ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83"

Transcript

1 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 διεθνούς δικαιοδοσίας μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα και εφόσον, δυνάμει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, ο τρίτος κομιστής, αποκτώντας τη φορτωτική, έχει διαδεχτεί το φορτωτή στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Στην υπόθεση 71/83, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hof van cassatie του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου μεταξύ 1. PARTENREEDEREI MS. TILLY RUSS, 2. ERNEST RUSS, και 1. NV HAVEN- & VERVOERBEDRIJF NOVA, 2. NV GOEMINNE HOUT η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 17, πρώτη παράγραφος, της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ συγκείμενο από τους Mackenzie Stuart, πρόεδρο, Τ. Koopmans, Κ. Bahlmann και Υ. Galmot, προέδρους τμήματος, Ρ. Pescatore, Α. O'Keeffe, G. Bosco, Ο. Due και U. Everling, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: Sir Gordon Slynn γραμματέας: J. A. Pompe, βοηθός γραμματέας εκδίδει την ακόλουθη 2418

2 TILLY RUSS / NOVA ΑΠΟΦΑΣΗ Περιστατικά Τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, η εξέλιξη της διαδικασίας και οι παρατηρήσεις που κατατέθηκαν δυνάμει του άρθρου 20 του οργανισμού του Δικαστηρίου ΕΟΚ συνοψίζονται ως εξής: Ι Πραγματικά περιστατικά και έγγραφη διαδικασία Η βελγική ανώνυμη εταιρεία Goeminne Hout αγόρασε ορισμένες παρτίδες ξυλείας από μια αμερικανική επιχείρηση. Η γερμανική ναυτιλιακή εταιρεία Partenreederei ms. Tilly Russ ανέλαβε τη θαλάσσια μεταφορά των εμπορευμάτων αυτών από το Τορόντο στην Αμβέρσα. Η εν λόγω θαλάσσια μεταφορά καλυπτόταν από τις φορτωτικές CT 108 και CT 118, που είχαν εκδοθεί στις 16 Αυγούστου 1976 εν ονόματι του μεταφορέα από τον πράκτορα του στην Αμερική. Κατά την παράδοση του φορτίου στην Αμβέρσα στις 7 Σεπτεμβρίου 1976, η συσκευασία δύο παρτίδων είχε υποστεί ζημίες και έλειπαν δέκα περίπου σανίδες. Η εταιρεία Goeminne Hout και η ανώνυμη εταιρεία Haven- & Vervoerbedrijf Nova, εξουσιοδοτημένη από την προηγούμενη, ζήτησαν ενώπιον του Rechtbank van Koophandel van het gerechtgelijk arrondissement Antwerpen την καταβολή αποζημίωσης 304 δολαρίων ΗΠΑ. Η ναυτιλιακή εταιρεία Partenreederei ms. Tilly Russ και o Ernest Russ όμως προέβαλαν ένσταση έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστή της Αμβέρσας με το αιτιολογικό ότι καθεμία από τις φορτωτικές περιείχε στην οπίσθια όψη της την ακόλουθη φράση: «4 e, οποιαδήποτε διαφορά ανακύψει από την παρούσα φορτωτική θα κριθεί από τα δικαστήρια του Αμβούργου» και ότι, συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, το δικαστήριο της Αμβέρσας δεν είχε διεθνή δικαιοδοσία. Παρ' όλα αυτά, το τελευταίο, με απόφαση του της 31ης Οκτωβρίου 1978, έκρινε ότι έχει δικαιοδοσία και δέχτηκε το αίτημα της αγωγής. Στις 7 Οκτωβρίου 1981, το Hof van Beroep της Αμβέρσας επικύρωσε την πιο πάνω απόφαση. Τότε, η ναυτιλιακή εταιρεία Partenreederei ms. Tilly Russ και o Ernest Russ αναιρεσείοντες στην κύρια δίκη άσκησαν αναίρεση την 1η Μαρτίου Το βελγικό Hof van cassatie, κρίνοντας ότι ο προβαλλόμενος λόγος θέτει ζήτημα ερμηνείας ως προς την έκταση εφαρμογής του άρθρου 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, αποφάσισε να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί προδικαστικά επί του εξής ερωτήματος: «Η φορτωτική την οποία ο θαλάσσιος μεταφορέας παραδίδει στο φορτωτή, μπορεί, ενόψει των γενικώς κρατούντων στον τομέα αυτό συναλλακτικών ηθών, να θεωρηθεί ως "γραπτή συμφωνία" ή ως "συμφωνία με γραπτή επιβεβαίωση" μεταξύ των μερών κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ισχύει αυτό και έναντι του τρίτου κομιστή της φορτωτικής;» Η απόφαση του βελγικού Hof van cassatie πρωτοκολλήθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 28 Απριλίου Σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, του πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, σε 2419

3 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 συνδυασμό με το άρθρο 20 του οργανισμού του Δικαστηρίου της ΕΟΚ, κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις στις 5 Ιουλίου 1983 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον κύριο νομικό της σύμβουλο Zimmermann, επικουρούμενο από τον Van Houtte, δικηγόρο Βρυξελλών, στις 14 Ιουλίου 1983 οι εταιρείες «Haven- & Vervoerbedrijf Nova» και «Goeminne Hout» αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενες από τον Wijffels, δικηγόρο Αμβέρσας, στις 9 Αυγούστου 1983 η κυβέρνηση της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από τον Fiumara, avvocato dello Stato, και στις 11 Αυγούστου 1983 η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τον Howes, του Treasury Solicitor's Department. Το Δικαστήριο, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και μετά από ακρόαση του γενικού εισαγγελέα, αποφάσισε την έναρξη της προφορικής διαδικασίας χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων. II Γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου α) Παρατηρηθείς των αναιρεσώαήτων οτψ κύρια οίκη Οι αναιρεσίοαητες στ?/ν κύρια δίκη επικαλούνται καταρχάς τη νομολογία του Δικαστηρίου τη σχετική με το άρθρο 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 και ιδίως τις αποφάσεις της 14ης Δεκεμβρίου 1976 (Salotti, 24/76, Jurispr. σ. 1831, και Segoura, 25/76, Jurispr. σ. 1851, καθώς και τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Capotorti που αναπτύχθηκαν στις υποθέσεις αυτές). Από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι «όποιος συναλλάσσεται κάνοντας χρήση γενικών όρων δεν δικαιούται να δεσμεύσει τον αντισυμβαλλόμενο με ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας την οποία έχει περιλάβει μεταξύ των όρων αυτών, 2420 εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος δεν έχει βεβαιώσει γραπτά ότι συμφωνεί με την εν λόγω ρήτρα.» Επομένως, χωρίς γραπτή συμφωνία ή γραπτή επιβεβαίωση της συμφωνίας εκ μέρους των διαδίκων, οι ρήτρες διεθνούς δικαιοδοσίας δεν παράγουν αποτελέσματα. Οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη τονίζουν σχετικά ότι στην υπό κρίση διαφορά διάδικοι είναι ο τρίτος κομιστής της φορτωτικής και ο θαλάσσιος μεταφορέας. Κατά παρέκκλιση από τον πιο πάνω κανόνα, η μη έγγραφη αποδοχή της ρήτρας γίνεται δεκτή από το Δικαστήριο, όταν η συμφωνία των μερών εντάσσεται στο πλαίσιο συναλλακτικών σχέσεων με διάρκεια, δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, θα ήταν αντίθετο στην καλή πίστη να αρνηθεί ο αποδέκτης της επιβεβαίωσης την ύπαρξη ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας, έστω και αν δεν υπάρχει δική του γραπτή αποδοχή. Κρίνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο, το Δικαστήριο αναφέρεται στη θεωρία περί καταχρήσεως δικαιώματος στις ενοχές εκ συμβάσεως: αποτελεί επομένως κατάχρηση δικαιώματος η επίκληση της έλλειψης εγγράφου με σκοπό την άρνηση της προφανούς ύπαρξης μιας σύμβασης. Ως προς την τροποποίηση την οποία επέφερε στο άρθρο 17 το κείμενο της σύμβασης της 9ης Οκτωβρίου 1978, για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και στο πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 388, , σ. 24), οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη θεωρούν ότι δεν έχει καμιά επίδραση ή επίπτωση στην απάντηση που πρέπει να δοθεί επί του προδικαστικού ερωτήματος, για το λόγο ότι δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ. Πάντως, η ελαστικότερη ρύθμιση που εισήχθη, κατά την οποία, στο διεθνές εμπόριο, η συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να καταρτισθεί «υπό τύπο ανταποκρινόμενο

4 TILLY RUSS / NOVA στις συνήθειες του διεθνούς εμπορίου που τα μέρη γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν», καθόλου δεν συνιστά παρέκκλιση από την «απαράβατη αρχή ότι η σύμπτωση βουλήσεων ως προς την ισχύ της ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται στους γενικούς όρους της σύμβασης πρέπει να αποδεικνύεται». Οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη ασχολούνται στη συνέχεια με το πρόβλημα της νομικής φύσης της φορτωτικής και υποστηρίζουν ότι η φορτωτική δεν αποτελεί τη σύμβαση μεταφοράς. Πράγματι, κατά την άποψη τους, «η σύμβαση μεταφοράς συνάπτεται κατά το χρονικό σημείο που ο μεν εφοπλιστής-μεταφορέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να διενεργήσει τη μεταφορά ορισμένων εμπορευμάτων διά θαλάσσης, ο δε αποστολέας ή φορτωτής δέχεται να καταβάλει ένα ναύλο για το σκοπό αυτό», δηλαδή κατά τη στιγμή της «κράτησης», που κατά κανόνα γίνεται μέσω τέλεξ. Κατά το χρόνο όμως του καθορισμού των όρων της μεταφοράς, η συζήτηση ποτέ δεν αναφέρεται στις ρήτρες δικαιοδοσίας που ενδέχεται να εμφανισθούν στη συνέχεια επί της φορτωτικής. Μετά τη σύναψη της σύμβασης μεταφοράς, ο φορτωτής καλείται από το ναυτικό πράκτορα να παραδώσει τα εμπορεύματα του και ως αντάλλαγμα λαμβάνει μια «άδεια φορτώσεως». Όταν τα εμπορεύματα, μετά την παράδοση και τοποθέτηση τους στην προκυμαία από το φορτωτή, φορτωθούν στο πλοίο και εκδοθεί από τον πρώτο αξιωματικό καταστρώματος υπέρ του φορτωτή μία «mates receipt» [απόδειξη υποπλοιάρχου] έγγραφο με το οποίο οι υπεύθυνοι του πλοίου αναγνωρίζουν ότι παρέλαβαν τα εμπορεύματα τότε μόνο ο ναυτικός πράκτορας εκδίδει υπέρ του φορτωτή φορτωτική με την οποία βεβαιώνει τη φόρτωση. Οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «η φορτωτική δεν είναι τίποτε άλλο, όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ φορτωτή και θαλάσσιου μεταφορέα, παρά μια απόδειξη παραλαβής και επιβεβαίωση απλώς της υποχρέωσης μεταφοράς των συμφωνημένων εμπορευμάτων και παράδοσης τους στο συμφωνημένο προορισμό». Αυτό άλλωστε συνάγεται από τη νομολογία, τις εθνικές νομοθεσίες και τη θεωρία. Η φορτωτική δεν αποτελεί άλλωστε απόδειξη περί της συμβάσεως μεταφοράς, εκτός αν έχει υπογραφεί επί τούτω από το φορτωτή, πράγμα που σπανίως συμβαίνει. Εξάλλου, η ύπαρξη των όρων που είναι τυπωμένοι στην οπίσθια όψη της φορτωτικής, στους οποίους περιλαμβάνεται και η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, εξηγείται από την αδυναμία του φορτωτή να συζητήσει ή να τροποποιήσει τους όρους που είναι τυπωμένοι στην οπίσθια όψη της φορτωτικής Kat για τους οποίους δεν έγινε λόγος κατά την κατάρτιση της σύμβασης μεταφοράς. Ο φορτωτής δεν μπορεί να αποκρούσει τους όρους αυτούς, για τον απλό λόγο ότι κατά τη στιγμή της έκδοσης της φορτωτικής τα εμπορεύματα έχουν ήδη φορτωθεί ή τουλάχιστον βρίσκονται στην κατοχή της ναυτιλιακής εταιρείας και ότι «κανείς φορτωτής στον κόσμο δεν θα μπορούσε να δεχτεί να εκφορτωθούν τα εμπορεύματα του και να προκαλέσει καθυστέρηση στο πλοίο, επειδή αποποιείται μια φορτωτική που φέρει ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας η οποία δεν έχει συμφωνηθεί». Η κατάσταση αυτή αντανακλά απλώς μια ιστορική πραγματικότητα, που δείχνει ότι οι κύριοι των πλοίων έχουν επιτύχει όσα δικαιώματα και απαλλαγές από την ευθύνη μπορούσαν να επιτύχουν. Προς υποστήριξη της άποψης τους, οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη αναφέρουν το άρθρο του Georges van Bladel: «Φορτωτικές και κανόνες της Χάγης», κατά το οποίο «η φορτωτική γίνεται τελικά document of irresponsability [έγγραφο απαλλαγής από την ευθύνη] που στερείται κάθε πρακτικής αξίας, εφόσον η μόνη υποχρέωση που είχε πλέον ο πλοίαρχος ήταν να εισπράξει το ναύλο του» και η «εγγύηση που έπρεπε κατά το νόμο να παρέχει ο μεταφορέας είχε εντελώς εξαφανιστεί». Υπενθυμίζοντας στη συνέχεια ότι κάθε φορτωτική υποδιαιρείται σε δύο μέρη: ένα 2421

5 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 άγραφο μέρος, επί του οποίου αντιγράφεται η σύμβαση μεταφοράς, και ένα έντυπο μέρος, που περιέχει τις ρήτρες που έχουν τυπωθεί μονομερώς εκ των προτέρων από τη ναυτιλιακή εταιρεία, και ότι η αποδεικτική δύναμη της φορτωτικής αφορά μόνο το μη έντυπο μέρος της, το οποίο, κατά το άρθρο 3, κανόνας 4, των κανόνων της Χάγης, έχει απλώς την ισχύ μαχητού τεκμηρίου, οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη συμπεραίνουν ότι η φορτωτική δεν συνιστά «απόδειξη ότι οι εκ των προτέρων τυπωμένοι επ' αυτής όροι εκφράζουν τη σύμπτωση της βούλησης του φορτωτή και του μεταφορέα κατά το χρόνο της σύναψης της σύμβασης». Εξάλλου, κατά τις αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη, δεν υπάρχουν στο διεθνές θαλάσσιο εμπόριο γενικής αποδοχής συναλλακτικά ήθη, σύμφωνα με τα οποία οι εκ των προτέρων τυπωμένοι επί της φορτωτικής όροι συνιστούν προφορική σύμβαση που επιβεβαιώνεται γραπτά μεταξύ φορτωτή και θαλάσσιου μεταφορέα. Μάλιστα οι ρήτρες αυτές πάντα αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης και διαμάχης μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, όπως προκύπτει από την ομόθυμη όπως υποστηρίζουν γνώμη της επιστήμης και από μια βαρύνουσα νομολογία. Οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη θίγουν στη συνέχεια το ζήτημα κατά πόσο μια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που έχει τυπωθεί εκ των προτέρων σε φορτωτική μπορεί να θεωρηθεί ως έγγραφη σύμβαση μεταξύ του θαλάσσιου μεταφορέα και του τρίτου κομιστή της φορτωτικής. Υπενθυμίζουν σχετικά ότι, εφόσον η φορτωτική είναι τίτλος απεριόριστα εμπορεύσιμος, συχνά δεν υφίστανται καν απευθείας σχέσεις μεταξύ του αποστολέα και του τρίτου κομιστή, ο οποίος παραλαμβάνει το εμπόρευμα. Αυτό συνεπάγεται ότι ο όρος που προβλέπει το άρθρο 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 σχετικά με την ανάγκη της σύμπτωσης των βουλήσεων των διαδίκων ελλείπει, εφόσον ο τρίτος κάτοχος ποτέ δεν είχε ούτε την ελάχιστη ευκαιρία να εκδηλώσει τη συμφωνία του με μια οποιαδήποτε ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας. Εξάλλου, δεν μπορεί σοβαρά να υποστηριχτεί ότι μεταξύ κομιστών φορτωτικής και εφοπλιστών υφίστανται διαρκείς σχέσεις' οι μόνες εμπορικές σχέσεις που συνεπάγονται τη μεταβίβαση της φορτωτικής είναι εκείνες που υφίστανται μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή, από τον οποίο ο αγοραστής λαμβάνει τη φορτωτική. Υπ' αυτές τις συνθήκες, καμία σχέση δεν υφίσταται μεταξύ του τρίτου κατόχου της φορτωτικής και του θαλάσσιου μεταφορέα, η οποία να επιτρέπει την υπόθεση ότι ο τρίτος κομιστής κακή τη πίστει αρνείται την ύπαρξη, ως προς τις εκ των προτέρων τυπωμένες ρήτρες επί των φορτωτικών, μιας αποδεδειγμένης συμφωνίας μεταξύ αυτού και του εφοπλιστή. Εξετάζοντας στη συνέχεια την επίδικη φορτωτική, οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη υποστηρίζουν ότι εκδόθηκε μετά τη σύναψη της σύμβασης μεταφοράς, μετά τη φόρτωση του εμπορεύματος σε ένα πολύ απομακρυσμένο λιμένα και χωρίς να υπογραφεί από το φορτωτή. 'Ενα τέτοιο έγγραφο δεν μπορεί, συνεπώς, να συνιστά απόδειξη του ότι ο φορτωτής συμφώνησε ειδικά ως προς τη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας. Κατά μείζονα λόγο, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δεσμεύεται από μια τέτοια ρήτρα ο τρίτος κομιστής. Εξάλλου, η επίδικη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας δεν προβλέπει την υποχρεωτική εφαρμογή από τον αλλοδαπό δικαστή του άρθρου 91 της βελγικής ναυτικής νομοθεσίας, πράγμα το οποίο εκμηδενίζει την έννομη προστασία στην οποία ο τρίτος κομιστής θα έπρεπε να μπορεί να βασίζεται. 'Ετσι, το άρθρο 17 της σύμβασης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά από το θαλάσσιο μεταφορέα, εφόσον ο τελευταίος αυτός θα μπορούσε να επιτύχει, μέσω ρητρών που είναι εκ των προτέρων τυπωμένες επί της φορτωτικής, την εφαρμογή διατάξεων που είναι άκυρες 2422

6 TILLY RUSS / NOVA κατά το βελγικό δίκαιο για εμπορεύματα που προορίζονται για την Αμβέρσα. Τέλος, οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη υποβάλλουν στο Δικαστήριο αποσπάσματα που εκφράζουν απόψεις της επιστήμης σε διάφορες τρίτες χώρες και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ρήτρες διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχονται σε φορτωτικές «σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αναγνωριστεί ότι ισχύουν σύμφωνα με τα γενικώς κρατούντα συναλλακτικά ήθη». 6) Παρατηρήσεις της ιταλικής κυβέρνησης Ως προς το πρώτο ερώτημα, η ιταλική κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου συνάγεται ότι «ο έγγραφος τύπος που επιβάλλεται από το άρθρο 17 της σύμβασης έχει ως σκοπό να εξασφαλίσει ότι η συναίνεση των μερών, τα οποία κατά παρέκταση αρμοδιότητας εισάγουν παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες καθορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας κατά τα άρθρα 2, 5 και 6 της σύμβασης, θα εκδηλώνεται και θα προκύπτει κατά τρόπο σαφή και ακριβή». Αν το περιεχόμενο μιας τέτοιας ρήτρας δεν είναι διφορούμενο και αν τα μέρη μπορούν ευχερώς να λάβουν γνώση αυτού του περιεχομένου η σχετική διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών ανήκει προφανώς στην αρμοδιότητα του εθνικού δικαστή τότε η ρήτρα αυτή πρέπει να θεωρείται ότι ισοδυναμεί με γραπτή συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης των Βρυξελλών. Πράγματι, κατά την ιταλική κυβέρνηση, η φορτωτική αποτελεί αξιόγραφο στο οποίο είναι ενσωματωμένο το δικαίωμα επί των εμπορευμάτων και έγγραφο αποδεικτικό της σύμβασης μεταφοράς. Εκδίδεται σε δύο αντίτυπα, από τα οποία το ένα υπογράφεται από το φορτωτή ή τον αντιπρόσωπο του και το άλλο από το μεταφορέα, παραδίδεται στο φορτωτή και είναι κατά κανόνα μεταβιβάσιμο. Υφίσταται επομένως σύμπτωση των βουλήσεων των συμβαλλομένων και η συμφωνία έχει υπογραφεί και από τον ένα και από τον άλλο. Το δεύτερο ερώτημα αναφέρεται σε περιστάσεις που προσομοιάζουν σε κάποιο βαθμό με τις περιστάσεις οι οποίες αποτελούσαν το υπόβαθρο της απόφασης της 14ης Ιουλίου 1983 (Gerling Konzern, 201/82, Συλλογή 1983, σ. 2503). Στην υπόθεση αυτή, που αναφέρεται σε σύμβαση ασφάλισης, το Δικαστήριο έκρινε ότι «το άρθρο 17 της σύμβασης, επιβάλλοντας στους συμβαλλομένους αυτή την υποχρέωση τήρησης εγγράφου τύπου, δεν έχει ούτε ως σκοπό ούτε ως αποτέλεσμα να εξαρτήσει από την ίδια προϋπόθεση της τήρησης εγγράφου τύπου τη δυνατότητα τρίτου ως προς τη σύμβαση, δικαιούχου δυνάμει συμβάσεως υπέρ τρίτου, να επικαλεσθεί, στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ αυτού και του ασφαλιστή, τη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που έχει συνομολογηθεί προς όφελος του». Πράγματι, στο πλαίσιο μιας τέτοιας σύμβασης που έχει συναφθεί υπέρ τρίτου, η ιταλική κυβέρνηση παρατηρεί ότι ο τρίτος που θέλει να ωφεληθεί από τη ρήτρα που έχει τεθεί υπέρ αυτού αποκτά τα δικαιώματα που πηγάζουν από τη σύμβαση καθαυτή, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αποδοχή εκ μέρους του, από το γεγονός και μόνο της συνομολόγησης της ρήτρας αυτής μεταξύ των συμβαλλομένων. Η ίδια λύση πρέπει να υιοθετηθεί και στην περίπτωση του τρίτου κατόχου φορτωτικής, εφόσον από τη μεταβίβαση της φορτωτικής στον εν λόγω τρίτο αυτός μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα που ενσωματώνεται στο αξιόγραφο και υπόκειται εξίσου στις υποχρεώσεις και στους περιορισμούς που απορρέουν από τη φορτωτική, υπό τον όρο βέβαια ότι αυτοί προκύπτουν σαφώς και χωρίς δυνατότητα πλάνης από το γραπτό κείμενο του ίδιου του αξιόγραφου. Επομένως, η ιταλική κυβέρνηση προτείνει να δοθούν οι ακόλουθες απαντήσεις στα ερωτήματα που υποβλήθηκαν από το Hof van cassatie του Βελγίου: «α) Η ρήτρα παρέκτασης της διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική μπορεί να θεωρηθεί ότι ισοδυναμεί με γραπτή συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης των Βρυξελλών, εφόσον το περιεχόμενο της είναι σαφές, ακριβές και δεν είναι διφορούμενο. 6) Η ρήτρα, εφόσον ισχύει μεταξύ των συμβαλλομένων που την υπέγραψαν, 2423

7 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 ισχύει επίσης και έναντι του τρίτου κομιστή της φορτωτικής.» γ) Παρατηρήσεις της κυβέρνησης vov Ηνωμένου Βασιλείου Η κυοέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ζητεί να εκδικαστεί η υπόθεση από την ολομέλεια του Δικαστηρίου. Ως προς το πρώτο ερώτημα, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου φρονεί ότι η άποψη του Hof van Beroep της Αμβέρσας, κατά την οποία η φορτωτική αποτελεί «κατ' ουσία έγγραφο που χρησιμεύει στην απόδειξη της παραλαβής των εμπορευμάτων προς μεταφορά», παραγνωρίζει τη φύση και τον προορισμό της φορτωτικής στο διεθνές εμπόριο, το οποίο εξάλλου θα παρεβλάπτετο, αν όλοι οι όροι που είναι ρητά διατυπωμένοι στη φορτωτική δεν ίσχυαν πλήρως όχι μόνο στις σχέσεις μεταξύ μεταφορέα και αρχικού φορτωτή, αλλά και έναντι του τρίτου κατόχου της φορτωτικής. Κατά την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, η φορτωτική δεν αποτελεί απλώς έγγραφο που αποδεικνύει την παραλαβή των εμπορευμάτων από το μεταφορέα, αλλά και τη σύμβαση κατά τους όρους της οποίας διενεργείται η μεταφορά των εμπορευμάτων, καθώς και έγγραφο που ενσωματώνει το δικαίωμα κυριότητας επί των εμπορευμάτων. Προς απόδειξη της ορθότητας αυτού του ισχυρισμού, παραπέμπει στη διεθνή σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων περί φορτωτικής, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924, γενικά γνωστή με την ονομασία «κανόνες της Χάγης», και ιδίως στα άρθρα της Ib, Mc, V και VI. Η φορτωτική μπορεί να εκπληρώσει τη διττή λειτουργία της «αφενός ως εγγράφου η μεταβίβαση του οποίου έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση μεταφοράς και αφετέρου ως εγγράφου που ενσωματώνει το δικαίωμα κυριότητας επί των εμπορευμάτων που υπόκεινται στους όρους της σύμβασης αυτής, μόνο αν θεωρηθεί, στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου, ότι εμπεριέχει όλους τους όρους της σύμβασης και αν θεωρηθεί ότι οι όροι αυτοί ισχύουν πλήρως». Τίποτε άλλωστε δεν δικαιολογεί στην πρακτική τη σύνταξη ενός συμπληρωματικού εγγράφου για την απόδειξη μιας ειδικότερης συμφωνίας, όπως παραδείγματος χάρη της ρητής αποδοχής μιας ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας. Καμιά λογική βάση δεν υπάρχει εξάλλου για να γίνει διάκριση της ρήτρας αυτής από τις άλλες ρήτρες που περιέχει η φορτωτική, αφού μάλιστα η επιλογή δικαιοδοσίας μπορεί κάλλιστα να αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τον καθορισμό της έννοιας μιας σειράς άλλων ρητρών που περιέχονται στη φορτωτική. Έτσι, μια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας υπέρ των αγγλικών δικαστηρίων μπορεί θαυμάσια να υπαγορεύεται από το γεγονός ότι η ερμηνεία που δίνουν τα αγγλικά δικαστήρια σε ορισμένους ειδικούς όρους των συναλλαγών του ναυτικού δικαίου είναι επαρκώς γνωστή στους ναυτιλιακούς κύκλους. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου αναγνωρίζει ότι το ζήτημα του κατά πόσο η φορτωτική πρέπει να ενταχθεί μάλλον στην κατηγορία των προφορικών συμφωνιών με γραπτή επιβεβαίωση παρά στην κατηγορία των κατά κυριολεξία γραπτών συμφωνιών δεν έχει ακόμη λυθεί στην επιστήμη στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πάντως, το γεγονός αυτό δεν εξασθενίζει την προηγούμενη επιχειρηματολογία, αφού κατά το άρθρο 17 της σύμβασης των Βρυξελλών υπάρχουν και οι δύο δυνατότητες. Από το άρθρο 10 των κανόνων της Χάγης προκύπτει εξάλλου ότι η φορτωτική οπωσδήποτε αποτελεί είτε γραπτή συμφωνία είτε γραπτή επιβεβαίωση προφορικής συμφωνίας. Για την περίπτωση κατά την οποία δεν γίνει δεκτή η ερμηνεία αυτή, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου εφιστά την προσοχή του Δικαστηρίου στην τροποποίηση που επήλθε από τη σύμβαση του 1978, η οποία, όταν τεθεί σε ισχύ, θα καταστήσει απολύτως σαφές ότι μια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που 2424

8 TILLY RUSS / NOVA ορίζει το άρθρο 17 της σύμβασης ως προς τον τύπο. Σχετικά προσθέτει ότι το προδικαστικό ερώτημα αναφέρεται ρητά στα «γενικώς κρατούντα στον τομέα αυτό συναλλακτικά ήθη». Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, η κυ- 6έρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου υποστηρίζει καταρχάς ότι, σύμφωνα με θεμελιώδη αρχή του δικαίου των συμβάσεων, ο υποκαθιστάμενος σε έναν από τους συμβαλλομένους σε μια σύμβαση υπεισέρχεται σ' αυτή με τους ίδιους όρους που ίσχυαν ήδη και για τον αρχικό συμβαλλόμενο τον οποίο υποκαθιστά. Επομένως, αν μια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας δεσμεύει τους αρχικούς συμβαλλομένους, τότε δεσμεύει και τους διαδόχους τους, αφού μάλιστα η φορτωτική μεταβιβάζεται ελεύθερα. Και επειδή είναι προφανές ότι ο μεταφορέας δεν είναι δυνατόν να είναι συμβαλλόμενος κατά τη μεταβίβαση της φορτωτικής από τον ένα κάτοχο στον άλλο, αν οι ρήτρες διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχονται σε φορτωτική κηρύσσονταν ανίσχυρες, αυτό θα σήμαινε ότι οι μεταφορείς δεν μπορούν να στηρίζονται σε μια υποχρεωτική παρ' όλα αυτά συμφωνία με την οποία απονέμεται διεθνής δικαιοδοσία σε συγκεκριμένα δικαστήρια. Αναλύοντας στη συνέχεια τη νομολογία του Δικαστηρίου, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δηλώνει ότι έχει επίγνωση του γεγονότος ότι το Δικαστήριο ερμηνεύει στενά το άρ9ρο 17 και εξάλλου δεν αμφισβητεί την αρχή αυτή. Αυτή η στενή ερμηνεία όμως αναφέρεται στις τυπικές προϋποθέσεις του κύρους μιας συμφωνίας περί παρεκτάσεως διεθνούς δικαιοδοσίας. Η κυβέρνηση το Ηνωμένου Βασιλείου υπογραμμίζει τη σημασία που έχει για τις εμπορικές σχέσεις η δυνατότητα των μερών να παρεκτείνουν τη διεθνή δικαιοδοσία με συμφωνία τους. Ιδιαίτερη σημασία έχει επομένως το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το άρθρο 17 βάσει των όσον πράγματι συνηθίζονται στο εμπόριο, πράγμα το οποίο τονίζει ρητά ο Jénáid στην έκθεση του σχετικά με τη σύμβαση των Βρυξελλών. Το άρθρο 17 θα έχανε όμως σε σημαντικό βαθμό τη χρησιμότητα του αναφορικά με τις εμπορικές συναλλαγές, αν ο τρίτος κάτοχος δεν δεσμευόταν από τη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας. Από το γράμμα του άρθρου 17 προκύπτει βέβαια ότι διάδικοι πρέπει να είναι τα μέρη τα οποία συνομολόγησαν τη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας: το άρθρο 17 όμως δεν επιβάλλει να έχουν συνομολογήσει τα μέρη μια τέτοια ρήτρα inter se, τίποτε δεν αποκλείει τη σύναψη της συμφωνίας μέσω ενός ή περισσότερων τρίτων. Το Δικαστήριο έχει ήδη κάνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση σε θέματα σύμβασης ασφάλισης με την απόφαση του Geding Konzern, ιδίως με τη σκέψη 18. Προς υποστήριξη της άποψης της, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επικαλείται επίσης τα άρθρα 8 και 9 της σύμβασης του 1978, σύμφωνα με τα οποία ισχύει η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε σύμβαση ασφάλισης η οποία καλύπτει απώλειες ή ζημίες που υφίστανται εμπορεύματα κατά τη διάρκεια μεταφοράς ' δεδομένου ότι οι αρχές που διέπουν την υποχρέωση του πωλητή ως προς τη φορτωτική και ως προς τη σύμβαση ασφάλισης είναι ανάλογες, 9α ήταν επιζήμιο για το διεθνές εμπόριο η σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 να μη δέχεται ότι η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική είναι επίσης ισχυρή. Το Ηνωμένο Βασίλειο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική συγκεντρώνει τις τυπικές προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 17, τόσο ως προς τους αρχικούς συμβαλλομένους, όσο και ως προς τον τρίτο κομιστή της φορτωτικής». à) Παρατηρηθεί; r ης Επιτροπή; Η Επιτροπή τονίζει καταρχάς ότι τα προδικαστικά ερωτήματα δεν αναφέρονται στην αδιαμφισβήτητη υπεροχή του άρθρου 2425

9 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 17 της σύμβασης των Βρυξελλών έναντι των εθνικών κανόνων περί δικαιοδοσίας και ιδίως έναντι του άρθρου 91 του Wetboek van Koohandel [Εμπορικού Κώδικα], 6ι6λίο II (ναυσιπλοΐα στη θάλασσα και στα εσωτερικά ύδατα). Τα βελγικά δικαστήρια έχουν δεχτεί αυτή την υπεροχή από το Σεπτέμβριο 1976, εμμένοντας παρ' όλα αυτά στην απόρριψη των ρητρών διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχονται σε φορτωτικές, με το αιτιολογικό ότι δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που επιβάλλει το άρθρο 17 της σύμβασης των Βρυξελλών. Συμφωνώντας εν προκειμένω με τις αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το εν λόγω άρθρο 17 πρέπει να ερμηνευτεί στενά. Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο όταν πρόκειται για ρήτρες διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχονται σε φορτωτική, όπου το καθοριζόμενο δικαστήριο κατά κανόνα είναι το δικαστήριο του τόπου της έδρας της ναυτιλιακής εταιρείας, το οποίο τις περισσότερες φορές δεν παρουσιάζει κανένα ουσιώδη σύνδεσμο με τη μεταφορά και συνεπώς και με τη διαφορά. Η Επιτροπή προσθέτει ότι, αντίθετα με όσα αναφέρει το ερώτημα του βελγικού Hof van cassatie, κατά την ερμηνεία του άρθρου 17 δεν θα πρέπει να ληφθούν καθόλου υπόψη τα γενικώς κρατούντα συναλλακτικά ήθη στον οικείο τομέα των συναλλαγών. Πράγματι, κατά την άποψη της, η τεκμαιρόμενη κατά τα συναλλακτικά ήθη συμφωνία δεν συνιστά «συμφωνία» κατά την έννοια του άρθρου 17, το οποίο απαιτεί σαφή και ακριβή σύμπτωση βουλήσεων. Εξάλλου, οι αυστηρές προϋποθέσεις ως προς τον τύπο συμφωνία γραπτή ή με γραπτή επιβεβαίωση δεν μπορούν να γίνουν ελαστικότερες υπό την επίδραση των συναλλακτικών ηθών και πρέπει να ερμηνευτούν κατά τρόπο αυτόνομο και χωρίς επίκληση των συναλλακτικών ηθών. Από το ιστορικό των διαπραγματεύσεων της σύμβασης προσχώρησης του 1978 προκύπτει εξάλλου ότι το άρθρο 17 δεν επιτρέπει να αποδειχτεί η ύπαρξη «γραπτής συμφωνίας» διά των «συνηθειών», δεδομένου ότι το άρθρο αυτό συμπληρώθηκε με μια παράγραφο που ορίζει ότι στο διεθνές εμπόριο γίνεται δεκτή μια συμφωνία που έχει καταρτισθεί «υπό τύπο ανταποκρινόμενο στις συνήθειες του διεθνούς εμπορίου που τα μέρη γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν». Η εν λόγω σύμβαση προσχώρησης του 1978 δεν έχει όμως τεθεί ακόμη σε ισχύ. Αναλύοντας στη συνέχεια τη φύση της φορτωτικής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι πρόκειται για έγγραφο που χρησιμοποιείται διεθνώς στις θαλάσσιες μεταφορές και ότι, εκδιδόμενη από το μεταφορέα, αποτελεί «την απόδειξη της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ φορτωτή και θαλάσσιου μεταφορέα και όχι την ίδια τη συμφωνία». Η φορτωτική αποτελεί συχνά γραπτή επιβεβαίωση προφορικής συμφωνίας κατά την έννοια 17 της σύμβασης των Βρυξελλών. Πρέπει συνεπώς να εφαρμοστούν οι αρχές που έχουν διατυπωθεί από το Δικαστήριο στις υποθέσεις Ségoura και Salotti. Υπενθυμίζοντας ότι σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις ο φορτωτής δεν γνωρίζει τους όρους της φορτωτικής κατά τη σύναψη της σύμβασης μεταφοράς, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι υπ' αυτές τις συνθήκες η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας τότε μόνο ισχύει κατά την έννοια του άρθρου 17, όταν έχει γίνει ρητά και γραπτά αποδεκτή εκ μέρους του φορτωτή. Στην πράξη, όμως, σπάνια ο φορτωτής υπογράφει τη φορτωτική, και πάντως στην υπό κρίση περίπτωση δεν την υπέγραψε. Κατά συνέπεια, προκειμένου μια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας να ισχύει κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης των Βρυξελλών, πρέπει τα μέρη είτε να υπογράψουν επί της οπίσθιας όψης της φορτωτικής, όπου αναγράφεται αυτή η ρήτρα, είτε να υπογράψουν επί της εμπρόσθιας όψης δηλώνοντας ρητά τη βούληση τους να αποδεχτούν όλες τις ρήτρες και τους όρους που περιέχονται στη φορτωτική. Κατ' εξαίρεση μόνο, στην περίπτωση κατά την οποία ο φορτωτής και ο μεταφορέας διατηρούν συνήθεις εμπορικές σχέσεις, «θα ήταν αντί- 2426

10 TILLY RUSS / NOVA ί)ετο στην καλή πίστη ο φορτωτής να αρνηθεί την ύπαρξη παρέκτασης της διεθνούς δικαιοδοσίας, έστω και αν δεν υπάρχει γραπτή αποδοχή εκ μέρους του» (απόφαση Sėgoura). Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, η Επιτροπή εξετάζει διάφορες περιπτώσεις: Ι. Η φορτωτική αποτελεί αξιόγραφο, εμπορεύσιμο, που μπορεί να ενεχυρασθεί και που ενσωματώνει το δικαίωμα κυριότητας επί των εμπορευμάτων. Οι εμπορικές συναλλαγές απαιτούν οι όροι της φορτωτικής που δεσμεύουν το φορτωτή να μπορούν να αντιταχ9ούν και έναντι του τρίτου κομιστή της φορτωτικής. Πάντως, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας δεν συνιστά «συμφωνία» κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης των Βρυξελλών. 2. Η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας θεωρείται ως συμβατική ρήτρα. Στην περίπτωση αυτή, αν η φορτωτική έχει υπογραφεί από τον τρίτο κάτοχο, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας είναι ισχυρή κατά την έννοια του άρθρου 17 υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που καθορίστηκαν κατά την εξέταση του πρώτου ερωτήματος. Αν ο τρίτος κάτοχος δεν έχει υπογράψει τη φορτωτική, στις εθνικές έννομες τάξεις υπάρχουν διάφορες νομικές θεωρίες με βάση τις οποίες ο τρίτος κομιστής θεωρείται ότι δεσμεύεται από τις ρήτρες της φορτωτικής δυνάμει συμβάσεως. Στον εθνικό δικαστή εναπόκειται να αποφανθεί αν οι υποχρεώσεις του κομιστή πηγάζουν από σύμβαση, βάσει μιας από τις θεωρίες αυτές. Η Επιτροπή αναφέρει τρεις θεωρίες: Τη θεωρία της εκχωρήσεως, κατά την οποία ο φορτωτής εκχωρεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του στον τρίτο κομιστή. Η θεωρία αυτή αποτελεί αντικείμενο κριτικής, για το λόγο ότι ο τρίτος κάτοχος έχει ίδιο δικαίωμα και δεν ενεργεί ως διάδοχος του φορτωτή και ότι δεν μπορεί να προτείνει τις ενστάσεις του φορτωτή. Αν, μολαταύτα, το εθνικό δικαστήριο δεχτεί τη θεωρία αυτή, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να εφαρμοστεί βάσει του άρθρου 17 έναντι του τρίτου κατόχου υπό τον όρο ότι ισχύει και έναντι του φορτωτή και ότι η σύμβαση της εκχώρησης έχει συναφθεί έγκυρα. Τη θεωρία της σιωπηρής σύμβασης, κατά την οποία το γεγονός ότι ο τρίτος κομιστής αξιώνει την παράδοση των εμπορευμάτων βάσει της φορτωτικής συνιστά αποδοχή της πρότασης του θαλάσσιου μεταφορέα' μια τέτοια συμφωνία όμως, που ούτε έχει επιβεβαιωθεί γραπτά ούτε έχει γίνει αποδεκτή από τον τρίτο κομιστή, σε καμιά περίπτωση δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 17. Τη θεωρία της σύμβασης υπέρ τρίτου, κατά την οποία η φορτωτική περιέχει ρήτρες που συνομολογήθηκαν από το φορτωτή υπέρ του τρίτου κομιστή. Στην περίπτωση αυτή, ο τρίτος κομιστής μπορεί να επικαλεστεί τη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, που δεν μπορεί όμως να αντιταχθεί κατ' αυτού, αν αυτός προτιμήσει να ζητήσει έννομη προστασία από το δικαστή που έχει δικαιοδοσία βάσει των άρθρων 2, 5 και 6 της σύμβασης των Βρυξελλών. Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να δοθούν οι ακόλουθες απαντήσεις στα ερωτήματα που υπέβαλε το βελγικό Hof van cassatie: «Ερώτημα I Η φορτωτική που παραδίδεται από το θαλάσσιο μεταφορέα στο φορτωτή μπορεί να θεωρηθεί ως "συμφωνία με γραπτή επι- 2427

11 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 6ε6αίωση" μεταξύ των μερών κατά την έννοια του άρθρου 17. Η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας ισχύει αν οι συμβαλλόμενοι υπέγραψαν τη φορτωτική. Αν η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας περιέχεται μεταξύ των γενικών όρων, ο φορτωτής πρέπει να την έχει αποδεχτεί ρητά και γραπτά. Το κείμενο της φορτωτικής που υπογράφεται από τα μέρη πρέπει να παραπέμπει ρητά στους εν λόγω γενικούς όρους. Αν όμως ο θαλάσσιος μεταφορέας και ο φορτωτής διατηρούν συνήθεις εμπορικές σχέσεις, που διέπονται στο σύνολο τους από τους όρους της φορτωτικής του θαλάσσιου μεταφορέα, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας εφαρμόζεται έστω και αν δεν υπάρχει γραπτή αποδοχή. Ερώτημα 2 Η φορτωτική, την οποία παραδίδει ο θαλάσσιος μεταφορέας στο φορτωτή, μπορεί να θεωρηθεί ως "συμφωνία με γραπτή επιβεβαίωση" κατά την έννοια του άρθρου 17 έναντι του τρίτου κομιστή, μόνον αν ο τρίτος κομιστής δεσμεύεται βάσει συμβάσεως με το θαλάσσιο μεταφορέα δυνάμει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου και αν η φορτωτική, ως "γραπτή επιβεβαίωση της συμφωνίας αυτής", συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που ορίζει ως προς τον τύπο το άρθρο 17.» III Προφορική διαδικασία Οι αναιρεσίβλητες στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενες από το δικηγόρο Wijffels, η ιταλική κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Fiumara, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από το δικηγόρο Donaldson και τον Muttukumaru, και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή Van Houtte και τον Zimmermann, ανέπτυξαν προφορικά τις παρατηρήσεις τους και απάντησαν στις ερωτήσεις που τους έθεσε το Δικαστήριο κατά τη συνεδρίαση της 31ης Ιανουαρίου Η ιταλική κυοέρνηοη μετέβαλε κάπως την άποψη της επί του πρώτου ερωτήματος. Αφού τόνισε ότι θεωρεί ότι η φορτωτική αποτελεί έγγραφο, το οποίο αποδεικνύει την ύπαρξη της σύμβασης μεταφοράς, και ταυτόχρονα αξιόγραφο στο οποίο ενσωματώνεται το δικαίωμα κυριότητας επί των εμπορευμάτων, εξέφρασε την άποψη ότι η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας αποτελεί κατά κάποιο τρόπο προφορική ρήτρα επιβεβαιωμένη γραπτά, υπό την προϋπόθεση ότι φέρει την υπογραφή του συμβαλλομένου κατά του οποίου αντιτάσσεται και ότι ανήκει στους γενικούς όρους της σύμβασης. Υποστήριξε, κατά συνέπεια, ότι, αν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, δηλαδή αν η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας αποτελεί προφορική ρήτρα επιβεβαιωμένη γραπτά και υπογραμμένη είτε από το φορτωτή είτε από το ναυτικό πράκτορα και, αν αποτελεί έναν από τους γενικούς όρους της σύμβασης, τότε μπορεί να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης των Βρυξελλών. Ωστόσο, κατά την ιταλική κυβέρνηση, μόνο ο εθνικός δικαστής μπορεί να κρίνει αν υπάρχει πράγματι υπογραφή κατά την ανωτέρω έννοια, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο περιελήφθη η ρήτρα στη φορτωτική. Η ορετανική κυβέρνηση δήλωσε ότι πρόκειται για θεμελιώδες ζήτημα, για το λόγο βασικά ότι η επιλογή του αρμόδιου δικαστηρίου μπορεί να συνεπάγεται διαφορετικές λύσεις. Δεδομένου ότι η επιλογή αυτή είναι θεμελιώδους σημασίας για το διεθνές εμπόριο, οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται να συμμορφώνονται με αυτή την επιλογή. Δεν πρόκειται επομένως, κατά τη βρετανική κυβέρνηση, απλώς για ζήτημα νομικής πολιτικής. Ως προς το πρώτο σκέλος του ερωτήματος που υπέβαλε το βελγικό Hof van cassatie, η βρετανική κυβέρνηση είναι της γνώμης ότι πρέπει να περιοριστεί. Δεν θα έπρεπε 2428

12 TILLY RUSS / NOVA δηλαδή το σκέλος αυτό να αναφέρεται στη φορτωτική, αλλά αποκλειστικά στη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, και θα έπρεπε επομένως να διατυπωθεί ως εξής: περιελήφθη αυτή η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας στη φορτωτική κατά τρόπο που να αποδεικνύει ότι υπάρχει πράγματι συμφωνία μεταξύ των μερών, εφόσον ληφθεί επίσης υπόψη η καλή πίστη; Κατά τη βρετανική κυβέρνηση, η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από τα ακριβή πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν είναι γνωστά στην υπό κρίση διαφορά.ν Επομένως, κατά τη βρετανική κυβέρνηση, μόνο ο εθνικός δικαστής είναι σε θέση, στηριζόμενος στα ακριβή πραγματικά περιστατικά, να κρίνει τη φύση της φορτωτικής. Και μόνο αργότερα, σε μια δεύτερη φάση, υπεισέρχεται το κοινοτικό δίκαιο. Η βρετανική κυβέρνηση φρονεί, κατά συνέπεια, ότι δεν πρέπει να δοθεί γενική απάντηση σ* αυτό το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, διότι τα πραγματικά περιστατικά των υποθέσεων μπορούν να διαφέρουν κατά πολύ. Ο γενικός εισαγγελέας ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 21ης Μαρτίου Σκεπτικό ι Με διάταξη της 8ης Απριλίου 1983, που περιήλθε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 28 Απριλίου 1983, το Hof van cassatie του Βελγίου υπέβαλε, δυνάμει του πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1971, για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (στο εξής: η σύμβαση), προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 17 της σύμβασης αυτής. : Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της βελγικής ανώνυμης εταιρείας Gocminne Hout (στο εξής: ενάγουσας), αφενός, και της γερμανικής ναυτιλιακής εταιρείας Partenreederei ms. Tilly Russ, με έδρα το Αμβούργο, και του Ernest Russ, κατοίκου Αμβούργου (στο εξής: Tilly Russ), αφετέρου, και αναφέρεται στο κύρος ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας την οποία περιέχουν οι φορτωτικές CT 108 και CT 118 της 16ης Αυγούστου Όπως προκύπτει από τη δικογραφία, τις φορτωτικές αυτές εξέδωσε η Tolmar International Inc., Cleveland, ως πράκτορας της Europe Canada Lakes Line Ernest Russ North America Inc., Σικάγο, για λογαριασμό του μεταφορέα και εις διαταγήν του φορτωτή American Lumber International Inc., Union City, Πενσυλβανία, με τη μνεία «notify party» («να ειδοποιηθεί») η ενάγουσα και «exporting carrier» («εξάγων μεταφορέας») η Tilly Russ. 2429

13 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 3 Δεδομένου ότι, κατά την παράδοση του φορτίου στην Αμβέρσα στις 7 Σεπτεμβρίου 1976, η συσκευασία δύο παρτίδων ξυλείας είχε υποστεί ζημίες και έλειπαν δέκα περίπου σανίδες, η ενάγουσα αξίωσε ενώπιον του Rechtbank van Koophandel van het gerechtgelijk arrondissement Antwerpen την καταβολή αποζημιώσεως 304 δολαρίων ΗΠΑ. 4 Η Tilly Russ προέβαλε ένσταση ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου της Αμβέρσας, επικαλούμενη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, την οποία έφερε στην οπίσθια όψη της καθεμία από τις επίδικες φορτωτικές και η οποία όριζε ότι «any dispute arising under this bill of lading shall be decided by the Hamburg courts» («οποιαδήποτε διαφορά ανακύψει από την παρούσα φορτωτική θα κριθεί από τα δικαστήρια του Αμβούργου».) 5 Ωστόσο, με απόφαση της 31ης Οκτωβρίου 1978, το δικαστήριο της Αμβέρσας έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία και δέχτηκε την αγωγή της Geominne Hour αφού η απόφαση αυτή επικυρώθηκε με απόφαση του Hof van Beroep της Αμβέρσας, της 7ης Οκτωβρίου 1981, η Tilly Russ άσκησε την 1η Μαρτίου 1982 αναίρεση. 6 Σ' αυτό το πλαίσιο, το Hof van cassatie υπέβαλε το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: «Η φορτωτική, την οποία ο θαλάσσιος μεταφορέας παραδίδει στο φορτωτή, μπορεί, ενόψει των γενικώς κρατούντων στον τομέα αυτό συναλλακτικών ηθών, να θεωρηθεί ως "γραπτή συμφωνία" ή ως "συμφωνία με γραπτή επιβεβαίωση" μεταξύ των μερών κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ισχύει αυτό και έναντι του τρίτου κομιστή της φορτωτικής;» 7 Το ερώτημα αυτό πρέπει να νοηθεί ότι αφορά το ζήτημα αν η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας την οποία φέρουν οι φορτωτικές συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης, όσον αφορά, πρώτον, τη σχέση μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα και, δεύτερον, τη σχέση μεταξύ μεταφορέα και τρίτου κομιστή. Επί του πρώτου σκέλους του ερωτήματος 8 Κατά την ενάγουσα και κατά την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το άρθρο 17 της σύμβασης πρέπει να ερμηνευτεί υπό την έννοια ότι μια ρήτρα διε- 2430

14 TILLY RUSS / NOVA θνούς δικαιοδοσίας που δεν έχει γίνει ρητά αποδεκτή από το φορτωτή και το μεταφορέα δεν είναι έγκυρη κατά την έννοια της διάταξης αυτής. «Η Επιτροπή προσθέτει, ωστόσο, ότι, έστω και αν δεν είναι υπογεγραμμένη από το φορτωτή, μια τέτοια ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας μπορεί να είναι, παρ' όλα αυτά, έγκυρη κατά την έννοια του άρ3ρου 17 της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι μεταξύ των δύο μερών υπάρχουν διαρκείς εμπορικές σχέσεις. ιο Η ιταλική κυβέρνηση φρονεί ότι η φορτωτική αποτελεί έγγραφο που αποδεικνύει την ύπαρξη της σύμβασης μεταφοράς και ότι, επομένως, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας αποτελεί προφορική συμφωνία επιβεβαιωμένη γραπτά. Αν η ρήτρα υπογράφεται από το συμβαλλόμενο κατά του οποίου αντιτάσσεται και αν ανήκει στους γενικούς όρους της σύμβασης, τότε μπορεί να συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης. Πάντως, κατά την άποψη της, εναπόκειται στον εθνικό δικαστή να διαπιστώσει αν υπάρχει υπογραφή υπό την ανωτέρω έννοια, καθώς και υπό ποιες περιστάσεις περιελήφθη η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας στη φορτωτική. ιι Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η βρετανική κυβέρνηση, αφού τόνισε τη θεμελιώδη σημασία του προβλήματος, υποστήριξε ότι η διατύπωση του ερωτήματος του εθνικού δικαστή πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας περιελήφθη στη φορτωτική κατά τρόπο τέτοιο που να αποδεικνύει ότι υπάρχει πράγματι συμφωνία μεταξύ των μερών, λαμβανομένης υπόψη της καλής πίστεως; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα ήταν δυνατή, κατά τη βρετανική κυβέρνηση, μόνο αν ήταν γνωστά με ακρίβεια τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης στην κύρια δίκη επειδή όμως αυτά δεν έχουν αποδειχτεί εν προκειμένω, πρέπει να μη δοθεί γενική απάντηση σ' αυτό το πρώτο ερώτημα, για το λόγο ότι υπάρχουν διάφορες δυνατότητες, και να αφεθεί στον εθνικό δικαστή η μέριμνα να δώσει συγκεκριμένη απάντηση, ανάλογα με τη φύση της φορτωτικής. ι: Πρέπει καταρχάς να υπομνηστεί ότι, κατά το άρθρο 17, πρώτη παράγραφος, της συμβάσεως, όπως ισχύει σήμερα, «αν τα μέρη, από τα οποία ένα τουλάχιστον έχει την κατοικία του στο έδαφος συμβαλλόμενου κράτους, συμφώνησαν, είτε γραπτά είτε προφορικά με γραπτή επιβεβαίωση, ότι ένα δικαστήριο ή τα δικαστήρια συμβαλλόμενου κράτος θα δικάζουν τις διαφορές που έχουν προκύψει ή 2431

15 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 θα προκύψουν από συγκεκριμένη έννομη σχέση, το δικαστήριο αυτό ή τα δικαστήρια του κράτους αυτού έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία». 13 Πρέπει ευθύς εξαρχής να παρατηρηθεί ότι, για να εφαρμοστεί το άρθρο 17 της σύμβασης, πρέπει απαραιτήτως ένα τουλάχιστον από τα μέρη να έχει την κατοικία του στο έδαφος συμβαλλόμενου κράτους, πράγμα που εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να διαπιστώσει. Μ Όπως δέχτηκε το Δικαστήριο με τις αποφάσεις του της 14ης Δεκεμβρίου 1976 (Salotti, 24/76, Jurispr. σ. 1831, και Segoura, 25/76, Jurispr. σ. 1851) και της 6ης Μαΐου 1980 (Porta Leasing, 784/79, Jurispr. σ. 1517), οι προϋποθέσεις από τις οποίες το άρθρο 17 εξαρτά το κύρος των ρητρών διεθνούς δικαιοδοσίας ερμηνεύονται στενά, διότι σκοπός του εν λόγω άρθρου 17 είναι να εξασφαλιστεί ότι η σύμπτωση βουλήσεως των μερών ως προς αυτή τη ρήτρα, η οποία κατά παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας αποτελεί παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες προσδιορισμού της δικαιοδοσίας που καθιερώνονται στα άρθρα 2, 5 και 6 της σύμβασης, είναι πράγματι αποδεδειγμένη και εκδηλώνεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο. u Προκειμένου να κριθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 17, πρέπει να εξεταστεί χωριστά αν η σύμπτωση βουλήσεως των μερών ως προς την απονομή διεθνούς δικαιοδοσίας εκδηλώθηκε με τη μορφή γραπτής συμφωνίας ή με τη μορφή προφορικής συμφωνίας με γραπτή επιβεβαίωση. 16 Πρώτον, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, προκειμένου για ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιλαμβάνεται στους έντυπους όρους φορτωτικής, η οποία υπογράφεται από το μεταφορέα, τότε μόνο πληρούται η προϋπόθεση της «γραπτής συμφωνίας» κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης, όταν ο φορτωτής εξέφρασε γραπτά τη συμφωνία του με τους όρους που περιέχουν την εν λόγω ρήτρα, είτε επ' αυτού του ίδιου του αξιόγραφου είτε με ξεχωριστό έγγραφο. Πρέπει να προστεθεί ότι η εκτύπωση και μόνο στην οπίσθια όψη του εντύπου της φορτωτικής ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας δεν ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης, εφόσον με τον τρόπο αυτό δεν παρέχεται καμιά εγγύηση για το ότι ο αντισυμβαλλόμενος όντως συμφώνησε με τη ρήτρα που εισάγει απόκλιση από τους γενικούς κανόνες που θεσπίζει η σύμβαση ως προς τη διεθνή δικαιοδοσία. 2432

16 TILLY RUSS / NOVA 17 Δεύτερον, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, αν αποδεικνύεται ότι η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, που περιέχεται στους όρους που είναι τυπωμένοι επί της φορτωτικής, είχε προηγουμένως συνομολογηθεί προφορικά μεταξύ των δύο μερών, τα οποία ρητά συμφώνησαν ως προς αυτή, η δε φορτωτική, υπογραφόμενη από το μεταφορέα, πρέπει να θεωρηθεί ως γραπτή επιβεβαίωση της συμφωνίας αυτής, η ρήτρα αυτή συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης, έστω και αν δεν υπογράφεται από το φορτωτή και φέρει, επομένως, μόνο την υπογραφή του μεταφορέα. Πράγματι, έτσι όχι μόνο τηρείται το γράμμα του άρθρου 17, το οποίο ρητά προβλέπει τη δυνατότητα προφορικής συμφωνίας με γραπτή επιβεβαίωση, αλλά και ο σκοπός του, που έγκειται στην εξασφάλιση του ότι πράγματι αποδεικνύεται η σύμπτωση βουλήσεως μεταξύ των δύο μερών. 18 Τέλος, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που δεν υπογράφεται από το φορτωτή μπορεί ωστόσο να ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης, έστω και αν δεν υπάρχει προηγούμενη προφορική συμφωνία ως προς την εν λόγω ρήτρα, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι η έκδοση της φορτωτικής εντάσσεται στο πλαίσιο διαρκών εμπορικών σχέσεων μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα και εφόσον προκύπτει ότι οι σχέσεις αυτές διέπονται στο σύνολο τους από γενικούς όρους, μεταξύ των οποίων και αυτή η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας του συντάκτη της γραπτής επιβεβαίωσης, εν προκειμένω του μεταφορέα (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Ségoura), και εφόσον οι φορτωτικές εκδίδονται όλες επί εντύπων που είναι τυπωμένα εκ των προτέρων και περιέχουν πάγια την εν λόγω ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας. Στην περίπτωση αυτή, θα ήταν αντίθετο προς την καλή πίστη να θεωρηθεί ότι δεν υπάρχει παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας. 19 Επομένως, στο πρώτο σκέλος του υποβληθέντος ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται στους έντυπους όρους φορτωτικής συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης αν τα δύο μέρη εξέφρασαν γραπτά τη συμφωνία τους με τους όρους της φορτωτικής, στους οποίους περιλαμβάνεται η εν λόγω ρήτρα" ή αν υπάρχει προηγούμενη προφορική συμφωνία των μερών που αναφέρεται ρητά στη ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας, η δε φορτωτική, υπογραφόμενη από το μεταφορέα, πρέπει να λογισθεί ως γραπτή επιβεβαίωση της συμφωνίας αυτής" 2433

17 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 71/83 ή αν η φορτωτική εντάσσεται στο πλαίσιο διαρκών εμπορικών σχέσεων μεταξύ των μερών, και εφόσον αποδεικνύεται ότι οι εν λόγω σχέσεις διέπονται από γενικούς όρους που περιλαμβάνουν αυτή τη ρήτρα. Επί του δευτέρου σκέλους του ερωτήματος 20 Όσον αφορά το κύρος της ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας στη σχέση μεταξύ φορτωτή και τρίτου κομιστή, η ενάγουσα και η Επιτροπή φρονούν ότι, αν ο τρίτος κομιστής δεν έχει υπογράψει τη φορτωτική, η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σ' αυτή δεν μπορεί να αντιταχθεί κατ' αυτού για το λόγο ότι δεν αποδεικνύεται η συμφωνία μεταξύ των δύο μερών. 2ΐ Κατά την Επιτροπή, μπορεί να υπάρξει απόκλιση απ' αυτό τον κανόνα μόνο αν στην οικεία εθνική έννομη τάξη γίνεται δεκτή θεωρία της εκχωρήσεως, κατά την οποία ο φορτωτής εκχωρεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του στον τρίτο κομιστή. 22 Οι κυβερνήσεις της Ιταλικής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούν ότι, εφόσον η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας ισχύει μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα, πρέπει να ισχύει εξίσου και έναντι του τρίτου κομιστή της φορτωτικής, για το λόγο βασικά ότι ο τελευταίος, αποκτώντας τη φορτωτική, μπορεί βεβαίως να ασκήσει τα δικαιώματα που αναφέρονται σ' αυτή, αλλά και υπόκειται αντίστοιχα στις υποχρεώσεις και τους περιορισμούς που απορρέουν απ' αυτή' οι δύο κυβερνήσεις στηρίζουν την άποψη τους στην απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Ιουλίου 1983 (Gerling Konzern, 201/82, Συλλογή σ. 2503). 23 Πρέπει καταρχάς να γίνει δεκτό ότι η υπόθεση Gerling Konzern αναφερόταν στη δυνατότητα τρίτου που δεν μετέχει σε σύμβαση ασφαλίσεως, τον οποίο όμως ο ασφαλιζόμενος κατέστησε δικαιούχο από σύμβαση υπέρ τρίτου, να επικαλεστεί ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας έναντι του ασφαλιστή, ρήτρα εμπνεόμενη, όπως επισήμανε το Δικαστήριο, από τη μέριμνα για την προστασία του ασφαλισμένου που «είναι το οικονομικά ασθενέστερο πρόσωπο». Οι ίδιες σκέψεις δεν είναι κατ' ανάγκη πρόσφορες και στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. 2434

18 TILLY RUSS / NOVA 24 Εφόσον η ρήτρα διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική είναι έγκυρη, κατά την έννοια του άρθρου 17 της σύμβασης, στα πλαίσια της σχέσης μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα, και εφόσον ο τρίτος κομιστής, αποκτώντας τη φορτωτική, διεδέχθη το φορτωτή στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του δυνάμει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, η τυχόν απαλλαγή του τρίτου κομιστή από την υποχρέωση υπαγωγής σε ορισμένη δικαιοδοσία, η οποία απορρέει από τη φορτωτική, για το λόγο ότι δεν συμφώνησε με αυτό τον όρο, είναι ξένη προς το σκοπό του άρθρου 17, που είναι η εξουδετέρωση των αποτελεσμάτων ρητρών που υπάρχει κίνδυνος να περάσουν απαρατήρητες κατά τη σύναψη συμβάσεων. 25 Πράγματι, στην περίπτωση αυτή, η κτήση της φορτωτικής δεν μπορεί να επαγάγει στον τρίτο κομιστή περισσότερα δικαιώματα από όσα είχε ο φορτωτής. Ο τρίτος κομιστής καθίσταται έτσι ταυτοχρόνως φορέας όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που αναφέρονται επί της φορτωτικής, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις οι σχετικές με την παρέκταση της διεθνούς δικαιοδοσίας. 26 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι στην περίπτωση ρήτρας διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχεται σε φορτωτική, οι προϋποθέσεις του άρθρου 17 της σύμβασης πληρούνται, εφόσον έχει αναγνωριστεί το κύρος της ρήτρας αυτής μεταξύ φορτωτή και μεταφορέα και εφόσον, δυνάμει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, ο τρίτος κομιστής, αποκτώντας τη φορτωτική, έχει διαδεχτεί το φορτωτή στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Επί των δικαστικών εξόδων 27 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι κυβερνήσεις της Ιταλικής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει, ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης, το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος, που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. 2435

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς κατ' ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 25/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του BUNDESGERICHTSHOF προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2000 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9.11.2000 ΥΠΟΘΕΣΗ C-387/98 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2000 * Στην υπόθεση C-387/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 18. 3. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 24/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 * Στην υπόθεση 24/85, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * HUMBLOT / DIRECTEUR DES SERVICES FISCAUX ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * Στην υπόθεση 112/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Belfort, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * Στην υπόθεση C-518/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Bruxelles (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, βάσει του Πρωτοκόλλου της 3ης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Ιουνίου 1978 * Στην υπόθεση 150/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας (πρώτο πολιτικό τμήμα) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 * BARRA /ΒΕΛΓΙΟ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 * Στην υπόθεση 309/85, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του προέδρου του Tribunal de première instance της Λιέγης, δικάζοντος κατά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2005 (*) «Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» Στην υπόθεση C-104/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες, κατ' HAEGEMAN ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 30ής Απριλίου 1974 Στην υπόθεση 181/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de première instance των Βρυξελλών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση κατ' CENTRAFARM ΚΑΤΑ WINTHROP ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Οκτωβρίου 1974 * Στην υπόθεση 16/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του HOGE RAAD των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-123/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesgerichtshof (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/95. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/95. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 20. 2.1997 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/95 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 * Στην υπόθεση C-106/95, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesgerichtshof προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης κατ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 30.11.1976 21/76 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 21/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του GERECHTSHOF (εφετείου) της Χάγης προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 14. 3. 1991 ΥΠΟΘΕΣΗ C-361/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * Στην υπόθεση C-361/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Μαρτίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Μαρτίου 1992 * POWELL DUFFRYN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Μαρτίου 1992 * Στην υπόθεση C-214/89, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Oberlandesgericht Koblenz προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του Πρωτοκόλλου

Διαβάστε περισσότερα

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 * VAN DE BIJL/STAATSSECRETARIS VAN ECONOMISCHE ZAKEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση 130/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του College van Beroep voor het

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * HANSA FLEISCH ERNST MUNDT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-156/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht (Ομοσπονδιακή

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία το

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία το ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουνίου 1978 * Στην υπόθεση 149/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation του Βελγίου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * METALSA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * Στην υπόθεση C-312/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του giudice per le indagini preliminari του Tribunale di Milano προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΗ (BILL OF LADING)

ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΗ (BILL OF LADING) ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ, ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΣΚΑΦΩΝ ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΗ (BILL OF LADING) Η φορτωτική (bill of

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 * PRETORE DI SALÒ / X ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 14/86, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Pretura του Salò προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2. 2. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 186/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 186/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της επιτροπής αποζημιώσεως θυμάτων εγκλήματος του Tribunal de

Διαβάστε περισσότερα

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και κατ' * Γλωσσά διαδικασίας: η ολλανδική CENTRAFARM BV ΚΑΙ ADRIAAN DE PEIJPER ΚΑΤΑ STERLING DRUG INC. ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Οκτωβρίου 1974 * Στην υπόθεση 15/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987 * DEMIREL/ΔΗΜΟΣ SCHWÄBISCH GMÜND ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987 * Στην υπόθεση 12/86, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht (διοικητικού δικαστηρίου) της Στουτγάρδης προς

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * TORFAEN BOROUGH COUNCIL/Β & Q PLC ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-145/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cwmbran Magistrates' Court του Ηνωμένου Βασιλείου

Διαβάστε περισσότερα

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 17. 6. 1992 - ΥΠΟΘΕΣΗ C-26/9I ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 * Στην υπόθεση C-26/91, η οποία έ^ει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλικής Δημοκρατίας προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 14. 7. 1988 ΥΠΟΘΕΣΗ 254/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 * Στην υπόθεση 254/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Alençon προς

Διαβάστε περισσότερα

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 * GREENWICH FILM PRODUCTION KATA SACEM ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Οκτωβρίου 1979 * Στην υπόθεση 22/79, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE), ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2006 (*) «Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα Οδηγία 93/83/ΕΟΚ Άρθρο 9, παράγραφος 2 Έκταση των εξουσιών μιας εταιρείας συλλογικής διαχειρίσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές 21.4.93 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθ. L 95/29 ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 * WARNER BROTHERS/CHRISTIANSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 * Στην υπόθεση 158/86, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Østre Landsret της Κοπεγχάγης προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης 14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης Υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο

Διαβάστε περισσότερα

INTERNATIONAL FRUIT COMPANY ΚΑΤΑ PRODUKTSCHAP VOOR GROENTEN EN FRUIT ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

INTERNATIONAL FRUIT COMPANY ΚΑΤΑ PRODUKTSCHAP VOOR GROENTEN EN FRUIT ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ INTERNATIONAL FRUIT COMPANY ΚΑΤΑ PRODUKTSCHAP VOOR GROENTEN EN FRUIT ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1972 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 21/72 έως 24/72, που έχουν ως

Διαβάστε περισσότερα

της 19ης Νοεμβρίου 1975 *

της 19ης Νοεμβρίου 1975 * ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Νοεμβρίου 1975 * Στην υπόθεση 38/75, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Tariefcommissie προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία

Διαβάστε περισσότερα

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2017 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2016/0190 (CNS) 9317/17 JUSTCIV 113 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Προεδρία αριθ. προηγ. εγγρ.: WK 5263/17 Αριθ.

Διαβάστε περισσότερα

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού Θεματική μονάδα 2 Διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως σε διαδικασίες οικογενειακού δικαίου περιεχόμενο

Διαβάστε περισσότερα

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 23ης Νοεμβρίου 1978* Στην υπόθεση 7/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Court of Appeal (Criminal Division) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 23.2.2009 COM(2009)81 τελικό 2009/0023 (CNS) C6-0101/09 Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη σύναψη εκ µέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας του πρωτοκόλλου σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * NUSSBAUMER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * Στην υπόθεση C-224/09, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunale

Διαβάστε περισσότερα

Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία έγκρισης περιγράφεται εξαντλητικά στις Συνθήκες. Κατά βάση είναι οι εξής:

Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία έγκρισης περιγράφεται εξαντλητικά στις Συνθήκες. Κατά βάση είναι οι εξής: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων 21.9.2012 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ σχετικά με τον Κανονισμό όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων Εισηγητής: Rafał

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 204-209 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(206)0260 Επικύρωση και προσχώρηση στο πρωτόκολλο του 200 της σύμβασης επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών με εξαίρεση τις πτυχές δικαστικής συνεργασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 * UNIVERSITÄT STUTTGART/ HAUPTZOLLAMT STUTTGART-OST ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 * Στην υπόθεση 303/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Finanzgericht Baden-Württemberg

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2019 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Στις 29 Μαρτίου 2017 το Ηνωμένο Βασίλειο

Διαβάστε περισσότερα

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2002 (1) «Διάρκεια προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - Εφαρμογή σε δικαίωμα δημιουργού

Διαβάστε περισσότερα

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ' J γ Αριθμός απόφασης V* > 3 3 0 /2014 ^ 1 r ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * Στην υπόθεση C-231/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 29 Μαΐου 2019 (OR. en) 14707/03 DCL 1 JUSTCIV 242 AΠΟΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ του εγγράφου: 14707/03 /EU RESTRICTED Με ημερομηνία: 17 Νοεμβρίου 2003 νέος χαρακτηρισμός:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 10. 1997 ΥΠΟΘΕΣΗ C-152/95 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-152/95, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal administratif d'amiens (Γαλλία)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 27. 3. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-I26/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 * Στην υπόθεση C-126/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του High Court of Justice προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Απριλίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Απριλίου 1987 * BASSET/SACEM ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Απριλίου 1987 * Στην υπόθεση 402/85, που έχει ως αντικείμενο αίτηση που υπέβαλε στο Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, το Cour d' appel

Διαβάστε περισσότερα

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 30 Ιανουαρίου 2014 (04.02) (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2013/0268 (COD) SN 1316/14 LIMITE ΣΗΜΕΙΩΜΑ Θέμα: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ..../20.. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Φεβρουαρίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Φεβρουαρίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Φεβρουαρίου 1986 * Στην υπόθεση 152/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Court of Appeal του Ηνωμένου Βασιλείου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote>

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Ιουνίου 1966* Στην υπόθεση 51/65, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του cour d'appel (πρώτο τμήμα) de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2002 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Μη προσχώρηση εμπροθέσμως στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων

Διαβάστε περισσότερα

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ κατ' WALRAVE κ.λπ. ΚΑΤΑ ASSOCIATION UNION CYCLISTE INTERNATIONALE κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 36/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 * DENILAULER KATA COUCHET FRÈRES ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1980 * Στην υπόθεση 125/79, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Oberlandesgericht Frankfurt am Main προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-170/98, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Frank Benyon, νομικό σύμβουλο,

Διαβάστε περισσότερα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 605 final.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 605 final. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 2017 (OR. en) 13490/17 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: Θέμα: CDN 6 DAPIX 337 DATAPROTECT 163

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΠΛΟΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΠΛΟΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΠΛΟΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ Η παρούσα Σύμβαση (αποκαλούμενη στο εξής «Σύμβαση»), συναφθείσα την..., 2018, μεταξύ Αφενός της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 24. 1. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 341/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 341/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Landgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 22. 2. 1984 - ΥΠΟΘΕΣΗ 70/83 του. Πράγματι η οδηγία 78/583 της 26ης Ιανουαρίου 1978, η οποία παρατείνει μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1979 την προθεσμία για την εκτέλεση της οδηγίας 77/388, δεν έχει

Διαβάστε περισσότερα

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας Υπόθεση C-459/03 Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας «Παράβαση κράτους μέλους Σύμβαση δίκαιο της θάλασσας Μέρος XII Προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος Καθεστώς διευθετήσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-342/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-342/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 * THE QUEEN / TREASURY COMMISSIONERS OF INL GENERAL TRUST PLC REVENUE, EX PARTE DAILY MAIL ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 * Στην υπόθεση 81/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του High

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 22. 11. 2001 ΥΠΟΘΕΣΗ C-184/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στην υπόθεση C-184/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de première instance de Charleroi

Διαβάστε περισσότερα

Η άποψη του Δικαστηρίου

Η άποψη του Δικαστηρίου ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ Η άποψη του Δικαστηρίου Επί του παραδεκτού της αιτήσεως γνωμοδοτήσεως 1 Η Ιρλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1978 * Στην υπόθεση 106/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Susa (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους K. Lenaerts (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, T. von Danwitz, E. Juhász, Γ. Αρέστη και J. Malenovský, δικαστές,

συγκείμενο από τους K. Lenaerts (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, T. von Danwitz, E. Juhász, Γ. Αρέστη και J. Malenovský, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 2009 (*) «Διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 Ειδικές βάσεις διεθνούς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 6.8.2018 COM(2018) 574 final 2018/0303 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12 + Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :0 ΦΕΚ Α` ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2735 Διεθνής Εμπορική Διαιτησία. Αρθρο

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 27.10.2015 COM(2015) 549 final 2015/0255 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ευρωπαϊκή επιτροπή

Διαβάστε περισσότερα