"τα ντριγκιντένια" 6+1 παραμύθια



Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

τρεις ενότητες θεατρικής μουσικής

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Το παραμύθι της αγάπης

Η ιστορία του δάσους

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη


ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

Όπου η Μαριόν μεγαλώνει αλλά όχι πολύ σε μια βόρεια πόλη

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

σχολείο, και να πάει στο κάστρο στην άλλη άκρη της πόλης για να γίνει μάγισσα. Από τότε καταράστηκε το σχολείο. Τα παιδιά έγιναν μελαγχολικά και

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

T: Έλενα Περικλέους

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΤΟ ΜΟΙΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΔΩΡΩΝ. Δυο μέρες πριν τα Χριστούγεννα, όλος ο κόσμος τρέχει στα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ

Η ιστορία του Φερδινάνδου Συγγραφέας: Μούνρω Λιφ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Μια ιστορία αγάπης και ελπίδας

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Μια φορά κι έναν καιρό

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Το σπίτι μου. Ένα σπίτι θα χτίσω. στο βουνό στην μοναξιά και στη σιωπή. στα δέντρα και την πρασινάδα με μεγάλη αυλή. Μάλλον δε θα το χτίσω εκεί.

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Transcript:

Ειρήνης Χηράτου τα ντριγκιντένια 6+1 παραμύθια µε την ευγενική χορηγία "τα ντριγκιντένια" 6+1 παραμύθια εικονογράφηση Άρης Καρμπόνε

Ειρήνης Χηράτου τα ντριγκιντένια 6+1 παραμύθια

Ειρήνης Χηράτου τα ντριγκιντένια 6+1 παραμύθια με την ευγενική χορηγία 1) Πόλη των χρωμάτων 2) Ο Σπιρτόσι 3) Ριγούλα 4) Κατοχώρα 5) Μερμυγκούπολη 6) Μπαλονία 7) Μάγισσα Του Να 3

Ντρίγκι-ντρογκ τα ντριγκιντένια, σε μια χώρα τσιμεντένια στάζουν χίλια παραμύθια που έχουν όλα μιαν αλήθεια, την αλήθεια της Αγάπης, γι αυτό σώπα για να μάθεις την αλήθεια της Μαιρούλας, την αξία της Ριγούλας, του Σπιρτόσι την αντρεία κι ας μη βρέθηκε στην Τροία κι αν δεις φώτα να κεντάνε τα βουνά της Μπαλονίας, μη σκοντάψεις και αλλάξεις της πορείας σου το νήμα, ακολούθησε τη ρίμα... -Αταξία μα και τάξη σ έναν κόσμο δίχως τάξη- Στα βουνά της φαντασίας μυστικά της ανταρσίας, αταξία, φως και τάξη, μα ο κόσμος για ν αλλάξει θέλει πάντα φαντασία, τι Ευρώπη, τι Ασία. Στα βουνά της Μπαλονίας, μια βροχή παρανομίας βρέχει χίλια παραμύθια που φωτίζουν την αλήθεια την παράτολμη της τάξης, άκουσέ την για ν αλλάξεις ένα κόσμο τσιμεντένιο, σ ένα κόσμο φιλντισένιο... Ντρίγκι-ντρογκ τα ντριγκιντένια, σε μια χώρα φιλντισένια βρέχει φως και φυσαλλίδες, άκουσε και πες τι είδες... δημιουργία μοιάζει με τρένο μυστηρίου μα όταν στα βαγόνια Η της ταξιδεύουν ιστορίες για ένα κοινό τόσο ξεχωριστό όπως είναι τα παιδιά, τότε έρχονται να σε συναντήσουν χρώματα και μυρωδιές, εκπλήξεις, ανατροπές και αλήθειες αποκαλυπτικές! Αν τα καταφέρεις στη διαδρομή έχεις σίγουρα πιθανότητες να ελπίζεις και σ ένα επόμενο ταξίδι κι αυτό είναι κάτι! Η αγωνία όμως είναι πάντα μεγάλη, γιατί στο θίασο του σοβαρού αυτού τσίρκου που λέγεται πεζή καθημερινότητα ανήκουμε όλοι! Είπα όλοι; Θα πέσει η γιαγιά μου από ψηλά και θα με πλακώσει! Ευχαριστώ την αγαπημένη μου γιαγιά Μαρία, που με έμαθε να αγαπώ τα ψέματα! Ηρούλα μου, όλα αυτά είναι αληθινά! Μου έλεγε κάθε φορά χαμογελώντας πονηρά και μου εξιστορούσε ένα σωρό παραμύθια που έβγαζε πάντα απ το μυαλό της! Κάποια στιγμή, όλοι γύρω μου την έκλαψαν, εγώ όμως όχι! Κράτησα το πονηρό χαμόγελό της και από τότε, χαίρομαι σαν παιδί όταν το συναντώ! Όταν είδα τα παραμύθια μου να παίρνουν χρώμα και οστά στα σχέδια του Άρη του Καρμπόνε, μια τέτοια χαρά πήρα! Καλέ ο άνθρωπος έχει το ίδιο χαμόγελο με τη γιαγιά μου τη Μαρία την παραμυθατζού -είπα δυνατά στη γάτα μου την Τατού- κι εκείνη έκανε τρεις ευτυχισμένες κουλούρες! Άρη μου σ ευχαριστώ, γιαγιά μου σ αγαπώ κι εσάς παιδιά επίσης! Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω την φίλη και εξαίρετη ηθοποιό Άρτεμη Αποστολοπούλου που πίστεψε στα παραμύθια αυτά και είχε την ιδέα να ζωντανέψουμε τους ήρωες τους σαν τις παλιές καλές μέρες ραδιοφώνου, αλλά και την αδερφή μου κ. Καίτη Μηχαηλίδου που βοήθησε τους ήρωες να βρούν τον δρόμο τους και είναι πάντα δίπλα μας. Ειρήνη Χηράτου 5

Η πόλη των χρωμάτων Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα χελιδόνι. Το τελευταίο που είχε απομείνει! Ένα χελιδόνι διαφορετικό: Από πάνω άσπρο, από κάτω άσπρο, δηλαδή ολόλευκο! Πέταγε παντού!!! Μια φορά κι έναν καιρό, στην πιο μικρή σοφίτα μιας πόλης φοβισμένης, ζούσε κι ένα ποντίκι. Το τελευταίο που είχε απομείνει! Ένα ποντίκι μικρό και διαφορετικό: Από πάνω άσπρο, από κάτω μαύρο, δηλαδή γκρίζο! Πάντα κρυβότανε!!! Μ ια φορά κι έναν καιρό, στην πιο μεγάλη πισίνα μιας πόλης που αντί για σπίτια είχε μόνο σοφίτες και πισίνες, ζούσε και ένας άρχοντας, ο Πρόεδρος- Κροκόδειλος : Από πάνω μαύρος, από κάτω μαύρος, δηλαδή κατάμαυρος! Και όταν θύμωνε, γινόταν κατακόκκινος, ίδιος με το χρώμα της φωτιάς!!! Στην πόλη αυτή, που αντί για σπίτια είχε μόνο σοφίτες και πισίνες, ζούσαν επίσης χιλιάδες άνθρωποι φοβισμένοι: Άλλοι άσπροι, άλλοι μαύροι, άλλοι κίτρινοι, και κάποιοι ροζ! Οι κάτοικοι της πόλης, μισούσαν ο ένας τον άλλο γιατί ήταν φοβισμένοι!!! Και όλοι έτρεχαν! Έτρεχαν με βάρδιες, μέρα-νύχτα, νύχτα-μέρα, και έκαναν όλοι τους την ίδια δουλειά: Καθάριζαν τις μικρές τους πισίνες καθώς επίσης και την μεγάλη πισίνα του άρχοντα Προέδρου-Κροκόδειλου που όλοι έτρεμαν! Τα παιδιά, ήταν κι αυτά φοβισμένα! Αλλά ήταν επίσης και συγχισμένα και χαρούμενα και θυμωμένα και άτακτα, γιατί ήτανε παιδιά! Στο σχολειό πάντως τους μάθαιναν πως θα πρέπει να φροντίζουν να είναι καλά παιδιά και να αγαπούν όλα τα πλάσματα της μικρούλας γης: Τους ανθρώπους, ότι χρώμα κι αν είχαν, τα πουλιά, τα μικρά ποντίκια, αλλά και τον κύριο Πρόεδρο-Κροκόδειλο γιατί ήταν ο πρόεδρος!!! Όμως οι μεγάλοι έτρεχαν μέρα-νύχτα και νύχτα-μέρα και δεν έπαιζαν μαζί τους! Οι άσπροι μισούσαν τους μαύρους, οι μαύροι τους κίτρινους και οι κίτρινοι τους ροζ! Τα πουλιά ήταν εξαφανισμένα και όσο για ποντίκι, δεν είδαν στη ζωή τους ποτέ! Και γι αυτό τα περισσότερα παιδιά πίστευαν για τα ποντίκια, πως είναι μάλλον τόσο μικρά, που είναι αδύνατο να τα δει κανείς! Τι μεγάλη σύγχιση! Πώς μπορούν τα παιδιά να γνωρίσουν τον κόσμο, όταν υπάρχει τόσο μίσος γύρω τους; Αυτά έλεγε στον ουρανό συχνά-πυκνά το ολόλευκο χελιδόνι και πέταγε ανέμελα ανάμεσα στα άσπρα σύννεφα! Και όταν ο Πρόεδρος-Κροκόδειλος θύμωνε και γινόταν κατακόκκινος σαν το χρώμα της φωτιάς, έφευγε και πήγαινε σε άλλη πόλη! Να μη βλέπει και να μην ακούει το θυμό και το φόβο των ανθρώπων... Το ποντίκι πάλι, που από πάνω ήταν άσπρο και από κάτω μαύρο, δηλαδή γκρίζο, έβλεπε παγιδευμένο απ την σοφίτα του το χελιδόνι να σκίζει ελεύθερο τον αέρα και δάκρυζε Τι μεγάλη σύγχιση! Πως μπορούν τα παιδιά να με αγαπήσουν, αφού συνέχεια κρύβομαι και δε με γνώρισαν ποτέ; Σκεφτόταν λυπημένο και μαζευόταν στη μικρή γωνιά του, να μη βλέπει και να μην ακούει το θυμό και το φόβο 7

