«... καὶ σκαρφαλώναμε στὸν οὐρανό, ὄχι ἀπ τὴ σκάλα, μήτε ἀπ τὰ κλαδιά, μὰ ἀπ τὰ πατήματα τοῦ ἀγέρα!...» Γιάννης Ρίτσος Eκδόσεις Πατάκη Λογοτεχνικά βιβλία µε πολύχρωµη εικονογράφηση Πες το μ ένα παραμύθι Οι περιπέτειες του Νιλς Από το βιβλίο της Σέλμα Λάγκερλεφ Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον Διασκευή: Μαρία Παπαγιάννη Εικονογράφηση: Μυρτώ Δεληβοριά ιόρθωση: Θανάσης Κοκολόγος DTP: Nίκη Aντωνακοπούλου Copyright Σ. Πατάκης AEΕ Ε (Eκδόσεις Πατάκη), 2018 Copyright για την εικονογράφηση Σ. Πατάκης AEΕ Ε (Eκδόσεις Πατάκη), 2018 Πρώτη έκδοση από τις Eκδόσεις Πατάκη, Οκτώβριος 2018 KET B569 KE 734/18 ISBN 978-960-16-7803-0 ΠANAΓH TΣAΛ APH (ΠPΩHN ΠEIPAIΩΣ) 38, 104 37 AΘHNA, THΛ.: 210.36.50.000, 210.52.05.600, 801.100.2665 ΦAΞ: 210.36.50.069 KENTPIKH IAΘEΣH: EMM. MΠENAKH 16, 106 78 AΘHNA, THΛ.: 210.38.31.078 Web site: http://www.patakis.gr e-mail: info@patakis.gr, sales@patakis.gr
ΠΕΣ ΤΟ Μ ΈΝΑ ΠΑΡΑΜYΘΙ... ΟΙ ΠΕΡΙΠΈΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΝΙΛΣ Από το βιβλίο της ΣΈΛΜΑ ΛΆΓΚΕΡΛΕΦ «Το θαυμαστό ταξίδι του Νιλς Χόλγκερσον»
Παραμύθια, ιστορίες, μύθοι, παραμύθια. Παραμύθια, μύθια, τα κουκιά και τα ροβίθια. Μπλιαχ! Ροβίθια. Αμ τα κουκιά; Μπλιαχ! Και ξανά μπλιαχ! ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΝΑ ΚΑΛΟ ΠΑΙΔΙ. ΠΡΩΤΟΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Πες μου ένα παραμύθι ΝΑ ΠΛΕΝΕΙΣ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ ΠΡΙΝ ΚΑΘΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ. Να πλένεις τα πόδια σου πριν ανέβεις στο τραπέζι. Πες μου ένα παραμύθι
ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΝΑΣ ΣΩΣΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. ΝΑ ΠΑΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΚΟΨΕΙΣ. Να βοηθάς τους γονείς σου, να Βρε πες το μ ένα παραμύθι. Ναι, πες μας ένα παραμύθι. Θα σας πω εγώ ένα παραμύθι για ένα ξωτικό ή μάλλον για ένα παιδί που δεν άκουγε τους γονείς του, δεν αγαπούσε τα ζώα, δε σεβόταν κανέναν, δεν κρατούσε τον λόγο του κι ύστερα έγινε ξωτικό αλλά μετά ξανάγινε παιδί. Κάτσε να σ το πω...
ΤΟ ΞΩΤΙΚΌ Μια φορά κι έναν καιρό, πριν από πολλά χρόνια, σε μια μακρινή χώρα ζούσε ένα αγόρι αναίσθητο αναιδέστατο ανεύθυνο ανεπρόκοπο αργόσχολο αχόρταγο αλαζονικό αχαΐρευτο ένα αγόρι άσ τα να πάνε.
Οι γονείς του, φτωχοί και καλοί άνθρωποι, το χανε καημό που το αμπελοβλάσταρό τους Νιλς τον έλεγαν τον προκομμένο ήταν όπως ήτανε. «Ούτε μαθήματα ούτε δουλειά, τι θ απογίνει;» κλαιγόταν η μάνα. «Μην ανησυχείς, θα στρώσει, αγόρι είναι» την καθησύχαζε ο πατέρας. «Αυτό που μ ανησυχεί πιο πολύ απ όλα είναι πως είναι σκληρός με τα ζώα. Όποιος δεν αγαπάει τα ζώα δε θ αγαπάει αύριο και τους ανθρώπους» έλεγε η σοφή γυναίκα. Μια Κυριακή πρωί, η μάνα κι ο πατέρας ετοιμάστηκαν για την εκκλησία. Ο Νιλς έπρεπε να μείνει σπίτι για να διαβάσει. Τι ωραία να πήγαινε καμιά βόλτα, να έδενε στην ουρά της γάτας ένα τενεκεδάκι, να κυνηγούσε τις κότες και τις χήνες, να τρόμαζε τις αγελάδες! Ξαπλωμένος καθώς ήταν ο Νιλς, με το βιβλίο ανοιχτό, τον πήρε ο ύπνος. Πρέπει να λαγοκοιμήθηκε, γιατί μόλις άνοιξε τα μάτια του, είδε το σεντούκι της μάνας του ανοιχτό. Α, όχι! Εκεί μέσα η μάνα του έκρυβε ό,τι πολυτιμότερο είχε. Όσα είχε κληρονομήσει από τη μάνα της, τη γιαγιά του δηλαδή, φουστάνια και υφάσματα, φωτογραφίες κι αναμνήσεις.
Ποιος τόλμησε να το κάνει αυτό; Μήπως την ώρα που κοιμότανε μπήκε κανένας κλέφτης; Ο Νιλς άρχισε να φοβάται, σε λίγο έτρεμε ολόκληρος. Ούτε καν ανέπνεε, για να μην τραβήξει την προσοχή του κλέφτη. Ώσπου να σου, είδε στην άκρη του σεντουκιού μια μικρή σκιά. Μήπως κοιμότανε ακόμα; Τσιμπήθηκε, αχ, ξανατσιμπήθηκε, αχ αχ, και ξαναξανατσιμπήθηκε, αχ αχ αχ. Μπροστά του, στα δυο βήματα, βρισκόταν ένας καλικάντζαρος. Φυσικά ο Νιλς δε θα φοβότανε ένα τόσο δα ξωτικό. Άρχισε να σκέφτεται πώς να τον πιάσει. Με το ντουφέκι του πατέρα του; Βλακεία. Το τηγάνι; Όχι. Την παντόφλα; Όχι. Την απόχη για τις πεταλούδες! «Χα χα χα! Αυτό είναι! Ποπό γέλια που θα κάνουμε! Φτάνει να είμαι τυχερός. Έλα, θεούλη μου, βοήθησέ με, βοήθησέ με Ελα, έλα, έλα και μ ένα χραπ! τον παγίδεψα! Είμαι θεός. Είμαι καταπληκτικός. Είμαι ο ΝΙΛΣ ΧΟΛΓΚΕΡΣΟΝ!» Το μικρό ξωτικό έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες αλλά τίποτα. Κάποια στιγμή ο καλικάντζαρος μίλησε: «Είναι έξυπνο αυτό που κάνς; Δεν ντρέπεσαι καθόλου, βρε κρεμανταλά, να βασανίζεις έναν τόσο δα μικρότερό σου;»
Ο Νιλς κούνησε την απόχη του πέρα δώθε, κάνοντας τον μικρό καλικάντζαρο να χοροπηδάει. «Γιατί το κάνς αυτό; Αν θες να μάθεις, παλιόπαιδο, εγώ έφερα τύχη στους γονείς σου και ξεχρέωσαν το περιβολάκ κι αγόρασαν και κότες και γουρούνια. Άφησέ με γρήγορα! Άφησέ με γιατί θα μετανιώις». Ο Νιλς όμως τίναξε την απόχη του με μεγαλύτερη δύναμη. «Αν μ αφήις, θα σου δώσω ένα χρυσό φλουρί». Ο Νιλς σταμάτησε. Δε θα ήταν κι άσχημο ένα χρυσό φλουρί! Θα μπορούσε να αγοράσει τόσα πράγματα. «Σύμφωνοι» είπε, αλλά μόλις έδωσε τον λόγο του, το μετάνιωσε. Θα μπορούσε να του ζητήσει περισσότερα. Πώς στα παραμύθια ζητάνε από το τζίνι ένα βασίλειο, ένα μαγικό χαλί, ένα οτιδήποτε; Γιατί να μην είναι το ξωτικό το δικό του τζίνι; «Θα σου ζητήσω να πραγματοποιηθούν τρεις ευχές». «Ντάξει, αλλά ως ιδώ. Εεε». «Θέλω ένα δικό μου άλογο» είπε ο Νιλς. «Το χς» είπε το ξωτικό. «Θέλω ένα δικό μου ποδήλατο» είπε ο Νιλς. «Το χς» είπε το ξωτικό. «Θέλω ένα δικό μου ντουφέκι» είπε ο Νιλς.