Συλλογή της Νομολογίας
|
|
- Νύξ Αλεξιάδης
- 8 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 2012 * «Οδηγία 93/13/ΕΟΚ Συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές Καταχρηστική ρήτρα περί επιτοκίου υπερημερίας Διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής Αρμοδιότητες του εθνικού δικαστηρίου» Στην υπόθεση C-618/10, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Audiencia Provincial de Barcelona (Ισπανία) με απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 29 Δεκεμβρίου 2010, στο πλαίσιο της δίκης Banco Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Tizzano (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, M. Safjan, M. Ilešič, E. Levits και M. Berger, δικαστές, γενική εισαγγελέας: V. Trstenjak γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ ακροατηρίου συζητήσεως της 1ης Δεκεμβρίου 2011, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν: η Banco Español de Crédito SA, εκπροσωπούμενη από τις A. Herrador Muñoz και V. Betancor Sánchez καθώς και από τον R. Rivero Sáez, abogados, η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την S. Centeno Huerta, η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Kemper και τον T. Henze, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την M. Owsiany-Homung και τον E. Gippini Fournier, EL * Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική. ECLI:EU:C:2012:349 1
2 αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου 2012, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία: του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95, σ. 29) του άρθρου 2 της οδηγίας 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (ΕΕ L 110, σ. 30) των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής (ΕΕ L 399, σ. 1) των άρθρων 5, παράγραφος 1, στοιχεία ιβʹ και ιγʹ, 6, 7 και 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιβʹ, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133, σ. 66), και του άρθρου 11, παράγραφος 2, της οδηγίας 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149, σ. 22). 2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Banco Español de Crédito SA (στο εξής: Banesto) και, αφετέρου, του J. Calderón Camino σχετικά με την καταβολή ποσών οφειλόμενων για την εκτέλεση σύμβασης καταναλωτικού δανείου συναφθείσας μεταξύ των μερών αυτών. 2 ECLI:EU:C:2012:349
3 Το νομικό πλαίσιο Η κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης Η οδηγία 87/102/ΕΟΚ 3 Το άρθρο 6 της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη (ΕΕ 1987, L 42, σ. 48), προέβλεπε τα εξής: «1. Ανεξάρτητα από την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, όταν υπάρχει σύμβαση μεταξύ πιστωτικού ή χρηματοοικονομικού ιδρύματος και ενός καταναλωτή για τη χορήγηση πίστωσης υπό μορφή προκαταβολής σε τρεχούμενο λογαριασμό, πλην των λογαριασμών πιστωτικής κάρτας, ο καταναλωτής πρέπει να ενημερώνεται κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, ή νωρίτερα: για το τυχόν ανώτατο όριο της πίστωσης, για το ετήσιο επιτόκιο και τις επιβαρύνσεις που ισχύουν από τον χρόνο σύναψης της σύμβασης καθώς και για τους όρους με τους οποίους μπορούν να τροποποιηθούν, για τη διαδικασία λύσης της σύμβασης. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται εγγράφως. 2. Εξάλλου, κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, ο καταναλωτής πληροφορείται αμέσως κάθε τυχόν μεταβολή που επέρχεται στο ετήσιο επιτόκιο ή στις συναφείς επιβαρύνσεις. Οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατό να παρέχονται σε ανάλυση του λογαριασμού ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αποδεκτό στα κράτη μέλη. 3. Στα κράτη μέλη όπου θεωρείται νόμιμη η αρνητική υπέρβαση λογαριασμού, το οικείο κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι ο καταναλωτής γνωρίζει το ετήσιο επιτόκιο και τις επιβαρύνσεις που ισχύουν καθώς και τις τυχόν τροποποιήσεις, όταν ο λογαριασμός παραμένει ακάλυπτος άνω του τριμήνου.» 4 Το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής είχε ως εξής: «Σε περίπτωση πίστωσης που χορηγείται για την απόκτηση αγαθών, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους όρους ανάκτησης των αγαθών ιδίως εάν ο καταναλωτής δεν έχει συγκατατεθεί. Διασφαλίζουν περαιτέρω ότι, όταν ο πιστωτικός φορέας ανακτά τα αγαθά, η εκκαθάριση μεταξύ των συμβαλλομένων μερών γίνεται έτσι ώστε η ανάκτηση να μη συνεπάγεται αδικαιολόγητο πλουτισμό.» Η οδηγία 93/13 5 Η δωδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/13 έχει ως ακολούθως: «[εκτιμώντας ότι,] παρ όλα αυτά, ως έχουν σήμερα οι εθνικές νομοθεσίες, μόνον μερική εναρμόνιση είναι δυνατή ότι, ιδίως, μόνον οι συμβατικές ρήτρες για τις οποίες δεν υπήρξε ατομική διαπραγμάτευση αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας οδηγίας ότι έχει σημασία εν προκειμένω να δοθεί στα κράτη [μέλη] η δυνατότητα, τηρουμένης της συνθήκης, να παρέχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας στον καταναλωτή μέσω εθνικών διατάξεων αυστηρότερων από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.» ECLI:EU:C:2012:349 3
4 6 Η εικοστή πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/13 προβλέπει τα κατωτέρω: «[εκτιμώντας ότι] τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφεύγεται η παρουσία καταχρηστικών ρητρών μέσα στις συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτή και επαγγελματία ότι, εάν παρ όλα αυτά εμφανίζονται στις συμβάσεις καταχρηστικές ρήτρες, δεν θα δεσμεύουν τον καταναλωτή, η δε σύμβαση θα εξακολουθεί να δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τους ίδιους όρους, εάν μπορεί να υφίσταται χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες.» 7 Η εικοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη της ίδιας οδηγίας ορίζει ως εξής: «[εκτιμώντας ότι] οι δικαστικές αρχές και τα διοικητικά όργανα πρέπει να διαθέτουν τα κατάλληλα και αποτελεσματικά μέσα ώστε να θέτουν τέρμα στην εφαρμογή των καταχρηστικών ρητρών στις συμβάσεις που συνάπτονται με τους καταναλωτές.» 8 Το άρθρο 6 της οδηγίας 93/13 έχει ως ακολούθως: «1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες οι καταχρηστικές ρήτρες σύμβασης μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, τηρουμένων των σχετικών όρων της εθνικής νομοθεσίας, δεν δεσμεύουν τους καταναλωτές, ενώ η σύμβαση εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους, εάν μπορεί να υπάρξει και χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες. 2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να μην αίρεται η προστασία που παρέχει στον καταναλωτή η παρούσα οδηγία, λόγω του ότι επιλέγεται, ως δίκαιο που διέπει τη σύμβαση, δίκαιο τρίτης χώρας, εάν η σύμβαση έχει στενή σχέση με την επικράτεια των κρατών μελών.» 9 Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής: «Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, προς το συμφέρον των καταναλωτών, καθώς και των ανταγωνιζόμενων επαγγελματιών, να υπάρχουν τα κατάλληλα και αποτελεσματικά μέσα, προκειμένου να πάψει η χρησιμοποίηση των καταχρηστικών ρητρών στις συμβάσεις που συνάπτονται από έναν επαγγελματία με καταναλωτές.» 10 Το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας προβλέπει τα κατωτέρω: «Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή [να] διατηρούν, στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις σύμφωνες προς τη Συνθήκη [ΕΚ], για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή.» Η οδηγία 2005/29 11 Το άρθρο 11, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2005/29 ορίζει τα εξής: «1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέσα για την καταπολέμηση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών προκειμένου να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας προς το συμφέρον των καταναλωτών. [ ] 4 ECLI:EU:C:2012:349
5 2. Στα πλαίσια των νομοθετικών διατάξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη αναθέτουν στα δικαστήρια ή τις διοικητικές αρχές εξουσίες βάσει των οποίων μπορούν, όταν κρίνουν τα μέτρα αυτά αναγκαία και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα εμπλεκόμενα συμφέροντα και ιδιαίτερα το δημόσιο συμφέρον: α) να διατάζουν την παύση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών ή να παραπέμπουν το ζήτημα στα αρμόδια δικαστήρια προς έκδοση απόφασης για την παύση των πρακτικών αυτών, ή β) στην περίπτωση που η αθέμιτη εμπορική πρακτική δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί αλλά επίκειται η εφαρμογή της, να την απαγορεύουν ή να παραπέμπουν το ζήτημα στα αρμόδια δικαστήρια προς έκδοση απόφασης για την απαγόρευση της πρακτικής, έστω και αν δεν αποδεικνύεται πραγματική ζημία ή βλάβη, ούτε δόλος ή αμέλεια εκ μέρους του εμπορευομένου. Τα κράτη μέλη προβλέπουν, επιπλέον, ότι τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να ληφθούν στα πλαίσια της ταχείας διαδικασίας: είτε με προσωρινή ισχύ, είτε με οριστική ισχύ, [εξυπακουομένου] ότι εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να επιλέξει μεταξύ των δύο αυτών λύσεων. [ ]» Ο κανονισμός 1896/ Η δέκατη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1896/2006 διευκρινίζει τα εξής: «Η διαδικασία που θεσπίζει ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αποτελέσει συμπληρωματικό και προαιρετικό μέσο για τον αιτούντα, ο οποίος διατηρεί την πλήρη ευχέρεια προσφυγής στη διαδικασία που προβλέπει το εθνικό δίκαιο. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός δεν αντικαθιστά ούτε εναρμονίζει τους υφιστάμενους μηχανισμούς είσπραξης μη αμφισβητούμενων αξιώσεων δυνάμει του εθνικού δικαίου.» 13 Το άρθρο 1 του κανονισμού 1896/2006 προβλέπει τα εξής: «1. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί: α) στην απλούστευση, επιτάχυνση και μείωση των εξόδων της εκδίκασης διαφορών για διασυνοριακές υποθέσεις όσον αφορά μη αμφισβητούμενες χρηματικές αξιώσεις, με τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής, και β) στην εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ευρωπαϊκών διαταγών πληρωμής σε όλα τα κράτη μέλη, με τη θέσπιση ελαχίστων κανόνων η τήρηση των οποίων καθιστά περιττές τυχόν ενδιάμεσες διαδικασίες στο κράτος μέλος εκτέλεσης πριν από την αναγνώριση και την εκτέλεση. ECLI:EU:C:2012:349 5
6 2. Ο αιτών δεν κωλύεται από τον παρόντα κανονισμό να επιδιώξει την ικανοποίηση αξίωσης κατά την έννοια του άρθρου 4, κάνοντας χρήση άλλης διαδικασίας προβλεπόμενης από το δίκαιο κράτους μέλους ή από το κοινοτικό δίκαιο.» Η οδηγία 2008/48 14 Το άρθρο 1 της οδηγίας 2008/48 έχει ως εξής: «Η παρούσα οδηγία έχει ως σκοπό την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν τις συμβάσεις πίστωσης με τους καταναλωτές.» 15 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα ακόλουθα: «Εγκαίρως και προτού δεσμευθεί ο καταναλωτής από οποιαδήποτε σύμβαση πίστωσης ή σχετική προσφορά, ο πιστωτικός φορέας και, κατά περίπτωση, ο μεσίτης πιστώσεων παρέχουν στον καταναλωτή, βάσει των πιστωτικών όρων και προϋποθέσεων που προσφέρει ο πιστωτικός φορέας και, ενδεχομένως, των προτιμήσεων που έχει εκφράσει και των πληροφοριών που έχει παράσχει ο καταναλωτής, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη σύγκριση διάφορων προσφορών προκειμένου να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με τη σύναψη σύμβασης πίστωσης [ ] Οι πληροφορίες αυτές προσδιορίζουν: [ ] ιβ) το επιτόκιο που προβλέπεται σε περίπτωση καθυστέρησης των καταβολών καθώς και τις λεπτομέρειες για την προσαρμογή του και, ενδεχομένως, τα έξοδα σε περίπτωση μη εκτέλεσης ιγ) προειδοποίηση για τις συνέπειες της παράλειψης καταβολής [ ]». 16 Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας ορίζει τα κατωτέρω: «Η σύμβαση πίστωσης πρέπει να προσδιορίζει, με τρόπο σαφή και ευσύνοπτο: [ ] ιβ) το εφαρμοστέο επιτόκιο υπερημερίας όπως ισχύει τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης πίστωσης και τις ρυθμίσεις για την προσαρμογή του, και, κατά περίπτωση, τα έξοδα για αθέτηση καταβολής [...]». Η οδηγία 2009/22 17 Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/22 έχει ως ακολούθως: «Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως κατά το άρθρο 2 και αποσκοπούν στην προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών που περιλαμβάνονται στις οδηγίες οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, προκειμένου να εξασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.» 6 ECLI:EU:C:2012:349
7 18 Το άρθρο 2 της ίδιας οδηγίας ορίζει τα εξής: «1. Τα κράτη μέλη ορίζουν τα δικαστήρια ή τις διοικητικές αρχές που είναι αρμόδιες επί διαδικασιών κινουμένων από νομιμοποιούμενους φορείς, κατά την έννοια του άρθρου 3, με τις οποίες επιδιώκεται: α) να διαταχθεί, με τη δέουσα ταχύτητα και, όταν ενδείκνυται, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η παύση ή η απαγόρευση οποιασδήποτε παράβασης [ ] 2. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου περί του εφαρμοστέου δικαίου, κατά τους οποίους εφαρμόζεται είτε το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης της παράβασης είτε το δίκαιο του κράτους μέλους όπου επήλθαν τα αποτελέσματά της.» Το ισπανικό δίκαιο 19 Στο ισπανικό δίκαιο, η προστασία των καταναλωτών από τις καταχρηστικές ρήτρες προβλέφθηκε καταρχάς με τον γενικό νόμο 26/1984 για την προστασία των καταναλωτών και των χρηστών (Ley General 26/1984 para la Defensa de los Consumidores y Usuarios), της 19ης Ιουλίου 1984 [BOE (Ισπανική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) αριθ. 176, της 24ης Ιουλίου 1984, σ , στο εξής: νόμος 26/1984]. 20 Ο νόμος 26/1984 τροποποιήθηκε εν συνεχεία με τον νόμο 7/1998, περί των γενικών όρων συναλλαγών (Ley 7/1998 sobre Condiciones Generales de la Contratación), της 13ης Απριλίου 1998 (BOE αριθ. 89, της 14ης Απριλίου 1998, σ ), που μετέφερε στο εθνικό δίκαιο την οδηγία 93/ Τέλος, το νομοθετικό βασιλικό διάταγμα 1/2007 της 16ης Νοεμβρίου 2007 περί εγκρίσεως του αναθεωρημένου κειμένου του γενικού νόμου για την προστασία των καταναλωτών και των χρηστών και άλλων συμπληρωματικών νόμων (Real Decreto Legislativo 1/2007 por el que se aprueba el texto refundido de la Ley General para la Defensa de los Consumidores y Usuarios y otras leyes complementarias) (BOE αριθ. 287, της 16ης Νοεμβρίου 2007, σ , στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 1/2007), ενέκρινε το κωδικοποιημένο κείμενο του νόμου 26/1984, όπως τροποποιήθηκε. 22 Το άρθρο 83 του νομοθετικού διατάγματος 1/2007 έχει ως ακολούθως: «1. Οι καταχρηστικές ρήτρες είναι αυτοδικαίως άκυρες και λογίζονται ως μη τεθείσες. 2. Το τμήμα της συμβάσεως που επηρεάζεται από την ακυρότητα συμπληρώνεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1258 του Αστικού Κώδικα και τηρουμένης της αρχής της αντικειμενικής καλής πίστεως. Προς τούτο, το δικαστήριο που κηρύσσει την ακυρότητα των καταχρηστικών ρητρών συμπληρώνει τη σύμβαση και διαθέτει διαπλαστική εξουσία όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αντισυμβαλλομένων, στις περιπτώσεις που η σύμβαση εξακολουθεί να ισχύει, καθώς και όσον αφορά τις συνέπειες της λήξεώς της, σε περίπτωση σημαντικής βλάβης του καταναλωτή και του χρήστη. Το δικαστήριο μπορεί να απαγγείλει την ακυρότητα της συμβάσεως μόνον οσάκις οι ρήτρες που εξακολουθούν να ισχύουν συνεπάγονται τη δημιουργία καταστάσεως ανισότητας ως προς τη θέση των αντισυμβαλλομένων η οποία δεν είναι δυνατόν να αρθεί.» ECLI:EU:C:2012:349 7
8 23 Το άρθρο 1258 του Αστικού Κώδικα προβλέπει τα ακόλουθα: «Οι συμβάσεις συνάπτονται με απλή συμφωνία, μετά την οποία καθίσταται υποχρεωτική η τήρηση των ρητώς συμφωνηθέντων ενώ επέρχονται επίσης όλες οι συνέπειες που, αναλόγως της φύσεώς τους, απορρέουν από την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τον νόμο.» 24 Όσον αφορά τη διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής, ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (Ley de Enjuiciamiento Civil), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο κινήσεως της διαδικασίας που οδήγησε στη διαφορά της κύριας δίκης ορίζει, στο άρθρο 812, παράγραφος 1, τα ακόλουθα ως προς τις προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διαδικασίας: «Στη διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής μπορεί να προσφύγει όποιος αξιώνει από άλλον την καταβολή ληξιπρόθεσμης και απαιτητής χρηματικής οφειλής η οποία δεν υπερβαίνει τα ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό της εν λόγω οφειλής βεβαιώνεται κατά τα κατωτέρω οριζόμενα: 1) είτε με την προσκόμιση εγγράφων, υπό οποιαδήποτε μορφή, τύπο ή φυσικό μέσο, υπογεγραμμένων από τον οφειλέτη ή φερόντων σφραγίδα, αποτύπωμα, εμπορικό σήμα ή οποιοδήποτε άλλο διακριτικό σημείο, γραπτό ή ηλεκτρονικό, που προσδιορίζει τον οφειλέτη 2) είτε με την προσκόμιση τιμολογίων, δελτίων παράδοσης, πιστοποιητικών, τηλεγραφημάτων, τηλεομοιοτυπιών ή οιωνδήποτε εγγράφων τα οποία, έστω και αν έχουν καταρτιστεί μονομερώς από τον δανειστή, χρησιμοποιούνται συνήθως για την καταχώριση πιστώσεων και οφειλών στο πλαίσιο συμβατικής σχέσης του είδους που συνδέει τον δανειστή και τον οφειλέτη. [ ]» 25 Το άρθρο 815, παράγραφος 1, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που τιτλοφορείται «Παραδεκτό της αιτήσεως εκδόσεως διαταγής πληρωμής», έχει ως εξής: «Αν τα έγγραφα που επισυνάπτονται στην αίτηση συγκαταλέγονται στα έγγραφα του άρθρου 812, παράγραφος 2, ή παρέχουν ατελή απόδειξη του δικαιώματος του αιτούντος, το οποίο επιβεβαιώνεται από το περιεχόμενο της αιτήσεως, ο γραμματέας διατάσσει τον οφειλέτη είτε να καταβάλει στον δανειστή την οφειλή εντός 20 ημερών, προσκομίζοντας τα σχετικά παραστατικά στο δικαστήριο, είτε να εμφανισθεί ενώπιον του δικαστηρίου προκειμένου να εκθέσει συνοπτικώς, με το δικόγραφο της ανακοπής, τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι δεν υποχρεούται να προβεί στην ολική ή μερική καταβολή του ζητούμενου ποσού [...]». 26 Το άρθρο 818, παράγραφος 1, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που αφορά την ανακοπή του οφειλέτη, προβλέπει τα εξής: «Αν ο οφειλέτης ασκήσει εμπρόθεσμα ανακοπή, το δικαστήριο αποφαίνεται οριστικά επί της διαφοράς κατά το πέρας της προβλεπόμενης διαδικασίας και η εκδιδόμενη απόφαση αποκτά ισχύ δεδικασμένου.» Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα 27 Στις 28 Μαΐου 2007 ο J. Calderón Camino συνήψε με την Banesto σύμβαση δανείου για ποσό ανερχόμενο σε ευρώ (στο εξής: επίδικη σύμβαση) με σκοπό την αγορά οχήματος «για την εξυπηρέτηση των αναγκών του νοικοκυριού». Στην επίδικη σύμβαση, το συμβατικό επιτόκιο ορίστηκε στο 7,95 %, το ΣΕΠΕ [συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο] στο 8,89 %, και το επιτόκιο υπερημερίας στο 29 %. 8 ECLI:EU:C:2012:349
9 28 Μολονότι η προθεσμία εξοφλήσεως του δανείου έληγε στις 5 Ιουνίου 2014, η Banesto θεώρησε ότι η σύμβαση λύθηκε πρόωρα για τον λόγο ότι, κατά τον Σεπτέμβριο του 2008, επτά μηνιαίες δόσεις δεν είχαν ακόμα καταβληθεί. Ως εκ τούτου, στις 8 Ιανουαρίου 2009, η Banesto υπέβαλε, δυνάμει του ισπανικού δικαίου, αίτηση εκδόσεως διαταγής πληρωμής ενώπιον του Juzgado de Primera Instancia n o 2 de Sabadell ζητώντας την καταβολή του ποσού των μη καταβληθεισών μηνιαίων δόσεων, ύψους ,95 ευρώ, προσαυξημένων με τους εφαρμοστέους συμβατικούς τόκους και τα έξοδα. 29 Στις 21 Ιανουαρίου 2010 το Juzgado de Primera Instancia n o 2 de Sabadell εξέδωσε διάταξη με την οποία διαπίστωσε, αφενός, ότι η επίδικη σύμβαση συνιστούσε σύμβαση προσχωρήσεως, συναφθείσα χωρίς πραγματική διαπραγματευτική δυνατότητα και περιέχουσα επιβληθέντες γενικούς όρους και, αφετέρου, ότι η πρόβλεψη περί του επιτοκίου υπερημερίας του 29 % περιλαμβανόταν σε δακτυλογραφημένη ρήτρα που δεν διακρινόταν από το λοιπό κείμενο όσον αφορά τη γραμματοσειρά, το μέγεθος των χρησιμοποιούμενων γραμμάτων ή τη συγκεκριμένη αποδοχή της εκ μέρους του καταναλωτή. 30 Υπό τις περιστάσεις αυτές, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, το ύψος του επιτοκίου Euribor (Euro interbank offered rate) και του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) καθώς και το γεγονός ότι το ύψος των εν λόγω επιτοκίων υπερημερίας υπερέβαινε το συμβατικό κατά είκοσι ποσοστιαίες μονάδες και πλέον, το Juzgado de Primera Instancia n o 2 de Sabadell κήρυξε αυτεπαγγέλτως τη ρήτρα περί επιτοκίου υπερημερίας αυτοδικαίως άκυρη λόγω του καταχρηστικού της χαρακτήρα, παραθέτοντας την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου στον τομέα αυτό. Επιπλέον, το δικαστήριο αυτό καθόρισε το επιτόκιο υπερημερίας στο 19 %, παραπέμποντας στο νόμιμο επιτόκιο και στο επιτόκιο υπερημερίας που περιλαμβάνονταν στους νόμους για την κύρωση των γενικών κρατικών προϋπολογισμών των ετών 1990 μέχρι 2008, ενώ επέβαλε στην Banesto την υποχρέωση να προβεί σε νέο υπολογισμό του ποσού των τόκων για την κρίσιμη περίοδο την οποία αφορούσε η υποβληθείσα στην κρίση του διαφορά. 31 Η Banesto άσκησε έφεση κατά της διατάξεως του πρωτόδικου δικαστηρίου ενώπιον του Audiencia Provincial de Barcelona υποστηρίζοντας, κατ ουσίαν, ότι το Juzgado de Primera Instancia n o 2 de Sabadell δεν μπορούσε, κατά το συγκεκριμένο στάδιο της διαδικασίας, ούτε να διαπιστώσει αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα της συμβατικής ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας, κρίνοντάς την καταχρηστική, ούτε να προβεί στη μεταρρύθμισή της. 32 Με την αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, το Audiencia Provincial de Barcelona διαπίστωσε, πρώτον, ότι η ισπανική νομοθεσία περί προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών και των χρηστών δεν παρέχει την εξουσία στον δικαστή που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής να κηρύσσει, αυτεπαγγέλτως και κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας, την ακυρότητα των καταχρηστικών ρητρών, και κατέληξε ότι η εξέταση της νομιμότητας των εν λόγω ρητρών εμπίπτει στη διαδικασία του κοινού δικαίου, η οποία κινείται μόνο με την άσκηση ανακοπής από τον οφειλέτη. 33 Όσον αφορά, δεύτερον, το δίκαιο της Ένωσης, το Audiencia Provincial de Barcelona επισήμανε ότι είναι αληθές ότι η νομολογία του Δικαστηρίου έχει ερμηνεύσει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 υπό την έννοια ότι τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας και να την αφήνουν ενδεχομένως ανεφάρμοστη, έστω και αν τα συμβαλλόμενα μέρη της οικείας σύμβασης δεν έχουν υποβάλει σχετικό αίτημα. 34 Εντούτοις, κατά το αιτούν δικαστήριο, ο κανονισμός 1896/2006, που διέπει ακριβώς τη διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν καθιερώνει διαδικασία αυτεπάγγελτου ελέγχου των καταχρηστικών ρητρών κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας, αλλά αρκείται στην απαρίθμηση σειράς προϋποθέσεων και πληροφοριών που πρέπει να παρασχεθούν στους καταναλωτές. ECLI:EU:C:2012:349 9
10 35 Ομοίως, ούτε η οδηγία 2008/48, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης, ούτε η οδηγία 2009/22, για τις αγωγές παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών, προβλέπουν διαδικαστικούς μηχανισμούς που να επιβάλλουν στα εθνικά δικαστήρια την υποχρέωση να διαπιστώνουν αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα ρήτρας όπως αυτή που περιλαμβάνεται στην επίδικη σύμβαση. 36 Τέλος, ακόμα και αν κριθεί «αθέμιτη», κατά την έννοια της οδηγίας 2005/29, η πρακτική που συνίσταται στην εισαγωγή ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας στο κείμενο συμβάσεως μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, ο νόμος 29/2009, της 30ής Δεκεμβρίου 2009, για την τροποποίηση του νομικού καθεστώτος που διέπει τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τη διαφήμιση με σκοπό τη βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών και των χρηστών (Ley 29/2009 por la que se modifica el régimen legal de la competencia desleal y de la publicidad para la mejora de la protección de los consumidores y usuarios) (BOE αριθ. 315, της 31ης Δεκεμβρίου 2009, σ ) δεν μετέφερε στο ισπανικό δίκαιο το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, οπότε, εν πάση περιπτώσει, τα εθνικά δικαστήρια δεν έχουν εξουσία να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως τον αθέμιτο χαρακτήρα της εν λόγω πρακτικής. 37 Υπό αυτές τις περιστάσεις, το Audiencia Provincial de Barcelona, διατηρώντας αμφιβολίες ως προς την ορθή ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως με τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «1) Αντιβαίνει προς το κοινοτικό δίκαιο, και ειδικότερα προς το δίκαιο προστασίας των καταναλωτών και των χρηστών, το γεγονός ότι εθνικό δικαστήριο αποφεύγει να αποφανθεί αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, επί της νομιμότητας ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας (εν προκειμένω ύψους 29 %) περιλαμβανόμενης σε σύμβαση καταναλωτικού δανείου ή επί της δυνατότητας προσαρμογής της ρήτρας αυτής; Έχει το δικαστήριο την εξουσία να επιλέξει, χωρίς να μεταβάλει το περιεχόμενο των δικαιωμάτων που αναγνωρίζει στον καταναλωτή η κοινοτική νομοθεσία, να εξαρτήσει την ενδεχόμενη εξέταση της ρήτρας αυτής από την πρωτοβουλία του οφειλέτη (ο οποίος δύναται να [ασκήσει προς τούτο τη σχετική ανακοπή]); 2) Πώς πρέπει να ερμηνευθεί το άρθρο 83 του [νομοθετικού βασιλικού διατάγματος 1/2007] [ ], ώστε να είναι σύμφωνο με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας [93/13] και το άρθρο 2 της οδηγίας [2009/22]; Προς τον σκοπό της σύμφωνης αυτής ερμηνείας, ποια είναι η έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας [93/13], το οποίο ορίζει ότι οι καταχρηστικές ρήτρες δεν δεσμεύουν τους καταναλωτές ; 3) Μπορεί να αποκλειστεί ο αυτεπάγγελτος και σε κάθε στάση της δίκης δικαστικός έλεγχος, οσάκις ο ενάγων προσδιορίζει σαφώς με το δικόγραφο της αγωγής του το επιτόκιο υπερημερίας, το ποσό της αξίωσης, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου, των τόκων, των συμβατικών κυρώσεων και εξόδων, το επιτόκιο και τη χρονική περίοδο για την οποία ζητούνται οι εν λόγω τόκοι (ή επισημαίνει ότι προστίθενται στο κεφάλαιο νόμιμοι τόκοι αυτοδικαίως σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης), την αιτία της διαφοράς, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών στα οποία θεμελιώνεται η αξίωση και οι αιτούμενοι τόκοι, και οσάκις καθίσταται σαφές αν η αγωγή αφορά νόμιμο τόκο, συμβατικό τόκο, κεφαλαιοποίηση τόκων ή επιτόκιο του δανείου, καθώς και αν το σχετικό ποσό έχει υπολογισθεί από τον ενάγοντα και κατά ποιο ποσοστό υπερβαίνει το επιτόκιο βάσεως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπως ισχύει στην περίπτωση του [ ] κανονισμού [1896/2006] για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής; 4) Στην περίπτωση μη μεταφοράς τους στο εσωτερικό δίκαιο, επιβάλλουν τα άρθρα 5, στοιχεία ιβʹ και ιγʹ, 6 και 10 της οδηγίας [2008/48] τα οποία αναφέρονται στις λεπτομέρειες/ρυθμίσεις για την προσαρμογή του [επιτοκίου υπερημερίας] την υποχρέωση στον χρηματοπιστωτικό 10 ECLI:EU:C:2012:349
11 οργανισμό να περιλαμβάνει στη σύμβαση του δανείου κατά τρόπο ειδικό και εμφανή (και όχι ως απλή αναφορά μη διακρινόμενη σαφώς από το λοιπό κείμενο), στο πλαίσιο της παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης, τα στοιχεία που αφορούν το επιτόκιο υπερημερίας που προβλέπεται σε περίπτωση καθυστέρησης των καταβολών, με σαφήνεια και σε διακεκριμένο σημείο στο έγγραφο της συμβάσεως, τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του εν λόγω επιτοκίου (χρηματοπιστωτικές δαπάνες, έξοδα για αθέτηση καταβολής), καθώς και σχετική προειδοποίηση για τις οικονομικές συνέπειες της μη καταβολής; 5) Περιλαμβάνει το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας [2008/48] την υποχρέωση ανακοινώσεως σχετικά με την πρόωρη λήξη της συμβάσεως πιστώσεως ή δανείου που συνεπάγεται την έναρξη εφαρμογής του επιτοκίου υπερημερίας; Εφαρμόζεται η αρχή της απαγορεύσεως του αδικαιολόγητου πλουτισμού του άρθρου 7 της οδηγίας [2008/48] όταν ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός δεν ζητεί μόνον την επιστροφή του αγαθού (του κεφαλαίου του δανείου) αλλά και την καταβολή τόκων υπερημερίας δυνάμει ειδικής ρυθμίσεως; 6) Ελλείψει κανόνα μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο και υπό το πρίσμα του άρθρου 11, παράγραφος 2, της οδηγίας [2005/29], μπορεί το εθνικό δικαστήριο να εξετάζει αυτεπαγγέλτως και να κρίνει αθέμιτη την πρακτική που συνίσταται στην προσθήκη ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας στο κείμενο της συμβάσεως;» Επί των προδικαστικών ερωτημάτων Επί του πρώτου ερωτήματος 38 Με το πρώτο του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν η οδηγία 93/13 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτήν κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία δεν παρέχει την εξουσία στο δικαστήριο που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας περιλαμβανόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, στην περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος δεν έχει ασκήσει ανακοπή. 39 Για να δοθεί απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, υπενθυμίζεται καταρχάς ότι το σύστημα προστασίας που θεσπίζει η οδηγία 93/13 στηρίζεται στην αντίληψη ότι ο καταναλωτής βρίσκεται σε ασθενέστερη θέση έναντι του επαγγελματία, τόσο ως προς τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης όσο και ως προς το επίπεδο της πληροφόρησης, και ως εκ τούτου είναι υποχρεωμένος να προσχωρεί στους όρους που έχει καταρτίσει εκ των προτέρων ο επαγγελματίας, χωρίς να μπορεί να ασκήσει επιρροή επί του περιεχομένου τους (αποφάσεις της 27ης Ιουνίου 2000, C-240/98 έως C-244/98, Océano Grupo Editorial και Salvat Editores, Συλλογή 2000, σ. I-4941, σκέψη 25, της 26ης Οκτωβρίου 2006, C-168/05, Mostaza Claro, Συλλογή 2006, σ. I-10421, σκέψη 25, καθώς και της 6ης Οκτωβρίου 2009, C-40/08, Asturcom Telecomunicaciones, Συλλογή 2009, σ. I-9579, σκέψη 29). 40 Ακριβώς επειδή βρίσκονται σε ασθενέστερη θέση, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να προβλέπουν ότι οι καταχρηστικές ρήτρες δεν δεσμεύουν τους καταναλωτές. Όπως προκύπτει από τη νομολογία, πρόκειται για επιτακτικού χαρακτήρα διάταξη, η οποία τείνει να αντικαταστήσει την τυπική ισορροπία που εισάγει η σύμβαση μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των συμβαλλομένων με μια ουσιαστική ισορροπία, ικανή να αποκαταστήσει τη μεταξύ τους ισότητα (βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις Mostaza Claro, σκέψη 36, Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 30 αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2010, C-137/08, VB Pénzügyi Lízing, Συλλογή 2010, σ. I-10847, σκέψη 47, και της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 28). ECLI:EU:C:2012:349 11
12 41 Προς εξασφάλιση της προστασίας που επιδιώκει η οδηγία, το Δικαστήριο έχει επίσης τονίσει επανειλημμένα ότι η κατάσταση ανισότητας μεταξύ του καταναλωτή και του επαγγελματία μπορεί να αντισταθμιστεί μόνο με θετική παρέμβαση, μη εξαρτώμενη από τους συμβαλλομένους στη σύμβαση (βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις Océano Grupo Editorial και Salvat Editores, σκέψη 27, Mostaza Claro, σκέψη 26, Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 31, καθώς και VB Pénzügyi Lízing, σκέψη 48). 42 Με γνώμονα αυτές τις αρχές, το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι ο εθνικός δικαστής οφείλει να εξετάζει αυτεπαγγέλτως τον καταχρηστικό χαρακτήρα συμβατικής ρήτρας και, πράττοντας τούτο, να αίρει την υφιστάμενη μεταξύ του καταναλωτή και του επαγγελματία ανισότητα (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Mostaza Claro, σκέψη 38 απόφαση της 4ης Ιουνίου 2009, C-243/08, Pannon GSM, Συλλογή 2009, σ. I-4713, σκέψη 31 προπαρατεθείσες αποφάσεις Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 32, καθώς και VB Pénzügyi Lízing, σκέψη 49). 43 Επομένως, ο ρόλος τον οποίο αναθέτει το δίκαιο της Ένωσης στον εθνικό δικαστή στον συγκεκριμένο τομέα δεν περιορίζεται απλώς στην ευχέρειά του να αποφαίνεται επί της ενδεχόμενης καταχρηστικής φύσεως συμβατικής ρήτρας, αλλά συμπεριλαμβάνει και την υποχρέωσή του να εξετάζει αυτεπαγγέλτως το ζήτημα αυτό, εφόσον διαθέτει νομικά και πραγματικά στοιχεία αναγκαία προς τούτο (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Pannon GSM, σκέψη 32). 44 Συναφώς, κληθέν να αποφανθεί επί αιτήσεως για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που είχε υποβάλει εθνικό δικαστήριο το οποίο είχε επιληφθεί στο πλαίσιο διαδικασίας αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας κατόπιν ανακοπής ασκηθείσας εκ μέρους καταναλωτή κατά διαταγής πληρωμής, το Δικαστήριο έκρινε ότι το εν λόγω δικαστήριο όφειλε να διατάξει αυτεπαγγέλτως τη διεξαγωγή αποδείξεων προκειμένου να εξακριβώσει αν μια ρήτρα περί απονομής αποκλειστικής κατά τόπον αρμοδιότητας περιλαμβανόμενη σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 93/13 και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, να εκτιμήσει αυτεπαγγέλτως τον ενδεχομένως καταχρηστικό χαρακτήρα της ρήτρας αυτής (προπαρατεθείσα απόφαση Pénzügyi Lízing, σκέψη 56). 45 Εντούτοις, η υπό κρίση υπόθεση διαφέρει από εκείνες επί των οποίων εκδόθηκαν οι προπαρατεθείσες αποφάσεις Pannon GSM και VB Pénzügyi Lízing, στο μέτρο που η πρώτη αφορά τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων που απόκεινται στον εθνικό δικαστή δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας 93/13, στο πλαίσιο διαδικασίας εκδόσεως διαταγής πληρωμής πριν την άσκηση ανακοπής από τον καταναλωτή. 46 Συναφώς, διαπιστώνεται ότι, ελλείψει εναρμονίσεως των εθνικών μηχανισμών είσπραξης μη αμφισβητούμενων αξιώσεων, ο τρόπος εφαρμογής των εθνικών διαδικασιών εκδόσεως διαταγής πληρωμής εμπίπτει στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών δυνάμει της αρχής της διοικητικής αυτοτέλειας των τελευταίων, υπό τον όρο ωστόσο ότι τούτο δεν συνεπάγεται δυσμενέστερη μεταχείριση από εκείνη που επιφυλάσσει η ρύθμιση που διέπει παρόμοιες καταστάσεις υπαγόμενες στο εσωτερικό δίκαιο (αρχή της ισοδυναμίας) και υπό τον όρο ότι δεν καθιστούν πρακτικά αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από το δίκαιο της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας) (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσες αποφάσεις Mostaza Claro, σκέψη 24, και Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 38). 47 Όσον αφορά την αρχή της ισοδυναμίας, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο δεν διαθέτει κανένα στοιχείο ικανό να δημιουργήσει αμφιβολία ως προς τη συμφωνία της επίμαχης στην κύρια δίκη κανονιστικής ρύθμισης με την αρχή αυτή. 48 Συγκεκριμένα, από τη δικογραφία προκύπτει ότι το ισπανικό δικονομικό σύστημα δεν παρέχει την εξουσία στον δικαστή που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής να εξετάζει αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, ούτε τον καταχρηστικό χαρακτήρα που, υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της οδηγίας 93/13, ενδέχεται να έχει ρήτρα περιλαμβανόμενη σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, στην 12 ECLI:EU:C:2012:349
13 περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος δεν έχει ασκήσει ανακοπή, αλλά ούτε και το αν μια τέτοια ρήτρα προσκρούει προς τους εθνικούς κανόνες δημόσιας τάξης, πράγμα που, ωστόσο, απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει. 49 Όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικότητας, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, κάθε περίπτωση κατά την οποία τίθεται το ζήτημα εάν μια εθνική δικονομική διάταξη καθιστά αδύνατη ή εξαιρετικώς δυσχερή την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης πρέπει να αναλύεται λαμβανομένης υπόψη της σημασίας της εν λόγω διατάξεως στο πλαίσιο της όλης διαδικασίας, καθώς και της εξέλιξης και των ιδιαιτεροτήτων της διαδικασίας αυτής (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). 50 Εν προκειμένω, από τη δικογραφία που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 812 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής εφαρμόζεται επί απαιτητών και ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, το ύψος των οποίων δεν υπερβαίνει μια καθορισμένη αξία, η οποία ανερχόταν στα ευρώ κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης. 51 Για να εξασφαλιστεί στους δανειστές ευχερέστερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη και ταχύτερη διεξαγωγή της διαδικασίας, η μοναδική υποχρέωση που επιβάλλει σε αυτούς το ίδιο αυτό άρθρο είναι να επισυνάπτουν στην αίτησή τους αποδεικτικά της οφειλής έγγραφα, χωρίς να τους υποχρεώνει να επισημαίνουν σαφώς το επιτόκιο υπερημερίας, τον ακριβή χρόνο κατά τον οποίο η απαίτηση καθίσταται απαιτητή και το σημείο αναφοράς του εν λόγω επιτοκίου σε σχέση με το νόμιμο επιτόκιο του εσωτερικού δικαίου ή με το επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 52 Επομένως, δυνάμει των άρθρων 815, παράγραφος 1, και 818, παράγραφος 1, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής περιορίζεται στην απλή εξακρίβωση της συνδρομής των προϋποθέσεων κινήσεως της διαδικασίας αυτής, υπό την έννοια ότι η διαπίστωση πλήρωσης των εν λόγω προϋποθέσεων οδηγεί υποχρεωτικά το δικαστήριο να δεχθεί την ενώπιόν του εκκρεμούσα αίτηση εκδίδοντας εκτελεστή διαταγή πληρωμής χωρίς να μπορεί να εξετάσει, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, το βάσιμο της αιτήσεως υπό το πρίσμα των πληροφοριών που διαθέτει, εκτός αν ο οφειλέτης αρνηθεί την καταβολή της οφειλής ή ασκήσει ανακοπή εντός προθεσμίας 20 ημερών από την ημερομηνία κοινοποιήσεως της διαταγής πληρωμής. Το δικόγραφο της ανακοπής υπογράφεται υποχρεωτικά από δικηγόρο στις περιπτώσεις διαφορών που υπερβαίνουν συγκεκριμένη αξία όπως ορίζει ο νόμος, και η οποία ανερχόταν στα 900 ευρώ κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης. 53 Στο πλαίσιο όμως αυτό, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ένα τέτοιο δικονομικό σύστημα, που δεν παρέχει την εξουσία στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, και μολονότι διαθέτει όλα τα προς τούτο αναγκαία νομικά και πραγματικά στοιχεία, τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας περιλαμβανόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, στην περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος δεν έχει ασκήσει ανακοπή, ενδέχεται να θίγει την αποτελεσματικότητα της προστασίας που επιδιώκει η οδηγία 93/13 (βλ., συναφώς, απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2002, C-473/00, Cofidis, Συλλογή 2002, σ. I-10875, σκέψη 35). 54 Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη του όλου πλαισίου, της εξελίξεως και των ιδιαιτεροτήτων της διαδικασίας εκδόσεως διαταγής πληρωμής, όπως αυτή περιγράφηκε με τις σκέψεις 50 έως 52 της παρούσας αποφάσεως, ο κίνδυνος να μην ασκήσουν οι ενδιαφερόμενοι καταναλωτές την απαιτούμενη ανακοπή δεν είναι αμελητέος και οφείλεται είτε στο ότι η σχετική προθεσμία που προβλέπει ο νόμος είναι εξαιρετικά σύντομη, είτε στο ότι οι εν λόγω καταναλωτές ενδέχεται να αποθαρρυνθούν να κινήσουν τη σχετική ένδικη διαδικασία λόγω των εξόδων που αυτή συνεπάγεται σε σχέση με το ποσό της αμφισβητούμενης απαίτησης, είτε στο γεγονός ότι αγνοούν ή δεν αντιλαμβάνονται την έκταση των ECLI:EU:C:2012:349 13
14 δικαιωμάτων τους, είτε ακόμα και στον περιορισμένο αριθμό των στοιχείων που περιέχει η αίτηση για την έκδοση διαταγή πληρωμής που υπέβαλαν οι επαγγελματίες και, ως εκ τούτου, στις ελλιπείς πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους οι εν λόγω καταναλωτές. 55 Επομένως, αρκεί οι επαγγελματίες να κινήσουν διαδικασία εκδόσεως διαταγής πληρωμής αντί να προσφύγουν στην τακτική διαδικασία της πολιτικής δικονομίας προκειμένου να στερήσουν από τους καταναλωτές το προνόμιο της προστασίας που επιδιώκει η οδηγία 93/13, πράγμα που έρχεται επιπλέον σε αντίθεση προς τη νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την οποία τα ειδικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ένδικης διαδικασίας η οποία διεξάγεται στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή δεν μπορούν να αποτελούν στοιχείο δυνάμενο να θίξει την έννομη προστασία της οποίας πρέπει να απολαύει ο καταναλωτής δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας 93/13 (προπαρατεθείσα απόφαση Pannon GSM, σκέψη 34). 56 Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνεται ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη ισπανική κανονιστική ρύθμιση δεν είναι σύμφωνη με την αρχή της αποτελεσματικότητας, καθόσον καθιστά αδύνατη ή εξαιρετικά δυσχερή, στο πλαίσιο διαδικασιών κινούμενων από επαγγελματίες κατά καταναλωτών, την εφαρμογή της προστασίας που απονέμει στους τελευταίους η οδηγία 93/ Κατόπιν των ανωτέρω εκτιμήσεων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στα πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι η οδηγία 93/13 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτήν κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία δεν παρέχει την εξουσία στο εθνικό δικαστήριο που έχει επιληφθεί αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας ή σε κάθε στάση της δίκης, και μολονότι διαθέτει όλα τα προς τούτο αναγκαία νομικά και πραγματικά στοιχεία, τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας περί επιτοκίου υπερημερίας περιλαμβανόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, στην περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος δεν έχει ασκήσει ανακοπή. Επί του δευτέρου ερωτήματος 58 Προκειμένου να παρασχεθεί στο αιτούν δικαστήριο χρήσιμη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης (βλ., συναφώς, απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2008, C-213/07, Μηχανική, Συλλογή 2008, σ. I-9999, σκέψεις 50 και 51), το δεύτερο ερώτημα πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά κατ ουσίαν το ζήτημα αν αντιβαίνει στα άρθρα 2 της οδηγίας 2009/22 και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η προβλεπόμενη στα άρθρο 83 του νομοθετικού διατάγματος 1/2007, η οποία παρέχει στο εθνικό δικαστήριο την εξουσία, οσάκις κηρύσσει την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιλαμβανόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, να συμπληρώνει την εν λόγω σύμβαση τροποποιώντας το περιεχόμενο της ρήτρας αυτής. 59 Συναφώς, επισημαίνεται, προκαταρκτικώς, ότι η διαφορά της κύριας δίκης διεξάγεται στο πλαίσιο διαδικασίας για την έκδοση διαταγής πληρωμής κινηθείσας από ένα εκ των συμβαλλομένων μερών και όχι στο πλαίσιο αγωγής παραλείψεως ασκηθείσας από έναν εκ των «νομιμοποιούμενων φορέων» κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας 2009/ Κατά συνέπεια, στο μέτρο που η τελευταία αυτή οδηγία δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης, δεν συντρέχει λόγος να αποφανθεί το Δικαστήριο επί της ερμηνείας του άρθρου 2 της οδηγίας αυτής. 61 Παρά ταύτα, για να δοθεί απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα που αφορά τις συνέπειες που πρέπει να αντληθούν από τον καταχρηστικό χαρακτήρα συμβατικής ρήτρας, πρέπει να ληφθεί υπόψη τόσο το γράμμα του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 όσο και οι σκοποί και η γενική οικονομία της οδηγίας αυτής (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 3ης Σεπτεμβρίου 2009, C-482/07, AHP Manufacturing, Συλλογή 2009 σ. I-7295, σκέψη 27, και της 8ης Δεκεμβρίου 2011, C-125/10, Merck Sharp & Dohme Corp., Συλλογή 2010, σ. I-12987, σκέψη 29). 14 ECLI:EU:C:2012:349
15 62 Όσον αφορά το γράμμα του εν λόγω άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13, διαπιστώνεται, αφενός, ότι η πρώτη ημιπερίοδος της διατάξεως, μολονότι αναγνωρίζει στα κράτη μέλη ορισμένο περιθώριο αυτονομίας ως προς τον καθορισμό των νομικών καθεστώτων που έχουν εφαρμογή στις καταχρηστικές ρήτρες, εντούτοις, τους επιβάλλει ρητώς την υποχρέωση να προβλέπουν ότι οι εν λόγω ρήτρες «δεν δεσμεύουν τους καταναλωτές». 63 Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο είχε ήδη την ευκαιρία να ερμηνεύσει τη διάταξη αυτή κρίνοντας ότι εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο που διαπιστώνει τον καταχρηστικό χαρακτήρα συμβατικών ρητρών να συναγάγει όλες τις εξ αυτού απορρέουσες συνέπειες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο προκειμένου να βεβαιωθεί ότι ο καταναλωτής δεν δεσμεύεται από την ανωτέρω ρήτρα (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 58 διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovosť, Συλλογή 2010, σ. I-11557, σκέψη 62, καθώς και προπαρατεθείσα απόφαση Pereničová και Perenič, σκέψη 30). Συγκεκριμένα, όπως υπομνήσθηκε με τη σκέψη 40 της παρούσας απόφασης, πρόκειται για επιτακτικού χαρακτήρα διάταξη, η οποία τείνει να αντικαταστήσει την τυπική ισορροπία που εισάγει η σύμβαση μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των συμβαλλομένων με μια ουσιαστική ισορροπία, ικανή να αποκαταστήσει τη μεταξύ τους ισότητα. 64 Αφετέρου, επισημαίνεται ότι ο νομοθέτης της Ένωσης προέβλεψε ρητώς, στη δεύτερη ημιπερίοδο του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13, καθώς και στην εικοστή πρώτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας αυτής, ότι η σύμβαση μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή «εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους, εάν μπορεί να υπάρξει και χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες». 65 Επομένως, από το γράμμα του εν λόγω άρθρου 6, παράγραφος 1, προκύπτει ότι η μόνη υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων είναι να αφήνουν ανεφάρμοστες τις καταχρηστικές ρήτρες ώστε να μην παράγουν δεσμευτικά αποτελέσματα έναντι των καταναλωτών, χωρίς ωστόσο τα δικαστήρια αυτά να έχουν την εξουσία να αναθεωρούν το περιεχόμενο των ρητρών αυτών. Συγκεκριμένα, η οικεία σύμβαση πρέπει καταρχήν να εξακολουθεί να υφίσταται, δίχως άλλη τροποποίηση πλην της προκύπτουσας από την απάλειψη των καταχρηστικών ρητρών, λαμβανομένου υπόψη ότι, κατά τους κανόνες του εσωτερικού δικαίου, η συνέχιση της σύμβασης είναι νομικώς εφικτή. 66 Η ορθότητα της ερμηνείας αυτής επιβεβαιώνεται, συν τοις άλλοις, από τον σκοπό και τη γενική οικονομία της οδηγίας 93/ Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η οδηγία 93/13 συνιστά, ως σύνολο, απαραίτητο μέτρο για την εκπλήρωση των αποστολών που ανατίθενται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, ειδικότερα, για τη βελτίωση του επιπέδου και της εν γένει ποιότητας ζωής (βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις Mostaza Claro, σκέψη 37, Pannon GSM, σκέψη 26, και Asturcom Telecomunicaciones, σκέψη 51). 68 Επομένως, δεδομένης της φύσεως και της σπουδαιότητας του δημοσίου συμφέροντος επί του οποίου στηρίζεται η προστασία που εξασφαλίζεται στους καταναλωτές, οι οποίοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους επαγγελματίες, η οδηγία 93/13 επιβάλλει στα κράτη μέλη, όπως προκύπτει από το άρθρο της 7, παράγραφος 1, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με την εικοστή τέταρτη αιτιολογική της σκέψη, την υποχρέωση να προβλέπουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα «προκειμένου να πάψει η χρησιμοποίηση των καταχρηστικών ρητρών στις συμβάσεις που συνάπτονται από έναν επαγγελματία με καταναλωτές». 69 Στο πλαίσιο αυτό, διαπιστώνεται ότι, όπως επισήμανε και η γενική εισαγγελέας με τα σημεία 86 έως 88 των προτάσεών της, αν το εθνικό δικαστήριο είχε την εξουσία να αναθεωρήσει το περιεχόμενο των καταχρηστικών ρητρών που περιλαμβάνονται σε τέτοιες συμβάσεις, η ευχέρεια αυτή θα καθιστούσε ενδεχομένως δυσχερέστερη την επίτευξη του μακροπρόθεσμου σκοπού του άρθρου 7 της οδηγίας 93/13. Συγκεκριμένα, η ευχέρεια αυτή θα συνέβαλε στην εκμηδένιση του αποτρεπτικού αποτελέσματος που ασκεί στους επαγγελματίες η πλήρης απαγόρευση εφαρμογής τέτοιων καταχρηστικών ρητρών στους καταναλωτές (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Pohotovost, ECLI:EU:C:2012:349 15
16 σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), στο μέτρο που οι επαγγελματίες θα εξακολουθούσαν να υπόκεινται στον πειρασμό να χρησιμοποιούν τέτοιες ρήτρες, γνωρίζοντας ότι, ακόμα και αν αυτές κηρύσσονταν άκυρες, η σύμβαση θα μπορούσε παρά ταύτα να συμπληρωθεί, κατά το αναγκαίο μέτρο, από το εθνικό δικαστήριο ώστε να εξασφαλιστεί το συμφέρον των εν λόγω επαγγελματιών. 70 Ως εκ τούτου, η αναγνώριση της ευχέρειας αυτής στο εθνικό δικαστήριο δεν θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει, αφ εαυτής, προστασία εξίσου αποτελεσματική με εκείνη που συνεπάγεται η μη εφαρμογή των καταχρηστικών ρητρών. Επιπλέον, η ευχέρεια αυτή δεν θα μπορούσε να στηριχθεί ούτε στο άρθρο 8 της οδηγίας 93/13, κατά το οποίο στα κράτη μέλη απόκειται να θεσπίζουν ή να διατηρούν, στον τομέα που διέπεται από την οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις σύμφωνες προς τη Συνθήκη, για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή (βλ. απόφαση της 3ης Ιουνίου 2010, C-484/08, Caja de Ahorros y Monte de Piedad de Madrid, Συλλογή 2010, σ. I-4785, σκέψεις 28 και 29, καθώς και προπαρατεθείσα απόφαση Pereničová και Perenič, σκέψη 34). 71 Κατά συνέπεια, από τις ανωτέρω εκτιμήσεις συνάγεται ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι παρέχει στον εθνικό δικαστή τη δυνατότητα, σε περίπτωση που διαπιστώσει την ύπαρξη καταχρηστικής ρήτρας σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, να αναθεωρήσει το περιεχόμενο της επίμαχης ρήτρας αντί να την αφήσει απλώς ανεφάρμοστη ως προς τον οικείο καταναλωτή. 72 Συναφώς, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξακριβώσει ποιοι είναι οι εθνικοί δικονομικοί κανόνες που έχουν εφαρμογή στην ενώπιόν του εκκρεμούσα διαφορά και να πράξει ό,τι είναι δυνατό εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του εσωτερικού δικαίου και εφαρμόζοντας τις αναγνωρισμένες από το δίκαιο αυτό μεθόδους ερμηνείας, προκειμένου να διασφαλίσει την πλήρη αποτελεσματικότητα του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 και να καταλήξει σε λύση σύμφωνη προς τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία αυτή (βλ., συναφώς, απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2012, C-282/10, Dominguez,, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). 73 Κατόπιν των προεκτεθέντων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο δεύτερο ερώτημα είναι ότι κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η προβλεπόμενη στο άρθρο 83 του νομοθετικού διατάγματος 1/2007, η οποία παρέχει στο εθνικό δικαστήριο την εξουσία, οσάκις κηρύσσει την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιλαμβανόμενης σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, να συμπληρώνει την εν λόγω σύμβαση αναθεωρώντας το περιεχόμενο της ρήτρας αυτής αντιβαίνει στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13. Επί του τρίτου, του τέταρτου, του πέμπτου και του έκτου ερωτήματος 74 Με το τρίτο, το τέταρτο, το πέμπτο και το έκτο του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ ουσίαν από το Δικαστήριο να διευκρινίσει, αφενός, την ευθύνη που υπέχουν τα εθνικά δικαστήρια, δυνάμει του κανονισμού 1896/2006 και της οδηγίας 2005/29, στην περίπτωση κατά την οποία ελέγχουν συμβατική ρήτρα περί επιτοκίου υπερημερίας όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη και, αφετέρου, τις υποχρεώσεις στις οποίες υπόκεινται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως προς την εφαρμογή επιτοκίου υπερημερίας στις συμβάσεις πίστωσης, κατά την έννοια των άρθρων 5, παράγραφος 1, στοιχεία ιβʹ και ιγʹ, 6, 7 και 10, παράγραφος 2, στοιχείο ιβʹ, της οδηγίας 2008/ Το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζουν ότι τα ερωτήματα αυτά είναι απαράδεκτα, στο μέτρο που οι κανόνες του δικαίου της Ένωσης τους οποίους αφορούν δεν έχουν εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης, με αποτέλεσμα η ερμηνεία των κανόνων αυτών να μην παρουσιάζει χρησιμότητα στο αιτούν δικαστήριο για την επίλυση της εν λόγω διαφοράς. 76 Συναφώς, υπενθυμίζεται εκ προοιμίου ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, η οποία στηρίζεται σε σαφή διάκριση των λειτουργιών των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, η διαπίστωση και η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της 16 ECLI:EU:C:2012:349
ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές
21.4.93 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθ. L 95/29 ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές
της 26ης Οκτωβρίου 2006*
MOSTAZA CLARO ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 26ης Οκτωβρίου 2006* Στην υπόθεση C-168/05, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, υποβληθείσα από το
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,
Ε.Ε. Παρ.Ι(Ι), Αρ. 4349, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ
Αρ. 4349, 27.7.2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ Προοίμιο. Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής
Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)
Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173) Ψηφίστηκε προ ολίγων ημερών από τη Βουλή ο νέος νόμος 3886/2010 σε σχέση με την
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *
ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,
Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6
Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 166 της 11.6.1998 ΟΔΗΓΙΑ 98/27/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 19ΗΣ ΜΑΪΟΥ 1998 ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΩΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 204-209 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(206)0260 Επικύρωση και προσχώρηση στο πρωτόκολλο του 200 της σύμβασης επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών με εξαίρεση τις πτυχές δικαστικής συνεργασίας
Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177
'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική
Ν. 2522/8-9-97 (ΦΕΚ-178 Α') : Δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συμβάσεως δημόσιων έργων, κρατικών προμηθειών και υπηρεσιών σύμφωνα με την οδηγία 89/665 ΕΟΚ 'Αρθρο 1 : Πεδίο
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4135, 18/7/2007
ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ --------------------- Προοίμιο. Επίσημη Εφημερίδα της. E.E L 166, 11.6.1998, σ.51: L
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *
ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 835/2002, του Χρήστου Πετράκου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 ακόμη υπογραφή, σχετικά
«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2005 (*) «Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» Στην υπόθεση C-104/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.4.2012 COM(2012) 191 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ για την αξιολόγηση της προόδου που ανέφερε η Ιταλία στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο όσον αφορά την ανάκτηση
ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017
Άρθρο 127,345 1 και 379 7,8 Ν.4412/16 όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθ. 50 Ν.4446/16, το άρθ. 54 παρ. 2 Ν.4465/17 και το αρθ. 47 παρ. 17 Ν.4472/17. ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Από 26/6/2017 Ένσταση άρθρου 127 Ν.4412/16
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.6.2018 C(2018) 3568 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 7.6.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 όσον αφορά
ΟΔΗΓΙΑ 2009/22/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
L 110/30 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1.5.2009 ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2009/22/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Απριλίου 2009 περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας
Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002
ΠολΠρωτΑθ 528/2002 Προστασία καταναλωτή. Προστασία προσωπικών δεδομένων. Τράπεζες. Συλλογική αγωγή. Ενώσεις καταναλωτών. Νομιμοποίηση. (..) Ι. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των αρ. 4 παρ. 2, 6, 12 παρ.
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 3.1.2011 COM(2010) 791 τελικό 2011/0001 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 28.11.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0824/2008, του Kroum Kroumov, βουλγαρικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 16 υπογραφές, σχετικά με
δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,
κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 13.7.2018 C(2018) 4427 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 13.7.2018 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 28.5.2014 COM(2014) 318 final 2014/0164 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τα μέτρα που μπορεί να θεσπίσει η Ένωση σε σχέση με τις
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 10.1.2012 COM(2011) 938 τελικό 2011/0465 (COD)C7-0010/12 Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *
ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του
ΔΕΕ ΥΠΟΘΕΣΗ C-421/14
ΔΕΕ ΥΠΟΘΕΣΗ C-421/14 Banco Primus SA κατά Jesús Gutiérrez García, Οδηγία 93/13/ΕΟΚ Συμβάσεις μεταξύ επαγγελματιών και καταναλωτών Καταχρηστικές ρήτρες Συμβάσεις ενυπόθηκου δανείου Δεδικασμένο Απόφαση της
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
19.6.2014 L 179/17 ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 664//2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 18ης Δεκεμβρίου 2013 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς
κατ' ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 25/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του BUNDESGERICHTSHOF προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου
Η άποψη του Δικαστηρίου
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ Η άποψη του Δικαστηρίου Επί του παραδεκτού της αιτήσεως γνωμοδοτήσεως 1 Η Ιρλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς
Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΠΙΤΡΟΠΗ. (Κείµενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (2001/193/ΕΚ)
L 69/25 ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 1ης Μαρτίου 2001 σχετικά µε τις προσυµβατικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους καταναλωτές από πιστωτές που χορηγούν στεγαστικά δάνεια [κοινοποιηθείσα
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 1.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 0586/2005, του Ιωάννη Βουτινόπουλου, ελληνικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενες παράνομες χρηματιστηριακές συναλλαγές
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2019 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Στις 29 Μαρτίου 2017 το Ηνωμένο Βασίλειο
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη
Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))
7.2.2019 A8-0261/ 001-024 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-024 κατάθεση: Επιτροπή Νομικών Θεμάτων Έκθεση Pavel Svoboda A8-0261/2018 Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων (COM(2018)0096
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 26.4.2018 C(2018) 2420 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 26.4.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 όσον
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της XXX
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, XXX [ ](2018) XXX draft ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της XXX για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1408/2013 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της
Συλλογή της Νομολογίας
Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 31ης Μαΐου 2018 * «Προδικαστική παραπομπή Αεροπορικές μεταφορές Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 Άρθρο 3, παράγραφος 1 Πεδίο εφαρμογής Έννοια της
Η νέα Οδηγία για την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές. Χριστίνα Κ. Λιβαδά Ειδική Νομική Σύμβουλος ΕΕΤ
Η νέα Οδηγία για την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές Χριστίνα Κ. Λιβαδά Ειδική Νομική Σύμβουλος ΕΕΤ 1 Πίνακας περιεχομένων Α. Ιστορικό της νέας Οδηγίας Β. Κύριες ρυθμίσεις της νέας Οδηγίας 2 Α. Ιστορικό
(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΠΑ 93/13/EOK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 5ης Απριλίου 1993
21. 4. 93 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθ. L 95/29 II (Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΠΑ 93/13/EOK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3849, 30/4/2004
ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ Για σκοπούς ολοκλήρωσης της εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο - «Οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 3 ης Οκτωβρίου
Οι Περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμοι του 1999 έως 2015
Ανεπίσημη Ενοποίηση των περί της Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2014 με τον περί της Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμος του 1999 («βασικός
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 18.7.2016 COM(2016) 460 final 2016/0218 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.6.2013 COM(2013) 452 final 2013/0220 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την προσαρμογή στο άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 210 9569815 ΦΑΞ : 210
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *
UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, 21.7.2015 Ν. 131(Ι)/2015 131(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Προοίμιο. Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με Επίσημη
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *
SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή
Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού
Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού Θεματική μονάδα 2 Διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως σε διαδικασίες οικογενειακού δικαίου περιεχόμενο
L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 20.12.2012 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1219/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2012 που αφορά τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 2/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Βελγίου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 19.12.2018 C(2018) 9122 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 19.12.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2205 της Επιτροπής,
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)
Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 10/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ουγγαρίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ Βρυξέλλες, 18 Ιανουαρίου 2019 ΑΝΑΘ.1 αντικαθιστά την ανακοίνωση προς τους ενδιαφερομένους της 21ης Νοεμβρίου 2017 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες
Ένδικα μέσα και κυρώσεις σε υποθέσεις διακρίσεων: ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα
Ένδικα μέσα και κυρώσεις σε υποθέσεις διακρίσεων: ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας κατά των Διακρίσεων Σεμινάριο για Δικαστές και Εισαγγελείς Θεσσαλονίκη, 09 Νοεμβρίου
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *
CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 31.5.2017 C(2017) 3522 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 31.5.2017 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010
EL ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 30ής Απριλίου 2010 σχετικά µε σχέδιο νόµου για την αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και την αντιµετώπιση της φοροδιαφυγής (CON/2010/36) Εισαγωγή και
Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε
Γνώμη 26/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Λουξεμβούργου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *
NUSSBAUMER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * Στην υπόθεση C-224/09, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunale
(EEL 280/29.10.1994) την απόκτηση δικαιώματος χρήσης ενός ή περισσοτέρων ακινήτων υπό καθεστώς χρονομεριστικής
5. ΟΔΗΓΙΑ 94/47/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Οκτωβρίου 1994 περί της προστασίας των αγοραστών ως προς ορισμένες πλευρές των συμβάσεων που αφορούν την απόκτηση δικαιώματος
ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0171/2012, του Klaus Träger, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με διαφορετικές προθεσμίες παραγραφής στην
ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ TOY 1999. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ TOY 1999 Προοίμιο. Επειδή η συμπερίληψη ρήτρας σε σύμβαση παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων ως προς το δικαίωμα πιστωτικών
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
28.8.2019 L 224/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/1376 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 23ης Ιουλίου 2019 σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων που αφορούν τη
για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών
Αριθ. L 42/48 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 12. 2. 87 ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Δεκεμβρίου 1986 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων
Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων. Σχέδιο κανονισμού (10896/2014 C8-0090/ /0807(CNS))
21.11.2014 A8-0028/ 001-014 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-014 κατάθεση: Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής Έκθεση Kay Swinburne Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής για επιβολή κυρώσεων A8-0028/2014 (10896/2014
ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16
+ Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :15 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4 Αρθρο 15 Διορισμός
ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013
ΣΧΕΔΙΟ Αποστολή με fax & e-mail ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ Ταχ. Δ/νση: Σταδίου 27 Ταχ. Κώδικας:101 83 ΑΘΗΝΑ Πληροφορίες:
Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων
Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων 1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει, αντικαθίσταται και προστίθενται
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 53/51
26.2.2011 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 53/51 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 188/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 25ης Φεβρουαρίου 2011 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ
Πίνακας περιεχομένων
ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ (ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ, ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ) ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Α ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΜΗΜΑ
GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177
Συλλογή της Νομολογίας
Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Σεπτεμβρίου 2014 * «Προδικαστική παραπομπή Οδηγία 93/13/ΕΟΚ Καταχρηστικές ρήτρες Σύμβαση καταναλωτικής πίστεως Άρθρο 1, παράγραφος
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 13.7.2018 C(2018) 4432 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 13.7.2018 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε
Γνώμη 25/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Κροατίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2006 (*) «Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα Οδηγία 93/83/ΕΟΚ Άρθρο 9, παράγραφος 2 Έκταση των εξουσιών μιας εταιρείας συλλογικής διαχειρίσεως
11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 4 Οκτωβρίου 2012 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2010/0197 (COD) 11917/1/12 REV 1 WTO 244 FDI 20 CODEC 1777 PARLNAT 324 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της 23.6.2015
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 23.6.2015 C(2015) 4157 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23.6.2015 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:
ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 2522 ικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συµβάσεως δηµόσιων έργων, κρατικών προµηθειών και υπηρεσιών σύµφωνα µε την οδηγία 89/665 Ε.Ο.Κ. Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Γνώμη 7/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ελλάδας. για
Γνώμη 7/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ελλάδας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.6.2018 C(2018) 3973 final ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27.6.2018 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 181/2014 όσον αφορά ορισμένες
Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004
Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004 Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ασκώντας τις
Γνώμη 8/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας. για
Γνώμη 8/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Γνώμη 1/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Αυστρίας. για
Γνώμη 1/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Αυστρίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία
Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 15.7.2010 COM(2010)381 τελικό 2010/0205 (CNS) Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 2008/9/ΕΚ για τον καθορισµό λεπτοµερών κανόνων σχετικά µε την
Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο Έννομη προστασία κατά το προσυμβατικό στάδιο των δημόσιων συμβάσεων Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Σχολής Α.Π.Θ. Άδειες
ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 12ης Μαρτίου 2013. σχετικά με την ανακεφαλαιοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων (CON/2013/17)
EL ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 12ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την ανακεφαλαιοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων (CON/2013/17) Εισαγωγή και νομική βάση Στις 4 Μαρτίου 2013 η Ευρωπαϊκή
Συνεδρίαση 21/
Συνεδρίαση 21/4.11.2011 Θέμα 2: Κανονισμός ειδικής εκκαθάρισης πιστωτικών ιδρυμάτων Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, αφού έλαβε υπόψη: α) το άρθρο 55Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος,
Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 6.8.2018 COM(2018) 574 final 2018/0303 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
3.2.2015 L 27/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/159 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Ιανουαρίου 2015 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής
14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης
14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης Υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο
ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 19.12.2018 C(2018) 9118 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 19.12.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/2251 που συμπληρώνει
διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ
κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad