ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 27ης Οκτωβρίου 2011 (*)

Σχετικά έγγραφα
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Αθήνα 1 Απριλίου 2010 Αρ. Πρωτ

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ 158/2015 διαδικασίας του άρθρου 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. δδ' του ν. 4013/2011, όπως ισχύει)

ΑΠΟΦΑΣΗ 238/2014 (της διαδικασίας του άρθρου 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. δδ του ν. 4013/2011, όπως ισχύει) Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Μαΐου 1994 *

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 533/2013 (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ(δδ) Ν. 4013/2011) Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 273/ 2015 (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παράγραφος 2, περίπτωση γ, υποπερίπτωση δδ του Ν. 4013/2011)

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 *

Εισηγητής: Φωτεινή Τοπάλη, Νομικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΡΗΤΗΣ Δ/ΝΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΧΑΝΙΑ ΤΜΗΜΑ Δ/ΚΟΥ-ΟΙΚ/ΚΟΥ Ν.ΧΑΝΙΩΝ ΑΡ.ΠΡΩΤ.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 20ής Οκτωβρίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2005,

Πράξεως : 0073 Αριθμ. : Συνεδρ. : 6η/ ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ VII ΤΜΗΜΑ

Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 92/100/ΕΟΚ Πνευματική ιδιοκτησία Δικαίωμα εκμισθώσεως και δανεισμού Παράλειψη μεταφοράς εντός της ταχθείσας προθεσμίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Για τη σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών με τη διαδικασία των. 26, 32 και 269 του ν. 4412/2016, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος της

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ 248/2015 (της διαδικασίας του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ (δδ) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει) Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

«Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 92/100/ΕΟΚ Δικαίωμα δημιουργού Δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΓΕΝ/ΚΗ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Αθήνα,30 Οκτωβρίου 2008 Δ/ΝΣΗ ΤΟΜΕΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 313/3

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

έλεγχο υπάγονται, πλην των αρχικών (κύριων) συμβάσεων, οι οποίες υποβλήθηκαν λόγω ποσού σε προληπτικό έλεγχο

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/2014 (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ(δδ) Ν. 4013/2011) Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τµήµα) της 11ης Δεκεµβρίου 2008 (*)

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

Ημερομηνία αποστολής για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Ε.Ε. ΑΠΟΦΑΣΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Tax Flash 18/7/2019 ΠΑΡAΝΟΜΟΙ ΟΙ ΜΕΙΩΜEΝΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤEΣ ΣΤΟ ΤΣIΠΟΥΡΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΣΙΚΟΥΔΙA - ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ AΠΟ ΤΟ ΔΕΕ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΗΜΑΤΩΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΑΝΩ/ΚΑΤΩ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ

Η απευθείας ανάθεση από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου Δήμου για την. κατασκευή έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία επιλογής αναδόχου,

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 *

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Π.Δ. 261/97 (ΦΕΚ 186 Α')

EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL. Τροπολογία. Dominique Martin εξ ονόματος της Ομάδας ENF

ΔΕΕ - Υπόθεση C-499/16 Δυνατότητα των κρατών

ΑΠΟΦΑΣΗ 287/ 2015 (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παράγραφος 2, περίπτωση γ, υποπερίπτωση δδ του Ν. 4013/2011)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ

Πράξεως : 0231 Αριθμ. : Συνεδρ. : 31η/ Περίληψη

ΑΠΟΦΑΣΗ 140/2014. (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παράγραφος 2, περίπτωση γ, υποπερίπτωση δδ του Ν. 4013/2011)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Με τα δεδομένα αυτά τα ως άνω απορριμματοφόρα οχήματα, στην. εντάλματος, και τα ημιφορτηγά αυτοκίνητα, η προμήθεια των οποίων

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 18ης Ιουλίου 2007 *

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Οι απαιτήσεις της διακήρυξης σύμφωνα με τις οποίες οι συμμετέχουσες εργοληπτικές. την απόδειξη της χρηματοοικονομικής τους επάρκειας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Μαΐου 1989 *

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ 335/ 2014 (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παράγραφος 2, περίπτωση γ, υποπερίπτωση δδ του Ν. 4013/2011)

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI

Η διάταξη της παραγράφου 14 του άρθρου 6 του ν. 4071/2012 δεν μπορεί να. είναι αντίθετη με τις διατάξεις του νόμου αυτού, διότι εισάγει εξαιρετική

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

Προμήθεια και εγκατάσταση συστημάτων κλιματισμού σε κτίρια Πανεπιστημίου- Συνοπτικός διαγωνισμός κατάτμηση.

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΔΗΜΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Πανεπιστήμιο :Ομοειδείς εργασίες Αποφάσεις του Πρύτανη για απευθείας ανάθεση ομοειδών εργασιών

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 6ης Δεκεμβρίου 2010

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 8ης Φεβρουαρίου 2018 (*)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ 212/2015. (Της διαδικασίας του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ(δδ) Ν. 4013/2011) Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 19ης Φεβρουαρίου 2009, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με την π

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 2005 *

ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1 ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ Απόφαση υπ. αρ. 5696/ ΥΠΟ.ΜΕ.ΔΙ. (ΑΔΑ:7ΒΓ74653ΟΞ-ΣΦ3) ΠΡΟΣ: Το Συμβούλιο Δημοσίων Έργων Τμήμα Κατασκευών

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΔ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

Transcript:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: Ανακοινώνεται ότι για τις πληροφορίες στον ηλεκτρονικό αυτό χώρο ισχύει παραίτηση από ευθύνη και δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 27ης Οκτωβρίου 2011 (*) «Παράβαση κράτους μέλους Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 2004/18/ΕΚ Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών Συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως» Στην υπόθεση C-601/10, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2010, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την Μ. Πατακιά και τον D. Kukovec, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, προσφεύγουσα, κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τις Σ. Χαλά και Δ. Τσαγκαράκη, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, καθής, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα), συγκείμενο από τους A. Rosas, προεδρεύοντα του έκτου τμήματος, A. Ó Caoimh (εισηγητή) και A. Arabadjiev, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: P. Cruz Villalón γραμματέας: A. Calot Escobar έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία, κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1. Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, 1

για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών (ΕΕ L 209, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997 (ΕΕ L 328, σ. 1, στο εξής: οδηγία 92/50), καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 14, στο εξής: οδηγία 2004/18). Το νομικό πλαίσιο Το δίκαιο της Ένωσης Η οδηγία 92/50 2 Κατά το άρθρο 1, στοιχείο β, της οδηγίας 92/50, ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται, μεταξύ άλλων, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης. 3 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής: «Οι αναθέτουσες αρχές φροντίζουν ώστε να μην υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των διαφόρων παρεχόντων υπηρεσίες.» 4 Κατά το άρθρο 7 της οδηγίας 92/50: «1. α) Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται: [ ] στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν τις υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I A [ ] [ ] ii) οι οποίες συνάπτονται από τις οριζόμενες στο άρθρο 1, στοιχείο β, αναθέτουσες αρχές, εκτός από τις αναφερόμενες στο παράρτημα I της οδηγίας 93/36/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών (ΕΕ L 199, σ. 1)] και των οποίων η προϋπολογιζόμενη αξία εκτός [φόρου προστιθέμενης αξίας] είναι ίση ή ανώτερη του ισόποσου σε Ecu των 200 000 ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων. [ ]» 5 Στο εν λόγω παράρτημα I A, το οποίο επιγράφεται «Υπηρεσίες κατά την έννοια του άρθρου 8», κατονομάζονται, μεταξύ άλλων, στην κατηγορία 12, οι «υπηρεσίες πολεοδομικού σχεδιασμού» καθώς και οι «συναφείς υπηρεσίες παροχής επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών». 6 Δεν αμφισβητείται ότι το παράρτημα I της οδηγίας 93/36 δεν μνημονεύει τους ελληνικούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. 7 Το άρθρο 8 της οδηγίας 92/50 ορίζει τα εξής: «Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι Α συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις των τίτλων ΙΙΙ έως VI.» 2

8 Το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας, το οποίο περιλαμβάνεται στον τίτλο III αυτής ο οποίος επιγράφεται «Επιλογή διαδικασιών σύναψης και κανόνες των διαγωνισμών μελετών», ορίζει τα εξής: «Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση, και χωρίς να προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, στις ακόλουθες περιπτώσεις: [...] ε) για τις συμπληρωματικές υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στο αρχικά προβλεπόμενο σχέδιο ούτε στην πρώτη συναφθείσα σύμβαση και οι οποίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας της αρχικής σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι η σύναψη γίνεται στο πρόσωπο το οποίο εκτελεί την εν λόγω υπηρεσία: όταν αυτές οι συμπληρωματικές υπηρεσίες δεν μπορούν, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωρισθούν από την κύρια σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για τις αναθέτουσες αρχές, ή [ ]» Η οδηγία 2004/18 όταν αυτές οι υπηρεσίες, παρ ότι μπορούν να διαχωρισθούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Ωστόσο η προϋπολογιζόμενη συνολική αξία των συμβάσεων που ανατίθενται για συμπληρωματικές υπηρεσίες δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της κύριας σύμβασης. 9 Η οδηγία 2004/18 κατήργησε, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 3, 8 και 11 της οδηγίας 92/50 από 31ης Ιανουαρίου 2006, ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την οδηγία 2004/18. 10 Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 9, της οδηγίας αυτής, ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται, μεταξύ άλλων, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης. 11 Κατά το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας: «Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφάνεια.» 12 Δυνάμει του άρθρου 7 αυτής, η οδηγία 2004/18 εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες δεν έχουν αποκλεισθεί από την εφαρμογή της δυνάμει των προβλεπόμενων από αυτήν εξαιρέσεων και των οποίων η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας είναι ίση προς ή ανώτερη από 249.000 ευρώ όσον αφορά συμβάσεις συναπτόμενες από αναθέτουσες αρχές που δεν απαριθμούνται στο παράρτημα IV της εν λόγω οδηγίας. Το παράρτημα αυτό, στο τμήμα «Ελλάδα», δεν κατονομάζει τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. 13 Το άρθρο 20 της οδηγίας 2004/18 ορίζει τα εξής: «Οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες αναφερόμενες στο παράρτημα ΙΙ Α συνάπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 55.» 3

14 Στο εν λόγω παράρτημα κατονομάζονται, μεταξύ άλλων, στην κατηγορία 12, οι «υπηρεσίες πολεοδομικού σχεδιασμού» καθώς και οι «συναφείς υπηρεσίες παροχής επιστημονικών και τεχνικών συμβουλών». 15 Το άρθρο 31 της οδηγίας 2004/18, το οποίο επιγράφεται «Περιπτώσεις στις οποίες δικαιολογείται η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού», ορίζει τα εξής: «Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν τις δημόσιες συμβάσεις τους προσφεύγοντας σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς να προηγείται δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, στις ακόλουθες περιπτώσεις: [...] 4) στην περίπτωση των δημόσιων συμβάσεων έργων και υπηρεσιών: α) για τα συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονταν στην αρχικώς κατακυρωθείσα μελέτη ούτε στην αρχική σύμβαση και τα οποία, λόγω μη προβλέψιμων περιστάσεων, κατέστησαν αναγκαία για την εκτέλεση των εργασιών ή της υπηρεσίας, όπως περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση γίνεται στον οικονομικό φορέα που εκτελεί τις υπηρεσίες αυτές ή την υπηρεσία αυτή: όταν αυτά τα συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες δεν μπορούν, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωρισθούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τις αναθέτουσες αρχές, ή [...]» Η εθνική νομοθεσία όταν αυτά τα έργα ή υπηρεσίες, μολονότι μπορούν να διαχωρισθούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαία για την ολοκλήρωσή της. Ωστόσο, το σωρευτικό ποσό των συναπτομένων συμβάσεων συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 % του ποσού της αρχικής σύμβασης. 16 Ο νόμος 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ A 42/22.2.2005) και το προεδρικό διάταγμα 60/2007 (ΦΕΚ A 64/16.3.2007) προσάρμοσαν τις προβλεπόμενες στο ελληνικό δίκαιο διαδικασίες αναθέσεως και εκτελέσεως δημοσίων συμβάσεων εκπονήσεως μελετών προς τις διατάξεις της οδηγίας 2004/18. Τα δύο αυτά νομοθετήματα διέπουν την ανάθεση και την εκτέλεση συμβάσεων για την εκπόνηση μελετών και την παροχή συναφών υπηρεσιών των οποίων οι περιλήψεις προκηρύξεων δημοσιεύτηκαν μετά τις 23 Φεβρουαρίου 2005. 17 Κατά το άρθρο 45, παράγραφος 1, του νόμου 3316/2005, η ανάθεση και η εκτέλεση των συμβάσεων για την εκπόνηση μελετών και την παροχή συναφών υπηρεσιών των οποίων οι περιλήψεις προκηρύξεων δημοσιεύτηκαν προ της 23ης Φεβρουαρίου 2005 διέπονται από τις διατάξεις του προϊσχύσαντος νομικού πλαισίου, δηλαδή του νόμου 716/1977 «Περί μητρώου μελετητών και αναθέσεως και εκπονήσεως μελετών» (ΦΕΚ A 295/5.10.1977) και του εκτελεστικού προεδρικού διατάγματος 194/1979 (ΦΕΚ A 53/15.9.1979). 18 Κατά τον νόμο 716/1977, η αμοιβή του μελετητή για το σύνολο της μελέτης προεκτιμάται, πλην όμως δεν αντιστοιχεί στην τελικώς καταβαλλόμενη αμοιβή, δεδομένου ότι η συμβατική αμοιβή προσδιορίζεται στον προϋπολογισμό τον οποίο υποβάλλει για πρώτη φορά ο 4

ανάδοχος σε σχέση με το αρχικό συμβατικό αντικείμενο και τον οποίο εγκρίνει στη συνέχεια η υπηρεσία της αναθέτουσας αρχής. Οι τυχόν συμπληρωματικές συμβάσεις που συνάπτονται στο πλαίσιο της αρχικής συμβάσεως πρέπει αυστηρώς να συμπληρώνουν τη μελέτη και σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να την επεκτείνουν. Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία 19 Η Επιτροπή, στην οποία περιήλθαν στοιχεία από τα οποία προέκυπτε παράβαση των διατάξεων των οδηγιών 92/50 και 2004/18 εκ μέρους των Δήμων Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας κατά τη διαδικασία συνάψεως συμβάσεων με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση, κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 258 ΣΛΕΕ. 20 Κατ εφαρμογή της ως άνω διατάξεως, η Επιτροπή απέστειλε στις 2 Φεβρουαρίου 2009 στην Ελληνική Δημοκρατία έγγραφο οχλήσεως με το οποίο διαπίστωνε ότι οι εν λόγω Δήμοι συνήψαν δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως κατά παράβαση των άρθρων 3, παράγραφος 2, 8 και 11, παράγραφος 3, στοιχείο ε, της οδηγίας 92/50, καθώς και των άρθρων 2, 20 και 31, σημείο 4, στοιχείο α, της οδηγίας 2004/18, ενώ οι συμβάσεις αυτές, καθεμία από τις οποίες ανατέθηκε στον ίδιο ανάδοχο, επεκτείνουν το αντικείμενο των αρχικών συμβάσεων καθόσον αφορούν την παροχή υπηρεσιών που δεν προβλέπονταν αρχικώς. 21 Η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η απάντηση της Ελληνικής Δημοκρατίας δεν ήταν ικανοποιητική, απέστειλε αιτιολογημένη γνώμη στο εν λόγω κράτος μέλος με το από 23 Νοεμβρίου 2009 έγγραφο. 22 Η Ελληνική Δημοκρατία, απαντώντας με το από 25 Ιανουαρίου 2010 έγγραφο στην ως άνω αιτιολογημένη γνώμη, δέχθηκε ότι η ανάθεση του συνόλου των επίδικων συμβάσεων ήταν αντίθετη προς τις διατάξεις των οδηγιών 92/50 και 2004/18 και ανακοίνωσε τη λήψη σειράς μέτρων για να διασφαλιστεί η τήρηση των απαιτήσεων του δικαίου της Ένωσης. 23 Η Επιτροπή, διαπιστώνοντας ότι οι τοπικές διοικητικές αρχές αρνήθηκαν στην πράξη να εφαρμόσουν τα ως άνω μέτρα, τα οποία, εάν είχαν δεσμευτικό χαρακτήρα και εάν η εφαρμογή τους διασφαλιζόταν στην πράξη, θα ήταν επαρκή και κατάλληλα για την άρση της παραβάσεως, αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή. Επί της προσφυγής 24 Η Επιτροπή, με την προσφυγή της, προσάπτει στην Ελληνική Δημοκρατία ότι παρέβη τις διατάξεις των οδηγιών 92/50 και 2004/18 καθόσον οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας συνήψαν δημόσιες συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, παρά το γεγονός ότι οι συμβάσεις αυτές επεκτείνουν το αντικείμενο των αρχικών συμβάσεων εφόσον αφορούν την παροχή υπηρεσιών που δεν προβλέπονταν αρχικώς. 25 Τόσο στο υπόμνημα αντικρούσεως όσο και στο υπόμνημα ανταπαντήσεώς της, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνωρίζει ότι οι επίδικες δημόσιες συμβάσεις, δεδομένου ότι ανατέθηκαν υπό το κράτος του προϊσχύσαντος νομικού πλαισίου, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί με τον νόμο 716/1977, συνήφθησαν κατά παράβαση των διατάξεων των οδηγιών 92/50 και 2004/18. Ειδικότερα, στο πλαίσιο του νόμου αυτού, το ύψος της καταβαλλόμενης για την εκπόνηση των μελετών συμβατικής αμοιβής δεν ήταν δυνατό να καθορίζεται εκ των προτέρων ώστε να είναι γνωστό από το στάδιο της αναθέσεως, όπως επιτάσσουν οι ως άνω οδηγίες. Εντούτοις, με την ψήφιση του νόμου 3316/2005 και την έκδοση του προεδρικού διατάγματος 60/2007, οι διαδικασίες για την ανάθεση και την εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων μελετών προσαρμόστηκαν προς το δίκαιο της Ένωσης, εφόσον προβλέφθηκε ότι η ανάθεση της εκπονήσεως των μελετών γίνεται με βάση την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά. 5

26 Η Ελληνική Δημοκρατία υπογραμμίζει ότι ενημέρωσε την Επιτροπή για τα μέτρα που έλαβε προκειμένου να υποχρεώσει τους εμπλεκόμενους Δήμους να καταγγείλουν τις επίδικες δημόσιες συμβάσεις. Ζήτησε, μεταξύ άλλων, από τους εμπλεκόμενους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, αφενός, να απόσχουν άμεσα από κάθε περαιτέρω ενέργεια σχετικά με την εκτέλεση των επίδικων συμπληρωματικών συμβάσεων και, αφετέρου, να ανακαλέσουν όλες τις αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων περί καθορισμού των συμβατικών αμοιβών για τις σχετικές μελέτες. Επιπλέον, ζήτησε από το σώμα ελεγκτών επιθεωρητών δημόσιας διοίκησης να διενεργήσει τον απαιτούμενο έλεγχο-επιθεώρηση σε σχέση με τις συναφθείσες συμπληρωματικές συμβάσεις. Όπως προέκυψε από τις συνταχθείσες κατόπιν αυτού εκθέσεις, τόσο η επέκταση του συμβατικού αντικειμένου των μελετών όσο και ο καθορισμός των συμβατικών αμοιβών δεν ήταν νόμιμα. Εντούτοις, οι εμπλεκόμενοι Δήμοι αρνήθηκαν να καταγγείλουν τις επίδικες δημόσιες συμβάσεις επικαλούμενοι το γεγονός ότι η σύναψή τους έγινε σύμφωνα με τον νόμο 716/1977. 27 Δεδομένων, αφενός, της διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, την οποία κατοχυρώνει το ελληνικό Σύνταγμα, και, αφετέρου, των στενών ορίων εντός των οποίων είναι δυνατή η ανάληψη δράσεως σε ζητήματα τοπικής αυτοδιοίκησης, το εν λόγω κράτος μέλος εκτιμά ότι κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για την άρση της παραβάσεως που του προσάπτει η Επιτροπή. Επιπροσθέτως, εξακολούθησε να ασκεί κάθε δυνατή πίεση στους εμπλεκόμενους οργανισμούς προκειμένου να επιτευχθεί η λύση των επίδικων δημοσίων συμβάσεων. 28 Υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως ασκηθείσας από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, δηλαδή προσφυγής της οποίας τη σκοπιμότητα μόνον αυτή μπορεί να εκτιμήσει, στο Δικαστήριο εναπόκειται να αναγνωρίσει την ύπαρξη ή μη της προσαπτομένης παραβάσεως, ακόμα και αν το ενδιαφερόμενο κράτος δεν αμφισβητεί την παράβαση (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 22ας Ιουνίου 1993, C-243/89, Επιτροπή κατά Δανίας, Συλλογή 1993, σ. I-3353, σκέψη 30, της 15ης Ιανουαρίου 2002, C-439/99, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2002, σ. I-305, σκέψη 20, και της 8ης Σεπτεμβρίου 2005, C-462/04, Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκέψη 7). 29 Εν προκειμένω, πρέπει καταρχάς να διαπιστωθεί ότι, όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία, η σύναψη των επίδικων δημοσίων συμβάσεων που ανατέθηκαν από τον Δήμο Κασσάνδρας έγινε προ της 31ης Ιανουαρίου 2006, ενώ η σύναψη όσων ανατέθηκαν από τους Δήμους Βασιλικών, Εγνατίας και Αρέθουσας έγινε μετά την ημερομηνία αυτή. Εξ αυτού έπεται ότι οι μεν πρώτες ενδεχομένως υπόκεινται στην οδηγία 92/50, οι δε δεύτερες ενδεχομένως διέπονται από τις διατάξεις της οδηγίας 2004/18 η οποία κατήργησε και αντικατέστησε τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας 92/50 από 31ης Ιανουαρίου 2006. 30 Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι οι επίδικες δημόσιες συμβάσεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 92/50 και 2004/18. Ειδικότερα, αφενός, συνήφθησαν από Δήμους οι οποίοι, ως οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, συνιστούν αναθέτουσες αρχές υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο β, της οδηγίας 92/50 καθώς και του άρθρου 1, παράγραφος 9, της οδηγίας 2004/18, και μνημονεύονται στο άρθρο 7 των εν λόγω οδηγιών. Αφετέρου, η εκτιμώμενη αξία καθεμίας από τις συμβάσεις αυτές υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που καθορίζει το ίδιο άρθρο 7. 31 Πάντως, δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο ε, της οδηγίας 92/50 και του άρθρου 31, σημείο 4, στοιχείο α, της οδηγίας 2004/18, η σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως οι επίδικες στην υπό κρίση υπόθεση, οι οποίες αφορούν υπηρεσίες πολεοδομικού σχεδιασμού υπό την έννοια, αντιστοίχως, του παραρτήματος I A της πρώτης οδηγίας και του παραρτήματος II A της δεύτερης, μπορεί να γίνεται κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως στην περίπτωση που οι συμβάσεις αυτές έχουν ως αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες μη προβλεπόμενες στην αρχική σύμβαση εφόσον, μεταξύ άλλων, αφενός, η παροχή των υπηρεσιών αυτών κατέστη αναγκαία, λόγω μη προβλέψιμων περιστάσεων, για την εκτέλεση της αρχικώς προβλεφθείσας υπηρεσίας και, αφετέρου, η εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων με αντικείμενο τις συμπληρωματικές υπηρεσίες δεν υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής συμβάσεως. 6

32 Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31, σημείο 4, στοιχείο α, της οδηγίας 2004/18, καθόσον εισάγουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη ΛΕΕ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά, το δε βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται (βλ. αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C-20/01 και C-28/01, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2003, σ. I-3609, σκέψη 58 της 18ης Νοεμβρίου 2004, C-126/03, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2004, σ. I-11197, σκέψη 23 της 11ης Ιανουαρίου 2005, C-26/03, Stadt Halle και RPL Lochau, Συλλογή 2005, σ. I-1, σκέψη 46, καθώς και της 8ης Απριλίου 2008, C-337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I-2173, σκέψεις 57 και 58). 33 Στο δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, εν προκειμένω, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η επέλευση ή η πιθανότητα επελεύσεως ενός απρόβλεπτου περιστατικού μετά την ανάθεση των επίδικων δημοσίων συμβάσεων, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενες αναθέτουσες αρχές μπορούσαν, προ της συνάψεως των αρχικών συμβάσεων, να προβλέψουν την ανάγκη να συμπεριληφθούν στις συμβάσεις αυτές οι σχετικές συμπληρωματικές υπηρεσίες και συγκεκριμένα, στην προκειμένη περίπτωση, η επέκταση των ζωνών πολεοδομικού σχεδιασμού. Εάν η ανάγκη μιας τέτοιας επεκτάσεως για τεχνικούς ή οικονομικούς λόγους ή για λόγους αναγόμενους στην εκτέλεση των προβλεπόμενων στην αρχική σύμβαση υπηρεσιών μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απρόβλεπτη περίσταση, οι αναθέτουσες αρχές θα είχαν την ευχέρεια να υποστηρίξουν ότι απέτυχαν κατά την εκτίμηση και τον ακριβή καθορισμό του φυσικού αντικειμένου και του περιεχομένου της αρχικής συμβάσεως και, στη συνέχεια, να προβούν στην ανάθεση συμπληρωματικών υπηρεσιών με τη σύναψη χωριστών συμβάσεων παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας. 34 Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει, η αξία των επίδικων συμπληρωματικών συμβάσεων υπερβαίνει, σε καθεμία από τις μνημονευόμενες περιπτώσεις, το καθοριζόμενο με τις οδηγίες 92/50 και 2004/18 όριο του 50 % της αξίας των αρχικών συμβάσεων. 35 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Ελληνική Δημοκρατία, η οποία φέρει το βάρος να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις τις οποίες ορίζει το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο ε, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31, σημείο 4, στοιχείο α, της οδηγίας 2004/18, δεν επιχείρησε να αντικρούσει τα ως άνω επιχειρήματα. 36 Επιπροσθέτως, το εν λόγω κράτος μέλος δεν επιχείρησε να καταδείξει ότι οι επίδικες δημόσιες συμβάσεις ενδεχομένως καλύπτονται από τις λοιπές παρεκκλίσεις τις οποίες εισάγει το άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και το άρθρο 31 της οδηγίας 2004/18 όσον αφορά τη δυνατότητα διεξαγωγής διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως. 37 Ασφαλώς, η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η εθνική νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων εκπονήσεως μελετών είναι πλέον σύμφωνη με την οδηγία 2004/18, δεδομένου ότι κατά τον νόμο 3316/2005 και το προεδρικό διάταγμα 60/2007 η ανάθεση της εκπονήσεως μελετών γίνεται με βάση την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά και όχι με βάση την προεκτιμώμενη από τον μελετητή αμοιβή, όπως όριζε ο νόμος 716/1977. 38 Εντούτοις, όπως ορθώς παρατήρησε η Επιτροπή, το επιχείρημα αυτό είναι άνευ σημασίας στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής δεδομένου ότι αντικείμενό της είναι η συμφωνία των επίδικων δημοσίων συμβάσεων με τις οδηγίες 92/50 και 2004/18 και όχι το συμβατό της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας με τις οδηγίες αυτές. 39 Επιπλέον, από κανένα σημείο του δικογράφου της προσφυγής δεν προκύπτει ότι η προβαλλόμενη στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής παράβαση, η οποία αφορά τη μη τήρηση του άρθρου 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 και του άρθρου 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18, αφορά και τον τρόπο καθορισμού της αμοιβής των μελετητών στους οποίους έχουν ανατεθεί οι μελέτες που αποτελούν αντικείμενο των επίδικων δημοσίων 7

συμβάσεων. Ειδικότερα, η Επιτροπή ουδόλως υποστηρίζει στην προσφυγή της ότι το γεγονός ότι οι εμπλεκόμενοι Δήμοι επέκτειναν το αντικείμενο των αρχικών συμβάσεων αναθέτοντας συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού στο πλαίσιο διαδικασιών με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως οφειλόταν και στον τρόπο καθορισμού της αμοιβής των μελετητών, αλλά υποστηρίζει απλώς ότι η ως άνω επέκταση είναι συνέπεια της αναθέσεως συμπληρωματικών υπηρεσιών μετά τη σύναψη των αρχικών συμβάσεων. 40 Όσον αφορά τις δυσκολίες τις οποίες υποστηρίζει ότι συνάντησε η Ελληνική Δημοκρατία, μετά την αποστολή της απαντήσεώς της στην αιτιολογημένη γνώμη, προκειμένου να επιτευχθεί η λύση των επίμαχων δημοσίων συμβάσεων από τους εμπλεκόμενους Δήμους, αρκεί η υπενθύμιση ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα την κατάσταση του κράτους μέλους κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, το δε Δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές που έχουν επέλθει στη συνέχεια (βλ., ιδίως μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 30ής Νοεμβρίου 2006, C-32/05, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, Συλλογή 2006, σ. I-11323, σκέψη 22, και της 17ης Ιανουαρίου 2008, C-152/05, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 2008, σ. I-39, σκέψη 15). 41 Επιπλέον, εν πάση περιπτώσει, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επικαλούνται διατάξεις, πρακτικές ή καταστάσεις της εσωτερικής τους έννομης τάξεως για να δικαιολογήσουν τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C-114/02, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 2003, σ. I-3783, σκέψη 11, και της 23ης Απριλίου 2009, C-321/08, Επιτροπή κατά Ισπανίας, σκέψη 9). 42 Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφυγή της Επιτροπής πρέπει να κριθεί βάσιμη. 43 Επομένως, διαπιστώνεται ότι η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50 καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18. Επί των δικαστικών εξόδων 44 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη της Ελληνικής Δημοκρατίας στα δικαστικά έξοδα και η τελευταία αυτή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Η Ελληνική Δημοκρατία, συνάπτοντας, κατόπιν διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σχετικής προκηρύξεως, δημόσιες συμβάσεις με αντικείμενο συμπληρωματικές υπηρεσίες κτηματογραφήσεως και πολεοδομικού σχεδιασμού οι οποίες δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση που είχαν συνάψει οι Δήμοι Βασιλικών, Κασσάνδρας, Εγνατίας και Αρέθουσας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 8 και 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1997, καθώς και από τα άρθρα 20 και 31, σημείο 4, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8

31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. 2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. (υπογραφές) * Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική. Επίσημη Ιστοσελίδα http://eur-lex.europa.eu/lexuriserv/lexuriserv.do?uri=celex:62010cj0601:el:html 9