Σπιρτόσι Μια φορά κι έναν καιρό, δες! Κυλάει το νερό Σε μια χώρα όλο δέντρα, άκουσε και κάτσε μέτρα, ζούσαν εκατό παιδιά, του Ανέμου η γενιά: Ο Φιρ-Φιρ και η Κωστούλα, ο Ντριγκ-Ντριγκ, η Γελαστούλα, η Φωφώ, ο Αλητάρχης, η Γωγώ, ο Πλανητάρχης, η Σταυρούλα, η Μυρούλα, ο Ανάστας και η Ρούλα, ο Νιαρ-Νιαρ και η Τασία η Ζωζώ, η Ασπασία, ο Ντουλάπης και ο Πάστρας, ο Μιαμιάμος, ο Χαλάστρας και ογδόντα ακόμα τόσοι μες σ αυτούς και ο Σπιρτόσι! Εκατό παιδιά του Ανέμου κι όλα τρέχαν και γελούσαν, στα ρυάκια κολυμπούσαν με τις πάπιες και τα ψάρια σε νερά γλυκά, καθάρια, όμως ξάφνου φασαρία, βλέπουν έναν Καρχαρία! Είμαι ο Κάρχας ο σπουδαίος -είπε με τραχειά φωνήκι όλοι γύρισαν με δέος! Δε μαγεύω, μαγειρεύω, καλοπέραση γυρεύω, τα σαγόνια μου χωνί! (Όχι παγωτού, ξηγιέμαι) Τρέξτε όλοι να σωθούμε -είπε ο Μιαμιάμος σα γριά- Μα γιατί να αγχωθούμε, είναι ακόμα μακρυά. -είπε κι ο μικρός Σπιρτόσιτρέχει όμως να γλυτώσει, τον χραπώνει ο Καρχαρίας, αγωνία ο Φασαρίας και μαζί του κι άλλοι τόσοι! 13

Η Ριγούλα Μ ια φορά κι έναν καιρό, σ ένα κήπο φιλικό και μυρωμένο, ζούσε μια γλυκειά μελισσούλα με ριγωτά φτεράκια, η Ριγούλα. Η Ριγούλα, αγαπούσε πολύ τα λουλούδια! Το ίδιο και η Μαιρούλα, ένα χαρούμενο κοριτσάκι που ζούσε με τους γονείς της, στον ίδιο κήπο με τη Ριγούλα και για να είμαστε πιο ακριβείς, στο σπιτάκι του μυρωμένου κήπου. Η Ριγούλα και η Μαιρούλα είχαν γίνει φίλες καρδιακές, μόνο που αυτό το γνώριζαν μόνο οι δυό τους! Έτσι κάθε μέρα, η φτερωτή Ριγούλα και η χαρούμενη Μαιρούλα έκαναν τα ίδια σχεδόν πράγματα: Ριγούλα, πλύθηκες; Ρώταγε η μαμά-μέλισσα την κορούλα της και η Ριγούλα έτριβε τα ματάκια της με το δροσερό ροδοπέταλο μιας άγριας τριανταφυλλιάς! Μαιρούλα, έπλυνες το προσωπάκι σου; Ρώταγε η μαμά της Μαιρούλας κι αυτή νιβότανε με το καθαρό νεράκι της βρύσης! Μπράβο! Χτένισε τώρα τα ριγωτά φτεράκια σου. Και η Ριγούλα βούρτσιζε τα φτεράκια της, στον ίσκιο της άγριας τριανταφυλλιάς. Το ίδιο και η Μαιρούλα που αγαπούσε πολύ αυτή την τριανταφυλλιά! Κάθε πρωί, η Ριγούλα και η Μαιρούλα, αντάμωναν στην καγκελόπορτα αυτού του τόσο όμορφου κήπου! Καλημέρα Ριγούλα, πάω στο σχολειό μου! Αλήθεια Μαιρούλα; Το ίδιο κι εγώ, πετάω για το μυροσχολειό μου, καλημέρα! Έλα Μαιρούλα, μη χαζεύεις! Έχω δουλειά, αργήσαμε! Η φωνή της μαμάς της Μαιρούλας αυστηρή και βιαστική, έκανε τη Ριγούλα να στενοχωριέται χωρίς όμως να καταλαβαίνει το γιατί. Έτσι, κάθε φορά που την άκουγε να μιλά έτσι στη Μαιρούλα, η Ριγούλα έστριβε αμήχανα δυό τούφες από τα ριγωτά φτεράκια της Και οι μέρες, να μπαίνουν και να βγαίνουν με αυτό τον τρόπο πάντα από τη σιδερένια καγκελόπορτα του μυρωμένου κήπου! Το ίδιο και οι δύο φίλες, που είχαν γίνει αχώριστες! Ώσπου ένα πρωί, όλα άλλαξαν Καλημέρα Ριγούλα, πάω στο σχολειό μου! Έλα Μαιρούλα, μη χαζεύεις! Έχω δουλειά, αργήσ Α!!! Κάνε πίσω, γρήγορα, μια μέλισσα!!! Δεν πρόλαβε η Μαιρούλα να καταλάβει τι συμβαίνει και ξαφνικά βλέπει την υπέροχη κατακκόκινη τσάντα της μαμάς της, να προχωράει σαν αστραπή, προς το μικροσκοπικό μουτράκι της Ριγούλας!!! Μη!!! Τι κάνεις; Όχι 17

Κατοχώρα (Ένα παραμύθι αφιερωμένο στη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου) Ζούσαν κάποτε, μια φορά κι έναν καιρό, σε μια χώρα που κανένας δεν μπορούσε να πει το σίγμα, οι Κατοντόπιοι και οι Κατοξένοι. Έτσι τη χώρα δεν τη λέγαν Σ...κατοχώρα αλλά Κατοχώρα. Κάθε πρωί οι Κατοντόπιοι και οι Κατοξένοι, έτρεχαν στις δουλειές τους και όταν γύριζαν στα σπίτια τους τα βράδια, έβγαζαν τα Κατοπάπουτσά τους για να ξεκουραστούν. Γιατί η κάθε μέρα στη χώρα αυτή, ήταν ένας αληθινός αγώνας δρόμου αφού για να πάει ο καθένας στη δουλειά του, έπρεπε να περάσει κάτω από τα Κατοαυτοκίνητα, πάνω από τις Κατομηχανές, μέσα από τα Κατοκτίρια Δεν υπήρχαν δρόμοι ούτε για δείγμα, αλλά ούτε και πάρκα για τους πεζούς! Μόνο μια πεζή καθημερινότητα. Μια πεζή καθημερινότητα, που είχε ρουφήξει σα σκούπα ηλεκτρική όλα τα σίγμα των κατοίκων που για χρόνια ολόκληρα, δεν έκαναν άλλο, από το να σφυρίζουν σα φίδια αδιάφορα, για ότι κι αν συνέβαινε γύρω τους... Ο Κατοκυβερνήτης της χώρας, γελούσε από μέσα του με όλα αυτά. Όμως κάθε βράδυ, την ίδια ώρα πάντα, έβγαινε σε όλα τα Κατοκανάλια και με ύφος σοβαρό, έλεγε στους πολίτες του: Ώρα για ύπνο, καληνύχτα. Και όλοι πήγαιναν στα κρεβάτια τους! Τα χρόνια περνούσαν και στην Κατοχώρα, τίποτα δεν έλεγε ν αλλάξει Και μόνο το Κατοσύννεφο, ένα σύννεφο καφέ, παρηγοριά θεόσταλτη και ειρωνική από τον Κατοθεό της χώρας, στεκόταν ακίνητο πάνω από τα Κατοκέφαλά τους! Ακίνητο και αυστηρό σα μουντή πινακίδα σήμανσης. Πινακίδα σήμανσης που ήθελε ίσως να τους υπενθυμίζει θεϊκά, πως για να αλλάξει κάτι, θα έπρεπε ίσως να κοιτάνε όλοι τους που και που, λιγάκι και τον ουρανό Πήραν το μήνυμα οι Κατοκάτοικοι της χώρας, και κάθε μέρα, την ίδια ώρα πάντα, σταματούσαν όλοι τις δουλειές τους για ένα ολόκληρο λεπτό και αφού κοίταζαν το Κατοσύννεφο, αναστέναζαν... Μα όσο κι αν περίμεναν, τίποτα...τίποτα δεν έλεγε ν αλλάξει Και ένα βράδυ, τη στιγμή ακριβώς που ο Κατοβερνήτης έλεγε τη συνηθισμένη του φράση: Πατριώτες είναι ώρα για ύπνο, καληνύχτα, στο κέντρο της Κατοχώρας, έγιναν τα πάνω κάτω Μια δυνατή έκρηξη ξέσπασε σαν ασήκωτο μπουμπουνητό θεομηνίας και έσπρωξε το καφέ σύννεφο από τη γνωστή του θέση! Δεν μπορώ να πω το θίγμα μα αυτό εδώ είναι πλήγμα! Κι εκείνο, έπεσε τότε βαριά και θυμωμένα, πάνω στις γκρίζες στέγες των κτιρίων Τραγούδησαν χαρούμενα οι Κατοκάτοικοι της χώρας, αλλά ώσπου να καταλάβουν πως αυτό δεν ήταν πυροτέχνημα, ένιωσαν μια μπόχα απερίγραπτη να βαραίνει τα ρουθούνια τους και μέσα στα σπίτια τους κυλιότανε τώρα, ένας καπνός πυκνός, χρώματος καφέ! 23

Μερμυγκούπολη Μ ιά φορά κι έναν καιρό, σε μια πόλη μικρή και γκρι όσο μια φθινοπωρινή ομπρέλα, ζούσανε χιλιάδες μερμυγκάκια. Ήταν η πόλη των μερμυγκιών και την ήξεραν μόνο οι κάτοικοί της. Η πόλη αυτή δεν είχε όνομα. Και μια χειμωνιάτικη νύχτα, όταν τα μερμύγκια ήταν όλα μαζεμένα, γύρω από ένα άδειο σπιρτόκουτο και λέγανε ιστορίες για τα σπόρια, τα πουλιά και τους ανθρώπους, ένα μερμύγκι λιγομίλητο και ντροπαλό, είπε: Όλοι με ξέρετε. Τ όνομά μου, Μερμυτράκ! Μιλάω λίγο, εργάζομαι πολύ και όταν κουβαλάω σπόρια, σκέφτομαι. Σκέφτεσαι; Τι σκέφτεσαι αδελφάκι; Να... Είμαστε μια μικρή πόλη. Κανένας δε μας προσέχει και με το παραμικρό, κινδυνεύουμε! Αυτό είναι αλήθεια αδελφάκι. Όμως είμαστε τόσο ασήμαντα, τόσο μικρά Πώς μπορεί αυτό ν αλλάξει; Δεν αλλάζει! Απάντησε μια μερμυγκίνα βραχνή, η πιο ταλαιπωρημένη απ όλους! Ναι ξέρω - έκανε ο Μερμυτράκ - Όμως χτες άκουσα δυο πασατέμπους να μιλάνε μεταξύ τους... Ο ένας καθόταν στα χείλη ενός δεκάχρονου αγοριού κι ο άλλος κρεμόταν από τα χείλη ενός πεντάχρονου κοριτσιού. Και τι λέγανε αδελφάκι οι πασατέμποι; Πως η μεγάλη πόλη που είναι γύρω μας, έχει όνομα! Και τί έγινε; Όλες οι πόλεις των ανθρώπων αδελφάκι, έχουν όνομα. -Πετάχτηκε στη μέση μια νυσταγμένη μερμυγκίνα- Γιατί μας τα λες τώρα όλα αυτά; Να... Σκεφτόμουν πως αν δίναμε κι εμείς ένα όνομα στη δική μας πόλη, ίσως οι άνθρωποι να μας προσέχανε και να μη μας πατούσανε! Όλα τα μερμύγκια γέλασαν με τα λόγια του Μερμυτράκ κι αυτός ντράπηκε. Καληνύχτα αδελφάκια, είπε και αποκοιμήθηκε. Την επόμενη μέρα το μεσημέρι, τα μερμυγκάκια παράτησαν τις δουλειές τους και μαζευτήκανε αναστατωμένα γύρω από το σπιρτόκουτο! 27

Μπαλονία Μ ια φορά κι έναν καιρό, στην Μπαλονία, σε μια χώρα φωτεινή και καταγάλανη, ζούσε ένας χοντρός βασιλιάς. Το όνομα του, Μπαλονίτο και ήταν τόσο χοντρός, που δε χώραγε πουθενά! Ευτυχώς όμως, το βασίλειό του ήτανε απέραντο! Στη χώρα αυτή που δεν τέλειωνε πουθενά, ζούσε ακόμα μια χοντρή βασίλισσα, η γυναίκα του βασιλιά. Το όνομα της, Μπαλονίτα και δε χώραγε επίσης πουθενά! Ευτυχώς όμως, το βασίλειό της ήτανε απέραντο! Τα χρόνια περνούσαν και το βασιλικό ζεύγος, δεν έκανε παιδιά Μπαλονίτο, Μπαλονίτο, έχεις μια χρυσή καρδιά! Σα βασίλισσα με έχεις, με φροντίζεις, με προσέχεις, μα δεν έχουμε παιδιά, κάνε κάτι! Αυτά έλεγε και ξανάλεγε λυπημένη στο χοντρό της άντρα-βασιλιά η Μπαλονίτα και μια νύχτα φθινοπώρου, ο Θεός τους θυμήθηκε! Έτσι, εκείνο το βράδυ, μαζί με το φως των αστεριών, τρύπωσε στη βασιλική κρεβατοκάμαρα και μια ευτυχία διπλή και στρουμπουλή! Έτσι απέκτησαν οι δυό τους, όχι ένα παιδί, αλλά δύο: Ένα ξανθό αγοράκι, που το ονόμασαν Νίτο και ένα μελαχρινό κοριτσάκι που το ονόμασαν Νίτα! Δυο πριγκηπόπουλα ροδαλά και παχουλά, παχουλά πολύ! Ευτυχώς όμως, το βασίλειό τους ήτανε απέραντο! Ζήτω, ζήτω Μπαλονίτο, είσαι ένας βασιλιάς! Έχω ότι ζήτησα, μ έχεις σα βασίλισσα! Αυτά είπε η Μπαλονίτα και άνοιξαν το παλάτι! Κόσμος μπήκε, κόσμος βγήκε κι έγινε ένα γλέντι τρικούβερτο, θεότρελο, χοντρό! Ευτυχώς όμως, το βασίλειό τους ήτανε απέραντο! Οι μήνες περνούσαν ήσυχα στο παλάτι και τα δίδυμα ήσυχα κι αυτά, όλη μέρα κοιμόντουσαν για να μεγαλώσουν! Ο Μπαλονίτο και η Μπαλονίτα, φουσκωμένοι πάνω από τη βασιλική κούνια των παιδιών τους, δε χόρταιναν να τα καμαρώνουν! Χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι, είχαν φουσκώσει τόσο πολύ, που δε χώραγαν πια στα βασιλικά τους ρούχα! Ευτυχώς όμως, οι βασιλικές ντουλάπες ήτανε θεόρατες και έτσι έβρισκαν πάντα μια πιο μεγάλη φορεσιά! 33

Μάγισσα του Να Ζούσε κάποτε μια φορά κι έναν καιρό, σ έναν πύργο γαλαζοπράσινο και θρυλικό, μια μάγισσα μοναχική, λοξή και πικραμένη... Μια μάγισσα μοναχική μα και σκληρή, ίσως γιατί δεν άντεχε να βλέπει τη σκληράδα των ανθρώπων... Μια μάγισσα μοναχική μα και κουφή, ίσως γιατί δεν άντεχε ν ακούει τη σιωπή και να λυπάται... Μια μάγισσα, σαφώς λοξή κι ίσως γι αυτό να ήταν τόσο πικραμένη... Στον πύργο αυτό, που καμαρωτός ένωνε τον πλακουτσωτό ουρανό με τη χοντρούλα γη, κλεισμένη η μάγισσα για χρόνια, όλη μέρα κοιμόταν και τις νύχτες μετρούσε δυνατά... Δε μίλαγε, δεν άκουγε, δεν έβλεπε, μόνο μετρούσε! Έτσι περνούσε ο καιρός κι όταν ξυπνούσε, ξεσκόνιζε τα δέντρα του σπιτιού της και τάϊζε της θάλασσας τους γλάρους! Μα όλα ξεκίνησαν, χιλιάδες χρόνια πριν! Τότε που όλοι τη φώναζαν Νανά! Τότε που παιδί θαύμαζε τις μάγισσες στα παραμύθια, γιατί με τα μαγικά τους, έκαναν ό,τι ήθελαν! Και εκεί που ήταν έτοιμη να πιστέψει, πως οι μάγισσες ζουν μόνο μες τα παραμύθια, η μικρή Νανά, ένα βράδυ πικρό και σιωπηλό, ανακάλυψε τυχαία την εξής τρελή αλήθεια: Πως και η ίδια, ήταν μία από αυτές! Το βράδυ εκείνο λοιπόν η μικρή Νανά, μπερδεμένη και αποκαμωμένη από το κλάμα, μουτρωμένη και κακιωμένη με τη μοίρα της που κανόνισε να είναι ένα παιδί φτωχό και ορφανό, αποκοιμήθηκε για άλλη μια φορά, βουβή και παραπονεμένη... Την πήρε ο ύπνος κι έγειρε στης Αντοχής την πλώρη και με βήμα ανάλαφρο και τακτικό, πήρε τότε κι αυτή τη ζωή της από το χέρι και έτρεξαν οι δυο τους, μακρυά, μακρυά πολύ... ώσπου βρέθηκαν να κυλάνε σα χάντρες πεταχτές και σαν κοχύλια γλυστερά, σ ένα τοπίο απάτητο και φωτεινό... Πέρα από τη φτώχεια και τη ντροπή, πέρα από το σκληρό βλέμμα των ανθρώπων που την αποκαλούσαν, μπασμένο και ορφανό... Και ένιωσε τότε για πρώτη της φορά πόσο σημαντική ήταν και πόσο ασήμαντα ήταν όλα τα άλλα γύρω της... Και άκουσε τότε σαν παιδί και σαν κοχύλι, το πολύχρωμο τιτίβισμα των πουλιών! Των πουλιών που έπαιζαν κρυφτούλι, με το χλωμό φως ενός αναποφάσιστου φεγγαριού! Ενός φεγγαριού, που δεν ήξερε αν ήθελε στ αλήθεια να κρυφτεί ή να φανερωθεί... Για να βουλιάξει στο τέλος ολόκληρο, μες τα ήσυχα, βαθιά νερά, ενός άγνωστου κι αθέατου ναού... 41

Αποσπάσματα από τους στίχους και τα κείμενα της Μάγισσας του Να που ακούγονται στο CD του Τάσου Καρακατσάνη τρεις ενότητες θεατρικής μουσικής Τι εδώ...και τι εκεί... Πόσο μοιάζουν η χαρά κι η μέρα, τρέχουν παίζουν σαν μικρά παιδιά! Και ταιριάζουν, γιατί κάνουν πέρα κάθε λύπη, κάθε μια σκιά! Όμως πέρα, που ήταν φως και μέρα χρόνια χίλια, δίχως μια νυχτιά, δυό κοχύλια, ο Πάολο κι η Ρίτα, είχαν μόνο τη θλίψη συντροφιά... Γιατί χρόνια χίλια κολλημένα πάνω στου βράχου τη σκληρή σιωπή ένα μόνο όλο περιμέναν, νά ρθει η νύχτα για λίγο να τα βρεί!...δυό παιδιά που έγιναν κοχύλια... Όλοι τρέχουν, μα πού πάνε; Τα παιδιά σκαρφάλωσαν στα δέντρα και κοιτάνε!...μια μάγισσα που συλλάβιζε τις λέξεις της! Καλέ αγοράκι, γιατί τρέχουνε όλοι; Μήπως είδες πουθενά κανένα πύργο; Καλέ μίλα, περνά η ώρα, χίλια χρόνια τον γυρεύω! Κοίτα το ζαβό, γελάει... Τι γελάς; Τα πράγματα είναι σοβαρά, δεν έχουμε απόκριες! Πρέπει να ελευθερώσω τα παραμύθια από τον Πύργο της Λησμονιάς, τον έχεις ακουστά; Τι μου δείχνεις; Α! Ένα σκιάχτρο! Ένα σκιάχτρο φοβισμένο... Γιατί δεν μιλάει; Μωρέ, στη λίμνη με το αμίλητο νερό έπεσες; Τι δείχνεις κι όλο δείχνεις, τι κοιτάζεις; Α! Είναι μουγγό... Μια μάγισσα που ζύμωνε! «Πλάθω, πλάθεις κουλουράκια, πλάθεις, πλάθω ζυμαράκια... Τρέξε κι έλα να τα δούμε, σεπονάκια να τα πούμε! Θα σε τρέξω σε μια χώρα, την Αφέγγαρη του τώρα! Μη μου βάζεις τιμωρίες, πλάθω, πλάθεις, ιστορίες! Ιστορίες για αγρίους, ιστορίες για αγίους... Πλάθω, πλάθουμε με κόπο, τι κι αν ζούμε σ άλλο τόπο;» Τι εδώ... και τι εκεί... Στης μάγισσας την πόλη μεγάλωνε ο Χόλυ, ένα μικρό αγόρι που δεν μίλαγε ποτέ. Στην πόλη βρίζαν όλοι μα πιο πολύ τον Χόλυ, που όταν τον διατάζανε τους έγνεφε με ναι! Τι απονιά, παραξενιά, να βρίζουνε τον Χόλυ που δεν έβγαζε μιλιά... Πούντο, πούντο, νάτο, νάτο, το αγόρι το κεφάτο τρέχει, τρέχει, πάνω-κάτω πέρα στα βουνά! Πούντη, πούντη, νάτη, νάτη, με τη Σκούπα τη λοξάτη, ξακουστή και κοτσονάτη η μάγισσα του Να! Η κακία των ανθρώπων μεγάλη... -ψυθίρισε η Σκούπα- Στην πόλη σαν γυρνούσε ο Χόλυ σκουντουφλούσε στα γέλια, στις βρισιές τους μα προσπέρναγε σκυφτός... Η μάγισσα κοιτούσε, για τ άδικο πενθούσε και τ άστρα παρακάλαγε να στείλουν λίγο φως! Τι απονιά, παραξενιά, να βρίζουνε τον Χόλυ που δεν έβγαζε μιλιά... Το παρελθόν τους καταραμένο! -τραύλισε το Σκιάχτρο το μουγγό- Και μια βραδυά, ω τι σιγή! Νάσου ένα βόλι και την πόλη απειλεί! Ποιός το βόλι θα νικήσει, ποιός το βόλι θα ξορκίσει, ποιός το βόλι θα κρατήσει κάπου μακρυά; Όλοι στην πονήρω πόλη στο μυαλό είχαν τον Χόλυ, αχ ας ρίξουμε τον κλήρο -είπαν δυνατά- Τ άστρα, το φεγγάρι, σημαδεμένο ζάρι θα ρίξουν για να πείσουνε τ αγόρι ν αρνηθεί! Μα ο αστείος Χόλυ, να σώσω εγώ την πόλη; -Ρωτά- κι αυτοί θα κρύψουνε το ζάρι να χαθεί! Το παρόν μα και το μέλλον τους, ευλογημένα! -Φώναξε εκείνη δυνατά- Τρέχει γρήγορα η Λοξάτη, δεύτερη φορά και νάτη! Σκύβει, αρπάζει το αγόρι, στρίβει, χάνεται στα όρη! Απ τον θάνατο το σώνει και το κάνει ζυμαράκι... Ρίχνει δάκρυα και σκόνη και το κάνει Σεπονάκι! Σε μια σφαίρα στρογγυλή, ένα Σεπονάκι ζεί! Ζυμαράκι στρογγυλό, με σκουφίτσα για μυαλό. Με σκουφάκια ριγωτά σπιτάκια και κήποι, όλα με ρίγη, τρεμουλιαστά... Όλα ασημοστρόγγυλα μα στου ήλιου τα μέρη, δείχνει ένα αστέρι 45 κάποια που κλαίει κρυφά... Σταχτοπούτα μου να κλαις φανερά κι ας μην το θες. Τα Σεπόνια στους καημούς, λένε όχι με λυγμούς! Κλάψε, θά χεις τη ζωή με το μέρος σου! -Μουρμούρισαν η μάγισσα κι η Σκούπα- Όλα εδώ ζυμώνονται με αγάπη κι ο πόνος, πέρα μόνος στην παγωνιά... Και γιατί κρυώνουνε; Στου ήλιου τα μήκη, άνεμοι σαν λύκοι χτυπάνε τα λουριά! Σταχτοπούτα, στους καημούς, λένε όχι με λυγμούς! Κλάψε, θά χεις τη χαρά με το μέρος σου! -Μουρμούρισαν το Σκιάχτρο και οι γλάροι- Ένα μικρό αγόρι κι ένα μεγάλο βόλι, εδώσανε στ αστεία ένα αστείο ραντεβού! Και από τότε όλοι περνούν χωρίς τον Χόλυ που γύρναγε και φώναζε χο-χο και -λι- και -χου- Τι απονιά, παραξενιά, να βρίζουνε τον Χόλυ που δεν έβγαζε μιλιά... Κλάψε, νά χεις Εμένα! -Μουρμούρισε ο Θεός- Τ άστρα, τ άστρα, το φεγγάρι, που του δίναν μαξιλάρι λυπημένα τον φωνάζουν να τα δει! Τώρα στην πονήρω πόλη ψάχνουν όλοι ένα Χόλυ τις βρισιές τους να φορτώσουν σ άλλο αγνό παιδί... Πού πήγε; -Αναρωτήθηκαν όλοι-

Άου ου ου!!! Είμαι ο Δράκος, ο Δράκος της βροχής, σαλιώνω τα παλούκια σας! Άου ου ου... είναι ο Δράκος, ο Δράκος της βροχής, κρυφτείτε στα σεντούκια σας! Άου ου ου!!! Είμαι ο Δράκος, ο άρχοντας του Νόμου! Άουτς! Είναι ο Δράκος, τη βάψαμε χρυσό μου! Τρέχω, τρέχεις, τρέχει, βρέχει! Την ομπρέλα, ποιός την έχει; Το αγόρι, το αγόρι!!! Γύρισε; -Απόρησε ο Θεός- Ένα αγόρι απ τα όρη, είχε κάποτε μητέρα... Έν αγόρι, έν αγόρι, μα δεν γνώρισε πατέρα... Δεν μεγάλωσε σε σπίτι, άντε πια με τον αλήτη! -Πέταξαν την ομπρέλα του στον ήλιο- Σκόρπια λόγια κι όλοι τρέχαν κι όσο τρέχαν, τόσο αντέχαν! Δεν ξέραν τι ναι αντοχή {κι όμως την μάθαν...} Για έναν πύργο ψάχνουν όλοι, -δράκοι, μάγισσες και στόλοιτι θέλαν μέσα στη βροχή, {γιατί δεν φτάσαν;} Τα παιδιά στα παραμύθια τρέχουν, ψάχνουν την αλήθεια! Στα σύνορα της Αντοχής {ποιοί τα γελάσαν;} Σκόρπια γέλια, λάθος ώρα κι ένα αγόρι μες τη μπόρα θα γίνει ομπρέλα της βροχής {και το ξεχάσαν...} Τι εδώ... και τι εκεί... Πέταξε με την ομπρέλα του, στα άστρα... Χίλια ξόρκια στο φεγγάρι, χίλια ξόρκια στα βουνά κι όταν λάμψει το φεγγάρι, μια καρότσα ξεκινά! Χίλια ξόρκια και σε παίρνει η καρότσα μακρυά, χίλια ξόρκια κι όλο γέρνει η καρότσα σαν γριά, χίλια χρόνια σε πηγαίνει, και σε φέρνει μακρυά, χίλια ξόρκια, δεν σου βγαίνει κι η Ελπίδα σου σκιά! Τι κι αν σ έχασα... Θα σε πενθήσω σαν μια λάμψη ξένης ομορφιάς και τη φλόγα σου θα φυλακίσω στην ανάσα μιας ξέφρενης φωτιάς! Λυπημένο παληκάρι σε γυρεύω πέρα στα βουνά, μα έχεις φύγει τώρα στο φεγγάρι, χίλια μίλια...μακρυά... [...] Σαν μια λάμψη εγώ θα σε πενθήσω, σαν μια λάμψη πάλι και θα βγείς! Την ανάσα σου θα φυλακίσω στο φεγγάρι, στα άστρα της αυγής...... υποκλίθηκε μαζί μ όλους τους άλλους κι ο Χρόνος μάγκας, τους έκλεισε το μάτι πονηρά... [...] Νάτοι λοιπόν, βαθιά υπόκλιση στον Χρόνο, κάποιο Σεπόνι, κάποιος Χόλυ απ τα παλιά... Και δυό κοχύλια ξεσκονίζουν έναν θρόνο που δαφνογράφει: Να φοβάστε τη Νανά! Και έτσι τώρα δυό κοχύλια νοτισμένα, ζούνε σε βράχους, σε δαφνόπνιχτη στεριά, μα δεν το ζήτησαν και παραπονεμένα μοιάζουν και ψάχνουν να ξεφύγουν μια σταλιά... [...] Κι αν σκορπίσαν τα μικρά κεράσια κι αν χαθήκαν μες τα σκηνικά, πίσω απ τις χλωμές σκιές κρυμένα θα μας πάνε σε μέρη μαγικά... Καληνύχτα Πάολο και Ρίτα, καληνύχτα και όνειρα γλυκά! Περπατείστε μες τα όνειρα σας και θα βρείτε χίλια μυστικά... [...] και οι Ηλιαχτίδες, θυγατέρες του κύριου Ήλιου θα ζεσταίνουν τις καρδιές μας μέχρι την επόμενη φορά που η μάγισσα θα έρθει να σας βρεί πάλι, με όλες τις απίστευτες ιστορίες της! Τι όμορφη που είναι η λιακάδα!!! [...] Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν...παιδιά, γειά σας! 47

Τα σκίτσα των ηρώων στα «Ντριγκιντένια» σχεδίασε ο Άρης Καρμπόνε Ευχαριστούμε για την στήριξή της την Διαφημιστική Εταιρεία Εκδόσεις Οι «Ντριγκιντένιοι» ήρωες ακούγονται ζωντανά από την Άρτεμη Αποστολοπούλου στο CD του Τάσου Καρακατσάνη «τρεις ενότητες θεατρικής μουσικής» Διάθεση: Lectοr ΕΠΕ, τηλ. 210 8828 388, info@lector.gr