Η ΜΙΚΡΗ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ. Lene Mayer - Skumanz / Salvatore Sciascia



Σχετικά έγγραφα
Η ΜΙΚΡΗ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ. Lene Mayer - Skumanz / Salvatore Sciascia

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Το παραμύθι της αγάπης

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης

Η ιστορία του δάσους

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

[Ο Τομ Σόγιερ και οι δύο φίλοι του έχουν φύγει κρυφά από τα σπίτια τους και έχουν κατασκηνώσει δίπλα στο ποτάμι. Ο Τομ ξυπνά πρώτος το πρωί.

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Θεατρικό. Σκηνή 1η Σκηνικό: Αυλή σπιτιού Πρόσωπα: Παππούς, γιαγιά, Ηλίας, Ξανθούλα

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Μάθημα/Τάξη: Κεφάλαιο: Ονοματεπώνυμο Μαθητή: Ημερομηνία: 30/10/17 Επιδιωκόμενος Στόχος: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΓΥΜΝΑΣΙΑ-Ν.ΓΛΩΣΣΑ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1 Ο

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47


Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. ΗΕποχήπουοΘεός Δημιούργησε τα Πάντα

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Προσπάθησα να τον τραβήξω, να παίξουμε στην άμμο με τα κουβαδάκια μου αλλά αρνήθηκε. Πιθανόν και να μην κατάλαβε τι του ζητούσα.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

The G C School of Careers

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

Ένα μήλο στην πλάτη ενός σκαντζόχοιρου

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. ΗΕποχήπουοΘεός Δημιούργησε τα Πάντα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ ΤΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ

Η φίλη μας η ανακύκλωση. Ειδική έκδοση για τους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Transcript:

Η ΜΙΚΡΗ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ Lene Mayer - Skumanz / Salvatore Sciascia Πριν πολλά, πολλά χρόνια, τότε που ζώα και άνθρωποι είχαν την ίδια γλώσσα, κατοικούσε στο δάσος πίσω από τα «βουνά των ονείρων» μια μικρή κουκουβάγια. Ήταν η νεότερη από τα έξι αδέλφια της και η τελευταία που εγκατέλειψε τη κουφάλα του γέρικου δέντρου. Οι γονείς της αφού τής έμαθαν πώς να πετάει, να πιάνει ποντίκια και να κάνει ηλιοθεραπεία της είπαν: - Έχε θάρρος μικρή μας κουκουβάγια γύρνα και γνώρισε όλο τον κόσμο! - Δεν είμαι ακόμη πολύ μικρή γι αυτό; ρώτησε η μικρή κουκουβάγια Οι γονείς της έτριψαν τα ράμφη τους και αναστέναξαν λέγοντας: - Η Μεγάλη Κουκουβάγια που έπλασε τα πάντα θα σε προστατεύει στο ταξίδι σου! Τους κανόνες τους γνωρίζεις: Για να βρεις το φαγητό σου σκότωνε όσο πιο γρήγορα μπορείς ώστε το θύμα σου να μη νοιώθει το πόνο, και έτσι θα είναι πιο νόστιμο αυτό. Να απολαμβάνεις κάθε αχτίδα φωτός, ακόμη και τη πιο αχνή. Όσο για το πέταγμα σε μεγάλες αποστάσεις; Το πέταγμα το μαθαίνεις όσο πιο πολύ πετάς. Άλλες συμβουλές δεν έχουμε να σου δώσουμε. Η μικρή κουκουβάγια κοίταξε προς όλες τις μεριές για να ξαναδεί τους γονείς της και το δένδρο που μεγάλωσε, άπλωσε τα φτερά της και πέταξε. Το δάσος πίσω από τα «βουνά των ονείρων» ήταν μεγάλο και γεμάτο ζώα. Αφού πέταξε για λίγο η κουκουβάγια βρήκε σ ένα ξέφωτο ένα λοφάκι και κάθισε στη κορυφή του να ξαποστάσει. Κοίταζε τον ωραίο ήλιο και ήταν ευχαριστημένη. Κάτω από τη κορυφή πάνω σε έναν, ζεστό από τον ήλιο, βράχο λιαζόταν μια αγριόγατα. Τέσσερις μαύρες λωρίδες ξεκινούσαν από τη μουσούδα της και κατέληγαν στο κούτελο της. Η μακριά φουντωτή ουρά της κουνήθηκε, σηκώνοντας το κεφάλι της για να δει την μικρή κουκουβάγια. - Για δες! Μια κουκουβάγια. Έρχεσαι τη κατάλληλη στιγμή. Απάντησέ μου. Πως μπορεί η Μεγάλη Αγριόγατα που έπλασε τα πάντα, να επιτρέπει να υπάρχουν εξημερωμένες γάτες. - Τι πράγμα; Πώς; Ρώτησε ξαφνιασμένη η κουκουβάγια. - Χτες βράδυ έτρεξα πολύ μακριά, όσο ποτέ άλλοτε, μέχρι το ρυάκι που κυλά από τα «βουνά των ονείρων». Εκεί είδα ένα σπίτι ανθρώπων από ξύλο και πέτρες και γύρω, γύρω μύρισα καλοθρεμμένα πουλερικά. Ήμουν όμως χορτάτη και ήθελα μόνο να αγναντέψω λίγο από μακριά. Μπροστά στ σπίτι καθόταν ένας άνθρωπος που κρατούσε μια γάτα στην αγκαλιά του και την χάιδευε. Αυτή δεν τον δάγκωνε ούτε τον γρατζούνιζε, αλλά μόνο γουργούριζε! Εγώ ανατρίχιασα. Πως μπορούσε να αφήνει να την χαϊδεύουν! Μπρρρ! Πως είναι κάτι τέτοιο δυνατό; 1

Η μικρή κουκουβάγια έσκυψε το κεφάλι και αποκρίθηκε: - Πως μπορώ να το ξέρω αυτό; H αγριόγατα ανασηκώθηκε, φούσκωσε την ουρά της και τα πρασινοκίτρινα μάτια της έλαμψαν λέγοντας: - Εμένα ρωτάς; Εσύ είσαι η κουκουβάγια! Οι κουκουβάγιες είναι σοφές και ξέρουν να απαντούν σε όλες τις ερωτήσεις του κόσμου. - Αυτό δεν το ήξερα, απήντησε τρομαγμένη η μικρή κουκουβάγια. - Γιατί υπάρχεις τότε; Απήντησε η αγριόγατα θυμωμένη. Πρέπει να ντρέπεσαι και κοίταξε να φύγεις από εδώ το γρηγορότερο. Η μικρή κουκουβάγια προσβεβλημένη άπλωσε τα φτερά της και πέταξε βιαστικά. Βρήκε ένα ψηλό δένδρο που τη κορυφή του τη φώτιζε ακόμη ο ήλιος που βασίλευε, κάθισε σ ένα κλαδί και προσπάθησε να σκεφτεί. Ξαφνικά ήρθε απ το δάσος κάνοντας θόρυβο με τα βαριά και μεγάλα του φτερά ένα παγώνι. Άρχισε να κουνάει πάνω κάτω τα φτερά του και κάθισε δίπλα στη μικρή κουκουβάγια. Το κλαδί λύγισε από το βάρος του. - Πάλι τα κατάφερα κοκορεύτηκε το παγώνι. Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ η ίδια ταλαιπωρία! Γιατί δεν μπορώ να πετάξω τόσο καλά όσο μπορώ να τρέξω; Μονολογούσε. - Ε! ποιος βρίσκεται εδώ; Μικρή άκουσε, εδώ είναι το δικό μου δένδρο. Εδώ κοιμάμαι εγώ, είπε αυστηρά μόλις αντιλήφθηκε ότι και κάποιος άλλος ήταν στο κλαδί. - Συγνώμη ψιθύρισε η μικρή κουκουβάγια. Το παγώνι τίναξε τα μεγαλοπρεπή φτερά του και είπε: - Α! Μια κουκουβάγια, αν κρίνω από την φωνή σου. Αυτό είναι καλό. Έφτιαξε καλά την ουρά του και την άφησε να κρέμεται κάθετα προς τα κάτω. - Έχω μια ερώτηση που δεν με αφήνει να ησυχάσω. Γιατί το Μεγάλο Παγώνι που έπλασε τα πάντα, δεν φρόντισε να υπάρχουν περισσότερα δέντρα κατάλληλα για να κοιμούνται τα παγώνια; - Τι, τι είπε και αναστέναξε βαθιά η κουκουβάγια. - Nα, βλέπεις τι μεγάλη ουρά έχω, που ανοίγει σαν μια ωραία μεγάλη βεντάλια, είπε το παγώνι, αλλά όταν θέλω να κοιμηθώ χωρίς κίνδυνο, αυτή με εμποδίζει. Μόνο τα πολύ ψηλά δένδρα με μεγάλα οριζόντια κλαδιά με βολεύουν. Τέτοια όμως δεν υπάρχουν πολλά στο δάσος. - Έχεις όμως τώρα αυτό εδώ το δένδρο, ψιθύρισε απορημένη η μικρή κουκουβάγια. - Θα ήθελα τρία τέσσερα για να διαλέγω. Λοιπόν απάντησέ μου. Γιατί δεν φρόντισε κανείς γι αυτό; - Δεν ξέρω απάντησε η μικρή κουκουβάγια. Το παγώνι έγειρε το κεφάλι του προς τη μικρή κουκουβάγια και είπε θυμωμένα: - Δεν ξέρεις; Πως είναι δυνατόν να μην ξέρεις; Οι κουκουβάγιες ξέρουν όλες τις απαντήσεις στα ερωτήματα του κόσμου! - Δεν ήξερα καν ότι αυτό είναι ένα ερώτημα για τον κόσμο, ομολόγησε η μικρή κουκουβάγια. - Μικρή ανόητη. Τότε δεν είσαι γνήσια κουκουβάγια. Πρέπει να ντρέπεσαι! Κοίταξε να πετάξεις το γρηγορότερο απ εδώ, φώναξε το παγώνι. Τρομαγμένη πέταξε απ εκεί η μικρή κουκουβάγια, βρήκε ένα βράχο με μία σπηλιά και κάθισε σε μια γωνίτσα της σπηλιάς να ξεκουραστεί και να συλλογιστεί. - Γιατί πρέπει να ντρέπομαι, αναρωτήθηκε, γιατί πρέπει να γνωρίζω τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα του κόσμου. Πως μπορεί να μιλά η αγριόγατα για την Μεγάλη Αγριόγατα, που έπλασε τα πάντα και το παγώνι για το Μεγάλο Παγώνι που έπλασε τα πάντα, όταν αυτή που έπλασε τα πάντα ήταν η Μεγάλη Κουκουβάγια! 2

Ο ήλιος έδυσε πίσω από «βουνά των ονείρων» και ενώ η πούλια έφεγγε, έβγαινε το φεγγάρι που με το φως του φώτιζε τη μικρή σπηλιά. Η μικρή κουκουβάγια χάρηκε με το ασημί φεγγαρόφως. - Καιρός να πετάξω, ακούστηκε τσιριχτή πίσω της μια φωνή. - Τι ήρεμη νύχτα. Να ναι καλά η Μεγάλη Νυχτερίδα που έπλασε τα πάντα. Η μικρή κουκουβάγια γύρισε το κεφάλι της να βρει από πού ερχόταν η φωνή και ανακάλυψε μια νυχτερίδα, που κρεμόταν ανάποδα με το κεφάλι προς τα κάτω από τον τοίχο. Με τα δάκτυλα των πίσω ποδιών της είχε πιαστεί γερά πάνω στο βράχο. Από μια τρυπούλα πάνω από τα ρουθούνια της μύτης έβγαινε ένα λαδερό υγρό που το έπαιρνε με τη γλώσσα της και ά λειφε όλο της το σώμα και τα φτερά της. - Πω, πω, αυτό βρωμάει, είπε η μικρή κουκουβάγια. - Μυρίζει απλά έντονα, Γι αυτό δεν είμαι τροφή για σένα αγαπητή μου. Είσαι μια κουκουβάγια, έτσι δεν είναι; απάντησε η νυχτερίδα. - Ναι, αλλά μόνο μια μικρή και ίσως όχι γνήσια! - Τα. Τα. Τα Η κουκουβάγια είναι κουκουβάγια και οι κουκουβάγιες μπορούν να απαντούν στα ερωτήματα όλου του κόσμου, είπε η νυχτερίδα και συνέχισε. - Έχω αγαπητή μου μια ερώτηση, συνέχισε η νυχτερίδα, που κρεμάστηκε τώρα πιο κοντά στο πρόσωπο της κουκουβάγιας. Κοίταξε πόσο υπέροχα είμαι φτιαγμένη, και εξαιρετικά εξοπλισμένη για τα πάντα. Βρίσκω μέσα στο σκοτάδι τα κουνούπια για τροφή μου. Φωνάζω και όταν έρχεται πίσω η ηχώ της φωνής μου, πετάω και τα πιάνω. Μόνο ένα πράγμα με στεναχωρεί: Μπορώ να γεννήσω μόνο ένα παιδί το χρόνο. Οι πεταλούδες και οι σκώροι γεννούν πολλά αυγά, πίσω από μία σκαντζόχοιρο τρέχουν με μικρά βήματα μια σειρά από σκαντζοχοιράκια, οι αλεπούδες έχουν το λιγότερο τρία παιδιά, ενώ εμένα γιατί με έπλασε έτσι η Μεγάλη Νυχτερίδα που έπλασε τα πάντα, και γεννάω μόνο ένα παιδί; - Δεν ξέρω απάντησε η μικρή κουκουβάγια. Η νυχτερίδα κουνήθηκε με απορία μπρος, πίσω. - Δεν ξέρεις πώς μπορώ να το πιστέψω; - Δεν ξέρω, επανέλαβε η μικρή κουκουβάγια κι αναστέναξε. - Ποιος μπορεί να το ξέρει, όταν δεν το ξέρεις εσύ, ρώτησε λυπημένη η νυχτερίδα. Μήπως δεν προσπαθείς να σκεφτείς λίγο, έτσι δεν είναι; Θα ξανάρθεις όταν έχεις μια απάντηση; Η μικρή κουκουβάγια κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι. - Σύμφωνοι, είπε η νυχτερίδα και άπλωσε τα φτερά της πετώντας μέσα στη νύχτα. Από πίσω της πέταξαν κι άλλες πολλές νυχτερίδες μέσα από τη μικρή σπηλιά του βράχου. Η μικρή κουκουβάγια τους παρατηρούσε, μέχρι που εξαφανίστηκαν στο σκοτάδι. Παρ όλη τη στεναχώρια της, ένοιωσε η μικρή κουκουβάγια, πόσο πολύ πείναγε. Την νύχτα της τη πέρασε κυνηγώντας κι έπιασε σαν αστραπή αρκετά ποντίκια. Όταν χόρτασε και δεν μπορούσε άλλο να φάει, είπε σε ένα ποντίκι, που άκουσε να βγαίνει σιγά, σιγά κάτω από τη γη: - Εσύ ποντίκι, εκεί κάτω απάντησε μου. Ποια παντοδύναμη ύπαρξε δημιούργησε εσένα, εμένα, τα πάντα; - Tο Μεγάλο Ποντίκι, φυσικά, ποιος άλλος; Το ξέρεις αυτό όμως, αφού εσύ τα ξέρεις όλα! Γιατί με ρωτάς έτσι πονηρά; Θέλεις να με παρασύρεις να βγω έξω από τη τρύπα μου. Εσείς οι κουκουβάγιες φταίτε, που εξαφανίζονται συνέχεια μερικοί από εμάς. Θα θελα να ξέρω γιατί εσάς τις κουκουβάγιες δεν σας έπλασαν να τρώτε χόρτα. -... ή σπόρια αντέτεινε η κουκουβάγια. - Όχι, όχι τα σπόρια είναι για μας, απάντησε τώρα χαμηλόφωνα το ποντίκι 3

και σταμάτησε να μιλά. Η μικρή κουκουβάγια πέταξε μακριά και βρήκε μια κορυφή για να ξεκουραστεί. - Δεν είμαι αυτή, που τα ξέρει όλα, είπε κλαίγοντας. Αυτό που ξέρω καλά, είναι ότι δεν ξέρω τίποτε, αλλά θα μάθω είπε επίμονα και αποκοιμήθηκε. Μόλις ξημέρωσε ξύπνησε η μικρή κουκουβάγια και χάρηκε που είδε τις πρώτες ηλιαχτίδες. - Να δούμε τι θα βρω και τι θα μάθω σήμερα, αναρωτήθηκε. Άπλωσε τα φτερά της και πέταξε γρήγορα και αθόρυβα προς τα «βουνά των ονείρων». Είδε το ρυάκι μπροστά της να λάμπει από το φως του ήλιου και πέταξε πιο χαμηλά βλέποντας το σπίτι των ανθρώπων, όπως το είχε διηγηθεί η αγριόγατα. Γύρω, γύρω ήταν όλα ήρεμα, εκτός από μερικές κότες που έψαχναν για σκουλήκια Η μικρή κουκουβάγια άκουσε ένα τραγούδι και πέταξε προς αυτή τη κατεύθυνση, κάθισε σε ένα κλαδί δένδρου και είδε μια γυναίκα, που γέμιζε τη κανάτα της με νερό. - Έχεις τόσο ωραία φωνή, πολύ πιο ωραία από τη δική μου, είπε στη γυναίκα. Η γυναίκα κοίταξε ψηλά και γέλασε λέγοντας: - Φαντάσου να είχαν όλα τα πλάσματα του κόσμου τις ίδιες ιδιότητες! Δεν θα ήταν κάτι τέτοιο βαρετό; Για παράδειγμα εσύ βλέπεις και ακούς καλύτερα από μένα και φυσικά μπορείς και πετάς. - Και γιατί τραγουδάς; Ρώτησε η μικρή κουκουβάγια. Θέλεις να υπερασπίσεις μήπως, όπως ένα κοτσύφι, τα σύνορα της περιοχής σου; - Τραγουδάω για να εργάζομαι πιο ευχάριστα και καμιά φορά τραγουδάω προς τιμή της Μεγάλης Μητέρας που μας έπλασε όλους. - Και που μένει αυτή; - Παντού, είπε η γυναίκα, μα τα μάτια των ανθρώπων δεν μπορούν να την δουν. Ο ήλιος, το φεγγάρι και τα άστρα, είναι μόνο τα στολίδια πάνω στο φόρεμα της. - Και αν εγώ σου πω, πως τα ψάρια μέσα στο ρυάκι, πιστεύουν πως το Μεγάλο Ψάρι έπλασε τα πάντα; - Αυτό δε θα στεναχωρούσε σίγουρα τη Μεγάλη Μητέρα, απάντησε η γυναίκα. Αυτή έχει για όλα τα πλάσματα μια μεγάλη καρδιά. Η μικρή κουκουβάγια κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι της και ρώτησε: - Χαίρεται όταν εσύ τραγουδάς προς τιμή της; - Το ελπίζω, απάντησε η γυναίκα, Την παρακαλώ επίσης για πολλά πράγματα. Να είναι για πολλά χρόνια γερή η στέγη της καλύβας μου, να γεννάνε οι κότες μου πολλά κοτόπουλα και να είμαστε, εγώ και το παιδί μου, καλά στην υγεία μας. - Στεναχωριέσαι για πράγματα που μπορούν να γίνουν αύριο; - Αυτό το κάνει ο καθένας, είπε η γυναίκα. Ξέρεις αν θα βρέξει σήμερα; Θέλω να στεγνώσω τα ρούχα μου. - Ο αέρας δεν μυρίζει βροχή, είπε η μικρή κουκουβάγια και αποχαιρετώντας πέταξε μακριά. Ο ήλιος έλαμπε όλη την ημέρα και η μικρή κουκουβάγια έκανε αρκετή ηλιοθεραπεία και είχε καιρό πολύ για να σκεφτεί. Το σούρουπο πέταξε μακριά στις πλαγιές των «βουνών των ονείρων» και καθώς σκοτείνιαζε είδε ανάμεσα στα δένδρα κάτι να λάμπει σαν χρυσό αστέρι. Πέταξε προς τα εκεί και ανακάλυψε μια μικρή ξύλινη καλύβα. Το φως που έβγαινε τράβαγε τις πεταλούδες της νύχτας. Ακόμη και η μικρή κουκουβάγια μαγεύτηκε από το φως και πλησίασε κοντά στο άνοιγμα απ όπου έβγαινε το φως. Της άρεσε τόσο πολύ εκεί που άρχισε να τραγουδάει το τραγούδι της αγάπης των κουκουβαγιών. 4

- Μια μικρή κουκουβάγια είναι στο πρεβάζι του παραθύρου μου. Καλωσόρισες, ακούστηκε μια φωνή από το παράθυρο. Η μικρή κουκουβάγια κοίταξε καλά να καταλάβει ποιος της μιλούσε. Ήταν ένας ηλικιωμένος άντρας. - Τι κάνεις εδώ, ρώτησε γεμάτη περιέργεια. - Διαβάζω, είπε και έδιωξε με προσοχή τις πεταλούδες από ένα άσπρο φύλο χαρτιού. Η ημέρα ήταν για μένα μικρή, γι αυτό συνεχίζω το διάβασμα με το φως της λάμπας μου. Είναι ένα βιβλίο για το Μεγάλο Πατέρα που έπλασε τα πάντα. - Που μένει ρώτησε η μικρή κουκουβάγια. - Παντού. Στο βασίλειο του ουρανού, που δεν μπορούν να δουν τα μάτια μας και στις καρδιές των ανθρώπων. - Τον παρακαλείς για το αύριο; - Ναι βέβαια, αλλά περισσότερο τον παρακαλώ για το παρελθόν. Συνέβησαν πολλά στη ζωή μου, που με κάνουν να ντρέπομαι να παρουσιαστώ μπροστά του κι αυτό με απασχολεί πολύ. - Εάν σου διηγηθώ πως και οι πεταλούδες της νύχτας πιστεύουν στη Μεγάλη Πεταλούδα της νύχτας, που έπλασε τα πάντα; Ο ηλικιωμένος άντρας χαμογέλασε με συμπόνια. - Μα πως αλλιώς θα μπορούσαν να φανταστούν τον Μεγάλο Πατέρα; - Ίσως σαν Μεγάλη Μητέρα όπως η γυναίκα που συνάντησα το πρωί στο ρυάκι. Ο άντρας έκανε μια γκριμάτσα και είπε: - Σ αυτή τη γυναίκα έχω πολλές φορές διηγηθεί για το Μεγάλο Πατέρα, αλλά μέχρις στιγμής μάταια, αν κρίνω απ τα λεγόμενα σου. Ελπίζω όμως ότι μια μέρα θα αναγνωρίσει το σωστό. - Στεναχωριέται ο Μεγάλος Πατέρας, όταν αυτή η γυναίκα τον ονομάζει Μεγάλη Μητέρα, ρώτησε η μικρή κουκουβάγια. Ο άντρας σκέφτηκε αρκετά και είπε: - Πολύ παράξενη ερώτηση. Νομίζω όχι. Ο Μεγάλος Πατέρας είναι γεμάτος καλοσύνη. Φοβάμαι, ότι αυτό μόνο εμένα το πιστό του υπηρέτη στεναχωρεί λίγο. - Μην αφήνεις την καρδιά σου να στεναχωριέται για κάτι τέτοια, κελάηδησε η κουκουβάγια αποχαιρετώντας και πέταξε μακριά. Το επόμενο πρωινό πέταξε η μικρή κουκουβάγια πίσω στο ρυάκι. Αυτή τη φορά δεν βρήκε τη γυναίκα αλλά ένα μικρό παιδί. Καθόταν στην όχθη με μια γάτα στα γόνατα, κουνούσε τα πόδια του μέσα στο νερό και κοιτούσε τα ψάρια. Ο ήλιος έλαμπε επάνω στο παιδί, στη γάτα, στο νερό, στις πέτρες και στο γρασίδι. Χωρίς να κάνει θόρυβο, κάθισε πάνω σε ένα κλαδί δέντρου. Τα δυνατά μάτια της την βοηθούσαν να βλέπει τα πάντα από πολύ μακριά. Έβλεπε πως το παιδί χάιδευε τη γάτα, και αυτήν που το ευχαριστιόταν τόσο πολύ που ξέχναγε ακόμη Και τα ψάρια και η κουκουβάγια χαιρόταν γι αυτό. Μήπως το παιδί ήξερε ένα άλλο όνομα για το Δημιουργό που έπλασε τα πάντα, ακόμη και αυτόν τον ωραίο ήλιο, που τόσο όμορφα λάμπει; Ίσως να μην ήξερε το παιδί ένα άλλο όνομα για Αυτόν, ζούσε μόνο για το παρόν, αυτό το αισθάνθηκε η μικρή κουκουβάγια. Το αύριο και μεθαύριο δεν ήταν σημαντικά, το χθες και το προχθές είχαν πια περάσει και δεν είχαν καμιά αξία. Η μικρή κουκουβάγια θυμήθηκε όλα τα ονόματα που δόθηκαν στο Δημιουργό: Μεγάλη Κουκουβάγια, Μεγάλη Αγριόγατα, Μεγάλο Παγώνι, Μεγάλη Νυχτερίδα, Μεγάλο Ποντίκι, Μεγάλη Μητέρα, Μεγάλος Πατέρας. Θα μπορούσε κανείς να τον ονομάσει και το Μεγάλο Μυστικό σκέφτηκε δυνατά η μικρή κουκουβάγια. Γιατί όχι, νιαούρισε τεμπέλικα η γάτα, που άνοιξε τα μάτια της και κοίταξε την κουκουβάγια. 5

Μετά τη δύση του ήλιου πέταξε η μικρή κουκουβάγια μακριά στο δάσος και έψαξε τη τρύπα του μικρού ποντικού. Όταν την βρήκε φώναξε: - Χου, χου, χου! Όλοι οι ζωντανοί, ζουν από τους ζωντανούς! Ακόμη και τα δικά σας σπόρια έχουν δύναμη ζωής! Μετά πέταξε μακριά και συνάντησε τη νυχτερίδα. - Τι όμορφα που πετάς, είπε η μικρή κουκουβάγια, αν είχες περισσότερο από ένα παιδί στην κοιλιά σου δεν θα μπορούσες να πετάς έτσι εύκολα και άνετα. - Έχεις δίκιο συμφώνησε η νυχτερίδα. Η μικρή κουκουβάγια πλησίασε στο δένδρο, που κοιμόταν το παγώνι, - Φτωχός υπερύφανος τύπος, σκέφτηκε. Ανήκει στα πουλερικά, όπως οι κότες και παρ όλα αυτά θέλει περισσότερα από ένα δένδρο για ύπνο. Πέταξε πιο πέρα και είδε την αγριόγατα ξαπλωμένη επάνω σε ένα φαρδύ κορμό δένδρου. Έλαμψαν τα μάτια της μόλις είδε τη μικρή κουκουβάγια. - Έγινες ήδη σοφή ρώτησε. - Όχι πολύ, γιατί είμαι μικρή και μαθαίνω ακόμη, είπε χαρούμενη η μικρή κουκουβάγια. Είδα κι εγώ μια γάτα, που άφηνε να την χαϊδεύουν. Ούτε τα ψάρια στο ρυάκι δεν την έκαναν να φύγει από την αγκαλιά του παιδιού που τη χάιδευε. - Ανήκουστο, είπε η αγριόγατα. - Εάν όλα τα πλάσματα ήταν το ίδιο και αισθανόντουσαν το ίδιο, δεν θα ήταν βαρετό; Δεν είναι ωραίο που το Μεγάλο μυστικό, που εσύ το ονομάζεις Μεγάλη Αγριόγατα, δίνει πολλές δυνατότητες; Η αγριόγατα σιώπησε και η μικρή κουκουβάγια πέταξε μακριά της. Στο τέλος επισκέφτηκε τους γονείς της στο πατρικό της δένδρο. Οι γονείς της τηνκαλωσόρισαν. - Σε έμαθε πολλά η Μεγάλη Κουκουβάγια που έπλασε τα πάντα; - Ναι, και από τώρα και στο εξής θα διηγούμαι σε εσάς και σε όλα τα πλάσματα αυτά που έμαθα, απάντησε ήρεμη η μικρή κουκουβάγια. - Να το κάνεις αυτό παιδί μου, είπε η μητέρα της κουκουβάγιας. - Μόνο για τους ανθρώπους θα δυσκολευτείς πολύ, διότι δεν πιστεύουν πολλά πράγματα, είπε ο πατέρας της κουκουβάγιας. Η μικρή κουκουβάγια κούνησε το κεφάλι της και είπε: - Θα πετάω όσο καιρό χρειάζεται, μέχρι να βρω κάποιον να με πιστέψει. 6