Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/43
|
|
- Κλήμης Αγγελίδης
- 6 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/43 Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά µε τη συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου των αρχών ανταγωνισµού (2004/C 101/03) (Κείµενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Με τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συµβουλίου της 16ης εκεµβρίου 2002 για την εφαρµογή των κανόνων ανταγωνισµού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης ( 1 ) (στο εξής: «ο κανονισµός του Συµβουλίου»), καθιερώθηκε ένα σύστηµα παράλληλων αρµοδιοτήτων βάσει του οποίου η Επιτροπή και οι αρχές ανταγωνισµού των κρατών µελών (στο εξής: «εθνικές αρχές ανταγωνισµού» ή «ΕΑΑ») ( 2 ) δύνανται να εφαρµόζουν τα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ (στο εξής: «η συνθήκη»). Από κοινού, οι ΕΑΑ και η Επιτροπή συναποτελούν ένα δίκτυο δηµόσιων αρχών: ενεργούν προς χάριν του δηµόσιου συµφέροντος και συνεργάζονται στενά µε στόχο την προάσπιση του ανταγωνισµού. Το δίκτυο αυτό αποτελεί έναν µηχανισµό για διαβουλεύσεις και συνεργασία στο πλαίσιο της εφαρµογής και επιβολής της πολιτικής ανταγωνισµού της ΕΚ. Το δίκτυο παρέχει ένα πλαίσιο για τη συνεργασία των ευρωπαϊκών αρχών ανταγωνισµού σε περιπτώσεις εφαρµογής των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης και συνιστά τη βάση για τη διαµόρφωση και διατήρηση µιας κοινής αντίληψης περί ανταγωνισµού στην Ευρώπη. Το δίκτυο καλείται Ευρωπαϊκό ίκτυο Ανταγωνισµού («Ε Α»). 2. Η δοµή των ΕΑΑ ποικίλλει από το ένα κράτος µέλος στο άλλο. Σε µερικά κράτη µέλη υπάρχει ένας ενιαίος φορέας ο οποίος διερευνά τις υποθέσεις και λαµβάνει τις πάσης φύσεως αποφάσεις. Σε άλλα κράτη µέλη, οι σχετικές αρµοδιότητες κατανέµονται µεταξύ δύο φορέων, εκ των οποίων ο ένας φέρει την ευθύνη για τη διερεύνηση των υποθέσεων, ενώο άλλος, που συχνά είναι πολυπρόσωπος, είναι επιφορτισµένος µε την έκδοση απόφασης για την εκάστοτε υπόθεση. Τέλος, σε ορισµένα κράτη µέλη, οι αποφάσεις µε τις οποίες επιβάλλεται απαγόρευση ή/και πρόστιµο είναι δυνατό να εκδοθούν µόνο από δικαστήριο στην περίπτωση αυτή, κάποια άλλη αρχή ανταγωνισµού ενεργεί ως εισαγγελέας ο οποίος θέτει την υπόθεση ενώπιον του δικαστηρίου. Με την επιφύλαξη της γενικής αρχής της αποτελεσµατικότητας, το άρθρο 35 του κανονισµού του Συµβουλίου παρέχει στα κράτη µέλη την ευχέρεια να επιλέξουν τον φορέα ή τους φορείς που θα αναγορευθούν σε εθνικές αρχές ανταγωνισµού και να κατανείµουν τις σχετικές αρµοδιότητες µεταξύ τους. Σύµφωνα µε τις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου, τα κράτη µέλη είναι υποχρεωµένα να συγκροτήσουν ένα σύστηµα επιβολής κυρώσεων που να προβλέπει την επιβολή αποτελεσµατικών, µη δυσανάλογων και αποτρεπτικών κυρώσεων για παραβιάσεις της κοινοτικής νοµοθεσίας ( 3 ). Τα συστήµατα επιβολής κυρώσεων ποικίλλουν από το ένα κράτος µέλος στο άλλο, αλλά κάθε κράτος µέλος έχει αναγνωρίσει, ως βάση συνεργασίας, τους κανόνες που διέπουν τα συστήµατα των άλλων κρατών µελών ( 4 ). 3. Το δίκτυο που συγκροτούν οι αρχές ανταγωνισµού καλείται να µεριµνήσει τόσο για τον αποτελεσµατικό καταµερισµό εργασίας όσο και για την ουσιαστική και συνεπή εφαρµογή της κοινοτικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού. Στον κανονισµό του Συµβουλίου καθώς και στην κοινή δήλωση του Συµβουλίου και της Επιτροπής σχετικά µε τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού ικτύου Ανταγωνισµού καθορίζονται οι βασικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία του ικτύου. Στην παρούσα ανακοίνωση παρουσιάζονται τα λεπτοµερή χαρακτηριστικά του συστήµατος. 4. Οι διαβουλεύσεις και ανταλλαγές στο πλαίσιο του ικτύου πραγµατοποιούνται αυστηρά µεταξύ των κρατικών αρχών που φέρουν την ευθύνη για την επιβολή του νόµου και δεν αλλοιώνουν τα τυχόν δικαιώµατα ή τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το κοινοτικό ή το εθνικό δίκαιο για τις εταιρείες. Κάθε αρχή ανταγωνισµού διατηρεί ακέραια την ευθύνη για τη διασφάλιση της προσήκουσας διεκπεραίωσης των υποθέσεων µε τις οποίες ασχολείται. 2. ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2.1. Αρχές κατανοµής 5. Ο κανονισµός του Συµβουλίου στηρίζεται σε ένα σύστηµα παράλληλων αρµοδιοτήτων στο πλαίσιο του οποίου όλες οι αρχές ανταγωνισµού έχουν την εξουσία να εφαρµόζουν τα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης και φέρουν την ευθύνη για έναν αποτελεσµατικό καταµερισµό εργασίας προκειµένου για τις υποθέσεις εκείνες για τις οποίες κρίνεται αναγκαία η διεξαγωγή έρευνας. Συγχρόνως, κάθε µέλος του ικτύου διατηρεί πλήρη ελευθερία να αποφασίζει κατά τη διακριτική του ευχέρεια κατά πόσον θα διεξαγάγει ή όχι έρευνα για την εκάστοτε υπόθεση. Βάσει αυτού του συστήµατος παράλληλων αρµοδιοτήτων, οι υποθέσεις διεκπεραιώνονται: από µία και µόνο ΕΑΑ, ενδεχοµένως µε τη συνδροµή των ΕΑΑ άλλων κρατών µελών ή από περισσότερες ΕΑΑ οι οποίες δρουν εκ παραλλήλου ή από την Επιτροπή. 6. Στις πλείστες περιπτώσεις, η αρχή που λαµβάνει µία καταγγελία ή κινεί αυτεπαγγέλτως διαδικασία ( 5 ) παραµένει αρµόδια για τη διεκπεραίωση της υπόθεσης. Η παραποµπή µιας υπόθεσης σε άλλη αρχή είναι δυνατή µόνο στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας (βλ. την παράγραφο 18) σε περίπτωση κατά την οποία είτε η πρώτη αρχή θεωρεί ότι είναι ακατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης είτε κάποια άλλη αρχή θεωρεί ότι η ίδια είναι οµοίως κατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης (βλ. τις παραγράφους 8 έως 15 κατωτέρω). 7. Οσάκις διαπιστώνεται ότι είναι αναγκαία η παραποµπή µιας υπόθεσης σε άλλη αρχή προς χάριν της ουσιαστικής προστασίας του ανταγωνισµού και του συµφέροντος της Κοινότητας, τα µέλη του ικτύου καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ούτως ώστε οι υποθέσεις να παραπέµπονται σε µία και µόνο κατάλληλη αρχή ανταγωνισµού όσο το δυνατόν συχνότερα ( 6 ). Σε κάθε περίπτωση, η παραποµπή πρέπει να αποτελεί µία σύντοµη και αποτελεσµατική διαδικασία και να µη δηµιουργεί προσκόµµατα σε έρευνες που ενδεχοµένως βρίσκονται σε εξέλιξη.
2 C 101/44 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Μία αρχή µπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για να επιληφθεί δεδοµένης υπόθεσης εάν συντρέχουν οι ακόλουθες τρεις σωρευτικές προϋποθέσεις: 1. η συµφωνία ή πρακτική έχει σηµαντικές άµεσες, πραγµατικές ή προβλέψιµες, συνέπειες για τον ανταγωνισµό εντός των ορίων της επικράτειας της αρχής, εφαρµόζεται στο εσωτερικό της επικράτειας ή προέρχεται από αυτήν 2. η αρχή είναι ικανή να θέσει τέλος αποτελεσµατικά στην όλη παράβαση, δηλαδή, αφενός, µπορεί να εκδώσει διαταγή παύσης και παράλειψης το αποτέλεσµα της οποίας να αρκεί για τον τερµατισµό της παράβασης και, αφετέρου, έχει την εξουσία, οσάκις ενδείκνυται, να επιβάλει την κατάλληλη κύρωση έναντι της παράβασης 3. η αρχή είναι σε θέση να συγκεντρώσει, ενδεχοµένως µε τη συνδροµή άλλων αρχών, τα αποδεικτικά στοιχεία που χρειάζονται προκειµένου να αποδειχθεί η παράβαση. 9. Από τις παραπάνω προϋποθέσεις συνάγεται ότι πρέπει να υπάρχει ουσιώδης συνάφεια µεταξύ της παράβασης και του εδάφους ενός κράτους µέλους για να είναι δυνατό να θεωρηθεί κατάλληλη να επιληφθεί η αρχή ανταγωνισµού του εν λόγω κράτους µέλους. Είναι λογικό να υποτεθεί ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αρχές εκείνων των κρατών µελών όπου ο ανταγωνισµός επηρεάζεται σηµαντικά από µία παράβαση είναι κατάλληλες να επιληφθούν αυτής, υπό τον όρο ότι είναι πράγµατι ικανές να θέσουν τέλος αποτελεσµατικά στην παράβαση, ενεργώντας είτε µόνες είτε εκ παραλλήλου µε άλλες αρχές, εκτός αν η Επιτροπή είναι περισσότερο ενδεδειγ- µένη για την ανάληψη δράσης (βλ. τις παραγράφους 14 και 15 κατωτέρω). 10. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι µία µόνο ΕΑΑ είναι κατάλληλη για να ασχοληθεί µε συµφωνίες ή πρακτικές που έχουν σηµαντικές συνέπειες για τον ανταγωνισµό, όταν οι συνέπειες αυτές εκδηλώνονται κυρίως εντός των ορίων της επικράτειάς της. Παράδειγµα 1: Επιχειρήσεις που εδρεύουν στο κράτος µέλος Α εµπλέκονται σε καρτέλ µε σκοπό τον καθορισµό των τιµών ορισµένων προϊόντων που πωλούνται κυρίως στο κράτος µέλος Α. Κατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης είναι η ΕΑΑ του κράτους µέλους Α. Οι ΕΑΑ των κρατών µελών Α και Β είναι αµφότερες κατάλληλες να επιληφθούν της υπόθεσης, πλην όµως η ανάληψη ενιαίας δράσης από την ΕΑΑ του κράτους µέλους Α θα ήταν αρκετή και πιο αποτελεσµατική από την ανάληψη ενιαίας δράσης από την ΕΑΑ του κράτους µέλους Β, αλλά και από την εκ παραλλήλου ανάληψη δράσης από τις ΕΑΑ αµφοτέρων των κρατών µελών. 12. Η εκ παραλλήλου ανάληψη δράσης από δύο ή τρεις ΕΑΑ ενδείκνυται ενδεχοµένως όταν µία συµφωνία ή πρακτική παράγει σηµαντικές συνέπειες για τον ανταγωνισµό οι οποίες εκδηλώνονται κυρίως στην επικράτεια εκάστης ΕΑΑ, ενώ η ανάληψη δράσης από µία και µόνο ΕΑΑ δεν θα αρκούσε προκει- µένου να τεθεί τέλος στην παράβαση συνολικά ή/και για να επιβληθεί η δέουσα κύρωση. Παράδειγµα 3: ύο επιχειρήσεις συνάπτουν συµφωνία επιµερισµού της αγοράς η οποία προβλέπει ότι η δραστηριότητα της εταιρείας που εδρεύει στο κράτος µέλος Α περιορίζεται υποχρεωτικά στο εν λόγω κράτος µέλος και ότι η δραστηριότητα της εταιρείας που εδρεύει στο κράτος µέλος Β περιορίζεται υποχρεωτικά στο εν λόγω κράτος µέλος. Οι ΕΑΑ των κρατών µελών Α και Β είναι κατάλληλες για να επιληφθούν εκ παραλλήλου µε την υπόθεση, έκαστη ενεργούσα για τη δική της επικράτεια. 13. Οι αρχές οι οποίες αναλαµβάνουν δράση εκ παραλλήλου για δεδοµένη υπόθεση καταβάλλουν προσπάθεια για το συντονισµό των ενεργειών τους στον µεγαλύτερο δυνατό βαθµό. Για τον σκοπό αυτό, µπορεί να κρίνουν χρήσιµο να ορίσουν µεταξύ τους µία αρχή που θα αναλάβει ηγετικό ρόλο για την υπόθεση και να εκχωρήσουν στην πρωτοστατούσα αυτή αρχή ορισµένα καθήκοντα, όπως είναι, επί παραδείγµατι, ο συντονισµός των µέτρων έρευνας, ενώέκαστη αρχή παραµένει αρµόδια για τη διεξαγωγή των διαδικασιών που έχει κινήσει η ίδια. 14. Η Επιτροπή ενδείκνυται όλως ιδιαιτέρως όταν µία ή περισσότερες συµφωνίες ή πρακτικές, περιλαµβανοµένων των δικτύων παρόµοιων συµφωνιών ή πρακτικών, παράγουν συνέπειες για τον ανταγωνισµό σε περισσότερα από τρία κράτη µέλη (διασυνοριακές αγορές οι οποίες εκτείνονται σε περισσότερα από τρία κράτη µέλη ή περισσότερες εθνικές αγορές). 11. Εξάλλου, η ανάληψη ενιαίας δράσης από µία ΕΑΑ είναι επίσης πιθανό να ενδείκνυται όταν, καίτοι περισσότερες ΕΑΑ µπορούν να θεωρηθούν ως κατάλληλες, η ανάληψη δράσης από µία και µόνο ΕΑΑ αρκεί για τον τερµατισµό της παράβασης στο σύνολό της. Παράδειγµα 2: ύο επιχειρήσεις έχουν συστήσει κοινή επιχείρηση στο κράτος µέλος Α. Η κοινή επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες στα κράτη µέλη Α και Β και προκαλεί πρόβληµα από την άποψη του ανταγωνισµού. Κρίνεται ότι µία διαταγή παύσης και παράλειψης είναι αρκετή για την αποτελεσµατική αντιµετώπιση της κατάστασης, διότι είναι ικανή να θέσει τέλος στην παράβαση συνολικά. Τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία βρίσκονται κατά κύριο λόγο στα γραφεία της κοινής επιχείρησης στο κράτος µέλος Α. Παράδειγµα 4: ύο επιχειρήσεις συµφωνούν να επιµερίσουν τις αγορές ή να καθορίζουν τις τιµές σε ολόκληρο το έδαφος της Κοινότητας. Κατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης είναι η Επιτροπή. Παράδειγµα 5: Μία επιχείρηση η οποία κατέχει δεσπόζουσα θέση σε τέσσερις διαφορετικές εθνικές αγορές κάνει κατάχρηση της θέσης της αυτής µέσω της επιβολής εκπτώσεων πιστής πελατειακής σχέσης στους διανοµείς της στο σύνολο των υπόψη αγορών. Κατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης είναι η Επιτροπή. Η Επιτροπή θα µπορούσε επίσης να ασχοληθεί µε µία εθνική αγορά, ούτως ώστε να δηµιουργήσει µία «προεξάρχουσα» υπόθεση, ενώ οι υπόλοιπες εθνικές αγορές θα µπορούσαν να εξετασθούν από τις αντίστοιχες ΕΑΑ, ιδίως εάν κάθε εθνική αγορά απαιτεί αυτοτελή αξιολόγηση.
3 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/ Εξάλλου, η Επιτροπή είναι ιδιαιτέρως κατάλληλη να επιληφθεί δεδοµένης υπόθεσης οσάκις η υπόθεση αυτή συνδέεται στενά µε άλλες κοινοτικές διατάξεις οι οποίες θα µπορούσαν να εφαρµοσθούν κατ' αποκλειστικότητα ή µε µεγαλύτερη αποτελεσµατικότητα από την Επιτροπή, εφόσον το συµφέρον της Κοινότητας επιβάλλει την έκδοση απόφασης της Επιτροπής µε στόχο την ανάπτυξη της κοινοτικής πολιτικής ανταγωνισµού, όπου ανακύπτει ένα νέο ζήτηµα ανταγωνισµού, ή όταν απαιτείται η διασφάλιση της ουσιαστικής επιβολής της νοµοθεσίας. καθυστέρηση, κατά κανόνα εντός δύο µηνών από την ηµερο- µηνία της πρώτης αποστολής πληροφοριών στο ίκτυο δυνά- µει του άρθρου 11 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισµού του Συµβουλίου. Κατά το εν λόγω χρονικό διάστηµα, οι αρχές ανταγωνισµού καταβάλλουν προσπάθεια για την επίτευξη συµφωνίας σχετικά µε την τυχόν παραποµπή, καθώς επίσης, ανάλογα µε την περίπτωση, σχετικά µε τις ρυθµίσεις που θα διέπουν την εκ παραλλήλου ανάληψη δράσης Μηχανισµοί συνεργασίας µε σκοπό την κατανοµή των υποθέσεων και την παροχή συνδροµής Παροχή πληροφοριών κατά την έναρξη των διαδικασιών (άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισµού του Συµβουλίου) 16. Προκειµένου να ανιχνεύονται οι πολλαπλές διαδικασίες και να διασφαλισθεί ότι οι υποθέσεις θα εξετάζονται από µία κατάλληλη προς τούτο αρχή ανταγωνισµού, τα µέλη του ικτύου πρέπει να ενηµερώνονται σε πρώιµο στάδιο σχετικά µε τις υποθέσεις που εκκρεµούν ενώπιον των διαφόρων αρχών ανταγωνισµού ( 7 ). Εάν µία υπόθεση πρόκειται να παραπεµφθεί από µία αρχή σε άλλη, τα συµφέροντα τόσο του ικτύου όσο και των εµπλεκόµενων επιχειρήσεων εξυπηρετούνται όντως καλύτερα µε την ταχεία πραγµατοποίηση της παραποµπής. 17. Ο κανονισµός του Συµβουλίου προβλέπει τη θέσπιση µηχανισµού για την αλληλοενηµέρωση των αρχών ανταγωνισµού, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσµατική και ταχεία ανακατανοµή των υποθέσεων. Στο άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου προβλέπεται υποχρέωση ενηµέρωσης της Επιτροπής από τις ΕΑΑ, κάθε φορά που ενεργούν δυνάµει των άρθρων 81 ή 82 της συνθήκης, πριν ή άνευ χρονοτριβής µετά την έναρξη του πρώτου τυπικού µέτρου έρευνας. Ορίζει επίσης ότι η ενηµέρωση µπορεί να παρασχεθεί και σε άλλες ΕΑΑ ( 8 ). Το σκεπτικό του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου είναι να µπορεί το ίκτυο να ανιχνεύει τις πολλαπλές διαδικασίες και να διευθετεί το ζήτηµα της τυχόν παραποµπής των υποθέσεων από τη µία αρχή στην άλλη αφ' ης στιγµής µία αρχή αρχίζει να διερευνά την εκάστοτε υπόθεση. Εποµένως, είναι σκόπιµη η παροχή πληροφοριών στις ΕΑΑ και στην Επιτροπή πριν ή αµέσως µετά την πραγµατοποίηση οποιασδήποτε ενέργειας παρόµοιας µε τα µέτρα έρευνας που νοµιµοποιείται να λαµβάνει η Επιτροπή βάσει των άρθρων 18 έως 21 του κανονισµού του Συµβουλίου. Η Επιτροπή υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση σύµφωνα µε το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου. Τα µέλη του δικτύου αλληλοενηµερώνονται για τις εκκρεµούσες υποθέσεις µε τη χρήση οµοιόµορφου εντύπου, που περιλαµβάνει συγκεκριµένες λεπτοµέρειες για την εκάστοτε υπόθεση, όπως είναι η αρχή που ασχολείται µε αυτήν, το προϊόν, τα εδάφη και τα µέρη που εµπλέκονται στην υπόθεση, η εικαζό- µενη παράβαση, η εικαζόµενη διάρκεια της παράβασης και η προέλευση της υπόθεσης. Ακόµη, ανταλλάσσουν µεταξύ τους επικαιροποιηµένα στοιχεία οσάκις επέρχεται σχετική µεταβολή της κατάστασης. 18. Όταν ανακύπτει ζήτηµα παραποµπής µιας υπόθεσης από τη µία αρχή στην άλλη, το ζήτηµα πρέπει να διευθετείται χωρίς 19. Κατά κανόνα, η αρχή ή οι αρχές ανταγωνισµού που ασχολούνται µε µία υπόθεση κατά το πέρας της προθεσµίας παραπο- µπής πρέπει να εξακολουθήσουν να ασχολούνται µε αυτήν µέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Η παραποµπή µιας υπόθεσης µετά την αρχική δίµηνη προθεσµία ανάθεσης πρέπει κανονικά να γίνεται µόνον εφόσον έχει υπάρξει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ουσιώδης µεταβολή των πραγµατικών περιστατικών που είναι γνωστά για την υπόθεση Αναστολή ή περάτωση της διαδικασίας (άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου) 20. Όταν η ίδια συµφωνία ή πρακτική υποβάλλεται σε περισσότερες αρχές ανταγωνισµού, είτε επειδή αυτές έλαβαν καταγγελία είτε επειδή κίνησαν διαδικασία αυτεπαγγέλτως, το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου προβλέπει τη νοµική βάση για την αναστολή της διαδικασίας ή την απόρριψη της καταγγελίας µε το σκεπτικό ότι µε την υπόθεση ασχολείται ήδη ή έχει ασχοληθεί κατά το παρελθόν κάποια άλλη αρχή. Η φράση «ασχολείται µε την υπόθεση», η οποία περιλαµβάνεται στη διατύπωση του άρθρου 13 του κανονισµού του Συµβουλίου, δεν σηµαίνει απλώς ότι έχει υποβληθεί καταγγελία σε κάποια άλλη αρχή. Σηµαίνει ότι η άλλη αρχή διεξάγει ήδη ή έχει διεξαγάγει κατά το παρελθόν έρευνα σχετικά µε την υπόθεση για ίδιον λογαριασµό. 21. Το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου είναι εφαρµοστέο όταν κάποια άλλη αρχή έχει ασχοληθεί κατά το παρελθόν ή ασχολείται στο παρόν µε το ζήτηµα ανταγωνισµού το οποίο έχει εγείρει ο καταγγέλλων, έστω και αν η εν λόγω αρχή έχει ενεργήσει ή ενεργεί επί τη βάσει καταγγελίας που έχει υποβληθεί από διαφορετικό καταγγέλλοντα ή συνεπεία αυτεπάγγελτης διαδικασίας. Τούτο σηµαίνει ότι είναι δυνατή η επίκληση του άρθρου 13 του κανονισµού του Συµβουλίου όταν η επίµαχη συµφωνία ή πρακτική αφορά την ίδια παράβαση ή τις ίδιες παραβάσεις στις ίδιες γεωγραφικές αγορές αναφοράς και αγορές προϊόντος. 22. Κάθε ΕΑΑ δύναται να αναστείλει ή να περατώσει διαδικασία η οποία εκκρεµεί ενώπιόν της, αλλά δεν είναι υποχρεωµένη να το πράξει. Το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου αφήνει ορισµένα περιθώρια για την εκτίµηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε ατοµικής περίπτωσης. Η ευελιξία αυτή έχει µεγάλη σηµασία: εάν δεδοµένη καταγγελία απερρίφθη από µια αρχή έπειτα από διερεύνηση της ουσίας της υπόθεσης, τότε µια άλλη αρχή είναι πιθανό να µην επιθυµεί να εξετάσει εκ νέου την υπόθεση. Από την άλλη πλευρά, εάν µια καταγ-
4 C 101/46 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης γελία έχει απορριφθεί γι' άλλους λόγους (π.χ. η αρχή δεν µπόρεσε να συλλέξει τα αποδεικτικά στοιχεία που ήταν αναγκαία για να αποδειχθεί η παράβαση), ενδέχεται κάποια άλλη αρχή να επιθυµεί να διεξαγάγει η ίδια έρευνα και να επιληφθεί της υπόθεσης. Η ευελιξία αυτή αντανακλάται επίσης, προκει- µένου για τις εκκρεµούσες υποθέσεις, στην ευχέρεια κάθε ΕΑΑ να επιλέξει µεταξύ της περάτωσης και της αναστολής της ενώπιόν της διαδικασίας. Μία αρχή ενδέχεται να είναι απρόθυµη να προβεί στην περάτωση δεδοµένης υπόθεσης προτού καταστεί σαφής η έκβαση διαδικασίας που διεξάγεται από άλλη αρχή. Η δυνατότητα αναστολής της διαδικασίας επιτρέπει σε µια αρχή να διατηρήσει τη δυνατότητα λήψης απόφασης σε µεταγενέστερη χρονική στιγµή σχετικά µε το κατά πόσον θα προβεί ή όχι στην περάτωση της διαδικασίας. Η ευελιξία αυτή διευκολύνει επιπλέον τη συνεπή εφαρµογή της σχετικής νοµοθεσίας. 23. Όταν µια αρχή περατώνει ή αναστέλλει µια διαδικασία επειδή κάποια άλλη αρχή ασχολείται µε την ίδια υπόθεση, δύναται να διαβιβάσει, σύµφωνα µε το άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου, τα στοιχεία που έχει προσκοµίσει ο καταγγέλλων στην αρχή η οποία πρόκειται να επιληφθεί της υπόθεσης. 24. Το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου είναι επίσης δυνατό να εφαρµοσθεί σε ένα σκέλος δεδοµένης καταγγελίας ή σε ένα µέρος της εκάστοτε διαδικασίας. Ειδικότερα, ενίοτε µόνο ένα σκέλος µίας καταγγελίας ή µέρος αυτεπάγγελτης διαδικασίας παρουσιάζει αλληλοεπικάλυψη σε σχέση µε υπόθεση που έχει εξετασθεί κατά το παρελθόν ή εξετάζεται ήδη από κάποια άλλη αρχή ανταγωνισµού. Στην περίπτωση αυτή, η αρχή ανταγωνισµού στην οποία υποβάλλεται η καταγγελία δικαιούται να απορρίψει ένα σκέλος της κατ' εφαρµογή του άρθρου 13 του κανονισµού του Συµβουλίου και να εξετάσει τα υπόλοιπα σκέλη της καταγγελίας µε τον τρόπο που αρµόζει. Η ίδια αρχή ισχύει και για την περάτωση της διαδικασίας. 25. Το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου δεν αποτελεί τη µοναδική νοµική βάση για την αναστολή ή περάτωση αυτεπάγγελτης διαδικασίας ή για την απόρριψη καταγγελιών. Κάθε ΕΑΑ µπορεί επίσης να προβεί στις εν λόγω ενέργειες µε βάση τις δικονοµικές διατάξεις της εθνικής της νοµοθεσίας. Εξάλλου, η Επιτροπή δύναται και αυτή να απορρίψει µια καταγγελία λόγω ελλείψεως κοινοτικού συµφέροντος ή για άλλους λόγους που σχετίζονται µε τη φύση της καταγγελίας ( 9 ) Ανταλλαγή και χρήση πληροφοριών εµπιστευτικού χαρακτήρα (άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου) 26. Ένα καίριο στοιχείο της λειτουργίας του ικτύου είναι η εξουσία όλων των αρχών ανταγωνισµού να ανταλλάσσουν και να χρησιµοποιούν πληροφορίες (περιλαµβανοµένων των εγγράφων, των δηλώσεων και των ψηφιακών πληροφοριών) οι οποίες έχουν συλλεγεί από τις ίδιες ενόψει της εφαρµογής του άρθρου 81 ή του άρθρου 82 της συνθήκης. Η εξουσία αυτή αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσµατική και αποδοτική κατανοµή και διεκπεραίωση των υποθέσεων. 27. Το άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου ορίζει ότι, προκειµένου για την εφαρµογή των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης, η Επιτροπή και οι αρχές ανταγωνισµού των κρατών µελών έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν µεταξύ τους και να χρησιµοποιούν ως αποδεικτικό µέσο οποιοδήποτε πραγµατικό ή νοµικό στοιχείο, περιλαµβανοµένων των πληροφοριών εµπιστευτικού χαρακτήρα. Τούτο σηµαίνει ότι η ανταλλαγή πληροφοριών δεν είναι δυνατή µόνο µεταξύ µιας ΕΑΑ και της Επιτροπής, αλλά και µεταξύ των διαφόρων ΕΑΑ. Το άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου κατισχύει των τυχόν αντίθετων νοµοθετικών διατάξεων των κρατών µελών. Το ερώτηµα κατά πόσον ορισµένα στοιχεία συγκεντρώθηκαν µε νόµιµο τρόπο από τη διαβιβάζουσα αρχή διέπεται από τη νοµοθεσία στην οποία υπόκειται η εκάστοτε αρχή. Κατά τη διαβίβαση στοιχείων, η διαβιβάζουσα αρχή δύναται να ενηµερώνει την παραλαµβάνουσα αρχή για το κατά πόσον η συγκέντρωση των στοιχείων έχει αποτελέσει ή ενδέχεται να αποτελέσει µελλοντικά αντικείµενο αντιρρήσεων. 28. Κάθε τέτοια ανταλλαγή και χρήση πληροφοριών περιλαµβάνει, ιδίως, τις ακόλουθες ασφαλιστικές δικλίδες για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες: α) Κατά πρώτον, το άρθρο 28 του κανονισµού του Συµβουλίου ορίζει ότι «η Επιτροπή και οι αρχές ανταγωνισµού των κρατών µελών, οι υπάλληλοί τους και το λοιπό προσωπικό τους [...] οφείλουν να µην δηµοσιοποιούν τα στοιχεία που συγκεντρώνουν ή ανταλλάσσουν κατ' εφαρµογή του» κανονισµού του Συµβουλίου και τα οποία, «ως εκ της φύσεώς τους, καλύπτονται από την υποχρέωση του επαγγελµατικού απόρρητου». Παρόλα αυτά, το νόµιµο συµφέρον των επιχειρήσεων όσον αφορά την προστασία των επιχειρηµατικών τους απορρήτων δεν επιτρέπεται να θίγει την κοινολόγηση πληροφοριών οι οποίες είναι απαραίτητες για την απόδειξη παραβιάσεων των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Ο όρος «επαγγελµατικό απόρρητο», που χρησιµοποιείται στο άρθρο 28 του κανονισµού του Συµβουλίου, είναι έννοια του κοινοτικού δικαίου και σε αυτόν εµπίπτουν, ιδίως, τα επιχειρηµατικά απόρρητα και τα λοιπά πληροφοριακά στοιχεία εµπιστευτικού χαρακτήρα. Με τον τρόπο αυτό θα θεσπισθεί ένα κοινό ελάχιστο επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Κοινότητα. β) Η δεύτερη ασφαλιστική δικλίδα που παρέχεται στις επιχειρήσεις σχετίζεται µε τη χρήση πληροφοριών οι οποίες έχουν ανταλλαγεί στα πλαίσια του ικτύου. Σύµφωνα µε το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου, οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται κατ' αυτόν τον τρόπο µπορούν να χρησιµοποιηθούν ως αποδεικτικά µέσα µόνο προκειµένου για την εφαρµογή των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης και για το αντικείµενο για το οποίο συνελέγησαν ( 10 ). Σύµφωνα µε το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου, οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι επίσης δυνατόν να χρησιµοποιηθούν για την εφαρµογή της εθνικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού εκ παραλλήλου στην ίδια υπόθεση. Τούτο είναι, ωστόσο, δυνατό µόνον εφόσον η εφαρµογή της εθνικής νοµοθεσίας δεν οδηγεί σε διαφορετικό αποτέλεσµα όσον αφορά τη διαπίστωση παράβασης σε σχέση µε αυτό που προκύπτει σύµφωνα µε τα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ. γ) Η τρίτη ασφαλιστική δικλίδα που παρέχεται µε τον κανονισµό του Συµβουλίου σχετίζεται µε τις κυρώσεις που επιβάλλονται κατά φυσικών προσώπων επί τη βάσει πληροφοριών που ανταλλάσσονται σύµφωνα µε το άρθρο 12 παράγραφος 1. Ο κανονισµός του Συµβουλίου προβλέπει
5 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/47 µόνο κυρώσεις κατά επιχειρήσεων για παραβιάσεις των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Ορισµένες εθνικές νοµοθεσίες προβλέπουν επίσης την επιβολή κυρώσεων επί φυσικών προσώπων σε συνάφεια µε παραβιάσεις των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Κατά κανόνα, τα δικαιώµατα υπεράσπισης των ατόµων παρέχουν πιο εκτεταµένη προστασία [π.χ. ένα άτοµο έχει το δικαίωµα να παραµείνει σιωπηλό, ενώστις επιχειρήσεις µπορεί να αναγνωρίζεται απλώς το δικαίωµα να αρνηθούν να απαντήσουν σε ερωτήσεις που θα ισοδυναµούσαν µε την παραδοχή της διάπραξης παραβίασης ( 11 )]. Με το άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που προέρχονται από επιχειρήσεις δεν µπορούν να χρησιµοποιηθούν κατά τρόπο που να καταστρατηγεί την υψηλότερη προστασία η οποία προβλέπεται για τα άτοµα. Η συγκεκριµένη διάταξη ορίζει ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάµει του κανονισµού του Συµβουλίου δεν µπορούν να χρησιµοποιηθούν ως αποδείξεις για την επιβολή κυρώσεων σε φυσικά πρόσωπα εφόσον η διαβιβάζουσα και η παραλαµβάνουσα αρχή δεν έχουν την εξουσία να επιβάλλουν κυρώσεις αναλόγου είδους σε φυσικά πρόσωπα, εκτός αν τα δικαιώµατα του εκάστοτε προσώπου έχουν γίνει σεβαστά από τη διαβιβάζουσα αρχή σε βαθµό ίδιο µε τον βαθµό κατοχύρωσής τους από την παραλαµβάνουσα αρχή όσον αφορά τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων. Ο χαρακτηρισµός των κυρώσεων από την εθνική νοµοθεσία (κύρωση µε «διοικητικό» ή «ποινικό» χαρακτήρα), δεν έχει σηµασία στο πλαίσιο της εφαρµογής του άρθρου 12 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου. Με τον κανονισµό του Συµβουλίου επιχειρείται να γίνει διάκριση µεταξύ των κυρώσεων που συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας και των άλλων µορφών κυρώσεων, όπως είναι τα πρόστιµα που επιβάλλονται σε φυσικά πρόσωπα και οι λοιπές προσωποπαγείς κυρώσεις. Εάν η έννοµη τάξη τόσο της διαβιβάζουσας αρχής όσο και της παραλαµβάνουσας αρχής προβλέπουν κυρώσεις του ίδιου είδους (π.χ. και στα δύο κράτη µέλη είναι δυνατό να επιβληθεί πρόστιµο σε µέλος του προσωπικού επιχείρησης που ενέχεται σε παραβίαση του άρθρου 81 ή του άρθρου 82 της συνθήκης), τα στοιχεία που ανταλλάσσονται δυνάµει του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν από την παραλαµβάνουσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, οι δικονοµικές εγγυήσεις των δύο εννόµων τάξεων θεωρούνται ισοδύναµες. Εάν, αντιθέτως, οι κυρώσεις τις οποίες προβλέπουν οι δύο έννοµες τάξεις διαφέρουν ως προς το είδος τους, τότε η χρήση των στοιχείων αυτών επιτρέπεται µόνον εφόσον έχει τηρηθεί ο ίδιος βαθµός προστασίας των δικαιωµάτων του εκάστοτε φυσικού προσώπου στην εν λόγω υπόθεση (βλ. το άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ωστόσο, η επιβολή στερητικών της ελευθερίας κυρώσεων είναι δυνατή µόνον εφόσον τόσο η διαβιβάζουσα όσο και η παραλαµβάνουσα αρχή έχουν την εξουσία να επιβάλλουν κυρώσεις αυτής της µορφής Έρευνες (άρθρο 22 του κανονισµού του Συµβουλίου) 29. Στον κανονισµό του Συµβουλίου προβλέπεται η ευχέρεια κάθε ΕΑΑ να ζητά τη συνδροµή κάποιας άλλης ΕΑΑ, προκειµένου να συγκεντρωθούν ορισµένα στοιχεία για λογαριασµό της. Μία ΕΑΑ µπορεί να ζητήσει από κάποια άλλη ΕΑΑ να προβεί για λογαριασµό της στη λήψη µέτρων µε σκοπό την εξακρίβωση πραγµατικών περιστατικών. Σύµφωνα µε το άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου, η συνδράµουσα ΕΑΑ έχει την εξουσία να διαβιβάσει τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει στην ΕΑΑ που τα έχει ζητήσει. Οποιαδήποτε ανταλλαγή πληροφοριών µεταξύ των ΕΑΑ και η χρήση τους ως αποδεικτικών µέσων από την ΕΑΑ που τις έχει ζητήσει πρέπει υποχρεωτικά να γίνεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου. Όταν µία ΕΑΑ ενεργεί για λογαριασµό κάποιας άλλης ΕΑΑ, εφαρµόζει τους δικούς της διαδικαστικούς κανόνες και κάνει χρήση των εξουσιών έρευνας που αναγνωρίζονται σε αυτήν την ίδια. 30. Βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου, η Επιτροπή µπορεί να ζητά από τις ΕΑΑ να διενεργήσουν ελέγχους για λογαριασµό της. Η Επιτροπή έχει την ευχέρεια είτε να εκδώσει απόφαση κατ' εφαρµογή του άρθρου 20 παράγραφος 4 του κανονισµού του Συµβουλίου είτε απλώς να απευθύνει αίτηση στην οικεία ΕΑΑ. Οι υπάλληλοι της οικείας ΕΑΑ ασκούν τις αρµοδιότητές τους σύµφωνα µε την εθνική τους νοµοθεσία. Το προσωπικό της Επιτροπής δύναται να συνδράµει την ΕΑΑ κατά τη διενέργεια του ελέγχου Γενικές παρατηρήσεις 2.3. Θέση των επιχειρήσεων 31. Όλα τα µέλη του ικτύου καταβάλλουν προσπάθεια έτσι ώστε η διαδικασία ανάθεσης των υποθέσεων να είναι ταχεία και αποτελεσµατική. Επειδή ο κανονισµός του Συµβουλίου έχει δηµιουργήσει ένα σύστηµα παράλληλων αρµοδιοτήτων, η κατανοµή των υποθέσεων µεταξύ των µελών του ικτύου συνιστά απλό καταµερισµό εργασίας βάσει του οποίου ορισµένες αρχές απέχουν από την ανάληψη δράσης. Εποµένως, η κατανοµή των υποθέσεων δεν συνεπάγεται τη σύσταση ατοµικών δικαιωµάτων για τις επιχειρήσεις που εµπλέκονται σε µια παράβαση ή επηρεάζονται από αυτήν, οι οποίες δεν µπορούν συνεπώς να αξιώσουν την εξέταση της εκάστοτε υπόθεσης από µία συγκεκριµένη αρχή. 32. Εάν µία υπόθεση παραπεµφθεί από µία αρχή ανταγωνισµού σε άλλη, τούτο συµβαίνει επειδή η εφαρµογή των κριτηρίων ανάθεσης που περιγράφονται παραπάνω οδήγησε στο συµπέρασµα ότι η δεύτερη αρχή είναι κατάλληλη για να επιληφθεί της υπόθεσης, είτε µόνη της είτε εκ παραλλήλου µε άλλη αρχή. Η αρχή ανταγωνισµού προς την οποία παραπέµπεται δεδοµένη υπόθεση θα ήταν σε θέση, ούτως ή άλλως, να κινήσει αυτεπάγγελτη διαδικασία σε σχέση µε την υποτιθέµενη παράβαση. 33. Εξάλλου, όλες οι αρχές ανταγωνισµού εφαρµόζουν την κοινοτική νοµοθεσία ανταγωνισµού, ενώο κανονισµός του Συµβουλίου προβλέπει µηχανισµούς για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρµογής των σχετικών κανόνων. 34. Οσάκις µία υπόθεση παραπέµπεται από µία αρχή σε άλλη στα πλαίσια του ικτύου, οι ενδιαφερόµενες επιχειρήσεις και ο καταγγέλλων ή οι καταγγέλλοντες ενηµερώνονται σχετικά το συντοµότερο δυνατό από τις οικείες αρχές ανταγωνισµού.
6 C 101/48 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Θέση των καταγγελλόντων 35. Σε περίπτωση που υποβληθεί στην Επιτροπή καταγγελία δυνά- µει του άρθρου 7 του κανονισµού του Συµβουλίου και η Επιτροπή δεν διεξαγάγει έρευνα για την καταγγελία ή δεν απαγορεύσει την καταγγελλόµενη συµφωνία ή πρακτική, ο καταγγέλλων έχει το δικαίωµα να ζητήσει την έκδοση απόφασης µε την οποία να απορρίπτεται η καταγγελία του µε την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισµού εφαρµογής της Επιτροπής ( 12 ). Τα δικαιώµατα των καταγγελλόντων που υποβάλλουν καταγγελία σε συγκεκριµένη ΕΑΑ διέπονται από την εφαρµοστέα εθνική νοµοθεσία. 36. Επιπλέον, το άρθρο 13 του κανονισµού του Συµβουλίου προβλέπει ότι όλες οι ΕΑΑ έχουν τη δυνατότητα να αναστείλουν την εξέταση µιας καταγγελίας ή να την απορρίψουν µε το σκεπτικό ότι µε την ίδια υπόθεση ασχολείται ήδη ή έχει ασχοληθεί κατά το παρελθόν κάποια άλλη αρχή ανταγωνισµού. Η ίδια διάταξη παρέχει επίσης στην Επιτροπή την εξουσία να απορρίπτει µία καταγγελία για τον λόγο ότι η αρχή ανταγωνισµού ενός κράτους µέλους ασχολείται ήδη ή έχει ασχοληθεί κατά το παρελθόν µε την ίδια υπόθεση. Σύµφωνα µε το άρθρο 12 του κανονισµού του Συµβουλίου, επιτρέπεται η διαβίβαση πληροφοριών µεταξύ αρχών ανταγωνισµού στα πλαίσια του ικτύου, υπό τον όρο της τήρησης των εγγυήσεων που προβλέπονται στο ίδιο άρθρο (βλ. την παράγραφο 28) Θέση των αιτούντων που επικαλούνται το ευεργέτηµα καθεστώτος επιεικείας 37. Η Επιτροπή θεωρεί ( 13 ) ότι το συµφέρον της Κοινότητας εξυπηρετείται µε την παροχή ευνοϊκής µεταχείρισης σε επιχειρήσεις οι οποίες συνεργάζονται µαζί της κατά τις έρευνες µε αντικείµενο παραβιάσεις της αντιµονοπωλιακής νοµοθεσίας. Αρκετά κράτη µέλη έχουν οµοίως θεσπίσει καθεστώτα επιεικείας ( 14 ) τα οποία αφορούν τέτοιου είδους έρευνες. Σκοπός των εν λόγω καθεστώτων επιεικείας είναι η διευκόλυνση της ανίχνευσης από τις αρχές ανταγωνισµού δραστηριοτήτων που κατατείνουν σε παραβίαση της αντιµονοπωλιακής νοµοθεσίας, πράγµα που λειτουργεί επιπλέον ως παράγοντας αποτροπής της συµµετοχής σε αθέµιτες συµπράξεις (καρτέλ). 38. Στον βαθµό που δεν υπάρχει κάποιο πλέγµα πλήρως εναρµονισµένων καθεστώτων επιεικείας που να καλύπτει το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µία αίτηση για επιείκεια η οποία έχει υποβληθεί σε συγκεκριµένη αρχή δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως αίτηση για επιείκεια µε αποδέκτη οποιαδήποτε άλλη αρχή. Για τον λόγο αυτό, ο αιτών έχει συµφέρον να υποβάλει αίτηση επιείκειας σε όλες τις αρχές ανταγωνισµού που είναι αρµόδιες να εφαρµόζουν το άρθρο 81 της συνθήκης στο έδαφος όπου εκδηλώνονται οι επιπτώσεις της εκάστοτε παράβασης και οι οποίες είναι πιθανό να θεωρηθούν κατάλληλες να αναλάβουν δράση εναντίον της ( 15 ). Λόγω της σπουδαιότητας των χρονικών παραµέτρων στο πλαίσιο των περισσότερων υφιστάµενων καθεστώτων επιείκειας, όσοι ενδιαφέρονται να υπαχθούν στα καθεστώτα αυτά πρέπει επίσης να εξετάζουν κατά πόσον θα ήταν σκόπιµη η ταυτόχρονη υποβολή πολλαπλών αιτήσεων επιείκειας στις αρµόδιες αρχές. Εναπόκειται στον αιτούντα να προβεί στις ενέργειες που θεωρεί απαραίτητες για τη διασφάλιση της θέσης του έναντι των διαδικασιών που θα µπορούσαν να κινήσουν οι εν λόγω αρχές. 39. Όπως συµβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις εφαρµογής των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης, όταν µια ΕΑΑ ασχολείται µε υπόθεση η οποία έχει κινηθεί έπειτα από την υποβολή αίτησης επιείκειας, οφείλει να ενηµερώσει σχετικά την Επιτροπή και δύναται να ενηµερώσει και τα υπόλοιπα µέλη του ικτύου κατ' εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου (πρβλ. την παράγραφο 16 και επόµ.). Η Επιτροπή έχει ισοδύναµη υποχρέωση δυνάµει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου. Στις περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, οι πληροφορίες που υποβάλλονται στο ίκτυο δυνάµει του άρθρου 11 δεν µπορούν να χρησιµοποιηθούν από άλλα µέλη του ικτύου ως βάση για την έναρξη έρευνας για δικό τους λογαριασµό, ούτε κατ' εφαρµογή των διατάξεων περί ανταγωνισµού της συνθήκης, ούτε, εάν πρόκειται για ΕΑΑ, βάσει της οικείας εθνικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού ή λοιπής νοµοθεσίας ( 16 ). Η ρύθµιση αυτή δεν θίγει την τυχόν εξουσία της εκάστοτε αρχής να κινήσει έρευνα µε βάση πληροφορίες τις οποίες έχει λάβει από άλλες πηγές, ούτε την εξουσία της, µε την επιφύλαξη των κατωτέρω παραγράφων 40 και 41, να ζητήσει, να λάβει και να χρησιµοποιήσει στοιχεία δυνάµει του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου από οποιοδήποτε µέλος του δικτύου, περιλαµβανοµένου του µέλους του δικτύου στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση επιείκειας. 40. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παράγραφο 41, οι πληροφορίες που έχουν υποβληθεί οικειοθελώς από επιχείρηση η οποία έχει ζητήσει την υπαγωγή της σε καθεστώς επιεικείας επιτρέπεται να διαβιβασθούν σε άλλο µέλος του ικτύου κατ' εφαρµογή του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου µόνο µε την έγκριση της εν λόγω επιχείρησης. Παροµοίως, άλλες πληροφορίες οι οποίες έχουν συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια ή µετά τη διενέργεια επιτόπιου ελέγχου ή διαµέσου ή κατόπιν άλλων εξακριβωτικών µέτρων που, σε έκαστη περίπτωση, δεν θα ήταν δυνατό να εφαρµοσθούν παρά µόνο συνεπεία της υποβολής αίτησης επιείκειας επιτρέπεται να διαβιβασθούν σε άλλη αρχή κατ' εφαρµογή του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου µόνον εφόσον ο αιτών έχει συγκατανεύσει στη διαβίβαση στην εν λόγω άλλη αρχή πληροφοριών που ο ίδιος έχει προσκοµίσει οικειοθελώς στο πλαίσιο της αίτησης επιεικείας. Τα µέλη του ικτύου παροτρύνουν τις επιχειρήσεις που υποβάλλουν αίτηση επιείκειας να παρέχουν τέτοια έγκριση, ιδίως σε σχέση µε την κοινολόγηση σε αρχές από τις οποίες οι αιτούντες θα µπορούσαν να εξασφαλίσουν επιεική µεταχείριση. Αφ' ης στιγµής ο αιτών έχει δώσει την έγκρισή του για τη διαβίβαση πληροφοριών σε άλλη αρχή, η έγκριση αυτή δεν είναι δυνατό να ανακληθεί. Η παρούσα παράγραφος ισχύει, ωστόσο, µε την επιφύλαξη της ευθύνης εκάστου αιτούντος να υποβάλει αιτήσεις επιείκειας σε οποιαδήποτε αρχή την οποία ο ίδιος θεωρεί ενδεχοµένως ενδεδειγ- µένη. 41. Κατά παρέκκλιση των παραπάνω, η έγκριση του αιτούντος για τη διαβίβαση πληροφοριών σε άλλη αρχή κατ' εφαρµογή του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου δεν απαιτείται σε καµία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: 1. εν απαιτείται έγκριση όταν η παραλαµβάνουσα αρχή έχει επίσης παραλάβει αίτηση επιείκειας η οποία αφορά την ίδια παράβαση και προέρχεται από τον ίδιο αιτούντα ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση και στη διαβιβάζουσα αρχή, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά τον χρόνο διαβίβασης των πληροφοριών, ο αιτών δεν έχει το δικαίωµα να ανακαλέσει τις πληροφορίες που έχει υποβάλει στην παραλαµβάνουσα αρχή.
7 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/49 2. εν απαιτείται έγκριση όταν η παραλαµβάνουσα αρχή έχει αναλάβει γραπτώς τη δέσµευση ότι ούτε οι πληροφορίες που της διαβιβάζονται ούτε καµία άλλη πληροφορία που µπορεί να λάβει µετά την ηµεροµηνία και τη χρονική στιγµή της διαβίβασης που έχει καταχωρήσει η διαβιβάζουσα αρχή πρόκειται να χρησιµοποιηθούν από την ίδια ή από οιαδήποτε άλλη αρχή προς την οποία διαβιβάζει τις εκάστοτε πληροφορίες µε σκοπό την επιβολή κυρώσεων: µε συµφωνίες, αποφάσεις και πρακτικές που αποτελούν ήδη αντικείµενο απόφασης της Επιτροπής, να εκδίδουν αποφάσεις αντιφάσκουσες προς τις αποφάσεις της Επιτροπής. Στο πλαίσιο του ικτύου των αρχών ανταγωνισµού, η Επιτροπή, ως θεµατοφύλακας της συνθήκης, είναι σε τελική ανάλυση, αλλά όχι αποκλειστικά, υπεύθυνη για την κατάστρωση πολιτικής και για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρµογής της κοινοτικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού. α) στην επιχείρηση που έχει υποβάλει αίτηση επιεικείας β) σε οποιοδήποτε άλλο νοµικό ή φυσικό πρόσωπο το οποίο υπάγεται στην ευνοϊκή µεταχείριση που προσφέρει η διαβιβάζουσα αρχή συνεπεία της αίτησης που έχει υποβληθεί για υπαγωγή στο οικείο καθεστώς επιείκειας γ) σε οποιονδήποτε εργαζόµενο ή πρώην εργαζόµενο οποιουδήποτε από τα πρόσωπα που εµπίπτουν στα στοιχεία α) ή β). 44. Σύµφωνα µε το άρθρο 11 παράγραφος 4 του κανονισµού του Συµβουλίου, το αργότερο 30 ηµέρες πριν από την έκδοση απόφασης για την εφαρµογή του άρθρου 81 ή 82 της συνθήκης µε την οποία διατάσσεται η παύση µιας παράβασης, γίνονται δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων ή ανακαλείται το ευεργέτηµα ενός κανονισµού περί απαλλαγής κατά κατηγορία, οι ΕΑΑ ενηµερώνουν την Επιτροπή σχετικά και πρέπει να της αποστείλουν, το αργότερο 30 ηµέρες πριν από την έκδοση απόφασης, περίληψη της υποθέσεως, την προβλεπόµενη απόφαση ή, εάν δεν πρόκειται να ληφθεί απόφαση, κάθε άλλο έγγραφο που επισηµαίνει τον προτεινόµενο τρόπο δράσης. Στον αιτούντα διατίθεται αντίγραφο της γραπτής δέσµευσης της παραλαµβάνουσας αρχής. 3. Οσάκις πρόκειται για πληροφορίες που έχουν συλλεγεί από µέλος του ικτύου βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 του κανονισµού του Συµβουλίου εξ ονόµατος και για λογαριασµό του µέλους του ικτύου στο οποίο έχει υποβληθεί αίτηση επιεικείας, δεν απαιτείται έγκριση για τη διαβίβαση των πληροφοριών στο µέλος του ικτύου που έχει παραλάβει την αίτηση, ούτε για τη χρήση τους από αυτό. 42. Πληροφορίες που συσχετίζονται µε περίπτωση κίνησης διαδικασίας έπειτα από την υποβολή αίτησης για επιεική µεταχείριση και που έχουν υποβληθεί στην Επιτροπή σύµφωνα µε το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου ( 17 ) θα διατίθενται µόνο σε όποιες ΕΑΑ έχουν δεσµευτεί να σέβονται τις αρχές που περιγράφονται παραπάνω (βλ. παράγραφο 72). Η ίδια αρχή θα ισχύει και για περιπτώσεις όπου η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες έπειτα από υποβολή αίτησης για επιεική µεταχείριση στην ίδια. Αυτό δεν επηρεάζει την εξουσία κάθε Αρχής να λαµβάνει στοιχεία δυνάµει του άρθρου 12 του κανονισµού του Συµβουλίου, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνονται σεβαστές οι διατάξεις των παραγράφων 40 και ΣΥΝΕΠΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ( 18 ) 3.1. Μηχανισµός συνεργασίας (άρθρο 11 παράγραφοι 4 και 5 του κανονισµού του Συµβουλίου) 43. Με τον κανονισµό του Συµβουλίου επιδιώκεται η συνεπής εφαρµογή στο σύνολο της Κοινότητας των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Στο πλαίσιο αυτό, οι ΕΑΑ οφείλουν να σέβονται τον κανόνα περί σύγκλισης που περιέχεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισµού του Συµβουλίου. Σύµφωνα µε όσα ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2, οι ΕΑΑ δεν δύνανται, κατά την έκδοση αποφάσεων κατ' εφαρ- µογή του άρθρου 81 ή του άρθρου 82 της συνθήκης σχετικά 45. Όπως και στην περίπτωση του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου, η υποχρέωση αφορά µεν την ενηµέρωση της Επιτροπής, αλλά οι πληροφορίες µπορεί να κοινοποιούνται, από την ΕΑΑ η οποία ενηµερώνει την Επιτροπή, και στα άλλα µέλη του ικτύου. 46. Όταν µία ΕΑΑ έχει ενηµερώσει την Επιτροπή κατ' εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφος 4 του κανονισµού του Συµβουλίου κι έχει εκπνεύσει η προθεσµία των 30 ηµερών, επιτρέπεται η έκδοση απόφασης, υπό την προϋπόθεση όµως ότι δεν έχει κινηθεί διαδικασία από την Επιτροπή. Η Επιτροπή δύναται να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις επί της υπόθεσης πριν από την έκδοση απόφασης από την ΕΑΑ. Η ΕΑΑ και η Επιτροπή καταβάλλουν κατάλληλες προσπάθειες για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρµογής της κοινοτικής νοµοθεσίας (βλ. την παράγραφο 3). 47. Εάν εξαιτίας ειδικών περιστάσεων επιβάλλεται η έκδοση απόφασης σε επίπεδο κράτους µέλους σε λιγότερες από 30 ηµέρες από τη διαβίβαση των πληροφοριών κατ' εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφος 4 του κανονισµού του Συµβουλίου, η οικεία ΕΑΑ µπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να ενεργήσει σε συντοµότερο χρονικό διάστηµα. Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειµένου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες το ταχύτερο δυνατό. 48. Ορισµένα άλλα είδη αποφάσεων, όπως είναι οι αποφάσεις για την απόρριψη καταγγελιών, οι αποφάσεις για την περάτωση αυτεπάγγελτων διαδικασιών και οι αποφάσεις µε τις οποίες διατάσσονται ασφαλιστικά µέτρα, ενδέχονται επίσης να έχουν σηµασία από την άποψη της πολιτικής ανταγωνισµού, εγύροντας έτσι το ενδιαφέρον των µελών του ικτύου και την επιθυµία τους για σχετική ενηµέρωση, και ενδεχοµένως για συζήτηση. Για τον λόγο αυτό, οι ΕΑΑ µπορούν, µε βάση το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισµού του Συµβουλίου, να ενη- µερώνουν την Επιτροπή και, κατ' επέκταση, το ίκτυο σχετικά µε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση εφαρµογής της κοινοτικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού.
8 C 101/50 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Όλα τα µέλη του ικτύου ωφείλουν να αλληλοενηµερώνονται µέσω κοινού ενδοδικτύου σχετικά µε την περάτωση διαδικασιών που έχουν διεξαχθεί ενώπιόν τους και έχουν κοινοποιηθεί στο ίκτυο κατ' εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισµού του Συµβουλίου ( 19 ) Κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή δυνάµει του άρθρου 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου 50. Σύµφωνα µε τη νοµολογία του ικαστηρίου, η Επιτροπή, η οποία σύµφωνα µε το άρθρο 85 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ είναι επιφορτισµένη µε τη διασφάλιση της τήρησης των αρχών που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης, είναι υπεύθυνη για την χάραξη και την υλοποίηση των προσανατολισµών της κοινοτικής πολιτικής ανταγωνισµού ( 20 ). ύναται να εκδίδει ανά πάσα στιγµή ατοµικές αποφάσεις δυνάµει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. 51. Το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου προνοεί ότι η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή µε σκοπό την έκδοση απόφασης κατ' εφαρµογή του κανονισµού του Συµβουλίου συνεπάγεται την απώλεια από τις όλες τις ΕΑΑ της αρµοδιότητάς τους να εφαρµόζουν τα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης. Τούτο σηµαίνει ότι, αφ' ης στιγµής η Επιτροπή έχει κινήσει διαδικασία, οι ΕΑΑ δεν µπορούν να ενεργήσουν στηριζόµενες στην ίδια νοµική βάση κατά της ίδιας συµφωνίας (ή των ίδιων συµφωνιών) ή πρακτικής (ή πρακτικών) από µέρους της ίδιας επιχείρησης ή των ίδιων επιχειρήσεων και στην ίδια σχετική γεωγραφική αγορά και αγορά προϊόντος. 52. Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή είναι τυπική πράξη ( 21 ) µε την οποία η Επιτροπή εκδηλώνει την πρόθεσή της να εκδώσει απόφαση δυνάµει του κεφαλαίου III του κανονισµού του Συµβουλίου. Είναι δυνατό να πραγµατοποιηθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της έρευνας που η Επιτροπή διεξάγει για την υπόθεση. Το γεγονός και µόνο ότι η Επιτροπή έχει λάβει καταγγελία δεν αρκεί καθ' εαυτό για να θεωρηθεί ότι οι οικείες ΕΑΑ έχουν παύσει να είναι αρµόδιες για την υπόθεση. 53. Είναι πιθανές δύο περιπτώσεις. Πρώτον, εάν η Επιτροπή είναι η πρώτη αρχή ανταγωνισµού που κινεί διαδικασία σε µία υπόθεση η οποία αφορά την έκδοση απόφασης βάσει του κανονισµού του Συµβουλίου, οι εθνικές αρχές ανταγωνισµού δεν έχουν πλέον την εξουσία να επιληφθούν της υπόθεσης. Το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου προνοεί ότι, αφ' ης στιγµής έχει κινηθεί διαδικασία από την Επιτροπή, οι ΕΑΑ δεν δύνανται πλέον να κινήσουν αυτοτελή διαδικασία µε σκοπό την εφαρµογή των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ως προς την ίδια συµφωνία (ή συµφωνίες) ή πρακτική (ή πρακτικές) από µέρους της ίδιας επιχείρησης ή των ίδιων επιχειρήσεων και στην ίδια σχετική γεωγραφική αγορά και αγορά προϊόντος. 54. Η δεύτερη περίπτωση ανακύπτει όταν µία η περισσότερες ΕΑΑ έχουν ενηµερώσει το ίκτυο κατ' εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισµού του Συµβουλίου ότι έχουν ήδη επιληφθεί συγκεκριµένης υπόθεσης. Κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου ανάθεσης (ενδεικτική δίµηνη προθεσµία βλ. την ανωτέρω παράγραφο 18), η Επιτροπή δύναται να κινήσει διαδικασία σύµφωνα µε το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου αφού διεξαγάγει πρώτα διαβουλεύσεις µε τις οικείες αρχές. Μετά τη φάση της ανάθεσης, η Επιτροπή εφαρµόζει καταρχήν το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου µόνον εφόσον συντρέχει µία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Τα µέλη του ικτύου σκοπεύουν να εκδώσουν αντικρουό- µενες αποφάσεις για την ίδια υπόθεση. β) Τα µέλη του ικτύου σκοπεύουν να εκδώσουν απόφαση η οποία έρχεται σε πρόδηλη αντίθεση µε πάγια νοµολογία στο πλαίσιο αυτό είναι σκόπιµο να χρησιµοποιούνται ως γνώµονας οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε αποφάσεις των κοινοτικών δικαστηρίων και σε παλαιότερες αποφάσεις και κανονισµούς της Επιτροπής σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση των πραγµατικών περιστατικών (π.χ. καθορισµός της σχετικής αγοράς), η Επιτροπή παρεµβαίνει µόνο σε περίπτωση που διαπιστωθεί σηµαντική απόκλιση. γ) Ένα ή περισσότερα µέλη του ικτύου παρελκύουν αδικαιολόγητα τη διαδικασία στη συγκεκριµένη υπόθεση. δ) Είναι απαραίτητη η έκδοση απόφασης από την Επιτροπή προς χάριν της περαιτέρω ανάπτυξης της κοινοτικής πολιτικής ανταγωνισµού, ιδίως αν έχει ανακύψει σε περισσότερα κράτη µέλη παρόµοιο ζήτηµα ανταγωνισµού ή για να διασφαλισθεί η αποτελεσµατική επιβολή της σχετικής νοµοθεσίας. ε) Η οικεία ΕΑΑ ή οι οικείες ΕΑΑ δεν προβάλλουν αντίρρηση. 55. Εάν µία ΕΑΑ προβαίνει ήδη σε ενέργειες για δεδοµένη υπόθεση, η Επιτροπή εξηγεί γραπτώς τους λόγους που υπαγορεύουν την εφαρµογή του άρθρου 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου στην οικεία ΕΑΑ και στα υπόλοιπα µέλη του ικτύου ( 22 ). 56. Η Επιτροπή αναγγέλλει εγκαίρως στο ίκτυο την πρόθεσή της να εφαρµόσει το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου, ούτως ώστε τα µέλη του ικτύου να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν τη σύγκληση της συµβουλευτικής επιτροπής σχετικά µε το συγκεκριµένο θέµα πριν από την κίνηση διαδικασίας από µέρους της Επιτροπής. 57. Υπό κανονικές συνθήκες και στον βαθµό που δεν διακυβεύεται το συµφέρον της Κοινότητας, η Επιτροπή δεν εκδίδει απόφαση αντιβαίνουσα σε απόφαση µιας ΕΑΑ εφόσον έχουν τηρηθεί δεόντως οι περί ενηµέρωσης διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισµού του Συµβουλίου και η Επιτροπή δεν έχει κάνει χρήση του άρθρου 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου.
9 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 101/51 4. ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 58. Η συµβουλευτική επιτροπή είναι το όργανο στο οποίο εµπειρογνώµονες από τις διάφορες αρχές ανταγωνισµού συζητούν επιµέρους υποθέσεις και γενικά ζητήµατα κοινοτικής νοµοθεσίας ανταγωνισµού ( 23 ) Αντικείµενο των διαβουλεύσεων Αποφάσεις της Επιτροπής 59. ιαβουλεύσεις µε τη συµβουλευτική επιτροπή πραγµατοποιούνται πριν από την έκδοση οιασδήποτε απόφασης από την Επιτροπή κατ' εφαρµογή των άρθρων 7, 8, 9, 10, 23, 24 παράγραφος 2 ή 29 παράγραφος 1 του κανονισµού του Συµβουλίου. Η Επιτροπή οφείλει να λαµβάνει υπόψη στον µεγαλύτερο δυνατό βαθµό τη γνώµη της συµβουλευτικής επιτροπής και να την ενηµερώνει για τον τρόπο κατά τον οποίο ελήφθη υπόψη η γνώµη της. 60. Για τις αποφάσεις που αφορούν τη λήψη ασφαλιστικών µέτρων, οι διαβουλεύσεις µε τη συµβουλευτική επιτροπή διεξάγονται σύµφωνα µε ταχύτερη και λιγότερο επαχθή διαδικασία, επί τη βάσει σύντοµου επεξηγηµατικού υποµνήµατος και του διατακτικού της απόφασης Αποφάσεις των ΕΑΑ 61. Για το ίκτυο είναι επωφελές να µπορούν να συζητούνται στο πλαίσιο της συµβουλευτικής επιτροπής οι βαρύνουσας σηµασίας υποθέσεις οι οποίες απασχολούν τις ΕΑΑ βάσει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης. Ο κανονισµός του Συµβουλίου παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να εγγράφει στην ηµερήσια διάταξη της συµβουλευτικής επιτροπής µία συγκεκριµένη υπόθεση µε την οποία ασχολείται κάποια ΕΑΑ. Την πραγµατοποίηση διαβουλεύσεων µπορεί να ζητήσει η Επιτροπή ή οποιοδήποτε κράτος µέλος. Και στις δύο περιπτώσεις, η Επιτροπή εγγράφει την υπόθεση στην ηµερήσια διάταξη αφού πρώτα ενηµερώσει την οικεία ή τις οικείες ΕΑΑ. Η συζήτηση αυτή στο πλαίσιο της συµβουλευτικής επιτροπής δεν οδηγεί στην έκδοση επίσηµης γνωµοδότησης. 62. Για τις υποθέσεις µεγάλης σηµασίας, η συµβουλευτική επιτροπή µπορεί επίσης να χρησιµεύσει ως πλαίσιο για τη συζήτηση του θέµατος της ανάθεσης της εκάστοτε υπόθεσης. Ειδικότερα, εάν η Επιτροπή προτίθεται να εφαρµόσει το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισµού του Συµβουλίου µετά την αρχική περίοδο ανάθεσης, η υπόθεση µπορεί να συζητηθεί στη συµβουλευτική επιτροπή πριν από την κίνηση διαδικασίας από µέρους της Επιτροπής. Η συµβουλευτική επιτροπή δύναται να εκδώσει ανεπίσηµη δήλωση επί του θέµατος Μέτρα εφαρµογής, κανονισµοί περί απαλλαγής κατά κατηγορία, κατευθυντήριες γραµµές και λοιπές ανακοινώσεις (άρθρο 33 του κανονισµού του Συµβουλίου) 63. ιεξαγωγή διαβουλεύσεων µε τη συµβουλευτική επιτροπή προβλέπεται προκειµένου για τα σχέδια κανονισµών της Επιτροπής, κατά τα προβλεπόµενα στους συναφείς κανονισµούς του Συµβουλίου. 64. Πέραν των κανονισµών, η Επιτροπή µπορεί ακόµη να εκδίδει ανακοινώσεις και κατευθυντήριες γραµµές. Πρόκειται για πιο ευέλικτα εργαλεία, τα οποία είναι ιδιαίτερα χρήσιµα στην επεξήγηση και αναγγελία της πολιτικής της Επιτροπής, καθώς και για στην επεξήγηση του τρόπου ερµηνείας της νοµοθεσίας ανταγωνισµού από την Επιτροπή. ιαβουλεύσεις µε τη συµβουλευτική επιτροπή πραγµατοποιούνται επίσης για τις εν λόγω ανακοινώσεις και κατευθυντήριες γραµµές Τακτική διαδικασία 4.2. ιαδικασία 65. Όταν οι διαβουλεύσεις αφορούν σχέδιο απόφασης της Επιτροπής, η συνεδρίαση της συµβουλευτικής επιτροπής πραγµατοποιείται το ενωρίτερο 14 ηµέρες µετά την αποστολή των προσκλήσεων συµµετοχής από την Επιτροπή. Η Επιτροπή επισυνάπτει στην πρόσκληση περίληψη της υπόθεσης, κατάλογο των σηµαντικότερων συναφών εγγράφων (πρόκειται για τα έγγραφα που χρειάζονται για την αξιολόγηση της υπόθεσης) και σχέδιο της απόφασης. Η συµβουλευτική επιτροπή γνωµοδοτεί επί του σχεδίου απόφασης της Επιτροπής. Κατόπιν αιτήσεως ενός ή περισσοτέρων µελών, η γνωµοδότηση πρέπει να είναι αιτιολογηµένη. 66. Ο κανονισµός του Συµβουλίου καθιερώνει τη δυνατότητα των κρατών µελών να συµφωνούν βραχύτερο χρονικό διάστηµα µεταξύ της αποστολής της πρόσκλησης και της συνεδρίασης Έγγραφη διαδικασία 67. Ο κανονισµός του Συµβουλίου καθιερώνει τη δυνατότητα διεξαγωγής έγγραφης διαδικασίας διαβουλεύσεων. Εάν κανένα κράτος µέλος δεν έχει αντίρρηση, η Επιτροπή µπορεί να συµβουλευθεί τα κράτη µέλη µε την αποστολή σε αυτά των συναφών εγγράφων και µε τον προσδιορισµό προθεσµίας εντός της οποίας τα κράτη µέλη µπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί του σχεδίου. Η προθεσµία αυτή, υπό κανονικές συνθήκες, δεν µπορεί να είναι συντοµότερη από 14 ηµέρες, µε εξαίρεση τις αποφάσεις περί ασφαλιστικών µέτρων κατ' εφαρ- µογή του άρθρου 8 του κανονισµού του Συµβουλίου. Εάν ένα κράτος µέλος ζητήσει την πραγµατοποίηση συνεδρίασης, η Επιτροπή οφείλει να φροντίσει για την πραγµατοποίησή της ηµοσίευση της γνωµοδότησης της συµβουλευτικής επιτροπής 68. Η συµβουλευτική επιτροπή µπορεί να εισηγηθεί τη δηµοσίευση της γνωµοδότησης της. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή πραγµατοποιεί αυτή τη δηµοσίευση ταυτόχρονα µε την έκδοση της απόφασης, λαµβάνοντας υπόψη το νόµιµο συµφέρον των επιχειρήσεων όσον αφορά την ανάγκη προστασίας των επιχειρηµατικών απορρήτων τους. 5. ΤΕΛΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 69. Η παρούσα ανακοίνωση δεν θίγει την τυχόν ερµηνεία των εφαρµοστέων διατάξεων της συνθήκης και των κανονιστικών διατάξεων από το Πρωτοδικείο και το ικαστήριο. 70. Η παρούσα ανακοίνωση υπόκειται σε περιοδική αναθεώρηση, η οποία πραγµατοποιείται από κοινού από τις ΕΑΑ και από την Επιτροπή. Με βάση την κτηθείσα πείρα, θα αναθεωρηθεί το αργότερο στα τέλη του τρίτου έτους από την υιοθέτηση της. 71. Η παρούσα ανακοίνωση αντικαθιστά την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά µε τη συνεργασία µεταξύ της Επιτροπής και των αρχών ανταγωνισµού των κρατών µελών για την εξέταση των υποθέσεων που εµπίπτουν στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης, η οποία δηµοσιεύτηκε το 1997 ( 24 ).
ΣΧΕ ΙΟ ΚΟΙΝΗΣ ΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΙΚΤΥΟΥ ΑΡΧΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΣΧΕ ΙΟ ΚΟΙΝΗΣ ΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΙΚΤΥΟΥ ΑΡΧΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ «1. Ο εκδοθείς σήµερα κανονισµός του Συµβουλίου σχετικά µε την εφαρµογή των κανόνων ανταγωνισµού
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες,. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της που τροποποιεί τον κανονισµό (EΚ) αριθ. 773/2004 σχετικά µε τη διεξαγωγή των διαδικασιών διευθέτησης
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
2003R0001 EL 18.10.2006 002.001 1 Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2002 για την εφαρμογή
EL 1 EL ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ
EL EL EL ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ Στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας καθορίζονται ορισµένες αρχές, τις οποίες οι επιµέρους διαµεσολαβητές µπορούν να επιλέξουν οικειοθελώς να
Κώδικας Δεοντολογίας διαπιστευµένων διαµεσολαβητών ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ
Κώδικας Δεοντολογίας διαπιστευµένων διαµεσολαβητών (Υ.Α 109088/20-13 ΦΕΚ 2824/2011 Β) Άρθρο 1 ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ 1.1 Προσόντα Οι διαµεσολαβητές πρέπει να είναι διαπιστευµένοι από
Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.6.2016 COM(2016) 421 final 2016/0194 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 320/40 ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1996 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Δεκεμβρίου 2018 για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων σχετικά με την παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων και τον περιορισμό ορισμένων δικαιωμάτων
Τμήμα 2. Αρμοδιότητα, καθήκοντα και εξουσίες. Άρθρο 55. Αρμοδιότητα
Τμήμα 2 Αρμοδιότητα, καθήκοντα και εξουσίες Άρθρο 55 Αρμοδιότητα 1. Κάθε εποπτική αρχή είναι αρμόδια να εκτελεί τα καθήκοντα και να ασκεί τις εξουσίες που της ανατίθενται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό
Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,
EUROPOL JOINT SUPERVISORY BODY ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ Γνωμοδότηση 08/56 της ΚΕΑ σχετικά με την αναθεωρημένη συμφωνία που πρόκειται να υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπόλ και της Eurojust Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 11.02.2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέµα: Αναφορά 0130/2007, του Γεώργιου Φλωρά, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόµατος του βιβλιοπωλείου «Φλωράς Κόσµος», σχετικά
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤ ΓΙΑ ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΕΜ
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤ ΓΙΑ ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΕΜ 1 ΠΟΤΕ ΘΑ ΑΡΧΙΣΕΙ Η ΕΚΤ ΝΑ ΕΠΟΠΤΕΥΕΙ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ; Η ΕΚΤ θα αναλάβει την εποπτική
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
10.6.2017 L 148/3 ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/980 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 7ης Ιουνίου 2017 για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τα τυποποιημένα έντυπα, τα υποδείγματα και τις διαδικασίες
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310
9.5.2008 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 115/181 ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 310 (πρώην άρθρο 268 της ΣΕΚ) 1. Όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Ένωσης, πρέπει να προβλέπονται για
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 112 I Έκδοση στην ελληνική γλώσσα Νομοθεσία 62o έτος 26 Απριλίου 2019 Περιεχόμενα II Μη νομοθετικές πράξεις ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ Απόφαση της
ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι
Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
12. 10. 1999 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 264/21 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2157/1999 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της23ηςσεπτεµβρίου 1999 σχετικά µε τιςεξουσίεςτηςευρωπαϊκήςκεντρικήςτράπεζαςγια
Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων 30.10.2018 2018/0170(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών
ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:
ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ Η δήλωση αυτή αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο ερευνών για κρατικές ενισχύσεις που διενεργεί η Επιτροπή και άσκησης συναφών καθηκόντων προς το κοινό
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων 26.4.2012 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ (0046/2012) Αφορά: Αιτιολογηµένη γνώµη του γερµανικού Οµοσπονδιακού Συµβουλίου (Bundesrat) σχετικά µε την πρόταση
L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 10.7.2010 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 584/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 1ης Ιουλίου 2010 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
13335/12 ZAC/alf DG E 2
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 11 Σεπτεμβρίου 2012 (OR. en) 13335/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0222 (NLE) AVIATION 127 REX 763 OC 467 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Διαδικασία Διευθέτησης Διαφορών
Διαδικασία Διευθέτησης Διαφορών Χρήσιμες Πληροφορίες - Ερωτήσεις και Απαντήσεις Σε τι συνίσταται η διαδικασία διευθέτησης διαφορών; Η διαδικασία διευθέτησης διαφορών αφορά στις περιπτώσεις που επιχειρήσεις
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
5.7.2014 L 198/7 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 31ης Ιανουαρίου 2004 σχετικά με τη στενή συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004
Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΖΩΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ (ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014 Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ, Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ)
2.12.2009 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 315/51 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΕΞΕΔΩΣΕ
L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 20.12.2012 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1219/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2012 που αφορά τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων
Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2002. ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19
Κ Π 544/2003 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2002 ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19 Ο Επίτροπος Ρυθµίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων, ασκώντας τις εξουσίες που του
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 10/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ουγγαρίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για
(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
L 115/12 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 27.4.2012 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 363/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23ης Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με τους
ΜΕΡΟΣ IV ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
Μέρος IV Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών - του περί της Σύναψης Συµβάσεων (Προµήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) Νόµου του 2003 {Ν.101(Ι)/2003} που σύµφωνα µε το άρθρο 94 του περί του Συντονισµού των ιαδικασιών
Τμήμα 5. Κώδικες δεοντολογίας και πιστοποίηση. Άρθρο 40. Κώδικες δεοντολογίας
Τμήμα 5 Κώδικες δεοντολογίας και πιστοποίηση Άρθρο 40 Κώδικες δεοντολογίας 1. Τα κράτη μέλη, οι εποπτικές αρχές, το Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και η Επιτροπή ενθαρρύνουν την εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας
Συγκεντρώσεις ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:
ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ Η δήλωση αυτή αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο ερευνών σε υποθέσεις συγκεντρώσεων που διενεργεί η Επιτροπή. Τα δεδομένα που συλλέγονται και υποβάλλονται
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2019 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Στις 29 Μαρτίου 2017 το Ηνωμένο Βασίλειο
10/01/2012 ΕΑΚΑΑ/2011/188
Κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις Συνεργασία, περιλαμβανομένης της ανάθεσης καθηκόντων, μεταξύ της ΕΑΚΑΑ, των αρμόδιων αρχών και των τομεακών αρμόδιων αρχών δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 513/2011
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III. Δικαιώματά του υποκειμένου των δεδομένων. Τμήμα 1. Διαφάνεια και ρυθμίσεις. Άρθρο 12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Δικαιώματά του υποκειμένου των δεδομένων Τμήμα 1 Διαφάνεια και ρυθμίσεις Άρθρο 12 Διαφανής ενημέρωση, ανακοίνωση και ρυθμίσεις για την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
14.5.2014 L 139/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 492/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 7ης Μαρτίου 2014 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.11.2017 COM(2017) 661 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ σχετικά με την επανεξέταση των άρθρων 13, 18 και 45 όσον αφορά τις εξουσίες
Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6
Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 166 της 11.6.1998 ΟΔΗΓΙΑ 98/27/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 19ΗΣ ΜΑΪΟΥ 1998 ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΩΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
17.5.2014 L 147/79 ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 10ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον καθορισμό κριτηρίων για τη δημιουργία και την αξιολόγηση των ευρωπαϊκών δικτύων αναφοράς και των μελών τους και
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 29 Φεβρουαρίου 2012 (06.03) (OR. en) 7091/12 ENER 77 ENV 161 DELACT 14
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 29 Φεβρουαρίου 2012 (06.03) (OR. en) 7091/12 ENER 77 ENV 161 DELACT 14 ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΗΜΕΙΟΥ «Α» της : Επιτροπής των Μόνιμων Αντιπροσώπων προς : το Συμβούλιο αριθ.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΦΥΤΙΚΩΝ ΠΟΙΚΙΛΙΩΝ της 25ης Μαρτίου 2004 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.
11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 4 Οκτωβρίου 2012 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2010/0197 (COD) 11917/1/12 REV 1 WTO 244 FDI 20 CODEC 1777 PARLNAT 324 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 2/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Βελγίου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια
Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ
Αριθ L 401/28 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 30 12 89 ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0011(COD) 8.11.2012. της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων 8.11.2012 2012/0011(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων προς την Επιτροπή Πολιτικών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Άρθρο 44. Γενικές αρχές για διαβιβάσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V Διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς Άρθρο 44 Γενικές αρχές για διαβιβάσεις Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 170/7
1.7.2005 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 170/7 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1002/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30ής Ιουνίου 2005 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1239/95 όσον αφορά τη χορήγηση υποχρεωτικών
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 20.12.2017 C(2017) 8871 final ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 20.12.2017 για τον καθορισμό διοικητικών και επιστημονικών απαιτήσεων για παραδοσιακά τρόφιμα
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
L 230/56 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 30.6.2004 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 3ης Ιουνίου 2004 σχετικά με τους όρους και τις λεπτομέρειες διεξαγωγής
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Πρότασης απόφασης του Συμβουλίου
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 1.4.2016 COM(2016) 172 final ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της Πρότασης απόφασης του Συμβουλίου για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Ν. 55(Ι)/2018 Αρ. 4656, 13.6.2018 Ο περί της Εφαρμογής του Κανονισμού (Ε.Ε.) αριθ. 910/2014, σχετικά με την Ηλεκτρονική Ταυτοποίηση και τις Υπηρεσίες Εμπιστοσύνης για τις Ηλεκτρονικές Συναλλαγές
ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16
+ Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :15 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4 Αρθρο 15 Διορισμός
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής
10.4.2019 A8-0020/585 Τροπολογία 585 Pavel Svoboda εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων Έκθεση A8-0020/2018 József Szájer Προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, 25.2.2015 Ν. 23(Ι)/2015 23(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ YΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 4 Φεβρουαρίου 2011 (OR. en) 2010/0051 (COD) PE-CONS 64/10 IST 592 CODEC 1518
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 4 Φεβρουαρίου 2011 (OR. en) 2010/0051 (COD) PE-CONS 64/10 IST 592 CODEC 1518 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑÏΚΟΥ
Γνώμη 6/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Εσθονίας. για
Γνώμη 6/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Εσθονίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
2011R0016 EL 31.01.2011 000.001 1 Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 16/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 10ης Ιανουαρίου 2011 για τον καθορισμό
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005
.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005 Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο: Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε.:
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 18.7.2016 COM(2016) 460 final 2016/0218 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης
Γνώμη 7/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ελλάδας. για
Γνώμη 7/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ελλάδας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Γνώμη 8/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας. για
Γνώμη 8/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο SWD(2017) 115 final.
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2017 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2017/0063 (COD) 7621/17 ADD 3 RC 3 JUSTCIV 66 IA 52 CODEC 477 ΠΡΟΤΑΣΗ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης:
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4437, 28.3.2014 41(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟ
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4437, 28.3.2014 Ν. 41(Ι)/2014 41(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Συνοπτικός τίτλος. 13(Ι) του
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 1.8.2018 COM(2018) 567 final 2018/0298 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 391/2009 όσον
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.6.2018 C(2018) 3568 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 7.6.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 όσον αφορά
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ Εγκρίθηκε στις 26 Noεμβρίου 2013 Αναθεωρημένη έκδοση που εγκρίθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2018 Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ, Έχοντας
16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 22 Νοεμβρίου 2012 (03.11) (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2011/0204 (COD) 16350/12 JUSTCIV 335 CODEC 2706 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: το Συμβούλιο αριθ. προηγ.
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
2.2.2017 L 28/73 ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/179 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 1ης Φεβρουαρίου 2017 για τον καθορισμό των διαδικαστικών ρυθμίσεων που είναι αναγκαίες για τη λειτουργία της ομάδας συνεργασίας, σύμφωνα
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
19.6.2014 L 179/17 ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 664//2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 18ης Δεκεμβρίου 2013 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε
Γνώμη 25/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Κροατίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 2009 Ενιαίο νομοθετικό κείμενο 17.12.2008 EP-PE_TC2-COD(2004)0209 ***II ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ που καθορίσθηκε σε δεύτερη ανάγνωση στις 17 Δεκεμβρίου 2008 εν όψει της
ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/2080(INI)
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 2016/2080(INI) 23.8.2016 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με τις δηλώσεις συμφερόντων των μελών της Επιτροπής - κατευθυντήριες γραμμές (2016/2080(INI)) Επιτροπή
Κώδικας ορθής διοικητικής συμπεριφοράς για το προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων
Κώδικας ορθής διοικητικής συμπεριφοράς για το προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων Ενοποιημένη έκδοση Θεσπίστηκε με την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου MB/11/2008 της 14ης Φεβρουαρίου
(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
16.4.2011 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 102/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 370/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Απριλίου 2011 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ)
Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας
Υπόθεση C-459/03 Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας «Παράβαση κράτους μέλους Σύμβαση δίκαιο της θάλασσας Μέρος XII Προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος Καθεστώς διευθετήσεως
ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
«Άσκηση ενδίκων μέσων» ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ Γενικό Έγγραφο: Ε40/338/27-10-06 ΣΧΕΤ. : Το με αριθ. 15176/19-10-06 έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Σας διαβιβάζουμε το ανωτέρω
Γνώμη 1/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Αυστρίας. για
Γνώμη 1/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Αυστρίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων 2.7.2014 ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ Θέµα: Αιτιολογηµένη γνώµη της Βουλής των Κοινοτήτων του Ηνωµένου
Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων. Σχέδιο κανονισμού (10896/2014 C8-0090/ /0807(CNS))
21.11.2014 A8-0028/ 001-014 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-014 κατάθεση: Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής Έκθεση Kay Swinburne Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής για επιβολή κυρώσεων A8-0028/2014 (10896/2014
EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0204/146. Τροπολογία. Karima Delli εξ ονόματος της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού
21.3.2019 A8-0204/146 146 Άρθρο 1 εδάφιο 1 σημείο 11 στοιχείο α σημείο ii Άρθρο 16 παράγραφος 2 «Τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία ε) έως ι) του πρώτου εδαφίου
ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 10ης Οκτωβρίου 2005
EL ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 10ης Οκτωβρίου 2005 κατόπιν αιτήµατος της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου σχετικά µε προσχέδιο οδηγίας για την τήρηση ελάχιστων αποθεµατικών στην Κεντρική Τράπεζα
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 204/15
31.7.2013 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 204/15 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 734/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Ιουλίου 2013 που να τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 για τη θέσπιση λεπτομερών
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 17ης Ιουνίου 2004
EL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 17ης Ιουνίου 2004 για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισµού του γενικού συµβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2004/12) ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ
GSC.TFUK. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Ιανουαρίου 2019 (OR. en) XT 21105/1/18 REV 1. Διοργανικός φάκελος: 2018/0427 (NLE) BXT 124
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Ιανουαρίου 2019 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2018/0427 (NLE) XT 21105/1/18 REV 1 BXT 124 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά
Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 Έγγραφο συνόδου 30.6.2015 A8-0203/2015/err01 ΠΡΟΣΘΗΚΗ στην έκθεση σχετικά µε την τροποποιηµένη πρόταση κανονισµού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου που καθορίζει
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 13.7.2018 C(2018) 4427 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 13.7.2018 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
3.2.2015 L 27/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/159 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Ιανουαρίου 2015 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:
Οδηγία 89/105/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 21ης εκεµβρίου 1988 σχετικά µε τη διαφάνεια των µέτρων που ρυθµίζουν τον καθορισµό των τιµών των φαρµάκων για ανθρώπινη χρήση και τη κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 11.2.2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέµα: Αναφορά 0096/2008, του Σταύρου Σαρρή, ελληνικής ιθαγένειας, σχετικά µε την ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισµού και την
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 25.6.2014 COM(2014) 374 final 2014/0190 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018. για
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Γαλλίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια
ΟΔΗΓΙΑ 2014/46/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
29.4.2014 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 127/129 ΟΔΗΓΙΑ 2014/46/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 3ης Απριλίου 2014 για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου
"Άρθρο 24 Ν. 3601/2007 Συμμετοχές σε πιστωτικά ιδρύματα
"Άρθρο 24 Ν. 3601/2007 Συμμετοχές σε πιστωτικά ιδρύματα 1. α) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (στο εξής: "υποψήφιος αγοραστής"), το οποίο μεμονωμένα ή μέσω κοινής δράσης με άλλα πρόσωπα, υπό την έννοια του
Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε
Γνώμη 26/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Λουξεμβούργου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 55/34 27.2.2018 ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/292 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 26ης Φεβρουαρίου 2018 για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τις διαδικασίες και τα έντυπα για την ανταλλαγή
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής για
6.3.2019 A8-0435/6 Τροπολογία 6 Danuta Maria Hübner εξ ονόματος της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων Έκθεση A8-0435/2018 Mercedes Bresso, Rainer Wieland Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2009 για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2009 για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2009 για θέσπιση κοινού καθεστώτος
Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων
P6_TA(2006)0108 Νοµικά επαγγέλµατα Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας