Α Π Ο Φ Α Σ Η ΚΡΑΜΒΗΣ,.: 1. Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή σε κατηγορία κατοχής παιδικού πορνογραφικού υλικού και του επιβλήθηκε ποινή προστίµου 1000. Ο Γενικός Εισαγγελέας θεωρεί ότι η επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής και µε την παρούσα έφεση, ζητά τον παραµερισµό της. 2. Αρχές Σεπτεµβρίου του 2006 η Ιντερπόλ Γερµανίας διαβίβασε στο Αρχηγείο Αστυνοµίας Κύπρου πληροφορία ότι υπήρχε χρήση διαδικτυακής πλατφόρµας για ανταλλαγή παιδικού πορνογραφικού υλικού. Η αστυνοµία, κατόπιν διερεύνησης, διαπίστωσε ότι στις 15.9.06 ο εφεσίβλητος χρησιµοποίησε δύο φορές την προαναφερόµενη διαδικτυακή πλατφόρµα. Στις 16.10.06 η αστυνοµία µε βάση δικαστικό ένταλµα, ερεύνησε το σπίτι του εφεσίβλητου και ανακάλυψε 13 ψηφιακούς δίσκους µε παιδικό πορνογραφικό υλικό. Επρόκειτο για φωτογραφίες και ταινίες µικρού µήκους παιδικής πορνογραφίας µε απεικονίσεις πραγµατικών παιδιών. Όπως διαπιστώθηκε, ο εφεσίβλητος εντόπισε το εν λόγω πορνογραφικό υλικό από το διαδίκτυο και το αποθήκευσε µέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή στους προαναφερόµενους 13 ψηφιακούς δίσκους. 3. Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι το συγκεκριµένο πορνογραφικό υλικό φυλαγόταν από τον εφεσίβλητο µόνο για δική του προσωπική χρήση και ότι δεν το διέδωσε περαιτέρω µε οποιοδήποτε τρόπο. Τα στοιχεία αυτά, καθώς και το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος ήταν άτοµο συγκροτηµένο και λευκού ποινικού µητρώου, λήφθηκαν υπόψη κατά την επιµέτρηση της ποινής.
Προσµέτρησαν επίσης ως παράγοντες µετριαστικοί της ποινής η άγνοια του εφεσίβλητου ότι η κατοχή τέτοιου υλικού απαγορευόταν από το νόµο εφόσον η σχετική νοµοθεσία θεσπίσθηκε πρόσφατα. Λήφθηκαν ακόµα υπόψη η άµεση παραδοχή του στην αστυνοµία, η µεταµέλεια του προς το δικαστήριο και ότι το συγκεκριµένο αδίκηµα δεν είναι διαδεδοµένο στην Κύπρο ώστε να προκαλείται ιδιαίτερη ανησυχία. Τέλος λήφθηκαν ευνοϊκά υπόψη υπέρ του εφεσίβλητου οι προσωπικές του περιστάσεις όπως περιγράφονται στην έκθεση κοινωνικής έρευνας που τέθηκε ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου. Προκύπτει από το περιεχόµενο της έκθεσης ότι οι σεξουαλικές ιδιαιτερότητες του εφεσίβλητου αποτέλεσαν εµπόδιο στο να δηµιουργήσει σχέση µε άτοµα του αντίθετου φύλου και να προχωρήσει στη δηµιουργία οικογένειας. Ωστόσο, ο πρωτόδικος δικαστής ορθά επισηµαίνει ότι οι σεξουαλικές προτιµήσεις του εφεσίβλητου, αποτελούν καθαρά προσωπικό του θέµα που είναι σεβαστό. 4. Ο περί της Σύµβασης κατά του Εγκλήµατος µέσω του ιαδικτύου (Κυρωτικός) Νόµος του 2004, Ν. 22(iii)/2004 («ο νόµος») - άρθρα 2, 3 και 11(1)(ε) * του νόµου, αποτέλεσε το νοµικό υπόβαθρο της κατηγορίας που αντιµετώπισε ο εφεσίβλητος. Είναι γεγονός ότι πρόκειται για σχετικά νέα νοµοθεσία, κυρωτική της Σύµβασης του Συµβουλίου της Ευρώπης κατά του Εγκλήµατος µέσω του ιαδικτύου που υπογράφηκε στη Βουδαπέστη στις 23.11.2001 και τέθηκε σε ισχύ στην Κύπρο µε το νόµο τον Απρίλιο 2004. 5. Με βάση το άρθρο 11(1)(ε) του νόµου, το αδίκηµα της κατοχής παιδικής πορνογραφίας σε ηλεκτρονικό υπολογιστή ή σε µέσον αποθήκευσης δεδοµένων ηλεκτρονικού υπολογιστή, τιµωρείται µε ποινή φυλάκισης δέκα
χρόνων κατ ανώτατο όριο ή µε χρηµατική ποινή µέχρι 25.000 ή και µε τις δύο ποινές. Στην προκείµενη περίπτωση, η σοβαρότητα του αδικήµατος αντανακλάται από τις προβλεπόµενες ποινές και πρέπει να θεωρείται ως δεδοµένη. Σε κάθε περίπτωση, η σοβαρότητα του αδικήµατος αποτελεί σηµαντικό παράγοντα στην επιµέτρηση της ποινής ο οποίος συνεκτιµάται µαζί µε άλλους παράγοντες της υπόθεσης, σχετικούς µε το θέµα. 6. Σύµφωνα µε το Explanatory Report to the Convention on Cybercrime παρ. 91 επ., η Σύµβαση και κατ επέκταση ο νόµος, αντανακλούν την ανησυχία της διεθνούς κοινότητας για την πάταξη της εκµετάλλευσης και ειδικότερα της σεξουαλικής εκµετάλλευσης των παιδιών µέσω του εκσυγχρονισµού της νοµοθεσίας των κρατών. Η ανάγκη προέκυψε από την αυξανόµενη διάδοση της παιδικής πορνογραφίας και ειδικότερα από την παρατηρούµενη ευκολία διακίνησης τέτοιου υλικού µέσω του διαδικτύου όπου η ανωνυµία διαφυλάσσει την εύκολη διάδοση χωρίς µεγάλη δυνατότητα εντοπισµού των εµπλεκοµένων. Στην παράγραφο 93 της προαναφερόµενης Σύµβασης αναφέρεται: «It is widely believed that such material and on-line practices, such as the exchange of ideas, fantasies and advice among paedophiles, play a role in supporting, encouraging or facilitating sexual offences against children.» 7. Προκύπτει γενικά από το περιεχόµενο του νόµου ότι ο επιδιωκόµενος σκοπός είναι κυρίως η προστασία των παιδιών από τη χρησιµοποίησή τους ως αντικειµένων ηδονής. Επιδιώκεται βασικά η προστασία των ανήλικων παιδιών που εξαναγκάζονται να λαµβάνουν µέρος σε τέτοιες πράξεις όσον και
των παιδιών που γίνονται θύµατα των παιδόφιλων οι οποίοι, βλέποντας αυτές τις εικόνες, τους δηµιουργείται η επιθυµία ενόχλησης άλλων ανήλικων παιδιών. Η αναζήτηση και η κατοχή µέσω διαδικτύου τέτοιου πορνογραφικού υλικού αυξάνει τη ζήτηση και ενθαρρύνει τους εµπνευστές της σεξουαλικής εκµετάλλευσης ανηλίκων να συνεχίζουν το έργο τους. 8. Παιδική πορνογραφία, σύµφωνα µε το άρθρο 11 του νόµου, περιλαµβάνει πορνογραφικό υλικό που οπτικώς αναπαριστά ανήλικο πρόσωπο να εµπλέκεται σε σαφώς σεξουαλική συµπεριφορά, πρόσωπο που παριστάνει ανήλικο να εµπλέκεται σε σαφώς σεξουαλική συµπεριφορά, ρεαλιστικές εικόνες που παριστάνουν ανήλικο να εµπλέκεται σε σαφώς σεξουαλική συµπεριφορά. Στα πλαίσια του εν λόγω άρθρου «σαφώς σεξουαλική συµπεριφορά» περιλαµβάνει συνουσία µεταξύ ανηλίκων ή ανηλίκου και ενήλικα του ιδίου ή αντιθέτου φύλου, κτηνοβασία, αυνανισµό, σαδιστική ή µαζοχιστική συµπεριφορά στα πλαίσια σεξουαλικής πράξης. 9. Στην υπό κρίση υπόθεση δεν τέθηκαν στοιχεία ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά µε το περιεχόµενο του πορνογραφικού υλικού έτσι ώστε να υπάρχει σαφής αντίληψη του επιπέδου της πορνογραφίας. Το δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του επαρκή εικόνα αναφορικά µε τις συνθήκες διάπραξης του αδικήµατος. Στην υπόθεση R. v. Oliver and Others [2003] 2 Cr.App.R. (S) 64 το αγγλικό εφετείο, υπό µορφή καθοδήγησης προς τα κατώτερα δικαστήρια, παρέθεσε σειρά κριτηρίων και παραγόντων που πρέπει να λαµβάνονται υπόψη για σκοπούς επιµέτρησης της ποινής σε υποθέσεις παρόµοιας φύσης.
10. Θεωρούµε πως εδώ η περίπτωση δεν είναι η πλέον κατάλληλη για την καταγραφή κατευθυντήριων γραµµών υπό µορφή καθοδήγησης προς τα δικά µας δικαστήρια. Καταλήξαµε σ αυτό το συµπέρασµα γιατί δεν έχουµε σαφή εικόνα των γεγονότων που αφορούν άµεσα τη συγκεκριµένη υπόθεση. Θεωρούµε ωστόσο, πως η παραποµπή στο Explanatory Report to the Convention on Cybercrime και στην υπόθεση Oliver (ανωτέρω) θα είναι πάντοτε χρήσιµη, µε τις ανάλογες προσαρµογές και µε αναφορά στις ανάγκες της κάθε υπόθεσης. 11. Αναµφίβολα η ποινή προστίµου των 1000 που το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε στον εφεσίβλητο βρίσκεται στο µεταίχµιο της επιείκειας και της έκδηλης ανεπάρκειας. Νοµίζουµε ωστόσο, ότι η περίπτωση δεν είναι κατάλληλη ώστε να δικαιολογείται επέµβαση για παραµερισµό της εφεσιβαλλόµενης απόφασης και αντικατάσταση της επιβληθείσας ποινής µε άλλη αυστηρότερη. Όπως έχουµε προαναφέρει, ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου δεν είχαν τεθεί πλήρη στοιχεία στη βάση των οποίων θα µπορούσε να βρεθεί το µέτρο και συνακόλουθα ο καθορισµός της αρµόζουσας ποινής. Η έφεση απορρίπτεται. ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙ ΗΣ,. Α. ΚΡΑΜΒΗΣ,.. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,.
ΣΦ. * «11.-(1)Οποιος µε πρόθεση και χωρίς δικαίωµα- (α)... (β)... (γ)... (δ)... (ε) κατέχει παιδική πορνογραφία σε σύστηµα ηλεκτρονικού υπολογιστή ή σε µέσον αποθήκευσης δεδοµένων ηλεκτρονικού υπολογιστή. διαπράττει αδίκηµα που τιµωρείται µε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη ή µε χρηµατική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εικοσιπέντε χιλιάδες λίρες ή και µε τις δύο ποινές: