ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 *

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 *"

Transcript

1 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 * Στην υπόθεση C-50/00 Ρ, Unión de Pequeños Agricultores, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον J. Ledesma Bartret και J. Jiménez Laiglesia y de Oñate, Abogados, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, αναιρεσείουσα, που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως που ασκήθηκε κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 23 Νοεμβρίου 1999 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τρίτο τμήμα) στην υπόθεση Τ-173/98, Unión de Pequeños Agricultores κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1999, σ. ΙΙ-3357), και με την οποία ζητείται η εξαφάνιση της διατάξεως αυτής, * Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική. Ι

2 όπου ο έτερος διάδικος είναι ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εκπροσωπούμενο από τον Ι. Díez Parra, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, καθού πρωτοδίκως, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους J. Guerra Fernández και Μ. Κοντού-Durande, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, παρεμβαίνουσα, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους G. C. Rodríguez Iglesias, Πρόεδρο, Ρ. Jann, F. Macken, Ν. Colneric, S. von Bahr, προέδρους τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), D. Α. O. Edward, A. La Pergola, J.-P. Puissochet, M. Wathelet, R. Schintgen, Β. Σκουρή και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, προϊσταμένη τμήματος, Ι

3 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 6ης Νοεμβρίου 2001, κατά την οποία η Unión de Pequeños Agricultores εκπροσωπήθηκε από τον J. Jiménez Laiglesia y de Oñate, το Συμβούλιο από τον I. Diez Parra και η Επιτροπή από τον J. Guerra Fernández και τη Μ. Κοντού-Durande αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 21ης Μαρτίου 2002, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 16 Φεβρουαρίου 2000, η Unión de Pequeños Agricultores άσκησε, δυνάμει του άρθρου 49 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, αναίρεση κατά της διατάξεως του Πρωτοδικείου της 23ης Νοεμβρίου 1999, Τ-173/98, Unión de Pequeños Agricultores κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1999, σ. ΙΙ-3357, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη), με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσείουσας με την οποία ζητούσε τη μερική ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 1638/98 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για την τροποποίηση του κανονισμού 136/66/ΕΟΚ περί δημιουργίας κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των λιπαρών ουσιών (ΕΕ L 210, σ. 32, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός). Ι

4 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ Το νομικό πλαίσιο 2 Στις 22 Σεπτεμβρίου 1966, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό 136/66/ΕΟΚ, περί δημιουργίας κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των λιπαρών ουσιών (ΕΕ ειδ. έκδ. 03/002, σ. 33). Ο κανονισμός αυτός δημιούργησε, μεταξύ άλλων, κοινή οργάνωση των αγορών ελαιολάδου που στηρίζεται σε σύστημα εγγυημένων τιμών συνοδευομενων από ενισχύσεις στην παραγωγή. Οι μηχανισμοί τους οποίους δημιούργησε ο κανονισμός 136/66 υπέστησαν, στη συνέχεια, διάφορες τροποποιήσεις. Η τροποποιηθείσα κατά τον τρόπο αυτόν κοινή οργάνωση της αγοράς ελαιολάδου προέβλεπε συστήματα τιμών παρεμβάσεως, ενισχύσεων στην παραγωγή, ενισχύσεων στην κατανάλωση, αποθηκεύσεως καθώς και εισαγωγών και εξαγωγών. 3 Στις 20 Ιουλίου 1998 το Συμβούλιο εξέδωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό που μεταρρύθμισε, μεταξύ άλλων, την κοινή οργάνωση αγοράς ελαιολάδου. Συναφώς, το προηγούμενο καθεστώς παρεμβάσεως καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από ένα καθεστώς ενισχύσεως των συμβάσεων ιδιωτικής αποθεματοποιήσεως. Καταργήθηκε η ενίσχυση στην κατανάλωση καθώς και η ειδική ενίσχυση στους μικρούς παραγωγούς. Ο μηχανισμός σταθεροποιήσεως της ενισχύσεως στην παραγωγή που στηριζόταν σε μια μέγιστη εγγυημένη ποσότητα για όλη την Κοινότητα τροποποιήθηκε με την πρόβλεψη κατανομής της εν λόγω μέγιστης εγγυημένης ποσότητας μεταξύ των κρατών μελών παραγωγών υπό τη μορφή εγγυημένων εθνικών ποσοτήτων. Τέλος, τα ελαιόδενδρα που φυτεύονται μετά την 1η Μαΐου 1998 αποκλείονται, πλην εξαιρέσεων, από οποιοδήποτε καθεστώς μελλοντικής ενισχύσεως. Η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου και η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη 4 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 20 Οκτωβρίου 1998, η Unión de Pequeños Agricultores, μια επαγγελματική ένωση η οποία εκπροσωπεί και προασπίζεται τα συμφέροντα των μικρών ισπανικών γεωργικών επιχει- Ι

5 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ρήσεων και η οποία έχει νομική προσωπικότητα βάσει του ισπανικού δικαίου, άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ), προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού, πλην του καθεστώτος ενισχύσεων για τις επιτραπέζιες ελιές. 5 Με χωριστό δικόγραφο, που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 23 Δεκεμβρίου 1998, το Συμβούλιο προέβαλε, δυνάμει του άρθρου 114, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ένσταση απαραδέκτου. 6 Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, το Πρωτοδικείο δέχθηκε την ένσταση απαραδέκτου και απέρριψε την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη. 7 Κατ' αρχάς, το Πρωτοδικείο, αφού υπενθύμισε στη σκέψη 34 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως ότι, κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης παρέχει στους ιδιώτες το δικαίωμα να προσβάλουν κάθε απόφαση η οποία, αν και εκδόθηκε υπό τη μορφή κανονισμού, τους αφορά άμεσα και ατομικά και ότι το κριτήριο της διακρίσεως μεταξύ κανονισμού και αποφάσεως έγκειται στη γενική ή μη γενική ισχύ της οικείας πράξεως, κατέληξε, στη σκέψη 44 της ανωτέρω διατάξεως, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός έχει, εκ της φύσεως του και του περιεχομένου του, κανονιστικό χαρακτήρα και δεν συνιστά απόφαση κατά την έννοια του άρθρου 189 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 249 ΕΚ). 8 Ακολούθως, αφού υπενθύμισε στη σκέψη 45 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως ότι, υπό ορισμένες περιστάσεις, έστω και μία κανονιστική πράξη που έχει εφαρμογή επί του συνόλου των ενδιαφερομένων επιχειρηματιών είναι δυνατόν να αφορά ατομι- Ι-6723

6 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ κώς ορισμένους εξ αυτών και ότι, ως εκ τούτου, μια κοινοτική πράξη είναι δυνατόν να έχει ταυτόχρονα κανονιστικό χαρακτήρα και, έναντι ορισμένων ενδιαφερομένων επιχειρηματιών, τον χαρακτήρα αποφάσεως, το Πρωτοδικείο τόνισε: στη σκέψη 46 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ότι, «[π]ρος τούτο, ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο πρέπει πάντως να μπορεί να αποδείξει ότι η επίμαχη πράξη το θίγει λόγω ορισμένων ιδιοτήτων που του προσιδιάζουν ή μιας πραγματικής καταστάσεως που το εξατομικεύει σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο [...]» και, στη σκέψη 47 της ιδίας διατάξεως, ότι, επιπλέον, είναι δυνατόν να είναι συναφώς παραδεκτές οι προσφυγές που ασκούν οι ενώσεις, τουλάχιστον όταν μια νομοθετική διάταξη αναγνωρίζει ρητώς στις επαγγελματικές ενώσεις ορισμένες δυνατότητες διαδικαστικού χαρακτήρα, όταν η ένωση εκπροσωπεί τα συμφέροντα επιχειρήσεων οι οποίες νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή και όταν η ένωση εξατομικεύεται λόγω του ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει τα ίδια τα συμφέροντα της ως ενώσεως και συγκεκριμένα διότι η πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση θίγει τη θέση της ως διαπραγματεύτριας. 9 Ωστόσο, το Πρωτοδικείο έκρινε στη σκέψη 48 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί εν προκειμένω να επικαλεστεί καμία από τις τρεις αυτές περιπτώσεις για να στηρίξει το παραδεκτό της προσφυγής της. 10 Συναφώς, το Πρωτοδικείο τόνισε, μεταξύ άλλων, στη σκέψη 50 της αναιρεσφαλλομένης διατάξεως ότι «η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι τα μέλη της θίγονται από τον προσβαλλόμενο κανονισμό λόγω ορισμένων ιδιαιτέρων ιδιοτήτων ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο. Αρκεί συναφώς να υπομνησθεί ότι το γεγονός ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός έθιξε, Ι

7 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ κατά τσν χρόνο εκδόσεως του, τα μέλη της προσφεύγουσας που ασκούσαν τότε δραστηριότητες στις αγορές ελαιολάδου, προκαλώντας ενδεχομένως την παύση ασκήσεως της δραστηριότητας ορισμένων από αυτά, δεν μπορεί να τα χαρακτηρίσει σε σχέση με κάθε άλλο κοινοτικό επιχειρηματία, εφόσον αυτά βρίσκονται σε κατάσταση αντικειμενικώς καθοριζόμενη, παρόμοια με εκείνη οποιουδήποτε άλλου επιχειρηματία που θα μπορούσε σήμερα ή στο μέλλον να εισέλθει στις αγορές αυτές [...]. Ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά τα μέλη της προσφεύγουσας μόνο λόγω της αντικειμενικής τους ιδιότητας ως επιχειρηματιών που δρουν στις αγορές αυτές, ακριβώς όπως όλους τους άλλους επιχειρηματίες που δρουν στις αγορές αυτές.» 11 Το Πρωτοδικείο τόνισε περαιτέρω στις σκέψεις 53 έως 55 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί να ισχυριστεί ούτε ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός θίγει ορισμένα από τα ειδικά συμφέροντα της προκειμένου να στηρίξει το παραδεκτό της προσφυγής της και κατέληξε, στη σκέψη 58 της ανωτέρω διατάξεως, ότι η προσφεύγουσα δεν εξατομικεύεται με βάση κάποιο από τα κριτήρια που έχει δεχθεί η νομολογία σχετικά με το παραδεκτό προσφυγής ακυρώσεως που ασκείται από ένωση. 12 Τέλος, το Πρωτοδικείο εξέτασε το τελευταίο επιχείρημα το οποίο προέβαλε η προσφεύγουσα προκειμένου να αποδείξει ότι οι διατάξεις του προσβαλλόμενου κανονισμού την αφορούν ατομικά, ήτοι τον κίνδυνο να μην τύχει αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. Συναφώς, το Πρωτοδικείο έκρινε τα εξής: «61 Όσον αφορά το επιχείρημα που αντλείται από την έλλειψη αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, τούτο συνίσταται στην καταγγελία της ελλείψεως εσωτερικών ενδίκων βοηθημάτων που παρέχουν, ενδεχομένως, τη δυνατότητα ελέγχου του κύρους του προσβαλλόμενου κανονισμού με την προδικαστική παραπομπή που στηρίζεται στο άρθρο 177 της Συνθήκης [ΕΚ, νυν άρθρο 234 ΕΚ]. 62 Συναφώς, πρέπει να τονιστεί ότι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όλων των υποκειμένων δικαίου όσον αφορά τις προϋποθέσεις προσβάσεως στον κοινοτικό Ι-6725

8 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ δικαστή μέσω προσφυγής ακυρώσεως απαιτεί να μην εξαρτώνται οι προϋποθέσεις αυτές από τις περιστάσεις που αντιστοιχούν στο σύστημα δικαιοδοτικού ελέγχου εκάστου κράτους μέλους. Επιβάλλεται άλλωστε να υπογραμμιστεί, ως προς το ζήτημα αυτό, ότι, κατ' εφαρμογήν της αρχής της ειλικρινούς συνεργασίας που καθιερώνει το άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 10 ΕΚ), τα κράτη μέλη οφείλουν να συμβάλλουν στην πληρότητα του συστήματος ενδίκων μέσων και διαδικασιών το οποίο έχει καθιερώσει η Συνθήκη ΕΚ με σκοπό να ανατεθεί στον κοινοτικό δικαστή ο έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων (βλ., συναφώς, την απόφαση [της 23ης Απριλίου 1986,294/83], Les Verts κατά Κοινοβουλίου, [Συλλογή 1986, σ. 1339], σκέψη 23). 63 Πάντως, τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την εκ μέρους του Πρωτοδικείου απομάκρυνση από το σύστημα των ενδίκων βοηθημάτων που καθιερώνει το άρθρο 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, όπως έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία, και την υπέρβαση των ορίων της αρμοδιότητας του τα οποία θέτει η διάταξη αυτή. 64 Επιπλέον, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να αντλήσει κανένα επιχείρημα από τη μακρά ενδεχομένως διάρκεια της διαδικασίας του άρθρου 177 της Συνθήκης. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί, πράγματι, να δικαιολογήσει τροποποίηση του συστήματος των ενδίκων μέσων και των διαδικασιών που έχει καθιερωθεί από τα άρθρα 173,177 και 178 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 235 ΕΚ) με σκοπό να ανατεθεί στο Δικαστήριο ο έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων. Σε καμία περίπτωση το επιχείρημα αυτό δεν παρέχει τη δυνατότητα να κηρυχθεί παραδεκτή προσφυγή ακυρώσεως ασκηθείσα από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης (διάταξη του Δικαστηρίου της 24ης Απριλίου 1996, C-87/95 Ρ, CNPAAP κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1996, σ. Ι-2003, σκέψη 38).» 13 Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων, το Πρωτοδικείο διαπίστωσε, στη σκέψη 65 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ότι δεν ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά ατομικά την προσφεύγουσα και ότι, εφόσον δεν πληροί κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού που θέτει το άρθρο 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, παρείλκε η εξέταση του αν ο εν λόγω κανονισμός την αφορά άμεσα. Ι

9 Η αίτηση αναιρέσεως UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ 14 Με την αίτηση της αναιρέσεως, η αναιρεσείσουσα ζητεί από το Δικαστήριο: να ακυρώσει την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, να κηρύξει παραδεκτή την προσφυγή της και να αναπέμψει την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του Πρωτοδικείου. 15 Το Συμβούλιο ζητεί από το Δικαστήριο: να κηρύξει την αίτηση αναιρέσεως προδήλως απαράδεκτη ή, επικουρικώς, προδήλως αβάσιμη, να καταδικάσει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα. 16 Με διάταξη του προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, επετράπη στην Επιτροπή να παρέμβει προς στήριξη των αιτημάτων του Συμβουλίου. Ι

10 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ 17 Προς στήριξη της αιτήσεως της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τέσσερις λόγους αναιρέσεως. 18 Πρώτον, υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο, στη σκέψη 61 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ερμήνευσε εσφαλμένα το επιχείρημα της σχετικά με τη μη παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας σε περίπτωση που κηρυχθεί απαράδεκτη η προσφυγή της. Συγκεκριμένα, η αναιρεσείουσα δεν στήριξε το επιχείρημα αυτό απλώς στην ανυπαρξία ένδικων βοηθημάτων στην εσωτερική έννομη τάξη, αλλά στο γεγονός ότι με την κήρυξη της προσφυγής της ως απαράδεκτης δεν τηρήθηκε η προϋπόθεση της αποτελεσματικότητας που συνδέεται με το θεμελιώδες δικαίωμα που επικαλείται. Δεύτερον, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το σκεπτικό της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως είναι ελλιπές, διότι δεν απαντά στα επιχειρήματα που αντλούνται από τα πραγματικά περιστατικά ούτε στους νομικούς ισχυρισμούς που προβάλλει με το δικόγραφο της και με τις παρατηρήσεις της επί της ενστάσεως απαραδέκτου, αλλά περιορίζεται, με τη σκέψη 63 της ιδίας διατάξεως, στο να λάβει υπόψη του ένα μόνον από αυτά το οποίο, κατά τα λοιπά, αποδίδει ανακριβώς. Τρίτον, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η σκέψη 62 της εν λόγω διατάξεως είναι αντιφατική. Συναφώς, η αναιρεσείουσα προβάλλει το επιχείρημα ότι, μολονότι η αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας επιβάλλει την πρόβλεψη από την εσωτερική έννομη τάξη ένδικων βοηθημάτων τα οποία θα παρέχουν τη δυνατότητα, όταν παρίσταται ανάγκη, να υποβάλλεται προδικαστικό ερώτημα σχετικά με το κύρος μιας κοινοτικής πράξεως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο σεβασμός του δικαιώματος ενός ιδιώτη για την παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας αποτελεί συνάρτηση των ιδιαιτέρων συνθηκών του δικαιοδοτικού συστήματος εκάστου κράτους μέλους.τέταρτον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, παραλείποντας να εξετάσει εν προκειμένω το αν η κήρυξη της προσφυγής της ως απαράδεκτης καταλήγει ενδεχομένως, λαμβανομένων υπόψη όλων των πραγματικών και νομικών δεδομένων, στην προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος για παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, προσέβαλε ένα θεμελιώδες δικαίωμα που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της κοινοτικής έννομης τάξεως. Επί του παραδεκτού της αιτήσεως αναιρέσεως 19 Τόσο το Συμβούλιο όσο και η Επιτροπή προβάλλουν την ένσταση προδήλου απαραδέκτου της αιτήσεως αναιρέσεως λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος της αναιρεσείουσας. Συγκεκριμένα, όλη η επιχειρηματολογία του Πρωτοδικείου σχετικά με την αποτελεσματική δικαστική προστασία συνιστά ένα obiter dictum, δεδομένου ότι η πραγματική αιτιολογία για την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η προσφυγή Ι

11 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ έγκειται, όπως προκύπτει από τη σκέψη 65 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, στο γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δεν πληροί κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού που προβλέπει το άρθρο 73, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης. Κατά συνέπεια, έστω και αν το εσωτερικό δίκαιο δεν προβλέπει τη δυνατότητα ασκήσεως ενδίκου βοηθήματος, ο κοινοτικός δικαστής θα πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζει την εν λόγω διάταξη της Συνθήκης ελέγχοντας αν οι προϋποθέσεις του παραδεκτού τις οποίες προβλέπει πληρούνται ή όχι. 20 Κατά συνέπεια, για να ευδοκιμήσει η προσφυγή της, η αναιρεσείουσα θα έπρεπε να στηρίξει την αναίρεση της στην παράβαση του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης από την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη και, πιο συγκεκριμένα, να αποδείξει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός την αφορά ατομικά, και όχι στην ενδεχόμενη παράλειψη παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η οποία, στο παρόν στάδιο εξελίξεως της κοινοτικής έννομης τάξεως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να στηρίξει το παραδεκτό της προσφυγής. 21 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του προσφεύγοντος για την άσκηση αναιρέσεως προϋποθέτει ότι η αναίρεση μπορεί, με το αποτέλεσμα που θα επιτύχει, να ωφελήσει τον διάδικο που την άσκησε (απόφαση της 13ης Ιουλίου 2000, C-174/99 Ρ, Κοινοβούλιο κατά Richard, Συλλογή 2000, σ. Ι-6189, σκέψη 33). 22 Εν προκειμένω, η αναιρεσβαλλόμενη διάταξη απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή της αναιρεσείουσας ενώπιον του Πρωτοδικείου. 23 Κατά συνέπεια, είναι πιθανόν ότι, εάν ευδοκιμούσε η αίτηση της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα θα αντλούσε κάποιο όφελος δεδομένου ότι η προσφυγή της θα μπορούσε να εξεταστεί επί της ουσίας. Το αν το προβαλλόμενο δικαίωμα για παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας είναι δυνατόν, υπό ορισμένες περιστάσεις, να καταστήσει παραδεκτή την προσφυγή περί ακυρώσεως κανονισμού, την οποία ασκεί ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, αφορά την ουσία της αιτήσεως αναιρέσεως και δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να προδικάσει την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος της αναιρεσείουσας. Ι

12 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ 24 Υπό τις συνθήκες αυτές, η αίτηση αναιρέσεως είναι παραδεκτή. Επί του βασίμον της αιτήσεως αναιρέσεως Τα επιχειρήματα των μερών 25 Με τους τέσσερις λόγους αναιρέσεως, οι οποίοι θα πρέπει να εξετασθούν από κοινού, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει κατ' ουσίαν ότι η απόρριψη της προσφυγής της ως απαράδεκτης, στον βαθμό που στηρίζεται στη συλλογιστική που αναπτύσσεται στις σκέψεις 61 έως 64 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, προσβάλλει το δικαίωμά της προς παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας για την προάσπιση των δικών της συμφερόντων και των συμφερόντων των μελών της. 26 Κατά την αναιρεσείουσα, οι επίμαχες διατάξεις του προσβαλλόμενου κανονισμού, που αφορούν την κατάργηση του καθεστώτος παρεμβάσεως, της ενισχύσεως στην κατανάλωση καθώς και της ενισχύσεως στους μικρούς παραγωγούς, δεν προϋποθέτουν για την εφαρμογή τους καμία εθνική ρύθμιση εφαρμογής και δεν απαιτούν από τις ισπανικές αρχές να προβούν σε ορισμένες πράξεις. Κατά συνέπεια, η αναιρεσείουσα δεν είχε τη δυνατότητα, στο πλαίσιο του ισπανικού νομικού συστήματος, να ζητήσει την ακύρωση μιας εθνικής πράξεως σχετιζόμενης με τις εν λόγω διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε η δυνατότητα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος για την εκτίμηση του κύρους των διατάξεων αυτών. Επιπλέον, η αναιρεσείουσα ή τα μέλη της δεν είχαν ούτε καν τη δυνατότητα να παραβιάσουν τις διατάξεις αυτές προκειμένου να αμφισβητήσουν στη συνέχεια τη νομιμότητα της κυρώσεως που, ενδεχομένως, τους επιβαλλόταν. 27 Παραλείποντας να εξετάσει αν το γεγονός της απορρίψεως ως απαράδεκτης της προσφυγής με την οποία ζητήθηκε η μερική ακύρωση του του προσβαλλόμενου κανονισμού έχει ως αποτέλεσμα, υπό τις προκείμενες περιστάσεις, τη μείωση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος της αναιρεσείουσας για παροχή δικαστικής προστασίας, η αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη προσέβαλε ένα θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της κοινοτικής έννομης τάξεως. Ι

13 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ 28 Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το δικαίωμα παροχής αποτελεσματικής ένδικης προστασίας συνεπάγεται την ειδική εξέταση των προκειμένων ειδικών περιστάσεων. Δεν είναι δυνατόν ένα δικαίωμα να είναι πραγματικά αποτελεσματικό χωρίς τη συγκεκριμένη εξέταση του αποτελεσματικού χαρακτήρα του. Στην πραγματικότητα, η εξέταση αυτή συνεπάγεται κατ' ανάγκην την εξέταση του αν υφίσταται, εν προκειμένω, μια άλλη δικαστική οδός. Συναφώς, η αναιρεσείουσα παραπέμπει στις σκέψεις 32 και 33 της αποφάσεως της 2ας Απριλίου 1998, C-321/95 Ρ, Greenpeace Council κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 1998, σ. Ι-1651), η οποία, κατά την άποψη της, επιβεβαιώνει ότι, εάν δεν υπάρχει κάποιο ένδικο βοήθημα στην εσωτερική έννομη τάξη, πρέπει να κρίνεται παραδεκτή η προσφυγή ακυρώσεως που ασκείται δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης. 29 Το Συμβούλιο και η Επιτροπή υποστηρίζουν κατ' ουσίαν ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι, εν πάση περιπτώσει, προδήλως αβάσιμη δεδομένου ότι το άρθρο 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης δεν προβλέπει ότι, εάν η προσφεύγουσα δεν έχει τη δυνατότητα να ασκήσει ένδικο βοήθημα προβλεπόμενο από το εσωτερικό δίκαιο, τούτο αποτελεί κριτήριο ή περίσταση δυνάμενη να στηρίξει το παραδεκτό ευθείας προσφυγής ακυρώσεως που ασκείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατά κοινοτικής πράξεως κανονιστικού χαρακτήρα. Το μόνο κρίσιμο κριτήριο είναι να αφορά η προσβαλλόμενη πράξη το πρόσωπο αυτό άμεσα και ατομικά. Η αίτηση αναιρέσεως όμως δεν εξετάζει το ζήτημα αν ο κανονισμός αφορά άμεσα και ατομικά την αναιρεσείουσα και επικαλείται μόνον την ανάλυση που αφιέρωσε το Πρωτοδικείο στα επιχειρήματα που προβλήθηκαν σχετικά με την παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. 30 Το Συμβούλιο και η Επιτροπή υπενθυμίζουν περαιτέρω ότι η Συνθήκη προέβλεψε ένα πλήρες σύστημα ένδικων βοηθημάτων με σκοπό να ανατεθεί στο Δικαστήριο ο έλεγχος της νομιμότητας ή του κύρους των πράξεων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και, μεταξύ άλλων, των πράξεων κανονιστικού χαρακτήρα. Βέβαια, κατά την Επιτροπή, ένα κράτος μέλος το οποίο θα καθιστούσε εξαιρετικά δυσχερή, ή ακόμη και αδύνατη, την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος θα προσέβαλλε το θεμελιώδες δικαίωμα για παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και θα παρέβαινε έτσι το καθήκον ειλικρινούς συνεργασίας το οποίο προβλέπει το άρθρο 5 της Συνθήκης. Εντούτοις, και στην περίπτωση αυτή, δεν θα ήταν δυνατό να τεθεί τέλος σε μια τέτοια παράβαση αλλοιώνοντας το νόημα του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, αλλά κινώντας τη διαδικασίας λόγω παραβάσεως κατά του εν λόγω κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 226 ΕΚ. Ι

14 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ 31 Η Επιτροπή προβάλλει, επιπλέον, ότι δεν αντιλαμβάνεται πώς είναι δυνατόν η αναιρεσείουσα να υποστηρίζει ότι το ισπανικό δίκαιο δεν παρέχει κανένα ένδικο βοήθημα κατά του προσβαλλόμένου κανονισμού. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο κανονισμός αυτός είναι μια δεσμευτική πράξη που παράγει απευθείας δικαιώματα και υποχρεώσεις για τους διοικούμενους και ότι, ως εκ τούτου, κάθε παράβαση των διατάξεων της είναι δυνατό να προβληθεί ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Στο ισπανικό δίκαιο, όπως ενδεχομένως και στις άλλες έννομες τάξεις των κρατών μελών, η διοίκηση υποχρεούται να λάβει απόφαση κατόπιν υποβολής αιτήσεως από τους ενδιαφερομένους. Εάν, μετά ορισμένο χρονικό διάστημα, οι αρμόδιες αρχές δεν απαντήσουν στις εν λόγω αιτήσεις, η παράλειψη αυτή ισοδυναμεί με αρνητική απάντηση ή, αντιθέτως, με θετική απάντηση σε ορισμένες περιπτώσεις, γεγονός που παρέχει τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, εφόσον ο αιτών δεν ικανοποιηθεί από την απάντηση που δόθηκε στην αίτηση του. Άπαξ ασκηθεί το ένδικο βοήθημα, ουδέν εμποδίζει τον εν λόγω ιδιώτη να επικαλεστεί όλους τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου και να ζητήσει, αν παρίσταται ανάγκη, την υποβολή προδικαστικού ερωτήματος σχετικά με την ερμηνεία ή το κύρος της προσβαλλομένης πράξεως βάσει του άρθρου 234 ΕΚ. Εκτίμηση του Δικαστηρίου 32 Ευθύς εξαρχής πρέπει να τονιστεί ότι η αναιρεσείουσα δεν αμφισβήτησε τη διαπίστωση του Πρωτοδικείου, στη σκέψη 55 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός έχει κανονιστικό χαρακτήρα. Δεν αμφισβήτησε ούτε τη διαπίστωση, στη σκέψη 56 της εν λόγω διατάξεως, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν έθιγε να ίδια τα συμφέροντα της αναιρεσείουσας ούτε τη διαπίστωση, στη σκέψη 50 της ανωτέρω διατάξεως, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν θίγει τα μέλη της λόγω ορισμένων ιδιαιτέρων ιδιοτήτων τους ή λόγω μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. 33 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξεταστεί αν η αναιρεσείουσα, ως εκπρόσωπος των συμφερόντων των μελών της, μπορεί εντούτοις να ασκήσει παραδεκτώς, τηρουμένου του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, προσφυγή περί ακυρώσεως του προσβαλλόμένου κανονισμού για τον λόγο και μόνον ότι αυτό απαιτείτο δικαίωμα προς παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, λαμβανομένης υπόψη της προβαλλόμένης ελλείψεως οποιουδήποτε αποτελεσματικού ένδικου βοηθήματος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Ι

15 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ 34 Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 173, δεύτερο και τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί προσφυγών που ασκούνται από κράτος μέλος, από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή, λόγω αναρμοδιότητος, παραβάσεως ουσιώδους τύπου, παραβάσεως της παρούσας Συνθήκης ή οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή της ή λόγω καταχρήσεως εξουσίας ή ακόμη επί προσφυγών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας οι οποίες αποβλέπουν στη διατήρηση των προνομίων τους. Σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο της ανωτέρω διατάξεως, «[κ]άθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται με τις ίδιες προϋποθέσεις να ασκεί προσφυγή κατά των αποφάσεων που απευθύνονται σ' αυτό, καθώς και κατά αποφάσεων που, αν και εκδίδονται ως κανονισμοί ή αποφάσεις που απευθύνονται σε άλλο πρόσωπο, το αφορούν άμεσα και ατομικά». 35 Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο του άρθρου 173 της Συνθήκης, ένας κανονισμός, ως πράξη γενικής ισχύος, δεν μπορεί να προσβληθεί από άλλα υποκείμενα δικαίου πέραν των κοινοτικών οργάνων, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των κρατών μελών (βλ., υπό το ίδιο πνεύμα, απόφαση της 6ης Μαρτίου 1979, 92/78, Simmenthai κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1979/1, σ. 407, σκέψη 40). 36 Εντούτοις, μια πράξη γενικής ισχύος, όπως είναι ο κανονισμός, είναι δυνατόν, υπό ορισμένες συνθήκες, να αφορά ατομικά ορισμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και, ως εκ τούτου, να έχει έναντι αυτών τον χαρακτήρα αποφάσεως (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 16ης Μαΐου 1991, C-358/89, Extramet Industrie κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1991, σ. Ι-2501, σκέψη 13, της 18ης Μαΐου 1994, C-309/89, Codorníu κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1994, σ. Ι-1853, σκέψη 19, και της 31ης Μαΐου 2001, C-41/99 Ρ, Sadam Zuccherifici κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2001, σ. Ι-4239, σκέψη 27). Αυτό συμβαίνει όταν η εν λόγω πράξη θίγει ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο λόγω ορισμένων ξεχωριστών ιδιοτήτων του ή μιας πραγματικής καταστάσεως που το χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και, ως εκ τούτου, το εξατομικεύει κατά τρόπο ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 15ης Ιουλίου 1963,25/62, Plaumann κατά Επιτροπής Συλλογή τόμος , σ. 937, 942, και της 22ας Νοεμβρίου 2001, C-452/98, Nederlandse Antillen κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2001, σ. Ι-8973, σκέψη 60). 37 Αν δεν πληρούται η προϋπόθεση αυτή, σε καμία περίπτωση δεν είναι παραδεκτή η προσφυγή ακυρώσεως που ασκεί κατά κανονισμού ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα διάταξη CNPAAP κατά Συμβουλίου, σκέψη 38). Ι

