ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Μαΐου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 *

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Η άποψη του Δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Μαΐου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 27ης Οκτωβρίου 2011 (*)

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 13ης Ιουνίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 *

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 26ης Ιουνίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ζώντες Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπούμενη Κυβερνήσεως της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπουμένης από τον καθηγητή

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαΐου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Σεπτεμβρίου 1989 *

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 313/3

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα. της 11ης Δεκεμβρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 18ης Μαρτίου 1997 *

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

του... ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Γεώργιο Δημάκη (Α.Μ. 7291), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Σεπτεμβρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

της 31ης Μαρτίου 1971<appnote>*</appnote>

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Σεπτεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Οκτωβρίου 2000 *

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.) 6ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Ιουλίου 2000 *


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 15ης Ιανουαρίου 2002 *

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1995 *

Οικονομικής Κοινότητας, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 18ης Ιουλίου 2007 *

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2002 *

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4181, 7/11/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 1991 *

«Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 92/100/ΕΟΚ Δικαίωμα δημιουργού Δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τµήµα) της 11ης Δεκεµβρίου 2008 (*)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2005,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 *

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Ιουλίου 1997 *

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-138/89. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 1992 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

Transcript:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * Στην υπόθεση C-359/93, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Η. van Lier, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg. προσφεύγουσα, κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών, εκπροσωπουμένου από τους J. W. Zwaan και T. Heukels, βοηθούς νομικούς συμβούλους στο ολλανδικό Υπουργείο Εξωτερικών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την Πρεσβεία των Κάτω Χωρών, 5, Rue C. Μ. Spoo, καθού, που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 77/62/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 24), όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες 80/767/ΕΟΚ (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 54) και 88/295/ΕΟΚ (ΕΕ 1988, L 127, σ. 1) του Συμβουλίου, καθώς και από το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ, * Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική. Ι-168

ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους G. C. Rodríguez Iglesias, Πρόεδρο, Ρ. J. G. Kapteyn, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini, Κ. Ν. Κακούρη, J. L. Murray, D. Α. Ο. Edward (εισηγητή δικαστή) και G. Hirsch, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro γραμματέας: R. Grass έχοντας υπόψη την έκθεση του εισηγητή δικαστή, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Νοεμβρίου 1994, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση ι Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 16 Ιουλίου 1993, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωρισθεί ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 77/62/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 24), όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες 80/767/ΕΟΚ (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 54) και 88/295/ΕΟΚ (ΕΕ 1988, L 127, σ. 1) του Συμβουλίου, καθώς και από το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ. 2 Σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 5, της οδηγίας 77/62, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 της οδηγίας 88/295, οι προκηρύξεις διαγωνισμών για τη Ι-169

σύναψη συμβάσεων κρατικών προμηθειών «καταρτίζονται σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III». Από το σημείο 7 του μέρους «Α. Ανοικτές διαδικασίες» του παραρτήματος αυτού προκύπτει ότι οι προκηρύξεις διαγωνισμών πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: «α) Πρόσωπα τα οποία επιτρέπεται να παρευρεθούν στην αποσφράγιση των προσφορών (...) β) Ημερομηνία, ώρα και τόπος αποσφράγισης των προσφορών.» 3 Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/62, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 της οδηγίας 88/295, πλην της περιπτώσεως κατά την οποία οι τεχνικές προδιαγραφές του παραρτήματος II «δεν δικαιολογούνται από το αντικείμενο συμβάσεως, τα κράτη μέλη απαγορεύουν την αναγραφή στους όρους των συμβάσεων κρατικών προμηθειών τεχνικών προδιαγραφών οι οποίες αναφέρουν προϊόντα ορισμένης κατασκευής ή προελεύσεως ή μεθόδους επεξεργασίας και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα να ευνοούν ή αποκλείουν ορισμένες επιχειρήσεις ή προϊόντα. Ειδικότερα, απαγορεύεται η αναφορά εμπορικών σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, τύπων ορισμένης προελεύσεως ή παραγωγής. Πάντως τέτοια αναφορά, υπό την προϋπόθεση ότι συνοδεύεται από τις λέξεις "ή αντίστοιχο", επιτρέπεται όπου το αντικείμενο της συμβάσεως δεν δύναται να περιγραφεί διαφορετικά με προδιαγραφές επαρκώς σαφείς και πλήρως κατανοητές για όλους τους ενδιαφερομένους». 4 Η οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 295, σ. 33), ορίζει στο άρθρο της 3, παράγραφοι 1, 2 και 3: «1. Η Επιτροπή μπορεί να επικαλείται τη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο εφόσον, πριν από τη σύναψη συμβάσεως, θεωρήσει ότι, κατά τη Ι-170

ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ διαδικασία σύναψης συμβάσεως του δημοσίου η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 71/305/ΕΟΚ και 77/62/ΕΟΚ, έχει διαπραχθεί σαφής και κατάφωρη παράβαση των κοινοτικών διατάξεων περί συμβάσεων του δημοσίου. 2. Η Επιτροπή γνωστοποιεί στο οικείο κράτος μέλος και την οικεία αναθέτουσα αρχή τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι έχει διαπραχθεί σαφής και κατάφωρη παράβαση και ζητά την επανόρθωση της. 3. Μέσα σε 21 ημέρες από την παραλαβή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το οικείο κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή: α) βεβαίωση ότι η παράβαση επανορθώθηκε ή β) αιτιολογημένη απάντηση με την οποία εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινε καμία επανορθωτική ενέργεια ή γ) γνωστοποίηση ότι η διαδικασία σύναψης της εν λόγω παράβασης ανεστάλη, είτε με πρωτοβουλία της αναθέτουσας αρχής είτε στα πλαίσια της άσκησης των εξουσιών που προβλέπονται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο α'.» Ι-171

5 Η Nederlands Inkoopcentrum NV, ολλανδική αναθέτουσα αρχή, δημοσίευσε, στις 10 Δεκεμβρίου 1991, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προκήρυξη διαγωνισμού για τη σύναψη συμβάσεως σχετικά με την προμήθεια και συντήρηση μηχανολογικού εξοπλισμού μετεωρολογικού σταθμού. 6 Αυτή η προκήρυξη διαγωνισμού, με την οποία είχε υιοθετηθεί το υπόδειγμα του παραρτήματος III της οδηγίας 77/62, δεν περιελάμβανε καμία μνεία σχετικά με τα πρόσωπα που επιτρεπόταν να παρευρεθούν στην αποσφράγιση των προσφορών καθώς και με την ημερομηνία, ώρα και τόπο της αποσφραγίσεως. 7 Εξάλλου, στη συγγραφή υποχρεώσεων της αναθέτουσας αρχής αναφερόταν ότι το απαιτούμενο λειτουργικό σύστημα ήταν το σύστημα UNIX, ονομασία ενός λογισμικού συνδέσεως διαφόρων υπολογιστών διαφόρων κατασκευαστών που έχει δημιουργηθεί από την «Bell Laboratories of ITT (USA)». s Εκτιμώντας ότι τα δυό αυτά σημεία της προκηρύξεως, συγκεκριμένα η παράλειψη δημοσιεύσεως των στοιχείων που προβλέπονται στο σημείο 7, στοιχεία α' και β', του παραρτήματος III, και η αναφορά από τη συγγραφή υποχρεώσεων σε συγκεκριμένο προϊόν, δεν ήταν σύμφωνα με τις επιταγές των άρθρων 9, παράγραφος 5, και 7, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/62, η Επιτροπή απηύθυνε, την Πέμπτη 25 Ιουνίου 1992, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 89/665, έγγραφο στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία των Κάτω Χωρών. Με το έγγραφο εκείνο, η Επιτροπή υπέμνησε στην Ολλανδική Κυβέρνηση ότι τούτο ισοδυναμούσε με όχληση κατά την έννοια του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ και ότι η γνωστοποίηση που θα της διαβιβαζόταν από την Ολλανδική Κυβέρνηση θα αντιστοιχούσε προς τις προβλεπόμενες από το ίδιο άρθρο παρατηρήσεις. 9 Το έγγραφο της Επιτροπής ελήφθη την Παρασκευή 26 Ιουνίου από τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες, η οποία το απέστειλε στο οικείο υπουργείο των Κάτω Χωρών όπου τούτο ελήφθη τη Δευτέρα 29 Ιουνίου. Την ίδια ημέρα, η Επιτροπή απέστειλε στην αναθέτουσα αρχή τηλεαντίγραφο του από 25 Ιουνίου εγγράφου της, πλην όμως η σχετική σύμβαση αναθέσεως είχε μόλις προ ολίγου υπογραφεί. Ι-172

ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ Επί του παραδεκτού ίο Υπό το φως των εκτεθέντων, η Ολλανδική Κυβέρνηση προέτεινε δύο ενστάσεις απαραδέκτου. Αφενός, ο τρόπος εvεργεcας της Επιτροπής δεν ήταν σύμφωνος προς τις επιταγές του άρθρου 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 89/665, εφόσον καθυστερημένα το εν λόγω κοινοτικό όργανο επισήμανε στο κράτος μέλος και στην αναθέτουσα αρχή τους λόγους για τους οποίους θεωρούσε ότι είχε διαπραχθεί παράβαση της οδηγίας 77/62, και, αφετέρου, δοθέντος ότι η ίδια η Επιτροπή είχε κάνει αναφορά στην τεχνική προδιαγραφή του συστήματος πληροφορικής UNIX εντός μιας προκηρύξεως διαγωνισμού για σύναψη συμβάσεως δημοσιευθείσας μεταγενεστέρως αυτής που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, δεν μπορούσε παραδεκτώς να προβάλει τη φερόμενη παράβαση εφόσον και η ίδια την είχε διαπράξει. n Όσον αφορά τον λόγο που αντλείται από τη συμπεριφορά της Επιτροπής, πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 89/665, όταν, «πριν από τη σύναψη της συμβάσεως», η Επιτροπή θεωρήσει ότι έχει διαπραχθεί σαφής και κατάφωρη παράβαση των κοινοτικών διατάξεων κατά τη διαδικασία συνάψεως συμβάσεως του δημοσίου εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/62, το εν λόγω κοινοτικό όργανο γνωστοποιεί στο οικείο κράτος μέλος και την αναθέτουσα αρχή τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι έχει διαπραχθεί τέτοια παράβαση και ζητεί την επανόρθωση της. ΐ2 Πράγματι, όπως προκύπτει από το γράμμα και το πνεύμα της οδηγίας 89/665, είναι πάρα πολύ ευκταίο, προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων, να γνωστοποιεί η Επιτροπή τις αντιρρήσεις της στο κράτος μέλος και την αναθέτουσα αρχή το ταχύτερο δυνατό, πριν από τη σύναψη της σχετικής συμβάσεως, ώστε να δίνεται έτσι ο χρόνος στο κράτος μέλος και την αναθέτουσα αρχή να της απαντήσουν σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 89/665 και, ενδεχομένως, να επανορθώσουν, πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, την προβαλλόμενη παράβαση. I-173

ΐ3 Ωστόσο, αυτή η ειδική διαδικασία της οδηγίας 89/665 αποτελεί προληπτικό μέτρο και δεν μπορεί ούτε να παρεκκλίνει από τις εκ του άρθρου 169 της Συνθήκης αρμοδιότητες της Επιτροπής ούτε να τις υποκαταστήσει. Πράγματι, η τελευταία αυτή διάταξη παρέχει στην Επιτροπή τη διακριτική εξουσία να προσφεύγει στο Δικαστήριο όταν φρονεί ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί μια από τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη και εφόσον το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς την αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής. w Εξάλλου, η διαπίστωση, σύμφωνα με το άρθρο 169 της Συνθήκης, μιας παραβάσεως δεν εξαρτάται από την ύπαρξη σαφούς και κατάφωρου παραβάσεως κατά την έννοια της οδηγίας 89/665. Όντως, μια τέτοια διαπίστωση περιορίζεται στο γεγονός ότι ένα κράτος μέλος δεν έχει εκπληρώσει κοινοτική υποχρέωση και ουδόλως προδικάζει τη φύση ή την σοβαρότητα της παραβάσεως. is Επομένως, ο πρώτος λόγος απαραδέκτου της Ολλανδικής Κυβερνήσεως πρέπει να απορριφθεί. ΐ6 Προκειμένου περί της ενστάσεως απαραδέκτου που αντλείται από το γεγονός ότι και η Επιτροπή έχει αναφερθεί στην ίδια τεχνική προδιαγραφή, δηλαδή στο σύστημα πληροφορικής UNIX, και τούτο στο πλαίσιο προκηρύξεως διαγωνισμού για σύναψη συμβάσεως δημοσιευθείσας μεταγενεστέρως αυτής που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, πρέπει να επισημανθεί, ότι, έστω ακόμα και αν υποτεθεί ότι η Επιτροπή υπόκειται στους κανόνες της οδηγίας 77/62 και ότι τους έχει παραβεί, μια τέτοια παράβαση δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτήν που έχει ενδεχομένως διαπραχθεί από τις ολλανδικές αρχές. n Επομένως, και ο δεύτερος λόγος απαραδέκτου πρέπει να απορριφθεί. Ι-174

ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ Επί της ουσίας is Η Επιτροπή προσάπτει, πρώτον, στην αναθέτουσα αρχή το γεγονός ότι παρέλειψε να αναφέρει στην επίμαχη προκήρυξη τα πρόσωπα που επιτρεπόταν να παρευρεθούν στην αποσφράγιση των προσφορών καθώς και την ημέρα, ώρα και τόπο της αποσφραγίσεως, και τούτο αντίθετα προς τις επιταγές του άρθρου 9, παράγραφος 5, και του σημείου 7 του παραρτήματος III της οδηγίας 77/62. w Χωρίς να αμφισβητεί τα περιστατικά αυτά, η Ολλανδική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι εν λόγω ενδείξεις είναι αναγκαίες μόνο σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή προτίθεται να περιορίσει τη δυνατότητα παραστάσεως στην αποσφράγιση των προσφορών, πλην όμως, δοθέντος ότι η εν λόγω αποσφράγιση ήταν, στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως, δημοσία και μπορούσαν να παρευρεθούν σ' αυτήν όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, τα στοιχεία αυτά δεν είχαν ανάγκη διασαφηνίσεως. 20 Συναφώς, διαπιστώνεται καταρχάς ότι τα μνημονευόμενα στο σημείο 7 του παραρτήματος III της οδηγίας 77/62 στοιχεία αποτελούν υποχρεωτικές και ανεπίδεκτες αιρέσεως μνείες. Όπως και ο γενικός εισαγγελέας ορθώς έχει επισημάνει στην παράγραφο 8 των προτάσεων του, τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν στους δυνητικούς προμηθευτές. να γνωρίσουν την ταυτότητα των ανταγωνιστών τους και να ελέγξουν αν αυτοί πληρούν τα προβλεπόμενα κριτήρια ποιοτικής επιλογής. 2ΐ Στη συνέχεια, πρέπει να θεωρηθεί ότι, έστω και αν η αποσφράγιση των προσφορών γίνεται δημοσίως, και επομένως είναι δυνατό να παρευρίσκεται σε αυτήν κάθε ενδιαφερόμενος, η δυνατότητα αυτή καθίσταται καθαρά υποθετική εφόσον δεν δημοσιεύονται η ημερομηνία, ώρα και τόπος της αποσφραγίσεως. 22 Επομένως, η αναθέτουσα αρχή, παραλείποντας να δημοσιεύσει τα μνημονευόμενα στο σημείο 7 του παραρτήματος III της οδηγίας 77/62 στοιχεία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 9, παράγραφος 5, της ίδιας οδηγίας. I-175

23 Δεύτερον, η Επιτροπή προσάπτει στην αναθέτουσα αρχή παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/62, καθώς και του άρθρου 30 της Συνθήκης λόγω του ότι, ύστερα από την αναφορά στο σύστημα UNIX, παρέλειψε να αναγράψει τις λέξεις «ή αντίστοιχο». 24 Η Ολλανδική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το σύστημα UNIX πρέπει να θεωρηθεί, στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορικής, ως μια γενικώς αναγνωριζόμενη από τους επιχειρηματίες τεχνική προδιαγραφή και ότι, ως εκ τούτου, η μνεία «ή αντίστοιχο» είναι περιττή. 25 Πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 7, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/62 απαγορεύει την αναφορά σε εμπορικά σήματα όταν αυτή δεν συνοδεύεται από τις λέξεις «ή αντίστοιχο» και ότι το αντικείμενο μιας συμβάσεως δεν μπορεί να περιγράφεται παρά μόνο με προδιαγραφές αρκούντως συγκεκριμένες και απολύτως κατανοητές για όλους τους ενδιαφερομένους. 26 Πάντως, δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ότι το σύστημα UNIX δεν αποτελεί τυποποιημένο σύστημα και ότι τούτο υποδηλώνει το σήμα συγκεκριμένου προϊόντος. 27 Έτσι, η μη προσθήκη των λέξεων «ή αντίστοιχο» μετά τον όρο UNIX είναι δυνατό όχι μόνο να αποτρέψει τους επιχειρηματίες που χρησιμοποιούν ανάλογα προς το UNIX συστήματα από το να υποβάλλουν προσφορές, αλλά μπορεί επίσης να παρεμβάλει εμπόδια στα ρεύματα εισαγωγών στο πλαίσιο του ενδοκοινοτικού εμπορίου, και τούτο αντίθετα προς το άρθρο 30 της Συνθήκης, καθώς η σχετική σύμβαση επιφυλάσσεται μόνο στους προμηθευτές που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν το ειδικώς μνημονευόμενο σύστημα. 28 Επομένως, η αναθέτουσα αρχή όφειλε να έχει προσθέσει τις λέξεις «ή αντίστοιχο» μετά τον όρο UNIX, όπως απαιτεί το άρθρο 7, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/62. Ι-176

ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ 29 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, παραλείποντας να διευκρινίσει στην επίμαχη προκήρυξη διαγωνισμού για σύναψη συμβάσεως τα πρόσωπα που επιτρεπόταν να παρευρεθούν στην αποσφράγιση των προσφορών καθώς και την ημέρα, ώρα και τόπο της αποσφραγίσεως αυτής και προσθέτοντας στη συγγραφή υποχρεώσεων τεχνική προδιαγραφή προσδιοριζόμενη με αναφορά στο προϊόν συγκεκριμένου εμπορικού σήματος, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 77/62 και το άρθρο 30 της Συνθήκης. Επί των δικαστικών εξόδων 30 Σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ αποφασίζει: 1) Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, παραλείποντας να διευκρινίσει στην επίμαχη προκήρυξη διαγωνισμού για σύναψη συμβάσεως τα πρόσωπα που επιτρεπόταν να παρευρεθούν στην αποσφράγιση των προσφορών καθώς και την ημέρα, ώρα και τόπο της αποσφραγίσεως αυτής και προσθέτοντας στη συγγραφή υποχρεώσεων τεχνική προδιαγραφή προσδιοριζόμενη με αναφορά στο προϊόν συγκεκριμένου εμπορικού σήματος, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 77/62/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου I-177

1976, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες 80/767/ΕΟΚ και 88/295/ΕΟΚ του Συμβουλίου, καθώς και από το άρθρο 30 της Συνθήκης. 2) Καταδικάζει το Βασίλειο των Κάτω Χωρών στα δικαστικά έξοδα. Rodríguez Iglesias Kapteyn Mancini Κακούρης Murray Edward Hirsch Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 24 Ιανουαρίου 1995. Ο Γραμματέας R. Grass Ο Πρόεδρος G. C. Rodríguez Iglesias Ι-178