1/6 2013-04 Πίσσης: Καντιανή διαλεκτική Jannis Pissis: Kants transzendentale Dialektik. Zu ihrer systematischen Bedeutung. Berlin: De Gruyter 2012, 243 σ., 79. Κρίνει ο Στέλιος Γκαδρής ( ρ Φιλοσοφίας) sgadris@gmail.com Το βιβλίο του Γιάννη Πίσση με τίτλο Η υπερβατολογική διαλεκτική του Καντ διερευνά το ομώνυμο εύτερο Μέρος της Κριτικής του καθαρού Λόγου (ΚΚΛ). Αν και το δεύτερο αυτό μέρος είναι το εκτενέστερο της ΚΚΛ, αναλαμβάνοντας και το βάρος της κριτικής στην παραδοσιακή μεταφυσική, η διερεύνηση της υπερβατολογικής διαλεκτικής (Υ ) συνήθως παραγνωρίζεται ή περιορίζεται ενώπιον των ρηξικέλευθων προτάσεων της υπερβατολογικής στοιχειολογίας με προεξάρχουσα τη διδασκαλία του υπερβατολογικού ιδεαλισμού (ΥΙ). Παραμένει, ωστόσο, αμφίβολο αν μπορούμε να κατανοήσουμε τον ΥΙ έξω από τη συνάφεια της αναλυτικής με τη διαλεκτική, όπως και την έννοια της κριτικής έξω από τη συνάφειά της με τη διαλεκτική. Ο Πίσσης θέτει ευθύς εξαρχής (σ. 2-3) ως ζητούμενο της μελέτης του την ανάδειξη της σημασίας και του συστηματικού χαρακτήρα της Υ, αλλά και της σημασίας της για το κριτικό εγχείρημα εν γένει, άρα την ανάδειξη του συστηματικού χαρακτήρα της ίδιας της ΚΚΛ. Και αυτό ακριβώς κάνει. Η ανάγνωση της Υ από τον Πίσση αναδεικνύει όχι μόνο τον συστηματικό χαρακτήρα της διαλεκτικής, αλλά κυρίως τη σημασία της για την κριτική φιλοσοφία. Στις αρετές του βιβλίου θα πρέπει να συμπεριλάβουμε τη συνομιλία του με την ιστορία της φιλοσοφίας: σχέση της καντιανής διαλεκτικής με την έννοια της διαλεκτικής στον Αριστοτέλη ή τον Πλάτωνα (σ. 17, σ. 26 κ.ε.), σύνδεση της δομής της ΚΚΛ με τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα της Γερμανίας του 18ου αι. (σ. 34 κ.ε.), αλλά και με τα κατάλοιπα και τα προ-κριτικά κείμενα του Καντ. Εντυπωσιακός όμως είναι κυρίως ο τρόπος που ο Πίσσης παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς το ίδιο το καντιανό κείμενο, δίχως να χάνει σε κανένα σημείο τη συνολική προοπτική της ΚΚΛ. Το βιβλίο χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια: Το Πρώτο Κεφάλαιο διερευνά την έννοια της Υ ως λογικής της επίφασης, τη σχέση της με την υπερβατολογική αλλά και τη γενική λογική. Πώς είναι όμως δυνατή η επίφαση και, κυρίως, πώς θα πρέπει να κατανοήσουμε τον αναπόφευκτο χαρακτήρα της (σ. 23); Σε αυτό το ερώτημα απαντά το εύτερο Κεφάλαιο. Ο Λόγος επιθυμεί διαρκώς να υπερβεί την εμπειρία, όντας ανικανοποίητος με όλα όσα αυτή προσπορίζει (σ. 34). Αυτό που εξωθεί, ωστόσο, τον Λόγο στην υπέρβαση των ορίων της εμπειρίας δεν είναι απλώς μια επιθυμία, αλλά η ίδια η λογική του
2/6 δομή, ο συλλογισμός. Έτσι καθίσταται αναγκαία και αναπόφευκτη η επίφαση. Η λογική μορφή του συλλογισμού επιτρέπει στον Λόγο να κινηθεί είτε προς τις συνέπειες (επισυλλογισμός) είτε προς τις αρχές (προσυλλογισμός) της γνώσης (Α 331/Β 388 κ.ε.). 1 Μέσα από τη σειρά των προσυλλογισμών και τη λογική πράξη της υπαγωγής (σ. 35), ο Λόγος συλλαμβάνει την οικεία λογική του αρχή (Α 307/Β 364), το απόλυτο ή την απόλυτη ολότητα όλων των δεδομένων όρων (σ. 34 κ.ε.). Αυτό τίθεται ως βάση για τις τρεις ιδέες του Λόγου, το υποκείμενο, τον κόσμο και τον θεό, οι οποίες παράγονται σύμφωνα με την αντίστοιχη τριμερή διάκριση των συλλογισμών σε κατηγορικούς, υ- ποθετικούς και διαζευκτικούς (Α 323/Β 380 κ.ε.), αντιστοιχώντας στις έννοιες της παραδοσιακής μεταφυσικής: την αθανασία της ψυχής, την ελευθερία και τον θεό. Γιατί ωστόσο απαιτείται η Υ προκειμένου να απορρίψουμε ως ανυπόστατους τους ισχυρισμούς της μεταφυσικής, ότι δηλαδή γνωρίζει την ψυχή, την ελευθερία και τον θεό, εφόσον η υπερβατολογική αναλυτική (ΥΑ) ανασυγκροτεί ήδη τους όρους της δυνατότητας της εμπειρίας, άρα τους όρους της δυνατότητας της γνώσης; Η σχέση της ΥΑ με την Υ είναι το αντικείμενο του Τρίτου Κεφαλαίου. Τα όρια της έν- νοιας της γνώσης δεν μπορούν να χαραχθούν από τη διάνοια (Verstand) στην ΥΑ, αλλά χαράσσονται από τον Λόγο στην Υ (σ. 88-9). Η οριοθέτηση δεν προϋποθέτει απλά τον Λόγο, αλλά κυρίως την αντιγνωμία του Λόγου και της διάνοιας, την αντινομία του καθαρού Λόγου με τον ίδιο του τον εαυτό. Εκκινώντας από διαφορετικές προϋποθέσεις, Λόγος και διάνοια τάσσονται είτε υπέρ του δογματισμού και της μεταφυσικής (Λόγος) είτε υπέρ του εμπειρισμού και της εμπειρικής γνώσης (διάνοια). Ο Πίσσης περιγράφει εύστοχα την αντινομία του Λόγου με τον εαυτό του (τη διάνοια) ως έναν διάλογο των δύο (σ. 91 κ.ε.). Η διέλευση, συνεπώς, του Λόγου μέσα από την αντινομία και την Υ είναι αναγκαία προκειμένου ο Λόγος να θέσει όρια στον εαυτό του (σ. 107). Το Τέταρτο Κεφάλαιο διερευνά την κριτική του Καντ στην παραδοσιακή μεταφυσική, την κριτική του δηλαδή στην ιδέα του υποκειμένου (παραλογισμοί), στην ιδέα του κόσμου (αντινομία) και στην ιδέα του θεού (ιδεώδες). Η αντινομία αποτελεί τον πυρήνα της διαλεκτικής, συγκεντρώνοντας, ορθά, το ενδιαφέρον του Πίσση. Η αντινομία επιλύεται μέσα από τη διάκριση του φαινόμενου από τον νοούμενο κόσμο, άρα με την ο- ριοθέτηση του Λόγου. Έτσι ολοκληρώνεται η αρνητική όψη της κριτικής, δηλαδή η κριτική απόρριψη της παραδοσιακής μεταφυσικής. Απομένει, βεβαίως, η θετική όψη της κριτικής, η οποία συνδέεται με τη σημασία του απολύτου ως ρυθμιστικής αρχής. Αυτή καθοδηγεί τη διάνοια στη μέγιστη ενότητά της (σ. 178), σύμφωνα με την αρχή του συστήματος όλων των όρων του νοείν. Ως θετική συνέπεια της κριτικής θα πρέπει ωστόσο να εκλάβουμε και τη θεμελίωση της δυνατότητας της ελευθερίας, την αποκάλυψη δηλαδή της ελευθερίας ως ουσίας του Λόγου (σ. 210 κ.ε.). Το Πέμπτο Κεφάλαιο αποσαφηνίζει τη σημασία των πορισμάτων της διαλεκτικής για τον θεωρητικό αλλά και για τον πρακτικό Λόγο. Στο τέλος της μελέτης του, ο Πίσσης παραθέτει το σύστημα της 1 Οι αναφορές στην ΚΚΛ ακολουθούν την καθιερωμένη παραπομπή: Α (πρώτη έκδοση) / Β (δεύτερη έκδοση).
3/6 κριτικής του καθαρού Λόγου, υπενθυμίζοντας τον τρόπο με τον οποίο ο Καντ περιγράφει την κριτική και υπερβατολογική εργασία του, δηλαδή ως μεταφυσική της μεταφυσικής (σ. 218). Υπάρχουν δύο αλληλένδετα σημεία της μελέτης του Πίσση στα οποία θα ήθελα να σταθώ κριτικά: σχέση της διάνοιας και του ΥΙ με τον Λόγο και πρόβλημα οριοθέτησης του καθαρού Λόγου. Ο Πίσσης φαίνεται να ανάγει τη διάνοια στον Λόγο (σ. 80, 84, 88), αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα την ουσία αμφοτέρων, την υπερβατολογική δηλαδή ε- λευθερία ως ουσία του Λόγου εν γένει (σ. 108). Με αυτόν τον τρόπο, όμως, ο συγγραφέας μοιάζει να ακολουθεί εγελιανά μάλλον σχήματα κατανόησης της ΚΚΛ, ως εάν η έννοια της διάνοιας ανέμενε την κριτική του Λόγου ώστε να προσλάβει την αληθή της σημασία. 2 Το πρόβλημα όμως είναι εξαρχής ο Λόγος, όχι η διάνοια. Είναι αλήθεια ότι στα κατάλοιπα, όπου και παραπέμπει ο Πίσσης, ο Καντ αναγνωρίζει ως ουσία του Λόγου και της διάνοιας την υπερβατολογική έννοια της ελευθερίας (σ. 108) τούτο ω- στόσο δεν προκύπτει στην ΚΚΛ, όπου ο παραγωγικός χαρακτήρας της ελευθερίας συνδέεται αποκλειστικά με τον πρακτικό Λόγο και όχι με τον θεωρητικό (Β 575). Η ελευθερία στην ΚΚΛ δεν έχει θέση μέσα στη φύση, όπου μοναδικό κριτήριο της γνώσης είναι η αιτιώδης συνάφεια των φαινομένων. Είναι ορθό ότι στην Υ και στην 3η αντινομία η διασφάλιση της δυνατότητας της ελευθερίας πληροί τη διακήρυξη του Καντ ότι έπρεπε να καταργήσει τη γνώση προκειμένου να διασώσει την πίστη (Β xxx). Όμως η έμφαση του Πίσση στην πρωτοκαθεδρία της ελευθερίας απέναντι και σε αυτήν ακόμη τη διδασκαλία του ΥΙ (σ. 77) υποσκάπτει τόσο την κριτική όσο και τον ΥΙ ως όχημα της κριτικής. Ο Πίσσης αναφέρει ότι ο ΥΙ αποτρέπει τον θεωρητικό Λόγο από την υπέρβαση των ο- ρίων της εμπειρίας (ό.π.). Πώς το πετυχαίνει όμως αυτό; Αν ο ΥΙ απορρέει από την α- νάγκη του Λόγου να διασφαλίσει τη νομιμότητα της ελευθερίας, τότε ο ρόλος του μοιάζει αμφιλεγόμενος, επαναφέροντας την ΚΚΛ στον προγραμματικό λόγο της προκριτικής σκέψης του Καντ του 1770 και στο κείμενο με τίτλο Αναφορικά με τη μορφή και τις αρχές του κατ αίσθηση και του κατά τον Λόγο κόσμου (βλ. σχ. αα02:385). 3 Εκεί ο Καντ αναζητά τρόπους προκειμένου να διασφαλίσει τη μεταφυσική από τον έ- λεγχο της εποπτείας (αα02:413). Με προεξάρχουσα την έννοια του μεταφυσικού αντικειμένου, ο προ-κριτικός Καντ προειδοποιεί για τις υφαρπαγές της εποπτείας. Οφείλουμε, λέει, να αποδεχτούμε ορισμένες μεταφυσικές έννοιες, ακόμη και αν αυτές δεν 2 Παρόλο που συμφωνώ με τον Πίσση ότι η καντιανή φιλοσοφία δεν διερευνά ένα πλήθος δυνάμεων αλλά την ενιαία δύναμη του νοείν εν γένει (σ. 92), εντούτοις οφείλουμε να σεβαστούμε τις καντιανές διακρίσεις και την πολλαπλότητα της δύναμης του νοείν, προκειμένου να διαφυλάξουμε τον κριτικό προσανατολισμό του Καντ. Ο Πίσσης συχνά αναφέρεται στον Λόγο υπό μια διευρυμένη έννοια και στον Λόγο υπό μια στενή έννοια (διάνοια) (σ. 12, 88, 90). Αυτό όμως δεν αρκεί: Ο Λόγος της διαλεκτικής είναι ο συλλογιστικός Λόγος, ενώ ο Λόγος της κριτικής είναι ο καθαρός. 3 Οι παραπομπές στα προ-κριτικά κείμενα του Καντ ακολουθούν την ηλεκτρονική έκδοση των απάντων του πανεπιστημίου της Βόννης (βλ. σχ. http://www.korpora.org/ Kant).
4/6 εκτίθενται στην εποπτεία μας. Το 1781 όμως η εποπτεία και ο ΥΙ διατηρούν έναν διαφορετικό ρόλο. Είναι ο κανόνας που μετράει τις αξιώσεις της μεταφυσικής και συνακόλουθα τις απορρίπτει ως ανυπόστατες. Για τον Πίσση, όμως, ο ΥΙ δεν είναι ο κανόνας βάσει του οποίου ο Καντ απορρίπτει τις αξιώσεις της παραδοσιακής μεταφυσικής (σ. 105). Κι αυτό είναι εύλογο, στο μέτρο που η ανάγνωση του Πίσση συνδέεται ευθύς ε- ξαρχής με τον μεταφυσικό προσανατολισμό του Λόγου, την υπέρβαση δηλαδή της ε- μπειρίας, την ελευθερία. Ισχύει ότι ο Καντ ενδιαφέρεται να διασώσει αυτόν τον προσανατολισμό ωστόσο, η επίλυση της αντινομίας όπως και συνολικά της επίφασης που συνεπάγεται η Υ αποκαλύπτει τον ανυπόστατο χαρακτήρα των ισχυρισμών του Λόγου σύμφωνα με τη διδασκαλία του ΥΙ. Για τον Πίσση, εντούτοις, ο ΥΙ φαίνεται να αποτελεί συνέπεια του μεταφυσικού προσανατολισμού του Λόγου, ο οποίος απορρίπτει το αυθυπόστατο των φαινομένων προκειμένου να διασώσει την πραγματικότητα της ε- λευθερίας (σ. 77). Ο ΥΙ όμως δεν έλκει την καταγωγή του από το πρόβλημα της ελευθερίας, αλλά μάλλον από την αντινομία συνολικά και το πρόβλημα της ελευθερίας δεν είναι παρά ένα μέρος του συνολικού προβλήματος της αντινομίας. 4 Η αντινομία επιλύεται με τη διάκριση του φαινόμενου από τον νοούμενο κόσμο. Η κριτική, ωστόσο, δεν ολοκληρώνεται με αυτήν τη ρήξη. Το όριο που χαράσσεται από τον Λόγο θα πρέπει να αναμένει την ανασυγκρότηση του συστήματός του. Με αυτό το τελευταίο περνώ στο πρόβλημα της οριοθέτησης του καθαρού Λόγου. Η διάκριση του φαινόμενου από τον νοούμενο κόσμο συνεπάγεται, πράγματι, ότι ο Λόγος και η διάνοια αποκτούν τη νόμιμη επικράτειά τους. Το πρόβλημα όμως της οριοθέτησης της διάνοιας και του Λόγου δεν ολοκληρώνεται στη διαλεκτική. Ο Πίσσης μάς προσφέρει το διάγραμμα του συστήματος του καθαρού Λόγου και ισχυρίζεται ότι αυτό είναι το σύστημα που απορρέει από την κριτική. Παραμένει όμως προβληματική η σύνδεση της κριτικής με το σύστημα του καθαρού Λόγου και αμφοτέρων, κριτικής και συστήματος, με την οριοθέτηση του Λόγου. Ποιος είναι ο όρος που συνδέει την κριτική με το σύστημα, καθιστώντας δυνατή την οριοθέτηση του Λόγου; Αυτό που μοιάζει να συνέχει την έννοια του συστήματος με την κριτική είναι η ίδια η αναστοχαστική λειτουργία του καθαρού Λόγου, ο υπερβατολογικός στοχασμός (transzendentale Überlegung, Α 261/Β 317), όπου το νοείν αποδίδει τις έννοιες και τις γνώσεις του στην αντίστοιχη δύναμη που προσιδιάζει σε αυτές (Β 316). Παρόλο που ο Πίσσης διερευνά το πρόβλημα της παρουσίας των υπερβατολογικών τοπικών του Καντ (Α 269/Β 325), όπως και τη σημασία του στοχασμού (103 κ.ε.), εντούτοις δεν διερευνά περαιτέρω τις συνέπειες που αυτά έχουν για την κριτική και το σύστημα. 4 Η σύντομη πραγματεία του 1768 με τίτλο Αναφορικά με τον έσχατο προσδιοριστικό λόγο διαφοροποίησης των διευθύνσεων στον χώρο (αα02:375) υπαινίσσεται ότι ο Λόγος καθίσταται αντινομικός όποτε επιχειρεί να διερευνήσει όχι μόνον τη φύση του χώρου, αλλά συνολικά τις έσχατες αρχές της γνώσης (αα02:383). Άρα ο αντινομικός χαρακτήρας του Λόγου δεν συνδέεται αποκλειστικά με το πρόβλημα της ελευθερίας και της πίστης, αλλά προκύπτει ως αυθεντικό πρόβλημα του στοχασμού, όταν διερευνά τις πρώτες αρχές της γνώσης.
5/6 Η οριοθέτηση είναι δυνατή μόνον μέσα στον ορίζοντα του συστήματος, ανασυγκροτώντας σε ευδιάκριτους επιμέρους ορίζοντες την επικράτεια κάθε δύναμης, τις έννοιες, τις αρχές, άρα και τη γνώση που απορρέει από κάθε δύναμη. Ορθά παρατηρεί ο Πίσσης ότι η ιδέα του απολύτου δεν είναι απλά μια αρχή οικονομίας της γνώσης (σ. 203). Ορθά αναφέρει, επιπρόσθετα, ότι η διάνοια μέσα από τον Λόγο καθοδηγείται προς την ταυτότητα αλλά και την ετερότητα των εννοιών και των γνώσεών της (σ. 207) δεν συνδέει όμως, περαιτέρω, την αρχή της συνέχειας με τη δυνατότητα του συστήματος της κριτικής φιλοσοφίας. Η συνοπτική παράσταση που διασφαλίζει ο Λόγος δεν αναφέρεται απλά στην επικράτεια του φαινόμενου και του νοούμενου (σ. 104), αλλά συνδέεται, κυρίως, με το σύστημα του καθαρού Λόγου, ως συνοπτική παράσταση της διαφοράς αλλά και της ενότητας των επιμέρους δυνάμεων. 5 Η κριτική απαιτεί τον αναστοχασμό της θέσης των εννοιών, των αρχών και των γνώσεων των διαφορετικών δυνάμεων μέσα στον καθολικό ορίζοντα του συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο ο υπερβατολογικός στοχασμός εξασφαλίζει έναν χάρτη προκειμένου να διευθετήσει τα όρια και την επικράτεια κάθε επιμέρους δύναμης. Ο Καντ δεν υπάγει απλώς τις επιμέρους όψεις του νοείν σε μια καθολική έννοια Λόγου (η καθολική έννοια είναι η έννοια του συστήματος), αλλά διασώζει τη διαφορά της πολλαπλότητάς τους, επιτρέποντας σε κάθε επιμέρους όψη τον υπερβατολογικό της τόπο, ακριβώς όπως το περιγράφει η λογική λειτουργία των αρχών της οικονομίας της γνώσης (Α 658-6/Β 686-7). Η ελευθερία μας συνεπώς, όσον αφορά στον θεωρητικό Λόγο, ίσως συνδέεται με την επιλογή μας να δούμε το πράγμα ως φαινόμενο ή ως νοούμενο ή με οποιονδήποτε τρόπο θελήσουμε, υπό τον όρο ωστόσο ότι προσανατολιζόμαστε μέσα στο σύστημα του καθαρού Λόγου. Ο προσανατολισμός μας εξαρτάται από το διαφέρον του Λόγου το διαφέρον μάς προσανατολίζει μέσα στο νοείν. Άρα είμαστε ελεύθεροι να νοήσουμε οτιδήποτε θελήσουμε, αρκεί να μην έλθουμε σε αντίφαση με τον εαυτό μας, και κυρίως να αναγνωρίσουμε τον υπερβατολογικό τόπο, άρα τις έννοιες και τις αρχές που ισχύουν για κάθε επιλογή μας. εν βλέπω όμως πώς ο Πίσσης συνδέει εν τέλει την κριτική με το σύστημα. Ενώ αναγνωρίζει ότι, ως προπαιδευτική, η κριτική οδηγεί στο σύστημα του καθαρού Λόγου, η σύνδεση των δύο παραμένει προβληματική. Ο περιορισμός της οριοθέτησης στη διάκριση του φαινόμενου από τον νοούμενο κόσμο δεν οριοθετεί ακόμη τον καθαρό Λόγο, δεν οριοθετεί καν τη διάνοια, αλλά οριοθετεί μόνο τον συλλογιστικό Λόγο. Ο καθαρός Λόγος προσανατολίζεται μέσα στον ορίζοντα του συστήματος, και η κριτική είναι ο οδηγός. Ο Πίσσης αναφέρεται στην έννοια του προσανατολισμού αλλά και στα αιτήματα του Λόγου, τα οποία υπαγορεύονται από το διαφέρον του (σ. 194), δεν διερευνά όμως περαιτέρω τις συνέπειες της έννοιας του προσανατολισμού για την κριτική στη συνάφειά της με το σύστημα. 5 Στη σ. 104 ο Πίσσης μιλάει πράγματι για τη συνοπτική εποπτεία της επικράτειας του φαινόμενου και του νοούμενου που διασφαλίζει ο Λόγος. Ωστόσο δεν επαναφέρει το κρίσιμο αυτό σημείο στο τέλος της μελέτης του, όταν εκθέτει το σύστημα του Λόγου. Έτσι, ως ύψιστο σημείο της ΚΚΛ και του ίδιου του Λόγου, ο υπερβατολογικός στοχασμός δεν συνδέεται τελικά με το σύστημα και την κριτική.
6/6 Συνοψίζοντας την αντίρρησή μου στην ανάγνωση της Υ από τον Πίσση, θα έλεγα ότι διαφωνώ με την έμφαση στον προσανατολισμό του Λόγου στο υπεραισθητό, στην ηθική (θέση που προκύπτει πιο εύλογα από τα Προλεγόμενα, όχι από την ΚΚΛ βλ. σχ. αα04:362 κ.ε.). Το ζητούμενο της Υ είναι ευθύς εξαρχής η κριτική στη μεταφυσική και όχι η διασφάλιση της ελευθερίας ως παραγωγικής αρχής στην ηθική. ιότι η μεταφυσική δεν αφορά μόνον στην ηθική αλλά συνιστά την εξύψωση συνολικά της κουλτούρας (Kultur, Α851/Β879) του ανθρώπινου Λόγου. Η κουλτούρα συνδέεται με τη χρήση και τη χρησιμότητα όλων των εννοιών του Λόγου άρα όχι απλώς των ιδεών μέσα στον κόσμο αυτός είναι ο κοσμικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας. Παρόλα αυτά, η συνολική εικόνα της μελέτης του Πίσση είναι εξαιρετική. Ο συγγραφέας προβαίνει σε μια ιδιαίτερα προσεκτική ανάγνωση του καντιανού κειμένου, ενώ φαίνεται ότι γνωρίζει σε βάθος το ιστορικό υπόβαθρο των εννοιών της κριτικής φιλοσοφίας. Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή της βιβλιοκρισίας, είναι εξοικειωμένος με την προ-κριτική φιλοσοφική σκέψη του Καντ, η οποία είναι όρος εκ των ουκ άνευ για την κατανόηση της σημασίας της κριτικής φιλοσοφίας. Μακάρι αυτή η προσπάθεια να ανασύρει από τη λήθη των καντιανών σπουδών την Υ, αποκαθιστώντας τη σημασία (όχι μόνον την ι- στορική αλλά και τη συστηματική) της διαλεκτικής για την κριτική φιλοσοφία. 6 ημοσιεύθηκε: 15.6.2013 Τρόπος παραπομπής στη βιβλιοκρισία: Γκαδρής, Σ.: (Βιβλιοκρισία του:) Jannis Pissis: Kants transzendentale Dialektik. Zu ihrer systematischen Bedeutung (Berlin: De Gruyter 2012). Κριτικά 2013-04, <http:// www.philosophica.gr/critica/2013-04.html>. 6 Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανώνυμους κριτές των Κριτικών για τις χρήσιμες παρατηρήσεις τους.