16 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ 38 Εντούτοις, πρέπει να υπομνησθεί ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι μια κοινότητα δικαίου, οι δε πράξεις των θεσμικών οργάνων της υπόκεινται σε έλεγχο για το αν είναι σύμφωνες με τη Συνθήκη και τις γενικές αρχές του δικαίου στις οποίες περιλαμβάνονται και τα θεμελιώδη δικαιώματα. 39 Κατά συνέπεια, οι ιδιώτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να τύχουν αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων που αντλούν από την κοινοτική έννομη τάξη, δεδομένου ότι το δικαίωμα να τύχουν της προστασίας αυτής αποτελεί τμήμα των γενικών αρχών του δικαίου οι οποίες απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών. Το δικαίωμα αυτό καθιερώνεται επίσης από τα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών (βλ., μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της 15ης Μαΐου 1986,222/84, Johnston, Συλλογή 1986, σ. 1651, σκέψη 18, και της 27ης Νοεμβρίου 2001, C-424/99, Επιτροπή κατά Αυστρίας, Συλλογή 2001, σ. Ι-9285, σκέψη 45). 40 Η Συνθήκη, με τα άρθρα της 173 και 184 (νυν άρθρο 241 ΕΚ), αφενός, και με το άρθρο της 177, αφετέρου, καθιέρωσε ένα πλήρες σύστημα ένδικων βοηθημάτων και διαδικασιών για τον έλεγχο της νομιμότητας των πράξεων των κοινοτικών οργάνων, αναθέτοντας τον έλεγχο αυτόν στον κοινοτικό δικαστή (βλ., υπό το ίδιο πνεύμα, απόφαση της 23ης Απριλίου 1986, 294/83, Les Verts κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1986, σ. 1339, σκέψη 23). Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν τη δυνατότητα, λόγω των προϋποθέσεων του παραδεκτού που θέτει το άρθρο 173; τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, να προσβάλλουν απευθείας τις κοινοτικές πράξεις κανονιστικού χαρακτήρα, έχουν τη δυνατότητα, αναλόγως της περιπτώσεως, να προβάλλουν την ακυρότητα των πράξεων αυτών είτε, κατά τρόπο παρεμπίπτοντα δυνάμει του άρθρου 184 της Συνθήκης, ενώπιον του κοινοτικού δικαστή, είτε ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και να ζητούν από αυτά, δεδομένου ότι δεν είναι αρμόδια να αναγνωρίζουν την ακυρότητα των εν λόγω πράξεων (βλ. απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 1987,314/85, Foto-Frost, Συλλογή 1987, α 4199, σκέψη 20), να υποβάλλουν προς τούτο προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο. 41 Κατά συνέπεια, στα κράτη μέλη εναπόκειται να προβλέψουν ένα σύστημα ένδικων βοηθημάτων και διαδικασιών προκειμένου να εξασφαλίσουν τον σεβασμό του δικαιώματος για παροχή αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. Ι-6734

17 UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ 42 Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας που διατυπώνει το άρθρο 5 της Συνθήκης, τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται, στο μέτρο του δυνατού, να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν τους εσωτερικούς δικονομικούς κανόνες που διέπουν την άσκηση των ένδικων βοηθημάτων κατά τρόπον ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα φυσικά και νομικά πρόσωπα να αμφισβητούν ενώπιον των δικαστηρίων τη νομιμότητα οποιασδήποτε αποφάσεως ή εθνικού μέτρου σχετικά με την εφαρμογή επ' αυτών μιας κοινοτικής πράξεως κανονιστικού χαρακτήρα, προβάλλοντας την ακυρότητά της. 43 Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται η διαπίστωση, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 50 έως 53 των προτάσεων του, ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή μια ερμηνεία του συστήματος των ένδικων βοηθημάτων, όπως αυτή που προτείνει η αναιρεσείουσα, σύμφωνα με την οποία είναι παραδεκτή η άσκηση ευθείας προσφυγής ακυρώσεως ενώπιον του κοινοτικού δικαστή στον βαθμό που θα ήταν δυνατό να αποδειχθεί, κατόπιν συγκεκριμένου ελέγχου από αυτόν των εθνικών δικονομικών κανόνων, ότι οι κανόνες αυτοί δεν επιτρέπουν στον ιδιώτη την άσκηση ένδικου βοηθήματος με το οποίο θα είχε τη δυνατότητα να αμφισβητήσει το κύρος της προσβαλλομένης κοινοτικής πράξεως. Πράγματι, ένα τέτοιου είδους σύστημα θα απαιτούσε σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από τον κοινοτικό δικαστή να εξετάζει και να ερμηνεύει το εθνικό δικονομικό δίκαιο, πράγμα το οποίο θα υπερέβαινε την αρμοδιότητά του που έγκειται στον έλεγχο της νομιμότητας των κοινοτικών πράξεων. 44 Τέλος, πρέπει να προστεθεί ότι, σύμφωνα με το σύστημα ελέγχου της νομιμότητας το οποίο καθιερώνει η Συνθήκη, ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά κανονισμού παρά μόνον εάν ο κανονισμός αυτός το αφορά όχι μόνον άμεσα αλλά και ατομικά. Μολονότι η προϋπόθεση αυτή πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα της αρχής της παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων περιστάσεων που είναι δυνατό να εξατομικεύουν τον προσφεύγοντα (βλ., π.χ., τις αποφάσεις της 2ας Φεβρουαρίου 1988, 67/85, 68/85 και 70/85, Van der Kooy κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 219, σκέψη 14, Extramet Industrie κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 13, και Codorníu κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 19), η ερμηνεία αυτή δεν είναι δυνατόν να καταλήξει στο να μη λαμβάνεται υπόψη η εν λόγω προϋπόθεση, η οποία ρητώς προβλέπεται στη Συνθήκη, χωρίς να υπάρξει υπέρβαση των αρμοδιοτήτων που αναγνωρίζει στα κοινοτικά δικαστήρια. 45 Μολονότι είναι δυνατόν να υπάρξει βεβαίως ένα σύστημα ελέγχου της νομιμότητας των κοινοτικών πράξεων κανονιστικού χαρακτήρα διαφορετικό από αυτό που Ι

18 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-50/00 Ρ καθιερώνει η ιδρυτική Συνθήκη και το οποίο ουδέποτε έχει τροποποιηθεί ως προς τις αρχές του, ωστόσο εναπόκειται, αν παραστεί ανάγκη, στα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 48 ΕΕ, να αναμορφώσουν το νυν ισχύον σύστημα. 46 Βάσει των προεκτεθέντων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το Πρωτοδικείο δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα απορρίπτοντας την προσφυγή που άσκησε η αναιρεσείουσα ως απαράδεκτη χωρίς να εξετάσει αν, στην προκειμένη περίπτωση, υπάρχει δυνατότητα ασκήσεως ένδικου βοηθήματος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων προκειμένου να εξετασθεί το κύρος του προσβαλλομένου κανονισμού. 47 Κατά συνέπεια, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. Επί των δικαστικών εξόδων 48 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 118, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι το Συμβούλιο ζήτησε να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα και δεδομένου ότι η αναιρεσείουσα ηττήθηκε, αυτή πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα της δίκης. 49 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται και στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του ανωτέρω άρθρου 118, τα κοινοτικά όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα. Ι

19 Για τους λόγους αυτούς, UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ αποφασίζει: 1) Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως. 2) Καταδικάζει την Unión de Pequeños Agricultores στα δικαστικά έξοδα. 3) Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα δικαστικά της έξοδα. Rodríguez Iglesias Jann Macken Colneric von Bahr Gulmann Edward La Pergola Puissochet Wathelet Schintgen Skouris Cunha Rodrigues Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 25 Ιουλίου Ο Γραμματέας R. Grass Ο Πρόεδρος G. G Rodríguez Iglesias Ι

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2002 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Μη προσχώρηση εμπροθέσμως στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 1ης Απριλίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 1ης Απριλίου 2004 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά JÉGO-QUÉRÉ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 1ης Απριλίου 2004 * Στην υπόθεση C-263/02 Ρ, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Τ. van Rijn και Α. Bordes, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 * FENIN κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 * Στην υπόθεση C-205/03 Ρ, που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως βάσει του άρθρου 56 του Οργανισμού του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1999 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1999 * UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση Τ-173/9 8, Unión de Pequeños Agricultores, ένωση ισπανικού δικαίου, με έδρα

Διαβάστε περισσότερα

Η άποψη του Δικαστηρίου

Η άποψη του Δικαστηρίου ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ Η άποψη του Δικαστηρίου Επί του παραδεκτού της αιτήσεως γνωμοδοτήσεως 1 Η Ιρλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Μαρτίου 2003 Υπόθεση Τ-166/02 José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Απόφαση περί κινήσεως πειθαρχικής διαδικασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 * ΙΣΠΑΝΙΑ κατά EUROJUST ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-160/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Υπόθεση 206/89 R S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Αίτηση αναστολής εκτελέσεως» Διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Δικαστηρίου της 31ης Ιουλίου 1989 2843 Περίληψη της Διατάξεως Αιαάικαοία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * ÉGLISE DE SCIENTOLOGIE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * Στην υπόθεση C-54/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 29. 6. 1995 ΥΠΟΘΕΣΗ C-391/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * Στην υπόθεση C-391/92, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένη αρχικά από τον R. Pellicer, μέλος της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*) Προσωρινό κείμενο ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*) «Αίτηση αναιρέσεως Κρατικές ενισχύσεις Μεταβίβαση μεταλλείων σε τιμή κατώτερη της πραγματικής αγοραίας αξίας Απαλλαγή από

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 23.10.2003 ΥΠΟΘΕΣΗ C-408/01 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-408/01, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Μαρτίου 1994 * ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-316/91, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο αρχικά από τον Jorge Campinos, νομικό σύμβουλο, και στη συνέχεια

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΠΗΓΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ & ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Γεώργιος Κ. Πατρίκιος, Δικηγόρος, LL.M., Υπ. Δ.Ν. Η ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΕ Η έννομη προστασία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 22ας Μαρτίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 22ας Μαρτίου 2007 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 22.3.2007 ΥΠΟΘΕΣΗ С-15/06 Ρ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 22ας Μαρτίου 2007 * Στην υπόθεση C-15/06 Ρ, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 * PETERBROECK ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 * Στην υπόθεση C-312/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του cour d'appel de Bruxelles προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-39/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το tribunal administratif

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΣτΕ 599/2012 Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2011, με την εξής σύνθεση: Γ. Σταυρόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης,

Διαβάστε περισσότερα

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Σεπτεμβρίου 2000 Υπόθεση Τ-259/97 Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Καθήκον πίστεως και αξιοπρεπούς ασκήσεως του

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2002 (1) «Διάρκεια προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - Εφαρμογή σε δικαίωμα δημιουργού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 * BJÖRNEKULLA FRUKTINDUSTRIER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 * Στην υπόθεση C-371/02, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Svea hovrätt (Σουηδία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 22. 11. 2001 ΥΠΟΘΕΣΗ C-184/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στην υπόθεση C-184/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de première instance de Charleroi

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-329/02 Ρ, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 12 Σεπτεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * HUMBLOT / DIRECTEUR DES SERVICES FISCAUX ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * Στην υπόθεση 112/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Belfort, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Οκτωβρίου 2003 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 92/100/ΕΟΚ - Δικαιώματα του δημιουργού - Αμοιβή των δημιουργών σε περίπτωση δημόσιου δανεισμού των λογοτεχνικών

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαΐου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαΐου 1994 * CODORNIU κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαΐου 1994 * Στην υπόθεση C-309/89, Codorniu SA, εταιρία του ισπανικού δικαίου, με έδρα το San Sadurai de Noya (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τους

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * Στην υπόθεση C-231/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * GEDDES κατά ΓΕΕΑ (NURSERYROOM) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση Τ-173/03, Anne Geddes, κάτοικος Ώκλαντ (Νέα Ζηλανδία), εκπροσωπούμενη από τον G. Farrington,

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * Στην υπόθεση C-518/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Bruxelles (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, βάσει του Πρωτοκόλλου της 3ης

Διαβάστε περισσότερα

Superior Fruiticola SA

Superior Fruiticola SA ΑΠΟΦΑΣΗ της 17. 9. 2002 ΥΠΟΘΕΣΗ C-253/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Σεπτεμβρίου 2002 * Στην υπόθεση C-253/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 2002 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 2002 * Στην υπόθεση C-224/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail de Liège (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-231/03 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * Στην υπόθεση C-231/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Ο διαγωνισμός της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης προϋποθέτει, ως γνωστόν, συνδυασμό συνδυαστικής γνώσης της εξεταστέας ύλης και θεμάτων πολιτικής και οικονομικής επικαιρότητας. Tα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Διοργανικός φάκελος: 2015/0906 (COD) 14306/15 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Θέμα: 737 INST 411 COUR 62 CODEC 1571 PARLNAT

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 * GARCIA AVELLO ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-148/02, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2005 (*) «Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» Στην υπόθεση C-104/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΙΣΠΑΝΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-278/01, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον G. Valero Jordana, με τόπο επιδόσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * METALSA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * Στην υπόθεση C-312/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του giudice per le indagini preliminari του Tribunale di Milano προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 4. 10. 2001 ΥΠΟΘΕΣΗ C-517/99 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 * Στην υπόθεση C-517/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundespatentgericht (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 24.11.1993 ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ C-267/91 και C-268/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-267/91 και C-268/91, που έχουν ως αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2008 (OR. fr) 10010/08 225 COUR 25 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου 10010/08 DE/ap ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

της 13ης Ιουλίου 2006*

της 13ης Ιουλίου 2006* ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2006* Στην υπόθεση C-74/04 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 16 Φεβρουαρίου

Διαβάστε περισσότερα

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 * P. κατά S. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 * Στην υπόθεση C-13/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Industrial Tribunal, Truro (Ηνωμένο Βασίλειο), προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 * GREENWICH FILM PRODUCTION KATA SACEM ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Οκτωβρίου 1979 * Στην υπόθεση 22/79, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.4.2005 - ΥΠΟΘΕΣΗ C-186/04 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 * Στην υπόθεση 0186/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * Στην υπόθεση C-359/93, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Η. van Lier, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο

Διαβάστε περισσότερα

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE), ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2006 (*) «Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα Οδηγία 93/83/ΕΟΚ Άρθρο 9, παράγραφος 2 Έκταση των εξουσιών μιας εταιρείας συλλογικής διαχειρίσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ. ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ Δεν είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής για απαίτηση, η οποία προέρχεται από διαφορά δημοσίου δικαίου, όπως είναι και οι διαφορές από την εξωσυμβατική ευθύνη του Δημοσίου

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 2003 Υπόθεση Τ-233/02 Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως «Υπάλληλοι - Προσφυγή ακυρώσεως - Γενικός

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 15ης Ιανουαρίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 15ης Ιανουαρίου 2002 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 15ης Ιανουαρίου 2002 * Στην υπόθεση C-439/99, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Ε. Traversa και τη Μ. Πατακιά,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 10. 1997 ΥΠΟΘΕΣΗ C-152/95 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-152/95, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal administratif d'amiens (Γαλλία)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-414/97, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Miguel Díaz- Llanos La Roche, νομικό σύμβουλο, και Carlos

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες, κατ' HAEGEMAN ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 30ής Απριλίου 1974 Στην υπόθεση 181/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de première instance των Βρυξελλών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 * ANGONESE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 * Στην υπόθεση C-281/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Bolzano (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Οκτωβρίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Οκτωβρίου 2000 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Οκτωβρίου 2000 * Στην υπόθεση Τ-345/99, Harbinger Corporation, με έδρα την Ατλάντα, Γεωργία (ΗΠΑ), εκπροσωπούμενη από τους R. Collin, M.-C. Mitchell και

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 29.6.2017 COM(2017) 366 final 2017/0151 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την έκτη σύνοδο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 24.10.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-91/95 Ρ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 * Στην υπόθεση C-91/95 Ρ, Roger Tremblay, κάτοικος Vernantes (Γαλλία), Harry Kestenberg, κάτοικος Saint-André-les-Vergers

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, BRIHECHE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-319/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το

Διαβάστε περισσότερα

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική Ν. 2522/8-9-97 (ΦΕΚ-178 Α') : Δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συμβάσεως δημόσιων έργων, κρατικών προμηθειών και υπηρεσιών σύμφωνα με την οδηγία 89/665 ΕΟΚ 'Αρθρο 1 : Πεδίο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 2000 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14.12.2000 ΥΠΟΘΕΣΗ C-344/98 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 2000 * Στην υπόθεση C-344/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Supreme Court (Ιρλανδία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * TORFAEN BOROUGH COUNCIL/Β & Q PLC ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-145/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cwmbran Magistrates' Court του Ηνωμένου Βασιλείου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2. 2. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 186/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 186/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της επιτροπής αποζημιώσεως θυμάτων εγκλήματος του Tribunal de

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας

Συλλογή της Νομολογίας Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 31ης Μαΐου 2018 * «Προδικαστική παραπομπή Αεροπορικές μεταφορές Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 Άρθρο 3, παράγραφος 1 Πεδίο εφαρμογής Έννοια της

Διαβάστε περισσότερα

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1978 * Στην υπόθεση 106/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Susa (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Δεκεμβρίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Δεκεμβρίου 2005 * GASTON SCHUL DOUANE-EXPEDITEUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Δεκεμβρίου 2005 * Στην υπόθεση C-461/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 * DE DANSKE BILIMPORTØRER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 * Στην υπόθεση C-383/01, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Østre Landsret (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Κ.Π. (m) Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Δεκεμβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Ε. Σαρττ, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαΐου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαΐου 2002 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαΐου 2002 * Στην υπόθεση C-384/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Niedersächsisches Oberverwaltungsgericht (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-342/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-342/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Συνήλθε στην έδρα της στις 2 Ιανουαρίου 2018 με την εξής σύνθεση: Ιωάννης Κίτσος, Πρόεδρος, Χρυσάνθη Χαραλαμποπούλου,

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα