεφαλονιά. Ο Μέγας Κων/νος π.χ. μεταξύ άλλων φόρων όρισε και τον έγγειον (indictio), επί τη βάσει κτηματολογίου, το οποίο συντασσόταν κάθε δεκαπέντε χρόνια και αφορούσε κάθε ιδιοκτησία. Το κριτήριο για το διαχωρισμό των κοινωνικών τάξεων στις πόλεις σε ευγενείς και πληβείους αποτελούσε η ιδιοκτησία της γης από 25 πλέθρα και άνω. Οι κάτοικοι της υπαίθρου και οι αγρότες διαιρέθηκαν σε τρεις τάξεις: κτηματίες, αγρολήπτες και δούλοι. Οι αγρολήπτες ήταν προσαρτημένοι με τον αγρό και αποτελούσαν κτήμα του κυρίου τους. Δούλευαν, πουλιόνταν και αγοράζονταν μαζί με τον αγρό. Είχαν όμως το δικαίωμα να αγοράζουν αγρό ή να δέχονται δωρεά από τον κύριο και απαλλάσσονταν από τις αγροτικές υποχρεώσεις τους προς αυτόν μετά από 30 χρόνια. Όσα παιδιά γεννιόντουσαν κατά τη διάρκεια της αγροληψίας, αν και ελεύθερα, θεωρούνταν δούλοι της γης.

165 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 147 Αναγνώριζαν τον κτηματία ως δεσπότη και πλήρωναν σε αυτόν ένα υπέρογκο φόρο, το εδαφονόμιο. Πλήρωναν επίσης τον φόρο στο δημόσιο, και αυτοί καρπώνονταν το υπόλοιπο (Λιβιεράτος 1916/1988). 4. Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία κατά τους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω διαπιστώνουμε ότι και κατά την κλασική εποχή η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον εξακολουθεί να παραμένει περίπου, όπως και στους ομηρικούς χρόνους. Ο άνθρωπος διατροφικά εξαρτάται από τη γη και τα προϊόντα της. Η οικονομία βασίζεται στην κτηνοτροφία κυρίως αιγοπροβάτων και βοοειδών, στην καλλιέργεια σιτηρών, οσπρίων, της ελαίας και της αμπέλου, καθώς και στην ανάπτυξη του δια θαλάσσης εμπορίου. Το κυνήγι έχει ήδη μεταπηδήσει στην κατηγορία των ψυχαγωγικών ή αθλητικών ενασχολήσεων. Κατά την άποψή μας ενδέχεται η καλλιέργεια των δημητριακών λόγω του διαχωρισμού των πόλεων με την ίδρυση των τεσσάρων κρατών της Τετράπολης, που προϋποθέτει και μία σχετική αύξηση πληθυσμού, να έχει επεκταθεί σε βάρος των χορτολιβαδικών εκτάσεων, που προσφέρονταν για εγκατάσταση και καλλιέργεια. Για τον ίδιο λόγο επίσης και η αύξηση του κτηνοτροφικού κεφαλαίου, όπως συνάγεται από τις επανειλημμένες απεικονίσεις των ζώων παραγωγής στα νομίσματα, σημαίνει επέκταση των βοσκοτόπων στις ορεινές περιοχές σε βάρος της αυτοφυούς βλάστησης. Συγκρίνοντας τα νομίσματα των τεσσάρων πόλεων της Τετράπολης μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η οικονομία της Σάμης και της Πάλης λόγω των συμβόλων της ναυτιλίας εμφανίζεται περισσότερο σύνθετη. Η εξέλιξη της οικονομίας με την επέκταση των καλλιεργειών εκτός από τις αρνητικές παρεμβάσεις στην αυτοφυή χλωρίδα εμπεριέχει και κάτι θετικό. Οι αγροτικές και εμπορικές δραστηριότητες κατά τους κλασικούς χρόνους δεν αποκλείεται να άνοιξαν τον δρόμο για μία νέα εγκατάσταση ξενοφύτων στο νησί με αποτέλεσμα τον εμπλουτισμό της βιοποικιλότητας. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για το μέγεθος του πληθυσμού της Τετράπολης, επί τη βάσει των οποίων θα μπορούσαμε να σχηματίσουμε κάποια αμυδρή έστω εικόνα και για την έκταση των καλλιεργούμενων γαιών και για το μέγεθος της παραγωγής. Οπωσδήποτε η πολιτική διαίρεση, η ύπαρξη των τειχών και των ισχυρών ακροπόλεων είναι ενδεικτικές της ύπαρξης ανταγωνισμού και των ενδεχόμενων μεταξύ τους συγκρούσεων. Η έκταση, που καταλαμβάνουν τα ερείπια των αρχαίων πόλεων, μαρτυρεί πολυάνθρωπο πληθυσμό. Ο υπολογισμός του Beloch ότι ο αστικός πληθυσμός της Κεφαλονιάς την εποχή αυτή ανερχόταν μόνο σε κατοίκους υπολείπεται κατά πολύ του πραγματικού αριθμού, γιατί, όπως υποστηρίζει ο Partsch (1892), «εάν κάποιος περιηγηθεί μόνο τα ερείπια των Κρανίων ή της Σάμης, δύσκολα θα πεισθεί ότι κατά την περίοδο της ακμής των πόλεων το νησί είχε λιγότερο πληθυσμό όσο στην αρχή του 19 ου αι.», δηλ. περί τους κατοίκους, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των απογραφών, που αναφέρει ο Μηλιαράκης (1890) για τον 19 ο αι. Κατά τους υπολογισμούς του τον 19 ο αι. αναλογούν 101 κάτοικοι ανά τετραγωνικό

166 148 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ χιλιόμετρο. Εάν λοιπόν δεχθούμε την άποψη του Partsch για το αυτό περίπου μέγεθος πληθυσμού και κατά τους κλασικούς χρόνους, θα έχουμε την ίδια πυκνότητα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Έχοντας υπ όψη μας τον ορεινό χαρακτήρα του νησιού και τις θέσεις, που υπάρχουν τα αρχαιολογικά μνημεία, ακροπόλεις, τάφοι και ερείπια, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο πληθυσμός θα ήταν συγκεντρωμένος στις πεδινές και παράκτιες περιοχές, αλλά πάντοτε πλησίον οχυρών θέσεων, στις οποίες θα μπορούσε να καταφύγει σε περίπτωση κινδύνου. Δεν είναι δυνατόν επίσης να υπολογισθεί ελλείψει στοιχείων ο πληθυσμός της Κεφαλονιάς μετά από τις βιαιότητες και τους εξανδραποδισμούς κατά τη διάρκεια των πειρατικών επιδρομών και των εμφυλίων πολέμων της Ρώμης. Από τις περιγραφές των ιστορικών όμως είναι βέβαιο ότι υπέστη μεγάλη αφαίμαξη. Ο τρόπος καλλιέργειας της γης και η μέθοδος παραγωγής δεν έχουν αλλάξει. Ενδεχομένως με την πάροδο του χρόνου να έχουν βελτιωθεί λόγω συσσωρευμένης εμπειρίας και αποθησαυρισμένης γνώσης. Συγκρίνοντας όμως τις περιγραφές των αγροτικών εργασιών από το Ἔργα καὶ Ἡμέραι του Ησιόδου (Γκιργκένης & Ιακώβ 2001) και τον Οἰκονομικό του Ξενοφῶντος (Ε. 127, βλ. Φ.Ο.Κ. 1993) διαπιστώνουμε ότι διατηρούν τον ίδιο παραδοσιακό χαρακτήρα. Ό,τι ισχύει λοιπόν για τον υπόλοιπο ελληνικό χώρο, όσον αφορά στις μεθόδους καλλιέργειας, το αυτό ισχύει και για την Κεφαλονιά. Παρά το μέγεθος του πληθυσμού, που υπολογίζεται ότι συντηρούσε το νησί, δεν θα χαρακτηρίζαμε τις ανθρώπινες παρεμβάσεις στο περιβάλλον καταλυτικές με μη αναστρέψιμα αποτελέσματα, δεδομένου του ήπιου χαρακτήρα της καλλιέργειας στον τομέα της γεωργίας. Πιο σοβαρή παρέμβαση στο περιβάλλον θεωρούμε την έναρξη της συστηματικής κατά τα φαινόμενα υλοτόμησης του ελατοδάσους του Αίνου για την εκμετάλλευση της κεφαλληνιακής Ελάτης ως προϊόντος, όπως συνάγεται από την απεικονίσεις στα νομίσματα των Πρόννων (βλ. στη συνέχεια κεφ. ΧIV, 1, 2, 3, 4, 5). Η επίδοση των Κεφαλλήνων στη ναυτιλία και στο δι αυτής διεξαγόμενο εμπόριο, αλλά και στην πειρατεία, στην οποία επιδίδονταν από τους προϊστορικούς χρόνους, συνεπάγεται ναυπήγηση πλοίων από την κεφαλληνιακή Ελάτη, που προσφερόταν εν αφθονία στο νησί. Το ξύλο της, όπως και της Πεύκης, ήταν το πλέον κατάλληλο γι αυτόν τον σκοπό. Η παρουσία της Πεύκης, μαύρης (Pinus nigra subsp. nigra), ή χαλεπίου (P. halepensis subsp. halepensis ) βεβαιώνεται στο νησί από τους νεολιθικούς χρόνους (Ntinou and Stratouli 2011, Efthymiatou Katsouni & Phitos 2011). Oι απεικονίσεις της σε νόμισμα των Πρόννων (Εικ. 78 ε) και σε νόμισμα της Πάλης (Εικ.77 β) υπονοούν, κατά την άποψή μας, ανάλογες παρεμβάσεις για εκμετάλλευση των δασών Πεύκης. Για τις πολεμικές επιχειρήσεις, τον στόλο, τις ναυτικές επιδόσεις, την εν γένει θαλασσινή εμπειρία και τον πλούτο της Κεφαλονιάς κατά τους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους συμπεραίνουμε έμμεσα από τους αρχαίους συγγραφείς, οι οποίοι αναφέρουν τα εξής: 1) ο Παυσανίας (IV, 20, βλ. Παπαχατζής 1979) ότι κατά τον Μεσσηνιακό πόλεμο Κεφαλλήνας μεγαλέμπορος διέσπασε την πολιορκία του φρουρίου της Είρας από τους Σπαρτιάτες και τροφοδότησε τους πολιορκημένους σε αυτό Μεσσηνίους 2) ο Θουκυδίδης (Ε. 43 και Ζ. 57, βλ. Φ.Ο.Κ.1992) ότι οι Κεφαλλήνες κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο χορηγούσαν στους Κορινθίους και στους Αθηναίους πολεμικά πλοία και χρήματα 3) ο Ξενοφών (Ελληνικά ΣΤ, ΙΙ. 38, βλ. Φ.Ο.Κ. 1993) ότι ο Αθηναίος ναύαρχος

167 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς στους κλασικούς και ρωμαϊκούς χρόνους 149 Ιφικράτης εισέπραξε μεγάλα ποσά από την Κεφαλονιά, για να συντηρήσει τις 90 τριήρεις του στόλου του. 4) Ο Πολύβιος (Ιστορ. Δ. 3 κ.ε., βλ. Φ.Ο.Κ.) ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις των Αιτωλών κατά του Φιλίππου Ε της Μακεδονίας γίνονταν με τριήρεις των Κεφαλλήνων και 5) ο Τίτος Λίβιος (XXXVII, , βλ. Sage ) ότι οι Κεφαλλήνες έναντι πλουσιοπάροχης αμοιβής από τον Αντίοχο είχαν αναλάβει την καταστροφή του στόλου των Ρωμαίων. Αυτή και μόνο η επιχείρηση αναμέτρησης του κεφαλληνιακού στόλου προς αυτόν της Ρώμης μαρτυρεί την έκταση της ναυπήγησης των πλοίων, το μέγεθος του στόλου, και, κατά την άποψή μας, την αναλογούσα στα μεγέθη αυτά υλοτόμηση του ελατοδάσους ή και των υπαρχόντων στο νησί δασών Πεύκης. Η πληροφορία στον Τίτο Λίβιο ότι κατά την άμυνα της Σάμης εναντίον των Ρωμαίων οι πολιορκούμενοι κάτοικοι έριχναν από τα τείχη των ακροπόλεων μεγάλους κορμούς δρυός, για να καταστρέψουν τα πολιορκητικά μηχανήματα των Ρωμαίων, υποδηλώνει την ύπαρξη αιωνόβιου δρυοδάσους σε άμεση γειτνίαση με την πόλη της Σάμης. Έχοντας υπ όψη τη μορφολογία του εδάφους και την υπάρχουσα βλάστηση στους νοτιοανατολικά υπερκείμενους της σημερινής ομώνυμης κωμόπολης λόφους, μπορούμε να σχηματίσουμε μία αμυδρή εικόνα για ένα αρχαίο δάσος από πανύψηλες δρυς, το οποίο πλέον δεν υπάρχει και μάλλον έχει αντικατασταθεί από τη σημερινή υψηλή μακκία. Όμως δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας και το εξής: η Ρώμη ως κοσμοκράτειρα δύναμη έλεγχε όλη τη Μεσόγειο και είχε πρόσβαση σε όλα τα λιμάνια. Μέσω αυτών διενεργούσε το εμπόριο και μετέφερε στη Ρώμη γεωργικά προϊόντα από όλα τα σημεία της επικράτειάς της. Η Κεφαλονιά κατά μήκος των ακτών της διέθετε πολλά λιμάνια είτε σαν σταθμούς ανεφοδιασμού των πλοίων είτε σαν τόπους μόνιμης εγκατάστασης Ρωμαίων, επιφανών πολιτικών εξόριστων, όπως ο Γάιος Αντώνιος, θείος του Μάρκου Αντωνίου. Σε αυτούς δινόταν όχι μόνο η διοίκηση, αλλά και τα εισοδήματα του νησιού (Στράβων: Ι. 13, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994). Το βεβαιώνουν τα άφθονα ρωμαϊκά κτίσματα, επαύλεις, τάφοι και διάφορες εγκαταστάσεις, που βρέθηκαν κυρίως σε λιμάνια και σε επίκαιρα σημεία της Κεφαλονιάς, όπως ο ναύσταθμος στην περιοχή Κρανιάς- Κουτάβου, καθώς και στη Σάμη, στο Φισκάρδο (Πάνορμος), στη Λακκίθρα, στη Σκάλα κ.α. Υποθέτουμε λοιπόν ότι η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του νησιού και η οργάνωση της αγροτικής ιδιοκτησίας θα ακολούθησε τα ρωμαϊκά πρότυπα του καθεστώτος της δουλοπαροικίας. Θεωρούμε ότι το αγροτικό αυτό καθεστώς με την καθιέρωση του μεγάλου κλήρου επηρέασε την έκταση και την ένταση της καλλιέργειας. Και ναι μεν στην εποχή του Γαΐου Αντωνίου το σύστημα απέδωσε στον τομέα της οικονομίας λόγω του προνομιακού καθεστώτος ελευθερίας και αυτονομίας του νησιού, πλην όμως υποθέτουμε ότι για την επέκταση των καλλιεργειών αποψιλώθηκαν εκτάσεις με άγρια βλάστηση και καλλιεργήθηκαν ξανά πρώην εγκαταλειμμένοι και δασωμένοι αγροί. Στη διακίνηση ανθρώπων, εμπορευμάτων, ζώων και διαφόρων προϊόντων απ όλα τα σημεία της Μεσογείου με πλοία, που προσέγγιζαν στα λιμάνια της Κεφαλονιάς, είναι βέβαιο ότι μεταφέρθηκαν σπέρματα φυτών, τα οποία ρίζωσαν, βλάστησαν και ευδοκίμησαν στο νησί. Κατά την περίοδο αυτή πρέπει να έχομε μία νέα εποίκιση ξενοφύτων. Αποδείξεις βέβαια δεν έχομε για το είδος των φυτών, που εισάχθηκαν με την «παγκοσμιοποίηση» του εμπορίου κατά τη

168 150 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ρωμαϊκή περίοδο. Μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι δεν επρόκειτο για είδη μόνο από τις χώρες της μεσογειακής λεκάνης. Η διακίνηση των εμπορευμάτων από τα διάφορα σημεία της Μεσογείου, αλλά και της δυτικής Ευρώπης προς την Κεφαλονιά, μέσω των οποίων μεταφέρθηκαν αλλόχθονα είδη, πρέπει να ήταν συχνή και πυκνή, γιατί υπήρχαν στο νησί ανθούσες ρωμαϊκές παροικίες και εγκαταστάσεις, όπως ήδη προαναφέραμε. Λόγω της θέσης της η Κεφαλονιά αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ Ρώμης και ανατολικών επαρχιών του μεγάλου ρωμαϊκού κράτους. Συχνά όμως και κατά τον πλου από και προς την Αίγυπτο και τις ανατολικές επαρχίες τα πλοία ναυαγούσαν λόγω θαλασσίων ρευμάτων και νότιων-νοτιοανατολικών ανέμων, όπως στην περίπτωση του Αποστόλου Παύλου. Κατά το ταξίδι του προς τη Ρώμη ανεμοθύελλα παρέσυρε το πλοίο του, που βρισκόταν ΝΔ της Κρήτης, και μετά περιπλάνηση πολλών ημερών το προσάραξε στις ακτές της Πεσσάδας με αποτέλεσμα να παραμείνει ο Απόστολος τρεις μήνες στην Κεφαλονιά (Warnecke 1987, 1999). Το περιστατικό αυτό αποδεικνύει ότι λόγω της θέσης της μεταξύ ανατολικής και δυτικής Μεσογείου η Κεφαλονιά δεν αποτελούσε μόνο προγραμματισμένο προορισμό ταξιδίου, αλλά ήταν πρόσφορη και σε επιδράσεις από τυχαίους παράγοντες, που καθόριζαν οι δυνάμεις της φύσης.

169 ΚΕΦ. ΙΧ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΣTOYΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ 1. Γεωργία και αγροτικό καθεστώς κατά τη βυζαντινή περίοδο (324/ ) Κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου οι βασικοί οικονομικοί πόροι προέρχονταν από την ενασχόληση με τη γη, κύρια πηγή των προϊόντων της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς του Βυζαντίου ήταν σε άμεση σχέση με την υφή και τη δομή της βυζαντινής κοινωνίας. Οι κάτοικοι και της πόλης και της υπαίθρου ήταν δεμένοι με τη γη, γιατί οι κάτοικοι των πόλεων εργάζονταν και οι ίδιοι στο ύπαιθρο και οι αστικές λειτουργίες συνυπήρχαν με τις αγροτικές. Έτσι κάθε πόλη δημιουργούσε μία ενδοχώρα, η οποία την τροφοδοτούσε με προϊόντα και με την οποία συναλλασσόταν. Οι γεωργικές δραστηριότητες του βυζαντινού αγρότη λάβαιναν χώρα σε συγκεκριμένους «χώρους», όπως το χωριό, η μοναστηριακή ή εκκλησιαστική ιδιοκτησία, το νοικοκυριό και η οικογένεια. Η φύση και η έκταση του καλλιεργήσιμου εδάφους ήταν σημαντικοί παράγοντες, που επηρέαζαν την πυκνότητα πληθυσμού του κάθε οικισμού, ο οποίος αποτελούσε ενιαία παραγωγική μονάδα με καλλιέργειες σίτου και αμπέλου, με πηγές και ρυάκια νερού, μύλους, περιβόλια και ζώα (Μουτζάλη 1990). Η καλλιέργεια της γης γινόταν είτε άμεσα από τον ιδιοκτήτη και την οικογένειά του με τη βοήθεια δούλων ή μισθωτών είτε έμμεσα από ελεύθερους καλλιεργητές ή και παροίκους, (ακτήμονες χωρικούς), στους οποίους ο ιδιοκτήτης παραχωρούσε την προσωρινή εκμετάλλευση έναντι ορισμένου μισθώματος. Οι πάροικοι ήταν χωρικοί με σχέση εξάρτησης από τον γαιοκτήμονα υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ο θεσμός της παροικίας εξελίχθηκε σε μόνιμη σχέση μεταξύ γαιοκτήμονα και χωρικού. Η ανάπτυξη της γεωργίας πέρασε από διάφορες φάσεις, ανάλογα με τον τρόπο κατανομής της εγγείου ιδιοκτησίας και της εκμετάλλευσης. Στην Πρωτοβυζαντινή περίοδο μέχρι τους χρόνους του Ηρακλείου ( ), αλλά ιδίως επί της εποχής του Ιουστινιανού ( ) ενισχύθηκαν οι μικροκαλλιεργητές και η οικονομία γνώρισε άνθιση με την εισαγωγή νέων ειδών και μεθόδων, όπως π.χ. της σηροτροφίας. Από τους Ρωμαίους είχε ήδη διαμορφωθεί ο θεσμός του «εμφυτευτικού ή εμβατευτικού ή εμβατικού δικαίου (patrimonialis sive emphyteuticus fundus)», ο οποίος αφομοιώθηκε στην Ιουστινιάνειο Νομοθεσία, Νεαραί και Πανδέκται. «Η εμφύτευσις είναι εμπράγματον δικαίωμα κληρονομητής μισθώσεως στηριζόμενον επί του ρωμαϊκού νομίμου κανονικού θεσμίου περί δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του εμφυτευτού» (Dernburg, Δυοβουνιώτου 1899). Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή

170 152 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ αναγνωρίζονταν στον εμφυτευτή δικαιώματα κυριότητας και νομής επί του τμήματος του αγρού, που καταλάμβανε η εμφύτευση κυρίως δένδρων (Καλλιγάς 1879). Τότε καλλιεργήθηκαν πολλές εκτάσεις, που είχαν παραμείνει ακαλλιέργητες και αυξήθηκαν οι πρόσοδοι από τη γεωργία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί η τάξη των μικροκαλλιεργητών, η οποία τροφοδοτούσε με έμψυχο δυναμικό τον βυζαντινό στρατό. Η ακμαία οικονομική της κατάσταση εξηγεί τις νικηφόρες εκστρατείες των αυτοκρατόρων Ηρακλείου και Μαυρικίου. Το νομικό αυτό καθεστώς ίσχυε σε όλη της επικράτεια του Βυζαντινού κράτους άρα θα ίσχυε και στην Κεφαλονιά, για όσο διάστημα αυτή παρέμεινε αναπόσπαστο τμήμα του. Κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο εξακολουθεί να υφίσταται η μικρή ιδιοκτησία μέσω των ελεύθερων καλλιεργητών και των παροίκων, η οποία είναι ανεξάρτητη από την ίδρυση των θεμάτων και των στρατιοτοπίων. Τέλος στην Ύστερη Βυζαντινή περίοδο, μετά τον 11 ο αι., που αρχίζει πλέον η παρακμή του Βυζαντίου, η μεγάλη ιδιοκτησία τείνει να απορροφήσει τη μικρή. Υπερισχύουν οι λεγόμενοι δυνατοί, δηλ. οι μεγαλογαιοκτήμονες, σε βάρος των μικροϊδιοκτητών με σοβαρές κοινωνικές συνέπειες. Μικροκαλλιεργητές όμως και πάροικοι εξακολουθούν να υπάρχουν (Εικ. 83), όπως και δούλοι (Καραγιαννόπουλος 1957). Εικ. 83. Μικρογραφία από εικονογραφημένο Μηνολόγιο 11 ου αι. της Μονής Εσφιγμένου. Επάνω μισθοδοσία καλλιεργητών αγροκτήματος. Κάτω καλλιέργεια αμπέλου (στη Μουτζάλη 1990). Η πολιτική των αυτοκρατόρων σε πολύ γενικές γραμμές συνοψίζεται στο ότι η κεντρική εξουσία επανειλημμένα ήλθε σε σύγκρουση με τη μεγάλη

171 Περιβάλλον-οικονομία Κεφαλονιάς σε βυζαντινούς χρόνους-φραγκοκρατία 153 ιδιοκτησία, επειδή διέβλεπε τον κίνδυνο για την όλη υπόσταση του κράτους εξ αιτίας των επεκτατικών τάσεων των μεγαλοϊδιοκτητών. Για τον λόγο αυτό οι νομοθετικές ρυθμίσεις των διαφόρων αυτοκρατόρων, κυρίως Ιουστινιανού και Μακεδόνων, κατοχύρωσαν τη μικρή ιδιοκτησία και εξασφάλισαν κοινωνική ισορροπία μέχρι τον 11 ο αι. Παρ όλο που η βασική απασχόληση του πληθυσμού ήταν η γεωργία, σημαντική ανάπτυξη έλαβε και η κτηνοτροφία. Σε όλη την αχανή έκταση του Βυζαντινού κράτους υπήρχαν εκτεταμένα βοσκοτόπια. Στο «Περί Θεμάτων» του Κωνσταντίνου Ζ του Πορφυρογεννήτου γίνεται λόγος για τον Θωμά τον Λυκανδρινό, που δώρισε στον Ιουστινιανό πρόβατα, από τα οποία κάθε χιλιάδα είχε διαφορετικό χρώμα (l.c.). Ιδιαίτερη πληροφόρηση για το φυσικό περιβάλλον της Κεφαλονιάς και τις καλλιέργειες κατά τη βυζαντινή περίοδο δεν έχουμε. Υποθέτουμε ότι θα ίσχυε η ίδια πολιτική και αγροτική νομοθεσία, όπως και σε όλες τις βυζαντινές επαρχίες. Η μόνη αναφορά για την κατάσταση του νησιού (βλ. κεφ. V, 3) είναι του Άραβα Γεωγράφου Εδριζή, ο οποίος περιγράφει την ανθηρή κατάσταση της οικονομίας και του μεγάλου πληθυσμού μετά τη διοικητική αναδιάρθρωση του Βυζαντινού κράτους και τη δημιουργία Τούρμας στο Ιόνιο με έδρα την Κεφαλονιά, η οποία στο τέλος του 19 ου αι. αναβαθμίστηκε σε θέμα. 2. Περίοδος της Φραγκοκρατίας ( ) Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών η επαφή με την Ανατολή είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή νέων φυτών στον ευρωπαϊκό χώρο. Μνεία για φυτείες ζαχαροκαλάμου στην περιοχή του Ιονίου (Πάργα) γίνεται κατά τις διαπραγματεύσεις για συμφωνία μεταξύ Νικολάου Α Ορσίνι, Κόμητα Κεφαλληνίας, και Ενετών, προκειμένου ο Νικόλαος να διασφαλιστεί έναντι των Τούρκων (Λιβιεράτος1916/1988). Η έγγειος ιδιοκτησία ως ρυθμιστικός παράγοντας της αγροτικής παραγωγής αποτελούσε τη βασική πηγή της οικονομίας στα Επτάνησα και συνοδευόταν με την αντίστοιχη εξουσία και το κοινωνικό κύρος. Κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας οι κατακτητές κατά τα πρότυπα της Δύσης εισήγαγαν το τιμαριωτικό σύστημα, το οποίο όμως στην εφαρμογή του διαφοροποιήθηκε επηρεασμένο από προϋπάρχοντες βυζαντινούς θεσμούς, λατινογενή στοιχεία και τοπικές συνθήκες. Όλοι οι αγροί, η κινητή και ακίνητη περιουσία του νησιού περιήλθαν στην ιδιοκτησία του κατακτητή. Τα κτήματα των ντόπιων ιδιοκτητών διανεμήθηκαν ως τιμάρια στους ξένους. Οι πρώην ιδιοκτήτες τους μετατράπηκαν σε καλλιεργητές, ενώ οι πρώην καλλιεργητές έγιναν μισθωτοί των πρώην ιδιοκτητών. Τους νέους κυρίους των τιμαρίων έδενε με τον κυρίαρχο άρχοντα μεγάλη ορκοδοσία, δεσμοί και υποχρεώσεις (Μοσχόπουλος 1990). Κατά πάγια τακτική των Φράγκων και κατ απαίτηση του Πάπα τα εκκλησιαστικά κτήματα των ορθοδόξων, που από τη βυζαντινή περίοδο περιλάμβαναν μεγάλες εκτάσεις γης, δόθηκαν στις λατινικές επισκοπές. Έτσι η ορθόδοξη επισκοπή στην Κεφαλονιά καταργήθηκε το 1206 επί Ματθαίου Ορσίνι και ιδρύθηκε η λατινική το 1212 (Τζαννετάτος 1965). Οι κάτοικοι του νησιού έγιναν δούλοι, που αγοράζονταν και πωλούνταν μαζί με τον αγρό ως αντικείμενα.

172 154 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Το πολύπλοκο αυτό ιδιοκτησιακό καθεστώς με την ιεραρχικά κλιμακωμένη κατανομή του αγροτικού κλήρου τύπου πυραμίδας σε συνδυασμό με την έλλειψη αγροτικών χειρών συνεπεία της λειψανδρίας από τους πολεμικούς ανταγωνισμούς οδήγησαν την Κεφαλονιά στα πρόθυρα κατάρρευσης και αφανισμού. Με την επανίδρυση της ορθόδοξης Επισκοπής από τον Λεονάρδο Β Τόκκο μετά το 1448 (κατ άλλους το 1463) τα κτήματα περιήλθαν στα μοναστήρια, αλλά δεν άλλαξε το αγροτικό καθεστώς της αγροληψίας (Λιβιεράτος1916/1988). 3. Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία της Κεφαλονιάς κατά τη Βυζαντινή περίοδο και τη Φραγκοκρατία Η Κεφαλονιά στον τομέα της οικονομίας ακολουθεί την ίδια πορεία με τις υπόλοιπες επαρχίες του Βυζαντινού κράτος. Υφίσταται τις επιπτώσεις των εκάστοτε νομοθετικών και διοικητικών μεταρρυθμίσεων από τους διάφορους αυτοκράτορες, που άλλοτε ευνοούν και άλλοτε υποβαθμίζουν την αγροτική οικονομία. Ορισμένες από τις διατάξεις του ρωμαϊκού δικαίου, που ρύθμιζαν τα της εγγείου ιδιοκτησίας εξακολουθούν να έχουν ακόμα ισχύ στην Κεφαλονιά ενσωματωμένες στον Ιόνιο Κώδικα. Με την επιβολή του τιμαριωτικού συστήματος από τους Φράγκους κατακτητές η οικονομία καταρρέει. Υποθέτουμε ότι και στην Κεφαλονιά πρέπει να έγινε εισαγωγή νέων φυτικών ειδών από τους Σταυροφόρους, όπως και σε άλλες περιοχές.

173 ΚΕΦ. Χ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΞΕΝΟΚΡΑΤΙΑ ΕΝΕΤΟΙ ( ) ΑΓΓΛΟΙ ( ) 1. Αγροτικό καθεστώς και γεωργία Όταν τα Επτάνησα πέρασαν στην εξουσία της Βενετίας (1483), η Βενετική Γερουσία προσάρμοσε το τιμαριωτικό καθεστώς στη δική της πολιτική και σύμφωνα με τα συμφέροντά της. Τα τιμάρια ανάλογα με τον τρόπο απόκτησης διακρίνονταν: 1) σε όσα περιήλθαν άμεσα στη Βενετία με την κατάκτηση της Κεφαλονιάς, 2) σε όσα προσέφεραν εκουσίως οι ιδιοκτήτες με αντάλλαγμα τίτλο ευγενείας, 3) σε στρατιωτικά και 4) σε εκκλησιαστικά. Οι διατάξεις του αγροτικού αυτού καθεστώτος, όπως διαμορφώθηκε από τη Βενετία, περιέχονται στον «Τιμαριωτικό κώδικα της Γαληνοτάτης Ενετικής Δημοκρατίας» του Ο θεσμός των τιμαρίων βαθμιαία εκφυλίστηκε, έως ότου στα νοταριακά έγγραφα της εποχής έπαψαν να μνημονεύονται τίτλοι ευγενείας, τιμάρια και τιμαριούχοι. Τελικά εξελίχθηκε στο σεμπρικό σύστημα, όπου ο μεγαλοκτηματίας (ιδιώτης, ή εκκλησιαστικός φορέας) πάκτωνε στον χωρικό καλλιεργητή (σέμπρο) τα κτήματά του (Μοσχόπουλος 1990). Η διάθεσή των τιμαρίων σε πρόσφυγες και στρατιωτικούς ενίσχυσε την οικονομική και στρατιωτική δύναμη της Βενετίας στον Ιόνιο χώρο. Όπως προαναφέραμε στο ιστορικό μέρος, το νησί κατά τη διάρκεια του 12 ου μέχρι τα τέλη του 15 ου αι. είχε σχεδόν ερημωθεί και περιήλθε σε κατάσταση παρακμής, από την οποία άρχισε να ανακάμπτει μετά το Η Γερουσία της Βενετίας έλαβε μέτρα για βελτίωση της κατάστασης και ανασυνοικισμό της Κεφαλονιάς. Διέταξε να κατέβουν από τα βουνά οι λίγοι κάτοικοι, που είχαν απομείνει, και να εγκατασταθούν στις υπώρειες των βουνών και τις πεδιάδες, που ήταν έρημες και ακαλλιέργητες. Τις δημόσιες γαίες, καθώς και τις ιδιωτικές, όσων οι οικογένειες είχαν εξολοθρευτεί και δεν υπήρχαν απόγονοι, τις διένειμε σε αυτούς δωρεάν με μόνο τον φόρο της δεκάτης στο δημόσιο. Για να ενισχύσει τον μικρό πληθυσμό του νησιού, το 1501 προσκάλεσε Μεθωναίους, Κορωναίους, Μονεμβασιώτες και άλλους από άλλα μέρη της Ελλάδας, καθώς και Αλβανούς οπλοφόρους, τους λεγόμενους stradioti (Βακαλόπουλος 1964). Οι τελευταίοι, επειδή αποτελούσαν ιππικό, εγκαταστάθηκαν στα λεγόμενα Ξώμερα στη ΝΑ. Κεφαλονιά, που ήταν περιοχές μάλλον βαλτώδεις. Αυτός είναι ο λόγος, που ορισμένες ονομασίες των οικισμών της ΝΑ. Κεφαλονιάς, όπως π.χ. Βάλτες (Μπάλτα), Μαρκόπουλο, Καπαντρίτι έχουν αλβανική προέλευση (Μηλιαράκης 1890). Στους μετανάστες, καθώς και σε όλους τους στρατιωτικούς από την Πελοπόννησο, που είχαν λάβει μέρος στην πολιορκία του φρουρίου του Αγίου Γεωργίου, πρωτεύουσας τότε του νησιού, έδωσε δωρεάν γαίες και πολλές ευκολίες για μετεγκατάσταση. Για να ενθαρρύνουν μάλιστα τη γεωργία θέσπισαν

174 156 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ το μέτρο της δωρεάν διανομής σπόρων σιτηρών στους γεωργούς, ώστε να είναι αυτάρκεις, γιατί λόγω των πολέμων μεταξύ Τούρκων και Ενετών, καθώς και της συνεχούς πειρατείας στο Ιόνιο πέλαγος από Αφρικανούς πειρατές, παρεμποδιζόταν η εισαγωγή σίτου από τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, με αποτέλεσμα τα νησιά να υποφέρουν από λιμό (Partsch 1892). Η εγκατάσταση επίσης προσφύγων από την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων οικισμών στο νησί, όπως π.χ. Δαυγάτα από το όνομα του Δαυή ή Δαυγή, οικιστή από την Ήπειρο, Ραζάτα από τον Ραζή (Κότσικα) κ.λπ. (Μηλιαράκης 1890). Η εικόνα 84 μαρτυρεί το είδος και το μέγεθος της παρέμβασης στο φυσικό περιβάλλον επί Ενετοκρατίας, παράλληλα δε αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα κατανομής της γης σε αναβαθμούς για καλλιέργεια στις ορεινές περιοχές. Οι εικονιζόμενες βραχώδεις, άγονες και άνυδρες περιοχές, που δεν τις ήθελαν οι Ενετοί, δόθηκαν στους νεοφερμένους πρόσφυγες από την Ήπειρο και το Μεσολόγγι. Εικ. 84. Εγκαταλειμμένοι σήμερα αναβαθμοί στη ράχη Δαυγάτων. Είναι η γη, που δόθηκε από την ενετική κυβέρνηση στους Έλληνες πρόσφυγες από την Ήπειρο το 1582 και 1593 με τον όρο να εγκατασταθούν μόνον εκεί. Κανείς από τους ευγενείς φεουδάρχες δεν ήθελε την περιοχή, γιατί ήταν άγονη, άνυδρη και βραχώδης. Οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στις γύρω σπηλιές. Έφτιαξαν στέρνες και αλώνια. Ξεβράχωσαν, όσο μπορούσαν, τα ισιώματα και τις πλαγιές και σήκωσαν τις λιθιές, που παραμένουν μέχρι σήμερα, για να εξοικονομήσουν λίγα μέτρα καλλιεργήσιμης γης. Η φωτογραφία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα κατανομής της γης επί Ενετοκρατίας, φιλοπονίας των κατοίκων και παράλληλα ανθρωπογενούς παρέμβασης στο φυσικό περιβάλλον (Ευθυμιάτου Κατσούνη 1998). Η πληθυσμιακή έκρηξη που σημειώθηκε μέσα σε μία εκατονταετία στο νησί και ανέβασε τον αριθμό από σε κατοίκους, καθώς και η αύξηση του αριθμού των οικισμών από 172 το 1583 σε 226 το 1608 (Partsch 1892) υποδηλώνουν εξάπλωση των οικισμών στην ύπαιθρο και άνοδο της γεωργίας λόγω της επέκτασης των καλλιεργειών σε βάρος της δασικής βλάστησης. Εκτός από την παρέμβαση αυτή στην εξελικτική πορεία της βλάστησης, που ήταν αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αύξησης του πληθυσμού, επί

175 Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την ξενοκρατία 157 Ενετοκρατίας πραγματοποιήθηκε επίσης μία πολύ σημαντική παρέμβαση στο φυσικό περιβάλλον. Αυτή ήταν η εισαγωγή της σταφιδοκαλλιέργειας, η οποία εξαπλώθηκε ταχύτατα στο νησί καλύπτοντας μεγάλη εδαφική έκταση. Αδιευκρίνιστη παραμένει η καταγωγή της μαύρης σταφίδας. Πιθανολογείται ότι ήλθε από τη Νάξο και ότι είναι ποικιλία της αμπέλου, αποτέλεσμα εκφυλισμού. Κατά τους Beaujour και Scrofani (στον Partsch 1892) ο τόπος προέλευσης είναι η Αχαΐα. Η εισαγωγή της σταφίδας έγινε πρώτα στη ΒΔ. Πελοπόννησο περί το 1600 και από εκεί στα Ιόνια νησιά, πρώτα στη Ζάκυνθο και κατόπιν στην Κεφαλονιά, όπου και επισκίασε όλα τα άλλα είδη καλλιέργειας και δη των δημητριακών. Επειδή ο Κορινθιακός Κόλπος ήταν η περιοχή, από την οποία γινόταν η εξαγωγή της ονομάστηκε κορινθιακή. Στους μετέπειτα χρόνους (17 ο και 18 ο αι.) η σταφίδα δεν φαίνεται να καλλιεργείται στην Κόρινθο. Περιορίστηκε στην Πάτρα, στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλονιά. Η Βενετία κατά την περίοδο της ακμής της κυριαρχούσε στη Μεσόγειο με τα πλοία της και τα πληρώματα των ανδρών της σε αυτά. Αξιολογώντας κατά τη διακίνηση του εμπορίου την προσφορά, τη ζήτηση και την προέλευση παραγωγή ενός εκάστου από τα προϊόντα, αλλά και την ανάγκη της αυτάρκειας των προϊόντων στα κατεχόμενα νησιά προσπάθησε με διάφορα μέτρα να εμποδίσει την αλματώδη άνοδο, που έλαβε η καλλιέργεια της σταφίδας στην Κεφαλονιά, και να ενισχύσει τη γεωργία για εξισορρόπηση της παραγωγής. Οι εδαφικές και κλιματικές συνθήκες της Κεφαλονιάς ανταποκρίνονταν απόλυτα στις καλλιεργητικές ανάγκες της πιο εύγευστης και πιο εμπορικής ποικιλίας σταφίδας της uva passa, που τελικά επικράτησε. Η σταφίδα είχε μεγάλη ζήτηση στην τότε διεθνή αγορά, κυρίως από την Αγγλία, τις Κάτω Χώρες, τη Γερμανία, τη Γένουα και την Τεργέστη. Το γεγονός ότι απέφερε μεγάλο κέρδος εκτιμήθηκε δεόντως από τους κατοίκους του νησιού, οι οποίοι δεν άφησαν σπιθαμή γης ανεκμετάλλευτη. Τα δύο νησιά, Κεφαλονιά και Ζάκυνθος, έφθασαν στο σημείο να παράγουν τα 9/10 της όλης παραγωγής σταφίδας. Έτσι, ενώ η Κεφαλονιά ήταν όχι μόνον αυτάρκης στη παραγωγή σίτου κατά τις αρχές του 16 ο αι., όταν πρωτοεγκαταστάθηκαν οι Ενετοί, αλλά «έτρεφε και τη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα» (l.c.), με την εισαγωγή της μαύρης, λεγόμενης κορινθιακής σταφίδας οι κάτοικοι μετέτρεψαν τους σιταγρούς σε αμπελώνες, γιατί εξασφάλιζαν μεγαλύτερα κέρδη. Προσπάθειες των Ενετών να εξισορροπήσουν την παραγωγή δεν απέφεραν καρπούς και ελαττώθηκε η παραγωγή σίτου επί ζημία της γεωργίας. Στην αρχή του 17 ου αι. η παραγωγή του σίτου αρκούσε, για να καλύψει τις ανάγκες του νησιού μόνον για 8-10 μήνες. Δεν άργησε όμως με συνεχώς φθίνουσα πρόοδο η επάρκεια να κατέβει στο ¼ του έτους. To νησί αντιμετώπισε λιμό και οι χωρικοί μετέβαιναν εποχιακά στην ηπειρωτική Ελλάδα να εργαστούν ως θεριστές, για να εξασφαλίσουν το ψωμί της χρονιάς. Αυτό δημιούργησε πρόβλημα για τους Ενετούς, οι οποίοι φοβόντουσαν ότι η εξάρτηση της Κεφαλονιάς από άλλες αγορές για εισαγωγή σίτου έθετε σε κίνδυνο την εξουσία τους σε αυτήν, που τη θεωρούσαν ως την πιο σημαντική ναυτική βάση τους. Η τροφοδοσία του νησιού σε σιτηρά γινόταν πλέον από τη Ζάκυνθο και τη Λευκάδα.

176 158 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Εξ αιτίας αυτού η Ενετική Γερουσία αποφάσισε να ξεριζωθούν οι σταφιδοφυτείες και να αποδοθεί η γη στις γεωργικές καλλιέργειες, αλλά λόγω της αντίδρασης των κατοίκων υπανεχώρησε απαγορεύοντας μόνον τη φύτευση νέων σταφιδοφυτειών. Και αυτό το μέτρο δεν απέδωσε, γιατί οι κάτοικοι εκμεταλλευόμενοι το δυσπρόσιτο των ορεινών περιοχών του νησιού ξεχέρσωναν νέες εκτάσεις, ώστε η καλλιέργεια της σταφίδας επεκτάθηκε ακόμα και στις άγονες πλαγιές των ασβεστολιθικών βουνών και εξελίχθηκε σε μονοκαλλιέργεια. Η βαριά φορολογία, που επέβαλε η Βενετία, για να περιορίσει την επέκταση της σταφιδοκαλλιέργειας, ώθησε τους κατοίκους του νησιού στη λαθραία εξαγωγή του προϊόντος. Η παραγωγή της Κεφαλονιάς το 1576 ήταν λίτρες. Το λίτρες. Το λίτρες και το 1655 κυμαινόταν μεταξύ 6 και 10 εκατομμυρίων λιτρών, ενώ η βορειοδυτική Πελοπόννησος, η μητρόπολη της σταφίδας, είχε ετήσια παραγωγή μόνον 1 εκατομμύριο λίτρες! Προς τα μέσα του 17 ου αι. η παραγωγή άρχισε να μειώνεται, γιατί η προηγούμενη υπερπαραγωγή επέφερε πτώση των τιμών και μείωση του κέρδους. Νέα άνοδος σημειώθηκε το 1820 περίπου, επί Αγγλοκρατίας. Λόγω ερήμωσης της Πελοποννήσου από τον Ιμπραήμ το σταφιδεμπόριο πέρασε μονοπωλιακά στα Ιόνια νησιά και η παραγωγή στη Κεφαλονιά μεταξύ των ετών έφθασε από λίτρες σε 20 22,5 εκατομμύρια (l.c.). Σημειώνουμε ότι η ενετική λίτρα, την οποία χρησιμοποιούσαν στο εμπόριο της σταφίδας αντιστοιχεί ακριβώς με 477,05 γραμ. ή 150 δράμια (στην πράξη υπολογίζεται 480 γραμ.). Αξιόλογη υπήρξε και η αμπελοκαλλιέργεια τοπικών ποικιλιών για παρασκευή οίνου λευκού, όπως η ρομπόλα, το βοστιλίδι ή γουστιλίδι, αλλά και ερυθρού, όπως η κεφαλληνιακή μαυροδάφνη, περιζήτητη για ανάμειξη στην ευρωπαϊκή οινοποιία, επίσης το αρωματικό μοσχάτο και πλήθος άλλων ποικιλιών (Heldreich 1882, Partsch 1892). Η νομοθεσία η οποία ρύθμιζε τα της αγροτικής πολιτικής των νέων κυρίων του νησιού εμπεριέχεται πλέον στον Ιόνιο Κώδικα, που ίσχυε για τις Βενετικές κτήσεις στα νησιά του Ιονίου (Δυοβουνιώτης 1901). Στον Κώδικα αυτόν περιέχεται επίσης νομοθεσία ( 1651) «περί εμφυτεύσεως και εδαφονομής», σχετική με την αναγνώριση δικαιωμάτων του εμφυτευτή, όπως και στο ρωμαϊκό δίκαιο (βλ. κεφ. ΙΧ, 1). Το καθεστώς της εμφύτευσης ίσχυσε και για την ελιά, η οποία υπήρχε στο νησί ως αυτοφυές είδος (Olea europaea) από αρχαιοτάτων χρόνων (βλ. και κεφ. ΧΙ, 2γ, ΧVI, 5). Οι Ενετοί προώθησαν την καλλιέργεια με τον εμβολιασμό των αυτοφυών ελαιοδένδρων, που υπήρχαν είτε μέσα σε ιδιόκτητους αγρούς είτε μέσα σε εκτάσεις με αυτοφυή βλάστηση. Μπορούσε κανείς δηλ. να «μπολιάσει άγρια ελιά», να γίνει ο ιδιοκτήτης της και να νέμεται τους καρπούς, έστω και αν αυτή φυόταν σε ξένο αγρό. Πολλοί υπεραιωνόβιοι ελαιώνες στο νησί με δέντρα πραγματικά μνημεία της φύσης θεωρούνται ότι φυτεύθηκαν επί Ενετοκρατίας. Παρ όλα αυτά δεν προωθήθηκε η καλλιέργεια της ελιάς, γιατί οι κάτοικοι προτιμούσαν την κερδοφόρα σταφίδα. Το παραγόμενο λάδι μόλις και μετά βίας επαρκούσε για την εγχώρια κατανάλωση. Επειδή η Γερουσία ήθελε να εξασφαλίσει την προμήθεια λαδιού για την Ενετία, ώστε μη το εισάγει από ξένες χώρες, το 1623 θέσπισε μέτρα για προώθηση της ελαιοκαλλιέργειας στα Ιόνια νησιά, τα οποία στη μεν Κέρκυρα απέδωσαν, στη δε Κεφαλονιά απέτυχαν. Τα μέτρα αυτά απέβλεπαν στη

177 Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την ξενοκρατία 159 δημιουργία μεγάλων φυτειών. Οι κάτοικοι αρχικά αποδέχθηκαν να φυτευτούν 2 εκατομμύρια ελαιόδενδρα και ½ εκατομμύριο συκαμινιές. Όμως η καλή θέληση ματαιώθηκε από την ανεξέλεγκτη βόσκηση των ποιμνίων, την αυθαίρετη ερήμωση και τις σκευωρίες των μεγαλοκτηματιών, οι οποίοι αντιδρούσαν στην άνοδο της τάξης των χωρικών. Ο Γριμάνης αναφέρει ότι οι νέες φυτείες αριθμούσαν μόνο ελαιόδενδρα και συκαμινιές. Στη μεγάλη στατιστική των Ενετικών κτημάτων του 1766 συμπεριλαμβάνονται και τα καρποφόρα δένδρα, αλλά στην Κεφαλονιά η μέτρηση φαίνεται ότι έγινε πλημμελώς. Αναφέρονται μόνο δένδρα, ενώ στη Ζάκυνθο και στην Κέρκυρα Πολύ αργότερα, μετά εκατό περίπου χρόνια, επίσημη δήλωση κατά τα έτη 1880/1881 για όλο τον νομό Κεφαλονιάς, που περιλάμβανε και τα νησιά Ιθάκη και Κάρνο, αναφέρει δένδρα (Partsch 1892). H δενδροκαλλιέργεια κατέχει τη δεύτερη θέση μετά την καλλιέργεια της αμπέλου. Εκτός της ελιάς, που είναι το περισσότερο καλλιεργούμενο δένδρο, περιορίζεται σε λιγοστά είδη, τα οποία ευνοεί το κλίμα και οι εδαφικές συνθήκες του νησιού. Τις πιο σημαντικές θέσεις μεταξύ των οπωροφόρων δένδρων κατέχουν η συκιά, η συκαμινιά, τα εσπεριδοειδή και σε μικρότερη κλίμακα η κερασιά και η αχλαδιά. Τον 18 ο αι., λόγω της φιλελληνικής στάσης της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας εξ αιτίας του πολεμικού ανταγωνισμού της με την Τουρκία, αναρίθμητοι Έλληνες και μεταξύ αυτών πολλοί Κεφαλλήνες μετέβησαν στη ρωσική Αυλή και διακρίθηκαν σε υψηλά αξιώματα. Ένας εξ αυτών υπήρξε ο Μαρίνος Χαρμπούρης, έξοχος μηχανικός και αντισυνταγματάρχης του ρωσικού στρατού. Αυτός επεχείρησε να εισαγάγει καλλιέργειες ζαχαροκάλαμου και ινδικού (λουλακιού) στην ελώδη περιοχή του Λιβαδίου και να εγκαταστήσει αγρότες από την Πελοπόννησο. Η δολοφονία του όμως το 1782 δεν επέτρεψε την υλοποίηση των σχεδίων του (Λιβιεράτος 1916/1988). Η αγροτική πολιτική της ενετικής κυβέρνησης απέβλεπε στη διατήρηση και στην ενίσχυση της μεγάλης εγγείου ιδιοκτησίας, στην οποία βασιζόταν το φεουδαλικό σύστημα. Με προνομιακούς νόμους ενθάρρυνε τους ευγενείς οίκους του νησιού, που κατείχαν μεγάλες εκτάσεις, να ενδιαφερθούν για τη γεωργία. Στα πλαίσια της πολιτική αυτής το 1791 ιδρύεται με δουκικό διάταγμα η Αγροτική Ακαδημία (Academia agraria) με πρωτοβουλία του προνοητή Αγ. Μ. Ζώρζη. Στην Ακαδημία, που λειτουργούσε με τη μορφή Εταιρείας, συμμετείχαν αρκετοί ευγενείς (Στ. Χοϊδάς, Μ, Μεταξάς, Σ. Άννινος, Κ. Μηλιαρέσης, Ι. Κρασάς κ.ά.), οι οποίοι εργάσθηκαν με ζήλο, για την προώθηση των γεωργικών στόχων της Ακαδημίας. Η Εταιρεία τότε εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας. καθώς επίσης τον αιγυπτιακό και βαρβαρικό σίτο, τον οποίο πρώτος καλλιέργησε ο Ευάγ. Κουντούρης από την Πεσάδα. Ο τελευταίος αναφέρεται ότι χρησιμοποίησε ως φράκτες στο σύνορο των αγρών την αμερικανική Αγαύη (Αgave Americana). Ανανεώθηκαν οι φυτείες του ινδικού (λουλακιού), του ζαχαροκάλαμου και του δενδρώδους αμερικανικού βάμβακος, που είχαν εγκαταλειφθεί μετά τον θάνατο του Χαρμπούρη. Επεκτάθηκαν οι ελαιώνες, καλλιεργήθηκαν ακόμα και καστανιές, προωθήθηκε η σηροτροφία, η μελισσοκομία, και η συλλογή ρητίνης, που προϋποθέτει εκτεταμένα πευκοδάση. Από τις σημαντικότερες ενέργειες της Ακαδημίας ήταν και οι αναδασώσεις των ορέων. Για τον στόχο αυτό η Εταιρεία προκήρυξε βραβεία και διαγωνισμούς. Στον Κούταβο επίσης δημιουργήθηκαν

178 160 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ φυτώρια και κήπος για δοκιμαστικές καλλιέργειες. Οι δραστηριότητες αυτές όμως σταμάτησαν με την κατάλυση της Ενετικής Δημοκρατίας (Τσιτσέλης 1904). Στη γεωργική ανάπτυξη και ευημερία του νησιού οφείλεται και η αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος καταγράφεται στις διάφορες στατιστικές και απογραφές των Ενετικών Αρχών. Στη στατιστική του 1576 οι οικισμοί ανέρχονται σε 202, του 1590 σε 220, του 1601 σε 223, του 1608 σε 226. Κατά την απογραφή του 1810 ο πληθυσμός της Κεφαλονιάς αριθμούσε κατοίκους, από τους οποίους ήταν γεωργοί, ναυτικοί και υφαντές (Partsch 1892, Μοσχόπουλος 1988). Πριν αναφερθούμε στην περίοδο της αγγλικής κυριαρχίας στην Κεφαλονιά, διευκρινίζουμε το εξής: επειδή το 1864 η Κεφαλονιά και τα άλλα Επτάνησα ενώνονται με την Ελλάδα, στο παρόν κεφάλαιο θα αναφερθούμε μόνο στην α περίοδο, μέχρι το 1864, όταν η Κεφαλονιά διατελούσε υπό το καθεστώς της αγγλικής προστασίας. Η περίοδος μετά την Ένωση θα μας απασχολήσει σε επόμενο κεφάλαιο. Επί Αγγλοκρατίας η οικονομία παρέμεινε αγροτική, όπως και στα χρόνια της ενετικής κυριαρχίας, με βασικό προϊόν τη σταφίδα. Ο διοικητής του νησιού Νάπιερ διαπίστωσε ότι η πρόοδος της σταφιδοκαλλιέργειας είχε αποτέλεσμα να ξεχάσουν οι Κεφαλλήνες τη γεωργία. Παραμελούσαν τη λίπανση και ασκούσαν την άροση με ακατάλληλα άροτρα, η σπορά ήταν αραιή, το αλώνισμα ατελές κ.λπ. Μειώθηκε ακόμα και η παραγωγή άλλων αγροτικών καρπών, όπως κουκιών, φακής και λιναριού. Προσπάθειά του να ενισχύσει τη γεωργία με αποίκους από τη Μάλτα απέτυχε. Καλλιεργήθηκαν μόνο 400 περίπου στρέμματα στην περιοχή των Πρόννων, από τα οποία τα 60 με σταφίδες και τα 48 διαμορφωμένα σε αναβαθμούς για την καλλιέργεια σιτηρών. Δεν υπήρξε εκσυγχρονισμός ούτε στον τρόπο καλλιέργειας ούτε στα μέσα. Οι Άγγλοι εκτός του Napier, όπως και οι Ενετοί, ευνόησαν τη δημιουργία μεγάλης ιδιοκτησίας, για να έχουν τον έλεγχο των περιοχών μέσω των μεγαλοϊδιοκτητών. Η τακτική αυτή παράλληλα εξυπηρετούσε και τα συμφέροντα των γαιοκτημόνων σε βάρος των χωρικών. Ρυθμιστικοί παράγοντες ήταν οι μεγαλοκτηματίες και τα μοναστήρια. Αυτό έδρασε ανασταλτικά στην ανάπτυξη της γεωργίας και για τον πρόσθετο λόγο ότι 26 μοναστήρια της Κεφαλονιάς κατείχαν από την εποχή του Napier το 1/6 της καλλιεργημένης γης και το 1/8 του νησιού. Mόνον η Ι. Μονή Άτρου στα μέσα του 18 ου αι. κατείχε εκτάσεις βατσελίων, χωρίς τις ελιές, τα δάση, τα βοσκοτόπια και τις εκτάσεις για ξύλευση (βατσέλι = 400 τετραγωνικές οργιές, περίπου ένα στρέμμα). Το 1780 η περιουσία της Μονής αυξήθηκε σε βατσέλια (Τσιτσέλης 1960). Οι εκτάσεις αυτές με εξαίρεση τα κτήματα της Μονής Κηπουραίων δεν καλλιεργούνταν συστηματικά. Παρ όλα αυτά στα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας υπήρχε επάρκεια στο λάδι, στο τυρί, στο κρασί στο μέλι και στη βρώμη. Από την όλη έκταση του νησιού υπολογίζεται ότι τα τρία τέταρτα της καλλιεργούμενης γης ανήκαν σε μεγαλοκτηματίες. Η δημοσιονομική πολιτική των Άγγλων με βαρείς φόρους στις εξαγωγές και στις εισαγωγές επέφεραν δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία της Κεφαλονιάς. Η φορολογία ιδίως στη σταφίδα, στο λάδι και στο κρασί έπληξε τις ασθενέστερες κοινωνικά τάξεις. Η ανεπάρκεια παραγωγής σταριού και κριθαριού

179 Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την ξενοκρατία 161 αύξησε τις εισαγόμενες ποσότητες στα είδη αυτά κυρίως από τη Ρωσία και τη νοτιοανατολική Ευρώπη σχεδόν στο διπλάσιο της εγχώριας παραγωγής με παράλληλη αύξηση των δασμών εισαγωγής. Συγκεκριμένα: παραγωγή σταριού βατσέλια, ενώ εισαγωγή Παραγωγή κριθαριού και συμπληρωματική εισαγωγή 11,025 βατσέλια (βατσέλι = 80 λίτρες, λίτρα=480 γραμ). Το εμπόριο όμως, κυρίως της σταφίδας, που παρήγαγε σε μεγάλες ποσότητες το νησί, και του σίτου από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες ευνόησε τη συγκέντρωση πλούτου στα χέρια Κεφαλλήνων πλοιοκτητών, τραπεζιτών και χρηματιστών, που ίδρυσαν μεγάλες εταιρείες με έδρα το Λονδίνο. Από την τάξη αυτή ξεπήδησαν οι εθνικοί ευεργέτες Μαρίνος Κοργιαλένιος ( ) και Παναγής Βαλλιάνος ( ). Το κληροδότημα Βαλλιάνου έπαιξε ρόλο στην οικονομία της Κεφαλονιάς με την ίδρυση της Πρακτικής Γεωργικής Σχολής στο Αργοστόλι και της Επαγγελματικής Σχολής στο Ληξούρι. Στις αρχές του 19 ου αι. γίνεται προσπάθεια για ενίσχυση της γεωργίας. Εκπονούνται ειδικές μελέτες και ψηφίζεται από το Ιόνιο Κοινοβούλιο σειρά νομοθετημάτων. Το 1823 ιδρύεται Επιτροπή Γεωργίας (Comitato di Agricoltura) και το 1837 σε κάθε νησί σύμφωνα με το σχέδιο του Άγγλου αρμοστή A. St. Mackenzie ιδρύεται Αγροτική και Βιοτεχνική Εταιρεία (Società Agraria e d Industria) με στόχο την προώθηση του αγροτικού και βιοτεχνικού τομέα. Το 1842 ιδρύεται παρόμοια εταιρεία για την ανάπτυξη της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής με τη βιομηχανική επεξεργασία και μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων, ιδιαίτερα του λαδιού του κρασιού και του μεταξιού Παράλληλα παρατηρείται πληθυσμιακή άνοδος. Το 1840 η Κεφαλονιά αριθμεί κατοίκους, ενώ το 1863 έφθασαν στους Ο πληθυσμός αυτός κατανέμεται σε 226 οικισμούς (Μοσχονάς 1986), όσοι αναφέρονται και το 1608 (βλ. κεφ. V, 5). Αυτή η αριθμητική ευημερία του πληθυσμού εκφράζεται στη χαρακτηριστική φράση, που πριν από τους σεισμούς του 1953 η γράφουσα άκουγε από τους γεροντότερους, ότι «η Κεφαλονιά είχε 365 χωριά, όσες και οι μέρες του χρόνου». Με τη δημιουργία του ελεύθερου πλέον ελληνικού κράτους αποκαταστάθηκε η παραγωγή του λαδιού, του κρασιού και της σταφίδας στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πέσει στην αγορά η τιμή της σταφίδας, της οποίας την παραγωγή και το εμπόριο μονοπωλούσε σχεδόν η Κεφαλονιά. Αρχίζει η κάμψη. Οι Άγγλοι, για να καλύψουν τα δημόσια έξοδα της σπάταλης διοίκησης των Επτανήσων, συνεχίζουν την οικονομική αφαίμαξη του νησιού. Η Κεφαλονιά συγκριτικά με τα άλλα Επτάνησα πλήρωνε μεγαλύτερο ποσοστό στα δημόσια έξοδα, επειδή είχε μεγαλύτερη παραγωγή στα φορολογούμενα προϊόντα, κυρίως σταφίδα (Partsch 1892, Μοσχόπουλος 1988). Σε γενικές γραμμές η πολιτική αυτή σε συνδυασμό με τη γενικότερη κατάσταση στην Ευρώπη κατά τα έτη και την άνιση δανειοδοτική πολιτική της Ιονικής Τράπεζας, οδήγησαν την οικονομία της Κεφαλονιάς σε μαρασμό και κοινωνικές εκρήξεις με αποτέλεσμα τις ένοπλες εξεγέρσεις εναντίον των Άγγλων.

180 162 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2. Συμπεράσματα για το περιβάλλον και την οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την Ενετοκρατία και την Αγγλοκρατία Η περίοδος, κατά την οποία η Κεφαλονιά τελούσε υπό την κατοχή των Ενετών και των Άγγλων, ήταν ιδιαίτερα καθοριστική για την οικονομία της. Θα τη χαρακτηρίζαμε περίοδο μεγάλων αλλαγών στον τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας με τις ανάλογες επιπτώσεις στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης. Οι πληθυσμιακές μεταβολές λόγω συρρίκνωσης του πληθυσμού από τις πειρατικές επιδρομές και τους Ενετοτουρκικούς πολέμους είχαν αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των αιγοπροβάτων, ο οποίος όμως μετά από κάθε περίοδο μείωσης επανέκαμπτε. Αυτή η εναλλαγή μείωσης και αύξησης του αριθμού των ζώων, κατά την άποψή μας, κρατούσε μία σταθερή ισορροπία μεταξύ ελεύθερης βοσκής και βλάστησης, η οποία έδινε χρόνο στην αναγέννηση της τελευταίας. Η προσπάθεια των Ενετών να αναπτύξουν τη γεωργία δημιούργησε μεγάλους ελαιώνες και περιόρισε τα όρια των δασωμένων περιοχών δίνοντας στην καλλιέργεια αυτή πολλά στρέμματα αυτοφυούς χλωρίδας και βλάστησης. Παράλληλα έχουμε εγκατάσταση νέων καλλιεργήσιμων φυτών και ποικιλιών στο νησί από την Αίγυπτο και την Αμερική: ζαχαροκάλαμο, ινδικό, βαμβάκι, πατάτα, είδη σίτου. Πιστοποιείται η χρήση της Αgave Americana ως φράχτης στους αγρούς. Πιο σημαντική παρέμβαση όμως ήταν η εισαγωγή της σταφίδας, η οποία εκτόπισε και την καλλιέργεια των σιτηρών σε σημείο επικίνδυνο για τις διατροφικές ανάγκες των κατοίκων. Στη διάρκεια της Ξενοκρατίας οι μεγάλες εισαγωγές σίτου από τη νότια Ρωσία, τις παραδουνάβιες χώρες και την Αίγυπτο ενδέχεται να ευθύνονται για την εισαγωγή σπερμάτων άλλων φυτικών ειδών στο νησί. Και μόνον η ιλιγγιώδης αύξηση της ποσότητας παραγωγής σταφιδοκάρπου από τις λίτρες του έτους 1576 μέχρι τα 22,5 εκατομμύρια λίτρες του 1888 προξενεί δέος. Είναι εύκολο να συμπεράνουμε ότι η ποσότητα αυτή της παραγωγής επιτεύχθηκε σε βάρος της δασικής βλάστησης, της οποίας η εξελικτική πορεία υπέστη σοβαρό πλήγμα, εάν υπολογίσουμε τις χιλιάδες στρέμματα, που δόθηκαν στην καλλιέργεια όχι μόνον των πεδιάδων, αλλά και των άνυδρων, ξηρών ασβεστολιθικών ορέων, που μέχρι τότε δεν είχαν καλλιεργηθεί και διατηρούνταν σε φυσική κατάσταση. Συγκρίνοντας τις δύο εποχές της Ξενοκρατίας στην Κεφαλονιά παρατηρούμε ότι η αγροτική πολιτική της Βενετίας με την εισαγωγή νέων καλλιεργειών είχε αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού και την οικονομική άνθιση, αλλά περιόρισε την αυτοφυή βλάστηση με την επέκταση των καλλιεργειών. Η δημοσιονομική πολιτική των Άγγλων είχε δυσμενείς επιπτώσεις στους κατοίκους και μόνον περί τα μέσα του 19 ου αι., λίγο πριν από την Ένωση των Επτανήσων, μέσω των Εταιρειών εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την αύξηση της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και του μεταποιητικού τομέα. Από τις παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον της Κεφαλονιάς καταγράφουμε: α) την εισαγωγή διαφόρων νέων καλλιεργειών και της σταφίδας (Uva passa) και β) τα μέτρα διάδοσης της ελαιοκαλλιέργειας.

181 Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς κατά την ξενοκρατία 163 Με τις παρεμβάσεις Ενετών και Άγγλων στο Ελατόδασος του Αίνου θα ασχοληθούμε στο ειδικό κεφάλαιο του Β Μέρους Τα. ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα.

182

183

184 ΚΕΦ. XΙ. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 19 ο ΑΙΩΝΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ 1. Ο 19 ος αιώνας Ο 19 ος αι. κατά το μεγαλύτερο μέρος του διανύεται με την Κεφαλονιά να τελεί υπό την αγγλική προστασία. Στο κεφάλαιο Χ αναφερθήκαμε στην οικονομική κατάσταση, που διαμορφώθηκε με τη βαριά φορολογία των Άγγλων και τη δανειοδοτική τακτική της Ιονικής Τράπεζας. Το 1864 τα Επτάνησα ανακτούν την ελευθερία τους και ενώνονται με την Ελλάδα. Η οικονομία της Κεφαλονιάς και μετά την Ένωση παραμένει αγροτική βασισμένη στο «σεμπρικό σύστημα» με τη σχέση της αγροληψίας (Μοσχόπουλος 1988). Το ποσοστό του γεωργικού ανδρικού πληθυσμού σε πολλές περιοχές υπερβαίνει το 50%, όπως π.χ. στις Ταλαμιές 83,33%, στην Ποταμιάνα 80,88%, στη Θηνιά 77,38% στην Εικοσιμία (Άνω Λιβαθώ) 74,17%, στην Παλική 75,51% κ.α. (Μοσχονάς1986). Η σταφίδα, το λάδι και το κρασί εξακολουθούν να είναι τα κύρια γεωργικά προϊόντα του νησιού. Ακολουθούν σιτάρι, κριθάρι, όσπρια και αραβόσιτος, γλυκόριζα, βαμβάκι, λινάρι, εσπεριδοειδή κ.λπ. φρούτα και λαχανικά. Στην ύπαιθρο λειτουργούσαν εποχικά ανεμόμυλοι, νερόμυλοι, ελαιοτριβεία. Στα μέσα περίπου του 19 ου αι. λειτουργούσαν στο νησί 83 ανεμόμυλοι και 16 υδρόμυλοι (Partsch 1892). Ιδιαίτερη βιομηχανία δεν υπήρχε. Κάνουν όμως την εμφάνισή τους οι ατμόμυλοι και οι πρώτες υφαντικές μηχανές. Λινά και βαμβακερά υφάσματα υφαίνονται στους αργαλειούς των νοικοκυριών. Αναφέραμε ήδη (κεφ. Χ) ότι ο πλούτος από το εμπόριο της σταφίδας και του σίτου ανέδειξε μία νέα τάξη Κεφαλλήνων πλοιοκτητών, τραπεζιτών και χρηματιστών, που ίδρυσαν μεγάλες εταιρείες με έδρα το Λονδίνο και στη συνέχεια διέθεσαν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους στο νησί μέσω κληροδοτημάτων με κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς στόχους. Από τις αρχές του 19 ου αι. έχει ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στην Κεφαλονιά η αστική κοινωνία. Το Αργοστόλι, πρωτεύουσα από το 1756 έχει εξελιχθεί πλέον σε εμπορικό κέντρο, μέσω του οποίου γίνονται οι εισαγωγές και εξαγωγές. Ο ανδρικός πληθυσμός του, που ασχολείται με το εμπόριο και τις βιοτεχνίες ανέρχεται σε αντίστοιχα ποσοστά 21,31% και 41,61% (Μοσχονάς1986). Όλη η πρωτογενής παραγωγή του νησιού, γεωργική και κτηνοτροφική, συγκεντρώνεται στο Αργοστόλι. Παράλληλα έχουν αναπτυχθεί και μικρές επιχειρήσεις μεταποίησης προϊόντων, όπως σαπωνοποιία, βυρσοδεψία, οινοποιία ποτοποιία. Η άσκηση επαγγελμάτων, όπως σαγματοποιών, αμαξάδων, πεταλωτήδων, δερματέμπορων, βαρελοποιών, επιπλοποιών, τσαρουχοποιών, ασβεστάδων, σιδηρουργών (φάβρων), και άλλων υποστηρικτικών της αγροτικής οικονομίας, που συντηρήθηκαν μέχρι τον 2 ο παγκόσμιο πόλεμο, είναι ενδεικτική του βιοτικού επιπέδου και του τρόπου ζωής των κατοίκων (Αντωνάτος 2005).

185 166 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Στα τέλη του αιώνα (1900) η πόλη ηλεκτροδοτήθηκε αρχικά από την Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία και ήταν από τις λίγες επαρχιακές πόλεις, που τότε διέθεταν ηλεκτρικό (Δεμπόνος 1981). Όσον αφορά στον τομέα της κτηνοτροφίας, αυτή εξακολουθεί να αποτελεί βασική οικονομική πηγή. Τα μέτρα, που είχε λάβει η αγγλική προστασία για την ανάπτυξή της περί τα μέσα του αιώνα, απέδωσαν με αποτέλεσμα την αύξηση του κτηνοτροφικού κεφαλαίου (βλ. κεφ. Χ), το οποίο συνεπάγεται βόσκηση ορεινών περιοχών και όχι μόνον. Για να προστατευθεί ο αγροτικός τομέας από τα υπεράριθμα αιγοπρόβατα, το Επαρχιακό Συμβούλιο Κεφαλληνίας το 1858 ψήφισε τον Εγχώριο Κανονισμό, που περιόριζε τις κτηνοτροφικές δραστηριότητες (Δεμπόνος 2012). Κατά τη μετάβαση του καθεστώτος από την αγγλική κατοχή στην ένωση με την Ελλάδα (1864) υπήρξε μία περίοδος διοικητικής αδυναμίας, εξ αιτίας της οποίας η κατάσταση στον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα της Κεφαλονιάς ήταν ανεξέλεγκτη και απειλούσε τη γεωργική παραγωγή. Όταν πλέον οργανώθηκε η νέα διοίκηση στο νησί, ενεργοποίησε τις διατάξεις του κανονισμού βάζοντας όρια στην ασυδοσία και την αυθαιρεσία των ποιμένων. Ο Κανονισμός παρουσιάζουν πολλαπλό ενδιαφέρον, όχι μόνον από νομικής, αλλά και από κοινωνιολογικής, οικονομικής και πολιτισμικής πλευράς. Μέσα από τις διατάξεις του αναδύεται η ζωή της αγροτικής κοινωνίας του νησιού, ο τρόπος άσκησης της κτηνοτροφίας τη συγκεκριμένη εποχή και γενικά η νοοτροπία μιας μεγάλης μερίδας κατοίκων του νησιού, οι οποίοι αντλούν πόρους όχι μόνο από το φυσικό περιβάλλον, αλλά και από το ανθρωπογενές, εφ όσον πρόκειται για καλλιεργούμενες εκτάσεις πλησίον οικισμών. Πριν από τον Κανονισμό κοπάδια από αιγοειδή λυμαίνονταν τα πεδινά, μονοπωλούσαν τη χρήση των υδάτινων πηγών, ρύπαιναν το περιβάλλον και προξενούσαν τεράστιες καταστροφές, με αποτέλεσμα διενέξεις και φιλονικίες μεταξύ των κατοίκων, αντιδικίες και χρονοβόρες δίκες. Από τις ενδιαφέρουσες διατάξεις του Κανονισμού φαίνεται ότι το πρόβλημα της υπερβόσκησης είχε αποκτήσει τέτοιες διαστάσεις, ώστε κατέστη αναγκαία πλέον η εφαρμογή σκληρών μέτρων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι με επιβολή προστίμου για τους παραβάτες απαγορεύθηκε η διαμονή ή η βοσκή αιγοπροβάτων κοντά στα αστικά κέντρα του νησιού και σε καλλιεργούμενες εκτάσεις. Για να καλυφθούν οι ανάγκες των κατοίκων σε γάλα, που αποτελούσε βασικό στοιχείο διατροφής για όλες τις ηλικίες και ιδίως του αστικού πληθυσμού, που δεν διέθετε οικόσιτα ζώα παραγωγής, έγινε εισαγωγή γαλακτοφόρων αγελάδων. Μέχρι όμως να αποδώσει το μέτρο αυτό, για να μη σημειωθεί έλλειψη γάλακτος από τις πόλεις του νησιού, κυρίως Αργοστόλι και Ληξούρι, επέτρεψαν τη διακίνηση αιγών από τους κεντρικούς δρόμους των δύο πόλεων κατά τις πρωινές ώρες για άμεση παροχή γάλακτος με επί τόπου άρμεγμα (l.c.). Αυτό συνεχίστηκε και μέχρι τα μέσα του 20 ου αι. Ο αριθμός των ποιμνίων αυτών ήταν καθορισμένος, μέχρι 80 κεφαλές. Απαγορευόταν η νυκτερινή βοσκή και η σύσταση μικτών ποιμνίων από πρόβατα και αίγες, έστω και με μία μοναδική αίγα. Ανά δέκα αιγοπρόβατα έπρεπε να υπάρχουν δύο κουδούνια. Εάν η αγροζημία προερχόταν από αδέσποτα ζώα, υποχρεώνονταν σε αποζημίωση όλοι οι ποιμένες της περιοχής. Τα μέτρα του Εγχώριου κανονισμού, που στόχευαν στην προστασία των σταφιδοφυτειών και λοιπών γεωργικών

186 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 167 καλλιεργειών, είχαν ως αποτέλεσμα να μετακινηθεί ο όγκος της κτηνοτροφίας στα βουνά και στις άγονες ορεινές εκτάσεις. Έτσι η ορεινή χλωρίδα και η βλάστηση της Κεφαλονιάς δέχθηκαν ακόμα ένα πλήγμα από την ανθρώπινη παρέμβαση. Όμως, για να μη καταπατηθούν από τους καλλιεργητές οι ορεινές εκτάσεις, που «ρογγίζονταν» (καθαρίζονταν με φωτιά) για ενιαύσια καλλιέργεια, ο Κανονισμός προέβλεπε ειδική άδεια, με την υποχρέωση εκ μέρους του καλλιεργητή να προσδιορίσει ακριβώς τα όρια της έκτασης και μετά τη συγκομιδή να εγκαταλείψει την έκταση στη φυσική της ανάπλαση (Δεμπόνος 2012). Γενικά ο 19 ος αι. χαρακτηρίζεται ως περίοδος πολιτικών και εθνικών γεγονότων, με αναπτυσσόμενη οικονομική δραστηριότητα και κοινωνική κινητικότητα. 2. Ο 20 ος αιώνας. Η περίοδος των μεγάλων αλλαγών Στη διάρκεια του 20 ου αι. με καθοριστικό σημείο τους σεισμούς του 1953 διακρίνουμε δύο περιόδους: την προσεισμική, της οποίας η οικονομία αποτελεί συνέχεια του 19 ου αι., και τη μετασεισμική, κατά την οποία επήλθαν οι μεγάλες και απότομες αλλαγές σε όλους τους τομείς λόγω των ειδικών συνθηκών, που δημιούργησαν οι σεισμοί και λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας. Στις πρώτες δεκαετίες η σχέση ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος παραμένει η αυτή με τις προηγούμενες περιόδους, όπως ήδη εκθέσαμε: Η οικονομία είναι αγροτική με αναπτυσσόμενες εμπορικές και βιοτεχνικές δραστηριότητες. Στο στάδιο αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξαν η Βαλλιάνειος Πρακτική Γεωργική Σχολή στην περιοχή Κουτάβου στο Αργοστόλι και η Βαλλιάνειος Επαγγελματική Σχολή στο Ληξούρι, που ιδρύθηκαν από το κληροδότημα του Κεφαλλήνα Παναγή Βαλλιάνου βάσει της διαθήκης του (βλ. κεφ. Χ). Η πρώτη λειτούργησε το 1906 και αποτέλεσε πρότυπο σπουδαστήριο απόρων αγροτών και μικροκαλλιεργητών για εκμάθηση σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας, κυρίως της ελιάς και της αμπέλου. Εξ ίσου πρότυπο ήταν και το φυτώριο οπωροφόρων δένδρων, τα οποία διέθετε δωρεάν στους αγρότες. Η Σχολή συντηρούσε οικοτρόφους και γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την περίοδο του μεσοπολέμου υπό τη διεύθυνση του Αυστριακού Γεωπόνου Βρέμετς. Στον χώρο της Σχολής σήμερα λειτουργεί τμήμα του Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων. Η Βαλλιάνειος Επαγγελματική Σχολή Ληξουρίου (Β.Ε.Σ.) άρχισε να κτίζεται το 1915, αλλά τελικά λειτούργησε το Πρωτοπόρος στο είδος της και για την εποχή της κάλυπτε όλο τον τεχνολογικό και επαγγελματικό τομέα του νησιού (υφαντουργών, υπομηχανικών, τοπογράφων κ.λπ.). Το 1976 έγινε δημόσια και σήμερα είναι παράρτημα του Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων. Στις αρχές του 20 ου αι. οι συνέπειες του 1 ου παγκόσμιου πολέμου έπληξαν το νησί με οικονομική ύφεση. Η οικονομία προσανατολίζεται στην ανάπτυξη του αγροτικού και κτηνοτροφικού τομέα (Phocas-Cosmetatos 1923). Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922) πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στην Κεφαλονιά, ενσωματώθηκαν στον γηγενή πληθυσμό και προστέθηκαν στο εργατικό δυναμικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι απογραφές των ετών1910 και 1922 της Ε.Σ.Υ.Ε. στον Δήμο Αργοστολίου. Το 1910 απογράφηκαν 7.418

187 168 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ κάτοικοι, ενώ το 1922 ο αριθμός τους αυξήθηκε σε λόγω της εγκατάστασης προσφύγων. Όμως από το 1927 και μετά, όταν άρχισε η περιπέτεια της μετανάστευσης, Αμερική, Αίγυπτος, Ρουμανία, Ρωσία, Ασία και Αυστραλία απορρόφησαν περί τους μετανάστες από την Κεφαλονιά.. Δεύτερο μεταναστευτικό κύμα παρατηρείται μετά τον 2 ο παγκόσμιο πόλεμο και τρίτο μετά τους σεισμούς του Κατά τα έτη η υφή της οικονομίας μεταβάλλεται σε γεωργομεταναστευτική με κέντρο βαρύτητας τα εμβάσματα από τους μετανάστες και τους ναυτικούς. Τα εμβάσματα των μεταναστών προς τις οικογένειές τους ανέρχονταν σε εκατομμύρια δρχ. ετησίως. Εξ ίσου σημαντικές ήταν οι πρόσοδοι από τη ναυτιλία. Το 1929 ήταν νηολογημένα μόνον στο Αργοστόλι 32 ατμόπλοια χωρητικότητας τόνων (Μηλιαράκης 1890, Ανδρεάδης 1914). Μεταξύ των ετών το συνολικό ποσόν των εμβασμάτων, που συγκεντρωνόταν στις Τοπικές Τράπεζες ετησίως έφθανε τις λίρες Αγγλίας, από τις οποίες οι προέρχονταν από μετανάστες και ναυτικούς. Οι τοπικές τράπεζες, επειδή δεν μπορούσαν να αξιοποιήσουν όλα τα ποσά, τα μεταβίβαζαν στα κεντρικά καταστήματα τονώνοντας έτσι και την όλη εθνική οικονομία. Ήταν η εποχή, που αρκετοί Κεφαλλήνες έγιναν κάτοχοι πολλών εθνικών δανείων και μετοχών. Η ευημερία αυτή αποτυπώθηκε στην ανέγερση μεγαλοπρεπών κτιρίων από δωρεές ευεργετών. Το Αργοστόλι διέθετε το μεγαλύτερο αριθμό κοινωφελών ιδρυμάτων από κάθε άλλη επαρχιακή πόλη. Τα βαρύτιμα έπιπλα και τα πολύτιμα σκεύη, που εισήγαγαν από το εξωτερικό εύποροι ναυτικοί ήταν ενδεικτικά της ανόδου του βιοτικού επιπέδου του νησιού. Μεγάλο μέρος του πλούτου αυτού λεηλατήθηκε από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κατά την Κατοχή. Η κτηνοτροφία παρέμεινε στα ίδια επίπεδα ως βασικός παράγοντας της πρωτογενούς παραγωγής στην οικονομία, αλλά μέχρι τα μέσα του αιώνα εξακολουθεί να ασκείται με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού του Το 1939 το επιτόπιο εισόδημα από τη γεωργική παραγωγή υπολογίστηκε σε δρχ. της εποχής εκείνης και το κτηνοτροφικό σε δρχ. Οπωσδήποτε η εγχώρια παραγωγή δεν επαρκούσε για τις ανάγκες του πληθυσμού. Στις πιο ευνοϊκές συνθήκες επαρκούσε για 4 5 μήνες, οπότε γινόταν εισαγωγές, των οποίων το κόστος καλυπτόταν από τα εμβάσματα. Γινόταν διακίνηση εμπορικών προϊόντων από και προς την Κεφαλονιά. Αξιοσημείωτο είναι ότι, ενώ γίνεται εξαγωγή ορισμένων προϊόντων, ταυτόχρονα γίνεται και εισαγωγή όμοιων προϊόντων, όπως π.χ.: εισάγονται κιλά βουτύρου και λιπών και εξάγονται κιλά βουτύρου. Εισάγονται κιλά γαιανθράκων και ξυλανθράκων και εξάγονται κιλά κάρβουνου προερχόμενου από τα δάση της Κεφαλονιάς. Από αυτό συμπεραίνουμε ότι τη διακίνηση προϊόντων τη ρύθμιζε το κέρδος των εμπόρων. Σε περίπτωση, που οι διεθνείς συνθήκες (πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις) δεν επέτρεπαν την εισροή μεταναστευτικών εμβασμάτων, η αγοραστική δύναμη των κατοίκων μειωνόταν, το βιοτικό επίπεδο υποβαθμιζόταν και «έπεφτε φτώχεια» (Φωκάς Κοσμετάτος 1949).

188 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 169 2α. Οι σεισμοί του Κοινωνικές μεταβολές και επιπτώσεις στο περιβάλλον Μέχρι και τη δεκαετία του 1950 η οικονομία παρέμεινε κυρίως παραδοσιακά αγροτική και εν μέρει μεταναστευτική. Η μεγάλη αλλαγή στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα συνέβη μετά το 1953, όταν οι καταστρεπτικοί σεισμοί του Αυγούστου ισοπέδωσαν κυριολεκτικά τις πόλεις και τα χωριά του νησιού. Τότε παρατηρήθηκε μία εσωτερική μετανάστευση. Ο αστικός κόσμος στο μεγαλύτερο ποσοστό εγκατέλειψε την Κεφαλονιά για τις μεγαλουπόλεις Αθήνα, Πειραιά, Πάτρα, ενώ πολλοί από τους κατοίκους της υπαίθρου μετακινήθηκαν στο Αργοστόλι. Αποτέλεσμα της μετακίνησης και ανασύνθεσης του πληθυσμού ήταν να αναδυθεί μία νέα ημιαστική τάξη. Πολλοί οικισμοί επίσης στα πλαίσια της ανοικοδόμησης του νησιού συνενώθηκαν, ενώ άλλοι εγκαταλείφθηκαν εντελώς λόγω αναχώρησης των κατοίκων για τα μεγάλα αστικά κέντρα ή το εξωτερικό. Ο πληθυσμός παρουσίασε σημαντική μείωση, που επιδεινώθηκε στις δεκαετίες Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ανά δεκαετία ο πληθυσμός Κεφαλονιάς και Ιθάκης, που αποτελούσαν ενιαίο Νομό, είχε τις εξής διακυμάνσεις. Έτος Πληθυσμός Η μείωση του πληθυσμού μετά το 1940 αποδίδεται κυρίως στη μετανάστευση, ενώ η αύξηση κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες οφείλεται ως επί το πλείστον στους οικονομικούς μετανάστες και σε μικρότερο ποσοστό στην παλινόστηση. Στο έργο της ανοικοδόμησης και της οδοποιίας μετά τους σεισμούς του 1953 ήλθε αρωγός ο ελληνικός στρατός, πεζικό και μηχανικό. Υπήρξε συρροή εργατών και τεχνιτών από την άλλη Ελλάδα. Η κινητικότητα αυτή και ο οργασμός της ανοικοδόμησης δραστηριοποίησαν πολλά επαγγέλματα και δημιούργησαν νέα δεδομένα στην οικονομική ζωή του τόπου. Η πίεση των περιστάσεων επέβαλε να καλυφθούν κατά προτεραιότητα και όσο το δυνατόν γρηγορότερα οι ανάγκες του πληθυσμού για στέγαση, περίθαλψη, τρόφιμα, αποκατάσταση οδικού δικτύου κ.λπ.. Για να ξεκινήσει το έργο της ανοικοδόμησης σε πόλεις και χωριά του νησιού έπρεπε να προηγηθεί ο καθαρισμός των ερειπίων. Η προστασία του περιβάλλοντος μπροστά στην ανάγκη της επιβίωσης ήλθε σε δεύτερη μοίρα και για τον πρόσθετο λόγο ότι την εποχή αυτή δεν είχε γίνει ακόμα αντιληπτός ο κίνδυνος από την έλλειψή της. Αρκεί να αναφέρουμε ότι το Αργοστόλι μετά την αποκομιδή των ερειπίων παρουσίαζε την εικόνα μιας απέραντης έρημης πλατείας, που εκτεινόταν σε

189 170 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ άξονες: Βορρά - Νότου από τον Κούταβο μέχρι τις Καταβόθρες και Ανατολής Δύσης από την παραλιακή ακτή μέχρι τους πρόποδες του υπερκείμενου λόφου Αγίου Αθανασίου. Στη ισοπεδωμένη αυτή έκταση δεν υπήρχε τίποτε, που να εμποδίζει το μάτι να δει από το ένα άκρο του άξονα στο άλλο (Εικ. 85). Κατά την αποκομιδή των ερειπίων της πόλης το μεγαλύτερο μέρος των «μπάζων» μεταφέρθηκε στον Κούταβο επιχώνοντας την ανατολική και νότια όχθη της λιμνοθάλασσας. Τότε δημιουργήθηκε και το τεχνητό νησάκι, που δυσχεραίνει την κίνηση των θαλάσσιων ρευμάτων στη λιμνοθάλασσα επιβαρύνοντας περισσότερο τα φορτισμένα με ρυπογόνες ουσίες νερά. Μετά τα αποστραγγιστικά έργα επί Napier και την εξυγίανση του έλους το 1911 οι επιχώσεις αυτές αποτελούν την πιο σημαντική ανθρώπινη παρέμβαση στον υγρότοπο του Κουτάβου. Η επέκταση επίσης της ηλεκτροδότησης σε όλο το νησί, η εγκατάσταση της τηλεφωνίας, των ραδιοτηλεοπτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, η βελτίωση των μέσων μεταφοράς (οδοποιία, ακτοπλοΐα, αεροπορική συγκοινωνία) άλλαξαν τη δομή της οικονομίας και έριξαν μεγάλο βάρος στον τουρισμό. Δεν παραλείπουμε την κοπή χιλιάδων δένδρων Ελάτης, προκειμένου να υπηρετηθεί εκσυγχρονισμός του νησιού στο θέμα των τηλεπικοινωνιών. Κτίστηκαν ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα. Μεγάλη πίεση ασκήθηκε στις παραθαλάσσιες περιοχές, όπου οικοπεδοποιήθηκαν εκτάσεις με όριο την αμμουδιά. Για να γίνουν προσβάσιμες οι ακτές, ανοίχθηκαν νέοι δρόμοι και διαπλατύνθηκαν οι παλιοί καταστρέφοντας πολλά είδη χλωρίδας. Η Κεφαλονιά από τις τελευταίες δεκαετίες του 20 ου αι. αποτελεί προορισμό πολλών επισκεπτών, Ελλήνων και αλλοδαπών. Οι παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον είναι πλέον συχνές και μη ανασχέσιμες, όσον αφορά στην αυτοφυή βλάστηση. 2β. Κτηνοτροφία Η κτηνοτροφική ζώνη εκτείνεται στο πλέον ορεινό τμήμα της Κεφαλονιάς και σε όλη σχεδόν την έκταση, που βρίσκεται σε υψόμετρο άνω των 600 m. Υπολογίζεται σε 532,2 χιλιάδες στρέμματα και καλύπτει το 58% της έκτασης του νησιού. Οι βοσκότοποι της κτηνοτροφικής ζώνης υπολογίζονται σε 422,3 χιλιάδες στρέμματα και καλύπτουν το 80% της έκτασής της. Με την είσοδο της χώρας μας στην ΕΟΚ μετά το 1979 και με την είσοδό μας στην Ευρωζώνη το 2001 ο αγροτοκτηνοτροφικός τομέας επιδοτήθηκε οικονομικά με ειδικά προγράμματα για αύξηση και βελτίωση της παραγωγής. Τα στατιστικά στοιχεία, που αναφέρονται στις κτηνοτροφικές δραστηριότητες, μαρτυρούν το μέγεθος των παρεμβάσεων, που ασκούνται στο περιβάλλον. Σύμφωνα με την Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Όρους Αίνου του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Αθανασιάδης 2002) σε όλη την έκταση της Κεφαλονιάς εκτρέφονται αιγοπρόβατα, ενώ η απογραφή της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας δίνει αριθμό αιγοπροβάτων για το έτος 1991 και για το έτος Η αναντιστοιχία μεταξύ του πληθυσμού των αιγοπροβάτων από , που αναφέρει το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε το 2002 και του πληθυσμού των , που καταγράφει η Εθνική Στατ/κή Υπ/σία, πιθανόν να οφείλεται στο ότι το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε το 2002 δεν έλαβε υπόψη του την απογραφή του 2000, αλλά του 1991, που αναφέρει περίπου τον ίδιο αριθμό ζώων ( ).

190 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 171 Εικ. 85. Άνω: Το Αργοστόλι το Η άποψη της πόλης από τα ανατολικά από τη θέση Μύλος της Πετρίας. Κάτω: το Αργοστόλι το 1953 μετά τους σεισμούς ισοπεδωμένο μετά την αποκομιδή των ερειπίων. Τα «μπάζα» ρίχτηκαν στον Κούταβο και στη δυτική ακτή του Κόλπου. Η θέα του από τα δυτικά. (Φωτ. Αρχεία Κ.Ι.Λ.Μ.)

191 172 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Σημειώνουμε επίσης ότι στην Υπηρεσία Γεωργίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κεφαλονιάς για το 2004 υποβλήθηκαν αιτήσεις για επιδότηση αιγοειδών και αιτήσεις για επιδότηση προβατοειδών (σύνολο ζώα). Δεδομένου ότι τα επιδοτούμενα είναι παραγωγικά, ηλικίας άνω του έτους, αντιλαμβανόμαστε ότι ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος (Δεμπόνος 2012). Οι κτηνοτροφικές και γαλακτοκομικές μονάδες αυξήθηκαν. Επιδοτήθηκε επίσης η εκτροφή ντόπιων φυλών ζώων, όπως τα κρεατοπαραγωγά βόδια της Φάλαρης, που προέρχονται από τη βραχυκέρατη ελληνική φυλή βοδιών (Εικ. 86 α), και τα πρόβατα, που είναι γνωστά στην Κεφαλονιά ως κάτσενα (Εικ. 86 β). Η φυλή αυτή των προβάτων προέρχεται κυρίως από την Ιθάκη και θεωρείται ότι υπάρχει στο νησί από την εποχή του Οδυσσέα, Σήμερα τα κάτσενα εκτρέφονται και στα δύο νησιά. Τα πρόβατα αυτά διαθέτουν ιδιαίτερα σωματικά χαρακτηριστικά: καστανό κεφάλι και άκρα, ενώ το υπόλοιπο σώμα είναι το σύνηθες υπόλευκο Έχουν σταθερή παραγωγή γάλακτος, δεν είναι επιρρεπή σε ασθένειες και αρκούνται σε μικρότερη ποσότητα τροφής από άλλες φυλές του είδους τους. Εικ. 86. α α) Τα βόδια της Φάλαρης απόγονοι της βραχυκέρατης ελληνικής φυλής. Ζουν και αναπαράγονται σε ημιάγρια κατάσταση. β) Πρόβατα κάτσενα (προβατίνα και αρνάκια) με τον χαρακτηριστικό καστανό χρωματισμό στο κεφάλι και στα άκρα. β

192 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 173 2γ. Γεωργία Η γεωργική ζώνη καλύπτει 10% της συνολικής έκτασης του νησιού και είναι διεσπαρμένη μεταξύ ενιαίων εκτάσεων βοσκοτόπων της ορεινής ζώνης, η οποία, όπως προαναφέραμε, καλύπτει το 58% (Βακάκης 1987). Το υπόλοιπο ποσοστό καλύπτεται από τις πόλεις και τους οικισμούς. Μετά τη βαθμιαία εγκατάλειψη της σταφιδοκαλλιέργειας βασικά γεωργικά προϊόντα της Κεφαλονιάς παραμένουν το λάδι και το κρασί. Η ελιά, χαρακτηριστικό δέντρο της μεσογειακής βλάστησης, είναι αυτοφυής και ευδοκιμεί γενικά στον Ιόνιο χώρο από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως συνάγεται από τα Ομηρικά Έπη. Η φυλία, που περιγράφει ο Όμηρος, στη χώρα των Φαιάκων είναι είδος αυτοφυούς ελιάς. Φύτρωνε από την ίδια ρίζα με την ἐλαίη (ε : «δοιοὺς δ ἄρ ὑπήλυθε θάμνους / ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας ὁ μὲν φυλίης, ὁ δ ἐλαίης). Το όνομα ἐλαίη δηλώνει ότι είναι το ελαιοπαραγωγό είδος σε αντίθεση με τη φυλία. Είναι φανερό ότι πρόκειται για εμβολιασμό εξημερωμένου ελαιοπαραγωγού είδους (της ελαίης) σε αυτοφυές υποκείμενο (φυλία), τη γνωστή αγριελιά, που δεν παράγει λάδι. Ο Παυσανίας (Κορινθιακά ΙΙ , βλ. Παπαχατζής 1976) και ο Διοσκουρίδης ονομάζουν ράχους τα είδη φυλία, ἔλαιο και κότινο, ενώ ο Θεόφραστος προσθέτει σε αυτά την εἰρεσιώνη και τον ἄγριππο (Καρακατσάνη 1998) (βλ. κεφ. Καλλιέργειες). Στην Κεφαλονιά σύμφωνα με τις μαρτυρίες των αγροτών συναντώνται περισσότερα του ενός είδη της αυτοφυούς ελιάς, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της μακκίας του νησιού. Φύεται μέχρι το υψόμετρο των 600 m περίπου. Ο Partsch (1892) αναφέρει ενδεικτικά ως ανώτατο όριο τη θέση Αγραπιδιές (υψόμετρο 587 m), στη διασταύρωση του εθνικού δρόμου Αργοστολίου Σάμης με τον δρόμο προς Αίνο. Η ελιά, λόγω του ότι είναι δέντρο χωρίς ιδιαίτερες καλλιεργητικές απαιτήσεις, ευδοκιμεί και στα πιο φτωχά εδάφη. Οι Ενετοί επίσης κατά τον 16 ο και 17 ο αι., όπως ήδη αναφέραμε (κεφ. Χ, 1), προώθησαν την καλλιέργειά της. Η πρακτική του εμβολιασμού αυτοφυών ελαιοδέντρων με καλλιεργούμενα είδη εφαρμόστηκε και επίσημα από την ελληνική κυβέρνηση ως μέτρο ενίσχυσης του αγροτικού τομέα. Με τη λήξη του 2 ου παγκόσμιου πολέμου η Κεφαλονιά συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα «Εξημέρωση αγρίων καρποφόρων δένδρων» του Υπουργείου Γεωργίας (εφημ. «Ἀναγέννησις» 15/5/1948). Αποτέλεσμα των παρεμβάσεων αυτών είναι η ύπαρξη μεμονωμένων ελαιοδένδρων σε περιοχές δύσβατες με πυκνή μακκία. Υπάρχουν πολλές ντόπιες ποικιλίες, όπως: κορφολιά, λιανολιά, χοντρολιά, μισολιά, τρα(γ)ολιά, θιακό, σιμωτέικο κορώνι. Από τις ποικιλίες αυτές ιδιαίτερα ελαιοπαραγωγές με καλή ποιότητα λαδιού θεωρούνται το σιμωτέικο κορώνι και το θιακό (Εικ. 87). Τις τελευταίες δεκαετίες λόγω των επιδοτήσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση παρατηρήθηκε αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και κατά το διάστημα αυξήθηκε η ελαιοκαλλιέργεια ιδίως της ποικιλίας κορώνι. Αδιευκρίνιστος τις δύο τελευταίες δεκαετίες παραμένει ο ακριβής αριθμός των ελαιοδένδρων, αν και η πιο πρόσφατη αναφορά αποτυπώνει ελαιόδενδρα για την Κεφαλονιά και την Ιθάκη (Αθανασιάδης 2002).

193 174 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Εικ. 87 α) Κλαδίσκος αυτοφυούς ελιάς (αγρίλι) με μικρούς σφαιροειδείς καρπούς. α β β) Καρποφόροι κλάδοι ελιάς της εκλεκτής ντόπιας ποικιλίας θιακοκόρωνο ή θιακό. Ο καρπός συλλέγεται, μόλις αρχίζει να παίρνει ελαφρό ερυθρό χρώμα, όπως στη φωτογραφία γ) Κλάδοι της ντόπιας ποικιλίας κορώνι σιμωτέικο με ώριμους καρπούς για συλλογή. γ γ Νέοι ελαιώνες δημιουργήθηκαν, για να υποκαταστήσουν αμπελώνες, που εγκαταλείφθηκαν, ώστε να μη δασώσουν, αλλά παράλληλα για να διασφαλιστεί ο αγροτικός χαρακτήρας του αγροτεμαχίου και να μη χαρακτηριστεί δασικό.

194 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 175 Η καλλιέργεια της αμπέλου το 1961 κάλυπτε στρέμματα. μόνο στην Κεφαλονιά (Εικ. 88, 89). Το 1971 μαζί με την Ιθάκη στρ. (Ε.Σ.Υ.Ε.), το 1981 μαζί με την Ιθάκη στρ., το 1991 μαζί με την Ιθάκη στρ. και το 2001 μαζί με την Ιθάκη 9.067,7 στρ. (ΕΛ.ΣΤΑΤ.). Η μείωση των στρεμμάτων της αμπελοκαλλιέργειας οφείλεται, κατά την άποψή μας, στο ότι εγκαταλείφθηκε σταδιακά η σταφιδάμπελος λόγω των καλλιεργητικών απαιτήσεων του είδους, της έλλειψης ανθρώπινου αγροτικού δυναμικού, της μειωμένης ζήτησης στην αγορά και λόγω του ότι δεν ήταν επιδοτούμενο είδος. Από τα επιδοτούμενα είδη ευνοήθηκε κυρίως η ρομπόλα (βλ. κεφ. XVI Διαπιστωμένες Καλλιέργειες στην Κεφαλονιά). Στις πεδινές περιοχές ευδοκιμούν επίσης τα εσπεριδοειδή. Το 1961 αριθμούσαν 22,5 χιλιάδες δένδρα. Το 1991 οι δενδρώδεις καλλιέργειες γενικά περιλάμβαναν δέντρα. Εικ. 88 Η κοιλάδα των Ομαλών (Αγίου Γερασίμου), όπου υπάρχουν μικτές καλλιέργειες σιτηρών και αμπέλου. Από τα καλλιεργούμενα ετήσια φυτά, συμπεριλαμβανόμενων των δημητριακών και των οπωροκηπευτικών, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία το 1961 κατέγραψε στρέμματα, ενώ το 1991 μειώθηκαν σε Το 2006 από την ετήσια γεωργική έρευνα, που διενεργεί η Νομαρχία Κεφαλονιάς με βάση όμως τις δηλώσεις των αγροτών, προέκυψε ότι οι αροτριαίες καλλιέργειες κάλυψαν στρέμματα. Από αυτά η περιοχή της Παλικής είχε το μεγαλύτερο ποσοστό, ενώ το μικρότερο η περιοχή της Ερίσου. Από την ίδια πηγή πληροφορούμαστε ότι τα προϊόντα, που προέρχονται από αροτριαίες καλλιέργειες εκτός από τα οπωροκηπευτικά, είναι: σιτηρά, όσπρια και κτηνοτροφικά φυτά. Τα σιτηρά, που καλλιεργούνται και στις πεδινές περιοχές και στα περισσότερο

195 176 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ορεινά διαμερίσματα του νησιού, είναι τα εξής: δύο είδη σίτου (Triticum), ο σκληρός και ο μαλακός, κριθάρι (Hordeum), βρώμη (Avena) και σε μικρότερο ποσοστό σίκαλη (Secale). Το κριθάρι και η βρώμη καλλιεργούνται επίσης και ως κτηνοτροφικά φυτά για σανό ή για γρασίδι βοσκής, το λεγόμενο «κοφτολίβαδο», δηλαδή σπορά βρώμης για χλωρή βοσκή, η οποία δεν θερίζεται, αλλά μετά τη βοσκή αναπτύσσεται πάλι, για να βοσκηθεί ξανά. Άλλα καλλιεργούμενα φυτά για ζωοτροφή είναι: η μηδική (πολυετές τριφύλλι), τα ετήσια τριφύλλια και ο βίκος (αγριοκόκκι). Τα όσπρια, που παράγονται, είναι κουκιά, φασόλια, φακή σε μικρότερο ποσοστό και κυρίως από την περιοχή της Παλικής στη Δ. Κεφαλονιά ρεβίθια και μπιζέλια. Παρά τη δημιουργία θερμοκηπίων για πρώιμες καλλιέργειες τα οπωροκηπευτικά δεν επαρκούν για την εγχώρια κατανάλωση και εισάγονται. Στις βασικές περιοχές, που τροφοδοτούσαν άλλοτε το νησί με τα προϊόντα αυτά (π.χ. Λουρδάς, Κρανιά, Σκάλα), λόγω τουρισμού και άλλων δραστηριοτήτων η χρήση γης έχει αλλάξει. Εικ. 89. Η κοιλάδα της Λανούς, κατάλληλη για καλλιέργειες σιτηρών και αμπέλου. Αποτελεί συνέχεια της κοιλάδας των Ομαλών. Εκτείνεται μεταξύ των ορέων Ευγέρου ή Ευγείρου δυτικά και Στρογγυλού Βουνού ανατολικά και είναι χαρακτηριστική του γεωμορφολογικού διαμελισμού της Κεφαλονιάς. 3. Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου «Περιβάλλον και οικονομία της Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. μέχρι σήμερα» Τον 19 ο και μέχρι τα μέσα του 20 ου αι. η οικονομία της Κεφαλονιάς διατήρησε τον αγροτικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα βασιζόταν στα εμβάσματα εκ του εξωτερικού. Μετά τους ισοπεδωτικούς σεισμούς του 1953, αρχίζει η φάση

196 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 177 της εκβιομηχάνισης. Ο 20 ος και 21 ος αιώνας, λόγω των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτηρίζονται από την ανάπτυξη του τουρισμού και την αύξηση του αριθμού των ποιμνίων στον τομέα της κτηνοτροφίας. Σε κάθε εμπόλεμη περίοδο ο αριθμός τους μειωνόταν, αλλά δεν αργούσε να ανακάμψει λόγω της φύσης του νησιού, που τα ευνοεί. Οπωσδήποτε ο αριθμός των ήδη υπαρχόντων ζώων, που έχουν καταγραφεί, υπερβαίνει κατά πολύ το προτεινόμενο ανωτέρω «όριο ασφαλείας» για το φυσικό περιβάλλον της Κεφαλονιάς, ο οποίος κατά Βακάκη (1987) πρέπει να είναι πρόβατα αίγες = Εσταβλωμένη κτηνοτροφία δεν υπάρχει. Η ανεξέλεγκτη βόσκηση υπερβαίνει τη βοσκοϊκανότητα των βοσκοτόπων. Αυτό σε συνδυασμό με την παράνομη βόσκηση σε περιοχές, που έχουν αποψιλωθεί από πυρκαγιές, αποτελεί δυσμενέστατο παράγοντα για την εξελικτική πορεία της βλάστησης και της χλωρίδας. Μεγάλες πιέσεις επίσης δέχεται ο Εθνικός Δρυμός Αίνου από τον μεγάλο αριθμό αιγοπροβάτων στην περιφερειακή του ζώνη. Παρατηρείται ότι στους πρινώνες λόγω υπερβόσκησης οι θάμνοι της Quercus coccifera δεν μπορούν να αναπτυχθούν, γιατί οι εκάστοτε νέοι βλαστοί και φύλλα τρώγονται από τα αιγοπρόβατα. Χαρακτηριστική η εικόνα 90. Εικ. 90. Θάμνος Quercus coccifera μέσα σε φρυγανώδη βλάστηση από Phlomis fruticosa σε παρυφή του Ρουδίου στην περιοχή της Μολούς. Η εξοντωτική βόσκηση του έχει δώσει σχήμα καθήμενου ανθρώπου. Ιδιαίτερο προβληματισμό γεννά ο υπέρογκος αριθμός των ζώων κατά τις απογραφές, χωρίς αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων. Σύμφωνα με τα στοιχεία των αιτήσεων για επιδότηση στην Υπηρεσία Γεωργίας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κεφαλονιάς (βλ. ενότητα 1) αντιστοιχούν 3,5 κεφάλια ανά κάτοικο, ποσοστό εντυπωσιακό για νησιωτική περιοχή. Κατά τις ειδικές εκτιμήσεις της Υπηρεσίας πιθανόν τα μεγέθη αυτά λόγω άμεσου υλικού

197 178 ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ συμφέροντος να είναι διογκωμένα μέχρι και 30% (Δεμπόνος 2012). Αυτό δημιουργεί επίσης πολλά ερωτηματικά κατά πόσον οι αριθμοί αυτοί ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ακόμα και εάν δεχθούμε ότι δηλώνονται πλασματικά στοιχεία στις απογραφές, ο αριθμός των ζώων παραμένει μεν ανεξακρίβωτος, αλλά οπωσδήποτε μεγαλύτερος του προτεινόμενου «αριθμού ισορροπίας» των αιγοπροβάτων, που προτείνει ο Βακάκης (1987). Αυτό διαφαίνεται και από την έκταση των πυρκαγιών τις τελευταίες δεκαετίες στην ορεινή και ημιορεινή ζώνη (βλ. κεφ. XIV, 12, 12α). Οι επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές στις ίδιες περιοχές σημαίνουν ότι ασκείται έντονη ανθρωπογενής πίεση στον βοσκότοπο, για να αποδώσει σε πιο σύντομο χρόνο νέα βλάστηση. Η «ανυπομονησία» να χρησιμοποιηθεί ενωρίτερα ο βοσκότοπος από τον χρόνο αναγέννησης της αυτοφυούς βλάστησης σημαίνει ότι το «ζωικό φορτίο» συνεχώς αυξάνεται δυσανάλογα με την ικανότητα του βοσκοτόπου να το θρέψει. Γενικά η εικόνα της κτηνοτροφίας στην Κεφαλονιά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζεται ως εξής: α) Το σύνολο των αιγοπροβάτων εξακολουθεί να εκτρέφεται με το ποιμενικό σύστημα, η δε επίβλεψη των ποιμνίων κατά τη βόσκηση ως επί το πλείστον έχει ανατεθεί σε οικονομικούς μετανάστες. β) Δεν υπάρχει προσχεδιασμός χρήσης και διαχείρισης του κτηνοτροφικού κεφαλαίου. Οι συντελεστές της παραγωγής κτηνοτρόφοι, ζώα και βοσκότοποι αποτελούν ένα σύστημα, που λειτουργεί με συνθήκες πρωτόγονες και εξαντλεί τους φυσικούς πόρους. γ) Οι επιδοτήσεις δεν χρησιμοποιήθηκαν ορθολογικά για αύξηση της παραγωγής ούτε για τυποποίηση γαλακτοκομικών προϊόντων. Η περιζήτητη κεφαλονίτικη φέτα δεν κατοχυρώθηκε στην ελληνική και διεθνή αγορά νομοθετικά ως φέτα. Απώλεσε την ονομασία της και μετονομάστηκε σε «λευκό τυρό». δ) Δυσάρεστη διαπίστωση επίσης αποτελεί το γεγονός ότι, ενώ επιδοτήθηκαν κτηνοτροφικές μονάδες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν δημιουργήθηκε η ανάλογη υποδομή στο νησί, όπως Σφαγεία με σύγχρονες εγκαταστάσεις, για έλεγχο και διάθεση της παραγωγής των κτηνοτροφικών προϊόντων. Αυτό έχει αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται η εξαγωγή σφαγίων από το νησί, αλλά μόνον ζωντανών ζώων, τα οποία οδηγούνται σε Σφαγεία εκτός νησιού και μετά επανεισάγονται ως σφάγια. Με δεδομένες τις ανωτέρω συνθήκες το κεφάλαιο «κτηνοτροφία» στην Κεφαλονιά είναι ανεξέλεγκτο και αναξιοποίητο με αποτέλεσμα να επιδοτείται ο αριθμός των ζώων (να ανθούν οι επιδοτήσεις) σε βάρος του περιβάλλοντος και της οικονομίας του νησιού. Οι περισσότεροι τομείς της γεωργίας έχουν σχεδόν εγκαταλειφθεί. Οπωροκηπευτικά προϊόντα και αυτά σε μικρές ποσότητες εξακολουθούν να παράγουν κυρίως οι περιοχές Παλικής και Κρανιάς. Η αροτριαία καλλιέργεια κυρίως εξυπηρετεί τις ανάγκες των κτηνοτρόφων για σανό και βοσκή. Η ετήσια γεωργική έρευνα της Νομαρχίας Κεφαλονιάς κατά το 2006 κατέγραψε, σύμφωνα όμως με τις δηλώσεις των αγροτών, στρέμματα αροτριαίας καλλιέργειας. Ο αριθμός αυτός δεν αποκλείουμε να σχετίζεται με την προϊούσα αύξηση του αριθμού των αιγοπροβάτων και πέραν του αριθμού των κεφαλών, που αναφέρονται για το από την Ε.Σ.Υ.Ε. Οπωσδήποτε παραμένει ένα μεγάλο θέμα ανοιχτό, που αφορά γενικά τον πρωτογενή τομέα: κατά πόσον δηλαδή τα στοιχεία των απογραφών, που βασίζονται σε «στατιστικούς δείκτες» ή σε ατομικές δηλώσεις, είναι αξιόπιστα ή όχι.

198 Περιβάλλον και οικονομία Κεφαλονιάς από τον 19 ο αι. έως σήμερα 179 Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις λόγω του ορεινού διαμελισμού του νησιού βρίσκονται ενδιάμεσα των οροσειρών, στους πρόποδες των ορεινών όγκων ή πλησίον των ακτών. Είναι οι πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές, που διαχρονικά δέχτηκαν τις περισσότερες ανθρώπινες παρεμβάσεις. Τις τελευταίες δεκαετίες μάλιστα οι παρεμβάσεις είναι πιο έντονες λόγω ανάπτυξης του τουρισμού. Πολλές γεωργικές εκτάσεις δόθηκαν για τουριστικά καταλύματα με αποτέλεσμα να μειωθούν οι καλλιέργειες. Η χρήση της γης έχει αλλάξει. Π.χ. η καλλιέργεια των οπωροκηπευτικών και των εσπεριδοειδών στις παραλιακές πεδινές εκτάσεις αντικαταστάθηκε από τα τουριστικά καταλύματα, όπως στην περιοχή του Λουρδά, της Σκάλας και εν μέρει της Κρανιάς, στην οποία επεκτείνεται η βιομηχανική χρήση. Οι περιοχές αυτές άλλοτε τροφοδοτούσαν το νησί με τα ανωτέρω προϊόντα. Η εικόνα της κεντρικής Αγοράς στο Αργοστόλι επιβεβαιώνει ότι ο τομέας αυτός της γεωργίας έχει περιοριστεί με αποτέλεσμα την αθρόα εισαγωγή οπωροκηπευτικών και εσπεριδοειδών από την άλλη Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό. Τα λιγοστά ντόπια οπωροκηπευτικά, λαχανικά και εσπεριδοειδή προέρχονται από τις πεδινές περιοχές κυρίως της Παλικής, εν μέρει της Κρανιάς και της Λιβαθώς, και πωλούνται από τους ίδιους τους παραγωγούς στη Δημοτική Αγορά (Εικ. 91). Από τις υπόλοιπες σύγχρονες καλλιέργειες πιο σημαντικές είναι της αμπέλου και της ελιάς, στις οποίες θα αφιερώσουμε ιδιαίτερο κεφάλαιο (βλ. κεφ. XVI Διαπιστωμένες Καλλιέργειες στην Κεφαλονιά ). Εικ. 91. Η Δημοτική Αγορά Αργοστολίου. Αριστερά: μία από τις εισόδους του κτιριακού συγκροτήματος. Κάτω: Στις στοές του αιθρίου κάθε Σάββατο οι αγρότες πωλούν τα προϊόντα τους, κυρίως οπωροκηπευτικά.

199

200 ΜΕΡΟΣ Β ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΚΕΦ. ΧΙΙ. Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ 1. Η ελληνική χλωρίδα Στη χώρα μας το μεσογειακό κλίμα με τις πέντε μεταβατικές κλιματικές ζώνες και η γεωμορφολογία του χώρου δημιούργησαν τις προϋποθέσεις, ώστε η Ελλάδα να έρχεται πρώτη μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά στην ποικιλότητα των φυτικών ειδών σε σχέση με την έκτασή της. Ανεξάρτητα δε από τον παράγοντα έκταση κατέχει τη δεύτερη θέση μετά την Ιβηρική χερσόνησο. Λόγω δε των ιδιαιτεροτήτων της χλωρίδας κατά περιοχές στον ελλαδικό χώρο διακρίνονται 13 φυτογεωγραφικές περιοχές (Εικ. 92). Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει 159 οικογένειες, γένη και περίπου είδη αυτόχθονων φυτών. Στον αριθμό αυτό περιλαμβάνονται και τα ενδημικά (περίπου 750) με ποσοστό 13 14%. Οι κυριότερες οικογένειες, που αντιπροσωπεύονται στον αριθμό αυτό είναι: Compositae (= Asteraceae) 793 είδη, Leguminosae (= Fabaceae) 474, Gramineae (= Poaceae) 410, Caryophyllaceae 362, Cruciferae (= Brassicaceae) 307, Labiatae (= Lamiaceae) 301, Liliaceae 265 και Umbelliferae (= Apiaceae) 248. Τα μεγαλύτερα γένη σε αριθμό ειδών είναι τα Centaurea και Silene με 120 είδη το καθένα και ακολουθούν τα: Trifolium (με ~ 100 είδη), Campanula, Allium, Stachys, Verbascum (με είδη), Carex, Euphorbia, Ranunculus και Viola (με ~ 64 είδη), Crepis (με ~ 40 είδη), Fritillaria (με ~24 είδη ) κ.λπ. (Καμάρη 2003). Οι αριθμοί των ειδών της ελληνικής χλωρίδας, καθώς και των ειδών, που αναφέρονται για κάθε χλωριδική περιοχή, ή των ενδημικών, δεν πρέπει να θεωρούνται σταθεροί, αλλά κατά προσέγγιση. Νεότερες βοτανικές έρευνες και συστηματικές μελέτες γενών, ειδών κ.λπ. προσθέτουν συνεχώς νέα δεδομένα και οι αριθμοί μεταβάλλονται. Η ποικιλότητα της ελληνικής χλωρίδας οφείλεται όχι μόνο στο αυτόχθον δυναμικό των ειδών, το οποίο διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση γεωιστορικών παραγόντων, αλλά και στον εμπλουτισμό της ελληνικής χλωρίδας από κέντρα εξάπλωσης εκτός του ελλαδικού χώρου.

201 182 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ. 92. Χλωριδικές περιοχές της Ελλάδας: 1, Κρήτη Κάρπαθος (ΚΚ). 2, Κυκλάδες (Kik). 3, Aνατολικά νησιά του Αιγαίου (EAe). 4, Δυτικά νησιά του Αιγαίου (WAe). 5, Βόρεια νησιά του Αιγαίου (NAe). 6, Πελοπόννησος (Pe). 7, Στερεά Ελλάδα (StE). 8, Νησιά Ιονίου (IoI). 9, Νότια Πίνδος (SPi). 10, Βόρεια Πίνδος (NPi). 11, Ανατολική κεντρική περιοχή (EC). 12, Βόρεια κεντρική περιοχή (NC) και 13, Βορειοανατολική περιοχή (NE). [(Βιβλίο ερυθρών δεδομένων των σπάνιων και απειλούμενων φυτών της Ελλάδας (Φοίτος κ.ά. 2009)]. 2. Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς Η Κεφαλονιά και τα άλλα Ιόνια Νησιά ανήκουν σε διαφορετική χλωριδική περιοχή της Ελλάδας (Εικ. 92). Είναι νησιά χερσογενή, που πήραν τη σημερινή τους μορφή κατά το Ολόκαινο. Κατά τη διάρκεια της μεταπαγετώδους περιόδου, όταν η στάθμη της θάλασσας εξ αιτίας της τήξης των πάγων ανήλθε, κάλυψε πολλά τμήματα στεριάς, που ένωναν άλλοτε τα νησιά με την ηπειρωτική Ελλάδα και μεταξύ τους (Ferentinos et al. 2012). Ο οριστικός αυτός διαχωρισμός των νησιών από τον κύριο κορμό της ελληνικής γης τοποθετείται περίπου πριν από

202 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς χρόνια, σχετικά πρόσφατα για τη γεωλογική εξέλιξη του Μεσογειακού χώρου και είναι ένας σημαντικός παράγοντας, που επηρέασε τη βιοποικιλότητα των Ιονίων Νήσων. Η θέση τους στον Αδριατικοϊόνιο χώρο και ο πρόσφατος αποχωρισμός τους από τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο (βλ. Εισαγωγή) είχαν ως αποτέλεσμα η χλωρίδα τους να έχει επηρεαστεί και από αυτήν της Δ. Ελλάδας, αλλά παράλληλα και από τη χλωρίδα των Δαλματικών ακτών και της Ν. Ιταλίας, ιδιαίτερα δε με του όρους Γκάργκανο. Επί πλέον στη διαμόρφωση της σημερινής φυσιογνωμίας της χλωρίδας τους έπαιξε ρόλο και η νησιωτική απομόνωση. Η Κεφαλονιά λόγω της έντονης ορεινής φυσιογνωμίας και του σχετικά υγρού κλίματος εμφανίζει τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα συγκριτικά με τα άλλα Ιόνια νησιά. Σε αυτό συντελούν οι πολυσχιδείς ακτές της, το ορεινό ανάγλυφο, τα δάση του Αίνου, οι βάλτοι και οι μικρολίμνες, που αποτελούν μία ενδιαφέρουσα και σπάνια ποικιλία βιοτόπων. Παρ όλο, που τα περιθώρια της έρευνας στα νησιά του Ιονίου δεν έχουν εξαντληθεί, η χλωρίδα της εξακολουθεί να θεωρείται η πλουσιότερη των Ιονίων Νήσων, λόγω του μεγαλύτερου συγκριτικά αριθμού των taxa, που αριθμεί, και του μεγαλύτερου αριθμού των ενδημικών taxa. Περιλαμβάνει: 4 οικογένειες πτεριδόφυτων, 2 οικογένειες γυμνόσπερμων, 81 οικογένειες δικότυλων και 18 οικογένειες μονοκότυλων φυτών. Μέχρι τώρα έχουν καταγραφεί συνολικά 1088 taxa (είδη και υποείδη): από τους Φοίτο & Damboldt (1985) 1013 taxa, από Flora Hellenica (Strid & Tan 1997, 2002) 45 taxa, από Ευθυμιάτου Κατσούνη (2006) 17 taxa, από τους Vladimirov et al. 9 taxa και ακόμη 4 taxa από άλλες αναφορές (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Ο αριθμός αυτός, προβλέπεται ότι θα αυξηθεί μελλοντικά με δεδομένα νεότερων ερευνών. 3. Ενδημισμός της Κεφαλονιάς Το φαινόμενο του ενδημισμού σχετίζεται με την εξελικτική πορεία της χλωρίδας κατά τη διάρκεια των γεωλογικών μεταβολών, που έγιναν εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Ειδικότερα, όσον αφορά στη χώρα μας, ο παλαιογεωγραφικός διαμελισμός της Αιγαιίδος, που κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου, πριν από 5 εκ. χρόνια, άρχισε να διαμορφώνει σταδιακά τον ελλαδικό χώρο, τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, είχε ως αποτέλεσμα την απομόνωση ειδών χλωρίδας και πανίδας στις περιοχές, που αποκόπηκαν από την ανατολική στεριά. Το γεγονός αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση του ενδημισμού, που αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της βιοποικιλότητας. Τα νησιά του Ιονίου λόγω του ότι αποκόπηκαν από την ηπειρωτική Ελλάδα σχετικά πρόσφατα, όπως ήδη αναφέραμε, γενικά δεν έχουν πλούσια ενδημική χλωρίδα σε σύγκριση με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, που αποκόπηκαν από την ηπειρωτική Ελλάδα πολύ ενωρίτερα Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία η ενδημική χλωρίδα των Ιονίων αριθμεί 26 taxa (19 είδη και 7 υποείδη), τα οποία υπάγονται σε 7 οικογένειες Δικότυλων και 3 οικογένειες Μονοκότυλων φυτών. Από αυτά τα 12 είναι αποκλειστικά ενδημικά και φύονται μόνο σε ένα νησί (Πιν. 10). Από τα 26 ενδημικά του Ιονίου 17 φύονται στην Κεφαλονιά και 6 στην Ιθάκη. Η κατανομή

203 184 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ τους ανά νησί δίνεται στον πίνακα 11. H πιο αξιόλογη παρουσία είναι του γένους Limonium της οικογένειας Plumbaginaceae, η οποία αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της Αδριατικοϊόνιας περιοχής (Αρτελάρη 1984). Συναντώνται συνολικά 10 είδη του γένους αυτού, εκ των οποίων τα 8 είναι ενδημικά (ποσοστό ~32%) των Ιονίων Νήσων (Πίν. 11). Η Κεφαλονιά, το μεγαλύτερο σε έκταση νησί από τα Ιόνια, με τον Εθνικό Δρυμό του Αίνου (1628 m), την ορεινή φυσιογνωμία και τις μικρές ενδιάμεσες κοιλάδες, διαθέτει, όπως προαναφέραμε, τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα από τα άλλα νησιά του Ιονίου, ιδιαίτερα στον τομέα της χλωρίδας. Είναι το μοναδικό νησί με δάσος Abies cephalonica. Οι απότομες και βραχώδεις ακτές, οι βαθιοί κολπίσκοι, οι υγρές ρεματιές, οι άξονες των οροσειρών και οι διευθύνσεις των ανέμων σε συνδυασμό με το εδαφικό ανάγλυφο επιτρέπουν την ύπαρξη περισσότερων μικροκλιμάτων και την κατά τόπους ανάπτυξη μικρών φυτοκοινωνιών με ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Πίνακας 10. Αποκλειστικά ενδημικά, τα οποία εντοπίζονται σε ένα μόνο από τα νησιά του Ιονίου. α/α Taxon Ajuga orientalis L. subsp. aenesia (Heldr.) Οικογένεια Νησί 1 Phitos & Damboldt Lamiaceae Κεφαλονιά 2 Arenaria leucadia Phitos & Strid Caryophyllaceae Λευκάδα Asperula naufraga 3 Ehrend. & W. Gutermann Rubiaceae Ζάκυνθος 4 Limonium arcuatum Artelari Plumbaginaceae Κέρκυρα 5 Limonium cephalonicum Artelari Plumbaginaceae Κεφαλονιά 6 Limonium zacynthium Artelari Plumbaginaceae Ζάκυνθος 7 Limonium phitosianum Artelari Plumbaginaceae Ζάκυνθος 8 Micromeria browiczii Ziel. & Kit Tan Lamiaceae Ζάκυνθος 9 Narcissus corcyrensis (Herbert) Nyman Amaryllidaceae Κέρκυρα 10 Saponaria aenesia Heldr. Caryophyllaceae Κεφαλονιά 11 Silene cephallenia Heldr.subsp. cephallenia Caryophyllaceae Κεφαλονιά 12 Viola cephalonica Bornm. Violaceae Κεφαλονιά Αξίζει να αναφερθεί ότι στον Εθνικό Δρυμό Αίνου φύονται 36 ελληνικά ενδημικά όλων των ανωτέρω κατηγοριών (ποσοστό 60%) από τα 61 ενδημικά taxa, που συναντώνται στην Κεφαλονιά. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στον συνδυασμό του νησιωτικού και ορεινού χαρακτήρα της. Πολλά από τα ενδημικά taxa ανεξαρτήτως κατηγορίας βρέθηκαν και περιγράφηκαν για πρώτη φορά από την Κεφαλονιά και τον Αίνο, γεγονός που μαρτυρείται και από την ονοματολογία των ειδών, όπως: Astragalus sempervirens, subsp. cephalonicus, Viola cephalonica, Erysimum cephalonicum, Campanula garganica subsp. cephallenica, Poa cephalonica κ.ά. (Καραγιάννη 2010). Στους πίνακες 11, 12, που ακολουθούν αναφέρονται α) τα ενδημικά είδη και υποείδη, που υπάρχουν σε κάθε νησί του Ιονίου, και β) τα ενδημικά είδη και υποείδη της Ελλάδας και των Ιονίων Νήσων, που συναντώνται στην Κεφαλονιά.

204 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 185 Πίνακας 11. Κατανομή των ενδημικών taxa των Ιονίων Νήσων ανά νησί. Ι Ο Ν Ι Α Ν Η Σ Ι Α Α- α/α ΜΟΝΟΚΟΤΥΛΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΖΑΚ ΚΕΦ ΙΘΑΚ ΛΕΥΚ ΚΕΡ ΠΑΞ ΠΑΞ ΟΞEΙΑ 1 Allium ionicum Tzanoud. & Brullo Liliaceae X X X X 2 Narcissus corcyrensis (Herbert) Nyman Amaryllidaceae X Ophrys sphegodes Miller subsp. cephalonica 3 B. & H. Baumann Orchidaceae X X α/α ΔΙΚΟΤΥΛΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΖΑΚ ΚΕΦ ΙΘΑΚ ΛΕΥΚ ΚΕΡ Ajuga orientalis L. subsp. aenesia (Heldr.) 4 Phitos & Damboldt Lamiaceae X 5 Arenaria leucadia Phitos & Strid Caryophyllaceae X 6 Asperula naufraga Ehrend. & W. Gutermann Rubiaceae X Campanula garganica Ten. subsp. cephallenia 7 (Feer) Hayek Campanulaceae X X X X Α- ΠΑΞ ΠΑΞ ΟΞEΙΑ 8 Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. Compositae X X 9 Centaurea paxorum Phitos & Georgiadis Compositae X X 10 Cerastium illyricum Ard. subsp. illyricum Caryophyllaceae X X X 11 Galium mixtum Krendl Rubiaceae X X X X 12 Limonium arcuatum Artelari Plumbaginaceae X 13 Limonium antipaxorum Artelari Plumbaginaceae X X 14 Limonium cephalonicum Artelari Plumbaginaceae X 15 Limonium damboldtianum Phitos & Artelari Plumbaginaceae X X 16 Limonium ithacense Artelari Plumbaginaceae X X 17 Limonium phitosianum Artelari Plumbaginaceae X

205 186 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Πίνακας 11 (συνέχεια). Κατανομή των ενδημικών taxa των Ιονίων Νήσων ανά νησί. Ι Ο Ν Ι Α Ν Η Σ Ι Α Α- α/α ΔΙΚΟΤΥΛΑ (συνέχεια) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΖΑΚ ΚΕΦ ΙΘΑΚ ΛΕΥΚ ΚΕΡ ΠΑΞ ΠΑΞ ΟΞEΙΑ 18 Limonium saracinatum Artelari Plumbaginaceae X X X 19 Limonium zacynthium Artelari Plumbaginaceae X Mentha pulegium L. subsp. cephalonica 20 (H. Braun) Kokkini Lamiaceae X X X 21 Micromeria browiczii Ziel. & Kit Tan Lamiaceae X 22 Saponaria aenesia Heldr. Caryophyllaceae X 23 Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia Caryophyllaceae X 24 Stachys ionica Halàcsy Lamiaceae X X X X X 25 Thymus holosericeus Celak. Lamiaceae X X 26 Viola cephalonica Bornm. Violaceae X

206 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 187 Πίνακας 12. Ελληνικά ενδημικά taxa και ενδημικά των Ιονίων Νήσων, που εντοπίστηκαν στην Κεφαλονιά. ΜΟΝΟΚΟΤΥΛΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΝΔΗΜΙΚΟ 1 Allium callimischon Link subsp. callimischon Liliaceae Ελληνικό 2 Allium ionicum Tzanoud. & Brullo Liliaceae Ιονίων 3 Bellevalia hyacinthoides (Bertol.) K. Persson & Wendelbo Liliaceae Ελληνικό 4 Colchicum parlatoris Orph. Liliaceae Ελληνικό 5 Colchicum sfikasianum Kit Tan & Iatrou Liliaceae Ελληνικό 6 Crocus boryi Gay subsp. boryi Iridaceae Ελληνικό 7 Crocus hadriaticus Herbert subsp. hadriaticus Iridaceae Ελληνικό 8 Fritillaria mutabilis Kamari Liliaceae Ελληνικό 9 Ophrys cephalonica (B. & H. Baumann) J. Devillers Terschuren & P. Devillers Orchidaceae Ιονίων 10 Ophrys gottfriediana Renz Orchidaceae Ιονίων 11 Poa cephalonica H. Scholz Poaceae Ελληνικό 12 Scilla subnivalis (Hal.) Speta Liliaceae Ελληνικό ΔΙΚΟΤΥΛΑ 13 Abies cephalonica J.W. Loudon Pinaceae Ελληνικό 14 Ajuga orientalis L. subsp. aenesia (Heldr.) Phitos & Damboldt Lamiaceae Κεφαλονιάς 15 Anchusella variegata (L.) Lehm. Boraginaceae Ελληνικό 16 Arenaria guicciardii Heldr. ex Boiss. Caryophyllaceae Ελληνικό Astragalus sempervirens Lam. subsp. cephalonicus (C. Presl) Asch. & Graebner Fabaceae Ελληνικό Biarum tenuifolium (L.) subsp. abbreviatum (Schott) Boyce Araceae Ελληνικό Campanula garganica Ten. subsp. cephallenica (Feer) Hayek Campanulaceae Ιονίων Centaurea spruneri Boiss. & Heldr. subsp. guicciardii (Boiss.) Hayek Compositae Ελληνικό Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Matthäs Compositae Ιονίων Ελληνικά ενδημικά Ενδημικά Ιονίων Νήσων Αποκλειστικά ενδημικά της νήσου

207 188 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Πίνακας 12 (συνέχεια). Ελληνικά ενδημικά taxa και ενδημικά των Ιονίων Νήσων, που εντοπίστηκαν στην Κεφαλονιά. ΔΙΚΟΤΥΛΑ (συνέχεια) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΝΔΗΜΙΚΟ 22 Cerastium candidissimum Correns Caryophyllaceae Ελληνικό 23 Cerastium illyricum Ard. subsp. brachiatum (Lonsing) Jalas Caryophyllaceae Ελληνικό 24 Cerastium illyricum Ard. subsp. illyricum Caryophyllaceae Ιονίων 25 Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. & Prantl subsp. minor (Cuf.) Greuter Scrophulariaceae Ελληνικό 26 Delphinium hellenicum Pawl. Ranunculaceae Ελληνικό 27 Dianthus fruticosus L. subsp. occidentalis Runem. Caryophyllaceae Ελληνικό 28 Erysimum cephalonicum Polatschek Brassicaceae Ελληνικό 29 Galium circae Krendl Rubiaceae Ελληνικό 30 Galium mixtum Krendl Rubiaceae Ιονίων 31 Galium peloponnesiacum Ehrend. & Krendl Rubiaceae Ελληνικό 32 Geocaryum peloponesiacum Engstrand Apiaceae Ελληνικό 33 Heliotropium halacsyi Riedl Boraginaceae Ελληνικό 34 Heptaptera colladonioides Margot & Reuter Apiaceae Ελληνικό 35 Leontodon graecus Boiss. & Heldr. in Boiss. Compositae Ελληνικό 36 Limonium brevipetiolatum Artelari & Erben Plumbaginaceae Ελληνικό 37 Limonium cephalonicum Artelari Plumbaginaceae Κεφαλονιάς 38 Limonium damboldtianum Phitos & Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 39 Limonium ithacense Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 40 Limonium saracinatum Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 41 Melilotus graecus (Boiss. & Spruner) Lassen Fabaceae Ελληνικό Mentha pulegium L. subsp. cephalonica (H. Braun) Kokkini Lamiaceae Ιονίων Paronychia albanica Chaudhri subsp. graeca Chaudhri Caryophyllaceae Ελληνικό Petrorhagia fasciculata (Margot & Reuter) P.W. Ball & Heywood Caryophyllaceae Ελληνικό Petrorhagia graminea (Sm.) P.W. Ball & Heywood Caryophyllaceae Ελληνικό Ελληνικά ενδημικά Ενδημικά Ιονίων Νήσων Αποκλειστικά ενδημικά της νήσου

208 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 189 Πίνακας 12 (συνέχεια). Ελληνικά ενδημικά taxa και ενδημικά των Ιονίων Νήσων, που εντοπίστηκαν στην Κεφαλονιά. ΔΙΚΟΤΥΛΑ (συνέχεια) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΝΔΗΜΙΚΟ 46 Saponaria aenesia Heldr. Caryophyllaceae Κεφαλονιάς 47 Scaligeria moreana Engstrand Apiaceae Ελληνικό 48 Scorzonera crocifolia Sm. Compositae Ελληνικό 49 Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet Lamiaceae Ελληνικό 50 Sedum eriocarpum Sm. subsp. epiroticum (Bald.) 't Hart Crassulaceae Ελληνικό 51 Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia Caryophyllaceae Κεφαλονιάς 52 Silene ionica Halàcsy Caryophyllaceae Ελληνικό 53 Stachys ionica Halàcsy Lamiaceae Ιονίων 54 Stachys parolinii Vis. Lamiaceae Ελληνικό 55 Teucrium halacsyanum Heldr. Lamiaceae Ελληνικό 56 Thymus holosericeus Čelak. Lamiaceae Ιονίων 57 Veronica chamaedrys L. subsp. chamaedryoides (Bory & Chaub.) M.A. Fischer Scrophulariaceae Ελληνικό 58 Veronica glauca Sibth.& Sm. subsp. peloponnesiaca (Boiss. & Orph.) Maire & Petitm. Scrophulariaceae Ελληνικό 59 Veronica sartoriana Boiss. & Heldr. Scrophulariaceae Ελληνικό 60 Viola cephalonica Bornm. Violaceae Κεφαλονιάς 61 Viola phitosiana Erben Violaceae Ελληνικό Ελληνικά ενδημικά Ενδημικά Ιονίων Νήσων Αποκλειστικά ενδημικά της νήσου Όσον αφορά στην τρίτη κατηγορία, των αποκλειστικών ενδημικών της Κεφαλονιάς, οι Φοίτος & Damboldt (1985) αναφέρουν 8 αποκλειστικά ενδημικά taxa. Η νεότερη έρευνα εντόπισε 3 από αυτά και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας περιορίζοντας έτσι τον αριθμό των αποκλειστικών ενδημικών από 8 στα εξής 5: 1. Ajuga orientalis subsp. aenesia (Heldr.) Phitos & Damboldt (Εικ. 93). Γνωστή από πολλές θέσεις στην οροσειρά Αίνου και Ρουδίου πρόσφατα έχει βρεθεί και σε άλλες ορεινές περιοχές. Είναι πολύ πιθανό το υποείδος αυτό να έχει μία ευρύτερη γεωγραφική εξάπλωση, ίσως και πέραν της Ελλάδας. Μέχρι στιγμής όμως δεν υπάρχει σχετική αναφορά. 2. Limonium cephalonicum Artelari. Φύεται σε βραχώδεις παραθαλάσσιες θέσεις, κυρίως του δυτικού τμήματος του νησιού.

209 190 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 3. Saponaria aenesia Heldr. Αναγνωρίστηκε ως ενδημικό είδος του όρους Αίνος. Εμφανίζεται κυρίως σε πετρώδεις θέσεις μεταξύ m κατά μικρές συστάδες (Εικ. 94 α). Η έρευνά μας το κατέγραψε και σε άλλες οροσειρές της Κεφαλονιάς (Κατσούνη κ.ά. 2009). 4. Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia (Eικ. 94 β, γ). Το υποείδος φύεται αποκλειστικά στους ασβεστολιθικούς κατακόρυφους βράχους στο φαράγγι Στενό του Πόρου σε έναν εντελώς περιορισμένο πληθυσμό. 5. Viola cephalonica Bornm. Εμφανίζεται σε υψόμετρο m (Εικ. 95). Φύεται στις σχισμές των ασβεστολιθικών βράχων, καθώς και σε πετρώδεις θέσεις. Λεπτομερείς πληροφορίες γι αυτό το είδος αναφέρονται στη διεξοδική εργασία του Erben (1985). Το είδος κινδυνεύει άμεσα από την παράνομη βόσκηση και τις εγκαταστάσεις κεραιών των Μ.Μ.Ε. Στα τρία τελευταία φυτά θα επανέλθουμε στην ενότητα 5 του παρόντος κεφαλαίου «Σπάνια και κινδυνεύοντα είδη». Σχετικά με τα taxa Poa cephalonica H. Scholz, Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet και Limonium dambodtianum Artelari & Phitos, που είχαν καταγραφεί ως αποκλειστικά ενδημικά, τα μεν πρώτο και δεύτερο ταξινομούνται πλέον μεταξύ των ελληνικών ενδημικών, γιατί η P. cephalonica βρέθηκε στην Κέρκυρα και στην περιοχή Ιωαννίνων, η Scutellaria rupestris subsp. cephalonicα βρέθηκε επίσης στο όρος Μπούμιστος της Αιτωλοακαρνανίας, το δε Limonium damboldtianum εντάσσεται πλέον στα ενδημικά του Ιονίου, γιατί βρέθηκε και στη Λευκάδα (Tρίγκου 2006). Εικ. 93. Ajuga orientalis subsp. aenesia, αποκλειστικό ενδημικό της Κεφ/νιάς από τον Αίνο.

210 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 191 α β γ Εικ. 94. α) Άτομο Saponaria aenesia, αποκλειστικό ενδημικό της Κεφαλονιάς. β) Άτομο Silene cephallenia subsp. cephallenia, αποκλειστικό στενότοπο ενδημικό της Κεφαλονιάς από το φαράγγι του Πόρου, ολόκληρο το φυτό και γ) λεπτομέρεια του άνθους (Φωτ. Η. Πολέμης).

211 192 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ β Εικ. 95. Viola cephalonica στενότοπο ενδημικό της Κεφαλονιάς από τον Εθνικό Δρυμό Αίνου. Ο πληθυσμός εμφανίζει χρωματική ποικιλία στα άνθη. Ιδιαίτερης σημασίας όχι μόνο για τη βιοποικιλότητα της Κεφαλονιάς, αλλά και για την ποικιλότητα της ελληνικής χλωρίδας είναι η παρουσία του ελληνικού ενδημικού είδους στο νησί Abies cephalonica (κεφαλληνιακή Ελάτη) (Εικ. 96,

212 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς ). Η ονομασία Abies cephalonica οφείλεται στον Loudon, που έκανε την πρώτη επιστημονική περιγραφή της το 1838 και την ταξινόμησε ως ξεχωριστό είδος. Tης έδωσε το όνομα του νησιού, επειδή πρωτοανακαλύφθηκε στον Αίνο (locus classicus). Εικ. 96. Συστάδα κεφαλληνιακής Ελάτης στο βραχώδες έδαφος του Αίνου.

213 194 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ. 97. Κλαδίσκος κεφαλληνιακής Ελάτης με ώριμους ρητινοφόρους κώνους. Στην Κεφαλονιά η εξάπλωση της κεφαλληνιακής Ελάτης περιορίζεται μόνο στον Αίνο και στο Ρούδι. Η γεωγραφική της εξάπλωση στην υπόλοιπη Ελλάδα περιλαμβάνει ολόκληρη την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια, τη Θεσσαλία και την Ήπειρο (Εικ. 98). Οι αρχαιότερες πηγές, που μας πληροφορούν σε ποια βουνά και ποιας έκτασης ήταν το ελατόδασος, προέρχονται από τον 15 ο αι. και μετά. Παραμένει άγνωστο εάν πριν από την εποχή αυτή υπήρχε η Ελάτη και σε άλλα βουνά. Δεν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε, αλλά ούτε και να αποκλείσουμε την πιθανότητα ότι η Ελάτη κατά το παρελθόν θα ήταν εξαπλωμένη και στις συνεχόμενες οροσειρές του Ρουδίου προς τα ΒΔ, οι οποίες διαθέτουν ικανό υψόμετρο, δηλαδή στο Στρογγυλό Βουνό (843 m) και στο Μανολάτι (1000 m), τα οποία όμως σήμερα είναι σχεδόν απογυμνωμένα από βλάστηση. Στην υπόθεση αυτή οδηγούμαστε από το όνομα του όρους Μανολάτι, επέκταση του Ρουδίου προς τα ΒΔ, το οποίο κατά τη μαρτυρία του κατοίκου Διλινάτων κ. Π. Κουνάδη προέρχεται από το Μόνη Ελάτη (Μονολάτη> Μανολάτι). Πιθανότατα απηχεί αρχαία μνήμη ύπαρξης συστάδας Ελάτης, από την οποία απέμεινε ένα μόνο δέντρο. Εάν όμως δεχθούμε, έστω και υποθετικά, ότι στο παρελθόν υπήρχε ελατόδασος και στις συνεχόμενες αυτές οροσειρές, τότε η σημερινή εικόνα τους, όπως και των συρρικνωμένων δασών του Αίνου και του Ρουδίου απηχεί την πιο καταστρεπτική παρέμβαση του ανθρώπου στην Κεφαλονιά δια μέσου των αιώνων. Το δάσος του Αίνου αποτελείται αποκλειστικά από κεφαλληνιακή Ελάτη, ενώ του Ρουδίου είναι μικτό και από άλλα δασικά δέντρα. Λόγω της νησιωτικής απομόνωσης, το είδος διατηρήθηκε καθαρό, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα, κυρίως

214 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 195 στη βόρεια, λόγω της συνύπαρξης με άλλα είδη Abies έχει υποστεί υβριδισμό. Τη συναντάμε από το υψόμετρο των 550 m και άνω. Είναι πολύ ανθεκτική σε δυσμενείς συνθήκες (φτωχά εδάφη, ξηρασία). Το ξύλο της, κατάλληλο για ναυπηγική, αλλά και για κατασκευή μουσικών οργάνων το εκμεταλλεύτηκαν υπερβολικά οι Ενετοί σε βάρος του δάσους. Ο καρπός της (κώνος) απεικονίζεται σε νομίσματα του 400 π.χ. της πόλης-κράτους των Πρόννων, ενός από τα τέσσερα ανεξάρτητα κράτη της Κεφαλληνιακής Τετράπολης (βλ. κεφ.v και VΙΙΙ 1δ και 2). Σε καμιάς άλλης πόλης νόμισμα δεν υπάρχει παρόμοια απεικόνιση (Ποστόλακας 1868, Partsch 1892). Αυτό αποδεικνύει τη σημασία, που απέδιδαν οι κάτοικοι στο έλατο του Αίνου και στον τιμώμενο πάνω σε αυτόν θεό. Από την πυκνότητα του δάσους και το βαθύ πράσινο χρώμα του o Στράβων ονόμασε την Κεφαλονιά μέλαινα. Ο Παλμέριος το επίθετο σκιάρα, που της αποδίδει ο Ησύχιος, το διορθώνει σε σκιερά, δηλαδή μαύρη νήσο, δασωμένη (στον Λοβέρδο 1888). Στην ύπαρξη του ελατοδάσους οφείλεται και η ονομασία «Μαύρο βουνό» (Monte Nero), που έδωσαν οι Ενετοί στον Αίνο.

215 196 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ. 98. Αριστερά: Η εξάπλωση της Abies cephalonica στον Εθνικό Δρυμό Αίνου. Η κόκκινη γραμμή δηλώνει τα όρια του Εθνικού Δρυμού. Δεξιά: Εξάπλωση της Abies cephalonica στην Ελλάδα. Εκτός της Κεντρικής ηπειρωτικής, Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου εξαπλώνεται στο Άγ. Όρος και στη νήσο Εύβοια (Χάρτης στους Strid & Tan Επεξεργασία Μ. Ξανθάκης).

216 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς Αλλόχθονα είδη της χλωρίδας Στα προηγούμενα κεφάλαια περιγράφονται με αδρό τρόπο οι αλλοιώσεις του φυσικού τοπίου στην Κεφαλονιά από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις και μόνον υπαινικτικά αναφέρονται οι συνέπειες αυτών των αλλοιώσεων στη σύνθεση της χλωρίδας και βλάστησης του νησιού. Αλλά ο ρόλος του ανθρώπου ως μεταφορέα διασπόρων με άμεσο ή έμμεσο τρόπο και, ως εκ τούτου, η εισαγωγή ξενικών ειδών στην Κεφαλονιά πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα. Σε αυτό το κεφάλαιο θα εξετάσουμε ακριβώς αυτά τα είδη, των οποίων η παρουσία σε έναν τόπο δεν είναι πρωταρχική, αλλά εισέρχονται εκ των υστέρων στις αυτόχθονες φυτοκοινωνίες (αλλόχθονα ή ξενικά aliens) αλλοιώνοντας τη σύνθεσή τους. Η παρουσία των αλλόχθονων ειδών σε έναν ορισμένο τόπο είναι, όχι αποκλειστικά, αλλά επί το πλείστον ανθρωπογενής. Η σχέση μεταξύ ανθρώπου και φυτών αποτέλεσε ένα σπουδαίο μέρος της φυτογεωγραφικής έρευνας ήδη από τα μέσα του 19 ου αιώνα (de Candolle 1855). Από τότε η ορολογία η σχετική με την άμεση ή έμμεση μετανάστευση και εγκατάσταση των φυτών σε νέους τόπους έχει χαρακτηρισθεί από τον Jalas (1955) ως «εννοιολογικό χάος». Δυστυχώς μέχρι και σήμερα εμφανίζονται νέοι όροι σχετικά με το εν λόγω θέμα, χωρίς να θεραπεύουν ουσιαστικά το χάος αυτό. Στο παρόν κεφάλαιο θα χρησιμοποιήσουμε τρεις-τέσσερις όρους, που είναι περισσότερο αποδεκτοί κατά τη γνώμη μας. Εξ άλλου για την παρουσία των αλλόχθονων φυτών στον ελλαδικό χώρο θα βασισθούμε, εκτός των άλλων, στην πιο πρόσφατη μελέτη πάνω σε αυτό το θέμα των Arianoutsou & al. (2010). Δύο μεγάλες κατηγορίες φυτικών ειδών συνιστούν τις χλωρίδες των διαφόρων περιοχών: α) Είναι τα αυτόχθονα είδη, των οποίων η παρουσία σε μια ορισμένη περιοχή είναι πρωταρχική, δηλαδή υπήρχαν ανέκαθεν ως γηγενή, και β) τα αλλόχθονα, όπως χαρακτηρίζονται ανωτέρω. Η διάκριση αυτή, δεν έχει μόνο θεωρητική, αλλά και πρακτική αξία, αφού είναι συνυφασμένη με τη διαχείριση της βλάστησης των διαφόρων περιοχών, την αντιμετώπιση γεωργικών προβλημάτων, την προστασία ορισμένων φυτικών ειδών κ.λπ. Για τα αλλόχθονα είδη, των οποίων η παρουσία σε έναν τόπο οφείλεται στη σύμπραξη του ανθρώπου, θα χρησιμοποιήσουμε εδώ τον όρο ανθρωπόφυτα (Thellung 1922, Φοίτος & Καμάρη 2009). Τα ανθρωπόφυτα τα διακρίνουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα αρχαιόφυτα και τα νεόφυτα. Ως αρχαιόφυτα θεωρούμε τα είδη, που έφθασαν σε έναν τόπο μέχρι το 1500 μ.χ. και ως νεόφυτα, αυτά που έφθασαν μετά το 1500 μ.χ. Είναι φανερό ότι οι τόποι, που έχουν κατοικηθεί ήδη από τους προϊστορικούς αιώνες, έχουν χλωρίδες πλούσιες σε αρχαιόφυτα. Πολλά από αυτά, ίσως τα περισσότερα, έχουν ήδη εγκλιματισθεί και ενσωματωθεί στις αυτόχθονες φυτοκοινότητες έτσι, ώστε να είναι εξαιρετικά δύσκολο ή αδύνατο να διαχωριστούν από τα πραγματικά αυτόχθονα είδη. Η Κεφαλονιά ως νήσος χερσογενής ενωμένη κατά το βαθύ παρελθόν με την απέναντι ηπειρωτική χώρα υπήρξε κατοικία του Νεάντερταλ πριν από 100 ίσως και χρόνια, κατά τη διάρκεια της Παλαιολιθικής εποχής (βλ. κεφ. ΙΙ, 1). Η συνεχής και αδιάλειπτη ανθρώπινη παρουσία από την εποχή του λίθου μέχρι σήμερα έχει πιστοποιηθεί από το πλήθος των λίθινων εργαλείων, που είναι εγκατεσπαρμένα σε όλη την επιφάνεια του νησιού, από τη σπηλαιολογική έρευνα, τα ανασκαφικά δεδομένα, τα ταφικά μνημεία και γενικά από ό,τι άφησε πίσω του

217 198 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ο άνθρωπος στο πέρασμά του από το νησί κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αναμένουμε λοιπόν ότι οι δραστηριότητες, που σχετίζονταν με την επιβίωση και τη διατροφή του, η τάση για ευρύτερη ανθρώπινη επαφή πέρα από το νησί λόγω της έμφυτης κοινωνικότητάς του και η περιέργειά του ως νοήμονος όντος υπήρξαν οι αιτίες, που τον ώθησαν να εισαγάγει γρήγορα νέα φυτικά και ζωικά είδη και να υιοθετήσει πιο αποδοτικές πρακτικές για την εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος ως γεωργός και ως κτηνοτρόφος. Η σπηλαιολογική έρευνα στο σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο (Χατζιώτη & Στρατούλη 2000, Στρατούλη 2007, Σαρπάκη 2010, Ntinou & Stratouli 2011) αποδεικνύει μεν τις γεωργικές γνώσεις των νεολιθικών κατοίκων για την καλλιέργεια των σιτηρών και τις εμπορικές τους σχέσεις με τον κόσμο του Αιγαίου, δείχνει όμως και την αναπόφευκτη μεταφορά διασπόρων. Πολύ αργότερα οι προηγμένοι πολιτισμοί των λαών της Μεσογείου, Αιγαίοι και Κρήτες, Έλληνες, αλλά και Ρωμαίοι και Βυζαντινοί μέσα από τον συνεκτικό ιστό της κρατικής διοίκησης και της κυριαρχίας τους στη Μεσόγειο μετέφεραν νέα φυτικά είδη, διέδωσαν γνώσεις και βελτίωσαν καλλιεργητικές πρακτικές. Έτσι π.χ. εμφανίστηκε η καλλιέργεια της ελιάς, της αμπέλου, του λιναριού κ.λπ. Παράδειγμα εισαγωγής αλλόχθονων ειδών από την αρχαιότητα αποτελεί η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών, που κάλυψε όχι μόνον τη Μ. Ασία, αλλά επεκτάθηκε σε Συρία, Φοινίκη, Παλαιστίνη, Αίγυπτο μέχρι την Ινδική ( π.χ.). Η εκστρατεία είχε και επιστημονικό, εξερευνητικό χαρακτήρα, γιατί ο Αλέξανδρος, μαθητής του Αριστοτέλη, ενδιαφερόταν για τα άγνωστα στους Έλληνες φυτικά είδη, που συναντούσαν στις νέες χώρες. Λόγω της μεγάλης επιστημονικής σημασίας της, χαρακτηρίστηκε ως «ένοπλη εξερεύνηση». Ο ελλαδικός χώρος υπήρξε ανέκαθεν η γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μέσω της οποίας μεταφερόταν κάθε καινούριο προϊόν. Οι Σταυροφορίες επίσης αποτελούν άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, γιατί οι Σταυροφόροι μετέφεραν πολλά φυτά από την Ανατολή στην Ευρώπη. Εκείνο όμως, που επηρέασε σημαντικά την ευρωπαϊκή χλωρίδα και κατ επέκταση και την ελληνική, ήταν η ανακάλυψη της Αμερικής τον 15 ο μ.χ. αι. Από τη νέα ήπειρο με την ανθρώπινη παρέμβαση μεταφέρθηκαν πολλά νέα φυτά, που εγκαταστάθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο και βέβαια στη χώρα μας. Πολλά από αυτά εισάχθηκαν, για να καλύψουν τις διατροφικές ανάγκες του ανθρώπου, όπως π.χ. η ντομάτα, τα φασόλια και η πατάτα. Άλλα μεταφέρθηκαν λόγω των χρήσιμων ιδιοτήτων τους, όπως π.χ.: α) η Opuntia ficus indica, γνωστή στην Κεφαλονιά ως μπαρμποσυκιά ή μπαρμπαροσυκιά (Heldreich 1925), χρήσιμη ως φράκτης και λόγω των εδώδιμων καρπών και β) η Agave americana (κν. αθάνατος) χρήσιμη επίσης ως φράκτης και για την κατασκευή ινών και σχοινιών (βλ. κεφ Χ, 1). Τέλος άλλα φυτά ήλθαν «λαθραία» μέσω διασπόρων (Εικ. 99, 100). Σύμφωνα με την πρόσφατη δημοσίευση των Arianoutsou & al. (2010) η ξενική χλωρίδα της Ελλάδας περιλαμβάνει 343 taxa. Aπό αυτά τα 294 (85,7%) χαρακτηρίζονται ως νεόφυτα και τα υπόλοιπα 49 (14,3%) ως αρχαιόφυτα. Από τα νεόφυτα 122 taxa (41,5%) θεωρούνται ως εγκλιματισθέντα και 77 (26,2%) χαρακτηρίζονται ως τυχαία. Υπάρχει επί πλέον ένα σχετικά υψηλό ποσοστό 32% (95 taxa), των οποίων η κατάσταση εγκλιματισμού είναι άγνωστη.

218 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 199 α β Εικ. 99. α) Opuntia vulgaris. Φύεται κυρίως κατά μήκος της ανατολική παραλιακής ζώνης του Κόλπου Αργοστολίου. Οι καρποί της δεν είναι εδώδιμοι. β) Opuntia ficus indica με εδώδιμους καρπούς ως φράχτης ιδιοκτησίας στην είσοδο του χωριού Βαλεριάνο.

219 200 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ α Εικ α) Η Agave αmericana με ανθοφόρο στέλεχος στην ακτή Φανάρι του Αργοστολίου. β) Χειροτέχνημα από τις ίνες των φύλλων της Agave με φόντο φύλλα του φυτού, έργο του Χαροκοπείου Εργαστηρίου Κεφαλονιάς (Φωτ. Χαροκοπείου Εργαστηρίου). β

220 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 201 Μία ανάλογη έρευνα διενεργήσαμε και στην Κεφαλονιά. Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς, ενός νησιού, που κατοικείται από την εποχή του λίθου, όπως ήδη αναφέραμε στο κεφάλαιο ΙΙ, είναι αναμενόμενο να χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο αριθμό αλλόχθονων ειδών. Παραθέτουμε κατωτέρω τον πίνακα 13 με τα ευρήματά μας, τα οποία βασίζονται: α) στο έργο «Η χλωρίδα της νήσου Κεφαλληνίας» (Φοίτος & Damboldt 1985), β) στις εν τω μεταξύ παρατηρήσεις του πρώτου συγγραφέα και γ) στις διάφορες δημοσιεύσεις, τις αναφερόμενες στη χλωρίδα του νησιού. Στον πίνακα 13 δεν περιλαμβάνουμε τα καλλιεργούμενα οπωροφόρα είδη, ως επί το πλείστον δενδρώδη, τα οποία κατά κανόνα δεν ξεφεύγουν από τις καλλιέργειές τους και για τα οποία δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες ότι απαντώνται αυτοφυόμενα στο νησί. Π.χ. η οικ. Rosaceae, στην οποία ανήκουν τα περισσότερα καλλιεργούμενα είδη (αχλαδιά, βερικοκιά, δαμασκηνιά, κερασιά κ.λπ.) δεν περιλαμβάνεται στον παρόντα κατάλογο. Ας σημειωθεί ότι στην ομηρική εποχή υπήρχαν στον ελλαδικό χώρο και στην επικράτεια του Οδυσσέα οπωρώνες, στους οποίους καλλιεργούνταν οπωροφόρα είδη (ω ). Αναφέρονται αχλαδιές, μηλιές και συκιές: «Ὄγχνας (αχλαδιές) μοι δῶκας τρισκαίδεκα καὶ δέκα μηλέας, / συκέας, τεσσαράκοντα» (βλ. κεφ. VII) Στον πίνακα 13 περιλαμβάνονται τα αλλόχθονα είδη της χλωρίδας της Κεφαλονιάς, τα οποία διακρίνονται σε αρχαιόφυτα και νεόφυτα, παρ όλο που διάφοροι συγγραφείς (π.χ. Greuter et al ) την κατηγορία των αρχαιοφύτων την εντάσσουν στα αυτόχθονα είδη. Εξ άλλου πρέπει και πάλι να σημειώσουμε ότι δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τα καλλιεργούμενα είδη, αν δεν συναντώνται στο νησί και ως αυτοφυόμενα. Θεωρούνται χρήσιμες μερικές ποσοτικές παρατηρήσεις για τα αλλόχθονα είδη του νησιού, μολονότι οι αντίστοιχοι αριθμοί δεν μπορούν να θεωρηθούν ούτε οριστικοί ούτε αμετάβλητοι. Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα ευρήματα, τα αλλόχθονα είδη και υποείδη της Κεφαλονιάς ανέρχονται σε 53, από τα οποία τα 13 είναι αρχαιόφυτα και τα 40 νεόφυτα. Δηλαδή το 75,5% των αλλόχθονων είναι νεόφυτα και το 24,5% είναι αρχαιόφυτα. Αν λάβουμε υπ όψη ότι η χλωρίδα της Κεφαλονιάς περιλαμβάνει περί τα 1088 taxa (είδη και υποείδη) [(από τους Φοίτο & Damboldt (1985) 1013 taxa, από Flora Hellenica (Strid & Tan 1997, 2002) 45 taxa, από Ευθυμιάτου Κατσούνη (2006) 17 taxa και 4 άλλες αναφορές (στην Ευθυμιάτου Κατσούνη (2006) και από Vladimirov et al. (2009) 9 taxa], τότε το ποσοστό των αλλόχθονων επί του συνολικού αυτού αριθμού είναι περίπου 5%. Το αντίστοιχο ποσοστό των αλλόφυτων κατά Arianoutsou & al. (2010) επί του συνολικού αριθμού των taxa της ελληνικής χλωρίδας, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 6000 (είδη και υποείδη), είναι 5,72%. Όπως φαίνεται, τα ποσοστά των νεόφυτων και των αρχαιόφυτων επί του συνόλου των αλλόχθονων της Κεφαλονιάς και της Ελλάδας αντίστοιχα είναι σχεδόν παρόμοια. Ήτοι τα αλλόχθονα φυτά της Κεφαλονιάς είναι περίπου 5%. Όμως κάθε φυτογεωγραφική περιοχή του ελλαδικού χώρου χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα βιοκλιματικά στοιχεία και κυρίως έχει διαφορετική βιογεωγραφική θέση. Επομένως, είναι λογικό να αναμένουμε διαφορετικό ποσοστό αλλόχθονων φυτών. Π.χ. η Κεφαλονιά παρουσιάζει όλως ιδιαίτερο βιογεωγραφικό χαρακτήρα με περισσότερες ζώνες βλάστησης από τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου, αλλά και από πολλές άλλες νησιωτικές ή ηπειρωτικές φυτογεωγραφικές περιοχές της

221 202 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Ελλάδας. Γι αυτό πιστεύουμε ότι το ποσοστό των αλλόχθονων, που φαίνεται ότι αντιστοιχεί στην κεφαλληνιακή χλωρίδα, δεν εκφράζει την πραγματικότητα. Η λεπτομερής όμως μελέτη των αλλόχθονων φυτών του νησιού θα δείξει μεγαλύτερο ποσοστό των ειδών και υποειδών αυτής της κατηγορίας. Τέλος σημειώνουμε ότι για τον Narcissus papyraceus οι απόψεις κατά πόσον είναι αλλόχθων διίστανται. Προτιμούμε να μη τον συμπεριλάβουμε στον παρόντα κατάλογο. Πίνακας 13. Τα 53 αλλόχθονα είδη της χλωρίδας της Κεφαλονιάς (νέο = νεόφυτο, αρχ = αρχαιόφυτο). Taxon Οικογένεια Κατηγορία Τόπος προέλευσης Agave americana L. Agavaceae νεο Β. Αμερική Ailanthus altissima (Miller) Swingle Simaroubaceae νεο Α. Ασία Amaranthus albus L. Amaranthaceae νεο Β. Αμερική Amaranthus blitoides S. Watson Amaranthaceae νεο Β. Αμερική Amaranthus deflexus L. Amaranthaceae νεο Δ. Αμερική Amaranthus retroflexus L. Amaranthaceae νεο Β. Αμερική Amaranthus viridis L. Amaranthaceae νεο Ν. Αμερική Antirrhinum majus L. Scrophulariaceae αρχ Δ. Μεσόγειος Antirrhinum siculum Miller Scrophulariaceae νεο Ν. Αφρική Asclepias fruticosa L. Asclepiadaceae νεο Ν. Αμερική Atriplex hortensis L. Amaranthaceae αρχ Κ. Ασία Bassia scoparia (L.) A. J. Scott Chenopodiaceae νεο Κ. Ασία Capsicum annuum L. Solanaceae νεο Ν. Αμερική Chenopodium ambrosioides L. Chenopodiaceae νεο Νεοτροπικό Βασ. Chenopodium giganteum D. Don Chenopodiaceae νεο Παντροπικό Βασ. Coronopus didymus (L.) Sm. Cruciferae νεο Ν. Αμερική Cupressus sempervirens L. Cupressaceae αρχ Α. Μεσόγειος Datura stramonium L. Solanaceae νεο Κοσμοπολιτικό Erigeron bonariensis L. Compositae νεο Νεοτροπικό Βασ. Erigeron sumatrensis Retz. Compositae νεο Νεοτροπικό Βασ. Erysimum cheiri (L.) Crantz subsp. cheiri Cruciferae αρχ Μεσόγειος Hedysarum coronarium L. Leguminosae νεο Δ. Μεσόγειος Heliotropium curassavicum L. Boraginaceae νεο Νεοτροπικό

222 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 203 Βασ. Ipheion uniflorum (R. C. Graham) Rafin. Liliaceae νεο Ν. Αμερική Iris germanica L. Iridaceae αρχ άγνωστος Juglans regia L. Junglandaceae αρχ Ανατολία Lathyrus sativus L. Leguminosae αρχ άγνωστος Lavandula angustifolia Miller Labiatae νεο Δ. Μεσόγειος Linum usitatissimum L. Linaceae αρχ άγνωστος Medicago sativa L. Leguminosae αρχ Ιράκ-Ιράν Mirabilis jalapa L. Nyctaginaceae νεο Ν. Αμερική Nicotiana glauca R. C. Graham Solanaceae νεο Ν. Αμερική Opuntia ficus indica (L.) Miller Cactaceae νεο Νεοτροπικό Βασ. Opuntia vulgaris Miller Cactaceae νεο Β. Αμερική Ornithogalum arabicum L. Liliaceae νεο Ν. Μεσόγειος Oxalis pes-caprae L. Oxalidaceae νεο Ν. Αφρική Paspalum dilatatum Poir. Gramineae νεο. Ν. Αμερική Paspalum distichum L. Gramineae νεο Νεοτροπικό Βασ. Pennisetum villosum Fresen Gramineae νεο Παλαιοτροπικό Βασ. Pinus pinea L. Pinaceae αρχ Α. Μεσόγειος Populus alba L. Salicaceae νεο Μεσόγειος Populus nigra L. Salicaceae νεο Μεσόγειος Prunus divaricata Ledeb. Rosaceae νεο άγνωστος Punica granatum L. Punicaceae αρχ ΝΔ. Ασία Setaria adhaerens (Forsskål) Chiov. Gramineae νεο Κοσμοπολιτικό Sorghum halepense (L.) Pers. Gramineae αρχ Ασία Spinacia oleracea L. Chenopodiaceae νεο ΝΔ. Ασία Stenotaphrum secundatum (Walter) O. Gramineae νεο Τροπικό Βασ. Kuntze Symphyotrichum squamatum (Spreng.) G. L. Nesom Compositae νεο Νεοτροπικό Βασ. Vicia sativa L. Leguminosae αρχ Μεσόγειος Vinca major L. subsp. major Apocynaceae νεο Ν. Αμερική Xanthium orientale L. subsp. italicum Compositae νεο Αμερική (Moretti) Greuter Xanthium spinosum L. Compositae νεο Ν. Αμερική

223 204 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 5. Σπάνια και κινδυνεύοντα είδη Η Κεφαλονιά λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα της αποτελεί ένα κλειστό οικοσύστημα, στο οποίο οι ανθρώπινες παρεμβάσεις δημιουργούν καθοριστικές και συχνά μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Ορισμένα είδη χλωρίδας, τα οποία φύονται σε περιορισμένη περιοχή, κινδυνεύουν με εξαφάνιση, γιατί ο οικότοπός τους υφίσταται τις συνέπειες των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και ο πληθυσμός τους εμφανίζει προϊούσα συρρίκνωση με τον κίνδυνο της εξαφάνισης. Τα είδη αυτά σύμφωνα με το Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (Φοίτος κ. ά. 2009) χαρακτηρίζονται ως κινδυνεύοντα. Στην κατηγορία πρώτο ως κρισίμως κινδυνεύον είδος (CR) υπάγεται το στενότοπο ενδημικό Viola cephalonica Bornm (Εικ. 95). Η V. cephalonica φύεται μόνον στον Αίνο σε υψόμετρο m στις θέσεις Αμπελάκι Χιονίστρα και Πάνω Βίγλα κατά μήκος της κορυφογραμμής. Η θέση Αμπελάκι Χιονίστρα εκτάσεως 300 m 2 γειτνιάζει άμεσα με τον χώρο, στον οποίο εγκαταστάθηκαν οι κεραίες των Μ.Μ.Ε. σε βάρος του δικού της βιοτόπου. Εκεί επιβιώνει πληθυσμός 150 περίπου ώριμων ατόμων της V. cephalonica. Μετά την καταστροφή της πρώτης περίφραξης, που είχε γίνει τo 1997 με παρέμβαση της Εταιρείας Προστασίας Φύσεως Κεφαλονιάς & Ιθάκης, ο πληθυσμός αντιμετωπίζει κίνδυνο πλήρους εξαφάνισης λόγω της παράνομης βόσκησης και της ανεξέλεγκτης συλλογής από τους επισκέπτες του δρυμού. Για την προστασία του είδους ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου περιέφραξε εκ νέου τον χώρο (Εικ. 100), γιατί η πρακτική της περίφραξης του 1997 είχε αποδώσει τότε πλούσια ανθοφορία. Η δεύτερη θέση βρίσκεται πάνω από τις σάρες της Ν-ΝΔ. κρημνώδους πλαγιάς. Εκεί ο πληθυσμός είναι αραιός και διάσπαρτος. (Κατσούνη κ.ά. 2009). Στην περίπτωση αυτή τα μέτρα προστασίας της V. cephalonica εντάσσονται στην εφαρμογή των κανόνων, που διέπουν τον Εθνικό Δρυμό. Εικ Η περίφραξη του βιοτόπου της Viola cephalonica από τον Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου στον χώρο των κεραιών της κορυφής Χιονίστρα (Φωτ. Αρχείου Φ.Δ.Ε.Δ.Α.).

224 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 205 Στην ίδια κατηγορία ως κρισίμως κινδυνεύον είδος (CR) υπάγεται και η Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia (Εικ. 94 β, γ), στενότοπο ενδημικό της Κεφαλονιάς. Είναι χαρακτηριστικό χασμοφυτικό είδος, που φύεται αποκλειστικά στις κατακόρυφες βραχώδεις παρειές του φαραγγιού του Πόρου. Ο συνολικός πληθυσμός, που καταμετρήθηκε το 2007 αριθμούσε μόνον 110 άτομα. (Καραγιάννη κ.ά. 2009). Οι κίνδυνοι, που αντιμετωπίζει, είναι κυρίως από τη διαπλάτυνση του επαρχιακού δρόμου, που συνδέει το λιμάνι του Πόρου με την ενδοχώρα της Κεφαλονιάς, και από την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Μελλοντική διαπλάτυνση του δρόμου ενδέχεται να εξαφανίσει ολοκληρωτικά τον υπάρχοντα πληθυσμό. Ως κινδυνεύoν είδος (EN) κατηγοριοποιείται και η Saponaria aenesia Heldr. (Εικ. 94α ). Ήταν γνωστό ως στενότοπο ενδημικό του Εθνικού Δρυμού Αίνου (Φοίτος & Damboldt 1985). Πρόσφατα εντοπίστηκε και σε άλλες ορεινές θέσεις της Κεφαλονιάς: Άγιο Ελευθέριο Ρουδίου, Μανολάτι, Δάφνη Διλινάτων, Ευμορφία, Αγία Δυνατή. Η S. aenesia συναντάται σε ασβεστολιθικές περιοχές και σε υψόμετρο m. Οι κίνδυνοι, που αντιμετωπίζει, οφείλονται κυρίως στην εκτεταμένη ή παράνομη βόσκηση του Αίνου και των ορεινών περιοχών, στις αλλεπάλληλες πυρκαγιές και στο ότι το taxon δεν συγκροτεί ενιαίο πληθυσμό, αλλά εμφανίζεται σποραδικά σε περιορισμένες θέσεις και με μικρό αριθμό ατόμων (Κατσούνη κ. ά. 2009). Στα κινδυνεύοντα (ΕΝ) υπάγεται και η Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet (Εικ. 102α). To είδος ήταν γνωστό με την ονομασία Scutellaria rubicunda subsp. cephalonica. Είναι ενδημικό υποείδος της ελληνικής χλωρίδας. Η εξάπλωσή του περιορίζεται στο όρος Αίνος. Φύεται μέσα σε συστάδες της Abies cephalonica, αλλά και σε ανοιχτές ασβεστολιθικές θέσεις μέχρι και το υψόμετρο των 1600 m. Εντοπίστηκαν δύο πληθυσμοί εντός του Εθνικού Δρυμού: ο μεγαλύτερος αποτελείται από 500 περίπου άτομα ύψους 2-3 cm και υπάρχει στη θέση Αμπελάκι Χιονίστρα, όπου συμβιώνει με τη Viola cephalonica. Όμως, επειδή βρίσκεται εκτός του περιφραγμένου χώρου της V. cephalonica και στις παρυφές του δασικού δρόμου, κινδυνεύει από τα εκχιονιστικά μηχανήματα. Ο άλλος πληθυσμός πλησίον της θέσης Κισσός προς Μελανίτσα, ο οποίος είχε εντοπιστεί τον Σεπτέμβριο του 1977 (αρχείο Μ.Φ.Ι.Κ.Ι.), ήταν ολιγάριθμος μεν, αλλά είχε άτομα ανεπτυγμένα σε ύψος μέχρι cm. Νεότερη έρευνα διαπίστωσε ότι ο πληθυσμός αυτός έχει εξαφανιστεί. Σποραδικά εντοπίζονται μεμονωμένα άτομα σε θέσεις χαλικώδεις, όπου καλύπτονται από τις πέτρες και προφυλάσσονται από τη βοσκή, η οποία αποτελεί και τον μεγαλύτερο κίνδυνο για εξαφάνιση του είδους. Ως σπάνιο (R) χαρακτηρίζεται το Limonium ithacense στην Kεφαλονιά (Εικ. 102β), του οποίου η παρουσία είναι πολύ περιoρισμένη (Artelari 1995). Στα σχεδόν απειλούμενα είδη (ΝΤ) υπάγεται η Paeonia mascula (L) Mill. subsp. russi (Biv.) (Cullen & Heygood), εντυπωσιακό φυτό με μεγάλα πορφυρά. ή σπανίως ανοιχτόχρωμα ροζ άνθη (Εικ.103) (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Από τα Ιόνια νησιά συναντάται στην Κεφαλονιά, στη Λευκάδα, στη Ζάκυνθο, καθώς και στα βουνά Μπούμιστο και Δρυοδάσος του Νομού Αιτωλίας-Ακαρνανίας. Στην Κεφαλονιά πλην του Αίνου και του Ρουδίου πληθυσμοί της Paeonia mascula subsp. russi έχουν βρεθεί και σε άλλες θέσεις με μεγάλη ποικιλία υψομέτρου, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι το υψόμετρο των 1250 m, όπως:

225 206 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ανατολικές παρυφές Καλού Όρους, Βαρύ Ερίσου, παραλία Γιαγάνα Ερίσου και όρος Μανολάτι. Κινδυνεύει κυρίως από την υπερσυλλογή των ανθοφόρων βλαστών κατά την εποχή της ανθοφορίας, εξ αιτίας της οποίας δεν απομένουν σπέρματα για τον πολλαπλασιασμό του είδους. Εκτός αυτού συλλέγονται και οι κάψες με τα ώριμα σπέρματα πιθανόν για λόγους εκμετάλλευσης. Παρατηρήθηκε επίσης το φαινόμενο να εκριζώνονται ολόκληροι πληθυσμοί από αγνώστους με σκοπό τη μεταφύτευση, όπως συνέβη στο Βαρύ Ερίσου. Ο πληθυσμός P. mascula subsp. russi στο Βαρύ Ερίσου σε έλεγχο του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης, που διενεργήθηκε μετά από δύο χρόνια από τη φωτογράφηση, είχε εξαφανιστεί και στις θέσεις των φυτών υπήρχαν άδειοι λάκκοι. Εικ. 102α Άτομο Scutellaria rupestris subsp. cephalonica στον Αίνο α Εικ. 102β. Limonium ithacense β

226 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 207 Eικ Πληθυσμός Paeonia mascula subsp. russi στο Βαρύ Ερίσου. Ένθετη φωτογραφία της ποικιλίας με τα ανοιχτόχρωμα άνθη. Στην Κεφαλονιά εκτός από τα ενδημικά είδη, που προαναφέραμε, συναντάμε και μία τρίτη κατηγορία φυτών, που παρουσιάζει ενδιαφέρον ως προς τη γεωγραφική τους εξάπλωση. Αυτή περιλαμβάνει και ενδημικά, αλλά και φυτά με ευρύτερη γεωγραφική εξάπλωση στον χώρο της Μεσογείου. Ορισμένα από αυτά χαρακτηρίζονται ως σπάνια και ενδιαφέροντα από την άποψη ότι αποδεικνύουν τη φυτογεωγραφική σχέση της Κεφαλονιάς με παράλιες περιοχές της Αδριατικής. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται και το ενδημικό του Ιονίου Campanula garganica Ten. subsp. cephallenica (Feer) Hayek (Εικ. 104). H C. garganica subsp. cephallenica εντάσσεται στα τρωτά (VU). Είναι ελληνικό ενδημικό υποείδος των Ιονίων Νήσων με κυανοϊώδη άνθη ή και λευκά. Φύεται στην Κεφαλονιά, στη Ζάκυνθο, στην Ιθάκη και στη Λευκάδα, αλλά και

227 208 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ στο όρος Γάργανο της Ιταλίας (Εικ. 105β). Είναι χασμοφυτικό είδος που συναντάται σε βραχώδεις ασβεστολιθικές θέσεις εντός του Εθνικού Δρυμού Αίνου σε υψόμετρο μεταξύ m, αλλά και σε θέσεις χαμηλότερου υψομέτρου m, όπως στην περιοχή της Μονής Κηπουραίων, στο φαράγγι του Πόρου, στο κάστρο της Άσσου, αλλά και σε παραποτάμιες θέσεις, όπως στο Πυργί κ.α. Ο μόνος πληθυσμός, που προστατεύεται, είναι ο πληθυσμός εντός του Εθνικού Δρυμού. Στις υπόλοιπες θέσεις λόγω της σποραδικής εμφάνισης του taxon, της μικρής έκτασης, που καταλαμβάνουν οι πληθυσμοί του, αλλά και της παρατηρούμενης υποβάθμισης των βιοτόπων σε αρκετές από τις περιοχές εμφάνισής του, χαρακτηρίζεται τρωτό (Φοίτος κ.ά. 2009). Εικ Πληθυσμοί ατόμων C. garganica subsp. cephallenia στον Αίνο με χρωματική ποικιλία.

228 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς 209 Στην κατηγορία των φυτών με ευρύτερη μεσογειακή εξάπλωση υπάγεται επίσης και η εικονιζόμενη στα προηγούμενα Paeonia mascula subsp. russi (Εικ. 103), καθώς και άλλα φυτά, όπως: Lomelosia crenata subsp. dallaportae (Εικ. 105), Fritillaria messanensis subsp. gracilis, Acis ionica, Centaurea pumilio (Εικ. 106), Hypericum aegypticum s.l., Crepis neglecta subsp. corymbosa, Brassica cretica, Hypericum aegypticum s.l., Ranunculus asiaticus κ.ά. Εικ Άνω: Lomelosia crenata subsp. dallaportae Αριστερά: Η εξάπλωση των ειδών: α, Campanula garganica και β, * Lomelosia crenata subsp. dallaportae εκφράζει τη φυτογεωγραφική σχέση των νησιών του Ιονίου με το όρος Γκάργκανο της Ιταλίας (Φοίτος & Damboldt 1985).

229 210 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ Η Centaurea pumilio και η εξάπλωσή της στην Ελλάδα: Δ. Κρήτη, Ελαφόνησο, Κεφαλονιά και εκτός Ελλάδας στη Σικελία. (Φοίτος κ.ά. 2003). Είναι φυτό των αμμοθινών. Πρόσφατα εντοπίστηκε και στον Κόλπο Κυπαρισσίας (Φωτ. Γ. Καμάρη).

230 Η χλωρίδα της Κεφαλονιάς Συμπεράσματα επί του Κεφαλαίου XII Οι πρόσφατες έρευνες, που εντόπισαν νέα είδη χλωρίδας στην Κεφαλονιά, επαληθεύουν την πρόβλεψη ότι ο αριθμός των ειδών θα αυξηθεί μελλοντικά, γιατί δεν έχει εξαντληθεί το πεδίο της σχετικής έρευνας. Η παρουσία των αλλόχθονων φυτών σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα εκπροσωπείται με 53 είδη (αρχαιόφυτα και νεόφυτα). Αναμένεται ότι και αυτός ο αριθμός θα αυξηθεί. Πολλά είδη χλωρίδας, ιδίως τα ενδημικά, διατρέχουν κίνδυνο εξαφάνισης λόγω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα της Κεφαλονιάς, η οποία αποτελεί ένα κλειστό οικοσύστημα. Η συρρίκνωση των δασών, που παρατηρείται στο κλειστό αυτό οικοσύστημα, πρέπει να προβληματίσει και για τη μελλοντική τύχη των ενδημικών.

231

232 β γ

233 ΚΕΦ. ΧΙΙΙ. Η ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ 1. Εξελικτική πορεία της βλάστησης Στην αναπαράσταση της εξελικτικής πορείας της χλωρίδας και της βλάστησης μιας περιοχής συμβάλλουν κυρίως δύο επιστημονικοί κλάδοι. Η παλαιοβοτανική, η οποία μελετά τα φυτικά απολιθώματα και η Παλυνολογία (ή Γυρεολογία), η οποία ασχολείται με τα απολιθωμένα σπόρια, καθώς και τους γυρεοκόκκους των Σπερματοφύτων. Εξ άλλου ένας νέος σχετικά κλάδος είναι η Ανθρακολογία (έχει ήδη μία πορεία 60 περίπου ετών), η οποία ερευνώντας τα κατάλοιπα καμένου ξύλου μας δίνει πληροφορίες κυρίως παλαιοπεριβαλλοντικές, καθώς και πληροφορίες για τις μορφές διαχείρισης της βλάστησης από τις ανθρώπινες κοινωνίες του παρελθόντος. Θα προσπαθήσουμε με τα στοιχεία, που μας έχουν προσφέρει, οι ανωτέρω ερευνητικοί κλάδοι να αναπαραστήσουμε κατά το δυνατόν την ιστορική πορεία της βλάστησης της Κεφαλονιάς. Πρέπει όμως εκ των προτέρων να τονίσουμε τη σχεδόν παντελή έλλειψη παλαιοβοτανικών και γυρεολογικών στοιχείων για το νησί. Ο Α. Γερασιμίδης (γραπτή ανακοίνωση 2012) σημειώνει τα εξής σημαντικά: «Καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει καμία παλυνολογική έρευνα στην Κεφαλληνία, επιχειρείται η έμμεση διερεύνηση της ιστορίας της βλάστησής της, μέσω ορισμένων χαρακτηριστικών δεδομένων, που προέρχονται από σχετικές έρευνες περιοχών της Δ. Ελλάδας, στην οποία εντάσσεται και η νήσος. Συγκεκριμένα, αναφέρονται, συνοπτικά, τα σημαντικότερα στοιχεία των διαχρονικών ανθρωπογενών επιδράσεων, όπως αντικατοπτρίζονται στα διαγράμματα γύρης περιοχών της Δ. Πελοποννήσου, της Δ. Στερεάς Ελλάδας και της Ηπείρου, αλλά και ορισμένα στοιχεία της απώτερης ιστορίας της βλάστησης (Πλειστόκαινο Ολόκαινο), όπως καταγράφεται σε διαγράμματα γύρης της Ηπείρου. Στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο εντοπίζεται μια ολοσχερής καταστροφή πευκοδάσους, γύρω στα π.χ., που συνδυάζεται με περιορισμό των πλατύφυλλων δρυοδασών και αύξηση των αείφυλλων πλατύφυλλων, ενώ περαιτέρω μείωση στην παρουσία της Δρυός παρατηρείται γύρω στα π.χ. και αποδίδεται στην εγκατάσταση της ελιάς, σύμφωνα με το διάγραμμα γύρης της λίμνης Οσμάν Αγά (Wright 1972). Από βορειότερη θέση της δυτικής Πελοποννήσου το διάγραμμα του Καϊάφα (l.c) δίνει λίγα στοιχεία με σημαντικότερο την ανάπτυξη πεύκης μετά από την εξαφάνιση του υπάρχοντος δρυοδάσους, γύρω στο 270 μ.χ. Πολύ πιθανό, η Πεύκη να τοποθετήθηκε τεχνητά, αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα φυσικής εγκατάστασής της στην εκχερσωθείσα περιοχή». Υποθέτουμε ότι στην τελευταία παράγραφο των ανωτέρω ο Γερασιμίδης (γραπτή ανακοίνωση 2012), αναφερόμενος στο διάγραμμα του Καϊάφα υπονοεί

234 214 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ το δάσος της Pinus pinea, το οποίο επεκτείνεται μέχρι τη θέση Στροφιλιά (Νομοί Αχαΐας και Ηλείας). Εάν η υπόθεσή μας είναι σωστή, τότε πρέπει να σημειώσουμε την άποψη του Φοίτου (2003), αλλά και άλλων, ότι το εν λόγω δάσος της Pinus pinea είναι αυτόχθον. Ο Bottema (1982) έδωσε το διάγραμμα της λίμνης Τριχωνίδας με πολλές πληροφορίες. Σ αυτό φαίνεται ότι μέχρι τα μέσα περίπου της 2ης π.χ. χιλιετίας, η ανθρωπογενής επίδραση περιορίζεται στη φυσική βλάστηση των χαμηλότερων περιοχών με δημιουργία ανοιγμάτων, ενώ στις υψηλότερες περιοχές διατηρείται η δασική βλάστηση, κυρίως με δρυοδάση. Στη συνέχεια παρατηρείται ένας συνεχώς εντονότερος περιορισμός των δρυοδασών, καθώς η ανθρώπινη δραστηριότητα επεκτείνεται σε μεγαλύτερα υψόμετρα. Η επέμβαση αυτή δεν στάθηκε ικανή να εμποδίσει την εξέλιξη της φυσικής βλάστησης, όπως φαίνεται από την εκ νέου επέκταση των δρυοδασών σε περίοδο ηρεμίας. Νέες όμως και ισχυρότερες επεμβάσεις, πιθανόν κατά τον 18 ο μ.χ. αιώνα, οδήγησαν τελικά σε επικράτηση των περισσότερο ξηροφυτικών μεσογειακών στοιχείων στη βλάστηση της περιοχής. Παραμένουμε στη Δ. Ελλάδα (Δ. Ήπειρος) που είναι, όπως αναφέρουμε στην αρχή αυτού του κεφαλαίου, πλησιέστερη προς την Κεφαλονιά. Οι Gerasimidis & al. (2009) παρουσιάζουν μία πολύ ενδιαφέρουσα επισκόπηση της ιστορικής πορείας της βλάστησης της Ηπείρου κατά το ανώτερο Τεταρτογενές. Από την επισκόπηση αυτή καθώς και από γραπτή ανακοίνωση του Α. Γερασιμίδη σημειώνουμε ό,τι θα μπορούσε να αποτελέσει μέτρο σύγκρισης με την αντίστοιχη περίοδο στην Κεφαλονιά. Κατά την προτελευταία παγετώδη περίοδο (Ρίσσιος παγετώδης εποχή, χρόνια πριν από σήμερα) σημαντική είναι η παρουσία της Ελάτης (Bottema 1974), η οποία κυριαρχεί στην ευρύτερη περιοχή της Δ. Ηπείρου. Πρόκειται προφανώς για τη λευκή Eλάτη (Abies alba), η οποία, για να επιβιώσει, κατέφυγε από τη βορειότερη Ευρώπη στη Βαλκανική χερσόνησο και ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο. Εδώ κατόπιν υβριδισμού με την κεφαλληνιακή Eλάτη (Abies cephalonica), δημιουργήθηκε η υβριδογενής Eλάτη (Abies borisiiregis), η οποία κυριαρχεί σήμερα στην οροσειρά της Πίνδου (Αθανασιάδης, 1986). Συνάγεται λοιπόν ότι η κεφαλληνιακή Ελάτη αποτελούσε ήδη από το Πλειστόκαινο σταθερό και σημαντικό στοιχείο της δασικής βλάστησης της Ν. Ελλάδας, προφανώς δε και της Κεφαλονιάς, όπου διατηρήθηκε αμιγής μέχρι σήμερα. Κατά την παλαιότερη Περίοδο του Ολοκαίνου ( π.χ.) η εξέλιξη της βλάστησης επηρεάζεται κυρίως από το σταδιακώς ευνοϊκότερο κλίμα, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη δασών τόσο στις πεδινές, όσο και στις ορεινές περιοχές. Στα χαμηλά και μέσα υψόμετρα κατά την έναρξη του Ολοκαίνου οι κλιματικές συνθήκες είναι σχετικά ψυχρές και ξηρές, αλλά σταδιακά γίνονται υγρότερες ευνοώντας την επέκταση και πύκνωση των αρχικά αραιών μικτών δρυοδασών (Bottema 1974, Lawson & al. 2004). Στις ορεινές περιοχές της Ηπείρου, κατά τις πρώτες χιλιετίες του Πλειστοκαίνου κυριαρχούν πυκνά μικτά δρυοδάση, αλλά προς το τέλος της παλαιότερης Περιόδου του Ολοκαίνου η Eλάτη εμφανίζει σημαντική αύξηση και εξελίσσεται σε κυρίαρχο συστατικό της συνολικής δασικής βλάστησης, γεγονός που συνδέεται με τη μεταβολή των κλιματικών συνθηκών, που γίνονται υγρότερες (Willis 1992 b & 1997).

235 Η βλάστηση της Κεφαλονιάς 215 Κατά τις πρώτες χιλιετίες της Νεότερης περιόδου του Ολοκαίνου ( π.χ.), μολονότι η εξέλιξη της βλάστησης καθορίζεται από την επίδραση των αβιοτικών παραγόντων και κυρίως του κλίματος, οι επεμβάσεις του ανθρώπου στη βλάστηση γίνονται σταδιακά συχνότερες και περισσότερο εμφανείς στα διαγράμματα γύρης. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα αποτελέσματα των επεμβάσεων αυτών είναι καθοριστικά για την εξέλιξη της βλάστησης, εν τούτοις τα γεγονότα αυτά έχουν κατά κανόνα τοπική εμβέλεια. Από τα μέσα της 3ης π.χ. χιλιετίας και εφεξής οι επεμβάσεις του ανθρώπου στην εξέλιξη της βλάστησης στις περιοχές της Ηπείρου και γενικότερα σε όλο τον ελλαδικό χώρο γίνονται σταδιακά εντονότερες και σε μεγαλύτερη κλίμακα (Γερασιμίδης 1995). Η Κεφαλονιά δεν εξαιρείται του γενικού κανόνα, όπως αυτός αναφέρεται πιο πάνω, σχετικά με την επίδραση του ανθρώπου στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης. Απεναντίας μάλιστα. Η πρώιμη εμφάνιση του ανθρώπου και άλλοι ιστορικοί και κοινωνικοί παράγοντες έχουν αφήσει δυστυχώς τα μη αναστρέψιμα καταστροφικά αποτελέσματά τους. Η ολοένα προϊούσα ανάπτυξη και εξέλιξη του ανθρώπου γίνεται κατά κανόνα σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος. Με τα δεδομένα αυτά, και σε συνδυασμό με την ομοιότητα των κλιματικών συνθηκών του νησιού με τις αντίστοιχες της δυτικής Ελλάδας, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εξέλιξη της βλάστησης στην Κεφαλονιά ήταν ανάλογη με εκείνες, πριν ο άνθρωπος αποτελέσει τον κύριο ρυθμιστικό παράγοντα. Στη συνέχεια η εξέλιξη και τελική διαμόρφωση της βλάστησης και γενικότερα του φυσικού περιβάλλοντος της Κεφαλονιάς είχαν προφανώς άμεση σχέση με διαχρονικές δραστηριότητες και επιδράσεις του ανθρώπου, ανάλογες με αυτές, που αποκαλύπτουν οι παλυνολογικές έρευνες για τη Δ. Ελλάδα. Και επειδή το γεγονός τούτο συμβαίνει να αποτελεί ένα από τα βασικά θέματα της παρούσας Διατριβής, αφιερώνεται ολόκληρο το κεφάλαιο XIV στην λεπτομερή περιγραφή της εξελικτικής πορείας των ορεινών δασών της Κεφαλονιάς με τίτλο Τα ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Τέλος αναφέρουμε ορισμένα αποτελέσματα από την έρευνα του σπηλαίου της Δράκαινας στο φαράγγι του Πόρου Κεφαλονιάς, τα οποία προέρχονται από την ανάλυση των ευρεθέντων ξυλανθράκων εντός του συγκεκριμένου σπηλαίου. Τα σχετικά αποτελέσματα περιλαμβάνονται στην πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα των Ntinou & Stratouli (2011). Βεβαίως η αξιολόγηση των εν λόγω ευρημάτων στα πλαίσια του θέματος της εξελικτικής πορείας της βλάστησης της Κεφαλονιάς εξαρτάται από τον εκάστοτε σκοπό της αξιοποίησής τους. Κατά την ανωτέρω έρευνα μελετήθηκαν τα προϊστορικά κατάλοιπα των διαδοχικών επιπέδων της Ύστερης Νεολιθικής περιόδου ( π.χ.) καθώς και της Χαλκολιθικής περιόδου ( π.χ.). Το ευρεθέν υλικό των ξυλανθράκων αυτής της έρευνας αντιπροσωπεύει τρείς ανώτερες χρονοπολιτισμικές φάσεις: Ύστερη Νεολιθική, Ύστερη Νεολιθική/Χαλκολιθική και Χαλκολιθική. Ένα σύνολο από 2793 τεμάχια ξυλανθράκων βρέθηκαν και απέδωσαν πλούσια αποτελέσματα, τα οποία περιλαμβάνονται στον πίνακα 14. Ας σημειωθεί ότι από τον εν λόγω πίνακα παραλείπονται μερικά taxa, τα οποία δεν είναι προσδιορισμένα.

236 216 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Πίνακας 14. Ποιοτικά αποτελέσματα από την μελέτη των καταλοίπων ξυλανθράκων του σπηλαίου της Δράκαινας (Ntinou & Stratouli 2011). TAXA Ύστερη Νεολιθική Ύστερη Νεολιθική Χαλκολιθική Χαλκολιθική cf. Abies cephalonica Acer sp. Arbutus sp. Carpinus/Ostrya Cistus sp. Cistaceae cf. Clematis sp. Conifer Erica sp. cf. Erica sp. Fabaceae Ficus carica Fraxinus sp. Juniperus sp. cf. Juniperus sp. Labiatae Laurus nobilis Maloideae Monocotyledoneae Olea europaea Phillyrea/Rhamnus alaternus Pinus halepensis cf. P. halepensis/p. pinea Pinus nigra Pinus sp. Pistacia terebinthus Pistacia lentiscus Pistacia sp. Populus sp. Prunus amygdalus Prunus amygdalus/p. spinosa Prunus amydgalus/p. webbii Prunus spinosa Prunus webbii Prunus sp. Quercus sp. φυλλοβόλος Quercus sp. αειθαλής Quercus sp. Ulmus/Celtis

237 Η βλάστηση της Κεφαλονιάς 217 Ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα για το παρόν κεφάλαιο είναι τα εξής σχόλια των συγγραφέων Ntinou & Stratouli (2011): 1. Κατά το διάστημα μεταξύ των περιόδων της Ύστερης Νεολιθικής προς την Χαλκολιθική τα αποτελέσματα των αθροισμάτων ξυλανθράκων δεν δείχνουν αξιόλογες μεταβολές. Έτσι θεωρείται ότι κατά το διάστημα αυτό ένας μεγάλος αριθμός αείφυλλων και φυλλοβόλων ειδών είχε αναπτυχθεί στο φαράγγι, όπου βρίσκεται το σπήλαιο της Δράκαινας, όπως η Phillyrea, δύο είδη Quercus, ένα αειθαλές και ένα φυλλοβόλο, καθώς επίσης και η Pinus halepensis. 2. Οι μικτοί σχηματισμοί αείφυλλων και φυλλοβόλων ειδών θα πρέπει να ήσαν πυκνοί. 3. Η παρουσία της Laurus nobilis μαρτυρεί τη μακραίωνη ιστορία της στο νησί. Πολύ χρήσιμες επίσης είναι οι παρατηρήσεις των συγγραφέων για την Olea europaea, της οποίας η παρουσία και καλλιέργεια στην Κεφαλονιά ενδιαφέρει ιδιαίτερα την παρούσα Διατριβή, στα πλαίσια της οποίας αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο. Κατά τους αναφερθέντες ερευνητές του Σπηλαίου της Δράκαινας, η Olea europaea ταυτοποιήθηκε στα επίπεδα της Ύστερης Νεολιθικής (στο τέλος της 6 ης χιλιετίας π.χ.) και ακόμη ότι η μόνη πρώιμη μαρτυρία για το τέλος της 7 ης χιλιετίας π.χ. έρχεται από το Αιγαίο και συγκεκριμένως από τη Σπηλιά του Κύκλωπα στο νησί Γιούρα των Β. Σποράδων (Ntinou 2011). Η παρουσία της P. nigra στο ευρήματα του Σπηλαίου της Δράκαινας ήδη κατά την Ύστερη Νεολιθική Χαλκολιθική εποχή ( π.χ.) πιστοποιεί την παλαιότερη παρουσία αυτού του είδους στην Κεφαλονιά και κατ ακολουθία στον Αίνο, εντός του δάσους της Abies cephalonica. Υπενθυμίζεται η πρόσφατη εύρεση λίγων μόνον ατόμων της μαύρης Πεύκης εντός του δάσους της Abies cephalonica. 2. Οι ζώνες βλάστησης Η ποικιλότητα του κλίματος της χώρας μας, σε συνδυασμό με το περίπλοκο ανάγλυφό της και την ποικιλία των πετρωμάτων της συντέλεσαν μεταξύ άλλων παραγόντων στο πλήθος των μορφών της βλάστησης και στη σύνθεσή της, αλλά και στην εξαιρετική βιοποικιλότητα της χλωρίδας του ελλαδικού χώρου. Αυτοί οι παράγοντες διαμορφώνουν σε μία ευρύτερη περιοχή διάφορες ζώνες βλάστησης, οι οποίες διαφοροποιούνται από οικολογικής, χλωριδικής και φυσιογνωμικής άποψης. Στην Κεφαλονιά μπορούμε να διακρίνουμε τις ζώνες βλάστησης, που περιγράφονται στη συνέχεια και οι οποίες σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να διακριθούν περαιτέρω σε δύο ή περισσότερες υποζώνες Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης Η ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης, η οποία κατ άλλους συγγραφείς αντιστοιχεί στη μεσογειακή ζώνη, καταλαμβάνει τις παραλιακές και τις γειτονικές προς αυτές ημιορεινές περιοχές ολόκληρης σχεδόν της ηπειρωτικής Ελλάδας, των νησιών του Αιγαίου και του Ιονίου. Διακρίνεται σε δύο υποζώνες, συνυφασμένες

238 218 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ κυρίως με τις ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες, που επικρατούν στην περιοχή τους: α) την υποζώνη Oleo-Ceratonion και β) την υποζώνη Quercion ilicis. Η ευμεσογειακή ζώνη λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών της, αποτελεί τον χώρο, στον οποίο αναπτύχθηκε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, αφού η ελληνική χερσόνησος και τα νησιά της κατοικήθηκαν ήδη από την προϊστορική εποχή. Και ο ίδιος χώρος εξακολουθεί, μέχρι σήμερα, να κατοικείται από το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού. Η βλάστηση των περιοχών, οι οποίες περιέχονται στη ζώνη αυτή έχει υποστεί τις σημαντικότερες μεταβολές. 2. 1α. Υποζώνη Oleo-Ceratonion (υποζώνη Ελιάς-Χαρουπιάς) Η υποζώνη αυτή αποτελεί τον χώρο ανάπτυξης της Olea europaea και της Ceratonia siliqua (κν. χαρουπιά). Χαρακτηρίζεται από μέση ετήσια θερμοκρασία μεγαλύτερη των 16 ο C και από ύψος βροχοπτώσεων, που κυμαίνεται μεταξύ mm ετησίως, καθώς και από παρατεταμένη ξηρή περίοδο. Εμφανίζεται σε μία σχεδόν συνεχή λωρίδα, κατά μήκος των ακτών της νότιας και ανατολικής ηπειρωτικής Ελλάδος μέχρι τον Παγασητικό κόλπο, όπως επίσης στην Κρήτη, στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και σε μερικά μόνο νησιά του Ιονίου, μεταξύ των οποίων και η Κεφαλονιά (Φοίτος & Καμάρη 2009). Ο Ντάφης (2010) σημειώνει σχετικά τα εξής: «Τα δάση της ζώνης αυτής έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες καταστροφές, καθώς στη συγκεκριμένη ζώνη αναπτύχθηκαν οι προϊστορικοί πολιτισμοί του Ελλαδικού χώρου και, ως γνωστό, κάθε πολιτισμός αρχίζει με την καταστροφή του δάσους. Τα δάση που σώθηκαν από την οικιστική ανάπτυξη μετατράπηκαν σε γεωργικές καλλιέργειες (αμπελώνες, ελαιώνες, φυτείες χαρουπιάς, οπωρώνες, αγροί) ή υποβαθμίστηκαν σε θαμνώνες, σε μίξη με το πουρνάρι, σε χαμηλούς αραιούς θαμνώνες (guarigue) ή φρύγανα, ως συνέπεια της υπερβόσκησης ή του συνδυασμού πυρκαγιών και υπερβόσκησης. Κατά την αρχαιότητα, τα δάση αυτά έπαιζαν σημαντικό ρόλο τόσο, όσον αφορά στην απόληψη καυσοξύλων, όσο και στη διατροφή των ανθρώπων και των εκτρεφόμενων ζώων, αλλά ιδιαίτερα στη χοιροτροφία. Ακόμη και σήμερα, πολλοί από τους εναπομείναντες θαμνώνες μετατρέπονται με εμβολιασμό σε πολύτιμους ελαιώνες ή σε καλλιέργειες χαρουπιάς». 2. 1β. Υποζώνη Quercion ilicis (υποζώνη Αριάς) Το κλίμα, που επικρατεί στην υποζώνη αυτή, είναι πιο υγρό από εκείνο της προηγουμένης υποζώνης με ύψος βροχής, το οποίο στη Δ. Ελλάδα υπερβαίνει τα mm, ενώ στην ανατολική κυμαίνεται μεταξύ mm. Η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ ο C. Η υποζώνη Quercion ilicis με χαρακτηριστικό είδος την Quercus ilex (κν. Αριά) εμφανίζεται στα νησιά του Ιονίου, κυρίως Κεφαλονιά και Κέρκυρα, στην παραλιακή και ημιορεινή ζώνη της δυτικής Ελλάδας, αλλά και της ανατολικής από το Πήλιο και ακόμη βορειότερα μέχρι και την παραλιακή ζώνη της Μακεδονίας και Θράκης, καθώς και στις υγρές, ημιορεινές περιοχές της Κρήτης και των νησιών του Αιγαίου. Γενικά η υποζώνη αυτή εμφανίζεται στη δυτική Ελλάδα από την επιφάνεια της θάλασσας και μέχρι τα m, στην ανατολική Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα και Εύβοια επάνω

239 Η βλάστηση της Κεφαλονιάς 219 από την προηγουμένη υποζώνη, ενώ στην βορειοανατολική Ελλάδα (Χαλκιδική, ακτές Α. Μακεδονίας και Θράκης) εμφανίζεται από την επιφάνεια της θάλασσας και μέχρι τα m (Φοίτος & Καμάρη 2009). Το αρχέγονο δάσος της υποζώνης αυτής με αντιπροσωπευτικό είδος την Quercus ilex, έχει, όπως και της προηγούμενης υποζώνης, υποβαθμισθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος και έχει μεταπέσει σε θαμνώδη βλάστηση ή και σε ακόμη κατώτερα στάδια υποβάθμισης. Σήμερα μόνον υπολείμματα αυτών των δασών της Q. ilex και των συνοδών ειδών Q. coccifera, Phillyrea latifolia κ.ά. συναντώνται υπό μορφή μικρότερων ή μεγαλύτερων νησίδων εντός της αναφερόμενης υποζώνης. Παρόμοιες εμφανίσεις της Q. ilex και Q. coccifera, ύψους μεγαλύτερου των 10 m συναντώνται κατεσπαρμένες στην Κεφαλονιά. Oι Partsch (1892) και Σάμιος (1908) σημειώνουν ότι το όρος Άτρος ήταν καλυμμένο από πυκνό δάσος αείφυλλων-σκληρόφυλλων ειδών, όπως η Quercus coccifera, Q. ilex, Arbutus unedo, Phillyrea latifolia κ.ά. Το δάσος αυτό καταστράφηκε πιθανότατα κατά τον 18 ο αιώνα. Τότε αλλεπάλληλες μεγάλες πυρκαγιές από εμπρησμούς στην ευρύτερη περιοχή του Αίνου κατέκαψαν επίσης και το μεγαλύτερο μέρος του δάσους της κεφαλληνιακής Ελάτης, που είχε απομείνει από προηγούμενες πυρκαγιές. Σημειωτέον ότι το δάσος αυτό του Αίνου, κατά τον 16 ο αιώνα, είχε καταστραφεί κατά τα 2/3 της έκτασής του! Σήμερα, όπως στο όρος Άτρος, έτσι και στον Αίνο και στην περιοχή του Ρουδίου, σε υψόμετρο m εμφανίζονται τα υπολείμματα του άλλοτε πυκνού δάσους με την Q. ilex και Q. coccifera, που υπερβαίνουν το ύψος των 10 m (Εικ. 107). Πρέπει να τονισθεί ότι η βλάστηση των αείφυλλων-σκληρόφυλλων θάμνων αυτής της υποζώνης, παίζει σημαντικότατο ρόλο στη δασική κάλυψη του ελλαδικού χώρου. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η βλάστηση αυτή συνίσταται συνήθως από τα είδη Quercus coccifera, Pistacia lentiscus, Arbutus unedo, A. adrachne, Phillyrea media κ.ά., λαμβάνει δε, όπου οι οικολογικές συνθήκες, αλλά και οι ανθρώπινες δραστηριότητες το επιτρέπουν, τη μορφή της μακκίας βλάστησης. Γενικά η θαμνώδης αείφυλλη-σκληρόφυλλη βλάστηση αρχίζει κατά τόπους από την παραλία και φθάνει τα 700 m. Στα δυτικά παράλια της ηπειρωτικής Χώρας και ιδιαιτέρως στα νησιά του Ιονίου, όπου το ετήσιο ύψος βροχής κυμαίνεται μεταξύ mm, η θαμνώδης βλάστηση φθάνει στο μέγιστο της ανάπτυξής της και παίρνει κατά τόπους (π.χ. στην Κεφαλονιά) τη μορφή τυπικής μακκίας. Αντίθετα στην ανατολική Ελλάδα με εξαίρεση ορισμένες περιοχές (π.χ. Χαλκιδική, Α. Εύβοια) η ανάπτυξη της θαμνώδους βλάστησης δεν συγκρίνεται με αυτήν της δυτικής Ελλάδας (Φοίτος & Καμάρη 2009). Στη δασική βλάστηση της ευμεσογειακής ζώνης και ιδίως της παραλιακής ζώνης της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, σημαντικότατη είναι η συμμετοχή της Pinus halepensis (χαλέπιος Πεύκη) και P. brutia (τραχεία Πεύκη). Πρόκειται για δύο είδη, συγγενή μεταξύ τους και με διακριτές περιοχές εξάπλωσης, τα οποία αναφέρονται επίσης ως υποείδη της P. halepensis: P. halepensis subsp. halepensis και subsp. brutia. Το subsp. halepensis εξαπλώνεται, μεταξύ m στην παραλιακή ζώνη και στις εγγύς ορεινές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδος, στην Εύβοια, στις Β. Σποράδες κ.α., αλλά και στα νησιά του Ιονίου με εξαίρεση την Κεφαλονιά, στην οποία οι περισσότερες από τις σημερινές κατά τόπους συστάδες προέρχονται από μεταφύτευση.

240 220 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ Πανύψηλη Quercus ilex (αριά) στις παρυφές του Ρουδίου. Στη βάση της εγκαταλειμμένο μαντρί. Ασφαλώς και θα υπάρχουν απομονωμένες αυτόχθονες συστάδες στο νησί, αλλά δεν είναι εύκολο πάντοτε να διακρίνονται από τις μεταφυτευμένες. Όμως πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι και στην Κεφαλονιά υπήρχε άλλοτε αυτοφυές το subsp. halepensis, όπως συμβαίνει σήμερα στη γειτονική Ζάκυνθο και στην Ιθάκη. Τα δάση της Πεύκης στην Κεφαλονιά καταστράφηκαν πιθανότατα από υπερεκμετάλλευση (βλ. κεφ. VIII, 2), αλλά και από τις γνωστές μεγάλες πυρκαγιές, που έπληξαν το νησί τους προηγούμενους αιώνες Ορεινή υπαλπική ζώνη (Ζώνη δασών Οξυάς-Ελάτης και ορεινών μεσογειακών Κωνοφόρων) Η ορεινή υπαλπική ζώνη σε αντίθεση με εκείνες, που έχουν ήδη αναφερθεί, έχει τα χαρακτηριστικά της ψυχρής, υγρόφιλης, μεσευρωπαϊκής βλάστησης. Εδώ το κλίμα είναι ορεινό μεσογειακό και πλησιάζει προς αυτό της κεντρικής Ευρώπης. Η ζώνη αυτή εμφανίζεται επάνω από την προηγούμενη (ευμεσογειακή) ζώνη και διακρίνεται σε δύο υποζώνες, από τις οποίες η κατωτέρω εμφανίζεται και στην Κεφαλονιά. 2. 2α. Υποζώνη Abietion cephalonicae (υποζώνη των μεσογειακών ορεινών Κωνοφόρων) Στην υποζώνη αυτή, που εμφανίζεται στην Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα, αναπτύσσονται τα δάση των παραμεσόγειων ορεινών κωνοφόρων των ειδών Abies cephalonica και Pinus nigra subsp. nigra ( = subsp. pallasiana), α

241 Η βλάστηση της Κεφαλονιάς 221 μεταξύ m. Εδώ κυριαρχεί η κεφαλληνιακή Ελάτη, ενδημική της ελληνικής χλωρίδας, η οποία εμφανίζεται στην Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα, Κ. Ελλάδα και Εύβοια, καθώς και στο όρος Αίνος της Κεφαλονιάς, όπου και ο locus classicus του είδους, σε υψόμετρο m (Εικ. 108). Εικ Υποζώνη Abieton cephalonicae (των μεσογειακών ορεινών Κωνοφόρων) στον Αίνο (Φωτ. Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ.Α.). Όπως είναι γνωστό, το δάσος της Abies cephalonica στην οροσειρά Αίνου- Ρουδίου κηρύχθηκε Εθνικός Δρυμός το Στον ένθετο χάρτη του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου (επεξεργασία Μ. Ξανθάκη) σημειώνεται με ακρίβεια η εξάπλωση της Abies cephalonica στην Κεφαλονιά, τα όρια του Εθνικού Δρυμού, καθώς και διάφοροι άλλοι σχηματισμοί βλάστησης. Ο Ντάφης (2010) σημειώνει τα εξής αναφορικά με το κυρίαρχο είδος αυτής της ζώνης δηλ. την Abies cephalonica: «Για τη χώρα μας, είναι είδος πολυτιμότατο. Χωρίς να φθάνει το ύψος της υβριδογενούς ή της λευκής Ελάτης, χαρακτηρίζεται από αντοχή στην ξηρασία, είναι σχετικά ολιγαρκής και αποδίδει σημαντικόν όγκο ξύλου ακόμη και κάτω από σχετικά δυσμενείς συνθήκες. Δημιουργεί ωραιότατα, πυκνά δάση μεγάλης οικολογικής αισθητικής, οικονομικής και προστατευτικής αξίας. Συχνά, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, αλλά και σε άλλες περιοχές, δημιουργεί μικτά δάση προσωρινής μίξης με τη μαύρη Πεύκη, κάτω από την κομοστέγη της οποίας αναγεννάται πολύ εύκολα και άφθονα». Στο σημείο αυτό είναι ενδιαφέρον να υπενθυμίσουμε (βλ. κεφ.viii, 2) ότι προσφάτως διαπιστώθηκε για πρώτη φορά στην Κεφαλονιά η παρουσία της μαύρης Πεύκης (Pinus nigra) εντός του δάσους της Abies cephalonica στον Αίνο (Efthymiatou Katsouni & Phitos 2011) (Εικ. 109, 110). Η διαπίστωση αυτή έρχεται να συνδεθεί με την εύρεση υπολειμμάτων της P. nigra στους

242 222 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ερευνηθέντες ξυλάνθρακες του Σπηλαίου της Δράκαινας στην Κεφαλονιά (Ntinou & Stratouli 2011). Πολυάριθμα παραδείγματα από τις περιγραφείσες εδώ ζώνες βλάστησης αναφέρονται στις επί μέρους ενότητες του κεφαλαίου XIV. 3. Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου ΧΙΙΙ Στην Κεφαλονιά λόγω της διαφοροποίησης του υψομέτρου σε όλη την έκταση του νησιού, του ύψους των βροχοπτώσεων και της αυξημένης υγρασίας διακρίνονται οι 2 υποζώνες της ευμεσογειακής ζώνης βλάστησης, της Oleo- Ceratonion και της Quercion ilicis, που συναντώνται στα χαμηλότερα υψόμετρα. Η διαχρονική ανθρώπινη παρουσία στις ανωτέρω υποζώνες και η πυκνή κατοίκηση λόγω των ευνοϊκών συνθηκών διαβίωσης ήταν η αιτία, για την οποία η βλάστηση σε αυτές έχει υποστεί τις σημαντικότερες μεταβολές λόγω των συνεχών παρεμβάσεων. Υπολείμματα των άλλοτε πυκνών δασών της Q. ilex και Q. coccifera συναντώνται σε ορισμένες περιοχές του νησιού. Από την ορεινή - υπαλπική ζώνη (Ζώνη των ορεινών μεσογειακών Κωνοφόρων) συναντάται στην Κεφαλονιά η υποζώνη της Abieton cephalonicae. Εκτείνεται από το υψόμετρο των 550 m, το χαμηλότερο όριο, στο οποίο φύεται η Abies cephalonica, μέχρι το υψόμετρο των 1628 m της κορυφής Μ. Σωρός του Αίνου. Επίσης η πρόσφατη ανεύρεση ατόμων μαύρης Πεύκης (Pinus nigra subsp. nigra) εντός του δάσους της Abies cephalonica στον Αίνο (Εικ. 109, 110) σε Εικ Το άνω μέρος του κορμού της Pinus nigra subsp. nigra από τη συστάδα εντός του ελατοδάσους του Αίνου.

243 Η βλάστηση της Κεφαλονιάς 223 συνδυασμό με τα ανθρακολογικά κατάλοιπα του νεολιθικού σπηλαίου της Δράκαινας στον Πόρο μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω είδος αποτελούσε σημαντικό στοιχείο στη σύνθεση των δασών της Κεφαλονιάς από τους προϊστορικούς χρόνους και επέζησε μέχρι των ημερών μας σε υπολειμματική μορφή. Θεωρούμε επίσης βέβαιο ότι και η Pinus halepensis subsp. halepensis, που και αυτή ανιχνεύθηκε στα ανθρακολογικά κατάλοιπα της Δράκαινας, ήταν αυτοφυής στο νησί. α β Εικ α) Κλάδοι της Pinus nigra subsp. nigra στον ασφυκτικό κλοιό της Abies cephalonica. β) Στον σωρό των κώνων της P. nigra subsp. nigra στο έδαφος το μεγαλύτερο ποσοστό είναι ανώριμοι, στοιχείο, που αποδεικνύει την ισχυρή ανταγωνιστική ικανότητα της κεφαλληνιακής Ελάτης.

244

245

246 ΚΕΦ. ΧΙV. ΤΑ ΟΡΕΙΝΑ ΔΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ Στο παρόν κεφάλαιο, το οποίο στα πλαίσια της παρούσας Διατριβής κατέχει σημαντική θέση, θα εκθέσουμε την πορεία των δασών των υψηλότερων ορέων της Κεφαλονιάς, ανατρέχοντας σε όσες πηγές μας είναι προσιτές και, όσο είναι δυνατόν, επιστρέφοντας στο απώτερο παρελθόν. Υπ αυτές τις προϋποθέσεις θεωρούμε αναγκαίο να προτάξουμε το κεφάλαιο, που αναφέρεται στην ονομασία του πιο σημαντικού και επιβλητικού όρους της Κεφαλονιάς, του Αίνου, του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται πουθενά στα ομηρικά έπη. Η πρώτη μνεία του Αίνου υπάρχει στο έργο Γυναικῶν Κατάλογος ἤ Ἠοῖαι 28 (57), το οποίο αποδίδεται στον Ησίοδο ( π.χ.): «..ἔνθ οἵ γ εὐχέσθην Αἰνηίῳ ὑψιμέδοντι» (βλ. Λεκατσάς 1939). Στα τέλη του 3 ου π.χ. αι. αναφέρεται στα Σχόλια Απολλωνίου του Ροδίου (II, 297, στον Παρτς 1892): «..Ἒστι γὰρ Αἶνος ὄρος τῆς Κεφαλληνίας, ὅπου Αἰνησίου Διὸς ἱερὸν ἐστί, οὗ μνημονεύει Λέων ἐν Περίπλῳ καὶ Τιμοσθένης ἐν τοῖς Λιμέσιν» και τον 1 ο π.χ. αι. στα Γεωγραφικά του Στράβωνα (I. C , βλ. Φ.Ο.Κ. 1994): «..Αὐτὴ (ἡ Κεφαλληνία) δ ἐστὶν ὀρεινὴ μέγιστον δ ὄρος ἐν αὐτῇ, ἐν ᾧ Διὸς Αἰνησίου ἱερὸν..». Το γεγονός λοιπόν ότι από τα ομηρικά έπη απουσιάζει ο Αίνος, που με υψόμετρο m δεσπόζει στην περιοχή από αμνημονεύτων χρόνων με τον όγκο και τα πυκνά του δάση της Ελάτης, μας προξενεί απορία. Θα τολμήσουμε να σχολιάσουμε το σημείο αυτό επιχειρώντας μία δική μας ερμηνεία, γιατί, κατά την άποψή μας, η μη αναφορά του Αίνου δεν οφείλεται ούτε σε σκοπιμότητα ούτε σε παράλειψη του Ομήρου. 1. Γιατί δεν μνημονεύεται το όρος Αίνος στα ομηρικά έπη Στη ραψωδία Β της Ιλιάδας ( ) στον κατάλογο τῶν νεῶν, που περιγράφεται η στρατιωτική δύναμη κάθε αρχηγού των Αχαιών στον Τρωικό πόλεμο, ο ποιητής μας δίνει την εικόνα της πολεμικής ισχύος του Οδυσσέα απαριθμώντας τους τόπους, στους οποίους εκτείνεται η εξουσία του: Ιθάκη και Νήριτος, Κροκύλεια, Αιγίλιψ, Ζάκυνθος και Σάμος. Στιχ. 631 Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους, 632 οἵ ῥ Ἰθάκην εἶχον καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον, 633 καὶ Κροκύλει ἐνέμοντο καὶ Αἰγίλιπα τρηχεῖαν 634 οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠδ οἵ Σάμον ἀμφινέμοντο, 635 οἵ τ ἤπειρον ἔχον ἠδ ἀντιπέραι ἐνέμοντο Ιλ. Β (από τον Κατάλογο τῶν νεῶν, βλ. Monro & Allen 1958)

247 226 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ ο Οδυσσέας είναι βασιλιάς της Ιθάκης, στην εκστρατεία κατά της Τροίας ηγείται ομοιογενούς στρατού αποτελούμενου από Κεφαλλήνες. Είναι επίσης γνωστό ότι ο Όμηρος δεν αναφέρει πουθενά το όνομα Κεφαλληνία, αλλά μόνον το όνομα Κεφαλλῆνες (Οδ. ω 355, 378, 429, βλ. Allen 1958/1962). Το νησί με το όνομα αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο (5 ο π.χ. αι.), όταν αριθμεί τις δυνάμεις των Ελλήνων στη μάχη των Πλαταιών «..τούτων δὲ ἐχόμενοι Παλέες οἱ ἐκ Κεφαλληνίας διακόσιοι..» (ΙΧ, 28, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994). Η χώρα τους αναφέρεται μόνον στο υ της Οδύσσειας ( ), όταν ο Φιλοίτιος αναφέρει ότι από παιδί έβοσκε τα βόδια του Οδυσσέα στη γη των Κεφαλλήνων (κεφ. VII, 2α). Άρα οι Κεφαλλήνες είχαν δικό τους τόπο, που δεν κατονομάζεται με ιδιαίτερο όνομα. Προέρχονταν από τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές, τις οποίες κατέλαβε ο Λαέρτης, και αυτοί κατέλαβαν μετέπειτα την Κεφαλονιά ή μέρος της (τη Σάμη), όπως μαρτυρεί το ανωτέρω απόσπασμα της Ιλιάδας. Στο σημείο αυτό θα επανέλθουμε κατωτέρω. Στόχος μας δεν είναι να ταυτοποιήσουμε τα τοπωνύμια της Ομηρικής Γεωγραφίας, για την οποία ποταμοί μελάνης έχουν αναλωθεί και αναμένονται ακόμη περισσότεροι. Άλλωστε το πρόβλημα της ομηρικής γεωγραφίας, που από την αρχαιότητα δίχασε τους συγγραφείς και διαιωνίζεται μέχρι σήμερα, το επεσήμανε ήδη ο Στράβων (Ι C454, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994): «Ἔχει δὲ ταῦτα λόγον. Οὐ γὰρ εὐκρινῶς ἀποδίδωσιν ὁ ποιητὴς οὔτε περὶ τῆς Κεφαλληνίας οὔτε περὶ τῆς Ἰθάκης καὶ τῶν ἄλλων πλησίον τόπων, ὥστε καὶ οἱ ἐξηγούμενοι διαφέρονται καὶ οἱ ἱστοροῦντες». Μας ξενίζει όμως το γεγονός, που προαναφέραμε, ότι δηλαδή κατά την περιγραφή της επικρατείας του οδυσσειακού κράτους, παραλείπεται ο υψηλότερος και δασοσκεπής Αίνος, στους πρόποδες του οποίου εκτείνεται η αναφερόμενη στους ανωτέρω στίχους περιοχή των Κεφαλλήνων Σάμος (Σάμη). Αντίθετα ο Νήριτος αναφέρεται ως δασωμένος και ανεμοδαρμένος (εἰνοσίφυλλος), που, εάν πρόκειται για τον πολύ χαμηλότερο Νήριτο της σημερινής Ιθάκης ( m), δεν τον χαρακτηρίζουν αυτές οι ιδιότητες. Οι ιδιότητες αυτές δεν είναι δυνατόν επίσης να χαρακτηρίζουν μία πόλη, όπως την Νήρικο της Λευκάδας, που είχε καταλάβει ο Λαέρτης (Οδ. ω : «Οἷος Νήρικον εἷλον ἐϋκτήμενον πτολίεθρον / ἀκτὴν ἠπείροιο Κεφαλλήνεσσιν ἀνάσσων». Το αστικό περιβάλλον των πόλεων δεν είναι εἰνοσίφυλλον. Η σύγχιση μεταξύ των συγγραφέων και ερευνητών έχει επέλθει λόγω ομοιότητας των τοπωνυμίων Νήριτος (Ιθάκη) και Νήρικος (Λευκάδα) και λόγω του ότι στον κατάλογο τῶν νεῶν της Ιλιάδας (βλ. ανωτέρω στίχο Β 632) το εἰνοσίφυλλον Νήριτον δεν ερμηνεύεται από όλους ως ονομασία όρους, αλλά ως χώρα της επικρατείας του Οδυσσέα, εννοώντας τη Λευκάδα. Αυτό συμβαίνει, γιατί στον Πλίνιο με τον τύπο Νήριτος εννοείται η αρχαία πρωτεύουσα της Λευκάδας (Στέφανος ο Βυζάντιος βλ. Φ.Ο.Κ.2004). O Στράβων (Ι, C 454, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) επισημαίνει το λάθος διαχωρίζοντας το όρος της ομηρικής Ιθάκης από την πόλη της Λευκάδας. Ο Partsch (1892) επίσης αναφέρει ότι ο Διονύσιος ο Περιηγητής, γεωγράφος του 1 ου. ή κατ άλλους του 2 ου μ.χ. αι., που συνέγραψε την «Οἰκουμένης Περιήγησιν» (ΙΧ, 495) περιέπλεξε περισσότερο το ήδη δυσερμήνευτο θέμα ονομάζοντας Νήρικον όρος της Ιθάκης! Ο ίδιος επίσης εικάζει ότι πιθανόν να πρόκειται για παρανόηση του Ομήρου, ο οποίος από τη δασώδη χώρα Νήριτο (η Νήριτος) στη Λευκάδα ονόμασε εδώ Νήριτον και όρος

248 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 227 της Ιθάκης. Το πρόβλημα, όπως λέει, θα λυθεί, εφ όσον εξακριβωθεί εάν ο κατάλογος τῶν νεῶν της Ιλιάδας είναι προγενέστερος από τα μέρη της Οδύσσειας, στα οποία αναφέρεται το τοπωνύμιο. Εύστοχα όμως παρατηρεί ότι το ομηρικό όρος Νήριτον δεν έχει κανέναν άλλο τοπικό προσδιορισμό και χωρίς αμφιβολία η περιγραφή του δεν ταιριάζει σε κανένα μέρος της σημερινής Ιθάκης. Άλλοι συγγραφείς, κυρίως Λατίνοι, αναφέρουν τοπωνύμιο Νήριτος και εκτός Ιθάκης (βλ. Αθ. Λεκατσάς 1998, Putman Kramer & Mεταξάς 2007, Κορδώσης 2007), ενώ ο ίδιος ο Οδυσσέας αναφέρει σαφώς ότι το Νήριτον είναι όρος επί της ομηρικής Ιθάκης (ι 21-22: ἐν δ ὄρος αὐτῇ, Νήριτον). Η ταυτότητα του όρους Νήριτον έχει απασχολήσει κατά το παρελθόν πολλούς ερευνητές, οι οποίοι πιστεύουν, βάσιμα κατά την άποψή μας, ότι κάτω από την ονομασία αυτή πιθανόν να υποκρύπτεται ο Αίνος (Τσιμαράτος 2001, Λιβαδάς-Τουμασάτος βλ. Καμπάνης 2003, Putman Cramer & Μεταξάς 2007, κ.ά.). Η ασάφεια ως προς την ταυτότητα του όρους προέρχεται και από το γεγονός ότι παραλείπεται εντελώς το όνομα του Αίνου από τα έπη. Θεωρούμε επίσης παρακινδυνευμένη την άποψη ότι ο χαρακτηρισμός εἰνοσίφυλλος αποδίδεται στον πληθυσμό, ο οποίος κατοικούσε επί του όρους Νηρίτου (Κορδώσης 2007). Το συγκεκριμένο επίθετο ετυμολογείται εκ του ἔνοσις=σεισμός και φύλλον, είναι δε ταυτόσημο με το κινησίφυλλος ή ἀεισίφυλλος και χρησιμοποιείται επί ορέων για το σύδενδρον καὶ ἀνεμῶδες αυτών (Ομηρ. Λεξ. Πανταζίδου 1872). Την ίδια σημασία έχει και στον στίχο Β 757 της Ιλιάδας, όταν αναφέρεται στο όρος Πήλιον (Μαγνήτων οἳ περὶ Πηνειὸν καὶ Πήλιον εἰνοσίφυλλον), όπου είναι φανερό ότι το επίθετο δεν χαρακτηρίζει τους Μάγνητες, αλλά τη φύση του όρους, γύρω από το οποίο κατοικούν. Επίσης στον στίχο ν 351 (βλ. Allen 1962): «τοῦτο δὲ Νήριτόν ἐστιν ὄρος καταειμένον ὕλῃ» έχουμε ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του όρους. Το καταειμένον (σκεπασμένο με δάση) είναι σε αντίθεση με την εγκατάσταση σε αυτό πληθυσμού ανθρώπων. Πιστεύουμε ότι η σύγχιση μεταξύ των ερμηνευτών γύρω από τον τύπο Νήριτον, εάν δηλαδή αναφέρεται σε βουνό της ομηρικής Ιθάκης ή στη Λευκάδα, οφείλεται και στο ότι λείπει το άρθρο από το όνομα Νήριτον, όπως λείπει και από τα άλλα κύρια ονόματα των κτήσεων του Οδυσσέα, που περιέχονται στους στίχους Όλα τα κύρια ονόματα των στίχων αυτών είναι σε πτώση αιτιατική. Οι αιτιατικές των δύο αμφισβητούμενων ονομάτων συμπίπτουν απόλυτα: ο τύπος Νήριτον γραμματικά μπορεί να είναι αιτιατική του θηλυκού ονόματος η Νήριτος (την Νήριτον), αλλά μπορεί να είναι ονομαστική ή και αιτιατική του ουδετέρου το Νήριτον. Είναι γνωστό ότι τα ουδέτερα έχουν τρεις πτώσεις όμοιες. Στον στίχο 632 λοιπόν ο τύπος Νήριτον δεν δηλώνει ξεχωριστή κατάκτηση του Λαέρτη στη Λευκάδα, αλλά είναι αιτιατική του ουδετέρου ονόματος το Νήριτον, που είναι και το όνομα του όρους, όπως ρητά και ίδιος ο Οδυσσέας το αναφέρει, όταν ρωτήθηκε στη χώρα των Φαιάκων για την καταγωγή και την πατρίδα του (ι 21-27: «Ναιετάω δ Ἰθάκην εὐδείελον ἐν δ ὄρος αὐτῇ, / Νήριτον εἰνοσίφυλλον ἀριπρεπές ἀμφὶ δὲ νῆσοι / πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσιν, / Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος.» (η έντονη γραφή δηλώνει τους τύπους των ουδετέρων σε ονομαστική).

249 228 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Στην Αινειάδα του Βιργιλίου, ο οποίος έζησε τον 1 ο π.χ. αι., σύγχρονος περίπου με τον Στράβωνα, υπάρχει μία εκ διαμέτρου αντίθετη περιγραφή του όρους από αυτή των επών. Ο Ρωμαίος ποιητής, που συνέθεσε την Αινειάδα κατά το πρότυπο της Οδύσσειας, αναφέρει ότι ο Αινείας μετά την Κρήτη κατευθύνθηκε προς τις Στροφάδες. Πλέοντας προς Βορρά μετά τις Στροφάδες είδε τα εξής: «Iam medio apparet fluctu memorosa Zacynthos Dulichiumque Sameque et Neritos ardua saxis. effugimus scopulos Ithacae, Laertia regna, et terram altricem saevi exsecramur Ulixi. Mox et Leucatae nimbosa cacumina montis et formidatus nautis aperitur Apollo». Μετάφρ.: Ήδη φαίνεται εις το μέσον των κυμάτων η δασώδης Ζάκυνθος και το Δουλίχιον και η Σάμη και το απόκρημνον εκ των βράχων Νήριτον. Εκφεύγομεν τους σκοπέλους της Ιθάκης, τα Λαέρτεια βασίλεια, και καταρώμεθα την χώραν, την τροφόν του αγρίου Οδυσσέως. Mόλις και του όρους Λευκάτα αι ομιχλώδεις κορυφαί και ο (ναός) του Απόλλωνος, ο φοβερός εις τους ναύτας, αποκαλύπτεται. (βλ. Γεωργοβασίλης 1998). Από την περιγραφή του Βιργιλίου απουσιάζει πάλι ο γνωστός πλέον κατά την εποχή αυτή Αίνος, ενώ αναφέρονται οι ομιχλώδεις κορυφές του Λευκάτα και ο φοβερός ναός του Απόλλωνος. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι ο βράχος αυτός της Λευκάδας ονομάστηκε έτσι από τον ωραίο Λευκάτα, που αυτοκτόνησε, για να αποφύγει τον έρωτα του Απόλλωνα. Ο Βιργίλιος αποκαλεί τον ναό formidatus (τρομερό) λόγω της ανάμνησης των εκεί πανάρχαιων ανθρωποθυσιών (Richepin 1954). Σημειώνουμε επίσης ότι: στο βόρειο άκρο της χερσονήσου της Ερίσου στη Β. Κεφαλονιά, σημερινό Φισκάρδο, βρισκόταν ο ναός του Πανορμίου Ἀπόλλωνος. Την ύπαρξή του μαρτυρεί ο Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς, ο οποίος έζησε την εποχή του Αυγούστου (31 π.χ.-14 μ.χ.), σύγχρονος του Βιργιλίου: «Φοῖβε, Κεφαλλήνων λιμενοσκόπε, θῖνα Πανόρμου ναίων, τρηχείης ἀντιπέρην Ἰθάκης» (Παλατινή Ανθολογία, Χ. 25, στον Partsch 1892). Στη θέση αυτή του Φισκάρδου σώζονται σήμερα τα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Έχουμε λοιπόν δύο φημισμένους ναούς την ίδια σχεδόν εποχή σε άξονα Βορρά Νότου (Ν. Λευκάδα-Β. Κεφαλονιά). Το ότι λοιπόν δεν αναφέρεται ο ναός του Πανορμίου Ἀπόλλωνος στο Φισκάρδο, σημείο ορατό από όσους ταξιδεύουν δυτικά της Ιθάκης μέσω του διαύλου Κεφαλονιάς ακολουθώντας πορεία προς Βορρά, αλλά αντίθετα αναφέρεται ο Λευκάτας, ενισχύει την άποψη ότι ο Αινείας παρακάμπτει την Κεφαλονιά και κατευθύνεται προς Β πλέοντας ανατολικά της Ιθάκης (Εικ. 111). Αυτός πιθανόν να είναι και ο λόγος, που ο Βιργίλιος, δεν κάνει μνεία της Κεφαλονιάς, αν και είναι ήδη γνωστή με αυτό το όνομα στην εποχή του, αλλά αναφέρει μόνο τα νότια μέρη του νησιού, που εμφανίζονται, όταν απομακρύνεται κανείς από τη Ζάκυνθο (Δουλίχιο και Σάμη). Κατευθυνόμενος προς Λευκάτα έχει ήδη υπερβεί την Ιθάκη, οπότε ο ναός του Πανορμίου Ἀπόλλωνος δεν είναι ορατός, έχει μείνει πίσω και δεν αποτελεί κατευθυντήριο σημείο πορείας. Γι αυτό και δεν τον αναφέρει.

250 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 229 Πιο αναλυτικά: η κατεύθυνση της διαδρομής προς Βορρά, το αντίκρισμα του πανύψηλου βράχου του Λευκάτα στη Ν. Λευκάδα και η απουσία αναφοράς στον ναό του Απόλλωνος στο Φισκάρδο μας προσανατολίζουν στο εξής: για να μην αναφέρεται πάλι ο Αίνος, ο οποίος την εποχή του Βιργιλίου ήταν πλέον γνωστός με αυτό το όνομα (γιατί τον αναφέρει και ο σύγχρονός του Στράβων), σημαίνει ότι ο ποιητής δεν περιγράφει τον πλου μέσω του διαύλου Κεφαλονιάς- Ιθάκης, στον οποίο δεσπόζει από τα δυτικά ο Αίνος, ενώ κανονικά θα έπρεπε να τον αναφέρει. Επομένως περιγράφει τον πλου ανατολικά της Ιθάκης, κατά τον οποίο, όσοι ταξιδεύουν πλησίον της ακτής, βλέπουν μόνον τον Νήριτο, όπως είναι και σήμερα, απόκρημνος και βραχώδης. Εικ. 111: Τα βέλη δείχνουν την ακτοπλοϊκή πορεία προς Β, που ακολούθησε κατά τον Βιργίλιο ο Αινείας μετά την αναχώρησή του από την Κρήτη: Στροφάδες, Ζάκυνθος, Δουλίχιο, (ορισμένοι ερευνητές το τοποθετούν στην Κεφαλονιά) και Σάμη. Πλέοντας ανατολικά της Ιθάκης φαίνεται το απότομο βραχώδες Νήριτον. Στη συνέχεια ο Αινείας φθάνει στο Άκτιον, όπου τελεί αγώνες και θυσίες προς τιμήν του Διός. Κατόπιν, πριν κατευθυνθεί δυτικά προς τον Τάραντα, σταματά στο Βουθρωτό και τελεί θυσία στο κενοτάφιο του Έκτορα. Με τις κόκκινες κουκκίδες σημειώνονται οι δύο ναοί: του Πανορμίου Απόλλωνος στην Κεφαλονιά και του Απόλλωνος Λευκάτα στη Λευκάδα.

251 230 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Η περιγραφή λοιπόν του Νηρίτου από τον Βιργίλιο ως απόκρημνου και βραχώδους όρους είναι μεν αντίθετη με την ομηρική, αλλά ανταποκρίνεται απόλυτα στην εικόνα του Νηρίτου της σημερινής Ιθάκης. Καταλήγουμε λοιπόν ότι το εἰνοσίφυλλον ὄρος και το καταειμένον ὕλῃ του Ομήρου δεν είναι το ίδιο με το απόκρημνο και βραχώδες του Βιργιλίου, αλλά πρόκειται για δύο διαφορετικά βουνά. Πιστεύουμε ότι η περιγραφή στην Αινειάδα είναι η πιο σωστή. Βασιζόμαστε στο γεγονός ότι την εποχή του Βιργιλίου οι γεωγραφικές γνώσεις αποτυπώνουν πραγματικά στοιχεία, γιατί, εκτός από τις προγενέστερες της εποχής του γραπτές πηγές και την πρόοδο στον τομέα της χαρτογράφησης, η κοσμοκρατορία της Ρώμης για λόγους στρατηγικούς βασιζόταν στην ακριβή γεωγραφική γνώση του μεσογειακού χώρου, ώστε να μπορεί να τον ελέγχει. Απόδειξη η αναφορά του Αντιπάτρου στον Ναό του Πανορμίου Ἀπόλλωνος. Άλλωστε τη συγκεκριμένη περιοχή του Ιονίου την είχαν «οργώσει» κυριολεκτικά οι ρωμαϊκές γαλέρες στις κατά θάλασσα αναμετρήσεις, τόσο με τους Αιτωλούς, όσο και κατά τις μεταξύ τους εμφύλιες διαμάχες. Αρκεί να αναφερθούμε μόνον στη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.χ.), που ανέδειξε μονοκράτορα της Ρώμης τον Οκταβιανό Αύγουστο, τον οποίο εξυμνεί ο σύγχρονός του Βιργίλιος. Με δεδομένη την υπάρχουσα πλέον γνώση θα ήταν άτοπο να καταλογίσουμε στον ποιητή σύγχιση ως προς τη γνώση της θαλάσσιας περιοχής. Επομένως, για να περιγράφει έτσι τον Νήριτο, σημαίνει ότι είχε σαφή εικόνα του θαλάσσιου χώρου και των ακτοπλοϊκών διαδρομών. Πλέοντας ανατολικά της Ιθάκης και πλησίον της ακτής έβλεπε μόνον τον σημερινό Νήριτο, τον οποίο και περιγράφει. Πριν όμως το πλοίο βρεθεί ανατολικά της Ιθάκης αφήνει πίσω του τη Ζάκυνθο, το Δουλίχιον και τη Σάμη με τη σειρά, που εμφανίζονται στον ορίζοντα.. Επομένως ο ποιητής τοποθετεί το Δουλίχιον και τη Σάμη στην Κεφαλονιά, όπως ήδη προαναφέραμε, μια και δεν υπάρχει άλλο ενδιάμεσο νησί. Άλλη μία ένδειξη για την ταυτότητα του Νηρίτου μας παρέχει ο Οβίδιος, ποιητής και αυτός, σύγχρονος του Αυγούστου. Ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις (VIII ,) αναφέρει ότι φθάνοντας στις Στροφάδες με τα ανασφαλή λιμάνια, τους φόβισε η φτερωτή Άρπυια Αελλώ και έπλευσαν κοντά στα λιμάνια του Δουλιχίου και στην Ιθάκη και στη Σάμo (Σάμη) και στην κατοικία των Νηριτίων, βασίλειο του πανούργου Οδυσσέα. Strophadorum receptos Portubus infidis exterruit ales Aello. Et iam Dulichios portus Ithacamque Samonque Neritiasque domus, regnum fallacis Ulixis Praeter erunt vecti. (βλ. Putman Kramer & Mεταξά 2000) Παρατηρούμε ότι εδώ ως κάτοικοι του οδυσσειακού κράτους δεν αναφέρονται οι Κεφαλλήνες, αλλά οι Νηρίτιοι, ενώ χωριστά αναφέρονται το Δουλίχιο, η Ιθάκη και η Σάμη. Για να αναφέρει τους Νηριτίους χωριστά από την Ιθάκη σημαίνει ότι δεν τους θεωρεί κατοίκους της. Οπότε το Νήριτον δεν το τοποθετεί επί της Ιθάκης.

252 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 231 Σε αντίθεση με τους ρωμαϊκούς χρόνους στα ομηρικά έπη δεν υπάρχει γεωγραφική γνώση του μεσογειακού χώρου. Από τα γεωγραφικά στοιχεία αναφέρονται μόνον όσα έχει διασώσει η προφορική παράδοση και, ως εκ τούτου, πολλά παραμένουν συγκεχυμένα. Σύμφωνα λοιπόν με όσα ανωτέρω εκθέσαμε στην περιγραφή του Βιργιλίου εμείς αναγνωρίζουμε το Νήριτον της σημερινής Ιθάκης και από την περιγραφή του Οβιδίου διαπιστώνουμε ότι το ομηρικό Νήριτον τοποθετείται εκτός της Ιθάκης. Ο αντίλογος, που εύλογα μπορεί να θέσει κανείς στα ανωτέρω είναι ότι αυτά δεν αποτελούν παρά μόνο υποθέσεις, βασισμένες σε έργα ποιητών και όχι ιστορικών, που επισταμένα έχουν ερευνηθεί. Πιστεύουμε όμως ότι κάθε πηγή μπορεί να προσφέρει κάτι καινούριο, αν τύχει διαφορετικής θεώρησης και να συμβάλει έστω και κατ ελάχιστο στο δυσεπίλυτο θέμα της ομηρικής γεωγραφίας. Όσο για το ομηρικό Νήριτον η άποψή μας είναι ότι σχετίζεται με την απουσία του ονόματος του Αίνου από τα έπη. Το σημείο αυτό θα επιχειρήσουμε να το ερμηνεύσουμε στη συνέχεια ερευνώντας το παράλληλα με κάποια άλλη διάσταση του θέματος. Στην περιγραφή της πολεμικής ισχύος του Οδυσσέα, που εκφράζουν οι προαναφερόμενοι στίχοι της Ιλιάδας, αντικατοπτρίζεται το εύρος του οδυσσειακού κράτους με κυρίαρχο λαό τους Κεφαλλήνες. Οι Κεφαλλήνες κατοικούσαν στη Σάμο ή Σάμη, είχαν στην κατοχή τους Ζάκυνθον, Ἰθάκην και Νήριτον και έβοσκαν τα κοπάδια τους στην Κροκύλεια, στην Αἰγίλιπα και στις απέναντι στεριές ή τις καλλιεργούσαν. Η παράβλεψη εδώ από τον ποιητή του επιβλητικότερου και δασωμένου Αίνου είναι πολύ χτυπητή. Η ψηλότερη κορυφή του (1.628 m), ορατή στο πέλαγος από απόσταση πολλών μιλίων από τους ναυτικούς, είναι η πρώτη, που συναντούν τα καταιγιδοφόρα νέφη στην πορεία τους εκ δυσμών προς ανατολάς καθιστώντας τον από τις πιο κεραυνόπληκτες περιοχές. Γι αυτό και η λατρεία του Αινησίου Διός στην κορυφή του, πράγμα που φέρεται ότι γνωρίζει ο λίγο μεταγενέστερος του Ομήρου Ησίοδος και μνημονεύεται στο αποδιδόμενο εις αυτόν έργο Γυναικῶν Κατάλογος ἤ Ἠοῖαι (ή οποίες, ή τέτοιες) κατά την περιγραφή της καταδίωξης των Αρπυιών από τους γιους του Βορέα στην Αργοναυτική εκστρατεία: 28, (57): «..ἔνθ οἵ γ εὐχέσθην Αἰνηίῳ ὑψιμέδοντι» (βλ. Λεκατσάς 1939). Ο Όμηρος κατά την κρατούσα άποψη έζησε το δεύτερο ήμισυ του 8 ου π.χ. αι., ο δε Ησίοδος προς το τέλος του. Είναι περίεργο ότι ενώ οι δύο ποιητές έζησαν περίπου την ίδια εποχή με διαφορά ολίγων δεκαετιών, ο νεότερος Ησίοδος γνωρίζει και ονομάζει το βουνό, ο αρχαιότερος Όμηρος το αγνοεί. Στο σημείο αυτό όμως θα επανέλθουμε. Από την αναφορά στη γεωμορφολογία των περιοχών, που αποτελούσαν το κράτος του Οδυσσέα στους ανωτέρω στίχους της Ιλιάδας, σημειώνουμε τα τρία ρήματα, που χρησιμοποιεί ο ποιητής, εἶχον, ἐνέμοντο και ἀμφινέμοντο. Και τα τρία δηλώνουν κυριότητα επί του εδάφους, αλλά δεν είναι απόλυτα συνώνυμα (Ομηρ. Λεξ. Πανταζίδου 1872). Κατά την άποψή μας η εννοιολογική χροιά, που τα διαφοροποιεί, μας επιτρέπει να τα ερμηνεύσουμε ως εξής: το πρώτο (εἶχον) δηλώνει κυριαρχία και κατοχή, το δεύτερο (ἐνέμοντο) εκμετάλλευση και κάρπωση γης, τη δια της βοσκής ή δια της καλλιεργείας νομή, και το τρίτο (ἀμφινέμοντο) την έδρα κατοικίας του εμψύχου υποκειμένου, δηλαδή του λαού. Η έδρα των Κεφαλλήνων αναφέρεται στα έπη με δύο τύπους Σάμος, όπως στο

253 232 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ανωτέρω χωρίο, αλλά και Σάμη (Οδ. α 245: «ὅσσοι γὰρ νήσοισιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι / Δουλιχίῳ τε Σάμῃ τε καὶ ὑλήεντι Ζακύνθῳ», π 249: «Ἐκ δὲ Σάμης πίσυρες τε καὶ εἴκοσι φῶτες ἔασιν»). Κατά τον Στράβωνα Σάμος λεγόταν τότε το νησί της Κεφαλονιάς, ενώ Σάμη ήταν το όνομα της πόλης. Παρεμπιπτόντως σημειώνουμε ότι ιστορικοί και ερευνητές, μεταξύ των οποίων ο Λοβέρδος (1888) και οι νεότεροι Putman Cramer & Μεταξάς (2007) θεωρούν ότι δεν λεγόταν Σάμη όλη η Κεφαλονιά, αλλά και τότε, όπως και τώρα, μόνο το ανατολικό τμήμα της, συμπεριλαμβανομένης και της χερσονήσου της Ερίσου (βλ. και κεφ. VII, 3). Αυτός είναι και ο λόγος, για τον οποίο στους στίχους ι η Σάμη και το Δουλίχιον αναφέρονται ως ξεχωριστά νησιά, γιατί στην αρχαιότητα και τις χερσονήσους ονόμαζαν νήσους. Άλλωστε ο όρος χερσόνησος στον Απολλώνιο τον Ρόδιο (Α 925), που έζησε τον 3 ο π.χ. αι., αλλά και σε άλλους αρχαίους συγγραφείς ορίζεται ως «ἡ χέρσος ἅμα καὶ νῆσος, σχεδὸν νῆσος» ή ως «νῆσος συνδεδεμένη μετὰ γεφύρας πρὸς τὴν ξηράν.» (βλ. Λεξ. Liddel & Scott. Ο όρος χερσόνησος επεκράτησε αργότερα. Η μετάφραση των στίχων από το Β της Ιλιάδας, κατά την άποψή μας, δυνατόν να αποδοθεί, όπως εκθέτουμε κατωτέρω, σύμφωνα με τη διαφοροποίηση της εννοιολογικής χροιάς των ρημάτων, που αναφέραμε στα προηγούμενα. Στον στίχο 632 όμως θα επανέλθουμε στα επόμενα. Στ. 631 «Έπειτα ο Οδυσσέας ήταν αρχηγός των γενναίων Κεφαλλήνων. 632 Αυτοί κατείχαν την Ιθάκη και τον Νήριτο με τ ανεμοδαρμένα δάση, 633 και εκμεταλλεύονταν την Κροκύλεια και την πετρώδη Αιγίλιπα, 634 αυτοί κατείχαν τη Ζάκυνθο και κατοικούσαν στη Σάμη, 635 και αυτοί καρπώνονταν την απέναντι ηπειρωτική γη». Όλες οι ανωτέρω περιοχές, Ἰθάκη και Νήριτος, Κροκύλεια, Αἰγίλιψ, Ζάκυνθος αποτελούν τις επί πλέον κατακτήσεις των Κεφαλλήνων πέρα από τα όρια του ισχυρού κράτους της Σάμης, η οποία στους ανωτέρω στίχους ταυτίζεται με την έδρα τους. Ανατολικά, πάνω από τις περιοχές, που εκτείνεται η επικράτεια της Σάμης, δεσπόζει ο Αίνος, εξέχον σημείο γεωμορφολογικά και σημείο γεωγραφικού προσανατολισμού των ναυτίλων της αρχαιότητας στο ενδιάμεσο των θαλασσίων οδών από το Αιγαίο και την κεντρική Μεσόγειο προς τη Δύση. Αναπόφευκτα θα έπρεπε να είναι τόσο γνωστό, όσο και το κράτος, του οποίου δεσπόζει. Γιατί λοιπόν δεν αναφέρεται; Παρατηρώντας τη στίξη των στίχων διαπιστώνουμε τα εξής: Στον 632 «οἵ ῥ Ἰθάκην εἶχον καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον» δεν υπάρχει κόμμα πριν από το και, γιατί συνδέει συμπλεκτικά το Ἰθάκην με το Νήριτον. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι εννοούνται μαζί, ότι δηλαδή το Νήριτον δεν είναι άλλος τόπος, αλλά αποτελεί μέρος της Ιθάκης, αναπόσπαστο χαρακτηριστικό κομμάτι της (πρβλ. Η Σπάρτη και ο Ταΰγετος = Η Σπάρτη με τον Ταΰγετο, η Αθήνα και η Ακρόπολη = η Αθήνα με την Ακρόπολη). Αντίθετα η ύπαρξη κόμματος μετά το εἰνοσίφυλλον, αν και ο επόμενος στίχος 633 αρχίζει επίσης με και (καὶ Κροκύλει ἐνέμοντο), μας υποδεικνύει ότι η σύνδεση του στίχου 632 με τον 633 δεν είναι συμπλεκτική, αλλά παρατακτική (πρβλ. Οδ. ζ 9-10: «Ναυσίθοος θεοειδής.../ ἀμφὶ δὲ τεῖχος ἔλασσε πόλει, καὶ ἐδείματο οἴκους, / καὶ νηούς ποίησε θεῶν, καὶ

254 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 233 ἐδάσσατ ἀρούρας», όπου το καὶ είναι παρατακτικό και γι αυτό χωρίζεται με κόμμα βλ. Τζάρτζανος 1967, 124, 1, 2). Μετά τα ανωτέρω επανερχόμενοι στον ανωτέρω στίχο 632 διαφοροποιούμε τη μετάφραση «αυτοί κατείχαν την Ιθάκη και το Νήριτο» ως εξής: «αυτοί κατείχαν την Ιθάκη με το Νήριτο, που χει ανεμοδαρμένα δάση», γιατί το βουνό αυτό είναι αναπόσπαστο στοιχείο της πατρίδας του ήρωα και δεν νοείται η Ιθάκη χωρίς αυτό (βλ. ανωτέρω στ. ι 21-27). Εδώ δεν εννοείται η πόλη Ιθάκη, αλλά το νησί, στο οποίο υπάρχει το όρος. Το χωρίο έχει προβληματίσει επίσης τον Στράβωνα (C 454, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994), ο οποίος σχολιάζει ότι η Ιθάκη είναι το νησί και όχι η πόλη, γιατί δεν νοείται βουνό μέσα στην πόλη «ἐν γὰρ τῇ νήσῳ οὐκ ἐν τῇ πόλει τὸ ὄρος». Ήταν το γνώριμο σημάδι του νησιού, που έδειξε η Αθηνά στον Οδυσσέα. (ν 344: «ἀλλ ἂγε τοι δείξω Ἰθάκης ἕδος, ὄφρα πεποίθῃς» και 351: «τοῦτο δὲ Νήριτόν ἐστιν ὄρος καταειμένον ὕλῃ»). Άρα και στη σημερινή Ιθάκη θα έπρεπε να υπάρχει βουνό, που να ανταποκρίνεται σε αυτή την περιγραφή. Εφ όσον λοιπόν ο Οδυσσέας τοποθετεί το Νήριτον όρος επί της ομηρικής Ιθάκης, πρέπει να αναζητήσουμε το νησί με το βουνό της περιγραφής, του οποίου ο χαρακτηρισμός ἀριπρεπὲς αναδίδει μία χροιά υπερηφάνειας εκ μέρους του ήρωα. Το ότι δίνει το εξέχον χαρακτηριστικό της πατρίδας του, το μοναδικό, που την κάνει να ξεχωρίζει, σημαίνει ότι τα άλλα νησιά, που βρίσκονται τριγύρω, δεν διαθέτουν κάτι παρόμοιο. Αυτό δεν μπορεί να ισχύει στην περίπτωση που εννοεί τη σημερινή Ιθάκη, γιατί τα χαρακτηριστικά αυτά τα διαθέτει μόνον η Κεφαλονιά με τον Αίνο! Η Ιθάκη σήμερα στερείται δασών. Ο Πάρτς (1892) αναφέρει ότι τα τελευταία ίχνη από τα αρχαία δάση της καταστράφηκαν το 1590 επί Ενετοκρατίας και ότι μόνο ένα «αραιόν δασύλλιον» διασώζεται στην ανατολική πλαγιά του όρους Μεροβίγλι στη Ν. Ιθάκη αποτελούμενο από νέα φυλλοφόρα δένδρα. Δεν αναφέρεται η Ελάτη, που ήταν τόσο οικεία στον Οδυσσέα. Μόνον μία γυρεολογική έρευνα θα αποδείξει, εάν αυτή υπήρξε ποτέ στην Ιθάκη. Με βάση την ανωτέρω περιγραφή, που δίνει ο ίδιος ο Οδυσσέας, και έχοντας υπ όψη ότι ο Αίνος είναι άγνωστος στο έπος, θα τολμήσουμε την εξής ερμηνεία: ένα τόσο ψηλό βουνό στην επικράτεια του ήρωα, δασωμένο με την πολύτιμη Ελάτη, σημείο αναφοράς για τους τότε ναυτικούς, όπως και ο ίδιος ο Οδυσσέας, δεν είναι δυνατόν να αγνοείται, σαν να μην υπήρχε. Αντίθετα αναφέρεται ο Νήριτος ως εἰνοσίφυλλος = σύδενδρο και ανεμώδες όρος (ό.π.) και ως ὄρος καταειμένον ὕλῃ = βουνό κατασκέπαστο από δάση (Οδ. ν 351: τοῦτο δὲ Νήριτόν ἐστιν ὄρος καταειμένον ὕλῃ), με ιδιότητες δηλαδή, οι οποίες προσιδιάζουν μόνον στον Αίνο. Το βουνό της Κεφαλονιάς ούτε μετακινήθηκε ούτε εξαφανίστηκε, όπως δεν μετακινήθηκε και δεν εξαφανίστηκε το νησί, στο οποίο βρισκόταν! Ο Αίνος υπήρχε, από όταν αναδύθηκε η Κεφαλονιά μέσα από τον βυθό της Τηθύος. Είναι παράδοξη λοιπόν η άγνοια (;) αυτή του Ομήρου για το επιβλητικότερο βουνό του Ιονίου, ενώ περιγράφει κατά τα άλλα λεπτομερώς χαρακτηριστικά τοπία και τη φύση της Ιθάκης, όπως τους δίδυμους λιμένες, τον κόλπο του Φόρκυνος, το άντρον των Νυμφών, την πέτρα του Κόρακος, τη νησίδα της ενέδρας των μνηστήρων, τα αμπέλια, τα περιβόλια με τα οπωροφόρα δέντρα, τις στάνες κ.λπ. Στο βόρειο τμήμα της σημερινής Ιθάκης σήμερα υπάρχει βουνό με την ονομασία Νήριτος (υψ m). Όμως δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για

255 234 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ την προέλευση της ονομασίας, γιατί, όπως αναφέρει και ο Partsch (1892), παρατηρείται το φαινόμενο της «αναβάπτισης», για να ταυτιστούν εκ των υστέρων περιοχές της σημερινής Ιθάκης με την ομηρική. Αν όντως έτσι έχει συμβεί, η αναβάπτιση πρέπει να είχε ήδη γίνει την εποχή του Βιργιλίου, του οποίου η περιγραφή, όπως είδαμε, ανταποκρίνεται απόλυτα στον σημερινό Νήριτο. Τι έχει γίνει όμως με τον άλλο Νήριτο, τον ομηρικό, και γιατί αγνοείται ο Αίνος; Εάν υποθέσουμε ότι ο βωμός ή το ιερό δεν υπήρχε στον Αίνο κατά τη μυκηναϊκή εποχή και αυτό το γνώριζε ο Όμηρος, ενώ στη μετέπειτα δική του εποχή υπήρχε, αλλά για λόγους συνεπείας προς την εποχή των Τρωικών, που περιγράφει, το αποσιωπά, είναι ασυμβίβαστο με τη γενικότερη θεώρηση του έργου του, στο οποίο έχει διαπιστωθεί ότι αναμιγνύει στοιχεία της δικής του εποχής με της μυκηναϊκής. Το ότι όμως αγνοεί το βουνό, γεννιέται το ερώτημα «γιατί;». Κατά την άποψή μας δεν το αγνοεί σκόπιμα, απλώς δεν το γνωρίζει, γιατί το όνομα Αίνος, ο βωμός και η λατρεία του Διός δεν υπήρχαν τότε. Το μόνο που υπήρχε ήταν ένα μεγάλο δασωμένο βουνό. Μήπως λοιπόν η παράλειψη του Αίνου δεν οφείλεται σε άγνοια του Ομήρου, αλλά στο ότι το βουνό ήταν τότε γνωστό με άλλο όνομα; Την άποψή μας ενισχύει το γεγονός ότι το ίδιο έχει συμβεί και με την ονομασία του νησιού, το οποίο έγινε γνωστό ως Κεφαλληνία τρεις περίπου αιώνες μετά τον Όμηρο. Ο Στράβων (Ι, C , C βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) ονομάζει την Κεφαλονιά τετράπολιν οὖσαν και μνημονεύει τις ονομασίες Τηλεβόα, Δουλίχιον και Τάφο, με τις οποίες άλλοι (δεν τους κατονομάζει) ταυτοποιούν την Κεφαλονιά, και αναφέρει τη διόρθωση του Απολλοδώρου από Σάμη σε Σάμο. Πιστεύουμε ότι και στις δύο περιπτώσεις της σωζόμενης ονοματοδοσίας, και της Κεφαλονιάς και του Αίνου, πρόκειται για μετονομασία, γιατί στερείται εντελώς λογικής η υπόθεση ότι το βουνό και η κατάφυτη από δάση σκιερά νήσος δεν υπήρχαν στην εποχή του Ομήρου! Την άποψή μας αυτή ενισχύει το γεγονός ότι η ονομασία της γειτονικής Ζακύνθου κατά μία παράδοση, που διασώζει ο Παυσανίας, οφείλεται στον γιο του Δαρδάνου Ζάκυνθο το 1500 π.χ. (Αχαϊκά VIII, 24. 3, βλ. Παπαχατζής 2004), ενώ κατά τον Θουκυδίδη είναι αχαϊκής προέλευσης. Η κατάληξη του ονόματος σε νθος το κατατάσσει στα προελληνικά, όπως και όσα λήγουν σε -ηττος, -σσος (στον Μπαμπινιώτη 2002). Είναι άξιο απορίας το ότι η μεν Ζάκυνθος αναφέρεται στα έπη, ενώ δεν κατονομάζεται η Κεφαλονιά, αλλά μόνον ο λαός (Κεφαλλήνες). Αυτό κατά την άποψή μας σημαίνει ότι τότε το νησί έφερε άλλο όνομα, όπως και ο Αίνος. Η ερμηνεία επίσης ότι το βουνό ονομάστηκε Αίνος προς τιμήν του Αίνου, συντρόφου του Οδυσσέα, που σκοτώθηκε στη Θράκη (Μαρινάτος 1962), δεν μας πείθει. Στην περίπτωση αυτή η μετονομασία του όρους θα έπρεπε να ήταν περίπου σύγχρονη με την εποχή του Οδυσσέα, ο οποίος έπρεπε να γνωρίζει και να μνημονεύει το συμβάν, γιατί οι ήρωες τιμώνται αμέσως μετά τον ηρωικό τους θάνατο και όχι μετά παρέλευση ετών. Στη συνέχεια θα εκθέσουμε και τη δική μας άποψή σχετικά με την εποχή της μετονομασίας του όρους της Κεφαλονιάς σε Αίνο. Η επαφή των Αχαιών με τη Μινωική Κρήτη περί τον 15 ο αι. π.χ. επηρέασε τη θρησκεία τους, η οποία εξελίχθηκε σε Κρητομυκηναϊκή, γιατί εισέδυσαν σε αυτή πολλά προελληνικά στοιχεία, θεότητες και λατρεία (Nilson 1990,1992).

256 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 235 Όμως το ελληνικό Πάνθεον διαμορφώθηκε οριστικά μετά την κάθοδο των Δωριέων (1.100 π.χ.) και λογικά μετά παρέλευση από αυτήν ενός εύλογου χρόνου, κατά τον οποίο σταθεροποιήθηκε κάπως το εδαφικό καθεστώς μετά τις μεγάλες μετακινήσεις των φύλων. Επί πλέον ο χρόνος αυτός λόγω των συντηρητικών στοιχείων του λαού και των εσωτερικών διεργασιών, που συμβαίνουν στο θρησκευτικό του υποσυνείδητο, καλύπτει ίσως κάποιες εκατονταετίες, έως ότου αφομοιωθεί εντελώς το νέο στοιχείο. Επομένως η οριστική διαμόρφωση της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και του Δωδεκαθέου σε πανελλήνιο επίπεδο υποθέτουμε ότι έγινε μεταξύ 9 ου και 8 ου π.χ. αι. Όσον αφορά στην Κεφαλονιά οι πηγές δεν παρέχουν επαρκή πληροφόρηση για το τι συνέβη από τη δωρική μετανάστευση και μετά, ώστε να συμπεράνουμε για τυχόν εγκαταστάσεις αποίκων στο νησί κατά τη συγκεκριμένη περίοδο. Το μόνο γνωστό είναι ότι καταργήθηκε η βασιλεία και διαλύθηκε το κράτος των Κεφαλλήνων. Ο δωρικός κόσμος διείσδυσε στο Ιόνιο και στη δυτική Μεσόγειο κατά τη δεύτερη φάση του ελληνικού αποικισμού τέλη 9 ου με αρχές 8 ου π.χ. αι. Η δωρική Κόρινθος ίδρυσε αποικία στη γειτονική Ιθάκη προς το τέλος του 9 ου αι., καθώς και στην Κέρκυρα το 734 π.χ. (Σακελλαρίου 1971). Τα στοιχεία της αιολοδωρικής διαλέκτου, που επιβιώνουν σε ορισμένα τοπωνύμια της Κεφαλονιάς, όπως π.χ. Παγά και Λανού, μαρτυρούν δωρική παρουσία στο νησί, αλλά παραμένουν άγνωστα ο τόπος, η έκταση και η χρονολογία της εγκατάστασης. Η αποικία στην Ιθάκη παρέχει μία ένδειξη ότι το πέρασμα των Δωριέων από την Κεφαλονιά πρέπει να έγινε κατά τη χρονική αυτή περίοδο, οπότε η τελική διαμόρφωση του θρησκευτικού σκηνικού στο νησί θα καθυστέρησε συγκριτικά με την άλλη Ελλάδα. Και αν υπολογίσουμε και εδώ ένα εύλογο χρόνο αφομοίωσης του Δωδεκαθέου από τη θρησκευτική συνείδηση του λαού, γίνεται κατανοητό γιατί ο Όμηρος (8 ος π.χ. αι.) δεν αναφέρει τη λατρεία του Διός στον Αίνο. Σημειώνουμε ότι ο αρχαϊκός δωρικός ναός στη Γραδού της Σκάλας (ΝΑ. Κεφαλονιά) χρονολογείται από τον Μαρινάτο (1962) στον 6 ο π.χ. αι. και συνοδεύεται με το σχόλιο ότι «είναι λίαν χαρακτηριστική η διανομή τοιούτων ναών κατά μήκος της θαλασσίας οδού προς την Δύσιν, ήτις οδήγησε τους Έλληνας εις την δημιουργίαν της Μεγάλης Ελλάδος». Η δωρική εγκατάσταση στην Κεφαλονιά λοιπόν λογικά πρέπει να είχε προηγηθεί της ίδρυσης του ναού και να ήταν περίπου σύγχρονη με το αποικιακό ρεύμα προς τη Δύση. Άρα στα χρονικά περιθώρια των μεταναστεύσεων του 8 ου π.χ. αι., που ζουν και ο Όμηρος και ο Ησίοδος, υποθέτουμε ότι το νέο θρησκευτικό σκηνικό ή δεν είχε εισαχθεί στην Κεφαλονιά ή δεν είχε επαρκώς αφομοιωθεί. Η κατάληψη της Κεφαλονιάς από τους Αχαιούς υπό την ηγεσία του Αμφιτρύωνα στα πλαίσια της κατά θάλασσα εξάπλωσης του Μυκηναϊκού κράτους κατά τον Ηρόδοτο υπολογίζεται ότι συμπίπτει με τη βασιλεία του Λαΐου στις Θήβες, δηλαδή περί το π.χ. (βλ. κεφ. IV). Τα εντυπωσιακά μυκηναϊκά ευρήματα από τις ανασκαφές στην περιοχή του Πόρου, τα οποία εντάσσονται στο αυτό περίπου χρονικό πλαίσιο ( π.χ.) και γενικά η μυθική παράδοση συνδέουν περισσότερο την Κεφαλονιά με την Πύλο και την Αρκαδία, πόλεις αχαϊκής καταγωγής (Μαρινάτος 1962). Γι αυτό και οι επιδράσεις της κρητομυκηναϊκής θρησκείας υπήρξαν εντονότερες και επιβίωσαν

257 236 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ στο νησί επί αιώνες μέχρι των ημερών μας αφομοιωμένες σε έθιμα της χριστιανικής λατρείας (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2008, 2010). Στα Ομηρικά Έπη αναφέρονται και λατρεύονται οι ελληνικές θεότητες. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι και οι αποκλειστικές θεότητες του Οδυσσειακού κράτους, που περιλαμβάνει και την Κεφαλονιά. Εάν υπήρχε τότε ο βωμός ή το ιερό στον Αίνο, θα έπρεπε όχι μόνον να αναφέρεται, αλλά προστάτης του Οδυσσέα να είναι ο Δίας και όχι η Αθηνά ή όχι μόνον η Αθηνά. Έχουμε λοιπόν τη γνώμη ότι υπήρχαν αρχαιότερες θεότητες στο νησί, ανταγωνιστικές ως προς την έκταση της λατρείας, οι οποίες δεν υποχώρησαν εύκολα στον ελληνικό Δία. Το γεγονός επίσης ότι στην Κεφαλονιά λατρευόταν η Βριτόμαρτις ή Άρτεμις Λαφρία, θεότητα κρητικής προελεύσεως, όπως και ο Υάκινθος, και ότι εξακολουθούσε να λατρεύεται μέχρι και τον 2 ο μ.χ. αι., την εποχή του Παυσανία, (VII, 18, 8 13, βλ. Παπαχατζής 1976) ενισχύει την άποψη, που ήδη εκθέσαμε, ότι η τελική διαμόρφωση της νέας θρησκείας στην Κεφαλονιά με την επικράτηση του ελληνικού Δία επί κεφαλής του Πανθέου καθυστέρησε ίσως και πέραν των τριακοσίων ετών. Αιτία κατά την άποψή μας ήταν ότι συνάντησε αρκετή αντίσταση από την προϋπάρχουσα και βαθιά ριζωμένη στο νησί προελληνική λατρεία, στοιχεία της οποίας επιβιώνουν μέχρι τώρα στους οικισμούς Αργίνια και Μαρκόπουλο στις παρυφές του Αίνου, σε θρησκευτικά έθιμα και γιορτές. Δεν αποκλείουμε λοιπόν να υπήρχε και στον Αίνο πρόδρομη λατρεία θεότητας της φύσης, την οποία διαδέχθηκε ο Δίας. (Ευθυμιάτου Κατσούνη 1998, 2008, 2010). Άλλωστε η λατρεία του Διός ως νεφεληγερέτη και κεραύνιου συνδέεται με τη φύση, γιατί είχε αφετηρία τη θεοποίηση των ατμοσφαιρικών φαινομένων, τα οποία ήταν και είναι έντονα στον Αίνο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι η κορυφή Μέγας Σωρός (1628 m) συχνά νεφοσκεπής και ομιχλώδης πλήττεται συχνά από κεραυνούς. Η σημασία της λέξης αίνος (=ύμνος, δοξολογία στον θεό) μας παραπέμπει σε τέλεση λατρείας. Εξ αιτίας του αίνου, που οι ιερείς ή οι λατρευτές απεύθυναν στον Δία, το βουνό ονομάστηκε Αίνος. Ο δε Δίας από την τοπική επί του όρους λατρεία πήρε το επίθετο Αἰνήσιος και Αἰνήιος. Έχουμε λοιπόν τη γνώμη ότι η ονομασία Αίνος δόθηκε την εποχή, που ιδρύθηκε στην κορυφή του και ο βωμός του Διός, δηλαδή όταν εδραιώθηκε η λατρεία του Δωδεκαθέου και στην Κεφαλονιά, άγνωστο πότε ακριβώς, αλλά κατά τους ανωτέρω υπολογισμούς μας οπωσδήποτε μετά τον 8 π.χ. αι. Η προηγούμενη ονομασία του όμως δεν έπεσε στη λήθη. Οι πολύ ισχυρές καταβολές της ομηρικής παράδοσης τη μετέφεραν στο διπλανό βουνό της σημερινής Ιθάκης, το οποίο περιγράφεται στην Αινειάδα. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση. Είναι άγνωστο σε ποια περίοδο της αρχαιότητας απέκτησαν όνομα τα βουνά του ελλαδικού χώρου και των νησιών και εάν το απέκτησαν όλα ταυτόχρονα. Η ετυμολογία ορισμένων μόνον ονομασιών μαρτυρεί προελληνική ρίζα, όπως π.χ.: Υμηττός, Αρδηττός, Παρνασσός, Δίκτη, Ίδη, Όλυμπος Πήλιον, Μαίναλον, Ερύμανθος κ.λπ., και γενικά όσων φέρουν τις καταλήξεις -ηττος, -σσος, -νθος, όπως προαναφέραμε (Μπαμπινιώτης 2002). Όμως για τα βουνά μικρότερων νησιών από την Κρήτη δεν υπάρχουν στοιχεία. Η περίπτωση της Κεφαλονιάς, στην οποία κατονομάζονται μόνον δύο βουνά κατά την αρχαιότητα, ο Αίνος και η Βαία, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ονοματοδοσία ίσως έγινε σταδιακά με την πάροδο του χρόνου, όταν γεννήθηκε

258 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 237 η ανάγκη να τα προσδιορίσουν είτε ως σύνορα κρατών, είτε για λόγους θρησκευτικής λατρείας, είτε επ ευκαιρία διαφόρων άλλων σημαντικών γεγονότων. Τα περισσότερα ίσως δεν είχαν όνομα. Γι αυτό, κατά την άποψή μας, έγινε και η μετάθεση της ονομασίας του Νηρίτου σε ανώνυμο όρος της Ιθάκης. Σύμφωνα λοιπόν με τα ανωτέρω υπολογίζουμε ότι η λατρεία του ελληνικού Διός στην κορυφή του Αίνου καθιερώθηκε μετά από τον Όμηρο, γι αυτό και ο ποιητής δεν το γνωρίζει. Στο ερώτημα όμως γιατί το αναφέρει ο Ησίοδος, ο οποίος ολίγον απέχει χρονολογικά από τον Όμηρο, κρίνουμε ότι η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στην αυθεντικότητα του έργου «Ἠοῖαι», από το οποίο προέρχονται οι στίχοι «..ἔνθ οἵ γ εὐχέσθην Αἰνηίῳ ὑψιμέδοντι». Είναι πλέον βέβαιο ότι το έργο αυτό δεν είναι του Ησιόδου, αλλά ολόκληρης σχολής ποιητών της ησιόδειας παράδοσης στην Αλεξάνδρεια, οπότε σαφώς μεταγενέστερο του 8 ου π.χ. αι. (Ιακώβ & Γκιργκένης 2001). Στο έργο έγιναν πολλές νεότερες προσθήκες από τους Αλεξανδρινούς, όπως η σύνδεση του ιερού με τον μύθο των Αρπυιών κατά την Αργοναυτική εκστρατεία, η οποία είναι προγενέστερη των Τρωικών. Ο ανωτέρω επίμαχος στίχος, που αναφέρει ότι οι φτερωτοί Βορεάδες, Κάλαϊς και Ζήτης, κουρασμένοι από το κυνήγι των Αρπυιών ζήτησαν βοήθεια από τον Αινήιο Δία, περιλαμβάνεται στις προσθήκες αυτές. Απόδειξη της ηλικίας του έργου «Ἠοῖαι» και των προσθηκών αποτελεί ο χρόνος σύνθεσης της «Ἠοίης τῆς Κυρήνης». Η Κυρήνη, στην οποία αναφέρεται, ιδρύθηκε το 630 π.χ. Άρα η συγκεκριμένη Ἠοία λογικά τοποθετείται μετά το 630 π.χ., σε μία εποχή δηλαδή, που ο Ησίοδος δεν ζούσε πια. Για τον λόγο αυτό δεν θεωρούμε χρονικό όριο για την ίδρυση του βωμού στον Αίνο την εποχή του Ησιόδου. Ούτε αυτός ούτε ο Όμηρος γνώριζαν το ιερό, γιατί ήταν μεταγενέστερο και των δύο. Όμως δεν θα αγνοήσουμε τα ευρήματα, που συνέλεξε η S. Benton το 1932 (στον Μόσχο 2007) από την κορυφή του Αίνου Μέγας Σωρός. Τα αρχαιότερα ήταν ελάχιστα όστρακα αμφιβόλου χρονολογίας, τα οποία η ίδια προσδιόρισε ότι πιθανόν να ανήκουν στην εποχή του χαλκού. Τα ίχνη αυτά στην κορυφή επιβεβαιώνουν οπωσδήποτε την ύπαρξη λατρείας, αλλά όχι απαραίτητα του Διός. Στον συγκεκριμένο χώρο και τη συγκεκριμένη εποχή του χαλκού, που σύμφωνα με τον Μόσχο διαρκεί από το 3.300/ /1.040 π.χ. ο Δίας πρέπει να ήλθε πολύ αργότερα. Πιστεύουμε, όπως ήδη καταθέσαμε, ότι προϋπήρχε λατρεία άλλης μορφής, την οποία διαδέχθηκε ο Δίας. Έχει σημασία, κατά την άποψή μας, ότι ο Στράβων και ο Απολλώνιος ο Ρόδιος δεν αναφέρουν βωμό, αλλά ιερό. Στράβων: «..Αὐτὴ (η Κεφαλληνία) δ ἐστὶν ὀρεινὴ μέγιστον δ ὄρος ἐν αὐτῇ, ἐν ᾧ Διὸς Αἰνησίου ἱερὸν..». Απολλώνιος ο Ρόδιος: «..Ἒστι γὰρ Αἶνος ὄρος τῆς Κεφαλληνίας, ὅπου Αἰνησίου Διὸς ἱερὸν ἐστί, οὗ μνημονεύει Λέων ἐν Περίπλῳ καὶ Τιμοσθένης ἐν τοῖς Λιμέσιν». Ίχνη ιερού δεν σώζονται σήμερα. Μόνο μία σειρά από λίθους θεωρείται ότι είναι κατάλοιπο βωμού. Τα ανωτέρω στοιχεία 1) η μη ύπαρξη θεμελιωμένου κτίσματος στο σημείο αυτό, 2) η ανωτέρω διπλή αναφορά για την ύπαρξη ιερού στην κορυφή, 3) τα ευρήματα εποχής χαλκού από τη Benton, 4) η άγνοια του Ομήρου για τον Αίνο και τη λατρεία του Διός, 5) η ύπαρξη προελληνικών θεοτήτων κρητικής προέλευσης στην Κεφαλονιά σε συνδυασμό με τη μέχρι τώρα υπάρχουσα οφιολατρεία στη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο στους οικισμούς Αργίνια και Μαρκόπουλο στις ΝΔ. παρυφές του Αίνου, όλα αυτά μας οδηγούν στην κατεύθυνση ότι στον Μέγα Σωρό του Αίνου υπήρχε υπαίθριο ιερό κορυφής

259 238 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ αφιερωμένο σε θεότητα της φύσης, γι αυτό και δεν διατηρήθηκαν περισσότερα ίχνη. Στο ιερό αυτό εγκαταστάθηκε μετέπειτα η λατρεία του Διός. Σημειώνουμε ότι κατά τη διάρκεια της Κατοχής ( ) στις σάρες του Μεγάλου Σωρού ποιμένας της περιοχής Σιμωτάτων βρήκε ορειχάλκινο αγαλματίδιο του Κεραυνίου Διός, το οποίο επεδείκνυε στους συγχωριανούς του (βλ. Ευθυμιάτου Κατσούνη 1998). Έκτοτε η τύχη του ευρήματος αγνοείται. Πιθανότατα προωθήθηκε σε κάποια ιδιωτική συλλογή στην Αθήνα. Ανακεφαλαιώνοντας τα ανωτέρω καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα: η απουσία αναφοράς του ιερού στον Αίνο από τον Όμηρο μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής: οι μνήμες, που διασώζει ο ποιητής από τη μυκηναϊκή εποχή, δεν περιέχουν το στοιχείο αυτό, γιατί τότε δεν υπήρχε ούτε βωμός του Διός ούτε το βουνό λεγόταν Αίνος, αλλά Νήριτον. Η μετονομασία του βουνού ήταν ταυτόχρονη με την ίδρυση του βωμού οπωσδήποτε μετά τον 8 ο π.χ. αι. Ονομάστηκε Αίνος, επειδή ήταν αφιερωμένο στην εξύμνηση του θεού. Το ιερό, υπαίθριο κατ εμάς, προϋπήρχε στην κορυφή για τέλεση προελληνικής λατρείας. Η αναφορά στον αποσπασματικό στίχο του «Ἠοῖαι», που αποδίδεται στον Ησίοδο, δεν αποτελεί στοιχείο χρονολόγησης του ιερού, γιατί το έργο αυτό είναι μεταγενέστερο του Ησιόδου. Όταν ο Νήριτος μετονομάστηκε σε Αίνο, η αρχαία ονομασία δεν χάθηκε, αλλά λόγω της ζωντανής παράδοσης μετατέθηκε στο γειτονικό βουνό της Ιθάκης. Πρόσφατες ανασκαφές του 2011 στην περιοχή του Πόρου (ΝΑ. Κεφαλονιά) έφεραν στο φως ίχνη μυκηναϊκού οικισμού (Καρούσος 2012). Συνδυάζοντας τη σημειολογία, που εκπέμπει η περιοχή: α) τον μνημειώδη μυκηναϊκό θολωτό τάφο Τζαννάτων, παρόμοιο με τον τάφο του Ατρέα, β) τον προαναφερόμενο υπό ανασκαφή οικισμό, γ) τη διαπίστωση του Λ. Κολώνα (2007 ότι «εδώ βρισκόταν το επίκεντρο της μυκηναϊκής εξουσίας όχι μόνο για το νησί της Κεφαλονιάς, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή του κεντρικού Ιονίου», δ) την άμεση επαφή της ενδοχώρας του Πόρου με τον δασοσκεπή Αίνο, του οποίου ο όγκος κυριαρχεί στο φυσικό τοπίο της όλης της περιοχής, όπως ο εινοσίφυλλος Νήριτος στην ομηρική Ιθάκη, προσανατολιζόμαστε στην εξής υπόθεση: εάν ο χώρος των ανασκαφών αναδείξει την έδρα του μυκηναϊκού κράτους του Οδυσσέα, τότε το εινοσίφυλλον Νήριτον όρος της Ιλιάδας δεν είναι άλλο από τον Αίνο, ο οποίος την εποχή, που περιγράφει ο Όμηρος, δηλαδή το τέλος της μυκηναϊκής περιόδου, είχε αυτό το όνομα. 1α. Περί της ετυμολογίας των επιθέτων Αἰνήιος και Αἰνήσιος του Διός Τα επίθετα αἰνήιος και αἰνήσιος με τη διαφορετική γραφή, που παραδίδονται από τις αρχαίες πηγές για τον λατρευόμενο στον Αίνο Δία, είναι απλώς εγκωμιαστικά και δεν διευκρινίζουν κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα, που οι τότε κάτοικοι της Κεφαλονιάς θα απέδιδαν τοπικά στον θεό. Στον Ησίοδο (τέλη 8 ου π.χ. αι.) διασώζεται ο τύπος αἰνήιος στους πολύ δε μεταγενέστερους Απολλώνιο τον Ρόδιο (τέλη 3 ου π.χ. αι) και Στράβωνα (1 ο π.χ. αι.) ο τύπος αἰνήσιος. Ο πρώτος και άμεσος συσχετισμός των επιθέτων αυτών είναι ότι σημαίνουν τον θεό του Αίνου κατ αναλογία με άλλες περιπτώσεις, όπου ο θεός προσδιοριζόταν από το όνομα του όρους ή της περιοχής, στην οποία λατρευόταν

260 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 239 π.χ. Ζευς Λύκαιος, Ολύμπιος, Δωδωναίος, Εφεσία, Βραυρωνία Άρτεμις κ.λπ. Ο Λοβέρδος (1888) ετυμολογεί το όνομα του βουνού Αἶνος ως παραγόμενο από το ιερό του Αἰνησίου Διός, ενώ ο Μουστοξύδης συμφωνεί με την πρώτη άποψη, ότι δηλαδή το όρος δεν ονομάστηκε Αἶνος από τον θεό, αλλά ο θεός έλαβε το επίθετο Αἰνήσιος από το όνομα Αἶνος του όρους (Σημ. Μουστοξύδη εκ της Ιονίου Ανθολογίας στον Λοβέρδο 1888). Η ερμηνεία Μουστοξύδη είναι η σωστή, γιατί οι καταλήξεις των επιθέτων ιος (ειος) μαρτυρούν ότι τα επίθετα προήλθαν από ουσιαστικά (Τζάρτζανος 1960, 272), άρα αἰνήσιος και αἰνήιος εκ του αἶνος (συνών. αἴνη). Κατά την απλούστερη ετυμολογία ο τύπος αἰνήσιος θεωρείται ως προερχόμενος από το συνηρημένο ρήμα αἰνέω ῶ (εξυμνώ, εγκωμιάζω, επαινώ, αλλά και ανεβάζω). Κατά τη δική μας άποψη η διαφορετική αναγραφή του επιθέτου του Διός έχει σχέση με τα δύο συνώνυμα ουσιαστικά (αἶνος και αἴνη) με θέματα αινε-και αινη- αντίστοιχα, όπως φαίνεται και από τα δύο συνώνυμα ρήματα του αἰνέω ῶ, τα αἰνείω και αἴνημι (αιολικός τύπος), που σχηματίζουν μέλλοντα αἰνήσω. Ο αιολικός τύπος συναντάται στον Όμηρο, στον Ησίοδο και γενικά στους Ίωνες, ενώ στους αττικούς ο μέλλων αἰνέσω (Λεξ. Liddel & Scott). Οι αιολισμοί, που χρησιμοποιεί ο Ησίοδος, ιδίως όταν αναφέρεται στη ναυτιλία, οφείλονται σε επιρροή της καταγωγής του πατέρα του από την Κύμη της Μ. Ασίας, ο οποίος, πριν μεταναστεύσει στη Βοιωτία, ζούσε από το ναυτικό εμπόριο (Ησίοδος: βλ. Iακώβ & Γκιργκένης 2001). Παρεμπιπτόντως σημειώνουμε ότι στη σύγχρονη Κεφαλονιά επιβιώνουν τύποι της παμπάλαιας αιολοδωρικής διαλέκτου (Μαρινάτος 1962), όπως επίσης είναι γνωστό ότι ο Αίνος ήταν σημαντικός για τη ναυσιπλοΐα στην αρχαιότητα. Συμπερασματικά λοιπόν το επίθετο του Δία παραδίδεται και με τις δύο γραφές ως προερχόμενες από διαφορετικά θέματα συνώνυμων ουσιαστικών και ρημάτων διαφορετικής γλωσσικής μορφής (αἶνος αἴνη και αἰνείω αἴνημι). Ως αρχαιότερο θεωρούμε τον ησιόδειο τύπο αἰνήιος. Το όνομα του βουνού Αἶνος σημαίνει τον λόγο, τον ύμνο, τον έπαινο, το εγκώμιο προφανώς του θεού, γιατί εκεί γινόταν η λατρεία του. Ζεύς αἰνήιος και αἰνήσιος σημαίνει τον Δία του Αίνου, τον Δία, που μέσω του όρους του προσφέρεται αίνος, τον Δία, που εξυμνείται, τον Δία τον δοξασμένο, τον Δία τον ξακουστό και κατ επέκταση ίσως τον Δία προστάτη. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι στον Όμηρο (Ιλ. Δ 25), ο Ζευς χαρακτηρίζεται και αἰνός =τρομερός, φοβερός. 2. Η Ελάτη στη ναυτική παράδοση των Ομηρικών χρόνων Παλαιότερες και σύγχρονες θεωρίες αναζητούν την ομηρική Ιθάκη σε διάφορα σημεία της Κεφαλονιάς ή και εκτός αυτής, όπως π.χ. ο Dörpfeld (1905) στη Λευκάδα. Από αυτές θα μνημονεύσουμε τη γνωστή θεωρία του Ολλανδού αρχαιολόγου Α. Goekoop (1908), σύμφωνα με την οποία η Κεφαλονιά ήταν η Μεγάλη Ιθάκη (Itaque la grande), γιατί η θεωρία αυτή δεν έχει ξεπεραστεί. Νεότεροι ερευνητές επανέρχονται αναζητώντας την έδρα του οδυσσειακού

261 240 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ κράτους σε διάφορα σημεία της Κεφαλονιάς. Το θέμα ανακινήθηκε πρόσφατα λόγω των αρχαιολογικών ευρημάτων στα Τζαννάτα και λόγω της έρευνας του Robert Bittlestone (2005), που εκδόθηκε από το πανεπιστήμιο του Cambridge με τον τίτλο Odysseus unbound. The Search for Homer s Ithaca. Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας παρατηρείται ότι παλαιά τοπωνύμια εκτοπίστηκαν και αντικαταστάθηκαν από νεότερα, που απηχούσαν γεγονότα καθοριστικά για την εποχή, που διαδραματίστηκαν. Άλλα, συρρικνωμένα ως προς τη γεωγραφική έκταση, την οποία άλλοτε χαρακτήριζαν, διατηρήθηκαν μόνο σε κάποια θέση της προηγούμενης συνολικής περιοχής, που κάλυπταν. Σύμφωνα με αυτά η ονομασία Ιθάκη ενδέχεται να αναφερόταν σε πολύ ευρύτερη περιοχή απ ό,τι σήμερα, η οποία περιλάμβανε και την Κεφαλονιά ή μέρος της, αλλά στους μεταγενέστερους χρόνους ίσως να περιορίστηκε διατηρούμενη μόνο σε ένα σημείο της πρώην μεγάλης επικρατείας, που είναι το σημερινό νησί της Ιθάκης. Στοιχείο, που ενισχύει την άποψη ότι στην ομηρική Ιθάκη περιλαμβανόταν ο Αίνος, είναι και η σχέση του Οδυσσέα με την ελάτη, όπως περιγράφεται στη Νέκυια (λ) της Οδύσσειας. Εκεί ο ήρωας συνομιλεί με τις ψυχές των νεκρών, που ήλθαν να γευθούν το αίμα από την θυσία των προβάτων. Η ψυχή του Τειρεσία κάνει την εξής περίεργη προφητεία (λ ): όταν ο Οδυσσέας σκοτώσει τους μνηστήρες, για να εξαγνιστεί, πρέπει να ξενιτευτεί με ένα κουπί στον ώμο. Όταν φθάσει σε χώρα, που οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τη θάλασσα και τα καράβια ούτε τρώνε αλατισμένο φαγητό, εάν αυτοί πουν ότι το κουπί είναι λιχνιστήρι, τότε πρέπει να το καρφώσει στη γη, να κάνει θυσία στον Ποσειδώνα και κατόπιν να γυρίσει στην πατρίδα του. Το κουπί λοιπόν, το σύμβολο της αέναης περιπλάνησης και αναζήτησης, που κρατάει ο Οδυσσέας, είναι από ελάτη, μια και συχνά στον Όμηρο η λέξη ἐλάτη είναι συνώνυμη με το κουπί (Η 5: «ἐϋξέστῃς ἐλάτῃσι πόντον ἐλαύνοντες,» και μ 172: «ξεστῇς ἐλάτῃσι= με καλοδουλεμένα κουπιά»). Ο ήρωας καταλήγει στην Αρκαδία, στοιχείο που αποδεικνύει επίσης τη σύνδεση Κεφαλονιάς και Αρκάδων, λαού πολεμικού αχαϊκής καταγωγής. Οι άνθρωποι της μυκηναϊκής εποχής γνώριζαν όχι μόνο ότι το συγκεκριμένο ξύλο ήταν το πιο κατάλληλο για την κατασκευή των πλοίων, αλλά και τον τρόπο να το κάνουν περισσότερο ανθεκτικό. Επισημαίνουμε επίσης τις ομηρικές αναφορές στο χρώμα των πλοίων. Άλλοτε είναι μαύρα και άλλοτε έχουν κόκκινα τα πλάγια (β 430 κ.α.: νῆα μέλαιναν, λ 124, ψ 271: νέας φοινικοπαρείους). Οι παρειές επίσης των πλοίων του Οδυσσέα στην εκστρατεία κατά της Τροίας, καθώς και του πλοίου, με το οποίο πήγε ο Τηλέμαχος στην Πύλο είναι μαύρες ή κόκκινες. Το μαύρο χρώμα κατά μία ερμηνεία μπορεί να οφείλεται στην επάλειψη με πίσσα για αδιαβροχοποίηση και κατ άλλη ότι το ξύλο παίρνει πιο σκούρο χρώμα από την παραμονή του στη θάλασσα (Liddell, Skott 1907). Η δεύτερη ερμηνεία όμως δεν εξηγεί το βάψιμο των παρειών του σκάφους με κόκκινο χρώμα. Οι περιγραφές αυτές μας θυμίζουν σύγχρονη τεχνική κατά τη ναυπήγηση ξύλινων σκαφών και συγκεκριμένα: η καρίνα και μέρος της παρειάς του σκάφους μέχρι την ίσαλο γραμμή βάφονται κόκκινες, μαύρες ή καφετιές με πίσσα ή με το υλικό μοράβια, που εμποδίζει θαλάσσια φυτά και άλλους οργανισμούς να «πιάσουν» στο σκάφος ανακόπτοντάς του την ταχύτητα κατά τον πλου. Η βαφή, των αχαϊκών πλοίων ήταν οπωσδήποτε ανθεκτική στη θάλασσα και διέθετε ιδιότητες αντίστοιχες με αυτές των σύγχρονων υλικών. Το

262 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 241 στοιχείο αυτό δηλώνει προηγμένες γνώσεις ναυπηγικής και συντήρησης του ξύλινου σκάφους. Η ταύτιση του κουπιού με το δέντρο, από το ξύλο του οποίου προέρχεται, αποδεικνύει την ευρεία χρήση της ελάτης στη ναυπηγική και κατά τους ομηρικούς χρόνος. Θα ήταν περίεργο εάν ο Οδυσσέας κρατούσε ως σύμβολο κουπί από Ελάτη, η οποία δεν φύεται στη σημερινή Ιθάκη, αλλά στον γειτονικό Αίνο (1628 m). Επί πλέον το υψόμετρο των βουνών της σημερινής Ιθάκης από τα 804 m του Νήριτου μέχρι τα 342 m της Καραμαλίχας μετά βίας ανταποκρίνεται στο υψόμετρο, στο οποίο φύεται η κεφαλληνιακή Ελάτη. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, για να ευδοκιμήσει το είδος, απαιτείται υψόμετρο 600 m και άνω (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 1998). Επομένως μεταξύ του κατώτερου ορίου των 600 m, που απαιτεί η Ελάτη, και των 804 m, του μεγαλύτερου υψομέτρου της Ιθάκης, οριοθετείται μία ζώνη πλάτους 204 m, κατά μήκος της οποίας μόνον στενή λωρίδα δάσους μπορεί να αναπτυχθεί. Πιστεύουμε ότι το θέαμα αυτό βέβαια δεν είναι ικανό να εντυπωσιάσει οποιονδήποτε παρατηρητή, όταν ακριβώς απέναντί του ορθώνεται ο Αίνος. Ούτε μία τέτοια λωρίδα δάσους είναι αρκετή, για να χαρακτηριστεί το όρος εἰνοσίφυλλον. Η ελάτη-κουπί ως σύμβολο του Οδυσσέα και η απεικόνιση του κλαδίσκου της Ελάτης στους σφραγιδολίθους του μυκηναϊκού θολωτού τάφου των Τζαννάτων (βλ. κεφ. VI, 3) συνδέονται, γιατί, κατά την άποψή μας, εκπορεύθηκαν από την ίδια αρχική ιδέα: την εκμετάλλευση του δάσους του Αίνου για τη ναυπήγηση των πλοίων (βλ. και κεφ. VIII, 1 και εν. 3 του παρόντος κεφ.). Ο Οδυσσέας γνωρίζει πολύ καλά τη χρήση της ελάτης στη ναυπηγική. Στην Οδύσσεια μόνος του κατασκευάζει το σκάφος, με το οποίο θα φύγει από το νησί της Καλυψώς (ε ). Περιγράφεται σταδιακά η διαδικασία από την κοπή των κατάλληλων δέντρων (σκλήθρου, λεύκας, πανύψηλης ελάτης και ξερών ξύλων) μέχρι τη συναρμολόγησή του σκάφους με τα κατάλληλα εργαλεία και την καθέλκυσή του στη θάλασσα «..δῶκε δ ἔπειτα σκέπαρνον ἐΰξοον ἄρχε δ ὁδοῖο / νήσου ἐπ ἐσχατιῆς, ὅθι δένδρεα μακρὰ πεφύκει / κλήθρη τ αἴγειρός τ, ἐλάτη τ ἦν οὐρανομήκης / αὖα πάλαι, περίκηλα, τά οἱ πλώοιεν ἐλαφρῶς». Το σκλήθρο (Alnus) δεν είναι αυτοφυές στην Κεφαλονιά, όπως και η αἴγειρος=λεύκα (Populus), η οποία φύεται μεν στο νησί, αλλά είναι άγνωστο από πότε. Οπωσδήποτε η αναφορά του Ομήρου για τη συνύπαρξη των τριών ειδών της χλωρίδας (ελάτης, λεύκας και σκλήθρου δεν αφορά στην Κεφαλονιά ή στην ομηρική Ιθάκη, αλλά στο μη ταυτοποιημένο νησί της Καλυψώς, το οποίο αποτελεί σταθμό περιπλάνησης του Οδυσσέα. Συμπερασματικά η ταύτιση της ελάτης με την «κώπη» και η περιπλάνηση του Οδυσσέα με την ελάτη, δηλαδή με το κουπί στον ώμο, δηλώνουν παράδοση κληροδοτημένη στους Κεφαλλήνες από αρχαιότερες γενεές. Η θητεία του ήρωα στην εκμάθηση της ναυπηγικής και η εμπειρία του στην τέχνη αυτή πρέπει να συνδέονται με την πηγή της πρώτης ύλης, δηλαδή με το πλούσιο ελατόδασος του Αίνου. Και ο Αίνος στα ομηρικά έπη δεν μπορεί να είναι άλλος από το Νήριτον ὄρος καταειμένον ὕλῃ, το δασοσκέπαστο βουνό.

263 242 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 3. Το ελατόδασος του Αίνου στην αρχαιότητα Τα όρη της Κεφαλονιάς, τα οποία σήμερα είναι απογυμνωμένα εξ αιτίας της ανθρώπινης απληστίας, κακοδιαχείρισης και ασύνετης εκμετάλλευσης, στο αρχαίο παρελθόν ήταν καλυμμένα με πυκνά δάση αειθαλών Δρυών (Quercus coccifera και Q. Ilex) καθώς και φυλλοβόλων, όπως Q. ithaburensis subsp. macrolepis κ.ά. Αυτό διαφαίνεται έμμεσα από τη μαρτυρία του Ρωμαίου ιστορικού Τίτου Λιβίου (59 π.χ 17 μ.χ.) ότι οι Κεφαλλήνες ήταν φτωχοί και ότι το νησί δεν παρήγαγε άλλο, παρά μόνον βαλανίδια, σιτάρι και κριθάρι (στον Λοβέρδο 1888). Ποια ήταν η έκταση των δασών της Κεφαλονιάς κατά την αρχαιότητα δεν γνωρίζουμε, όπως δεν γνωρίζουμε και τις ονομασίες των ορέων. Εκτός του Αίνου, που αναφέρεται στο αποδιδόμενο στον Ησίοδο έργο Ἠοῖαι, ο Μελέτιος ( ) στη Γεωγραφία του ονομάζει Βαία όρος της Κεφαλονιάς, το οποίο πιθανότατα ταυτίζεται με την Αγία Δυνατή, αμέσως υψηλότερη μετά τον Αίνο. Άλλο όνομα όρους δεν αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς (στον Λοβέρδο 1888). H οροσειρά του Αίνου, που διατρέχει την Κεφαλονιά από ΒΔ προς ΝΑ δίκην «ραχοκοκκαλιάς», καλυμμένη από πυκνό δάσος με κυρίαρχο είδος την Abies cephalonica ήταν ο φυσικός παράγοντας, που επηρέασε την ιστορική πορεία του νησιού διαμορφώνοντας το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον. Η κεντρική οροσειρά με τις προεκτάσεις της (Ευμορφία, Εύγερος ή Εύγειρος, Χορευτήρι, Βρόχωνας, Φάλαρη, Δάφνη, Μεροβίγκλι, Αγία Δυνατή, Καλόν Ορος κ.λπ.) χωρίζει το νησί σε ανατολικό και δυτικό καθιστώντας από την προϊστορική αρχαιότητα την επικοινωνία των εντεύθεν και εκείθεν του Αίνου ανθρώπινων ομάδων δυσχερή. Αυτός ο ορεινός διαμελισμός ευνοεί παράλληλα την ανάπτυξη απομονωμένων μικρών κοινωνιών σε περιοχές, που οριοθετούνται από δύσβατες οροσειρές. Τόποι εγκατάστασης είναι οι χθαμαλοί πρόποδες και οι ενδιάμεσες κοιλάδες, που προσφέρονται για ενδιαιτήματα. Με τη δημιουργία των οργανωμένων κοινωνιών και την αύξηση του πληθυσμού, όταν πλέον άρχισαν οι εδαφικές διεκδικήσεις, οι πόλεμοι και οι επιδρομές, τα κέντρα εξουσίας μεταφέρθηκαν σε ακροπόλεις, ενώ η επικράτεια κάθε κέντρου οχυρώθηκε με τείχη. Έτσι εξηγείται και η πολιτική διαίρεση της Κεφαλονιάς κατά την κλασική αρχαιότητα σε τέσσερα αυτόνομα κράτη πόλεις, την Κράνη, τη Σάμη, τους Πρόννους και την Πάλη (Κεφαλληνιακή Τετράπολις). Η σημασία του δάσους έγινε αντιληπτή από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο Αίνος υπήρξε ο παράγοντας εκείνος, που διαμόρφωσε την οικονομία των αρχαίων κρατών-πόλεων της Κεφαλονιάς, όσων είχαν πρόσβαση σε αυτόν για εκμετάλλευση των φυσικών του πόρων. Έτσι οι επιλογές των ανθρώπων στον τομέα της οικονομίας κατευθύνονταν σε στόχους, που είχαν άμεση σχέση με τους φυσικούς πόρους, που ο Αίνος διέθετε. Οι επιλογές περιλάμβαναν ό,τι επιδιώκει ο κυνηγός, ο γεωργός ή ο κτηνοτρόφος μιας αγροτικής, αλλά παράλληλα και νησιωτικής κοινωνίας, δηλαδή τα θηράματα για διατροφή, τα δέρματα για διάφορες ανάγκες, την ξυλεία του δάσους για καύσιμη ύλη, κατασκευή οικιών, αγροτικών εργαλείων, σκευών και πλοίων, καθώς και τη βόσκηση κτηνοτροφικών ζώων. Όλα αυτά συνιστούν τα κεφάλαια της οικιακής, αγροτικής και της μετέπειτα μικτής οικονομίας της Κεφαλονιάς. Με τα δεδομένα αυτά λοιπόν η

264 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 243 πρώιμη παρουσία του ανθρώπου στον Αίνο με τις παρεπόμενες παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ήταν αναπόφευκτη. Η παρουσία αυτή εξακολουθεί να υπάρχει έντονη μέχρι των ημερών μας. Οι αρχαιότερες πιστοποιημένες ανθρώπινες παρεμβάσεις, που έχουν καταγραφεί, είναι αποτυπωμένες στους δύο σφραγιδολίθους από τον Μυκηναϊκό τάφο των Τζαννάτων (βλ. κεφ. VI, 3, εικ. 64). Ο ένας απεικονίζει κυνήγι ελάφου, ο δε άλλος, κατά την άποψή μας, κλαδίσκους κεφαλληνιακής ελάτης σε γραμμική σύνθεση, στοιχείο που δηλώνει τη σχέση του ανθρώπου με το συγκεκριμένο δένδρο. Οι θαλασσοκράτορες λαοί της Μεσογείου γνώριζαν ότι για τη ναυπήγηση πλοίων τα ξύλα Πεύκης και Ελάτης ήταν τα πλέον κατάλληλα. Οι Κρήτες και οι Φοίνικες, που κυριάρχησαν κατά διαστήματα στη Μεσόγειο, βάσιζαν τη δύναμή τους στην οικονομική κυριαρχία μέσω των αποικισμών και του εμπορίου. Για τη ναυπήγηση του εμπορικού τους στόλου οι αρχαίοι αυτοί λαοί χρησιμοποίησαν ξυλεία από τα μεσογειακά δάση Πεύκης και Ελάτης. Όταν οι δασωμένες πλαγιές του Λιβάνου και του Ταύρου εξαντλήθηκαν, οι Φοίνικες στράφηκαν στον ελλαδικό χώρο και στα νησιά, που παρείχαν άφθονη και ναυπηγήσιμη ξυλεία, γιατί ήταν πλησιέστερα στη θάλασσα απ ό,τι τα βουνά της Συρίας και περισσότερο προσβάσιμα. Ο ιστορικός Εrnst Curtius ( ) στο έργο του «Die Ionier von der Ionischen Wanderung» (στον Λιβιεράτο 1916/1988), διατυπώνει την άποψη ότι ο Αίνος της Κεφαλονιάς με το πολύτιμο ελατόδασος, αποτέλεσε πεδίο δράσης των Φοινίκων, οι οποίοι εκμεταλλεύθηκαν την κεφαλληνιακή Ελάτη για τις ναυπηγικές τους δραστηριότητες. Η θεωρία του Curtius ότι η Κεφαλονιά ήταν φοινικική αποικία έχει μεν καταρριφθεί (Partsch 1892), αλλά αυτό δεν αποκλείει τη με άλλους τρόπους εκμετάλλευση και εμπορεία της ξυλείας του Αίνου από τους Φοίνικες. Οι ομηρικές περιγραφές ναυπήγησης και συντήρησης πλοίων μαρτυρούν ότι στον τομέα αυτό προηγήθηκε μία παράδοση μακρόχρονη και αρχαιότερη της εποχής των επών, γιατί ο Οδυσσέας, που «ἦγε τοὺς μεγαθύμους Κεφαλλῆνας» στην Τροία, είχε άριστες γνώσεις ναυπηγικής, όπως ήδη προαναφέραμε στην ενότητα 2 του παρόντος κεφαλαίου. Η χρήση της Ελάτης εκτός από την εμπορική-οικονομική σημασία απέκτησε και πολιτιστική. Είχε μπει τόσο βαθιά στη συνείδηση των ανθρώπων, ώστε λόγω της χρηστικότητας του ξύλου της συνυφασμένης με τις ανάγκες και το πολιτισμικό επίπεδο της εποχής έφθασε να σημαίνει το ίδιο το κουπί του πλοίου. Για την πορεία της Κεφαλονιάς κατά τους ιστορικούς χρόνους έχουμε ελάχιστα στοιχεία. Από τις σποραδικές και σπάνιες αναφορές των πηγών διαπιστώνουμε ότι η ναυτική παράδοση των ομηρικών επών παραμένει ακμαία στους Κεφαλλήνες, πράγμα που υποδηλώνει ότι είχαν εξασφαλισμένη την προμήθεια πρώτης ύλης για τη ναυπήγηση των πλοίων τους και ότι η βασική πηγή πορισμού ήταν ο Αίνος. Η μαρτυρία του Παυσανία (IV, 20, βλ. Παπαχατζής 1979) βεβαιώνει την παρουσία των Κεφαλλήνων ως έμπειρων ναυτικών και εμπόρων κατά τη διάρκεια του Β Μεσσηνιακού Πολέμου ( π.χ.). Κατά την πολιορκία του φρουρίου Είρα από τους Σπαρτιάτες Κεφαλονίτης πλοίαρχος διασπώντας τον σπαρτιατικό αποκλεισμό τροφοδοτούσε τους αποκλεισμένους σε αυτό Μεσσηνίους και τον αρχηγό τους Αριστομένη.

265 244 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Πιο σοβαρές και πιο συστηματικές παρεμβάσεις στο ελατόδασος του Αίνου θεωρούμε ότι έγιναν κατά τους κλασικούς χρόνους (βλ. κεφ. VIIΙ, 1δ, 2. Οι απεικονίσεις πλοίων σε νομίσματα της Κεφαλληνιακής Τετράπολης του 5 ου και 4 ου π.χ. αι. σημαίνουν ότι η ναυπηγική τέχνη ήταν πάντα σε ακμή. Λογικά υποθέτουμε ότι πηγή πρώτης ύλης για την κατασκευή των πλοίων, με τα οποία συμμετείχαν οι Κεφαλλήνες στον Πελοποννησιακό πόλεμο και στους αγώνες κατά των Ρωμαίων είναι ο Αίνος. Ο Πολύβιος ( και , βλ. Φ.Ο.Κ. 1996) αναφέρει ότι κατά τον Συμμαχικό πόλεμο εναντίον του Φιλίππου Ε της Μακεδονίας, οι Αιτωλοί χρησιμοποίησαν κεφαλληνιακά πλοία, για να μεταφέρουν άνδρες στην Πελοπόννησο: «καὶ παρασκευασάμενοι πορθμεῖα καὶ τὰς Κεφαλλήνων ἑτοιμάσαντες ναῦς, διεβίβασαν τοὺς ἄνδρας εἰς τὴν Πελοπόννησον καὶ προῆγον ἐπὶ τὴν Μεσσηνίαν». «ταῖς γὰρ τῶν Κεφαλλήνων ναυσὶν χρώμενοι τὰς τ εἰς Πελοπόννησον ἐποιοῦντο διαβάσεις». Είναι φανερό ότι τα δάση του Αίνου, στον οποίο φυόταν όχι μόνον η Ελάτη (Abies cephalonica), αλλά, όπως εξακριβώθηκε πρόσφατα, και η μαύρη Πεύκη (Pinus nigra) κατάλληλη επίσης για ναυπηγική, προμήθευαν άφθονη ξυλεία σε όλη τη διάρκεια των εμπόλεμων περιόδων. Η μαύρη Πεύκη εξακολουθεί να επιβιώνει μέχρι σήμερα σε συστάδες ολίγων ατόμων διάσπαρτες μέσα στο ελατόδασος (Efthymiatou Katsouni & Phitos 2011), κατάλοιπο από τους νεολιθικούς χρόνους, κατά τους οποίους πιστοποιήθηκε η παρουσία της στο σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο (βλ. κεφ. VIII, 2 και XIII, 3). Οπωσδήποτε στους κλασικούς χρόνους το δάσος κατερχόταν χαμηλότερα στις παρυφές του όρους, ιδίως προς την κοιλάδα του Ηρακλείου στην περιοχή των Πρόννων, και ήταν ευκολότερη η μεταφορά κορμών προς την ακτή. Η απεικόνιση κλαδίσκου κεφαλληνιακής Ελάτης σε νομίσματα 5 ου 4 ου π.χ. αι. του κράτους-πόλης των Πρόννων, που αναφέραμε σε προηγούμενα κεφάλαια, δηλώνει τη σπουδαιότητα του δένδρου στην οικονομία της συγκεκριμένης πόλης, η οποία μέσω της κυκλοφορίας του νομίσματος την προβάλλει ως σύμβολο της δύναμής της. Το ίδιο δηλώνουν έμμεσα ο κώνος Πεύκης σε νομίσματα επίσης των Πρόννων, καθώς και τα ακρόπρωρα των πλοίων, που απεικονίζονται σε νομίσματα της Σάμης και της Πάλης (βλ. κεφ.viii). Οι παραστάσεις στα νομίσματα των αρχαίων ελληνικών πόλεων συνδέονται πάντοτε με ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πόλης, το οποίο έχει σχέση με κάποια λατρευόμενη σε αυτή θεότητα, με την ιστορία της, με τις δραστηριότητές της ή με κάποιο φημισμένο προϊόν της. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι παραστάσεις με Ελάτη δεν απεικονίζονται σε νομίσματα άλλων πόλεων (Σάμιος 1908). Δεν αποκλείουμε την περίπτωση η προβολή της Ελάτης εκτός νησιού μέσω των νομισμάτων να σημαίνει ότι αποτελούσε και σημαντικό προϊόν για εξαγωγή, πηγή οικονομίας της πόλης. Σε νομίσματα διαφόρων πόλεων της αρχαιότητας έχουμε παρόμοιες απεικονίσεις φυτών, που ήταν συγχρόνως και εμπορικά προϊόντα. Π.χ. σε σικελικά δίδραχμα του 5 ου π.χ. αι. απεικονίζεται ο Χαμαίρωψ ο χαμηλός (νάνος φοίνικας με παλαμοειδή φύλλα), που χρησίμευε για κατασκευή ψαθών, σκοινιών, καλαθιών και αποτελούσε χαρακτηριστικό γνώρισμα της φύσης της Σικελίας. Σε δραχμή του 4 ου π.χ. αι. από την Έλυρο της Κρήτης απεικονίζεται αίγαγρος να βόσκει σε θάμνο δίκταμου (Baumann 2004). Το νόμισμα προβάλλει το φαρμακευτικό φυτό. Η βοτάνη των Κεφτί, που αναφέρεται σε αιγυπτιακό ιατρικό

266 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 245 βιβλίο (Μαρινάτος 1927), δεν μπορεί να είναι άλλη από το δίκταμο, γνωστό για τις ιαματικές του ιδιότητες, του οποίου φαίνεται ότι γινόταν εξαγωγή στην Αίγυπτο. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα φυτού ως εμβλήματος πόλης και ταυτόχρονα ως εμπορικού προϊόντος αποτελούν τα αργυρά τετράδραχμα της Κυρήνης, ελληνικής αποικίας στη Β. Αφρική (Εικ. 112). Απεικονίζεται το πολύτιμο στην αρχαιότητα φαρμακευτικό φυτό σίλφιο, του οποίου η Κυρήνη είχε σχεδόν το μονοπώλιο, γιατί φύτρωνε κυρίως στις δικές της ακτές (Baumann 2004). Το φυτό αυτό λόγω υπερεκμετάλλευσης δεν υπάρχει σήμερα, έχει ήδη εξαφανιστεί από την αρχαιότητα. Εικ Αριστερά και δεξιά: αργυρά τετράδραχμα από την Κυρήνη π.χ. με σχηματοποιημένες απεικονίσεις σιλφίου. Στο κέντρο: ζύγισμα και συσκευασία σιλφίου από λακωνικό αγγείο 560 π.χ. Παρίσι, Εθνική Βιβλιοθήκη (Baumann 2004). 4. Ο Αίνος κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας ( ) Στη μετέπειτα ιστορική πορεία του νησιού η πιο σημαντική παρέμβαση στο φυσικό περιβάλλον υπήρξε αυτή των Ενετών, όσον αφορά στην εκμετάλλευση των δασών του Αίνου. Εννοείται ότι στα δάση αυτά συμπεριλαμβάνεται και το τμήμα του Ρουδίου, το οποίο αποτελεί συνέχεια του Αίνου και καλύπτεται β από δάσος κεφαλληνιακής Ελάτης και άλλων αείφυλλων. To εμπορικό κράτος της Βενετίας είχε ανάγκη την πολύτιμη ξυλεία του ελατοδάσους, για να συντηρήσει και να ανανεώσει τη ναυτική του δύναμη με νέα καράβια. Αυτό ήταν και το βασικό κίνητρο των Ενετών, για να καταλάβουν το νησί ( ) (βλ. κεφ.v). Η ονομασία monte Nero (Μαύρο Βουνό), που αποδόθηκε στον Αίνο, οφείλεται στο πυκνό δάσος της Ελάτης, το οποίο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας ήταν ακόμα ακμαίο και κάλυπτε μεγάλη έκταση του όρους. Η ονομασία αυτή διατηρήθηκε και από τους Άγγλους (Black mountain). Έτσι περιγράφει ο Napier, διοικητής της Κεφαλονιάς κατά τα έτη , τον Αίνο γνωστό επίσης ως Ελατοβούνι ή Μαυροβούνι. Η εντύπωση αυτή, που προκαλείται από το αντίκρισμα του Αίνου, δεν είναι κάτι νέο. Ο Ησύχιος (5 ος μ.χ. αι.) χαρακτηρίζει την Κεφαλονιά ως σκιάρα (σκιερά = δασώδη) και μέλαινα νήσο λόγω της πυκνής δασοκάλυψης των βουνών της (βλ. Φ.Ο.Κ. 2004). Η ονομασία

267 246 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ διασώζεται μέχρι σήμερα περιορισμένη στην τοποθεσία του Αίνου Μελανίτσα (Εικ. 113). Ο εκθέσεις, οι αναφορές και τα ημερολόγια των εκάστοτε προβλεπτών, επάρχων και λοιπών αξιωματούχων, που διοίκησαν την Κεφαλονιά, σώζονται στα αρχεία της Βενετίας και παρέχουν πολύτιμη πληροφόρηση σχετικά με τις ανθρώπινες παρεμβάσεις επί του όρους Αίνου (Partsch 1892). Η υλοτόμηση του δάσους δια μέσου των αιώνων έχει δημιουργήσει νέες συνθήκες. Οι ΝΑ. πλαγιές του όρους προς την πλευρά των Πρόννων, που ήταν περισσότερο προσβάσιμες, έχουν πλέον απογυμνωθεί από την Ελάτη. Εικ Ανατολική άποψη της οροσειράς του Αίνου. Η πυκνή δασοκάλυψη της ανατολικής πλαγιάς δικαιολογεί την ονομασία του Αίνου «Μαύρο Βουνό». Το δάσος περιοριζόταν όλο και περισσότερο, οπότε η υλοτόμηση έπρεπε να γίνεται όλο και πιο ψηλά στις παρυφές του όρους. Η μεταφορά των κορμών είχε γίνει δύσκολη, χρονοβόρα και επίπονη, γιατί, όπως αναφέρουν οι Ενετοί έπαρχοι του νησιού, χρησιμοποιούσαν βόδια, για να σύρουν τους κορμούς, και αυτό ήταν εφικτό μόνο κατά τους ξηρούς μήνες. Κατά τη διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου (1498) οι σύμμαχοι των Ενετών Ισπανοί, προκειμένου να προμηθεύονται ξυλεία, ήταν αναγκασμένοι να προσορμίζουν τον στόλο τους στην περιοχή των Πρόννων και εκεί να παραμένουν για ένα διάστημα. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και να γίνει ευκολότερη η εκμετάλλευση του δάσους, οι Ενετοί ίδρυσαν στα Βαλσαμάτα της περιοχής Ομαλών, ΒΔ του Αίνου, αποικία 200 υλοτόμων και ξυλουργών, τους marangoni. Η ίδρυση της αποικίας τοποθετείται στις αρχές περίπου της ενετικής κυριαρχίας, γιατί σύμφωνα με τις πηγές το 1501 μεταφέρθηκαν άνδρες από την Κορώνη στην Κεφαλονιά, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν marangoni. Αυτοί απαλλαγμένοι από κάθε άλλη στρατιωτική υπηρεσία και αγγαρεία έκοβαν και συγκέντρωναν άφθονη και παντοειδή ξυλεία από τον Αίνο με μόνη υποχρέωση να τη μεταφέρουν στο βόρειο άκρο της Κεφαλονιάς για την κατασκευή του φρουρίου της Άσσου (l.c.).

268 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 247 Σύμφωνα με τις εκθέσεις των προβλεπτών η εκμετάλλευση του δάσους ήταν μετριότατη. Αναφέρεται όμως ότι το 1517 άφθονη ξυλεία κόπηκε πάλι από τον Αίνο, για να κτιστεί το φρούριο της Ζακύνθου. Το 1574 πολλή ξυλεία επίσης στάλθηκε για την ανοικοδόμηση της πόλης της Ζακύνθου. Διάφορα ψηφίσματα της Γερουσίας, που βρέθηκαν στο Αρχειοφυλακείο Κεφαλληνίας, καθόριζαν ότι η ξυλεία από τον Αίνο πρέπει να χρησιμοποιείται στη ναυπηγική (για τους ιστούς, τις αντένες και τα καταστρώματα των πλοίων), για τους τροχούς των μύλων και για τις δόγες (δούγες), δηλαδή για σανίδες βαρελών οίνου (Patsch 1892, Σάμιος 1908). Όλοι οι προβλεπτές κατέβαλαν προσπάθειες να προστατεύσουν το δάσος με μία μόνο εξαίρεση: ο έπαρχος Ανδρέας Μοροζίνης πρότεινε να υλοτομήσουν όλο τον Αίνο εκτός ολίγων σημείων, να καλλιεργήσουν σιτηρά και να φυτέψουν ελιές και συκαμινιές. Ευτυχώς η πρόταση δεν εισακούστηκε. Οι Ενετοί εφάρμοσαν μέτρα προστασίας του δάσους από τη βόσκηση και τη λαθροϋλοτομία και διόρισαν δασοφύλακες με αρμοδιότητα επιβολής ποινής στους παραβάτες. Τα μέτρα συνάντησαν την αντίδραση των ποιμένων και ένας δασοφύλακας δολοφονήθηκε. Η μεγαλύτερη καταστροφή όμως προήλθε από πυρκαγιές, οφειλόμενες στην πλειονότητά τους στους ποιμένες. Ιδιαίτερα καταστροφικές υπήρξαν οι πυρκαγιές προς το τέλος του 16 ου αι., που έκαψαν τα 2/3 του υπάρχοντος στον Αίνο δάσους, το οποίο πριν από την πυρκαγιά είχε 8 μίλια (13,9 km) μήκος και 3 μίλια (5,2 km) πλάτος, δηλαδή επιφάνεια ίση προς βασιλικά στρέμματα (1 βασ. στρέμμα = ). Η αγωνία των Ενετών για την τύχη του δάσους διαφαίνεται στις αναφορές των Andrea da Mosto (1590) και Ang. Basadona (1624), οι οποίοι περιγράφουν τα μέτρα, που πρέπει να ληφθούν για την προστασία των νεαρών ατόμων της Ελάτης, ώστε το δάσος να μπορεί να ανακάμψει και να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση. Τα μέτρα περιλάμβαναν: απομάκρυνση των καμένων κορμών, απαγόρευση της σποράς δημητριακών ή άλλων φυτών, για να δοθεί χώρος στα αρτίβλαστα να αναπτυχθούν, αυστηρή απαγόρευση της βοσκής και της άτακτης υλοτομίας, ώστε το δάσος να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση. Διαίρεσαν επίσης το δάσος σε πέντε τμήματα, στα οποία η εκμετάλλευση των προϊόντων θα γινόταν εκ περιτροπής ανά πενταετία, η δε υλοτομία για περιορισμένο χρόνο και πάντοτε υπό την επίβλεψη του επί κεφαλής ξυλουργού. O Andrea da Mοsto αναφέρει ότι μεγαλύτερη ζημία στο δάσος επέφερε η λαθραία βοσκή ζώων παρά η πυρκαγιά (l.c.). Η επανάληψη των πυρκαγιών το 1677 ανάγκασε τους Ενετούς να πάρουν αυστηρότερα μέτρα προστασίας. Στις κοινότητες περιμετρικά του Αίνου ανατέθηκε η φύλαξη ορισμένων περιοχών, που γειτνίαζαν με το δάσος. Από τα σχετικά έγγραφα συνάγεται ότι το δάσος τον 17 ο και τον 18 ο αι. είχε πολύ μεγαλύτερη έκταση. Συγκεκριμένα στην ανατολική πλευρά προς το Πυργί, άνωθεν του οικισμού Τσακαρισιάνο, κατέβαινε πολύ χαμηλότερα και κάλυπτε τους πρόποδες του Ρουδίου. Ο συγκεκριμένος οικισμός είχε εξελιχθεί σε κέντρο εμπορίας και εξαγωγής ξυλείας, πράγμα που αποδεικνύει και η κατασκευή δρόμου από τον οικισμό προς την πλησιέστερη ακτή της Σάμης. Οι πυρκαγιές συνεχίστηκαν το 1730 και Η χειρότερη από αυτές ήταν προς το τέλος της Ενετοκρατίας το έτος 1793 ή Δεν είναι βέβαιο εάν πρόκειται για δύο

269 248 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ διαφορετικές πυρκαγιές ή για μία. Η χρονολόγησή της διχάζει τους ιστορικούς. Αιτία της πυρκαγιάς ήταν η παράνομη απόφαση του Προβλεπτή Βάρτολου Τσιγόνη να επιτρέψει έναντι χρημάτων στους χωρικούς του Πυργίου ανατολικά του Αίνου να καλλιεργήσουν τις απαγορευμένες εκτάσεις, που γειτνίαζαν με το δάσος. Οι χωρικοί, για να αποψιλώσουν τις εκτάσεις από την πυκνή βλάστηση, έβαλαν φωτιά, η οποία μεταδόθηκε στο δάσος. Σύμφωνα με την περιγραφή η φωτιά λόγω των ανέμων και της ανομβρίας έκαιγε επί τρεις μήνες και κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά το πυκνό δάσος με τα πανύψηλα έλατα, το οποίο τότε είχε περιφέρεια 36 μίλια, έκταση, όπως προαναφέραμε, βασιλικά στρέμματα και κάλυπτε όλες τις κορυφές του Αίνου. Οι φλόγες της πυρκαγιάς ήταν τέτοιες, που μπορούσε κανείς να διαβάσει τη νύκτα χωρίς άλλο φως, όχι μόνο στα γειτονικά του Αίνου χωριά, άλλα πολλά μίλια πιο μακριά. Μέχρι το 1829 υπήρχαν ακόμη οι καμένοι κορμοί των δένδρων (Σάμιος 1908). Η κατάσταση περιγράφεται ως απελπιστική από τον Φ. Γριμάνη. Θεσπίσθηκαν νέοι πιο αυστηροί νόμοι για απαγόρευση της βοσκής μικρών και μεγάλων ζώων. Το δάσος οριοθετήθηκε και τοποθετήθηκαν ορόσημα σε απόσταση μισού μιλίου από τα όριά του, ενώ παράλληλα απαγορεύθηκε κάθε καλλιέργεια πλησίον των ορίων. Όμως οι αυστηροί νόμοι για την απαγόρευση της βοσκής και την προστασία του δάσους καταπατήθηκαν, το ανατολικό όριο του δάσους καλλιεργήθηκε αυθαίρετα και στο νότιο μέρος του Αίνου ιδρύθηκε το μοναστήρι της Ζ. Πηγής, το οποίο χρησίμευσε σαν καταφύγιο ποιμένων και παρανόμων (Partsch 1892). Εκτός από τις πυρκαγιές καθοριστική παρέμβαση στην εξέλιξη της βλάστησης του δάσους θεωρούμε και την ενέργεια, που υποκρύπτεται στην παράδοση για τον μύθο του Δράκοντα του Αίνου, που κατασπάραζε ποίμνια και ανθρώπους. Σε επίσημο έγγραφο του 1509 αναφέρεται ότι ο Ενετός Προβλεπτής Κεφαλληνίας Φαντίνος Μαλλιπιέρος παραχώρησε στους αδελφούς Brescani όλες σχεδόν τις εκτάσεις στις δυτικές παρυφές του Αίνου ως ανταμοιβή για τον φόνο του δράκοντα (Σάμιος 1908). Η παραχώρηση του Προβλεπτή σε ιδιώτες ήταν η αρχή για την εκχέρσωση και την αποψίλωση του συγκεκριμένου δασωμένου τμήματος του Αίνου. Οι εκτάσεις δόθηκαν στην καλλιέργεια, η οποία μετέπειτα εξελίχθηκε σε αμπελοκαλλιέργεια κυρίως ρομπόλας. Αργότερα οι Άγγλοι συνέχισαν τον αγώνα προστασίας του δάσους. Ιδιαίτερα ενδιαφέρθηκε ο τοποτηρητής της Κεφαλληνίας Charles J. Napier (Κάρολος Ιάκωβος Νάπιερ) κατά τα έτη Σε ειδική έκθεση προς τον Γενικό Αρμοστή Sir Adam στην Κέρκυρα επισημαίνει τη σπουδαιότητα του ελατοδάσους του Αίνου, για το οποίο λέει ότι, αν και κάηκε προ ετών, εξακολουθεί να είναι «μέγα» επί της εποχής του. Στην οκταετία του Napier με τη βοήθεια του λοχαγού μηχανικού Kennedy διανοίχθηκε ο πρώτος δρόμος στον Αίνο (Κοσμετάτου 1991). Το 1828 χτίστηκε ένα μικρό οίκημα γνωστό με το όνομα Casa inglese για την παραμονή των δασοφυλάκων και κατασκευάστηκε μία στέρνα για συλλογή νερού γνωστή με το όνομα στέρνα του Κέννεντυ. Ένα δεύτερο μικρότερο δασοφυλάκιο χτίστηκε στη θέση Τραπέζι του Ρουδίου. Ίχνη αγγλικής οδοποιίας διατηρούνται πλησίον του σπηλαίου Πετάσι, το οποίο οι Άγγλοι χρησιμοποιούσαν για αποθήκευση χιονιού. Τα μέτρα προστασίας του δάσους πάλι δεν απέδωσαν, γιατί προσέκρουαν στα συμφέροντα των

270 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 249 κτηνοτρόφων. Μετά τη δολοφονία του δασοφύλακα Βάλκερ το 1849, η εποπτεία για τη φύλαξη του δάσους χαλάρωσε. Τις ανησυχίες τους για τα δάση του Αίνου και του Ρουδίου διατύπωσαν κορυφαίοι επιστήμονες, που επισκέφθηκαν κατά διαστήματα την Κεφαλονιά, όπως ο Α. Μοusson το 1858, καθηγητής από τη Ζυρίχη, o Fr. Unger το 1860, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βιέννης, o K. W. M. Wiebel (1871), καθηγητής του Πρακτικού Λυκείου Αμβούργου και ο J. Partsh το 1888, ο οποίος και έγραψε τη Γεωγραφική Μονογραφία Κεφαλονιάς και Ιθάκης και κατέγραψε τα αφορώντα στην τύχη του Αίνου και των δασών της Ελάτης. Η πρώτη επιστημονική περιγραφή της Ελάτης έγινε από τον Loudon το 1838, ο οποίος την ταξινόμησε ως είδος Abies cephalonica (στους Φοίτο & Damboldt 1985). Της έδωσε το ιδιαίτερο όνομα του νησιού, επειδή πρωτοανακαλύφθηκε στον Αίνο (locus classicus). 5. Ο Αίνος από το 1864 έως σήμερα 5α. Ιδιοκτησιακό καθεστώς Αναφερθήκαμε ήδη στις ανθρώπινες παρεμβάσεις στη βλάστηση και στη χλωρίδα της Κεφαλονιάς από την Ένωσή της με την Ελλάδα (1864) μέχρι σήμερα (κεφ. ΧΙ, ΧΙΙ). Θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε και στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, που διαμορφώθηκε κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας, γιατί εξ αιτίας αυτού η νομοθεσία, που διέπει σήμερα τα δάση της Κεφαλονιάς, είναι διαφορετική από την ισχύουσα για τα δάση της άλλης Ελλάδας (βλ. κεφ. IX, 3). Ενετοί και Άγγλοι θέσπιζαν νόμους για την προστασία και τη διαχείριση των δασών. Τα μέτρα προστασίας μαρτυρούν ότι από την εποχή εκείνη τα δάση του Αίνου τα θεωρούσαν δημόσια περιουσία της Κεφαλονιάς, γεγονός που δικαιολογούσε το ενδιαφέρον των εκάστοτε διοικητών του νησιού. Όμως επί Αγγλικής Προστασίας στο «σύνταγμα του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων» του 1817 ούτε υπήρχαν ούτε προβλέπονταν δημόσια κτήματα και δημόσια δάση ως ιδιοκτησία του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, τα οποία θα περιέρχονταν κατά διαδοχή στο Ελληνικό Κράτος μετά την Ένωση της Επτανήσου (1864) με την Ελλάδα. Επομένως το Ελληνικό Δημόσιο δεν έχει δικαίωμα κυριότητας επί των δασών της Επτανήσου, γιατί δεν έλαβε τίποτε ούτε ως διάδοχο του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, αφού αυτό δεν είχε δημόσια κτήματα και μάλιστα δάση, αλλά δεν έλαβε επίσης στη συνέχεια ούτε από την εγχώριο κοινή περιουσία κάθε νησιού, γιατί αυτή διανεμήθηκε μεταξύ των δήμων κάθε νησιού. Συνεπώς σήμερα δεν ισχύει στα Επτάνησα το τεκμήριο κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου. Το καθεστώς αυτό αναγνωρίζει την κατοχή δασικών εκτάσεων και δασών από ιδιώτες. Για να αποκτήσει το Δημόσιο δικαίωμα κυριότητας, απαιτείται όχι μόνο να επικαλεσθεί και να αποδείξει τη δασική μορφή της συγκεκριμένης έκτασης, αλλά να αποδείξει επί πλέον ότι το κατείχε σύμφωνα με κάποιον από τους τρόπους, που προέβλεπαν ή ο Ιόνιος Αστικός Κώδικας, ή ο Αστικός Κώδικας από τις , ή κάποιος ειδικός νόμος (Νομικό Βήμα τ. 34/1986 αριθ. 340/1985 Τμ. Γ ). Έχει επισημανθεί ότι το ιδιοκτησιακό αυτό καθεστώς των Επτανήσων για τις δασικές εκτάσεις ευθύνεται

271 250 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ για τις συχνές πυρκαγιές, που παρατηρούνται στα Ιόνια Νησιά, ιδιαίτερα δε στην Κεφαλονιά, η οποία είναι το μεγαλύτερο σε έκταση νησί, είναι ορεινή και έχει περισσότερες δασικές εκτάσεις (εφημ. «Καθημερινή» 3/8/2011. Παραθέτουμε στη συνέχεια τις διαδοχικές φάσεις του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των δασών από το 1500 μέχρι το 1864: Κατά τη διάρκεια της ξένης κυριαρχίας στα Επτάνησα (Ενετικής, Γαλλικής και Αγγλικής) τα δάση του Αίνου αποτελούσαν μέρος της δημόσιας περιουσίας της Κεφαλονιάς υπό την άμεση εποπτεία και διαχείριση της εκάστοτε τοπικής Κυβέρνησης. Το 1830 η τοπική Κυβέρνηση (Αγγλική), για να προστατεύσει το δάσος από τις παράνομες δραστηριότητες, ψήφισε τον Κανονισμό των Δασών Αίνου, Ρουδίου και Άτρου με αυστηρά μέτρα προστασίας: προσδιορισμό των ορίων κάθε δάσους, απαγόρευση βοσκής και υλοτόμησης, τμηματική περίφραξη του δάσους, αναδάσωση των διακένων, που πλήγηκαν από τις πυρκαγιές, διορισμό έξι δασοφυλάκων, απαγόρευση του ρογγίσματος, δηλαδή καθαρισμού αγρών με φωτιά (rogus i=φωτιά) στις πλησίον του δάσους περιοχές, δημιουργία αντιπυρικών ζωνών και αυστηρές κυρώσεις κατά των παραβατών. Το 1862 ψήφισε αυστηρότερο κανονισμό, τον Αγρονομικό, για θέματα ιδιοκτησίας, εκμετάλλευσης και προστασίας του δάσους. Όμως επανέφερε τη βοσκή ολιγάριθμων ποιμνίων εντός του δάσους κατόπιν αδείας του Εισπρακτορείου, στο οποίο είχε ανατεθεί η διαχείριση. Ο κανονισμός αυτός εξακολούθησε να ισχύει και μετά την Ένωση της Επτανήσου μέχρι το Με την Ένωση η προστασία του δάσους περιήλθε πλέον στο ελληνικό κράτος, αλλά η κατάσταση δεν βελτιώθηκε, γιατί οι πιέσεις των οικισμών γύρω από τον Αίνο ήταν έντονες. Με τον νόμο ΨI /1878 η διοίκηση και διαχείριση του δάσους πέρασε στο Αδελφάτο των Φιλανθρωπικών Καταστημάτων Κεφαλονιάς, το οποίο το διαχειρίστηκε μέχρι το Κατόπιν με τον Α.Ν 1791/1939 η εκμετάλλευση του δάσους περιήλθε στο Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών με αρμόδιο τον Δασάρχη Κεφαλονιάς στο όνομα του δασοκτήμονος Αδελφάτου. Το 1962 ανακηρύσσεται Δρυμός, για να προστατευθεί το δάσος της κεφαλληνιακής Ελάτης. Τέλος το 1968 το Ελληνικό Δημόσιο τον αγοράζει από τα Φιλανθρωπικά Καταστήματα έναντι του ποσού των δραχμών. Από τότε και με το Β.Δ. 776/ η διαχείριση όλων των δασών του Αίνου καθορίζεται από τον Α.Ν.856/1937 και το Ν.Δ. 996/1971. Είναι ο μικρότερος από τους 10 Δρυμούς της Ελλάδας. Σήμερα έχει συνολική έκταση στρέμματα και περιλαμβάνει δύο τμήματα εναπομείναντος δάσους, τα οποία δεν επικοινωνούν μεταξύ τους: ένα τμήμα του Αίνου με αμιγές δάσος από Abies cephalonica ( στρέμ.) και το δάσος του Ρουδίου αποτελούμενο από A. cephalonica και υψηλή μακκία (5.460 στρέμ.) (Εικ. 114). Λόγω της κεφαλληνιακής Ελάτης και των σπάνιων ενδημικών ειδών της χλωρίδας του, όπως π.χ. η Viola cephalonica, ο Αίνος έχει αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μία από τις περιοχές Natura 2000 (GR ). Για τον λόγο αυτό με τον νόμο 2742/99 συστάθηκε ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου, ο οποίος δραστηριοποιείται σε θέματα προστασίας και ανάδειξης του φυσικού πλούτου του Δρυμού, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού. Διοικείται από 9μελές συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχουν έγκριτοι επιστήμονες ειδικοτήτων συναφών με το περιβάλλον του Δρυμού, εκπρόσωποι

272 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 251 συναρμόδιων Υπουργείων, Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τοπικών φορέων.

273 252 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ Η περιοχή ευθύνης του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου (Χάρτης: Μ. Ξανθάκης 2012).

274 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα To Ρούδι Το Ρούδι αποτελεί προέκταση της οροσειράς του Αίνου προς τα ΒΔ και αποτελεί το δεύτερο τμήμα του Εθνικού Δρυμού. Το δάσος του Ρουδίου (5.460 στρέμ.), μικτό από κεφαλληνιακή Ελάτη και άλλα αείφυλλα (Εικ. 115), διαχωρίζεται από το δάσος του Αίνου με τον αυχένα της Μολούς, στις πεδινές εκτάσεις της οποίας μέχρι πρόσφατα γινόταν καλλιέργεια εκλεκτής ποικιλίας φακής. Σήμερα τις εκτάσεις αυτές τις κατέχουν οι κτηνοτρόφοι. Είναι άγνωστο εάν στο παρελθόν το δάσος αυτό ήταν συνεχόμενο με του Αίνου. Οπωσδήποτε η τύχη του Ρουδίου κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας ήταν κοινή με του Αίνου, όπως συνάγεται από τον κανονισμό του 1830 και ως προς τη διαχείριση του δάσους και ως προς τη συμπεριφορά των κτηνοτρόφων (βλ. ενότητα 5α του παρόντος κεφαλαίου). Εικ Σχηματισμός βλάστησης στο Ρούδι από Abies cephalonica, Rhus cotinus, Arbutus unedo και Quercus ilex. Φθινοπωρινή εικόνα (Φωτ. Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ.Α.). Ο τρόπος, με τον οποίο διαφοροποιείται η βλάστηση του Ρουδίου από την κορυφή προς τους πρόποδες (στην αρχή αμιγής από κεφαλληνιακή Ελάτη, μετά μικτή με φιλύκι (Phillyrea), κουμαριά (Arbutus) και βαλανιδιές (Quercus) και βαθμιαία μέχρι την πλήρη απουσία της Ελάτης στα χαμηλότερα πρανή ( m) δίνει την εντύπωση ενός αυτοτελούς ενιαίου δάσους. Η κατάσταση του δάσους του Ρουδίου είναι καλύτερη από αυτήν του Αίνου. Στη B-ΒΔ. πλαγιά παρατηρείται αναγέννηση της Ελάτης, η οποία κατέρχεται χαμηλότερα λόγω της καλύτερης σύστασης και υγρασίας του εδάφους. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στις ηπιότερες κλίσεις των παρυφών του όρους (30-60%), που συντελούν σε μείωση

275 254 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ της διάβρωσης του εδάφους, ενώ του Αίνου κυμαίνονται από 50-80% (Κύτρος 1986, Υπ/γείο Γεωργίας). Επειδή στη συνέχεια θα αναφερθούμε και σε άλλα όρη της Κεφαλονιάς, παραθέτουμε τον κατωτέρω χάρτη με τις ονομασίες των ορέων και τα γεωγραφικά διαμερίσματα (Εικ. 116). Εικ Στον ανάγλυφο ψηφιακό χάρτη Κεφαλονιάς και Ιθάκης σημειώνονται τα γεωγραφικά διαμερίσματα και τα υψηλότερα όρη της Κεφαλονιάς, που αναφέρονται στην παρούσα Διατριβή (Πηγή: Καθηγητής Ν. Πολυδωρίδης, Ιούνιος 2001). 7. Το όρος Αγία Δυνατή και το δάσος της Quercus coccifera Η Αγία Δυνατή (1.131 m), το υψηλότερο όρος μετά τον Αίνο, ορθώνεται νοτιότερα της κοιλάδας της Πυλάρου (Εικ. 117). Αποτελεί φυσικό σύνορο

276 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 255 μεταξύ των περιοχών Σάμης και Κραναίας, ενώ το Καλόν Όρος, τελευταίος ορεινός όγκος στον Βορρά (901 m) οριοθετεί την περιοχή της Ερίσου. Μεταξύ Αγίας Δυνατής και Καλού Όρους διαμορφώνεται η εύφορη κοιλάδα της Πυλάρου στον άξονα Αγίας Ευφημίας-Μύρτου. Στη γεωμορφολογία αυτή οφείλεται και η αρχαιότατη ονομασία της περιοχής Πύλαρος εκ του πυλωρός, που δηλώνει τον φρουρό της πύλης, γιατί η χθαμαλή κοιλάδα προσβάσιμη στα ανατολικά από τη θάλασσα αποτελεί φυσική πύλη εισόδου στο νησί. Τα βουνά της Πυλάρου φαίνεται ότι απογυμνώθηκαν από τα δάση τους σε χρόνους πολύ προγενέστερους του 15 ου αι., γιατί δεν μνημονεύονται στα αρχεία της Βενετίας. Οι διαδοχικοί ορεινοί όγκοι στην περιοχή, που συνδέονται δυτικά και με τα βουνά της Θηνέας, θεωρούνται ως η κατ εξοχήν κτηνοτροφική περιοχή της Κεφαλονιάς, από την οποία προέρχονταν τα φημισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα, κυρίως τυρί φέτα. Εικ Άποψη της Αγία Δυνατής από την Ι. Μονή Θεμάτων και οι παρεμβάσεις επί του όρους. Ο Partsch (1892) περιγράφει το τοπίο της Αγίας Δυνατής ως την πιο «αντιπαθητική και δυσάρεστη θέα» σε όλη την Κεφαλονιά. Είναι μία ορεινή, άνυδρη έκταση 150 km 2, που περιβάλλεται από ξηρές και πετρώδεις χαράδρες. Οι ελάχιστοι θύλακες υπολειμματικής βλάστησης, κυρίως από πρίνους, η απεικόνιση κυνηγετικών σκύλων στα αρχαία νομίσματα της γειτονικής Σάμης, καθώς και η περίεργη ονομασία του όρους Αγία Δυνατή αποτελούν ισχυρή ένδειξη ότι στο αρχαίο παρελθόν υπήρχε ακμαίο δάσος, που έσφυζε από ζωή (Ευθυμιάτου- Κατσούνη 2007). Σήμερα στη θέση Κάτω Βουνί, που αποτελεί την προβαθμίδα της Αγίας Δυνατής, σε υψόμετρο 502 m υπάρχει η παλαιά «Μονή της Παναγίας στα Θέματα» και δύο νεότερα μικρά εκκλησάκια, της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Νικολάου. Οι κλιτύες της Αγία Δυνατής είναι απογυμνωμένες. Μόνον ένα τμήμα της ανατολικής παρειάς του όρους επάνω από τους πρόποδες και μέχρι το

277 256 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ υψόμετρο των m είναι καλυμμένο από πυκνό ομοιογενές δάσος Quercus coccifera, το οποίο κατέρχεται μέχρι τη Μονή της Παναγίας. Γύρω από τη Μονή υπάρχει περιφραγμένο τμήμα του δάσους με πανύψηλα περνάρια, για τα οποία φημίζεται η περιοχή (Eικ. 118). Εικ Η Μονή Θεμάτων από υψόμετρο 800 m της Αγίας Δυνατής και τμήμα του αμιγούς δάσους από Q. coccifera. Η Quercus coccifera (κν. περνάρι ή πουρνάρι) εμφανίζεται στο νησί από τις παραλιακές θέσεις μέχρι το υψόμετρο των 820 m. Συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό στη σύνθεση της μακκίας βλάστησης κυρίως με θαμνώδη ή ημιδενδρώδη μορφή. Ο Knapp (1965) διακρίνει στην Κεφαλονιά τρεις υψομετρικές ζώνες, στις οποίες εμφανίζεται η Q. coccifera, αντίστοιχες κυρίως των αλλαγών των κλιματικών συνθηκών. Κατά τη γνώμη μας οι ζώνες αυτές, τουλάχιστον στην Κεφαλονιά, δεν φαίνεται να είναι υπαρκτές ούτε συνδεδεμένες με βιοκλιματικούς παράγοντες και οπωσδήποτε δεν είναι ευδιάκριτες. Αντίθετα ευδιάκριτες είναι δύο ζώνες, τουλάχιστον σε ορισμένες περιοχές του νησιού. Η μία από αυτές είναι απολύτως συνυφασμένη με τον ανθρωπογενή παράγοντα, δηλαδή με την παλαιότατη, μόνιμη εγκατάσταση κατοίκων του νησιού και με τις αγροτικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητές τους στην αντίστοιχη περιοχή. Η άλλη δασική ζώνη, η ανώτερη, δεν έμεινε βεβαίως ανεπηρέαστη ή αλώβητη από τις δραστηριότητες του ανθρώπου. Διατήρησε όμως, τουλάχιστον κατά τόπους, τον υπολειμματικό χαρακτήρα των δασών της ως μαρτυρία της πρωταρχικής μορφής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανωτέρω άποψής μας αποτελεί η βλάστηση του όρους Αγία Δυνατή, του υψηλότερου μετά τον Αίνο (1.131 m), όπως προαναφέραμε, το οποίο βρίσκεται βορειοδυτικά της Σάμης (βλ. κεφ. XIII, 2).

278 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 257 Θα αναφερθούμε στην εμφάνιση της Q. coccifera στις βόρειες και βορειοανατολικές πλαγιές της Αγίας Δυνατής. Στα χαμηλότερα υψόμετρα και μέχρι περίπου τα 500 m η Q. coccifera συνιστά μικρές συστάδες, περισσότερο ή λιγότερο πυκνές, όπου παίρνει την ημιδενδρώδη μορφή. Είναι προφανές ότι πρόκειται για τις περιοχές, όπου υπήρξαν παλαιότατες ανθρώπινες δραστηριότητες ιδιαιτέρως έντονες εν μέρει και μέχρι σήμερα. Από το υψόμετρο περίπου των 500 m η Q. coccifera αναπτύσσεται σε δενδρώδη μορφή και οι συστάδες της αναλόγως της μορφής των κλιτύων (κλίση, είδος εδάφους, κ.λπ.) είναι πυκνότερες ή αραιότερες. Εδώ υπάρχουν άτομα της Q. coccifera, τα οποία φθάνουν ή υπερβαίνουν το ύψος των 17 m. Τούτο είναι ιδιαιτέρως εμφανές στην περιοχή της Μονής της Παναγίας των Θεμάτων (υψ. 502 m), όπου υπάρχουν οι πλέον χαρακτηριστικές συστάδες, πιθανόν γιατί βρίσκονται περιφραγμένες από τη Μονή μέσα σε μία περιοχή πολλών δεκάδων στρεμμάτων (Εικ. 119). Ας σημειωθεί ότι στο όρος Αγία Δυνατή το ανώτερο όριο εμφανίσεως της Q. coccifera φθάνει τα 820 m. Η υπαρκτή σήμερα δενδρώδης ζώνη του όρους είναι εμφανής, αν και, όπως αναμένεται, ούτε συνεχής είναι ούτε συμπαγής. Αποτελεί όμως αναμφισβήτητη μαρτυρία του υπολειμματικού χαρακτήρα ενός άλλοτε κυρίαρχου και επιβλητικού δάσους της δενδρώδους Q. coccifera. Ο Knapp στο έργο του για τη βλάστηση της Κεφαλονιάς (1965), που μνημονεύσαμε, σημειώνει την εμφάνιση διάσπαρτων ατόμων Q. coccifera δενδρώδους μορφής. Δεν κάνει όμως λόγο για τις συγκεκριμένες συστάδες δενδρώδους μορφής στην Κεφαλονιά, όπως αυτή, που αναφέρεται ανωτέρω. Προφανώς δεν είχε την ευκαιρία ή τη δυνατότητα επίσκεψης στην Αγία Δυνατή. Η δενδρώδης μορφή της Q. coccifera αναφερόταν άλλοτε συχνά, σήμερα σπανιότερα, με το όνoμα της Quercus calliprinos. Το όνομα αυτό εντάσσεται πλέον ως συνώνυμο της ιδιαιτέρως πολυποίκιλης Q. coccifera. Από το υψόμετρο περίπου των 820 m το πετρώδες ασβεστολιθικό έδαφος της ανώτερης άδενδρης ζώνης του όρους είναι απελπιστικά γυμνό. Μόνο οι ανεμογεννήτριες της κορυφογραμμής της Αγίας Δυνατής υψώνονται μέσα από ένα ερημοποιημένο τοπίο, αποτέλεσμα της από αιώνων έντονης βόσκησης στην περιοχή. Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι το εναπομείναν δάσος της Αγίας Δυνατής αποτελεί ζώσα μαρτυρία για την εικόνα των δασών της περιοχής αυτής κατά το παρελθόν και για το είδος της πλούσιας, αειθαλούς και αυτοφυούς βλάστησης.

279 258 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Εικ Το δάσος με τις πανύψηλες Quercus στην Ι. Μονή Θεμάτων (Φωτ. Δ. Φοίτος).

280 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 259 7α. Περί της ονομασίας του όρους Αγία Δυνατή Ονομασίες των βουνών της Κεφαλονιάς δεν διασώζονται ούτε στην αρχαία ούτε στη βυζαντινή γραμματεία εκτός δύο εξαιρέσεων, του Αίνου γνωστού από τον Ησίοδο, και της Βαίας, που αναφέρεται πολύ αργότερα από τον Στέφανο τον Βυζάντιο με το λακωνικό, επιγραμματικό σχόλιο «Βαία ὄρος Κεφαλληνίας ἀπὸ Βαίου κυβερνήτου Ὀδυσσέως, τὸ ἐθνικὸν Βαιάτης». Η άποψη αυτή, ότι δηλαδή. ονομάστηκε Βαία από τον σύντροφο του Οδυσσέα Βαῖο, αμφισβητείται από τον Partsch (1892). Επειδή αναφέρονται μόνον αυτές οι δύο ονομασίες, διατυπώθηκε η άποψη ότι η Βαία δεν μπορεί να είναι άλλη από την Αγία Δυνατή και όχι κάποιο άλλο, μικρότερο βουνό (Μελετίου Γεωγραφία στον Λοβέρδο 1888). Άσχετα με το αν η ονομασία της οφείλεται στον σύντροφο του Οδυσσέα, συμφωνούμε με την ταύτιση Βαίας Αγίας Δυνατής για τους λόγους, που εκθέτουμε στη συνέχεια. Αναζητήσαμε τη σημασία της λέξης πέραν του κύριου ονόματος και διαπιστώσαμε ότι υπάρχει ο τύπος βαΐα, ο οποίος διασώζεται στον Στράβωνα (Επιτομή: 5 / 3, βλ. Λεξ. Liddel & Scott) και σημαίνει την τροφό. Τροφός είναι η γυναίκα που θηλάζει βρέφος, που ανατρέφει παιδί (κούρο), όχι απαραίτητα δικό της, είναι δηλαδή κουροτρόφος. Είναι η γνωστή παραμάνα, η βάγια των λαϊκών παραμυθιών. Δεν μπορούμε λοιπόν να αποκλείσουμε την πιθανότητα κάποιας διαφορετικής αναγραφής στους κώδικες των αρχαίων κειμένων, πράγμα άλλωστε, που όχι σπάνια παρατηρείται, όταν μάλιστα η ομοιότητα μεταξύ βαίας και βαΐας πολλαπλασιάζει την πιθανότητα λάθους κατά την αντιγραφή. Δεν θεωρούμε απλή σύμπτωση ότι η έννοια της τροφού, της βαΐας (βάγιας) συμπίπτει με την έννοια αυτής που τρέφει, στην προκειμένη περίπτωση της μητέρας φύσης, που απεικονίζεται στη μεν κρητομυκηναϊκή τέχνη ως κουροτρόφος θεά, στη δε χριστιανική αγιογραφία ως Βρεφοκρατούσα Παναγία. Στην αρχαία Γραμματεία οι αιτίες συνήθως, για τις οποίες μνημονεύονται ορισμένα βουνά με το όνομά τους είναι: είτε γιατί θεωρούνται τα πιο σημαντικά λόγω του μεγέθους και του ύψους τους είτε γιατί είναι φημισμένα λόγω της αρχαίας λατρείας. Στην Ελλάδα γενικότερα οι ονομασίες των βουνών δεν έχουν αλλάξει στη διάρκεια των χιλιετιών. Όμως, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Μηλιαράκης (1890), τα ιστορικά και ιερά βουνά με εξαίρεση τον Όλυμπο δεν διατήρησαν την ονομασία τους, ακριβώς επειδή συνδέονταν με αρχαίες λατρείες. Αποδίδει το φαινόμενο στην επικράτηση του Χριστιανισμού, όταν καταστράφηκαν τα ιερά στις κορυφές τους. Για τον λόγο αυτό και ο Αίνος, ιερό βουνό λόγω της λατρείας του Αινησίου Διός μετονομάστηκε σε Μαύρο Βουνό, αλλά και σήμερα εκτός από Αίνος εξακολουθεί να λέγεται και Μεγάλο Βουνό. Μήπως λοιπόν και η Βαία μετονομάστηκε σε Αγία Δυνατή, γιατί εκπλήρωνε στο παρελθόν την προϋπόθεση αυτή, δηλαδή την τέλεση κάποιας αντίστοιχης λατρείας; Στην προηγούμενη ενότητα του παρόντος κεφαλαίου αναφέραμε ήδη την ύπαρξη της παλαιάς Μονής της λεγόμενης «Παναγίας στα Θέματα» στο υψόμετρο των 502 περίπου m της Αγίας Δυνατής. Η χρονολογία ίδρυσης της Μονής παραμένει άγνωστη. Κατά την παράδοση ιδρύθηκε από δύο μοναχές, τη μία από την Πύλαρο και την άλλη από την Άσσο. Άγνωστο επίσης πότε περιήλθε στην οικογένεια των Καρούσων και το 1649 στον ιερομόναχο Γαβριήλ Βαλλιάνο,

281 260 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ο οποίος ίδρυσε κοινόβιο. Το 1805 η Μονή είχε σαράντα μοναχούς. Έξω από τον περίβολο υπάρχουν δύο εκκλησάκια, της Αγίας Τριάδας, άγνωστης χρονολογίας ίδρυσης, και του Αγίου Νικολάου, το οποίο δωρήθηκε στη Μονή από κάποιο μοναχό το Την ονομασία «Θέματα» σύμφωνα με συμβολαιογραφική πράξη, που υπάρχει στο Αρχειοφυλακείο Ζακύνθου τη συναντάμε ως ονομασία χωριού (Τσιτσέλης 1960). Δεν γνωρίζουμε εάν συνδέεται με τον βυζαντινό θεσμό του Θέματος και αν και κατά πόσο η ευρύτερη περιοχή του όρους είχε κάποια στενή σχέση με τη διοίκηση του Ναυτικού Θέματος Κεφαλληνίας, που ιδρύθηκε στις αρχές του 9 ου μ.χ. αι. (Ζακυθηνός 1962), και εξ αιτίας αυτού διατηρήθηκε η ονομασία «Θέματα» ως τοπωνύμιο. Παρεμπιπτόντως το «Θέμα» ήταν ένας θεσμός επαρχιακής διοίκησης, που ιδρύθηκε τον 7 ο μ.χ. αιώνα από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο για λόγους άμυνας του Βυζαντινού κράτους. Αναφέρεται επίσης ότι γύρω από το Μοναστήρι υπήρχε θέση «Παλιά Χώρα», καθώς και τα χωριά Λουτάτα και Σταμενάτα και χαμηλότερα το εγκαταλειμμένο χωριό Ταρκασάτα (Τσιτσέλης 1960). Έχει παρατηρηθεί ότι στην Κεφαλονιά διατηρούνται αρχαία τοπωνύμια σε μεγαλύτερη αναλογία συγκριτικά με την υπόλοιπη Ελλάδα (Μαρινάτος 1962), τα οποία παρά τις περιπέτειες και την πληθυσμιακή αφαίμαξη του νησιού ιδίως στη μεταβυζαντινή περίοδο (βλ. κεφ.v, 4, 5) διασώθηκαν στη λαϊκή παράδοση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχει ένα λανθάνον δυναμικό υπόστρωμα στον ψυχισμό των κατοίκων, το οποίο τους συνδέει με το αρχαίο παρελθόν και το οποίο ανιχνεύεται στην επιβίωση πανάρχαιων εθίμων στο νησί (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2007, 2008, 2010). Μία τέτοια γεύση αιωνιότητας μας δίνουν και οι αρχαιοπρεπείς ονοματοθεσίες της Κεφαλονιάς, όπως Εύγερος (Ευ+γεηρός = καλή, ωραία εκ της γης), Παγά (Πηγή), Λανού (Ληνού), Αίνος (αἰνήιμι), Αράκλι (Ἡράκλειον), Πρόννοι (Πρώνησος), Πύλαρος (πυλωρός) Κρ(ε)ιτωνού (κατά μία ετυμολογία εκ του κρείττων οὔ = δεν υπάρχει καλύτερη) κ.λπ. Η ονομασία «Αγία Δυνατή» όμως πού εντάσσεται; Η περίεργη ονομασία του όρους σε συνδυασμό με την ύπαρξη της Μονής της Παναγίας, κατά την άποψή μας, δεν αποτελεί τυχαίο συνδυασμό. Στη συνείδηση του ελληνικού λαού η μορφή της Θεοτόκου είναι η προσφιλέστερη και ιερότερη γυναικεία μορφή της Χριστιανικής Θρησκείας. Είναι γνωστό ότι στη μακραίωνη λαϊκή μας παράδοση πολλά στοιχεία του ιστορικού και πολιτιστικού παρελθόντος, καθώς και θρησκευτικές αντιλήψεις ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες, που επιβίωσαν και ενσωματώθηκαν μεταμφιεσμένες στη Χριστιανική λατρεία. Η μορφή της Παναγίας κατέχει περίοπτη θέση στη θρησκευτική συνείδηση του λαού, ο οποίος στην εικονογράφηση και στην υμνογραφία της αποδίδει σωρεία επιθέτων, όπως: Μητέρα Θεού, Κυρία των Αγγέλων, Δέσποινα Θεοτόκον, Αειπάρθενον, Ρόδον Αμάραντον, Άχραντον, Άμωμον Παρθένον κ.λπ. Παράλληλα όμως την υμνούν και ως Υπέρμαχον Στρατηγόν, ιδιότητα την οποία κατείχε και η παρθένος θεά Αθηνά ως Πρόμαχος, προικισμένη επίσης με ένα σωρό αγαθοποιές ιδιότητες: Πολιούχος, Εργάνη, Παλλάς, Υγεία, Αλέα, Θεά της Σοφίας, Μήτηρ κ.λπ. (Richepin1954). Η συνέχεια της λατρείας στη λαϊκή συνείδηση είναι φανερή. Από όλους τους χριστιανικούς λαούς μόνον ο ελληνικός απέδωσε στην Παναγία την ιδιότητα της Υπερμάχου Στρατηγού ταυτίζοντάς την με την Αθηνά.

282 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 261 Η ταύτιση Υπερμάχου και Προμάχου είναι ένα ακόμη κραυγαλέο παράδειγμα για το πώς έχουν αφομοιωθεί και μετουσιωθεί στοιχεία της αρχαίας λατρείας μέσα στη χριστιανική. Για την επιβίωση παρόμοιων στοιχείων αρχαίας λατρείας στην Κεφαλονιά έχουμε ήδη αναφερθεί σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μας (l.c.). Σε όλη την Ελλάδα, αλλά και στην Κεφαλονιά, υπάρχουν περιπτώσεις, που έχουμε συνέχεια της λατρείας στον ίδιο χώρο και διαδοχή της αρχαίας θεότητας από τον Χριστό, την Παναγία ή άλλους χριστιανούς Αγίους με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη μετατροπή του Παρθενώνα σε εκκλησία της Παναγίας της Αθηνιώτισσας. Άλλοτε έχουμε εκκλησία επάνω σε ερείπια αρχαίου ελληνικού ναού στην Κεφαλονιά, όπως π.χ. στα Βάτσα της Παλικής, τον Αϊ-Γιώργη στη Σκάλα και διαδοχή λατρείας στην Παναγία με τα φίδια τον Δεκαπενταύγουστο στο Μαρκόπουλο (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2008). Πουθενά όμως, ούτε στο συγκεκριμένο βουνό ούτε σε άλλο μέρος της Κεφαλονιάς υπάρχει εκκλησάκι αφιερωμένο σε κάποια Αγία με το όνομα «Δυνατή», αλλά ούτε και στην ορθόδοξη εκκλησία αναφέρεται αγία με αυτό το όνομα. Αντίθετα εδώ ονομάστηκε έτσι ένα βουνό! Η ελληνική είναι γλώσσα, που εκφράζει όλες τις εννοιολογικές αποχρώσεις. Οι λέξεις άλλοτε χρησιμοποιούνται με κυριολεκτική, άλλοτε με μεταφορική σημασία. Το «Δυνατή» είναι επίθετο, το οποίο στην περίπτωσή μας δηλώνει μία ορισμένη ιδιότητα αποδιδόμενη σε κάποιο ιερό πρόσωπο, μία «Αγία». Είναι αυτή, που με την κυριολεκτική σημασία, έχει «δύναμη», που μπορεί τα πάντα. Κατά την άποψή μας οντότητα όχι ανθρώπινη, αλλά θεότητα, που εκφράζει την παντοδύναμη Μητέρα Φύση. Στην περίπτωση της ονομασίας του όρους της Πυλάρου έχουμε λοιπόν μία προσωποποίηση, μία ταύτιση του όρους με θεότητα, πράγμα σύνηθες στην αρχαιότητα, όπου βουνά, ποτάμια, λίμνες και πηγές ή ήταν θεότητες ή ήταν κατοικίες θεών, π.χ. ο Όλυμπος, ο Αχελώος, η Αρέθουσα κ.λπ. Σύμφωνα με την άποψη του Μηλιαράκη, που εκθέσαμε παραπάνω, τα βουνά, τα οποία ήταν τόποι αρχαίας λατρείας, με την επικράτηση του χριστιανισμού δεν διατήρησαν μέχρι σήμερα την ονομασία τους. Πιστεύουμε ότι και εδώ έχει γίνει κάτι ανάλογο. Δεν κατονομάζεται η ίδια η αρχαία θεότητα πιθανόν για τους λόγους, που αναφέρει ο Μηλιαράκης, αλλά κατονομάζεται η ιδιότητά της, δηλαδή «δυνατή». Στην ιδιότητα αυτή, για να δοθεί η χριστιανική μορφή, προστίθεται εδώ το «Αγία», οπότε έχουμε ένα συνδυασμό, υποκατάστατο του ονόματος της αρχαίας θεότητας, που δεν έπρεπε να προφέρεται πλέον, γιατί ήταν μιαρό και απαγορευμένο στους χριστιανούς (ταμπού). Για να το διατυπώσουμε και κάπως διαφορετικά: εάν δεχθούμε ότι το όνομα του βουνού ήταν συνυφασμένο με κάποια αρχαία θεότητα, πράγμα που θα έπρεπε να αλλάξει κατά τους χριστιανικούς χρόνους, αυτό έγινε με την προσθήκη της λέξης «Αγία», που υποδηλώνει χριστιανική αντίληψη. Η Αγία Δυνατή είναι η τροφός, αυτή που δίνει ζωή, η βαΐα, η βάγια, που ανατρέφει παιδί, η κουροτρόφος. Οι μορφές, που σκιαγραφούνται πίσω από τα ονόματα και τις ιδιότητες που εκφράζουν, είναι της Αρτέμιδος και της Δήμητρας, των δύο κουροτρόφων θεαινών. Έτσι πιστεύουμε ότι η μετονομασία του όρους ήταν αποτέλεσμα μιας βαθιάς στον χρόνο διεργασίας, η οποία συγχωνεύοντας στοιχεία από δύο διαφορετικούς κόσμους

283 262 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ συμφιλίωσε το αρχαίο θρησκευτικό βίωμα με το νέο (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2007). Τα δάση χαμηλού υψομέτρου ήταν ο χώρος επικράτειας της Αρτέμιδος, της οποίας η καταγωγή είναι μινωική. Είναι εξελιγμένη μορφή της μεγάλης κρητικής θεάς της Φύσης, της Ὀρείας Μητρός ή Ποτνίας Θηρῶν, όπως είθισται να ονομάζεται. Ήταν η πρώτη μεταξύ των νυμφών, που έθρεψε τον νήπιο θεό Υάκινθο ως «Κουροτρόφος». Η λατρεία του νήπιου θεού γνωρίζουμε ότι προήλθε από τη μινωική Κρήτη, όπου λατρευόταν ο νήπιος Ζευς, οι δεσμοί δε Κρήτης και Κεφαλονιάς έχουμε τη γνώμη ότι είναι πιο στενοί απ ό,τι μέχρι τώρα πιστεύεται (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2010). Σύμφωνα με τον Όμηρο (Ύμνος στη Δήμητρα: 489, βλ. Φ.Ο.Κ. 2002, Grimal 1991) και τον Ησίοδο (Θεογονία: ) βλ. Ιακώβ & Γκιργκένης 2001) η Δήμητρα, η προσωποποίηση της Γης, γέννησε από τον Ιασίωνα τον Πλούτο. Ο Πλούτος με την αρχική του σημασία, της αφθονίας των καρπών της γης, είναι και αυτός θείο βρέφος, πιθανότατα ο νήπιος θεός των Ελευσινίων. Το βρέφος δεν ανατρέφεται από τη μητέρα του, αλλά αυτή το παραδίδει στις θεότητες της Φύσης, τις «Κουροτρόφους». Το θείο βρέφος λοιπόν, που ανατρέφεται από τις κουροτρόφους θεές (άλλοτε ο Υάκινθος, ο Δίας, ο Διόνυσος, ο Πλούτος, ο Εριχθόνιος, ο Αρχέμορος ή ο Άδωνις), μας οδηγεί κατ ευθείαν στα ιερότερα των αρχαίων μυστηρίων, που ήταν αφιερωμένα στη θεά Δήμητρα, τα Ελευσίνια, για τα οποία οι αρχαίοι συγγραφείς κράτησαν κλειστό το στόμα τους, για να μη παραβιαστεί το «άδυτον» της μυστηριακής λατρείας. Εν τούτοις υπάρχει μία πληροφορία στον Ιππόλυτο, πατέρα της Εκκλησίας και εκκλησιαστικό συγγραφέα (3 ος μ.χ. αι.), αξιόπιστη κατά τον Μαρινάτο (1948), όσον αφορά στη λατρεία του θείου βρέφους κατά τα μυστήρια αυτά, που συμφωνεί με όσα γνωρίζουμε από πολύ αρχαιότερες πηγές για το ίδιο θέμα. Στο έργο του Ιππολύτου «Κατὰ πασῶν αἱρέσεων ἔλεγχος» (στον Γουδή 1999) αναφέρεται το εξής: Σε ορισμένη στιγμή των Μυστηρίων «(ο ιεροφάντης) νυκτὸς ἐν Ἐλευσῖνι ὑπὸ πολλῷ πυρὶ τελῶν τὰ μεγάλα καὶ ἄρρητα μυστήρια βοᾷ καὶ κέκραγε λέγων: Ἱερόν ἔτεκε Πότνια κοῦρον, Βριμὼ Βριμὸν». Δηλαδή αναφωνούσε: «Η Δέσποινα γέννησε ιερόν βρέφος, η Δυνατή τον δυνατόν». Δεν κατονομάζεται η θεότητα. Αυτή προσδιορίζεται ως Πότνια (Δέσποινα, ιερό αξιοσέβαστο πρόσωπο). Είναι προφανές ότι πρόκειται για τη μεγάλη και παντοδύναμη μητέρα Φύση, τη Δήμητρα των Ελευσινίων, που χαρίζει τον πλούτο της γης στους θνητούς. Εμείς επισημαίνουμε απλώς τη σύμπτωση: μήπως δηλαδή στην περίπτωση της Αγίας Δυνατής υπονοείται η ίδια θεότητα, δηλ. η Βριμώ (=Δυνατή), στην ονομασία του όρους; Στην Κεφαλονιά εκτός από τον Αινήσιο Δία λατρευόταν η Δήμητρα, η Άρτεμις, ο Βάκχος, η Αθηνά, ο Ποσειδώνας και η Εστία, καθώς και μία περίεργη προελληνική θεότητα μινωικής καταγωγής, η Βριτόμαρτις, που θεωρείται ότι προέρχεται από τον κύκλο της Αρτέμιδος με την ιδιότητα της Ποτνίας (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2010). Ιδιαίτερα στην περιοχή της Σάμης λατρευόταν η Δήμητρα, η Αθηνά, ο Ερμής και ο Απόλλωνας και στην περιοχή των Πρόννων, εκτός από την Αθηνά και τον Ηρακλή, ο Υάκινθος και η Σελήνη, η οποία ταυτίζεται με την Αρτέμιδα. Η Άρτεμις, ο Ποσειδώνας και ο Διόνυσος ως βρέφος αρχικά ήταν χθόνιες θεότητες, όπως και η Δήμητρα. Η Αγία Δυνατή, εάν κρίνουμε από την υπάρχουσα υπολειμματική βλάστηση και τις συνέπειες, που αναμφισβήτητα έχει επιφέρει η ανά τους αιώνες

284 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 263 κακώς ασκούμενη διαχείριση, συμπεραίνουμε ότι κατά την αρχαιότητα θα ήταν πυκνά δασωμένη. Το τοπίο του όρους λοιπόν λόγω της πυκνής βλάστησης από τη φύση του ήταν πρόσφορο για κατοικία θεών, σαν χώρος επικράτειας χθόνιας θεότητας, πιθανότατα ο ιδανικός τόπος κατοικίας της Ποτνίας θεάς, της Δυνατής, ώστε να γεννηθούν παρόμοιες αντιλήψεις και να εδραιωθεί η σχετική λατρεία. Διερωτόμαστε λοιπόν πάλι: μήπως στην ονομασία Αγία Δυνατή επιβιώνει μία μορφή της θεότητας της Φύσης, θεότητας κουροτρόφου, προσωποποίησης του θαλερού βουνού, που σφύζει από ζωή; Δεν αποκλείουμε την περίπτωση να προϋπήρχε και λατρεία του νήπιου θεού, γιατί λίγο νοτιότερα της Πυλάρου, στους Πρόννους, έχουμε λατρεία του Υακίνθου. Αυτή λοιπόν η θεότητα, που ίσως να υποκρύπτεται κάτω από το ουσιαστικοποιημένο πλέον επίθετο για την περίσταση το Δυνατή, μπορεί να είναι η μινωικής προέλευσης Ὀρεία Μήτηρ, η Πότνια Θηρῶν, η πρωταρχική γυναικεία θεότητα, η οποία στους μετέπειτα χρόνους διασπάστηκε σε πολλές, όσες και οι ιδιότητες, που της απέδιδαν. Οι Γοργώ, Άρτεμις, Δήμητρα, Αθηνά, Ειλείθυια είναι εξελικτικές μορφές των ιδιοτήτων της πρωταρχικής θεότητας της Φύσης. Επισημαίνουμε ότι η Μονή της Παναγίας στα Θέματα γιορτάζει την Τρίτη της Διακαινησίμου, όπως και τα μετά την Ανάσταση Θαύματα. Η άγνωστης χρονολόγησης ίδρυση του εκκλησιδίου της Αγίας Τριάδας ίσως δεν είναι τυχαία επιλογή. Μήπως λανθάνουν και εδώ μνήμες τριαδικής μινωικής θεότητας; Η μητέρα Φύση γονιμοποιείται από τον εξ ουρανού κατερχόμενο. Ο καρπός της ένωσης αυτής είναι το βρέφος, που γεννιέται την άνοιξη, πεθαίνει και αναγεννάται τον επόμενο χρόνο (θεῖον βρέφος, θνήσκων θεός). Μήπως γι αυτό οι υποσυνείδητες θρησκευτικές μνήμες τοποθέτησαν τη γιορτή της Παναγίας των Θεμάτων μετά την Ανάσταση; Εάν το όρος λοιπόν λόγω των ιδιοτήτων του ταυτιζόταν με κάποια θεότητα, τολμάμε να υπαινιχθούμε ότι εδώ έγινε διαδοχή λατρείας. Η προελληνική θεότητα δηλαδή έδωσε τη θέση της μεταγενέστερα στη Θεοτόκο, στην οποία αφιερώθηκε και η Μονή. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε και τα ευρήματα στο σπήλαιο Μελισσάνη της Σάμης (Μαρινάτος 1965, Δοντάς 1965), τα οποία αποδεικνύουν ότι στην ευρύτερη περιοχή της Πυλάρου υπήρχε λατρεία των νυμφών και του Πανός. Οι νύμφες ήταν θεότητες της αειφορίας της φύσης και ο Πάν θεός του αιώνιου, αγέραστου, πυκνά δασωμένου και ομιχλώδους τοπίου των μεγάλων υψομέτρων, εκεί όπου αρχίζει η ζώνη της ελάτης, όπως στον Αίνο. Η σπηλαιολατρεία άλλωστε συναντάται και σε άλλες περιοχές της Κεφαλονιάς. Μία ακόμη ένδειξη αν όχι απόδειξη, που ενισχύει τις απόψεις μας, είναι το γεγονός ότι και το λιμνοσπήλαιο της Σάμης δεν λεγόταν απλώς Μελισσάνη, αλλά Αγία Μελισσάνη, τουλάχιστον μέχρι το 1877, που κατέγραψε την πληροφορία αυτή ο Τσιτσέλης (έζησε ). Ο ίδιος μάλιστα χαρακτηρίζει «πολύ περίεργη» την πρόταξη του «Αγία» στα τοπωνύμια Άις Μηλιανός, Αγία Μελισσάνη και Αγία Δυνατή, που δεν έχουν καμία σχέση με Αγίους. Με δεδομένη τη διαδοχή της λατρείας στην Κεφαλονιά από άλλες περιπτώσεις (π.χ. Παναγία με τα φίδια) και στη συγκεκριμένη περιοχή εμείς ερμηνεύουμε την πληροφορία του Τσιτσέλη σε συνάρτηση με όσα παραπάνω εκθέσαμε για την Αγία Δυνατή. Όπου δηλαδή γινόταν αρχαία λατρεία, ο χώρος διατηρήθηκε ιερός στη μνήμη των κατοίκων και τον συνέδεσε με τον Χριστιανισμό. Πιθανόν στην Αγία Δυνατή

285 264 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ η λατρεία να ήταν υπαίθρια σε ανοικτό χώρο κατά το πρότυπο των ιερών κορυφής στην Κρήτη ή στα Κύθηρα. Δεν θα ήταν άστοχη μία επιτόπια έρευνα για εντοπισμό τυχόν ιχνών. Οι παραστάσεις κυνηγετικού σκύλου και τόξου στα νομίσματα της Σάμης και ελάφου σε νόμισμα των γειτονικών Πρόννων απεικονίζουν τον τρόπο ζωής των αρχαίων κατοίκων (βλ. κεφ. VIIΙ). Ο Αίνος και η Αγία Δυνατή θα τροφοδοτούσαν την περιοχή με θηράματα, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και η έλαφος, αγαπημένο ζώο και σύμβολο της Αρτέμιδος. Και μόνο η παρουσία του ζώου αυτού στην Αγία Δυνατή συνεπάγεται και τη λατρεία της θεάς. Ελάφια υπήρχαν στο νησί από τη Νεοπαλαιολιθική εποχή, χρόνια π.χ. (βλ. κεφ. VI, 3 και II, 1) και εξακολουθούσαν να υπάρχουν μέχρι και τις αρχές του 17 ου αι., όπως βεβαιώνεται από τον Ενετό προβλεπτή του νησιού Ανδρέα Μοροζίνη (Partsch 1892). 8. Το Καλόν Όρος Το Καλόν Όρος (901 m) ορθώνεται προς Β της κοιλάδας της Πυλάρου ως αντίποδας της Αγίας Δυνατής (Εικ. 120, 121). Οι νοτιοανατολικές πλαγιές του διακόπτονται από βαθιές χαράδρες και κατεβαίνουν μέχρι τη θάλασσα με απότομες κλίσεις. α Εικ Το Καλόν Όρος της Πυλάρου. Απογυμνωμένο από τα δάση του σήμερα καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασής του από θαμνώδη και φρυγανώδη βλάστηση. Στους πρόποδες η γραφική κωμόπολη της Αγίας Ευφημίας.

286 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 265 Το βουνό είναι βραχώδες και αφιλόξενο με μοναδική εξαίρεση τον κάμπο της Ανάληψης, ένα μικρό οροπέδιο, στο οποίο κατά το παρελθόν γίνονταν καλλιέργειες σιτηρών. Η εικόνα του είναι παρόμοια με των άλλων βουνών της Πυλάρου και της Θηνέας και μαρτυρεί την από αιώνες μέχρι σήμερα ασκούμενη ελεύθερη βόσκηση αιγοπροβάτων. Κατά μαρτυρία του προέδρου της Ένωσης Κτηνοτρόφων Κεφαλονιάς κ. Γερ. Μινέτου στα ποίμνια της Πυλάρου υπάρχουν οι αρχαιότερες αίγες της Κεφαλονιάς (βλ. κεφ. ΙΙΙ, 3). Το Καλόν Όρος απογυμνωμένο σχεδόν σε όλη του την έκταση από δενδρώδη βλάστηση, καλύπτεται από φρύγανα και χαμηλούς θάμνους Quercus. Οι βραχώδεις ανατολικές παρυφές μεταξύ Αγίας Ευφημίας και Κομητάτων Ερίσου σε έκταση εκατοντάδων στρεμμάτων φιλοξενούν αμέτρητους αυτοφυείς πληθυσμούς από αρωματικές αλιφασκιές (Salvia fruticosa). Εξαίρεση αποτελούν οι βαθιές χαράδρες της ανατολικής πλαγιάς, που διατηρούν θύλακες δενδρώδους μακκίας και απολήγουν σε μικρούς κολπίσκους. Στους πρόποδες, όπου οι κλίσεις είναι μικρότερες, βρίσκονται οι ολιγάνθρωποι σήμερα οικισμοί. Εικ Ανατολική παρυφή του Καλού Όρους πάνω από τον κόλπο Γιαγάνα Ερίσου. Η εικόνα αποτυπώνει τη σταδιακή απογύμνωση του όρους από τις πυρκαγιές και την υποβάθμιση της βλάστησης από τη σωζόμενη υπολειμματική πυκνή μακκία Quercus στη θαμνώδη και φρυγανώδη βλάστηση της υπερκείμενης πλαγιάς. β 9. O Άτρος και τα άλλα όρη της Κεφαλονιάς Τα όρη της Κεφαλονιάς στο κεντρικό τμήμα του νησιού, όπως ήδη προαναφέραμε στην ενότητα 3 του παρόντος κεφαλαίου, αποτελούν προέκταση του ορεινού όγκου του Αίνου-Ρουδίου, όπως: ο Άτρος (895 m), το Στρογγυλό Βουνό (843 m), το Μανολάτι (1000 m), ο Ξερακιάς (1068 m), ο Βρόχωνας (946 m), η Ευμορφία (Σουρόλιμπας) (1043 m), η Εύγερος (848 m), το Κουτσούλι (764 m), το Χορευτήρι (691 m), η Δάφνη ή Δαφνί (921 m), το Μεροβίγκλι (988 m), το Καλόν Όρος (901 m), η Αγία Δυνατή (1131 m), ο Αυγός (915 m), η Κόκκινη

287 266 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Ράχη (1100 m) κ.ά. Τα δάση, που υπήρχαν σε αυτά, δεν υπάρχουν σήμερα. Όπου δεν υπάρχουν αμπελοκαλλιέργειες, οι πλαγιές και οι κορυφές των βουνών έχουν μεταβληθεί σε βοσκοτόπους με προεξέχοντες βράχους και αραιή φρυγανώδη βλάστηση. Σποραδικά, κυρίως στις ρεματιές, θα συναντήσουμε μικρές συστάδες με κυρίαρχο είδος το περνάρι (Quercus coccifera). Τα βουνά αυτά αναφέρει ο Partsch (1892) ότι αποψιλώθηκαν πριν από τον Αίνο, αλλά άγνωστο πότε. Από τη συνολική έκταση του νησιού (781 km 2 ) οι ορεινές περιοχές καταλαμβάνουν ποσοστό (31,9%), οι ημιορεινές το 38,4% και οι πεδινές το 29,7 (Κουμεντάκης 1990). Τα βουνά, που διαθέτουν το απαραίτητο υψόμετρο και προσφέρονται σύμφωνα με τις υπόλοιπες κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη αυτοφυούς δενδρώδους βλάστησης, θα ήταν κατάφυτα. Αυτό δικαιολογεί και τους χαρακτηρισμούς του Ησυχίου Μέλαινα και Σκιερά για την Κεφαλονιά (βλ. εν. 4 του παρόντος κεφ.). Η σύνδεση του νησιού με τον κυνηγό Κέφαλο και οι απεικονίσεις τόξων, κυνηγετικών σκύλων στα νομίσματα της Τετράπολης (βλ. κεφ.viii), καθώς και δόντια κάπρων μεταξύ των ταφικών ευρημάτων κατά τις ανασκαφές, μαρτυρούν την ύπαρξη εκτεταμένων δασών κατά την αρχαιότητα, πεδίο της κυνηγετικής δραστηριότητας και πηγή των θηραμάτων. Ο ορεινός και συνάμα δασώδης χαρακτήρας του νησιού ευνόησε κυρίως την αιγοτροφία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν η βασική αιτία μιας μόνιμα αιμορροούσας πληγής, που αφάνιζε και αφανίζει σταδιακά τον δασικό πλούτο. Το όρος Άτρος (Εικ. 122α) στην περιοχή των Πρόννων βρίσκεται στα ΝΑ του νησιού και υψώνεται στα ΒΑ. κράσπεδα της κοιλάδας του Ηρακλείου. Εκτείνεται σε άξονα ΒΔ-ΝΑ παράλληλα προς την οροσειρά του Αίνου. Η Κολώνα (895 m) είναι η ψηλότερη από τις δύο κορυφές του. Ο χείμαρρος Βόχηνας που διαρρέει το φαράγγι του Πόρου, γνωστό ως Στενό του Πόρου, διαχωρίζει τον Άτρο από το δίδυμο βουνό Παχνί στα ΝΑ. Το έδαφός του είναι άγονο και πετρώδες. Άλλοτε καλυπτόταν από πυκνό δάσος αριάς (Quercus ilex) και πρίνου (Quercus coccifera). Το δάσος αυτό μέχρι το τέλος του 19 ου αι. ήταν ακμαίο. Αυτό φαίνεται από τον κανονισμό του 1830, ο οποίος προσδιόριζε τα όριά του και ανέφερε ότι τμήμα του ανήκει μεν στην εκεί μονή της Παναγίας, αλλά υπόκειται στα ίδια μέτρα προστασίας με τα δάση του Αίνου και παρέχει ξυλεία εξαιρετικής ποιότητας. Ο Partsch (1892) αναφέρεται σε καταστρεπτική πυρκαγιά οφειλόμενη σε «μωρία ποιμένος» λίγες μόλις δεκαετίες πριν από το 1890, που έγραψε τη Γεωγραφική Μονογραφία της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης. Παρατηρεί ότι εκεί, όπως και σε άλλα βουνά του νησιού, η μεγαλόδεντρη δασώδης βλάστηση αντικαθίσταται σταδιακά από αειθαλείς θάμνους, όπως έγινε στους πρόποδες του Ρουδίου, με προοπτική να αφανιστεί εντελώς, όπως συνέβη στην περιοχή του Αθέρα. Σε υψόμετρο περίπου 600 m σε «κάθισμα» της ΝΑ. πλαγιάς του Άτρου βρίσκεται μοναστήρι αφιερωμένο στη Γέννηση της Θεοτόκου, που γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου (Εικ. 122β).Το μοναστήρι κτισμένο πάνω στους απόκρημνους βράχους με θέα το ανοιχτό πέλαγος, σωστό φρούριο παρατηρητήριο, που εποπτεύει όλη την κοιλάδα, τις εισόδους σε αυτήν και το Ιόνιο πέλαγος, παρουσιάζει πολλαπλό ενδιαφέρον για το μεσαιωνικό παρελθόν της Κεφαλονιάς. Σημαντικό μνημείο, που άφησαν αλώβητο οι σεισμοί του 1953, είναι και ο τριώροφος, τετράπλευρος πύργος του, πρόσφατα αναπαλαιωμένος. Η αρχική είσοδός του βρισκόταν 7-8 μέτρα πάνω από το έδαφος και οι μοναχοί

288 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 267 ανεβοκατέβαιναν με τη βοήθεια σχοινένιας ανεμόσκαλας. Η πέτρινη σκάλα είναι μεταγενέστερη προσθήκη (Partsch 1892). Η χρονολογία ίδρυσης παραμένει άγνωστη, όπως και ο κτήτορας, αλλά οπωσδήποτε είναι παλαιότερο του 1200, όπως προκύπτει από το Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής του 1264, που συντάχθηκε κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του κόμητα Ριχάρδου Ορσίνι και του Λατίνου Επισκόπου Κεφαλονιάς και Ζακύνθου Ερρίκου από την Πάδουα, προκειμένου να επικυρωθούν τα κτήματα της Μονής (Τζαννετάτος 1965). Το δάσος του Άτρου αφανίστηκε σχεδόν καθ ολοκληρίαν ακολουθώντας την τύχη των δασών της Κεφαλονιάς. Εκεί που υπήρχαν άλλοτε πυκνά και θαλερά δάση από Quercus ilex, Q. coccifera, και πυκνή μακκία από κεδροκυπάρισσα (Juniperus phoenicea), Arbutus unedo, σχίνα (Pistacia lentiscus) κ.ά., κυριαρχεί τώρα η πέτρα, ο βράχος και το αποψιλωμένο από τη βλάστηση έδαφος. α Εικ. 122: α) Η κορυφή του Άτρου με τη δυτική και νοτιοδυτική πλαγιά αποψιλωμένες από τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές, όπως φαίνονται από τον Αίνο. β) Η Μονή της Παναγίας σε «κάθισμα» της απότομης και βραχώδους πλαγιάς. β

289 268 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Μια πολύ αμυδρή υποψία της μοναδικής φυσικής ομορφιάς, που χάθηκε, είναι οι πανύψηλες αριές κοντά στο Μοναστήρι (Εικ. 123α). Τις τελευταίες δεκαετίες πυρκαγιές οφειλόμενες κυρίως σε εμπρησμούς απογύμνωσαν σχεδόν ολοσχερώς τις κορυφές, όπως επίσης τις δυτικές και βορειοδυτικές πλαγιές από τη λιγοστή φρυγανώδη βλάστηση, που είχε απομείνει. Η καταστροφή αποκορυφώθηκε τον Φεβρουάριο του 1994, όταν φωτιά από αμέλεια αποτέφρωσε το Ηγουμενείο θέτοντας σε κίνδυνο και την Ι. Μονή. Τα νερά του χειμώνα λόγω της απότομης κλίσης παρέσυραν όλο το χώμα αφήνοντας ακάλυπτους τους πέτρινους όγκους να πυρώνουν στον ήλιο του καλοκαιριού. Μόνη η πλούσια μακκία βλάστηση τμήματος της νοτιοανατολικής πλαγιάς, απ όπου ανεβαίνει και ο χωματόδρομος για το Μοναστήρι, αποτελεί ένδειξη της πρότερης κατάστασης του όρους (Εικ. 123β). Εικ α) Συστάδα από αριές κατά μήκος του δρόμου προς τη Μονή, υπολείμματα του άλλοτε πυκνού δάσους, που κάλυπτε τον Άτρο. Εικ. 123 β) Η πλούσια εναπομείνασα μακκία της νοτιοανατολικής πλαγιάς του Άτρου από αριές, περνάρια και κουμαριές. Διακρίνεται ο δρόμος προς τη Μονή. Από την κορυφή Κολώνα, απολαμβάνει κανείς την πανοραμική θέα της κοιλάδας του Ηρακλείου με τις δύο τεχνητές λιμνοδεξαμενές, του Πυργιού, του

290 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 269 Πόρου, της Ιθάκης και του Ιονίου Πελάγους μέχρι τη Ζάκυνθο. Στο πιο ψηλό σημείο βρίσκεται το σήμα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, μία μικρή τσιμεντένια στήλη, της οποίας η ύπαρξη δικαιολογεί και την ονομασία της θέσης Κολώνα, καθώς και ένας τεράστιος σωρός από πέτρες στην κορυφή άγνωστης μέχρι τώρα αιτιολογίας. 9α. Περί της ονομασίας του όρους Άτρος Η ονοματολογία των βουνών της Κεφαλονιάς, καθώς και ορισμένων άλλων τοπωνυμίων (π.χ. Μελισσάνη) στα πλαίσια της παρούσας Διατριβής αποτελεί αντικείμενο έρευνας, γιατί περιέχει ενδιαφέρον όχι μόνον από πλευράς ετυμολογικής και λαογραφικής, αλλά και ιστορικής, συνυφασμένης συνήθως με τις ζωτικές δραστηριότητες του ανθρώπου σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Εκθέσαμε ήδη τις απόψεις μας για το όρος Αγία Δυνατή της Πυλάρου. Πριν προβούμε στην ετυμολογία του ονόματος Άτρος, θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε στις ερμηνείες, που κατά καιρούς δόθηκαν, ώστε να υπάρξει πλήρης εικόνα του θέματος. Αρχικά πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το γένος του ονόματος είναι αρσενικό ο Άτρος και όχι η Άτρος. Οι Μηλιαράκης (1890) και Partsch (1892) αναφέρουν το βουνό σε αρσενικό γένος, ενώ ο Τσιτσέλης σε θηλυκό. Ως θηλυκού γένους αναφέρεται εξ αιτίας της Μονής, της οποίας η καθιερωμένη, σωστή ονομασία είναι Ιερά Μονή Παναγίας Άτρου με παράλειψη του άρθρου του από το όνομα του όρους. Έτσι η Ι. Μονή Παναγίας του Άτρου έγινε η Μονή Άτρου. Λόγω δε της συνεκφοράς του θηλυκού γένους ονόματος η Μονή με το όνομα του όρους και λόγω της ταύτισης των τύπων στη γενική ενικού (ο Άτρος γεν. του Άτρου, αλλά και η Άτρος γεν. της Άτρου) ταυτίστηκαν και τα γένη των ονομάτων. Έτσι συχνά λέγεται «η Μονή της Άτρου». Ως προς την προέλευση του ονόματος Άτρος έχουν προταθεί διάφορες ετυμολογίες. Ο Ηλίας Τσιτσέλης (1960/1980) μας πληροφορεί ότι: α) κατά την άποψη μερικών (όχι τη δική του) το όνομα προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη άτρως= άτρωτος, επειδή η Μονή ήταν φυσικά οχυρωμένη και δυσπέλαστη κυρίως λόγω του υψηλού πύργου, του οποίου η πόρτα ήταν 7-8 μέτρα πάνω από το έδαφος και μπορούσε να αντιμετωπίσει ολόκληρο στίφος Σαρακηνών. β) Ότι κατά τη γνώμη άλλων προέρχεται από τη λέξη άντρον. γ) Ο ίδιος υιοθετεί μάλλον την άποψη ότι, επειδή η πρώτη μνεία του ονόματος γίνεται στο παλιό μεσαιωνικό κτηματολόγιο, που καταρτίστηκε επί Φραγκοκρατίας, η λέξη έχει δυτική προέλευση και θεωρεί πιθανό να προέρχεται από την ιταλική λέξη atroce = τραχύς άγριος, λόγω την τραχύτητας του εδάφους. Αναφέραμε ήδη στην ενότητα 7α του παρόντος κεφαλαίου ότι από την αρχαιότητα μέχρι τη Φραγκοκρατία πλην του Αίνου και της Βαίας δεν μνημονεύονται άλλα βουνά της Κεφαλονιάς. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι όλα ήταν ανώνυμα ή ότι απώλεσαν την ελληνική τους ονομασία. Σε πανελλήνιο επίπεδο η ξενική ονομασία δεν επέζησε σε βουνά, αλλά σε ακρωτήρια ή σε οχυρωμένες θέσεις (Μηλιαράκης 1890). Στην περίπτωση του Άτρου θα μπορούσε βέβαια αυτό να ισχύει λόγω της ύπαρξης του οχυρού πύργου του Μοναστηριού, για τον οποίο γράφει ο Partsch (1892). Είναι όμως πράγματι ξενικής προελεύσεως η ονομασία του βουνού; Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, είναι πολύ παράδοξο, γιατί

291 270 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ θα είναι το μοναδικό βουνό στην Κεφαλονιά, που ενώ το ίδιο έχει ιταλική ονομασία, η γύρω περιοχή διατηρεί πληθώρα αρχαίων τοπωνυμίων (αναφέρουμε μόνον τα Πρόννοι, Αράκλι, Διπόλια, Κορώνη, Κάπρος, Φανιές). Ακόμα και στον ίδιο τον Άτρο διασώζονται τοπωνύμια με αρχαία ρίζα, όπως π.χ. του οροπεδίου Νιπολάς μεταξύ Άτρου και Κόκκινης Ράχης. Στο κτηματολόγιο της Ι. Μ. Άτρου (Τζαννετάτος 1965), το οποίο βρίθει ορθογραφικών λαθών, το τοπωνύμιο αυτό διασώζεται με τους τύπους: Υπολῶν, σελ. 95 (Π 1042), τῆς Υπολοῦς σελ. 97 (Π1074), στην Ὕπωλλα σελ.128 (Ε 30 r ), στον πίνακα λέξεων των Υπολών σελ Το τοπωνύμιο Ύπολα εμείς το ετυμολογούμε από το εὐπολίζων=ο κατώτερος, εδώ σημαίνει σημείο ευρισκόμενο χαμηλότερα της κορυφής λόγω του ότι αναφέρεται σε οροπέδιο (Λεξ. Lidell & Scott). Ο τύπος Νιπολάς ή Νίπολας προέρχεται από συνεκφορά με το άρθρο στην αιτιατική: στον Ύπολα> στο-ν-ύπολα > στο Νύπολα, στο Νιπολά (φωνητικά nipolas) με τονισμό στη λήγουσα κατ αναλογία προς τις καταλήξεις ομάδας τοπωνυμίων της Κεφαλονιάς όπως: Αφραγιάς, Φαγιάς, Αλειμματάς, Μπατιάς, Ξερακιάς, Δαφνιάς κ.λπ. Η διαφορετική αναγραφή τοπωνυμίων παρατηρείται επίσης και στους χάρτες, δεδομένου ότι η ορθογραφία τους δεν είναι αντικείμενο βασανισμού από τους χαρτογραφούντες ούτε έχει αναζητηθεί η προέλευση και η ετυμολογία των τοπωνυμίων, πλην ελάχιστων βεβαίως εξαιρέσεων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα διαφορετικής αναγραφής αποτελούν τα: α) Σημωτάτα, Σιμωτάτα, Ασημωτάτα, Ζημωνάτα, β) Δειληνάτα, Αδειλινάτα,, Δηλινάτα Διλινάτα, γ) Λακκίθρα, Λακήθρα, δ) Λιβαθώ Λειβαθώ, ε) Έρισος και Έρισσος εκ του Ερεσ(σ)ός ή εκ του χέρσος (Μαρινάτος 1962), και Έρυσος εκ του ερυμνός= στερεός συμπαγής επί ορέων (Τσιτσέλης 1877) λόγω του ότι η περιοχή της Ερίσου είναι ορεινή, Εύγερως (Τσιτσέλης 1877), στ) Εύγειρος και Εύγερος εκ του ευ+γεηρός= καλή, ωραία εκ της γης (Λεξ. Liddel & Scott 1907), ζ) Θηναία εκ του Αθηναία (;) Θηναία, Θηνῃά, Θηνιά, Θηνέα, και Θυννιά εκ του Θυννία (Μαρινάτος 1962), οπότε ίσως πιθανή σύνδεση με την αλιεία του θύννου=τόννου, κ.λπ. Οι ονομασίες των χωριών της Κεφαλονιάς ως επί το πλείστον οφείλονται στα επίθετα των διαφόρων κατά καιρούς οικιστών (π.χ. Ποταμιανάτα < Ποταμιάνος, Αντιπάτα < Αντίπας, Ραζάτα < Ραζής κ.λπ.), αλλά τα ονόματα των ορέων, εάν δεν συντρέξει ειδικός λόγος προς τούτο, εμφανίζουν μεγαλύτερη αντοχή στον χρόνο. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τα τρία όρη της Παλικής, τον Ταφιό, του οποίου η ονομασία μας ανάγει στην Τάφο των ομηρικών χρόνων, τον Κριό και τον Κίμερο που συναντώνται επίσης και στη Δ. Κρήτη και συνδέονται, κατά την άποψή μας, με την Κρήτη των μινωικών χρόνων (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2010). Ο Μηλιαράκης (1890) υποστηρίζει ότι ένας από αυτούς τους ειδικούς λόγους, για τον οποίο δεν διατηρήθηκαν στους χριστιανικούς χρόνους οι αρχαίες ονομασίες σε ορισμένα βουνά είναι, γιατί εκεί υπήρχαν σημαντικά ιερά κατά την αρχαιότητα, με εξαίρεση τον Όλυμπο. Εξ αιτίας λοιπόν της ύπαρξης του αρχαίου ιερού και ο Αίνος μετονομάστηκε σε Μαύρο Βουνό (Monte nero), Μεγάλο Βουνό και Βουνό (βλ. και ενότητα 7α του παρόντος κεφαλαίου). Στο σημείο αυτό θα επανέλθουμε, γιατί συσχετίζεται με τη δική μας άποψη περί προελεύσεως του ονόματος Άτρος.

292 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 271 Άλλο παράδειγμα αποτελεί η ονομασία του βουνού Αγία Δυνατή στην περιοχή Σάμης Πυλάρου, με την οποία ασχοληθήκαμε ήδη στην ενότητα 7α του παρόντος κεφαλαίου. Ενώ δεν υπάρχει καμία Aγία ή εκκλησία με αυτό το όνομα (Τσιτσέλης 1877), ονομάστηκε έτσι ένα βουνό! Διατυπώσαμε ήδη την άποψη ότι και στην περίπτωση αυτή στο συγκεκριμένο βουνό έχουμε παλαιότερη ελληνική ή προελληνική λατρεία σημαντικής γυναικείας θεότητας, της οποίας το όνομα δεν προφερόταν πλέον κατά τους χριστιανικούς χρόνους λόγω φόβου ή αποστροφής για την απαγορευμένη ελληνική θρησκεία. Όμως διατηρήθηκε η ιδιότητα της λατρευόμενης θεότητας, το Δυνατή. Για να εξαγνιστεί δε το βουνό από την αμαρτωλή μνήμη της αρχαίας θρησκείας προστέθηκε κατ ευφυή συγκερασμό από τον λαό στο Δυνατή το επίθετο Αγία. Το ίδιο πιστεύουμε ότι έχει συμβεί και στο λιμνοσπήλαιο Μελισσάνη, για το οποίο ο Τσιτσέλης αναφέρει ότι ονομαζόταν Αγία Μελισσάνη. Μετά τα ανωτέρω λοιπόν έχουμε τη γνώμη ότι η προέλευση του ονόματος Άτρος είναι ελληνική, αλλά δεν μπορεί να προέρχεται από το «άτρωτος», όπως «κατά την άποψη μερικών» αναφέρει ο Τσιτσέλης (1960/1980). Ο λόγος κατ εμάς είναι ότι με το άτρωτος αυτοί προσδιορίζουν την οχυρωμένη με πύργο Μονή και όχι το όρος. Η Μονή όμως, όσο παλαιά και να είναι, δεν είναι παλαιότερη του όρους! Δεν προϋπήρξε του όρους! Λογικά λοιπόν το όρος πρέπει να έδωσε την ονομασία στη Μονή και όχι η Μονή στο όρος. Επικεντρώσαμε την έρευνά μας στην ερμηνεία του ονόματος Άτρος εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά του βουνού από πλευράς γεωμορφολογίας. Ανιχνεύσαμε λοιπόν κάποιες πιθανές ρίζες όπως: 1) ἄτροπος = ο μη ανατραπείς δι αρότρου, ο ακαλλιέργητος λόγω της βραχώδους φύσης του όρους (Λεξ. Liddel & Scott 1907). Αυτή είναι μία εύλογη ερμηνεία, εάν την αντιπαραβάλλουμε με άλλες ονομασίες βουνών της Κεφαλονιάς, που έχουν σχέση με τη γεωμορφολογία τους και την οπτική εικόνα, που δίνουν, π.χ. Εὔγερος ή Εὔγειρος = καλή, ωραία εκ της γης, αυτή που υψώνεται ωραία, που έχει ωραίες πλαγιές, Ευμορφία, Κόκκινη Ράχη, Καλόν όρος, Αυγός, Ξερακιάς κ.λπ. 2) Άτρος εκ του ἀρότριος = ο προστάτης των αροτριώντων, των γεωργών, δεδομένου ότι στους πρόποδες του Άτρου υπήρχε η πλούσια κοιλάδα του Ηρακλείου. Υπονοείται βέβαια θεότητα, που εδρεύει επί του όρους και προστατεύει την κοιλάδα. Εκ του ἀ(ρό)τρ(ι) ος προήλθε το άτρος κατ απλολογία (συλλαβική ανομοίωση) πρβλ. το σκίμπους εκ του σκιμπόπους (Οικονόμου1982). 3) Εκ του ἄρταμος (<ἀρταμέω) = ο ιερέας, που διαμελίζει τα ιερά σφάγια στις θυσίες (Λεξ. Liddel & Scott 1907). Μετέπειτα κατά μετάθεση των συμφώνων ρτ μετασχηματίζεται σε άτραμος και άτρος (πρβλ. φούχτα χούφτα, καράφλα, φαλάκρα). Από τη ρίζα αυτή θεωρείται πιθανή και η προέλευση του ονόματος της Αρτέμιδος, οπότε πρέπει να συνδεθεί με βωμό και θυσιαστήριο. 4) Η άποψη των «άλλων», που μεταφέρει ο Τσιτσέλης, ότι η ονομασία δηλαδή προέρχεται από τη λέξη άντρον (σπήλαιον, φωλεά δράκοντος), φαίνεται να ταιριάζει απόλυτα και με τη σχετική παράδοση για τον Δράκοντα του Στενού στο φαράγγι του Πόρου και με την ύπαρξη προελληνικής λατρείας, η οποία πιστεύουμε ότι υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή (σπήλαιο Δράκαινας) και στο συγκεκριμένο βουνό (Ευθυμιάτου Κατσούνη υπό δημ.). Έχουμε όμως τη γνώμη

293 272 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ότι η έννοια του άντρου ως φωλεάς δράκοντος συμπίπτει με το Άτρος εντελώς συμπτωματικά, όπως θα εκθέσουμε παρακάτω. Η ύπαρξη του μεγάλου σωρού από εκατοντάδες πέτρες στην κορυφή του Άτρου (Εικ. 124, 125) αμφιβάλλουμε ότι σηματοδοτούσε την κορυφή του όρους προ της κατασκευής του τριγωνομετρικού σημείου (κολώνας) της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. Εικ Από την επίσκεψή μας στον Άτρο: Ο σωρός από πέτρες στην κορυφή του από τα δυτικά. Στο βάθος η παράλληλη οροσειρά του Αίνου. Εικ Ο ίδιος σωρός από την ανατολική πλευρά. Το βέλος δείχνει το τριγωνομετρικό σημείο της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (τσιμεντοκολώνα), το οποίο βρίσκεται έξω από τον κύριο όγκο του σωρού, πράγμα που ενισχύει την άποψη ότι ο σωρός από τις πέτρες δεν έχει σχέση με το σημείο αυτό της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού.

294 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 273 Το γεγονός ότι παρόμοιος σωρός δεν υπάρχει γύρω από το αντίστοιχο τριγωνομετρικό σημείο στην κορυφή Μέγας Σωρός του Αίνου και, απ ό,τι τουλάχιστον γνωρίζουμε, ούτε στην κορυφή άλλου όρους της Κεφαλονιάς, μας γεννά την υποψία ότι ο σωρός αυτός στον Άτρο ενδεχομένως είναι άλλου είδους «σήμα». Το μέγεθος και ο όγκος του σωρού μας δίνουν την εντύπωση υπερυψωμένου πρόχειρου λιθόκτιστου βωμού και ήδη γκρεμισμένου. Επιπροσθέτως το σχήμα του δεν δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για γκρεμισμένη πετροκαλύβα. Ενδεχομένως αποτελεί ένα διαλυμένο σήμερα πρόχειρο θυσιαστήριο κατασκευασμένο από τις πέτρες του βουνού ή ίσως δηλώνει την ύπαρξη ενός υπαίθριου ιερού. Βωμοί φτιαγμένοι από παρόμοιο σωρό λίθων ή ακόμα και από ένα απλό υπερυψωμένο «κουλούμι» χώματος δεν είναι σπάνιοι στη Μυκηναϊκή εποχή. Απεικονίζονται σε παραστάσεις θρησκευτικού λατρευτικού χαρακτήρα. Είναι γνωστοί ως «βωμοί έρματα και εκ χώματος» (Μυλωνάς 1977). Αναφέρουμε τα ακόλουθα τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα από την εικόνα 126. Σε πλακίδιο από υαλόμαζα προερχόμενο από τον λεγόμενο Τάφο των Δαιμόνων στις Μυκήνες απεικονίζονται δύο ζωοκέφαλοι δαίμονες με σπονδικές πρόχους, που στέκονται εκατέρωθεν κωνικού βωμού από σωρό λίθων (Εικ. 126 β). Στη σφενδόνη επίσης του υπ αρ. 9 χρυσού δακτυλίου από τον Βαφειό (Εικ. 126 α) στο αριστερό άκρο μπροστά από τον λατρευτή υψώνεται κωνικό έξαρμα από πέτρες. Στην ίδια εικόνα (126 γ) η Πότνια Θηρῶν στέκεται επάνω σε υπερυψωμένο βωμό από πέτρες. Βωμοί της αυτής μορφής υπήρχαν και στους ιστορικούς χρόνους. α β γ Εικ α) Χρυσός δακτύλιος Βαφειού με σκηνή δεντρολατρείας: μπροστά από τον λατρευτή έξαρμα από λίθους. β) Πλακίδιο υαλόμαζας από τις Μυκήνες: κωνικός βωμός από λίθους μεταξύ των δύο δαιμόνων (στον Μυλωνά 1977). γ) Σε σφραγιδόλιθο της Κνωσού: η Ορεία Μήτηρ ως «Ποτνία Θηρῶν» με σκήπτρο επάνω σε υπερυψωμένο κωνικό σωρό από πέτρες και μία ακόλουθος σε λατρευτική στάση. Εκατέρωθεν δυο αντωποί λέοντες και πίσω αριστερά βωμός με τα ιερά κέρατα (στον Nilsson 1990). Ο Παυσανίας στα Αρκαδικά (VΙΙΙ. 38, 7, βλ. Παπαχατζής) περιγράφει τον φημισμένο βωμό του Διός στην υψηλότερη κορυφή του Λυκαίου όρους της Αρκαδίας, ο οποίος ήταν ένας σωρός χώματος. Από εκεί φαινόταν όλη η Πελοπόννησος, στα ανατολικά δε του βωμού υπήρχαν δύο κίονες και επάνω σε αυτούς πιο παλιά δύο επίχρυσοι αετοί.: «Ἔστι δὲ ἐπὶ τῇ ἄκρα τῇ ἀνωτάτῳ τοῦ ὄρους γῆς χῶμα, Διὸς τοῦ Λυκαίου βωμός, καὶ ἡ Πελοπόννησος τὰ πολλὰ ἐστιν ἀπ αὐτοῦ σύνοπτος πρὸ δὲ τοῦ βωμοῦ κίονες δύο ὡς ἐπὶ ἀνίσχοντα ἑστήκασιν

295 274 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ἥλιον, ἀετοὶ δὲ ἐπ αὐτοῖς ἐπίχρυσοι τά γε ἔτι παλαιότερα ἐπεποίηντο». Σημειώνουμε ότι ο Άτρος βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον Αίνο, το ιερό βουνό, στο οποίο η λατρεία δεν αποκλείσαμε να είχε προελληνικό χαρακτήρα (βλ. XIV, 1). Στην περίπτωση δε, που ο σωρός με τις πέτρες στην κορυφή αποδειχθεί βωμός, τότε ο Άτρος αναδεικνύεται ως ένα ακόμα ιερό βουνό της Κεφαλονιάς. Μετά τα ανωτέρω θα ήταν σκόπιμη μία προσεκτική διερεύνηση της κορυφής, καθώς και του χώρου στα σημεία, όπου απολήγουν τα απότομα πρανή του Άτρου, μήπως τα όμβρια έχουν παρασύρει τυχόν ίχνη. Ο Randsburg (2002) ερεύνησε χωρίς αποτέλεσμα τον χώρο του μοναστηριού, αλλά όχι τη συγκεκριμένη δυσπρόσιτη θέση στην κορυφή. Κάνει λόγο μόνο για προϊστορικά ίχνη στους δυτικούς πρόποδες του Άτρου. Για την ετυμολογία του ονόματος Άτρος εμείς θα βασιστούμε στη γειτνίαση αυτών των δύο οροσειρών και καταθέτουμε την ακόλουθη απλή εκδοχή από την καθημερινότητα της ζωής. Για να προσδιορίσουμε και σήμερα τοπογραφικά κάποιο σημείο στην πόλη ή στην εξοχή, το προσδιορίζουμε σε συσχετισμό με κάτι πολύ φανερό, σταθερό και πολύ γνωστό. Λέμε π.χ. ότι το τάδε κτίριο ή ο τάδε δρόμος βρίσκεται «δίπλα από το ποτάμι», «κοντά στη λίμνη, σε τόση «απόσταση από τη Γέφυρα», «από την Πλατεία» ή από ένα περίοπτο «δημόσιο κτίριο» ή «την τάδε εκκλησία». Στη λεξικογραφία και στο αντίστοιχο λήμμα της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας Δρανδάκη δίνεται η θέση της οροσειράς με αυστηρούς τοπογραφικούς προσδιορισμούς ως εξής: «Άτρος είναι η οροσειρά, που εκτείνεται στο ΝΑ. τμήμα της Κεφαλονιάς, παράλληλη προς την οροσειρά του Αίνου». Η θέση του Άτρου λοιπόν χωροταξικά δίνεται σε συσχετισμό με κάποιο άλλο γεωγραφικό σημείο, ορατό από παντού, πολύ χαρακτηριστικό, πολύ γνωστό και αμετάβλητο. Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά η οροσειρά του Αίνου, που χαρακτηρίζει ανά τους αιώνες όχι μόνο την περιοχή του Ηρακλείου (Αράκλι ή Ρατζακλί) στην Κεφαλονιά, αλλά και ολόκληρο το νησί, του οποίου δεσπόζει με τον πελώριο σκουρόχρωμο όγκο του. Παράλληλη οροσειρά όμως σύμφωνα με την κοινή, αλλά και μαθηματική λογική και σύμφωνα με τον ορισμό περί παραλλήλων σημαίνει και την απέναντι οροσειρά, δηλαδή αυτή, που εκτείνεται κατά μήκος μιας ευθείας και όλα της τα σημεία απέχουν εξ ίσου από τα αντίστοιχα την πρώτης. Μια και τα βουνά λοιπόν δεν αλλάζουν θέση και ο ανθρώπινος νους αντιλαμβάνεται τα πράγματα με βάση τις ίδιες θεμελιώδεις αρχές της λογικής από την εμφάνισή του στη γη μέχρι σήμερα, είναι βέβαιο ότι έτσι έβλεπε και στην αρχαιότητα τον Άτρο, δηλαδή σαν το όρος, που βρισκόταν απέναντι από το άλλο όρος, το πιο υψηλό και πιο σημαντικό στο νησί, τον Αίνο, που οριοθετούσε τους χώρους επικράτειας των πόλεων. Είναι γνωστό ότι οι οροσειρές ανέκαθεν ήταν το φυσικό σύνορο μεταξύ κρατών. Οι γεωμορφολογικές συνθήκες της Κεφαλονιάς και κατ εξοχήν η οροσειρά του Αίνου, που διαιρούσε το νησί σε ανατολικό και δυτικό, ήταν ο βασικός παράγοντας για τη δημιουργία του πολιτικού μορφώματος της Τετράπολης. Ο Αίνος ήταν το φυσικό σύνορο μεταξύ Σάμης και Κραναίας, ενώ στα Ν-ΝΑ εκτεινόταν το κράτος των Πρόννων (βλ. κεφ. V, Εικ. 62). Εφ όσον λοιπόν ο Αίνος αποτελούσε το Β-ΒΔ. όριο προς το κράτος της Κράνης, ο Άτρος,

296 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 275 που ήταν ακριβώς απέναντί του, αποτελούσε το εκ διαμέτρου αντίθετο όριο, το Β- ΒΑ, προς το κράτος της Σάμης. Οι δύο οροσειρές προσδιόριζαν τα όρια της επικράτειας των Πρόννων και προστάτευαν την ενδιάμεση εύφορη κοιλάδα του Ηρακλείου. Τα σωζόμενα οχυρωματικά έργα στο Πυργί έλεγχαν το πέρασμα προς τη Σάμη. Οι οχυρωμένες ακροπόλεις στο Παλιόκαστρο και στο Παχνί στα Ν-ΝΔ επόπτευαν τη γειτνίαση με την Κράνη, ενώ στα Ν-ΝΑ σύνορο ήταν η θάλασσα. Δεν έχουμε επαρκή πληροφόρηση για τις σχέσεις μεταξύ των κρατών της Τετράπολης, εκτός του ότι το καθένα ακολουθούσε ανεξάρτητη πολιτική. Τα τείχη και οι ακροπόλεις όμως στα σημεία επικοινωνίας των Πρόννων με τα άλλα κράτη αποτελούν ένδειξη ότι φοβούνταν περισσότερο τις από ξηρά επιθέσεις. Είναι φανερό ότι η φυσική οχύρωση μεταξύ των δύο οροσειρών τους έδινε το πλεονέκτημα να μην έχουν πολλά μέτωπα ανοιχτά σε περίπτωση επίθεσης. Η ονομασία Άτρος, όπως θα εκθέσουμε στη συνέχεια, πιστεύουμε ότι έχει σχέση με το πλεονέκτημα αυτό, που εξασφαλίζει στους Πρόννους η ομώνυμη οροσειρά. Έχουμε τη γνώμη λοιπόν ότι το όνομα Άτρος προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη ἄντορος < ὁ ἀντί ὅρος, που σημαίνει το απέναντι όριο, το απέναντι σύνορο, εδώ σε σχέση με τον Αίνο. Δηλαδή πρόκειται για γεωγραφικό προσδιορισμό της θέσης του όρους κατά την αρχαιότητα, όπως ακριβώς προσδιορίζεται και σήμερα. Είναι διαλεκτικός τύπος του ἄνθ ορος (Λεξ. Liddel & Scott). Από το ἄντορος μετά τη συγκοπή του ο (ἄντøρος) προήλθε ο τύπος ἄντρος και στη συνέχεια ο τύπος ἄ(ν)τρος > άτρος με έκπτωση της προφοράς του οδοντικού συμπλέγματος ντ στο σκέτο οδοντικό τ. Η άποψή μας αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η ονομασία Άντρος διατηρείται σε νοταριακά έγγραφα της μονής του έτους 1635 (Πεντόγαλος 1998). Πιστεύουμε ότι ο λαός συγκράτησε τον ενδιάμεσο τύπο άντρος και τον ταύτισε μετέπειτα με το σχεδόν ομόηχό του άντρο, το οποίο σημαίνει βαθύ σπήλαιο, φωλεά δράκοντος, μια και στη μνήμη του διατηρούσε την παράδοση για την ύπαρξη του Δράκοντα στο Στενό του Πόρου (Ευθυμιάτου Κατσούνη υπό έκδ.). Έτσι δύο λέξεις διαφορετικής προελεύσεως και σημασίας συγχωνεύθηκαν και η μία έννοια επικάλυψε την άλλη. Το ότι όμως ο λαός μετέφερε τη σημασία του άντρον στην Άντρο (Άτρο) και δεν συγκράτησε τον τύπο Άντορος, που σήμαινε γεωγραφικό προσδιορισμό, το θεωρούμε φυσικό, γιατί στη συνείδησή του κυριάρχησε η σημασία, που ήταν δεμένη με τα βιώματά του και την παράδοση για τον Δράκοντα του Στενού (άντρον = φωλεά δράκοντος). 10. Η περιοχή της Ερίσου (Ερίσσου και Ερύσου) Τέλος κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε στη βλάστηση της περιοχής Ερίσου, η οποία καταλαμβάνει το βόρειο άκρο της Κεφαλονιάς. Εδώ το φυσικό τοπίο έχει διαφορετική φυσιογνωμία. Αποπνέει περισσότερη γαλήνη, γιατί η ανθρώπινη παρέμβαση υπήρξε μικρότερη και η φύση διατηρεί κάτι από τον παρθένο χαρακτήρα της. Για πολλές δεκαετίες δεν έχουν σημειωθεί καταστρεπτικές πυρκαγιές. Το γεγονός αυτό το συνδυάζουμε με τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση του πληθυσμού της περιοχής και με το ότι εκεί δεν υπάρχει ανεπτυγμένη κτηνοτροφία. Η Έρισος ανέκαθεν ήταν από τις πιο

297 276 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ αραιοκατοικημένες περιοχές της Κεφαλονιάς λόγω της φύσης του εδάφους. Λιγοστές καλλιέργειες σε περιορισμένες πεδινές εκτάσεις. Οι οικισμοί μικροί και ολιγάνθρωποι. Σχετικά πρόσφατα και λόγω του παραδοσιακού οικισμού Φισκάρδου με το γραφικό λιμάνι, που δεν καταστράφηκε από τους σεισμούς του 53, παρατηρείται ανάκαμψη με στόχο κυρίως την τουριστική αξιοποίηση. Η μέχρι τώρα απουσία έντονων ανθρωπογενών πιέσεων και κτηνοτροφίας έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη πλουσιότατης, πυκνής μακκίας βλάστησης με κυρίαρχο είδος την Quercus coccifera. Είναι φανερό ότι τα όρη της Ερίσου κατά το παρελθόν ήταν καλυμμένα από πυκνά δάση Quercus, τα οποία εξαφανίστηκαν σε χρόνους, που δεν μνημονεύονται από τις πηγές και πέρασαν στην επόμενη φάση, δηλαδή της αντικατάστασης της βλάστησης από μακκία αποτελούμενη από άτομα του αυτού είδους. Στην εικόνα 127 αποτυπώνεται η ανθρώπινη παρέμβαση με την εκχέρσωση έκτασης για καλλιέργεια σε βάρος προϋπάρχοντος αμιγούς δάσους Quercus κατά το παρελθόν. Διαπιστώνουμε δε τα εξής: την ύπαρξη του εξαφανισθέντος δάσους δηλώνει η πυκνόφυτη ημιδενδρώδης βλάστηση του ανωτέρω είδους, η οποία αρχίζει ακριβώς στο όριο της καλλιεργούμενης έκτασης. Υποθέτουμε ότι κατά το παρελθόν η εκχέρσωση θα καταλάμβανε μεγαλύτερη έκταση, η καλλιέργεια της οποίας εγκαταλείφθηκε μετέπειτα και περιορίστηκε στους αναβαθμούς, που διακρίνονται. Η έκταση του προϋπάρχοντος δάσους στο σημείο αυτό υπολογίζουμε ότι θα ήταν όση είναι περίπου σήμερα και η έκταση της μακκίας. Εικ Κατάλοιπο των άλλοτε δασών της Ερίσου η πυκνόφυτη ημιδενδρώδης δασική έκταση με αμιγή βλάστηση από Quercus Η σωζόμενη πετροκαλύβα, που χρησίμευε για αποθήκευση εργαλείων και προφύλαξη από καιρικές συνθήκες, δείχνει ότι στα αγροτεμάχια, που

298 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 277 διακρίνονται στην ανωτέρω εικόνα, γινόταν συνεχής καλλιέργεια, η οποία εγκαταλείφθηκε σταδιακά μέχρι των ημερών μας. Αυτό μαρτυρούν οι πληθυσμοί της Phlomis fruticosa και άλλων φρυγάνων στη θέση αυτή. Η πυκνότητα της σημερινής μακκίας δεν επιτρέπει την περαιτέρω ανάπτυξη των ατόμων σε μορφή δάσους. Η σποραδική παρουσία μεγάλων ηλικιωμένων δένδρων Quercus, καθώς και οι πυκνόφυτες, δασικές εκτάσεις με αμιγή βλάστηση από το ίδιο είδος μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Έρισος διατηρεί μία εικόνα του παρελθόντος, όσον αφορά στην εξελικτική πορεία της βλάστησης, η οποία είναι προγενέστερη των απογυμνωμένων βουνών της Πυλάρου και της Ν. Κεφαλονιάς. Η μακκία της βρίσκεται δηλαδή στο ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ προϋπάρχοντος δάσους και σύγχρονης υποβάθμισης. Στην περιοχή του Φισκάρδου, αλλά και σε πολλά άλλα σημεία του νησιού υπάρχουν πυκνές συστάδες από κυπαρίσσια (Εικ. 128). Η ύπαρξή τους είναι ανθρωπογενούς προελεύσεως. Οι κάτοικοι φύτευαν και συντηρούσαν κυπαρισσώνες είτε για δημιουργία αντιανεμικού φράχτη σε καλλιεργούμενα κτήματα, που πλήττονταν από σφοδρούς ανέμους, είτε για να καλύψουν οικοδομικές ανάγκες για στήριξη κεραμοσκεπής, σοφίτας κ.λπ., είτε για λόγους εμπορικούς. Παρόμοιο κυπαρισσώνα διατηρούσε και η οικογένεια της συγγραφέως, με την ξυλεία του οποίου το 1955 κατασκευάστηκαν τα πατώματα της υπάρχουσας οικίας της. Εικ Η ακτή Φώκι στο Φισκάρδο με τη χαρακτηριστική βλάστηση: περνάρια, κυπαρίσσια, αυτοφυείς ελιές, κουμαριές και σχίνα. Σημειώνουμε ότι, αν και είχαν γίνει στην Κεφαλονιά πολλοί καταστρεπτικοί σεισμοί κατά το παρελθόν, οι οικίες και τα κτίρια μέχρι το 1953 ανοικοδομούνταν κάθε φορά χωρίς αντισεισμική προστασία. Τα περισσότερα σπίτια τόσο στο Αργοστόλι, όσο και στις κωμοπόλεις και στα χωριά ήταν ως επί το πλείστον διώροφα και κάποτε τριώροφα. Στις μεν πόλεις το ισόγειο χρησίμευε για κατοικία ή για εμπορική εκμετάλλευση (π.χ. μαγαζιά), στα δε χωριά ως

299 278 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ αποθηκευτικός χώρος εποχιακής συγκομιδής καρπών και άλλων αγροτικών προϊόντων (λάδι, κρασί, δημητριακά κ.λπ.) ή επεξεργασίας τους (ληνοί). Οι κατασκευές αυτές απαιτούσαν πατώματα, σοφίτες, στέγες και μεγάλους, χοντρούς δοκούς στήριξης, τα λεγόμενα πατερά. Ως εκ τούτου η ξυλεία είχε μεγάλη ζήτηση. Η κατάρρευση των οικιών στο Αργοστόλι και στα χωριά της Κεφαλονιάς στους σεισμούς του 1953 έφερε στο φως την τεράστια ποσότητα ξυλείας, που είχε χρησιμοποιηθεί προσεισμικά για την κατασκευή κάθε σπιτιού. Χαρακτηριστική η εικόνα 129. α Εικ Κατά τους σεισμούς του 1953 η εκκαθάριση και η αποκομιδή των ερειπίων στο Αργοστόλι αποκάλυψε τις μεγάλες ποσότητες ξυλείας, που είχαν χρησιμοποιηθεί στις προ των σεισμών οικοδομές: α) Υπό κατάρρευση τριώροφη οικία κατεδαφίζεται με τη βοήθεια εκρηκτικών από τον ελληνικό στρατό. β) Αποκομιδή ερειπίων με μηχανήματα του ελληνικού στρατού (Φωτ. Αρχεία Κ.Ι.Λ.Μ.). β

300 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα Οικονομική σημασία των δασών. Ανθρώπινες παρεμβάσεις από το 1864 έως σήμερα Εκτός από την υδρονομική σημασία του δάσους και τις κοινωφελείς επιδράσεις του, όπως π.χ. στους κλιματικούς παράγοντες, στη σύνθεση του ατμοσφαιρικού αέρα, στην αισθητική, στην υγιεινή κ.λπ., έχουμε και τη μεγάλη οικονομική σημασία του με την παραγωγή ξυλείας (Ντάφης 2010). Όλες οι παραπάνω επιδράσεις και λειτουργίες προσφέρθηκαν και προσφέρονται μέχρι σήμερα από τα υπάρχοντα κατά καιρούς δάση της Κεφαλονιάς. Από τους κανονισμούς διαχείρισης των δασών, που ίσχυσαν κατά διαστήματα μέχρι την ανακήρυξη του Αίνου ως Εθνικού Δρυμού (βλ. ενότητα 5α του παρόντος κεφ.), διαπιστώνουμε ότι οι ανθρώπινες παρεμβάσεις είχαν κύριο στόχο την οικονομική εκμετάλλευση, κυρίως του ξυλώδους κεφαλαίου. Λόγω των πυρκαγιών είχε απαγορευτεί ή είχε περιοριστεί πολύ η υλοτόμηση. Εξ αιτίας αυτού η εγχώρια παραγωγή ξυλείας δεν επαρκούσε, για να καλύψει τις τοπικές ανάγκες. Στον κανονισμό του 1830 τονίζεται η οικονομική σημασία των δασών Αίνου, Ρουδίου και Άτρου ως πηγή ευημερίας (Σάμιος 1908). Αναφέρεται ότι η ξυλεία τους έχει αποδειχθεί άριστης ποιότητας και εντός ολίγων ετών μπορεί να αντικαταστήσει την εισαγωγή από την Κεντρική Ευρώπη, «αρκεί να ληφθεί η δέουσα πρόνοια». Επιτρεπόταν υπό όρους και με χρηματικό αντίτιμο η βόσκηση και η προμήθεια ξύλων, ενώ η υλοτόμηση γινόταν μόνο με την εποπτεία του δασονόμου. Για τη διαχείριση της αποθήκης του πάγου στο Πετάσι (στοίβαγμα χιονιού και πώληση) αναφέραμε ήδη τη διάνοιξη δρόμου. Τα οικονομικά οφέλη μέχρι το 1939 τα καρπώνονταν τα Φιλανθρωπικά Καταστήματα Κεφαλληνίας. Ορισμένες δασοπονικές μελέτες (Σάμιος 1908) αναφέρουν επίσης την παραγωγή ασβέστου από το Ρούδι. Για καύσιμη ύλη στα ασβεστοκάμινα να χρησιμοποιείται ένα μέρος από τα ξύλα, που προορίζονταν για κάρβουνα, συμπληρωμένο από τα ξύλα της κατ έτος επιτρεπόμενης υλοτόμησης. Στη δασοπονική μελέτη του Σαμίου τα καυσόξυλα από τα δάση του Αίνου και του Ρουδίου υπολογίζονται σε m 3 ολικής τιμής δραχμών της τότε εποχής και τα παραγόμενα κάρβουνα σε στατήρες ολικής τιμής δραχμών (1 στατήρας ή καντάρι = 100 κιλά). Οι ξυλάνθρακες της Κεφαλονιάς θεωρούνται άριστης ποιότητας και διατίθενται στο εμπόριο με κέντρα καταναλώσεως το Αργοστόλι και τις κωμοπόλεις του νησιού, την Πάτρα και τον Πειραιά. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, που συνεπάγονται και τις αντίστοιχες επιδράσεις στη βλάστηση Αίνου και Ρουδίου, όπως πορισμός ξυλείας και κάρβουνου, αποθήκευση χιονιού, ασβέστη ή ξυλάνθρακα σε λάκκους, μαρτυρούνται από τα μέχρι τώρα υπάρχοντα τοπωνύμια γύρω και εντός του πυρήνα του Δρυμού, όπως Παλιοκάμινα, Καρβουνόλακκος, Πριονίστρα, Λάκκος του Τσάση κ.λπ., με τα οποία θα ασχοληθούμε στα αμέσως επόμενα. Κατά την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και του Μεσοπολέμου τα δάση, κυρίως του Αίνου και του Ρουδίου, δεν έπαυσαν να αποτελούν εισοδηματική πηγή για τους κατοίκους των γύρω οικισμών, που υπέφεραν από ένδεια λόγω της στέρησης των αναγκαίων αγαθών για επιβίωση. Ασθένειες, όπως ελονοσία και φυματίωση, ήταν σε έξαρση. Το 1936 ο ευεργέτης Χρ. Βαλλιάνος κατασκεύασε ξύλινο σπίτι στον Αίνο για λόγους οικογενειακούς,

301 280 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ στη θέση, όπου και σήμερα διατηρεί την ονομασία Ξυλόσπιτο. Τότε επί πρωθυπουργίας του Κεφαλλήνα Ιωάννη Μεταξά κτίστηκε στον Αίνο Σανατόριο με σαράντα δωμάτια και βοηθητικούς χώρους, που μετατράπηκε σε τουριστικό περίπτερο. Λόγω όμως της έναρξης του Β Παγκόσμιου Πολέμου το περίπτερο δεν λειτούργησε ποτέ. Η επιμήκυνση των εμπόλεμων περιόδων και η Κατοχή οδήγησαν το νησί σε άσχημη κατάσταση. Κατά το διάστημα αυτό το δάσος εξακολουθεί να καταστρέφεται από την κακή διαχείριση, την έντονη βόσκηση, την κλαδονομή, τη ληστρική υλοτομία και τις πυρκαγιές (Καφάσης ). Κατά τη μετέπειτα 10ετή ανώμαλη περίοδο του εμφυλίου η φύλαξη του δάσους ήταν ελλιπής. Τα όρια δεν οριστικοποιήθηκαν εξ αιτίας των οικονομικών δυσχερειών του κράτους και της αδυναμίας του δασοκτήμονος Αδελφάτου να συνεισφέρει στις δαπάνες. Η παράνομη υλοτόμηση του δάσους ήταν έντονη. Εκτός από την προμήθεια καυσοξύλων οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν την ξυλεία για την κατασκευή δικών τους σπιτιών. Τα καυσόξυλα, υπολογίζονται σε 100 περίπου τόνους ετησίως. Χρησίμευαν επίσης ως καύσιμη ύλη στην ασβεστοποιία, στην κεραμοποιία και στην παραγωγή ξυλανθράκων. Ένα κυβικό μέτρο καυσόξυλα από Ελάτη παράγει 160 κιλά ξυλάνθρακες. Στο διάστημα των ετών η ξυλεία, που παρήγαγαν τα δάση του Αίνου και του Ρουδίου για εμπορία, ανήλθε σε m 3 δηλαδή σε κιλά. Εκτός αυτών άλλα 248 m 3 διατέθηκαν για τις ανάγκες των περιοίκων. Δεν επιτρεπόταν η εξαγωγή ξυλείας εκτός νησιού. Κέντρα καταναλώσεως ήταν το Αργοστόλι, η Σάμη και το Ληξούρι. Είχε μεγάλη ζήτηση για οικοδομήσιμες κατασκευές (στέγες, κουφώματα, πατώματα, σχάρες παρκέτων) και παντός είδους κιβώτια, όπως για συσκευασία σταφίδας και άλλων γεωργικών προϊόντων. Η δε τιμή πωλήσεως κατά το διάστημα ήταν η εξής: στρογγυλή ξυλεία Ελάτης κομμένη σε κορμοτεμάχια 2-4 m μήκους εντός του δάσους και στο σημείο φόρτωσης κόστιζε 730 δραχμές της τότε εποχής ανά κυβικό, ενώ στο Αργοστόλι 780 δρχ. Σημειώνουμε ότι ο χρόνος, που απαιτείται, για να φθάσει η Ελάτη σε στάδιο ωρίμανσης, ώστε να επιτρέπεται η κοπή της για ξυλεία, είναι 40 χρόνια (l.c.). Η περίπτωση των ημιάγριων αλόγων του Αίνου (Εικ. 130) αποτελεί άλλη μία παρέμβαση στο περιβάλλον του Δρυμού. Κάτοικοι των οικισμών Αργίνια και Ξενόπουλο, όταν άρχισε η μετανάστευση στο εξωτερικό, φεύγοντας απελευθέρωσαν στις ΝΑ. και ΝΔ. παρυφές του Αίνου ικανό αριθμό οικόσιτων αλόγων. Τα άλογα αυτά προερχόμενα από τη φυλή των αλόγων της Πίνδου, ανήκουν στο είδος Equus caballus. Επιβίωσαν και εξακολουθούν να αναπαράγονται ελεύθερα στα όρια του Δρυμού προσαρμοσμένα στις ιδιαίτερα δυσμενείς καιρικές συνθήκες λόγω υψομέτρου (έλλειψη τροφής κατά τη διάρκεια των χιονοπτώσεων, δύσβατο και πετρώδες έδαφος με απότομες κλίσεις). Λόγω της απομόνωσης με την πάροδο δεκαετιών εξελίχθηκαν σε ξεχωριστή φυλή, γνωστή ως φυλή του Αίνου (Menegatos 1985, Μενεγάτος 1998). Περιφέρονται σε ολιγάριθμες αγέλες και σε ακτίνα ολίγων τετραγωνικών χιλιομέτρων γύρω από τη μονή της Ζωοδόχου Πηγής, όπου υπάρχει η μοναδική πηγή νερού. Κατά διαστήματα, ιδίως όταν λιώσουν τα χιόνια, εισέρχονται και μέσα στον Δρυμό. Η εποχή μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1953, που ισοπέδωσαν τις πόλεις και τα χωριά του νησιού, ήταν καθοριστική και για τον Δρυμό του Αίνου. Η κατάσταση του δάσους δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τις νέες συνθήκες, που διαμορφώνονταν. Η ξυλεία εξακολουθούσε να είναι περιζήτητη.

302 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 281 Εικ Αγέλη αλόγων του Αίνου στην περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής. (Φωτ. Αρχείο Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κεφ/νιάς & Ιθάκης).

303 282 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Η ανοικοδόμηση, η ηλεκτροδότηση και οι τηλεπικοινωνίες, που συνδέονταν με την ανασυγκρότηση του νησιού, επέφεραν πολλές αλλαγές στη ζωή των κατοίκων και προκάλεσαν παρεμβάσεις, που επηρέασαν τη βλάστηση και τη χλωρίδα του νησιού. Σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής Σιμωτάτων, οι χωρικοί, αφού επέλεγαν τα κατάλληλα έλατα για στήριξη στέγης, τα πατερά, έκοβαν τους κορμούς και από το ύψος της τοποθεσίας Δεντράκι εντός του Δρυμού τους κατρακυλούσαν μέχρι τα πρανή στη θέση Πελεκίστρα, όπου τους καθάριζαν. Το τοπωνύμιο απηχεί τη συγκεκριμένη ανθρώπινη παρέμβαση και δραστηριότητα σε βάρος του δάσους. Στις παρεμβάσεις εντός του δρυμού περιλαμβάνoνται: το εγκαταλειμμένο σήμερα φυτώριο Ελάτης εκτάσεως 500 m 2, ένα μικρό δασοφυλάκιο πλησίον του φυτωρίου, το πυροφυλάκιο και το κτίριο για εγκαταστάσεις τηλεόρασης (αναμεταδότης) στην κορυφή Χιονίστρα, κατασκευή ομβροδεξαμενών για πυρόσβεση, καθώς και το οδικό δίκτυο. Του Ρουδίου το δίκτυο περιλαμβάνει δύο χωματόδρομους: ο ένας μήκους 8,5 km ανέρχεται από τη διασταύρωση επί του εθνικού δρόμου και κατέρχεται προς τον Άγιο Ελευθέριο μέσω του δάσους και ο άλλος μήκους 6,5 km διασχίζει το βόρειο τμήμα του. Το δίκτυο του Αίνου αριθμεί 13 δρόμους συνολικού μήκους 84,5 km. Σε αυτούς περιλαμβάνονται: ο δρόμος σύνδεσης του δρυμού από την εθνική οδό μέχρι την είσοδο, οι δασικοί δρόμοι εντός του δρυμού και περιμετρικά, καθώς και η σύνδεσή του με τους γύρω οικισμούς. Παρέμβαση, η οποία είχε στόχο την προστασία του δάσους, ήταν η κατασκευή περίφραξης κατά μήκος των ορίων του δρυμού, για να αποτραπούν οι παράνομες δραστηριότητες εντός του πυρήνα, κυρίως η παράνομη βόσκηση. Δυστυχώς ούτε αυτή απέδωσε, γιατί σε πολλά σημεία σκοπίμως καταστράφηκε, για να εισέρχονται λαθραία τα ποίμνια. Η ηλεκτροδότηση του νησιού αποτέλεσε επίσης άλλη μία παρέμβαση στο δάσος. Για τη διέλευση του εναέριου δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ προς τις κτιριακές εγκαταστάσεις των τηλεπικοινωνιών, που είχαν ανεγερθεί στην κορυφή του Αίνου Χιονίστρα (Εικ. 131), απαιτήθηκε να κοπούν χιλιάδες δένδρα Ελάτης. Εντός του Δρυμού αποψιλώθηκε λωρίδα πλάτους 40 m (Κύτρος 1986, Υπ/γείο. Γεωργίας). Η λωρίδα συντηρείται «καθαρή» με το κόψιμο των κορυφών και των υψηλών κλάδων Ελάτης, ώστε να εμποδίζεται η ελεύθερη ανάπτυξη των δένδρων και η επαφή τους με τα καλώδια για λόγους ασφαλείας. Περί το 1962 στο ύψωμα μεταξύ Αίνου και Ρουδίου κτίστηκαν οι υπάρχουσες κεραίες υψηλής συχνότητας του ΝΑΤΟ, γνωστές στην Κεφαλονιά ως Radar του Αίνου. Τότε ασφαλτοστρώθηκε και ο δρόμος από τις Αγραπιδιές μέχρι τις εγκαταστάσεις αυτές και εγκαταλείφθηκε ο δρόμος από Ομαλά προς Άγιο Ελευθέριο. Σήμερα το κτίριο χρησιμοποιείται για την εγκατάσταση τηλεσκοπίου του Εθνικού Αστεροσκοπείου της Εκπαίδευσης με την επωνυμία «Εύδοξος». Στις ανωτέρω παρεμβάσεις θα προσθέσουμε και την ετήσια υπερσυλλογή ρίγανης (Origanum vulgare subsp. hirtum), που παρατηρείται στον Αίνο. Κατά τη συλλογή συχνά το φυτό εκριζώνεται εντελώς με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού του και, ενώ απαγορεύεται, διανέμεται και διατίθεται σιωπηρά στο εμπόριο. Τα δάση του Αίνου και του Ρουδίου έχουν οικονομική σημασία και στη σύγχρονη εποχή. Η κτηνοτροφία εξακολουθεί να ανθεί στην περιοχή με τις

304 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 283 επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πιέζει ασφυκτικά τον πυρήνα εισχωρώντας ευκαιριακά και μέσα σε αυτόν. Η καταπάτηση δασικών εκτάσεων στην περίμετρο του Δρυμού είναι φαινόμενο, που συνδέεται με τα ασαφή όρια. Παρατηρήθηκε μετά την πρόταση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Αθανασιάδης 2002) για τη δημιουργία περιφερειακής ζώνης στον Δρυμό. Εικ Ή κορυφή Χιονίστρα με τις κεραίες των Μ.Μ.Ε. από το ύψος του Μεγάλου Σωρού. Το δάσος λόγω των πυρκαγιών έχει εξαφανιστεί από τη νοτιοδυτική πλαγιά του Αίνου με την απότομη κλίση. Η εικόνα είναι χαρακτηριστική των συνθηκών, που καθιστούν αδύνατη την αναγέννηση της Ελάτης στην απογυμνωμένη πλαγιά του όρους (Φωτ. Γ. Καμάρη) Με τη σύσταση του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου εμφανίζονται νέες προοπτικές για την προστασία, την ανάδειξη και την αξιοποίηση του δάσους. Η ορθολογική διαχείριση του φυσικού πλούτου από τον Φορέα στους τομείς χλωρίδας, πανίδας και αναψυχής, καθώς και η δυναμική, που αναπτύσσει κατά την προσέγγιση των κοινωνικών ομάδων, οι οποίες δημιουργούσαν προβλήματα στο παρελθόν, ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για το μέλλον του Δρυμού. Δημιουργούνται δυνατότητες μιας νέας μορφής οικονομικής εκμετάλλευσης με την ανάδειξή του ως πόλου έλξης επισκεπτών με ποικίλα ενδιαφέροντα σχετικά με το φυσικό περιβάλλον. Ο τουρισμός (επιστημονικός, οικολογικός, ορειβατικός και άλλης φύσεως τουρισμός) θα είναι η νέα διάσταση της οικονομικής σημασίας του δάσους. Σε αυτό θα συντελέσει και το αναπαλαιωμένο τουριστικό περίπτερο Μεταξά, το οποίο θα στεγάσει τις περιβαλλοντικές δραστηριότητες του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου και θα λειτουργήσει παράλληλα ως κέντρο ενημέρωσης. Από τις σύγχρονες παρεμβάσεις στα βουνά της Κεφαλονιάς δεν θα εξαιρέσουμε τις ανεμογεννήτριες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Πρόσφατα έχουν εγκατασταθεί σε αρκετά βουνά μεγάλου υψομέτρου, όπως στην Ευμορφία, στην Αγία Δυνατή, στο Καλόν Όρος, στη Δάφνη και έπεται συνέχεια. Ολοένα και περισσότεροι δρόμοι ανέρχονται κλιμακωτά χαράζοντας με απανωτά ζικ-ζακ τις πλαγιές με τις μεγάλες κλίσεις και ισοπεδώνουν κατά μήκος τις κορυφές. α

305 284 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 11α. Τα καμίνια ασβέστου και ανθράκων Η άσβεστος και οι ξυλάνθρακες από αρχαιοτάτων χρόνων αποτελούσαν και αποτελούν τις βασικές ύλες για την εξυπηρέτηση ζωτικών ανθρώπινων αναγκών. Η άσβεστος (οξείδιο του ασβεστίου, CaO, κοινώς ασβέστης) είναι απαραίτητη για κατασκευή οικιών και άλλων κτισμάτων, για απολύμανση χώρων και τάφων, για «άσπρισμα» τοίχων και για διάφορες άλλες χρήσεις. Στον Όμηρο (Ιλ. Π 123) αναφέρεται για πρώτη φορά η λέξη ασβέστη (η)= ως χαρακτηριστικό της φλόγας, που δεν σβήνει (α στερητικό και σβέννυμι): «τοὶ δ ἔμβαλον ἀκάματον πῦρ / νηῒ θοῇ τῆς δ αἶψα κατ ἀσβέστη κέχυτο φλόξ.». Από τη 2 η π.χ. χιλιετία χρησιμοποιείται στο κονίαμα των νωπογραφιών των ανακτόρων της Κρήτης και των Μυκηνών. Οι απολυμαντικές και ιατρικές της ιδιότητες είναι ήδη γνωστές από τον Ιπποκράτη. Οι άνθρακες (τα κάρβουνα) χρησιμοποιούνται για θέρμανση, παρασκευή φαγητού και εκτός αυτών αποτελούν πηγή ενέργειας για δευτερογενή επεξεργασία άλλων υλών στη μεταλλουργία, στην κεραμοποιία κ.λπ. Στο Ονομαστικόν του Πολυδεύκη, (2 ος μ. Χ. αι.) αναφέρονται οι ύλες, οι τεχνίτες, τα προϊόντα και οι πωλητές, όπως π.χ.: εκκαύματα = τα καυσόξυλα, άνθρακες = τα κάρβουνα, θυμάλωπες = τα μισοκαμένα κάρβουνα, μαρίλη = η καρβουνόσκονη, ανθρακείς= οι καρβουνιάρηδες, ανθρακοπώλης = ο έμπορος ανθράκων, μαριλευταί = οι πωλητές καρβουνόσκονης, πνιγεύς = το ανθρακοκάμινο (βλ. Φ.Ο.Κ. 2004). Η τέχνη εξαγωγής ασβέστου από αργούς λίθους είναι δραστηριότητα, η οποία επηρεάζει το περιβάλλον μεταβάλλοντας τη σύσταση του τοπίου, τόσο ως προς τη βλάστηση, όσο και προς τη μορφολογία της επιφανείας του εδάφους, με άμεσες επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα. Τούτο συμβαίνει, γιατί, αφ ενός χρησιμοποιούνται μεγάλες ποσότητες καυσoξύλων και φρυγάνων από τις παρακείμενες δασικές εκτάσεις για την καύση της καμίνου και αφ ετέρου, γιατί η αφαίρεση των κατάλληλων λίθων για την εξαγωγή ασβέστου από τους λόφους και τα επικλινή εδάφη σε συνδυασμό με την αποψίλωση της φυτοκάλυψης συντελεί σε μεγαλύτερη διάβρωση συνεπεία βροχοπτώσεων. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι παρόμοιες ενέργειες του ανθρώπου ήταν αναπόφευκτες λόγω ελλείψεως εναλλακτικών λύσεων για την παραγωγή των αντίστοιχων προϊόντων, που ήταν απαραίτητα για την κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών κατά το παρελθόν. Το επάγγελμα του ασβεστοποιού είναι από τα αρχαιότερα επαγγέλματα και μεταδιδόταν εμπειρικά από πατέρα σε γιο. Τα πετρώματα της Κεφαλονιάς, κυρίως ασβεστολιθικά, αλλά και το είδος της βλάστησης με την πλούσια μακκία και τους πετρώδεις φρυγανότοπους προσφέρονταν από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και το πολύ πρόσφατο παρελθόν για ασβεστοποιία. Η δραστηριότητα αυτή σε ορισμένες περιοχές του νησιού αποτελούσε πηγή εισοδήματος των αγροτικών νοικοκυριών, όπως στην περιοχή Κάτω Λιβαθώς, όπου ορισμένοι οικισμοί, ασκούσαν κατ επάγγελμα την τέχνη του ασβεστοποιού, το οποίο ήταν «εν ζωή» μέχρι και το 1990 (Γαλανός 2008). Χαρακτηριστική είναι και η προσωνυμία «ασβεστάδες» των κατοίκων του οικισμού Περατάτων, όπου αφθονούσαν τα καμίνια, πολλά των οποίων διατηρούνται μέχρι σήμερα (Εικ. 132). Η επιλογή του χώρου για την κατασκευή καμίνου, έπρεπε να συνδυάζει την κατάλληλη βλάστηση με φρύγανα και καυσόξυλα, καθώς και το κατάλληλο

306 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 285 πέτρωμα και βράχους για λατόμηση ή για συλλογή λίθων επιφανείας. Οι ντόπιοι τεχνίτες τις αποκαλούσαν «ασβεστόπετρες ή σιδερόπετρες», γιατί δεν περιείχαν σε μεγάλο ποσοστό προσμίξεις με χώμα και άλλα υλικά. Για να αποδοθεί η «παχεία άσβεστος» από την πέτρα, οι διάφορες προσμίξεις δεν έπρεπε να υπερβαίνουν το 10% της όλης περιεκτικότητας. Σε διαφορετική περίπτωση, επειδή η μεταφορά της πέτρας από αλλού ήταν επίπονη και χρονοβόρα το καμίνι ήταν κινητό, δηλαδή ο «ασβεστάς» αναγκαζόταν να το δημιουργήσει σε πιο κατάλληλο μέρος (Τερζάκης 1858). α α Εικ α) Ασβεστοκάμινο στα Περατάτα, πλησίον του Κάστρου (Knapp 1965), πραγματικό μνημείο λαϊκής αρχιτεκτονικής, που θυμίζει κατασκευή θολωτού μυκηναϊκού τάφου. β) Το ίδιο καμίνι το 2011 υπό κατάρρευση. Άλλο ένα στοιχείο της παράδοσης, που περνάει στη λήθη του χρόνου. Η βλάστηση, που αναπτύχθηκε εν τω μεταξύ, δεν επέτρεψε τη φωτογράφηση από την ίδια οπτική γωνία. β

307 286 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Τα ξύλα από περνάρι (Quercus coccifera) σε συνδυασμό με φρυγανώδη βλάστηση θεωρούνται τα πλέον κατάλληλα για την καύση, γιατί αναπτύσσουν μεγαλύτερη θερμοκρασία από άλλα ξύλα, δεδομένου ότι η θερμοκρασία της καμίνου πρέπει να διατηρηθεί σταθερά στους 2000 ο βαθμούς επί έξι συνεχείς ημέρες και νύχτες, για να αποβληθούν από την ασβεστόπετρα το νερό και το ανθρακικό οξύ, που περιέχει. Η σημερινή όψη του τοπίου στις λοφώδεις περιοχές γύρω από τους οικισμούς Περατάτων, Κάστρου, Δοριζάτων και Μουσάτων και η υπολειμματική μακκία μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι επί αιώνες ανθρώπινες παρεμβάσεις σχετικά με την πανάρχαια αυτή δραστηριότητα έχουν συντελέσει τα μέγιστα στην απογύμνωση των λόφων από τη δασική βλάστηση και έχουν εξαφανίσει πολλούς δενδρώνες από Quercus coccifera. Όσον αφορά στην παραγωγή ξυλανθράκων, το ελληνικό κράτος με τη δασική νομοθεσία (Ν.Δ. 86/1969) έχει θέσει περιορισμούς και προϋποθέσεις για την τοποθεσία λειτουργίας της καμίνου, για τη ζώνη υλοτόμησης, καθώς και για το είδος των ξύλων, που θα χρησιμοποιηθούν για την καύση. Σήμερα η Πυροσβεστική Υπηρεσία είναι αρμόδια για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας ανθρακοκάμινων, ενώ το Δασαρχείο ελέγχει για την τήρηση της σχετικής νομοθεσίας, όσον αφορά στο είδος των καυσοξύλων, που θα χρησιμοποιηθούν. Κατά το παρελθόν, όπου η οικονομία βασιζόταν κατ αποκλειστικότητα (αρχαία κοινωνία) ή κατά μέγα μέρος (νεότερη κοινωνία) στην εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, οι περιορισμοί ή δεν υπήρχαν ή ήταν πολύ χαλαροί. Ο λόγος ήταν ότι τότε δεν αντιμετώπιζαν περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως αυτά της σύγχρονης βιομηχανοποιημένης εποχής, γιατί η φύση διατηρούσε ακόμη αρκετό ποσοστό αντοχής και η ζημία δεν γινόταν αντιληπτή, επειδή οι επιπτώσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες δεν ήταν άμεσα ορατές. Η Κεφαλονιά μόνον κατά τα έτη πραγματοποίησε εξαγωγές κάρβουνου ύψους λιτρών. Η λίτρα, μέτρο βάρους στα Επτάνησα κατά την εποχή της Αγγλοκρατίας υποδιαιρείται σε 12 ουγκιές. Η αντιστοιχία μεταξύ λίτρας και κιλού είναι: 1 κιλό=1000 γραμ., 1 λίτρα=373,20 γραμ. Άρα οι λίτρες = ,600 κιλά (Ανδρεάδης 1914). Στην ανωτέρω ποσότητα δεν υπολογίζεται και η εγχώρια κατανάλωση, η οποία τότε λόγω της ανυπαρξίας ηλεκτρικού ρεύματος στο νησί (πλην της πόλης του Αργοστολίου) και του βιοτικού επιπέδου της εποχής δεν θα ήταν αμελητέα. Αυτό αποτελεί μία ένδειξη για το μέγεθος της εκμετάλλευσης του δασικού πλούτου (Φωκάς Κοσμετάτος 1949). Σύμφωνα με τη δασοπονική μελέτη του Μ. Καφάση (1964) ένα κυβικό μέτρο καυσοξύλων ανθρακοποιούμενο αποδίδει κιλά ξυλάνθρακες. Το δε λήμμα από ολόκληρο το δάσος ανέρχεται σε 166 τόνους. Η δραστηριότητα αυτή εξακολουθεί και σήμερα να υφίσταται σε μικρή κλίμακα βέβαια και σε ορισμένους οικισμούς, των οποίων οι κάτοικοι διατηρούν εκ παραδόσεως τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρία. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αργοστολίου (έγγρ Φ / ) την τελευταία δεκαετία χορηγήθηκαν συνολικά 18 άδειες ανθρακοκάμινων στις περιοχές Παλικής, Ερίσου, Αργοστολίου, Διλινάτων, Σάμης, Χαλιωτάτων, Γριζάτων, Πυργίου και Α. Ειρήνης (Εικ. 133). Τα ξύλα, που χρησιμοποιούνται σήμερα, είναι ως επί το πλείστον από ελιά.

308 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 287 Εικ Περιοχές, στις οποίες λειτούργησαν ανθρακοκάμινα από το 1998 μέχρι το 2009 σύμφωνα με το υπ. αρ Φ / έγγρ. της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Αργοστολίου. 12. Πυρκαγιές Στο πρώτο ήμισυ του 20 ου αι. η κατάσταση του πληθυσμού, όπως προαναφέραμε, ήταν άσχημη λόγω των πολεμικών γεγονότων, του εμφυλίου και της μετανάστευσης. Οι δραστηριότητες στην ύπαιθρο μειώθηκαν λόγω ελλείψεως του ανθρώπινου δυναμικού με αποτέλεσμα οι περισσότεροι αγροί να εγκαταλειφθούν. Η μετανάστευση έπληξε κυρίως τις ορεινές περιοχές, που ήταν και οι πιο φτωχές ερημώνοντας πολλά χωριά. Όμως η μείωση του πληθυσμού στην ύπαιθρο δεν περιόρισε τις δραστηριότητες εκείνες, που είχαν αποτέλεσμα την αποτέφρωση αρκετών στρεμμάτων ελατοδάσους. Η Ελάτη σταδιακά περιοριζόταν ολοένα και σε πιο υψηλά σημεία. Συνέπεια των αλλεπάλληλων πυρκαγιών είναι τα διάκενα διαφόρου μεγέθους, που παρατηρούνται εντός του δρυμού, κυρίως στις Ν-ΝΔ. πλαγιές του Αίνου. Λόγω των μεγάλων κλίσεων και της επακόλουθης διάβρωσης το έδαφος έχει απογυμνωθεί και δεν καθίσταται δυνατή η εκ νέου εγκατάσταση της Ελάτης στα σημεία αυτά για τη φυσική αναγέννηση του δάσους (Εικ. 131).

309 288 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Καθ όλη τη διάρκεια του 20 ου αιώνα καταστρεπτικές πυρκαγιές σε ένταση και έκταση εξερράγησαν στην Κεφαλονιά επιφέροντας μεγάλο πλήγμα στην υπάρχουσα βλάστηση. Αποτεφρώθηκαν χιλιάδες στρέμματα δασικής και γεωργικής έκτασης και κινδύνευσε ο Αίνος. Αναλυτικότερα κατά το πρώτο ήμισυ του περασμένου αιώνα σύμφωνα με στοιχεία των Καφάση ( ), Μιχαλέ & Γαρτσώνη (1996) καταρτίσαμε δύο πίνακες. Στον πίνακα 15 περιέχονται οι πυρκαγιές στα δάση Αίνου και Ρουδίου μεταξύ των ετών και Ο πίνακας 16 περιέχει τις πυρκαγιές, που σημειώθηκαν επίσης στα δάση Αίνου και Ρουδίου από το 1962 μέχρι το Κατά τη χρονική αυτή περίοδο η έκταση του ελατοδάσους μειώθηκε ακόμη κατά 364, 395 στρέμματα. Πίνακας 15. Πυρκαγιές Αίνου και Ρουδίου μεταξύ των ετών κατά τους Καφάση ( ), Μιχαλέ & Γαρτσώνη (1996). ΕΤΟΣ ΔΑΣΟΣ ΣΤΡΕΜΜΑΤΑ 1917 Ρουδίου Δεν αναφέρονται 1931 Αίνου 900» Ρουδίου Αίνου Ρουδίου βραχύκορμων 1944 Αίνου Αίνου (σε Λεύκα & 988 Μελανίτσα) ΣΥΝΟΛΟ Πίνακας 16. Πυρκαγιές Αίνου και Ρουδίου κατά το διάστημα σύμφωνα με στοιχεία από: Δ/νση Δασών Κεφαλληνίας (έγγρ / ) Μιχαλές και Γαρτσώνη (1996), Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Αθανασιάδης 2002). ΕΤΟΣ ΔΑΣΟΣ ΣΤΡΕΜΜΑΤΑ 1962 Αίνου Ρουδίου Αίνου Συνολικά Αίνου Αίνου 6, Αίνου 0, Αινου 0,005 ΣΥΝΟΛΟ 364, 395 στρέμματα

310 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 289 Αθροίζοντας τα σύνολα των πινάκων 15 και 16 διαπιστώνουμε ότι οι πυρκαγιές στα δάση Αίνου και Ρουδίου κατά τη διάρκεια του 20 ου αι. και την πρώτη δεκαετία του 21 ου αποτέφρωσαν συνολικά 5.101,395 στρέμματα δάσους κεφαλληνιακής Ελάτης. Διευκρινίζουμε ότι για την κατάρτιση του πίνακα 16 από τα στρέμματα, που αναφέρει η Δ/νση Δασών Κεφαλληνίας (έγγρ / ), συμπεριλάβαμε μόνον όσα αναφέρονται με την ένδειξη δάσος και όχι δασική έκταση, αν και ορισμένες περιοχές, τις οποίες δεν συμπεριλάβαμε, βρίσκονται στις υπώρειες του Αίνου. Από το ανωτέρω έγγραφο αρχείου της Δ/νσης Δασών Κεφαλληνίας προκύπτει ότι σε όλο το νησί από το 1950 μέχρι το 2010 έχουν καταγραφεί συνολικά πυρκαγιές, εκ των οποίων οι 612 μόνον στην περιοχή Ελειού Πρόννων Ν-ΝΑ του Αίνου (Εικ. 134). Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά το διάστημα από το 1983 έως το 2005 οι καμένες εκτάσεις υπολογίζονται σε στρέμματα, που αντιστοιχούν στο 25,3% της συνολικής έκτασης του νησιού. Μόνο κατά το 1997 σημειώθηκαν 109 πυρκαγιές. Κάθε χρόνο καίγονται περί τις στρέμματα δασικών και γεωργικών εκτάσεων. Τα σιτηρά είναι η καλλιέργεια, που υφίσταται τη μεγαλύτερη καταστροφή. Τον Ιούλιο του 1988 σημειώθηκαν οι τέσσαρες πιο καταστρεπτικές πυρκαγιές των τελευταίων δεκαετιών. Από αυτές χειρότερη ήταν στις Εκδηλώθηκε τις πρωινές ώρες και χαρακτηρίστηκε ως η πιο καταστρεπτική στα Ιόνια Νησιά, γιατί αποτέφρωσε στρέμματα, από τα οποία τα ήταν δασικά και τα υπόλοιπα γεωργικά. Σύμφωνα με τις στατιστικές η Κεφαλονιά κατατάχθηκε μεταξύ των πλέον πυρόπληκτων Νομών της Ελλάδας και κατέκτησε τη θλιβερή «πρωτιά» για το Διαμέρισμα των Ιονίων Νήσων (Τσαγκάρη κ.ά. 2011). Στον απολογισμό των πυρκαγιών αυτών περιλαμβάνονται και τραγικά περιστατικά με απώλεια ανθρώπινων ζωών. Εικ Κατάσβεση πυρκαγιάς στον Άνω Κατελειό με πυροσβεστικό αεροσκάφος. Οι φωτογραφίες που ακολουθούν (Εικ. 135, 136), αποτελούν ένα «χρονικό» των επαναλαμβανόμενων πυρκαγιών στη δυτική πλαγιά του Αίνου, άνωθεν της περιοχής Σισσίων.

311 290 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ α α β Εικ α) Η πυρκαγιά του 1988 στη δυτική πλαγιά του Αίνου. Αποτέφρωσε 90 στρέμματα δάσους κεφαλληνιακής Ελάτης, καθώς και 410 στρέμματα δασικής, θαμνώδους και δενδρώδους βλάστησης από κουμαριές σχίνους, περνάρια, ρείκια κ.λπ. β) Η ίδια περιοχή μετά από 10 χρόνια. Η βλάστηση αναγεννήθηκε με θαμνώδη μορφή. γ) Το 2010 έχουμε επανάληψη της πυρκαγιάς του 1988 στους δυτικούς πρόποδες του Αίνου. Αποτεφρώθηκε όλη η δασική βλάστηση, που είχε ανακάμψει από την προηγούμενη πυρκαγιά του γ

312 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 291 Εικ Φωτογραφία του 1998: το τμήμα του δάσους, που κάηκε στην πυρκαγιά του 1988 δεν αναγεννήθηκε στο διαρρεύσαν διάστημα των 10 ετών. Οι συνεχιζόμενες παρεμβάσεις και πυρκαγιές, που απογυμνώνουν τις πλαγιές των βουνών, έχουν και άμεσες επιπτώσεις στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Μέχρι τώρα στη δυτική υπώρεια του Αίνου με τις μεγάλες κλίσεις, έχουν καταγραφεί δύο συμβάντα με σοβαρές συνέπειες για τους οικισμούς, που βρίσκονται στους πρόποδες. Στο παρελθόν ορμητικός χείμαρρος, που κατέβηκε από το βουνό παρέσυρε και κατέστρεψε ολοσχερώς το χωριό Τζιφάτα πνίγοντας ανθρώπους και ζώα. Πρόσφατα, τον Οκτώβρη του 2010, ορμητικός χείμαρρος δημιούργησε βαθύ ρήγμα στην πλαγιά του Αίνου και κατέστρεψε τμήμα του κοιμητηρίου Σιμωτάτων (Εικ. 137). β Εικ Το ρήγμα βάθους 60 περίπου m πάνω από τον οικισμό Σιμωτάτων στις Σύμφωνα με τους κατοίκους του χωριού το προκάλεσε θαλάσσιος υδατοστρόβιλος (τρόμπα) του κόλπου Λουρδά, που δεν μπόρεσε να υπερβεί τον Αίνο. Η αραιή βλάστηση δεν συγκράτησε τις τεράστιες ποσότητες νερού, που στην ορμητική πορεία τους κατέστρεψαν και τμήμα του νεκροταφείου Σιμωτάτων (Φωτ. Σ. Μικελάτος)

313 292 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 12α. Τα αίτια των πυρκαγιών Οι πυρκαγιές οφείλονται κυρίως σε εμπρηστικούς, εκρηκτικούς μηχανισμούς, γεγονός που καθιστά ασύλληπτους τους δράστες, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Ο τόπος έναρξης της φωτιάς, που είναι συνήθως δασική έκταση, και ο χρόνος, που συντονίζεται με τον κατάλληλο άνεμο, συχνά δε η ταυτόχρονη έναρξη πυρκαγιών σε περισσότερα του ενός σημεία αποδεικνύουν τον προμελετημένο σχεδιασμό. Τα αίτια, που υποκινούν τους εμπρησμούς, είναι οικονομικά και κοινωνικά. Η φωτιά είναι γνωστό ότι αποτελεί μέσο για ανανέωση της βλάστησης με την προϋπόθεση να μην ασκείται βόσκηση στην καμένη έκταση. Όταν όμως δεν τηρείται η προϋπόθεση αυτή, το αποτέλεσμα είναι η αποψίλωση της ήδη καμένης έκτασης από δένδρα, θάμνους και λοιπά φυτά, που έχουν αναβλαστήσει, η απόπλυση του εδάφους και η εξαφάνιση πολλών ειδών χλωρίδας. Η εικόνα των βουνών στις κτηνοτροφικές περιοχές της Κεφαλονιάς είναι χαρακτηριστική του πώς συντελείται η διάβρωση (Εικ. 138). Εικ Η εικονιζόμενη κορυφή δυτικά της Αγίας Δυνατής στην Πύλαρο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς συντελείται η βαθμιαία απόπλυση του εδάφους. Η αραιή υπολειμματική βλάστηση στην κορυφή δεν είναι αρκετή, για να συγκρατήσει την ορμητική ροή των ομβρίων υδάτων, που σχηματίζουν ρύακες στις επικλινείς παρειές του όρους παρασύροντας το χώμα. Όπως διαπιστώνουμε από τα στοιχεία της Δ/νσης Δασών (έγγρ / ), οι επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές ακόμα και 2-3 φορές μέσα στην ίδια χρονική περίοδο παρατηρούνται σε ορισμένο είδος εκτάσεων και σε συγκεκριμένες τοποθεσίες. Με βάση τα κοινά αυτά χαρακτηριστικά τις κατατάσσουμε σε δύο βασικές κατηγορίες: α) στις κτηνοτροφικές και β) στις πυρκαγιές για αξιοποίηση των καμένων εκτάσεων (τουριστική, γεωργική ή οικοπεδοποίηση). Σε μία τρίτη πολύ μικρότερη κατηγορία εντάσσονται οι

314 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 293 οφειλόμενες σε αμέλεια και οι τυχαίες. Τις τελευταίες δεκαετίες η κατανομή των πυρκαγιών ανά υψόμετρο δείχνει ότι συμβαίνουν σε χαμηλότερες περιοχές. Οι πιο πολλές παρατηρούνται σε υψόμετρο μεταξύ m. Μόνον μία καταγράφηκε σε υψόμετρο 1184 m στις (Τσαγκάρη κ.ά. 2011). Η μετατόπιση αυτή της δράσης των εμπρηστών μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ενδιαφέρουσας κοινωνικής και οικονομικής μελέτης, γιατί τις τελευταίες δεκαετίες ο πληθυσμός του νησιού έχει υποστεί πλήρη αστικοποίηση. Αρχίζει να στρέφεται σε επαγγέλματα παροχής υπηρεσιών, που εγκαθίστανται στα πιο πεδινά και κοντά στις ακτές ως περιοχές με επικείμενη τουριστική αξιοποίηση. Η κτηνοτροφία όμως και λόγω των επιδοτήσεων σημείωσε αύξηση και παραμένει ένας από τους βασικότερους πόρους του νησιού. Για την άσκηση ελεύθερης βοσκής πολυάριθμων ποιμνίων απαιτούνται μεγάλες εκτάσεις με ανάλογη ποώδη ή θαμνώδη βλάστηση. Τις τελευταίες δεκαετίες μάλιστα ως ποιμένες απασχολούνται οικονομικοί μετανάστες. Η κατοχή βοσκοτόπων αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ κτηνοτρόφων, που κάποτε καταλήγει σε αιματηρές συγκρούσεις και αντεκδικήσεις. Αναφέρεται περιστατικό σφαγής κατοίκων του Πυργιού από Βαλσαμάδες προς το τέλος του 18 ου αι. για τα βοσκοτόπια και τα χωράφια στη Μολού, μεταξύ Αίνου και Ρουδίου (Γαρμπής 2009), αλλά και σφαγή ολόκληρου ποιμνίου 260 αιγών στις στην περιοχή των Ζόλων στη ΒΔ. Κεφαλονιά (Εφημ.: «Νέα Κεφαλονιά» , «Τα Νέα Κεφαλονιάς & Ιθάκης» ). Στην εποχή μας η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδοτεί τις κτηνοτροφικές μονάδες με στόχο την αύξηση της παραγωγής των προϊόντων τους. Οι επιδοτήσεις αυτές προκάλεσαν και την αύξηση του αριθμού των αιγοπροβάτων με τη συνεπακόλουθη επιβάρυνση των βοσκοτόπων. Η ανισορροπία μεταξύ αριθμού ζώων και βοσκοϊκανότητας των βοσκοτόπων αποτελεί άλλη μία σοβαρή αιτία της παράνομης βόσκησης τόσο σε καμένες εκτάσεις, που κανονικά απαγορεύεται, όσο και μέσα στον πυρήνα του Εθνικού Δρυμού. Παράλληλα, για να διευκολυνθούν οι κτηνοτρόφοι για την εποπτεία των ποιμνίων τους και τη μεταφορά των προϊόντων, διανοίχτηκαν πολλοί αμαξιτοί αγροτικοί δρόμοι σε άλλοτε απροσπέλαστα βουνά. Λόγω της φύσης των πετρωμάτων της η Κεφαλονιά έχει ελάχιστες πηγές και αυτές σε χαμηλά υψόμετρα πλην της Ζωοδόχου Πηγής, που ήδη αναφέραμε. Επειδή το πότισμα των ζώων στις ορεινές άνυδρες περιοχές γινόταν από στέρνες, που κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι ποιμένες σε επικλινείς πλαγιές για συλλογή ομβρίων υδάτων, επιδοτήθηκε επίσης η κατασκευή ομβροδεξαμενών, για να καλυφθούν οι ανάγκες του ποτίσματος. Αυτό προϋπέθετε τη διάνοιξη επί πλέον δρόμων, οι οποίοι έφεραν τον άνθρωπο πιο κοντά στο δάσος διευκολύνοντάς τον για περαιτέρω παρεμβάσεις. Τις τελευταίες δεκαετίες με την τουριστική ανάπτυξη παρατηρείται στην Κεφαλονιά μία οικοδομική δραστηριότητα για τουριστικά καταλύματα και θερινές κατοικίες κυρίως στις ακτές, στις πλαγιές με θέα προς τη θάλασσα, αλλά και σε περιοχές της ενδοχώρας του νησιού, όπου η γη είναι φθηνότερη. Επακόλουθο της άναρχης δόμησης είναι η εκχέρσωση τμημάτων γης είτε με φωτιά είτε με βαρέα μηχανήματα. Στις περιπτώσεις αυτές υπενθυμίζουμε την ιδιομορφία του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των Ιονίων Νήσων (ενότητα 5α του παρόντος). Πολλές από τις δασικές εκτάσεις, στις οποίες συμβαίνουν πυρκαγιές,

315 294 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ είναι ιδιόκτητες. Όμως, παρ όλο που ανήκουν σε ιδιώτες, δεν επιτρέπεται η δόμηση, γιατί είναι δασικές. 13. Τοπωνύμια σχετικά με τη βλάστηση και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις α Θεωρούμε χρήσιμο να αναφερθούμε σε ορισμένα τοπωνύμια βουνών, τα οποία ταυτοποιούν στοιχεία της οικονομικής ζωής από το ανιστόρητο παρελθόν, όσον αφορά στο φυσικό τοπίο, στη σχέση του ανθρώπου με αυτό, καθώς και στις παρεπόμενες επιδράσεις στην υπάρχουσα σε αυτό βλάστηση. Η ονομασία του Ρουδίου οφείλεται στο φυτό Rhus cotinus, το οποίο κατ εξοχή φύεται εκεί και είναι γνωστό στο νησί με την ονομασία ρούδι. Στην ορεινή Πύλαρο, αναφέραμε ήδη τα βουνά Φάλαρη και Καλόν Όρος. Κατά τον Μαρινάτο (1962) η ονομασία του πρώτου συνδέεται με το Φάλακρις, που αναγράφεται σε επιγραφή της Ολυμπίας ως σύνορο μεταξύ Μεγαλουπόλεως και Μεσσήνης. Κατά τη δική μας άποψη είναι νεοελληνικός τύπος του φάλαρις (Phalaris), ποώδους φυτού της οικογενείας Gramineae κατάλληλου για βοσκή. Οπότε και το τοπωνύμιο οφείλεται στην αφθονία του πληθυσμού του εν λόγω φυτού, όπως συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις στην Κεφαλονιά και αλλού, στις οποίες τοπωνύμια παραγόμενα από ονόματα φυτών αποτυπώνουν την πληθώρα των ατόμων του συγκεκριμένου φυτού, από το οποίο παράγονται (περιεκτικά): π.χ. Ασφαλαχτιάς (ασφηλαχτός=ασπάλαθος), Ελατιάς, Δαφνιάς, Αγγλεούρι, Κουμαριώνας κ.λπ. (πρβλ. αμπελώνας, ελαιώνας). Στην ονομασία του δεύτερου όρους το Καλόν σημαίνει ωραίο, χαρακτηριστικό όμως, που δεν ταιριάζει σήμερα στο βουνό αυτό. Είναι άνυδρο, βραχώδες, δύσβατο και άγονο στη μεγαλύτερή του έκταση με μόνη εξαίρεση τον Κάμπο της Ανάληψης, στον οποίο υπάρχουν κάποιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Στις ανατολικές πλαγιές χαμηλού υψομέτρου βλέπουμε ακόμα σημεία, όπου υπάρχει δενδρώδης αυτοφυής βλάστηση, κυρίως στις ρεματιές. Δεν θεωρούμε πιθανόν το όρος να ονομάστηκε Καλόν για λόγους ευφημισμού, επειδή ίσως για κάποιο λόγο, άγνωστο σε μας, προξενούσε κάποτε δέος στους ανθρώπους. Έχουμε τη γνώμη ότι η ονομασία του απηχεί σχέση διαχείρισης. Το όρος είναι Καλόν, γιατί ευεργετεί τους ανθρώπους, τους προσφέρει. Η μακκία στις ανατολικές παρυφές μας προσανατολίζει στην κατεύθυνση ότι αποτελούσε κατά την αρχαιότητα φημισμένο βοσκότοπο, δασωμένο, αλλά και με αξιοποιημένα τα τμήματα της καλλιεργήσιμης γης. Παρά την υποβάθμιση από την υπερβόσκηση συντηρεί ακόμη πολυάριθμα ποίμνια (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2007). Μεταξύ Πυλάρου και Θηνιάς (Θηναίας, Θηνέας) υπάρχει το βουνό Δάφνη ή Δαφνί. Το όνομα μας παραπέμπει σε αφθονία του ομώνυμου φυτού στο συγκεκριμένο μέρος, ως κυρίαρχου είδους της τοπικής βλάστησης. Σήμερα το βουνό είναι απογυμνωμένο. Οι ανωτέρω ονομασίες σε συνδυασμό με την υποβαθμισμένη εικόνα των βουνών της Πυλάρου από πλευράς βλάστησης στοιχειοθετούν την άποψη ότι η Πύλαρος έχει στην Κεφαλονιά το αρχαιότερο παρελθόν στην κτηνοτροφία, άρα

316 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 295 και τις πιο μακραίωνες ανθρώπινες παρεμβάσεις, που έχουν επιδράσει στην εξελικτική πορεία της βλάστησης και της χλωρίδας. Στα τοπωνύμια, που εκφράζουν ανθρώπινη παρέμβαση, συγκαταλέγονται και οι διάφορες θέσεις στα όρια του Εθνικού Δρυμού Αίνου ή και εντός αυτού, που μαρτυρούν γεωργική ή κτηνοτροφική δραστηριότητα από ιδιώτες κατά το παρελθόν, όπως: στη δυτική παρυφή οι θέσεις Παπά ρόγγια (εκεί, που ρόγγιζε ο παπάς (ρογγίζω=αποψιλώνω το έδαφος με φωτιά, δάνειο από τους Ενετούς, πρβλ. rôgus-i = φωτιά,), Χαλεπέδι ή Χαλεπίδι (ερειπωμένο κτίσμα), Του Κανάβη το σταλό (μαντρί, που σταλίζουν, δηλαδή κοιμούνται τα πρόβατα), Αυλάκι στην Πελεκίστρα, Τσι στρούγγες του Μιχάλη. Εντός του Δρυμού: ΒΑ και Α ο Λάκκος του Τσάση ή Τάση, Πριονίστρα (η εγκατάσταση του ξυλοπρίονου, με το οποίο έκοβαν τους κορμούς της Ελάτης), Ξυλοτρύπι, Μελίσσι, Νικολομάντρα, και ΝΑ Καρβουνόλακκος. Προς Β Κοιλάδα κυνηγού, Παλιοκάμινα, Κακοδήμου Φτέρη. Στις παρυφές του Ρουδίου: Λίμπα Παδιά, Μαλάτου ή Μηλάτου Λαχτιά, Σουρή Λάκκα, Διονύση Λάκκα. Διευκρινίζουμε ότι οι Λάκκοι ή Λάκκες ήταν συνήθως καρβουνόλακκοι ή ασβεστόλακκοι (βλ. και εν. 11 του παρόντος κεφ.). Η 5 η κορυφή του Αίνου μετά τον Μ. Σωρό προς τον Νότο ονομάζεται από τους ποιμένες Κορφή στην Παλαμονίδα (Κατσούνη 1998). Η ονομασία οφείλεται στην αφθονία του φυτού Astragalus sempervirens subsp. cephalonicus, που φύεται στη συγκεκριμένη κορυφή και οι ποιμένες το ονομάζουν παλαμονίδα. Το όρος Μανολάτι μετά το Στρογγυλό Βουνό αποτελεί προέκταση της οροσειράς Αίνου-Ρουδίου προς τα ΒΔ. Το Μανολάτι, όπως μας πληροφόρησε ποιμένας της περιοχής, προέρχεται από παραφθορά του Μονολάτη (η), λόγω της ύπαρξης μιας μοναχικής Ελάτης κατά το παρελθόν. Η γραφή με ι κατά την άποψή μας οφείλεται στο ότι οι γεωγραφικοί όροι το όρος, το βουνό, το βουνί, τους οποίους προσδιορίζει, είναι γένους ουδετέρου: (πρβλ: Κοντολάτη = η κοντή ελάτη = το κοντό ελάτι = το Κοντολάτι, η Δάφνη = το Δαφνί, το Ρούδι). Αυτό σημαίνει ότι άτομα κεφαλληνιακής Ελάτης υπήρχαν και επί των προεκτάσεων της κεντρικής οροσειράς, αν όχι σε μορφή δάσους, μεμονωμένα ή σε μορφή συστάδων και όπου το επέτρεπε το υψόμετρο. Στην περιοχή Ομαλών τοπωνύμιο Φελικιάς ή Φελικίας (Γαρμπής 2008) πιστεύουμε ότι προήλθε από την ύπαρξη πληθυσμού από φυλλίκι (Phillyrea latifolia), ενώ το Αναδενδράδα από την ίδια βιβλιογραφική πηγή πιθανότατα δηλώνει φυσική αναγέννηση βλάστησης. Πολλά τοπωνύμια. όπως προαναφέραμε, συνδέονται με την ύπαρξη ομοιογενών συστάδων βλάστησης στο συγκεκριμένο σημείο, π.χ. Κουτσουπιές, Κουμαριώνας, Αγκλεούρια, Αμυγδαλιές, Κοκκορέβιθας, Δρυμώνας, Δροσερός Δρυς κ.λπ. Ο λόφος του Αγίου Αθανασίου πάνω από την πόλη του Αργοστολίου έφερε την ονομασία Αγγλέουρας, γιατί άλλοτε ήταν καλυμμένος από υψηλούς θάμνους δενδρώδους Ευφόρβιας (Euphorbia dendroides) (Partsch 1892). Στα ανωτέρω προσθέτουμε και το Ξεριζωμένο, το όνομα του οποίου εκφράζει απόλυτα την ανθρώπινη παρέμβαση. Πρόκειται για ένα μικρό βουνό σε σχήμα κώνου βορειοδυτικά του κάμπου Τρωιαννάτων στην περιοχή των Ταλαμιών με μοναστήρι στην κορυφή. Στην ύπαρξη επίσης μοναχικής και γέρικης φυλλοβόλου βαλανιδιάς οφείλεται η ονοματοθεσία Μονοδέντρι σε ορεινή περιοχή μεταξύ Βρόχωνα και Φάλαρης (Εικ. 139). Τέλος αναφέρουμε και την ονομασία της πεδινής περιοχής Λιβαθώ (η), της οποίας η ορθογραφία διφορείται: κατά μία ερμηνεία ως προερχόμενη από το

317 296 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ λιβάδιον ή από τον Λίβα (επειδή είναι στραμμένη προς την κατεύθυνση του Λίβα), οπότε ακολουθείται η ορθογραφία με ι και κατ άλλη από το λειμών, οπότε ακολουθείται η ορθογραφία με ει (Μηλιαράκης 1890). Παρατηρούμε όμως ότι οι δύο από τις τρεις ερμηνείες είναι ταυτόσημες, γιατί αναφέρονται στη μορφολογία του εδάφους και στο είδος της βλάστησης, που προσιδιάζει σε πεδινές εκτάσεις, κατάλληλο για καλλιέργειες ή βοσκή κυρίως προβάτων και βοοειδών. Πλούσια πηγή πληροφόρησης για τα τοπωνύμια της Κεφαλονιάς αποτελεί το Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής του 1264 και η Επιτομή αυτού (Τζαννετάτος 1965). Εικ Η ύπαρξη του μοναδικού ατόμου φυλλοβόλου βαλανιδιάς δικαιολογεί την ονομασία της θέσης Μονοδέντρι. Στον υποβαθμισμένο βοσκότοπο άφθονος πληθυσμός από Phlomis fruticosa. 14. Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου XIV Ο Αίνος παρακολουθεί την ιστορία της Κεφαλονιάς δια μέσου των αιώνων συνυφασμένος με τις περιπέτειες και τους αγώνες των κατοίκων, με την οικονομία, την πολιτική, την παράδοση, με το εν γένει πολιτισμικό της επίπεδο, αλλά και με τα ανθρώπινα πάθη. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι «σαν φυσικό στοιχείο ερέθισε τη φαντασία, γέννησε το θρησκευτικό συναίσθημα, τροφοδότησε την τέχνη και τη λαϊκή παράδοση. Σαν πηγή πλούτου επηρέασε τη μοίρα των κατοίκων και καθόρισε όχι ασήμαντες τις τύχες του νησιού. Οι ιστορικές περιπέτειες της Κεφαλονιάς μέσα στους αιώνες έχουν αφήσει τα χνάρια τους στον Αίνο. Ήταν ο κεντρικός ιστός, πάνω και γύρω από τον οποίο η Ιστορία ύφανε τα γεγονότα. Πιστεύουμε ότι το συγκεκριμένο βουνό αποτελεί το γενεσιουργό αίτιο μιας σειράς καταστάσεων, που καθόρισαν το ιστορικοκοινωνικό, οικονομικοπολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο

318 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 297 κινήθηκαν και έδρασαν οι κάτοικοι ανά τους αιώνες» (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 1998). Αποτελεί το ζωοποιό στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος του νησιού. Δυστυχώς η ανθρώπινη απληστία υπολόγισε μόνο τα κέρδη και δεν αξιολόγησε τις ζημίες από την κακοδιαχείριση του δάσους. Μεγάλο μέρος της οικονομίας της Κεφαλονιάς βασιζόταν ανέκαθεν στους φυσικούς πόρους, που παρείχε το δάσος. Κατά την περίοδο της Ξενοκρατίας με τη διεθνοποίηση του εμπορίου τα δάση της Κεφαλονιάς και κυρίως το ελατόδασος του Αίνου αναδείχθηκαν σε σημαντικό παράγοντα, επί του οποίου η Βενετία στήριξε τη ναυτική της δύναμη. Θετική παρέμβαση στο περιβάλλον ήταν τα μέτρα προστασίας του ελατοδάσους του Αίνου, που έλαβαν Ενετοί και Άγγλοι, καθώς και η επιστημονική αναγνώριση και περιγραφή της κεφαλληνιακής Ελάτης ως ιδιαίτερο είδος (Abies cephalonica). Το νέο αυτό είδος για την επιστήμη (Abies cephalonica), καθώς φέρει το όνομα του νησιού, υπήρξε χωρίς αμφιβολία μία έμμεση προβολή της Κεφαλονιάς. Η γενική θεώρηση της δασικής πολιτικής από τον 15 ο αι και εντεύθεν, που εφάρμοσαν οι Ενετοί, οι Άγγλοι και αυτή η Ελληνική Κυβέρνηση μετά το 1864, καταλήγει ότι όλα τα μέτρα, που έλαβαν, συγκλίνουν στην προστασία των κεφαλληνιακών δασών και κυρίως του Αίνου και του Ρουδίου, λόγω της αξίας που είχαν για την οικονομία. Η μοναδικότητα της κεφαλληνιακής Ελάτης και η εξ αιτίας αυτής προστασία του δάσους ήλθε αργότερα το 1962 με την ανακήρυξη του Αίνου ως Εθνικού Δρυμού. Το λυπηρό είναι ότι ενώ η προστασία εκπορευόταν από τους κατακτητές, η καταστροφή προήλθε από τους ίδιους τους κατοίκους, που παραβαίνοντας του κανονισμούς για σωστή διαχείριση και αειφορία των δασών Αίνου-Ρουδίου επιδίδονταν σε υπερεκμετάλλευση και εμπρησμούς αδιαφορώντας αν το αποτέλεσμα μελλοντικά θα είχε γενικότερες αρνητικές επιπτώσεις. Όπου πλήθαιναν οι άνθρωποι και οι ανάγκες τους, χανόταν το δάσος. Ακόμα και στη σύγχρονη εποχή η μάστιγα των πυρκαγιών και μάλιστα επαναλαμβανόμενων σε ζωτικά σημεία, που έχουν άμεση σχέση με τον συνεχόμενο δρυμό, εξακολουθεί. Εάν δεν αλλάξουν οι συνθήκες, καθίσταται φανερό ότι η εξελικτική πορεία της βλάστησης θα συνεχίσει να ακολουθεί την κατιούσα. Η καλλιεργήσιμη γη στο νησί υπολείπεται περιορισμένη στις μικρές κοιλάδες, που σχηματίζονται μεταξύ των οροσειρών. Για να εξοικονομήσουν περισσότερη γη, αναγκάστηκαν οι κάτοικοι να επεκτείνουν τις γεωργικές τους δραστηριότητες, ιδίως τις αμπελοκαλλιέργειες, όχι μόνον στις υπώρειες, αλλά και επάνω στα ίδια τα βουνά μέχρι και το υψόμετρο των 800 m, όπου μπορούσαν να δημιουργήσουν πρόσβαση. Έτσι τα άλλοτε πυκνά δάση σε πολλά βουνά της Κεφαλονιάς τα διαδέχεται σε πρώτη φάση χαμηλή θαμνώδης βλάστηση, η οποία στην καλύτερη περίπτωση εξελίσσεται σε μακκία, όπως π.χ. στις υπώρειες του Ρουδίου με χαρακτηριστικά είδη τις κουμαριές (Arbutus unedo και A. andrachne), τον σχίνο (Pistacia lentiscus), την κοκκορεβιθιά (P. terebinthus), τις βαλανιδιές (Quercus coccifera, Q. ilex), τα φιλύκια (Phillyrea media και Ph. latifolia), το χρυσόξυλο (Rhus cotinus) και τα ρείκια (Erica arborea και Ε. manipuliflora). Τα πιο σημαντικά στοιχεία, που μαρτυρούν την εξελικτική πορεία των ορεινών δασών της Κεφαλονιάς, κατά την άποψή μας, είναι: η ύπαρξη

319 298 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ημιδενδρώδους μακκίας στο Φισκάρδο, η εξαφάνιση των δασών της χαλεπίου Πεύκης από την Παλική, τα απογυμνωμένα βουνά της Θηνέας και της Πυλάρου, το υπολειμματικό δάσος Quercus της Αγίας Δυνατής και του Άτρου, οι μαρτυρημένες πλέον ιστορικά πυρκαγιές στον Αίνο, στο Ρούδι και στον Άτρο, το συρρικνωμένο, αλλά υπάρχον μέχρι τώρα ελατόδασος του Εθνικού Δρυμού και η βεβαιωμένη πρόσφατα συνύπαρξη της κεφαλληνιακής Ελάτης με τη μαύρη Πεύκη, συνέχεια της νεολιθικής χλωρίδας του νησιού. Στην εικόνα 140 αποτυπώσαμε συμβολικά και κατά προσέγγιση τα επί μέρους συμπεράσματά μας σχετικά με την τύχη των δασών, για τα οποία κάναμε λόγο στο παρόν κεφάλαιο. Εικ. 140: Ορεινά δάση Κεφαλονιάς κατά προσέγγιση: + Δάση Pinus halepensis, που συμπεραίνουμε ότι υπήρχαν στους κλασικούς χρόνους, αλλά εξαφανίστηκαν. + υπολειμματικά δάση Quercus coccifera Αγίας Δυνατής και Quercus ilex Άτρου. Βουνά απογυμνωμένα από δάση. ημιδενδρώδης μακκία Ερίσου, Φάλαρης, Ρουδίου και Σάμης. δάσος Abies cephalonica Αίνου Ρουδίου. υπολειμματική παρουσία της Pinus nigra εντός δάσους από Abies cephalonica..

320 Ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα 299 Αξιολογώντας τα στοιχεία αυτά καταλήξαμε στο εξής: η καταστροφή των δασών από διάφορες αιτίες και η υποβάθμιση της βλάστησης δια μέσου των αιώνων ακολούθησε την ανοδική διαβάθμιση των υψομέτρων. Συγκεκριμένα: οι ανθρώπινες παρεμβάσεις για εκμετάλλευση του δασικού πλούτου λογικά πρέπει να άρχισαν από τα χαμηλότερα υψόμετρα, που ήταν περισσότερο προσβάσιμα, και στη συνέχεια να επεκτάθηκαν στην ορεινή ζώνη. Διαπιστώσαμε επίσης ότι το μεγαλύτερο ποσοστό στον αφανισμό των δασών και της αυτοφυούς βλάστησης το εμφανίζουν τα βουνά Πυλάρου και Θηνέας λόγω της κτηνοτροφίας, της οποίας η απαρχή στις περιοχές αυτές πρέπει να εισχωρεί πολύ βαθιά στο ανιστόρητο παρελθόν. Υποθέσαμε ότι, επειδή τα βουνά στις περιοχές αυτές αποτελούν άμεσες προεκτάσεις της κεντρικής οροσειράς του Αίνου και διαθέτουν μεγάλο υψόμετρο, στο παρελθόν θα ήταν κατάφυτα από δάση Quercus, όπως στην Αγία Δυνατή, χωρίς να αποκλείσουμε και την παρουσία της Ελάτης, όπου το υψόμετρο επέτρεπε. Σε γενικές γραμμές: η παράνομη βόσκηση, η υπερβόσκηση και οι εμπρησμοί παραμένουν κύριες αιτίες αφανισμού των δασών μέχρι την εποχή μας, η οποία έχει προσθέσει επί πλέον και την άναρχη δόμηση. Στον απολογισμό κάθε καταστρεπτικής πυρκαγιάς εκτός από την καμένη έκταση εμπεριέχονται η άγνοια, η αδιαφορία, τα κάθε λογής συμφέροντα των κατοίκων και η έλλειψη πολιτικής βούλησης. Ευοίωνες προοπτικές για τη διάσωση των δασών, που έχουν απομείνει στο νησί και κυρίως του ελατοδάσους του Αίνου ανοίγουν οι δραστηριότητες του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου, παρά τις αντιδράσεις για να μην αλλάξει το προηγούμενο καθεστώς της αυθαιρεσίας. Το γενικό κλίμα της συνεχούς ενημέρωσης και η πολιτική προσέγγισης των γειτονικών προς τον Δρυμό κοινωνικών ομάδων, που καλλιεργεί ο Φορέας, τείνουν να εξομαλύνουν τις αντιδράσεις για τα μέτρα προστασίας, ώστε η σωτηρία του δάσους της Ελάτης να αποτελέσει στόχο κοινής συνεργασίας. Η φύλαξη και προστασία του δάσους, η ευαισθητοποίηση των κοινωνικών ομάδων, που κινούνται γύρω από αυτό έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς. Η ύπαρξη επίσης και άλλων φορέων στο νησί, όπως το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης, η επί εικοσιτέσσερα χρόνια δράση της Εταιρείας Προστασίας Φύσεως Κεφαλονιάς & Ιθάκης τα εκπαιδευτικά προγράμματα και το αναζωπυρωμένο ενδιαφέρον του κράτους προσφέρουν θετικά στην όλη προσπάθεια να σωθεί το δάσος.

321

322 ΚΕΦ. XV. ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΛΩΡΙΔΑ ΠΕΔΙΝΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΚΤΩΝ Σε προηγούμενα κεφάλαια (I, II) είδαμε τις απαρχές της γεωργίας, την ανάπτυξή της στον ελλαδικό χώρο και τα πρώτα ίχνη της στην Κεφαλονιά κατά τη νεολιθική περίοδο. Ακολούθησε η περιγραφή των γεωργικών εργασιών στα Ομηρικά Έπη, που πολύ λίγο διέφερε από τις γεωργικές πρακτικές σε απομονωμένες περιοχές της Ελλάδας μέχρι τα μέσα του 20 ου αι. Ήταν ο παραδοσιακός τρόπος καλλιέργειας των πεδινών εκτάσεων, που ίσχυε και στην Κεφαλονιά. Οι γεωργοί για τη λίπανση των αγρών μέχρι πρό τινος χρησιμοποιούσαν κοπριά ζώων και για την εξασφάλιση της σποράς την επόμενη χρονιά κρατούσαν ανάλογες ποσότητες σπερμάτων από τη δική τους παραγωγή. Με την εκβιομηχάνιση της οικονομίας, την πρόοδο της τεχνολογίας και των Φυσικών Επιστημών, που εξειδικεύονται στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής μέσω της εντατικοποίησης των καλλιεργειών και της γενετικής τροποποίησης των προϊόντων, ο παραδοσιακός τρόπος καλλιέργειας εγκαταλείπεται με ταχείς ρυθμούς. Τα οπωροκηπευτικά δεν παράγονται πλέον από σπέρματα προερχόμενα από φυσική διαδικασία, αλλά από προϊόντα εμπορίου, συνήθως υβριδογενούς προελεύσεως. Πολλές ντόπιες ποικιλίες έχουν χαθεί. 1. Πεδινές εκτάσεις Στην Κεφαλονιά σήμερα συμβαίνει ό,τι και στην υπόλοιπη Ελλάδα, που ακολουθεί τους διεθνείς ρυθμούς παραγωγής και γεωργικής εκμετάλλευσης. Η αλόγιστη χρήση λιπασμάτων ανατρέπει τον φυσικό ανταγωνισμό. Έχει εξαφανίσει από πολλούς αγρούς είδη αυτοφυούς χλωρίδας, που συνυπήρχαν με τα καλλιεργούμενα στις παραδοσιακές καλλιέργειες. Ευνοείται η ανάπτυξη ζιζανίων, όπως της Oxalis pes caprae, η οποία εκτοπίζει την υπόλοιπη ποώδη βλάστηση. Ακόμα και είδη, των οποίων τα σπέρματα είχαν εισαχθεί στην αρχαιότητα (αρχαιόφυτα) αναμεμειγμένα με τα σπέρματα των εξημερωμένων σιτηρών εμπλουτίζοντας τη γηγενή χλωρίδα, κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Ολοένα και πιο σπάνια συναντά κανείς και άλλα φυτά, που συνδέονται ιστορικά με την αρχή της γεωργίας στην Κεφαλονιά. Η χρήση επίσης των ζιζανιοκτόνων και άλλων φυτοφαρμάκων στους αγρούς αποτελεί μία ακόμη σοβαρή παρέμβαση στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας. Οι πεδινές εκτάσεις, οι υπεραιωνόβιοι ελαιώνες, οι πρώην καλλιεργούμενοι αναβαθμοί στις επικλινείς πλαγιές, όλα έχουν υποστεί τις επιπτώσεις της οικιστικής δραστηριότητας. Εκχερσώνονται ή εκριζώνονται, για να φιλοξενήσουν εξοχικές κατοικίες και τουριστικά καταλύματα σε χώρους, που καλύπτονται ολόγυρα με χλοοτάπητα.

323 302 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ 2. Ακτές Η Κεφαλονιά με έκταση 781,5 km 2 είναι το 6 ο κατά σειρά μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας. Λόγω του μεγέθους της και του πολυσχιδούς σχηματισμού της παραλιακής ζώνης με αμέτρητους κόλπους και κολπίσκους διαθέτει ακτογραμμή μήκους 310 km. Οι ακτές άλλοτε καταλήγουν σε κρημνούς, άλλοτε είναι βραχώδεις και άλλοτε απολήγουν σε εκτεταμένες αμμουδιές και αμμοθίνες, αποτελώντας ξεχωριστούς βιοτόπους για τα διάφορα είδη χλωρίδας. Οι φυτοκοινωνίες, που αναπτύσσονται σε κάθε τύπο της ακτής, υφίστανται και τις ανάλογες ανθρώπινες παρεμβάσεις (Εικ. 141). Εικ Βραχώδης ακτή των Μηνιών πριν και μετά την οικιστική δραστηριότητα.

324 Ανθρώπινες παρεμβάσεις σε βλάστηση-χλωρίδα πεδινών εκτάσεων και ακτών 303 Για να εκτιμήσουμε το μέγεθος των παρεμβάσεων, θα αναφερθούμε σε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στην παράκτια ζώνη δυτικά του αεροδρομίου Κεφαλονιάς υπάρχουν δύο τύποι βιοτόπων: βραχώδης ακτή και αμμοθίνες. Στις βραχώδεις ακτές εκτός των άλλων φύονται πληθυσμοί από ενδιαφέροντα και ενδημικά είδη της χλωρίδας των Ιονίων Νήσων, όπως Limonium cephalοnicum, L. virgatum και L. saracinatum (Aρτελάρη 1984). Σε πολύ περιορισμένο χώρο πλησίον της ακτής σε έκταση λίγων τετραγωνικών μέτρων βρέθηκε μικρός πληθυσμός της Centaurea sonchifolia. Είναι η μοναδική θέση στο νησί, που έχει εντοπιστεί το συγκεκριμένο είδος (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Στη θέση αυτή τώρα έχουν κτιστεί εξοχικές κατοικίες με χλοοτάπητες με αποτέλεσμα την προβληματική επιβίωση της C. sonchifolia. Στις αμμοθίνες των Μηνιών (Εικ. 142) μεταξύ των άλλων ειδών της χλωρίδας φύεται το κρίνο Pancratium maritimum, του οποίου ο πληθυσμός έχει ελαττωθεί ανησυχητικά. Στα όρια της αμμουδιάς συναντώνται επίσης τα Hedysarum glomeratum, Glaucium flavun, Allium ionicum, Thymus capitatus, Spartium junceum, Artemisia arborescens, Mathiola tricuspidata, Juncus sp. κ.ά. Εικ Οι αμμοθίνες των Μηνιών βιότοπος του κινδυνεύοντος είδους Centaurea pumilio (ένθετη εικόνα) και του Pancratium maritimum. Οικιστικές δραστηριότητες στην ευαίσθητη περιοχή. Πολύ σημαντική είναι η παρουσία της Centaurea pumilio (Εικ. 142) σε δύο θέσεις των αμμοθινών (Φοίτος κ.ά. 2003). Είναι ο μοναδικός βιότοπος της Κεφαλονιάς, αλλά και των Ιονίων Νήσων, στον οποίο φύεται το σπάνιο αυτό φυτό. Ο βιότοπος έχει υποβαθμιστεί λόγω της οικιστικής δραστηριότητας και της διακίνησης λουομένων κατά τους θερινούς μήνες. Όλα τα ανωτέρω είδη κινδυνεύουν. Στη μία από τις δύο θέσεις, που παρατηρήθηκε και ο πυκνότερος πληθυσμός της C. pumilio, δημοπρατήθηκε καντίνα από τον Δήμο Αργοστολίου

325 304 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ με παράλληλη την τουριστική αξιοποίηση της συνεχόμενης αμμουδιάς με τις αμμοθίνες. Η καντίνα λειτούργησε για δύο χρόνια, αλλά το ότι συνεχίζεται η εκμετάλλευση της αμμουδιάς σημαίνει ότι θα ακολουθήσει περαιτέρω παρέμβαση. Πρέπει να τονιστεί ότι εκτός από τα αναφερθέντα ενδημικά είδη των Ιονίων Νήσων, τα οποία φύονται στους εν λόγω βιοτόπους, η Centaurea pumilio συμπεριλαμβάνεται ως κινδυνεύον είδος στο βιβλίο των Ερυθρών Δεδομένων για τα φυτά της Ελλάδας (Καμάρη κ.ά. 2009). Παρεμπιπτόντως σημειώνουμε ότι στην περιοχή αυτή των Μηνιών με τις αμμοθίνες ωοτοκεί και η Caretta caretta. Η δεύτερη περίπτωση αφορά στην αμμουδιά και στις αμμοθίνες της Σκάλας στη ΝΑ. Κεφαλονιά, όπου ωοτοκεί επίσης η Caretta caretta. Οι παρεμβάσεις και εδώ έγιναν με τον συνήθη τρόπο. Στα όρια της αμμουδιάς πρώτα κτίζονται άναρχα οι κατοικίες. Μετά ακολουθούν τα αναψυκτήρια (μπαρ) και οι ταβέρνες. Στη συνέχεια, για να εξυπηρετηθούν τα πάσης φύσεως καταλύματα, διανοίγονται οι δρόμοι. Στην ακτή της Σκάλας από τη θέση Καμίνια μέχρι Ποταμάκια ο δρόμος πλάτους 6 m και μήκους 2 περίπου km διανοίχθηκε παράλληλα και σύρριζα με την αμμουδιά στο όριο της βλάστησης των αμμοθινών επηρεάζοντας τους πληθυσμούς των Pancratium maritimum,thymus capitatus, Cakile maritima, Vitex agnus-castus και πολλών άλλων ειδών. Στις αμμοθίνες αυτές και κοντά στις ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις για πρώτη φορά εντοπίστηκαν λίγα άτομα της Silene nicaeensis. Άλλη παρέμβαση με ολέθριες επιπτώσεις στην αλοφυτική χλωρίδα είναι το «σάρωμα» της αμμουδιάς, το οποίο χρησιμοποιούν πολλοί Δήμοι του νησιού κατά τους θερινούς μήνες. Το βαρύ μηχάνημα της «σκούπας», που κάνει τον καθαρισμό, μαζί με τους ρύπους εκριζώνει όλα τα φυτά, που θα βρεθούν στον δρόμο του. 3. Υγρότοποι Μεταξύ των παραθαλάσσιων περιοχών, που έχουν υποστεί και υφίστανται μέχρι τώρα παρεμβάσεις είναι οι ακτές και η ενδοχώρα της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου. Ο Κούταβος είναι ιστορικό τοπίο του νησιού. Στις ράχες των λόφων Καστέλι και Πεζούλες, νότια και ανατολικά του Κουτάβου, σώζονται τα τείχη της αρχαίας Κράνης, μιας από τις τέσσαρες πόλεις-κράτη του νησιού (βλ. κεφ. V 1, 1α). Κατά το παρελθόν ήταν νοσογόνος περιοχή με μεγάλο βάλτο, αλυκές, περιβόλια και ποτάμι (Δεμπόνος 1999). Το έλος αποστραγγίστηκε επί Αγγλοκρατίας και εξυγιάνθηκε το 1911 με το κληροδότημα των λιρών, που άφησε για τον σκοπό αυτό ο μεγαλοχρηματιστής Κεφαλονίτης Μαρίνος Κοργιαλένιος. Το 1914 σε τμήμα των αποστραγγισθέντων εδαφών του Κουτάβου ιδρύθηκε η «Βαλλιάνειος Πρακτική Γεωργική Σχολή». Εκεί τα τελευταία χρόνια λειτουργεί το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων. Δεν γνωρίζουμε ποια και πόσα είδη χλωρίδας υπήρχαν πριν από την αποξήρανση του έλους. Σήμερα η αυτοφυής βλάστηση στο έλος και στις όχθες της λιμνοθάλασσας έχει περιοριστεί από τις επιχωματώσεις. Διατηρείται μία μικρή φυτοκοινωνία από Juncus acutus και J. heldreichianus (βούρλα), Phragmites australis (καλαμιώνες) και μία φτωχή σε είδη ποώδης βλάστηση στα κανάλια του γλυκού νερού. Εκτός των ανωτέρω στα ρηχά και ζεστά νερά της

326 Ανθρώπινες παρεμβάσεις σε βλάστηση-χλωρίδα πεδινών εκτάσεων και ακτών 305 λιμνοθάλασσας του Κουτάβου από τον Μάρτιο περίπου αρχίζει η περίοδος αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta, η οποία έχει συχνή παρουσία και στον Κόλπο Αργοστολίου. Η νότια όχθη είναι πευκόφυτη με μη αυτοφυείς Pinus halepensis και με αλσύλλιο από Eucalyptus camaldulensis εσωτερικά, χρονολογούμενο από την εποχή της εξυγίανσης. Η ρηχή λιμνοθάλασσα με τα υφάλμυρα νερά λόγω των επιφανειακών και υποθαλάσσιων πηγών, που αφθονούν στην περιοχή, είναι σταθμός ανάπαυσης και παραμονής μεταναστευτικής ορνιθοπανίδας. Ο Κούταβος με τη συνεχόμενη εύφορη κοιλάδα της Κρανιάς, της οποίας τα χωράφια πλημμυρίζουν τον χειμώνα, αποτελεί σημαντικό βιότοπο, όπου ενδιαιτώνται περί τα 88 είδη πτηνών, παρυδάτιων, υδρόβιων και αρπακτικών, εκ των οποίων τα περισσότερα αναφέρονται στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων (Κοινοτική Οδηγία 79/409, Παράρτημα Ι) και στις Διεθνείς Συμβάσεις (Βέρνης, Βόννης) ως τρωτά, άμεσα κινδυνεύοντα και σπάνια, υπόκεινται δε στις διατάξεις περί προστασίας σπάνιων και απειλούμενων ειδών (Γεωργιάδης 1997). Αμφίβια, ερπετά, μικρά θηλαστικά και αρπακτικά πουλιά αφθονούν επίσης στην περιοχή. Η φυσιογνωμία του Κουτάβου ως βιοτόπου έχει αλλοιωθεί και υποβαθμιστεί από τις συνεχείς παρεμβάσεις. Δέχεται συνεχείς πιέσεις από ρυπογόνες εγκαταστάσεις στις όχθες (τσιμέντα, σιδηροκατασκευές, πλυντήρια και νεκροταφείο αυτοκινήτων, χώρο στάθμευσης βαρέων οχημάτων, λύματα διαφόρου προέλευσης κ.λπ.) με αρνητικές επιπτώσεις στη σύνθεση της παράκτιας χλωρίδας (Εικ. 143). Εικ Η νότια όχθη του Κουτάβου τον Ιούνιο του Ρύπανση και ευτροφισμός της λιμνοθάλασσας από ανθρωπογενείς δραστηριότητες.

327 306 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ Οι ποικίλες ανθρώπινες δραστηριότητες, που ασκήθηκαν διαχρονικά στην περιοχή του Κουτάβου, γεωργικές, κτηνοτροφικές, μεταποιητικές, βιομηχανικές κ.λπ. έχουν επηρεάσει και τη λιμνοθάλασσα με αποτέλεσμα αυτή να βρίσκεται σε οριακό στάδιο μόλυνσης (Φραγκοπούλου 1997). Οι προσχώσεις από τα φερτά υλικά των ομβρίων υδάτων, οι επιχωματώσεις της όχθης, που σταδιακά προωθούν διάφοροι ιδιώτες, και ο νέος επαρχιακός δρόμος περιμετρικά της λιμνοθάλασσας, που τέμνει το άλσος κατά μήκος της νότιας όχθης περιορίζοντας τους χώρους φωλεοποίησης και επώασης, έχουν διαταράξει τον κύκλο αναπαραγωγής της ορνιθοπανίδας. Από την όλη εικόνα δεν εξαιρούνται και τα ποίμνια αιγών, που έχουν αφανίσει κυριολεκτικά μεγάλο τμήμα από την παρόχθια βλάστηση της ανατολικής όχθης. Εντός του αισθητικού άλσους από Pinus halepensis τις δύο τελευταίες δεκαετίες κτίστηκε το Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης, στο οποίο σήμερα στεγάζεται ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου. Πρόσφατα επίσης με παρέμβαση του Δήμου Αργοστολίου για εξωραϊσμό τμήματος του άλσους των ευκαλύπτων και της χαλεπίου Πεύκης έχουν φυτευθεί στις επιχωματώσεις διάφορα καλλωπιστικά είδη χλωρίδας, εκ των οποίων πολλά είναι «εισαγωγής» και ξένα προς το περιβάλλον. Ο βιότοπος αυτός, που είναι παράλληλα και χώρος αναψυχής, προσδίδει ιδιαίτερη φυσιογνωμία στην πόλη του Αργοστολίου και έπρεπε να χαίρει ιδιαίτερου σεβασμού. Δυστυχώς όμως καθημερινά αλλοιώνεται και υποβαθμίζεται. Μία ακόμη παρέμβαση είναι οι δενδροφυτεύσεις με Pinus halepensis στην περιάκτια περιοχή του κόλπου Αργοστολίου και στους άνωθεν της πόλης λόφους από τη Φιλοδασική Ένωση, η οποία ιδρύθηκε στο Αργοστόλι το Ο δεύτερος σημαντικός υγρότοπος είναι ο βάλτος Λιβαδίου (Εικ. 144). Εικ Ο βάλτος στο Λιβάδι. Διακρίνονται οι αύλακες αποστράγγισης και στο αριστερό άκρο της εικόνας, στο τέλος της αμμουδιάς, τα ερειπωμένα κτίσματα των αγροτικών φυλακών.

328 Ανθρώπινες παρεμβάσεις σε βλάστηση-χλωρίδα πεδινών εκτάσεων και ακτών 307 Παρεμβάσεις αποστράγγισης έχουν γίνει επίσης και στον βάλτο Λιβαδίου, περιοχή της Παλικής στον βόρειο μυχό του Κόλπου Αργοστολίου. Αναφέραμε ήδη την απόπειρα εισαγωγής νέων καλλιεργειών, ζαχαροκαλάμου και ινδικού, από τον Μαρίνο Χαρμπούρη (βλ. κεφ. Χ). Επί της ακτής του Λιβαδίου κατά το παρελθόν λειτουργούσαν αγροτικές φυλακές, τα κτίσματα των οποίων διατηρούνται μέχρι σήμερα. Ο βάλτος σήμερα διατηρείται μόνον στο ανατολικό τμήμα του, καλυμμένος από πυκνούς καλαμιώνες. Ο υπόλοιπος αποστραγγίστηκε και δόθηκε στην καλλιέργεια και την εκτροφή ζώων, κυρίως βοοειδών. Ο βιότοπος φιλοξενεί πολλά είδη αλοφύτων και υδροχαρών φυτών, καθώς και ζώων, ασπόνδυλων και σπονδυλωτών. Το Λιβάδι αποτελεί επίσης σημαντικό βιότοπο για την ορνιθοπανίδα, επειδή βρίσκεται πάνω σ έναν από τους κεντρικούς δρόμους μετανάστευσης των πουλιών. Καθημερινά απειλείται και υποβαθμίζεται από τις επιχώσεις, τα έργα αποξήρανσης, την εντατική βόσκηση, την εκτροφή ζώων, το παράνομο κυνήγι και την επικείμενη τουριστική «αξιοποίηση». Oι διαπλατύνσεις των δρόμων, που περνούν από βραχώδη σημεία, όπως τα φαράγγια, εξαφανίζουν τις ιδιότυπες φυτοκοινωνίες, που επιχωριάζουν στις θέσεις αυτές. Π.χ. η διαπλάτυνση του Εθνικού δρόμου Αργοστολίου-Πόρου, στο Στενό του Πόρου, έθεσε σε κίνδυνοι τον μοναδικό πληθυσμό του στενοενδημικού της Κεφαλονιάς Silene cephallenia subsp. cephallenia. Οι περιπτώσεις αυτές θέτουν πάντοτε το ίδιο πρόβλημα, στο οποίο ο άνθρωπος ωθούμενος από την αναγκαιότητα των πραγμάτων επιλέγει μοιραία τη λύση, που προωθεί την κοινωνική και οικονομική πρόοδο. 4. Κρημνοί H μόνη βλάστηση, που μπορούμε να πούμε ότι αντέχει διαχρονικά στις ανθρώπινες παρεμβάσεις είναι η βλάστηση των απότομων και απρόσιτων για τον άνθρωπο και τα ζώα κατακόρυφων ακτών και κρημνών, όπως στις περιοχές της Άσσου και του Μύρτου, που παρουσιάζουν μεγάλο βοτανικό ενδιαφέρον (Εικ. 145). Σε αυτές τις κρημνώδεις θέσεις διατηρούνται φυτοκοινωνίες αποτελούμενες από χασμοφυτικά είδη, πολλά των οποίων είναι σπάνια και χαρακτηριστικά της χλωρίδας του Ιονίου. Ειδικότερα στην περιοχή της Άσσου, του Μύρτου και στις απότομες ακτές του Αγκώνα (ΒΔ. Κεφαλονιά) συναντάμε τα ενδημικά του Ιονίου Limonium damboldtianum, Dianthus fruticosus subsp. occidentalis, Acis ionicα, Stachys iοnica, Teucrium halàcsyanum, το σημαντικό για τη βιογεωγραφική του εξάπλωση είδος Lomelosia crenata subsp. dallaportae, καθώς και τα είδη Εphedra campylopoda, Campanula versicolor κ.ά. 5. Συμπεράσματα επί του κεφαλαίου XV Η φυσική ομορφιά της Κεφαλονιάς και η ποικιλότητα του τοπίου ελκύουν σαν μαγνήτης τον επισκέπτη με συνέπεια τις συνεχείς παρεμβάσεις του ανθρώπου. Η συνύπαρξη ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος δεν έχει

329 308 ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ ΒΛΑΣΤΗΣΗ αποδειχθεί αρμονική. Η βλάστηση και η χλωρίδα των ακτών υφίστανται επίσης τις συνέπειες της άναρχης δόμησης και συχνά τις αυθαίρετες παρεμβάσεις ιδιωτών. Όλη η παράκτια ζώνη υποφέρει από τις οικιστικές δραστηριότητες, που έχουν στόχο την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Από την πρακτική αυτή δεν εξαιρείται και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία συχνά αξιολογεί τις παρεμβάσεις περισσότερο από το οικονομικό όφελος της εκμετάλλευσης ενός βιοτόπου για τουριστική αξιοποίηση και λιγότερο από τη λειτουργική ισορροπία του. Με βούληση και σωστό σχεδιασμό εκ μέρους της Πολιτείας, θα μπορούσε να βρεθεί η χρυσή τομή, η οποία πάντοτε υπάρχει. Συμπερασματικά λοιπόν: καθώς οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μεταλλάσσονται με ραγδαίο ρυθμό κατά τις τελευταίες δεκαετίες, συνδυάζονται με τις αντίστοιχες περιβαλλοντικές αλλαγές, όπως εκτίθενται ανωτέρω, και με τελική συνέπεια τη σχεδόν πλήρη αποδιοργάνωση της ισορροπίας των τοπίων, αλλά και της βιοποικιλότητας, την οποία συντηρούσαν. Εικ Στους βράχους του Μύρτου επιβιώνει μία ενδιαφέρουσα φυτοκοινωνία χασμοφύτων. Στη φωτογραφία το ελληνικό ενδημικό είδος Dianthus fruticosus subsp. occidentalis ανθισμένο στις σχισμές των βράχων.

330 ΜΕΡΟΣ Γ ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΚΕΦ. XVI. ΣΙΤΗΡΑ. ΑΜΠΕΛΟΣ. ΛΙΝΑΡΙ. ΕΛΙΑ Τις τελευταίες δεκαετίες η εξειδίκευση Παλαιοντολογίας και Αρχαιολογίας σε επί μέρους κλάδους, όπως η Παλαιοβοτανική και η Οστεοαρχαιολογία, έδωσαν σημαντική πληροφόρηση για το παλαιοπεριβάλλον, μέσα στο οποίο κινήθηκε και έδρασε ο άνθρωπος. Γενικά όμως σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες η Παλαιολιθική έρευνα στην Ελλάδα υπολείπεται. Η εποχή, που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τους ερευνητές, είναι η Νεολιθική. Τότε έγινε η στροφή προς τη γεωργία, το μεγάλο βήμα, που έφερε τόσες ριζικές αλλαγές στον τρόπο ζωής του ανθρώπου, ώστε ονομάστηκε χαρακτηριστικά νεολιθική επανάσταση. Ο άνθρωπος του Λίθου εγκαταλείπει τον πλάνητα βίο και μετατρέπεται σε γεωργό με μόνιμο τόπο εγκατάστασης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη βαθμιαία εξημέρωση και την παραγωγή των σιτηρών, οσπρίων κ.λπ. σε μορφή, που διευκόλυνε την εντατική τους εκμετάλλευση μετατρέποντάς τα σε καλλιεργημένα φυτά ή αλλιώς ονομαζόμενα φυτά του πολιτισμού (Σαρπάκη 1996). 1. Καταγωγή των καλλιεργούμενων σιτηρών στην Κεφαλονιά Από τη Νεολιθική περίοδο, που εμφανίζεται η γεωργία ως βασική δραστηριότητα με την καλλιέργεια των πρώτων φυτών σύμφωνα με τις πρωτόγονες μεθόδους, μέχρι τη σύγχρονη εποχή των εντατικών μηχανικών καλλιεργειών και των μεταλλαγμένων προϊόντων τα δημητριακά αποτελούν τον πιο σημαντικό κρίκο στη διατροφική αλυσίδα του ανθρώπου. Τα δεδομένα των ανασκαφών στο Σπήλαιο Φράχθι της Αργολίδας μαρτυρούν ότι κατά την Ανώτερη Παλαιολιθική Περίοδο ο άνθρωπος γνώριζε τη διατροφική σημασία των σιτηρών. Τα συνέλεγε, ξεχωρίζοντάς τα από τα μη ωφέλιμα φυτά, για να τα καταναλώσει στη συνέχεια. Η ελληνική χλωρίδα ακόμη και σήμερα περιλαμβάνει αρκετά είδη αυτόχθονων σιτηρών και οσπρίων, ίχνη των οποίων εντοπίστηκαν στις ανασκαφές. Η καλλιέργεια ήρθε αργότερα. Η Σαρπάκη στην προκαταρκτική μελέτη της (2010), που αναφέρεται στα αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα του Σπηλαίου της Δράκαινας στον Πόρο Κεφαλονιάς παρουσιάζει τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία. Από το γένος Triticum (κν. σιτάρι) σημειώνει την ανεύρεση των εξής τεσσάρων ειδών: Triticum monococcum L., T.

331 310 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ dicoccum Schrank, T. aestivo-compactum και Τ. spelta L. Από το γένος Hordeum (κν. κριθάρι) σημειώνεται με ερωτηματικό η ανεύρεση του Hordeum vulgare L. και από το γένος Avena (κν. βρώμη) ένα απροσδιόριστο είδος (Avena sp.). Οι Ευθυμιάδης & Καραμάνος (2005) στη δημοσίευσή τους με τίτλο Πρόγονοι μερικών καλλιεργούμενων φυτών στα νησιά του Α. Αιγαίου αναφέρουν την ανεύρεση για πρώτη φορά μερικών αυτοφυών προγονικών μορφών του σιταριού σε μερικά νησιά του Α. Αιγαίου. Συγκεκριμένα, εντοπίσθηκαν για πρώτη φορά στη νήσο Λέσβο τέσσερις πληθυσμοί του αυτοφυούς είδους Triticum boeoticum Boiss. [ T. monococcum subsp. boeoticum (Boiss.) Hayek] και ένας πληθυσμός στη Χίο. Το εν λόγω είδος είναι ένας από τους προγόνους του καλλιεργούμενου σιταριού. Επίσης πληθυσμοί του Hordeum spontaneum C. Koch, ενός από τους προγόνους του καλλιεργούμενου κριθαριού, καταγράφηκαν για πρώτη φορά στα νησιά του Α. Αιγαίου. Βρέθηκαν ακόμη και άλλα είδη κριθαριού (Hordeum bulbosum L. και H. murinum L.), καθώς και η βρώμη (Avena sterilis Sm.). Εξ άλλου από το γένος Aegilops βρέθηκαν 7 είδη, όπως A. comosa Sm., A. lorentii Hochst, A. triuncialis L. και άλλα, τα οποία δημοσιεύονται από τους συγγραφείς σε ιδιαίτερο πίνακα. Οι Ευθυμιάδης & Καραμάνος καταλήγουν στα εξής σημαντικά συμπεράσματα: Οι έρευνες απέδειξαν ότι στα νησιά του Α. και ΝΑ. Αιγαίου αυτοφύονται πρόγονοι πολλών καλλιεργούμενων φυτών, κυρίως κριθαριού και σιταριού. Και ακόμη ότι οι ευρεθέντες πληθυσμοί εξελίχθηκαν με την επίδραση των τοπικών εδαφοκλιματικών συνθηκών αδιατάρακτα και δεν αναπτύχθηκαν κατόπιν μεταφοράς από άλλες περιοχές. Με βάση τα ανωτέρω, συμπεραίνουν ότι τα νησιά του Α. και ΝΑ. Αιγαίου πρέπει να συμπεριληφθούν στα κέντρα καταγωγής αρκετών καλλιεργούμενων φυτών. Μετά τα όσα αναφέρουν οι Ευθυμιάδης & Καραμάνος, γεννιέται το αντίστοιχο ερώτημα και για την Κεφαλονιά σχετικά με την προέλευση αρχέγονων καλλιεργούμενων ποικιλιών των σιτηρών (σιτάρι, κριθάρι, βρώμη). Κατ αρχάς πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν έχουν ανευρεθεί αυτοφυή είδη στην Κεφαλονιά, όπως π.χ. το Triticum boeoticum Boiss. [ T. monococcum subsp. boeoticum (Boiss.) Hayek] ή το Triticum speltoides (Tausch) Gordon, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αποτέλεσαν προγονικές μορφές καλλιεργούμενων σιτηρών. Όμως, το γένος Aegilops έχει έντονη παρουσία στο νησί με τα εξής αυτόχθονα είδη, τα οποία έχουν ανευρεθεί εκεί: 1. Aegilops comosa subsp. heldreichii (Boiss.) Eig. Triticum comosum subsp. heldreichii (Boiss.) Greuter 2. A. lorentii Hochst T. lorentii (Hochst) Zeven 3. A. vagans Jordan & Fourr. T. vagans (Jordan & Fourr.) Greuter 4. A. neglecta Req. ex Bertol. T. neglectum (Bertol.) Greuter 5. A. triuncialis (L.) Raspail T. triunciale L. Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η διαφορετική ονοματολογική εκτίμηση του γένους των ανωτέρω αναφερόμενων taxa (από τους διάφορους συγγραφείς), δηλ. άλλοτε ως ανήκοντα στο γένος Aegilops και άλλοτε στο Triticum, δημιουργεί σοβαρή σύγχυση. Αλλά δεν είναι εδώ η κατάλληλη θέση για

332 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 311 περαιτέρω συζήτηση επ αυτού του θέματος. Έτσι, η σειρά με την οποία αναφέρθηκε το γένος των ανωτέρω taxa, δεν υπονοεί ονοματολογική αξιολόγηση. Η πλούσια αντιπροσώπευση του γένους Aegilops (ή Triticum) στην Κεφαλονιά με τα αναφερθέντα πέντε αυτόχθονα είδη πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως. Ως μέτρο σύγκρισης αναφέρεται ότι στην Κρήτη, η οποία έχει τουλάχιστον τετραπλάσια έκταση από την Κεφαλονιά, συναντώνται 7 είδη, ενώ στην Κεφαλονιά συναντώνται 5. Επιπλέον, από το γένος Hordeum αυτοφύονται στην Κεφαλονιά τα είδη H. leporinum Link, H. marinum Huds., και H. bulbosum L., από το γένος Avena τα είδη Α. barbata Link και A. sterilis L., ενώ από το γένος Bromus περί τα 9 είδη. Με βάση τα αναφερθέντα, μπορούμε να εκφράσουμε τις εξής απόψεις σχετικά με την προέλευση των καλλιεργούμενων σιτηρών στο νησί κατά τη Νεολιθική εποχή: κατ αρχάς δεν αναμένουμε την αυτοφυή ανεύρεση στην Κεφαλονιά των προγονικών μορφών σιταριού, τα οποία έχουν ανατολική καταγωγή (νήσοι του Α. Αιγαίου και Ανατολία) για λόγους φυτογεωγραφικούς. Αυτό σημαίνει, κατά την άποψή μας, ότι τα είδη Triticum monococcum και T. dicoccum, που εντοπίστηκαν στο σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο, εάν με αναμφισβήτητο τρόπο διαπιστωθεί ότι χρησιμοποιήθηκαν από τους νεολιθικούς κατοίκους της Κεφαλονιάς στις πρωτόγονες καλλιέργειές τους, θα πρέπει να έχουν μεταφερθεί στο νησί από τον άνθρωπο. Αλλά η πλούσια παρουσία των αναφερθέντων αυτοφυών ειδών, κυρίως του γένους Triticum, καθώς και των γενών Hordeum και Avena επιτρέπει την υπόθεση ότι, όπως στα ανατολικά νησιά του Αιγαίου, έτσι και εδώ θα μπορούσαμε να αναμένουμε την επιτόπια δημιουργία νέων μορφών, κατάλληλων για τις πρωτόγονες καλλιέργειες από τον νεολιθικό άνθρωπο είτε με διασταυρώσεις είτε με τοπικές γενετικές διαφοροποιήσεις. Φαίνεται, επομένως εύλογη η υπόθεση ότι θα μπορούσε η Κεφαλονιά να θεωρηθεί ως μία αυτόνομη περιοχή δημιουργίας νέων μορφών καλλιεργήσιμων σιτηρών στο Ιόνιο κατά την περίοδο των πρώτων καλλιεργειών από τους κατοίκους της. 2. Η άμπελος στην αρχαιότητα Η άμπελος (Vitis vinifera) θεωρείται είδος ευρασιατικό. Ο καρπός της αυτοφυούς αμπέλου χρησίμευε ως είδος διατροφής παλαιολιθικών και νεολιθικών ανθρώπων, που είχαν και γνώσεις κάποιου είδους ζύμωσης. Η αρχαιοβοτανική έρευνα στο Αιγαίο αναγνώρισε αγριοστάφυλα χρονολογούμενα μεταξύ 8 ης και 6 ης χιλιετίας. Τα αρχαιότερα αγριοστάφυλα βρέθηκαν στο σπήλαιο Φράχθι Αργολίδας. Την 5 η και 4 η χιλιετία συνυπάρχουν τα εξημερωμένα με τα αυτόχθονα είδη (Κόπακα 1998, 2005). Στον ελλαδικό χώρο η άμπελος (V. vinifera) έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της από την Αρχαιότερη Νεολιθική, όπως π.χ. στην Τούμπα Μπαλωμένου, στην Κνωσό και στο σπήλαιο Φράχθι Αργολίδας, που προαναφέραμε (Σαρπάκη 2010). Στη Νεότερη Νεολιθική (5 η 6 η χιλιετία) τα στρωματογραφικά δεδομένα από τη Δήμητρα της Μακεδονίας έδειξαν ότι το ήμερο και το άγριο είδος πιθανόν να συνυπήρχαν (Κόπακα 1998).

333 312 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Κατά την 6 η π.χ. χιλιετία η άμπελος (Vitis vinifera) πιστοποιείται και στην Κεφαλονιά. Η αρχαιότερη μαρτυρία, ότι η παρουσία της ήταν γνωστή ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους στο νησί, έρχεται πάλι από το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο. Στην έρευνα, που διενέργησε η Σαρπάκη (προκατ. μελέτη), μεταξύ των αρχαιοβοτανικών καταλοίπων του σπηλαίου αυτού διαπιστώθηκαν ίχνη της αμπέλου, κυρίως θραύσματα, χρονολογούμενα από την Ύστερη Νεολιθική περίοδο (~ π.χ.). Το καλλιεργούμενο και οινοπαραγωγό είδος εντοπίστηκε αρχικά στην περιοχή του Καυκάσου μεταξύ 7 ης και 6 ης π.χ. χιλιετίας και από εκεί μεταδόθηκε στην περιοχή της Συρίας και της Αιγύπτου. Σε αμφορέα του Ιράν χρονολογούμενο από το π.χ. βρέθηκαν υπολείμματα κρασιού. Η πρώτη καλλιέργεια στον αιγαιακό χώρο πιθανότατα έγινε στην Κρήτη περί το π.χ. μαζί με ελιές, σιτάρι και κριθάρι. Θεωρείται ως πρώιμη εμφάνιση των βασικών προϊόντων της μεσογειακής πολυκαλλιέργειας, αμπέλου, ελαίας και δημητριακών. Προσανατολιζόμαστε σε αυτή την κατεύθυνση αφ ενός λόγω της αυξημένης ποσότητας γύρης, που ανιχνεύθηκε κατά τη διάρκεια γυρεολογικών ερευνών στην περιοχή Μύρτου στην Ιεράπετρα Κρήτης, αφ ετέρου λόγω της γειτνίασής της με την Αίγυπτο. Στο εσωτερικό μεγάλου πιθαριού βρέθηκαν περισσότερα από 70 απανθρακωμένα κουκούτσια (γίγαρτα) εξημερωμένων σταφυλιών. Στην περιοχή του Ηρακλείου βρέθηκαν ξύλα προερχόμενα από άγρια και ήμερα κλήματα χρονολογούμενα από το π.χ. Στη Φαιστό και στο Μοναστηράκι βρέθηκαν επίσης απανθρακωμένα κουκούτσια σταφυλιού. Κατά την Κόπακα (1998, 2005) είναι εξεταστέα η πιθανότητα ταυτόχρονης καλλιέργειας στον ίδιο χώρο με γειτνίαση συκιάς και αμπέλου, όπου η συκιά ίσως χρησίμευε ως στήριγμα στην αναρριχόμενη άμπελο. Η αμπελοκαλλιέργεια γενικεύθηκε τη 2 η π.χ. χιλιετία (εποχή του Χαλκού) λόγω της ζήτησης του οίνου, που αποτελούσε ένα από τα βασικά είδη εμπορίου στη Μεσόγειο, όπως η ελιά, το λάδι και τα σύκα. Το γεγονός μαρτυρούν οι μικροσκοπικοί πήλινοι ληνοί, που βρέθηκαν στη Μεσσαρά, ιερά αναθήματα σε τάφους ληνοβατών (πατητές σταφυλιών) (Εικ. 146). Πατητήρια βρέθηκαν στις Αρχάνες και στο Ζάκρο, καθώς επίσης και μία εγχάρακτη σφραγίδα από τα Μάλια, που απεικονίζει ληνοβάτη να πατά σταφύλια σε πατητήρι (l.c.). Εικ Αριστερά: σφραγίδα από το νεκροταφείο Χρυσολάκκου Μαλίων παλαιοανακτορικής εποχής ( π.χ.) με παράσταση ληνού και ληνοβάτη. Δεξιά: Ανασύσταση δωματίου της οικίας Ζ στο Ζάκρο με σταφυλοπιεστήριο (Φωτ. στην Κόπακα 1998, 2005).

334 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 313 Στις μυκηναϊκές γραμμικές γραφές περιέχεται η λέξη oinasi, η οποία πιθανότατα εννοεί τον οίνο. Δεν αποκλείεται η αρχαιοβοτανική έρευνα στη Θήρα να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες. Η γενίκευση της αμπελοκαλλιέργειας την εποχή του Χαλκού μαρτυρείται και από τις συχνές αναφορές του Ομήρου, ο οποίος ζει μεν τον 8 ο π.χ. αι., αλλά συντηρεί μνήμες από την προγενέστερη Μυκηναϊκή περίοδο. Στην επικράτεια του Οδυσσέα, στην οποία υπάγεται και η Κεφαλονιά ή τουλάχιστον μέρος αυτής, η αμπελοκαλλιέργεια αποτελεί βασική αγροτική ασχολία και για τους βασιλείς. Στη ραψωδία λ της Οδύσσειας (στ ) αναφέρεται για τον γέρο Λαέρτη το εξής: «αὐτάρ, ἐπὴν ἔλθῃσι θέρος ταθαλυῖά τ ὀπώρη, / πάντῃ οἱ κατὰ γουνὸν ἀλωῆς οἰνοπέδοιο / φύλλων κεκλιμένων χθαμαλαὶ βεβλήαται εὐναί.» (= και όταν έλθει το καλοκαίρι και η ώρα του τρύγου, παντού γι αυτόν είναι ριγμένα κάτω στρώματα από πεσμένα φύλλα στον κατάφυτο λόφο του αμπελώνα). Η αναφορά αυτή ολοκληρώνει την εικόνα, που περιγράφεται στη ραψωδία ω (στ ) επίσης της Οδύσσειας. Εδώ ο Οδυσσέας απαριθμεί τα δένδρα του οπωρώνα και τα κλήματα, που του χάρισε ο πατέρας του: δεκατρείς αχλαδιές, δέκα μηλιές, σαράντα συκιές και πενήντα σειρές κλήματα με σταφύλια λογιών λογιών: «ὄγχνας μοι δῶκας τρισκαίδεκα καὶ δέκα / μηλέας, συκέας τεσσαράκοντ ὄρχους δέ μοι ὧδ ὀνόμηνας / δώσειν πεντήκοντα, διατρύγιος δὲ ἕκαστος ἤην ἔνθα δ ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν». Τα στοιχεία, που συγκροτούν την εικόνα αυτή και από τα δύο χωρία, είναι τα εξής: η επιλογή του κατάλληλου τόπου για φύτευση (λόφος, κεκλιμένη πλαγιά), ο γραμμικός τρόπος φύτευσης (πενήντα σειρές κλήματα), η εποχή του τρύγου (θέρος, ώρα τρύγου) καθώς και η γνώση διαφόρων ποικιλιών (σταφύλια λογιών λογιών) (βλ. κεφ. VII, 2γ). Αυτά μαρτυρούν συστηματική γνώση του φυτού και των καλλιεργητικών του απαιτήσεων από τους Ομηρικούς χρόνους. Όλη αυτή τη συσσωρευμένη εμπειρία από τους ομηρικούς χρόνους την κατέγραψε ο Θεόφραστος (371 π.χ.) στο τρίτο βιβλίο του έργου του «Περὶ φυτῶν αἰτίαι» (βλ. Φ.Ο.Κ. 1998). Θεωρείται το πρώτο σύγγραμμα «αμπελοτεχνικής». Περιγράφεται λεπτομερώς η επιλογή του κατάλληλου εδάφους, η απαιτούμενη υγρασία, το ετήσιο κλάδεμα, πώς ξεχωρίζουν τους άκαρπους βλαστούς, το βλαστολόγημα, το σκάψιμο, το σκάλισμα κ.λπ. Από τις περιγραφές στα έπη και στο έργο του Θεοφράστου διαπιστώνουμε ότι οι διαδικασίες καλλιέργειας και τρύγου ελάχιστα έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα. Η εικόνα 147 μας είναι γνώριμη. Ονόματα και τοπωνύμια επίσης είναι ενδεικτικά της ευρύτητας της αμπελοκαλλιέργειας κατά την αρχαιότητα και αναδεικνύουν τον οίνο ως σημαντικό στοιχείο της ελληνικής λαϊκής κουλτούρας: π.χ. Οινώνη (η πρώτη σύζυγος του Πάριδος), Οινούς (παραπόταμος του Ευρώτα), Οινούσαι (νησίδες ΝΔ της Πελοποννήσου), Οινόη (πόλη στην Αττική) κ.λπ. Η άμπελος και ο οίνος λόγω των ιδιοτήτων τους σύντομα πέρασαν και στον χώρο της θρησκείας με τη λατρεία του Διονύσου, τις Βακχικές εορτές και τον μαιναδικό θίασο. Στους μετέπειτα χρόνους με την επικράτηση του Χριστιανισμού ο οίνος και το έλαιον αποτέλεσαν απαραίτητα στοιχεία για την τέλεση των ιερών μυστηρίων, όπως η θεία μετάληψη και η βάπτιση. Η περιγραφή του αμπελώνα της Ομηρικής Ιθάκης οπωσδήποτε ισχύει και για την Κεφαλονιά, για τους λόγους, που ήδη εκθέσαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο (VII, 2β, 2γ). Άλλο στοιχείο, που αποδεικνύει ότι η καλλιέργεια της

335 314 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ αμπέλου στην Κεφαλονιά εξακολουθεί και κατά τους κλασικούς χρόνους είναι η λατρεία του Διονύσου στο νησί, την οποία βεβαιώνει ο Παυσανίας (Φωκικά 10, 19. 3, βλ. Παπαχατζής 2004). Αναφέρει ότι αλιείς από τη Μήθυμνα περισυνέλεξαν κεφαλή ξοάνου περίεργης τεχνοτροπίας. Όταν ρώτησαν την Πυθία ποιον θεό απεικονίζει, για να τον λατρεύουν, τους απάντησε: «τον κεφαλ(λ)ήνα Διόνυσο). Ο Ζερβός Ιακωβάτος (1861) διατυπώνει την άποψη ότι: «Η μαρτυρία αυτή μας διδάσκει ότι το ξόανον αυτό ήτο πολύ αρχαίον, και ίσως της προκατακτητικής εποχής της Κεφαλληνίας, ότε και η καλλιτεχνία ήτον ακόμη εις την νηπιότητά της, και ότι οι Κεφαλλήνες κατεγίνοντο εις την αμπελουργίαν, διότι ο Διόνυσος ήτον θεός του οίνου» (βλ. και Λοβέρδος 1888). Εικ Τρύγος σε μελανόμορφο αμφορέα του στ π.χ. αι. (Μουσείο Λούβρου) Φωτ. στον Πετρόπουλο Ιστορία Ελληνικού Έθνους τόμ. Β. 3. Η άμπελος στην Κεφαλονιά κατά τους νεότερους χρόνους. Συμπεράσματα H αμπελοκαλλιέργεια, όπως μαρτυρούν οι ομηρικές περιγραφές, από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις κύριες δραστηριότητες του ανθρώπου στον πρωτογενή γεωργικό τομέα. Παράλληλα παραμένει ως μία από τις πιο σημαντικές παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον της Κεφαλονιάς λόγω του περιορισμού της δασικής βλάστησης με τις εκχερσώσεις για την επέκταση των αμπελώνων. Εκτεταμένοι αμπελώνες και φυτείες υπάρχουν κυρίως στις υπώρειες του Αίνου, στα βουνά Ευμορφία και Εύγερο, στις πεδινές εκτάσεις των περιοχών Θηνέας (Θηνιάς, Θηναίας), Παλικής, Ελειού και αλλού (βλ. κεφ. ΧΙ, 2γ). Οι ποικιλίες των σταφυλιών, που αναφέρονται στην Οδύσσεια, ασφαλώς προέρχονται από ισάριθμες ποικιλίες αμπέλου, των οποίων δεν διασώθηκαν τα

336 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 315 ονόματα και η περιγραφή. Όμως η ανά τους αιώνες καλλιέργεια του είδους στην Κεφαλονιά μέχρι σήμερα και οι ευνοϊκοί εδαφικοί και κλιματικοί παράγοντες έχουν αναδείξει πολλές ντόπιες ποικιλίες, κυρίως οινοπαραγωγές. Κάποιες έχουν εκτοπιστεί από εισαγόμενες, οι οποίες έχουν εγκλιματιστεί και καλλιεργούνται στο νησί μαζί με τις ντόπιες, όπως η μικρόκαρπη μαύρη σταφίδα. Στις παλιές κεφαλονίτικες, αλλά και σε ορισμένες εγκλιματισμένες ποικιλίες ανήκουν: το μοσχάτο, η μαυροδάφνη, το θηνιάτικο, το βοστιλίδι, το ζακυθηνό, το τσαούσι, ο κοζανίτης, το ασπρούδι, ο σκυλοπνίχτης, ο κορφιάτης και τα λεγόμενα φαουλάρικα, δηλαδή αυτά, των οποίων οι καρποί είναι περισσότερο επιτραπέζιοι, όπως το ραζακί, το κορίθι, ο εφτάκιλος, ο σιδερίτης, το κόντε ρεγάλο, το ξερίχι, κ.ά. Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση κατέχει η ευγενής ποικιλία της κεφαλονίτικης ρομπόλας (Εικ. 148, 149), που αποδίδει εκλεκτό λευκό κρασί, κατοχυρωμένη ως ονομασία τόπου προέλευσης. α Εικ α) Φυτείες ρομπόλας στην κοιλάδα των Ομαλών και στις δυτικές πλαγιές του Αίνου. Διακρίνονται οι εγκαταστάσεις του Συνεταιρισμού ρομπόλας. β) Σύγχρονη καλλιέργεια β ρομπόλας σε ορεινή περιοχή πλησίον των οικισμών Μιτακάτα -Τρωιαννάτα. β

337 316 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Από την αρχαιότητα το κρασί, όπως και το λάδι, αποτέλεσε τη βάση διαφόρων φαρμακευτικών παρασκευασμάτων για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών. Ο οίνος αναφέρεται επίσης στα γραπτά ή στα έντυπα «ιατροσόφια» της μεταβυζαντινής γραμματείας μέχρι του νεοελληνικού διαφωτισμού το 1870 (Πανδή-Ᾱγαθοκλή 2012). Στους μεταβυζαντινούς χρόνους χρησιμοποιείται στη θεραπευτική ως δυναμωτικό, κατευναστικό, αντισηπτικό ή και έκδοχο, δηλαδή φέρων οίνος, μέσα στον οποίο διέλυαν το κυρίως φάρμακο. Ως φέροντες οίνοι χρησιμοποιούνταν κρασιά με διαφορετικές γεύσεις ώστε να είναι εύληπτο το φάρμακο από τον ασθενή. Ο Διοσκουρίδης (Περὶ ὕλης ἰατρικής Ε 21, βλ. Φ.Ο.Κ. 2000) κατέγραψε μεγάλη ποικιλία ιατρικών οίνων και πώς παρασκευάζονται (γλυκυρριζίτης, ανήθινος, αψινθίτης, δικταμνίτης, θυμελαΐτης, μυρσινίτης, φοινικίτης, τραγοριγανίτης, οινάνθινος, κεδρίτης, υσσωπίτης, απίτης κ.λπ.). Οι γνώσεις αυτές από τον Ιπποκράτη, τον Θεόφραστο, τον Διοσκουρίδη, τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, τον Γαληνό και άλλους γιατρούς, βοτανικούς και σοφούς της αρχαιότητας έθεσαν τα θεμέλια της Επιστήμης της Φαρμακολογίας. Στις εκδόσεις της Ελληνικής Φαρμακοποιίας (1838, 1868) από τα ελληνικά κρασιά ως φέροντες οίνοι αναφέρονται: ο λευκός νάξιος, ο μέλας σύριος, ο λεπτομερής θηραίος και ο θηραίος της νυκτός (ίσως το σημερινό νυχτέρι της Σαντορίνης). Όμως στις ακαδημαϊκές μονογραφίες στο τέλος του 19 ου αι. μεταξύ των άλλων ως φέροντες οίνοι αναφέρονται η ρομπόλα και οι μοσχάτοι Κεφαλληνίας (Βαρέλα & Μαυρόπουλος 2006). Τις τελευταίες δεκαετίες με τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αμπελοκαλλιέργεια ασκείται σε έκταση, ανάλογα με την περιοχή, η οποία ενδείκνυται για τις εδαφικές απαιτήσεις κάθε ποικιλίας, όπως π.χ. οι κλιτύες του Αίνου ενδείκνυνται για τις φυτείες ρομπόλας, η περιοχή του Ληξουρίου για το μοσχάτο, της Θηνιάς για τη μαυροδάφνη κ.λπ. Η σταφιδάμπελος έχει σχεδόν εκτοπιστεί από τις επιδοτούμενες ποικιλίες και καλλιεργείται πολύ περιορισμένα. Εικ Σταφύλια ρομπόλας στο ομώνυμο κλήμα.

338 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 317 Το 1961 σύμφωνα με την απογραφή της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας άμπελοι και σταφιδάμπελοι κατελάμβαναν στρέμματα μόνο στην Κεφαλονιά. Το 1971 μαζί με την Ιθάκη στρ., το 1981 μαζί με την Ιθάκη στρ., το 199 με την Ιθάκη και το 2001 πάλι με την Ιθάκη 9.067,7 στρ. Η μείωση των στρεμμάτων της αμπελοκαλλιέργειας οφείλεται, κατά την άποψή μας, στο ότι εγκαταλείφθηκε σταδιακά η σταφιδάμπελος λόγω των απαιτήσεων της καλλιέργειας, της έλλειψης ανθρώπινου αγροτικού δυναμικού και λόγω του ότι δεν ήταν επιδοτούμενο είδος. Αντίθετα η ρομπόλα ήταν το είδος, που ευνοήθηκε με το μεγαλύτερο ποσοστό των επιδοτήσεων (Εικ. 149). Η ανάπτυξη της αμπελοκαλλιέργειας είχε και δυσμενή αποτελέσματα. Η επακόλουθη χρήση λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και η συνεχής άροση έχουν εκτοπίσει από τον υπόροφο της αμπέλου πολλά αυτοφυή ποώδη φυτά της κεφαλληνιακής χλωρίδας, που συλλέγονται εποχιακά από τους κατοίκους (κν. αγριολάχανα ή αγριόχορτα) και εκτιμώνται ιδιαιτέρως ως βρώσιμα είδη. Οι χημικές καλλιέργειες αντίθετα έχουν ευνοήσει την ανάπτυξη ανταγωνιστικών ζιζανίων, όπως της Oxalis pes caprae (κν. ξινοτρίφυλλο), που συχνά καλύπτει μεγάλη έκταση και εκτοπίζει άλλα είδη της ποώδους χλωρίδας. Η αυξημένη επίσης ζήτηση φυτών για επέκταση των φυτειών δημιούργησε την ανάγκη εισαγωγής από φυτώρια εκτός του νησιού. Αυτό είχε ως συνέπεια την εισαγωγή της φυλλοξήρας, ασθένειας που πλήττει και καταστρέφει ολοσχερώς τα φυτά της αμπέλου, εκτός όσων είναι εμβολιασμένα σε αμερικανικό υποκείμενο. Η φυλλοξήρα, που προκαλείται από το ομώνυμο έντομο, δεν υπήρχε στο νησί. Μέχρι και τα μέσα του 20 ου αι. ήταν απαγορευμένη η εισαγωγή φυτών από την υπόλοιπη Ελλάδα για λόγους προστασίας από τη συγκεκριμένη ασθένεια. Με την εισαγωγή των νέων φυτών σημειώνεται ακόμα μία αρνητική παρέμβαση του ανθρώπου στο γεωργικό περιβάλλον. 4. Το λινάρι. Συμπεράσματα Το γένος Linum αριθμεί περί τα 230 είδη, από τα οποία τέσσερα απαντώνται στην Κεφαλονιά ως αυτοφυή και ένα ως καλλιεργούμενο (L. usitatissimum) (Φοίτος & Damboldt 1985). Το L. usitatissimum (Λίνον το χρησιμώτατον) λόγω των πολλαπλών ιδιοτήτων του, γνωστών στον άνθρωπο πριν από πολλές χιλιετίες, παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι τη σύγχρονη βιομηχανική εποχή. Το λινάρι, το μαλλί και το μετάξι είναι οι αρχαιότερες φυσικές ίνες, που χρησιμοποιούνται στην υφαντουργία. Από τις ίνες του λιναριού μετά από κατάλληλη επεξεργασία κατασκευάζονται τα γνωστά υφάσματα, ενώ από τα σπέρματα προέρχονται εκχυλίσματα για φαρμακευτική χρήση και το πολύτιμο λινέλαιο με ποικίλες χρήσεις, από την αδιαβροχοποίηση και τη συντήρηση άλλων υλικών μέχρι τη χρωματουργία. Είναι επίσης το αρχαιότερο γνωστό φαρμακευτικό φυτό. Ο Θεόφραστος το ονομάζει χρησιμότατο (usitatissimum) και αναφέρεται στις μαλακτικές και καταπραϋντικές του ιδιότητες (βλ. Καρακατσάνη 1998). Παρόμοιες αναφορές για τη συχνή χρήση του στην καθημερινότητα των ανθρώπων και τη χρήση του λιναρόσπορου στην ιατρική

339 318 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ κάνει και ο Διοσκουρίδης (Περὶ ὕλης ἰατρικῆς: Β 103, Περὶ ἁπλῶν φαρμάκων: Α 135, 139, 142, 145, 158, 163, 209, βλ. Φ.Ο.Κ. 2000). Το γένος Linum είναι ασιατικής καταγωγής. Σπέρματα και ίχνη λινού υφάσματος εντοπίστηκαν στη Μεσοποταμία (7.000 π.χ.) και σε περιοχή των Άλπεων (5.000 π.χ.). Η καλλιέργειά του συγκεκριμένου φυτού μεταδόθηκε στην Αίγυπτο και στη Μεσόγειο από την Ανατολή. Η παρουσία του στον ελλαδικό χώρο πιστοποιήθηκε από τα πρωτοελλαδικά στρώματα της Λέρνης στην Αργολίδα (~2.800 ~ π.χ.), καθώς και από τις πήλινες πινακίδες της Πύλου. Η καλλιέργειά του λοιπόν, όπως συνάγεται, είχε εξαπλωθεί κατά την περίοδο της Χαλκοκρατίας και στα νησιά του Ιονίου, γιατί στα ομηρικά έπη γίνεται συχνά αναφορά του «λίνου». Από λινάρι ήταν τα σεντόνια, η πετονιά και τα δίχτυα του ψαρά, ο μέγας ιστός, που η Πηνελόπη ύφαινε με δόλο στο παλάτι, για να εξαπατήσει τους μνηστήρες, καθώς και το νήμα της ζωής, που έκλωθαν οι Μοίρες (βλ. Κεφ. VII, 2γ). Ακόμα και ο μίτος, που η Αριάδνη έδωσε στον Θησέα, για να μπορέσει να βγει από τον Λαβύρινθο μετά τον φόνο του Μινωταύρου, ήταν από λινάρι: «Ἀριάδνη ἐρωτικῶς διατεθεῖσα λίνον εἰσιόντι Θησεῖ δίδωσι ἐφελκόμενος δὲ τὸ λίνον πάλιν ἐξῄει»(απολλόδωρος: Epit. i. 8-9, βλ. Frazer 1995). «Ἐπεὶ δὲ κατέπλευσεν εἰς Κρήτην παρὰ τῆς Ἀριάδνης ἐρασθείσης τὸ λίνον λαβών ἀπέκτεινε τὸν Μινώταυρον» (Πλουτάρχου Θησεύς 19, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992,1993). Δεδομένου ότι η οικονομία του οδυσσειακού κράτους, στο οποίο περιλαμβανόταν και η Κεφαλονιά, ήταν αγροτική με επίκεντρο τον οἶκο, πρέπει να υποθέσουμε ότι το λινάρι του ιστού της Πηνελόπης ήταν εγχώριας παραγωγής. Εν τω μεταξύ βρισκόμαστε σε αναμονή για τα αποτελέσματα της ανάλυσης, όσον αφορά στη φυτική ίνα από το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο (βλ. Εικ. 53). Εκκρεμεί εάν είναι από λινάρι, τσουκνίδα ή κάνναβη. Εάν αποδειχθεί ότι είναι από λινάρι, θα έχουμε την αρχαιότερη μαρτυρία για τη χρήση του φυτού αυτού στον ελλαδικό χώρο και μάλιστα στην Κεφαλονιά χρονολογούμενη από τους νεολιθικούς χρόνους. Το λινάρι συνδέεται με την εποχή της αγροτικής οικονομίας στη Κεφαλονιά μέχρι τις αρχές του 20 ου αι. (Εικ 150). Η καλλιέργειά του στο νησί, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, κράτησε για χιλιετίες κατά τη διάρκεια όλων των ιστορικών περιόδων. Τα παράγωγα της επεξεργασίας του φυτού κάλυπταν σημαντικό τομέα των αναγκών στα νοικοκυριά. Το 1885 αναφέρεται ότι η καλλιέργεια του λιναριού κάλυπτε 1,42 km 2. H εισαγωγή της κορινθιακής σταφίδας (Uva passa) περιόρισε την καλλιέργειά του, καθώς και άλλων ειδών, όπως σιτηρών, κουκιών, φακής και λαχανικών (Partsch 1892). Από επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών των ετών οι Πρόννοι παρήγαγαν οκάδες λινάρι (Μηλιαράκης 1890). Με τη στροφή προς την «οικονομία της αγοράς», δηλαδή της βιομηχανικής παραγωγής των προϊόντων, το λινάρι βαθμηδόν εγκαταλείφθηκε. Αυτό συνέβη μετά τον 2 ο παγκόσμιο πόλεμο όχι μόνο στην Κεφαλονιά, αλλά και στην κυρίως Ελλάδα, όπου περιορίστηκε σε μικρή έκταση στη Μεσσηνία. Έκτοτε δεν καλλιεργείται στο νησί. Συνέντευξή μας με τον κ. Σ. Ρουμαντζά, κάτοικο του οικισμού Νεοχωρίου και μέλος του τοπικού Συμβουλίου Νεοχωρίου του Καποδιστριακού Δήμου

340 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 319 Ερίσου απέδωσε τα εξής στοιχεία: Στην ακτή του κόλπου Γιαγάνα Ερίσου και στη θέση Λιναρόλακκοι υπάρχουν πέντε λάκκοι κατά σειρά (Εικ. 151). Οι λάκκοι αυτοί στο παρελθόν γέμιζαν θαλασσινό νερό από την ακτή. Εκεί οι Νεοχωρίτες έφερναν το λινάρι, το μούσκευαν και κατόπιν το χτυπούσαν με τον κόπανο, για να χωρίσουν τις ίνες και να φτιάξουν σκοινιά. α β Εικ Όλη η διαδικασία της επεξεργασίας του φυτού με τα παράγωγα προϊόντα εκτίθεται στο Κοργιαλένειο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο στο Αργοστόλι με τον παροιμιώδη τίτλο «του λιναριού τα πάθη»: α) τα υποπροϊόντα του λιναριού και τα εργαλεία της επεξεργασίας. β) Αργαλειός. γ) Σκεύη αγροτικού νοικοκυριού και στο δάπεδο ο μάγγανος, το ξύλο, πάνω στο οποίο χτυπούσαν το λινάρι. Κατά τη διάρκεια του 2 ου παγκόσμιου πολέμου ενέσκηψε επιδημία ελονοσίας στο νησί. Επειδή οι κάτοικοι φοβήθηκαν τη μετάδοση και εξάπλωση της νόσου από τα κουνούπια, παράχωσαν τους λάκκους. Τότε κάποιος κάτοικος από τα γειτονικά Κομητάτα έβαλε κατά μήκος της ακτής και εκατέρωθεν των λάκκων πασσάλους από ξύλο ελιάς. Οι πάσσαλοι όμως, οι οποίοι ήταν χλωροί, ρίζωσαν και έγιναν δέντρα. Μετά το γεγονός αυτό ο χώρος μέχρι σήμερα αποτελεί σημείο διεκδίκησης και αιτία διένεξης των δύο χωριών. Το πραγματικό βάθος των λάκκων, στο οποίο έμπαινε το θαλασσινό νερό φαίνεται στον πυθμένα του πηγαδιού με το λιθόκτιστο κυκλικό τοιχίο, όπως και οι δύο σειρές ελιές στην εικόνα 151. Η τοποθεσία διατηρεί μέχρι σήμερα την ονομασία Λιναρόλακκοι γ

341 320 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ λόγω της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Την ανάμνηση της καλλιέργειας και επεξεργασίας του φυτού διασώζουν και άλλα τοπωνύμια: π.χ. στην περιοχή του Πυργιού (ΝΑ. Κεφαλονιά) πλησίον της λίμνης Αβύθου σε απόσταση 260 περίπου m υπήρχε μικρότερη λίμνη με την ονομασία Λιναρόλιμνη (Partsch 1892). Κατά τους Φραγκόπουλο & Μαλεφάκη (1963) η Λιναρόλιμνη βρισκόταν περί τα 600 m νοτιότερα της αρχικής λίμνης και 335 m πάνω από τη θαλάσσια στάθμη. Εικ Ακτή Γιαγάνα Ερίσου. Τρεις από τους πέντε παραχωμένους λιναρόλακκους, η «δενδροστοιχία» με τις ελιές και το πηγάδι με το λιθόκτιστο τοιχίο. Στο άκρο αριστερά μέσα στα φυλλώματα της ελιάς διακρίνεται η θάλασσα. 5. Η ελιά Οι πρώτες ιστορικές αναφορές για την ονοματολογία των ειδών της ελιάς στον ελλαδικό χώρο προέρχονται από τα ομηρικά έπη. Ο Όμηρος διασώζει την ονομασία φυλία (αυτοφυής ελιά), την οποία αντιδιαστέλλει από την ελαία (ε ). Μετέπειτα ο Παυσανίας (Κορινθιακά ΙΙ, 32, 10, βλ. Παπαχατζής 1976) αναφέρει ότι στην Τροιζήνα όλα τα είδη της άκαρπης ελιάς τα ονόμαζαν ράχους και μνημονεύει τη φυλία, τον ἔλαιον και τον κότινον. Από κότινο ήταν φτιαγμένο και το ρόπαλο του Ηρακλή, το οποίο, όταν το ακούμπησε κατά γης, αναβλάστησε. Τις ίδιες ονομασίες αναφέρει και ο Διοσκουρίδης (Περί ὕλης ἰατρικῆς Ι, , βλ. Φ.Ο.Κ 2000). Με τα ανωτέρω αυτοφυή είδη αναφέρονται επίσης στην αρχαιότητα τα ἄγριππος και εἰρεσιώνη (Καρακατσάνη Ρ. 1998). Η ονοματολογία αυτή δεν μπορεί βέβαια να ταυτοποιηθεί με τα

342 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 321 υπάρχοντα σήμερα taxa της ελιάς, αλλά δηλώνει γνώση ως προς τη διάκριση μεταξύ αυτοφυούς και καλλιεργούμενης μορφής κατά την αρχαιότητα, όπως θα εκθέσουμε στη συνέχεια. Η ελιά αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της μεσογειακής βλάστησης. Ας σημειωθεί εδώ ότι από μορφολογικής απόψεως οι διαφορές των αναφερόμενων υποειδών είναι τόσο ασαφείς, ώστε αμφισβητείται η διάκρισή τους. Στον ελλαδικό χώρο, στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, όπως και στην Κεφαλονιά, η Olea. europaea είναι αυτοφυής με τη μορφή του υποείδους oleaster (subsp. oleaster συνώνυμο της var. sylvestris). Είναι η γνωστή μας αγριελιά. Παράλληλα όμως ως υποείδος europaea (subsp. europaea) είναι ευρύτατα καλλιεργούμενη. Όσον αφορά στην εμφάνιση της αγριελιάς στον ελλαδικό χώρο θα περιοριστούμε μόνον στην Κρήτη, αφού στην παρούσα Διατριβή επιχειρείται η απόδειξη της προέλευσης της O. europaea επίσης από τη μεγαλόνησο. Κατά τον Botemma (1980) η άγρια ελιά θα ήταν σπάνια ή ακόμα και απούσα από το νησί κατά το Κατώτερο Ολόκαινο. Επίσης κατά τους Bottema & Sarpaki (2003) η ελιά απουσιάζει από το κατώτερο φάσμα διαγράμματος γύρης από το Δέλφινο της ΒΔ. Κρήτης και εμφανίζεται στο διάγραμμα του Δελφίνου για πρώτη φορά περίπου το π.χ. Σύμφωνα με τους ανωτέρω συγγραφείς η ελιά αναπτύχθηκε με βεβαιότητα πριν από την Πρώιμη Μινωική Ι περίοδο ( π.χ.), αν και η καλλιέργειά της και η παραγωγή λαδιού δεν αναφέρεται πριν από τη Μεσομινωική Ι ( π.χ.). Ο αντίλογός μας στα ανωτέρω συμπεράσματα, αλλά και άλλων ερευνητών όσον αφορά στην αργοπορημένη εμφάνιση της Olea europaea στην Κρήτη είναι ο εξής: Όπως είναι γνωστό, η Κρήτη από βιογεωγραφική άποψη ανήκει στη μεσογειακή περιοχή και φιλοξενεί την Olea europaea, έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς εκφραστές της εν λόγω περιοχής. Η Olea europaea μαζί με την Ceratonia siliqua αποτελούν τη χαρακτηριστική μεσογειακή υποζώνη της Ελιάς- Χαρουπιάς (Oleo-Ceratonion) στον ελλαδικό χώρο. Εκτός αυτού υπενθυμίζουμε τις φυτογεωγραφικές συνδέσεις της Κρήτης με την παραλιακή περιοχή της Δ. Μικράς Ασίας και της Β. Αφρικής. Υπενθυμίζουμε ακόμη ότι η ζώνη Ελιάς- Χαρουπιάς είναι χαρακτηριστική τόσο για την Κρήτη, όσο και για το γειτονικό νησί της Σαντορίνης με τα πλούσια απολιθωμένα ευρήματα της ελιάς, ηλικίας ετών (Εικ. 152). Επομένως πώς είναι δυνατόν να απουσιάζει η τουλάχιστον παράλληλη με τη Σαντορίνη εμφάνιση της αγριελιάς από τη γειτονική Κρήτη, που συγκριτικά με τη Σαντορίνη είναι απέραντη και διαθέτει αναρίθμητους βιοτόπους για τη φιλοξενία της; Ας σημειωθεί εδώ ότι οι Moody & al. (1996) αναφέρουν ότι είναι πιθανόν η ελιά να ήταν ένα στοιχείο της βλάστησης της Κρήτης κατά το Πλειόκαινο. Το γεγονός της εμφάνισης της ελιάς σε απολιθωμένη μορφή στη Σαντορίνη δεν μπορεί να αποτελεί έκπληξη, αφού είναι γνωστό ότι περιοχές του Ν. Μεσογειακού χώρου, της Ανατολίας κ.λπ. αποτέλεσαν καταφύγια των ειδών των βορειότερων περιοχών κατά τις παγετώδεις περιόδους (Φοίτος & Καμάρη 2009, Carrion & al. 2010). Τέλος οι Βadal και Νtinou (υπό δημοσίευση) το 1997 πραγματοποίησαν μία ανασκαφή σε μία μικρή περιοχή της κεντρικής αυλής της Κνωσού με στόχο την παλαιοπεριβαλλοντική μελέτη της. Τα αποτελέσματα του ξυλώδους άνθρακα από

343 322 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ τη νεολιθική Κνωσό έδειξαν την απουσία της ελιάς από την περιοχή της ανασκαφής. Η περίπτωση όμως της Κνωσού είναι διαφορετική από άλλες ανάλογες έρευνες από το γεγονός ότι οι ερευνήτριες είχαν τον περιορισμό να μελετήσουν μία καθορισμένη από ιστορικής απόψεως περιοχή. Έτσι με ιδιαίτερη προσοχή αντιμετωπίζουν την απουσία της ελιάς από την αυστηρά εντοπισμένη περιοχή. Άλλωστε η εύρεση στην προκειμένη περίπτωση ενός φυτικού είδους κατά ένα μεγάλο βαθμό είναι θέμα τύχης ή σύμπτωσης και όχι μέτρο εκτίμησης για τη γεωγραφική του εξάπλωση. Εικ Απολιθωμένα φύλλα της Olea europaea ηλικίας περίπου ετών από τα Φηρά στην καλδέρα της Σαντορίνης. Η πρόσφατη ανεύρεση απολιθωμένων φύλλων της O. europaea εκτός από τη Σαντορίνη και στη Νίσυρο παρουσιάζει νέα στοιχεία για τη φυτογεωγραφική εξάπλωση της ελιάς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου (Βελιτζέλος 2006). Ανθρακολογικές και γυρεολογικές έρευνες αρχαιοβοτανικού υλικού, καθώς και αρχαιολογικά ευρήματα μας πληροφορούν ότι: στα ανθρακολογικά κατάλοιπα του σπηλαίου των Γιούρων στο Β. Αιγαίο εντοπίστηκε η παρουσία της O. europaea χρονολογούμενη από τα μέσα της 7 ης χιλιετίας π.χ. (Ntinou 2011). Στα Μέθανα βρέθηκε ελαιοτριβείο χρονολογούμενο κατά Δέφνερ από το π.χ. Στη Χαιρώνεια και στην Ελάτεια λίθινοι λύχνοι νεολιθικής εποχής, οι οποίοι επίσης μας πληροφορούν ότι η χρήση του λαδιού για φωτισμό ήταν γνωστή από τη νεότερη Νεολιθική Περίοδο (Μ. Ε. Ε. Δρανδάκη, βλ. αντίστοιχα λήμματα). Η Vermeule (1983) αναφέρει ότι οι κάτοικοι της Λέρνας στον μυχό του Αργολικού κόλπου προς το τέλος της Πρωτοελλαδικής περιόδου περί το π.χ. γνώριζαν τις ελιές, τον καρπό και το λάδι. Όμως οι γυρεολογικές έρευνες στη Λέρνα και στη Θεσσαλία κατά τον Γερασιμίδη (1995), μαρτυρούν ότι η ανάπτυξη της ελαιοκαλλιέργειας έλαβε χώρα λίγο πριν ή μετά την έναρξη της 1 ης π.χ. χιλιετίας,

344 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 323 δηλαδή χίλια περίπου χρόνια μετά από την εποχή, που αναφέρει η Vermeule. Η διαπίστωση αυτή πλησιάζει χρονολογικά την παλαιότερη άποψη του Hehn ότι η καλλιέργεια άρχισε περίπου την εποχή του Ομήρου, ότι πιθανόν να προηγήθηκαν τα νησιά του Ιονίου και αργότερα να επεκτάθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα (Μ. Ε. Ε. Δρανδάκη, βλ. αντίστοιχο λήμμα). Αξιολογώντας τις πληροφορίες αυτές οφείλουμε να αντιδιαστείλουμε την παρουσία της αυτοφυούς ελιάς O. europaea subsp. oleaster στον αιγαιακό, ελλαδικό και ιόνιο χώρο κατά την παγετώδη περίοδο, πράγμα που διαπιστώνουν οι ανθρακολογικές και γυρεολογικές έρευνες, από την εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας και του εξημερωμένου ελαιοπαραγωγού υποείδους O. europaea subsp. europaea. Από την ύπαρξη και μόνον των ελαιοτριβείων και των λύχνων της νεολιθικής περιόδου, που αναφέραμε ανωτέρω, δεν είναι δυνατόν να συμπεράνουμε εάν πρόκειται για λάδι προερχόμενο από αυτοφυείς ελιές, οι οποίες παράγουν λίγο και πικρό, κατάλληλο μόνο για φωτισμό, ή εάν πρόκειται για λάδι από καλλιεργούμενο είδος. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι εκτός από φωτισμό προοριζόταν και για βρώση. Ο Διοσκουρίδης πάντως (1 ος μ.χ. αι.), όσον αφορά τη χρήση τους στη ιατρική, διαχωρίζει τὸ ἐκ τῆς ἀγρίας ἐλαίας ἔλαιον ως κατώτερης ποιότητας από της ήμερης τὸ ἄριστον τὸ ὠμοτριβές, ὅ καὶ ὀμφάκινον (αγουρόλαδο) καλοῦσιν (Περὶ ὕλης ἰατρικῆς Α , βλ. Φ.Ο.Κ 2000). Στους μυκηναϊκούς χρόνους οι παραστάσεις στα κύπελλα του Βαφειού και το εμπορικό αρχείο οικίας στις Μυκήνες αποδεικνύουν ότι η καλλιεργούμενη ελιά και το παραγόμενο από αυτή προϊόν, το λάδι, είχαν πλέον ευρέως διαδοθεί και στον ελλαδικό χώρο, ενώ ο Ηρόδοτος αφήνει να εννοηθεί ότι πριν η καλλιέργειά της ίσως ήταν γνωστή μόνο στην Αττική (V 82, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) Συγκεκριμένα αναφέρει το εξής: Οι κάτοικοι της Επιδαύρου, επειδή υπέφεραν από σιτοδεία, ζήτησαν από την Αθήνα ξύλο καλλιεργούμενης ελιάς, για να κάμουν τα αγάλματα της Δαμίας και της Αὐξίας, θεοτήτων της φύσης, είτε γιατί εκεί οι ελιές ήταν πιο ιερές είτε γιατί εκείνη την εποχή η Αθήνα ήταν η μόνη περιοχή, στην οποία καλλιεργούσαν την ελιά. Το λάδι όμως ως βρώσιμο προϊόν αναφέρεται πολύ αργότερα κατά τους κλασικούς χρόνους από τον Αριστοφάνη (βλ. Ρούσος 1994), γιατί το αποθήκευαν μαζί με άλλα είδη διατροφής: Θεσμοφοριάζουσαι : «..πρὸ τοῦ αὐταῖς ταμιεῦσαι καὶ προαιρούσαις λαβεῖν, ἄλφιτον ἔλαιον, οἶνον, οὐδὲ ταῦτ ἔτι ἔξεστιν». Πλοῦτος 810: «..τὸ φρέαρ ἐλαίου μεστόν.». H αρχαιότερη μαρτυρία για την παρουσία της O. europaea στην Κεφαλονιά έρχεται πάλι από το σπήλαιο της Δράκαινας στον Πόρο, κατοικία ανθρώπων της Ύστερης Νεολιθικής Περιόδου (~ π.χ.). Η ελιά ανιχνεύτηκε κατά την ανάλυση ξυλώδους άνθρακα στα υπολείμματα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων εντός του σπηλαίου (Νtinou and Stratouli in publ.). Οι ελαιώνες της Επτανήσου θεωρούνται από τους σπουδαιότερους της Ελλάδας, ιδίως όσοι φυτεύτηκαν επί Ενετοκρατίας, και αριθμούν ηλικία αρκετών αιώνων (Φυτ. Λεξ. Γενναδίου 1914). Στην Κεφαλονιά (Άσσο, Πουλάτα Σάμης, Καραβόμυλο κ.α.) σώζονται μέχρι σήμερα ελαιόδεντρα, πραγματικά μνημεία της φύσης, των οποίων η περίμετρος του κορμού υπερβαίνει τα 10 m, γεγονός που συνηγορεί για την παλαιότητα του είδους στο νησί. Τα δέντρα αυτά συχνά έχουν και «κοινωνικό» ρόλο και συνδέονται με την τοπική παράδοση, όπως η πολύ γνωστή «ελιά της κουβέντας» στον δρόμο μεταξύ των οικισμών Σβορωνάτα και

345 324 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Ντομάτα. Εκεί συνήθιζαν οι χωρικοί μετά την κοπιώδη εργασία στον κάμπο, πριν ανέβουν στο χωριό, να κάνουν μία «στάση», για να ξεκουραστούν και να συζητήσουν. Στην κοιλάδα της Κρανιάς υπάρχει επίσης ελιά με περίμετρο κορμού περίπου 12 m (Εικ.154). Εικ Η μεγαλύτερη ελιά της Κεφαλονιάς (περίμετρος κορμού 12 m σε απόσταση 20 cm από το έδαφος). Βρίσκεται στην περιοχή της Κρανιάς στο κτήμα Γ. Κουρή. Ο Partsch (1892) ακόμη αναφέρει ότι στην Κύατιν, την αρχαία ακρόπολη της Σάμης στον λόφο των Αγίων Φανέντων και πλησίον της εισόδου «αρχαία ελαία σκιάζει το σεβαστόν τείχος». Σε πρόσφατη επίσκεψή μας στην ακρόπολη των Αγίων Φανέντων αναζητήσαμε την ελιά, που περιγράφει ο Παρτς. Ακριβώς μπροστά στην είσοδο της ακρόπολης εντοπίσαμε το δέντρο της εικόνας 155, το οποίο, κατά την άποψή μας, ανταποκρίνεται στην περιγραφή του Παρτς. Δυστυχώς πολλά από αυτά τα αρχαία δέντρα με την αλλαγή στη χρήση της γης θυσιάζονται, για να αξιοποιηθεί ο χώρος του ελαιώνα με κριτήρια αναπτυξιακά, συνήθως οικιστικά - τουριστικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο κάμπος μεταξύ Μηνιών και Σβορωνάτων, ο οποίος έφερε την ονομασία «Μαύρη». Στον κάμπο αυτό μέχρι και το 1971 υπήρχαν εκτεταμένοι και πυκνοφυτεμένοι ελαιώνες με τόσες πολλές και υπεραιωνόβιες ελιές, ώστε από το ύψος των υπερκείμενων λόφων φαινόταν ως μία έκταση καλυμμένη με σκουρόχρωμη (μαύρη) βλάστηση (πρβλ. Αίνος = Μαύρο βουνό για τον ίδιο λόγο). Μετά το 1971 το μεγαλύτερο τμήμα του κάμπου αυτού απαλλοτριώθηκε, για να κατασκευαστεί το αεροδρόμιο Κεφαλονιάς. Το γεγονός αυτό αποτελεί άλλη μία περίπτωση, που επιβεβαιώνει τη συγκρουσιακή σχέση ανθρώπου και φύσης: ότι οι ανάγκες του εκάστοτε σύγχρονου πολιτισμού κερδίζουν έδαφος σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος.

346 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 325 Εικ Το ανωτέρω υπεραιωνόβιο ελαιόδεντρο παρά την Κύατιν, την ακρόπολη των Αγίων Φανέντων στη Σάμη Κεφαλονιάς, κατά την άποψή μας, είναι η «αρχαία ελαία», που αναφέρει ο Partsch (1892). Ο πελώριος γέρικος κορμός είναι συσσωματωμένος στον βράχο. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι στην Κεφαλονιά κατά τις ανασκαφές Goekoop στους τάφους της Λακκίθρας (Μαρινάτος 1933) βρέθηκαν πήλινοι αρυτήρες, είδος βαθιάς κουτάλας με μακριά διπλή λαβή, κατάλληλης για άντληση υγρών (κρασιού και λαδιού) από βαθύ σκεύος, ίσως πιθάρι (Εικ. 153).

347 326 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Περισσότερες όμως και σαφέστερες πληροφορίες για την ελαιοκαλλιέργεια λόγω συγκεκριμένου αρχαιολογικού υλικού, όπως θα εκθέσουμε στα αμέσως επόμενα, μας δίνει η Κρήτη. Εικ Οι πήλινες κουτάλες (αρυτήρες) από τους τάφους της Λακκίθρας, που βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αργοστολίου, μαρτυρούν την αποθήκευση λαδιού και κρασιού σε πιθάρια. 5α. Ο ρόλος της Κρήτης στην εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας Με την μορφή του ελαιοπαραγωγού καλλιεργούμενου υποείδους η ελιά εισάχθηκε πιθανότατα από τη Συρία στις ΝΑ. ακτές της Μεσογείου. Η καλλιέργειά της λέγεται ότι, άγνωστο από πότε, διαδόθηκε πρώτα στην Αίγυπτο, όπου απεικονίζεται σε μνημεία της ΙΗ Δυναστείας ( π.χ.) ως έμβλημα νίκης των Φαραώ. Από την Αίγυπτο εξαπλώθηκε στη νοτιοανατολική Μεσόγειο με πρώτους αποδέκτες τους Κρήτες, αναφερόμενους ως Kefti, που τη διέδωσαν στα νησιά του Αιγαίου και στον ελλαδικό χώρο. Για τις σχέσεις Κρήτης και Αιγύπτου μαρτυρούν: η σωρεία μινωικών οστράκων και αγγείων πλησίον του Φαγιούμ και της Αβύδου, οι τοιχογραφίες στον τάφο του Ρέχμερε (Εικ. 156), μεγάλου Βεζύρη της Άνω Αιγύπτου και γενικού διευθυντή των Θηβών επί Τούθμωση Γ (18 η Δυναστεία), ο ύμνος των ιερέων του Άμμωνα για τον ανωτέρω Φαραώ και οι επιγραφές στον τάφο του Αμένεμχεμπ ότι η Κρήτη παρείχε στην Αίγυπτο «έλαιον, υφάσματα, βόας, οίνον, ενδύματα, κερασφόρα, λιβανωτόν άρωμα». Σε αιγυπτιακό ιατρικό βιβλίο γίνεται επίσης λόγος για την «βοτάνη των Κεφτί» (Μαρινάτος 1927), η οποία υποθέτουμε ότι δεν είναι άλλη από το γνωστό δίκταμο. Το λάδι και οι ελιές μαζί με φρούτα, κρασί, διάφορες ποικιλίες οσπρίων και δημητριακών, βόδια, λιβανωτό άρωμα, βαφικό κρόκο, πορφύρα και υφάσματα, αποτελούσαν είδος ανταλλακτικού εμπορίου από την Προανακτορική ακόμη περίοδο, (3 η π.χ. χιλιετία) μεταξύ Κρήτης και νησιών του Αιγαίου. Από τους προανακτορικούς οικισμούς Βασιλικής και Μύρτου στην Ιεράπετρα της δυτικής Κρήτης περνούσε ο χερσαίος εμπορικός δρόμος από το Λιβυκό πέλαγος προς τον κόλπο του Μιραμπέλου για το Αιγαίο, τον οποίο χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά των προϊόντων εισαγωγής. Σύμφωνα με τη θεωρία «των ισθμών» του Victor Bérard (στον Πλάτωνα 1970), επειδή η ναυσιπλοΐα την αρχαιότητα ήταν δύσκολη και επικίνδυνη, οι έμποροι προτιμούσαν να συντομεύσουν το ταξίδι μέσω «ισθμών». Τέτοιος ισθμός σχηματίζεται μεταξύ Μύρτου και Μιραμπέλου, που είναι το πιο στενό τμήμα της Κρήτης. Έτσι απέφευγαν τον επικίνδυνο περίπλου της ανατολικής Κρήτης. Εκεί λοιπόν, στον προανακτορικό οικισμό της Μύρτου, το πλησιέστερο σημείο προς την αφρικανική ήπειρο, που ήταν και

348 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 327 σταθμός εισαγωγής προϊόντων, βρέθηκαν σκεύη και εργαλεία για σύνθλιψη ελαιοκάρπου χρονολογούμενα από την 3 η π.χ. χιλιετία. Αυτό συνηγορεί με την εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας από την Αίγυπτο. Μοτίβα με θέμα την ελιά κοσμούν συχνά τις μινωικές τοιχογραφίες και τα αγγεία. (Εικ. 157). Εικ Η εικονιζόμενη τοιχογραφία στον τάφο του Ρέχμερε φέρει την επιγραφή: «Η φιλική άφιξη των προκρίτων των Kefti και των νήσων των εν τω μέσω της θαλάσσης» (στον Μαρινάτο 1927). Εικ Απεικονίσεις κλαδίσκων ελιάς στη μινωική ζωγραφική (στην Κόπακα 2005). Στην Κνωσό επίσης της Προανακτορικής περιόδου οι μεγάλοι σύνθετοι λύχνοι, που ήλθαν στο φως, καθώς και τα ειδικά σκεύη για τη μεταφορά των λυχναριών σε εξωτερικούς χώρους μαρτυρούν ότι τα ανάκτορα είχαν άπλετο φωτισμό με σπάταλη χρήση λαδιού (l.c.). Tα ελαιοπιεστήρια της Νεοανακτορικής περιόδου ( π.χ.), στην Άνω Ζάκρο στην Ανατολική Κρήτη κ.α., το ελαιοπιεστήριο στη Θήρα από πέτρες λάβας (Μ. Ε. Ε. Δρανδάκη, βλ. λήμμα), τα ειδικά πιθάρια αποθήκευσης και μεταφοράς λαδιού, το τριβείο και οι εγκαταστάσεις με τους συλλεκτήρες λαδιού στη Φαιστό του π.χ., οι ψευδόστομοι αμφορείς για τη μεταφορά υγρών προϊόντων (αρωματικού λαδιού και κρασιού), τα απανθρακωμένα λείψανα των ελαιοπυρήνων (Κόπακα 2005), καθώς και η χρήση του ξύλου της ελιάς βεβαιώνουν τη συστηματική καλλιέργεια στην Κρήτη και στα νησιά του Αιγαίου, η οποία κάλυπτε όχι μόνο τις ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού, αλλά και τις εξωτερικές αγορές. Στις ανασκαφές του 1964 στη Ζάκρο της Α. Κρήτης ήλθε στο φως κωνικό αγγείο του 16 ου π.χ. αι., που, όπως με πολλή συγκίνηση περιγράφει ο Γιάννης Σακελλαράκης (2005), «ήταν ξέχειλο από παχιές, κρεατωμένες, κατάμαυρες κρητικές ελιές» άριστα διατηρημένες. Ο Πλάτων (1970) έγραψε τότε

349 328 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ χαρακτηριστικά: «Όταν εξήχθησαν εκ του ύδατος ήσαν ως να συνελέγησαν προσφάτως εκ των δένδρων.ατυχώς ολίγα λεπτά κατόπιν οι καρποί συνερρικνώθησαν με ραγδαιότητα και παρά την εργαστηριακήν επεξεργασίαν δεν κατέστη δυνατόν να επανέλθουν, εν μέρει έστω, εις την αρχικήν των κατάστασιν». Το πρωτοφανές αυτό εύρημα, άγνωστο πώς, διατηρήθηκε επί τρισήμισυ χιλιετίες θαμμένο στη λάσπη ενός κτιστού πηγαδιού σ ένα δωμάτιο του μινωικού ανακτόρου της Ζάκρου. Σήμερα συρρικνωμένο βέβαια από την άμεση επαφή του με τον αέρα, βρίσκεται στο Μουσείο Ηρακλείου (Εικ. 158). Η περιγραφή όμως του καρπού μας οδηγεί πλέον στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για καλλιεργούμενο είδος. Οι Κρήτες λοιπόν έτρωγαν και τις ελιές και το λάδι (Μαρινάτος 1927, Πλάτων 1970, Κόπακα 2005). Εικ Το αγγείο με τις νωπές ελιές από τη Ζάκρο στην ανατολική Κρήτη ηλικίας ετών. Βρίσκεται στο Μουσείο Ηρακλείου. (Φωτ. στον Πλάτωνα Ιστ. Ελ/κού Έθνους τόμ Α). Η εμφάνιση της ελιάς σε μινωικούς σφραγιδoλίθους, καθώς και στη Σαρκοφάγο της Αγίας Τριάδας με τις παραστάσεις θρησκευτικού περιεχομένου, την τοποθετεί μεταξύ των «ιερών δένδρων». Οι απεικονίσεις αυτές βεβαιώνουν ότι, για να «μπει» η ελιά ως στοιχείο λατρείας στη θρησκευτική συνείδηση των κατοίκων της Κρήτης, είχε πολύ αρχαιότερη παρουσία στο νησί από τη χρονολόγηση, που μας δίνουν οι ανασκαφές. Η λάμψη της Κρήτης αποκρυσταλλώθηκε και στους μύθους, που αναφέρονται στην κρητική προέλευση του Μαντείου των Δελφών, των Ολυμπιακών Αγώνων, των Ελευσινίων μυστηρίων, αλλά εκτός αυτών και στην εισαγωγή ή καλλιέργεια βασικών αγαθών στον ελλαδικό χώρο, όπως π.χ.: ο Πλούτος γεννήθηκε στην Κρήτη. Η Αθηνά φέρνει την καλλιέργεια της ελιάς και την υφαντουργία στην Αθήνα από την Κρήτη. Η Δήμητρα την καλλιέργεια του σίτου και άλλων καρπών στην Αττική (Ελευσίνα), στη Σικελία και στην Αίγυπτο από την Κρήτη. Ο Κρόνος φέρνει την καλλιέργεια των δημητριακών στην Ιταλία από την Κρήτη. Οι περισσότεροι θεοί ξεκίνησαν από την Κρήτη να επισκεφθούν διάφορα μέρη της Οικουμένης, για να ευεργετήσουν τους ανθρώπους. Οι μύθοι αυτοί απηχούν σε πανελλήνιο επίπεδο την αντίληψη της ευρείας ακτινοβολίας του μινωικού πολιτισμού, από τα αγαθά του οποίου ωφελήθηκε ο τότε κόσμος (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι: Θησεύς 16 βλ. Φ.Ο.Κ , Διόδωρος Σικελιώτης Ε. 17, Γ. 61, βλ. Φ.Ο.Κ , Κωστάκης 1961, Πλάτων 1970). Έθιμα επίσης των λαών, που κατοικούν γύρω από τη Μεσόγειο, έχουν μινωική προέλευση, όπως οι αναίμακτες ταυροπαιδιές της νότιας Γαλλίας, οι

350 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 329 ταυρομαχίες της Ισπανίας και το κυνηγητό των ταύρων στους δρόμους της πόλης. Τα κατάλοιπα αυτά των κρητικών ταυροκαθαψίων αποδεικνύουν το βεληνεκές της πολιτιστικής μινωικής επίδρασης στη Μεσόγειο, που το δικαιολογεί μόνο μια μακρόχρονη παρουσία των Κρητών (Αλεξίου 1957, Πλάτων 1970). 5β. Η ελιά στον Όμηρο Στα Ιόνια Νησιά, όπως προαναφέραμε, πιθανόν η ελαιοκαλλιέργεια να ήλθε πολύ ενωρίτερα από την ηπειρωτική Ελλάδα (βλ. ενότητα 5). Στην Ιλιάδα δεν υπάρχουν πολλές αναφορές για την ελιά. Από τη στιγμή όμως, που ο Οδυσσέας θα βρεθεί στον χώρο του Ιονίου, ο Όμηρος κάνει συχνά λόγο για το ίδιο το δέντρο. Αυτό σημαίνει ότι η ελιά αποτελεί ήδη από την εποχή του ποιητή σημαντικό χαρακτηριστικό της βλάστησης των Ιονίων Νήσων. Ο Όμηρος επίσης στην Οδύσσεια (ε ) διαχωρίζει την ήμερη από την άγρια ελιά, αλλά γνωρίζει ακόμα και για τον εμβολιασμό (κέντρωμα) της ήμερης ελιάς σε υποκείμενο αυτοφυούς αγριελιάς. Διαφορετικά δεν ερμηνεύεται ότι στη χώρα των Φαιάκων ο Οδυσσέας ξάπλωσε στο δάσος κάτω από δύο δένδρα, ελιάς (ἐλαίης) και αγριελιάς (φυλίης), που φύτρωναν από την ίδια ρίζα! (ε : «δοιοὺς δ ἄρ ὑπήλυθε θάμνους / ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας ὁ μὲν φυλίης, ὁ δ ἐλαίης»). Ο ήρωας τις θαυμάζει επίσης στον κήπο του Αλκινόου περιγράφοντάς τες πανύψηλες (Οδ. η : «καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι») αλλά και στην Ιλιάδα (Ρ 53 58: «οἷον δὲ τρέφει ἔρνος ἀνὴρ ἐριθηλὲς ἐλαίης»). Κατά την επιστροφή του στην Ιθάκη ο Οδυσσέας αντικρίζει το λιμάνι του Φόρκυνα, στην είσοδο του οποίου διακρίνεται από μακριά η πανύψηλη ιερή ελιά. Εκεί, καθισμένος στη ρίζα της μαζί με την Παλλάδα, σχεδιάζει τον φόνο των μνηστήρων (ν 102, 346: «ἐπὶ κρατὸς λιμένος τανύφυλλος ἐλαίη», ν 372: «τὼ δὲ καθεζομένω ἱερῆς παρὰ πυθμέν ἐλαίης»). Στα έπη αναφέρεται επίσης η χρήση του ξύλου της για την κατασκευή όπλων (πέλεκυς Πισάνδρου, ρόπαλο Πολύφημου), εξαρτημάτων και επίπλων. Ο ίδιος ο Οδυσσέας είχε κατασκευάσει το νυφικό του κρεβάτι από ξύλο ελιάς (Ιλ. Ν 612: «ἐλαΐνῳ ἀμφὶ πελέκκῳ», Οδ.: ι 320: «Κύκλωπος γὰρ ἔκειτο μέγα ρόπαλον παρὰ σηκῷ / χλωρὸν ἐλαΐνεον». ι 394: «ὣς τοῦ σίζ ὀφθαλμὸς ἐλαϊνέῳ περὶ μοχλῷ»,/ ε 236: «στειλειὸν περικαλλὲς ἐλάϊνον» και ψ190 με την κατασκευή του κρεβατιού: «θάμνος ἔφυ τανύφυλλος ἐλαίης ἕρκεος ἐντός.»). Οι συχνές αναφορές του Ομήρου και ο τελετουργικός τρόπος της χρήσης του λαδιού σε επαλείψεις σώματος μετά από λουτρό σημαίνουν ότι στην εποχή του ποιητή το προϊόν ήταν σπάνιο και πολύτιμο και το χρησιμοποιούσαν μόνο για τις καλλυντικές και θεραπευτικές του ιδιότητες, ίσως και για αδιαβροχοποίηση των λινών υφασμάτων (Ιλ.: Κ 577: «τὼ δὲ λοεσσαμένω καὶ ἀλειψαμένω λίπ ἐλαίῳ». Ξ 171: «ἀλείψατο λίπ ἐλαίῳ». Σ 350: «καὶ τότε δὴ λοῦσάν τε καὶ ἤλειψαν λίπ ἐλαίῳ». Ψ 154: «Εὐρυνόμη ταμίη λουσέν τε καὶ χρῖσεν ἐλαίῳ». Ψ 186: «ῥοδόεντι δὲ χρῖεν ἐλαίῳ». Οδύσ.: β 339: «ἐσθὴς τ ἐν χηλοῖσιν ἅλις τ εὐῶδες ἔλαιον». ζ 79: «δῶκεν δὲ χρυσέῃ ἐν ληκύθῳ ὑγρὸν ἔλαιον». ζ 96: «αἱ δὲ λοεσσάμεναι καὶ χρισάμεναι λίπ ἐλαίῳ». ζ 214: «δῶκαν δὲ χρυσέῃ ἐν ληκύθῳ ὑγρὸν ἔλαιον» και 505 «ἐπεὶ νίψεν τε καὶ ἤλειψεν λίπ ἐλαίῳ». η : «αἱ

351 330 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ δ ἱστοὺς ὑφόωσι καὶ ἠλάκατα στρωφῶσιν / ἥμεναι, οἷά τε φύλλα μακεδνῆς αἰγείροιο / καιροσέων δ ὀθονέων ἀπολείβεται ὑγρὸν ἔλαιον»). Δεν αναφέρεται πουθενά στα έπη η χρήση του λαδιού για άλλο σκοπό, όπως για φαγητό ή φωτισμό. Όταν σκοτεινιάζει, το παλάτι του Οδυσσέα φωτίζεται μόνο με αναρτημένους πυρσούς, με δαδιά και με φωτιά από ξερά ξύλα στην εστία, την οποία συδαυλίζουν εκ περιτροπής οι δούλες (σ : «Οἱ δὲ (οι μνηστήρες) μένον δ ἐπὶ ἕσπερον ἐλθεῖν. / Τοῖσι δὲ τερπομένοισι μέλας ἐπὶ ἕσπερος ἦλθεν. / Αὐτίκα λαμπτῆρας τρεῖς ἵστασαν ἐν μεγάροισιν, / ὄφρα φαείνοιεν περὶ δὲ ξύλα κάγκανα θῆκαν, / αὖα πάλαι, περίκηλα, νέον κεκεασμένον χαλκῷ, / καὶ δαΐδας μετέμισγον ἀμοιβηδὶς δ ἀνέφαινον / δμωαὶ Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος...»).το ίδιο συμβαίνει και στο ανάκτορο του Αλκινόου (η ). Η διακοπή της χρήσης των λύχνων, που διαπιστώνεται κατά τους σκοτεινούς χρόνους του αρχαϊκού Μεσαίωνα στην Ελλάδα (Μ.Ε.Ε. Δρανδάκη, βλ. λήμμα) και εξακολουθεί στην εποχή του Ομήρου, είναι αποτέλεσμα της έλλειψης του προϊόντος. Το φαινόμενο εντάσσεται στα γενικότερα πλαίσια κατάρρευσης της οικονομίας των μυκηναϊκών κέντρων λόγω της μετακίνησης των ελληνικών φύλων και της καταστροφής της υπαίθρου. Εκτός αυτού η βασική ελαιοπαραγωγός της εποχής, η Κρήτη, μετά την καταστροφή από το ηφαίστειο της Θήρας, που ασφαλώς δεν έπληξε μόνο τα ανάκτορα, αλλά και τη γεωργική της παραγωγή, πλήττεται για δεύτερη φορά (Μαρινάτος & Χίρμερ 1959). Αλλά και η ελληνική ύπαιθρος ερημώνεται από τις πολεμικές συρράξεις κατά τη διάρκεια της καθόδου των Δωριέων (1.100 π.χ.), που τη μετέτρεψαν σε πεδίο μάχης. Οι ελαιώνες, όπως και άλλες φυτείες, καταστρέφονται από τις συχνές και εμπόλεμες μετακινήσεις. Για να καλύψουν την έλλειψη, έκαναν εισαγωγή σουσαμέλαιου από τη Μ. Ασία. Το λιγοστό λάδι, που έβγαζε η Στερεά το αρωμάτιζαν και το χρησιμοποιούσαν ως «καλλυντικό», για να μη σκάζει το δέρμα κάτω από τον ζεστό ήλιο και τη θάλασσα της Μεσογείου (Σταύρου 2001). Μετά την αναταραχή της καθόδου Δωριέων η αποκατάσταση μιας σχετικής ηρεμίας στην ύπαιθρο βαθμιαία οδήγησε στην ανάπτυξη της ελαιοκαλλιέργειας. Ο χρόνος αυτός λογικά τοποθετείται μετά την έναρξη της πρώτης χιλιετίας και επισημαίνουμε ότι συμπίπτει με τον χρόνο, που πιστοποιείται από τις γυρεολογικές έρευνες Γερασιμίδη (1995) για την ανάπτυξη της ελαιοκαλλιέργειας στην Αργολίδα (Λέρνα) και στη Θεσσαλία, περιοχές, όπου κατά την αρχαιότητα υπήρχαν μυκηναϊκά κέντρα. Η προσαρμοστικότητα της ελιάς σε φτωχά εδάφη και οι λιγοστές καλλιεργητικές απαιτήσεις σύντομα την κατέστησαν ως ένα από τα πλέον διαδεδομένα οπωροφόρα δέντρα στην Ελλάδα. Η αξία και η ιερότητα του δέντρου αποτυπώνεται διαχρονικά στη θρησκευτική λατρεία από τη μινωική Κρήτη μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Όλος δε ο κύκλος της ελιάς, από τη φύτευση, τη συγκομιδή και την έκθλιψη του ελαιοκάρπου μέχρι να φθάσει το λάδι στο τραπέζι, είναι αναπόσπαστα δεμένος με το ελληνικό τοπίο, την αγροτική ζωή, τις αρχαίες μνήμες, τη λαϊκή και τη θρησκευτική μας παράδοση από αρχαιοτάτων χρόνων, είτε αυτή αφορούσε στην αρχαία λατρεία είτε στη χριστιανική. Το λάδι, απαραίτητο συστατικό για την παρασκευή αλοιφών, καταπλασμάτων και λοιπών φαρμακευτικών σκευασμάτων, είχε ευρύτατη χρήση στην ιατρική της αρχαιότητας (Βαρέλλα & Μαυρόπουλος

352 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά ). Ανέκαθεν επίσης υπήρξε στοιχείο έμπνευσης και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι μετά παρέλευση τόσων χιλιετιών διατηρείται ακόμη σε πολλά μέρη της Ελλάδας ο παραδοσιακός τρόπος συγκομιδής του ελαιοκάρπου με ραβδισμό ή με το χέρι (Εικ. 159). Με την πάροδο του χρόνου η ελιά κατέκτησε μία από τις πρώτες θέσεις μεταξύ των ελληνικών προϊόντων. Ο καρπός και το λάδι αποτελούν βασικά στοιχεία της ελληνικής δίαιτας μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Εικ Συγκομιδή ελαιοκάρπου σε μελανόμορφο αμφορέα του στ π.χ. αι. Βρετανικό Μουσείο. (Φωτ. στον Πετρόπουλο Ιστορία Ελληνικού Έθνους τόμ. Β. 5γ. Η εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας στον Ιόνιο χώρο και η σχέση Κεφαλονιάς και Κρήτης στους προϊστορικούς χρόνους Ποιοι παράγοντες συντέλεσαν στην πρώιμη εμφάνιση της ελαιοκαλλιέργειας στο Ιόνιο συγκριτικά με την υπόλοιπη Ελλάδα; Η μεταφορά από Έλληνες αποίκους πρέπει να αποκλειστεί κατά τη γνώμη μας, γιατί το αποικιακό ρεύμα μετέφερε το είδος στη Δ. Μεσόγειο πολύ αργότερα, όταν πλέον η καλλιέργεια είχε διαδοθεί στις μητροπόλεις της υπόλοιπης Ελλάδας. Αποκλείουμε επίσης το ενδεχόμενο η καλλιέργεια να έχει διαδοθεί από τους Φοίνικες, όπως αρχικά πιστευόταν, για τους εξής λόγους: α) γιατί οι Κρήτες εμπορεύονταν το λάδι από την 3 η χιλιετία και β) οι βρώσιμοι καρποί ελιάς, που βρέθηκαν στις ανασκαφές του Ζάκρου από τον Γιάννη Σακελλαράκη είναι ηλικίας ετών (Σακελλαράκης 2005), ενώ οι Φοίνικες εμφανίζονται

353 332 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ στην Κρήτη περί το π.χ. (Τσιτσίλιας 1993) και κατ άλλους κυριαρχούν στη Μεσόγειο όχι ενωρίτερα του π.χ., όταν πλέον είχε εκπνεύσει η δύναμη της Κρήτης (Κωστάκης 1961). Αναθεωρείται πλέον η άποψη ότι οι Φοίνικες ήταν οι πρώτοι αποικιστές και φορείς πολιτισμού στην Ελλάδα και αποδεικνύεται ότι μόνον προς το τέλος της Κρητικής περιόδου εμφανίζονται να διαπλέουν τις θάλασσες ως ναυτικοί και έμποροι (Ξανθουδίδης 1909, Μαρινάτος 1927). Ο Ζώης (1996) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η πανταχού παρουσία των Φοινίκων στην εποχή ακμής του μυκηναϊκού πολιτισμού εμφανίζεται σε πολλούς ερευνητές ως απολύτως αυτονόητη την ώρα που, όπως γνωρίζομεν σήμερα, οι Φοίνικες δεν υπήρχαν ακόμη ούτε ως έμβρυον στην κοιλιά της Ιστορίας». Η ανασκαφή επίσης στα Κύθηρα απεκάλυψε μινωικό ιερό κορυφής χρονολογούμενο πριν από χρόνια, ενώ οι Φοίνικες φαίνεται να ίδρυσαν εκεί εμπορική αποικία πολύ αργότερα (Σακελλαράκης 1997, Κουνενάκη 1997). Κατά τη δική μας άποψη η εμφάνιση της καλλιεργούμενης ελιάς στον Ιόνιο χώρο οφείλεται στους Κρήτες. Η πρώιμη διάδοσή της στα Ιόνια Νησιά σημαίνει ότι ακολούθησε τον θαλάσσιο δρόμο από το Αιγαίο. Η εμμονή του Ομήρου να αναφέρεται σε αυτήν συσχετίζοντάς την με την περιοχή του Ιονίου και να περιγράφει με ακρίβεια τη συνύπαρξη του καλλιεργούμενου είδους (ελαία) με την αυτοφυή (φυλία) στο δάσος των Φαιάκων είναι μία σημαντική μαρτυρία, που απηχεί τόσο την ελλιπή ή σπάνια παρουσία της εξημερωμένης ελιάς στη δική του εποχή, όσο και το προβάδισμα του Ιονίου στην καλλιέργειά της σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο βασιλιάς των Φαιάκων Αλκίνοος ομολογεί ότι οι Φαίακες δεν κατοικούσαν πάντοτε στη Σχερία. Με επί κεφαλής τον Ναυσίθοο ήλθαν από την Υπέρεια, χώρα μακρινή, γειτονική των Κυκλώπων. Μετά την εγκατάσταση ο Ναυσίθοος τείχισε την πόλη, έχτισε ναούς και μοίρασε τη γη στους αποίκους. (Οδ. ζ 2 10: «Φαιήκων / οἳ πρὶν μέν ποτε ναῖον ἐν εὐρυχόρῳ Ὑπερείῃ, / ἀγχοῦ Κυκλώπων / ἔνθεν ἀναστήσας ἄγε Ναυσίθοος θεοειδής, / εἷσεν δὲ Σχερίῃ.../ ἀμφὶ δὲ τεῖχος ἔλασσε πόλει, καὶ ἐδείματο οἴκους, / καὶ νηούς ποίησε θεῶν, καὶ ἐδάσσατ ἀρούρας». Από το όνομά του οικιστή (Ναυσίθοος < ναυς+ θέω= αυτός που ταξιδεύει γρήγορα, ο γοργοτάξιδος, αυτός που κυβερνά γρήγορο πλοίο) αντιλαμβανόμαστε ότι και η πρώτη τους πατρίδα ήταν χώρα με θαλασσινή εμπειρία. Πού αλλού λοιπόν θα καταλήξουμε από το ότι ο λαός, που εποίκισε τη Σχερία σε μεγάλο βάθος χρόνου, έμπειρος περί τα ναυτικά, προερχόμενος από χώρα μακρινή πέραν του Ιονίου, λαός που γνώριζε την καλλιέργεια της ελιάς, δεν ήταν οι Κρήτες; Αιγύπτιοι και Φοίνικες αποκλείονται, γιατί ο Όμηρος τους γνώριζε και θα τους ανέφερε. Οι χώρες των επών δεν ταυτίζονται πάντοτε με τις γεωγραφικά γνωστές. Συχνά στα σχόλια των Ομηριστών χαρακτηρίζονται ως χώρες μυθικές. Η λήθη του χρόνου επηρεάζει αρνητικά την προφορική παράδοση και κάνει αλλαγές, που δεν ανταποκρίνονται πάντοτε στην πραγματικότητα. Εκείνο που συμβαίνει δυστυχώς είναι ότι με τον χαρακτηρισμό του μυθικού απορρίπτονται ή παραβλέπονται πραγματικά στοιχεία, τα οποία δεν είναι εκ πρώτης όψεως ορατά ή αντιληπτά. Εδώ όμως δεν θα μας απασχολήσει αν η Υπέρεια ήταν χώρα μυθική ή όχι. Αυτό που έχει σημασία είναι η πληροφορία ότι οι Φαίακες είναι άποικοι. Ο

354 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 333 Όμηρος δεν είχε κανένα λόγο να βάλει στη διήγηση του Αλκινόου αυτή τη λεπτομέρεια, η οποία δεν παίζει κανένα ρόλο στην πλοκή και στην οικονομία του έργου. Πιστεύουμε ότι ειπώθηκε, γιατί υπολάνθανε μνήμη του πραγματικού γεγονότος, δηλ. του αποικισμού και της εγκατάστασης Κρητών. Οι Φαίακες, όπως προκύπτει από την περιγραφή των κοινωνικών και πολιτιστικών στοιχείων στην Οδύσσεια ήταν λαός με μινωικά χαρακτηριστικά. Ο λαός αυτός φαίνεται ότι συνήθιζε να μπολιάζει τις αγριλιές, όπου τις εύρισκε να φύονται από μόνες τους, σε λόγγους ή σε βουνά. Γι αυτό και το συγκεκριμένο ελαιόδεντρο της χώρας των Φαιάκων, κάτω από τη σκιά του οποίου ξάπλωσε ο Οδυσσέας, ήταν μέσα στο δάσος και όχι σε καλλιεργούμενο αγρό ή ελαιώνα. Στον κορμό του ίδιου δέντρου λοιπόν είχε βλαστήσει το «μπόλι» της ήμερης, ενώ παράλληλα είχε διατηρηθεί ή είχε ξαναβλαστήσει από άλλο σημείο του ίδιου κορμού η αυτοφυής «αγριλιά». Η συνήθεια να μπολιάζουν τα αγρίλια μέσα στο λόγγο ίσχυε μέχρι πρό τινος και στην Κεφαλονιά και στην Κρήτη, περιστασιακά δε εφαρμόζεται ακόμα και σήμερα (βλ. κεφ. ΧΙ 2γ). Η γνώση αυτή, που εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι κατέχουν οι Φαίακες, υποδηλώνει ότι προέρχεται από την Κρήτη, η οποία καταναλώνει άφθονο λάδι, όταν αυτό είναι δυσεύρετο στην άλλη Ελλάδα. Οι κοινωνίες Φαιάκων και Κρητών αναφέραμε ήδη ότι εμφανίζουν κοινά στοιχεία. Είναι κοινωνίες μητριαρχικές. Η γυναίκα σε αυτές κατέχει εξέχουσα θέση. Όταν ο Οδυσσέας έφθασε στο παλάτι του Αλκινόου κατά συμβουλή της Ναυσικάς θα προσκυνήσει πρώτα την Αρήτη και μετά τον Αλκίνοο (ζ : «..τὸν παραμειψάμενος μητρὸς ποτὶ γούνασι χεῖρας / βάλλειν ἡμετέρης..» και η : «..ἀμφὶ δ ἄρ Ἀρήτης βάλε γούνασι χεῖρας Ὀδυσσεύς..»). Παρόμοια περιγραφή κάνει και ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στα Αργοναυτικά (Δ1013, βλ. Φ.Ο.Κ.1999). Όταν η Μήδεια κατέφυγε στην Αυλή των Φαιάκων, προσέπεσε στα γόνατα της Αρήτης ικετεύοντας να μη την παραδώσει στους Κόλχους: «Ἀρήτης γούνων ἀλόχου θίγεν Ἀλκινόοιο. Γουνοῦμαι, βασίλεια σύ δ ἵλαθι, μηδέ με Κόλχοις ἐκδώῃς». Στην Κρήτη η γυναικεία θεότητα δεσπόζει στις λατρευτικές σκηνές, που απεικονίζονται στους μινωικούς σφραγιδολίθους και δακτυλιολίθους, όπως και στις τοιχογραφίες. Οι γυναίκες συμμετείχαν στα ταυροκαθάψια και κατά μαρτυρία του Πλουτάρχου παρακολουθούσαν τους αγώνες: «ἔθους δ ὄντος ἐν Κρήτῃ θεᾶσθαι καὶ τὰς γυναῖκας» (Θησεύς 19, βλ. Φ.Ο.Κ. 1997), ενώ κάτι τέτοιο απαγορευόταν στην Ελλάδα. Ο ίδιος αναφέρει ότι οι Κρήτες χρησιμοποιούσαν για τον τόπο τους τη λέξη μητρίδα και όχι πατρίδα: «..ἡ δὲ πατρὶς καὶ μητρὶς ὡς Κρῆτες καλοῦσι» (Ἠθικά: Εἰ πρεσβυτέρῳ πολιτεύειν: Ε, βλ. Φ.Ο.Κ. 1995). O Ηρόδοτος (I, 173, βλ. Φ.Ο.Κ. 1994) μας πληροφορεί επίσης ότι οι Λύκιοι της Μ. Ασίας, οι οποίοι ήταν Κρήτες μετανάστες, μεταξύ των άλλων κρητικών εθίμων, που διέσωσαν, ήταν και το ότι έφεραν το όνομα της μητέρας και όχι του πατέρα: «Οἱ δὲ Λύκιοι ἐκ Κρήτης τὠρχαῖον γεγόνασιν καλέουσιν ἀπὸ τῶν μητέρων ἑωυτοὺς καὶ οὐχὶ ἀπὸ τῶν πατέρων». Το αυτό βεβαιώνει και ο Πλάτων στην Πολιτεία (575 D, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992): «καὶ ὑπὸ τούτοις δουλεύουσαν τὴν πάλαι φίλην μητρίδα τε, Κρῆτές φασι, καὶ πατρίδα ἕξει τε καὶ θρέψει».

355 334 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Η σχέση Κερκύρας και Κρήτης εκτός από την εξέχουσα μορφή της βασίλισσας Αρήτης στην κοινωνική ιεραρχία των Φαιάκων ανιχνεύεται επίσης στα λαϊκά σχέδια και μοτίβα, που υπάρχουν στα χρυσοκέντητα κερκυραϊκά γιλέκα. Είναι πανομοιότυπα με διακοσμητικό σχέδιο σε αγγείο του π.χ. κατά τις ανασκαφές του Γ. Σακελλαράκη στις Αρχάνες της Κρήτης. Κατά την άποψή μας ακόμα και ο χορός των παληκαριών προς τιμήν του Οδυσσέα στην Αυλή του Αλκινόου θυμίζει τον κρητικό πεντοζάλη. Οι νεαροί, αλλά έμπειροι και γυμνασμένοι χορευτές, χτυπούσαν με τα πόδια τους τη γη χορεύοντας θείο χορό. Ο Οδυσσέας παρακολουθεί έκθαμβος τις γρήγορες, τρεμουλιαστές κινήσεις των ποδιών, που κυριολεκτικά πετούσαν αστραπές (Οδ. θ : «..ὁ δ ἔπειτα κί ἐς μέσον ἀμφὶ δὲ κοῦροι / πρωθῆβαι ἵσταντο, δαήμονες ὀρχηθμοῖο, / πέπληγον δὲ χορὸν θεῖον ποσὶν. Αυτὰρ Οδυσσεὺς / μαρμαρυγὰς θηεῖτο ποδῶν, θαύμαζε δὲ θυμῷ»). Δεν αναφέρεται εάν οι χορευτές φορούσαν ειδική ενδυμασία, κνημίδες ή κάποιο είδος υποδήματος. Αυτός όμως ο γρήγορος ανδρικός χορός με χτυπήματα των ποδιών και πηδήματα στον αέρα δεν θα μπορούσε να εκτελεστεί με γυμνά πέλματα και χωρίς προστασία του μεταταρσίου και της κνήμης, όπως συμβαίνει με τους σύγχρονους λαϊκούς χορευτές, που φορούν κάποιο είδος μπότας. Στην Κρήτη λέγονται στιβάνια. Θεωρούμε πιθανό οι νεαροί Φαίακες να φορούσαν ειδικά υποδήματα ή κεντητή κνημίδα, της οποίας η λάμψη προσέθετε στη μαρμαρυγή των ποδιών. Αυτή η περιγραφή και μόνον της ταχύτατης κίνησης των ποδιών στον αέρα, που το μάτι δυσκολεύεται να παρακολουθήσει, μας παραπέμπει κατ ευθείαν στον κρητικό «πεντοζάλη». Στον «Αλέξη Ζορμπά» ο Καζαντζάκης (1974) γράφει για τον χορευτή του πεντοζάλη: «Χύθηκε στο χορό, χτυπούσε τα παλαμάκια, πηδούσε, στρουφογύριζε στον αγέρα, έπεφτε κάτω με λυγισμένα γόνατα κι αντιπηδούσε ανάερα καθιστός, σα λάστιχο. Άξαφνα τινάζουνταν πάλι αψηλά στον αγέρα, σαν να τό χε βάλει πείσμα να νικήσει τους μεγάλους νόμους, να κάνει φτερά και να φύγει». Πραγματικά όμως εντυπωσιάζει το γεγονός, όταν μετά από χιλιετίες και η λαϊκή μούσα δίνει σε μία κρητική μαντινάδα την περιγραφή του πεντοζάλη με τα ίδια ακριβώς λόγια του Ομήρου: Τσ άντρες απού χουνε φτερά, μπουρμά, μπάλες δεν τζι περνούνε Γιατί χουνε στα πόδια ντους φτερούγες και πετούνε (Τόσκα-Καμπά: 1991). Η ταύτιση των στοιχείων στις τρεις διαχρονικές περιγραφές, μας οδηγεί στη λογική διαπίστωση ότι: για να δίνουν την ίδια περιγραφή άνθρωποι τριών διαφορετικών εποχών από δύο διαφορετικούς κόσμους, σημαίνει ότι βλέπουν το ίδιο πράγμα. Συνδέοντας λοιπόν τους Φαίακες με τους Κρήτες ερμηνεύουμε ότι η γνώση του εμβολιασμού της ελιάς στη χώρα του Αλκινόου, επομένως και η καλλιέργειά της, προήλθε από την Κρήτη. Από τον ίδιο δρόμο πιστεύουμε ότι έφθασε και στην Κεφαλονιά, η οποία βρίσκεται νοτιότερα στο Ιόνιο από την Κέρκυρα (Σχερία). Υπάρχουν ενδείξεις ότι και οι Τάφιοι, οι πρώτοι επώνυμοι κάτοικοι της Κεφαλονιάς, ναυτικός λαός, που ασκώντας εμπόριο και πειρατεία τρομοκρατούσαν με τη φήμη τους και τις πέραν του Ιονίου περιοχές και προϋπήρχαν του Οδυσσειακού κράτους, ήταν κρητικής καταγωγής (Ευθυμιάτου- Κατσούνη: Ανιχνεύοντας την αρχαία λατρεία στην Κεφαλονιά, υπό έκδοση).

356 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 335 5δ. Κεφαλονιά και Κρήτες. Παρατηρήσεις και συμπεράσματα Θεωρήσαμε αναγκαία την αναφορά μας στις σχέσεις Φαιάκων και Κρήτης, επειδή η Σχερία ταυτίζεται με την μετέπειτα Κέρκυρα ή Δρεπάνη. Οι λέξεις Σχερία και Κέρκυρα κατά τον Θωμόπουλο (1912) είναι συνώνυμες, προερχόμενες από πελασγική ρίζα. Μεταφράζονται ως δρεπάνη λόγω του σχήματος της Κερκύρας, που θυμίζει δρέπανο (πρβλ. αρχαία αλβανική κερτsίj = τέμνω, κόπτω, μετοχ. κέρτσsρε, κερτśρι =κομμένο κλαδί, πρβλ. ελληνικά κούτσουρο). Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος (Αργοναυτικά: Δ , βλ. Φ.Ο.Κ. 1999) αναφέρει ότι η νήσος Δρεπάνη, η οποία ονομάστηκε έτσι από το σχήμα της, βρίσκεται στην Κεραυνία θάλασσα (σημ. μεταξύ Αλβανίας και Οτράντο στην είσοδο της Αδριατικής) και είναι η τροφός των Φαιάκων. Τη συσχετίζει δε με τον ακρωτηριασμό του Ουρανού, γιατί ο Κρόνος, αφού τον ακρωτηρίασε με δρέπανο, έριξε τα κομμένο μέλος του εκεί, στη θάλασσα. Η Κεφαλονιά βρίσκεται στο μέσον του θαλάσσιου δρόμου μεταξύ Κερκύρας και Κυθήρων, στα οποία οι ανασκαφές Σακελλαράκη αποκάλυψαν ασύλητο μινωικό Ιερό Κορυφής χρονολογούμενο χρόνια πριν από σήμερα. (Σακελλαράκης 1997, Κουνενάκη 1997). Επομένως ο θαλάσσιος πλους από την Κρήτη στην Κέρκυρα λόγω την συνθηκών της εποχής αναγκαστικά περνάει από τους ενδιάμεσους σταθμούς, Κεφαλονιά και Ιθάκη. Αλλά και το θρυλούμενο ταξίδι του Μίνωα στη Σικελία δεν ακολούθησε υποχρεωτικά την ακτοπλοϊκή βορεινή πορεία με κατεύθυνση πρώτα την Κέρκυρα και στη συνέχεια την Κάτω Ιταλία και Σικελία. Για έμπειρους ναυτικούς, όπως οι Κρήτες, ο πανύψηλος Αίνος, που χανόταν στην Ανατολή, όταν εμφανιζόταν στον δυτικό ορίζοντα η κορυφή της Αίτνας, ήταν τα σίγουρα και ασφαλή σημάδια της ναυτικής πορείας. Οπωσδήποτε και στις δύο περιπτώσεις η Κεφαλονιά ήταν ενδιάμεσος σταθμός. Εάν δεν υπήρχε το επεισόδιο με τον Αλκιβιάδη, που δραπέτευσε πλέοντας από τους Θουρίους της Ιταλίας κατ ευθείαν προς στην Κυλλήνη, δεν θα υπήρχε γραπτή μαρτυρία γι αυτόν τον σύντομο θαλάσσιο δρόμο, στη μέση του οποίου βρίσκεται η Κεφαλονιά. Παράλληλα λοιπόν με την ακτοπλοΐα έχουμε και τον κατ ευθείαν πλου από και προς δυσμάς ακόμα και στις πολεμικές επιχειρήσεις (Θουκυδίδης ΣΤ, 61 και 88, βλ. Φ.Ο.Κ 1994: «κατ εὐθεῖαν ἐκ Θουρίων τῆς Ἰταλίας εἰς Κυλλήνην τῆς Ἤλιδος ἔπλευσεν ὁ Ἀλκιβιάδης»). Ο κατ ευθείαν πλους από την Ελλάδα στη Σικελία λοιπόν όχι μόνον δεν ήταν άγνωστος, αλλά ήταν ο κυρίως εμπορικός δρόμος, που χρησιμοποιούσαν οι ισχυρές οικονομικά πόλεις, όπως η Κόρινθος, για την επικοινωνία της με την ακμαία αποικία της, τις Συρακούσες. Ένα καλό πλοίο με ευνοϊκό καιρό και με ταχύτητα 5-6 μιλίων θα μπορούσε μέσα σε δύο τρεις μέρες περίπου να καλύψει την απόσταση μεταξύ Κεφαλονιάς και Συρακουσών (Σουρής 1976). Ο Partsch (1892) σχολιάζει ότι θα αδικούσαμε τους πλοιάρχους των εμπορικών πλοίων, εάν δεχόμαστε ότι, αν και πολύ εμπειρότεροι, προτιμούσαν τη μακριά ακτοπλοΐα για τη Σικελία μέσω Κερκύρας, αντί της σύντομης ευθείας οδού. Έστω κι αν δεν υπήρχε η ανάλογη μαρτυρία στον Θουκυδίδη, η κατ ευθείαν θαλάσσια επικοινωνία Ελλάδας - Σικελίας με ενδιάμεση την Κεφαλονιά θα έπρεπε να θεωρηθεί ως αυτονόητη.

357 336 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Είναι εξακριβωμένο ότι στην Ιστορία της ανθρωπότητας τα ταξίδια των μεγάλων αποστάσεων δεν ήταν ούτε σπάνια ούτε αδύνατα. Οι πρωτόγονοι κάτοικοι της Πολυνησίας πραγματοποιούσαν ταξίδια μεγάλων αποστάσεων. Η Αυστραλία αποικίστηκε πριν από χρόνια από ανθρώπους, που είχαν διαπλεύσει εκατοντάδες μίλια σε ανοιχτή θάλασσα (Σάμψων 2007). Φαίνεται ότι οι άνθρωποι, που ζούσαν σε νησιωτικές περιοχές, εξοικειώθηκαν ενωρίς με τη θάλασσα λόγω της αλιείας, που αποτελούσε βασική πηγή διατροφής. Στο σπήλαιο του Κύκλωπα στα Γιούρα τα ευρήματα αποδεικνύουν ότι ο μεσολιθικός άνθρωπος των Β. Σποράδων ήταν δεινότατος ψαράς, ο οποίος είχε αποκτήσει εμπειρία και ειδίκευση στη ναυσιπλοΐα στον χώρο αυτό του Αιγαίου, που θεωρείται δύσκολος και επικίνδυνος λόγω θαλάσσιων ρευμάτων και καιρικών συνθηκών. Και εφ όσον οι πρωτόγονοι αυτοί άνθρωποι είχαν γνώσεις και τεχνικές, που επέτρεπαν πολυήμερα ταξίδια μακριά από τη στεριά, πρέπει να θεωρήσουμε ότι κάτι παρόμοιο ήταν απόλυτα εφικτό μετά από χιλιετίες για τους πολιτισμένους και έμπειρους στη ναυσιπλοΐα Κρήτες. Οι ανασκαφές Σακελλαράκη (1997) στα Κύθηρα βεβαιώνουν την πρώιμη παρουσία των Κρητών στη θαλάσσια περιοχή, μεταξύ Ιονίου, Κρητικού και Αγαίου πελάγους και μας προϊδεάζουν για το επόμενο βήμα των Κρητών στο Ιόνιο. Όμως οι επαφές της Κεφαλονιάς με το Αιγαίο υπήρχαν ήδη από την Ύστερη νεολιθική Περίοδο, όπως απέδειξαν και τα ευρήματα του σπηλαίου της Δράκαινας στον Πόρο (Στρατούλη 2007). Ειδικότερα: Κεφαλονιά και Κρήτη, αν και απέχουν πολύ η μία από την άλλη, εμφανίζουν πολλά κοινά στοιχεία. Ως απόδειξη των δεσμών αυτών επικαλούμαστε τα δεδομένα των ανασκαφών Goekoop στη Λακκίθρα, τα αποτελέσματα των οποίων δημοσιεύθηκαν το 1932 (Μαρινάτος 1933). Τα στοιχεία, που ήρθαν στο φως, ενισχύουν τη θεωρία μας για τις σχέσεις Κεφαλονιάς, Κρήτης και Αιγαίου. Αν και τα ευρήματα χρονολογούνται στην Υστερομυκηναϊκή ή Υπομυκηναϊκή εποχή ( /1.150 π.χ.), σε ορισμένα εξ αυτών είναι εμφανής η παράδοση, που τα συνδέει με τον κόσμο του Αιγαίου, ακόμη και με την Τροία. Προέρχονται από τάφους στη Λακκίθρα και στα Μεταξάτα της Κραναίας και στην Κοντογενάδα της Παλικής (Κεφαλονιά). Θεωρούμε σκόπιμη την αναφορά στις ανωτέρω ανασκαφές ως υποστηρικτική των απόψεών μας. Για τον λόγο αυτό μεταφέρουμε στη συνέχεια τις παρατηρήσεις του Μαρινάτου (1933) και άλλων αρχαιολόγων σχετικά με τις ομοιότητες των ευρημάτων αυτών με κυκλαδικά, μινωικά και προμυκηναϊκά ευρήματα. 1) Oι ψευδολαβές των υπ αριθ. 264 και 265 αγγείων της Λακκίθρας «έχουν κτυπητήν ομοιότητα προς αναλόγους επί αγγείων της προμυκηναϊκής Τροίας» (Hub. Schmidt Katal. Schliem. Samml, 35 αρ στον Μαρινάτο 1933 σημ. 1, σ. 44) και κατά τον Μαρινάτο «επιβεβαιώνουν την συνέχειαν παλαιοτέρων παραδόσεων στην απόκεντρη περιφέρεια της Κεφαλονιάς». 2) «Θραύσματα αγγείων φέρουν τριγωνικάς αποτυπώσεις ομοίας περιέργως προς τας της σφηνοειδούς γραφής. Τοιαύτα αποτυπώματα είναι συνήθη στην Προμυκηναϊκή κεραμεική της Ελλάδος, άλλοτε εκ ψιάθων ή καλάθων

358 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 337 προερχόμενα, άλλοτε δε τυπωθέντα ως διακόσμησις, λ.χ. BSA 3, πίν. 5 εκ Σύρου (Phylakopi) πίν. 6». 3) «Σφονδύλη από στεατίτη, ορθογώνιο πλακίδιο (ακόνη;) και λεπίς κατά το σχήμα παρομοία προς τας εξ οψιανού, αλλά συνισταμένη εκ λευκού πυριτοειδούς λίθου. Τοιούτον υλικόν προς λήψιν λεπίδων είναι σπάνιο. Παρομοίας λεπίδας βρήκε ο Caro στην Κέρκυρα. Ίσως το υλικό αυτό να έχει βορειότερη καταγωγή, αλλά βρίσκεται στην Κρήτη κατά την 3 η χιλιετία». 4) «Τετράγωνον πλακίδιον εκ του τάφου Δ (της Λακκίθρας) παρουσιάζει ασυνηθέστερον κόσμημα, το Tritonium nodiferum. Τούτο το όστρακον ευρίσκεται και επί των χειλέων χαλκού σκεύους εν Μιδέα, πραγματικά δε κογχύλια του είδους τούτου, φέροντα οπάς και χρησιμοποιηθέντα αντί περιδεραίου, εύρον εγώ εν ΜΜ τάφω της Μεσσαράς (Κρήτη)». 5) Ο Λάκκος 1 Μεταξάτων «περιείχεν εις τον πυθμένα του ένα πλακοειδή περιέργου σχήματος φυσικόν λίθον άνευ ίχνους ανθρωπίνης επεξεργασίας. Αν και είναι δυνατόν να εχρησίμευεν ως καλυπτήριος πλαξ του λάκκου, δεν αποκλείεται εν τούτοις και η πιθανότης ότι κατετέθη εις τον τάφον ως φετιχιστικόν τι είδωλον κατ αναλογίαν ομοίων παραδειγμάτων εκ της μινωικής Κρήτης (Μικρό ανάκτορο Κνωσού, ειδωλόσχημες πλάκες)». 6) «Χαρακτηριστικόν το πρωτόγονον σχήμα κυλινδρικής πυξίδας ενθυμίζον πρωτοκυκλαδικήν κεραμεικήν» (Εικ. 160 α). 7) «Πολύ περισσότερο ενδιαφέρον ένα περίαπτο από σάρδιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ανάμνησις των οκλαζόντων ειδωλίων, η δε ομοιότης του προς τα θεσσαλικά παραδείγματα και προς τα μαρμάρινα του «βιολοσχήμου» τύπου των Κυκλάδων είναι αμέσως καταφανής» (Εικ. 160 β). α β Εικ α) Αριστερά η κυλινδρική πυξίδα, που θυμίζει πρωτοκυκλαδική κεραμεική. β) Δεξιά το περίαπτο από σάρδιο, ανάμνηση κυκλαδικών ειδωλίων (στον Μαρινάτο 1933). Σημείωση: ο Πρωτοκυκλαδικός καλύπτει όλη σχεδόν την τρίτη χιλιετία π.χ. και εξελίσσεται παράλληλα με τον πρωτομινωικό της Κρήτης και τον πρωτοελλαδικό της ηπειρωτικής Ελλάδος. Παρ όλο που τα γεωγραφικά του όρια δεν ξεπερνούν τις σημερινές Κυκλάδες, έχει στενή επικοινωνία με τις παρααιγαιακές περιοχές και γίνονται ανταλλαγές πολιτιστικών στοιχείων. Κατά τη μέση Χαλκοκρατία π.χ. (που αντιστοιχεί με τη Μεσοκυκλαδική, την Παλαιοανακτορική της Κρήτης και με ένα τμήμα της Νεοανακτορικής) στις Κυκλάδες συναντώνται οι δύο πολιτισμοί, Κρήτης και κυρίως Ελλάδας, και συγχωνεύονται. Από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Μυκηναϊκός (Ντούμας 1970). 8) Στον Λάκκο Β Μεταξάτων βρέθηκαν «πλακίδια, που μιμούνται φύλλα κρίνου, τα οποία ως περιδέραιον αποτελούν κληρονομίαν της ακμής της μινωικής εποχής (ο Ηγεμονόπαις της Κνωσού)».

359 338 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ 9) «Φυσικόν ήλεκτρον απαντά εντός των τάφων Λακκίθρας ουχί όμως εν αφθονία.». «Αφθονία ηλέκτρου στους Β και Γ τάφους Μεταξάτων. Ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος ψήφοι περιδεραίου σε σχήμα ελατηρίου. 2-3 όμοιοι από Έγκωμη της Κύπρου και Ιαλύσου (Ρόδο?). 10) «Οι δύο κρατήρες 161 (1249) και 167 (1250) και το ληκυθοειδές αγγείο 172 έφερον διάκοσμο δια λευκού πηκτού χρώματος. Ούτος συνίσταται εκ ζωνών επί του μαύρου βερνικίου.το ασύνηθες τούτο φαινόμενον είναι σπουδαίον ως προς την επιβίωσιν της τεχνοτροπίας ανοικτού επί σκοτεινού, ήτις γενικώς θεωρείται καταγομένη εκ της μεσομινωικής κεραμεικής της Κρήτης». 11) «Σπουδαιότατον σπειροειδές περιδέραιον μυκηναϊκής και προμυκηναϊκής παράδοσης Η σπουδαιότης του έγκειται εις το ότι συνεχίζει αιώνων πολλών μυκηναϊκήν και προμυκηναϊκήν παράδοσιν Όμοια έχουν ευρεθεί πέντε εις τους συνοικισμούς ΙΙ - ΙΙΙ της Τροίας και εννέα έτι είναι γνωστά εκ του 3 ου βασιλικού τάφου των Μυκηνών από της Τροίας ΙΙ μέχρι των τάφων της Κεφαλληνίας εκτείνεται διάστημα ημισείας, ίσως και πλέον χιλιετίας» (Εικ. 161 α). 12) «Άλυσις πεποιημένη δια λεπτού σύρματος. Υπάρχει ομοία προερχομένη εκ τάφου των Μυκηνών Ο τρόπος της τοιαύτης πλοκής αλύσεων εκ λεπτού σύρματος είναι παμπάλαιος, παρακολουθούμενος εν Κρήτη μέχρι της 3 ης χιλιεηρίδος (ΠΜ) τάφοι Μόχλου), πιθανώτατα εφεύρεσις ξένων και ουχί Ευρωπαίων χρυσοχόων. Κοινά τα περίαπτα εν σχήματι παπυροειδούς». (Εικ. 161 β, γ). α β γ Εικ Τα χρυσά κοσμήματα από τις ανασκαφές Goekoop στη Λακκίθρα (Μαρινάτος 1933), που εκτίθενται στην προθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Αργοστολίου: α) το «σπουδαιότατον σπειροειδές περιδέραιον», β) παπυροειδές, και γ) τμήμα της λεπτής πλεχτής αλυσίδας. 13) «Παρ όλην την αξίαν, ήτις φαίνεται ούτω να απεδίδετο εις τα αγγεία μυκηναϊκής τεχνοτροπίας, δεν φρονώ ότι πρόκειται περί εισηγμένης κεραμεικής. Η μεγάλη αφθονία και ο τοπικός χαρακτήρας των αγγείων συνηγορούσι τουναντίον

360 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 339 υπέρ εγχωρίου παραγωγής, εις σημείον ώστε να πιστευθή ότι δυνατόν και να εξήγοντο». 14) «Ο πηλός των Κεφαλληνιακών αγγείων, ιδιαίτατα ο «πρωτοκορινθιακός» δύναται ασφαλώς να θεωρηθή εντοπίας προελεύσεως, διότι πρόκειται περί αργιλώδους λευκής γης χρησιμοποιουμένης και σήμερον εις κατασκευήν πλίνθων και κεράμων (Καραβάδο και ιδιαίτατα ολόκληρον το νότιον τμήμα της χερσονήσου Πάλης, η Κατωή λεγομένη, έτι δε και άλλα σημεία της νήσου)». 15) Για την πέτρινη σαρκοφάγο από την Κοντογενάδα της Παλικής ο Μαρινάτος επίσης αναφέρει ότι «το σχήμα της προδίδει κρητικήν καταγωγήν, διότι και πήλινα παραδείγματα υπάρχουσιν, αλλά προ παντός η περίφημος λιθίνη σαρκοφάγος Αγίας Τριάδος.Η σαρκοφάγος αύτη είναι το πρώτον ασφαλές και γνήσιον παράδειγμα εκτός της Κρήτης». Ανακεφαλαιώνοντας τα ανωτέρω καταλήγουμε στα εξής: Το επίρρημα «περιέργως», που χρησιμοποίησε ο Μαρινάτος στην υπ αρ. 2 ανωτέρω παρατήρηση, το επανέλαβε το 1962, όταν αναφέρθηκε στις ονομασίες των βουνών της Παλικής (Κεφαλονιά) Κριός και Κίμαρος με το εξής σχόλιο: «Περιέργως αμφότερα τα ονόματα απαντούν και εις την Δυτικήν εσχατιάν της Κρήτης». Κατά την άποψή μας υπάρχει ένας λανθάνων προβληματισμός σχετικά με την προέλευση προμυκηναϊκών στοιχείων στην Κεφαλονιά και κοινών τοπωνυμίων με την Κρήτη. Το στοιχείο αυτό δεν μας αφήνει αδιάφορους, αλλά μας ενθαρρύνει στη διατύπωση των απόψεών μας και για τον πρόσθετο λόγο ότι και στην υπ αρ. 15 ανωτέρω παρατήρηση για τη λίθινη σαρκοφάγο της Κοντογενάδας από την Παλική (Κεφαλονιά) ο οξυδερκής αρχαιολόγος έχει αφήσει να εννοηθεί κάποια αρχαία σχέση μεταξύ Κεφαλονιάς και Κρήτης. Η σχέση αυτή ανανεώθηκε στους νεότερους χρόνους με την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το Είναι αυτονόητο ότι λόγω της ηλικίας του το εύρημα αυτό δεν μπορεί να αποδοθεί στους εκ Κρήτης μετανάστες του 1669! Στην παρατήρηση 3 επίσης αναφέρεται ότι λεπίδες από τον ίδιο με της Λακκίθρας σπάνιο λευκό πυριτοειδή λίθο βρέθηκαν στην Κέρκυρα και στην Κρήτη της 3 ης χιλιετίας. Τι άλλο είναι εκτός από μία ακόμη ένδειξη της επικοινωνίας Κρήτης, Κεφαλονιάς και Κερκύρας; Τη διαπίστωση στις υπ αρ. 13 και 14 ανωτέρω παρατηρήσεις Μαρινάτου ότι λόγω του είδους και της ποιότητας του πηλού τα κεραμεικά των τάφων της Λακκίθρας δεν φαίνονται να έχουν εισαχθεί, αλλά είναι εγχώριας κατασκευής, την ερμηνεύουμε σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες από τις ανωτέρω παρατηρήσεις του ιδίου, που αναφέρονται σε ομοιότητες με αντίστοιχα ευρήματα από την προμυκηναϊκή Τροία, τις Κυκλάδες και τη μινωική Κρήτη. Κατά την άποψή μας οι ντόπιοι τεχνίτες συνέχιζαν παγιωμένη παράδοση, που είχε μεταφυτευθεί στην Κεφαλονιά από την Κρήτη ή το Αιγαίο. Άλλωστε τα ευρήματα της Δράκαινας στον Πόρο (βλ. κεφ. ΙΙΙ, 4) αποδεικνύουν την επαφή της Κεφαλονιάς με το Αιγαίο από τη Νεότερη Νεολιθική περίοδο (~ π.χ.) Τα ανωτέρω ευρήματα δεν είναι καρπός πρόσκαιρης επαφής, αλλά υποδηλώνουν ένα διαχρονικό δεσμό της Κεφαλονιάς με τον προϊστορικό κόσμο του Αιγαίου, της Κρήτης και των μινωικών κτήσεων στα μικρασιατικά παράλια, που ήταν κέντρα πολιτισμού. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (Α. 4, βλ. Φ. Ο. Κ ) οι Κρήτες αποίκισαν πρώτοι τις Κυκλάδες ξεκαθαρίζοντας τις θάλασσες

361 340 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ από τους πειρατές, κυρίως Κάρες, εγκαθιστώντας πραγματική θαλασσοκρατορία. Τον αποικισμό των Κρητών στην Τρωάδα απηχούν επίσης οι μύθοι του Δαρδάνου, του Τεύκρου και του Σκαμάνδρου (Απολλόδωρος ΙΙΙ, ΧΙΙ, βλ. Frazer 1995) Όσον αφορά στα κοσμήματα της εικόνας 161, ιδίως η τρισχιλιετής παράδοση στην τεχνοτροπία της πλεχτής αλυσίδας, ενισχύει τη θέση μας για τους παμπάλαιους δεσμούς Κεφαλονιάς και Κρήτης. Πιστεύουμε ότι η Κεφαλονιά δεν γνώρισε τον μινωικό πολιτισμό μέσω του μυκηναϊκού, αλλά είχε αρχαιότερη και απ ευθείας επαφή με την Κρήτη Μετά τις ανασκαφές Goekoop ώθηση στη νεότερη έρευνα για το μυκηναϊκό παρελθόν της Κεφαλονιάς έδωσε η ανασκαφή του θολωτού τάφου στα Τζαννάτα. Ο διπλός πέλεκυς και το παπυροειδές της εικόνας 69 (βλ. κεφ. VI), που βρέθηκαν στον τάφο αυτό, είναι καθαρά μινωικά σύμβολα, το δε παπυροειδές είναι όμοιο με το κόσμημα της εικόνας 161β. Προσδοκούμε ότι μελλοντικές αρχαιολογικές έρευνες θα αποδώσουν περισσότερα στοιχεία. Ακόμη και η απεικόνιση του Λαίλαπα (Εικ. 78, 79) στα νομίσματα της Σάμης (5 ου - 4 ου π.χ. αι.), που φέρει τα χαρακτηριστικά του κρητικού σκύλου, αν και πολύ μεταγενέστερη των κοσμημάτων, υποδηλώνει την επιβίωση του μινωικού στοιχείου στην Κεφαλονιά (βλ. κεφ. VIII, 1 β). Τη σύμπτωση επίσης κοινών τοπωνυμίων μεταξύ των δύο νησιών δεν τη θεωρούμε τυχαία. Η νησίδα Λητώα νοτίως της Παλικής (σημ. Βαρδιάνοι) είναι συνώνυμη με νησίδα της Κρήτης. Η ονομασία μας παραπέμπει σε πιθανή αρχαία λατρεία γυναικείας θεότητας (Λητώς;). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η βραχονησίδα Δίας Ν της Λιβαθώς στην Κεφαλονιά, συνώνυμη επίσης με τη νησίδα Δία (η) της Κρήτης. Επειδή υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες ως προς την προέλευση του συγκεκριμένου τοπωνυμίου, θεωρούμε σκόπιμη μία σύντομη αναφορά στο σημείο αυτό. Κατά μαρτυρία του περιηγητή D. Ansted (1863) στον Δία της Κεφαλονιάς λάβαινε χώρα θυσία προς τιμήν του Αινησίου Διός ταυτόχρονη με τη θυσία στον Αίνο. Ο λόγιος B. Schmidt, που έγραψε για τον βίο του νεοελληνικού λαού, το 1871 κάνει λόγο για λείψανα αρχαίου κτίσματος επάνω στη νησίδα και κάτω από το υπάρχον τότε εκκλησάκι της Παναγίας της Βλαχέραινας και το μοναστήρι (στον Μαρινάτο 1962). Παρά τις επιφυλάξεις, που διατυπώθηκαν από τους μεταγενέστερους λόγω εξαφάνισης των λειψάνων αυτών, έχουμε αυτές τις δύο μαρτυρίες από τον 19 ο αιώνα, που διατηρούν μνήμες της αρχαίας λατρείας και ιχνών αρχαίου κτίσματος στον Δία. Σημειώνουμε ότι από τον δέκατο αιώνα μέχρι το 1840, πριν από τη χρονολογία της μαρτυρίας του Ansted, αναφέρονται 60 σεισμοί, εκ των οποίων ιδιαίτερα καταστρεπτικοί υπήρξαν οι κατά τα έτη 1636, 1658, 1660, Από το 1840 μέχρι δε το 1867 έγιναν άλλοι δύο και μέχρι το 1953 προστέθηκαν άλλοι 30 σεισμοί (Τουμασάτος 2007). Πιθανόν λοιπόν, είτε τα ερείπια στον Δία να εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια των σεισμών αυτών και ο Schmidt να κατέγραψε τη νωπή ακόμα στην εποχή του μνήμη, είτε εξακολουθούσαν να υπάρχουν για κάποιο διάστημα, αλλά κατέρρευσαν εντελώς από τους μετέπειτα σεισμούς και λόγω της μεγάλης κλίσης του εδάφους της βραχονησίδας να κύλησαν στη θάλασσα.

362 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 341 Σχετικά με την ονομασία της βραχονησίδας (ο) Δίας ο Μαρινάτος υποστηρίζει ότι προέρχεται από Κρήτες πρόσφυγες κατά το 1669 δεν τη συνδέει με τη λατρεία του Διός και θεωρεί ορθότερο τον τύπο (η) Δία. Ο Ι. Προμπονάς (1972), Ε. Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών, υποστηρίζει αντίθετα ότι το τοπωνύμιο της νησίδας δεν προέρχεται από τους Κρήτες του Θεωρεί ορθότερο τον τύπο (ο) Δίας και τον συσχετίζει με τη λατρεία του Διός. Η ανωτέρω διαφωνία δυνατόν να αρθεί και οι δύο απόψεις να συγκερασθούν στην ακόλουθη και πιθανή, κατά την άποψή μας, ερμηνεία με βάση τη μυθική παράδοση από τον κύκλο του Θησέα και της Αριάδνης, που μνημονεύουν τα ομηρικά έπη και οι αρχαίοι συγγραφείς. Στην Οδύσσεια (λ ) μεταξύ των άλλων ηρώων και ηρωίδων, που είδε ο Οδυσσέας στον Άδη, ονομάζει και την Αριάδνη, την οποία ο Θησέας προόριζε να φέρει στην Αθήνα, αλλά η Άρτεμις πληροφορημένη από τον Διόνυσο τη φόνευσε στη νήσο Δία: «ἴδον καλήν τ Ἀριάδνην, / κούρην Μίνωος ὀλοόφρονος, ἥν ποτε Θησεὺς / ἐκ Κρήτης ἐς γουνὸν Ἀθηνάων ἱεράων / ἦγε μέν, οὐδ ἀπόνητο πάρος δέ μιν ἔκτα / Δίῃ ἐν ἀμφιρύτῃ Διονύσου μαρτυρίῃσι». Ο Απολλόδωρος (Epit. i. 8-9, βλ. Frazer 1995:) αναφέρει ότι ο Θησέας μετά τον φόνο του Μινωταύρου σταμάτησε στη Νάξο έχοντας μαζί του την Αριάδνη, την οποία ερωτευμένος ο Διόνυσος απήγαγε και τη μετέφερε στη Λήμνο «..καὶ διὰ νυκτὸς μετὰ Ἀριάδνης εἰς Νάξον ἀφικνεῖται. ἔνθα Διόνυσος ἐρασθεὶς Ἀριάδνης ἥρπασε, καὶ κομίσας εἰς Λῆμνον ἐμίγη...». Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος διασώζει άλλη εκδοχή του μύθου, σύμφωνα με την οποία ο Θησέας φεύγοντας μετά τον φόνο του Μινωταύρου εγκατέλειψε την Αριάδνη στη Δία της Κρήτης χάριν του Διονύσου (Αργοναυτικά , βλ. Φ.Ο.Κ. 1999: «ἐξ οὗ ἄναξ αὐτὸς (ο Διόνυσος) ἐγκατέλεκτο καλὰ μεμαρπὼς στήθεα παρθενικῆς Μινωίδος, ἥν ποτε Θησεὺς Κνωσσόθεν ἑσπομένην Δίῃ ἔνι κάλλιπε νήσῳ»). Ο Πλούταρχος (Θησεύς 20, βλ. Φ.Ο.Κ. 1992,1993) πάλι αναφέρει ότι η Αριάδνη μετά την εγκατάλειψή της από τον Θησέα κρεμάστηκε: «οἱ μὲν γὰρ ἀπάγξασθαί φασιν αὐτὴν ἐγκαταλειφθεῖσαν ὑπὸ τοῦ Θησέως». Η Αριάδνη (αρχικά Αριάγνη = ιερή, αγνή) λατρεύτηκε στα νησιά του Αιγαίου ως θεότητα με διπλή υπόσταση (Αριάδνη και Αριδήλη) και με διπλή μοίρα, καλή και κακή. Αρχικά φέρεται ως τροφός και μετά ως σύζυγος του Διονύσου. Είναι η μορφή, που συνδέεται κατ εξοχή με τον συγκεκριμένο θεό. Όσον αφορά στις νησίδες αναφέρεται ότι η Δία αργότερα μετονομάστηκε σε Νάξο, επειδή αποικίστηκε από Κρήτες προερχόμενους από τη Νάξο της ανατολικής Κρήτης (Κωστάκης 1961, Grimal 1991). Κατά τον Kerényi δε (2005) με το όνομα Δία ονομάζονταν βραχονησίδες πλησίον Κρήτης και Νάξου. Το όνομα αποδόθηκε αργότερα σε όλη τη Νάξο, γιατί θεωρήθηκε περισσότερο από τα άλλα νησιά ότι ήταν ο τόπος τέλεσης του γάμου Διονύσου και Αριάδνης. Λαμβάνοντας υπ όψη τα ανωτέρω καταλήγουμε στην ακόλουθη πιθανή ερμηνεία. Το όνομα (η) Δία είναι, κατά τη γνώμη μας, το ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου δίος, δία, δίον με τη σημασία του θείος (θεϊκός), που αποδίδεται σε θεότητες, σε ήρωες ή ακόμα χαρακτηρίζει κάτι εξαίσιο, που προσιδιάζει σε θεούς, ανώτερο των ανθρώπινων δυνατοτήτων (βλ. Λεξ. Liddel & Scott 1907). Έχουμε τη γνώμη λοιπόν ότι ως δία προσδιορίζεται η Αριάδνη με

363 342 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ την ιδιότητα πλέον της λατρευόμενης γυναικείας θεότητας στο συγκεκριμένο νησί, το οποίο εξ αιτίας αυτού πήρε και την ονομασία (η) Δία. Η βραχονησίδα της Κεφαλονιάς ενδέχεται να έφερε κατά τους προϊστορικούς χρόνους την ονομασία η Δία (η θεία) λόγω πιθανής αντίστοιχης λατρείας με τη νησίδα της Κρήτης, επειδή πολλά στοιχεία προελληνικής θρησκείας προερχόμενα από την Κρήτη επιβίωσαν στην Κεφαλονιά (Ευθυμιάτου- Κατσούνη 2010, βλ. και κεφ. XIV. I). Ο Διόνυσος, του οποίου δεν αμφισβητείται η ταύτιση με τον Κρηταγενή Δία (Λεκατσάς 1972, Νilson1990, OttoW.1991 γνωρίζουμε ότι λατρεύτηκε και στην Κεφαλονιά (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2010), οπότε πιθανόν να συνδέεται με τη νησίδα της Λιβαθώς. Άλλωστε υπάρχει και η περίεργη μαρτυρία στον Παυσανία (Χ βλ. Παπαχατζής) για κεφαλή ξοάνου, που αλίευσαν στη Λέσβο Μηθυμναίοι ψαράδες: «πρόσωπον ἐλαίας ξύλου πεποιημένον τοῦτο ἰδέαν παρείχετο φέρουσαν μὲν ἐς τὸ θεῖον, ξένην δὲ καὶ ἐπὶ θεοῖς ἑλληνικοῖς οὐ καθεστῶσαν». Σε ερώτημα προς το Μαντείο των Δελφών η Πυθία απάντησε «σέβεσθαι Διόνυσον κεφαλ(λ)ῆνα». Όταν διαμορφώθηκε το Δωδεκάθεο του Ολύμπου και εγκαταστάθηκε η λατρεία του Διός στον Αίνο, πιθανόν να συνέβη το εξής: λόγω α) των σχεδόν ομόηχων λέξεων (η) Δία και (ο) Δίας και β) της σύμπτωσης των τύπων αρσενικού και θηλυκού ανεξάρτητα από το συνοδό άρθρο (η) Δία, (την) Δία, (του) Δία, (τον) Δία, (της) Δίας, (ο) Δίας, ήταν πολύ απλό να αλλάξει και το γένος στην ονομαστική του κεφαλληνιακού τοπωνυμίου και να γίνει ο Δίας. Να θεωρήσουμε επίσης σύμπτωση ότι και στις δύο νησίδες της Κεφαλονιάς, Λητώα (Βαρδιάνοι) και Δία, συνώνυμες με της Κρήτης κτίστηκαν μοναστήρια αφιερωμένα στην Παναγία, ή μήπως πρόκειται για διαδοχή λατρείας; Η σχέση μεταξύ Κρήτης και Κεφαλονιάς, η οποία, όπως πιστεύουμε, υπήρχε από τους προϊστορικούς χρόνους, ανανεώθηκε στη μεταβυζαντινή περίοδο, όταν τα δύο νησιά βρέθηκαν υπό την κυριαρχία των ίδιων κατακτητών. Στο ιστορικό μέρος της παρούσας Διατριβής εκθέσαμε ότι από το 1185 η Κεφαλονιά τελούσε υπό φραγκική κατοχή, κυρίως Νορμανδών και Ανδεγαυών. Από το 1500 μέχρι το 1797 την κατείχαν οι Ενετοί. Η Κρήτη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204) κατά την Δ Σταυροφορία περιήλθε στους Γενουάτες μέχρι το Τους διαδέχθηκαν οι Ενετοί, που την κράτησαν μέχρι το Στην ενετική κυριαρχία επί της Κρήτης έθεσε τέρμα ο μακρύς ενετοτουρκικός πόλεμος ( ) με την άλωση του Χάνδακα (Μεγάλου Κάστρου ή Ηρακλείου). Και τα δύο νησιά, Κεφαλονιά και Κρήτη, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν κοινή ιστορική μοίρα, διαφορετική από αυτή της Τουρκοκρατούμενης Ελλάδας και απέκτησαν δεσμούς τόσο μεταξύ τους, όσο και με τον κόσμο της Δύσης με αποτέλεσμα να παραχθεί ένα νέο πολιτιστικό προϊόν, αυτό του Επτανησιακού πολιτισμού. Αν και τα γεγονότα της εποχής εκείνης ήταν καταλυτικά για τους Κρήτες, με αποτέλεσμα να τους εξαναγκάσουν σε μετακινήσεις προς το Ιόνιο, στο βάθος παραμένει και η εξής αμυδρή υποψία: οι μεταναστεύσεις αυτές υπαγορεύτηκαν μόνο από τις ιστορικές συνθήκες της εποχής ή έπαιξαν ρόλο και οι ιστορικές υποσυνείδητες μνήμες του λαού, που κάποτε είχε παλαιούς δεσμούς με την

364 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 343 Κεφαλονιά και τα άλλα Ιόνια νησιά, όπως, όταν καταδιώκεται κάποιος, καταφεύγει μεν σε ασφαλές σπίτι, αλλά ως επί το πλείστον σε σπίτι συγγενούς; Κατά τον Marinatos (1933) τα κρητικά τοπωνύμια της Κεφαλονιάς οφείλονται στους πολυπληθείς Κρήτες πρόσφυγες κατά τον 17 ο αι., μεταξύ των οποίων ήταν πολλοί ευγενείς. Κατά την άποψη του Μοσχόπουλου όμως (1981) η αρχειακή έρευνα δεν μαρτυρεί κάτι τέτοιο. Ο Πεντόγαλος (1981) επίσης αναφέρει και προγενέστερες του 1669 εγκαταστάσεις Κρητών στην Κεφαλονιά, στις οποίες αποδίδει και τα κοινά τοπωνύμια. Στον πίνακα 17 παραθέτουμε την αντιστοιχία μερικών κοινών τοπωνυμίων, που ενισχύουν την άποψή μας περί των πολιτιστικών δεσμών των δύο νησιών, στους οποίους πιστεύουμε ότι οφείλεται και η εισαγωγή της ελαιοκαλλιέργειας από την Κρήτη στην Κεφαλονιά. Ορισμένα από αυτά τα τοπωνύμια έχουμε τη γνώμη ότι δεν προέρχονται από τους Κρήτες, που μετανάστευσαν στα Επτάνησα κατά το 1535 και κατά τη διάρκεια του κρητικού πολέμου ( ), πού έληξε με την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, αλλά έχουν μεγαλύτερη προϊστορία (Ευθυμιάτου Kατσούνη 2010), για τους λόγους, που θα εκθέσουμε στη συνέχεια. Πίνακας 17. Κοινά τοπωνύμια Κεφαλονιάς και Κρήτης ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ Λάσ(σ)η Άσ(σ)ος Λητώα (η νησίδα Βαρδιάνοι) Κριός Κίμαρος Δίας Μύρτος Αγία Πελαγιά Αστερίς Δολίχα-Δουλίχι ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΡΗΤΗΣ Λάσ(σ)η ή Έλασ(σ)α Άσος Λητώ, Λιτώα και Λατώα Κριός Κίμαρος Δία Μύρτος Αγία Πελαγία Αστερία Δολίχη Ο Πεντόγαλος (1981) σε αυτά προσθέτει και τα: Λιθάρι, Χαλέπες, Γραδού, Πετρουλή, Σαλονικάτα, Λίθινα, Πλατύς Λιμιώνας Ατσουπάδες και Καραβάδο. Είναι σύνηθες φαινόμενο, όταν ιδρύεται ένας οικισμός, να παίρνει το όνομά του από τους νέους οικιστές π.χ. Νέα Πέραμος, Νέα Σμύρνη, Νέα Ιωνία κ.λπ. Δεν δικαιολογείται όμως η αλλαγή της ονομασίας βουνών και νησίδων επί Ενετοκρατίας από μία μειοψηφία Κρητών προσφύγων, δεδομένου ότι οι νεότερες αυτές εποικίσεις του 16ου ου -17 ου αι., όπως έχει αποδείξει η σύγχρονη έρευνα, δεν είχαν χαρακτήρα μαζικής μετανάστευσης. Πιο πιθανές θεωρούνται οι μεμονωμένες μεταναστεύσεις. Από τα επίθετα 209 οικογενειών του 16 ου αι, μόνον οι 34 είναι βεβαιωμένες κρητικές, 125 είναι αμφίβολες και 50 αμφισβητήσιμες (Πεντόγαλος 1981). Ο Μοσχόπουλος (1981) αναφέρει ότι η μετακίνηση Κρητών προσφύγων στην Κεφαλονιά μετά την άλωση του Χάνδακα τον 17 ο αι. υπήρξε μεν ομαδική, αλλά ο αριθμός τους παραμένει ανεξακρίβωτος πλην ολίγων

365 344 ΔΙΑΠΙΣΤΩΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ εξαιρέσεων, που αναφέρονται σε νοταριακά έγγραφα. Ο ανωτέρω ιστορικός σημειώνει ότι τα μέλη της ομάδας διατηρούσαν στενό δεσμό μεταξύ τους. Οι κρητικές οικογένειες ομογενοποιήθηκαν και απορροφήθηκαν από τον ντόπιο πληθυσμό διατηρώντας μόνο τα επίθετα ως δηλωτικά της καταγωγής τους. Δεν θεωρούμε πιθανό ότι οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού περίμεναν τους Κρήτες πρόσφυγες, για να δώσουν ονόματα στις νησίδες και στα βουνά της Κεφαλονιάς. Η Κεφαλονιά δεν ήταν τελείως έρημη από κατοίκους, όσο και να είχε υποστεί μείωση ο πληθυσμός της από τους πολέμους και τους εξανδραποδισμούς. Ο μικρότερος πληθυσμός, που αναφέρεται, είναι κάτοικοι κατά το 1548 (βλ. κεφ. V, πίν. 8). Για τον λόγο αυτό πιστεύουμε ότι η κρητικής προέλευσης ονομασία ορισμένων βουνών και νησίδων της Κεφαλονιά πρέπει να έγινε πολύ βαθύτερα μέσα στο χρόνο από αρχαιότερους και ίσως πολυπληθέστερους εποίκους. Όταν τα ευρήματα των τάφων Λακκίθρας, Μεταξάτων και Κοντογενάδας αποδεικνύουν επαφή Κεφαλονιάς και Κρήτης από τους προϊστορικούς χρόνους, γιατί πρέπει να θεωρήσουμε ότι τα κρητικής προέλευσης τοπωνύμια στην Κεφαλονιά δόθηκαν μόνο μετά τον 16 ο αι; Το αντίθετο άλλωστε υποδεικνύουν και οι προελληνικές θεότητες κοινής καταγωγής, στοιχεία που υπήρχαν στο νησί χιλιετίες πριν από τους ανωτέρω εποικισμούς. Σημαντική επίσης απόδειξη των δεσμών μεταξύ Κεφαλονιάς και Κρήτης θεωρούμε το γεγονός ότι στην Κεφαλονιά διατηρούνται μέχρι σήμερα ορισμένα θρησκευτικά έθιμα, που σχετίζονται με θεότητες κρητικής προελεύσεως και μαρτυρούν κοινό πολιτισμικό θρησκευτικό υπόβαθρο. Πρόσφατη έρευνά μας με θέμα «Θεότητες κρητικής καταγωγής στην Κεφαλονιά και λατρεία» έφερε στο φως στοιχεία, που ενισχύουν την άποψη αυτή (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2010). Οι ανωτέρω συμπτώσεις τοπωνυμίων και προελληνικών θεοτήτων μεταξύ Κρήτης και Κεφαλονιάς επιβεβαιώνουν ότι: η επαφή μεταξύ λαών συνεπάγεται και τις ανάλογες ανταλλαγές και πολιτιστικές επιδράσεις, των οποίων τα ίχνη διατηρούνται για αιώνες συσσωματωμένα στις τοπικές παραδόσεις, στα έθιμα και στην καλλιτεχνική παράδοση, όπως στην αγγειοπλαστική και στα κοσμήματα. Αυτό διαπιστώνεται άλλωστε και από τα ανωτέρω περιγραφόμενα αρχαιολογικά ευρήματα. Αυτοί λοιπόν, που έφεραν την πολύτιμη γνώση για την καλλιέργεια της ελιάς στην Κεφαλονιά και μετέδωσαν την εμπειρία τους, δεν ήταν απλοί, ευκαιριακοί επισκέπτες, αλλά κάποιοι, που εγκαταστάθηκαν και παρέμειναν μόνιμα στο νησί. Η μετάδοση πολιτιστικών αγαθών προϋποθέτει στενή και μακροχρόνια σχέση, βαθύτερη επαφή των λαών. Σημαίνει ότι ο λαός που «δίνει» έχει αυτή τη στενή και μακρόχρονη επικοινωνιακή σχέση με τον λαό που «δέχεται». Στην προκειμένη περίπτωση δότες ήταν οι Κρήτες και δέκτες οι τότε κάτοικοι της Κεφαλονιάς. Πιστεύουμε ότι υπήρξε σχέδιο και προγραμματισμός ανάπτυξης για δημιουργία υποδομής στην Κεφαλονιά από τους Κρήτες σύμφωνα με τις τότε κρατούσες συνθήκες στην οικονομία για μόνιμη εγκατάσταση των εποίκων και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων των νέων εδαφών. Την τακτική αυτή, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών, ακολούθησαν και όλα τα μετέπειτα αποικιακά κράτη στις νέες χώρες, που κατέκτησαν. Άλλωστε ο μυκηναϊκός και υπομυκηναϊκός πολιτισμός της Κεφαλονιάς, που αποδείχτηκε με τα πλουσιότατα ευρήματα των διαφόρων ανασκαφών, σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης του

366 Σιτηρά. Άμπελος. Λινάρι. Ελιά 345 Evans (Μυλωνάς 1970), για να αναπτυχθεί, στηρίχθηκε στη μινωική υποδομή, που ήδη υπήρχε στο νησί. Οι συγκυρίες αυτές, που δεν μπορούμε πλέον να αγνοήσουμε, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ελαιοκαλλιέργεια στην Κεφαλονιά προήλθε από την Κρήτη ακολουθώντας τον θαλάσσιο δρόμο εξ ανατολών προς Δυσμάς, τον ίδιο, που ακολούθησε και ο Μίνωας κατά την εκστρατεία του εναντίον της Σικελίας, για να τιμωρήσει τον δραπέτη Δαίδαλο, που είχε καταφύγει στον βασιλιά της Καμικού Κώκαλο.

367

368

369 ΜΕΡΟΣ Δ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΕΦ. ΧVII. Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ 1. Γιατί το αντικείμενο της παρούσας Διατριβής αποτελεί μελέτη για εφαρμογή στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αποτελεί σπουδαίο εργαλείο για τον εκπαιδευτικό, γιατί συνδυάζει βιωματική διδασκαλία και ψυχαγωγία. Προσφέρει γνώσεις, καθορίζει αξίες, αναπτύσσει δεξιότητες, διαμορφώνει στάσεις και γενικά έναν κώδικα συμπεριφοράς, που επιτρέπει στον μαθητή όχι μόνο να εξετάζει και να κατανοεί τη σχέση του με τον άνθρωπο, την κοινωνία και το βιοφυσικό του περιβάλλον, αλλά με την παιδεία να καθίσταται ικανός να προτείνει λύσεις για τα περιβαλλοντικά προβλήματα και να μετέχει ενεργά στη διαμόρφωση και υλοποίηση των σχετικών αποφάσεων (ΟΙΚ.136/61 εγκ. ΥΠ.Ε.Π.Θ). Το θέμα της παρούσας Διατριβής «Οι ανθρώπινες επιδράσεις στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης της Κεφαλληνίας από την προϊστορική εποχή μέχρι σήμερα. Μελέτη για εφαρμογή στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» πιστεύουμε ότι ανταποκρίνεται απόλυτα στον ανωτέρω ορισμό. Η σχέση ανθρώπου και φύσης αρχικά ήταν απλή. Υπήρχε μόνον το φυσικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο ήταν ενταγμένος και ο άνθρωπος, όπως όλα τα έμβια όντα του πλανήτη. Με την πάροδο του χρόνου και τον σχηματισμό των πρώτων κοινωνιών δημιουργείται το ανθρωπογενές περιβάλλον με ολοένα αυξανόμενες ανάγκες και απαιτήσεις, που, για να τις ικανοποιήσει ο άνθρωπος, αρχίζει να δρα ανταγωνιστικά προς τη φύση. Οι δράσεις αυτές δεν εκπορεύονται μόνον από τις διατροφικές ανάγκες και τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής του. Εκπορεύονται και από την τάση για επέκταση της δύναμής του, για κυριαρχία και επιβολή στους συνανθρώπους του. Η Προϊστορία προσπαθεί να τον ερμηνεύσει ακολουθώντας τα ίχνη του, ενώ η Ιστορία καταγράφει πλέον τις πράξεις και τα αποτελέσματα των ενεργειών του. Πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει τη σημερινή σχέση ανθρώπου και περιβάλλοντος, αν δεν λάβαινε υπόψη του ότι η σημερινή πραγματικότητα είναι ο τελευταίος κρίκος μιας αλυσίδας, που η αρχή της βρίσκεται πολύ πίσω στο παρελθόν; Στις μεταβολές του φυσικού περιβάλλοντος της Κεφαλονιάς παρακολουθούμε σε μικρογραφία τη διαχρονική πορεία του ανθρώπου, που ξεκίνησε τροφοσυλλέκτης και κυνηγός και κατέληξε να γίνει κυρίαρχος και εξουσιαστής του νησιού, στο οποίο κατοικεί, μη υπολογίζοντας τις συνέπειες των πράξεών του. Αναφέραμε στα αντίστοιχα κεφάλαια, με όσες λεπτομέρειες ήταν

370 348 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ δυνατόν, τον καταστροφικό χαρακτήρα των πυρκαγιών στο νησί λόγω της αδιαφορίας, των τοπικών συμφερόντων και της άγνοιας των κατοίκων του. Για τον λόγο αυτό πιστεύουμε ότι η παρούσα Διατριβή έπρεπε να λάβει υπ όψη της όλες εκείνες τις παραμέτρους (κοινωνικές, θρησκευτικές, πολιτικές, οικονομικές), που δια μέσου των αιώνων καθόρισαν τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο περιβάλλον. Ανιχνεύονται είτε στους μύθους, είτε στις παραδόσεις, είτε διαφαίνονται συνυφασμένες με ιστορικά γεγονότα. Η κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος της Κεφαλονιάς, όπως και κάθε άλλου τόπου, είναι συνισταμένη όλων των ανωτέρω παραμέτρων. Τα αίτια των ανθρώπινων παρεμβάσεων στην εξελικτική πορεία της χλωρίδας και της βλάστησης, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγιναν, τα αποτελέσματα, οι αντιδράσεις και η αντιμετώπιση των καταστάσεων, που δημιουργήθηκαν και εκτίθενται στην ανά χείρας Διατριβή, αποτελούν ποικίλο, αλλά οργανωμένο υλικό κατάλληλο να χρησιμοποιηθεί για εκπαιδευτικούς και μορφωτικούς σκοπούς σε προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης για τους εξής λόγους: - Εκπληρώνει τους στόχους της ανθρωπιστικής παιδείας για πολυμερή καλλιέργεια, ψυχική και πνευματική, γιατί αντιμετωπίζει τη σχέση ανθρώπου και περιβάλλοντος σφαιρικά και διαχρονικά, γεννώντας ποικίλα ερεθίσματα και προβληματισμούς προς όλες τις κατευθύνσεις, που κινείται ο ανθρώπινος νους, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. - Θεωρητικές και Θετικές Επιστήμες (Ιστορία, Αρχαιολογία, Γεωλογία, Βιολογία, Βοτανική, Παλαιοβοτανική κ.λπ.), προσεγγίζουν το θέμα από διαφορετική σκοπιά η κάθε μία, με αποτέλεσμα να αναδείξουν την πολυδιάστατη σχέση ανθρώπου και φύσης και να ευαισθητοποιήσουν τους νέους για τις μέχρι τώρα πρακτικές και την εν γένει διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος. - Αναδεικνύει την αλληλεξάρτηση φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και τις διαταραχές, που προκαλεί στη φύση η διασάλευση της ισορροπίας των μεταξύ τους σχέσεων. - Αποτυπώνει την εικόνα ενός νησιωτικού τόπου, συγκεκριμένα εδώ της Κεφαλονιάς, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, κάτω από την επίδραση γεωλογικών, ιστορικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων. - Έμμεσα διδάσκει ότι η εικόνα ενός τόπου «πλάθεται» από διάφορους παράγοντες, όπως πλάθεται και η προσωπικότητα του ανθρώπου. Υγιής εικόνα φυσικού περιβάλλοντος σημαίνει αειφορική διαχείριση εκ μέρους του ανθρώπου, όπως υγιής προσωπικότητα σημαίνει επίσης σωστή αγωγή και παροχή παιδείας εκ μέρους των υπεύθυνων, γονέων και δασκάλων, και αρμονική σχέση με το κοινωνικό περιβάλλον. - Αντιπαραθέτει δύο κόσμους: τον κόσμο του παρελθόντος, της αγροτικής οικονομίας, με τον κόσμο του παρόντος, της εκβιομηχάνισης και παγκοσμιοποίησης, που τείνουν να εξαντλήσουν τους φυσικούς πόρους. Στον τελευταίο ζούμε καθημερινά και με βάση τις εμπειρίες από το παρελθόν καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε το μέλλον.

371 Η δυναμική του θέματος της Διατριβής Δυνατότητες εφαρμογής Στη Διατριβή αυτή η κατανομή της ύλης στα επί μέρους προσανατολίζει το ενδιαφέρον των παιδιών στην ανάλογη κατεύθυνση παρέχοντας ευκαιρίες για ποικίλες δραστηριότητες. Η κάθε παράμετρος του θέματος μπορεί να αποτελέσει πηγή ξεχωριστής θεματογραφίας για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Ευνόητο είναι ότι ο σχεδιασμός ενός προγράμματος επαφίεται στην εμπειρία, την εφευρετικότητα και τη φαντασία του επί κεφαλής εκπαιδευτικού ανάλογα με την ηλικία των μαθητών. Ο εκπαιδευτικός έχει άπειρες δυνατότητες να τροποποιήσει το πρόγραμμα ή να επιλέξει από αυτό λαμβάνοντας υπ όψη αφ ενός την ευχέρεια του σχολείου και αφ ετέρου ότι κατά τη διάρκεια του προγράμματος πρέπει να ικανοποιείται και η ανάγκη του παιδιού για ψυχαγωγία. Ένα παράδειγμα για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί το υλικό της Διατριβής αυτής για τις πολύ μικρές ηλικίες είναι το εξής: Από το κεφάλαιο «Τα ορεινά δάση της Κεφαλονιάς από τους Ομηρικούς χρόνους μέχρι σήμερα» επιλέξαμε τα σημεία, που αναφέρονται στις πυρκαγιές του Αίνου και τα αποδώσαμε με τα ακόλουθα αφηγηματικά σκίτσα, εύκολα κατανοητά από τα μικρά παιδιά (Εικ. 162, 163). Εικ. 162: Η πυρκαγιά και ο ρόλος του δάσους (Σκίτσο Μ. Derosario). Στην εικόνα 161 το δέντρο (δηλ. η χλωρίδα) τρέχει να γλυτώσει από τις αδηφάγες φλόγες φωνάζοντας «βοήθεια» και ζητώντας από τη μητέρα του να «ρίξει νερό». Η μητέρα του, δηλ. ο Εθνικός Δρυμός Αίνου, στέλνει σύννεφο με βροχή να σβήσει τη φωτιά. Στην εικόνα 162 η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλλά έχει αντίθετη έκβαση. Η καιόμενη χλωρίδα ζητά πάλι βοήθεια και νερό, αλλά το βουνό με τα έλατα (η μητέρα) δεν μπορεί να στείλει σύννεφο με βροχή, γιατί όλο το δάσος έχει καεί. Με

372 350 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ αφορμή τα σκίτσα αυτά και κατάλληλες ερωτήσεις ο εκπαιδευτικός μπορεί να εκμαιεύσει από τα παιδιά τις συνέπειες της πυρκαγιάς και τον ευεργετικό ρόλο του δάσους. Εικ. 163: Oι συνέπειες της καταστροφής του δάσους ( Σκίτσο Μ. Derosario). Άλλο πρόσφορο παράδειγμα είναι η περίπτωση της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου στον μυχό του κόλπου Αργοστολίου, που είναι ιδιαιτέρως προσιτή. Θα μπορούσαν οι μαθητές να ασχοληθούν με τη μελέτη μικρών, αλλά ελκυστικών θεμάτων, σύμφωνα με τον σχεδιασμό, που παραθέτουμε στα επόμενα. Θα προτείναμε για παιδιά μικρής ηλικίας π.χ. να επιλεγεί θεματογραφία, που μπορεί να αποδοθεί με σχεδίαση και χειροτεχνία. Προτείνουμε επίσης τον συνδυασμό λογοτεχνικών κειμένων και ποιημάτων, που αναφέρονται στις παρεμβάσεις του ανθρώπου στο περιβάλλον και μπορούν να δραματοποιηθούν. Να αφεθεί στη φαντασία του παιδιού να τα αποδώσει με αφηγηματικά σκίτσα, όπως π.χ. το ποίημα του Ζ. Παπαντωνίου «Η κατάρα του πεύκου, το οποίο παραθέτουμε στη συνέχεια (Εικ. 164, 165). Η υπόθεσή του έχει ως εξής: Ο ξυλοκόπος Γιάννης, ενώ όλη η φύση διαμαρτύρεται, κόβει το μοναδικό δέντρο, που είχε απομείνει στον κάμπο και χάριζε τον ίσκιο και τη δροσιά του στους βοσκούς και στους κουρασμένους περαστικούς. Όταν βγαίνει ο ήλιος και πυρπολεί με τις ακτίνες του τα πάντα, ο Γιάννης, που τον καίει το λιοπύρι, βρίσκεται στη μέση του απέραντου κάμπου χωρίς νερό, ολομόναχος, γιατί τον ακολουθεί η κατάρα του άπονα κομμένου πεύκου. Κάθε φορά που σκύβει να πιει νερό, οι βρύσες στερεύουν και όταν αναζητά τη σκιά, τα δέντρα και ο λόγγος απομακρύνονται. Οι εποχές διαδέχονται η μία την άλλη. Ο Γιάννης τρέχει συνέχεια να βγει από τον κάμπο, αλλά

373 Η δυναμική του θέματος της Διατριβής 351 βρίσκεται πάντα στο ίδιο σημείο, μέχρι πού τον βρίσκει ο θάνατος. (Το ποίημα ολόκληρο παρατίθεται στο τέλος της παρούσας ενότητας). Το πεύκο χαρίζει ίσκιο και δροσιά.. ο Γιάννης παίρνει το τσεκούρι....κόβει το πεύκο..η φύση διαμαρτύρεται...ο ήλιος πυρώνει τον απέραντο κάμπο.. Εικ. 164:..ο Γιάννης περπατά μέσα στο λιοπύρι.λαχταράει για λίγη δροσιά..λίγο ίσκιο να ξαποστάσει..

374 352 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ο ήλιος καίει όλο και πιο πολύ.τα δένδρα φεύγουν μακριά ο Γιάννης διψάει πάει να πιει νερό.... η βρύση στερεύει οι εποχές περνούν...τον δέρνει η βροχή και το χαλάζι όλο περπατά.. Εικ. 165: αλλά μένει στο ίδιο μέρος.δεν μπορεί να βγει από τον κάμπο μέχρι που πεθαίνει στην ερημιά. (Σκίτσα Μ. Ντεροζάριο)

375 Η δυναμική του θέματος της Διατριβής 353 Το κεφάλαιο «Καλλιέργειες» επίσης απευθύνεται σε παιδιά διαφόρου ηλικίας και προσφέρει ποικιλία θεμάτων, όπως: συλλογή σπερμάτων δημητριακών, φυτώρια σε μικρά δοχεία και δημιουργία μικρών, επιτραπέζιων κήπων, επίσκεψη την άνοιξη στις αντίστοιχες καλλιέργειες, ζύμωμα και ψήσιμο του ψωμιού ή ακόμα μυθολογία από τον κύκλο του σταριού και την ευφορία της γης (Δήμητρα, Περσεφόνη, Τριπτόλεμος, Ελευσίνια μυστήρια κ.λπ.). Ενδεικτικά παραθέτουμε μερικά άλλα παραδείγματα θεματογραφίας, που πηγάζουν από τα επί μέρους κεφάλαια της Διατριβής, όπως: 1) τους μύθους που αφορούν στην Κεφαλονιά, 2) την παρουσία της Κεφαλονιάς στα ομηρικά κείμενα, 3) την εποχή του λίθου στην Κεφαλονιά, 4) λίθινα εργαλεία και κατασκευή, 4) τι έτρωγαν οι πρόγονοί μας, 5) το κυνήγι στην εποχή του λίθου, 6) τα σπήλαια της Κεφαλονιάς και σπηλαιοκατοίκηση, 7) οι παραστάσεις στα νομίσματα της Τετράπολης, 8) τοπωνύμια δηλωτικά βλάστησης ή ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην Κεφαλονιά, 9) το στάρι και το ψωμί, 10) φυτά και λουλούδια του κάμπου, 11) επίσκεψη σε ένα ανθοπωλείο, 12) πώς γίνεται το τυρί 13) άνθρωπος και δάσος, 14) άνθρωπος και φωτιά κ.λπ. Περιοριζόμαστε σε αυτά τα ολίγα παραδείγματα, γιατί πιστεύουμε ότι ο ενήμερος εκπαιδευτικός ανάλογα με την κατεύθυνση, που θα δραστηριοποιηθεί, θα πρωτοτυπήσει δημιουργικά. Ο στόχος, που υπηρετείται μέσω της Διατριβής, είναι διττός. Αποβλέπει α) στη διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσωπικότητας των μαθητών με την καλλιέργεια και αξιοποίηση των εν δυνάμει ικανοτήτων τους, που θα αναδειχθούν, όταν έλθουν σε επαφή με τα ερεθίσματα και τις προκλήσεις του συγκεκριμένου προγράμματος, που σχεδιάσαμε, και β) στην προστασία του περιβάλλοντος, η οποία θα είναι το αποτέλεσμα της ευαισθητοποίησης, που θα προκύψει από την αποκτημένη γνώση. Η ενασχόλησή των παιδιών με το πρόγραμμα αυτό θα διευρύνει τον γνωστικό τους ορίζοντα, θα ασκήσει την παρατηρητικότητα και θα αναπτύξει την κριτική τους ικανότητα. Η άμεση επαφή με τη φύση, θα τους ευαισθητοποιήσει και θα τους μυήσει στο μυστήριο της εξέλιξης, στο μεγαλείο της φύσης και στο θαύμα της ζωής. Ο σεβασμός, για όσα όντα της δημιουργίας είναι προικισμένα με το δώρο αυτό, θα προκύψει πλέον ως αξία, που δεν πρέπει να ευτελίζεται. Γενικά τα προγράμματα, που θα σχεδιαστούν με βάση τη θεματογραφία της Διατριβής, θα αποδώσουν πλουσιότερους τους μαθητές σε πνευματικό και ψυχικό δυναμικό και θα τους οδηγήσουν σε μία ορθολογική αντιμετώπιση της σχέσης τους με το περιβάλλον. Για τους λόγους, που εκθέσαμε ανωτέρω, πιστεύουμε ότι η ανά χείρας Διατριβή ανταποκρίνεται στους εκπαιδευτικούς στόχους και θα είναι χρήσιμη για τον σχεδιασμό αντίστοιχων προγραμμάτων.

376 354 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΟΥ ΠΕΥΚΟΥ Ζ. Παπαντωνίου Από τη συλλογή «Τα ψηλά βουνά» 1 «Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο; Γιατί; Γιατί;» Αγέρας θα ναι, λέει ο Γιάννης και περπατεί. 2 Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά. Να βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά! 3 Μες το λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί... Ξαπλώθη ο Γιάννης αποκάτου, δροσιά να βρει. 4 Το δέντρο παίρνει τα κλαριά του και περπατεί! Δεν θ ανασάνω, λέει ο Γιάννης, γιατί, γιατί; 5 «Γιάννη, πού κίνησες να φτάσεις;» «Στα δυο χωριά.» «Κι ακόμα βρίσκεσαι δω κάτου; Πολύ μακριά!» 6 «Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω. Τι έφταιξα εγώ; Σκιάζεται ο λόγκος και με φεύγει, γι' αυτό είμαι δω. 7 Πότε ξεκίνησα; Είναι μέρες... για δυο, για τρεις... Ο νους μου σήμερα δε ξέρω, τ' είναι βαρύς». 8 «Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι να δροσιστείς». Σκύβει να πιει νερό στη βρύση, στερεύει ευθύς. 9 Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες, φεύγει ο καιρός, Στον ίδιο τόπο είν' ο Γιάννης, κι ας τρέχει εμπρός Να το χινόπωρο, να οι μπόρες, μα πού κλαρί; Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι, με τη βροχή. 11 «Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο, το σπλαχνικό, που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στο βοσκό;» 12 Ο πεύκος μίλαε στον αέρα - τ' ακούς, τ' ακούς;- και τραγουδούσε σα φλογέρα στους μπιστικούς. 13 «Φρύγανο και κλαρί του πήρες και τις δροσιές Και το ρετσίνι του ποτάμι απ τις πληγές. 14 «Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο, το σπλαχνικό, που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στο βοσκό;» 15 Ο πεύκος μίλαε στον αέρα - τ' ακούς, τ' ακούς;- και τραγουδούσε σα φλογέρα στους μπιστικούς. 16 «Φρύγανο και κλαρί του πήρες και τις δροσιές Και το ρετσίνι του ποτάμι απ τις πληγές.

377 Η δυναμική του θέματος της Διατριβής Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι! Πότε ήρθε; Πώς; Άγιε, σταμάτησε το λόγγο, που τρέχει εμπρός. 18 Άγιε, το δρόμο δεν τον βγάνω -με τι καρδιά;- Θέλω να πέσω να πεθάνω, εδώ κοντά.» 19 Πέφτει σα δέντρο απ το πελέκι... βογκάει βαριά. Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά. 20 Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι, φωνή καμιά. Στ αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά.-

378

379

380 ΚΕΦ. XVIIΙ. ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤIKHΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΕ ΘΕΜΑ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΒΟΥ Α. ΣΤΑΔΙΟ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ 1. Περιγραφή του αντικειμένου του προγράμματος Ο διπλός κόλπος Αργοστολίου εκτείνεται σε άξονα από Βορρά προς Νότο και αποχωρίζει τη χερσόνησο της Παλικής από τον υπόλοιπο κορμό του νησιού. Στο βόρειο άκρο του σχηματίζεται ο βάλτος του Λιβαδίου. Ο Κούταβος είναι η περιοχή, που βρίσκεται στον νότιο μυχό του εσωτερικού κόλπου Αργοστολίου. Στη δυτική ακτή του κόλπου είναι κτισμένο το Αργοστόλι, πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς, με εμπορικό και τουριστικό λιμάνι (Εικ 166 α). Συνεχόμενη με τον Κούταβο είναι η κοιλάδα της Κρανιάς, η οποία οριοθετείται δυτικά από την οροσειρά Κοτρώνι, ενώ στα νότια υψώνονται λοφώδεις προεκτάσεις του Αίνου με το κάστρο του Αγίου Γεωργίου, πρώτης πρωτεύουσας του νησιού κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας. Στα ανατολικά της κοιλάδας στους βραχώδεις λόφους Ράχη, Καστέλι και Πεζούλες σώζονται η ακρόπολη και τα τείχη της αρχαίας Κράνης, μιας από τις τέσσαρες πόλεις-κράτη της Κεφαλληνιακής Τετράπολης κατά τους κλασικούς χρόνους (Εικ. 166 β.). Στο παρελθόν η περιοχή ήταν νοσογόνος με μεγάλο βάλτο, αλυκές και ποτάμι. Από τον Άγγλο διοικητή του νησιού Charles Napier σχεδιάστηκαν τα κανάλια αποστράγγισης του έλους (Εικ. 167) με εκροές προς τη λιμνοθάλασσα. Ο Κούταβος εξυγιάνθηκε το 1911 με κληροδότημα λιρών του Κεφαλλήνα ευεργέτη Μαρίνου Κοργιαλένιου. Η ονομασία Κούταβος δηλώνει όχι μόνον τη λιμνοθάλασσα, αλλά και τη χερσαία περιοχή στις όχθες, όπου υπάρχει τεχνητό άλσος από ευκαλύπτους και πεύκα. Υπάρχουν πολλές καρστικές πηγές γλυκού νερού, από τις οποίες υδρεύεται η πόλη. Τις πηγές εντόπισαν από το 1500 οι Ισπανοί ναύαρχοι Benedicto Pesaro και Gonzales Fernantes de Cordova. Η περιοχή αποτελεί τον υδροφόρο ορίζοντα του Αργοστολίου (βλ. Εισαγωγή 5). Γλυκά νερά αναβρύζουν επίσης και από τον πυθμένα της λιμνοθάλασσας (βλ. εικόνες από τη θεματογραφία του προγράμματος). Από τις πηγές αυτές, που βρίσκονταν πολύ κοντά στις όχθες, υδρεύονταν τα πλοία πριν από την κατασκευή της γέφυρας επί Αγγλοκρατίας. Αρχικά η γέφυρα κατασκευάστηκε ξύλινη (1812) από τον Ελβετό ταγματάρχη και μηχανικό Charles Philippe de Bosset και το 1842 επί του βαρώνου Everton ανακατασκευάστηκε λίθινη (Κοσμετάτου 1991). Η γέφυρα συνέδεσε τις απέναντι ακτές του κόλπου, παράλληλα όμως απόκοψε τη λιμνοθάλασσα από τον υπόλοιπο κόλπο δυσχεραίνοντας την κυκλοφορία των θαλάσσιων ρευμάτων και την ανανέωση των νερών. Ο μεγάλος άξονάς της από Β

381 358 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ προς Ν έχει μήκος 1500 m περίπου και ο μικρός Οι συνεχείς επιχωματώσεις και προσχώσεις όμως από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις στις όχθες και από τις απορροές των ομβρίων, που από την κοιλάδα της Κρανιάς καταλήγουν στη λιμνοθάλασσα, έχουν περιορίσει τις διαστάσεις αυτές και έχουν επηρεάσει το βάθος της. Στον μυχό του Κουτάβου μέχρι και την εποχή της Ενετοκρατίας διατηρούνταν κτίσματα, τα οποία πίστευαν ότι ήταν από το αρχαίο λιμάνι της Κράνης και γι αυτό ο Κούταβος ονομάστηκε Porto del Arsenale (Partsch 1892). Τα κτίσματα αυτά δεν σώζονται πλέον. Πέτρες και κολώνες χρησιμοποιήθηκαν για έργα οδοποιίας. α Εικ α) Μερική άποψη του κόλπου Αργοστολίου και της πόλης από τα ΒΔ. Στο βάθος του κόλπου ο Κούταβος και η γέφυρα. β) Μερική άποψη της κοιλάδας της Κρανιάς και της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου. Στους λόφους Καστέλι 1, Ράχη 2 και Πεζούλες 3 σώζονται η ακρόπολη και τα τείχη της αρχαίας Κράνης. β

382 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 359 Εικ Τοπογραφικό σχέδιο του Ch. Napier (1833) για την αποστράγγιση του έλους του Κουτάβου..Δεξιά τα αποστραγγιστικά κανάλια. Αριστερά η γέφυρα, που συνδέει το Αργοστόλι με την απέναντι ακτή του Δραπάνου.

383 360 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Ένα από τα στοιχεία, που συνδέονται με την αρχαία παρουσία του ανθρώπου στον χώρο, είναι και η ονομασία Κούταβος. Η κλειστή ρηχή λιμνοθάλασσα, στην οποία κατέληγαν τα ρυάκια των παρόχθιων πηγών γλυκού νερού, έδινε την εντύπωση κοττάβου. Ο κότταβος ή κόσσοβος ήταν παίγνιο κατά τη διάρκεια των συμποσίων προερχόμενο από τη Σικελία. Οι νέοι άδειαζαν το κρασί, που απέμενε στο ποτήρι τους, μέσα σε μία ρηχή, μεταλλική λεκάνη και ανάλογα με τον ήχο μάντευαν αν είχαν την εύνοια της αγαπημένης τους (πρβλ. σήμερα το έθιμο του Κλήδονα). Αργότερα το παιγνίδι μετεξελίχθηκε και ο νικητής έπαιρνε και βραβείο, το κοττάβιον (Λεξ. Σουίδα 1854, βλ. Γεωργιάδης 2002). Όπως φαίνεται και στο ανωτέρω τοπογραφικό, το σχήμα της λιμνοθάλασσας ανταποκρίνεται στο σχήμα της λεκάνης του κοττάβου. 2. Κριτήρια επιλογής του θέματος και σημασία της περιοχής Κουτάβου Επιλέξαμε την περιοχή του Κουτάβου, γιατί αποτελεί χαρακτηριστικό κραυγαλέο παράδειγμα των ανθρώπινων παρεμβάσεων και των επιπτώσεών τους στο φυσικό περιβάλλον. Δεν πρόκειται πλέον για τη σωτηρία του οικοσυστήματος ενός υγροτόπου, αλλά για το μέλλον της πρωτεύουσας του νησιού. Η παράταση και η επιδείνωση της υπάρχουσας κατάστασης στις όχθες οδηγεί με ταχύτατο ρυθμό στη μετατροπή της λιμνοθάλασσας σε νοσογόνο «κλειστό» έλος στα κράσπεδα του Αργοστολίου. Αποτελεί άμεση απειλή για την υγεία των κατοίκων, επηρεάζει την ποιότητα ζωής και υποβαθμίζει την όλη εικόνα της πόλης. Το θέμα είναι πολυδιάστατο. Ο Κούταβος με την ενδοχώρα της Κρανιάς και τον κόλπο Αργοστολίου με το λιμάνι αποτελούν «συγκοινωνούντα δοχεία». Οποιαδήποτε παρέμβαση στο ένα από αυτά έχει άμεσες επιπτώσεις στα δύο άλλα. Η περιοχή αποτελεί λίκνο της ιστορίας του νησιού και λόγω του φυσικού της κάλλους μνημείο της φύσης. Μαζί με την κοιλάδα της Κρανιάς συνιστούν μία θεματική ενότητα (ιστορική, πολιτική, πολιτισμική, κοινωνική και οικονομική) συνυφασμένη με τη ζωή των κατοίκων από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα. Είναι τοπίο ιστορικό, γιατί επηρέασε την πορεία της τοπικής κοινωνίας και προσδιόρισε διαχρονικά τις ανθρώπινες επιλογές σε όλους τους τομείς: κοινωνική διάρθρωση, τρόπο διοίκησης, οικονομία (πρωτογενής τομέας παραγωγής, εμπόριο, ναυτιλία), άμυνα και πολεμικές επιχειρήσεις, ακόμα και τη θρησκευτική λατρεία (Ευθυμιάτου Κατσούνη 2006). Η σχέση εξάρτησης του ανθρώπου από τη φύση καθόρισε τα κριτήρια επιλογής για εγκατάσταση, τα οποία ήταν: 1) η εύφορη κοιλάδα της Κρανιάς με τις πηγές γλυκού νερού στον μυχό του ασφαλούς, εσωτερικού κόλπου, 2) η φυσική οχύρωση της κοιλάδας από τους γύρω λόφους για τις από ξηρά επιθέσεις και η επίσης φυσική οχύρωση από τη λιμνοθάλασσα με τα αβαθή νερά για τις επιθέσεις από θάλασσα. Απόδειξη της ιστορικότητας του τοπίου είναι η συνεχής ανθρώπινη παρουσία: - Ο χώρος κατοικήθηκε από την εποχή του λίθου (3.000 π.x.) στις θέσεις Aλαφώνα και Ρίζα.

384 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Oι νεκροπόλεις Κοκκολάτων και Μαζαρακάτων μαρτυρούν συνεχή κατοίκηση από τη Μεσοελλαδική περίοδο (1775 π.χ.) μέχρι τους υπομυκηναϊκούς χρόνους (1040 π.χ.). - Στους κλασσικούς χρόνους (5 ο 4ο π.χ. αι.) η Κράνη ήταν ένα από τα τέσσερα κράτη-πόλεις της Κεφαλονιάς. Η δύναμή της διατηρήθηκε μέχρι και τη ρωμαϊκή εποχή. Η έδρα της ήταν στους λόφους Καστέλι, Ράχη και Πεζούλες προστατευμένη από μεγάλο τείχος μνημειώδους κατασκευής από τεράστιους πέτρινους ογκολίθους. Το μήκος του τείχους, που προστάτευε την ακρόπολη από τα ανατολικά, ήταν 3 μίλια (περίπου 6 km). - Στην κοιλάδα της Κρανιάς οι Κράνιοι, σύμμαχοι των Αθηναίων, το 430 π.χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου νίκησαν τους Κορινθίους. Στη σκιά των τειχών της αρχαίας Κράνης, δίπλα στη Λιμνοθάλασσα, γύρω στα 1756 γεννήθηκε και αναπτύχθηκε το Αργοστόλι. O Δεμπόνος (1999) γράφει χαρακτηριστικά: «Η σημερινή πρωτεύουσα της Κεφαλονιάς με την όμορφη και καθαρή όψη της ξεπήδησε μέσα από τις αναθυμιάσεις της λιμνοθάλασσας, όπως στη Γένεση το Φως διαδέχθηκε το Έρεβος». Με την ίδρυση της πόλης η κοιλάδα της Κρανιάς, η λιμνοθάλασσα και το αρχαίο νοσογόνο έλος εξελίχθηκαν βαθμιαία σε εκμεταλλεύσιμο φυσικό πόρο. Ο πλούσιος υδροφόρος ορίζοντας του Κουτάβου με τις περίπου 18 επιφανειακές και υποθαλάσσιες καρστικές πηγές παρείχε αστείρευτο απόθεμα νερού για την ύδρευση της πόλης. Μεταξύ αυτών οι πηγές Παπαδάτου, Αγίας Τριάδας, Αϊ Γιάννη, Αγίων Αποστόλων κ.λπ. Στα αβαθή νερά της λιμνοθάλασσας έγιναν αλυκές (αρχές 19ου αι.) και ιχθυοτροφεία (1678, 1916). Στην παρόχθια περιοχή της Κρανιάς, ΝΔ του Κουτάβου, ιδρύθηκε Αγροτική Ακαδημία (Πειραματικές καλλιέργειες: ζαχαροκάλαμο, βαμβάκι, ινδικό κ.λπ.) 1790, καθώς και η Βαλλιάνειος Γεωργική Σχολή (1906), η οποία παρείχε εκπαίδευση για γεωργική παραγωγή ποιότητας σε όλους τους τομείς αγροτικής οικονομίας, όπως καλλιέργειες, ελαιοκομία, ανθοκομία, μελισσοκομία, χοιροτροφία κ.λπ. (βλ. κεφ. ΧΙ, 2). Πέραν όμως της ιστορικής του αξίας και σύμφωνα με τα νέα διεθνή δεδομένα ο Κούταβος χαρακτηρίζεται υγρότοπος ιδιαίτερης σημασίας για τη βιοποικιλότητα της Κεφαλονιάς, που αποτελεί μέρος της ελληνικής βιοποικιλότητας (Γεωργιάδης 1997). Οι υγρότοποι (έλη, ποτάμια, λίμνες, παραλίμνιες περιοχές, λιμνοθάλασσες μικρού βάθους) αποτελούν ευαίσθητα οικοσυστήματα ανυπολόγιστης αξίας για την οικονομία της φύσης, τη λειτουργία της και την περιβαλλοντική μας κληρονομιά. 3. Η σημερινή εικόνα του Κουτάβου Ο Κούταβος με την ευρύτερη περιοχή της Κρανιάς και σήμερα συντηρεί τη ζωή, αλλά μόνο την ανθρώπινη. Οι πάσης φύσεως δραστηριότητες έχουν περιορίσει και υποβαθμίσει τη φύση σε σημείο εξαφάνισης. Οι προσχώσεις των ομβρίων υδάτων και οι απορροές των καρστικών πηγών, που βρίσκονται στις όχθες έχουν δημιουργήσει ρηχή και γεμάτη ιλή λιμνοθάλασσα. Παράλληλα έχει δημιουργηθεί ευτροφισμός λόγω των λιπασμάτων, που μεταφέρονται με τα όμβρια από τις καλλιέργειες της κοιλάδας.

385 362 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Εκτός αυτού η λιμνοθάλασσα μέχρι πρό τινος ήταν δέκτης των λυμάτων ενός τυροκομείου και των Δημοτικών Σφαγείων. Πριν από τη λειτουργία του Βιολογικού Σταθμού επεξεργασίας λυμάτων στο δυτικό μέρος της χερσονήσου Αργοστολίου όλες οι αποχετεύσεις και τα λύματα της πόλης κατέληγαν στον κλειστό Κόλπο Αργοστολίου, με αποτέλεσμα η επιβάρυνση της συνεχόμενης λιμνοθάλασσας Κουτάβου να έχει φθάσει στα όρια της μόλυνσης. Και μετά τη λειτουργία του Σταθμού η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Σύμφωνα με την «Καταγραφή και αξιολόγηση βασικών οικολογικών παραμέτρων της λιμνοθάλασσας Κουτάβου Κεφαλονιάς» Παν/μίου Πατρών (Γεωργιάδης 1997, Λυμπεράτος 1997) και τη μελέτη της Βιολόγου Ν. Φραγκοπούλου (1997) βρέθηκαν περιοχές με μεγάλη συγκέντρωση ψευδαργύρου και χαλκού στην ιλή του πυθμένα, διαλυτού σιδήρου, αυξημένες τιμές χλωροφύλλης (ευτροφισμός) και οριακή μόλυνση. Έχουν χαθεί ορισμένα είδη ιχθυοπανίδας και οστρεοπανίδας, τα οποία άλλοτε αλιεύονταν στον Κούταβο. Οι μικρές καμάρες της γέφυρας λόγω των σεισμών έχουν υποστεί καθίζηση και καθιστούν περισσότερο δυσχερή τη διακίνηση των θαλάσσιων ρευμάτων. Με τους σεισμούς του 1953 όλα τα οικοδομικά υλικά και τα «μπάζα» από την κατεδάφιση ολόκληρης της πόλης ρίχτηκαν στον Κούταβο επιχώνοντας τμήμα της δυτικής και νότιας όχθης. Στις όχθες της λιμνοθάλασσας επίσης εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα ρυπογόνες εγκαταστάσεις, που επιτείνουν το πρόβλημα, όπως τσιμέντα, παλιοσίδερα, μέχρι στανισμός αιγοπροβάτων, που καθημερινά υποβαθμίζουν τον υγρότοπο. Η έκταση της λιμνοθάλασσας μειώνεται συνεχώς, αφ ενός λόγω των προσχώσεων των ομβρίων, που ρέουν από την κοιλάδα της Κρανιάς, αφ ετέρου από τα «μπάζα», που αποθέτουν στις όχθες της ασυνείδητοι πολίτες. Απογοητευτική επίσης είναι και η εικόνα της πηγής του Αϊ-Γιάννη και γενικά όλων των σημείων απορροής των καρστικών και ομβρίων υδάτων της κοιλάδας. Το κεντρικό ρυάκι σχηματίζει ποταμάκι, η όχθη του οποίου χρησιμοποιείται δυστυχώς από τη Δ/νση Δασών ως χώρος αποθήκευσης παροπλισμένων, σκουριασμένων οχημάτων και βαρέων μηχανημάτων. Τα σημεία αυτά σημαντικά για τη βιοποικιλότητα υδάτινων και παρυδάτιων συστημάτων, αλλά και τουριστικού ενδιαφέροντος φέρουν τα σημάδια της κακοδιαχείρισης και της αδιαφορίας. Η σχέση του Κουτάβου με την πόλη και τους κατοίκους παραμένει, αλλά οι ισορροπίες έχουν διασαλευθεί. Τη σχέση αυτή δεν τη χαρακτηρίζει πλέον ο σεβασμός και η μέριμνα για το μέλλον του Αργοστολίου, αλλά η εκμετάλλευση και η εγκατάλειψη. Ο υγρότοπος αυτός με τη συνεχόμενη κοιλάδα της Κρανιάς τόσο σημαντικός για την επιβίωση διαφόρων ειδών πανίδας και χλωρίδας, έχει γίνει δέκτης διαχρονικής κακοποίησης, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει από τη ρύπανση, υγειονομική και αισθητική, το οικοσύστημα της περιοχής και ο υδροφόρος ορίζοντας της πόλης. Πρόβλημα για τη διαχείριση του όλου χώρου είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς στις όχθες και στις παρόχθιες περιοχές της λιμνοθάλασσας, το οποίο παρακωλύει τη συνολική αντιμετώπιση των ρυπογόνων αυτών δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεων. Εξαίρεση αποτελεί το τμήμα του άλσους, που ανήκει στη Βαλλιάνειο Γεωργική Σχολή, το οποίο έχει περιφραχθεί και διατηρείται σε καλή κατάσταση (Εικ. 168). Σημειώνουμε όμως ότι με επέμβαση του Δήμου

386 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 363 Αργοστολίου για εξωραϊσμό του χώρου την τελευταία δεκαετία εντός του άλσους φυτεύθηκαν θάμνοι και δέντρα ξένα προς τη φυσιογνωμία του βιοτόπου. Στον περιφραγμένο χώρο του άλσους ιδρύθηκε πρόσφατα το Κέντρο Ενημέρωσης Κουτάβου, στο οποίο στεγάζεται ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου με ομάδα ειδικών επιστημόνων και κατάλληλο εργαστηριακό εξοπλισμό (Εικ. 169). Εικ Η δυτική όχθη της λιμνοθάλασσας με τον πεζόδρομο αποτελεί συνέχεια του παραλιακού δρόμου της πόλης και διατηρείται σε καλύτερη κατάσταση από τη νότια και ανατολική όχθη. Εικ Η είσοδος του Κέντρου Ενημέρωσης Κουτάβου στο άλσος με τα πεύκα.

387 364 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 4. Στόχοι του προγράμματος Το πρόγραμμα «Η περιοχή του Κουτάβου» απευθύνεται σε μαθητές ηλικίας από 6 μέχρι και 16 ετών, ακόμα και σε παιδιά προσχολικής ηλικίας κατάλληλα προσαρμοσμένο, απλουστευμένο ή εμπλουτισμένο και ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε σχολείου. Υπηρετεί πολλούς στόχους. Συγκεκριμένα αποσκοπεί: - Να αφυπνίσει το ενδιαφέρον των μαθητών για το φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον. - Να εμπλουτίσει τις γνώσεις τους για την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου τους. - Να αναπτύξει την ικανότητα να κρίνουν και να αξιολογούν γεγονότα, που διαμόρφωσαν την εικόνα της σύγχρονης ζωής στην Κεφαλονιά. - Να αναδείξει: α) την ενότητα του βίου των ανθρώπων, που κατοικούσαν στον ίδιο χώρο από τους νεολιθικούς χρόνους μέχρι σήμερα. β) το γεγονός ότι και το Αργοστόλι, η πρωτεύουσα του νησιού, αποτελεί ιστορική συνέχεια ανθρώπινης διαβίωσης στον χώρο της αρχαίας Κράνης. γ) τον ιστορικό χαρακτήρα του τοπίου Κουτάβου-Κρανιάς. δ) την όψη του Κουτάβου ως υγροτόπου με πολύτιμη βιοποικιλότητα. ε) ότι η λιμνοθάλασσα μέχρι σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί ένα ιδιαίτερο στοιχείο ταυτότητας της πρωτεύουσας του νησιού μας. - Να καλλιεργήσει το ομαδικό πνεύμα συνεργασίας. - Έμμεσος αλλά γενικότερος και σημαντικός στόχος του προγράμματος αυτού είναι να εμφυσήσει στους μαθητές τις αξίες εκείνες, τις οποίες, όταν εγκαταλείπει ο άνθρωπος στην ιλιγγιώδη πορεία του για ανάπτυξη, χάνει το μέτρο, γίνεται άπληστος, σκληρός και βίαιος, καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον και οδηγείται στην αυτοκαταστροφή. - Τέλος να βοηθήσει τα παιδιά να διαμορφώσουν μία υγιή στάση ζωής συνειδητοποιώντας ότι: Στην ποικιλία αυτή όλων των μορφών της ζωής, που οργανώνεται σε πολλαπλά επίπεδα άμεσα αλληλοεπηρεαζόμενα και αλληλοεξαρτώμενα, εντάσσεται και ο άνθρωπος σε σχέση και αυτός άμεσης εξάρτησης και αλληλοεπιρροής με τα γύρω του. 5. Τομείς ενδιαφέροντος Η περιοχή του Κουτάβου με τη συνεχόμενη κοιλάδα της Κρανιάς, της οποίας τα χωράφια πλημμυρίζουν τον χειμώνα, έχει ποικίλο ενδιαφέρον: 1) Αρχαιολογικό και ιστορικό: Ακρόπολη Κράνης, αρχαίοι τάφοι, Διαδοχή λατρείας: αρχαίος ναός και εκκλησάκια στις απαρχές των πηγών γλυκού νερού. Αρχαία νομίσματα Τετράπολης. 2) Βοτανικό ενδιαφέρον: Είδη υδροχαρούς βλάστησης και καλλιέργειες σιτηρών στην κοιλάδα της Κρανιάς, εντός των οποίων φύονται αλλόχθονα φυτά.

388 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 365 3) Ενδιαφέρον όσον αφορά στην πανίδα: Συχνάζουν 88 είδη όλων των κατηγοριών, από τα οποία τα περισσότερα αναφέρονται στο Κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων και στις διεθνείς συμβάσεις ως τρωτά απειλούμενα και κινδυνεύοντα. (Γεωργιάδης 1997). Αφθονούν επίσης στην περιοχή αμφίβια ερπετά, μικρά θηλαστικά και έντομα (λεπιδόπτερα, ορθόπτερα, οδοντόγναθα κ.ά.). Ο υγρότοπος λειτουργεί και ως ενδιάμεσος σταθμός ξεκούρασης των μεταναστευτικών πουλιών. Συχνή παρουσία στη λιμνοθάλασσα έχει επίσης και η θαλάσσια χελώνα Caretta caretta κατά την περίοδο της αναπαραγωγής. Ο βάλτος και τα ρυάκια προσφέρονται για βοτανική και ζωολογική μελέτη 4) Γεωλογικό: Οι καρστικές πηγές του Κουτάβου και η ύδρευση του Αργοστολίου. Σημειώνουμε ότι στο τέλος του σχεδιασμού του προγράμματος παραθέτουμε εικόνες από την αναφερόμενη θεματογραφία. 6. Οργάνωση Χρόνος και διάρκεια του προγράμματος: Η έναρξη μπορεί να γίνει από την αρχή του σχολικού έτους (φθινόπωρο), που μεταναστεύει η πτηνοπανίδα και εμφανίζονται τα πρώτα βολβώδη φυτά. Η διάρκεια μπορεί να είναι μονοετής ή διετής ανάλογα με τις απλουστεύσεις, που θα υποστεί το πρόγραμμα από τους υπεύθυνους. Συμμετοχή στο πρόγραμμα: Συμμετοχή μπορεί να δηλώσουν όχι μόνο μαθητές, αλλά και περισσότεροι εκπαιδευτικοί, ανάλογα με τις ειδικότητες, που ανταποκρίνονται στα ενδιαφέροντα των μαθητών. Ένας εκπαιδευτικός αναλαμβάνει ως υπεύθυνος προγράμματος, που θα έχει τον γενικό συντονισμό. Υλικοτεχνική Υποδομή: Μπορεί να καλυφθεί με τη συνεργασία του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου, που εδρεύει στο Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης Κουτάβου ή με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς και Ιθάκης. Χρηματοδότηση Επίβλεψη: Να διερευνηθούν οι πιθανότητες από Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης / Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ν. Κεφαλονιάς, Δήμο Κεφαλονιάς ή ατομικές προσφορές. 7. Βιβλιογραφία σχετική με το πρόγραμμα Ο σχεδιασμός του παρόντος προγράμματος βασίστηκε στην ακόλουθη βιβλιογραφία, την οποία πρέπει να λάβουν υπ όψη τους ο συντονιστής εκπαιδευτικός και η παιδαγωγική ομάδα.

389 366 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ α) Για το ιστορικό μέρος 1) Κατάλογος τῶν ἀρχαίων νομισμάτων Κερκύρας, Λευκάδος, Ἰθάκης, Κεφαλληνίας Ζακύνθου καὶ Κυθήρων, συλλεχθέντων ὑπὸ Π. Λάμπρου δωρηθέντων δὲ τῷ Ἐθνικῷ τῆς Ἑλλάδος Πανεπιστημίῳ παρὰ τοῦ φιλογενεστάτου καὶ φιλομούσου Ἀ. Μουρούζη καὶ περιγραφέντων ὑπὸ Ἀ. Ποστολάκα. Ἀθήνησι Ἐθν. Τυπογραφεῖον (Ποστολάκας Α.1868). 2) Κεφαλληνία καὶ Ἰθάκη. -Γεωγραφική Μονογραφία. Ἐξελληνισθεῖσα ὑπὸ Δ. Γ. Παπανδρέου. Ἐν Ἀθήναις (Partsch J. 1892). 3) Ἀνασκαφαί ἐν Κεφαλληνίᾳ. Πρακτικά τῆς ἐν Ἀθήναις Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας, τόμ. 17 (Καββαδίας Π. 1899). 4) Ἱστορία τῆς Νήσου Κεφαλληνίας (Λιβιεράτος Ε / 1988). 5) Αἱ ανασκαφαί Goeckoop ἐν Κεφαλληνίᾳ (Μαρινάτος Σ. 1933). 6) Γεωγραφία Πολιτική, νέα καὶ ἀρχαία, τοῦ Νομοῦ Κεφαλληνίας (Μηλιαράκης Α. 1890). 7) Κεφαλληνία. Ἱστορικός καὶ ἀρχαιολογικός περίπατος. (Μαρινάτος Σ. 1962). 8) Η γένεση και τα πάθη μιας πολιτείας (Δεμπόνος Α. 1981). 9) Αναφορά στους δρόμους της Κεφαλονιάς (Κοσμετάτου Ε. 1991). 10) Κούταβος. Το χρονικό ενός βάλτου (Δεμπόνος Α. 1999). 11) Το μετασεισμικό Αργοστόλι σαν σύγχρονη πόλη. Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Έρευνα μαθητών Β Λυκείου Αργοστολίου. Αργοστόλι (Ευθυμιάτου Κατσούνη Ν. 1990). 12) Η περιοχή των Πρόννων και η Ανατολική ακτή της Κεφαλονιάς πριν από την Ιστορία. Τοπογραφία της νήσου. Κατάλογος των θέσεων και συμπεράσματα (Μόσχος Ι. 2007). β) Για το γεωλογικό μέρος και τη βιοποικιλότητα 1) Ὑδρολογική καί γεωχημική μελέτη τῆς νήσου Κεφαλληνίας. Δελτίον Ἐπιστημονικῶν Ἐρευνῶν αριθ. Ι (ΥΔ) (Φραγκόπουλος Ι. & Μαλεφάκης Ι. 1963). 2) Πουλιά της Ελλάδας και της Ευρώπης (Peterson R., Mountfort G., Hollom P.A.D., 1981). 3) Έρευνα υπόγειας υδροφορίας Κεφαλονιάς (Κουμεντάκης Ι. 1990). 4) Καταγραφή και αξιολόγηση βασικών οικολογικών παραμέτρων των χερσαίων οικοσυστημάτων της ευρύτερης περιοχής λιμνοθάλασσας Κουτάβου Κεφαλονιά, τόμος ΙΙ (Γεωργιάδης Θ. 1997). 5) Ερπετά της Ελλάδας και της Κύπρου (Δημητρόπουλος & Ιωαννίδης 2002) 6) Οι πεταλούδες της Ελλάδας (Παμπέρης Λ.1997). 7) Field guide to the dragonflies (Klaas Douwe B Dijkstra 2006). 8) Συμβολή στην έρευνα βιοποικιλότητας Κεφαλονιάς Ιθάκης (Ιόνιοι Νήσοι) (Ευθυμιάτου Κατσούνη Ν. 2006) -Μεταπτυχιακή εργασία στην Αειφορική Διαχείριση Προστατευόμενων Περιοχών, Παν/μιο Ιωαννίνων

390 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 367 Β. ΣΤΑΔΙΟ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ Α φάση: (Στάδιο προεργασίας). Ο συντονιστής και επί κεφαλής εκπαιδευτικός θα ενημερώσει την παιδαγωγική ομάδα για τους στόχους του προγράμματος και την πορεία υλοποίησης. Διερευνητική συνάντηση της Παιδαγωγικής ομάδας και του υπεύθυνου εκπαιδευτικού με τους μαθητές. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης να αφυπνιστεί το ενδιαφέρον των παιδιών αρχίζοντας από το όνομα του Κουτάβου. Από τη συζήτηση να προκύψουν οι κατευθύνσεις και η ροή του προγράμματος. Β φάση: Η επιλογή των επί μέρους θεμάτων θα γίνει με τη συμμετοχή των μαθητών. Με τη βοήθεια της παιδαγωγικής ομάδας θα συντάξουν ένα γενικό ερωτηματολόγιο για το πρόγραμμα «Κούταβος». Οι ερωτήσεις θα ταξινομηθούν στη συνέχεια ως προς τον τομέα, που αναφέρονται, και θα ομαδοποιηθούν. Από την ομαδοποίηση των ερωτήσεων θα προκύψουν οι προτιμήσεις των παιδιών, που έχουν σχέση π.χ. 1) με τα αρχαία κτίσματα, 2) με τα πουλιά, 3) με τις πηγές, 4) με τα έλος κ.λπ. Ενδεικτικά παραθέτουμε μερικές από τις ερωτήσεις, που μπορεί να διατυπωθούν, ανάλογα με την ηλικία των μαθητών. Στην ευχέρεια του υπεύθυνου είναι να τους κατευθύνει, ώστε να εκμαιεύσει και άλλες ερωτήσεις κεντρίζοντας το ενδιαφέρον τους, για να καλυφθούν όσο το δυνατόν περισσότερες παράμετροι του θέματος. - Γιατί λέγεται Κούταβος; Έχει άραγε σχέση με το κουτάβι; - Τι σημαίνει λιμνοθάλασσα; - Σε ποιο μέρος του Κουτάβου έχετε πάει; - Τι θα πει υδροφόρος ορίζοντας; - Γιατί στο άλσος του Κουτάβου υπάρχουν τόσοι ευκάλυπτοι; - Από πού έρχεται το νερό των πηγών στον Κούταβο; - Γιατί η κοιλάδα λέγεται Κρανιά; - Γνωρίζετε άλλες πόλεις να έχουν κοντά μία λιμνοθάλασσα; - Γιατί αποξήραναν το έλος; - Φοβάστε τα κουνούπια; - Γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε μπάνιο στον Κούταβο; - Ήταν πάντα τόσο ρηχή η λιμνοθάλασσα; - Μπορείτε να ξεχωρίσετε ποια φυτά φυτεύθηκαν από τον άνθρωπο και ποια όχι; - Τι καλλιέργειες υπάρχουν στα χωράφια της Κρανιάς; - Γιατί τα πουλιά, που βλέπουμε στις όχθες, έχουν ψηλά πόδια και μεγάλο ράμφος; Γνωρίζετε τα ονόματά τους; - Γιατί οι κύκνοι και οι πάπιες έχουν ενωμένα τα δάχτυλα των ποδιών και πλατύ ράμφος; - Πώς βλέπετε το μέλλον της λιμνοθάλασσας; Τι έχετε να προτείνετε; κ.λπ. Γ φάση: Σχηματισμός ομάδων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης ανάλογα με τα αντικείμενα ενδιαφέροντος, που οριστικοποιήθηκαν στη Β φάση π.χ.

391 368 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ αρχαιολογία, ορνιθοπανίδα, ρύπανση λιμνοθάλασσας και ανθρώπινες παρεμβάσεις, καταγραφή ειδών χλωρίδα, καλλιέργειες κ.λπ. Κάθε ομάδα θα αναλάβει την επεξεργασία ενός επί μέρους θέματος π.χ. μόνον το αρχαιολογικό, το βοτανικό, την πτηνοπανίδα, τις παρεμβάσεις στις όχθες κ.λπ., και κατά το δυνατόν απλουστευμένα, εφ όσον πρόκειται για μικρές ηλικίες και πρόγραμμα μικρής χρονικής διαρκείας. Σε κάθε ομάδα θα γίνει καταμερισμός εργασίας, ώστε το κάθε παιδί να αναλάβει υπεύθυνα ένα μέρος από το συνολικό αντικείμενο. Προτείνεται ο αριθμός των μαθητών ανά ομάδα να μην υπερβαίνει τους 10. Σημείωση για τη Γ Φάση: Στο συνημμένο album με τις εικόνες από τη θεματογραφία του προγράμματος προτείνουμε 9 ενότητες διαφορετικών θεμάτων, οι οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως βάση για δραστηριότητες προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. α) ΘΕΜΑ: Η πόλη και η λιμνοθάλασσα του Κουτάβου (Εικ. 170) β) ΘΕΜΑ: Ιστορία Αρχαιολογία (Εικ. 171). γ). ΘΕΜΑ: Καρστικές πηγές Κουτάβου (Εικ. 172). δ) ΘΕΜΑ: Ύδρευση της πόλης του Αργοστολίου (Εικ. 173). ε) ΘΕΜΑ: Ανθρώπινες παρεμβάσεις (Εικ. 174). στ) ΘΕΜΑ: Ρύπανση (Εικ. 175). ζ) ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Χλωρίδα (Εικ. 176). η) ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Εντομοπανίδα Ερπετοπανίδα (Εικ. 177). θ) ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Ορνιθοπανίδα (Εικ ). ι) ΘΕΜΑ: Η λιμνοθάλασσα ως χώρος αναψυχής (Εικ. 180). Δ φάση: Με τη βοήθεια της παιδαγωγικής ομάδας θα καταρτιστεί ένα πρόγραμμα δράσης. Θα σχεδιαστούν οι φάσεις της υλοποίησης και θα αναληφθούν από τους μαθητές πρωτοβουλίες σχετικά με τις επί μέρους εργασίες (συγκέντρωση στοιχείων). Θα οριστούν συναντήσεις συνεργασίας, για να αλληλοενημερώνονται τα μέλη της ομάδας για την πορεία της δράσης ενός εκάστου σχετικά με το αντικείμενο του κοινού ενδιαφέροντος. Παράλληλα θα γίνονται επίσης ενημερωτικές συναντήσεις των παιδιών με την παιδαγωγική ομάδα και τον υπεύθυνο και, όπου χρειάζεται, θα τους παρέχονται οδηγίες. Η τακτική αυτή καλό είναι να ακολουθείται μέχρι να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα. Ε φάση: Επισκέψεις. Για να συνηθίζουν τα παιδιά σε μεθοδική εργασία καλό είναι, εάν υπάρχει δυνατότητα, κάθε ομάδα ανάλογα με το αντικείμενο επιλογής της να έχει: κιάλια, φωτογραφική μηχανή, μεγεθυντικό φακό για παρατήρηση, λαβίδα, ένα πλαστικό ή γυάλινο βαζάκι, μπλοκάκι σημειώσεων, στυλό κ.λπ. 1) Επίσκεψη στον Κούταβο και φωτογράφηση. Κάθε ομάδα θα επισκεφθεί και θα φωτογραφίσει ό,τι έχει σχέση με το θέμα επιλογής της, π.χ. α) για το ιστορικό αρχαιολογικό μέρος: τα τείχη της αρχαίας Κράνης, τους ρωμαϊκούς τάφους και τις νεκροπόλεις με τους λαξευτούς μυκηναϊκούς τάφους. β) Για το νερό και την ύδρευση της πόλης: τις πηγές του Κουτάβου, το

392 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 369 πρώτο υδραγωγείο της Νερομάνας κ.λπ. γ) Για τις παρεμβάσεις στις όχθες: τα μπάζα, τα «νεκροταφεία» αυτοκινήτων και βαρέων μηχανημάτων, καθώς και τις ρυπογόνες εγκαταστάσεις. δ) Για τη χλωρίδα: χαρακτηριστικά φυτά αυτόχθονης χλωρίδας, φυτά του τεχνητού άλσους κ.λπ. 2) Επίσκεψη: α) στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αργοστολίου για τα ευρήματα της αρχαίας Κράνης β) στο Κοργιαλένειο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Αργοστολίου για την κατασκευή της γέφυρας γ) στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλονιάς & Ιθάκης για θέματα σχετικά με λίθινα εργαλεία, χλωρίδα και πανίδα δ) στο Κέντρο Ενημέρωσης Κουτάβου για γενική πληροφόρηση. Απαραίτητα σύνεργα: Ο κάθε μαθητής θα έχει ένα τετράδιο ή ντοσιέ με ελεύθερες σελίδες. Στην πρώτη σελίδα θα γράψει τον γενικό τίτλο, που επέλεξε η ομάδα και τον τομέα της ευθύνης του. Σε αυτό θα σημειώνει τις δικές του παρατηρήσεις από το επί μέρους υλικό, που έχει αναλάβει. Στο κάθε φύλλο θα διαπραγματεύεται ένα θέμα, ώστε στο τέλος η σύνθεση των φύλλων σε τετράδιο θα περιέχει μία κατά το δυνατόν ολοκληρωμένη αναφορά για το συγκεκριμένο θέμα, η οποία θα ανακοινωθεί από τον μαθητή στην υπόλοιπη ομάδα. Για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας οι πληροφορίες, που θα συγκεντρώνονται σε κάθε φύλλο, μπορεί να είναι περισσότερες. Τα φύλλα, που θα συγκεντρωθούν από όλους τους μαθητές θα αποτελέσουν το «Τετράδιο της ομάδας» για το θέμα, που έχουν επιλέξει. Όλα τα «τετράδια» θα εκτεθούν με τη λήξη του προγράμματος ως ομαδική εργασία. ΣΤ φάση και τέλος του προγράμματος: Με την ολοκλήρωση του προγράμματος παρουσία όλων και της παιδαγωγικής ομάδας θα γίνει: α) Ανταλλαγή εμπειριών και συζήτηση απαντήσεις σε ερωτήματα του τύπου: - Έχουμε αντιληφθεί την κρισιμότητα του προβλήματος; - Πρωτεύει το κοινό συμφέρον ή το ατομικό; - Βλέποντας τον Κούταβο ποιον από τους παρακάτω χαρακτηρισμούς θα επιλέξουμε; Λιμνοθάλασσα; Έλος; Αρχαιολογικός και Ιστορικός χώρος; Υδροφόρος ορίζοντας; Βιομηχανική περιοχή; Χωματερή για εναπόθεση μπάζων; Δέκτης λυμάτων Μάντρα αχρήστων υλικών; Χώρος αναψυχής; Περιαστικό πάρκο με επέκταση της πόλης; Προστατευόμενη περιοχή; Υγρότοπος; κ.λπ. β) Αξιολόγηση του έργου, ανασύνθεση και τελικά συμπεράσματα.

393 370 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ γ) Παρουσίαση εργασιών και του όλου προγράμματος σε όλο το σχολείο ή και σε ευρύτερο κοινό. Γ. ΕΠΙ ΠΛΕΟΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Παιγνίδι, Ζωγραφική. Όσοι έχουν κλίση στο σχέδιο: 1) να ζωγραφίσουν ένα θέμα από την ενότητα της επιλογής τους, π.χ. λουλούδι, δέντρο, αμφίβιο, έντομο, να το αναπαραγάγουν σε φωτοτυπίες, να τις κόψουν κομμάτια, να τα ανακατέψουν και να διαγωνιστούν οι υπόλοιποι μαθητές σε γρήγορη και σωστή συναρμολόγηση κάθε εικόνας (Προσφέρεται για παιδιά μικρών ηλικιών). 2) Να ζωγραφιστούν και να κοπούν σε χαρτόνι τα πουλιά της λιμνοθάλασσας. 3) Να κατασκευαστεί μακέτα της λιμνοθάλασσας, όπως θα ήθελαν να είναι. 4) Να προσωποποιηθούν στοιχεία του περιβάλλοντος, τα οποία θα αντιδρούν στις διάφορες ανθρώπινες παρεμβάσεις. Δραματοποίηση Μικρά σκετσάκια και αυτοσχέδιοι διάλογοι, ακόμα και αυτοσχέδια παραμύθια με προσωποποίηση στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος ανάλογα με τα θέματα επιλογής. Ενδεικτικά δίνουμε μερικούς τίτλους για επεξεργασία, που θα κεντρίσουν τη δημιουργική φαντασία των παιδιών, όπως: «Οι καημοί της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου», «Μια φωνή από τον βάλτο», «Τσοπάνης στην αρχαία Κράνη», «Πολέμησα κι εγώ στη μάχη της Κρανιάς το 430 π.χ.» κ.λπ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ Η υλοποίηση και ολοκλήρωση του προτεινόμενου προγράμματος για την περιοχή του Κουτάβου πιστεύουμε ότι θα έχει επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο. Ο μαθητής έχει μυηθεί στον κόσμο της γνώσης. Έχει μάθει να παρατηρεί, να συγκρίνει, να ξεχωρίζει, να ομαδοποιεί και προ παντός να λειτουργεί με μέθοδο. Έχει μάθει να αναζητά και να ανακαλύπτει τις πιθανές σχέσεις μεταξύ των φαινομένων, την αιτία και το αποτέλεσμα. Έχει γευθεί τη χαρά και την ικανοποίηση, που δίνει η γνώση, όταν αποκτάται βιωματικά από τον ίδιο. Έχει εξοικειωθεί με τα μυστικά και τις ομορφιές του φυσικού κόσμου, έχει καταδικάσει τη ληστρική εκμετάλλευση του περιβάλλοντος, έχει καλλιεργήσει την ευαισθησία του και έχει μπει στο πνεύμα της αειφόρου ανάπτυξης.

394 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης 371 ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ 1. ΘΕΜΑ: Η πόλη και η λιμνοθάλασσα του Κουτάβου 1. Εικ Άποψη της σημερινής πόλης του Αργοστολίου από τη θέση Μύλοι της Πετρίας. Η λίθινη γέφυρα χωρίζει τη λιμνοθάλασσα του Κουτάβου από τον υπόλοιπο Κόλπο. Οι καμάρες λόγω καθίζησης δυσχεραίνουν την κυκλοφορία των θαλάσσιων ρευμάτων με αποτέλεσμα να μην ανανεώνεται επαρκώς το νερό της λιμνοθάλασσας. ( Φωτ. Αρχεία Κ.Ι.Λ.Μ.).

395 372 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 2. ΘΕΜΑ: Ιστορία Αρχαιολογία α β γ Εικ α) Το ανατολικό τείχος της αρχαίας Κράνης μήκους 6 km περίπου προστάτευε την πόλη από την πλευρά της Σάμης. β) Προμαχώνας των τειχών της ακρόπολης. γ) Το εκκλησάκι της Αγίας Ελεούσας χτίστηκε στον ίδιο χώρο με τον αρχαίο ναό, που ήταν αφιερωμένος στις θεές Δήμητρα και Περσεφόνη. Στη μεσαία σειρά νομίσματα της αρχαίας Κράνης.

396 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΘΕΜΑ: Καρστικές πηγές Κουτάβου α γ β δ Εικ α) Η πηγή στο ερειπωμένο μετά τους σεισμούς του 53 εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων στην Α. όχθη. Από εδώ κατά το παρελθόν έκαναν προμήθεια νερού τα πλοία, όταν δεν υπήρχε η γέφυρα. β) Η απορροή της πηγής των Αγίων Αποστόλων στη λιμνοθάλασσα. γ) Η πηγή Παπαδάτου είναι η βασική πηγή υδροδότησης της πόλης. Άνω η είσοδός της επί του περιφερειακού δρόμου Κουτάβου ασφαλισμένη με σιδερένια πόρτα. δ) Η απορροή της πηγής Παπαδάτου στη λιμνοθάλασσα.

397 374 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 4. ΘΕΜΑ: Ύδρευση της πόλης του Αργοστολίου α Εικ α) Το πρώτο υδραγωγείο, η «Νερομάνα». Χτίστηκε στις αρχές του 20 ου αι. Γκρεμίστηκε με τους σεισμούς του β β) και γ) Στο εσωτερικό του υδραγωγείου οι στοές με τους διαδρόμους προσπέλασης για έλεγχο της στάθμης του νερού. γ

398 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΘΕΜΑ: Ανθρώπινες παρεμβάσεις Εικ α) Η λίθινη γέφυρα, που συνδέει τις απέναντι ακτές του κόλπου Αργοστολίου. Χτίστηκε στις αρχές του 19 ου αι. Έπαθε καθίζηση μετά τους σεισμούς του β) Η τεχνητή νησίδα στον μυχό του Κουτάβου δημιούργησε προβλήματα στην κυκλοφορία των θαλάσσιων ρευμάτων συσσωρεύοντας ρύπανση.

399 376 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 6. ΘΕΜΑ: Ρύπανση Εικ Άνω: Ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Δεξιά: Συσσώρευση ρύπανσης στη νότια όχθη.

400 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Χλωρίδα α β γ δ ε στ Εικ α) και γ) υδροχαρής βλάστηση. β) Aristolochia rotunda subsp. insularis. δ) Calystegia saepium. ε) Limonium cephalonicum. στ) Juncus sp.

401 378 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 8. ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Εντομοπανίδα - Ερπετοπανίδα α β γ δ ε στ ζ η Εικ Α σειρά: Οδοντόγναθα (Λιβελούλες): α) Orthetrum sp., β) Crocothemis erythraea, γ) Calopteryx virgo. Β σειρά: Λεπιδόπτερα (πεταλούδες): δ) Vanessa atalanta, ε) Papilio alexanor, στ) νύμφες της πεταλούδας Zerynthia polyxena. Γ σειρά: Ερπετά: ζ) Πράσινη σαύρα (Lacerta trilineata), η) Λαφίτης (Elaphe quatorlineata), θ) Χελώνα Caretta caretta (Φωτ. Γ. Κατσούνης). θ

402 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΘΕΜΑ: Βιοποικιλότητα: Ορνιθοπανίδα α β γ δ Εικ Παρυδάτια πουλιά: α, β) Φαλαρίδες (Fulica atra). γ) Αλκυόνη (Alcedo atthis).δ) Βουτηχτάρια (Podiceps sp.) μεταναστευτικά.

403 380 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 9. ΘΕΜΑ (συνέχεια): Βιοποικιλότητα: Ορνιθοπανίδα) α β γ δ ε Εικ Παρυδάτια πουλιά: α) Αγριόκυκνος (Cygnus cygnus), μεταναστευτικό. β) Βουβόκυκνοι εξημερωμένοι (Cygnus olor). γ) Λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta), μεταναστευτικό. δ) Κορμοράνος (Falacrocorax carbo), μεταναστευτικό. ε) Σταχτοτσικνιάς (Ardea cinerea), μεταναστευτικό.

404 Σχεδιασμός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΘΕΜΑ: Το άλσος του Κουτάβου ως χώρος αναψυχής Εικ Ανοιξιάτικα μονοπάτια με αυτοφυή βλάστηση στο άλσος του Κουτάβου.

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ Β. Π. Γ. Π. Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χιλιόμετρα, ενώ με τα νησιά φτάνει τα 30,2

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο

Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο Ιωάννης Ηλιόπουλος Παγκόσμια Γεωδυναμική 1 Η θέση της Ελλάδας στο Παγκόσμιο γεωτεκτονικό σύστημα 2 Γεωλογική τοποθέτηση η της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό χώρο Πανάρχαια Ευρώπη:

Διαβάστε περισσότερα

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: 1 ΜΑΘΗΜΑ 1, Οι έννοιες «γεωγραφική» και «σχετική» θέση 1. Με τη βοήθεια του χάρτη στη σελ.12, σημειώστε τις παρακάτω πόλεις στην

Διαβάστε περισσότερα

Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες

Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες Ποιο Χάρτη θα χρησιμοποιήσω αν θέλω να μάθω τη θέση της Αφρικής στον κόσμο; Θα χρησιμοποιήσω τον Παγκόσμιο Χάρτη Ποια είναι η θέση της Αφρικής στον κόσμο; Η απάντηση μπορεί

Διαβάστε περισσότερα

PROJECT 2017 ΟΜΑΔΑ: ΑΝΕΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΙΧΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΝΤΙΝΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΦΙΔΗΣ

PROJECT 2017 ΟΜΑΔΑ: ΑΝΕΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΙΧΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΝΤΙΝΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΦΙΔΗΣ PROJECT 2017 ΟΜΑΔΑ: ΑΝΕΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΙΧΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΝΤΙΝΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΦΙΔΗΣ ΑΦΡΙΚΗ Η Αφρική είναι η δεύτερη σε έκταση και πληθυσμό ήπειρος της γης με πληθυσμό περίπου 1 δισ κατοίκους.

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. 1 Που συμβαίνουν οι περισσότερες βροχοπτώσεις; Κυρίως στη θάλασσα. Και μάλιστα στο Ισημερινό. Είδαμε γιατί στο προηγούμενο μάθημα. Ρίξε μία ματιά.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Η Ευρώπη είναι ήπειρος κυρίως πεδινή, χωρίς έντονο ανάγλυφο. Τα 2/3 της ηπείρου είναι πεδινές εκτάσεις. Έχει το χαμηλότερο μέσο υψόμετρο από την επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Οι επιμέρους μελέτες ανέδειξαν τον πλούτο των φυσικών πόρων που διαθέτει η χώρα μας αλλά και τους κινδύνους που απειλούν το φυσικό

Διαβάστε περισσότερα

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1 Το κλίμα της Ελλάδος Λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης στη Μεσόγειο και του πλούσιου ανάγλυφου της, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από διάφορες κλιματικές ζώνες. Η Ελλάδα, συνολικής επιφάνειας 131.957

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 20 Αιγηίδα:

Διαβάστε περισσότερα

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο Επιβλέπουσες Καθηγήτριες: Δρ. Κοκκίνου Ελένη Φυσικός Παπαχρήστου

Διαβάστε περισσότερα

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9 ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ Ακαδημαϊκό Έτος 2016-2017 ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ (Ο ΩΚΕΑΝΙΟΣ ΠΥΘΜΕΝΑΣ) Βασίλης ΚΑΨΙΜΑΛΗΣ Γεωλόγος-Ωκεανογράφος Κύριος Ερευνητής, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Τηλ. Γραφείου: 22910 76378 Κιν.: 6944

Διαβάστε περισσότερα

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική Έχει διαπιστωθεί διεθνώς ότι τα περιθώρια τεκτονικών πλακών σε ηπειρωτικές περιοχές είναι πολύ ευρύτερα από τις ωκεάνιες (Ευρασία: π.χ. Ελλάδα, Κίνα), αναφορικά με την κατανομή των σεισμικών εστιών. Στην

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

3. Να αναφέρεις να μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε μια σχολική μονάδα πριν, κατά την διάρκεια και μετά από ένα σεισμό.

3. Να αναφέρεις να μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε μια σχολική μονάδα πριν, κατά την διάρκεια και μετά από ένα σεισμό. ΜΑΘΗΜΑ 10 1. Ποιες είναι οι επιπτώσεις των σεισμών και των ηφαιστειακών εκρήξεων. 2. Ποια είναι η κοινή προέλευση και των δύο παραπάνω φαινομένων; 3. Γιατί είναι μικρός ο αριθμός ο αριθμός των ανθρώπινων

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου Γεωπάρκο Ένα «Γεωπάρκο» είναι: μια περιοχή με καθορισμένα όρια, η οποία συνδυάζει μνημεία σημαντικής γεωλογικής αξίας καθώς

Διαβάστε περισσότερα

1. Το φαινόµενο El Niño

1. Το φαινόµενο El Niño 1. Το φαινόµενο El Niño Με την λέξη Ελ Νίνιο, προσφωνούν οι Ισπανόφωνοι το Θείο Βρέφος. Η ίδια λέξη χρησιµοποιείται για να εκφράσει µια µεταβολή του καιρού στις ακτές του Περού, που εµφανίζεται εδώ και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ Εισαγωγή: Η σεισμικότητα μιας περιοχής χρησιμοποιείται συχνά για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τις τεκτονικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από τα τέλη του

Διαβάστε περισσότερα

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Ποτάμι είναι το ρεύμα γλυκού νερού που κινείται από τα ψηλότερα (πηγές) προς τα χαμηλότερα μέρη της επιφάνειας της Γης (πεδινά) και

Διαβάστε περισσότερα

ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ

ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ ΚΕΡΚΥΡΑ Η Κέρκυρα είναι ένα από τα ωραιότερα νησιά της Ελλάδας, που με τη πολυσήμαντη ιστορία της, την καταπράσινη ύπαιθρο, τις δαντελένιες ακρογιαλιές και κυρίως με

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου Παρουσίαση Γιώργος Σέκκες Καθηγητής Γεωγραφίας Λευκωσία 2017 Ερώτηση! Ποια η διάφορα µεταξύ του κλίµατος

Διαβάστε περισσότερα

a. Οι βαθιές θάλασσες της Ευρώπης δημιουργήθηκαν όταν έλιωσαν οι παγετώνες. β. Η Νορβηγική Θάλασσα βρέχει τις βορειοανατολικές ακτές

a. Οι βαθιές θάλασσες της Ευρώπης δημιουργήθηκαν όταν έλιωσαν οι παγετώνες. β. Η Νορβηγική Θάλασσα βρέχει τις βορειοανατολικές ακτές EΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Επαναληπτικό διαγώνισμα στα μαθήματα 12-18 1. Χαρακτήρισε τις παρακάτω προτάσεις με το γράμμα (Σ), αν είναι σωστές, και a. Οι βαθιές θάλασσες της Ευρώπης δημιουργήθηκαν όταν έλιωσαν

Διαβάστε περισσότερα

Η ΟΡΕΙΝΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΚΑΜΤΣΑΤΚΑ

Η ΟΡΕΙΝΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΚΑΜΤΣΑΤΚΑ Η ΟΡΕΙΝΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΚΑΜΤΣΑΤΚΑ ΔΠΜΣ «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ» ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2014 2015 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΟΥΡΑΣ ΒΑΝΕΣΣΑ ΜΠΟΥΓΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΚΡΗΤΗΣ LIFE ENVIRONMENT «ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΙ ΥΓΡΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ ΛΙΜΝΟ ΕΞΑΜΕΝΕΣ: ΕΠΙ ΕΙΞΗ ΠΟΛΥΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ» LIFE00ENV/GR/000685 ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΚΡΗΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Είναι µια γης

Διαβάστε περισσότερα

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους σε πολλά επίπεδα στα πλαίσια ενός οικοσυστήματος Οι φυσικές

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύουμε στην ηπειρωτική Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαφορετικά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ 8.ΥΔΑΤΩΔΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα: Μετεωρολογία-Κλιματολογία. Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου 1 ΥΔΑΤΩΔΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα; ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ 1 ο (Μονάδες 3,3) 1. Ποια είναι η διοικητική ιεραρχία των πόλεων στην Ελλάδα; Πως λέγεται ο διοικητής του κάθε διοικητικού τομέα; 2. Ποιους γεωλογικούς αιώνες περιλαμβάνει η γεωλογική

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΕΞΩΜΑΛΥΝΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ Δρ Γεώργιος Μιγκίρος Καθηγητής Γεωλογίας ΓΠΑ Ο πλανήτης Γη έτσι όπως φωτογραφήθηκε το 1972 από τους αστροναύτες του Απόλλωνα 17 στην πορεία τους για τη σελήνη. Η

Διαβάστε περισσότερα

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η εξοικείωση με τους κλάδους της ιστορικής γεωλογίας.

Διαβάστε περισσότερα

ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος

ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος Κατακρημνίσματα: Στερεή Μορφή ΧΙΟΝΙ και Υγρή Βροχή ΣΥΓΡΑΤΗΣΗ: πάνω σε φυτά και επιφάνεια εδάφους - ΧΙΟΝΙ ΔΙΗΘΗΣΗ: Βροχή είναι υγρό. Περισσότερο στην αρχή. ΧΙΟΝΙ Παγωμένο έδαφος.

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες) AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες) Περιγραφή Η εκβολή του ποταμού Πλούσκα βρίσκεται περίπου 3 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του οικισμού Βιτάλι και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Άνδρου. Πρόκειται για εκβολή ποταμού

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Γιάννης Λ. Τσιρογιάννης Γεωργικός Μηχανικός M.Sc., PhD Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου Τμ. Τεχνολόγων Γεωπόνων Κατ. Ανθοκομίας Αρχιτεκτονικής Τοπίου ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Κλιματική αλλαγή

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 1. Η πόλη Λ βρίσκεται: α. βόρεια της πόλης Κ. β. νότια της πόλης Κ. γ. ΒΑ της πόλης Κ. δ. ΒΔ της πόλης Κ. 2. Η πόλη Λ βρίσκεται: α. βόρεια

Διαβάστε περισσότερα

ERASMUS Δημοτικό Σχολείο Αγίων Τριμιθιάς Χρίστος Τομάζος Στ 2

ERASMUS Δημοτικό Σχολείο Αγίων Τριμιθιάς Χρίστος Τομάζος Στ 2 ERASMUS 1 Δημοτικό Σχολείο Αγίων Τριμιθιάς Χρίστος Τομάζος 17.12.2016 Στ 2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Γαλλία 3-7 Ισπανία.. 8-13 Γερμανία 14-20 Ιταλία. 21-25 2 ΓΑΛΛΙΑ: Θέση και σύνορα 4 Κλίμα 5 Πρωτεύουσα. 6 Βιομηχανία...

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Χ. ΓΑΛΑΖΟΥΛΑΣ: ΓΕΩΛΟΓΟΣ,

Διαβάστε περισσότερα

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Habitat: κυρίαρχη μορφή, γύρω από την οποία αναπτύσσεται ένας οικότοπος Χλωρίδα (π.χ. φυτό-φύκος) Πανίδα (π.χ. ύφαλος διθύρων) Γεωλογική μορφή (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2009-2010 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΤΑΞΗ Α ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Θέμα 1 ο : Να μεταφέρετε στο γραπτό σας τον αριθμό της κάθε ερώτησης και δίπλα το γράμμα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ - ΕΜΥ

ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ - ΕΜΥ ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ - ΕΜΥ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2017, ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΥΣ ΕΝΤΟΝΕΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΕΙΣ - ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο φετινός Νοέμβριος, ο τελευταίος φθινοπωρινός

Διαβάστε περισσότερα

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Η κυριαρχία των Αγγειοσπέρμων αρχίζει από το Mέσο Kρητιδικό (πριν 100 εκ. χρόνια) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Υπάρχουν περίπου 250.000 είδη Αγγειοσπέρμων.

Διαβάστε περισσότερα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ - ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Προέλευση Μορφή έργων Χρήση Επιφανειακό νερό Φράγματα (ταμιευτήρες) Λιμνοδεξαμενές (ομβροδεξαμενές) Κύρια για

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2.ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2.ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗ ΦΥΣΗ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Τα μέλη της ομάδας μας:παπαδόπουλος Σάββας Σταθάτος Γιάννης Τσαπάρας Χρήστος Τριανταφύλλου Δημήτρης Χάλαρης Στέλιος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 2. Το νερό στη φύση 3. Νερό και άνθρωπος 4.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Project : Θέμα σεισμός. Σεισμοθηλυκά Ταρακουνήματα!!

Project : Θέμα σεισμός. Σεισμοθηλυκά Ταρακουνήματα!! Project : Θέμα σεισμός Σεισμοθηλυκά Ταρακουνήματα!! Τι είναι σεισμός; Σεισμός είναι η δόνηση ή ξαφνική κίνηση της επιφάνειας της Γης. Ο σεισμός στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται αισθητός από την κίνηση

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ 1 ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΗ Κώστας Κύρος ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1 1. Ανοίξτε το λογισμικό Google Earth και προσπαθήστε να εντοπίσετε τη θέση της Ευρώπης στη Γη. Κατόπιν για να

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ) Α ακτογραμμή Η γραμμή που σχηματίζουν οι ακτές μιας περιοχής. 25 ανάγλυφο της γης Η μορφή της γης με τις οροσειρές, τις

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ - ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ - ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ - ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ από Π. Σαμπατακάκη Dr. Υδρογεωλόγο 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Δεν θα ταν άστοχο εάν αναφέραμε ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας στο νησιωτικό χώρο του Αιγαίου

Διαβάστε περισσότερα

Ε λ Νίνιο (El Niño) ονοµάζεται το θερµό βόρειο θαλάσσιο ρεύµα που εµφανίζεται στις ακτές του Περού και του Ισηµερινού, αντικαθιστώντας το ψυχρό νότιο ρεύµα Humboldt. Με κλιµατικούς όρους αποτελει µέρος

Διαβάστε περισσότερα

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Γεωργιάδης Χρήστος Λεγάκις Αναστάσιος Τομέας Ζωολογίας Θαλάσσιας Βιολογίας Τμήμα Βιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας Ενότητα: Γεωγραφία (2 φύλλα εργασίας) Επίπεδο: Β1, Β2 Κοινό: αλλόγλωσσοι ενήλικες ιάρκεια: 4 ώρες (2 δίωρα) Υλικοτεχνική υποδομή: Για τον διδάσκοντα:

Διαβάστε περισσότερα

3.2 Υποστηρικτική Έκθεση Συμμετοχικών Διαδικασιών

3.2 Υποστηρικτική Έκθεση Συμμετοχικών Διαδικασιών 3.2 Υποστηρικτική Έκθεση Συμμετοχικών Διαδικασιών Η διαδικασία του σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων και των μελετών μορφολογικών κανόνων δόμησης σε οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, αποτελεί μια δύσκολη

Διαβάστε περισσότερα

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μιχάλης Βραχνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Θεσσαλίας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 6 ΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΗ ΚΑΙ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ Θαλάσσια ρεύματα και Ωκεάνια κυκλοφορία Οι θαλάσσιες μάζες δεν είναι σταθερές ΑΙΤΙΑ: Υπάρχει (αλληλ)επίδραση με την ατμόσφαιρα (π.χ., ο άνεμος ασκεί τριβή στην επιφάνεια της θάλασσας,

Διαβάστε περισσότερα

«Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος»

«Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος» «Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος» Χρήστος Σ. Ζερεφός Ακαδημαïκός Ακαδημία Αθηνών 28 Νοεμβρίου 2017 Χωρίς την παρουσία των αερίων

Διαβάστε περισσότερα

ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012)

ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012) ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012) Συγγραφέας: ΛΑΛΙΝΑ ΦΑΦΟΥΤΗ Ακούμε ότι η μέση θερμοκρασία του πλανήτη ανεβαίνει και, όταν φθάνει το καλοκαίρι και ζούμε τους όλο και εντονότερους καύσωνες,

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ Γεωγραφικά στοιχεία Ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου, γνωστός και ως Βάλια Κάλντα βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσπρόσιτη περιοχή της οροσειράς της Πίνδου στα όρια μεταξύ των νομών Γρεβενών και

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΙΖΗΜΑΤΑ - ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΙΖΗΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΣ ΝΕΡΟΥ Αρχικός µηχανισµός: ιάβρωση των Πετρωµάτων ανάντη των φραγµάτων. Ορισµός ιάβρωσης ιάβρωση = Η αποκόλληση και µετακίνηση σωµατιδίων πετρώµατος

Διαβάστε περισσότερα

Δημοκρατία της νότιας Ευρώπης. Επιφάνεια: τ.χμ Πληθυσμός: κατ. Πρωτεύουσα: Ρώμη. Γλώσσα: επίσημη η ιταλική.

Δημοκρατία της νότιας Ευρώπης. Επιφάνεια: τ.χμ Πληθυσμός: κατ. Πρωτεύουσα: Ρώμη. Γλώσσα: επίσημη η ιταλική. ΙΤΑΛΙΑ Δημοκρατία της νότιας Ευρώπης. Επιφάνεια: 301.230 τ.χμ Πληθυσμός: 58.057.477 κατ. Πρωτεύουσα: Ρώμη. Γλώσσα: επίσημη η ιταλική. Ανάμεσα στις αλλόγλωσσες ομάδες είναι η γερμανική, η αλβανική, η ελληνική,

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2018 2019 ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ- ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1 Περιεχόμενα ΕΝΟΤΗΤΑ Α : ΧΑΡΤΕΣ Α1.4 Ποιον χάρτη να διαλέξω;. 3 Α1.3 Η χρήση των χαρτών στην καθημερινή

Διαβάστε περισσότερα

Δείκτες Επιτυχίας και Δείκτες επάρκειας ανά ενότητα ΑΠ Γεωγραφίας Γυμνασίου

Δείκτες Επιτυχίας και Δείκτες επάρκειας ανά ενότητα ΑΠ Γεωγραφίας Γυμνασίου Δείκτες Επιτυχίας και Δείκτες επάρκειας ανά ενότητα ΑΠ Γεωγραφίας Γυμνασίου Γεωγραφία Β γυμνασίου: Η Ευρώπη στον κόσμο. 1η Ενότητα: Εξερευνώ την Ευρώπη ανακρίνοντας τους χάρτες Δείκτες επιτυχίας: Δείκτες

Διαβάστε περισσότερα

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

AND019 - Έλος Κρεμμύδες AND019 - Έλος Κρεμμύδες Περιγραφή Το έλος Κρεμμύδες βρίσκεται περίπου 3 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του οικισμού Κόρθι στην Άνδρο. Τροφοδοτείται από δύο ρύακες περιοδικής ροής και λόγω της απομόνωσής του

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ. Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής. Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία.

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ. Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής. Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία. Ενότητα Ηπειροι (στιγμιότυπα): Η Αφρική Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής Γεωλογία - Γεωγραφία A Γυμνασίου Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία. Πρώτη εργασία : Η θέση της Αφρικής στον παγκόσμιο

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04 ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Μαρία Κιτριλάκη Διαχείριση φυσικών περιοχών Η σύγχρονη αντίληψη για τη διαχείριση των φυσικών περιοχών δεν κυριαρχείται από την παλαιότερη τακτική της εξάντλησης αλλά από

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative Commons

Διαβάστε περισσότερα

2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα.

2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα. ΘΕΜΑΤΑ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑΣ-ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ 1. Διευκρινίστε τις έννοιες «καιρός» και «κλίμα» 2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα. 3. Ποιοι

Διαβάστε περισσότερα

Εικ.IV.7: Μορφές Κυψελοειδούς αποσάθρωσης στη Νάξο, στην περιοχή της Στελίδας.

Εικ.IV.7: Μορφές Κυψελοειδούς αποσάθρωσης στη Νάξο, στην περιοχή της Στελίδας. ii. Μορφές Διάβρωσης 1. Μορφές Κυψελοειδούς Αποσάθρωσης-Tafoni Ο όρος Tafoni θεσπίστηκε ως γεωμορφολογικός από τον A. Penck (1894), εξαιτίας των γεωμορφών σε περιοχή της Κορσικής, που φέρει το όνομα αυτό.

Διαβάστε περισσότερα

Τ Α Η Φ Α Ι Σ Τ Ε Ι Α

Τ Α Η Φ Α Ι Σ Τ Ε Ι Α ΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΓΗ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΥΝΗΘΩΣ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΔΥΟ Η ΤΡΕΙΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΠΛΑΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΟΝΤΑΙ Η ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΝΤΑΙ: ΜΙΑ ΜΕΣΟΩΚΕΑΝΕΙΑ ΡΑΧΗ Η ΟΡΟΣΕΙΡΑ, ΟΠΩΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ, ΔΙΝΕΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΟΜΕΑΣ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Εμμανουέλα Ιακωβίδου Επιβλέπων

Διαβάστε περισσότερα

Oι Κατηγορίες Κλιμάτων :

Oι Κατηγορίες Κλιμάτων : ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ Oι Κατηγορίες Κλιμάτων : Κατηγορία Α : Τροπικά κλίματα Στην πρώτη κατηγορία, που συμβολίζεται με το κεφαλαίο Α, εντάσσονται όλοι οι τύποι του Τροπικού κλίματος. Κοινό χαρακτηριστικό

Διαβάστε περισσότερα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα Περιγραφή Η εκβολή του όρμου Λεύκα βρίσκεται περίπου 5 χιλιόμετρα βόρεια του οικισμού Αρνάς (ή Άρνη) στην Άνδρο. Πρόκειται για εκβολή ρύακα σχεδόν μόνιμης ροής, που τροφοδοτεί

Διαβάστε περισσότερα

ΜΝΗΜΕΣ ΓΑΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΗΘΥ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ Η κεντρική θεματική ενότητα παρουσιάζει το πολύπλοκο σύμπλεγμα των ελληνικών νησιών και διηγείται τη γεωλογική ιστορία της περιοχής του Αιγαίου, που γεννήθηκε από τον

Διαβάστε περισσότερα

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος Περιγραφή Ο υγρότοπος της εκβολής Κερκητείου ρέματος βρίσκεται στο παραλιακό μέτωπο του νέου Καρλόβασι και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Σάμου. Η εκβολή κρατά νερό όλο

Διαβάστε περισσότερα

''Σεπτέμβριος 2015: οι ακραίες μέγιστες θερμοκρασίες στο 1ο δεκαήμερο και κλιματολογικά στοιχεία του μήνα''

''Σεπτέμβριος 2015: οι ακραίες μέγιστες θερμοκρασίες στο 1ο δεκαήμερο και κλιματολογικά στοιχεία του μήνα'' ''Σεπτέμβριος 2015: οι ακραίες μέγιστες θερμοκρασίες στο 1ο δεκαήμερο και κλιματολογικά στοιχεία του μήνα'' Ο Σεπτέμβριος ως μεταβατικός μήνας από το καλοκαίρι στο φθινόπωρο, ιδιαίτερα το πρώτο δεκαήμερο,

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα) AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα) Περιγραφή Η εκβολή του ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα) βρίσκεται περίπου 4,5 χιλιόμετρα βόρεια του οικισμού Μακρομάνταλο στην Άνδρο. Πρόκειται για

Διαβάστε περισσότερα

Κλιματική αλλαγή και συνέπειες στον αγροτικό τομέα

Κλιματική αλλαγή και συνέπειες στον αγροτικό τομέα Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Περιφέρεια Κρήτης Ημερίδα: «Κλιματική Αλλαγή και Γεωργία» Ηράκλειο, Παρασκευή 22 Μαρτίου 2019 Κλιματική αλλαγή και συνέπειες στον αγροτικό τομέα Μιχαήλ Σιούτας,

Διαβάστε περισσότερα

Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός;

Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός; ΟΡΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός; Διαμελισμός Κατακόρυφος είναι: Τα βουνά, οι πεδιάδες, οι λόφοι, οι κοιλάδες, τα φαράγγια και γενικά το ανάγλυφο μιας περιοχής. Άλπεις Οι Άλπεις είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

MIL012 - Εκβολή ρύακα Σπυρίτου

MIL012 - Εκβολή ρύακα Σπυρίτου MIL012 - Εκβολή ρύακα Σπυρίτου Περιγραφή Η εκβολή του ρύακα Σπυρίτου βρίσκεται στην παραλία Αμμουδαράκι ή Τριάδες, 5,5 χιλιόμετρα περίπου βορειοδυτικά του οικισμού Εμπορειός στη Μήλο. Πρόκειται για εκβολή

Διαβάστε περισσότερα