3 o Πανελλήνιο Συνέδριο Αντισεισμικής Μηχανικής & Τεχνικής Σεισμολογίας 5 7 Νοεμβρίου, 2008 Άρθρο 2073 Ξενοδοχειακό Συγκρότημα ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου Χαλκιδικής Τεκμηρίωση Αποτίμηση Φέροντος Οργανισμού Εναλλακτικές Προτάσεις Ενίσχυσης ή Ανακατασκευής Hotel XENIA Paliouri, Chalkidiki, Greece Evaluation Assessment of the Structural System Alternative Proposals for Strengthening or Reconstruction Χρήστος ΙΓΝΑΤΑΚΗΣ 1, Αναστασία ΒΟΥΛΓΑΡΗ 2, Ουρανία ΚΑΤΩΠΟΔΗ 3, Άγης ΠΕΤΡΑΚΗΣ 4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ : Στην παρούσα εργασία αρχικά γίνεται αποτίμηση της φέρουσας ικανότητας των κτιρίων στην υφιστάμενη κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη την παθολογία τους, ύστερα από επιτόπου αυτοψία. Στη συνέχεια, μελετάται μία σειρά εναλλακτικών προτάσεων αποκατάστασής-ενίσχυσής τους με προσπάθεια διατήρησης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τής αρχιτεκτονικής μορφολογίας που χαρακτηρίζει τα έργα του Άρη Κωνσταντινίδη. Οι προτάσεις αυτές μελετώνται συγκριτικά και παρουσιάζονται τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της καθεμιάς. Οι αναλύσεις έγιναν με τη βοήθεια κατάλληλου λογισμικού και με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς. Παράλληλα, αποτιμάται και η λύση της πιστής ανακατασκευής με σύγχρονα υλικά και σύμφωνα με τις απαιτήσεις των σημερινών κανονισμών, η οποία και προκρίνεται ως η βέλτιστη. ABSTRACT : At first, the present study deals with the structural evaluation of the buildings in their present condition, taking into consideration their pathology after local examination. Afterwards, a series of alternative strengthening solutions is examined, trying to preserve the morphological characteristics of the designer Architect Aris Konstantinidis. The analysis was done using the appropriate programs taking into consideration the current regulations. Finally, the proposal of exact reconstruction of the bearing structure, using modern materials and according to the present codes, is evaluated and seems to be the most appropriate. 1 Καθηγητής, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, email: ignatak@civil.auth.gr 2 MSc Πολιτικός Μηχανικός, Ελεύθερος Επαγγελματίας, email: natvig@teemail.gr 3 MSc Πολιτικός Μηχανικός, Ελεύθερος Επαγγελματίας, email: ourania_cv@yahoo.gr 4 MSc Πολιτικός Μηχανικός, Ελεύθερος Επαγγελματίας, email: agiscv@yahoo.gr
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ξενοδοχειακό συγκρότημα «ΞΕΝΙΑ» στο Παλιούρι Χαλκιδικής χτίστηκε το 1962 σε μία από τις ωραιότερες παραλίες της Χαλκιδικής στο κάτω άκρο της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της αρχιτεκτονικής του Άρη Κωνσταντινίδη ο οποίος κατά τις δεκαετίες του 50 και 60 σχεδίασε αρκετά ακόμα «ΞΕΝΙΑ» σε όλη την Ελλάδα. Το ξενοδοχείο λειτούργησε ως και το 1997 και από τότε εγκαταλείφθηκε κυριολεκτικά στην τύχη του με αποτέλεσμα να έχει υποστεί μεγάλες καταστροφές από τη φθορά του χρόνου και τους βανδαλισμούς. Τα τελευταία χρόνια στο κλίμα του διεθνούς κινήματος ευαισθητοποίησης για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της σύγχρονης εποχής και με πρωτοβουλία του συλλόγου Αρχιτεκτόνων ξεκίνησε μια προσπάθεια με στόχο το χαρακτηρισμό των ξενοδοχειακών συγκροτημάτων «ΞΕΝΙΑ» ως διατηρητέων. Ενδεικτικά αναφέρονται οι μονάδες που σχεδίασαν ο Α. Κωνσταντινίδης στην Άνδρο, στον Πόρο, στο Παλιούρι, στην Καλαμπάκα, στην Ηγουμενίτσα και στο Ηράκλειο, ο Ι. Τριανταφυλλίδης στο Ναύπλιο, ο Δ. Πικιώνης στους Δελφούς, ο Φ. Βώκος στον Πλαταμώνα, ο Κ. Σπανός στην Σαμοθράκη κτλ. Ειδικά για το συγκρότημα του «ΞΕΝΙΑ» στο Παλιούρι εκκρεμεί εδώ και δυόμιση περίπου χρόνια το θέμα του χαρακτηρισμού του από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεότερων Μνημείων του ΥΠΠΟ. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα περισσότερα «ΞΕΝΙΑ» βρίσκονται σε επιλεγμένες περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και χαρακτηρίζονται από ανεπιτήδευτο, λιτό αλλά συγχρόνως και ολιστικό τρόπο σχεδιασμού και κατασκευής καθώς είναι αποτέλεσμα μιας ενιαίας αρχιτεκτονικής θεώρησης και σχεδιασμού των κτιρίων και του περιβάλλοντος χώρου. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ο Α. Κωνσταντινίδης συνήθιζε να σχεδιάζει ακόμη και τον εσωτερικό λιτό και λειτουργικό εξοπλισμό των συγκροτημάτων με τα οποία ασχολήθηκε μέχρι και την τελευταία κατασκευαστική λεπτομέρεια (κρεβάτια, τράπεζια, καρέκλες, ντουλάπες, φωτιστικά) με οδηγίες για τα υλικά κατασκευής, τους χρωματικούς συνδυασμούς κτλ. Το 2004 ανατέθηκαν από τα τμήματα Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών του Α.Π.Θ. δύο παράλληλες διπλωματικές εργασίες με αντικείμενο τη μελέτη εναλλακτικών προτάσεων αρχιτεκτονικής και στατικής αποκατάστασης του συγκροτήματος αντίστοιχα. Η αρχιτεκτονική προσέγγιση του θέματος έγινε από την Δήμητρα Βιτούλα και τον Γιώργο Βλαχοδήμο, αρχιτέκτονες Α.Π.Θ. υπό την επίβλεψη του Μιχάλη Νομικού, Αναπληρωτή Καθηγητή Α.Π.Θ. ενώ η στατική προσέγγιση από τους συγγραφείς της παρούσας εργασίας. Στην εργασία παρουσιάζονται : Αποτύπωση και τεκμηρίωση γεωμετρίας, παθολογίας και ποιότητας υλικών του φέροντος οργανισμού. Αποτίμηση της φέρουσας ικανότητας του υφιστάμενου σκελετού οπλισμένου σκυροδέματος. Εναλλακτικές προτάσεις επέμβασης στους φέροντες οργανισμούς με γνώμονα την επανάχρηση του συγκροτήματος χωρίς να αλλάξει η χρήση των επιμέρους κτιρίων. 2
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ Το ξενοδοχειακό συγκρότημα «ΞΕΝΙΑ» Παλιουρίου αποτελεί ιδιοκτησία της «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.» η οποία, μετά από σχετικό αίτημα παραχώρησε στους συντάκτες της παρούσας αντίγραφα των κατασκευαστικών σχεδίων της στατικής μελέτης. Το συγκρότημα αποτελείται από τα ακόλουθα κτίρια, όπως ονομάζονται στα σχέδια της αρχικής μελέτης : Σταθμός βενζίνης (κτίριο Α) Υποδοχή (κτίριο Β) Περίπτερα Δωματίων (τέσσερα όμοια κτίρια Γ) Ανοικτά κλιμακοστάσια (τρία όμοια κτίσματα Γ1 μεταξύ των κτιρίων Γ) Μεγάλο υπόστεγο, τμήμα Bar (κτίριο Δ1) Μεγάλο υπόστεγο, τμήμα Εστιατορίου-Μαγειρείου (κτίριο Δ2) Καταλύματα προσωπικού (κτίριο Ε) Πλυντήριο-Λιναποθήκη-Μηχανοστάσιο (κτίριο Ζ) Διαπιστώθηκε πιστή εφαρμογή της μελέτης με εξαίρεση το κτίριο Α του σταθμού βενζίνης το οποίο δεν κατασκευάσθηκε. Το συγκρότημα βρίσκεται σε έναν από τους ωραιότερους αμφιθεατρικούς κόλπους της περιοχής του Παλιουρίου. Τα κτίρια κατασκευάσθηκαν στην αμμουδιά σε απόσταση λίγων δεκάδων μέτρων από τη θάλασσα. Στο Σχήμα 1 φαίνεται μια πανοραμική όψη του συγκροτήματος, ενώ στο Σχήμα 2 φαίνεται το πρωτότυπο σχέδιο διαμόρφωσης του ευρύτερου χώρου από την αρχιτεκτονική μελέτη του Α. Κωνσταντινίδη όπου φαίνεται η διάταξη των κτισμάτων. Τα κτίρια Β, Δ 1, Δ 2, Ε και Ζ, όπως αυτά αποτυπώνονται στο Σχήμα 2, είναι μονώροφα ενώ τα περίπτερα των δωματίων και τα μεταξύ τους κλιμακοστάσια (κτίρια Γ και Γ 1 αντίστοιχα) είναι διώροφα. Επίσης, τα κτίρια Δ 1 -Δ 2 όπως και τα Γ-Γ 1 αποτελούν δύο ανεξάρτητα συγκροτήματα όπου τα επιμέρους τμήματα χωρίζονται με κατασκευαστικούς αρμούς εύρους 5cm, ενώ τα κτίρια Β, Ε και Ζ είναι μεμονωμένα. Σχήμα 1. Πανοραμική άποψη του συγκροτήματος 3
Σχήμα 2. Πρωτότυπο σχέδιο διαμόρφωσης του ευρύτερου χώρου του συγκροτήματος Σχήμα 3. Πρόσοψη των περιπτέρων Δωματίων (1969) Σχήμα 4. Άποψη του Μεγάλου Υποστέγου (2004) 4
ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ - ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Γεωμετρική διαμόρφωση φερόντων οργανισμών Οι φέροντες οργανισμοί όλων των κτιρίων εμφανίζουν τα ακόλουθα γενικά χαρακτηριστικά, πολλά από τα οποία απαντώνται συχνά στις κατασκευές του Α. Κωνσταντινίδη : Οι σκελετοί όλων των κτιρίων είναι αμιγώς πλαισιακές κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα (απουσία τοιχωμάτων). Όλα τα φέροντα στοιχεία οπλισμένου σκυροδέματος είναι εμφανή και ανεπίχριστα. Τα υποστυλώματα βρίσκονται σε αυστηρό τυπικό κάναβο 4.0x6.0m σταθερό σε όλα τα κτίρια. Η διάσταση των 4.0m είναι σε διεύθυνση παράλληλη και η διάσταση των 6.0m σε διεύθυνση κάθετη στη γραμμή του αιγιαλού. Όλα τα υποστυλώματα είναι κοινής διατομής 25x50cm, τόσο στα μονώροφα όσο και στους δύο ορόφους των διωρόφων κτιρίων και είναι όλα διατεταγμένα με την επιμήκη διάστασή τους κατά τη μία κύρια διεύθυνση των κτιρίων. Μοναδική εξαίρεση από τον κανόνα είναι μερικά υποστυλώματα στο ισόγειο των κλιμακοστασίων (κτίρια Γ1) που έχουν διατομή 25x25cm. Όλες οι περιμετρικές αλλά και οι περισσότερες εσωτερικές δοκοί δώματος είναι ανεστραμμένες διατομής 20x70 και 25x50cm αντίστοιχα. Οι εσωτερικές δοκοί, με εξαίρεση τα κτίρια Γ, είναι διατεταγμένες μόνο στη μία κύρια διεύθυνση των κτιρίων με αποτέλεσμα ασθενή ή ανύπαρκτη πλαισιακή λειτουργία στην εγκάρσια διεύθυνση. Σχήμα 5. Διάταξη φέροντος οργανισμού κτιρίου Β 5
Σχήμα 6. Διάταξη φέροντος οργανισμού κτιρίου Γ Σχήμα 7. Διάταξη φέροντος οργανισμού κτιρίου Δ1 6
Σχήμα 8. Διάταξη φέροντος οργανισμού κτιρίου Δ2 Σχήμα 9. Διάταξη φέροντος οργανισμού κτιρίου Ε,Ζ Οι πλάκες των δωμάτων έχουν κλίση 4-7%. Στα κτίρια Β, Δ1 και Δ2, καθώς οι εσωτερικές δοκοί διήκουν μόνο σε μία διεύθυνση, σχηματίζονται επιμήκεις πλακολωρίδες έως και 4.0x36.0m. Η θεμελίωση αποτελείται από μεμονωμένα ορθογωνικά πέδιλα με δίκτυο συνδετηρίων δοκών διατομής 25x50cm στις δύο διευθύνσεις του κανάβου. Οι ανεστραμμένες δοκοί επέβαλλαν την κατασκευή εγκιβωτισμένων δωμάτων, με κανάλι απορροής και υδρορρόες στις πίσω όψεις των κτιρίων. Για εξασφάλιση θερμομόνωσης τοποθετήθηκαν επί των πλακών δώματος διαδοχικές στρώσεις υλικών συνολικού πάχους 45cm. Στο Σχήμα 10 φαίνεται χαρακτηριστική τομή από την αρχιτεκτονική μελέτη. Το συνολικό βάρος επιφόρτισης υπολογίστηκε στα 3.8kN/m2 που είναι υπερδιπλάσιο του συνήθους. Τονίζεται ότι η επιβάρυνση αυτή 7
είναι ιδιαίτερα σημαντική σε μονώροφα (ή διώροφα) κτίρια σε σύγκριση με τα υπόλοιπα μόνιμα και κινητά φορτία της κατασκευής. Σχήμα 10. Επίστρωση των εγκιβωτισμένων δωμάτων σύμφωνα με την αρχιτεκτονική μελέτη Στη συνεχεία αναφέρονται μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για τους φέροντες οργανισμούς των επί μέρους κτιρίων: Υποδοχή (Κτίριο Β Σχήμα 5): Πρόκειται για μονώροφο κτίριο εμβαδού 287.0 m 2 με κάτοψη σχήματος Γ που εμφανίζει οριζόντια μη κανονικότητα. Η κλίση της πλάκας οροφής (4.1%) δημιουργεί διαφορά ύψους 1.00 m περίπου μεταξύ των ακραίων σειρών των υποστυλωμάτων της επιμήκους διεύθυνσης (26 m), με συνέπεια η δυσκαμψία των κοντών στύλων να είναι έως και 2.0 φορές μεγαλύτερη των υψηλότερων. Το γεγονός αυτό δημιουργεί σημαντική εκκεντρότητα μεταξύ κέντρου βάρους και κέντρου ελαστικής στροφής με δυσμενείς επιπτώσεις στην απόκριση του κτιρίου έναντι σεισμού. Είναι εμφανής η ασθενής πλαισιακή λειτουργία εξαιτίας της απουσίας εσωτερικών δοκών στη διεύθυνση της μικρής διάστασης διατομής των υποστυλωμάτων. Έτσι οι στύλοι λειτουργούν ως πρόβολοι και μάλιστα κατά τη μικρή τους δυσκαμψία με αποτέλεσμα ο φέρων οργανισμός να εμφανίζεται ιδιαίτερα εύκαμπτος στη μία κύρια διεύθυνση. Περίπτερα δωματίων (Κτίρια Γ Σχήμα 6): Πρόκειται για διώροφα κτίρια εμβαδού κάλυψης 352 m 2 με ιδιαίτερα επιμήκη ορθογωνική κάτοψη ( Lmax Lmin = 6 ) που εμφανίζει οριζόντια μη κανονικότητα. Στην οροφή ισογείου υπάρχει ικανοποιητική πλαισιακή λειτουργία και στις δύο διευθύνσεις. Αντίθετα, στην οροφή ορόφου οι διαμήκεις δοκοί εννέα ανοιγμάτων της πίσω όψης είναι ιδιαίτερα ασθενικές με αποτέλεσμα την έκκεντρη απόκριση του ορόφου σε σεισμό κατά τη διαμήκη έννοια. Ανοικτά κλιμακοστάσια (Κτίρια Γ1 Σχήμα 6): Πρόκειται για εν μέρει ισόγειες και εν μέρει διώροφες κατασκευές με ελεύθερες βαθμιδοφόρες πλάκες και πλατύσκαλα, εμβαδού κάλυψης 41.00 m 2 με κάτοψη μορφής T. Μεταξύ των εν επαφή κτιρίων Γ και Γ1 υπάρχουν κατασκευαστικοί αρμοί εύρους 5.0 cm. Μεγάλο Υπόστεγο, Τμήμα Bar (Κτίριο Δ1 Σχήμα 7): Πρόκειται για μονώροφο κτίριο εμβαδού κάλυψης 583 m 2 με μη κανονική κάτοψη σχήματος Γ. Η κλίση της πλάκας 8
οροφής (7.4%) και η απουσία εσωτερικών δοκών στη μία διεύθυνση έχουν τις ίδιες αρνητικές συνέπειες που αναφέρθηκαν και στο κτίριο Β. Μεγάλο Υπόστεγο, Τμήμα Εστιατορίου Μαγειρείου (Κτίριο Δ2 Σχήμα 8): Πρόκειται για μονώροφο κτίριο εμβαδού κάλυψης 1080 m 2 με ανάλογη διάταξη και τα αρνητικά χαρακτηριστικά που επισημάνθηκαν για το Κτίριο Δ1. Επισημαίνεται ότι εξαιτίας του μεγάλου μήκους των κεκλιμένων πλακολωρίδων τα υποστυλώματα της όψης προς τη θάλασσα έχουν σχεδόν διπλάσιο ύψος από αυτά της πίσω όψης (σχέση δυσκαμψιών ~1:6). Τα κτίρια Δ1 και Δ2 βρίσκονται σε επαφή επί μήκους 12.0 m όπου και διαχωρίζονται με κατασκευαστικό αρμό πάχους 5.0 cm. Βοηθητικά κτίρια Ε και Ζ (Σχήμα 9): Πρόκειται για δύο μονώροφα, στατικώς πανομοιότυπα, κτίρια επιμήκους ορθογωνικής κάτοψης εμβαδού κάλυψης 352 m 2, με οριζόντια μη κανονικότητα ( Lmax Lmin = 6 ). Η κλίση των πλακών δώματος είναι 5%. Ο φέρων οργανισμός είναι ιδιαίτερα εύκαμπτος στη διαμήκη διεύθυνση καθώς οι διαμήκεις περιμετρικές δοκοί δε συνδέουν τα υποστυλώματα αλλά εδράζονται επί εγκάρσιων προβόλων. Κλείνοντας την παρούσα παράγραφο κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθούν τα βασικότερα αρνητικά χαρακτηριστικά διαμόρφωσης των φερόντων οργανισμών, τα οποία εμφανίζονται συστηματικά σε όλα σχεδόν τα κτίρια του συγκροτήματος, με σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην απόκρισή τους ιδιαίτερα υπό οριζόντια σεισμική φόρτιση: Οριζόντια μη κανονικότητα σε όλα τα κτίρια του συγκροτήματος. Εύκαμπτοι αμιγώς πλαισιακοί φέροντες οργανισμοί με ιδιαίτερα ασθενή πλαισιακή λειτουργία στη μία διεύθυνση λόγω πλήρους απουσίας ή ιδιαίτερα ασθενικών δοκών και συστηματικής διάταξης των στύλων κατά τη μικρή τους δυσκαμψία. Κίνδυνος στρεπτικής ευαισθησίας στα κτίρια Β, Δ1, Δ2 εξ αιτίας σοβαρής διαφοροποίησης του ύψους των στύλων λόγω κεκλιμένων επιμήκων πλακολωρίδων δώματος. Σοβαρή επιβάρυνση του φέροντος οργανισμού τόσο υπό κατακόρυφα όσο και υπό σεισμικά φορτία από το μεγάλο βάρος επίστρωσης των πλακών δώματος (3.8 kn/m 2 ). Η γενική διαμόρφωση των φερόντων οργανισμών διαπνέεται από φροντίδα ανάληψης μόνο των κατακόρυφων φορτίων. Σημειώνεται ότι οι μελέτες συντάχθηκαν το 1960, δηλαδή έναν μόλις χρόνο από τη θέσπιση του πρώτου Ελληνικού Αντισεισμικού Κανονισμού (ΕΑΚ 1959), με θεώρηση σεισμικού συντελεστή ε = 8.0% σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις. Συμπερασματικά κρίνεται σκόπιμο να τονιστεί ότι, υπό το πρίσμα των επιταγών των σημερινών κανονισμών, η διαμόρφωση των φερόντων οργανισμών χαρακτηρίζεται ως μη αποδεκτή. Είναι φανερή η πλήρης και άκριτη υποταγή του στατικού σχεδιασμού στις επιταγές της αρχιτεκτονικής μορφής. 9
Παθολογία Φερόντων Οργανισμών Δεν διαπιστώθηκαν σε κανένα κτίριο ενδείξεις που να εγείρουν προβληματισμό για τη γενική ευστάθεια όπως εκτροπές από την κατακόρυφο, διαφορικές καθιζήσεις κτλ. Στα υποστυλώματα μεγάλου ύψους (~6.0m) και μικρού πλάτους διατομής (0.25m) της όψης προς τη θάλασσα του κτιρίου Δ2 εκτιμάται ότι, παρά τη μικρή αξονική δύναμη, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος λυγισμού. Δεν διαπιστώθηκαν αξιόλογες βλάβες δομικών στοιχείων (καμπτικές ή διατμητικές ρηγματώσεις) ή στοιχείων πλήρωσης που να μπορούν να αποδοθούν σε ανεπάρκεια υπό κατακόρυφα φορτία ή σεισμική καταπόνηση. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η περιοχή του συγκροτήματος δεν δέχθηκε αξιόλογα σεισμικά πλήγματα κατά τη διάρκεια ζωής των κτιρίων. Οι φέροντες οργανισμοί όλων ανεξαιρέτως των κτιρίων εμφανίζουν έντονες και εκτεταμένες βλάβες εξαιτίας του φαύλου κύκλου ενανθράκωσης του σκυροδέματος - οξείδωσης των οπλισμών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι βλάβες είναι δυσανάλογα μεγάλες για κτίρια ηλικίας 45 περίπου ετών. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην επιτάχυνση της διάβρωσης εξαιτίας της συνύπαρξης των ακόλουθων αρνητικών παραγόντων : Άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα (υψηλή παρουσία χλωριόντων) Απουσία επιχρίσματος (εμφανή σκυροδέματα) Σχετικά χαμηλή ποιότητα σκυροδέματος, υψηλό πορώδες και αυξημένη μικρορηγμάτωση λόγω συστολής πήξεως (ποτάμια αδρανή). Μικρά πάχη σκυροδέματος επικάλυψης. Ανερχόμενη υγρασία στους πόδες των υποστυλωμάτων (υψηλή στάθμη υπόγειου ορίζοντα). Κατερχόμενη υγρασία εξαιτίας της αστοχίας της υγρομόνωσης λόγω απόφραξης των οριζόντιων υδρορροών των εγκιβωτισμένων δωμάτων. Παντελής έλλειψη συντήρησης εξαιτίας της εγκατάλειψης κατά την τελευταία δεκαετία. Σχήμα 11. Ανεστραμμένης δοκού (αριστερά) Πλάκα οροφής κτιρίου Ε (δεξιά) 10
Σχήμα 12. Ακμή υποστυλώματος (αριστερά) Πόδας υποστυλώματος (δεξιά) Σχήμα 13. Αποκόλληση του σκυροδέματος επικάλυψης (αριστερά) Αποφλοίωση σκυροδέματος στο πόδα υποστυλώματος λόγω ανερχόμενης υγρασίας (δεξιά) Στα Σχήματα 11,12 και 13 φαίνονται χαρακτηριστικές φωτογραφίες βλαβών που διαβαθμίζονται από έντονες εξανθήσεις της επιφάνειας του σκυροδέματος, ρηγμάτωση και αποκόλληση του σκυροδέματος επικάλυψης έως και εκτεταμένες καταπτώσεις της επικάλυψης με έντονη οξείδωση και σοβαρότατη απομείωση της διατομής των ράβδων οπλισμού. Πέραν της φωτογραφικής αποτύπωσης έγινε και σχεδιαστική απεικόνιση των βλαβών με κατάλληλη χρωματική επισήμανση του βαθμού βλάβης των δομικών στοιχείων σε σχέδια κάτοψης των φερόντων οργανισμών. Τα δομικά στοιχεία χρωματίστηκαν ενδεικτικά ανάλογα με τη βαρύτητα της απαιτούμενης επέμβασης αποκατάστασής τους σύμφωνα με την ακόλουθη διαβάθμιση : 11
Πράσινο : Επιφανειακή αποκατάσταση του σκυροδέματος επικάλυψης με επισκευαστικό μη συρρικνούμενο κονίαμα. Κίτρινο : Καθαίρεση του σκυροδέματος επικάλυψης και λοιπών τεμαχίων αποκολλημένου ή αποσαθρωμένου σκυροδέματος, απόξεση και καθαρισμός των οξειδωμένων κυρίων οπλισμών, στερέωση τοπικά νέων συνδετήρων και αποκατάσταση διατομής με επισκευαστικό μη συρρικνούμενο κονίαμα. Κόκκινο (θέσεις έντονης απομείωσης διατομής κύριων οπλισμών) : Απαιτείται υποστύλωση, ενίσχυση των οπλισμών με συγκόλληση νέων ράβδων και τοπική επανασκυροδέτηση. Οι γενικές διαπιστώσεις όσον αφορά στην παθολογία συνοψίζονται ως εξής : Οι σοβαρότερες βλάβες παρατηρούνται σε ελεύθερα υποστυλώματα και περιμετρικές δοκούς των κτιρίων Β, Δ1 και Δ2 τα οποία έχουν μεγάλα ανοικτά τμήματα (υπόστεγα), καθώς και στις εξωτερικές εκτεθειμένες επιφάνειες περιμετρικών στύλων κυρίως αλλά και δοκών σε κτίρια με τοιχοποιίες πλήρωσης (Γ, Ε και Ζ). Σοβαρές βλάβες εντοπίζονται επίσης στους πόδες πολλών υποστυλωμάτων, ανεξάρτητα από τη θέση τους, λόγω ανερχόμενης υγρασίας. Κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι σε αρκετούς πόδες εσωτερικών υποστυλωμάτων στα ισόγεια των πτερύγων των δωματίων (κτίρια Γ) διαπιστώθηκαν παλαιότερες επισκευές με τσιμεντοκονία. Σοβαρές βλάβες εντοπίζονται στα άνω και κάτω πέλματα των ελεύθερων δοκών και καθύψος των ακμών της ανώτερης ζώνης πολλών ελεύθερων υποστυλωμάτων στην περίμετρο των ανοικτών υπόστεγων τμημάτων των κτιρίων Β, Δ1 και Δ2 από τα κατερχόμενα όμβρια που «γλύφουν» τις εξωτερικές επιφάνειες των στοιχείων. Σοβαρές βλάβες σε πλάκες διαπιστώθηκαν κυρίως στις κάτω επιφάνειες των ζωνών χαμηλής στάθμης λόγω απόφραξης των υδρορροών των εγκιβωτισμένων δωμάτων από φύλλα και σκουπίδια με αποτέλεσμα την σταδιακή καταστροφή της υγρομόνωσης από τα λιμνάζοντα νερά. Πέραν της φωτογραφικής και σχεδιαστικής αποτύπωσης των βλαβών έγινε και προσπάθεια επιτόπου εκτίμησης του βαθμού και του βάθους ενανθράκωσης του σκυροδέματος με ψεκασμό διαλύματος φαινολοφθαλεΐνης. Το διάλυμα αυτό, όπως είναι γνωστό, προκαλεί χαρακτηριστικό χρωματισμό της ψεκαζόμενης επιφάνειας του σκυροδέματος, τόσο πιο έντονο όσο υψηλότερη είναι η αλκαλικότητα του σκυροδέματος, γεγονός που αποτελεί ένδειξη περιορισμένης ενανθράκωσής του. Κατά συνέπεια, σε τέτοια περίπτωση, οι οπλισμοί δεν διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο οξείδωσης καθώς βρίσκονται σε αλκαλικό περιβάλλον. Αντίθετα, απουσία χρωματικής αντίδρασης προδίδει πλήρη ενανθράκωση και σοβαρό κίνδυνο οξείδωσης για τους οπλισμούς. Κατά τους επιτόπου ψεκασμούς δεν υπήρξε χρωματική αντίδραση πλην ελαχίστων θέσεων όπου σε βάθος >50mm υπήρξε ασθενής χρωματισμός του σκυροδέματος. Σημειώνεται ότι κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο καθώς, όπως προαναφέρθηκε, η κατάσταση των οπλισμών προδίδει προχωρημένη ενανθράκωση του σκυροδέματος. 12
Εκτίμηση Ποιότητας Υλικών Φέροντος Οργανισμού Σκυρόδεμα : Η μελέτη προέβλεπε σκυρόδεμα κατηγορίας Β160. Η πλέον αξιόπιστη μέθοδος εκτίμησης της θλιπτικής αντοχής του σκυροδέματος υφιστάμενων κατασκευών είναι, ως γνωστόν, ο συνδυασμός των αποτελεσμάτων από την εξαγωγή και θραύση περιορισμένου πλήθους πυρήνων (καρότα) και από εκτεταμένες κρουσιμετρήσεις. Η λήψη καρότων, εκτός του ότι θα απαιτούσε την άδεια των ιδιοκτητών, είναι δαπανηρή εργασία και σε κάθε περίπτωση έξω από το πλαίσιο της παρούσας μελέτης. Έτσι, οι συντάκτες της παρούσας περιορίσθηκαν σε εκτεταμένες κρουσιμετρήσεις (219 θέσεις συνολικά σε όλα τα κτίρια) κυρίως σε υποστυλώματα, η εκτέλεση των οποίων ήταν σχετικά ευχερής καθώς, όπως προαναφέρθηκε, όλα τα φέροντα στοιχεία ήταν εμφανή και ανεπίχριστα. Σημειώνεται ότι οι κρούσεις γίνονται πάντοτε σε υγιείς θέσεις και στην εξωτερική επιφάνεια του ενανθρακωμένου σκυροδέματος επικάλυψης. Κατά συνέπεια, επειδή η ενανθράκωση ενισχύει την αντοχή του σκυροδέματος, απαιτείται κατάλληλη «διόρθωση» των αποτελεσμάτων προς τα κάτω για να προσεγγισθεί η πραγματική αντοχή του σκυροδέματος που προκύπτει από τη θραύση αντίστοιχων πυρήνων. Σημειώνεται ότι από τη σχετική βιβλιογραφία συνιστάται μείωση των αποτελεσμάτων των κρουσιμετρήσεων κατά 25 έως 33% ανάλογα με τον εκτιμώμενο βαθμό ενανθράκωσης. Από τις κρουσιμετρήσεις διαπιστώθηκε σημαντική διαφοροποίηση αντοχών τόσο μεταξύ των διαφόρων κτιρίων όσο και μεταξύ στύλων και δοκών του ίδιου κτιρίου, καθώς και υψηλή διασπορά τιμών (μέσες τιμές τετραγωνικής απόκλισης 20-30% των αντίστοιχων μέσων τιμών ανά κτίριο). Οι διαπιστώσεις αυτές, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι πρόκειται αναμφισβήτητα για εργοταξιακό σκυρόδεμα, προδίδει ανεπαρκή οργάνωση παραγωγής και χαλαρή επίβλεψη. Στον Πίνακα 1 περιλαμβάνονται συνοπτικά τα αποτελέσματα των κρουσιμετρήσεων καθώς και οι τελικές εκτιμήσεις ποιότητας σκυροδέματος ανά κτίριο. Κτίρια Πλήθος θέσεων δοκιμών Πίνακας 1. Αποτελέσματα κρουσιμετρήσεων στα κτίρια του συγκροτήματος Μ.Ο. Κυβ. Αντοχής f cc,m (MPa) Διόρθωση κυβ. αντοχής f cc * Εκτίμηση ποιότητας "Β" Μέση τετρ. απόκλιση s (MPa) Χαρακτ/κή κυβ. αντοχή f cc,k (Mpa) ** Εκτίμηση ποιότητας "C" Β 21 41,60 27,73 >Β225 7,83 19,15 ~C16/20 Γ 109 43,00 28,67 >Β225 9,68 18,05 > C12/15 Δ1 28 27,40 18,27 >Β160 7,95 9,55 ~ C8/10 Δ2 26 25,40 16,93 Β160 8,07 8,08 C8/10 Ε 17 23,40 15,60 ~Β160 6,16 8,84 C8/10 Ζ 18 23,40 15,60 ~Β160 6,06 8,95 C8/10 * Διαπιστώθηκε έντονη ενανθράκωση, συνεπώς : f cc (2/3) f cc,m ** Εφαρμόζεται η γνωστή σχέση υπολογισμού της χαρακτηριστικής αντοχής : f cc,k = (2/3) (f cc,m -1.6 s) Από τα στοιχεία του Πίνακα 1 φαίνεται ότι στα κτίρια Β (υποδοχή) και Γ (περίπτερα δωματίων) η ποιότητα του σκυροδέματος μπορεί να χαρακτηριστεί ως ικανοποιητική καθώς, με μικρή ανοχή για τα κτίρια Γ, καλύπτει την απαίτηση των σημερινών ελληνικών κανονισμών για ελάχιστη ποιότητα C16/20 ή C12/15 για κτίρια έως και τριώροφα με αυξημένες ή χωρίς αυξημένες απαιτήσεις πλαστιμότητας αντίστοιχα. Αντίθετα, η ποιότητα του σκυροδέματος όλων των υπόλοιπων κτιρίων καλύπτει μεν (με μικρή ανοχή για τα κτίρια Ε, Ζ) την πρόβλεψη 13
της αρχικής μελέτης για ποιότητα Β160, αλλά υπολείπεται σημαντικά των ελάχιστων ορίων των σημερινών κανονισμών. Πρέπει να σημειωθεί ότι, καθώς η αντοχή του σκυροδέματος αυξάνεται με την ηλικία, είναι φανερό ότι η αντοχή 28 ημερών του σκυροδέματος των κτιρίων Δ 1, Δ 2, Ε και Ζ θα πρέπει να ήταν χαμηλότερη από τις προβλέψεις της αρχικής μελέτης. Χάλυβας οπλισμών: Η μελέτη προέβλεπε τη χρήση λείου μαλακού χάλυβα StI. Σημειώνεται ότι την εποχή κατασκευής του έργου (αρχές δεκαετίας του 60) ο λείος χάλυβας StI ήταν η μοναδική ποιότητα ραβδοχάλυβα που ήταν σε χρήση για κατασκευές οπλισμένου σκυροδέματος στην Ελλάδα. Κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε οπτικά ότι οι ράβδοι οπλισμού ήταν λείες. Για λόγους πληρότητας της μελέτης έγινε απότμηση δύο τεμαχίων ράβδων 16 από στύλους του κτιρίου Δ1. Τα δείγματα διαμορφώθηκαν με εκτόρνευση σε πρότυπα δοκίμια και καταπονήθηκαν σε εφελκυσμό μέχρι θραύσεως στο Εργαστήριο Αντοχής Υλικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ. Οι μέσοι όροι των τάσεων διαρροής (f y ) και θραύσης (f u ) των δύο δοκιμίων προέκυψαν αντίστοιχα 310.67 και 432.15 MPa. Συνεπώς, οι ράβδοι κατατάσσονται μεταξύ των κατηγοριών StI ( fy / fu = 220 / 340) και StII ( 360 / 500) του παλιού κανονισμού καθώς υπερβαίνουν τα ελάχιστα όρια του StI αλλά υπολείπονται των αντίστοιχων του StIΙ. Σημειώνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις ελέγχου της αντοχής των οπλισμών παλαιών κατασκευών έχουν προκύψει παρόμοια αποτελέσματα. Τονίζεται ότι, για λόγους ασφάλειας, στους υπολογιστικούς ελέγχους που ακολούθησαν (βλ. παρακάτω) θεωρήθηκε ποιότητα χάλυβα StI (S220) καθώς η δειγματοληψία έγινε μόνο σε ένα από τα εννέα κτίρια του συγκροτήματος. Εισαγωγή ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΦΕΡΟΝΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ Οι έντονες βλάβες που διαπιστώθηκαν και μάλιστα με ιδιαίτερη ένταση και σοβαρότητα στα υποστυλώματα, που είναι και τα μοναδικά κατακόρυφα στοιχεία, σε συνδυασμό με τα σοβαρά μειονεκτήματα σχεδιασμού των φερόντων οργανισμών, καθιστούν ουσιαστικά περιττό τον έλεγχο επάρκειας των κτιρίων. Παρόλα αυτά, από καθαρά ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, αποφασίστηκε η εκτέλεση του ελέγχου επάρκειας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παραρτήματος Ε του ισχύοντος αντισεισμικού κανονισμού ΕΑΚ2000, με θεώρηση αποκατάστασης των βλαβών και επανάκτησης της πλήρους αρχικής αντοχής των δομικών στοιχείων. Το παράρτημα Ε καθορίζει το πλαίσιο των κανονισμών με τους οποίους πρέπει να ελέγχεται η επάρκεια υφιστάμενων κατασκευών σε περίπτωση προσθήκης καθύψος ή επανάχρησης. Στην προκείμενη περίπτωση, όπου τα κτίρια μελετήθηκαν με τον αντισεισμικό κανονισμό ΕΑΚ1959, το κανονιστικό πλαίσιο επάρκειας διαφοροποιείται ως εξής ανάλογα με τη χρήση και την αντίστοιχη κατηγορία σπουδαιότητας κάθε κτιρίου σύμφωνα με τον ΕΑΚ2000 ( Πίνακας 2 ). Πίνακας 2. Κανονισμός ελέγχου επάρκειας των κτιρίων του συγκροτήματος 14
Κτίρια Χρήση Κατηγορία Σπουδαιότητας Κανονιστικό Πλαίσιο Ελέγχου Επάρκειας Β, Γ, Ε, Ζ Συνήθη κτίρια, ξενοδοχεία κ.λπ. Σ2 ΕΚΟΣ 1954 ΕΑΚ 1959/1984 Δ1, Δ2 Κτίρια δημόσιων συναθροίσεων κ.λπ. Σ3 ΕΚΟΣ 2000 ΕΑΚ 2000 Κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι η ιδιαιτερότητα της κλίσης των πλακών δώματος που χαρακτηρίζει όλα τα κτίρια, αλλά είναι εντονότερη στα Β, Δ 1, Δ 2, δημιούργησε αρκετά προβλήματα προσομοίωσης καθώς πολλά από τα προγράμματα ανάλυσης δε δέχονται κεκλιμένα διαφράγματα ή ανισοϋψείς στύλους. Για την ανάλυση των κτιρίων Δ1 και Δ2 σύμφωνα με τις διατάξεις του ΕΑΚ2000 απαιτείται ο καθορισμός του συντελεστή συμπεριφοράς q. Με βάση την εμπειρία από την απόκριση αμιγώς πλαισιακών κατασκευών, που σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν με παλαιότερους κανονισμούς χωρίς απαιτήσεις πλαστιμότητας, επιλέχθηκε η τιμή q = 2. 50 (βλ. Σχήμα 14) Όπως προαναφέρθηκε, η μεγάλου πάχους επιφόρτιση θερμομόνωσης των δωμάτων που προέβλεπε η αρχιτεκτονική μελέτη και όπως διαπιστώθηκε κατά την αυτοψία κατασκευάσθηκε κατά γράμμα επιβάρυνε τις πλάκες δώματος με φορτίο 3.80 kn/m 2. Η επιφόρτιση αυτή είναι πολύ επιβαρυντική ιδιαίτερα για μονώροφες και εύκαμπτες κατασκευές, τόσο υπό κατακόρυφα φορτία, όσο και υπό σεισμική καταπόνηση. Έτσι, μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα του ελέγχου επάρκειας με την υφιστάμενη βαριά επιφόρτιση (βλ. Πίνακα 3 ) αποφασίσθηκε να επαναληφθεί ο έλεγχος με θεώρηση αντικατάστασης της βαριάς επιφόρτισης με σύγχρονα ελαφρά θερμομονωτικά υλικά και αντίστοιχη ελάχιστη επιβάρυνση 0.50 kn/m 2. Ακολουθεί η παρουσίαση των σχετικών αποτελεσμάτων. Έλεγχος επάρκειας Υφιστάμενων Φερόντων Οργανισμών με τη βαριά επιφόρτιση δωμάτων Οι έλεγχοι επάρκειας έγιναν στις στηρίξεις των δοκών και στα άκρα (κεφαλή, πόδας) των στύλων. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται συγκεντρωμένα στον Πίνακα 3. Από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Τα κτίρια συγκέντρωσης κοινού (σπουδαιότητας Σ3) που ελέγχθηκαν με το δυσμενέστερο πλαίσιο των σημερινών κανονισμών εμφανίζουν καθολική ανεπάρκεια στο σύνολο σχεδόν των θέσεων ελέγχου τόσο σε στύλους όσο και σε δοκούς. Πρέπει να σημειωθεί επιπρόσθετα ότι η ποιότητα του σκυροδέματος των κτιρίων αυτών είναι ιδιαίτερα χαμηλή (~C8/10). Στα υπόλοιπα κτίρια Β, Γ, και Ε (Ζ) σπουδαιότητας Σ2, που ελέγχθηκαν με το ευμενέστερο πλαίσιο των παλιών κανονισμών (βλ. Πίνακα 2 ), η κατάσταση εμφανίζεται λιγότερο δυσμενής όσον αφορά τις δοκούς, όπου παρατηρούνται σχετικά ικανοποιητικά ποσοστά επάρκειας, ενώ οι στύλοι εξακολουθούν να αστοχούν στο σύνολο σχεδόν των θέσεων ελέγχου. Το κτίριο Ε (Ζ) εμφανίζει σημαντικά δυσμενέστερα αποτελέσματα από τα Β και Γ καθώς διαφοροποιείται η ποιότητα του σκυροδέματος (βλ. Πίνακα 1 ). 15
Είναι φανερό ότι οι δοκοί δώματος όλων των κτιρίων είχαν διαστασιολογηθεί κατά την αρχική μελέτη λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό φορτίο επιφόρτισης με συνέπεια τη σχετικά καλή εικόνα, ιδιαίτερα στα κτίρια Β και Γ. Πίνακας 3. Αποτελέσματα ελέγχου επάρκειας υφιστάμενων φερόντων οργανισμών με τη βαριά επιφόρτιση δωμάτων (3.80 kn/m 2 ) Επάρκεια Ανεπάρκεια Κτίριο Όροφος Δομικό στοιχείο Πλήθος Πλήθος % Πλήθος % Δοκοί 27 22 81 5 19 Β ισόγειο Κεφαλή 19 11 58 8 42 Στύλοι Πόδας 19 3 16 16 84 Δοκοί 66 53 80 13 20 όροφος Κεφαλή 20 15 75 5 25 Στύλοι Πόδας 20 0 0 20 100 Γ Δοκοί 48 20 42 28 58 ισόγειο Κεφαλή 20 0 0 20 100 Στύλοι Πόδας 20 0 0 20 100 Δοκοί 44 0 0 44 100 Δ1 ισόγειο Κεφαλή 37 4 11 33 89 Στύλοι Πόδας 37 0 0 37 100 Δοκοί 69 2 3 67 97 Δ2 ισόγειο Κεφαλή 61 15 25 46 75 Στύλοι Πόδας 61 3 5 58 95 Δοκοί 48 18 38 30 62 Ε ισόγειο Κεφαλή 20 20 100 0 0 Στύλοι Πόδας 20 0 0 20 100 Η αστοχία μεγάλου ποσοστού των στύλων, ακόμη και σε κτίρια που αναλύθηκαν ουσιαστικά με κανονιστικό πλαίσιο παρόμοιο με αυτό της αρχικής μελέτης, προβλημάτισε τους συντάκτες της παρούσας εργασίας. Σημειώνεται ότι δεν ήταν διαθέσιμοι οι στατικοί υπολογισμοί της αρχικής μελέτης. Οι βασικές όμως απλοποιητικές παραδοχές με τις οποίες συντελούνταν οι χειροποίητες στατικές μελέτες της εποχής εκείνης είναι γενικά γνωστές. Έτσι, επιχειρήθηκε προσεγγιστική ανάλυση των υποστυλωμάτων στα διάφορα κτίρια του συγκροτήματος με θεώρηση μηδενικής καμπτικής καταπόνησης από τα κατακόρυφα φορτία (δοκοί επί ελεύθερα στρεπτών στηριγμάτων) και διάφορα σενάρια απόκρισης των στύλων υπό σεισμική καταπόνηση. Διαπιστώθηκε οριακή ανεπάρκεια σε αρκετές περιπτώσεις σε όλα τα κτίρια του συγκροτήματος. Κατά συνέπεια, εάν στις καμπτικές ροπές των στύλων από σεισμό προστεθεί και η ένταση από τα κατακόρυφα φορτία λόγω πλαισιακής λειτουργίας, η άσχημη εικόνα του Πίνακα 3 είναι δικαιολογημένη. 16
Έλεγχος επάρκειας Υφιστάμενων Φερόντων Οργανισμών με νέα ελαφρά επιφόρτιση δωμάτων Τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα παρουσιάζονται στον Πίνακα 4. Από συγκριτική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των Πινάκων 3, 4 συνάγεται ότι η κατάσταση βελτιώθηκε εντυπωσιακά στα μονώροφα κτίρια όχι όμως και στα υποστυλώματα των διώροφων περιπτέρων των δωματίων (κτίρια Γ) όπου και με το ελαφρό δώμα παρατηρείται και πάλι γενική αστοχία σε όλες τις θέσεις. Είναι φανερό ότι στα μονώροφα κτίρια η ανακούφιση από την ελάφρυνση του δώματος κατά 3.30 kn/m 2 είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς το κινητό φορτίο των δωμάτων είναι μόλις 1.00 kn/m 2. Αντίθετα, στα διώροφα και μάλιστα στο ισόγειο, η ανακούφιση είναι πολύ περιορισμένη καθώς οι στύλοι του ισογείου φέρουν, αντί μιας, το βάρος δύο πλακών καθώς και το υψηλό κινητό φορτίο των 5.00 kn/m 2 στις πλάκες οροφής ισογείου όπως επιβάλλει ο σχετικός κανονισμός φορτίσεων δομικών έργων για τα ξενοδοχεία. Πρέπει βέβαια να επισημανθεί ότι, ακόμη και με το ελαφρύ δώμα, τα κτίρια Δ1 και Δ2 που ελέγχθηκαν με το δυσμενέστερο πλαίσιο των σημερινών κανονισμών εξακολουθούν, παρά την όποια βελτίωση, να εμφανίζουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αστοχιών στα υποστυλώματα. Πίνακας 4. Aποτελέσματα ελέγχων επάρκειας υφιστάμενων φερόντων οργανισμών με νέα ελαφρά επιφόρτιση δωμάτων (0.50 kn/m 2 ) Επάρκεια Ανεπάρκεια Κτίριο Όροφος Δομικό στοιχείο Πλήθος Πλήθος % Πλήθος % Δοκοί 27 27 100 0 0 Β ισόγειο Κεφαλή 19 19 100 0 0 Στύλοι Πόδας 19 16 84 3 16 Δοκοί 66 64 97 2 3 όροφος Κεφαλή 20 20 100 0 0 Στύλοι Πόδας 20 0 0 20 100 Γ Δοκοί 48 22 46 26 54 ισόγειο Κεφαλή 20 0 0 20 100 Στύλοι Πόδας 20 0 0 20 100 Δοκοί 44 26 59 18 41 Δ 1 Δ 2 ισόγειο κεφαλή 37 13 35 24 65 στύλοι πόδας 37 7 19 30 81 Δοκοί 69 43 62 26 38 ισόγειο Κεφαλή 61 19 31 42 69 Στύλοι Πόδας 61 9 15 52 85 Δοκοί 48 48 100 0 0 Ε ισόγειο Κεφαλή 20 20 100 0 0 Στύλοι Πόδας 20 16 80 4 20 Από τις παραπάνω διαπιστώσεις συνάγεται ότι, ανεξάρτητα από το σενάριο των επεμβάσεων αποκατάστασης και ενίσχυσης που θα επιλεγεί (βλ. επόμενο κεφάλαιο), είναι απαραίτητη η αποξήλωση της υφιστάμενης επίστρωσης των δωμάτων και η αντικατάστασή της με σύγχρονα ελαφρά θερμομονωτικά υλικά, καθώς είναι ιδιαίτερα ευεργετική από 17
στατικής άποψης. Άλλωστε η υφιστάμενη επίστρωση έχει αστοχήσει όπως διαπιστώθηκε από τις εκτεταμένες εξανθήσεις στις κάτω επιφάνειες των πλακών. Εκτίμηση του συντελεστή συμπεριφοράς με ανελαστική στατική ανάλυση Όπως προαναφέρθηκε για την ανάλυση των κτισμάτων Δ1 και Δ2, σύμφωνα με το πλαίσιο των νέων κανονισμών, καθορίστηκε με βάση την εμπειρία η τιμή q = 2.50 για το συντελεστή συμπεριφοράς των κτισμάτων. Με στόχο την τεκμηρίωση αυτής της επιλογής έγινε προσπάθεια εκτίμησης της διαθέσιμης πλαστιμότητας των κτισμάτων με εφαρμογή της μεθόδου ανελαστικής μονότονης ώθησης μέχρι κατάρρευσης (pushover analysis). Για συγκριτικούς λόγους η μέθοδος εφαρμόστηκε όχι μόνο στα κτίρια Δ1 και Δ2, τα οποία χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα ασθενή πλαισιακή λειτουργία στη μία κύρια διεύθυνση αλλά και στο διώροφο κτίριο δωματίων Γ το οποίο διαθέτει αντίθετα ικανοποιητική διαδοκίδωση και στις δύο διευθύνσεις. Χρησιμοποιήθηκε το φάσμα σχεδιασμού του ΕΑΚ2000 για ζώνη σεισμικής επικινδυνότητας Ι και έδαφος Β, και οι καμπύλες ροπών-στροφών (Μ-θ) που ορίζονται στο σχετικό κείμενο οδηγιών FEMA-273 (1997), παρότι προϋποθέτουν επαρκή μήκη αγκύρωσης των οπλισμών, τα οποία είναι αμφίβολο κατά πόσο εφαρμόστηκαν στα κτίρια του συγκροτήματος. Στο Σχήμα 14 φαίνονται οι καμπύλες V-δ τέμνουσας δύναμης-μετατόπισης και χαρακτηριστικά προσομοιώματα πλαισίων με τις θέσεις πλαστικών αρθρώσεων κατά την κατάρρευση των κτιρίων Γ και Δ1 αντίστοιχα, για ώθηση κατά τις δύο κύριες διευθύνσεις. Διαπιστώθηκε σχετικά ικανοποιητική και ισοδύναμη ανελαστική συμπεριφορά του διώροφου κτιρίου Γ στις δύο κύριες διευθύνσεις (q x =3.15, q y =3.40). Σημειώνεται ότι, όπως προαναφέρθηκε, τα τέσσερα περίπτερα των δωματίων είναι τα μόνα κτίρια που διαθέτουν ικανοποιητική διαδοκίδωση και στους δύο κύριους άξονες. Αντίθετα, η ανελαστική συμπεριφορά του κτιρίου Δ1 μπορεί να χαρακτηρισθεί οριακά ικανοποιητική μόνο στη μία διεύθυνση (q y =2.39) όπου υπάρχει επαρκής διαδοκίδωση, ενώ στην κάθετη διεύθυνση η ύπαρξη δοκών μόνο στην περίμετρο περιορίζει δραστικά την ικανότητα μετελαστικής απόκρισης (q x =1.84). Από τα αισιόδοξα, όπως προαναφέρθηκε, αποτελέσματα των ανελαστικών αναλύσεων προκύπτει ότι η θεώρηση της τιμής q x =q y =2.50 για τα κτίρια Δ 1 και Δ 2 ήταν σχετικά υψηλή. Σημειώνεται ότι, όπως είναι γνωστό, όσο μικρότερη είναι η τιμή του q τόσο ισχυρότερη η σεισμική καταπόνηση σχεδιασμού. Κατά συνέπεια, τα ήδη πολύ υψηλά ποσοστά αστοχιών στύλων και δοκών των κτιρίων Δ1 και Δ2 (βλ. Πίνακες 3, 4 ) αναμένεται να είναι ακόμη χειρότερα. 18
1800 1600 1400 y-y 1200 q x = 3.15 V ( kn ) 1000 800 x-x 600 400 200 0 0,00E+00 1,00E-02 2,00E-02 3,00E-02 4,00E-02 5,00E-02 6,00E-02 7,00E-02 δ (m) q y = 340 3500 3000 V ( kn ) 2500 2000 1500 x-x y-y q x = 1.84 1000 500 0 0 0,01 0,02 0,03 0,04 0,05 0,06 δ (m) Σχήμα 14. Ακμή υποστυλώματος (αριστερά) Πόδας υποστυλώματος (δεξιά) q x = 2.39 19
Εισαγωγή ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ Ερωτήματα όπως «τι είναι Μνημείο και πότε ένα αρχιτεκτονικό δημιούργημα χαρακτηρίζεται ως τέτοιο», προβλημάτισαν και προβληματίζουν τους ειδικούς. Αντίθετα, στο ερώτημα «υπάρχουν δείγματα της σύγχρονης (modern) αρχιτεκτονικής που θα έπρεπε να χαρακτηρισθούν ως διατηρητέα», η απάντηση είναι σίγουρα ΝΑΙ. Ερωτήματα όπως «υπάρχουν ΞΕΝΙΑ που αποτελούν αξιόλογα δείγματα σύγχρονου αρχιτεκτονικού ύφους και αξίζει να διατηρηθούν» έχουν προβληματίσει τα τελευταία χρόνια τους ειδικούς και μη. Οι συντάκτες της παρούσας αντί απαντήσεως επιλέγουν να θέσουν το ρητορικό ερώτημα «είναι προτιμότερο το χαμηλών τόνων και με ιδιαίτερη προσωπικότητα ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου των 144 κλινών ή μία σύγχρονη πολυώροφη και πολυτελής ξενοδοχειακή μονάδα που θα αξιοποιήσει τουριστικά την καταπληκτική παραλία». Εφόσον η απάντηση στο ερώτημα της διατήρησης ή μη του ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου είναι θετική, το επόμενο ερώτημα που προκύπτει αφορά στα χαρακτηριστικά του φέροντος οργανισμού των κτιρίων που πρέπει να διατηρηθούν. Σε ένα μνημείο της κλασικής αρχαιότητας είναι ιδιαίτερα σημαντική η διατήρηση των παρθενικών υλικών κατασκευής του. Αντίθετα, η προσπάθεια διατήρησης του αποσαθρωμένου εμφανούς σκυροδέματος και των οξειδωμένων ράβδων οπλισμού του φέροντα οργανισμού σε ένα διατηρητέο κτίσμα σύγχρονης αρχιτεκτονικής όχι μόνον δεν έχει νόημα αλλά συχνά είναι και τεχνικά αδύνατη χωρίς τοπικές τουλάχιστον ανακατασκευές και ενισχύσεις. Στα εμφανή στοιχεία οπλισμένου σκυροδέματος το διατηρητέο στοιχείο είναι η επιφανειακή υφή του εμφανούς «υλικού». Αυτή όμως, σε ένα κτίσμα με έντονα συμπτώματα γήρανσης του φθαρτού σκυροδέματος, έχει ήδη χαθεί ανεπιστρεπτί. Τα διατηρητέα στοιχεία ενός σύγχρονου αρχιτεκτονικού έργου, όπως το ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου, είναι αναμφισβήτητα τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά συμπεριλαμβανομένων και αυτών του φέροντα οργανισμού. Αυτά όμως πλέον, διατηρούνται ανέπαφα μόνο στα σχέδια και τα λοιπά τεύχη της αρχικής μελέτης τα οποία, τουλάχιστον για τα ΞΕΝΙΑ, διαφυλάχτηκαν στο αρχείο της Τεχνικής Υπηρεσίας του ΕΟΤ και τώρα φυλάσσονται στο αρχείο της «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.». Οι παραπάνω σκέψεις οδηγούν στο οξύμωρο συμπέρασμα ότι η βέλτιστη λύση «διατήρησης», σε περιπτώσεις όπως το ΞΕΝΙΑ Παλιουρίου, είναι η καθαίρεση και η πιστή, μέχρι κεραίας, ανακατασκευή των κτιρίων σύμφωνα με τα πρωτότυπα αρχιτεκτονικά σχέδια. Αιρετικές προτάσεις αυτού του τύπου έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις ευρύτατα παραδεδεγμένες και παγιωμένες αρχές της διατήρησης, βρήκαν όμως στέγη και υποστηρικτές σε νεότερα κινήματα και οργανώσεις με αντιπροσωπευτικότερο δείγμα το DOCOMOMO International (DOcumentation and COnservation of buildings, sites and neighborhoods of the MOdern MOvement), οργάνωση που ιδρύθηκε το 1988 με σημερινή έδρα το Παρίσι. 20